«Θα πρέπει
να επιτεθείτε στους πολίτες, σε άνδρες, γυναίκες, παιδιά, αθώους ανθρώπους που
δεν έχουν καμιά σχέση με τα διάφορα πολιτικά παιχνίδια. Ο λόγος είναι απλός:
Πρέπει να αναγκαστεί το κοινό να στραφεί στο κράτος απαιτώντας μεγαλύτερη
ασφάλεια».
Αυτός ήταν ο
στόχος της αμερικανο-νατοϊκής τρομοκρατικής Επιχείρησης Stay Behind που
αιματοκύλησε τη Δυτική Ευρώπη τον τελευταίο μισό αιώνα: Μια μακριά
συγκεκαλυμμένη επιχείρηση μαζικής τρομοκρατίας και εξαπάτησης των πληθυσμών των
Δυτικών χωρών που καθοδηγήθηκε από τις μυστικές υπηρεσίες της Δύσης.
Εκατοντάδες αθώοι άνθρωποι δολοφονήθηκαν ή ακρωτηριάστηκαν με βομβιστικές και
άλλες τρομοκρατικές επιθέσεις σε σιδηροδρομικούς σταθμούς, τραίνα,
σουπερμάρκετ, πάρκα, καφετέριες και γραφεία. Όλες αποδίδονται αρχικά στην
Αριστερά ή σε κάποιο (πραγματικό και διαβρωμένο ή κατασκευασμένο) «ανατρεπτικό»
γκροπούσκουλο και όλες αποδεικνύονται στη συνέχεια έργο πρακτόρων των
αμερικανικών, ΝΑΤΟϊκών μυστικών υπηρεσιών και των «εθνικών» παραρτημάτων τους
σε κάθε χώρα.
Αυτός ο
βάναυσος βιασμός της πολιτικής σκέψης και της κριτικής ικανότητας, αποσκοπεί
αφενός στην ενοχοποίηση της Αριστεράς για το τρομοκρατικό φαινόμενο και
αφετέρου στην επικάλυψη της βασικής διαπίστωσης που προκύπτει από τη μελέτη της
τρομοκρατίας στην Ευρώπη κατά τη μεταπολεμική περίοδο: Η τρομοκρατία στη Δυτική
Ευρώπη αναπτύχθηκε με βάση την πελώρια τρομοκρατική «Επιχείρηση Stay Behind»
που οργάνωσε και καθοδήγησε η «Μυστική Επιτροπή Σχεδιασμού» του γενικού
αρχηγείου του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, η οποία εφαρμόστηκε στις διάφορες χώρες με
διαφορετικές ονομασίες όπως «Επιχείρηση Gladio» (Ιταλία), «Επιχείρηση Ξίφος»
(Γερμανία), «Επιχείρηση Κόκκινη Προβιά» (Ελλάδα), κ.λ.π.
Η
αμερικανο-ΝΑΤΟϊκή «Επιχείρηση Stay Behind» αποκαλύφτηκε ότι ήταν ο ηθικός ή/και
φυσικός αυτουργός όλων των ανθρωποκτόνων τρομοκρατικών ενεργειών (και όχι μόνο
αυτών) που σημειώθηκαν στη Δυτική Ευρώπη κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Πίσω απ’ αυτήν την «επιχείρηση» φωτίστηκε η σχεδιασμένη καθοδηγητική,
οργανωτική και χρηματοδοτική παρουσία των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών και η
συνεργασία τους με τις, δήθεν «εθνικές» μυστικές υπηρεσίες των διαφόρων χωρών
που ελέγχονται από τον αμερικανικό παράγοντα.
Για να
διασφαλίσουν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι ΗΠΑ την αποτροπή ενδεχόμενης
συμμετοχής της Αριστεράς στις κυβερνήσεις των Δυτικών χωρών, οργάνωσαν ένα
παράνομο δίκτυο «αποσταθεροποιητικής δραστηριότητας» γνωστό ως «Επιχείρηση Stay
Behind». Το εν λόγω δίκτυο:
1. Οργανώθηκε
σε διάφορες χώρες με διαφορετικές κωδικές ονομασίες (Gladio, Κόκκινη Προβιά,
Ομάδα Πληροφοριών και Ασφάλειας, κ.ά.).
2. Έδρασε
μέσα στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, έχοντας ιδιαίτερες σχέσεις με τις Υπηρεσίες
Ασφαλείας και τις Μονάδες Καταδρομών κάθε χώρας.
3. Δραστηριοποιείται
ακόμη και σήμερα σε πολλές χώρες υπό την καθοδήγηση των αμερικανικών μυστικών
υπηρεσιών.
Όλες οι
χώρες που εισέρχονταν στο ΝΑΤΟ όφειλαν να υπογράψουν μια συμφωνία ότι
δεσμεύονται να «ανεχθούν και να μην εμποδίσουν τις αντάρτικες οργανώσεις με
δεξιό προσανατολισμό».
Η πρώτη
δημόσια παραδοχή της μυστικής ΝΑΤΟϊκής Eπιχείρησης Stay Βehind έγινε επισήμως
στις 1 Αυγούστου 1990, από τον ιταλό πρωθυπουργό Giulio Andreotti ο οποίος,
μιλώντας στην ιταλική γερουσία, επιβεβαίωσε ότι σε όλη τη διάρκεια του Ψυχρού
Πολέμου στην Ιταλία υπήρχε και δρούσε υπό τον αποκλειστικό έλεγχο και την
καθοδήγηση του ΝΑΤΟ ένας παράνομος μυστικός στρατός τύπου Stay Behind με την
κωδική ονομασία Gladio (ξίφος).
Με σημείο
εκκίνησης αυτή την επιβεβαίωση, ξεκίνησε ένας χείμαρρος αποκαλύψεων για τη
δράση αυτού του παράνομου δικτύου και τη σχέση του με την τρομοκρατία στη
μεταπολεμική Ευρώπη:
Στο Βέλγιο,
το δίκτυο έχει την ονομασία Sdra-8 και λειτουργεί ακόμη (αυτό δημιούργησε την
παράλληλη οργάνωση «Catena» που δολοφόνησε τον Τζουλιέν Λαμπούτ, γραμματέα του
ΚΚ του Βελγίου).
Στη Βρετανία,
η παρακρατική αυτή οργάνωση έχει την ονομασία Operation Stay Behind και
χρηματοδοτείται από τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες. Την δεκαετία του 1970,
εκπαίδευσε πολλούς Ιταλούς νεοφασίστες στη Βρετανία, στρατολόγησε πολλούς
Ιταλούς τρομοκράτες και ανέπτυξε στενούς δεσμούς με τη νεοφασιστική μασονική
στοά Προπαγάνδα 2 (Π2) του Λίτσιο Τζέλλι, που ήταν βασικός μοχλός της
τρομοκρατικής νεοφασιστικής δραστηριότητας στην Ιταλία, στη Δυτική Ευρώπη και
σε άλλα μέρη του κόσμου.
Στη Γερμανία,
το δίκτυο έχει την ονομασία Schwert (Ξίφος). Άρχισε να λειτουργεί το 1959,
χρηματοδοτήθηκε από τις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες, στελεχώθηκε από την
αντικομμουνιστική οργάνωση «Ένωση Γερμανικής Νεολαίας» και συμπεριλάμβανε πρώην
Ναζί αξιωματικούς των Ες-Ες. Λειτουργεί μέχρι σήμερα.
Στην Ελβετία,
είχε την ονομασία Ομάδα Πληροφοριών και Ασφάλειας. Φακέλωσε 40.000 Ελβετούς,
για τη συμμετοχή τους σε οργανώσεις της Αριστεράς.
Στην Ισπανία,
τα μέλη του παρακρατικού δικτύου δραστηριοποιούνταν με μεγάλη ευκολία με τις
ευλογίες του καθεστώτος του Φράνκο. Χρησιμοποιούνται εναντίον της ΕΤΑ
και παρέχουν διευκολύνσεις και στήριξη στα νεοφασιστικά κινήματα της
Ευρώπης.
Στην Ολλανδία,
η αντίστοιχη οργάνωση υπάρχει από το 1950, αλλά οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι
ισχυρίζονται ότι δεν έχει σχέση με το ΝΑΤΟ. Τα 635 μέλη της έχουν διεισδύσει
στα εναλλακτικά κινήματα της χώρας.
Στην Πορτογαλία,
ο τοπικός βραχίονας του ΝΑΤΟϊκού δικτύου, δραστηριοποιείται μέσω του δήθεν
πρακτορείου ειδήσεων Aginter Press, που αποτελεί και την κεντρική έδρα της
Μαύρης Διεθνούς στην Ευρώπη.
Στην Ιταλία,
η προετοιμασία και η εκτέλεση της τρομοκρατίας, που είναι γνωστή ως στρατηγική
της έντασης, ανατέθηκε από τις αμερικανικές υπηρεσίες στην οργάνωση «Gladio»,
το ιταλικό τμήμα της ΝΑΤΟϊκής Επιχείρησης Stay Behind, που δημιουργήθηκε με τη
συνεργασία των ΗΠΑ και της ιταλικής μυστικής υπηρεσίας (SΙFAR) το 1952. Σύμφωνα
με τα επίσημα στοιχεία, έχει ραγδαία ανάπτυξη στον ιταλικό χώρο:
Στην Ελλάδα,
ο βραχίονας του παράνομου ΝΑΤΟϊκού δικτύου Επιχείρηση Stay Behind, δρούσε με
την κωδική ονομασία Κόκκινη Προβιά.
Σύμφωνα με
δηλώσεις του Ανδρέα Παπανδρέου, «η παρακρατική οργάνωση Κόκκινη Προβιά
δημιουργήθηκε το 1955, ως αποτέλεσμα ενός μυστικού τμήματος της συμφωνίας με
βάση την οποία εγκαταστάθηκαν οι αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις στην Ελλάδα».
Το Αμαρτωλό
Χρονικού του Μυστικού Παραστρατού του ΝΑΤΟ στην Ελλάδα
Η
παρακρατική Κόκκινη Προβιά δημιουργήθηκε το 1955 από τη CIA και επανδρώθηκε,
κυρίως, με ακροδεξιούς εξτρεμιστές που είχαν υπηρετήσει ή υπηρετούσαν στους
Λόχους Ορεινών Καταδρομών (ΛΟΚ) και άλλα ειδικά στρατιωτικά τμήματα, με
πράκτορες των στρατιωτικών και πολιτικών μυστικών υπηρεσιών και με πολίτες. Για
την εκτέλεση των πράξεων πολιτικής τρομοκρατίας, η Κόκκινη Προβιά συνεργαζόταν
αρμονικά με τον υπόκοσμο.
Το 1990, σε
πανευρωπαϊκό επίπεδο ξέσπασε σάλος από το χείμαρρο των αποκαλύψεων για την
ύπαρξη και τη δράση της παρακρατικής τρομοκρατικής επιχείρησης του ΝΑΤΟ που
άπλωνε τα πλοκάμια της σε όλη την Ευρώπη, με την επωνυμία Επιχείρηση Stay
Behind / Gladio, και, ιδίως, με τις αποκαλύψεις για το ρόλο της στη δημιουργία
του κύματος της τρομοκρατίας που έπληξε την Ιταλία και αναδιέταξε εκ βάθρων την
πολιτική της σκηνή.
Μετά απ’
αυτό, η προσοχή του ευρωπαϊκού Τύπου εστιάστηκε στην έρευνα της Επιχείρησης
Stay Behind και στα «εθνικά» παρακλάδια της, ανάμενα στα οποία συγκαταλεγόταν,
φυσικά, και η ελληνική εκδοχή της. Έτσι, άρχισαν να έρχονται στο φως τα πρώτα
στοιχεία γι’ αυτή την παρακρατική οργάνωση, σχεδόν 35 χρόνια μετά τη συγκρότησή
της.
Στις 9
Νοεμβρίου 1990, ο τότε υπουργός Άμυνας Γιάννης Βαρβιτσιώτης αναγκάστηκε να
παραδεχτεί δημόσια ότι «Έλληνες κομάντος (ΛΟΚ) και η CIA οργάνωσαν ένα βραχίονα
του δικτύου το 1955, για να προβληθεί αντάρτικη αντίσταση σε οποιονδήποτε
κομμουνιστή εισβολέα. Το εν λόγω δίκτυο, που ήταν γνωστό με την κωδική ονομασία
Επιχείρηση Κόκκινη Προβιά, διαλύθηκε το 1988».
Λίγες μέρες
αργότερα, στις 14 Νοεμβρίου 1990, το πρακτορείο Associated Press, επικαλούμενο
επίσημες και δημοσιογραφικές αναφορές, μεταδίδει ότι: «Η ελληνική Επιχείρηση
Κόκκινη Προβιά οργανώθηκε το 1955, αλλά η σοσιαλιστική κυβέρνηση που ήρθε στην
εξουσία το 1981, άρχισε να την αποσυναρμολογεί το 1985. Από το 1988, τα όπλα
και τα πυρομαχικά άρχισαν να μεταφέρονται από τις μυστικές κρύπτες του δικτύου
και να αποθηκεύονται σε μια στρατιωτική βάση κοντά στην Αθήνα, γεγονός που
σηματοδότησε τη διάλυση του δικτύου».
Στις 16
Νοεμβρίου 1990, η εφημερίδα Independent αναφερόμενη στη θέση του Ανδρέα
Παπανδρέου, που ήταν πρωθυπουργός κατά την οκταετία 1981-1988, γράφει: «Ο
σοσιαλιστής πρώην πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου, δήλωσε ότι η κυβέρνησή του
διέλυσε τον ελληνικό βραχίονα της Επιχείρησης Gladio, τον οποίον περιέγραψε ως
μια παρακρατική οργάνωση γνωστή ως Επιχείρηση Κόκκινη Προβιά που είχε
συγκροτηθεί το 1955, ως αποτέλεσμα ενός μυστικού παραρτήματος της συμφωνίας με
βάση την οποία εγκαταστάθηκαν οι αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις στην
Ελλάδα».
Η συνωμοσία
της σιωπής των διαχειριστών της εξουσίας, που επί 35 χρόνια κρατούσε σε πλήρη
μυστικότητα την ύπαρξη και τη δράση μιας (άκρως επικίνδυνης) παρακρατικής
τρομοκρατικής οργάνωσης, είχε σπάσει. Κάτω από την πίεση ενός πλήθους
παραγόντων, η ελληνική κυβέρνηση ήταν υποχρεωμένη να ερευνήσει το ιστορικό ενός
τρομοκρατικού δικτύου, που η ίδια είχε δημιουργήσει, ενισχύσει και καλύψει με
κάθε δυνατό τρόπο. Η υπόθεση έπρεπε να «διερευνηθεί» με τρόπο ώστε να
αποφευχθεί η σαρωτική ανατροπή των υφιστάμενων πολιτικών και στρατιωτικών
ισορροπιών, τις οποίες ήταν σίγουρο ότι θα προκαλούσε η διαλεύκανσή της.
Στις 20
Νοεμβρίου 1990, ο ευρωπαϊκός Τύπος αναφέρει ότι «η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε
τη διενέργεια έρευνας για μια μυστική συμφωνία μεταξύ των ελληνικών ενόπλων
δυνάμεων και της CIA, που αποσκοπούσε στην οργάνωση ενός αντικομμουνιστικού
αντάρτικου δικτύου, που αποτελούσε τμήμα της καλυμμένης επιχείρησης που
αποκαλύφθηκε πριν από ένα μήνα στην Ιταλία υπό την κωδική ονομασία
Gladio».
Η έρευνα
αφορούσε ένα παράνομο δίκτυο το οποίο «στην Ελλάδα, είχε το κωδικό όνομα
Επιχείρηση Κόκκινη Προβιά, είχε οργανωθεί από τη CIA στα μέσα της δεκαετίας του
1950 και διαλύθηκε το 1988, σύμφωνα με την κυβέρνηση. Αξιωματικοί του παράνομου
αυτού δικτύου, αναμίχθηκαν στο πραξικόπημα των συνταγματαρχών το 1967».
Με άλλα
λόγια, η έρευνα αφορούσε ένα παράνομο παραστρατιωτικό και παρακρατικό δίκτυο
που έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στις εσωτερικές (και όχι μόνο) πολιτικές
εξελίξεις σε όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Μια παράνομη δομή που, κατά
την άποψή μου, ήταν ο ηθικός και φυσικός αυτουργός ή συμμέτοχος σε όλες τις
τρομοκρατικές ενέργειες που συγκλόνισαν τη χώρα κατά τη μεταπολεμική
περίοδο.
Από τη
δολοφονία του ανεξάρτητου βουλευτή της Αριστεράς Γρηγόρη Λαμπράκη, το 1963 και
την πολύνεκρη τρομοκρατική βομβιστική ενέργεια στη γέφυρα του Γοργοπόταμου, το
1964 (στην οποία έχασαν τη ζωή τους 13 άτομα) μέχρι την επιβολή της
στρατιωτικής δικτατορίας, το 1967. Από τη δολοφονία του σταθμάρχη της CIA στην
Ελλάδα, Ρίτσαρντ Γουέλς, το 1975, μέχρι τη δολοφονία του βουλευτή Παύλου
Μπακογιάννη, το 1989, κι από εκεί, μ’ ένα άλμα, στη δολοφονία του Βρετανού
ταξίαρχου Τζόρτζ Σόντερς, το 2000.
Όπως είναι
ευνόητο, καμιά «δημοκρατία» δεν θα μπορούσε να αντέξει μια συστηματική έρευνα
μ’ αυτό το αντικείμενο. Γι’ αυτό το λόγο, η έρευνα, απλώς, ανακοινώθηκε. Δεν
έγινε και δεν θα γίνει ποτέ. Ο φάκελος της ΝΑΤΟϊκής επιχείρησης Stay Behind και
της τρομοκρατίας στη χώρα μας θα παραμείνει κλειστός, όπως τόσοι άλλοι. Και οι
τρομοκράτες θα παραμείνουν «μυστικοί», όπως οι ποικιλώνυμες μυστικές υπηρεσίες
που τους κατασκεύασαν και τους κατασκευάζουν.
Γιατί,
απλούστατα, όταν ο διώκτης και ο διωκόμενος ταυτίζονται, η σύλληψη του
«διωκόμενου» είναι, αντικειμενικά, αδύνατη και αδιανόητη.
Για λόγους
που συνδέονται με τις κεντρικές επιδιώξεις της αμερικάνικης εξωτερικής
πολιτικής, η τρομοκρατία ήταν, είναι και θα είναι μια ακροδεξιά και
νεοφασιστική υπόθεση πρακτόρων, όπως συνάγεται από την εμπειρία των χωρών που
προχώρησαν σε μια (έστω και πρόχειρη) έρευνα για το τρομοκρατικό φαινόμενο στη
μεταπολεμική Ευρώπη.
«Στην
Ιταλία, σε 12 χρόνια, από το 1969 μέχρι το 1980, σημειώθηκαν 4.298
τρομοκρατικές πράξεις κάθε είδους. Οι νεοφασίστες και οι ακροδεξιοί σε
συνεργασία με τις μυστικές υπηρεσίες υπήρξαν υπεύθυνοι για το 68% όλων των
τρομοκρατικών ενεργειών γενικά και, σχεδόν, για το 90% εκείνων που είχαν
ανθρωποκτόνο αποτέλεσμα».
Οι μυστικές
υπηρεσίες (μηχανισμοί που εκ φύσεως ενσωματώνουν το ψεύδος, τη συνωμοσία,
την απάτη, την προβοκάτσια και τη σκευωρία ως λειτουργικά τους στοιχεία)
και ο μεγα-μηχανισμός της προπαγάνδας (που αποσκοπεί στην ακύρωση της κριτικής
σκέψης και στην αυτόβουλη προσχώρηση των πολιτών στους σχεδιασμούς της
εξουσίας), αναγορεύονται σε πηγή της αλήθειας, της δημοκρατίας και της
δικαιοσύνης, προκειμένου η κοινωνία να παραδοθεί «στη σφήκα και στο ξυνόχορτο»
της εξουσίας και θα λειτουργούν όλο και πιο εντατικά.
Και ο λόγος
είναι απλός: Στην εν εξελίξει εξάλειψη όλων των κοινωνικών και πολιτικών
ελευθεριών που κατακτήθηκαν στη διάρκεια του 20ου αιώνα, και στην διαφαινόμενη
κατεδάφιση του κράτους πρόνοιας και του ασφαλιστικού συστήματος (με χρονικό
ορίζοντα το 2015), θα υπάρξουν μαζικές αντιδράσεις οι οποίες πρέπει να
εξουδετερωθούν. Εξ’ ου και η ανάγκη για τους διαχειριστές της εξουσίας να
επιβάλλουν ένα ολοκληρωτικό Ποινικό Δίκαιο που βασίζεται αποκλειστικά και
μόνο στην (κατασκευασμένη) στην υποψία (κάθε άνθρωπος της «διπλανής πόρτας» καθίσταται
δυνάμει «ύποπτος») μέσω μιας «αντι-τρομοκρατικής» νομοθεσίας που θα καθίσταται
ολοένα και σκληρότερη.
Η σπαραχτική
προειδοποίηση του ποιητή Μιχάλη Κατσαρού, «Mην
αμελήσετε. Πάρτε μαζί σας νερό, το μέλλον έχει πολύ ξηρασία», είναι πιο
επίκαιρη από κάθε άλλη φορά.
Μια στιγμή
πριν απ’ το χάος, όταν όλα φαίνονται χαμένα και όταν «μέσα στο μπουμπουνητό της
βλακείας βουβαίνεται η λογική», κανένας δεν μπορεί να «παραμένει εν πλήρει
συγχύσει αθώος».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου