ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Σάββατο 30 Απριλίου 2016

ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΝΑΣΤΑΙΝΑΝ ΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ ΤΟΥΣ

Μ.ΤΙΒΕΡΙΟΣ

Ο Απρίλης είναι ο μήνας στη διάρκεια του οποίου έχουμε την πιο μεγάλη γιορτή των ορθοδόξων Χριστιανών, που είναι τα Πάθη και η Ανάσταση του Κυρίου. Ιδιαίτερα για τους Ελληνες η γιορτή αυτή αποκτά πρόσθετη σημασία, αφού αρκετές φορές η Ανάσταση του Θεανθρώπου συσχετίστηκε με την ανάσταση της ίδιας της φυλής, ενώ συγχρόνως τους θύμιζε και πανάρχαια θρησκευτικά και λατρευτικά δρώμενα που η αρχή τους χάνεται στο βάθος των αιώνων, σε χρόνους πολύ πριν από τον ερχομό του Σωτήρα.

Σε πολλές θρησκείες του αρχαίου κόσμου και στην αρχαία Ελλάδα απαντώνται παραδόσεις σύμφωνα με τις οποίες θεοί γνώρισαν τον θάνατο και στη συνέχεια την ανάσταση, όπως π.χ. ο φοινικικός Αδωνις ή ο ελληνικός Διόνυσος. Επειδή μάλιστα συχνά οι τεθνεώτες και αναστάντες αυτοί θεοί συμβαίνει να είναι θεοί της γονιμότητας, πολλοί έχουν υποστηρίξει ότι η ιδέα αυτή του θανάτου και της ανάστασης εκ νεκρών είναι παρμένη από την ετήσια εναλλαγή των εποχών, όπου το νέκρωμα της φύσης κατά τη διάρκεια του παγερού χειμώνα το διαδέχεται το ξαναζωντάνεμά της κατά τη διάρκεια της ζωοδότρας άνοιξης.

Επομένως με τα πάθη αυτά των θεών συμβολίζονται οι λειτουργίες της ίδιας της φύσης και, όπως είναι γνωστό, η πίστη συχνά εκφράζεται με συμβολισμούς. Γύρω από τον ετήσιο αυτό αγώνα
ανάμεσα στην ακαρπία και την ευφορία της γης υφάνθηκε και ο ιστός αρκετών αρχαίων μυστηριακών τελετών, γι' αυτό ακριβώς και η συνήθης εποχή διεξαγωγής τους ήταν το τέλος του καλοκαιριού ή η αρχή του φθινοπώρου, με τα πρώτα πρωτοβρόχια.
 Τα μυστήρια, που γνώρισαν ιδιαίτερη άνθηση κατά τους χρόνους της ύστερης αρχαιότητας, υπόσχονταν στους μυημένους σ' αυτά μόνιμη σωτηρία και μια ευτυχισμένη μετά θάνατον ζωή. Ετσι, σε δημόσιες αλλά κυρίως σε απόκρυφες τελετουργίες, οι πιστοί σκηνοθετούσαν τις διάφορες φάσεις αυτού του αγώνα, αναπαριστώντας τις ποικίλες περιπέτειες του πάσχοντος θεού τους.


Ο θάνατος και η ανάσταση

Οπως παρατηρεί ο Πλάτων, καθώς ο άνθρωπος πλησιάζει προς τον θάνατο αρχίζει να σκέπτεται για πράγματα που πριν δεν τον απασχολούσαν καθόλου, ενώ συγχρόνως αρχίζει να δίνει πίστη και σε δοξασίες υπερφυσικές. Ετσι και στην αρχαιότητα, πολλοί πίστευαν ότι με τις μυήσεις αυτές θα βοηθηθούν να κερδίσουν την πολυπόθητη αθανασία και ακόμη θα αποκτήσουν τη δυνατότητα και μετά θάνατον «να διασκεδάζουν και να χορεύουν» σε καταπράσινους λειμώνες στον καθαρό αέρα. Ορισμένοι θρησκειολόγοι έχουν υποστηρίξει ότι η κεντρική ιδέα όλων αυτών των μυστηριακών θρησκειών ήταν ο θάνατος και η ανάσταση και έχουν συνδέσει τους σχετικούς μυστηριακούς μύθους με τα πάθη κάποιου θεού.

Ετσι έχουμε τον θάνατο του Διονύσου, του Αττεως, του Οσίριδος. Στα μυστήρια που σχετίζονται με τους θεούς αυτούς συναντούμε ακολουθίες πένθους που στη συνέχεια τις διαδέχονται τελετουργίες χαράς και αγαλλίασης. Το αβάστακτο πένθος της Ισιδος για τον φόνο του αγαπημένου της αδελφού και συντρόφου, του Οσίριδος, που τον είχε κατακρεουργήσει ο θεός της σκιάς Σετ (ή Σεθ), σταματά όταν βρίσκει και συναρμολογεί όλα τα διαμελισμένα κομμάτια του, δίνοντάς του ξανά τη ζωή. Το ίδιο συμβαίνει και με τους πιστούς της. Μιμούμενοι τη θεά τους, αναζητούν τον Οσιρι, κτυπώντας με αλαλαγμούς τα στήθη τους. Μόλις ξαναντικρίζουν τον θεό, τότε τον θρήνο τον διαδέχεται ανείπωτη χαρά.

Ο Πλούταρχος προτρέπει τα βάσανα της Ισιδας, όπως αναπαριστάνονται στις σχετικές τελετές, να γίνονται μαθήματα ευσέβειας και παρηγοριάς για όλους τους θνητούς που τους βρίσκουν τέτοια κακά.

Ο Ιούλιος Φίρμικος Ματερνός, πολιτικός και συγγραφέας του 4ου αι. μ.Χ., που αλλαξοπίστησε και έγινε Χριστιανός, μας παραδίδει ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες σχετικές με παγανιστικές μυστηριακές τελετές. Ετσι ανάμεσα σε άλλα μας περιγράφει και μια σκηνή κατά την οποία μπροστά σε ένα ομοίωμα κάποιου θεού, που κείτονταν νεκρός πάνω σε ένα φορείο, εξελίσσονταν σκηνές οδυρμού και θρήνου.

Η «επίκλησις» του Διονύσου

Ο Διόνυσος, χωρίς αμφιβολία, ήταν κι αυτός ένας θεός της βλάστησης και σαν τέτοιος ήταν ένας πάσχων θεός, που πέθαινε και ανασταινόταν κάθε χρόνο. Ωστόσο τα επεισόδια που σχετίζονται με τον θάνατό του, ο οποίος προκαλούσε τον μαρασμό της φύσης, μπορούμε να πούμε ότι δεν αποτελούσαν σημαντικό μέρος της όλης διήγησης. Εκτός από αναφορές στον βίαιο θάνατό του και τον διαμελισμό του υπήρχαν και παραδόσεις που έκαναν λόγο και για μια ομαλή κατάβασή του στον Αδη, προκειμένου να φέρει στον πάνω κόσμο, στον κόσμο των ζωντανών, τη μάνα του τη Σεμέλη.

Η κάθοδός του αυτή έγινε από την Αλκυονία λίμνη στη Λέρνα της Αργολίδας, για την οποία υπήρχε παράδοση ότι ήταν απύθμενη. Ετσι κανένας στην αρχαιότητα, ούτε και ο ίδιος ο αυτοκράτορας Νέρων, δεν είχε μπορέσει να μετρήσει το βάθος της. Στους Δελφούς, μέσα στο άδυτο του ναού του Απόλλωνος, «παρά το χρηστήριον», έδειχναν τον τάφο του θεού.

Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, που έζησε προς τα τέλη του 1ου αι. π.Χ., μιλά για θρήνους κατά τη διάρκεια «των διονυσιακών παθών». Αλλά για τις τελετουργίες τις σχετικές με τον θάνατό του, όπως άλλωστε και γι' αυτές που σχετίζονται με την ανάστασή του, ξέρουμε λιγοστά πράγματα. Κύρια αιτία ήταν η ευσέβεια των αρχαίων συγγραφέων που δεν ήθελαν να κοινοποιήσουν τίποτε «περί ων ου θέμις τοις αμυήτοις ιστορείν».

Ενα χαρακτηριστικό στοιχείο των τελετουργιών που συνδέονται με την ανάσταση του θεού ήταν και το κάλεσμά του, η «επίκλησις», από τους πιστούς του, που τον καλούσαν, ακόμη και με μικρές σάλπιγγες, να ανέβει και να παρουσιαστεί σ' αυτούς.

Στον κόσμο των Ιώνων η «επιφάνεια» του θεού γινόταν κατά τη διάρκεια των Ανθεστηρίων. Ενα σημαντικό δρώμενο της γιορτής αυτής, που είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι γιορταζόταν και αυτή κατά τη διάρκεια της άνοιξης, ήταν ο ερχομός του θεού πάνω σ' ένα τροχοφόρο πλοίο.

Το ότι ο Διόνυσος ερχόταν με ένα πλεούμενο πιθανόν να οφειλόταν στο ότι ο θεός είχε κατεβεί στον Κάτω Κόσμο μέσα από μια λίμνη, την Αλκυονία. Αλλά και ο Αριστοφάνης στους «Βατράχους» του βάζει τον Διόνυσο να κατεβαίνει στον Κάτω Κόσμο από μια περιοχή της Αθήνας, που την έλεγαν Λίμναι, και της οποίας το όνομα σαφώς υποδηλώνει και πάλι κάποια λίμνη ή έστω ένα βαλτότοπο.

Με τη θριαμβευτική επανεμφάνιση του θεού οι πιστοί του ξεσπούσαν σε ουρανομήκεις φωνές και χαρούμενα τραγούδια και ξεφάντωναν με χορούς και πανηγύρια. Και εκτός από πάσχοντες θεούς στην αρχαία μυθολογία υπάρχουν και ήρωες που είχαν κατορθώσει να νικήσουν τον θάνατο, όπως ο Ηρακλής, ο Ορφέας, ο Καπανέας κ.ά.

Μετά από τα παραπάνω μπορούμε να υποθέσουμε ότι το μέγα θαύμα της Ανάστασης του Χριστού, το σημαντικότερο ασφαλώς γεγονός της επίγειας ζωής Του, κατά το οποίο έχουμε τη νίκη της ζωής και την ήττα του θανάτου, έγινε πιο εύκολα κατανοητό από τους Ελληνες· και από τους υπόλοιπους ελληνίζοντες της όψιμης αρχαιότητας, που αποτελούσαν το πιο σημαντικό και συνάμα το πιο ζωντανό κομμάτι του τότε γνωστού και πολιτισμένου κόσμου. Γιατί ανάλογα συμβάντα διηγούνταν και για τους θεούς και ήρωες που είχαν στεριώσει και είχαν κυριαρχήσει στα μέρη τους πολύ πριν κάνει την εμφάνισή Του ο Ναζωραίος.

Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
www.tovima.gr

Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Νταχάου τελική λύση – Οι Γερμανοί γνώριζαν τα πάντα!

123881g-article-2299219-18eb85ab000005dc-492_964x515.jpg
Τέτοια μέρα το 1945 Αμερικανοί στρατιώτες έμπαιναν στο κολαστήριο του Νταχάου.
Τα όσα αντίκρυζαν ήταν πέρα από κάθε ανθρώπινη λογική, ακόμη κι απ΄ αυτή τη λογική του παραλόγου που επιβάλλει ο πόλεμος, όσο σκληρός κι αν είναι πάντα.
Το έγκλημα της τελικής λύσης που είχε σχεδιάσει και εκτελέσει το ναζιστικό καθεστώς, ήταν γνωστό στους πάντες σ΄ όλη τη Γερμανία. Και στους πολίτες της που είχαν φέρει στην εξουσία τον Χίτλερ.


 Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης που έζησε ο ίδιος τη θηριωδία των ναζί και των στρατοπέδων εξόντωσης είχε απαντήσει στην ερώτηση αν οι Γερμανοί γνώριζαν:
«Γνώριζαν οι πάντες. Να τι μου είπε ένας γερμανός πολιτικός κρατούμενος, ο Βίλχελμ Γιόχαν Σνάϊντερ, που είχε περάσει τουλάχιστον τρία χρόνια στο στρατόπεδο και που πριν είχε ζήσει τρία χρόνια στην Αθήνα με την ιδιότητα του γενικού αντιπροσώπου μίας γερμανικής βιομηχανίας ηλεκτροεργαλείων:
«Όλοι τα ξέρανε… Ολόκληρη η Γερμανία απ’ άκρου εις άκρον και θα σου το αποδείξω αμέσως… Κοίταξε καλά αυτό το χάρτη της Γερμανίας πριν την πάρει ο διάβολος! Βλέπεις όλους αυτούς τους κύκλους; Έχω μαρκάρει τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως! Ο κάθε κύκλος καλύπτει έκταση ακτίνας πενήντα χιλιομέτρων.
Τι αποδεικνύεται; Πως η μισή Γερμανία είναι μέσα στους κύκλους. Άρα, οι μισοί Γερμανοί ξέρανε οπωσδήποτε για τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και τα στρατόπεδα εξοντώσεως! Ύστερα απ’ αυτό, αγαπητέ μου, μου είναι δύσκολο να πιστέψω πως ο μισός γερμανικός λαός ήξερε κι ο άλλος μισός δεν είχε ιδέα».
Το 2001 ο ερευνητής Robert Gellately παρουσίασε στο βιλίο του Backing Hitler αδιάψευστα στοιχεία για τις πληροφορίες που ήταν διαθέσιμες εκείνη την εποχή στην γερμανική κοινή γνώμη.
 onalert.gr

Ξεπερνά τα όρια του απάνθρωπου η ακροδεξιά νομοθεσία της Αυστρίας κατά των προσφύγων


31bbf99d00000578-3475652-crowds_the_idomeni_camp_was_originally_extended_to_shelter_1_200-a-42_1457046893882_0 

Η Αυστρία αναμένεται να περάσει από το κοινοβούλιο κάποιους από τους πιο αυστηρούς νόμους στην Ευρώπη κατά των μεταναστών, λίγες ημέρες μετά τη νίκη στο πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του ακροδεξιού υποψηφίου, γράφει ο Guardian.

 Οι βουλευτές ενέκριναν την Τετάρτη ένα νέο νόμο, ο οποίος θα επιτρέπει στην αστυνομία να απορρίπτει στα σύνορα αιτήματα ασύλου και να αποτρέπει για τρία χρόνια την επανένωση των οικογενειών προσφύγων που έχουν τεθεί υπό καθεστώς ασύλου.

Ο νόμος πρέπει να περάσει και από δεύτερο κοινοβουλευτικό σώμα, αλλά μέχρι τότε ισχύει και ο υπουργός Εσωτερικών της χώρας αναμένεται να τον θέσει σε εφαρμογή μέχριτις αρχές του Ιουνίου.

Σύμφωνα με τη νέα νομοθεσία η κυβέρνηση θα μπορεί να κηρύξει τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε περιπτώσεις αυξημένης ροής παράτυπων μεταναστών. Από τη στιγμή που ο μηχανισμός τίθεται σε λειτουργία οι «παράτυποι» μετανάστες στα σύνορα της χώρας θα επιστρέφονται αυτόματα στις χώρες από τις οποίες έφθασαν στην Αυστρία, θεωρώντας ότι οι γειτονικές χώρες είναι ασφαλείς για τους πρόσφυγες. Αυτή η νομοθεσία συνάδει με τα αντιφατικά μέτρα που έλαβε η Ουγγαρία τον περασμένο Σεπτέμβριο.

«Οι άνθρωποι που καταθέτουν αίτηση για άσυλο στα σύνορα με την Ιταλία, την Ουγγαρία και τη Σλοβενία δεν θα έχουν άδεια να μπουν σε αυστριακό έδαφος» είπε εκπρόσωπος του υπουργείου Εσωτερικών της χώρας στον Guardian. «Εάν τα καταφέρουν να μπουν στη χώρα θα μεταφέρονται σε κέντρα κράτησης και οι αρχές θα ξεκινούν τη διαδικασία να στέλνονται πίσω στις χώρες από τις οποίες μπήκαν στην Αυστρία.

Επιπλέον, όσοι έχουν τεθεί υπό το καθεστώς ασύλου δεν θα μπορούν να επανενωθούν με τις οικογένειές τους για τρία χρόνια, μία εξέλιξη που οι ανθρωπιστικές οργανώσεις έχουν χαρακτηρίσει ως απάνθρωπη.

Η Αυστρία είναι η τελευταία Ευρωπαϊκή χώρα που έχει ανατρέψει τους νόμους για το άσυλο ως απάντηση στην προσφυγική κρίση. Δανία, Ουγγαρία, Σουηδία και τελευταία η Ελλάδα έχουν κάνει πιο δύσκολη την πρόσβαση των προσφύγων στα εδάφη τους, γράφει ο Guardian.
«Αυτά τα μέτρα διαμορφώνουν ένα νομικό τοίχος στους αιτούντες ασύλου, τόσο αξιοκαταφρόνητο  όσο και οι φράχτες, είπε η διευθύντρια του Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, για την Ευρώπη και την κεντρική Ασία. «Η Αυστρία θα πρέπει να συνεργάζεται με τις ευρωπαϊκές χώρες για να είναι βέβαιο ότι οι άνθρωποι που χρειάζονται προστασία θα την έχουν και δεν θα λαμβάνουν μονομερείς αποφάσεις να μεταφέρονται οι πρόσφυγες σαν να είναι καυτές πατάτες».

Ο υπουργός Εσωτερικών της Αυστρίας είπε ότι ο νόμος θα εφαρμοστεί ακόμη κι αν οι προσφυγικές ροές είναι οι χαμηλότερες των τελευταίων μηνών.

Από τον περασμένο Σεπτέμβριο, περισσότεροι από 80.000 αιτούντες ασύλου έχουν φθάσει στην Αυστρία, από την Ελλάδα και σχεδόν 50.000 έχουν καταθέσει αίτημα ασύλου στην χώρα. Αλλά από το κλείσιμο των συνόρων των Σκοπίων τον Μάρτιο είναι πολύ δύσκολο να φύγουν οι πρόσφυγες από την Ελλάδα. Ο καθημερινός αριθμός προσφύγων που μπαίνουν στην Αυστρία έχει πέσει κάτω από τους 150, πολύ μικρός αριθμός σε σύγκριση με τους χιλιάδες που έμπαιναν καθημερινά το περασμένο φθινόπωρο.

Ο αριθμός των προσφύγων που φθάνουν στη χώρα και από την Ιταλία είναι σχετικά μικρός, είπε ο υπουργός, παρά όπως τόνισε, την έναρξη της περιόδου αυξημένων ροών από τη Λιβύη προς την Ιταλία. Αλλά οι πολιτικοί φοβούνται αύξηση των ροών προσφύγων από τη Συρία, καθώς δεν μπορούν πλέον να περάσουν στην Ευρώπη από την Ελλάδα.

«θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για αύξηση των ροών από την Ιταλία, είπε ο εκπρόσωπος του υπουργείου και αυτό εξαρτάται από τις κινήσεις που θα κάνει η Ιταλική κυβέρνηση.

Η νέα νομοθεσία έχει δεχθεί κριτική από την ιταλική κυβέρνηση που ανησυχεί για εγκλωβισμό προσφύγων στην Ιταλία αλλά και από ανθρωπιστικές οργανώσεις που αντιμετωπίζουν το νόμο ως παράνομο και απάνθρωπο. Κάποιοι αναφέρουν ότι πρόκειται για προδοσία της Αυστριακής ιστορίας παροχής ασύλου, χώρα η οποία φιλοξένησε χιλιάδες Ούγγρους το 1956 μετά την αναταραχή στη Βουδαπέστη.

Ο επικεφαλής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ στην Αυστρία, Christoph Pinter, είπε ότι η Αυστρία τα τελευταία 60 χρόνια έχει χτίσει ένα σταθερό σύστημα ασύλου και ακόμη και σε περιόδους κρίσης διατηρούσε την παράδοση στην προστασία των προσφύγων, η υιοθέτηση αυτής της νομοθεσίας θα σημάνει την αποκήρυξη των καθιερωμένων πρακτικών με σημαντικές επιπτώσεις στην προστασία των προσφύγων.

Οι περιορισμοί στην επανένωση των οικογενειών είναι άδικοι, είπε εκπρόσωπος της Αρμοστείας. Ο διαχωρισμός από τις οικογένειες δεν έχει αποτέλεσμα μόνο το προσωπικό πλήγμα αλλά δυσκολεύει και τις προσπάθειες για ενσωμάτωση στην κοινωνία, πρόσθεσε, τονίζοντας ότι οι μελέτες του ΟΗΕ έχει δείξει ότι όταν οι οικογένεια παραμένει εκτός χώρας οι πρόσφυγες δυσκολεύονται να μάθουν τη γλώσσα, να βρουν δουλειά και να στηριχθούν στις δυνάμεις τους.

Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, έχει αντιδράσει έντονα στο ενδεχόμενο η Αυστρία να κλείσει τα σύνορα με την Ιταλία στις Άλπεις. «Η πιθανότητα να κλείσει το πέρασμα Brenner, παραβιάζει κατάφωρα τη λογική και είναι ενάντια στο κοινό μας μέλλον» δήλωσε ο Ρέντσι.

Πηγή: Guardian
topontiki.gr

ΠΩΣ Η ΔΥΤΙΚΗ ΑΦΗΓΗΣΗ ΔΟΛΟΦΟΝΗΣΕ ΤΟΝ ΣΥΡΙΑΚΟ ΛΑΟ



«Είπατε ψέματα για το Ιράκ. Είπατε ψέματα για το Αφγανιστάν. Είπατε ψέματα για τη Λιβύη. Λέτε ψέματα για τη Συρία και το Ιράν.»

Αναδημοσιεύουμε ένα άρθρο της Ιρανής γεωπολιτικής αναλύτριας Sharmine Narwani σε μετάφραση της Νικολέττας Κίτσου. Ανεξάρτητα από επιμέρους διαφωνίες (όπως πχ το σημείο στο οποίο αναφέρει πως ο σημερινός κόσμος είναι πολυπολικός), το άρθρο είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό σε ό,τι αφορά την αφήγηση που χρησιμοποίησε η Δυτική Αυτοκρατορία για να πλαισιώσει τις προσπάθειές της να επιβάλει αλλαγή καθεστώτος στη Συρία, στα πλαίσια της επικαιροποίησης της ηγεμονίας της στην πλούσια σε πετρέλαιο περιοχή της Μέσης Ανατολής και παγκόσμια. Η αντιμετώπιση του πολέμου της πληροφορίας που εξαπολύει η Αυτοκρατορία ενάντια στους εχθρούς της είναι και αυτή ταξική πάλη, και καλά θα κάνουν να το πάρουν χαμπάρι αυτό οι διάφοροι αριστεροί που χάφτουν αμάσητο ό,τι τους πλασάρουν τα ΜΜΕ του ιμπεριαλιστικού τους μπλοκ, πανηγυρίζοντας για «επαναστάσεις» και καταγγέλλοντας «δικτάτορες που σφάζουν το λαό τους» μαζί με το BBC και το CNN. Μετά τη Λιβύη, τη Συρία και την Ουκρανία, η αφέλεια δε μπορεί να αποτελεί πια δικαιολογία.

Στις 23 Μαρτίου 2011, στην αρχή αυτού που σήμερα αποκαλούμε «συριακό πόλεμο», δύο νέοι άντρες – ο Σάερ Γιαχία Μερχέτζ και ο Χαμπήλ Άνις Νταγιούμπ- δέχτηκαν πυρά και σκοτώθηκαν στην πόλη Ντάραα της νότιας Συρίας.

Ο Μερχέτζ και ο Νταγιούμπ δεν ήταν ούτε άμαχοι, ούτε αντίθετοι με την κυβέρνηση του Προέδρου της Συρίας Μπασάρ Αλ-Άσαντ. Ήταν δύο στρατιώτες που υπηρετούσαν στις τάξεις του Αραβικού Συριακού Στρατού.

Δολοφονημένοι από ένοπλους αγνώστους, ο Μερχέτζ και ο Νταγιούμπ ήταν οι πρώτοι από τους ογδόντα οκτώ στρατιώτες που σκοτώθηκαν σε όλη τη Συρία κατά τον πρώτο μήνα της σύρραξης – σε Ντάραα, Λαττάκεια, Ντούμα, Μπάνιας, Χομς, Μουανταμίγιατ, Ιντλίμπ, Χαράστα, Σουγουέιντα, Ταλκάλαχ και στα προάστια της Δαμασκού.

Σύμφωνα με την Ανεξάρτητη Διεθνή Επιτροπή Έρευνας του ΟΗΕ για τη Συρία, ο συνολικός αριθμός των νεκρών από την πλευρά των κυβερνητικών δυνάμεων της χώρας ήταν 2.569 μέχρι τον Μάρτιο του 2012, δηλαδή κατά το πρώτο έτος των συγκρούσεων. Εκείνη την περίοδο, ο συνολικός αριθμός απωλειών που έδινε ο ΟΗΕ για όλα τα θύματα της πολιτικής βίας στη Συρία ήταν 5.000 νεκροί.

Αυτοί οι αριθμοί αποκαλύπτουν μια εντελώς διαφορετική εικόνα των γεγονότων στη Συρία. Σίγουρα δεν πρόκειται για τη σύρραξη για την οποία διαβάζαμε στα πρωτοσέλιδα – αν μη τι άλλο, η “ισορροπία” στους θανάτους μεταξύ των δύο πλευρών υποδεικνύει τουλάχιστον ότι η κυβέρνηση ακολούθησε την αρχή της αναλογικότητας στη χρήση ισχύος για την αντιμετώπιση της βίας.

Όμως οι θάνατοι του Μερτζέχ και του Νταγιούμπ αγνοήθηκαν. Κανένα από τα Δυτικά μέσα ενημέρωσης δεν αφηγήθηκε την ιστορία τους – ή των άλλων νεκρών στρατιωτών. Οι θάνατοι αυτοί απλώς δεν ευθυγραμμίζονταν με τη δυτική “αφήγηση” των αραβικών εξεγέρσεων και ούτε βέβαια εναρμονίζονταν με τους πολιτικούς στόχους των δυτικών κυβερνήσεων.

Για τους φορείς χάραξης πολιτικής στις ΗΠΑ, η «Αραβική Άνοιξη» πρόσφερε μια μοναδική ευκαιρία να ανατραπούν οι κυβερνήσεις των εχθρικών κρατών στη Μέση Ανατολή. Η Συρία, το πιο σημαντικό αραβικό κράτος στον υπό την ηγεσία του Ιράν “Άξονα της Αντίστασης”,ήταν ο υπ’ αριθμόν 1 στόχος.

Για να επιτευχθεί αλλαγή καθεστώτος στη Συρία, το μοτίβο της «Αραβικής Άνοιξης» έπρεπε να εφαρμοστεί καιροσκοπικά – και επομένως χρειαζόταν να πεθάνουν Σύριοι.

Ο “δικτάτορας” έπρεπε απλώς να “σκοτώνει το λαό του” – και όλα τα υπόλοιπα θα ακολουθούσαν.
Πώς οι λέξεις σκοτώνουν

Τέσσερις βασικές αφηγήσεις επαναλαμβάνονταν συνεχώς από κάθε καθεστωτικό μέσο στηΔύση από τον Μάρτιο του 2011 και κερδίζοντας έδαφος κατά τους προσεχείς μήνες.
– «Ο δικτάτορας σκοτώνει το λαό του».
– «Οι διαμαρτυρίες είναι ειρηνικές».
– «Η αντιπολίτευση είναι άοπλη».
– «Είναι μια λαϊκή επανάσταση».

Οι φιλοδυτικές κυβερνήσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο είχαν μόλις εκδιωχθεί μέσα από μία ραγδαία αλληλουχία γεγονότων τους προηγούμενους δύο μήνες και έτσι το “πλαίσιο” της αλλαγής καθεστώτος από τα κάτω κατά το μοτίβο της «Αραβικής Άνοιξης» υπήρχε στη συλλογική ψυχή των λαών της περιοχής. Αυτές οι τέσσερις προσεκτικά στημένες “αφηγήσεις” που είχαν αποκτήσει νόημα στην Τυνησία και την Αίγυπτο ήταν πλέον έτοιμες να απονομιμοποιήσουν και να υπονομεύσουν οποιαδήποτε κυβέρνηση εναντίον της οποίας θα χρησιμοποιούνταν.

Αλλά για να υπάρξει πλήρης και δυναμική εφαρμογή τους στη Συρία, οι Σύριοι έπρεπε να κατέβουν στους δρόμους μαζικά και άμαχοι έπρεπε να χάσουν τη ζωή τους στα χέρια των βάναυσων δυνάμεων ασφαλείας. Η συνέχεια θα μπορούσε να παρουσιαστεί ως μια “επανάσταση” μέσω του τεράστιου δικτύου των ξένων και περιφερειακών μέσων ενημέρωσης που είχαν ταχθεί σε έναν διάλογο περί «Αραβικής Άνοιξης».

Διαδηλώσεις, ωστόσο, δεν ξέσπασαν στη Συρία με τον ίδιο τρόπο όπως στην Τυνησία και την Αίγυπτο. Σε αυτούς τους πρώτους μήνες, είδαμε συγκεντρώσεις που περιορίζονταν σε μερικές εκατοντάδες άτομα – μερικές φορές σε χιλιάδες – να εκφράζουν διαφορετικούς βαθμούς πολιτικής δυσαρέσκειας. Οι περισσότερες από αυτές τις συγκεντρώσεις πραγματοποιούνταν μετά την προσευχή της Παρασκευής κατά την οποία σε τεμένη υπό την επιρροή του ουαχαβιτισμού γίνονταν εκκλήσεις για συμμετοχή σε διαμαρτυρίες ή μετά από κατά τόπους δολοφονίες που κινητοποιούσαν εξαγριωμένα πλήθη να παραβρεθούν στις δημόσιες κηδείες.

Μέλος εξέχουσας οικογένειας της Ντάραα μου εξήγησε ότι υπήρχε αρκετή σύγχυση σχετικά με το ποιος σκότωνε πολίτες στην περιοχή – η κυβέρνηση ή κάποια «αφανής πλευρά». Πρόσθεσε ότι εκείνη την περίοδο οι πολίτες της Ντάραα ήταν διχασμένοι: «Κάποιοι πίστευαν ότι οι κυβερνητικές δυνάμεις ανοίγουν πυρ εναντίον όλο και περισσοτέρων για να τους σταματήσουν και να τους προειδοποιήσουν να διακόψουν τις διαδηλώσεις και τις συγκεντρώσεις. Η άλλη άποψη ήταν ότι αθέατες πολιτοφυλακές ήθελαν να συνεχιστεί αυτό διότι αν δεν γίνονται κηδείες δεν θα είχε κανένα λόγο ο κόσμος να διαδηλώνει».

Με το πλεονέκτημα της χρονικής απόστασης, ας δούμε αυτές τις αφηγήσεις για τη Συρία μετά από πέντε χρόνια συγκρούσεων:

Γνωρίζουμε πλέον ότι αρκετές χιλιάδες μέλη των συριακών δυνάμεων ασφαλείας σκοτώθηκαν κατά το πρώτο έτος, αρχής γενομένης από τις 23 Μαρτίου του 2011. Γνωρίζουμε συνεπώς ότι η αντιπολίτευση ήταν ένοπλη από την αρχή της σύγκρουσης. Έχουμε οπτικές αποδείξεις για ενόπλους που εισήλθαν στη Συρία από τα σύνορα του Λιβάνου τον Απρίλιο και τον Μάιο του 2011. Γνωρίζουμε από μαρτυρίες ουδέτερων παρατηρητών ότι ένοπλοι στόχευαν αμάχους σε τρομοκρατικές ενέργειες και ότι οι “διαμαρτυρίες” δεν ήταν όλες “ειρηνικές”.

Η αποστολή του Αραβικού Συνδέσμου, που διεξήγαγε πολύμηνη έρευνα εντός της Συρίας από τα τέλη του 2011, αναφέρει:

«Στη Χομς, στο Ιντλίμπ και στη Χάμα η αποστολή των παρατηρητών υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας σε βίαιες ενέργειες εναντίον κυβερνητικών δυνάμεων και αμάχων που κατέληξαν σε πολυάριθμους θανάτους και τραυματισμούς. Παραδείγματα τέτοιων βιαιοτήτων περιλαμβάνουν τον βομβαρδισμό ενός λεωφορείου με πολίτες όπου σκοτώθηκαν οκτώ άτομα και τραυματίστηκαν πολλά άλλα μεταξύ των οποίων γυναίκες και παιδιά, και ο βομβαρδισμός ενός τρένου που μετέφερε πετρέλαιο ντίζελ. Σε ένα άλλο περιστατικό στη Χομς ένα λεωφορείο της αστυνομίας ανατινάχτηκε με αποτέλεσμα το θάνατο δύο αστυνομικών. Ένας αγωγός καυσίμων και κάποιες μικρές γέφυρες χτυπήθηκαν επίσης».

Ο Ολλανδός ιερέας Fransvander Lugt, επί μακρόν κάτοικος Συρίας που σκοτώθηκε στη Χομς τον Απρίλιο του 2014, είχε σημειώσει τον Ιανουάριο του 2012:

«Από την αρχή τα κινήματα διαμαρτυρίας δεν ήταν αποκλειστικά ειρηνικά. Από την αρχή είδα ένοπλους διαδηλωτές να κινούνται παράλληλα με τους υπόλοιπους συγκεντρωμένους και να πυροβολούν πρώτοι τους αστυνομικούς. Πολύ συχνά η βία των δυνάμεων ασφαλείας ήταν η αντίδραση στη βία των ένοπλων ανταρτών».

Λίγους μήνες νωρίτερα, τον Σεπτέμβριο του 2011, είχε παρατηρήσει:

«Από την αρχή είχαμε το πρόβλημα των ενόπλων ομάδων που αποτελούσαν επίσης μέρος της αντιπολίτευσης… Η αντιπολίτευση στο δρόμο είναι πολύ ισχυρότερη από κάθε άλλη μορφή εναντίωσης. Και αυτή η αντιπολίτευση είναι οπλισμένη και συχνά κτηνώδης και βίαιη, μόνο και μόνο για να ρίξει το φταίξιμο στην κυβέρνηση».

Εκτός αυτών, γνωρίζουμε πλέον πως ό,τι κι αν συνέβη στη Συρία, σίγουρα δεν ήταν “λαϊκή επανάσταση”. Ο συριακός στρατός παρέμεινε ακέραιος, ακόμη και μετά τις πολυάριθμες αναφορές στον τύπο περί μαζικών λιποταξιών. Εκατοντάδες χιλιάδες Σύριοι συνέχισαν να διαδηλώνουν εκφράζοντας τη στήριξή τους στον Πρόεδρο της χώρας, αν και αυτές οι διαδηλώσεις αποσιωπήθηκαν.

Οι κρατικοί θεσμοί και η κυβέρνηση και η επιχειρηματική ελίτ έχουν σε μεγάλο βαθμό παρεμείναν πιστοί στον Άσαντ. Οι μειονοτικές ομάδες -Αλαουίτες, Χριστιανοί, Κούρδοι, Δρούζοι, Σιίτες και το κόμμα Μπάαθ που είναι πλειοψηφικά σουνιτικό – δεν στράφηκαν ενάντια στην κυβέρνηση και δεν συμμετείχαν στην αντιπολίτευση. Οι μεγάλες αστικές περιοχές και τα πληθυσμιακά κέντρα παραμένουν υπό την προστασία και τον έλεγχο του κράτους, με λίγες εξαιρέσεις.

Άλλωστε, μια γνήσια επανάσταση δεν μπορεί να έχει κέντρα επιχειρήσεων στην Ιορδανία και στην Τουρκία. Ούτε μπορεί μια λαϊκή επανάσταση να χρηματοδοτείται, να εξοπλίζεται και να ενισχύεται από το Κατάρ, τη Σαουδική Αραβία, τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία.
Διασπορά «αφηγήσεων» για γεωπολιτικό όφελος

Το εγχειρίδιο Ανορθόδοξου Πολέμου των Ειδικών Δυνάμεων του στρατού των ΗΠΑ του 2010 αναφέρει:

«Ο σκοπός των προσπαθειών Ανορθόδοξου Πολέμου των ΗΠΑ είναι να εκμεταλλεύονται τα πολιτικά, στρατιωτικά, οικονομικά και ψυχολογικά τρωτά σημεία μιας εχθρικής ηγεσίας μέσω της ανάπτυξης και διατήρησης δυνάμεων αντίστασης για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων των ΗΠΑ… Για το προσεχές μέλλον, οι δυνάμεις των ΗΠΑ θα εμπλακούν κυρίως σε επιχειρήσεις ασύμμετρου πολέμου».

Ένα απόρρητο τηλεγράφημα του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ του 2006 αποκαλύπτει ότι η κυβέρνηση Άσαντ ήταν, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, πιο ισχυρή τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και σε περιφερειακό επίπεδο και προτείνει τρόπους για να αποδυναμωθεί: «Τα ακόλουθα παρέχουν μία σύνοψη των δυνητικών τρωτών σημείων και τα πιθανά μέσα για την εκμετάλλευσή τους…» Στη συνέχεια δίνεται ένα κατάλογος “τρωτών σημείων” – πολιτικών, οικονομικών, εθνικών, θρησκευτικών, στρατιωτικών, ψυχολογικών – και συνιστώνται “δράσεις” για το πώς μπορεί κανείς να τα “εκμεταλλευτεί”.

Αυτό είναι σημαντικό. Το δόγμα ανορθόδοξου πολέμου των ΗΠΑ προϋποθέτει ότι οι πληθυσμοί των
εχθρικών κρατών συνήθως περιλαμβάνουν ενεργές μειονότητες που αντίστοιχα εναντιώνονται ή υποστηρίζουν την κυβέρνησή τους, αλλά για να πετύχει ένα “κίνημα αντίστασης” πρέπει να κυριαρχήσει στις αντιλήψεις του μεγαλύτερου τμήματος που είναι οι “ανένταχτοι μέσοι πολίτες” προκειμένου να στραφούν εναντίον των ηγετών τους.Συμπληρώνει το εγχειρίδιο (και δανείζομαι γενναιόδωρα από ένα δικό μου προηγούμενο άρθρο):

Για να στραφεί ο “ανένταχτος μέσος πολίτης” στην υποστήριξη της εξέγερσης, το εγχειρίδιο συνιστά «τη δημιουργία ατμόσφαιρας ευρύτερης δυσαρέσκειας μέσα από προπαγάνδα και πολιτικές και ψυχολογικές προσπάθειες να δυσφημιστεί η κυβέρνηση».

Όσο η διένεξη κλιμακώνεται, τόσο «εντατικοποιείται και η προπαγάνδα με την ψυχολογική προετοιμασία του πληθυσμού για εξέγερση».

Κατ’ αρχάς, πρέπει να υπάρξει τοπική και εθνική “αναστάτωση” – με την οργάνωση μποϊκοτάζ, με απεργίες και με άλλες κινήσεις που φανερώνουν δημόσια δυσαρέσκεια. Στη συνέχεια ακολουθεί «η διείσδυση ξένων υποκινητών και συμβούλων και ξένης προπαγάνδας, υλικής ενίσχυσης, χρημάτων, όπλων και εξοπλισμού».

Το επόμενο επίπεδο των διεργασιών θα πρέπει να είναι η ίδρυση «εθνικού μετώπου οργανώσεων [δηλαδή το Εθνικό Συμβούλιο Συρίας] και απελευθερωτικών κινημάτων [δηλαδή ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός]» που θα οδηγήσουν μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού στην αποδοχή «αυξημένης πολιτικής βίας και δολιοφθοράς» και θα ενθαρρύνουν την καθοδήγηση «ατόμων ή ομάδων που θα διαπράξουν δολιοφθορές σε αστικά κέντρα».

Έγραψα για ξενοκίνητες τακτικές ασύμμετρου πολέμου που εφαρμόστηκαν στη Συρία το πρώτο έτος της κρίσης – όταν οικυρίαρχες αφηγήσεις στα μέσα ενημέρωσης μιλούσαν ακόμη για το “δικτάτορα που σκοτώνει το λαό του”, τις “ειρηνικές διαμαρτυρίες”, την “ως επί το πλείστον άοπλη αντιπολίτευση”, την “γνήσια λαϊκή επανάσταση” και τους χιλιάδες “πολίτες” που γίνονταν στόχος αποκλειστικά των δυνάμεων ασφαλείας του κράτους.

Όλες αυτές οι αφηγήσεις ήταν επινοημένες; Οι εικόνες που είδαμε ήταν όλες στημένες; Ή αρκούσε απλώς να κατασκευαστούν ορισμένα μόνο πράγματα – επειδή η “αντίληψη” της μεγάλης πλειοψηφίας που είναι ο μέσος πολίτης, ήδη διαμορφωμένη, θα μπορούσε να δημιουργήσει τη δική της φυσική ορμή προς την αλλαγή καθεστώτος;

Και τι κάνουμε εμείς, σε αυτήν εδώ την περιοχή,μετά από αυτές τις τρομακτικές νέες πληροφορίες σχετικά με το πώς διεξάγονται οι πόλεμοι εναντίον μας – χρησιμοποιώντας τους πληθυσμούς μας ως στρατιώτες στο πεδίο της μάχης για την εξυπηρέτηση ξένων συμφερόντων;

Δημιουργώντας το δικό μας “παιχνίδι ”

Δύο είναι οι παίχτες σε αυτό το παιχνίδι αφηγήσεων.

Το πρώτο που μάθαμε είναι ότι οι ιδέες και οι στόχοι μπορούν να κατασκευαστούν, να προσαρμοστούν, να εξωραϊστούν και να εφαρμοστούν με μεγάλη αποτελεσματικότητα.

Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι πρέπει να καθιερώσουμε περισσότερα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης και δίκτυα διανομής πληροφοριών για τη διάδοση των δικών μας απόψεων σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης.

Οι Δυτικές κυβερνήσεις μπορούν να βασιστούν σε ένα γελοιωδέστατα συκοφαντικό στρατό δυτικών και περιφερειακών δημοσιογράφων που μας εκτοξεύουν την προπαγάνδα τους μέρα και νύχτα. Δεν χρειάζεται να είμαστε ισοδύναμοι με αυτούς σε αριθμούς ή μέσα: μπορούμε απλώς να αναπτύξουμε στρατηγικές για να αποτρέψουμε τις εκστρατείες παραπληροφόρησης στις οποίες επιδίδονται. Δυτικοί δημοσιογράφοι που επανειλημμένα δημοσιεύουν ψευδείς, ανακριβείς και επιβλαβείς πληροφορίες θέτοντας σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές πρέπει να αποκλείονται από την περιοχή.

Αυτοί δεν είναι δημοσιογράφοι – προτιμώ να τους αποκαλώ μαχητές των ΜΜΕ – και δεν τους αξίζουν οι ελευθερίες που παρέχονται στους πραγματικούς επαγγελματίες του τομέα της ενημέρωσης. Αν αυτοί οι δυτικοί δημοσιογράφοι είχαν, κατά το πρώτο έτος της συριακής σύγκρουσης, αμφισβητήσει τα δεδομένα οποιασδήποτε εκ των τεσσάρων αφηγήσεων που αναφέρθηκαν, θα είχαν σκοτωθεί ως σήμερα περισσότεροι από 250.000 Σύριοι; Θα καταστρεφόταν η Συρία και θα είχαν μείνει άστεγοι 12 εκατομμύρια Σύριοι; Θα υπήρχε καν το ISIS;

Ελευθερία του λόγου; Όχι ευχαριστώ – όχι, αν πρέπει να πεθάνουμε για τους στόχους της εθνικής ασφάλειας κάποιου άλλου.

Η Συρία άλλαξε τον κόσμο. Έφερε τους Ρώσους και τους Κινέζους (BRICS) στο επίκεντρο και μετέτρεψε την παγκόσμια τάξη από μονοπολική σε πολυπολική μέσα σε μια νύχτα. Και δημιούργησε έναν κοινό σκοπό για μια ομάδα σημαντικών κρατών της περιοχής που αποτελούν πλέον τη ραχοκοκαλιά ενός αναδυόμενου «Τόξου Ασφαλείας» από την Εγγύς Ανατολή ως τον Περσικό Κόλπο.

Τώρα έχουμε τεράστιες δυνατότητες να μετασχηματίσουμε τον κόσμο και τη Μέση Ανατολή σύμφωνα με το δικό μας όραμα. Νέα σύνορα; Θα τα χαράξουμε από μέσα. Οι τρομοκράτες; Εμείς οι ίδιοι θα τους νικήσουμε. Οι ΜΚΟ; Θα δημιουργήσουμε τις δικές μας, με τους δικούς μας ανθρώπους και τα δικά μας σχέδια. Οι αγωγοί πετρελαίου; Εμείς θα αποφασίσουμε τη διαδρομή τους.

Αλλά ας αρχίσουμε να οικοδομούμε αυτές τις νέες αφηγήσεις πριν έρθουν οι “Άλλοι”να καλύψουν το κενό.

Και προσοχή! Το χειρότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να σπαταλήσουμε το χρόνο μας απορρίπτοντας τις ξένες αφηγήσεις. Αυτό ακριβώς θα μας κάνει να είμαστε οι “απορριπτικοί” στο παιχνίδι τους. Και αυτό δίνει ζωή στο παιχνίδι τους. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να δημιουργήσουμε το δικό μας παιχνίδι – ένα πλούσιο λεξιλόγιο τοπικών αφηγήσεων – που καθορίζει τον εαυτό μας, την ιστορία μας και τις προσδοκίες μας, με βάση τη δική μας πολιτική, οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα. Ας αφήσουμε τους “Άλλους” να απορρίψουν τη δική μας εκδοχή, ας αφήσουμε αυτούς να γίνουν οι “απορριπτικοί” στο δικό μας παιχνίδι… και ας του δώσουν ζωή.
πηγή:
https://avantgarde2009.wordpress.com

Τετάρτη 27 Απριλίου 2016

26 Aπριλίου 1937: Η καταστροφή της Γκουέρνικα






Σαν σήμερα, στις 26 Απρίλη 1937, όταν μαινόταν στην Ισπανία ο Εμφύλιος Πόλεμος, η γερμανική πολεμική αεροπορία ισοπεδώνει, ύστερα από ένα βομβαρδισμό τριών ολόκληρων ωρών την Γκουέρνικα, μια μικρή πόλη στη χώρα των Βάσκων, σκοτώνοντας χίλιους ανυπεράσπιστους άμαχους.

Η βάρβαρη καταστροφή της Γκουέρνικα, ιερής πόλης των Βάσκων, προκάλεσε την αγανάκτηση των προοδευτικών ανθρώπων όλου του κόσμου. Δεν ήταν μόνο η επέμβαση της Γερμανίας στο πλευρό του Φράνκο κατά των δημοκρατικών, ήταν και ένα σήμα κινδύνου για την ανθρωπότητα από τη φονική ναζιστική πολεμική μηχανή, που απειλούσε πλέον ολόκληρη την Ευρώπη.

Η σαραντάχρονη δικτατορία του Φράνκο εμπόδισε την ιστορική έρευνα σχετικά με τη σφαγή της Γκουέρνικα. Η επίσημη εκδοχή της φρανκικής προπαγάνδας ήταν ότι η πόλη πυρπολήθηκε από τους «ερυθρούς στασιαστές», για τους δικούς τους προπαγανδιστικούς σκοπούς. Φυσικά κανείς δεν μπορούσε να δεχτεί κάτι τέτοιο. Ενα ερώτημα που απασχολούσε τους ιστορικούς ήταν αν ο βομβαρδισμός έγινε με τη συναίνεση των εθνικιστών ή αν οι Γερμανοί έδρασαν ανεξάρτητα, κάνοντας μια γενική δοκιμή των μεθόδων αεροπορικής καταστροφής που επρόκειτο να παίξουν τόσο σημαντικό ρόλο στον επερχόμενο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι Γερμανοί μεταπολεμικοί πολιτικοί πάντως συνέκλιναν στην άποψη ότι για τη σφαγή ευθύνονται από κοινού οι ναζί και ο Φράνκο.

Ο βομβαρδισμός της Γκουέρνικα δεν ήταν η μόνη «συνδρομή» της ναζιστικής Γερμανίας στον Φράνκο. Ο ίδιος ο Χίτλερ υπολόγιζε ότι η «βοήθεια» έφτασε τα 400 εκατομμύρια μάρκα, ποσό αστρονομικό για τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Δεν έγινε γνωστός ο αριθμός των Γερμανών που πολέμησαν από τις φασιστικές γραμμές, αλλά το γεγονός ότι από το φρανκικό καθεστώς παρασημοφορήθηκαν 29.113 Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες δείχνει το μέγεθος της ανάμειξης.

«Κραυγές παιδιών, κραυγές γυναικών, κραυγές πουλιών», σημείωνε στο ημερολόγιό του ο μεγάλος Ισπανός ζωγράφος Πάμπλο Πικάσο, λίγο πριν καταγράψει στον ομώνυμο πίνακά του την καταστροφή της Γκουέρνικα, κληροδοτώντας στην αιωνιότητα τη μεγαλύτερη αγριότητα του πολέμου.

imerodromos.gr



Πολύνεκρη αεροπορική επίθεση κατά της βασκικής πόλης Γκουέρνικα από γερμανούς και ιταλούς εθελοντές αεροπόρους, που συνεργάζονταν με τους εθνικιστές του στρατηγού Φράνκο κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφύλιου Πολέμου (1936-1939). Έλαβε χώρα το απόγευμα της 26ης Απριλίου 1937 κι έμεινε στην ιστορία κυρίως χάρις στον πίνακα του μεγάλου ισπανού ζωγράφου Πάμπλο Πικάσο, που αποτύπωσε μοναδικά τη φρίκη του πολέμου.

Την άνοιξη του 1937 οι εθνικιστές του Φράνκο, έχοντας υπό τον έλεγχό τους το μεγαλύτερο μέρος της Ισπανίας, θέλησαν να διασφαλίσουν την κυριαρχία τους και στο βορά, με την κατάληψη του Μπιλμπάο, της μεγαλύτερης πόλης των ανυπότακτων Βάσκων, που συνεργάζονταν με τη δημοκρατική κυβέρνηση της Μαδρίτης. Το μεγαλύτερο εμπόδιο ήταν η Γκουέρνικα (Γκερνίκα η σωστή της προφορά στα ισπανικά), που βρισκόταν σε στρατηγικό σημείο στο δρόμο για το Μπιλμπάο. Η Γκουέρνικα, στην οποία ζούσαν 5.000 άνθρωποι, αλλά και χιλιάδες Δημοκρατικοί πρόσφυγες. ήταν σημαντική πόλη για τους Βάσκους, γιατί κάτω από μια βελανιδιά στο κέντρο της πόλης συνήθιζε να συνεδριάζει η Βουλή τους.

Η εντολή για τον βομβαρδισμό της Γκουέρνικα δόθηκε από τους φρανκιστές στον αντισμήναρχο Βόλφραμ Φράιχερ φον Ριχτχόφεν, που ήταν επικεφαλής των γερμανών εθελοντών, οι οποίοι είχαν συγκροτήσει τη «Λεγεώνα Κόνδωρ». Τυπικά, η ναζιστική Γερμανία ήταν ουδέτερη στον Ισπανικό Εμφύλιο. Συμμετείχε, όμως, ουσιαστικά στις επιχειρήσεις με μια ομάδα εθελοντών, που ήταν όλοι τους έμπειροι αεροπόροι της Λουτβάφε και πιλοτάριζαν τελευταίου τύπου αεροπλάνα. Όπως παραδέχθηκε αργότερα ο αρχιναζιστής Χέρμαν Γκέρινγκ στη Δίκη της Νυρεμβέργης, οι νεαροί πιλότοι είχαν σταλεί με διαταγή του Ράιχ για να εμποδίσουν την εξάπλωση του Κομμουνισμού, αλλά και να δοκιμαστούν σε συνθήκες μάχης.

Στην επιχείρηση που σχεδίασε ο Ριχτχόφεν θα έπαιρναν μέρος 20 γερμανικά μαχητικά και 3 ιταλικά, τα οποία αποτελούσαν τμήμα του ιταλικού εθελοντικού σώματος, που είχε στείλει ο Μουσολίνι για την υποστήριξη του ομοϊδεάτη του Φράνκο. Τα αεροπλάνα θα επιχειρούσαν πέντε κύματα επιθέσεων, πρώτα στα περίχωρα και στη συνέχεια μέσα στη Γκουέρνικα, με βόμβες των 250 και 50 κιλών και εμπρηστικές του ενός κιλού.





Η Γκουέρνικα φλέγεται μετά την επιδρομή των βομβαρδιστικών του Χίτλερ και του Μουσολίνι


Η Επιχείρηση Επίπληξη (Operation Rugen), όπως ήταν η κωδική της ονομασία, πραγματοποιήθηκε από τις 4:30 το απόγευμα έως τις 7 το βράδυ της 26ης Απριλίου 1937.

Ήταν κυριολεκτικά ένας περίπατος για τους πιλότους, καθώς η πόλη ήταν ανοχύρωτη. Οι βομβαρδισμοί ήταν καταιγιστικοί και ανηλεείς, με αποτέλεσμα η πόλη σχεδόν να ισοπεδωθεί και από τις μεγάλες πυρκαϊές που ακολούθησαν. Τα θύματα από τους βομβαρδισμούς ανήλθαν σε 1654 νεκρούς και 889 τραυματίες, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσαν οι αρχές. Πρόσφατες έρευνες μειώνουν τον αριθμό των νεκρών, το πολύ στους 300.

Αυτό δεν μειώνει σε τίποτα τη φρίκη της επίθεσης, που ήταν ένα κλασσικό έγκλημα πολέμου, ένα τυφλό χτύπημα και μια πράξη τρομοκρατίας, αφού η επίθεση δεν εκδηλώθηκε κατά στρατιωτικού στόχου. Σύμφωνα με εικασίες που αναπτύχθηκαν αργότερα, οι Γερμανοί θα πρέπει να υπερέβησαν τις οδηγίες των Ισπανών και να εκδήλωσαν την επίθεση με περισσή ένταση, ως αντίποινα για το λιντσάρισμα από Δημοκρατικούς, ενός γερμανού πιλότου, το αεροπλάνο του οποίου είχε πέσει κοντά στο Μπιλμπάο, λίγες ημέρες νωρίτερα.

Οι εθνικιστές, χωρίς να αρνηθούν τον βομβαρδισμό της Γκουέρνικα, έριξαν τις ευθύνες για τις μεγάλες πυρκαϊές και τις εκτεταμένες καταστροφές στους υποχωρούντες Δημοκρατικούς και στις τακτικές της «καμμένης γης» που εφάρμοζαν. Δημοσιογραφικές μαρτυρίες από πρώτο χέρι τούς δικαιώνουν εν μέρει.

Όπως και σε ανάλογες περιπτώσεις την Ελλάδα, η Δημοκρατική Γερμανία ζήτησε συγγνώμη για τις ωμότητες που διέπραξαν οι ναζιστές στην Ισπανία. Στην 60η επέτειο του βομβαρδισμού της Γκουέρνικα το 1997, ο γερμανός πρόεδρος Ρόμαν Χέρτζοχ, με επιστολή τους προς του επιζώντες, τους «έτεινε χείρα φιλίας και συμφιλίωσης, εξ ονόματος του γερμανικού λαού». Το 1998 η γερμανική Βουλή με απόφασή της αφαίρεσε όλα τα ονόματα των μελών της Λεγεώνας Κόνδωρ, που είχαν δοθεί σε γερμανικά στρατόπεδα.


Η Γκουέρνικα του Πικάσο



Την εποχή του βομβαρδισμού της Γκουέρνικα, ο μεγάλος ισπανός ζωγράφος Πάμπλο Πικάσο ετοίμαζε ένα πίνακα, παραγγελία της Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Μαδρίτης, που θα κοσμούσε το Ισπανικό Περίπτερο στη Διεθνή Έκθεση των Παρισίων. Μόλις πληροφορήθηκε τη μεγάλη σφαγή, ονόμασε τον πίνακα Γκουέρνικα, θέλοντας να εκφράσει την απέχθειά του προς τους στρατιωτικούς «που βύθισαν την Ισπανία στον ωκεανό του πόνου και του θανάτου».

Το έργο του Πικάσο είναι μία τεράστια ελαιογραφία (3,49 x 7,77 μ.), που περιγράφει την απανθρωπιά, τη βιαιότητα και την απόγνωση του πολέμου. Δείχνει ένα σκηνικό θανάτου, με διαμελισμένα ζώα και ανθρώπους, γυναίκες να κλαίνε, κρατώντας νεκρά μωρά και κατεστραμμένα κτίρια. Αρχικά, ο Πικάσο πειραματίστηκε με χρώμα, αλλά τελικά κατέληξε στο άσπρο, το μαύρο και το γκρι, καθώς θεώρησε ότι έτσι δίνει μεγαλύτερη ένταση στο θέμα.

Ο πίνακας εκτέθηκε τον Ιούλιο του 1937 στη Διεθνή Έκθεση των Παρισίων και συγκέντρωσε το γενικό ενδιαφέρον. Στη συνέχεια, περιόδευσε σε μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου, προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα για την προάσπιση της Δημοκρατίας στην Ισπανία. Μετά την επικράτηση του Φράνκο, το 1939, η Γκουέρνικα βρήκε προσωρινό καταφύγιο στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (ΜΟΜΑ).

Το 1968 ο Φράνκο εξέφρασε την επιθυμία να εκτεθεί ο πίνακας στην Ισπανία. Ο Πικάσο αρνήθηκε και εξουσιοδότησε το ΜΟΜΑ να επιστρέψει τον πίνακα στην Ισπανία, μόλις αποκατασταθεί η Δημοκρατία. Αυτό έγινε το 1975, όταν πέθανε ο Φράνκο κι ενώ ο Πικάσο είχε φύγει από τη ζωή, δύο χρόνια νωρίτερα. Το 1981 η «Γκουέρνικα» επέστρεψε στα πάτρια εδάφη και αποτέλεσε ένα από τα σπουδαιότερα εκθέματα του Μουσείου «Πράδο» της Μαδρίτης. Από το 1992 κοσμεί το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Βασίλισσα Σοφία της Μαδρίτης.

sansimera.gr

Τρίτη 26 Απριλίου 2016

Η σφαγή του Λάντλοου και η δολοφονία του Ελληνα αρχηγού των απεργών-ανθρακωρύχων Λούη Τίκα ((Ηλία Σπαντιδάκη)

Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ 
Συμπληρώνονται σήμερα 102 χρόνια από την ημέρα που η Εθνική Φρουρά της Πολιτείας του Κολοράντο των ΗΠΑ ανοίγει πυρ κατά απεργών ανθρακωρύχων στην πόλη Λάντλοου, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 16 εργάτες, ανάμεσά τους και ο Ελληνικής καταγωγής συνδικαλιστής Λούης Τίκας ((Ηλίας Σπαντιδάκης).

Η συγκεκριμένη απεργία και τα όσα επακολούθησαν αποτελούν μία από τις πιο σημαντικές και πιο αιματηρές σελίδες στην ιστορία του εργατικού κινήματος στην Αμερική,
Μετά τη σφαγή στο Λάντλοου, οι συγκρούσεις των εργατών με την εθνοφρουρά σε όλη την Πολιτεία του Κολοράντο έλαβαν τεράστιες διαστάσεις. Τα συνδικάτα κάλεσαν τους εργάτες να εξοπλιστούν με «όλα τα όπλα και τα πυρομαχικά που μπορούσαν να αποκτήσουν νόμιμα» και άρχισε πραγματικός ανταρτοπόλεμος ανάμεσα στην εθνοφρουρά και στα συνδικάτα που διήρκεσε δέκα ημέρες.

Για την σφαγή του Λάντλοου, καθώς και την ιστορία του Λούη Τίκα, αρχηγού των απεργών-ανθρακωρύχων, γράφτηκαν βιβλία, γυρίστηκαν ντοκιμαντέρ, ενώ παραμένει αναφορά στην ιστορία του παγκόσμιου εργατικού κινήματος.



Ο απόγονος του ηρωικού κρητικού αγωνιστή ανθρακωρύχου Λούη Τίκκα εξιστορεί: «Πώς ο Ροκφέλερ δολοφόνησε τον πρόγονό μου»

  της Κατερίνας Ροββά


«Αυτός μια μέρα να ξέρεις ή θα γίνει πολύ μεγάλος ή θα φάει το κεφάλι του», έλεγε ο παππούς μου για τον Λούη Τίκα.




Ο Λούης Τίκας (τρίτος από αριστερά) με το άστρο του αρχηγού των ανθρακωρύχων 
φωτογραφίζεται με εκπροσώπους του Ροκφέλερ
Τελικά συνέβησαν και τα δύο. Ο Λούης, που έμελλε να γίνει ένας θρύλος της εργατικής τάξης, ήταν αδελφός του. Ένας πάρα πολύ έξυπνος νέος που είχε γεννηθεί το 1886, με αίσθημα δικαιοσύνης, ανήσυχος, που διάβαζε ό,τι βιβλίο έπεφτε στα χέρια του και η γη της Κρήτης δεν τον χωρούσε. Όταν αποφάσισε να πάει στην Αμερική για να αναζητήσει την τύχη του, ο παππούς μου δεν τον άφηνε. Η γιαγιά μου επέμενε. «Άστον να ανοίξει τα φτερά του» του έλεγε. Και πήγε.
Ήταν 25 Μαρτίου 1906». Με τα λόγια αυτά ο κ. Γιώργος Σταυρουλάκης διηγείται στο «Έθνος» την ιστορία του προγόνου του που το 1913 πρωταγωνίστησε ως αρχηγός των Ελλήνων ανθρακωρύχων μαζί με άλλες 26 εθνικότητες στην τεράστια απεργία του Συνδικάτου Ενωμένων Ανθρακωρύχων Αμερικής στο Κολοράντο. Μια απεργία που κορυφώθηκε στις 20 Απριλίου 1914 με τη Σφαγή του Λάντλοου και την άγρια δολοφονία του Λούη Τίκα, άλλων συνδικαλιστών και γυναικόπαιδων που διεκδικούσαν ανθρώπινες συνθήκες ζωής από την πολιτειακή Εθνοφρουρά.
Ήταν η εποχή που η αμερικανική οικονομία προσπαθούσε να ξεφύγει από τον κύκλο της ύφεσης, συνθλίβοντας ακόμη περισσότερο τα στοιχειώδη δικαιώματα των εργατών: 14 ώρες δουλειάς, μεροκάματα που δεν εξασφάλιζαν τα αναγκαία για τη διαβίωση, απουσία μέτρων ασφαλείας, φτώχεια και βαθιά εκμετάλλευση.
Στην ιστορία του Τίκα και άλλων Ελλήνων που συμμετείχαν στις ένοπλες ταξικές αναμετρήσεις των ορυχείων της Αμερικής από το 1890 έως το 1930 αναφέρεται το νέο ντοκιμαντέρ του Λεωνίδα Βαρδαρού με τίτλο «Ludlow, οι Eλληνες στους πολέμους του Aνθρακα».
Η κοιλάδα του Λάντλοου μετά τη μεγάλη σφαγή των απεργών 
και των οικογενειών τους από την πολιτειακή Εθνοφρουρά

«Ο Λούης έμαθε γρήγορα την αγγλική γλώσσα και τον χρησιμοποιούσαν ως μεταφραστή, ενώ βοηθούσε τους Eλληνες να στέλνουν τα γράμματά τους στην πατρίδα. Βλέποντας ότι με αυτές τις άθλιες συνθήκες ζωής εκεί δεν υπήρχε μέλλον, ίδρυσε το πρώτο εργατικό σωματείο. Οργάνωσε πάρα πολλούς Eλληνες. Ο Ροκφέλερ, ο μεγαλύτερος εργοδότης της περιοχής, τον θεωρούσε έντιμο πρόσωπο, αναγνώριζε την επιρροή του και απαιτούσε να παρίσταται στις διαπραγματεύσεις. Η κατάσταση, όμως, ήταν αφόρητη. Με τις διαπραγματεύσεις δεν γινόταν τίποτα. Και ο Τίκας άρχισε να οργανώνει την απεργία. Γύρισε όλα τα ορυχεία, τον πίστεψαν και τον ακολούθησαν 11.000 εργάτες. Και η απεργία κηρύχθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1913. Κράτησε μέχρι τον Απρίλιο με τη μεγάλη σφαγή.
Στην Κοιλάδα του Λάντλοου τοποθετήθηκαν σκηνές όπου διέμεναν οι ανθρακωρύχοι με τις οικογένειές τους. Κάτω από αυτές έφτιαξαν ορύγματα για να προφυλάσσονται οι γυναίκες και τα παιδιά από την ιδιωτική αστυνομία του Ροκφέλερ που έμπαινε βίαια στον καταυλισμό, κατέστρεφε τα πάντα και έκλεβε τις πενιχρές οικονομίες των εργατών. Σε αυτό το καθεστώς τρομοκρατίας και παρά τον βαρύ χειμώνα που μεσολάβησε με ένα μέτρο χιόνι η απεργία δεν έσπασε, ο αγώνας κρατούσε γερά», λέει ο κ. Σταυρουλάκης.

Αγρια δολοφονία

 

«Κάποια στιγμή ο Ροκφέλερ προσπάθησε να δωροδοκήσει τον Τίκα, ζητώντας του να εγκαταλείψει την περιοχή αντί 10.000 δολαρίων. Εκείνος βγήκε και το ανακοίνωσε στους απεργούς, λέγοντάς τους ότι θα μείνει μαζί τους ως το τέλος. Από τότε κάποιοι τον αποκαλούσαν ο «Λέων της Κρήτης». Όταν είδαν ότι δεν μπορούν να διαλύσουν την απεργία αλλιώς, οι εργοδότες κάλεσαν την Εθνοφρουρά. Στις 20 Απριλίου, σούρουπο, γάζωσαν τον καταυλισμό με μυδράλια. Έριξαν κηροζίνη και έβαλαν φωτιά. Πολλοί κάηκαν ζωντανοί και όσοι βρίσκονταν στα ορύγματα πέθαναν από ασφυξία. Οι εργάτες αντιστάθηκαν μέχρι τέλους, ώσπου τους τελείωσαν τα πυρομαχικά. Την παραμονή της Σφαγής ένας συγχωριανός του Λούη Τίκα, με τον οποίο είχαν φύγει μαζί από τα Λούτρα Ρεθύμνου, του είχε πει: «Πάμε να φύγουμε τώρα, να δουλέψουμε σε άλλη Πολιτεία». Ο Τίκας του απάντησε: «Εσύ φύγε, εγώ πρέπει να μείνω να συνεχίσω αυτό που ξεκίνησα».

Επί τρεις ημέρες το πτώμα του Τίκα κείτονταν στην κοιλάδα του Λάντλοου 
χωρίς να επιτρέπεται σε κανέναν να πλησιάσει

Ο Μανώλης έφυγε και έζησε ως το 1974. Ο Λούης δολοφονήθηκε την ημέρα εκείνη. Ο υπομοίραρχος που τον σκότωσε έσπασε το κοντάκι του όπλου του πάνω στο κεφάλι του Τίκα και στη συνέχεια τον γάζωσαν πισώπλατα. Η Εθνοφρουρά έβαλε φωτιά για να εξαφανίσει τα πτώματα και απέμειναν μόνο 50, εκ των οποίων αναγνωρίστηκαν τα 17. Επί τρεις ημέρες οι σοροί του Τίκα και του γραμματέα του Συνδικάτου κείτονταν εκεί χωρίς να επιτρέπουν σε κανέναν να τις πλησιάσει».
Πίσω στην Κρήτη, ήταν η γιαγιά του κ. Σταυρουλάκη που θα παραλάμβανε το τηλεγράφημα που έφτασε από την Αμερική το 1914 στα Λούτρα Ρεθύμνου. «Δεν ήξερε πώς να το πει στον παππού μου. «Ξέρεις», του είπε, «ήρθε ένα τηλεγράφημα από την Αμερική». Κι εκείνος την κοίταξε στα μάτια και της είπε: «Το περίμενα…»».

Λ. Βαρδάρος: Πέθαιναν μέσα στους βάλτους από ελονοσία

 

«Για τις δυσκολίες των πρώτων Ελλήνων μεταναστών στις ΗΠΑ άκουσα πρώτη φορά από τη γιαγιά μου, γιατί ο παππούς μου είχε επιστρέψει από την Αμερική πριν από την κρίση του ’29», μας λέει ο σκηνοθέτης Λεωνίδας Βαρδαρός. Απογόνους των… επιζησάντων δικών μας μεταναστών στις ΗΠΑ, ο κ. Βαρδαρός γνώρισε για πρώτη φορά το 1972 στην Ικαρία, το γενέθλιο νησί του. «Μου αφηγούνταν ιστορίες για τους εργάτες που έφτιαχναν τις σιδηροδρομικές γραμμές και πέθαιναν μέσα στους βάλτους από ελονοσία», λέει. «Αργότερα βρέθηκαν στα χέρια μου αυτοβιογραφικά κείμενα μεταναστών, καθώς επίσης και λογοτεχνικά κείμενα για την άλλη Αμερική. Έτσι κατάλαβα ότι ο επίσημος κολακευτικός χαρακτηρισμός της ελληνικής μεταναστευτικής εποποιίας συγκαλύπτει απειράριθμα ατομικά δράματα».



Στα ορυχεία της Αμερικής πολλά μικρά παιδιά-θύματα ακραίας εκμετάλλευσης 
πρόσφεραν τον κόπο τους έναντι πενιχρής αμοιβής
Και γιατί μέχρι πρότινος δεν γνωρίζαμε τίποτα γι’ αυτά; «Γιατί ο όμιλος Ροκφέλερ ξόδεψε εκατομμύρια δολάρια για δεκαετίες για να τα αποσιωπήσει», τονίζει ο σκηνοθέτης. Μέχρι και οι ίδιοι οι Αμερικανοί, εξαιρουμένων των ειδικών ιστορικών ερευνητών, αγνοούσαν μέχρι τα χρόνια του μεταπολέμου -και την κυκλοφορία του εμβληματικού τραγουδιού «The Ludlow Massacre» του Γούντι Γκάθρι- πως ο δήθεν φιλάνθρωπος λάδωνε με αμύθητα ποσά τα ΜΜΕ για να αποκαταστήσουν την εικόνα του στην κοινή γνώμη.
Στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας ο Λεωνίδας Βαρδαρός αποφάσισε να ανεβάσει μια θεατρική παράσταση για τους ταξικούς αγώνες στην Αμερική. «Γνωρίστηκα με τους ανθρώπους της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Αποστόλης Μπερδεμπές» και στη συνέχεια ξεκινήσαμε μαζί την έρευνα για την παρούσα ταινία, στη διάρκεια της οποίας γνώρισα πολύ περισσότερα γεγονότα για εκείνη την εποχή».

Γ. Σταυρουλάκης: Σε τρία χρόνια είχαν χαθεί 618 εργάτες

 

«Την εποχή εκείνη καθημερινά στα ορυχεία σκοτώνονταν άνθρωποι, σε τρία χρόνια είχαν χαθεί 618 εργάτες», εξηγεί ο κ. Σταυρουλάκης. «Το μεροκάματο ήταν πλασματικό, έπαιρναν θεωρητικά 5 δολάρια αλλά ο μέσος όρος ήταν 1,6 δολάρια. Κι αυτό επειδή πλήρωναν τα πάντα: το σπίτι που τους έδινε η εταιρεία, το νερό της εταιρείας, τον παπά της εκκλησίας. Επίσης τους έδιναν ένα τμήμα του σε σκριπ, δηλαδή εταιρικό νόμισμα με το οποίο πήγαιναν να ψωνίσουν υποχρεωτικά σε καταστήματα της εταιρείας, τα οποία είχαν τιμές ακριβότερες κατά 25% από τα άλλα καταστήματα της πόλης. Έτσι, στην ουσία όχι μόνο δεν πληρώνονταν αλλά χρεώνονταν κιόλας απέναντι στην εταιρεία, με κάποιους να μην καταφέρουν ποτέ να εξοφλήσουν τα χρέη τους… Οι εργάτες ζητούσαν μέτρα ασφαλείας, αναγνώριση του συνδικάτου και του δικαιώματος στον συνδικαλισμό, αύξηση μισθού και καταβολή κανονικού μεροκάματου για επικίνδυνη εργασία, μεγαλύτερη αμοιβή αν δούλευαν πέραν του οκταώρου -συνήθως εργάζονταν 14 ώρες-, να ζυγίζει δικός τους εργοδηγός το κάρβουνο, να καταργηθεί το εταιρικό νόμισμα και να έχουν δικαίωμα επιλογής σε ξενώνα, γιατρό και κατάστημα».


Αγέρωχος δίπλα στο πορτρέτο του «Λέοντα της Κρήτης» 
στέκεται ο απόγονός του, Γιώργος Σταυρουλάκης

Ο θρύλος του Τρινιδάδ

Σήμερα ο Λούης Τίκας είναι ένας θρύλος της πόλης του Τρινιδάδ και η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο με εκδηλώσεις και συνέδρια. Στην κοιλάδα του Λάντλοου έχει στηθεί ανδριάντας του και μνημείο για τους εργάτες που έχασαν τη ζωή τους στη μάχη. Η απεργία νίκησε και οι εργάτες κέρδισαν δικαιώματα. Η κηδεία του απέδειξε, άλλωστε, ότι επρόκειτο για ένα σύμβολο της εργατικής τάξης που δεν θα έσβηνε εύκολα από τη συλλογική μνήμη. «Αφού τον διαβάσανε στον Αγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, μια άμαξα τον μετέφερε προς το νεκροταφείο του Σαν Ραφαέλι στο Τρινιδάδ. Τρεις Έλληνες βρίσκονταν μπροστά κρατώντας μια ελληνική σημαία, μια αμερικανική και μια σημαία του Κολοράντο. Ακολουθούσαν 500 Έλληνες και χιλιάδες ανθρακωρύχοι, με την πομπή να φτάνει σε μήκος το ένα μίλι», λέει ο κ. Σταυρουλάκης.

Η "κηδεία του αιώνα" για τον Κρητικό που έγινε σύμβολο αγώνα- Φωτογραφίες ντοκουμέντα
Οι φωτογραφίες είναι από την ηλεκτρονική σελίδα pappaspost.com και αποτελούν ντοκουμέντα. Δείχνουν την κηδεία του Κρητικού παλικαριού, του Λούη Τίκα, του Ηλία Σπαντιδάκη από το Ρέθυμνο, που δολοφονήθηκε το 1914 στο Κολοράντο των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια μιας μεγαλειώδους εργατικής απεργίας στα ορυχεία. Η μνήμη του είναι ακόμα ζωντανή στα αμερικανικά συνδικάτα.

Οι φωτογραφίες δείχνουν μια πομπή πολλών μιλίων, εργατών της Αμερικής, οι οποίοι με τον τρόπο αυτό αποχαιρέτησαν, στις 29 Απριλίου 1914, τον άνθρωπο που έγινε σύμβολο για τους εργάτες των ΗΠΑ για πολλές δεκαετίες στη συνέχεια.


Από την Κρήτη στις ΗΠΑ
 
Το ελληνικό όνομα του Τίκα ήταν Ηλίας Σπαντιδάκης. Γεννήθηκε στην Λούτρα Ρεθύμνου το 1886 και ο πατέρας του ονομαζόταν Αναστάσιος. Το 1906 σε ηλικία 20 ετών μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Πριν φύγει έβγαλε μια φωτογραφία φορώντας την παραδοσιακή κρητική στολή και την άφησε ως ενθύμιο στους συγγενείς του. Δεν επρόκειτο να ξανανταμωθούν. Στις ΗΠΑ μετέτρεψε το όνομά του στο αγγλοσαξονικό Λούης Τίκας (Luis Tikas), με το οποίο έμελλε να γραφεί στην ιστορία των συνδικαλιστικών αγώνων.

Από το λιμάνι της Νέας Υόρκης πήγε στο Κολοράντο. Εγκαταστάθηκε στο Ντένβερ κι άρχισε να δουλεύει στα χαλυβουργία του Πουέμπλο καμιά τριανταριά μίλια μακριά, με ημερομίσθιο $1,75, για δώδεκα ώρες την ημέρα. Το 1910 ορκίστηκε Αμερικανός πολίτης και άνοιξε καφενείο στην οδό Μάρκετ του Ντένβερ, μια εργατική γειτονιά που έγινε η τοπική Greektown. Την εποχή εκείνη στο Ντένβερ ζούσαν 240 Έλληνες.

Συμπτωματικά, απέναντι απ’ το καφενείο βρίσκονταν τα γραφεία της τοπικής οργάνωσης των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου (Wobblies). Ο Τίκας, είτε έγινε από την αρχή μέλος των Wobblies είτε όχι, ήταν αποφασισμένος να αφομοιωθεί στην καινούρια χώρα. Αρχικά, προσπάθησε να μπει στο αστυνομικό σώμα αλλά απερρίφθη εξαιτίας της εμπλοκής του με τους Wobblies. Υπάρχουν πληροφορίες ότι ήταν επικεφαλής ενός συνδικάτου λούστρων που το 1910 έκαναν απεργία ζητώντας αύξηση 100% (από πέντε σε δέκα σεντς!). Άλλοι λένε πως δούλευε για μια ασφαλιστική εταιρία.
Έτσι κι αλλιώς, ο Λούης Τίκας αναδείχτηκε σε ηγετική μορφή ανάμεσα στους συμπατριώτες του: μιλούσε καλύτερα αγγλικά απ’ οποιονδήποτε άλλον, και έστελνε τα εμβάσματα στην Ελλάδα για λογαριασμό των συμπατριωτών του που δεν ήξεραν πώς να φερθούν στο ταχυδρομείο και στην τράπεζα.
Ήταν τζέντλεμαν: οι φωτογραφίες της συλλογής Ντολντ, που υπάρχουν στην πολιτειακή βιβλιοθήκη του Ντένβερ, δείχνουν έναν Αμερικανό πολίτη χωρίς μουστάκι – κάτι ασυνήθιστο για την κρητική κοινότητα – που δεν θα ξεχώριζε από έναν ντόπιο.
Συνδικαλιστής - Ηγέτης
 
Ο Τίκας ήταν συνειδητός ριζοσπάστης. Οι εργάτες του Κολοράντο βρίσκονταν στο έλεος των εταιριών και των αφεντικών. Την εποχή που ο Λούης Τίκας έφτασε στο Ντένβερ, το μεγάλο αφεντικό ήταν ο Λεωνίδας Σκλήρης, από τη Σπάρτη, ένα είδος εργατοπατέρα που έλεγχε τους Έλληνες εργάτες όχι μόνο στο Κολοράντο αλλά στη Γιούτα και τη Νεβάδα. Τους εύρισκε δουλειά στα ορυχεία με συνθήκες μεσαιωνικές και αμοιβές χειρότερες από των άλλων εθνοτήτων. Οι «Έλληνες του Σκλήρη» εργάζονταν για $1,75 την ημέρα ενώ οι Γερμανοί και οι Ουαλοί έπαιρναν $2,50. Η κατάσταση στα ορυχεία ήταν όντως μεσαιωνική. Από το 1910 ως το 1913, 618 ανθρακωρύχοι είχαν χάσει τη ζωή τους σε εργατικά ατυχήματα. Τα ημερομίσθια ήταν τόσο χαμηλά ώστε πολλές οικογένειες ικανοποιούνταν με τις «αποζημιώσεις θανάτου» που έφταναν τα εφτακόσια δολάρια (χώρια το φέρετρο των είκοσι δολαρίων). Ανάμεσά τους δούλευαν 350 περίπου Έλληνες. Η δουλειά τους ήταν πολύ σκληρή, με αποτέλεσμα σε δυο χρόνια να υπάρχουν 13 θάνατοι Ελλήνων και πολλοί τραυματισμοί.
Ο Ηλίας Σπαντιδάκης σε φωτογραφία πριν φύγει από την Κρήτη και δεξιά στην Αμερική
Επίσης, ήταν κακοπληρωμένοι και γινόταν μεγάλη εκμετάλλευση από τις εταιρίες σε βάρος των εργατών. Σπίτια και καταστήματα ανήκαν στην εταιρία των ορυχείων, η οποία κοστολογούσε τη χρήση και τα ψώνια 25 % ακριβότερα από την ελεύθερη αγορά. Επιλογή άλλη δεν υπήρχε, αφού οι εργάτες ήταν υποχρεωμένοι να κατοικούν και να ψωνίζουν από την εταιρία, η οποία τους πλήρωνε σε κουπόνια ανταλλάξιμα μόνο στα ταμεία των δικών της καταστημάτων. Το 1912, ο Λούης Τίκας εγκατέλειψε το καφενείο. Το Νοέμβριο του 1912 βρισκόταν στα ορυχεία του Φρέντερικ στο Κολοράντο, που ήταν σκλαβοπάζαρα. Στις 19 Νοεμβρίου ήταν επικεφαλής των 63 Ελλήνων που κατέβηκαν σε απεργία. Τότε αναδείχτηκε η ηγετική κορφή του συνδικαλιστή Τίκα, με αποτέλεσμα να κερδίσει την εμπιστοσύνη των συμπατριωτών του, που αναζητούσαν τρόπους να απαλλαγούν από εργατοπατέρες τύπου «Σκλήρη». Στη διάρκεια αυτής της απεργίας συνέβησαν πολλά: όργιο εγκάθετων, προβοκάτσιες (μπήκε φωτιά στο κτίριο δίπλα στο πηγάδι του ορυχείου), συλλήψεις και φυλακίσεις. Ο Λούης Τίκας δεν ανεχόταν την εκμετάλλευση και την αδικία. Ήρθε σε επαφή με την «Ένωση Ανθρακωρύχων Αμερικής» (United Mine Workers of America), άρχισε να περιοδεύει στις ανθρακοφόρες περιοχές του Ντένβερ και του Πουέμπλο και να συγκεντρώνει στατιστικά στοιχεία για ατυχήματα και τραυματισμούς την περίοδο 1912-13. Επίσης, για την πολιτική των εταιριών και τη συμπεριφορά των υπευθύνων. Ενημερώνει πως αν οι συνθήκες δεν αλλάξουν θα ξεκινήσει «βιομηχανικός πόλεμος», όπως τον ονομάζει.
Ο Τίκας σύντομα αποκτά την εμπιστοσύνη των εργαζομένων και εξελίσσεται σε ηγετική μορφή. Ο "Λούης ο Έλληνας" (Louis the Greek) ή ο "Λίο ο Κρητικός" (Leo the Cretan), όπως τον αποκαλούσαν έγινε θρύλος. Όμως, οι εταιρίες που ανήκαν κυρίως στον Τζον Ροκφέλερ δεν υποχωρούν. Τουναντίον καιροφυλακτούν να τον πλήξουν.
Η αιματηρή απεργία του Λάντλοου 
 
Τελικά στις 23 Σεπτεμβρίου 1913 ξεκινά η μεγάλη απεργία στην πόλη Λάντλοου (Laddlow ή Ludlow), όπου υπήρχαν 13000 ανθρακωρύχοι. Τα κυριότερα αιτήματα των απεργών του Λάντλοου ήταν τα παρακάτω:
  • Να ψωνίζουν από όποιο κατάστημα προτιμούσαν οι ίδιοι.
  • Να πηγαίνουν σε όποιον γιατρό επιθυμούσαν και όχι στους γιατρούς της εταιρίας.
  • Να αναγνωριστεί το συνδικάτο τους.
  • Να καθιερωθεί η οκτάωρη εργασία.
  • Να εφαρμοστούν αυστηρά οι νόμοι της Πολιτείας του Κολοράντο όσον αφορά την ασφάλεια των ορυχείων, να καταργηθεί το script, όπως και το σύστημα φρουρών της εταιρείας που έκανε τους εργατικούς καταυλισμούς να μη διαφέρουν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Επικεφαλής της απεργίας ήταν ο Τζον Λόζον και ο Λούης Τίκας, που είχε μια ομάδα στήριξης από Κρητικούς, μερικοί από τους οποίους είχαν πάρει μέρος στις απεργίες του Μπίνγκαμ στη Γιούτα.
Στις αρχές της απεργίας, η εταιρεία για να την καταπνίξει προέβη σε έξωση των απεργών από τα οικήματα στα οποία τους στέγαζε και προσέλαβε απεργοσπάστες. Οι απεργοί δεν πτοήθηκαν. Έστησαν σκηνές στην περιοχή σε στρατηγικό σημείο, ώστε να εμποδίζουν τους απεργοσπάστες να μπουν στα ορυχεία. Τον Οκτώβριο, ο καταυλισμός των απεργών λειτουργούσε σαν πόλη: πεντακόσιοι άνδρες, τριακόσιες πενήντα γυναίκες, τετρακόσια πενήντα παιδιά, ελληνικός φούρνος, ελληνικό καφενείο.
Η εταιρεία ζήτησε την παρέμβαση της εθνοφρουράς και ο κυβερνήτης του Κολοράντο συμφώνησε. Οι συγκρούσεις ήταν βιαιότατες. Τότε η οικογένεια Ροκφέλερ υπέβαλε το αίτημα να ντυθούν με στολές της εθνοφρουράς δικά της, έμπιστα πρόσωπα, αποφασισμένα αν χρειαστεί να ρίξουν στο ψαχνό. Ο κυβερνήτης το αποδέχθηκε και αυτό. Αλλά οι απεργοί δεν υποχώρησαν - ακόμη και όταν οι Ροκφέλερ έστειλαν ένα θωρακισμένο αυτοκίνητο το οποίο έφερε πολυβόλο και οι εθνοφρουροί το αποκαλούσαν Death Special.
Ήταν φανερό ότι στις 20 Απριλίου 1914 η εθνοφρουρά θα εισέβαλε και θα εκκένωνε τον καταυλισμό των απεργών. Ήταν Δευτέρα του Πάσχα και οι περισσότεροι κοιμούνταν αφού την προηγούμενη γιόρταζαν το ελληνικό Πάσχα. Οι πιστολάδες της εταιρίας απαίτησαν από τον Λούη Τίκα να τους παραδώσει δύο Ιταλούς συνδικαλιστές. Ο Τίκας ζήτησε ένταλμα σύλληψης αλλά τέτοιο πράγμα δεν υπήρχε και ο Τίκας αρνήθηκε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση.
Λίγο αργότερα έπεσε η πρώτη βολή: μερικοί από τους απεργούς ήταν οπλισμένοι. Το Κολοράντο αποτελούσε μέρος της Άγριας Δύσης. Ακολούθησε μάχη χαρακωμάτων ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά έτρεξαν να σωθούν στους γύρω λόφους. Σύμφωνα με την μαρτυρία της Μαίρη Χάρρις, γνωστής και ως Mother Jones, πάνω από σαράντα άτομα σκοτώθηκαν από σφαίρες και από ασφυξία, ενώ ένα αγοράκι δέχτηκε μια σφαίρα στο κεφάλι καθώς προσπαθούσε να σώσει το γατάκι του. Σύμφωνα με την Mother Jones οι πιστολάδες είχαν καταναλώσει πολύ ουίσκι από το κοντινό σαλούν και βρίσκονταν σε έξαλλη κατάσταση. Τα επεισόδιο, που αποτελεί μαύρη σελίδα στην ιστορία των ΗΠΑ, ονομάστηκε «σφαγή του Λάντλοου».
Ο θάνατος του Τίκα
 
Ο Τίκας με απαράμιλλο θάρρος, ζήτησε να δει τον επικεφαλής της εθνοφρουράς, λοχαγό Καρλ Λίντερφελντ (Karl Linderfeld) κρατώντας λευκή σημαία. Οι δυο τους συναντήθηκαν στο λόφο και μίλησαν για λίγο. Έπειτα οι αυτόπτες μάρτυρες είπαν ότι ο αξιωματούχος χτύπησε με πρωτοφανή αγριότητα τον Τίκα στο κεφάλι με την καραμπίνα του. Η καραμπίνα έσπασε στα δύο όπως και το κρανίο του Τίκα. Οι εθνοφρουροί βάλθηκαν να πυροβολούν το άψυχο σώμα. Ευθύς αμέσως εισέβαλαν στον καταυλισμό, ρίχνοντας αδιακρίτως εναντίον οτιδήποτε κουνιόταν. Έδιωξαν τους απεργούς, σκότωσαν 18 άτομα, 10 εκ των οποίων ήταν παιδιά από τριών μηνών ως 11 ετών, και έκαψαν τις σκηνές τους. Όταν οι απεργοί ξαναμπήκαν μερικές ημέρες αργότερα στον καταυλισμό βρήκαν το πτώμα του Τίκα. Η κηδεία του έγινε στις 27 Απριλίου και τη νεκρώσιμη πομπή ακολούθησαν χιλιάδες εργάτες.

  
 Ο απόηχος της θυσίας

Μετά τη σφαγή στο Λάντλοου, οι συγκρούσεις των εργατών με την εθνοφρουρά σε όλη την Πολιτεία του Κολοράντο έλαβαν τεράστιες διαστάσεις. Τα συνδικάτα κάλεσαν τους εργάτες να εξοπλιστούν με «όλα τα όπλα και τα πυρομαχικά που μπορούσαν να αποκτήσουν νόμιμα» και άρχισε πραγματικός ανταρτοπόλεμος ανάμεσα στην εθνοφρουρά και στα συνδικάτα που διήρκεσε δέκα ημέρες. Στο περιοδικό «The Masses» ο αρθρογράφος Μαξ Ίστμαν δημοσίευσε ένα κείμενο με τίτλο Ταξικός πόλεμος στο Κολοράντο. Το συνόδευε η εικονογράφηση του επίσης γνωστού ζωγράφου Τζον Φρεντς Σλόαν.
Οι συγκρούσεις τερματίστηκαν μόνον όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντρο Γουίλσον έστειλε μονάδες του ομοσπονδιακού στρατού στην περιοχή. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, σκοτώθηκαν συνολικά 69 άτομα. Στον θλιβερό απολογισμό θα πρέπει να προσθέσουμε και τα εξής: 400 απεργοί συνελήφθησαν, 332 από αυτούς παραπέμφθηκαν για φόνο και μόνο ένας, ο Τζον Λόουσον, καταδικάστηκε αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο του Κολοράντο αργότερα τον αθώωσε. Από την εθνοφρουρά παραπέμφθηκαν 22 άτομα - ανάμεσά τους και δέκα αξιωματικοί - και σε μια παρωδία δίκης, που ως τέτοια διδάσκεται σήμερα σε διάφορες πανεπιστημιακές σχολές, αθωώθηκαν όλοι, πλην του λοχαγού Λίντερφελντ, ο οποίος δολοφόνησε τον Τίκα. Όμως, η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν απλή πειθαρχική επίπληξη.

Σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τα γεγονότα του Λάντλοου, διάφοροι μεταρρυθμιστές και σοσιαλιστές οργάνωσαν πικετοφορίες σ’ όλη τη χώρα. Ο συγγραφέας Άπτον Σίνκλαιρ (που αργότερα έγραψε το μυθιστόρημα «King Coal») στήθηκε επί μέρες έξω από τα γραφεία του Ροκφέλερ στη Νέα Υόρκη σε σιωπηλή διαδήλωση.
Στο Σικάγο πραγματοποιήθηκε μεγάλη διαδήλωση με πρωτοβουλία της εφημερίδας "Masses". Ο Σίνκλαιρ και ο προοδευτικός δικαστής του Ντένβερ, Μπ. Μπ. Λίντσεϊ, ταξίδεψαν μαζί με γυναίκες απεργών σ’ όλη την Αμερική μιλώντας σε συγκεντρώσεις για την σφαγή του Λάντλοου.
Η μνήμη του Τίκα
 
Το χρονικό της απεργίας δεν γράφτηκε ποτέ. Είχε σχεδόν ξεχαστεί, ώσπου το 1944 ο τραγουδιστής Γούντι Γκάθρι έγραψε ένα τραγούδι με τίτλο «The Ludlow Massacre». Το τραγούδι ακουγόταν συχνά στις διαδηλώσεις της δεκαετίας του ’60.
 Σήμερα το Λάντλοου είναι μια πόλη-φάντασμα. Στον χώρο της σφαγής, στην περιοχή Τρίνινταντ, έχει στηθεί μεγαλόπρεπες μνημείο από γρανίτη στη μνήμη των θυμάτων. Εκεί υπάρχει και ο τάφος του γενναίου Λούη Τίκα.
Στο Ρέθυμνο, τόπος καταγωγής του, προς τιμήν του, υπάρχει οδός Ηλία Σπαντιδάκη.
Το 2013 η δημοσιογράφος Λαμπρινή Θωμά και ο σκηνοθέτης Νίκος Βεντούρας γύρισαν το ντοκιμαντέρ Παλικάρι (Ο Λούις Τίκας και η σφαγή του Λάντλοου).