Ήμουνα νιος και γέρασα να ακούω για τα άθλια ελληνικά πανεπιστήμια, που έχουνε γίνει άντρα ακολασίας, βίας και ναρκωτικών, έρμαια των κομμάτων και των παρατάξεων, με φοιτητές άλουστους και καθηγητές αγράμματους και βολεμένους.
Να τα κλείσουμε, να τα συγχωνεύσουμε, να τα ιδιωτικοποιήσουμε, να τα παραδώσουμε στους σχολάρχες – όχι σε οποιουσδήποτε σχολάρχες, σε εκείνους που πηγαίνουμε στις δεξιώσεις τους.
Καταλάβατε, κύριε Αντώνη; Μην ανησυχείτε, κυρία Όλγα, αν χρειαστεί, έχουμε και τα…βίντεο.
Μέχρι που άκουσα από τους ίδιους τους ελεεινολογούντες, από τα χείλη της Όλγας μας το άκουσα, ότι πέντε ελληνικά πανεπιστήμια, το ΕΜΠ, το Αριστοτέλειο, το Εθνικό και Καποδιστριακό, το Πανεπιστήμιο Πατρών και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, συμπεριλαμβάνονται στα διακόσια καλύτερα του κόσμου. Τα ύστερα του κόσμου! Πώς γίνεται τα πρεζάκια, οι άπλυτοι και οι αγράμματοι του Βούθουλα να είναι ίσα κι όμοια με τις Βοστώνες, τις Καλιφόρνιες και τα Λονδίνα; Δεν μπορεί, κάποιο λάθος θα έγινε, γιατί αν δεν έγινε λάθος, θα πρέπει να ζητήσετε ταπεινά συγγνώμη από διδάσκοντες και διδασκόμενους.
Άμα αρχίσουν τις συγγνώμες οι Όλγες, δεν θα ξέρουν πού να σταματήσουν, άλλη δουλειά δεν θα κάνουν τα επόμενα διακόσια χρόνια. Δεν είναι μόνο οι πανεπιστημιακοί και οι φοιτητές, είναι και οι καθηγητές που είναι φροντιστηριάκηδες, οι δάσκαλοι που είναι αργόσχολοι, οι γιατροί που παίρνουν φακελάκια, οι δικηγόροι που είναι στα κυκλώματα, οι εργάτες που συνδικαλίζονται, οι μηχανικοί που τα παίρνουν, οι ταξιτζήδες που βρίζουν, οι φορτηγατζήδες που μουντζώνουν, οι δεητζήδες που κλέβουνε το ρεύμα, οι αγρότες που τα τρώνε στα σκυλάδικα.
Επί είκοσι χρόνια φιλοτεχνούσαν ψηφίδα – ψηφίδα την κοινωνία της ενοχής και της συνενοχής και όταν ήρθε η ώρα η ευλογημένη, όταν στα τρία χρόνια του Μνημονίου συνέβησαν τα αδιανόητα, δεν άνοιξε ρουθούνι. Για να είμαστε ακριβείς, άνοιξαν ελάχιστα ρουθούνια, πολύ λιγότερα απ’ όσα έπρεπε. Η ενοχή έχει απλωθεί παντού, ρε μήπως φταίμε κι εμείς, μήπως τα φάγαμε μαζί, μήπως δεν είμαστε αρκετά πατριώτες, μήπως να μην κάνουμε απεργία, μήπως να μην κλείσουμε τους δρόμους, μήπως να μην τα βάλουμε με την κοινωνία;
Ποια είναι η κοινωνία; Αν δεν είναι οι καθηγητές, οι δάσκαλοι, οι φοιτητές, οι αγρότες, οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι μηχανικοί, οι εργάτες, οι ταξιτζήδες, οι φορτηγατζήδες, αν τους αφαιρέσεις όλους αυτούς, τότε ποιος μένει; Μένει το ΠΑΣΟΚ, η Ν.Δ., οι καναλάρχες, οι εκδότες, η Όλγα, Ο Γιάννης, ο Μπάμπης, οι εργολάβοι, οι εφοπλιστές, οι καθηγητάδες των «Νέων» και της «Καθημερινής». Γύρω – γύρω περιττώματα, εκτάρια περιττωμάτων, και στη μέση ένα ολόλαμπρο διαμάντι, ανέγγιχτο από την περιρρέουσα μπόχα.
Κι όχι διαμάντι ό,τι κι ό,τι. Διαμάντι από του Βανκλίφ και του Άρπελς αυτοπροσώπως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου