Toυ Ετιέν Μπαλιμπάρ
[Σε αυτό το άρθρο του, δημοσιευμένο στη
Libération στις 28/02/2016, ο Γάλλος φιλόσοφος Ετιέν Μπαλιμπάρ εκθέτει
το συμμετοχικό ρόλο της χώρας του στην αποσύνθεση του ιδεώδους της
Ευρώπης των λαών, με αφορμή τη στάση της απέναντι στο προσφυγικό ζήτημα.
Καυτηριάζοντας τα πολιτικά ατοπήματα του κλεισίματος της «ζούγκλας» του
Καλαί και διαδοχικά των συνόρων μεταξύ των χωρών της Ευρώπης με πιο
κραυγαλέο αυτό που μετατρέπει την Ελλάδα σε στρατόπεδο συγκέντρωσης,
καταδεικνύει την άμεση αναγκαιότητα για πολιτική αλλαγή χωρίς να κρύβει
την απαισιοδοξία του για το μέλλον]
Μετάφραση-Επιμέλεια για το Kollect: Μαρσώ
==========
Σε ένα δραματικό εντιτόριαλ, μεγάλη
απογευματινή εφημερίδα της Γαλλίας ανακοινώνει πως «η Ευρώπη είναι
κλινικά νεκρή, ανίκανη να αντιμετωπίσει συλλογικά την προσφυγική κρίση.
Οι ιστορικοί θα χρονολογούν την αποσύνθεσή της βάσει αυτής της
υπόθεσης.» Αλίμονο, δεν είναι ανάγκη να περιμένουμε την άποψη των
ιστορικών. Το γεγονός είναι εδώ. Και οι συνέπειές του θα είναι
καταστροφικές. Όχι μόνο για το «ευρωπαϊκό σχέδιο» ή για την Ευρωπαϊκή
Ένωση ως θεσμό, αλλά για τους λαούς που τη συνθέτουν και για τον καθένα
από εμάς ως άτομα και πολίτες. Όχι επειδή αυτή η Ένωση η οποία, όπως
συνεχίζουν να μας λένε έχει ως μοναδικό πεδίο δράσης τη «διαχείριση μίας
ενιαίας αγοράς», θα ήταν ένα καταφύγιο της αλληλεγγύης και της
δημοκρατίας, αυτό πάει πολύ. Αλλά επειδή η αποσύνθεσή της θα σήμαινε σε
σύντομο χρονικό διάστημα ακόμη λιγότερη δημοκρατία σε επίπεδο κοινής
κυριαρχίας των λαών, ακόμα λιγότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουμε τις
οικονομικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις, και ακόμα λιγότερες ελπίδες
να ξεπεράσουμε δολοφονικούς εθνικισμούς, από τα οποία στο σύνολό τους θα
έπρεπε θεωρητικά να μας προστατεύει.
Μέσα σε αυτή τη ζοφερή εικόνα, την οποία
μπορούμε να μοιραστούμε (και την οποία μοιράζομαι) μου φαίνεται πως
υπάρχει ένα στοιχείο το οποίο λείπει τρομερά, σε αντίθεση με άλλα
σχόλια: η συγκεκριμένη συμβολή της Γαλλίας σε αυτό το αποτέλεσμα. Δεν θα
πρέπει να την εξετάσουμε μεμονωμένα, ασφαλώς. Μα το να την αγνοούμε
είναι απάτη και παραίτηση ευθυνών. Ως πολίτης της Ευρώπης και της
Γαλλίας και ο ίδιος, δεν μπορώ και ούτε και θέλω να το δεχτώ.
Όταν στο τέλος του περασμένου καλοκαιριού
η καγκελάριος Μέρκελ έλαβε τη μονομερή απόφαση να αθετήσει τους κανόνες
του Δουβλίνου (για το άσυλο) ώστε να γίνουν δεκτοί στη Γερμανία
πρόσφυγες, οι οποίοι κατά εκατοντάδες χιλιάδες τώρα προσπαθούν να
ξεφύγουν από τις σφαγές στη Συρία (οι οποίες αποκτούν διαστάσεις
γενοκτονίας που διαπράττεται από διάφορες αντιμαχόμενες πλευρές κάθε
φορά) και από άλλα θέατρα του πολέμου στη Μέση Ανατολή, υπήρχαν δύο
πιθανές στάσεις: να ενισχυθεί η πρωτοβουλία και να υποστηριχθεί αυτή η
προσπάθεια, ή να οργανωθεί δολιοφθορά εναντίον της. Μετά από κάποιες
υπεκφυγές, η γαλλική κυβέρνηση προσποιήθηκε ότι ακολουθεί την πρώτη
τακτική, για να εφαρμόσει στην πραγματικότητα τη δεύτερη. Έχοντας
αποδεχθεί τελικά το σχέδιο Γιούνκερ για κατανομή των προσφύγων ανά την
Ευρώπη, του οποίου η ανεπάρκεια ήταν ορατή αλλά αποτελούσε μία πρώτη
αναγνώριση του προβλήματος, η Γαλλία έκανε τα πάντα προκειμένου αυτή η
συμφωνία να παραμείνει ανεφάρμοστη. Μέχρι σήμερα έχει δεχθεί μόνο
ορισμένες δεκάδες από τις 24.000 προσφύγων στους οποίους είχε
συμφωνήσει. Μας λένε πως οι πρόσφυγες «δεν επιθυμούν» να έρθουν στη
Γαλλία. Υποθέτοντας πως κάτι τέτοιο πράγματι ισχύει, δεν αναρωτιόμαστε
για ποιο λόγο η πάλαι ποτέ «γη του ασύλου» είναι τόσο αποτρεπτική για
αυτούς που δεν έχουν πια τίποτε στον κόσμο. Ότι αυτή η εγκατάλειψη του
άλλου μεγάλου ευρωπαϊκού έθνους αποσκοπεί στο να πείσει τους Γερμανούς
ότι είναι οι μόνοι που θα πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα,
περί αυτού δεν πρόκειται; Δεν έπρεπε να πιστέψουν άλλωστε ότι είναι
καλύτεροι από τους άλλους…
Είναι δική τους δουλειά, εκτός κι αν
προσπαθήσουμε κι εμείς να αναμειχθούμε. Και με τι τρόπο! Τον προηγούμενο
μήνα, βρίσκοντας αφορμή στην ανάγκη πολιτικού συντονισμού μετά τις
τρομοκρατικές επιθέσεις (για τις οποίες τόσο εγώ όσο και οποιοσδήποτε
άλλος μπαίνω σε πειρασμό να αμφισβητήσω τη σοβαρότητα των μέτρων
προστασίας που επιβλήθηκαν), ο πρωθυπουργός, Μανουέλ Βαλλς, μετέβη στο
Μόναχο για να στιγματίσει την πολιτική που υιοθετήθηκε από την Άνγκελα
Μέρκελ: δεύτερος στη σειρά μεταξύ των αρχηγών ευρωπαϊκών χωρών, μετά τον
Βίκτορ Ορμπάν, ο οποίος μετέβη επί τόπου για να δώσει τη στήριξή του
στη γερμανική ακροδεξιά, της οποίας δεδηλωμένος στόχος είναι να κάνει
την καγκελάριο είτε να υποταχθεί είτε να παραιτηθεί. Και είναι την
Πέμπτη που ο Υπουργός Εσωτερικών, Μπερνάρ Καζνέβ, αφού έχει ήδη
ξεκινήσει τη διαδικασία διάλυσης της «ζούγκλας» του Καλαί και πετώντας
στο δρόμο εκατοντάδες απελπισμένους στο πλαίσιο του σχεδίου στο οποίο
έχει συμφωνήσει με το Βρετανό ομόλογό του, εκπλήσσεται βλέποντας το
Βέλγιο να κλείνει τα σύνορά του. Θα πίστευε κανείς ότι η Μαρίν Λε Πεν
κυβερνά ήδη τη Γαλλία.
Ναι, η Ευρώπη διαλύεται κάθε μέρα
περισσότερο, και συμμετέχουμε κι εμείς σε αυτό. Ως εκ τούτου, θα
υποστούμε τις συνέπειες σε όλα τα επίπεδα: την τιμή, η οποία υπαγορεύει
ένα μέρος πολύ λιγότερο αμελητέο από αυτό που φανταζόμαστε της ιστορικής
νομιμότητας των πολιτικών δομών, αλλά επίσης και τη συλλογική ασφάλεια ή
προστασία των φυσικών προσώπων, αποτελώντας τις προϋποθέσεις του
αστικού βίου. Εκτός κι αν, στο χείλος του γκρεμού, ένας συνδυασμός ενός
κινήματος πεφωτισμένων γνωμών και θαρραλέων αντανακλαστικών των
κυβερνώντων μας (ή ορισμένων εξ ’αυτών) οδηγούσε προς μία ανάκαμψη. Δεν
πιστεύω σε κάτι τέτοιο, βέβαια, μετά από όσα είδαμε. Θα διατυπώσω,
ωστόσο, δύο προϋποθέσεις οι οποίες φαντάζουν ανυπέρβλητες.
Η πρώτη είναι να πούμε επιτέλους δυνατά
και καθαρά ότι η Μέρκελ είχε δίκιο και ότι η πρωτοβουλία της (για την
οποία έχει μπει πλέον στην άμυνα αλλά δεν την έχει ακόμη αποποιηθεί
επισήμως) δεν πρέπει να αποτύχει. Το θέμα δεν έγκειται στα κίνητρά της,
για τα οποία θα συνεχίσουμε να βλέπουμε τόσο την πλευρά του οικονομικού
συμφέροντος όσο και αυτή της ηθικής. Έγκειται στο να αναγνωρίσουμε την
πολιτική ορθότητα αυτής της απόφασης, τη διαχωριστική γραμμή που χαράζει
ανάμεσα σε δύο αντιλήψεις της Ευρώπης, και τη σημασία των απορρεουσών
ευθυνών για όλους μας.
Μετά από αυτό, το εάν η Μέρκελ θα πληρώσει για
την απομόνωσή της ανάμεσα στις ευρωπαϊκές απόψεις στα χρόνια της
«πολιτικής δύναμης» ή για την επιβολή της λιτότητας στην Ευρώπη, αυτό
είναι σίγουρο, μα δεν είναι εδώ το θέμα, διότι κι από αυτό ακόμα δεν θα
έχουμε τίποτα να ζηλέψουμε, καθώς την ακολουθήσαμε όταν, αντιθέτως,
έπρεπε να της έχουμε αντισταθεί. Αυτή τη φορά, ο Πρόεδρος της Γαλλίας
πρέπει να πάει στο Βερολίνο για το σωστό λόγο: για να διακρίνει την
ιστορική στιγμή στην οποία βρισκόμαστε και για να καλέσει επισήμως μαζί
με τη Γερμανία τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη να αντιμετωπίσουν από κοινού
το πρόβλημα προς το συμφέρον τους και για το μέλλον τους.
Η δεύτερη είναι να αρνηθούν άμεσα και
ενεργά την απομόνωση της Ελλάδας όπου συσσωρεύεται ο μεγαλύτερος όγκος
προσφύγων, δηλαδή τον αποκλεισμό της από το σύστημα των ευρωπαϊκών χωρών
τον οποίο οι πολιτικές και οικονομικές επιταγές της τρόικας δεν
κατάφεραν να επιφέρουν αλλά το κλείσιμο των συνόρων από την Ουγγαρία και
την Αυστρία μέχρι την [ΠΓΔ] Μακεδονία και την Αλβανία πρόκειται να το
κάνει στην πράξη, μετατρέποντας μέρα με τη μέρα όλη τη χώρα σε ξέσκεπο
στρατόπεδο κράτησης, μέσα στο οποίο θα αναπτυχθούν για λογαριασμό μας
και υπό την ευθύνη μας βιαιότητες κάθε είδους για τις οποίες θα είναι
πολύ αργά να μετανιώσουμε, όταν θα έχουν πλέον γίνει ανεξέλεγκτες. Δεν
αρκεί, εν προκειμένω, να κουνάμε το δάχτυλο στους Βαλκάνιους γείτονες ή
στους ίδιους τους Έλληνες, ή να παρακαλάμε τους Τούρκους οι οποίοι
εμπλέκονται όλο και περισσότερο στον πόλεμο της Μέσης Ανατολής,
υποσχόμενοι λίγα περισσότερα χρήματα, ή να αναθέσουμε στο ΝΑΤΟ το
αντάρτικο θαλασσών εναντίον των «λαθρεμπόρων». Χρειάζονται κατεπείγοντα
και εκτεταμένα μέτρα, όπως και σε άλλους καιρούς συλλογικής καταστροφής.
Το πιο προφανές θα ήταν να μεταφερθούν οι πρόσφυγες με αεροσκάφη ή
πλοία στις χώρες του βορά όπου έχει συμφωνηθεί ότι θα διακομισθούν
-μεταξύ των οποίων και η δική μας- οι οποίες μπορούν να στηρίξουν
οικονομικά την υποδοχή και φιλοξενία τους, κινητοποιώντας όλα τα
πολιτικά και στρατιωτικά μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας.
Ονειροβατώ, έτσι δεν είναι; Όχι, ανοίγω
τη συζήτηση έτσι ώστε το χειρότερο να μην γίνει σίγουρο. Το χειρότερο
είναι η παραίτηση, η εθελοτυφλία, ο ιστορικός συντηρητισμός, ακόμη κι
όταν έρχεται κατ’ εικόνα του ρεαλισμού. Ας συζητήσουμε, σας παρακαλώ,
αλλά ας μην περιμένουμε άλλο, καθώς η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου