”Φιλαράκι μήπως έχεις πενήντα λεπτά” λέει ο άστεγος ναρκωμανής, το πρεζάκι που ξέμεινε στο δρόμο να ζητιανεύει τη φτιάξη του. Δεν ήταν πάντα έτσι, πέρασαν και καλές εποχές. Μα όπως το είπα, πέρασαν. Τώρα στο δρόμο, να παλεύει να μαζέψει τα ψιλα για την άλλη δόση. Χωρίς ντροπή, ή και με πολύ απ΄αυτήν, να τον κοιτά στα μάτια. Σε κάθε περίπτωση όμως πρέπει να το κάνει. Πονάει να τ΄αφήσει. Το αίμα ζητάει.
Ο κόσμος προσπερνάει το πρεζάκι. Δεν έχει κάτι γι΄αυτόν. Ένα βλέμμα συμπόνοιας, στα εκατό, μία συγκαταβατική έκφραση, άντε κι ένα πενηντάλεπτο. Κ συνεχίζει το δρόμο του. Έχει τόσα να σκεφτεί άλλωστε. Δεν μπορεί να ασχολείται με τα πρεζάκια. Που χαραμίζουν τη ζωή τους για μια στάλα,,,ευτυχίας. Μια ψευδαίσθηση ευτυχίας που στο τέλος θα τους σκοτώσει.
Ο κόσμος έχει πολύ σοβαρές δουλειές να κάνει. Αλοίμονο. Ο χρόνος είναι χρήμα. Δηλαδή ήταν. Είναι όμως δουλειά. Γι΄αυτούς που έχουν. Το χρήμα μπορεί να μην έρχεται, αλλά τουλάχιστον υπάρχει η δουλειά. Κι όχι μια κάρτα κ το βλέμα της ντροπής. Όχι η ρετσινιά του τεμπέλη που οι ίδιοι κολλάνε σε αυτόν που οι πόρτες κλεινουν και αποκτά την ιδιότητα του ανέργου.
Δουλειά χωρίς λεφτά, έστω να βγαίνει ένα πιάτο φαϊ. Δουλειά για να έρθει το μεροκάματο της πείνας, που ”ευτυχώς που υπάρχει”. Ζωή μπορεί να μην υπάρχει, υπάρχει όμως κάτι στο περίπου. Ούτε πεφηφάνια κ αξιοπρέπεια, αλλά αυτές ο κόσμος έμαθε πολύ νωρίς πως δεν τρώγονται. Ζωή χωρίς ζωή με φταίχτες στις οθόνες, αλλά που καιρός για τέτοια.
Ο χρόνος τρέχει, η δουλειά κυνηγάει, ο λογαριασμοί στοιχειώνουν, κ οι κακές ειδήσεις καθημερινότητα. Αλλά δεν μπορεί ο κόσμος να ασχολείται με αυτά. Μια στιγμή τη μέρα έχει. Να την χαραμίσει; Να μαυρίσει η ψυχή του με τα ”κακά νέα”;Όχι βέβαια.
Μια στιγμή ηρεμίας ζητάει ο κόσμος, κι ας μη είναι τίποτα γύρω του ήρεμο. Μια στάλα ευτυχίας προσπαθεί να φτιάξει, κι ας μην είναι κανείς ευτυχισμένος γύρω του. Ο κόσμος πρέπει να την καγασκευάσει τη χαρά, κι ας αιμοραγεί γύρω του δράμα.
Όχι κακά νέα. Όχι άσχημες συζητήσεις. Όχι ενδιαφέρον για το διπλανό. Όχι ματιές στην αλήθεια. Απαγορεύονται ακόμα κ οι ματιές στη λογική. Πρέπει πάση θυσία να πιστεύει σ΄αυτό το δρόμο που τραβα, κι ο μόνος τρόπος είναι να μη σκέφτεται. Γι΄αυτό έχει πάψει από καιρό. Όπως και να βλέπει, όπως και να επιθυμεί. Ζωντανός νεκρός. Έρμαιο των ψεμμάτων και της υποκρισίας που τον ποτίζουν, μα και ο ίδιος ζητάει.
Περπατώ στο δρόμο, και βλέπω παντού πρεζάκια. Όχι αυτά στις γωνιές. Ούτε αυτά στις πλατείες, ούτε στις γειτονιές. Πρεζάκια έξω από βιτρίνες. Πρεζάκια μέσα σε γραφεία, σε εργοστάσια. Πρεζάκια σε λεωφωρεία της γραμμής. Όλα να ψάχνουν τη δόση τους. Όλα να ζητούν να φτιαχτούν, με λίγο ψέμα, πολύ φόβο, και ματιές στα χειρότερα, όχι από ενδιαφέρον, αλλά από ανάγκη να νιώσουν καλύτερα.
Γέμισε η χώρα πρεζάκια. Πρεζάκια όχι σαν αυτά που ψάχνουν για το σίσα, αλλά ακόμα χειρότερα. Πρεζάκια που φτιάχνονται με την ψευδαίαθηση της ευτυχίας.
Κι όμως, αν ο κόσμος αποφάσιζε να κόψει ο ίδιος αητόν τον καρκίνο, θα μπορούσε να φτιάξει κανονική ευτυχία. Θα ρώταγε όμως κάποιος, κι αυτό είναι το θλιβερό, ”αν φτιάξω την ευτυχία, γιατί θα παλεύω;”
Το πρεζάκι τουλάχιστον έχει βάλει πλώρη για το θάνατο. Το ξέρει, το βλέπει, το νιώθει, κ δεν το κρύβει. Όχι σαν τα υπόλοιπα πρέζακια, που κάνουν πως θέλουν να ζήσουν.
rebeliskos
paganeli
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου