ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

Το μόνο που θα ‘θελα, να καίγαμε μαζί


Είναι ο πόνος μας που μάς ενώνει. Δεν είναι η αγάπη. Η αγάπη δεν υπακούει στο πνεύμα και γίνεται μίσος όταν υφίσταται βία. Ο δεσμός που μας ενώνει δεν είναι ζήτημα επιλογής. Είμαστε αδελφοί. Είμαστε αδέλφια σε ό,τι μοιραζόμαστε. Στον πόνο, που καθένας μας πρέπει να υποφέρει μόνος, στην πείνα, στη φτώχεια, στην ελπίδα, γνωρίζουμε την αδελφοσύνη μας. Τη γνωρίζουμε, γιατί αναγκαστήκαμε να τη μάθουμε. Ξέρουμε ότι δεν υπάρχει άλλη βοήθεια για μας πέρα απ’ την αλληλοβοήθεια, ότι κανένα χέρι δε θα μας σώσει αν δεν απλώσουμε τα χέρια μας. Και το χέρι που απλώνετε είναι άδειο, σαν το δικό μου. Δεν έχετε τίποτε. Δεν κατέχετε τίποτε. Είστε ελεύθεροι. Το μόνο που έχετε είναι αυτό που είσαστε κι αυτό που δίνετε. [1]
Η Βιβή περίμενε υπομονετικά στα προπύλαια τον Μάρκο, ο οποίος είχε αργήσει για ακόμη μια φορά στο ραντεβού τους. Η νεροποντή δεν της επέτρεπε ούτε τις σκέψεις της ν’ ακούσει. Κοίταξε το κινητό της, 18:17. Αναζήτησε την ασφάλεια του σταθμού του μετρό και άρχισε να μετράει τον κόσμο που περνούσε. Ένας βιαστικός, δύο βιαστικοί, ένας χαρούμενος, ένας απογοητευμένος, τρεις βιαστικοί, δύο χαρούμενοι, πέντε βιαστικοί.. Κοίταξε ξανά το κινητό της, 18:19. Συνδέθηκε στο internet και οι πληροφορίες απορρόφησαν όλη την προσοχή της: «Η γιορτή των ερωτευμένων που λατρεύεις να σνομπάρεις… μήπως ήρθε η ώρα απλά να την απολαύσεις;»
«Χμφ! Άγιος Βαλεντίνος». Θυμήθηκε τότε που η μαμά της τής είχε βάλει για πρώτη φορά φουστανάκι λευκό με φιόγκο στο ύψος της μέσης της και της έλεγε ότι ο τέλειος άντρας είναι αυτός που θα της χτυπήσει το κουδούνι με ένα μπουκέτο λουλούδια λέγοντάς της πόσο την αγαπάει. Αυτό φυσικά δεν είχε γίνει ποτέ. «Η γιορτή των ερωτευμένων δεν είναι η χαρά των ζευγαριών αλλά η μιζέρια αυτών που είναι μόνοι», σκέφτηκε.«Δε γίνεται φέτος να βιώσω όλον αυτόν τον πόνο μόνη μου. Πρέπει να βρεθεί κάποιος να με καταλαβαίνει και εμένα. Στο γυρισμό για το σπίτι θα αγοράσω αυτά τα σοκολατάκια των 15 ευρώ που έχουν τα 5 σε σχήμα καρδιάς και θα χωθώ κάτω από το πάπλωμα». Οι σκέψεις της διακόπηκαν από τον ήχο του κινητού, άνοιξε με μηχανικές κινήσεις το μήνυμα του Μάρκου και διάβασε «Σόρρυ Βιβ! Μόλις τελείωσε η πορεία, σε 10′ θα ‘μαι εκεί». Πήρε μια βαθιά ανάσα και συνέχισε να μετράει ανθρώπους. Τρεις χαρούμενοι, ένας αδιάφορος, ένας υπερβολικός, έξι βιαστικοί.. «Και ξέρω ότι δεν είναι ό,τι πιο σημαντικό στη ζωή μου αυτή η μέρα. Όχι σαν την Φωτεινή που μια βδομάδα πριν ξεκινάει την εκστρατεία “14Φ”. Μα πως την αντέχει ο Βασίλης;» Είχαν βγει για καφέ και σταματούσε επιδεικτικά μπροστά σε κάθε τεράστιο αρκούδο που έγραφε οτιδήποτε σε ‘Άι γουίλ λαβ γιου φορ έβερ εντ έβερ εντ έβερ εντ έβερ’ και δήθεν τυχαία γυρνούσε και του έλεγε ‘Αγάπη μου, πάντα ήξερα ότι το αγόρι που θα μ’ αγαπήσει θα μου πάρει έναν τέτοιο αρκούδο για να τον ονομάσω με το όνομά του και να είναι το παιδί μας’. «Δεν του έχει πει όμως ότι τα 20 αρκούδια που έχει στο σπίτι της είναι εξώγαμα παιδιά άλλων, ούτε και αυτός έχει ρωτήσει γιατί τα αρκούδια της τα λένε Μάκη, Σάκη, Τάκη, Θράσο.. Φυσικά αν ο Βασίλης δεν καταλάβει τα υπονοούμενα και δεν της πάρει κάτι μοναδικό, τα πράγματα θα είναι άσχημα. Θα υποτροπιάσει, θα κλείσει το κινητό της και θα περιμένει πεισματικά μήπως ο ‘μαλάκας’ προλάβει 12 παρά 5 το βράδυ να της χτυπήσει την πόρτα, να πέσει γονατιστός στο πάτωμα και να της πει ότι δε μπορεί να ζήσει χωρίς αυτήν..και φυσικά εκείνη, σαν κοπέλα που σέβεται τον εαυτό της, θα τον χωρίσει επειδή άργησε.»
Μια αγκαλιά κόντεψε να την κάνει να χάσει την ισορροπία της, το δυνατό γέλιο του Μάρκου έκανε τα αυτιά της να κουδουνίσουν και του χαμογέλασε βεβιασμένα. «Συγγνώμη που άργησα, καθυστερήσαμε στο τέλος παραπάνω από όσο περίμενα..»
«Δεν πειράζει, σάμπως θα είναι η τελευταία φορά; Άντε, πάμε, η μαμά σου είπε ότι ξέρεις εσύ που θα βρεθούμε μαζί τους.»
Περπατούσαν και οι ιστορίες – είχαν να ειδωθούν πολλές μέρες – έδιναν και έπαιρναν με τέτοια ορμή που η βροχή γύρω δεν τους ενοχλούσε πια. Ο Μάρκος παρατήρησε ότι κάτι την ταλαιπωρούσε, αλλά δεν τη ρώτησε γιατί ήταν έτσι σκυθρωπή, είχε κι εκείνος άλλα στο μυαλό του. Η Βιβή από την άλλη δεν άκουγε και πολύ αυτά που της έλεγε ο Μάρκος. Βαριόταν αφόρητα να ακούει για το τι έγινε στη συνέλευση χθες, γιατί ήταν σημαντικό που συζητάνε ή τι συζητάνε αυτοί εκεί και αποφάσισε να τον διακόψει λέγοντας δειλά:
«Ποια είναι η γνώμη σου για την αυριανή μέρα, του Αγίου Βαλεντίνου; Και μη μου πεις» άλλαξε τη φωνή της για λίγο, μιμούμενη κάποιον που γκρινιάζει «οι κακές κακές επιχειρήσεις δημιούργησαν τη γιορτή, όλη αυτή η προπαγάνδα λειτουργεί υπέρ της καταναλωτικής υποταγής», σοβάρεψε πάλι και συνέχισε «θέλω την ειλικρινή σου άποψη. Γιατί είναι κακό να θέλει να γιορτάσει κάποιος τον έρωτά του; Να περάσει λίγο χρόνο με τον άνθρωπο που αγαπάει, να βγει για φαγητό. Τα κεριά, το δείπνο, τα λουλούδια, τα δώρα, οι αγκαλιές.. Να είναι όλα ρομαντικά..»
«Ρομαντικά; Τι είναι ρομαντισμός; Πιστεύω ότι ο ρομαντισμός έχει πλέον ξεφτιλιστεί από τα πρότυπα που αναπαράγονται καθημερινά, από γενιά σε γενιά και όσο τα μίντια εξαπλώνονται, τόσο και ο ρομαντισμός χάνει την πραγματική του διάσταση.» Έκανε μια μικρή παύση, να βεβαιωθεί ότι είχε την προσοχή της. «Κοίτα, ως καλλιτεχνικό ρεύμα ο ρομαντισμός ποτέ δεν με συγκίνησε, περισσότερο για τα τεχνικά του στοιχεία, όπως η ενδελεχής προσοχή και εστίαση στην λεπτομέρεια, στο φως, παρά για την ουσία του. Γνωρίζω περισσότερο για την λογοτεχνία πάνω στο θέμα και πιστεύω πως αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι περί ρομαντισμού, θα πρέπει να πούμε ότι στα ρομαντικά διηγήματα παρουσιάζονται χαρακτήρες ιδιαιτέρως παθιασμένοι, σε αντίθεση με αυτό που έχουμε στο μυαλό μας για ‘το ρομαντικό’.» Συνέχισαν τη συζήτηση ώσπου έφτασαν στο σημείο που είχαν δώσει ραντεβού με την παρέα που τους περίμενε. Εκεί η Βιβή εξήγησε σύντομα το θέμα που συζητούσαν και για τον εορτασμό του Αγίου Βαλεντίνου και ζήτησε τη γνώμη της παρέας.
Ο Πέτρος, στενός φίλος της Κορίνας, η μητέρα του Μάρκου, εξέφρασε την αβεβαιότητά του για το αν όντως στην ελληνική κοινωνία επικρατεί η συνήθεια του εορτασμού του Αγίου Βαλεντίνου. «Θες ότι ο κύκλος μου δεν είναι τέτοιος, νομίζω ότι ως φαινόμενο τείνει να εκλείψει. Το πιθανότερο είναι να κάνω λάθος, καθώς ποτέ γύρω μου δεν είχα ανθρώπους που τα γιόρταζαν αυτά, αλλά έχω κάπως την πίστη ότι ο εορτασμός του Αγ. Βαλεντίνου είναι μια πλαστή συνθήκη που παρουσιάζεται στις ειδήσεις και την πιστεύουμε ως αστικό μύθο. Ο παρουσιαζόμενος ως εορτασμός θεωρώ ότι υπάρχει μόνο στην τηλεόραση και έξω από τα καταστήματα, τους σταθμούς, με γκόμενες ντυμένες στα κόκκινα να μοιράζουν λουλούδια, κάρτες, προσφορές..»Η Κορίνα διαφωνούσε. Πίστευε πως έχει να κάνει με τις δικές μας επιλογές σε φίλους/ες, συντρόφους. Προσπαθούσε να θυμηθεί που είχε διαβάσει σχετικά, μάταια όμως. «Ξέρω ότι διάβασα κάπου χθες, ότι φέτος μόνο στο Ηνωμένο Βασίλειο [2] υπολογίζεται να δαπανηθεί το ποσό των £1.6 εκατομμυρίων, αποκλειστικά για δώρα για την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου. Πιστεύω ότι είναι λίγο πολύ παντού τα ίδια αν και για την Ελλάδα συγκεκριμένα δε βρήκα κάτι αξιόπιστο. Επίσης ηλικιακά, κάποιοι/ες αποσύρονται κάπου στα 18, μετά τη βαλεντινολατρεία των 12-17 και επιστρέφουν ως παντρεμένοι/ες μετά τα 30+, χρησιμοποιώντας πολλές φορές τη μέρα ως θλιβερή υπενθύμιση. Εσείς όμως δε λέγατε για τη μέρα, αλλά για ρομαντικό, ρομαντισμό και πάθος..σωστά;»
«Ναι, ο Μάρκος μου έλεγε, ότι το συγκεκριμένο ρεύμα του ρομαντισμού, εξ’ όσων γνωρίζει, δεν είναι μόνο οι καρδούλες, τα λουλούδια και οι φούσκες αλλά ότι είναι ένας άλλος τρόπος έκφρασης. Μετά μπερδεύτηκα..»
«Έλεγα ότι ουσιαστικά τα ζητήματα που πραγματεύεται ο ρομαντισμός, έχουν τεθεί εκ των προτέρων από τόσα άλλα καλλιτεχνικά ρεύματα, απλώς εδώ μ’ έναν διαφορετικό τρόπο, που θα μπορούσα άνετα να χαρακτηρίσω σπαστικό, ηλίθιο και βαρετό – στον τρόπο έκφρασης αναφέρομαι, έτσι; Τώρα, το πώς χειρίστηκαν τα ΜΜΕ και τα μέσα προπαγάνδας, όπως οι ταινίες, η μουσική, τα ζητήματα που τέθηκαν από το ρεύμα, είναι αυτό που καταλήγει σήμερα να ονομάζεται ρομαντικό. Δεν νομίζω ότι τα κεράκια, τα ροδοπέταλα, τα ποιηματάκια κ.λ.π. είναι ρομαντισμός, τα βλέπω σαν μια αναμασημένη συνήθεια που μας πιπιλάνε από πολύ μικρή ηλικία, για να προσδώσουν έναν ακόμη πιο έντονο ρόλο στον διαχωρισμό των φύλων, να ισχυροποιήσουν τα θηλυκά και αρσενικά πρότυπα, να βάλουν κι άλλα ιδεατά στη λίστα που επιβάλλεται να συμπληρώσουμε όλοι κάποια στιγμή στη ζωή μας
Η Κορίνα παρατηρούσε τον γιο της καθώς μιλούσε και θαύμαζε πως κατάφερνε να συγκεντρώνει τη σκέψη του και να την αναδιπλώνει με τόση ευχέρια. Υπέθετε ότι αυτό οφειλόταν στο γεγονός ότι η ίδια δούλευε πολλές ώρες και η ανάγκη του για επικοινωνία μπορούσε να ικανοποιηθεί μόνο με τη συναναστροφή ανθρώπων πολύ μεγαλύτερών του σε ηλικία. Αποτέλεσμα ήταν να έχει εκρήξεις ευφυίας, ενσυναίσθησης και κατανόησης. «Για τον σύγχρονο ρομαντισμό έχω να προσθέσω το εξής», τον διέκοψε, «πιστεύω πως γεννά τόση ανασφάλεια ο μύθος του ρομαντισμού και υπάρχει τόση ντροπή για τη σεξουαλικότητά μας στον πολιτισμό μας, που το να μεταλλαχτούμε σε τέρατα γίνεται μέρος του παιχνιδιού. Είχα την τύχη να γνωρίσω πολλούς ανθρώπους που θεωρούσα και θεωρώ σπάνιους. Σε συντριπτικό ποσοστό, έχω δει την χειρότερη πλευρά τους στο τρόπο που κάποια στιγμή αντιμετώπισαν τον/την σύντροφό τους. Άλλωστε, δεν πρέπει να κρύψω ότι έχω η ίδια γίνει στο παρελθόν κυριαρχική, κτητική, ζηλιάρα, ασεβής.»
«Η κτητικότητα, η ζήλεια νομίζω πως έχουν να κάνουν με τον τρόπο που εμείς βλέπουμε τον εαυτό μας, μέσα απ’ τα μάτια των άλλων..» είπε η Βιβή.
«Δεν πιστεύω ότι είναι έτσι. Για παράδειγμα, θυμάμαι που αποχαιρετώντας στην πόρτα μια φίλη η οποία έφευγε διακοπές, της είπα ”σ’ αγαπάω ρε” και μου απάντησε άμεσα το ίδιο, χωρίς δισταγμό. Εκείνο το διάστημα ήμουν σε σχέση για κάποιους μήνες, αλλά δεν είχα χρησιμοποιήσει αυτές τις λέξεις με το σύντροφό μου. Έλεγα περιφραστικά κάποια πράγματα, ”με κάνεις χαρούμενη” αλλά απέφευγα τα “σ’ αγαπώ”, λόγω των συνεπειών της αποκλειστικότητας και μονιμότητας που εμπεριέχουν. Έφαγα λοιπόν φλασιά εκείνη τη μέρα, πως η σχέση μου με τη φίλη μου ήταν βασισμένη στην αμοιβαιότητα περισσότερο από οποιαδήποτε ερωτική σχέση είχα ως τότε. Δίναμε και παίρναμε ό,τι μπορούσαμε, χωρίς να φοβόμαστε πως ανήκουμε ή θα ανήκουμε κάποια στιγμή η μια στην άλλη»
«Καταλαβαίνω απόλυτα τι εννοείς», πρόσθεσε ο Πέτρος, «πάντως, όπως μπορεί να πει κανείς ότι ο/η ζηλιάρης/α είναι αυτός/η που είναι μονίμως με το χέρι στη σκανδάλη της “απιστίας”, με τον ίδιο τρόπο θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι και ο άντρας ή η γυναίκα που πεισματικά αρνείται να αφεθεί, όχι σε έναν “τρελό έρωτα” αλλά στα καμώματα και τις επιταγές της τυχαιότητας, της καθημερινότητας και της γελοιότητας της ζωής, είναι εξίσου κολοβοί συναισθηματικά. Οι πρώτοι κανιβαλίζουν και κατακτούν μέσω της χειριστικής τους ανασφάλειας. Οι δεύτεροι καταντούν αυτιστικοί, μη ερωτεύσιμοι ή κακόπιστοι σε βαθμό που να αυτο-ευνουχίζουν την δική τους δυνατότητα να ερωετευτούν ή να αγαπήσουν..»
Ο Μάρκος τους άκουγε προσεκτικά. Ήξερε ότι ο καθένας έχει μια προσωπική αίσθηση, έναν δικό του ορισμό ως προς το τι είναι ο έρωτας και η αγάπη. Δεν πίστευε ότι θα ήταν ποτέ δυνατό να ορίσεις τόσους διαφορετικούς χαρακτήρες, τόσες διαφορετικές εκφράσεις. «Κάπου έχω διαβάσει ότι ενώ η επιθυμία επικεντρώνεται στον άλλο, πάντα με έναν κάπως φετιχιστικό τρόπο, σε συγκεκριμένα αντικείμενα, όπως τα στήθη, τους γλουτούς, και το πουλί, η αγάπη επικεντρώνεται στην ίδια την ύπαρξη του άλλου, επικεντρώνεται στον άλλον όπως έχει εξελιχθεί, πλήρως εξοπλισμένος με την ύπαρξή του στη ζωή μου, η οποία, κατά συνέπεια, διακόπτεται και αναδιαμορφώνεται. Με άλλα λόγια, η αγάπη είναι, από πολλές απόψεις, το αντίθετο του σεξ [3]. Η προσωπική μου άποψη είναι πως ο έρωτας είναι πάθος, πόθος, μηδενική αντίσταση, κραυγές ευτυχίας, απώλεια ελέγχου, μοναδική αίσθηση ελευθερίας παρέα με άλλους. Η αγάπη από την άλλη είναι δίνω, δίνω, δίνω, δίνω, δίνω, δίνω, δίνω, δίνω, σέβομαι, αφήνω ελεύθερο τον άλλον και δεν αναμένω αντάλλαγμα.»
«Εντάξει, δεν πιστεύω δα και στον πρίγκιπα με το άσπρο άλογο»διαμαρτυρήθηκε η Βιβή «αλλά δε νομίζεις ότι χρειάζεσαι ο/η σύντροφός σου να σε φροντίζει; Να σκέφτεται εσένα και τις επιθυμίες σου όταν είναι να κάνει κάτι; Να σε ευχαριστεί, να δείχνει τον έρωτά του/της;»
gustav-klimt-the-kiss-ii
Η Κορίνα έβλεπε τους ανθρώπους σαν παιδιά που βγήκαν τρέχοντας για διάλειμμα και περίμεναν οδηγίες για το ποιοι θα παίξουν με ποιες. «Οι σχέσεις τείνουν να γίνουν στρατόπεδα συγκέντρωσης συντροφικών ψυχών» σκέφτηκε φωναχτά «Εφόσον μιλάμε για μονογαμική σχέση, σε μεγάλο βαθμό, οι απαιτήσεις ενός ή και των δυο μερών μιας σχέσης, κυριαρχούνται από μια επιβεβλημένη, σιωπηρά ή ρητά συμφωνημένη πορεία: Να ανταποκρινόμαστε επ’ άπειρον ο ένας/μια στις προσδοκίες του άλλου/άλλης. Από την πρώτη στιγμή που περιμένουμε από κάποιον άλλο/η να ικανοποιήσει τις ανάγκες μας και τις επιθυμίες μας, αποδίδουμε στο σύντροφό μας ιδιότητες και ικανότητες που δεν είναι υποχρεωμένος να έχει. Επιπλέον, πιστεύω πως του στερούμε και ένα μεγάλο κομμάτι της ελευθερίας του, δημιουργούμε ένα αόρατο αλλά ασφυκτικό πλέγμα προσδοκιών. Μεγάλο κομμάτι των ερωτικών σχέσεων στην εποχή μας θεωρώ πως έχει στον πυρήνα του τη συναλλαγή καπιταλιστικής έμπνευσης, ένα αλισβερίσι στο οποίο όλα τα μέρη είτε ”ζητιανεύουν” την αγάπη, που είναι στην ουσία της καλυμμένη αποδοχή, είτε προσπαθούν να την κλέψουν. Αυτή η χειραγώγηση, που πολύ συχνά στις σχέσεις προβάλλεται με τη μορφή του ασύστολου ψέματος, είναι μια μορφή βίας που κατά βάση χρησιμοποιεί και διαχέει το Κράτος. Όταν π.χ. ένα πρόσωπο που δε σέβεται ούτε την ελευθερία του, ούτε την αυτονομία μου, μού λέει ”σ’ αγαπώ”, λέει ψέματα. Στην πραγματικότητα μου λέει πως θέλει κάτι από μένα, ότι κατά κάποιο τρόπο του/της έχω πλέον υποχρεώση. ”Σ’ αγαπώ, οπότε θα πρέπει να μ’ αγαπάς κι εσύ ή θα πρέπει να κάνεις κάτι για μένα”. Όταν η λέξη αγάπη συνδέεται με την προσδοκία, γίνεται επίδειξη δύναμης. Οι σχέσεις πιστεύω πως δεν μπορούν να ορίζονται από την κοινωνία, δεν μπορούν να καθορίζονται από τις προσδοκίες του φύλου, και δεν μπορούν να δυναστεύνται από το ρομαντισμό, του Αγίου Βαλεντίνου, των ρομαντικών κομεντί, των προσδοκιών που έχουν οι θεσμοί από μας..»
«Μα η αγάπη εμπεριέχει και την προσδοκία! Δεν βλέπω γιατί αυτό είναι κακό..» είπε η Βιβή.
«..βασικά θεωρώ πως ό,τι δίνεται με βάση την υποχρέωση ή την καλυμμένη, για να είμαι ακριβής, προσδοκία, είναι θεμελιωδώς μολυσμένο από τον ιό της συναλλαγής, του κέρδους, εν τέλει της καπιταλιστικής λαίλαπας ή αλλιώς, της κατανάλωσης (και) συναισθημάτων, διαθέσεων, ψυχικών καταστάσεων – σα να βλέπεις κακό ηθοποιό που κοιτάζει διαρκώς το κωμικοτραγικό του είδωλο. Εάν, λοιπόν, δε δίνεται ελεύθερα, τότε δε δίνεται. Απομυζάται. Πιστεύω πως οι σχέσεις μας οφείλουν να είναι μια συνειδητή συζήτηση μεταξύ ίσων μερών, όχι συμφωνημένα υπονοούμενα, καλυμμένες προσδοκίες και απωθημένα», έκλεισε.
Στο δρόμο για το σπίτι της, η Βιβή σκεφτόταν πόσο μπερδεμένη είναι η κοινωνία. Πως έχουν φτάσει οι σχέσεις να είναι αυτοσκοπός. “Να σπουδάσεις, να δουλέψεις, να έχεις ένα σύντροφο”. Με βάση αυτό το ιερό καθήκον απέναντι στους στόχους που τίθενται, αν δεν έχεις σύντροφο και δη για μεγάλο χρονικό διάστημα, είσαι περίεργος/η, καημένος/η, καταθλιπτικός/η. Αν έχεις σύντροφο, πρέπει να συναποφασίζετε για όλα, να ζείτε μαζί ακόμη και αν δεν συγκατοικείτε, να είστε ένα πακέτο, μακριά από την ατομικότητά σας. Κράτα, βέβαια, λίγη από την προσωπικότητά σου γιατί πλέον οι εποχές είναι πολιτισμένες και δεν χρειάζεται να είσαι η προέκταση του γεννητικού οργάνου του/της συζύγου σου. Όλα σ’ ένα καλούπι φτιαγμένο για δύο που δεν κομματιάζεται, παρά μόνο για να βάλει την στολή της “ανεξαρτησίας”, η οποία μεταφράζεται σε “πάω με τις φίλες μου για καφέ”, “πάω με τους φίλους μου για μπάλα”, “έχω γυμναστήριο”, “θέλω να ψωνίσω”. Τις αποδεκτές, δηλαδή, ατομικές δραστηριότητες που “δεν ταιριάζουν και στα δύο φύλα”, οπότε δεν μπορούν να τις κάνουν παρέα.
Ο Μάρκος το βράδυ κράτησε σημειώσεις από την συζήτηση αυτή που εκτυλίχθηκε το απόγευμα. Ήξερε πως ο καπιταλισμός ως σύστημα μας ωθεί πάντα προς την ”τελειότητα”, δημιουργεί ένα καλούπι του ”πρέποντος”. Ο ”σωστός” ο άντρας, η γυναίκα-μάνα, καταστάσεις κατά βάση ιδεατές. Δηλαδή ανέφικτες. «Καταφέρνει να μας κάνει άλογα κούρσας· προσπαθούμε ατέρμονα να καλύψουμε αυτό το κενό της ανασφάλειας που δημιουργεί το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα, προκειμένου να ανατροφοδοτείται επίσης ατέρμονα. Ο καπιταλισμός ουσιαστικά επενδύει στην έλλειψη, μας ενθαρρύνει να αισθανόμαστε πως δεν έχουμε αρκετά, να ενεργούμε με κίνητρο την απληστία. Έτσι και στις ερωτικές σχέσεις, επικεντρωνόμαστε στην έλλειψη, στην ασφυξία. Το ένα και ιδανικό μας ταίρι, η κατάλληλη στιγμή για γάμο και οικογένεια που αν χαθεί την πάτησες κ.ο.κ. Ακόμη και η σεξουαλική αποκλειστικότητα κατά κανόνα επικεντρώνεται στην έλλειψη. Μπορείς ας πούμε να μοιράσεις -θεωρητικά- ισόποσα, δίκαια την αγάπη σου στα δυο παιδιά ή στους δυο φίλους/ες σου, αλλά ποτέ σε δυο ερωτικούς συντρόφους (για την περίπτωση που είναι σε γνώση και των δυο και συναινούν, όχι κρυφά). Μέσω της ”σπανιότητας” καταντάμε να κρύβουμε τη δεδομένη αποτυχία μας, να βουλιάζουμε στην εσωστρέφεια που τρέφεται με υποκατάστατα. Η αγάπη, όπως έχει εμποτιστεί στο συλλογικό, κοινωνικό συνειδητό πλέον, τείνει να γίνει ένα κατεξοχήν άλλοθι κυριαρχίας. Στο όνομα της αγάπης περιορίζονται ελευθερίες, γίνονται εγκλήματα, υπογράφονται νόμοι. Κράτος και Εκκλησία έχουν στήσει μια φάμπρικα μίσους, την πατριαρχία, και με εκδικητικό τρόπο έχουν μετατρέψει την αγάπη σε ένα απόκοσμο αίσθημα αδυναμίας. Ο μύθος της ετεροφυλοφιλικής, μονογαμικής σχέσης έχει κατασκευαστεί για να εγκλωβίσει κυρίως τις γυναίκες. Ιστορικά, δημιούργησε ένα πολιτιστικό κίνητρο για να εισάγει την ιδιοκτησιακή σχέση μεταξύ άντρα και γυναίκας, το γάμο, ουσιαστικά για να θέσει τις γυναίκες σε μειονεκτική θέση στο ερωτικό δίπολο, να καθορίσει την αξία των γυναικών αποκλειστικά και μόνο από την άποψη της επιτυχίας στην εξεύρεση και διατήρηση μιας σχέσης. Δεκαετίες επί δεκαετιών οι γυναίκες προσπαθούν να προσαρμόσουν συμπεριφορές και δραστηριότητες για να πληρούν τις προϋποθέσεις που θα τις κάνουν ελκυστικές για τους άνδρες και κατάλληλες για σχέση. Τα τελευταία χρόνια αυτός ο μύθος πλέον αγγίζει όλα τα φύλα, και είναι τρομερά επιβλαβής, γιατί δημιουργεί μη ρεαλιστικές προσδοκίες για τον εαυτό μας, μάς προκαλεί μια άθλια ανασφάλεια και φυσικά είναι και πολιτικά/ κινηματικά επιζήμια, αφού μας αποσπά την προσοχή βάζοντας μας να αναπαράγουμε ανταγωνιστικές σχέσεις.»
Η παραπάνω ιστορία θα μπορούσε να είναι πραγματική.
Αφορά σε θέματα που, λίγο ή πολύ, όλοι έχουμε συζητήσει κι όλους μάς έχουν απασχολήσει. Ας μη ξεχνάμε πως Καπιταλισμός και Κράτος γεννούν και διαιωνίζουν κυριαρχία, έλεγχο, και, τελικά, επιδιώκουν την υποταγή μας. Αυτό σημαίνει ότι έμπρακτα αμφισβητούν και παγιδεύουν το χρόνο μας και την ενέργεια μας, το πάθος μας. Μεταλλασσόμαστε σε κάτι που δεν είμαστε, σε κάτι που μας κατατρώει τα σωθικά. Επειδή όμως είμαστε εν δυνάμει κυρίαρχα/ αυτόνομα όντα, είναι λογικό και εφικτό και ως τέτοια να ζούμε, δεν μπορούμε να αποδεχόμαστε καμία σχέση που βασίζεται στον εξαναγκασμό, στη βία ή στην απειλή βίας. Κάθε σχέση που είναι κατά κάποιο τρόπο ”υποχρεωτική”, που έχει τις ρίζες της στον καταναγκασμό και όχι στην ελεύθερη επιλογή, που είναι ένας ρόλος φτιαγμένος από ένα ίδρυμα, ένας ρόλος προκάτ (γάμος, σχολείο, ρομαντικές ετεροφυλοφιλικές σχέσεις ως φυτευτή, θεσμισμένη κανονικότητα) είναι για την αυτονομία μας κόκκινο πανί, μια εχθροπραξία. Αγάπη λοιπόν είναι ή θα θέλαμε να είναι, η εξέγερση ενάντια σε κάθε εξουσία που αποκρυσταλλώνεται γύρω μας και μέσα μας ως κοινωνικά αποδεκτή νόρμα, ως ρηχός, θεαματικός  ρομαντισμός.
Για όσο οι ανθρώπινες σχέσεις θα είναι ινδικά χοιρίδια μιας κοινωνίας που θέλει πρώτα από όλα τις ερωτικές μας σχέσεις εξουσιαστικές, ανασφαλείς, ανταλλακτικές, τόσο η εσωστρέφεια, ο κανιβαλισμός, η στρέβλωση κάθε συναισθήματος θα μπαίνει εμπόδιο στην ελευθερία μας.
Για όσο δεν κάνουμε την υπέρβαση με τους ανθρώπους, με τους οποίους συναναστρεφόμαστε και συμπορευόμαστε, τόσο η κοινωνική αυτονομία θα παραμένει επισφαλές ζητούμενο.
Η αγάπη δεν είναι τέλεια, όπως μας μαθαίνουν. Η αγάπη είναι δωρεάν, δεν κοστίζει και δε μετριέται. Δεν απαιτείται και δεν επιβάλλεται. Είναι μια υψηλή έκφραση αυτονομίας και μια βαθιά έκφραση ελευθερίας, που ευδοκιμεί μονάχα μεταξύ αυτόνομων και ελεύθερων ανθρώπων.
Συνδιαμόρφωση από: Sen, Evi
[1] Ο αναρχικός των δυο κόσμων, Ursula Le Guin. Μετάφραση: Χρήστος Γεωργίου. (Στα αγγλικά: The Dispossessed: An Ambiguous Utopia, Ursula Le Guin)
[2] Πηγή για τις δαπάνες που αφορούν την γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου.
[3] Τα λόγια του Μάρκου είναι από το άρθρο του Alain Badiou: a life in writing.
http://eagainst.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου