Του Σεντρίκ Ντυράν μετάφραση: Γιάννης Χατζηδημητράκης
Όπως λέει η Άντα Κολάου, η νεοεκλεγείσα δήμαρχος της Βαρκελώνης και επικεφαλής ενός συνασπισμού εμπνευσμένου από τα κινήματα των Αγανακτισμένων: «Κανείς δεν θα βγει αμετάβλητος από αυτή την κρίση. Αυτό που μας περιμένει είναι μια νέα φεουδαρχία, με απότομη αύξηση των ανισοτήτων, μια άνευ προηγουμένου συγκέντρωση του πλούτου, νέες μορφές ανασφάλειας για την πλειοψηφία των πολιτών. Ή, μια δημοκρατική επανάσταση, όπου χιλιάδες άνθρωποι δεσμεύονται να αλλάξουν το φινάλε της ταινίας».
Είναι πολύ πιθανό να πλησιάζουμε σε αυτή την ιστορική καμπή. Η σαρωτική νίκη του Όχι στο ελληνικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου έδειξε ότι οι λαϊκές τάξεις θέλουν να σταματήσουν δεκαετίες νεοφιλελεύθερης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η επανάληψη αυτού που ο Αύγουστος Μπλανκί ονόμασε «κεφάλαιο των διαχωρισμών» λαμβάνει χώρα μια εποχή τεκτονικών μετατοπίσεων, τραντάζοντας μια ήπειρο που έχει πέσει σε ένα φαύλο κύκλο μνησικακίας και αγανάκτησης, οι οποίες έχουν να παρατηρηθούν από τα μέσα του περασμένου αιώνα.
Έτσι, oι συζητήσεις με την Ελλάδα είναι μια επίσημη διαδικασία που σκοπό έχει να νικήσει πολιτικά τις αριστερές δυνάμεις στην Ελλάδα, θάβοντας οποιεσδήποτε προοπτικές ουσιαστικής πολιτικής αλλαγής σε ολόκληρη την ήπειρο. Αυτή είναι η μόνη εξήγηση για την ακαμψία των πιστωτών, παρά το γεγονός ότι ο Τσίπρας παραβίασε όλες τις κόκκινες γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ στα ζητήματα της μεταρρύθμισης των συντάξεων, της φορολογικής πολιτικής, των ιδιωτικοποιήσεων και την απελευθέρωση της αγοράς. Αυτή η τιμωρητική στάση έγινε ξεκάθαρη τα τέλη Ιουνίου, όταν η ΕΚΤ υποκίνησε ενεργά ένα bunk run, προειδοποιώντας για «ανεξέλεγκτη κρίση» και έβαλε απότομα πλαφόν στα δάνεια έκτακτης ανάγκης της στον τραπεζικό τομέα, πυροδοτώντας το κλείσιμο των τραπεζών και τον έλεγχο κεφαλαίων.
Ωστόσο, η ακαμψία έναντι της ελληνικής κυβέρνησης δεν προκαλείται μόνο από μια ξεδιάντροπη νεοφιλελεύθερη πολιτική βούληση. Αποκαλύπτει ένα πολύ βαθύτερο πρόβλημα της Ευρώπης, που είναι η μη δυνατότητα ελιγμών αυτού του πολιτικού σκάφους.
Σε ένα βαθύτερο επίπεδο, η έλλειψη ικανότητας ελιγμών της Ε.Ε. είναι το παράδοξο αποτέλεσμα της σαρωτικής νίκης του παγκόσμιου κεφαλαίου κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών. Οι νίκες αυτές οδήγησαν τα όργανα της Ε.Ε. να επικεντρωθούν κυρίως στα συμφέροντα του κεφαλαίου –τον ανταγωνισμό, το εμπόριο και το χρήμα–, ενώ τα εργασιακά και κοινωνικά προβλήματα στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή υποτιμήθηκαν.
Κατά συνέπεια, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα μπορεί να είναι ισχυρό στην προώθηση των συμφερόντων του χρηματοοικονομικού μπλοκ εξουσίας, αλλά του λείπει η συναινετική πλευρά της ηγεμονίας, η οποία είναι απαραίτητη για να κρατήσει ποικιλόμορφες κοινωνίες και κοινωνικά στρώματα ενωμένα σε ταραγμένους καιρούς.
Ευρώπη: ένα από τα πιο πολύπλοκα πολιτικά τοπία
Η Ευρώπη είναι ένα από τα πιο πολύπλοκα πολιτικά τοπία στον κόσμο, και το ιδιοσυγκρασιακό μίγμα ισχυρών και αντιφατικών φιλελεύθερων, φασιστικών και κομμουνιστικών πολιτικών κληρονομιών και παραδόσεων, τα διαφορετικά επίπεδα διακυβέρνησης και δημοκρατικής νομιμότητας, τα ζωντανά κοινωνικά κινήματα και οι αντιφατικοί γεωπολιτικοί δεσμοί, δημιουργούν ένα καζάνι που βράζει, για άλλη μια φορά.
Στο πλαίσιο αυτό, ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί στη συνέχεια, η πολιτική αναταραχή στην Ελλάδα είναι ήδη ένα ορόσημο στην ιστορία της ηπείρου. Η χώρα που στις αρχές της δεκαετίας του 1980 λειτούργησε ως παράδειγμα της ικανότητας της Ευρώπης να παρέχει μια στέρεη βάση φιλελεύθερης προοδευτικής δημοκρατίας και κοινωνικοοικονομικής σταθερότητας σε μια χώρα που έβγαινε από δικτατορία, έχει πλέον γίνει το σύμβολο της αποτυχίας και της διαίρεσης.
Η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να ξεφύγει από το νεοφιλελεύθερο κλουβί είχε ως αποτέλεσμα σαμποτάζ και μύδρους από τις άλλες κυβερνήσεις και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, αφήνοντας τον χωρίς καμία εναλλακτική λύση, εκτός από συνθηκολόγηση ή ρήξη, χωρίς κανένα θετικό αποτέλεσμα όσον αφορά την ελκυστικότητα της Ε.Ε..
Οι φυγόκεντρες δυνάμεις αυξάνονται επίσης ως αποτέλεσμα της εξασθένισης της αίγλης των Βρυξελλών. Η Βρετανία απαιτεί μια σημαντική αντιστροφή της διαδικασίας ολοκλήρωσης απειλώντας να αποχωρήσει, ενισχύοντας τους δεσμούς της με τις ΗΠΑ. Στα ανατολικά σύνορα, η οριστική απογοήτευση για την μη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αφήνει ένα ανοιχτό πεδίο για εθνικιστικές δυνάμεις (αν και με αντιφατικά συναισθήματα για τον πρωτόγνωρο δυναμισμό της Ρωσίας). Ακόμη και μέσα στον ιστορικό πυρήνα της Ένωσης, υπάρχει ένα αυξανόμενο αίσθημα απελπισίας.
Αυτό επιτρέπει την άνοδο ακροδεξιών κομμάτων όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία, αλλά και ρατσιστικό λόγο σε κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης – παράδειγμα το πρόσφατο κάλεσμα του δημοσιογράφου Berthold Seewald από τη μεγάλη γερμανική συντηρητική εφημερίδα, Die Welt, για ακύρωση της ιδιότητας του ευρωπαϊκού μέλους για την Ελλάδα. Υπενθυμίζοντας το πλαίσιο του πόλεμου της ελληνικής ανεξαρτησίας το 1821, έγραψε ότι την εποχή εκείνη «η ιδέα ότι οι σύγχρονοι Έλληνες είναι απόγονοι του Περικλή και του Σωκράτη, και όχι ένα μίγμα Σλάβων, Βυζαντινών και των Αλβανών, αναδύθηκε ως κοινή πεποίθηση στην Ευρώπη. … Αυτός είναι ο λόγος που έγινε δεκτό το ρεσάλτο των ελλήνων στο ευρωπαϊκό πλοίο το 1980. Μπορεί κανείς να θαυμάσει τις συνέπειες αυτές κάθε μέρα».
Εν τω μεταξύ, τα σημάδια της απογοήτευσης στην πλειοψηφία των ηγετών είναι έντονα. Απορροφημένη σε πολύπλοκους υπολογισμούς και στερούμενη οποιασδήποτε πολιτικής έμπνευσης, η Ευρώπη δεν εμπνέει τίποτα άλλο παρά μόνο πικρία και αγανάκτηση.
Η έλλειψη αλληλεγγύης
Η έλλειψη αλληλεγγύης βγήκε στην επιφάνεια για άλλη μια φορά, όταν οι αρχηγοί των κυβερνήσεων συζήτησαν την κρίση του μεταναστευτικού. Ενώ χιλιάδες μετανάστες πεθαίνουν στη Μεσόγειο, η αντίδραση των Ευρωπαίων ηγετών έχει αποκαλυπτικά επικεντρωθεί σε στρατιωτικές επιθέσεις, και στη συζήτηση για κατανομή των αιτούντων άσυλο μεταξύ των χωρών, κυριαρχεί ο εγωισμός, κάνοντας τον Ματέο Ρέντσι –τον ξεθωριασμένο ιταλό σταρ της ευρωπαϊκής κεντροαριστεράς– να πει: «Αν αυτή είναι η ιδέα σας για την Ευρώπη, μπορείτε να την κρατήσετε».
Πρόσφατες δημοσκοπήσεις στην Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαιώνουν ότι η απογοήτευση με την Ευρώπη μεταφράζεται σε μείωση ψήφων για το «ακραίο κέντρο» στο εθνικό πολιτικό πεδίο. Ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή όχι ιδεολογικών συγκλίσεων οι οποίες μεταφράζονται σε συμμαχίες σε εθνικό επίπεδο, η δεξιά και η αριστερή πτέρυγα του κέντρου είναι στενά συνδεδεμένες σε έναν μόνιμο μεγάλο ευρωπαϊκό συνασπισμό.
Στην Αριστερά, η εμφάνιση των νέων πολιτικών κινημάτων, συνδέεται τόσο με διαρθρωτικούς παράγοντες (όπως η ένταση των συνεπειών της λιτότητας) όσο και πιο απρόβλεπτους που σχετίζονται με την οργάνωση του πολιτικού πεδίου. Ωστόσο, ανεξάρτητα από την βραχυπρόθεσμη πολιτική τους τύχη, σε κανένα από αυτά δεν επιτρέπεται πια να καθυστερήσει τις συζητήσεις πάνω σε καίρια στρατηγικά ζητήματα.
Δύο χρόνια πριν γίνει υπουργός Οικονομικών στην Ελλάδα, στο κείμενό του «Εξομολογήσεις ενός αιρετικού μαρξιστή», ο Γιάνης Βαρουφάκης υποστήριξε το σχέδιο της σωτηρίας του ευρωπαϊκού καπιταλισμού από τον εαυτό του. Η μάχη στην Ελλάδα δείχνει ότι αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί πιο δύσκολη υπόθεση από ό, τι αναμενόταν.
Η άνιση αναπτυξιακή δυναμική στην περιφέρεια της Ευρώπης, τονίζει την ανάγκη η Αριστερά να περάσει από μια αμυντική μάχη ενάντια στη λιτότητα προς μια θετική ατζέντα για συστημικές εναλλακτικές λύσεις. Το ελληνικό πείραμα αποδεικνύει ότι, σε αυτή την πορεία, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από τη διάρρηξη των δεσμών με τα νεοφιλελεύθερα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και την ανάκτηση της δημοκρατικής κυριαρχίας με εθνικά νομίσματα.
Αυτή ωστόσο είναι μια μεγάλη πρόκληση, αν αναλογιστούμε τον δισταγμό των περισσότερων ανθρώπων μπροστά στο μεταβατικό κόστος της διάλυσης, ακόμα και αν θα μπορούσαν να πειστούν για τα οφέλη από μια τέτοια ρήξη σε μακροπρόθεσμη βάση. Η διατύπωση προτάσεων για πολιτικές που θα εξασφαλίσουν στον κόσμο ένα δίχτυ ασφαλείας κατά τη διάρκεια αυτής της μετάβασης, θα είναι το κλειδί για την διευκόλυνση της ανάπτυξης νέων εκλογικών νικών, αρχής γενομένης από τις εκλογές στην Ισπανία αυτό το φθινόπωρο. Εκεί, οι Podemos και τα συμμαχικά τους κοινωνικά κινήματα έχουν σημαντικές πιθανότητες να κερδίσουν.
Όπως έδειξε η ελληνική εμπειρία, η ευρωπαϊκή ελίτ δεν μπορεί να αναμένεται να είναι τίποτα λιγότερο από ανελέητη. Όπως μου είπε πρόσφατα ένα μέλος της ηγεσίας των Ποδέμος, «θα πρέπει να προετοιμαστούμε καλύτερα».
Ο Cédric Durand είναι οικονομολόγος και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Paris 13. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του περιοδικού «Jacobin», 16.7.2015. Εδώ δημοσιεύεται με κάποιες περικοπές.
Ενθέματα
Όπως λέει η Άντα Κολάου, η νεοεκλεγείσα δήμαρχος της Βαρκελώνης και επικεφαλής ενός συνασπισμού εμπνευσμένου από τα κινήματα των Αγανακτισμένων: «Κανείς δεν θα βγει αμετάβλητος από αυτή την κρίση. Αυτό που μας περιμένει είναι μια νέα φεουδαρχία, με απότομη αύξηση των ανισοτήτων, μια άνευ προηγουμένου συγκέντρωση του πλούτου, νέες μορφές ανασφάλειας για την πλειοψηφία των πολιτών. Ή, μια δημοκρατική επανάσταση, όπου χιλιάδες άνθρωποι δεσμεύονται να αλλάξουν το φινάλε της ταινίας».
Είναι πολύ πιθανό να πλησιάζουμε σε αυτή την ιστορική καμπή. Η σαρωτική νίκη του Όχι στο ελληνικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου έδειξε ότι οι λαϊκές τάξεις θέλουν να σταματήσουν δεκαετίες νεοφιλελεύθερης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η επανάληψη αυτού που ο Αύγουστος Μπλανκί ονόμασε «κεφάλαιο των διαχωρισμών» λαμβάνει χώρα μια εποχή τεκτονικών μετατοπίσεων, τραντάζοντας μια ήπειρο που έχει πέσει σε ένα φαύλο κύκλο μνησικακίας και αγανάκτησης, οι οποίες έχουν να παρατηρηθούν από τα μέσα του περασμένου αιώνα.
Έτσι, oι συζητήσεις με την Ελλάδα είναι μια επίσημη διαδικασία που σκοπό έχει να νικήσει πολιτικά τις αριστερές δυνάμεις στην Ελλάδα, θάβοντας οποιεσδήποτε προοπτικές ουσιαστικής πολιτικής αλλαγής σε ολόκληρη την ήπειρο. Αυτή είναι η μόνη εξήγηση για την ακαμψία των πιστωτών, παρά το γεγονός ότι ο Τσίπρας παραβίασε όλες τις κόκκινες γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ στα ζητήματα της μεταρρύθμισης των συντάξεων, της φορολογικής πολιτικής, των ιδιωτικοποιήσεων και την απελευθέρωση της αγοράς. Αυτή η τιμωρητική στάση έγινε ξεκάθαρη τα τέλη Ιουνίου, όταν η ΕΚΤ υποκίνησε ενεργά ένα bunk run, προειδοποιώντας για «ανεξέλεγκτη κρίση» και έβαλε απότομα πλαφόν στα δάνεια έκτακτης ανάγκης της στον τραπεζικό τομέα, πυροδοτώντας το κλείσιμο των τραπεζών και τον έλεγχο κεφαλαίων.
Ωστόσο, η ακαμψία έναντι της ελληνικής κυβέρνησης δεν προκαλείται μόνο από μια ξεδιάντροπη νεοφιλελεύθερη πολιτική βούληση. Αποκαλύπτει ένα πολύ βαθύτερο πρόβλημα της Ευρώπης, που είναι η μη δυνατότητα ελιγμών αυτού του πολιτικού σκάφους.
Σε ένα βαθύτερο επίπεδο, η έλλειψη ικανότητας ελιγμών της Ε.Ε. είναι το παράδοξο αποτέλεσμα της σαρωτικής νίκης του παγκόσμιου κεφαλαίου κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών. Οι νίκες αυτές οδήγησαν τα όργανα της Ε.Ε. να επικεντρωθούν κυρίως στα συμφέροντα του κεφαλαίου –τον ανταγωνισμό, το εμπόριο και το χρήμα–, ενώ τα εργασιακά και κοινωνικά προβλήματα στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή υποτιμήθηκαν.
Κατά συνέπεια, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα μπορεί να είναι ισχυρό στην προώθηση των συμφερόντων του χρηματοοικονομικού μπλοκ εξουσίας, αλλά του λείπει η συναινετική πλευρά της ηγεμονίας, η οποία είναι απαραίτητη για να κρατήσει ποικιλόμορφες κοινωνίες και κοινωνικά στρώματα ενωμένα σε ταραγμένους καιρούς.
Ευρώπη: ένα από τα πιο πολύπλοκα πολιτικά τοπία
Η Ευρώπη είναι ένα από τα πιο πολύπλοκα πολιτικά τοπία στον κόσμο, και το ιδιοσυγκρασιακό μίγμα ισχυρών και αντιφατικών φιλελεύθερων, φασιστικών και κομμουνιστικών πολιτικών κληρονομιών και παραδόσεων, τα διαφορετικά επίπεδα διακυβέρνησης και δημοκρατικής νομιμότητας, τα ζωντανά κοινωνικά κινήματα και οι αντιφατικοί γεωπολιτικοί δεσμοί, δημιουργούν ένα καζάνι που βράζει, για άλλη μια φορά.
Στο πλαίσιο αυτό, ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί στη συνέχεια, η πολιτική αναταραχή στην Ελλάδα είναι ήδη ένα ορόσημο στην ιστορία της ηπείρου. Η χώρα που στις αρχές της δεκαετίας του 1980 λειτούργησε ως παράδειγμα της ικανότητας της Ευρώπης να παρέχει μια στέρεη βάση φιλελεύθερης προοδευτικής δημοκρατίας και κοινωνικοοικονομικής σταθερότητας σε μια χώρα που έβγαινε από δικτατορία, έχει πλέον γίνει το σύμβολο της αποτυχίας και της διαίρεσης.
Η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να ξεφύγει από το νεοφιλελεύθερο κλουβί είχε ως αποτέλεσμα σαμποτάζ και μύδρους από τις άλλες κυβερνήσεις και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, αφήνοντας τον χωρίς καμία εναλλακτική λύση, εκτός από συνθηκολόγηση ή ρήξη, χωρίς κανένα θετικό αποτέλεσμα όσον αφορά την ελκυστικότητα της Ε.Ε..
Οι φυγόκεντρες δυνάμεις αυξάνονται επίσης ως αποτέλεσμα της εξασθένισης της αίγλης των Βρυξελλών. Η Βρετανία απαιτεί μια σημαντική αντιστροφή της διαδικασίας ολοκλήρωσης απειλώντας να αποχωρήσει, ενισχύοντας τους δεσμούς της με τις ΗΠΑ. Στα ανατολικά σύνορα, η οριστική απογοήτευση για την μη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αφήνει ένα ανοιχτό πεδίο για εθνικιστικές δυνάμεις (αν και με αντιφατικά συναισθήματα για τον πρωτόγνωρο δυναμισμό της Ρωσίας). Ακόμη και μέσα στον ιστορικό πυρήνα της Ένωσης, υπάρχει ένα αυξανόμενο αίσθημα απελπισίας.
Αυτό επιτρέπει την άνοδο ακροδεξιών κομμάτων όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία, αλλά και ρατσιστικό λόγο σε κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης – παράδειγμα το πρόσφατο κάλεσμα του δημοσιογράφου Berthold Seewald από τη μεγάλη γερμανική συντηρητική εφημερίδα, Die Welt, για ακύρωση της ιδιότητας του ευρωπαϊκού μέλους για την Ελλάδα. Υπενθυμίζοντας το πλαίσιο του πόλεμου της ελληνικής ανεξαρτησίας το 1821, έγραψε ότι την εποχή εκείνη «η ιδέα ότι οι σύγχρονοι Έλληνες είναι απόγονοι του Περικλή και του Σωκράτη, και όχι ένα μίγμα Σλάβων, Βυζαντινών και των Αλβανών, αναδύθηκε ως κοινή πεποίθηση στην Ευρώπη. … Αυτός είναι ο λόγος που έγινε δεκτό το ρεσάλτο των ελλήνων στο ευρωπαϊκό πλοίο το 1980. Μπορεί κανείς να θαυμάσει τις συνέπειες αυτές κάθε μέρα».
Εν τω μεταξύ, τα σημάδια της απογοήτευσης στην πλειοψηφία των ηγετών είναι έντονα. Απορροφημένη σε πολύπλοκους υπολογισμούς και στερούμενη οποιασδήποτε πολιτικής έμπνευσης, η Ευρώπη δεν εμπνέει τίποτα άλλο παρά μόνο πικρία και αγανάκτηση.
Η έλλειψη αλληλεγγύης
Η έλλειψη αλληλεγγύης βγήκε στην επιφάνεια για άλλη μια φορά, όταν οι αρχηγοί των κυβερνήσεων συζήτησαν την κρίση του μεταναστευτικού. Ενώ χιλιάδες μετανάστες πεθαίνουν στη Μεσόγειο, η αντίδραση των Ευρωπαίων ηγετών έχει αποκαλυπτικά επικεντρωθεί σε στρατιωτικές επιθέσεις, και στη συζήτηση για κατανομή των αιτούντων άσυλο μεταξύ των χωρών, κυριαρχεί ο εγωισμός, κάνοντας τον Ματέο Ρέντσι –τον ξεθωριασμένο ιταλό σταρ της ευρωπαϊκής κεντροαριστεράς– να πει: «Αν αυτή είναι η ιδέα σας για την Ευρώπη, μπορείτε να την κρατήσετε».
Πρόσφατες δημοσκοπήσεις στην Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαιώνουν ότι η απογοήτευση με την Ευρώπη μεταφράζεται σε μείωση ψήφων για το «ακραίο κέντρο» στο εθνικό πολιτικό πεδίο. Ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή όχι ιδεολογικών συγκλίσεων οι οποίες μεταφράζονται σε συμμαχίες σε εθνικό επίπεδο, η δεξιά και η αριστερή πτέρυγα του κέντρου είναι στενά συνδεδεμένες σε έναν μόνιμο μεγάλο ευρωπαϊκό συνασπισμό.
Στην Αριστερά, η εμφάνιση των νέων πολιτικών κινημάτων, συνδέεται τόσο με διαρθρωτικούς παράγοντες (όπως η ένταση των συνεπειών της λιτότητας) όσο και πιο απρόβλεπτους που σχετίζονται με την οργάνωση του πολιτικού πεδίου. Ωστόσο, ανεξάρτητα από την βραχυπρόθεσμη πολιτική τους τύχη, σε κανένα από αυτά δεν επιτρέπεται πια να καθυστερήσει τις συζητήσεις πάνω σε καίρια στρατηγικά ζητήματα.
Δύο χρόνια πριν γίνει υπουργός Οικονομικών στην Ελλάδα, στο κείμενό του «Εξομολογήσεις ενός αιρετικού μαρξιστή», ο Γιάνης Βαρουφάκης υποστήριξε το σχέδιο της σωτηρίας του ευρωπαϊκού καπιταλισμού από τον εαυτό του. Η μάχη στην Ελλάδα δείχνει ότι αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί πιο δύσκολη υπόθεση από ό, τι αναμενόταν.
Η άνιση αναπτυξιακή δυναμική στην περιφέρεια της Ευρώπης, τονίζει την ανάγκη η Αριστερά να περάσει από μια αμυντική μάχη ενάντια στη λιτότητα προς μια θετική ατζέντα για συστημικές εναλλακτικές λύσεις. Το ελληνικό πείραμα αποδεικνύει ότι, σε αυτή την πορεία, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από τη διάρρηξη των δεσμών με τα νεοφιλελεύθερα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και την ανάκτηση της δημοκρατικής κυριαρχίας με εθνικά νομίσματα.
Αυτή ωστόσο είναι μια μεγάλη πρόκληση, αν αναλογιστούμε τον δισταγμό των περισσότερων ανθρώπων μπροστά στο μεταβατικό κόστος της διάλυσης, ακόμα και αν θα μπορούσαν να πειστούν για τα οφέλη από μια τέτοια ρήξη σε μακροπρόθεσμη βάση. Η διατύπωση προτάσεων για πολιτικές που θα εξασφαλίσουν στον κόσμο ένα δίχτυ ασφαλείας κατά τη διάρκεια αυτής της μετάβασης, θα είναι το κλειδί για την διευκόλυνση της ανάπτυξης νέων εκλογικών νικών, αρχής γενομένης από τις εκλογές στην Ισπανία αυτό το φθινόπωρο. Εκεί, οι Podemos και τα συμμαχικά τους κοινωνικά κινήματα έχουν σημαντικές πιθανότητες να κερδίσουν.
Όπως έδειξε η ελληνική εμπειρία, η ευρωπαϊκή ελίτ δεν μπορεί να αναμένεται να είναι τίποτα λιγότερο από ανελέητη. Όπως μου είπε πρόσφατα ένα μέλος της ηγεσίας των Ποδέμος, «θα πρέπει να προετοιμαστούμε καλύτερα».
Ο Cédric Durand είναι οικονομολόγος και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Paris 13. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του περιοδικού «Jacobin», 16.7.2015. Εδώ δημοσιεύεται με κάποιες περικοπές.
Ενθέματα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου