Γιατί βγήκαν στους δρόμους εκατομμύρια άνθρωποι σε Τουρκία, Βραζιλία
και Αίγυπτο - Πώς οδηγήθηκαν κοινωνίες ολόκληρες στην εξαθλίωση και ποιο
ήταν το «φιτίλι» που άναψε τη φωτιά.
Του Αρη Χατζηστεφάνου - "Επίκαιρα"
Τουρκία, Βραζιλία, Αίγυπτος. Σε τρεις εντελώς διαφορετικές κοινωνίες, σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη, ξεσπούν συγκρούσεις διαδηλωτών με την αστυνομία σε διάστημα λίγων εβδομάδων.
Από τη χώρα των περιστρεφόμενων δερβίσιδων και τα σοκάκια της Κωνσταντινούπολης μέχρι τους δρόμους της σάμπα στο Ρίο ντε Τζανέιρο δεν φαίνεται να υπάρχει τίποτα που με μια πρώτη ματιά θα μπορούσε να συνδέει τις τρεις εξεγέρσεις. Αρκετοί αναλυτές όμως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια ακόμη εκδήλωση ενός φαινομένου που πολλοί αποκαλούν «ντόμινο των επαναστάσεων».
Η φράση έχει μια βαριά παρακαταθήκη, καθώς παραπέμπει στη διαβόητη «θεωρία του ντόμινο», την οποία χρησιμοποίησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες για να δικαιολογήσουν σειρά ιμπεριαλιστικών επιθέσεων από τα τέλη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '80. Με το πρόσχημα ότι η επικράτηση του κομουνισμού σε μια χώρα θα οδηγήσει αναγκαστικά σε εξάπλωση του φαινομένου σε ολόκληρο τον πλανήτη, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προσπαθούσε να δικαιολογήσει τους βομβαρδισμούς που πραγματοποιούσε το Πεντάγωνο στην Ανατολική Ασία αλλά και τα πραξικοπήματα που αναλάμβανε να διεκπεραιώσει η CIA στη Λατινική Αμερική.
Παρ'όλα αυτά, είναι δύσκολο να μην αντιληφθεί κανείς ότι ορισμένα από τα στοιχεία της θεωρίας του ντόμινο είναι εμφανή σε αρκετές εξεγέρσεις, οι οποίες λαμβάνουν τα χαρακτηριστικά αλυσιδωτής αντίδρασης σε ολόκληρο τον κόσμο.
Το φαινόμενο της «αραβικής άνοιξης», το οποίο, μάλιστα, φάνηκε να συνδέεται ως ένα βαθμό με το κίνημα των «Αγανακτισμένων» στις βόρειες ακτές της Μεσογείου, είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα. Παλαιότερα οι εξεγέρσεις του 1989 στις χώρες του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», το κύμα των νεανικών κινητοποιήσεων που σάρωσε τον πλανήτη το 1968 αλλά ακόμη και οι ευρωπαϊκές επαναστάσεις του 1848 φάνηκε να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ενός μοτίβου στη δυνατότητα εξάπλωσης των επαναστάσεων.
Σε αρκετές περιπτώσεις τα αίτια των ταυτόχρονων εξεγέρσεων είναι τόσο προφανή, που δεν χρειάζονται περαιτέρω ανάλυση. Οι κοινωνικές αναταραχές που σημειώθηκαν το 2008 σε αρκετές χώρες του Τρίτου Κόσμου συνδέονταν άμεσα με την εκτίναξη των τιμών στα τρόφιμα, η οποία με τη σειρά της συνδεόταν με το ξέφρενο κερδοσκοπικό παιχνίδι στην παγκόσμια αγορά τροφίμων και τις ελλείψεις που παρατηρούνταν λόγω της χρήσης μεγάλων ποσοτήτων γεωργικής παραγωγής για βιοκαύσιμα.
Πώς μπορεί όμως να εξηγήσει κάποιος το γεγονός ότι το 1968 σημαδεύτηκε από φοιτητικές και εργατικές κινητοποιήσεις από το Παρίσι μέχρι το Τόκυο και από το Μεξικό μέχρι την Τουρκία; Σε αρκετές από τις περιπτώσεις η κοινωνική αναταραχή ξεκίνησε ως απάντηση του νεολαιίστικου κινήματος απέναντι στο συνεχιζόμενα πόλεμο στο Βιετνάμ, σύντομα όμως έλαβε εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά σε κάθε χώρα.
Στη Μεγάλη Βρετανία οι διαδηλώσεις διατήρησαν σχεδόν μέχρι το τέλος τον αντιπολεμικό τους χαρακτήρα, στην Ιταλία μετατράπηκαν σύντομα σε εργατικέ; κινητοποιήσεις στις μεγαλύτερες βιομηχανίες της χώρας, στο Μεξικό αμφισβήτησαν, άμεσα την αυταρχική κυβέρνηση, ενώ στο Παρίσι υπήρχε ένας συνδυασμός σχεδόν όλων των παραπάνω τάσεων.
Εξίσου αντιφατικός φαντάζει εκ πρώτος όψεως και ο πρόσφατος «συγχρονισμός των κινητοποιήσεων στη Βραζιλία, την Τουρκία και την Αίγυπτο. Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις ο φακός των διεθνών μέσων ενημέρωσης εστίασε περισσότερο στα αυταρχικά χαρακτηριστικά δυο φιλοϊσλαμικών κυβερνήσεων, ενώ η περίπτωση της Βραζιλίας συνδέθηκε με την άνοδο στην τιμή των εισιτηρίων στα μέσα μαζικής μεταφοράς και την κοινωνική πρόκληση από τη διενέργεια μεγάλων αθλητικών εκδηλώσεων.
Εξίσου διαφορετικό είναι και το πολιτικό πλαίσιο που χαρακτηρίζει τις τρεις κυβερνήσεις. Στην περίπτωση της Τουρκίας και της Αιγύπτου οι εξεγέρσεις σημειώθηκαν ενώ βρίσκονταν στην εξουσία δύο δεξιές και ιδιαίτερα συντηρητικές κυβερνήσεις, ενώ η Βραζιλία βρίσκεται εδώ και χρόνια υπό τις αριστερές -αν και ιδιαίτερα μετριοπαθείς για τα δεδομένα της Λατινικής Αμερικής- κυβερνήσεις του Λούλα και της Ντίλμα Ρούσεφ.
Η κατάσταση φαίνεται να περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι, ενώ στην Τουρκία οι διαδηλωτές διεκδικούσαν ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών, στην Αίγυπτο, τουλάχιστον τις πρώτες ώρες από την ανατροπή του Προέδρου Μόρσι, μεγάλο τμήμα των συγκεντρωμένων αντιμετώπιζε θετικά το πραξικόπημα των φιλοδυτικών στρατηγών και το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών με ελάχιστη έως ανύπαρκτη δημοκρατική νομιμοποίηση.
Κι όμως, όσο διαμετρικά αντίθετες κι αν φαντάζουν οι τρεις περιπτώσεις, η Βραζιλία, η Τουρκία και η Αίγυπτος μοιράζονται ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν το ταυτόχρονο ξέσπασμα.
Παρά τις επιμέρους διαφορές, οι παραγκουπόλεις που στήνονται στους σκουπιδότοπους και στα νεκροταφεία του Καΐρου έχουν πολλά κοινά σημεία με τις φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο και του Σάο Πάολο αλλά και τα περίφημα Γκετζέ Κοντού της Κωνσταντινούπολης και της Άγκυρας.
Και οι τρεις χώρες βιώνουν εδώ και δεκαετίες τις τρομακτικές ανισότητες που προκάλεσε η επιβολή των νεοφιλελεύθερων δογμάτων από τα τέλη της δεκαετίας του 70 και τις αρχές της δεκαετίας του '80.
Ακολουθώντας το παράδειγμα τις Χιλής του Πινοτσέτ και τα τρία καθεστώτα εφάρμοσαν τη νέα οικονομική πολιτική σε συνθήκες σκληρής δικτατορίας και υπό τη συνεχή επιτήρηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Ακόμη κι όταν η Βραζιλία και η Τουρκία προχώρησαν στον εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος, οι ξένοι δανειστές φρόντισαν να διατηρήσουν την ακραία αντιλαϊκή οικονομική πολιτική, η οποία, μεταξύ άλλων, περιελάμβανε μαζικό ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας, στασιμότητα ή ακόμη και πτώση των μισθών και διαρκή επιδείνωση των συνθηκών εργασίας. Η Αίγυπτος ακολουθούσε τον ίδιο ακριβώς δρόμο, με τη διαφορά ότι το ΔΝΤ και οι ξένοι δανειστές δρούσαν στο πολύ πιο βολικό γι' αυτούς σκηνικό της δικτατορίας του Χόσνι Μουμπάρακ.
Θα πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί ότι και στις τρεις περιπτώσεις οι εξεγέρσεις δεν πραγματοποιήθηκαν από τα πληβειακά στρώματα των παραγκουπόλεων, αλλά από τα μεσαία στρώματα που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια και ζουν με την ελπίδα της κοινωνικής ανόδου αλλά και το διαρκή κίνδυνο της επιστροφής στους «μαχαλάδες» του οικονομικού ονείρου.
Στην Τουρκία και τη Βραζιλία, παρά το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων κινούνταν σε διαμετρικά αντίθετες κατευθύνσεις -ο Ερντογάν ακολούθησε πιστά το νεοφιλελεύθερο μονοπάτι, ενώ ο Λούλα και η Ρούσεφ το αντικατέστησαν μια μια κεϊνσιανή πολιτική κρατικής παρέμβασης-, δημιούργησαν την ψευδή εικόνα της εκρηκτικής ανάπτυξης. Η Τουρκία τα κατάφερε στηριζόμενη στη συνεχή ροή κερδοσκοπικού κεφαλαίου και λιγότερο άμεσων επενδύσεων, ενώ η Βραζιλία ακολούθησε μια πολιτική κοινωνικών παροχών η οποία ενίσχυσε την εσωτερική ζήτηση και έθεσε και πάλι σε κίνηση τα γρανάζια της οικονομίας. Και οι δυο πολιτικές, βέβαια, είχαν ημερομηνία λήξης καθώς δεν στηρίζονταν σε ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας και δεν οδηγούσαν σε δημιουργία σταθερών θέσεων εργασίας. Στην πραγματικότητα, υπόσχονταν στα μεσαία στρώματα μια ευημερία την οποία δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η Αίγυπτος, αν και παρουσιάζει σημαντικότατες διαφορές, είναι και αυτή εντέλει μια περίπτωση απραγματοποίητων προσδοκιών. Τα μεγάλα λαϊκά στρώματα που ανέτρεψαν το καθεστώς Μουμπάρακ ανέμεναν όχι μόνο τον άμεσο εκδημοκρατισμό, αλλά και την ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής και μια πιο σθεναρή στάση στις απαιτήσεις του ΔΝΤ. Αντί γι' αυτά, ο Μόρσι τους έδωσε μια ακόμη αυταρχική -αν και δημοκρατικά εκλεγμένη- κυβέρνηση, ενώ δεν κατάφερε να προσφέρει καμία ουσιαστική λύση ούτε για τα πληβειακά αλλά ούτε και για τα μεσαία στρώματα.
Τρεις διαφορετικοί λαοί, σε χώρες τσακισμένες για δεκαετίες από τον οδοστρωτήρα του νεοφιλελευθερισμού, άκουσαν υποσχέσεις για βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης τους. Κι όταν οι υποσχέσεις αυτές αποδείχθηκαν ακάλυπτες επιταγές, είχε έρθει η στιγμή της κοινωνικής έκρηξης.
Του Αρη Χατζηστεφάνου - "Επίκαιρα"
Τουρκία, Βραζιλία, Αίγυπτος. Σε τρεις εντελώς διαφορετικές κοινωνίες, σε διαφορετικά σημεία του πλανήτη, ξεσπούν συγκρούσεις διαδηλωτών με την αστυνομία σε διάστημα λίγων εβδομάδων.
Από τη χώρα των περιστρεφόμενων δερβίσιδων και τα σοκάκια της Κωνσταντινούπολης μέχρι τους δρόμους της σάμπα στο Ρίο ντε Τζανέιρο δεν φαίνεται να υπάρχει τίποτα που με μια πρώτη ματιά θα μπορούσε να συνδέει τις τρεις εξεγέρσεις. Αρκετοί αναλυτές όμως βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια ακόμη εκδήλωση ενός φαινομένου που πολλοί αποκαλούν «ντόμινο των επαναστάσεων».
Η φράση έχει μια βαριά παρακαταθήκη, καθώς παραπέμπει στη διαβόητη «θεωρία του ντόμινο», την οποία χρησιμοποίησαν οι Ηνωμένες Πολιτείες για να δικαιολογήσουν σειρά ιμπεριαλιστικών επιθέσεων από τα τέλη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '80. Με το πρόσχημα ότι η επικράτηση του κομουνισμού σε μια χώρα θα οδηγήσει αναγκαστικά σε εξάπλωση του φαινομένου σε ολόκληρο τον πλανήτη, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προσπαθούσε να δικαιολογήσει τους βομβαρδισμούς που πραγματοποιούσε το Πεντάγωνο στην Ανατολική Ασία αλλά και τα πραξικοπήματα που αναλάμβανε να διεκπεραιώσει η CIA στη Λατινική Αμερική.
Παρ'όλα αυτά, είναι δύσκολο να μην αντιληφθεί κανείς ότι ορισμένα από τα στοιχεία της θεωρίας του ντόμινο είναι εμφανή σε αρκετές εξεγέρσεις, οι οποίες λαμβάνουν τα χαρακτηριστικά αλυσιδωτής αντίδρασης σε ολόκληρο τον κόσμο.
Το φαινόμενο της «αραβικής άνοιξης», το οποίο, μάλιστα, φάνηκε να συνδέεται ως ένα βαθμό με το κίνημα των «Αγανακτισμένων» στις βόρειες ακτές της Μεσογείου, είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα. Παλαιότερα οι εξεγέρσεις του 1989 στις χώρες του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», το κύμα των νεανικών κινητοποιήσεων που σάρωσε τον πλανήτη το 1968 αλλά ακόμη και οι ευρωπαϊκές επαναστάσεις του 1848 φάνηκε να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ενός μοτίβου στη δυνατότητα εξάπλωσης των επαναστάσεων.
Σε αρκετές περιπτώσεις τα αίτια των ταυτόχρονων εξεγέρσεων είναι τόσο προφανή, που δεν χρειάζονται περαιτέρω ανάλυση. Οι κοινωνικές αναταραχές που σημειώθηκαν το 2008 σε αρκετές χώρες του Τρίτου Κόσμου συνδέονταν άμεσα με την εκτίναξη των τιμών στα τρόφιμα, η οποία με τη σειρά της συνδεόταν με το ξέφρενο κερδοσκοπικό παιχνίδι στην παγκόσμια αγορά τροφίμων και τις ελλείψεις που παρατηρούνταν λόγω της χρήσης μεγάλων ποσοτήτων γεωργικής παραγωγής για βιοκαύσιμα.
Πώς μπορεί όμως να εξηγήσει κάποιος το γεγονός ότι το 1968 σημαδεύτηκε από φοιτητικές και εργατικές κινητοποιήσεις από το Παρίσι μέχρι το Τόκυο και από το Μεξικό μέχρι την Τουρκία; Σε αρκετές από τις περιπτώσεις η κοινωνική αναταραχή ξεκίνησε ως απάντηση του νεολαιίστικου κινήματος απέναντι στο συνεχιζόμενα πόλεμο στο Βιετνάμ, σύντομα όμως έλαβε εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά σε κάθε χώρα.
Στη Μεγάλη Βρετανία οι διαδηλώσεις διατήρησαν σχεδόν μέχρι το τέλος τον αντιπολεμικό τους χαρακτήρα, στην Ιταλία μετατράπηκαν σύντομα σε εργατικέ; κινητοποιήσεις στις μεγαλύτερες βιομηχανίες της χώρας, στο Μεξικό αμφισβήτησαν, άμεσα την αυταρχική κυβέρνηση, ενώ στο Παρίσι υπήρχε ένας συνδυασμός σχεδόν όλων των παραπάνω τάσεων.
Τι... χωρίζει τις εξεγέρσεις
Εξίσου αντιφατικός φαντάζει εκ πρώτος όψεως και ο πρόσφατος «συγχρονισμός των κινητοποιήσεων στη Βραζιλία, την Τουρκία και την Αίγυπτο. Στις δύο τελευταίες περιπτώσεις ο φακός των διεθνών μέσων ενημέρωσης εστίασε περισσότερο στα αυταρχικά χαρακτηριστικά δυο φιλοϊσλαμικών κυβερνήσεων, ενώ η περίπτωση της Βραζιλίας συνδέθηκε με την άνοδο στην τιμή των εισιτηρίων στα μέσα μαζικής μεταφοράς και την κοινωνική πρόκληση από τη διενέργεια μεγάλων αθλητικών εκδηλώσεων.
Εξίσου διαφορετικό είναι και το πολιτικό πλαίσιο που χαρακτηρίζει τις τρεις κυβερνήσεις. Στην περίπτωση της Τουρκίας και της Αιγύπτου οι εξεγέρσεις σημειώθηκαν ενώ βρίσκονταν στην εξουσία δύο δεξιές και ιδιαίτερα συντηρητικές κυβερνήσεις, ενώ η Βραζιλία βρίσκεται εδώ και χρόνια υπό τις αριστερές -αν και ιδιαίτερα μετριοπαθείς για τα δεδομένα της Λατινικής Αμερικής- κυβερνήσεις του Λούλα και της Ντίλμα Ρούσεφ.
Η κατάσταση φαίνεται να περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι, ενώ στην Τουρκία οι διαδηλωτές διεκδικούσαν ενίσχυση των δημοκρατικών θεσμών, στην Αίγυπτο, τουλάχιστον τις πρώτες ώρες από την ανατροπή του Προέδρου Μόρσι, μεγάλο τμήμα των συγκεντρωμένων αντιμετώπιζε θετικά το πραξικόπημα των φιλοδυτικών στρατηγών και το ενδεχόμενο δημιουργίας μιας κυβέρνησης τεχνοκρατών με ελάχιστη έως ανύπαρκτη δημοκρατική νομιμοποίηση.
Κοινή συνισταμένη
Κι όμως, όσο διαμετρικά αντίθετες κι αν φαντάζουν οι τρεις περιπτώσεις, η Βραζιλία, η Τουρκία και η Αίγυπτος μοιράζονται ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν το ταυτόχρονο ξέσπασμα.
Παρά τις επιμέρους διαφορές, οι παραγκουπόλεις που στήνονται στους σκουπιδότοπους και στα νεκροταφεία του Καΐρου έχουν πολλά κοινά σημεία με τις φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο και του Σάο Πάολο αλλά και τα περίφημα Γκετζέ Κοντού της Κωνσταντινούπολης και της Άγκυρας.
Και οι τρεις χώρες βιώνουν εδώ και δεκαετίες τις τρομακτικές ανισότητες που προκάλεσε η επιβολή των νεοφιλελεύθερων δογμάτων από τα τέλη της δεκαετίας του 70 και τις αρχές της δεκαετίας του '80.
Ακολουθώντας το παράδειγμα τις Χιλής του Πινοτσέτ και τα τρία καθεστώτα εφάρμοσαν τη νέα οικονομική πολιτική σε συνθήκες σκληρής δικτατορίας και υπό τη συνεχή επιτήρηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Ακόμη κι όταν η Βραζιλία και η Τουρκία προχώρησαν στον εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος, οι ξένοι δανειστές φρόντισαν να διατηρήσουν την ακραία αντιλαϊκή οικονομική πολιτική, η οποία, μεταξύ άλλων, περιελάμβανε μαζικό ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας, στασιμότητα ή ακόμη και πτώση των μισθών και διαρκή επιδείνωση των συνθηκών εργασίας. Η Αίγυπτος ακολουθούσε τον ίδιο ακριβώς δρόμο, με τη διαφορά ότι το ΔΝΤ και οι ξένοι δανειστές δρούσαν στο πολύ πιο βολικό γι' αυτούς σκηνικό της δικτατορίας του Χόσνι Μουμπάρακ.
Τα μεσαία στρώματα στους δρόμους
Θα πρέπει, βέβαια, να σημειωθεί ότι και στις τρεις περιπτώσεις οι εξεγέρσεις δεν πραγματοποιήθηκαν από τα πληβειακά στρώματα των παραγκουπόλεων, αλλά από τα μεσαία στρώματα που δημιουργήθηκαν τα τελευταία χρόνια και ζουν με την ελπίδα της κοινωνικής ανόδου αλλά και το διαρκή κίνδυνο της επιστροφής στους «μαχαλάδες» του οικονομικού ονείρου.
Στην Τουρκία και τη Βραζιλία, παρά το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις των τελευταίων χρόνων κινούνταν σε διαμετρικά αντίθετες κατευθύνσεις -ο Ερντογάν ακολούθησε πιστά το νεοφιλελεύθερο μονοπάτι, ενώ ο Λούλα και η Ρούσεφ το αντικατέστησαν μια μια κεϊνσιανή πολιτική κρατικής παρέμβασης-, δημιούργησαν την ψευδή εικόνα της εκρηκτικής ανάπτυξης. Η Τουρκία τα κατάφερε στηριζόμενη στη συνεχή ροή κερδοσκοπικού κεφαλαίου και λιγότερο άμεσων επενδύσεων, ενώ η Βραζιλία ακολούθησε μια πολιτική κοινωνικών παροχών η οποία ενίσχυσε την εσωτερική ζήτηση και έθεσε και πάλι σε κίνηση τα γρανάζια της οικονομίας. Και οι δυο πολιτικές, βέβαια, είχαν ημερομηνία λήξης καθώς δεν στηρίζονταν σε ενίσχυση της πραγματικής οικονομίας και δεν οδηγούσαν σε δημιουργία σταθερών θέσεων εργασίας. Στην πραγματικότητα, υπόσχονταν στα μεσαία στρώματα μια ευημερία την οποία δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η Αίγυπτος, αν και παρουσιάζει σημαντικότατες διαφορές, είναι και αυτή εντέλει μια περίπτωση απραγματοποίητων προσδοκιών. Τα μεγάλα λαϊκά στρώματα που ανέτρεψαν το καθεστώς Μουμπάρακ ανέμεναν όχι μόνο τον άμεσο εκδημοκρατισμό, αλλά και την ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής και μια πιο σθεναρή στάση στις απαιτήσεις του ΔΝΤ. Αντί γι' αυτά, ο Μόρσι τους έδωσε μια ακόμη αυταρχική -αν και δημοκρατικά εκλεγμένη- κυβέρνηση, ενώ δεν κατάφερε να προσφέρει καμία ουσιαστική λύση ούτε για τα πληβειακά αλλά ούτε και για τα μεσαία στρώματα.
Τρεις διαφορετικοί λαοί, σε χώρες τσακισμένες για δεκαετίες από τον οδοστρωτήρα του νεοφιλελευθερισμού, άκουσαν υποσχέσεις για βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης τους. Κι όταν οι υποσχέσεις αυτές αποδείχθηκαν ακάλυπτες επιταγές, είχε έρθει η στιγμή της κοινωνικής έκρηξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου