Του Πέτρου Αργυρίου (agriazwa.blogspot.com)
Το Ζωή και Κότα είναι ένα κοτοπουλάδικο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης
και εδώ και καιρό στο κέντρο του αντικαπιταλιστικού αγώνα.
Δεν είναι το Kentucky Fried Chicken,
δεν προμηθεύει mcnuggets στα McDonalds.
Είναι μια τρύπα πίσω από τη Ροτόντα.
Πως βρέθηκε λοιπόν ένα μικρό μαγαζί στο επίκεντρο του αντικαπιταλιστικού
αγώνα; Για ποιο λόγο το όνομα του φιγουράρει μαζί με τη Βιομέ και άλλα όντως σημαντικά και βρίσκεται στη
λίστα των «επιχειρήσεων» με απεχθείς εργοδοτικές πρακτικές πολύ πιο πάνω από τη
Nike, από τη Shell, από τα Mcdonalds και πάνω από τόσες άλλες
πολυεθνικές που ασκούν επαχθείς πρακτικές και συνδέονται άμεσα ή έμμεσα ακόμη και
με παιδική εκμετάλλευση;
Γιατί τόσος θόρυβος για μια τρύπα;
Γιατί αυτό το μαγαζάκι που στήθηκε με κόπο από δύο αδέρφια
που αποτελούν και το κύριο εργατικό δυναμικό του, έκανε το λάθος προσλάβει
αρχικά έναν και έπειτα και δεύτερο και μετά τρίτο διανομέα, ουσιαστικά μια
παρέα φοιτητών και έπειτα να παύσει τη συνεργασία μαζί τους.
Γιατί τα «αφεντικά» αποφάσισαν ότι η δουλειά πήγαινε αρκετά
καλά για να μην δουλεύουν σαν σκλάβοι δεκαπέντε και δεκαέξι ώρες την ημέρα αλλά
που και που να βλέπουν και τα παιδιά τους, δικαίωμα του κάθε εργαζομένου στο
δυτικό κόσμο.
Έτσι, προσέλαβαν πρώτα έναν και καθώς οι παραγγελίες
πήγαιναν καλά και μετά και δεύτερο και μετά και τρίτο πακετά. Και οι τρεις τους
φίλοι μεταξύ τους.
Μετά από σειρά τριβών και διενέξεων οι τρεις πακετάδες «απολύθηκαν».
Τα «αφεντικά» επέστρεψαν στο να είναι σκλάβοι του εαυτού τους
και να ψήνουν, να σερβίρουν και να μεταφέρουν
πακέτα.
Δυστυχώς όμως για αυτούς, οι τρεις πακετάδες φαίνεται να
ανήκουν σε συγκεκριμένο πολιτικό χώρο της άκρας αριστεράς και αυτό το εκμεταλλεύτηκαν
στο έπακρο: με μπαντιέρα τα εργασιακά δικαιώματα και την «αλληλεγγύη μονής
κατεύθυνσης», αρκετές συγκεντρώσεις εκατοντάδων ατόμων έχουν γίνει ήδη έξω από
το μαγαζί, κάποιες σε άλλους χώρους, ενώ γίνονται πάρτυ για την οικονομική
ενίσχυση του «αγώνα» κατά του Ζωή και Κότα και δημόσιες συζητήσεις όπου το
μαγαζάκι διαπομπεύεται και παρουσιάζεται ως ο μεγάλος κακός λύκος του καπιταλισμού
και ως ένας από εκείνους τους μεγαλοεργοδότες που τρίβει τα χέρια του με την
κρίση που ρίχνει τα μεροκάματα, αυξάνοντας έτσι το περιθώριο κέρδος του.
Και άλλα τέτοια αντικαπιταλιστικά παραμυθάκια που μεγαλώνουν
γερούς αντικαπιταλιστές. Γιατί το μαγαζάκι ανήκει ακριβώς σε εκείνη την
κατηγορία μαγαζιών που η κρίση τα έχει κυριολεκτικά σαρώσει: εκατοντάδες
χιλιάδες τέτοια έχουν κλείσει, αφήνοντας εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες στο
δρόμο, αρκετές από αυτές με θηλιά χρέους προς ιδιώτες ή ακόμη χειρότερο προς τη
δημόσιο να τις στραγγαλίζει.
Εκατοντάδες χιλιάδες άλλες θα κλείσουν. Κάποιες επιβιώνουν
με τα δόντια σφιγμένα ενώ λίγες τα πάνε κάπως καλά. Για μικρομεσαίους μιλάμε,
όχι για μεγιστάνες.
Το εν λόγω μαγαζάκι ήταν από τα λίγα που πήγαινε κάπως καλά.
Και για αυτό έδινε στους πακετάδες του από τα υψηλότερα μεροκάματα για τη
συγκεκριμένη δουλειά στην Ελλάδα, μεροκάματο αρκετά υψηλό ακόμη και για τα προ της
κρίσης δεδομένα για πακετάδες: 4 ευρώ την ώρα. Μηνιάτικο κανονικό για τους φοιτητές
όταν άλλοι εργοδότες δίνουν 2 και 3 ευρώ την ώρα για πακετάδες και φυλλαδιάδες,
όταν στα χωράφια δίνουν κάτω από 4 ευρώ την ώρα για πολύ σκληρότερη και
απαιτητικότερη δουλειά.
Αυτά δε γράφονται σε καμία περίπτωση για να δικαιολογήσουν
την εργασιακή εκμετάλλευση ούτε επικροτούμε τα εξευτελιστικά μεροκάματα. Το
αντίθετο.
Απλά θέλουμε να καταδείξουμε το γεγονός ότι οι 3 φοιτητές
ήταν από τους πιο καλοπληρωμένους στο χώρο τους.
Αφού τα «αφεντικά» λοιπόν επιβίωσαν της κρίσης, τώρα πρέπει
να επιβιώσουν και της επίθεσης πολιτικού χώρου εναντίον τους.
Ενός πολιτικού χώρου που έχει κάνει την «αλληλεγγύη» πιπίλα
και δόλωμα. Ενός πολιτικού χώρου που απαιτεί την αλληλεγγύη όλων προς των εαυτό
του όταν δε δίνει δεκάρα για κανέναν άλλο πέρα από τους δικούς του «αγωνιστές»
καθώς όλοι οι υπόλοιποι είναι «διεφθαρμένοι αστοί» που η κρίση τους δίνει αυτό
που αξίζουν.
Ενός χώρο στον οποίο μπορεί να συναγελάζονται δημόσιοι και
ιδιωτικοί υπάλληλοι και μαγαζάτορες-εργοδότες αλλά αυτοί είναι οι Εκλεκτοί που
η ιδεολογική τους πανοπλία δεν επιτρέπει να λερώνονται οι ίδιοι από τη ματωμένη
μπογιά του καπιταλισμού.
Ενός χώρου που φθάνει
σε υποκρισία τους μισαλλόδοξους του Χριστιανισμού που μιλάνε ολημερίς για αγάπη
αλλά αποκλείουν οποιονδήποτε αλλόδοξο. Παρόμοια είναι και η αλληλεγγύη αυτού του
χώρου: αλληλεγγύη μόνο για την πάρτη του και τα δικά του παιδιά.
1.600.000 άνεργοι. Που ναι η αλληλεγγύη; Γέροι και άρρωστοι που πεθαίνουν από έλλειψη
μέριμνας. Που είναι η αλληλεγγύη;
Ένα ακόμη μικρομάγαζο απειλείται με κλείσιμο. Θα το κλείσει
η «αλληλεγγύη». Και ο διεθνής καπιταλισμός θα γελάει που οι μαλάκες οι
μικρομεσαίοι τρώγονται μεταξύ τους και αυτουπονομεύονται. Έτσι μένει
περισσότερος χώρος για τα μονοπώλια των μεγάλων.
Οι πακετάδες του Ζωή και Κότα ήταν ανασφάλιστοι. Αλλά αυτός είναι
ο κανόνας στον κλάδο τους καθώς πρόκειται για μια δουλειά που από τη φύση της απαιτεί
ελαστικότητα λόγω των διακυμάνσεων των παραγγελιών. Αλλά αυτό οι φοιτητές το
ξέραν όταν ζήτησαν δουλειά για να έχουν χαρτζιλίκι. Δεν προαπαίτησαν ασφάλιση.
Μπορούσαν να πουν, ξέρεις αφεντικό κατέβασε το μεροκάματο και ασφάλισέ με. Δεν
το κάναν. Συνέβαλλαν με τα χίλια σε αυτό που καταγγέλλουν: Τη μαύρη εργασία. Τους συνέφερε.
Ήταν αυτοί που φαίνονται να κόπτονται για τα εργασιακά
δικαιώματα που τα απαξίωσαν.
Εδώ και κάτι χρονάκια υπερασπίζομαι τα εργασιακά δικαιώματα
των άλλων παρότι ο «κλάδος μου» είναι ο πιο ανυπεράσπιστος όλων. Ανήκω στους ανεξάρτητους
αρθρογράφους, δηλαδή σε αυτούς που δεν είναι τα πιστά σκυλιά των εργοδοτών τους
και δεν εκμαυλίζουν και παραπληροφορούν την κοινή γνώμη «για να έχουν τα παιδιά
τους να φάνε». Βρώμικο ψωμί. Και πιο βρώμικο το παντεσπάνι με το οποίο μέχρι
και προ κρίσης οι συστημικοί δημοσιογράφοι τάιζαν τα παιδιά τους.
Τώρα τους βλέπεις, απολυμένους πια, να ζητάν αλληλεγγύη. Αυτοί
που μας τάιζαν λάσπη για να έχουν ψωμί και παντεσπάνι και κάποιοι χαβιάρι, τώρα
απαιτούν αλληλεγγύη για τον κώλο τους και μόνο και σηκώνουν την παντιέρα των
εργασιακών δικαιωμάτων όταν αυτοί επί χρόνια συγκάλυπταν το αργό ροκάνισμα των
εργασιακών δικαιωμάτων στο οποίο επιδίδονταν με ζήλο κάποιοι από τους μεγαλοεργολάβους
εργοδότες τους .
Να σας πω για τα εργασιακά δικαιώματα στον χώρο μου: Δεν
υπάρχει κανένα. Δεν υπήρξε κανένα. Και κανένας δεν πάλεψε ποτέ για αυτούς που
παλεύουν για όλους.
Τα εισοδήματα μου ετησίως δεν έχουν ξεπεράσει τα 2000
ευρώπουλα ενώ οι οφειλές των διαφόρων «εργοδοτών» μου ήταν σχεδόν πάντα
μεγαλύτερες από τις «αμοιβές μου».
Φυσικά, δεν ήταν εργοδότες μου. Το έργο το παρήγαγα εγώ.
Αυτοί είχαν το μέσο. Τα μικρά και θνησιγενή εναλλακτικά μήντια της εποχής.
Δεν είναι ότι «φοβόμουν τα αφεντικά» και δεν διεκδίκησα τα
δεδουλευμένα. Άλλωστε ποτέ δε δίστασα να συγκρουστώ μαζί τους για θέματα άποψης
και ηθικής. Ήταν ότι τα περιοδικά κλείσαν
γιατί το κοινό της εποχής ήταν μπουκωμένο με τη μασημένη τροφή και τα ληγμένα «ναρκωτικά»
που τα μεγάλα μήντια απλόχειρα τους τάιζε. Ήταν ότι κάποιοι από τους «εργοδότες»
μου χρεωκόπησαν. Όχι εικονικά. Χρεωκόπησαν και η θηλιά του χρέους είναι στο
λαιμό το δικό τους και τον οικογενειών τους. Ούτε μια φορά δε σκέφτηκα να
χρησιμοποιήσω τη γραφίδα μου για ίδιον όφελος, να τους βγάλω φόρα παρτίδα για
να «διεκδικήσω».
Είναι μια ξεχασμένη λέξη αυτό που δεν με έκανε ούτε μια μέρα
να σκεφτώ να διεκδικήσω τα δεδουλευμένα. Η λέξη φιλότιμο.
Και δυστυχώς όλο και περισσότερος κόσμος πάσχει από αυτήν
την ανίατη χρόνια νόσο της έλλειψης φιλοτίμου.
Όπως περιγράφουν τα παιδιά, οι απολυμένοι της Ζωής και
Κότας, τα αφεντικά τους τους έκαναν πολύ ψυχοφθόρα πράγματα και αγγαρείες, όπως
να τους ζητάν καμιά φορά να τους βοηθήσουν στο σερβίρισμα, κάτι το οποίο σαφώς
δεν περιλαμβάνεται στον ορισμό της εργασίας τους. Οκ, αλλά ρωτώ: όταν βλέπεις
το «αφεντικό» σου να τρέχει σαν το Βέγγο και εσύ να πίνεις αραχτός τον καϊφέ με
το σπαστό καλαμάκι ή να πίνεις το μπυρόνι ή τη ρετσίνα που έχεις το ελεύθερο να
παίρνεις από το ψυγείο το αφεντικού και να βλέπεις την ματσάρα, το να του δώσεις ένα χεράκι βοήθειας δεν είναι
παράλογη απαίτηση του «αφεντικού». Θα έπρεπε να το κάνεις μόνος σου. Λέγεται
φιλότιμο. Λέγεται «αλληλεγγύη».
Γιατί υπάρχει το δίκιο το εργαζομένου και όφειλε να είναι
ακατάλυτο, αλλά όταν οι εργοδότες
τυχαίνει να είναι εργαζόμενοι, και μάλιστα σκληρά εργαζόμενοι, οφείλουν να
έχουν ίσα δίκια με τους υπαλλήλους τους.
Τα καψόνια που έκαναν οι «αρχικαπιταληστές εργοδότες» (πήγα
και βρήκα τα Τέρατα που συνθλίβουν τους εργαζομένους τους: ο ένας τους είναι
τριάντα χρονών, δουλεύει από τα 15 του από ανάγκη και σπούδασε και αυτός από επιθυμία.
Ελάχιστα διαφέρει «ταξικά» από τους υπαλλήλους του) περιγράφονται τραγελαφικά
μέσω της λανθάνουσας γλώσσας της στομφώδους διακήρυξης τους:
«Αφόρητη πίεση κάθολη την ώρα της εργασίας, με συνεχείς
αγγαρείες και ψυχοφθόρα παραμονή στον εργασιακό μας χώρο».
Oh my
fucking dog! Ψυχοφθόρο παραμονή στον εργασιακό τους χώρο; Μα αυτό δεν
είναι ένα από τα δυσάρεστα που περνάει η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων
σε ολόκληρο τον πλανήτη; Αυτό δεν είναι ένα από τα προαπαιτούμενα της δουλειάς;
Αυτό δεν είναι ψυχοφθόρο για όλους σχεδόν τους εργαζομένους στον πλανήτη;
Οι πακετάδες του ζωή και κότα θέλαν όλα τα εργασιακά
προνόμια αλλά ήθελαν και όλη την ελαστικότητα. Να παίρνουν δηλαδή τις παραγγελίες
από το σπίτι και να έχουν τα πλήρη προνόμια και μιας εργασιακής σχέσης πλήρους απασχόλησης
αλλά και τα πλήρη προνόμια της ημιαπασχόλησης. Φαίνεται πως είναι αυτοί που
φαντάστηκαν μια ζωή «ζωή και κότα».
Η «μαύρη εργασία»
στον κλάδο του έτοιμου φαγητού και της διασκέδασης είναι κανόνας. Και έγινε
κανόνας για πολλούς λόγους. Δύο από αυτούς είναι πως οι κλάδοι αυτοί έχουν
τεράστιες διακυμάνσεις στον κύκλο «εργασιών» τους και πως σε αυτούς σπεύδουν να
δουλέψουν κυρίως νέοι για να βγάλουν το χαρτζηλίκι τους ή τα βασικά τους έξοδα
προσωρινά, μέχρι να βρουν κάτι πιο μόνιμο. Ελάχιστοι εργαζόμενοι τουλάχιστον, πριν
από την κρίση ήθελαν να γίνουν επαγγελματίες πακετάδες ή ακόμη και σερβιτόροι
εφ όρου ζωής.
Είναι δεδομένο ότι ακριβώς επειδή αυτός ο κλάδος δεν
προστατεύεται, κάποιοι εκμεταλλευτές είχαν πιο εύκολο έργο. Υπάρχουν καλοί
κακοί και κάκιστοι εργοδότες. Αλλά υπάρχουν και καλοί κακοί και κάκιστοι
εργαζόμενοι.
Οι απολυμένοι του Ζωή και Κότα και ο πολιτικός χώρος που τους
περιέχει δεν βγήκαν με πρόταγμα συλλογικές συμβάσεις εργασίας για τον κλάδο τους.
Δεν αγωνίζονται για το εργατικό δίκαιο. Αγωνίζονται για το δικό τους κώλο.
Από τα εκατοντάδες μαγαζιά του κλάδου που έχουν εργοδοτικά
κακές πρακτικές, ο πολιτικός χώρος στον οποίο ανήκουν οι τρεις εργαζόμενοι
σπεύδει να δηλώσει αλληλεγγύη και να κουνήσει εκβιαστικά τους πολικούς του μυς πρωτίστως
σε μαγαζιά που απολύθηκαν «δικά του» παιδιά. Και αυτό υποτίθεται ότι είναι
αλληλεγγύη;
Εκτός από τα γαλάζια, τα πράσινα, τα κόκκινα, τα ροζουλί,
τώρα ξέρουμε ότι υπάρχουν και τα μαυροκόκκινα παιδιά. Παιδιά μιας πολιτικής
δύναμης πολλή ανώτερης από τον μέσο απομονωμένο άνθρωπο. Και όποιος έχει
δύναμη, έχει και δικαιώματα.
Και εγώ ανήκω στο χώρο της ανασφάλιστης εργασίας. Αλλά είναι
επιλογή μου. Και την πληρώνω με βαρύτατο τίμημα.
Και εγώ ήμουν παιδί κάποιου.
Χθες και ενώ έγραφα αυτό το κείμενο, η μητέρα μου η Βαρβάρα
Αργυρίου, άμισθη νοικοκυρά με αμέτρητες οικιακές υπερωρίες δεκαετιών,
αυτοκτόνησε. Πολύ αμφιβάλω αν κάποιος πολιτικός χώρος θα δείξει οποιαδήποτε
αλληλεγγύη στη μητέρα μου και στην οικογένεια της που έχει γίνει συντρίμμια.
(Να διευκρινίσω κατηγορηματικότατα ότι ουδεμία σχέση ή
ιδιοτελές συμφέρον έχω από το Ζωή και Κότα ή οποιοδήποτε άλλο νυχτερινό κατάστημα
ή κατάστημα έτοιμου φαγητού. Τους ιδιοκτήτες του Ζωή και Κότα τους γνώρισα 2 μέρες πριν γράψω το άρθρο ώστε να συγκρίνω τις
καταγγελίες των εργαζομένων με τις μαρτυρίες των εργοδοτών. Η μόνη προσωπική
σχέση που έχω μέχρι τώρα με επιχειρηματία είναι με ιδιοκτήτη συνοικιακού νετ
καφέ ο οποίος έχει μηνιαίο εισόδημα κάτω
από το μισό των μισθών που δίνει στους ασφαλισμένους κατ’ απαίτηση του υπαλλήλους
του. Ναι αγαπητοί μου αριστεριστές. Υπάρχουν και τέτοιοι εργοδότες. Είναι η εξαίρεση
αλλά με το να τους τσουβαλιάζετε όλους, μικρούς, μεσαίους, μεγάλους και
τεράστιους, καλούς κακούς και κάκιστους μαζί στο καπιταλιστικό πάνθεον κάνετε
μεγάλη χάρη στις πολυεθνικές και τα μονοπώλια. Κλείστε όλους λοιπόν και τρέχετε
μετά να δουλεύετε στα Lidl.
Και μέσα σε αυτή την παρένθεση βρίσκεται η ουσία όλου του άρθρου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου