Με τον όρο εξουσία, νομίζω πως πρέπει καταρχήν να εννοούμε το πλήθος των σχέσεων δύναμης που ενυπάρχουν στο χώρο όπου ασκούνται και είναι συστατικές της οργάνωσής τους… το παιχνίδι που μέσα από αδιάκοπους αγώνες και συγκρούσεις τις μεταμορφώνει, τις ενδυναμώνει, τις αντιστρέφει… τα στηρίγματα που αυτές οι σχέσεις βρίσκουν αναμεταξύ τους έτσι που να σχηματίζουν αλυσίδα ή σύστημα, ή, αντίθετα τις αναντιστοιχίες, τις αντιφάσεις που απομονώνουν τη μία από την άλλη… τις στρατηγικές, τέλος, μέσα στις οποίες πραγματοποιούνται και που το γενικό τους σχέδιο ή η θεσμική τους αποκρυστάλλωση υλοποιούνται στους κρατικούς μηχανισμούς, στη διατύπωση του νόμου, στις κοινωνικές ηγεμονίες.
…
Η εξουσία δεν είναι θεσμός, ούτε δομή, δεν είναι μια συγκεκριμένη δύναμη που κατέχουν μερικοί: είναι το όνομα που δίνουμε σε μια πολυσύνθετη κατάσταση μέσα σε μια δοσμένη κοινωνία.
…
Ακολουθώντας αυτή τη γραμμή, θα μπορούσαμε να κάνουμε ορισμένες προτάσεις:
-ότι η εξουσία δεν είναι κάτι που αποκτιέται, αποσπάται ή μοιράζεται, κάτι που κρατάμε ή αφήνουμε να ξεφύγει. Η εξουσία ασκείται από αμέτρητα σημεία σ’ ένα παιχνίδι άνισων και κινητών σχέσεων.
-ότι οι σχέσεις εξουσίας δεν βρίσκονται σε εξωτερική θέση αναφορικά με άλλους τύπους σχέσεων (οικονομικές διαδικασίες, σχέσεις γνώσης, σεξουαλικές σχέσεις) αλλά είναι ενύπαρκτες σ’ αυτές. Είναι το άμεσο αποτέλεσμα των κατανομών, των ανισοτήτων και των ανισορροπιών που εμφανίζονται μέσα σαυτές και αποτελούν αντίστοιχα, τις εσωτερικές προϋποθέσεις αυτών των διαφοροποιήσεων. Οι σχέσεις εξουσίας δεν βρίσκονται σε θέσεις υπερδομής, μ’ ένα σκέτο ρόλο απαγόρευσης ή επικύρωσης. Εκεί που λειτουργούν παίζουν ένα άμεσα παραγωγικό ρόλο.
-ότι η εξουσία έρχεται από κάτω. Δεν υπάρχει, δηλαδή, στη βάση των σχέσεων εξουσίας, και σαν γενική μήτρα, κάποια δυαδική και καθολική αντίθεση ανάμεσα στους εξουσιαστές και στους εξουσιαζόμενους, που οι συνέπειές της προχωρούν από τα πάνω προς τα κάτω, αγγίζοντας ολοένα και πιο περιορισμένες ομάδες, μέχρι τα έγκατα του κοινωνικού σώματος. Πρέπει μάλλον να υποθέσουμε ότι οι πολλαπλές σχέσεις δύναμης που διαμορφώνονται και λειτουργούν μέσα στους μηχανισμούς της παραγωγής, στις οικογένειες, στις ομάδες, στους θεσμούς, χρησιμεύουν σαν υπόβαθρο σε πλατειές διασχαστικές ενέργειες που διατρέχουν το σύνολο του κοινωνικού σώματος. Αυτές σχηματίζουν τότε μια γενική γραμμή δύναμης που διαπερνά τις τοπικές συγκρούσεις και τις συνδέει. Βέβαια, επιφέρουν πάνω τους, με τη σειρά τους, διάφορες ανακατατάξεις, ευθυγραμμίσεις, ομοιογενοποιήσεις, σειραίες διευθετήσεις, συγκλίσεις. Οι μεγάλες δυναστεύσεις είναι οι συνέπειες της ηγεμονίας που συνεχώς υποβαστάζει η ένταση όλων αυτών των συγκρούσεων.
-ότι οι σχέσεις εξουσίας είναι ταυτόχρονα σκόπιμες και όχι υποκειμενικές. Πράγματι, αν είναι κατανοητές, αυτό δεν οφείλεται στο ότι είναι η συνέπεια ενός άλλου φορέα που τις «εξηγεί» αλλά στο ότι τις διαπερνάει από άκρη σε άκρη μια πρόθεση: δεν υπάρχει εξουσία που να ασκείται χωρίς μια σειρά από βλέψεις και στόχους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι απορρέει από την εκλογή ή την απόφαση ενός ατομικού υποκειμένου. Ας μην ψάχνουμε για το επιτελείο που πρυτανεύει στη λογικότητά της. Ούτε η κάστα που κυβερνάει, ούτε οι ομάδες που ελέγχουν τους κρατικούς μηχανισμούς, ούτε εκείνοι που παίρνουν τις πιο σημαντικές οικονομικές αποφάσεις διαχειρίζονται ολόκληρο το δίκτυο της εξουσίας που λειτουργεί σε μια κοινωνία (και την κάνει να λειτουργεί). Η λογικότητα της εξουσίας είναι η λογικότητα τακτικών που είναι συχνά σαφέστατες στο περιορισμένο επίπεδο όπου ανήκουν –τοπικός κυνισμός της εξουσίας- και που καθώς αλυσώνονται μεταξύ τους, καθώς αλληλοζητούνται και αλληλοδιαδίδονται, βρίσκοντας τα στηρίγματα και της προϋποθέσεις τους αλλού, φτάνουν τελικά να σχηματίσουν τους γενικότερους μηχανισμούς: εκεί η λογική επίσης είναι απόλυτα σαφής, οι επιδιώξεις κατανοητές κι ωστόσο συμβαίνει να μην υπάρχει πια κανείς για να τις συλλάβει και σχεδόν κανείς για να τις διατυπώσει: εξυπακουόμενος χαρακτήρας των μεγάλων, ανώνυμων, σχεδόν βουβών, στρατηγικών που συντονίζουν φλύαρες τακτικές, των οποίων οι «επινοητές» ή οι «υπεύθυνοι» είναι συχνά ανυπόκριτοι.
-ότι εκεί όπου υπάρχει εξουσία, υπάρχει αντίσταση κι ότι ωστόσο, ή μάλλον από τούτο το ίδιο το γεγονός, η αντίσταση αυτή δεν βρίσκεται σε θέση εξωτερική προς την εξουσία. Πρέπει άραγε να πούμε ότι είμαστε αναγκαστικά «μέσα» στην εξουσία, ότι δεν της «ξεφεύγουμε», ότι δεν υπάρχει σε σχέση μ’ αυτήν, απόλυτο εξωτερικό, αφού είμαστε οπωσδήποτε υποταγμένοι στο νόμο; ‘Η ότι επειδή η ιστορία είναι η πανουργία της λογικής, η εξουσία είναι κι αυτή από τη μεριά της η πανουργία της ιστορίας – αυτή που πάντα κερδίζει; Αυτό θα σήμαινε ότι παραγνωρίζουμε τον αυστηρά σχεσιακό χαρακτήρα των σχέσεων εξουσίας, που δεν μπορούν να υπάρξουν παρά μόνο σε συνάρτηση με μια πολλαπλότητα σημείων αντίστασης: μέσα στις σχέσεις εξουσίας αυτά παίζουν το ρόλο του αντιπάλου, του στόχου, του στηρίγματος, της εξοχής για μια λαβή. Αυτά τα σημεία αντίστασης είναι παρόντα παντού μέσα στο δίκτυο της εξουσίας. Δεν υπάρχει, επομένως, σε σχέση με την εξουσία ένας τόπος της μεγάλης ‘Αρνησης – ψυχή της εξέγερσης, εστία όλων των ανταρσιών, καθαρός νόμος της επανάστασης. Αλλά, απλά, αντιστάσεις που αποτελούν περιπτώσεις σε επίπεδο του είδους: δυνατές, αναγκαίες, απίθανες, αυθόρμητες, άγριες, μοναχικές, προσχεδιασμένες, χαμερπείς, βίαιες, αδιάλλακτες, πρόθυμες για συνδιαλλαγή, ιδιοτελείς ή γεμάτες αυταπάρνηση . Εξ ορισμού δεν να υπάρχουν παρά μόνο μέσα στο στρατηγικό πεδίο των σχέσεων εξουσίας. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι μόνο ο αντίκτυπός τους , το αποτύπωμά τους «εν κοίλω» που αποτελεί, σε σχέση με τη θεμελιακή δυνάστευση, έναν αντίποδα, τελικά πάντα παθητικό, καταδικασμένο σε μια ατέλειωτη ήττα. Οι αντιστάσεις δεν εξαρτιόνται από κάποιες ετερογενείς αρχές, αλλά δεν είναι ωστόσο ένα δόλωμα ή μια κατανάγκη υπόσχεση. Αποτελούν τον άλλο όρο στις σχέσεις εξουσίας, εγγράφονται μέσα τους σαν το απαραίτητη αντίκρισμα. Επομένως, είναι κι αυτές μοιρασμένες με τρόπο ακανόνιστο: τα σημεία, οι κόμποι, οι εστίες αντίστασης είναι σκορπισμένα με περισσότερη ή λιγότερη πυκνότητα στο χρόνο και στο χώρο, ντρεσάροντας κάποτε ομάδες ή άτομα με τρόπο οριστικό, ανάβοντας ορισμένα σημεία του σώματος, ορισμένα στοιχεία της ζωής, ορισμένους τύπους συμπεριφοράς. Μήπως μεγάλες ριζικές τομές, μερισμοί δυαδικοί και συμπαγείς; Καμιά φορά, ναι. Τις περισσότερες φορές όμως έχουμε να κάνουμε με σημεία αντίστασης κινητά και μεταβατικά, που εισάγουν μέσα σε μια κοινωνία σχέσεις που μετατοπίζονται, που σπάζουν τις ενότητες και προκαλούν ανασυντάξεις, που αυλακώνουν τα ίδια τα άτομα, τα διαμελίζουν και τα ξαναπλάθουν, χαράζοντας μέσα τους, στο σώμα και στη ψυχή τους, περιοχές απόρθητες. ‘Όπως ακριβώς το δίκτυο των σχέσεων εξουσίας σχηματίζει τελικά ένα πυκνό ιστό που διασχίζει τους μηχανισμούς και τους θεσμούς χωρίς να εντοπίζεται με ακρίβεια πάνω τους, με τον ίδιο τρόπο και η διασπορά των σημείων αντίστασης διασχίζει τις κοινωνικές στρωματώσεις και τις ατομικές μονάδες. Και ασφαλώς, εκείνο που κάνει δυνατή μια επανάσταση, είναι ακριβώς η στρατηγική κωδίκωση αυτών των σημείων αντίστασης, περίπου με τον ίδιο τρόπο που το Κράτος στηρίζει τη θεσμική συνένωση των σχέσεων εξουσίας.
…
Η εξουσία δεν είναι θεσμός, ούτε δομή, δεν είναι μια συγκεκριμένη δύναμη που κατέχουν μερικοί: είναι το όνομα που δίνουμε σε μια πολυσύνθετη κατάσταση μέσα σε μια δοσμένη κοινωνία.
…
Ακολουθώντας αυτή τη γραμμή, θα μπορούσαμε να κάνουμε ορισμένες προτάσεις:
-ότι η εξουσία δεν είναι κάτι που αποκτιέται, αποσπάται ή μοιράζεται, κάτι που κρατάμε ή αφήνουμε να ξεφύγει. Η εξουσία ασκείται από αμέτρητα σημεία σ’ ένα παιχνίδι άνισων και κινητών σχέσεων.
-ότι οι σχέσεις εξουσίας δεν βρίσκονται σε εξωτερική θέση αναφορικά με άλλους τύπους σχέσεων (οικονομικές διαδικασίες, σχέσεις γνώσης, σεξουαλικές σχέσεις) αλλά είναι ενύπαρκτες σ’ αυτές. Είναι το άμεσο αποτέλεσμα των κατανομών, των ανισοτήτων και των ανισορροπιών που εμφανίζονται μέσα σαυτές και αποτελούν αντίστοιχα, τις εσωτερικές προϋποθέσεις αυτών των διαφοροποιήσεων. Οι σχέσεις εξουσίας δεν βρίσκονται σε θέσεις υπερδομής, μ’ ένα σκέτο ρόλο απαγόρευσης ή επικύρωσης. Εκεί που λειτουργούν παίζουν ένα άμεσα παραγωγικό ρόλο.
-ότι η εξουσία έρχεται από κάτω. Δεν υπάρχει, δηλαδή, στη βάση των σχέσεων εξουσίας, και σαν γενική μήτρα, κάποια δυαδική και καθολική αντίθεση ανάμεσα στους εξουσιαστές και στους εξουσιαζόμενους, που οι συνέπειές της προχωρούν από τα πάνω προς τα κάτω, αγγίζοντας ολοένα και πιο περιορισμένες ομάδες, μέχρι τα έγκατα του κοινωνικού σώματος. Πρέπει μάλλον να υποθέσουμε ότι οι πολλαπλές σχέσεις δύναμης που διαμορφώνονται και λειτουργούν μέσα στους μηχανισμούς της παραγωγής, στις οικογένειες, στις ομάδες, στους θεσμούς, χρησιμεύουν σαν υπόβαθρο σε πλατειές διασχαστικές ενέργειες που διατρέχουν το σύνολο του κοινωνικού σώματος. Αυτές σχηματίζουν τότε μια γενική γραμμή δύναμης που διαπερνά τις τοπικές συγκρούσεις και τις συνδέει. Βέβαια, επιφέρουν πάνω τους, με τη σειρά τους, διάφορες ανακατατάξεις, ευθυγραμμίσεις, ομοιογενοποιήσεις, σειραίες διευθετήσεις, συγκλίσεις. Οι μεγάλες δυναστεύσεις είναι οι συνέπειες της ηγεμονίας που συνεχώς υποβαστάζει η ένταση όλων αυτών των συγκρούσεων.
-ότι οι σχέσεις εξουσίας είναι ταυτόχρονα σκόπιμες και όχι υποκειμενικές. Πράγματι, αν είναι κατανοητές, αυτό δεν οφείλεται στο ότι είναι η συνέπεια ενός άλλου φορέα που τις «εξηγεί» αλλά στο ότι τις διαπερνάει από άκρη σε άκρη μια πρόθεση: δεν υπάρχει εξουσία που να ασκείται χωρίς μια σειρά από βλέψεις και στόχους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι απορρέει από την εκλογή ή την απόφαση ενός ατομικού υποκειμένου. Ας μην ψάχνουμε για το επιτελείο που πρυτανεύει στη λογικότητά της. Ούτε η κάστα που κυβερνάει, ούτε οι ομάδες που ελέγχουν τους κρατικούς μηχανισμούς, ούτε εκείνοι που παίρνουν τις πιο σημαντικές οικονομικές αποφάσεις διαχειρίζονται ολόκληρο το δίκτυο της εξουσίας που λειτουργεί σε μια κοινωνία (και την κάνει να λειτουργεί). Η λογικότητα της εξουσίας είναι η λογικότητα τακτικών που είναι συχνά σαφέστατες στο περιορισμένο επίπεδο όπου ανήκουν –τοπικός κυνισμός της εξουσίας- και που καθώς αλυσώνονται μεταξύ τους, καθώς αλληλοζητούνται και αλληλοδιαδίδονται, βρίσκοντας τα στηρίγματα και της προϋποθέσεις τους αλλού, φτάνουν τελικά να σχηματίσουν τους γενικότερους μηχανισμούς: εκεί η λογική επίσης είναι απόλυτα σαφής, οι επιδιώξεις κατανοητές κι ωστόσο συμβαίνει να μην υπάρχει πια κανείς για να τις συλλάβει και σχεδόν κανείς για να τις διατυπώσει: εξυπακουόμενος χαρακτήρας των μεγάλων, ανώνυμων, σχεδόν βουβών, στρατηγικών που συντονίζουν φλύαρες τακτικές, των οποίων οι «επινοητές» ή οι «υπεύθυνοι» είναι συχνά ανυπόκριτοι.
-ότι εκεί όπου υπάρχει εξουσία, υπάρχει αντίσταση κι ότι ωστόσο, ή μάλλον από τούτο το ίδιο το γεγονός, η αντίσταση αυτή δεν βρίσκεται σε θέση εξωτερική προς την εξουσία. Πρέπει άραγε να πούμε ότι είμαστε αναγκαστικά «μέσα» στην εξουσία, ότι δεν της «ξεφεύγουμε», ότι δεν υπάρχει σε σχέση μ’ αυτήν, απόλυτο εξωτερικό, αφού είμαστε οπωσδήποτε υποταγμένοι στο νόμο; ‘Η ότι επειδή η ιστορία είναι η πανουργία της λογικής, η εξουσία είναι κι αυτή από τη μεριά της η πανουργία της ιστορίας – αυτή που πάντα κερδίζει; Αυτό θα σήμαινε ότι παραγνωρίζουμε τον αυστηρά σχεσιακό χαρακτήρα των σχέσεων εξουσίας, που δεν μπορούν να υπάρξουν παρά μόνο σε συνάρτηση με μια πολλαπλότητα σημείων αντίστασης: μέσα στις σχέσεις εξουσίας αυτά παίζουν το ρόλο του αντιπάλου, του στόχου, του στηρίγματος, της εξοχής για μια λαβή. Αυτά τα σημεία αντίστασης είναι παρόντα παντού μέσα στο δίκτυο της εξουσίας. Δεν υπάρχει, επομένως, σε σχέση με την εξουσία ένας τόπος της μεγάλης ‘Αρνησης – ψυχή της εξέγερσης, εστία όλων των ανταρσιών, καθαρός νόμος της επανάστασης. Αλλά, απλά, αντιστάσεις που αποτελούν περιπτώσεις σε επίπεδο του είδους: δυνατές, αναγκαίες, απίθανες, αυθόρμητες, άγριες, μοναχικές, προσχεδιασμένες, χαμερπείς, βίαιες, αδιάλλακτες, πρόθυμες για συνδιαλλαγή, ιδιοτελείς ή γεμάτες αυταπάρνηση . Εξ ορισμού δεν να υπάρχουν παρά μόνο μέσα στο στρατηγικό πεδίο των σχέσεων εξουσίας. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι μόνο ο αντίκτυπός τους , το αποτύπωμά τους «εν κοίλω» που αποτελεί, σε σχέση με τη θεμελιακή δυνάστευση, έναν αντίποδα, τελικά πάντα παθητικό, καταδικασμένο σε μια ατέλειωτη ήττα. Οι αντιστάσεις δεν εξαρτιόνται από κάποιες ετερογενείς αρχές, αλλά δεν είναι ωστόσο ένα δόλωμα ή μια κατανάγκη υπόσχεση. Αποτελούν τον άλλο όρο στις σχέσεις εξουσίας, εγγράφονται μέσα τους σαν το απαραίτητη αντίκρισμα. Επομένως, είναι κι αυτές μοιρασμένες με τρόπο ακανόνιστο: τα σημεία, οι κόμποι, οι εστίες αντίστασης είναι σκορπισμένα με περισσότερη ή λιγότερη πυκνότητα στο χρόνο και στο χώρο, ντρεσάροντας κάποτε ομάδες ή άτομα με τρόπο οριστικό, ανάβοντας ορισμένα σημεία του σώματος, ορισμένα στοιχεία της ζωής, ορισμένους τύπους συμπεριφοράς. Μήπως μεγάλες ριζικές τομές, μερισμοί δυαδικοί και συμπαγείς; Καμιά φορά, ναι. Τις περισσότερες φορές όμως έχουμε να κάνουμε με σημεία αντίστασης κινητά και μεταβατικά, που εισάγουν μέσα σε μια κοινωνία σχέσεις που μετατοπίζονται, που σπάζουν τις ενότητες και προκαλούν ανασυντάξεις, που αυλακώνουν τα ίδια τα άτομα, τα διαμελίζουν και τα ξαναπλάθουν, χαράζοντας μέσα τους, στο σώμα και στη ψυχή τους, περιοχές απόρθητες. ‘Όπως ακριβώς το δίκτυο των σχέσεων εξουσίας σχηματίζει τελικά ένα πυκνό ιστό που διασχίζει τους μηχανισμούς και τους θεσμούς χωρίς να εντοπίζεται με ακρίβεια πάνω τους, με τον ίδιο τρόπο και η διασπορά των σημείων αντίστασης διασχίζει τις κοινωνικές στρωματώσεις και τις ατομικές μονάδες. Και ασφαλώς, εκείνο που κάνει δυνατή μια επανάσταση, είναι ακριβώς η στρατηγική κωδίκωση αυτών των σημείων αντίστασης, περίπου με τον ίδιο τρόπο που το Κράτος στηρίζει τη θεσμική συνένωση των σχέσεων εξουσίας.
(απόσπασμα από την “ιστορία της σεξουαλικότητας”)
~ * ~Εκδόθηκε στη Θεσσαλονίκη το καλοκαίρι του 2000. (κουλτούρα και επανάσταση)
xodi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου