Η ανάδυση της μη αριστερής αριστεράς: Η δραστική αναδιάταξη της νοτιοευρωπαϊκής πολιτικής
James Petras
Information Clearing House
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας έχουν λάβει χώρα ουσιώδεις αλλαγές στη Νότια Ευρώπη. Οι αλλαγές αυτές έφεραν τη ρήξη με προηγούμενους πολιτικούς προσανατολισμούς, φέρνοντας ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση, σχεδόν, των παραδοσιακών αριστερών κομμάτων, την παρακμή των συνδικάτων και την ανάδυση του “μεσοαστικού ριζοσπαστισμού.”
Τα νέα πολιτικά κινήματα, που υποτίθεται ότι βρίσκονται στην αριστερά, δεν βασίζονται πια στους ταξικά συνειδητούς εργάτες, ούτε και αποτελούν κομμάτι της ταξικής πάλης. Παρομοίως, στα δεξιά, δίνεται μεγαλύτερη σημασία στην κλιμάκωση της οπισθοδρομικής δυνατότητας του κράτους παρά στην αναζήτηση οικονομικών αγορών.
Η ριζοσπαστικοποίηση της δεξιάς, περιλαμβανομένων των μαζικών περικοπών στις κοινωνικές δαπάνες, κατεδάφισε τα κοινωνικά προγράμματα. Η απαλλοτρίωση των νοικοκυριών έχει καταστρέψει τη συνοχή των κοινωνικών οργανώσεων που βασίζεται στη γειτονιά.
Στη θέση της παραδοσιακής, ταξικής αριστεράς, αναδύθηκαν “μη αριστερά αριστερά” κινήματα. Οι ηγέτες τους χαιρετίζουν τη “συμμετοχική δημοκρατία” αλλά η πολιτική τους πρακτική είναι καθετοποιημένη.
Στα δεξιά, η πολιτική δεν περιστρέφεται πλέον γύρω απ’ την συντήρηση των εθνικών οικονομικών προνομίων. Οι ηγέτες της δεξιάς υποτάσσουν αυτοβούλως την οικονομία και την κοινωνία σε ιμπεριαλιστικές σταυροφορίες, οι οποίες αδειάζουν κάθε νόημα απ’ την εθνική κυριαρχία, ενώ λεηλατούν τα εθνικά ταμεία.
Το δοκίμιο αυτό θα συζητήσει αυτές τις πολύπλοκες αλλαγές και το νόημά τους.
Η “μη αριστερή αριστερά” στη Νότια Ευρώπη
Η οικονομική κρίση, και κυρίως η επιβολή αυστηρών περικοπών στους μισθούς, τις συντάξεις και άλλα κοινωνικά προγράμματα από δεξιές και σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις, οδήγησε σε εξαπλωμένη δυσαρέσκεια, την οποία τα παραδοσιακά αριστερά κόμματα, που βασίζονται στο χώρο εργασίας, απέτυχαν να εκμεταλλευτούν, κινητοποιώντας έτσι και το λαό. Η παρατεταμένη και διαρκώς αυξανόμενη ανεργία, καθώς και η αύξηση της προσωρινής εργασίας, έχουν επιδράσει σε πάνω από το 50% των δυνάμεων της εργασίας.
Η εκπροσώπηση στα συνδικάτα έχει μειωθεί ραγδαία, αδυνατίζοντας περαιτέρω την παρουσία των παραδοσιακών αριστερών κομμάτων στα εργοστάσια.
Οι μεγάλης κλίμακας εξώσεις, τα “κόκκινα” στεγαστικά δάνεια και η απώλεια εργασίας που τα συνοδεύει έχουν οδηγήσει σε κινήματα και πάλη κατά των εξώσεων, που έχουν ως έδρα τις γειτονιές. Εκατομμύρια νέων εργαζομένων βασίζονται πια στις συντάξεις των παππούδων και γιαγιάδων τους και μένουν στο σπίτι των γονιών τους με άλλες δυο γενιές. Για τους νέους εργαζόμενους, η επιδείνωση της ποιότητας της καθημερινής ζωής, η απώλεια προσωπικής αυτονομίας και η ανικανότητα να ζήσουν αυτόνομα, οδήγησαν σε εξεγέρσεις στο όνομα της “αξιοπρέπειας.”
Παραδόξως, και παρά το γεγονός ότι η κρίση βαθαίνει ανάμεσα στους περισσότερους εργάτες, η παραδοσιακή αριστερά παρήκμασε. Ο προσανατολισμός της στο χώρο εργασίας και η γλώσσα της ταξικής πάλης δεν βρίσκουν απήχηση σε όσους δεν έχουν ούτε δουλειά ούτε προοπτικές. Για τη ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη η παραδοσιακή αριστερά παραείναι ριζοσπαστική, εφόσον επιδιώκει την ανατροπή του καπιταλισμού, και είναι υπερβολικά μακριά απ’ την εξουσία για να πραγματοποιήσει αλλαγές.
Η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη περιλαμβάνει τους δημόσιους υπαλλήλους, επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους οι οποίοι έχουν τη φιλοδοξία, και ως πρόσφατα και την εμπειρία, της ταξικής ανόδου, βρήκαν όμως τώρα το δρόμο τους κλειστό από τα προγράμματα λιτότητας τα οποία επέβαλλαν τα δεξιά και τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.
Απογοητευμένη από την σοσιαλδημοκρατική προδοσία και αντιμέτωπη με την ταξική ολίσθιση προς τα κάτω, η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη είναι συγχυσμένη και κατακερματισμένη. Πολλοί μπήκαν σε άμορφες διαμαρτυρίες στο δρόμο· κάποιοι προσχώρησαν, τις περισσότερες φορές προσωρινά, στα εναλλακτικά δεξιά κόμματα, για να αντιμετωπίσουν όμως ακόμα πιο ωμές περικοπές στις θέσεις εργασίας, ανασφάλεια, και καθοδική ταξική πορεία.
Η μεσαία τάξη νιώθει μεγάλο θυμό για το γεγονός ότι στερείται, αυτή και τα παιδιά της, τη δυνατότητα να ανέβει στην κοινωνική κλίμακα. Νιώθει μεγάλο θυμό για την προδοσία των συμφερόντων της από τους πρώην “μετριοπαθώς προοδευτικούς” σοσιαλδημοκράτες ηγέτες της. Η βαθιά της εχθρότητα προς τις αρχές έχει τις ρίζες της στην απώλεια του προηγούμενου στάτους της, ως συνέπεια της κρίσης.
Ο μεσοσαστικός ριζοσπαστισμός περιορίζεται από την νοσταλγία για το παρελθόν. Ο ριζοσπαστισμός αυτός έχει τις ρίζες του στην προσπάθεια να αποκατασταθούν τα κοινωνικά επιδόματα και η αναπτυξιακή πολιτική της ΕΕ. Τα μεσαία στρώματα θυμούνται ένα πρόσφατο παρελθόν, με επίπεδο διαβίωσης και “κοινωνική πολιτική” που τώρα τα παιδιά τους δεν μπορούν να βρουν. Το όραμα αυτό καθοδηγεί τη ρητορική ότι τα προοδευτικά μεσαία στρώματα είχαν κερδίσει και απολάμβαναν τα αυξανόμενα εισοδήματά τους “με την αξία τους.”
Σήμερα, η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη αναζητά πρακτικές, συγκεκριμένες, και κυβερνητικά χρηματοδοτημένες πολιτικές, ικανές να αποκαταστήσουν την προηγούμενή της ευμάρεια. Ο στόχος της δεν είναι να “ισιώσει το γήπεδο” για όλους, αλλά να αποφευχθεί η δική της προλεταριοποίηση. Απορρίπτει την πολιτική της παραδοσιακής αριστεράς γιατί η ταξική πάλη και η εργατοκεντρική ιδεολογία δεν προωθούν τις δικές της κοινωνικές φιλοδοξίες.
Για το μεγαλύτερο μέρος των ακτιβιστών της ριζοσπαστικοποιημένης μεσαίας τάξης οι ένοχοι είναι η “λιτότητα”, οι απατεώνες των μεγάλων τραπεζών και οι πολιτικοί-κλεπτοκράτες. Αναζητούν κόμματα που να αναμορφώνουν ή να αποκαθιστούν ηθική στον καπιταλισμό και να αποκαθιστούν την “ατομική αξιοπρέπεια.” Θέλουν να εκδιώξουν τους διεφθαρμένους αξιωματούχους. Απαιτούν “συμμετοχική δημοκρατία” αντί για τον παραδοσιακό αριστερό στόχο της δημόσιας ιδιοκτησίας [των μέσων παραγωγής] υπό εργατικό έλεγχο.
Η μη αριστερή αριστερά (ΜΑΑ) αναδύθηκε σε όλη την Ευρώπη κάτω απ’ τις συγκεκριμένες συνθήκες που έφερε η σημερινή κοινωνική κρίση. Αυθόρμητη, “αναρχική”, εξωθεσμική και προσανατολισμένη “στο δρόμο”, η ΜΑΑ υιοθέτησε το ασεβές στυλ. Στις απαρχές της, η ΜΑΑ απέρριψε τα πολιτικά κόμματα, τα ξεκάθαρα προγράμματα και τα πειθαρχημένα στελέχη για χάρη του αυθόρμητου και της ασέβειας προς το “κατεστημένο”.
Καθώς μεγάλωνε η ελκυστικότητα της ΜΑΑ, οι άνεργοι, οι προσωρινά απασχολούμενοι, οι επισφαλείς και απροστάτευτοι, μη συνδικαλιστικά οργανωμένοι εργαζόμενοι και η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη πήγαν σε διαδηλώσεις και βρήκαν ασφάλεια στα πλήθη. Τους προσέλκυσαν τα καλέσματα απ’ “το δρόμο” να διώξουν τους υφιστάμενους κλεπτοκράτες.
Αναδυόμενα από αυτό το κίνημα που απευθύνθηκε στο θυμό της καθοδικά εξελισσόμενης μεσαίας τάξης, οι Ποδέμος στην Ισπανία, ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και το Κίνημα των Πέντε Αστέρων στην Ιταλία απευθύνθηκαν σε όλους όσους είχαν αποσυνδεθεί από την εξουσία, υποσχόμενα αποκατάσταση “αξιοπρέπειας και σεβασμού.” Προέβησαν σε άμορφες εκκλήσεις για “τέλος στη λιτότητα” με μια θολή υπόσχεση μόνο ότι αυτό θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας.
Η ηγεσία όμως της ΜΑΑ επηρεάζεται πολύ ξεκάθαρα από τα μη ριζοσπαστικού χαρακτήρα απωθημένα της μεσαίας τάξης με καθοδική πορεία.
Δεν είχε ποτέ εμπειρία της ταξικής πάλης και έχει απορρίψει την ταξική ιδεολογία. Για τους ηγέτες της ΜΑΑ, η κοινωνική πόλωση είναι κατά κύριο λόγο μέσο για να χτιστεί μια εκλογική βάση. Η συμμετοχή τους σε μικρής κλίμακας τοπικά κινήματα παρουσιάστηκε ως “απόδειξη” ότι οι ηγέτες της ΜΑΑ απευθυνόντουσαν σε πραγματικές λαϊκές ελπίδες.
Η μετάβαση της Μη Αριστερής Αριστεράς: Απ’ το δρόμο στα δημόσια αξιώματα
Απ’ το δρόμο, η ΜΑΑ μετακινήθηκε πολύ γρήγορα στις εκλογές και από τις εκλογές προχώρησε σε συμμαχίες με παραδοσιακά κόμματα. Πάρθηκαν στρατηγικές αποφάσεις από μια μικρή κλίκα προσωποπαγών ηγετών: η “συμμετοχική δημοκρατία” επανακαθορίστηκε ώστε να αναφέρεται μόνο στον τοπικό ακτιβισμό και τα ζητήματα της γειτονιάς — και όχι εθνικά θέματα, που ήταν η σφαίρα “ειδικών.”
Ο ΣΥΡΙΖΑ, το πρώτο κόμμα ΜΑΑ το οποίο πήρε την εξουσία, αντανακλά το τεράστιο χάσμα ανάμεσα στη ριζοσπαστική πόζα των ηγετών του και την δουλοπρεπή τους συμμόρφωση προς την καθεστηκυία εξουσία (την Τρόικα: ΔΝΤ, Ευρωπαϊκή Κομισσιόν, Κεντρική Τράπεζα), από τη στιγμή που εκλέχθηκαν στην κυβέρνηση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ενσωματώνει τα απωθημένα της μεσαίας τάξης απέναντι στην ευρωτεχνοκρατική ελίτ των Βρυξελλών, την οποία εγκαλεί για την απώλεια της προηγούμενης ευμάρειας και εργασιακής ασφάλειας και για την διαρκή επιδείνωση της καθημερινής ζωής. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποκήρυξε την Τρόικα ενώ έμεινε κάτω απ’ την καθοδήγησή της. Πέταξε μύδρους κατά της ελίτ της ΕΕ με ηθικολογικό στόμφο για το γεγονός ότι έκανε αυτό που της υπαγόρευαν τα ταξικά της συμφέροντα, δηλαδή ότι υπεράσπισε τους τραπεζίτες της ΕΕ, εκβίασε δανειακές δόσεις και απείλησε τους υποτελείς της. Στην πράξη, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εφάρμοσε ποτέ ταξική ανάλυση στην πολιτική της Τρόικα, καθώς συνέχισε να αναφέρεται στους “εταίρους μας στην ΕΕ”, ακόμα και καθόσον επέβαλλαν τις ωμές τους απαιτήσεις.
Απ’ τη στιγμή που πήραν την εξουσία, οι ηγέτες του ΣΥΡΙΖΑ δεν κινητοποίησαν ποτέ ούτε μια μαζική διαμαρτυρία και δεν απείλησαν ποτέ με γενική απεργία απέναντι στις αποικιακές απαιτήσεις της ΕΕ.
Ο προσωποπαγής ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας διόρισε δεξιά στελέχη προηγούμενων καθεστώτων σε θέσεις-κλειδιά. Διαπραγματεύτηκε με την Τρόικα και υποχώρησε σε όλα τα στρατηγικά θέματα που αφορούν τις πληρωμές χρέους, τη λιτότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έθεσε ποτέ την πιθανότητα να “απευθυνθεί στο λαό.” Η “ηθική του σταυροφορία” ενάντια στον καπιταλισμό ολοκληρώθηκε με την παράδοση στον καπιταλισμό και το αποικιακό σύστημα της ευρωζώνης.
Η έλλειψη ταξικής ανάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και η έλλειψη ταξικής πάλης και ταξικής κινητοποίησης, αλλά και ολική του αφοσίωση στη συνεργασία με έναν ηθικοποιημένο καπιταλισμό και την ευρωζώνη ώστε να αποκατασταθεί το στάτους και η ασφάλεια της μεσαίας τάξης, έχουν φέρει τον πιο φρικτό κομφορμισμό και παράδοση, πασπαλισμένο με την ξεδιάντροπη γελοιότητα ορισμένων ηγετικών του στελεχών.
Στο τέλος, ο ΣΥΡΙΖΑ παραδόθηκε στις απαιτήσεις των υψηλών δυνάμεων της Τρόικα και των υποστηρικτών της ευρωζώνης, αλλά όχι πριν αδειάσει τα ταμεία. Οι ηγέτες του συνδύασαν ό,τι χειρότερο για τη χώρα: μια χρεοκοπημένη εθνική οικονομία, ένα “διαμαρτυρόμενο” αλλά ουσιαστικά αποικιακό καθεστώς και μια απογοητευμένη εκλογική βάση.
Εκεί που πέτυχε εντυπωσιακά ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν να περιθωριοποιήσει την παραδοσιακή αριστερά (το ΚΚΕ). Επιβεβαίωσε την ιστορική τάση: αιωρούμενα κινήματα της στιγμής καταλήγουν να διευθύνονται από προσωποπαγείς ηγέτες που αναλαμβάνουν να μιλούν για “το λαό” ενώ κλίνουν το γόνυ στους διεθνείς τους αφέντες.
Πηγή: Anti-Imperialist Perspectives, ολόκληρο το άρθρο εδώ James Petras.
James Petras
Information Clearing House
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας έχουν λάβει χώρα ουσιώδεις αλλαγές στη Νότια Ευρώπη. Οι αλλαγές αυτές έφεραν τη ρήξη με προηγούμενους πολιτικούς προσανατολισμούς, φέρνοντας ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση, σχεδόν, των παραδοσιακών αριστερών κομμάτων, την παρακμή των συνδικάτων και την ανάδυση του “μεσοαστικού ριζοσπαστισμού.”
Τα νέα πολιτικά κινήματα, που υποτίθεται ότι βρίσκονται στην αριστερά, δεν βασίζονται πια στους ταξικά συνειδητούς εργάτες, ούτε και αποτελούν κομμάτι της ταξικής πάλης. Παρομοίως, στα δεξιά, δίνεται μεγαλύτερη σημασία στην κλιμάκωση της οπισθοδρομικής δυνατότητας του κράτους παρά στην αναζήτηση οικονομικών αγορών.
Η ριζοσπαστικοποίηση της δεξιάς, περιλαμβανομένων των μαζικών περικοπών στις κοινωνικές δαπάνες, κατεδάφισε τα κοινωνικά προγράμματα. Η απαλλοτρίωση των νοικοκυριών έχει καταστρέψει τη συνοχή των κοινωνικών οργανώσεων που βασίζεται στη γειτονιά.
Στη θέση της παραδοσιακής, ταξικής αριστεράς, αναδύθηκαν “μη αριστερά αριστερά” κινήματα. Οι ηγέτες τους χαιρετίζουν τη “συμμετοχική δημοκρατία” αλλά η πολιτική τους πρακτική είναι καθετοποιημένη.
Στα δεξιά, η πολιτική δεν περιστρέφεται πλέον γύρω απ’ την συντήρηση των εθνικών οικονομικών προνομίων. Οι ηγέτες της δεξιάς υποτάσσουν αυτοβούλως την οικονομία και την κοινωνία σε ιμπεριαλιστικές σταυροφορίες, οι οποίες αδειάζουν κάθε νόημα απ’ την εθνική κυριαρχία, ενώ λεηλατούν τα εθνικά ταμεία.
Το δοκίμιο αυτό θα συζητήσει αυτές τις πολύπλοκες αλλαγές και το νόημά τους.
Η “μη αριστερή αριστερά” στη Νότια Ευρώπη
Η οικονομική κρίση, και κυρίως η επιβολή αυστηρών περικοπών στους μισθούς, τις συντάξεις και άλλα κοινωνικά προγράμματα από δεξιές και σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις, οδήγησε σε εξαπλωμένη δυσαρέσκεια, την οποία τα παραδοσιακά αριστερά κόμματα, που βασίζονται στο χώρο εργασίας, απέτυχαν να εκμεταλλευτούν, κινητοποιώντας έτσι και το λαό. Η παρατεταμένη και διαρκώς αυξανόμενη ανεργία, καθώς και η αύξηση της προσωρινής εργασίας, έχουν επιδράσει σε πάνω από το 50% των δυνάμεων της εργασίας.
Η εκπροσώπηση στα συνδικάτα έχει μειωθεί ραγδαία, αδυνατίζοντας περαιτέρω την παρουσία των παραδοσιακών αριστερών κομμάτων στα εργοστάσια.
Οι μεγάλης κλίμακας εξώσεις, τα “κόκκινα” στεγαστικά δάνεια και η απώλεια εργασίας που τα συνοδεύει έχουν οδηγήσει σε κινήματα και πάλη κατά των εξώσεων, που έχουν ως έδρα τις γειτονιές. Εκατομμύρια νέων εργαζομένων βασίζονται πια στις συντάξεις των παππούδων και γιαγιάδων τους και μένουν στο σπίτι των γονιών τους με άλλες δυο γενιές. Για τους νέους εργαζόμενους, η επιδείνωση της ποιότητας της καθημερινής ζωής, η απώλεια προσωπικής αυτονομίας και η ανικανότητα να ζήσουν αυτόνομα, οδήγησαν σε εξεγέρσεις στο όνομα της “αξιοπρέπειας.”
Παραδόξως, και παρά το γεγονός ότι η κρίση βαθαίνει ανάμεσα στους περισσότερους εργάτες, η παραδοσιακή αριστερά παρήκμασε. Ο προσανατολισμός της στο χώρο εργασίας και η γλώσσα της ταξικής πάλης δεν βρίσκουν απήχηση σε όσους δεν έχουν ούτε δουλειά ούτε προοπτικές. Για τη ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη η παραδοσιακή αριστερά παραείναι ριζοσπαστική, εφόσον επιδιώκει την ανατροπή του καπιταλισμού, και είναι υπερβολικά μακριά απ’ την εξουσία για να πραγματοποιήσει αλλαγές.
Η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη περιλαμβάνει τους δημόσιους υπαλλήλους, επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους οι οποίοι έχουν τη φιλοδοξία, και ως πρόσφατα και την εμπειρία, της ταξικής ανόδου, βρήκαν όμως τώρα το δρόμο τους κλειστό από τα προγράμματα λιτότητας τα οποία επέβαλλαν τα δεξιά και τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.
Απογοητευμένη από την σοσιαλδημοκρατική προδοσία και αντιμέτωπη με την ταξική ολίσθιση προς τα κάτω, η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη είναι συγχυσμένη και κατακερματισμένη. Πολλοί μπήκαν σε άμορφες διαμαρτυρίες στο δρόμο· κάποιοι προσχώρησαν, τις περισσότερες φορές προσωρινά, στα εναλλακτικά δεξιά κόμματα, για να αντιμετωπίσουν όμως ακόμα πιο ωμές περικοπές στις θέσεις εργασίας, ανασφάλεια, και καθοδική ταξική πορεία.
Η μεσαία τάξη νιώθει μεγάλο θυμό για το γεγονός ότι στερείται, αυτή και τα παιδιά της, τη δυνατότητα να ανέβει στην κοινωνική κλίμακα. Νιώθει μεγάλο θυμό για την προδοσία των συμφερόντων της από τους πρώην “μετριοπαθώς προοδευτικούς” σοσιαλδημοκράτες ηγέτες της. Η βαθιά της εχθρότητα προς τις αρχές έχει τις ρίζες της στην απώλεια του προηγούμενου στάτους της, ως συνέπεια της κρίσης.
Ο μεσοσαστικός ριζοσπαστισμός περιορίζεται από την νοσταλγία για το παρελθόν. Ο ριζοσπαστισμός αυτός έχει τις ρίζες του στην προσπάθεια να αποκατασταθούν τα κοινωνικά επιδόματα και η αναπτυξιακή πολιτική της ΕΕ. Τα μεσαία στρώματα θυμούνται ένα πρόσφατο παρελθόν, με επίπεδο διαβίωσης και “κοινωνική πολιτική” που τώρα τα παιδιά τους δεν μπορούν να βρουν. Το όραμα αυτό καθοδηγεί τη ρητορική ότι τα προοδευτικά μεσαία στρώματα είχαν κερδίσει και απολάμβαναν τα αυξανόμενα εισοδήματά τους “με την αξία τους.”
Σήμερα, η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη αναζητά πρακτικές, συγκεκριμένες, και κυβερνητικά χρηματοδοτημένες πολιτικές, ικανές να αποκαταστήσουν την προηγούμενή της ευμάρεια. Ο στόχος της δεν είναι να “ισιώσει το γήπεδο” για όλους, αλλά να αποφευχθεί η δική της προλεταριοποίηση. Απορρίπτει την πολιτική της παραδοσιακής αριστεράς γιατί η ταξική πάλη και η εργατοκεντρική ιδεολογία δεν προωθούν τις δικές της κοινωνικές φιλοδοξίες.
Για το μεγαλύτερο μέρος των ακτιβιστών της ριζοσπαστικοποιημένης μεσαίας τάξης οι ένοχοι είναι η “λιτότητα”, οι απατεώνες των μεγάλων τραπεζών και οι πολιτικοί-κλεπτοκράτες. Αναζητούν κόμματα που να αναμορφώνουν ή να αποκαθιστούν ηθική στον καπιταλισμό και να αποκαθιστούν την “ατομική αξιοπρέπεια.” Θέλουν να εκδιώξουν τους διεφθαρμένους αξιωματούχους. Απαιτούν “συμμετοχική δημοκρατία” αντί για τον παραδοσιακό αριστερό στόχο της δημόσιας ιδιοκτησίας [των μέσων παραγωγής] υπό εργατικό έλεγχο.
Η μη αριστερή αριστερά (ΜΑΑ) αναδύθηκε σε όλη την Ευρώπη κάτω απ’ τις συγκεκριμένες συνθήκες που έφερε η σημερινή κοινωνική κρίση. Αυθόρμητη, “αναρχική”, εξωθεσμική και προσανατολισμένη “στο δρόμο”, η ΜΑΑ υιοθέτησε το ασεβές στυλ. Στις απαρχές της, η ΜΑΑ απέρριψε τα πολιτικά κόμματα, τα ξεκάθαρα προγράμματα και τα πειθαρχημένα στελέχη για χάρη του αυθόρμητου και της ασέβειας προς το “κατεστημένο”.
Καθώς μεγάλωνε η ελκυστικότητα της ΜΑΑ, οι άνεργοι, οι προσωρινά απασχολούμενοι, οι επισφαλείς και απροστάτευτοι, μη συνδικαλιστικά οργανωμένοι εργαζόμενοι και η ριζοσπαστικοποιημένη μεσαία τάξη πήγαν σε διαδηλώσεις και βρήκαν ασφάλεια στα πλήθη. Τους προσέλκυσαν τα καλέσματα απ’ “το δρόμο” να διώξουν τους υφιστάμενους κλεπτοκράτες.
Αναδυόμενα από αυτό το κίνημα που απευθύνθηκε στο θυμό της καθοδικά εξελισσόμενης μεσαίας τάξης, οι Ποδέμος στην Ισπανία, ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και το Κίνημα των Πέντε Αστέρων στην Ιταλία απευθύνθηκαν σε όλους όσους είχαν αποσυνδεθεί από την εξουσία, υποσχόμενα αποκατάσταση “αξιοπρέπειας και σεβασμού.” Προέβησαν σε άμορφες εκκλήσεις για “τέλος στη λιτότητα” με μια θολή υπόσχεση μόνο ότι αυτό θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας.
Η ηγεσία όμως της ΜΑΑ επηρεάζεται πολύ ξεκάθαρα από τα μη ριζοσπαστικού χαρακτήρα απωθημένα της μεσαίας τάξης με καθοδική πορεία.
Δεν είχε ποτέ εμπειρία της ταξικής πάλης και έχει απορρίψει την ταξική ιδεολογία. Για τους ηγέτες της ΜΑΑ, η κοινωνική πόλωση είναι κατά κύριο λόγο μέσο για να χτιστεί μια εκλογική βάση. Η συμμετοχή τους σε μικρής κλίμακας τοπικά κινήματα παρουσιάστηκε ως “απόδειξη” ότι οι ηγέτες της ΜΑΑ απευθυνόντουσαν σε πραγματικές λαϊκές ελπίδες.
Η μετάβαση της Μη Αριστερής Αριστεράς: Απ’ το δρόμο στα δημόσια αξιώματα
Απ’ το δρόμο, η ΜΑΑ μετακινήθηκε πολύ γρήγορα στις εκλογές και από τις εκλογές προχώρησε σε συμμαχίες με παραδοσιακά κόμματα. Πάρθηκαν στρατηγικές αποφάσεις από μια μικρή κλίκα προσωποπαγών ηγετών: η “συμμετοχική δημοκρατία” επανακαθορίστηκε ώστε να αναφέρεται μόνο στον τοπικό ακτιβισμό και τα ζητήματα της γειτονιάς — και όχι εθνικά θέματα, που ήταν η σφαίρα “ειδικών.”
Ο ΣΥΡΙΖΑ, το πρώτο κόμμα ΜΑΑ το οποίο πήρε την εξουσία, αντανακλά το τεράστιο χάσμα ανάμεσα στη ριζοσπαστική πόζα των ηγετών του και την δουλοπρεπή τους συμμόρφωση προς την καθεστηκυία εξουσία (την Τρόικα: ΔΝΤ, Ευρωπαϊκή Κομισσιόν, Κεντρική Τράπεζα), από τη στιγμή που εκλέχθηκαν στην κυβέρνηση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ενσωματώνει τα απωθημένα της μεσαίας τάξης απέναντι στην ευρωτεχνοκρατική ελίτ των Βρυξελλών, την οποία εγκαλεί για την απώλεια της προηγούμενης ευμάρειας και εργασιακής ασφάλειας και για την διαρκή επιδείνωση της καθημερινής ζωής. Ο ΣΥΡΙΖΑ αποκήρυξε την Τρόικα ενώ έμεινε κάτω απ’ την καθοδήγησή της. Πέταξε μύδρους κατά της ελίτ της ΕΕ με ηθικολογικό στόμφο για το γεγονός ότι έκανε αυτό που της υπαγόρευαν τα ταξικά της συμφέροντα, δηλαδή ότι υπεράσπισε τους τραπεζίτες της ΕΕ, εκβίασε δανειακές δόσεις και απείλησε τους υποτελείς της. Στην πράξη, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν εφάρμοσε ποτέ ταξική ανάλυση στην πολιτική της Τρόικα, καθώς συνέχισε να αναφέρεται στους “εταίρους μας στην ΕΕ”, ακόμα και καθόσον επέβαλλαν τις ωμές τους απαιτήσεις.
Απ’ τη στιγμή που πήραν την εξουσία, οι ηγέτες του ΣΥΡΙΖΑ δεν κινητοποίησαν ποτέ ούτε μια μαζική διαμαρτυρία και δεν απείλησαν ποτέ με γενική απεργία απέναντι στις αποικιακές απαιτήσεις της ΕΕ.
Ο προσωποπαγής ηγέτης του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας διόρισε δεξιά στελέχη προηγούμενων καθεστώτων σε θέσεις-κλειδιά. Διαπραγματεύτηκε με την Τρόικα και υποχώρησε σε όλα τα στρατηγικά θέματα που αφορούν τις πληρωμές χρέους, τη λιτότητα και τις ιδιωτικοποιήσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έθεσε ποτέ την πιθανότητα να “απευθυνθεί στο λαό.” Η “ηθική του σταυροφορία” ενάντια στον καπιταλισμό ολοκληρώθηκε με την παράδοση στον καπιταλισμό και το αποικιακό σύστημα της ευρωζώνης.
Η έλλειψη ταξικής ανάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και η έλλειψη ταξικής πάλης και ταξικής κινητοποίησης, αλλά και ολική του αφοσίωση στη συνεργασία με έναν ηθικοποιημένο καπιταλισμό και την ευρωζώνη ώστε να αποκατασταθεί το στάτους και η ασφάλεια της μεσαίας τάξης, έχουν φέρει τον πιο φρικτό κομφορμισμό και παράδοση, πασπαλισμένο με την ξεδιάντροπη γελοιότητα ορισμένων ηγετικών του στελεχών.
Στο τέλος, ο ΣΥΡΙΖΑ παραδόθηκε στις απαιτήσεις των υψηλών δυνάμεων της Τρόικα και των υποστηρικτών της ευρωζώνης, αλλά όχι πριν αδειάσει τα ταμεία. Οι ηγέτες του συνδύασαν ό,τι χειρότερο για τη χώρα: μια χρεοκοπημένη εθνική οικονομία, ένα “διαμαρτυρόμενο” αλλά ουσιαστικά αποικιακό καθεστώς και μια απογοητευμένη εκλογική βάση.
Εκεί που πέτυχε εντυπωσιακά ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν να περιθωριοποιήσει την παραδοσιακή αριστερά (το ΚΚΕ). Επιβεβαίωσε την ιστορική τάση: αιωρούμενα κινήματα της στιγμής καταλήγουν να διευθύνονται από προσωποπαγείς ηγέτες που αναλαμβάνουν να μιλούν για “το λαό” ενώ κλίνουν το γόνυ στους διεθνείς τους αφέντες.
Πηγή: Anti-Imperialist Perspectives, ολόκληρο το άρθρο εδώ James Petras.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου