Μια από τις θεμελιώδεις θεωρητικές
υπεκφυγές του ΣΥΡΙΖΑ --αλλά και γενικότερα, της "μεταμοντέρνας
αριστεράς"-- όταν καλείται να μιλήσει για το τι εννοεί με τη λέξη
"σοσιαλισμός", όταν και όποτε τέλος πάντων συνεχίζει καν να τη
χρησιμοποιεί, είναι να τον ταυτίζει με την "ικανοποίηση των ανθρώπινων
αναγκών". Στην περίληψη της πρόσφατης συνέντευξης του Ευκλείδη
Τσακαλώτου, για παράδειγμα, το Left.gr γράφει:
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, με μια
ψύχραιμη, αντικειμενική θεώρηση, μας αναλύει την τρέχουσα κατάσταση του
ελληνικού καπιταλισμού. Ταυτόχρονα, οραματικά, μας μιλά για τη δυνατότητα, και
την ανάπτυξη, μιας «άλλης» οικονομίας. Μιας οικονομίας που θα έχει στόχο την
ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών, μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας.
"Σοσιαλισμός" λοιπόν --και
αφήνοντας κατά μέρος το τι ακριβώς θα πει "αντικειμενική θεώρηση" σε
ένα τέτοιο πλαίσιο αναφοράς-- είναι η "ικανοποίηση των ανθρώπινων
αναγκών."
Αλλά βέβαια, αυτό λέει ελάχιστα πράγματα.
Αν υπάρχει ένα σύστημα που "ικανοποιεί" τις "ανθρώπινες
ανάγκες" παραπάνω από κάθε άλλο, αυτό δεν είναι καθόλου ο σοσιαλισμός αλλά
ο καπιταλισμός. Γιατί "οι ανθρώπινες ανάγκες" που καλύπτονται από τον
σοσιαλισμό δεν είναι απεριόριστες αλλά πολύ συγκεκριμένες και
πεπερασμένες ποσοτικά: ο σοσιαλισμός δεν θα καλύψει ποτέ
την "ανθρώπινη ανάγκη" για εξοχικό στη Μύκονο, ούτε την
"ανθρώπινη ανάγκη" για ρούχα από τον Versace, ούτε την
"ανθρώπινη ανάγκη" για ένα γερμανικό αυτοκίνητο πολυτελείας που
αποτελεί υπόδειγμα βιομηχανικού design, ούτε την "ανθρώπινη ανάγκη"
για εξωτικές διακοπές στην Σρι Λάνκα, ούτε την "ανθρώπινη ανάγκη" για
μεγαλύτερες ανταμοιβές για τους "ικανότερους", ούτε την "ανθρώπινη
ανάγκη" για επιχειρείν και για εμπορική κατοχύρωση ευρεσιτεχνιών, ούτε την
"ανθρώπινη ανάγκη" για τεράστια ποικιλία προϊόντων σε κάθε τομέα της
αγοράς. Ο καπιταλισμός καλύπτει όλες αυτές τις "ανθρώπινες
ανάγκες" που δεν πρόκειται ποτέ να καλύψει ο σοσιαλισμός. Απλώς, τις
καλύπτει για λίγους. Σήμερα, συνεχίζει να καλύπτει όλες τις ανάγκες για
τους λίγους, όσο και αν δεν καλύπτει πια σχεδόν καμία για τους πολλούς.
Ο πιο εύρυθμος και καλά σχεδιασμένος σοσιαλισμός, από την άλλη, δεν μπορεί παρά
να καλύπτει ένα περιορισμένο αριθμό αναγκών για όλους· και δεν
μπορεί να καλύψει καμία "ανάγκη" που να προϋποθέτει την εκμετάλλευση
άλλων και την δική τους αποστέρηση από τις δικές τους ανάγκες.
Τίποτε από όλα αυτά δεν συνιστά βέβαια
κάποια θεωρητική "καινοτομία" ή ανακάλυψη· είναι, αντιθέτως, πράγματα
γνωστά και τετριμμένα. Μόνο που είναι επίσης αναγκαίο να υπενθυμίζονται, γιατί
είναι ακριβώς τα πράγματα που δεν λέγονται, που κρύβονται επιμελώς πίσω
από την γλυκερά αφηρημένη έκφραση "ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών"--
η οποία είναι σχεδιασμένη, όπως κάθε τι στη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ, να ικανοποιεί
τους πάντες και να μην προβληματίζει κανένα, προσφέροντας σε όλους ίσο ποσό
αέρα κοπανιστού.
Αλλά το ζήτημα δεν εξαντλείται εδώ. Γιατί
βέβαια η "ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών", όπως και αν την πάρει
κανείς, και ακόμα και αν την εκλάβει με την αυστηρά σοσιαλιστική έννοια (πράγμα
που προαπαιτεί έναν κριτικό μετασχηματισμό της ίδιας της αντίληψης της
"ανάγκης"), είναι μια φράση που αναφέρεται κυρίως, κατά βάση, στην διανομή
του κοινωνικού προϊόντος. Αφορά, δηλαδή, την κατανομή αυτού που η κοινωνία
παράγει με τέτοιο τρόπο ώστε να καλύπτονται είτε οι δυνητικά ατέρμονες ανάγκες
των λίγων, είτε οι ποσοτικά πεπερασμένες (αν και ποιοτικά καθόλου τέτοιες)
ανάγκες όλων.
Η ευκολία με την οποία γίνεται αποδεκτή η
φράση ως συνώνυμη του "σοσιαλισμού", συνεπώς, θα όφειλε να
προβληματίσει όχι απλώς επειδή αφήνει αναπάντητο το θεμελιώδες ερώτημα "ανάγκες
ποιων και τι είδους;", αλλά και επειδή δε λέει λέξη για τη
σφαίρα εκείνη της οικονομίας που ονομάζεται παραγωγή και κατ' επέκταση, σχέσεις
παραγωγής.
Στη Βενεζουέλα, χώρα που μπορούμε να πούμε
πως αποτελεί ένα σχεδόν οικουμενικά αποδεκτό πρότυπο "σύγχρονου
σοσιαλισμού" σε παγκόσμια κλίμακα, έχουν γίνει πράγματι αξιοθαύμαστες και
αξιοθαύμαστα επινοητικές και πεισματικές προσπάθειες για μια δικαιότερη
διανομή του κοινωνικού προϊόντος. Τέτοιες προσπάθειες σπανίζουν
εξαιρετικά στον σύγχρονο κόσμο, και είναι απόλυτα φυσιολογικό και θεμιτό η
κυβέρνηση Τσάβεζ να προσελκύει τον θαυμασμό μας και την πολιτική μας στήριξη.
Πολλοί λιγότεροι όμως έχουν την διάθεση να
παρατηρήσουν ότι σε ό,τι αφορά τις σχέσεις παραγωγής, η Βενεζουέλα
παραμένει μια καπιταλιστική κοινωνία, με όλα όσα συνεπάγεται αυτό για
την εκμετάλλευση της εργασίας και την εξαγωγή αυτού του μυστήριου πλάσματος που
ανακάλυψε στα μέσα περίπου του προ-προηγούμενου αιώνα ο Καρλ Μαρξ και που
ονομάζεται υπεραξία.
Η λατρεία του μοντέλου της Βενεζουέλας, η
ετοιμότητα να ανακηρυχτεί "η τελευταία λέξη" στον σοσιαλισμό,
αναδεικνύει κάτι πολύ συγκεκριμένο για τους λατρεύοντες: δεν επιθυμούν
αλλαγή στον τρόπο παραγωγής και στις σχέσεις παραγωγής· επιθυμούν αλλαγή στο
σύστημα κατανομής του κοινωνικού προϊόντος.
Όμως αυτό, δυστυχώς, δεν ονομάζεται
επιθυμία για σοσιαλισμό. Είναι επιθυμία για έναν πιο ισορροπημένο
καπιταλισμό, έναν καπιταλισμό που δίνει πίσω κάτι από όσα κλέβει κάθε μέρα από
τον εργάτη. Αυτό αντιλαμβάνεται σήμερα ως "σοσιαλισμό" η συντριπτική
πλειοψηφία των προοδευτικά σκεπτόμενων ανθρώπων (οι μη προοδευτικά σκεπτόμενοι,
φυσικά, δεν ανέχονται ούτε αυτό, όπως δεν ανέχονται και το καθεστώς Τσάβεζ οι
μεγαλοκαπιταλιστές της χώρας του και των ΗΠΑ).
Επειδή οι άνθρωποι δεν είναι χαζοί --ή
καλύτερα, επειδή η ανοησία τους είναι συνώνυμη του περιορισμένου πεδίου όπου
τους επιτρέπεται ιδεολογικά να ασκούν την ευφυία τους-- γνώριζαν πολύ καλά τι
ψήφισαν και τι στηρίζουν: ψήφισαν και στηρίζουν το όνειρο ενός πιο δίκαιου, πιο
εξανθρωπισμένου καπιταλισμού. Και αυτό το όνειρο τους το υπόσχονται όλοι εκτός
των κομμουνιστών, συμπεριλαμβανομένων αυτών που νομίζουν πως βρίσκονται
"αριστερά" των κομμουνιστών. Γιατί τι βρίσκεται κάτω από όλη την
ωραία υπεραπαναστατική φρασεολογία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην Ελλάδα, για παράδειγμα,
παρά η ιδέα ότι αρκεί η μεγαλύτερη δικαιοσύνη στην κατανομή του
κοινωνικού προϊόντος, χωρίς καμία σοβαρή ενασχόληση με τον μετασχηματισμό των
σχέσεων παραγωγής, για να ονομάσεις ένα σύστημα "σοσιαλισμό"; Από
όλες τις απόψεις, συμπεριλαμβανομένου του τι θεωρούμε σήμερα
"ριζοσπαστικό", βρισκόμαστε, ως άνθρωποι που σκέπτονται για τον
σοσιαλισμό (στον βαθμό που είμαστε τέτοιοι) αρκετά πίσω σε ριζοσπαστικότητα
ιδεών από τα 1850· όχι μετά τον Μαρξ, όπως δεν έχω κουραστεί να
λέω, αλλά πριν τον Μαρξ, στην εποχή, στην καλύτερη των περιπτώσεων, του
Σεν-Σιμόν και ίσως κάποιων πλευρών του Προυντόν.
Αλλά όσο η σκέψη του λαού, των μεγάλων
εργαζόμενων μαζών, δεν αποτολμά καν να ακουμπήσει την ιδέα της αναγκαιότητας
ενός μετασχηματισμού των ίδιων των σχέσεων παραγωγής, όσο περιορίζεται στο να
αποδίδει εντελώς καταχρηστικά όλη την αίγλη της αφηρημένης ιδέας του
σοσιαλισμού σε απλά σχέδια αναδιανομής του κοινωνικού πλούτου (εφαρμόσιμα όπως
στην Λατινική Αμερική ή ανεφάρμοστα, όπως στην Ευρώπη της ΕΕ και της
ευρωζώνης), τόσο θα είναι άγουρη για το είδος της πρότασης που εκπροσωπούν οι
κομμουνιστές σήμερα. Και όσο θα είναι τέτοια, είναι απόλυτα φυσικό να
εχθρεύεται αυτή την πρόταση σε βαθμό τέτοιο που να αδυνατεί στην πραγματικότητα
να συζητήσει μαζί της. Γιατί η συζήτηση των μαζών με τους κομμουνιστές σήμερα
--αν και όταν γίνεται-- δεν γίνεται ποτέ στην πραγματική βάση της
κομμουνιστικής πρότασης, που είναι ακριβώς ο μετασχηματισμός των
σχέσεων παραγωγής· εγκλωβίζεται εξ ορισμού στην πολύ μικρότερη σφαίρα στην
οποία είναι ικανός να σκεφτεί ο σημερινός φτωχοποιημένος εργαζόμενος, στη
σφαίρα της διανομής ενός προϊόντος που θα εξακολουθεί να παράγεται
καπιταλιστικά, μέσω των μηχανισμών της ατομικής ιδιοκτησίας, της υφιστάμενης
οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, των μεθόδων εξαγωγής υπεραξίας, της αστικής
αντίληψης για το χρήμα, την εργατική δύναμη, τον εμπορευματικό κύκλο, κλπ.
Είναι καλό οι κομμουνιστές να μην έχουν
ψευδαισθήσεις. Είναι καλό, συνεπώς, να γνωρίζουν πως ακόμη και αυτοί που
συμφωνούν μαζί τους για το μέγεθος και τις αιτίες της κοινωνικής αδικίας δεν
έχουν καν αρχίσει να σκέφτονται για τον πραγματικό χαρακτήρα των σχέσεων που
ορίζουν την καθημερινότητά τους, περιοριζόμενοι, ουσιαστικά, στα επιφαινόμενα
της αστικής πολιτικής ζωής, όπως λίγο-πολύ τα προσλαμβάνουν από το γυαλί της
τηλεόρασης. Μας ενδιαφέρουν άμεσα αυτοί οι άνθρωποι, φυσικά, αλλά θα
πρέπει να ξέρουμε ότι μας ακούνε μέσω από φίλτρα πολύ διαφορετικά από αυτά που
χρησιμοποιούμε όταν μιλούμε. Και η μετάφραση αυτού που πραγματικά λέμε
θα αργήσει ακόμα πολύ, ακόμα και για τμήματα που έχουν πραγματικά διανύσει
μπόλικο δρόμο από το 2008. Ο μαρξισμός, αυτή είναι η ευχή και η κατάρα
του, δεν μπορεί ποτέ να μεταφραστεί σε συνθήματα χωρίς να αφήσει δύσκολο και
δυσκατάποτο --ιδιαίτερα όταν το προσλαμβάνεις μέσα από τη σκοπιά της αστικής
ιδεολογίας-- υπόλοιπο. Η δουλειά μας είναι αυτό το υπόλοιπο να το
καθιστούμε κάθε μέρα και πιο εύληπτο, πιο σαφές, πιο απτό για την συνείδηση
όσων έχουν την διάθεση να μας ακούσουν γιατί είδαν ότι τείνουμε --για κάποιον
μυστήριο ακόμα για τους ίδιους λόγο-- να επιβεβαιωνόμαστε εκ των πραγμάτων σε
όσα τύχει να καταλάβουν ότι λέμε.
Πηγη:: Lenin Reloaded
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου