14 Απρίλη 1930 αυτοκτονεί ο Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι
«ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ ΤΣΙΑΜΠΟΥΝΑΝΕ οι άρχοντες περί δημοκρατικής τάξης,/ ανάμεσα μας οι αμίλητοι ζούνε./ Κι όσο σαν δούλοι εμείς μένουμε σιωπηλοί,/ οι ηγεμόνες δυναμώνουν,/ ξεσκίζουν, βιάζουν, ληστεύουν,/ των ανυπόταχτων τα μούτρα τσαλακώνουν./
Ετούτων των αμίλητων το πετσί,/ περίεργα θα ‘λεγες είναι φτιαγμένο./ Touς φτύνουνε καταπρόσωπο/ κι αυτοί σκουπίζουνε σιωπηλά τα σάλια./ Να αγριέψουνε δεν το λέει η ψυχούλα τους,/ και πού το παράπονο τους να πούνε;/ Απ’ του μισθού τα ψίχουλα,/ πώς να αποχωριστούνε;/ Μισή ώρα, κι αν, βαστάει το κόχλασμά τους,/ μετά αρχινάνε το τρεμούλιασμά τους./ Εί! Ξυπνήστε κοιμισμένοι!/Από την κορυφή ως τα νύχια ξεσκεπάστε τους,/άλλο δε μας μένει».
ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΣΤΙΧΟΙ, γραμμένοι θα ‘λεγες για μας «τους αραχτούς σαν νοσοκομεία», από τον φλογερό εμψυχωτή του έρωτα και της επανάστασης, τον κολασμένο ποιητή που σαν σήμερα στα 1930 έβαλε ο ίδιος τέρμα στη ζωή του με μια σφαίρα στον κρόταφο, στα 36 του χρόνια.
«ΟΤΑΝ ΘΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΩ/ στου φωτεινού σας μέλλοντos την Κεντρική Επιτροπή/ θα ‘ρθω, πάνω απ’ τη συμμορία της ποίησης/ των πλεονεχτών και σαλταδόρων,/ σείων σα μπολσεβίκικη ταυτότητα κομματική,/τους εκατό τόμους μαζί όλων μου των κομματικών βιβλίων».
ΑΣΠΑΣΤΗΚΕ ΤΙΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΙΔΕΕΣ στα 14 και το πλήρωσε με συνεχείς φυλακίσεις. Πρωτοπόρος φουτουριστής επιπροσθέτος. 0 Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι εμπνεύστηκε απ’ τη φωτιά της Οκτωβριανής Επανάστασης κι έγραψε μια ελεγεία 3.000 στίχων για τον θάνατο του Λένιν.
«ΚΑΘΩΣ ΛΕΜΕ ΕΜΕΙΣ,/ βαρέλι η ρίμα είναι/ δυναμίτης./ Ο στίχος φιτίλι από δώθε ως πέρα./ Καπνίζει ως το τέλος,/ φωτιά αναδίνει/ κι η πόλη τινάζεται/στροφή στον αέρα…/ Η ποίηση ταξίδι στο άγνωστο είναι./ Η ποίηση είναι κι αυτή εξόρυξη ραδίου./ Για ένα γραμμάριο μοχτείς ένα χρόνο σωστό./ Βγάζεις απ’ τα έγκατα/χάρη μιας λέξης,/χιλιάδες τόνους λέξεων ορυχτό».
«ΤΗΝ ΣΚΕΨΗ/ στο πλαδαρό μυαλό μας που ονειρεύεται,/ σαν υπηρέτης λαίμαργος σε καναπέ λιγδιάρικο/ με την καρδιά κουρέλι ματωμένο θα ερεθίσω / χορταστικά χλευαστικός, ξεδιάντροπος και καυστικός./ Ούτε μια γκρίζα τρίχα δεν έχω στην ψυχή,/ μήτε των γηρατειών την στοργή!/ Μέγας ο κόσμος με της φωνή τη δύναμη/ έρχομ’ όμορφος,/ στα εικοσιδυό μου χρόνια./ Τρυφεροί μου!/ Αφήστε τον έρωτα στα βιολιά./ Είναι βάρβαρο στα τύμπανα να μένει./ Και δεν μπορείτε να φέρετε τα πάνω κάτω όπως εγώ,/ ώστε να μείνουν μόνο τα χείλη./ Ελάτε να μάθετε-/ απ’ το βελούδινο σαλόνι/ του τάγματος των αρχαγγέλων το πρωτόκολλο/ που ήρεμα τα χείλη ξεφυλλίζει/ oncos η μαγείρισσα το βιβλίο των συνταγών./ Πηγαίνετε/ η σάρκα πάει να με τρελάνει/ κι όπως αλλάζει χρώμα ο ουρανός/ πηγαίνετε-/ θα είμαι άψογα τρυφερός,/ δεν είμαι άντρας εγώ, είμαι ένα σύννεφο με παντελόνια!/ Πως η ολάνθιστη Νίκαια υπάρχει δεν πιστεύω!/ Και πάλι θα υμνήσω/ τους αραχτούς σαν νοσοκομεία άντρες/και τις φθαρμένες σαν παροιμίες γυναίκες».
Εφημερίδα των Συντακτών
«ΤΗΝ ΩΡΑ ΠΟΥ ΤΣΙΑΜΠΟΥΝΑΝΕ οι άρχοντες περί δημοκρατικής τάξης,/ ανάμεσα μας οι αμίλητοι ζούνε./ Κι όσο σαν δούλοι εμείς μένουμε σιωπηλοί,/ οι ηγεμόνες δυναμώνουν,/ ξεσκίζουν, βιάζουν, ληστεύουν,/ των ανυπόταχτων τα μούτρα τσαλακώνουν./
Ετούτων των αμίλητων το πετσί,/ περίεργα θα ‘λεγες είναι φτιαγμένο./ Touς φτύνουνε καταπρόσωπο/ κι αυτοί σκουπίζουνε σιωπηλά τα σάλια./ Να αγριέψουνε δεν το λέει η ψυχούλα τους,/ και πού το παράπονο τους να πούνε;/ Απ’ του μισθού τα ψίχουλα,/ πώς να αποχωριστούνε;/ Μισή ώρα, κι αν, βαστάει το κόχλασμά τους,/ μετά αρχινάνε το τρεμούλιασμά τους./ Εί! Ξυπνήστε κοιμισμένοι!/Από την κορυφή ως τα νύχια ξεσκεπάστε τους,/άλλο δε μας μένει».
ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΣΤΙΧΟΙ, γραμμένοι θα ‘λεγες για μας «τους αραχτούς σαν νοσοκομεία», από τον φλογερό εμψυχωτή του έρωτα και της επανάστασης, τον κολασμένο ποιητή που σαν σήμερα στα 1930 έβαλε ο ίδιος τέρμα στη ζωή του με μια σφαίρα στον κρόταφο, στα 36 του χρόνια.
«ΟΤΑΝ ΘΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΩ/ στου φωτεινού σας μέλλοντos την Κεντρική Επιτροπή/ θα ‘ρθω, πάνω απ’ τη συμμορία της ποίησης/ των πλεονεχτών και σαλταδόρων,/ σείων σα μπολσεβίκικη ταυτότητα κομματική,/τους εκατό τόμους μαζί όλων μου των κομματικών βιβλίων».
ΑΣΠΑΣΤΗΚΕ ΤΙΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΙΔΕΕΣ στα 14 και το πλήρωσε με συνεχείς φυλακίσεις. Πρωτοπόρος φουτουριστής επιπροσθέτος. 0 Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι εμπνεύστηκε απ’ τη φωτιά της Οκτωβριανής Επανάστασης κι έγραψε μια ελεγεία 3.000 στίχων για τον θάνατο του Λένιν.
«ΚΑΘΩΣ ΛΕΜΕ ΕΜΕΙΣ,/ βαρέλι η ρίμα είναι/ δυναμίτης./ Ο στίχος φιτίλι από δώθε ως πέρα./ Καπνίζει ως το τέλος,/ φωτιά αναδίνει/ κι η πόλη τινάζεται/στροφή στον αέρα…/ Η ποίηση ταξίδι στο άγνωστο είναι./ Η ποίηση είναι κι αυτή εξόρυξη ραδίου./ Για ένα γραμμάριο μοχτείς ένα χρόνο σωστό./ Βγάζεις απ’ τα έγκατα/χάρη μιας λέξης,/χιλιάδες τόνους λέξεων ορυχτό».
«ΤΗΝ ΣΚΕΨΗ/ στο πλαδαρό μυαλό μας που ονειρεύεται,/ σαν υπηρέτης λαίμαργος σε καναπέ λιγδιάρικο/ με την καρδιά κουρέλι ματωμένο θα ερεθίσω / χορταστικά χλευαστικός, ξεδιάντροπος και καυστικός./ Ούτε μια γκρίζα τρίχα δεν έχω στην ψυχή,/ μήτε των γηρατειών την στοργή!/ Μέγας ο κόσμος με της φωνή τη δύναμη/ έρχομ’ όμορφος,/ στα εικοσιδυό μου χρόνια./ Τρυφεροί μου!/ Αφήστε τον έρωτα στα βιολιά./ Είναι βάρβαρο στα τύμπανα να μένει./ Και δεν μπορείτε να φέρετε τα πάνω κάτω όπως εγώ,/ ώστε να μείνουν μόνο τα χείλη./ Ελάτε να μάθετε-/ απ’ το βελούδινο σαλόνι/ του τάγματος των αρχαγγέλων το πρωτόκολλο/ που ήρεμα τα χείλη ξεφυλλίζει/ oncos η μαγείρισσα το βιβλίο των συνταγών./ Πηγαίνετε/ η σάρκα πάει να με τρελάνει/ κι όπως αλλάζει χρώμα ο ουρανός/ πηγαίνετε-/ θα είμαι άψογα τρυφερός,/ δεν είμαι άντρας εγώ, είμαι ένα σύννεφο με παντελόνια!/ Πως η ολάνθιστη Νίκαια υπάρχει δεν πιστεύω!/ Και πάλι θα υμνήσω/ τους αραχτούς σαν νοσοκομεία άντρες/και τις φθαρμένες σαν παροιμίες γυναίκες».
Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου