ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2016

Τα 14 χαρακτηριστικά του αρχέγονου φασισμού


images-61

Ο Ουμπέρτο Εκο, σε ένα άρθρο του πριν από αρκετά χρόνια, σκιαγράφησε τα τυπικά χαρακτηριστικά ενός συγκεκριμένου τρόπου σκέψης, τον οποίο ο ίδιος αποκάλεσε αρχέγονο φασισμό ή πρωτο-φασισμό.
Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι:
1. Η λατρεία της παράδοσης.
2. Η απόρριψη του ορθολογισμού και του μοντερνισμού.
3. Η καχυποψία απέναντι στη διανόηση, την κριτική σκέψη, την κουλτούρα.
4. Η διαφωνία είναι προδοσία.
5. Ο φόβος του διαφορετικού.
6. Η επίκληση προς μια απογοητευμένη, ταπεινωμένη, φοβισμένη μεσαία τάξη.
7. Η εμμονή με τις συνωμοσίες, ιδιαίτερα τις διεθνείς.
8. Η αίσθηση της ταπείνωσης απέναντι στη δύναμη ή τον πλούτο του εχθρού.
9. Ο ειρηνισμός είναι συναλλαγή με τον εχθρό. Η λύση θα έρθει με μια «τελική μάχη».
10. Ο «λαϊκός ελιτισμός»: Ανήκουμε στον καλύτερο λαό του κόσμου, τα μέλη του κόμματος είναι οι καλύτεροι πολίτες.
11. Η λατρεία του ηρωισμού και του θανάτου.
12. Η μετάθεση του πόθου για εξουσία στη σεξουαλική συμπεριφορά.
13. Τα άτομα, ως άτομα, δεν έχουν δικαιώματα, ο λαός γίνεται αντιληπτός σαν ποιότητα, ο ηγέτης είναι ο ερμηνευτής της κοινής βούλησης.
14. Φτωχό λεξιλόγιο χωρίς σύνθετη κριτική σκέψη.
Ψαχτείτε και αντισταθείτε. Κανείς δεν είναι άτρωτος.
(Το πρωτότυπο κείμενο δημοσιεύτηκε στο «New York Review of Books» το 1995)
enet.gr

Θα πούμε και το νερό, νεράκι;

*Προφητικό άρθρο πού είχε δημοσιευτεί ένα χρόνο πρίν περίπου,προχτές στη βουλή πέρασε με 152 ψήφους υπέρ η παραχώρηση της ΕΥΔΑΠ καί ΕΥΑΣΘ στό υπερταμείο
atm-water
Οι γαλλικές πολυεθνικές του νερού Veolia και Suez ενδιαφέρονται για τα νερά της Θεσσαλονίκης. Ενδιαφέρονται για το εμπόρευμα που είναι «αναξιοποίητο» ακόμα σε τούτο τον τόπο και κάθε διψασμένος το βρίσκει απλόχερα. Αύριο;

Μπορείτε να φανταστείτε μια αγορά νερού; Μια αγορά, όπου ιδιοκτήτες μετοχών νερού θα το πουλούσαν και θα το αγόραζαν, ενώ άλλοι θα κερδοσκοπούσαν πάνω στην τιμή του χωρίς να το χρειάζονται; Πως θα ήταν η ζωή, εάν όλα τα νερά του πλανήτη, επιφανειακά ή υπόγεια, τα νερά των ποταμών, των λιμνών και των παγετώνων, ανήκαν σε ιδιώτες;

Το «Πωλείται Ζωή» εξετάζει την μεγαλύτερη αγορά νερού του κόσμου που έχει στηθεί στην Χιλή. Εκεί όπου οι υδάτινοι πόροι της χώρας δεν ανήκουν στο κράτος αλλά σε ιδιώτες και μία εταιρεία μπορεί να είναι ιδιοκτήτης ενός ολόκληρου ποταμού και να κατέχει ποσότητα νερού ίση με το Βέλγιο. Εκεί, όπου το νερό έχει μετατραπεί από δημόσιο αγαθό ζωής σε ιδιοκτησία, και ένα «δικαίωμα νερού» μπορεί να κοστίζει όσο ένα σπίτι.

Ακόμα και στην έρημο της Ατακάμα, που θεωρείται η ξηρότερη περιοχή του πλανήτη, οι μεταλλευτικές εταιρείες – μεγαλο-ιδιοκτήτες του μακρύτερου ποταμού της Χιλής, Ρίο Λόα – αντλούν τεράστιες ποσότητες και χρησιμοποιούν το πολύτιμο νερό για να ξεπλένουν μέταλλα, καταδικάζοντας χιλιάδες ιθαγενείς και χωριά αγροτών στην δίψα και τη φτώχεια.

Όλα τα νερά της Χιλής εκτός από τη θάλασσα, έχουν «κοπεί» σε μερίδια που ονομάζονται «δικαιώματα νερού». Τα «δικαιώματα νερού» είναι τίτλοι ιδιοκτησίας ισόβιοι, ξέχωροι από τη γη και έχουν εμπορική αξία, όπως ακριβώς ένα σπίτι, ή ένα κτήμα. Μπορείς να το νοικιάσεις, να το χρησιμοποιήσεις, ή να το κρατήσεις χωρίς να το κάνεις τίποτα περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή, για να το πουλήσεις ακριβά.

Στη χώρα, που θεωρείται πρωτοπόρος στις εφαρμογές του νεοφιλελευθερισμού και των ιδιωτικοποιήσεων, όλα τα νερά πωλούνται. Ποτάμια, λίμνες και υπόγεια ύδατα καταλήγουν σε ιδιώτες, σε επιχειρήσεις και κερδοσκόπους που θεωρούν το νερό επένδυση με σκοπό το κέρδος. Στη Χιλή το νερό δεν θεωρείται πια αναφαίρετο δικαίωμα, αλλά εμπορεύσιμο προϊόν. Με άλλα λόγια αυτό σημαίνει, πως αν είσαι αγρότης δεν μπορείς να ποτίσεις το χωράφι σου ακόμα και αν αυτό βρίσκεται στις όχθες του ποταμού διότι το ποτάμι μπορεί να ανήκει σε άλλους. Αντιστοίχως, δεν μπορείς να πάρεις νερό αν δεν έχεις «δικαίωμα» και συλλαμβάνεσαι αν πιαστείς επ’ αυτοφώρω.

Όλα ξεκίνησαν το 1981, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Πινοσέτ όταν δημιουργήθηκε ο Κώδικας του Νερού (Codigo de Aguas), ένα πακέτο νόμων οι οποίοι θεμελιώνουν ότι το νερό δεν είναι δημόσιο αγαθό, αλλά ιδιωτικό προϊόν…
lefterianews.wordpress.com

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

29 Σεπτεμβρίου 1941 “Η σφαγή του Μπάμπι Γιαρ στην Ουκρανία”


Φωτογραφία που τραβήχτηκε από Γερμανό στρατιώτη κατά την σφαγή στο Μπάμπι Γιάρ (πηγή: ΑΡ)

Ήταν το πρωί μιας μέρας σαν σήμερα, στις 29 Σεπτεμβρίου του 1941 στο Μπάμπι Γιαρ, ένα φαράγγι βόρεια του Κιέβου της Ουκρανίας. Ο τόπος αυτός βάφτηκε με το αίμα χιλιάδων ανθρώπων και έμεινε στην ιστορία ως άλλο ένα μεγάλο έγκλημα στην ιστορία της ανθρωπότητας, με θύτη τους ναζί που την εποχή εκείνη είχαν ξεκινήσει την εισβολή στην Σοβιετική Ένωση. Η σφαγή έγινε λίγες μέρες μετά την κατάληψη του Κιέβου από τις ναζιστικές δυνάμεις (19 Σεπτεμβρίου του 1941) .

Το πρωί της 29ης Σεπτεμβρίου 1941 οι ναζιστικές αρχές κατοχής διέταξαν όλους τους Εβραίους του Κιέβου και των περιχώρων να παρουσιαστούν στις 8πμ στη γωνία των οδών Μελνικόφσκι και Ντοκτούροφ, κοντά στο νεκροταφείο της πόλης. Έπρεπε να έχουν μαζί τους την ταυτότητα και όλα τα προσωπικά τους είδη. Οι περισσότεροι από τους 175.000 Εβραίους της περιοχής πίστεψαν ότι θα κατέληγαν σε κάποιο στρατόπεδο εργασίας της ναζιστικής Γερμανίας. Όμως, οι Ναζί είχαν αποφασίσει ήδη από τις 26 Σεπτεμβρίου να τους εκτελέσουν σε αντίποινα για μια σειρά βομβιστικών ενεργειών κατά στρατιωτικών τους εγκαταστάσεων από την σοβιετική αντίσταση. Ο εβραϊκός πληθυσμός του Κιέβου (άνδρες, γυναίκες και παιδιά) συγκεντρώθηκε τελικά στο κοιμητήριο, περιμένοντας τα τρένα που θα τους μετέφεραν στην εξορία, όπως πίστευαν. Μόλις άκουσαν το κροτάλισμα των πολυβόλων κατάλαβαν ότι ήταν ήδη πολύ αργά για να ξεφύγουν από την κόλαση που τους περίμενε. Οι άνδρες των SS και οι Ουκρανοί συνεργάτες τους οδηγούσαν τους Εβραίους σε μικρές ομάδες των 10 ατόμων στο χείλος του φαραγγιού, όπου τους πολυβολούσαν, αφού πρώτα τους έγδυναν και τους χτυπούσαν ανηλεώς αν προέβαλαν αντίσταση.

Οι μονάδες που εκτέλεσαν την συγκεκριμένη επιχείρηση έφεραν την ονομασία Einsatzgruppen (κινητές μονάδες εξόντωσης) που ήταν ομάδες που στελεχώθηκαν κυρίως από Γερμανούς μέλη των SS και αξιωματικούς των αστυνομικών δυνάμεων. Οι μονάδες αυτές τελούσαν υπό τον έλεγχο των γερμανικών αστυνομικών δυνάμεων ασφαλείας (Sicherheitspolizei ή Sipo) και των αξιωματικών της Υπηρεσίας Ασφαλείας (Sicherheitsdienst ή SD), τα Einsatzgruppen είχαν ως αποστολή τους τη δολοφονία όσων θεωρούνταν ότι είναι φυλετικοί ή πολιτικοί εχθροί του καθεστώτος και οι οποίοι βρίσκονταν πίσω από τις γερμανικές γραμμές μάχης στην κατεχόμενη Σοβιετική Ένωση. Στρατιώτες από μονάδες της Einsatzgruppe C ύστερα από την σφαγή στο Μπάμπι Γιαρ, άρχισαν να ψάχνουν τα υπάρχοντα των νεκρών σε αναζήτηση πολύτιμων αντικειμένων.
axis
Φωτογραφία με συνεργάτες των ναζί στην Ουκρανία

Μαζί με τους Εβραίους σφαγιάστηκαν χιλιάδες μέλη του μπολσεβίκικου κόμματος, κομμουνιστές μαχητές του Κόκκινου Στρατού, άμαχος πληθυσμός και τσιγγάνοι της Ουκρανίας.

Την διαταγή για αυτό το αποτρόπαιο έγκλημα την είχε δώσει ο ίδιος ο Χίμλερ και την εκτέλεσή του ανέλαβε ο στρατηγός Φρίντριχ Γιέκελν. Σύμφωνα με τα ίδια τα SS στο Βερολίνο περισσότεροι από 33.771 Εβραίοι εκτελέστηκαν εκείνη την μέρα και περίπου 60.000 ακόμα άλλοι/ες. Η σφαγή αυτή δεν θα ήταν δυνατή δίχως την συνεργασία των τοπικών συνεργατών των SS στο Κίεβο, όπως άλλωστε και σε άλλες περιπτώσεις κατά την διάρκεια του β’ παγκοσμίου πολέμου, μεταξύ αυτών και αρκετών περιοχών της Ελλαδικής περιφέρειας με έντονο το Εβραϊκό στοιχείο όπως η Θεσσαλονίκη και τα Γιάννενα. Οι Ουκρανοί φασίστες καλωσόρισαν τα στρατεύματα της ναζιστικής Γερμανίας που εισέβαλαν στη χώρα το καλοκαίρι του 1941. Στη γερμανική εισβολή στην Σοβιετική Ένωση, γνωστή με το όνομα «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα», συμμετείχαν 4.000 Ουκρανοί φασίστες και αμέσως μετά την κατάληψη της ουκρανικής πόλης Λβιβ, ο «Οργανισμός Ουκρανών Εθνικιστών» ανακήρυξε την ίδρυση ενός νέου ουκρανικού φασιστικού κράτους.

Η μνήμη της σφαγής του Μπάμπι Γιάρ στις μέρες μας αποκτά πολλαπλή σημασία. Οι παρελάσεις των νεοναζί κατά την διάρκεια του κινήματος Μάινταν στην Ουκρανία, η άνοδος των φασιστικών μορφωμάτων σε ολόκληρη την Ευρώπη, αλλά ακόμα και οι ίδιες οι φιέστες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που σχετικοποιούν έννοιες όπως κομμουνισμός και φασισμός καθιστούν καθήκον το να θυμόμαστε τέτοια γεγονότα, αλλά και να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στις ιστορικές μας προσεγγίσεις και την ορθή αποκατάσταση ιστορικών γεγονότων γενικότερα, πάντα κόντρα στον ιστορικό αναθεωρητισμό της κυρίαρχης ιδεολογίας. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε εν μέσω της κρίσης της κοινωνίας του κεφαλαίου, κάτι που αργά ή γρήγορα, ίσως φέρει μεγαλύτερες τραγικές αλλαγές από αυτές που εκτιμούμε σήμερα. Η ανασυγκρότηση του κομμουνιστικού κινήματος παραμένει όμως και αυτό ένα ιστορικό ζητούμενο και αυτήν την φορά θα πρέπει να είναι σε πλήρη σύγκρουση με τα ιερά αυτού του γυάλινου κόσμου της καπιταλιστικής κυριαρχίας και των Εθνών/Κρατών της.

Shostakovich Symphony No. 13 in B flat minor, 'Babi Yar'



Η απάτη του χρέους

Έχετε ακούσει για τον Ζόλταν Πογκάτσα;

ΦΥΣΙΚΑ ΔΕΝ ΕΧΕΤΕ ΑΚΟΥΣΕΙ.

ΦΥΣΙΚΑ κανένα «έγκυρο» κανάλι δεν θα τον αναφέρει ποτέ.

ΦΥΣΙΚΑ κανένας «μαχόμενος» δημοσιογράφος δεν θα ασχοληθεί μαζί του.

ΦΥΣΙΚΑ κανένας «ειδικός» στην οικονομία, κανένας υπουργός, κανένα κόμμα δεν πρόκειται ποτέ να χρησιμοποιήσει τα στοιχεία από το βιβλίο του.
Και ξέρετε γιατί;

Ο Zoltán Pogátsa είναι Ούγγρος πολιτικός οικονομολόγος και λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Ουγγαρίας. Ασχολείται κυρίως με τα «οικονομικά της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης» και την οικονομική ανάπτυξη. Έχει δημοσιεύσει έξι βιβλία και πολλά άρθρα. Είναι τακτικός σχολιαστής στα ουγγρικά και διεθνή ΜΜΕ.

Το 2013 πέρασε έναν χρόνο με μια ελληνική κρατική επιχορήγηση έρευνας στην Αθήνα. Η ΕΡΕΥΝΑ ΑΥΤΗ ΕΜΦΑΝΩΣ ΜΠΗΚΕ ΣΤΟ ΣΥΡΤΑΡΙ. Συνόψισε τις έρευνές του για την ελληνική κρίση σε ένα ηλεκτρονικό βιβλίο με τίτλο «Η Πολιτική Οικονομία της ελληνικής κρίσης» (The Political Economy of the Greek Crisis).

Αναφέρει ότι ενώ είχαμε μεγάλη οικονομική ανάπτυξη, μόλις μπήκαμε στην ΕΟΚ, διαλυθήκαμε από κάθε άποψη.

Το κείμενο αυτό έχει αγνοηθεί πλήρως από την επιστημονική κοινότητα, και δεν έχει ποτέ αναφερθεί ακαδημαϊκά.

Εδώ μπορείτε να διαβάσετε ένα άρθρο του στα αγγλικά με τίτλο «Διεφθαρμένοι, τεμπέληδες Έλληνες; Απομυθοποιώντας τα εθνικά στερεότυπα που αντικαθιστούν τα Οικονομικά»» (Corrupt lazy Greeks? Debunking ethnic stereotyping substituting economics).

Περιέχει όλα τα στοιχεία που λίγο πολύ τα γνωρίζουμε όλοι και που δείχνουν ότι το χρέος μας είναι μία τεράστια ευρωπαϊκή (και προφανώς και ντόπια) κομπίνα.
Αναφέρει όλους τους μύθους που τόσα χρόνια τώρα πιπιλίζουν σαν καραμέλα οι οικονομικοί επικυρίαρχοι και τα ντόπια τσιράκια τους.

Και μην ξεχάσετε να ψηφίσετε στις επερχόμενες εκλογές τον νέο εθνοσωτήρα μας τον ΔουΝουΤάκη, εεεμμμ Μητσοτάκη ήθελα να πω.

 aienaristeyein.com

Περί Του "Αόρατου Χεριού" Της Οικονομίας!

Thomas Piketty*


Δωρεάν Άμεσο Μάθημα Οικονομίας Από Τον Dr Piketty Προς Τον Τσίπρα.


Σελίδες 24-26

Όμοια με τον Ρικάρντο, ο Μαρξ προσπαθούσε να εδραιώσει την εργασία του στις εσωτερικές λογικές αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος. Ήθελε έτσι να διαχωρίσει τη θέση του από τους αστούς οικονομολόγους (που θεωρούσαν την αγορά ένα σύστημα αυτορρυθμιζόμενο, ικανό δηλαδή να ισορροπεί από μόνο του, κατά την εικόνα του «αόρατου χεριού» του Σμιθ και του «νόμου της παραγωγής που δημιουργεί ζήτηση» του Σαι), όσο και από τους ουτοπικούς σοσιαλιστές ή προυντονικούς, οι οποίοι κατά τη γνώμη του αρκούνταν να καταγγέλλουν την εργατική εξαθλίωση χωρίς να προτείνουν μια πραγματικά επιστημονική μελέτη των οικονομικών διαδικασιών που συντελούνται.

Για να συνοψίσουμε, ο Μαρξ ξεκινούσε από το Ρικαρδιανό υπόδειγμα της τιμής του κεφαλαίου και της αρχής της σπανιότητας και ώθησε πιο μακριά την ανάλυση της δυναμικής του κεφαλαίου, εξετάζοντας έναν κόσμο όπου το κεφάλαιο ήταν προπάντων βιομηχανικό (μηχανές, εξοπλισμοί, κ.λπ.) και όχι έγγειο, δυνητικά επομένως μπορούσε να συσσωρεύεται χωρίς όριο. Πράγματι, το κύριο συμπέρασμα του ήταν αυτό που μπορούμε να αποκαλέσουμε την «αρχή της ατέρμονης συσσώρευσης», την αναπότρεπτη δηλαδή τάση του κεφαλαίου να συσσωρεύεται και να συγκεντρώνεται σε άπειρο βαθμό, χωρίς φυσικό όριο – εξ ού και η έκβαση της Αποκάλυψης που προέβλεψε ο Μαρξ: είτε θα βλέπαμε μια πτωτική τάση του ποσοστού απόδοσης του κεφαλαίου (πράγμα που σκοτώνει τον κινητήρα της συσσώρευσης και μπορεί να οδηγήσει του καπιταλιστές να αλληλοσπαραχθούν), είτε το μερίδιο του κεφαλαίου στο εθνικό εισόδημα θα αυξανόταν διαρκώς (πράγμα που αργά ή γρήγορα θα οδηγούσε τους εργάτες να ενωθούν και να επαναστατήσουν). Σε κάθε περίπτωση, καμία κοινωνικο-οικονομική ή πολιτική ισορροπία δεν ήταν δυνατή.

Αυτή η μαύρη μοίρα δεν έγινε πραγματικότητα περισσότερο από εκείνην που είχε προβλέψει ο Ρικάρντο. Από το τελευταίο τρίτο του 19ου αιώνα οι μισθοί άρχισαν επιτέλους να αυξάνονται: η ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης γενικεύθηκε, πράγμα που μετέβαλε ριζικά την κατάσταση, όσο και αν οι ανισότητες παρέμεναν εξαιρετικά μεγάλες και από ορισμένες απόψεις εξακολουθούσαν μέχρι τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η κομμουνιστική επανάσταση πράγματι έγινε, αλλά στην πιο καθυστερημένη χώρα της Ευρώπης, εκεί όπου η βιομηχανική επανάσταση μόλις είχε ξεκινήσει (στη Ρωσία), ενώ οι πιο προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες, ευτυχώς για τους πληθυσμούς τους, εξερευνούσαν άλλους δρόμους, σοσιαλδημοκρατικούς.

Όπως και οι προγενέστεροι συγγραφείς, ο Μαρξ παρέβλεψε εντελώς τη δυνατότητα μιας τεχνολογικής προόδου με διάρκεια και μιας συνεχούς αύξησης της παραγωγικότητας, δύναμης που όπως θα δούμε μπορεί να ισορροπήσει –ως ένα βαθμό- τη διαδικασία συσσώρευσης και αυξανόμενης συγκέντρωσης του ιδιωτικού κεφαλαίου. Αναμφίβολα δεν διέθετε στατιστικά στοιχεία για να τελειοποιήσει τις προβλέψεις του. Αναμφίβολα επίσης είναι θύμα του γεγονότος ότι είχε καταλήξει στα συμπεράσματα του από το 1848, προτού καν ξεκινήσει τις έρευνες που θα μπορούσαν να τα θεμελιώσουν.

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, ο Μαρξ έγραφε σε μιαν ατμόσφαιρα μεγάλης πολιτικής έξαρσης, και οδηγούνταν έτσι μερικές φορές σε βιαστικά συμπεράσματα που ήταν δύσκολο να αποφύγει. Γι’ αυτό είναι απόλυτη ανάγκη ο θεωρητικός λόγος να συνδέεται με τις πληρέστερες δυνατές ιστορικές πηγές, κάτι που ο Μαρξ δεν επεδίωξε αληθινά στο βαθμό που θα μπορούσε. Χωρίς να λογαριάσουμε ότι ο Μαρξ δεν ασχολήθηκε σχεδόν καθόλου με το ζήτημα της πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης μιας κοινωνίας όπου θα είχε καταργηθεί εντελώς η ιδιωτική ιδιοκτησία του κεφαλαίου – πρόβλημα από τα πιο σύνθετα που υπάρχουν, όπως δείχνουν οι τραγικοί ολοκληρωτικοί αυτοσχεδιασμοί των καθεστώτων που το επιχείρησαν.

Θα δούμε ωστόσο ότι παρ’ όλους τους περιορισμούς της, η μαρξιστική ανάλυση διατηρεί σε πολλά σημεία κάποια ορθότητα. Κατ’ αρχάς ο Μαρξ εκκινούσε από ένα πραγματικό ερώτημα (μιαν απίθανη συγκέντρωση του πλούτου κατά τη βιομηχανική επανάσταση) και επιχειρούσε να απαντήσει με τα μέσα που διέθετε: ιδού ένα διάβημα που καλό θα ήταν να γίνει πηγή έμπνευσης για τους σημερινούς οικονομολόγους. Κατόπιν, και προπάντων, η αρχή της ατέρμονης συσσώρευσης που υποστηρίζει ο Μαρξ εμπεριέχει μια θυελλώδη σύλληψη για την ανάλυση του 21ου αιώνα όπως και του 19ου, και μάλιστα πιο ανησυχητική κατά κάποιον τρόπο από την αρχή της σπανιότητας του Ρικάρντο. Εφόσον ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού και της παραγωγικότητας είναι σχετικά χαμηλός, οι περιουσίες που σωρεύθηκαν κατά το παρελθόν αποκτούν φυσιολογικά μεγάλη σημασία, δυνητικά δυσανάλογη και αποσταθεροποιητική για τις εμπλεκόμενες κοινωνίες.

Για να το πούμε διαφορετικά, μια χαμηλή μεγέθυνση αφήνει λίγα περιθώρια για να ισορροπήσει η μαρξιστική αρχή της ατέρμονης συσσώρευσης: προκύπτει μια ισορροπία που ακόμη και αν δεν είναι τόσο καταστροφική όσο είχε προβλέψει ο Μαρξ, προκαλεί πάντως αρκετές αναταράξεις. Η συσσώρευση σε κάποιο σημείο θα σταματήσει, αλλά το σημείο αυτό μπορεί να είναι τόσο υψηλό ώστε να είναι και αποσταθεροποιητικό. Θα δούμε ότι η πολύ μεγάλη αύξηση της συνολικής αξίας των ιδιωτικών περιουσιών, μετρούμενη σε έτη εθνικού εισοδήματος, όπως τη διαπιστώνουμε από τις δεκαετίες 1970 και 1980 στο σύνολο των πλουσίων χωρών –και ιδίως στην Ευρώπη και την Ιαπωνία- εντάσσεται άμεσα στη λογική αυτή.

Σελίδες 129-130

Αυτές οι πολύ διαφορετικές συλλογικές εμπειρίες της μεγέθυνσης τον 20ό αιώνα εξηγούν εν πολλοίς γιατί η κοινή γνώμη των διαφορετικών χωρών αντιμετωπίζει σήμερα τόσο διαφορετικά την εμπορική και χρηματοοικονομική παγκοσμιοποίηση, ή και τον καπιταλισμό γενικότερα. Στη δυτική Ευρώπη, και ειδικότερα στη Γαλλία, οι άνθρωποι εξακολουθούν πολύ φυσικά να βλέπουν τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, οι οποίες σφραγίστηκαν από εντονότατο κρατικό παρεμβατισμό, σαν μιαν ευλογημένη περίοδο μεγέθυνσης. Και την ευθύνη για τη μείωση της την καταλογίζουν συχνά στην οικονομική απελευθέρωση που ξεκίνησε γύρω στο 1980.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο και στις ΗΠΑ η ανάγνωση της ιστορίας της μεταπολεμικής περιόδου είναι εντελώς διαφορετική. Από τη δεκαετία του 1950 ως τη δεκαετία του 1970 η απόσταση που χώριζε τις αγγλοσαξονικές χώρες από τις ηττημένες του πολέμου κλείνει γοργά από τις ηττημένες του πολέμου κλείνει γοργά. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 πλήθος εξώφυλλα περιοδικών κατήγγελλαν την αμερικάνικη παρακμή και τις επόμενες επιτυχίες της γερμανικής και της ιαπωνικής βιομηχανίας. Στο Ηνωμένο Βασίλειο το κατά κεφαλήν ΑΕΠ έπεφτε κάτω από το επίπεδο της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Ιαπωνίας, ή και της Ιταλίας.

Δεν είναι εκτός πραγματικότητας να σκεφτούμε ότι αυτή η αίσθηση ότι «μας έφτασαν» -ή ακόμα και ότι «μας ξεπέρασαν» στη βρετανική περίπτωση- έπαιξε μείζονα ρόλο στην «συντηρητική επανάσταση». Η Θάτσερ στο Ηνωμένο Βασίλειο κατόπιν ο Ρέιγκαν στις ΗΠΑ, υποσχέθηκαν να συμπιέσουν το Κράτος Πρόνοιας το οποίο έκανε μαλθακούς, υποτίθεται, τους Αγγλοσάξονες επιχειρηματίες, και να επιστρέψουν σε ένα γνήσιο καπιταλισμό του 19ου αιώνα, ώστε οι δύο χώρες να ανακτήσουν την ηγεμονία. Ακόμα και σήμερα πολλοί άνθρωποι εκεί θεωρούν ότι οι συντηρητικές επαναστάσεις πέτυχαν απολύτως, εφόσον οι δύο χώρες έπαψαν να αναπτύσσονται βραδύτερα από την ηπειρωτική Ευρώπη και την Ιαπωνία.

Όμως ούτε η οικονομική απελευθέρωση που ξεκίνησε γύρω στο 1980, ούτε ο κρατικός παρεμβατισμός μετά το 1945, αξίζουν τόσο έπαινο, ή τόση καταδίκη. Είναι πιθανό ότι η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιαπωνία θα είχαν καλύψει την υστέρηση τους στη μεγέθυνση μετά την κατάρρευση του 1914-1945, όποιες πολιτικές και αν ακολουθούσαν, ή σχεδόν. Το περισσότερο που μπορεί κανείς να πει ότι ο κρατικισμός δεν τις έβλαψε. Από τη ώρα όμως που έφτασαν ξανά στην παγκόσμια πρωτοπορία, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει ότι έπαψαν να αναπτύσσονται ταχύτερα από τις αγγλοσαξονικές χώρες και ότι όλοι οι ρυθμοί μεγέθυνσης ευθυγραμμίστηκαν, όπως δείχνει το γράφημα 2.3 (Θα έχουμε την ευκαιρία να επανέλθουμε). Σε μια πρώτη προσέγγιση, οι πολιτικές της απελευθέρωσης δεν φαίνεται να επηρέασαν αυτήν την απλή πραγματικότητα, ούτε προς τα πάνω, ούτε προς τα κάτω.

Σελίδες 172-174

Εμβληματική είναι η περίπτωση της Γαλλίας. Για να την κατανοήσουμε ας πάμε λίγο προς τα πίσω. Στη Γαλλία, όπως σε όλες τις χώρες, η πίστη στον ιδιωτικό καπιταλισμό κλονίστηκε ισχυρά από την οικονομική κρίση της δεκαετίας του 1930 και τους καπιταλισμούς που επακολούθησαν. Η «μεγάλη ύφεση» που ξέσπασε τον Οκτώβριο του 1929 με το χρηματιστηριακό κραχ της Ουόλ Στριτ, έπληξε τις πλούσιες χώρες με μια βιαιότητα που δεν έχουμε ξαναδεί έως σήμερα: από το 1932 η ανεργία έθιγε το ένα τέταρτο του ενεργού πληθυσμού στις ΗΠΑ όπως και στη Γερμανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο όπως και στη Γαλλία.

Το παραδοσιακό δόγμα του “laissez faire” και της μη επέμβασης της δημόσιας εξουσίας στην οικονομική ζωή, το οποίο επικρατούσε σε όλες τις χώρες τον 19ο αιώνα, σε μεγάλο βαθμό μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1930, απαξιώθηκε μόνιμα. Παντού σχεδόν σημειώθηκε μια μετακίνηση προς το μεγαλύτερο παρεμβατισμό. Αρκετά φυσιολογικά οι κυβερνήσεις και η κοινή γνώμη καταλόγιζαν την ευθύνη στις χρηματοπιστωτικές και οικονομικές ελίτ οι οποίες πλούτιζαν οδηγώντας τον κόσμο στο χείλος της αβύσσου. Άρχισαν να αναπτύσσονται ιδέες για μορφές «μεικτής» οικονομίας, ώστε να υπάρχει σε ποικίλλους βαθμούς δημόσια ιδιοκτησία επιχειρήσεων δίπλα στις παραδοσιακές μορφές της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, ή τουλάχιστον ισχυρή ρύθμιση και δημόσιος έλεγχος του χρηματοοικονομικού συστήματος, και του ιδιωτικού καπιταλισμού συνολικά.

Η νίκη της Σοβιετικής Ένωσης στο πλευρό των Συμμάχων το 1945 ενίσχυσε εξάλλου το κύρος του κρατιστικού οικονομικού συστήματος που είχαν εγκαθιδρύσει οι μπολσεβίκοι. Αυτό το σύστημα δεν κατέστησε δυνατή τη γρήγορη εκβιομηχάνιση σε μια χώρα διαβόητα καθυστερημένη, που μόλις το 1917 έβγαινε από τη δουλοπαροικία; Το 1942 ο Τζόζεφ Σούμπετερ θεωρούσε αναπότρεπτο το θρίαμβο του σοσιαλισμού επί του καπιταλισμού. Και το 1970, στην όγδοη έκδοση του διάσημου εγχειριδίου του, ο Πολ Σάμουελσον εξακολουθούσε να προβλέπει ότι το αμερικάνικο ΑΕΠ μεταξύ 1990 και 2000.

Στη Γαλλία το γενικό αυτό κλίμα αμφισβήτησης του ιδιωτικού καπιταλισμού ενισχύθηκε εξάλλου έντονα το 1945 από το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των οικονομικών ελίτ της χώρας κρίνοταν ύποπτο για συνεργασία με τις γερμανικές αρχές κατοχής και για ανάρμοστο πλουτισμό τα χρόνια 1940 έως 1944. Σε μια τέτοια ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα ξέσπασαν τα μεγάλα κύματα εθνικοποιήσεων της Απελευθέρωσης, ιδίως στον τραπεζικό τομέα, τα ανθρακωρυχεία και την αυτοκινητοβιομηχανία, και ειδικότερα με την περίφημη τιμωρητική εθνικοποίηση των εργοστασίων Ρενώ: ο ιδιοκτήτης Λουί Ρενώ συνελήφθη το Σεπτέμβριο του 1944 ως συνεργάτης των Γερμανών, τα εργοστάσια του κατασχέθηκαν από την προσωρινή κυβέρνηση και εθνικοποιήθηκαν τον Ιανουάριο του 1945.

Το 1950, σύμφωνα με τις διαθέσιμες εκτιμήσεις, η συνολική αξία των δημοσίων στοιχείων του ενεργητικού υπερέβαινε ένα έτος εθνικού εισοδήματος στη Γαλλία. Καθώς η αξία του δημοσίου χρέους είχε μειωθεί έντονα από τον πληθωρισμό, η καθαρή δημόσια περιουσία δεν απείχε πολύ από ένα έτος εθνικού εισοδήματος (βλ. γράφημα 3.6). Εδώ και πάλι δεν πρέπει να θεωρήσουμε ακριβείς τις εκτιμήσεις: η αξία του κεφαλαίου είναι δύσκολο να υπολογιστεί την περίοδο αυτή όπου οι τιμές των στοιχείων ενεργητικού είναι ιστορικά χαμηλές, και ενδέχεται τα δημόσια στοιχεία του ενεργητικού να έχουν ελαφρά υποεκτιμηθεί σε σύγκριση με τα ιδιωτικά. Αλλά οι τάξεις μεγέθους μπορούν να θεωρηθούν ενδεικτικές: το 1950 η δημόσια εξουσία κατέχει στη Γαλλία μεταξύ 25% και 30% της εθνικής περιουσίας, ίσως λίγο παραπάνω.

Πρόκειται για αξιόλογο μερίδιο, προπάντων αν λάβουμε υπόψη ότι η δημόσια ιδιοκτησία δεν άγγιξε καθόλου σχεδόν τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ή τη γεωργία, ενώ ήταν πάντοτε σαφώς μειοψηφική (λιγότερο από 20%) στα στεγαστικά ακίνητα. Στους βιομηχανικούς και χρηματοπιστωτικούς τομείς τους οποίους αφορούσαν πιο άμεσα οι εθνικοποιήσεις το μερίδιο του κράτους στην εθνική περιουσία υπερέβαινε το 50% τις δεκαετίες του 1950 έως 1970.

Η ιστορική αυτή εμπειρία, αν και σύντομη σχετικά, είναι σημαντική για να κατανοήσουμε την πολύπλοκη σχέση που διατηρεί ακόμα σήμερα η γαλλική κοινή γνώμη με τον ιδιωτικό καπιταλισμό. Σε όλη τη διάρκεια της Ένδοξης Τριακονταετίας, κατά την οποία η χώρα, σε βρασμό ανοικοδόμησης, γνώρισε μια πολύ ισχυρή οικονομική μεγέθυνση (την ισχυρότερη της εθνικής της ιστορίας), η Γαλλία ζούσε σε ένα σύστημα μεικτής οικονομίας, σε έναν καπιταλισμό χωρίς καπιταλιστές κατά κάποιον τρόπο, ή τουλάχιστον σε έναν κρατικό καπιταλισμό όπου οι ιδιώτες ιδιοκτήτες είχαν πάψει να ελέγχουν τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις.

Σελίδες 410-411

Δεν είναι προσβλητικό να υποθέτουμε ότι όσοι είναι σε θέση να ορίζουν οι ίδιοι το μισθό τους έχουν τη φυσική τάση να χαρίζονται στον εαυτό τους, ή τουλάχιστον να είναι πιο αισιόδοξοι από τον μέσο όρο στην αξιολόγηση της οριακής παραγωγικότητας. Είναι πολύ ανθρώπινο, προπάντων σε συνθήκες όπου η πληροφόρηση είναι αντικειμενικά πολύ ατελής. Χωρίς να φτάσουμε στο σημείο να πούμε ότι «βάζουν χέρι στο ταμείο», πρέπει να παραδεχτούμε ότι η εικόνα αυτή ταιριάζει καλύτερα από εκείνην του «αοράτου χεριού», της μεταφοράς του Άνταμ Σμιθ για την αγορά. Στην πράξη αόρατο χέρι δεν υφίσταται, όπως ούτε «καθαρός και τέλειος» ανταγωνισμός’ η αγορά πάντοτε ενσαρκώνεται σε συγκεκριμένους θεσμούς, σαν τους ιεραρχικά ανώτερους ή τις επιτροπές αμοιβών.

Εκ του διαχειριστή: είναι προφανές από τον γνωστό οικονομολόγο το εξής αυτονόητο, ότι στην σημερινή μας εποχή πρέπει να σταματήσουμε να ασχολούμαστε με την οικονομία με όρους που θυμίζουν κάποιο θρησκευτικό δόγμα. Δεν μπορούμε να μιλάμε για "αόρατα χέρια" ή άλλα μέλη του σώματος του θεού της οικονομίας που αυτορρυθμίζει τις στρεβλώσεις και τις όποιες παθογένειες που θα προκύψουν από τις ανθρώπινες παρεμβάσεις της εξουσίας. Δεν ζούμε στον Μεσαίωνα όπου η Ιερά Εξέταση (αντίστοιχα η πολιτική μας εξουσία, σήμερα) να αποδίδει τις στρεβλώσεις της σε εξωγενείς παράγοντες (βλέπε μάγισσες ή θεϊκή οργή κ.ο.κ.).

Όπως είναι λάθος που οι σημερινοί οικονομολόγοι αρνούνται να δουν τις παθογένειες του σημερινού οικονομικού συστήματος ώστε να μιλάνε για θεϊκές παρεμβάσεις και πρέπει να σταματήσουν να αποδίδουν τα αποτυχημένα τους αποτελέσματα στο γνωστό ρητό "too low, to slow" (πολύ λίγα και πολύ αργά) που έγιναν τα αναγκαία τους βήματα, αρνούμενοι να αποδεχτούν ότι ο μηχανισμός τους πάσχει και δεν έχει σχέση με τα προαπαιτούμενα την ταχύτητα τους(βλέπε πρώην κεντρικούς τραπεζίτες της FED Bernanke, Greenspan και Τρόικα (κυρίως τον Τόμσεν)).

Ο Τσίπρας και ο κάθε Τσίπρας προέρχεται από τον κομματικό σωλήνα της Κομματοκρατίας και φυσικά δεν μπορεί να αντιληφθεί (στην περίπτωση που θέλει, φυσικά) την οικονομία, την εργασία και τις όποιες συνθήκες διαβίωσης αντιμετωπίζει στη καθημερινότητα του ο μέσος Έλληνας υπήκοος, η όποια οπτική προσέγγιση του δεν διαφέρει από την υπόλοιπη πολιτική του κάστα και είναι απόλυτα φυσιολογικό, καθώς είμαστε δύο κόσμοι χωρισμένοι σε αυτόν τον τόπο ο ελληνικός λαός και η ελίτ (εξάλλου η πρακτική της ελίτ αυτής δεν έχει αλλάξει στο ελάχιστο από τότε μέχρι και σήμερα, από την ομολογία της μαρτυρίας του Πόρτερ στο Μνημόνιο του).

 *Συγγραφέας: Thomas Piketty
Τίτλος: Διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών
Βιβλίο : Το Κεφάλαιο τον 21ο Αιώνα

Εκδόσεις: Πόλις

protagorasnews

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016

Γιάννης Σκαρίμπας (Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1893): Απέτυχε η επανάσταση του 21 απέναντι στο «Τουρκοπαπαδοκοτσαμπάσικο καθεστώτος»

30932992014941_b_skarimpas2
Με γλώσσα ιδιότυπη, με σκόπιμο «μπάχαλο της σύνταξης» και ύφος εντελώς προσωπικό δεν μάσαγε τα λόγια του ειδικά απέναντι στους «ευνουχιστές της Ιστορίας και τους αλλουβρεχήτες της αλήθειας», όπως χαρακτήριζε τους καθεστωτικούς διανοούμενους.


Μια μεγάλη μορφή της σύγχρονης διανόησης γεννιέται σαν σήμερα στις 28 Σεπτεμβρίου 1893 στην Αγία Ευθυμία Παρνασσίδος. Ο Γιάννης Σκαρίμπας. Ασχολήθηκε με όλα τα είδη του γραπτού λόγου.
Κι αυτός ήταν ο λόγος που πολεμήθηκε σκληρά από το κατεστημένο της εποχής του, χωρίς όμως ούτε στιγμή να λιγοψυχήσει και να «βάλει νερό στο κρασί του» υπηρετώντας ιδεολογικές και πολιτικές σκοπιμότητες.

Δεν θα αναφερθούμε στην βιογραφία του. Αυτή μπορεί να την συναντήσει κάποιος πολύ εύκολα στο διαδίκτυο. Θα παραθέσουμε κάποια -σχετικά μεγάλα- αποσπάσματα από το πιο σημαντικό κατά την γνώμη μας, βιβλίο του «Το 1821 και η αλήθεια». Είναι ότι καλύτερο έχει γραφτεί για την επανάσταση του 1821 και φωτίζει το αληθινό νόημα της πέρα απ’ τα παραμύθια που μας διδάσκει η επίσημη ιστορία.

Μας είπε κανείς λόγου χάρη ότι η επανάσταση τους 1821 «δεν έγινε μόνο για τους Τούρκους. (Δεν ήσαν χειρότεροι…). Έγινε ενάντια και στο γδάρσιμο και τον κατατρεγμό απ’ τους προκρίτους – δηλαδή για το ξερίζωμα σύξυλου του « Τριαδικού» Τουρκοπαπαδοκοτσαμπάσικου καθεστώτος», όπως αποδεικνύει στο βιβλίο του ο Γ. Σκαρίμπας;.

Διδαχθήκαμε πουθενά ότι «το Ιερατείο, οι Φαναριώτες και οι κοτζαμπάσηδες» ήταν «όλη η πανούκλικη κατάρα του καιρού»; Υπήρξαν πολλοί ιστορικοί να αναφέρουν τον προδοτικό ρόλο απέναντι στην επανάσταση «προσωπικοτήτων» όπως ο Κοραής, ο Καπποδίστριας, ο Κωλλέτηςκ.α όπως κάνει ο Γ. Σκαρίμπας;

Και έχει άδικο στο συμπέρασμά του ο Γ. Σκαρίμπας ότι η επανάσταση του 21 απέτυχε στους σκοπούς της;:

Ωστε, χωρίς τον εξολοθρεμό των κοντζαμπάσηδων και τον «αποσχηματισμό» των Δεσποτάδων, χωρίς την απαλλοτρίωση της γης και το καλογεροκυνηγητό όξω απ’ το Κράτος, χωρίς ολοκληρωμένη τη Ζαράκοβα και τον καταστρεμό των τσιφλικάδων, η εθνική ανεξαρτησία, ήταν ο Μανωλιός της παροιμίας με τα ρούχα του. Ηταν το «τι Γιάννης, τι Γιαννάκης»; Έτσι είναι.   
Και ώστε, μια  μ ό ν ο ν  Εθνική επανάσταση, χωρίς την Κοινωνική καταξίωσή της, είναι μια «φαινομενοφάνεια» που μόνον αναγκαζόμενο το «κατεστημένο» την επιτρέπει; Έτσι είναι.

Απόσπασμα από το βιβλίο του Γ.Σκαρίμπα το ’21 και η αλήθεια. εδώ
 tsak-giorgis

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

Συνέντευξη Νόαμ Τσόμσκι: Ο Νέος Αθεϊσμός και η λατρεία του κράτους

Συνέντευξη στον Χρόνη Πολυχρονίου και στη Λιλι Σέιτζ - Μετάφραση: Σοφία Μανδηλαρά


Η θρησκεία και η πολιτική συχνά βαδίζουν χέρι-χέρι κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Σε αυτή την πιο πρόσφατη συνέντευξη του, ο πρωτοπόρος διανοητής και πατέρας της σύγχρονης γλωσσολογίας Νόαμ Τσόμσκι μοιράζεται τις απόψεις του σχετικά με τη θρησκεία και την σχέση της με την πολιτική.

Ο Τσόμσκι παρουσιάζει επίσης την προοπτική του σχετικά με το κίνημα του «Νέου Αθεϊσμού» και αξιολογεί τον ισχυρισμό ότι η γνώση και η πραγματικότητα είναι απλά κοινωνικά κατασκευασμένα έργα.

Κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, η θρησκεία έχει προσφέρει ανακούφιση από τον πόνο και την οδύνη σε φτωχούς και καταπιεσμένους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, το οποίο είναι ίσως αυτό που εννοούσε ο Μαρξ όταν είπε ότι «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού». Αλλά, ταυτόχρονα, απερίγραπτες φρικαλεότητες έχουν διαπραχθεί στο όνομα του Θεού, και οι θρησκευτικοί θεσμοί συχνά λειτουργούν ως θεματοφύλακες της παράδοσης. Ποια είναι η άποψη σας σχετικά με το ρόλο της θρησκείας στις ανθρώπινες υποθέσεις;

Νόαμ Τσόμσκι: Η γενική εικόνα είναι αρκετά άσχημη και πολύ οικεία για να τη διηγηθώ. Αλλά αξίζει να θυμηθούμε ότι υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό που συνέβη στη Λατινική Αμερική μετά το Βατικανό ΙΙ το 1962, με πρωτοβουλία του Πάπα Ιωάννη XXIII, όταν λήφθηκαν σημαντικά βήματα προς την αποκατάσταση του ριζοσπαστικού ειρηνιστικού μηνύματος των Ευαγγελίων, που είχε σε μεγάλο βαθμό εγκαταλειφθεί όταν ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, στον τέταρτο αιώνα, υιοθέτησε τον Χριστιανισμό ως επίσημο δόγμα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας - μετατρέποντας την εκκλησία των κατατρεγμένων στην εκκλησία των διωκτών, όπως περιγράφει αυτό το μετασχηματισμό ο ιστορικός του Χριστιανισμού Hans Küng. Το μήνυμα του Βατικανού ΙΙ αφομοιώθηκε στη Λατινική Αμερική από τους επισκόπους, τους ιερείς, τους πιστούς οι οποίοι αφιερώθηκαν στην βοήθεια των φτωχών και των πικρά καταπιεσμένων ανθρώπων για να οργανωθούν, για να αποκτήσουν και να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους – αυτό κατέληξε να ονομάζεται «θεολογία της απελευθέρωσης».

Υπήρχαν, βέβαια, προηγούμενες ρίζες και ομόλογοι σε πολλά προτεσταντικά δόγματα, συμπεριλαμβανομένων των ευαγγελιστών Χριστιανών. Αυτές οι ομάδες σχημάτισαν τον βασικό κορμό μιας αξιοσημείωτης εξέλιξης στις Ηνωμένες Πολιτείες στη δεκαετία του 1980, όταν για πρώτη φορά από όσο γνωρίζω, πάρα πολλοί άνθρωποι, όχι μόνο διαμαρτυρήθηκαν για τα φοβερά εγκλήματα που διέπραττε η κυβέρνησή τους αλλά και ένωσαν τις δυνάμεις τους και βοήθησαν τα θύματα των επιθέσεων ώστε να επιβιώσουν.

Οι ΗΠΑ ξεκίνησαν σχεδόν έναν πόλεμο εναντίον της Εκκλησίας, πιο δραματικά στην Κεντρική Αμερική στη δεκαετία του 1980. Η δεκαετία αυτή πλαισιώνεται από δύο κρίσιμα γεγονότα στο Ελ Σαλβαδόρ: τη δολοφονία το 1980 του Αρχιεπισκόπου Oscar Romero, της «φωνή όσων δεν έχουν φωνή» και τη δολοφονία έξι κορυφαίων διανοούμενων της Λατινικής Αμερικής, Ιησουιτών ιερέων, το 1989. Ο Romero δολοφονήθηκε λίγες ημέρες αφότου έστειλε μια εύγλωττη επιστολή στον Πρόεδρο Κάρτερ παρακαλώντας τον να μην στείλει ενισχύσεις στην δολοφονική στρατιωτική χούντα, που θα τις χρησιμοποιούσε «για να καταστρέψει τις οργανώσεις των ανθρώπων που αγωνίζονται για την προάσπιση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους», όπως ήταν τα ακριβή λόγια του Romero. Έτσι έπρατταν οι δυνάμεις ασφαλείας στα κράτη της περιοχής που κυριαρχούνταν από τις ΗΠΑ, αφήνοντας πίσω πολλούς θρησκευτικούς μάρτυρες μαζί με δεκάδες χιλιάδες από τα συνήθη θύματα: φτωχούς αγρότες, ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και άλλους που αγωνίζονταν «για την προάσπιση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους».

Ο στρατός των ΗΠΑ υπερηφανεύεται που βοήθησε στην καταστροφή της πιο επικίνδυνης αίρεσης που υιοθέτησε «την προνομιακή εκδοχή για τους φτωχούς», το μήνυμα των Ευαγγελίων. Η Σχολή της Αμερικής (μετονομάστηκε σε «Ινστιτούτο του Δυτικού Ημισφαιρίου για τη Συνεργασία και Ασφάλεια»), διάσημη για την εκπαίδευση των δολοφόνων της Λατινικής Αμερικής, ανακοινώνει με υπερηφάνεια ότι η θεολογία της απελευθέρωσης «ηττήθηκε με τη βοήθεια του αμερικανικού στρατού».

Πιστεύετε στον πνευματικό παράγοντα πίσω από τη θρησκεία ή βρίσκεται κάτι χρήσιμο σε αυτό;

Για εμένα, προσωπικά, όχι. Νομίζω η παράλογη πίστη είναι ένα επικίνδυνο φαινόμενο και προσπαθώ να το αποφεύγω. Από την άλλη πλευρά, αναγνωρίζω ότι είναι ένα σημαντικό μέρος της ζωής άλλων, με ανάμεικτα αποτελέσματα.

Ποια είναι η άποψη σας για την άνοδο του «Νέου Αθεϊσμού», που φαίνεται να έχει προκύψει περίπου ως ανταπόκριση στις τρομοκρατικές επιθέσεις της 9/11. Ποια είναι τα κοινά στα οποία στοχεύει αυτό το κίνημα και μήπως έχει μια διακριτή πολιτική ατζέντα γύρω από την οποία οι προοδευτικές και αριστερές δυνάμεις πρέπει να συσπειρωθούν;

Συχνά δεν είναι πολύ σαφές ποιο είναι το κοινό-στόχος και οι πολιτικές ατζέντες χωρίς αμφιβολία ποικίλλουν. Είναι ωραίο να πραγματοποιούνται εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες με σκοπό την ενθάρρυνση των ανθρώπων να αμφισβητήσουν αβάσιμες και παράλογες πεποιθήσεις, οι οποίες μπορεί συχνά να είναι αρκετά επικίνδυνες. Και ίσως, μερικές φορές οι προσπάθειες αυτές έχουν θετικά αποτελέσματα. Αλλά γεννιούνται ερωτήματα.

Πάρτε, για παράδειγμα, τον Τζορτζ Μπους, ο οποίος επικαλέστηκε τις φονταμενταλιστικές χριστιανικές πεποιθήσεις του, για να δικαιολογήσει την εισβολή του στο Ιράκ, το χειρότερο έγκλημα του αιώνα. Είναι ο ίδιος μέρος του κοινού στο οποίο απευθύνεται ή του τμήματος των ευαγγελιστών χριστιανών; Ή οι εξέχοντες ραβίνοι του Ισραήλ που καλούν στην ακολουθία της κρίσης του Αμαλήκ ενάντια σε όλους τους Παλαιστίνιους (ολική καταστροφή, μέχρι και για τα ζώα τους); Ή οι ριζοσπάστες ισλαμιστές φονταμενταλιστές στη Σαουδική Αραβία που έχουν υπάρξει οι πολύτιμοι σύμμαχοι της Ουάσινγκτον στη Μέση Ανατολή επί 75 χρόνια, ενώ εφαρμόζουν τον βίαιο προσηλυτισμό (Wahhabization) του σουνιτικού Ισλάμ, τον οποίο ο ανταποκριτής στη Μέση Ανατολή Patrick Cockburn περιγράφει ως μία από τις μεγάλες τραγωδίες της σύγχρονης εποχής; Αν ομάδες όπως αυτές είναι τα ακροατήρια στα οποία απευθύνεται ο Νέος Αθεϊσμός, η προσπάθεια δεν είναι πολύ ελπιδοφόρα, για να πούμε το λιγότερο. Είναι οι άνθρωποι χωρίς ιδιαίτερες θρησκευτικές πεποιθήσεις που παρακολουθούν θρησκευτικές τελετές τακτικά και γιορτάζουν τις γιορτές, έτσι ώστε να γίνονται μέρος μιας κοινότητας αμοιβαίας υποστήριξης και αλληλεγγύης, και μαζί με άλλους απολαμβάνουν μια παράδοση και ενισχύουν τις αξίες που βοηθούν να ξεπεραστεί η απομόνωση ενός εξατομικευμένου κόσμου από τον οποίο απουσιάζουν κοινωνικοί δεσμοί; Είναι η μητέρα που θρηνεί και η οποία παρηγορείται με τη σκέψη ότι θα ξαναδεί το παιδί της που πεθαίνει ξανά στον παράδεισο; Κανείς δε θα παρέδιδε επίσημες διαλέξεις σχετικά με την επιστημολογία σε αυτή τη γυναίκα. Μπορεί πράγματι να υπάρχει κάποιο ακροατήριο, αλλά η σύσταση του και τα όρια του εγείρουν ερωτήσεις.

Επιπλέον, για να είμαστε σοβαροί, ο «Νέος Αθεϊσμός» θα πρέπει να στοχεύει τις παθογενείς κοσμικές θρησκείες της κρατικής λατρείας, συχνά συγκεκαλυμμένες στη ρητορική της μοναδικότητας και της ευγενούς πρόθεσης, την  πηγή εγκλημάτων τόσο συχνών και απέραντων που η εξιστόρηση τους σχεδόν δεν είναι απαραίτητη.

Χωρίς να υπεισέλθω σε ανάλυση, διατηρώ επιφυλάξεις. Αν και, πάλι, οι προσπάθειες για να ξεπεραστούν ψευδείς και συχνά επικίνδυνες πεποιθήσεις είναι πάντα χρήσιμες.

Κάποιος θα μπορούσε να επιχειρηματολογήσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι στην πραγματικότητα μια βαθιά φονταμενταλιστική χώρα όταν πρόκειται για το ζήτημα της θρησκείας. Υπάρχει ελπίδα για πραγματική προοδευτική αλλαγή σε αυτήν την χώρα, όταν ο συντριπτικός όγκος του πληθυσμού φαίνεται να βρίσκεται στο έλεος του θρησκευτικού ζήλου;

Οι ΗΠΑ έχουν υπάρξει μια βαθιά φονταμενταλιστική χώρα από την απαρχή τους, με επανειλημμένες Μεγάλες Αφυπνίσεις και ξεσπάσματα θρησκευτικού ζήλου. Ξεχωρίζει σήμερα μεταξύ των βιομηχανικών κοινωνιών στη δύναμη της θρησκείας. Παρ 'όλα αυτά, επίσης, από την απαρχή τους, έχει συντελεστεί μια σημαντική προοδευτική αλλαγή, και δεν ήταν κατ' ανάγκη σε σύγκρουση με τις θρησκευτικές δεσμεύσεις.

Κάποιος σκέφτεται, για παράδειγμα, την Dorothy Day και το εργατικό κίνημα των Καθολικών. Ή τον ισχυρό ρόλο της θρησκείας στις Αφρο-αμερικανικές κοινότητες στο μεγάλο κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα - και ως προσωπική θέση, ήταν βαθιά συγκινητικό να είναι δυνατό να λάβεις μέρος στις συνεδριάσεις των διαδηλωτών στις εκκλησίες του Νότου μετά από μια μέρα βάναυσων ξυλοδαρμών και αγριότητας, όπου οι συμμετέχοντες ενίσχυαν τους δεσμούς αλληλεγγύης, τραγουδώντας ύμνους, συγκεντρώνοντας τη δύναμη να συνεχίσουν την επόμενη μέρα. Αυτό, φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν είναι ο κανόνας, και συνήθως ο αντίκτυπος της φονταμενταλιστικής θρησκευτικής δέσμευσης για την κοινωνική πολιτική είναι επιβλαβής, αν όχι ολέθριος.

Ως συνήθως, δεν υπάρχουν απλές, παρά μόνο οι παλιές γνωστές απαντήσεις: συμπάσχουσα ανησυχία, προσπάθειες για να αναδειχθεί ό, τι είναι εποικοδομητικό και αξίζει τον κόπο και να ξεπεραστούν επιβλαβείς τάσεις, προσπάθεια να συνεχίσουν να αναπτύσσονται οι δυνάμεις του κοσμικού ανθρωπισμού και οι εκτεταμένες και ριζικές δεσμεύσεις που χρειάζονται επειγόντως για να απαντήσουν στα πιεστικά και επείγοντα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε όλοι.

Πάρα πολλοί πολιτικοί λόγοι στις Ηνωμένες Πολιτείες τελειώνουν με τη φράση «ο Θεός να σας ευλογεί, ο Θεός να ευλογεί την Αμερική». Γλωσσικές εκφράσεις σαν αυτή επηρεάζουν την πολιτική, την κουλτούρα και την κοινωνική πραγματικότητα;

Υποθέτω ότι η αιτιώδης σχέση βρίσκεται ουσιαστικά στην αντίθετη κατεύθυνση, αν και μπορεί επίσης να υπάρξει ανατροφοδότηση. Ένας τυμπανισμός της προπαγάνδας για το πώς «εμείς είμαστε καλοί» και «αυτοί είναι διαβολικοί», με συνεχείς ασκήσεις αυτοθαυμασμού και την κακοποίηση των άλλων, δύσκολα μπορεί να αποτύχει να έχει αντίκτυπο στην αντίληψη του κόσμου.

Τα παραδείγματα αφθονούν, αλλά απλώς για να απεικονίσουν ένα κοινό μοτίβο, πάρτε ένα τρέχον παράδειγμα από την ζενίθ της πνευματικής καλλιέργειας: το άρθρο της Samantha Power από τις 18 Αυγούστου στην έκδοση August 18 article in the New York Review of Books. Χωρίς κανένα σχετικό προσόν ή σχόλιο, η συγγραφέας παρουσιάζει τις σοφές σκέψεις του Henry Kissinger για το «τραγικό ελάττωμα της Αμερικής»: δηλαδή, «πιστεύοντας ότι οι αρχές μας είναι οικουμενικές αρχές, και επιδιώκοντας την επέκταση των δικαιωμάτων του ανθρώπου πέρα ​​από τα σύνορα του έθνους μας ... “Κανένα έθνος … δεν έχει επιβάλει στο ίδιο τις ηθικές απαιτήσεις που επιβάλει η Αμερική. Και καμία χώρα δεν έχει βασανιστεί τόσο η ίδια πάνω στο χάσμα ανάμεσα στις ηθικές της αξίας, που είναι εξ ορισμού απόλυτες, και την εγγενή ατέλεια των συγκεκριμένων καταστάσεων στις οποίες πρέπει να εφαρμοστούν”».

Για οποιονδήποτε με την ελάχιστη εξοικείωση με την σύγχρονη ιστορία, τέτοιοι ανόητοι συλλογισμοί είναι απλά ένας λόγος αμηχανίας – ή για να είμαι πιο ακριβής, φρίκης. Και αυτό δεν ήταν ένα ραδιοφωνικό πρόγραμμα, αλλά μια κορυφαία δημοσιογράφος της φιλελεύθερης-αριστερής διανόησης. Οι άνθρωποι που βομβαρδίζονται με πατριωτικές ανοησίες από όλες τις γωνιές είναι πιθανό να έχουν μια εικόνα για τον εαυτό τους και τον κόσμο που να συνιστά σοβαρή απειλή για την ανθρωπότητα. Δεν αποτελεί έκπληξη, υπό αυτό το φως, τόσο της ιστορικής καταγραφής όσο και των κατασκευασμένων πεποιθήσεων του εαυτού από τους ιδεολόγους, ότι οι ΗΠΑ κατατάσσονται στις διεθνείς δημοσκοπήσεις ως η μεγαλύτερη απειλή για την παγκόσμια ειρήνη, κανείς άλλος δεν είναι καν κοντά. Ούτε αποτελεί έκπληξη ότι ο πληθυσμός προστατεύεται από τέτοια ακατάλληλα δεδομένα από τον «ελεύθερο τύπο».

Η ρητορική χρησιμοποιείται ευρέως στις πολιτικές εκστρατείες και συχνά γίνεται κατάχρηση της μέσα στο πολιτικό πλαίσιο. Έχετε κάποια θεωρία της πολιτικής ρητορικής;

Δεν έχω καμία θεωρία περί ρητορικής, αλλά προσπαθώ να θυμάμαι την αρχή ότι κάποιος δεν πρέπει να προσπαθεί να πείσει· αντί αυτού, να προλειαίνει το έδαφος όσο καλύτερα μπορεί ώστε οι άλλοι με τις δικές τους διανοητικές ικανότητες να καθορίζουν μόνοι τους τι σκέφτονται ότι συμβαίνει και τι είναι σωστό και λάθος. Επίσης προσπαθώ, ειδικά στην πολιτική συγγραφή, να κάνω εξαιρετικά ξεκάθαρο εκ των προτέρων ακριβώς ποια είναι η θέση μου ώστε οι αναγνώστες να κρίνουν αναλόγως. Η ιδέα της ουδέτερης αντικειμενικότητας είναι στην καλύτερη περίπτωση παραπλανητική και συχνά δόλια. Δεν μπορούμε παρά να πλησιάζουμε τα σύνθετα και αμφιλεγόμενα ζητήματα -ειδικά αυτά που έχουν σημασία για τον άνθρωπο – με καθορισμένη άποψη, με έναν πέλεκυ έτοιμο να θερίσει αν θέλετε, και αυτός ο πέλεκυς πρέπει να είναι εμφανής εκ των προτέρων ώστε αυτοί στους οποίους απευθυνόμαστε να γνωρίζουν από πού προερχόμαστε στις επιλογές μας και την ερμηνεία μας των γεγονότων της ιστορίας. Ομοίως, κάθε καλός δάσκαλος γνωρίζει ότι η μεταβίβαση των πληροφοριών έχει πολύ μικρότερη σημασία από ότι να βοηθήσει τους μαθητές να αποκτήσουν την ικανότητα να ερευνούν και να δημιουργούν μόνοι τους.

Έχει γίνει δημοφιλές με το πέρασμα των χρόνων, να σκεφτόμαστε τη γνώση σαν κάτι που είναι κοινωνικά κατασκευασμένο, και οι υποστηρικτές της ιδέας ότι η γνώση είναι απλά το αποτέλεσμα ενός consensus πάνω σε οποιοδήποτε θέμα που απαιτεί έρευνα και ανάλυση λένε ότι το ίδιο ισχύει ακόμα και για την πραγματικότητα. Συμφωνείτε με αυτή την σχετικιστική άποψη της γνώσης και της πραγματικότητας;

Νομίζω ότι είναι ως επί το πλείστον μια παρεκτροπή, αν και υπάρχει ένα στοιχείο αλήθειας κρυμμένο μέσα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επιδίωξη της γνώσης καθοδηγείται από προηγούμενες αντιλήψεις, και χωρίς αμφιβολία είναι συχνά, όχι πάντα, αλλά συνήθως, μια δραστηριότητα της κοινότητας. Αυτό είναι ουσιαστικά αληθές για την οργανωμένη γνώση, ας πούμε την έρευνα στις φυσικές επιστήμες. Για παράδειγμα, ένας μεταπτυχιακός φοιτητής θα έρθει και θα με ενημερώσει ότι έκανα λάθος για κάτι που είπα χθες σε μια διάλεξη γι αυτό και αυτό το λόγο, και θα το συζητήσουμε και θα συμφωνήσουμε ή θα διαφωνήσουμε, και ίσως θα γεννηθεί ένα άλλο σύνολο προβλημάτων. Λοιπόν, αυτή είναι μια φυσιολογική έρευνα, και οποιαδήποτε αποτελέσματα είναι κάποια μορφή γνώσης ή κατανόησης, το οποίο είναι, εν μέρει, κοινωνικά καθορισμένο από τη φύση αυτών των αλληλεπιδράσεων.

Υπάρχουν πολλά τα οποία δεν κατανοούμε, όπως πώς η επιστημονική γνώση αφομοιώνεται και αναπτύσσεται. Αν κοιτάξουμε σε μεγαλύτερο βάθος στους τομείς που αντιλαμβανόμαστε κάτι, ανακαλύπτουμε ότι η ανάπτυξη των γνωστικών συστημάτων, περιλαμβανομένων των συστημάτων της γνώσης και της κατανόησης, κατευθύνονται ουσιαστικά από τη βιολογική φύση μας. Στην περίπτωση της γνώσης της γλώσσας, έχουμε σαφείς αποδείξεις και ουσιαστικά αποτελέσματα για αυτό. Μέρος του προσωπικού μου ενδιαφέροντος για την μελέτη της γλώσσας είναι ότι πρόκειται για έναν τομέα στον οποίο αυτές οι ερωτήσεις μπορούν να μελετηθούν αρκετά καθαρά, πολύ περισσότερο από ότι σε άλλους τομείς. Επίσης, είναι ένας τομέας που είναι εγγενής στην ανθρώπινη φύση και τις ανθρώπινες λειτουργίες, όχι μια οριακή περίπτωση. Εδώ, νομίζω, έχουμε μια ισχυρή απόδειξη της ευθείας επίπτωσης της βιολογικής φύσης στην φόρμα του συστήματος της γνώσης που προκύπτει.

Σε άλλους τομείς, όπως, για παράδειγμα, η εσωτερική κατασκευή του ηθικού κώδικα μας, απλά γνωρίζουμε λιγότερα, αν και υπάρχει μια αρκετά ενδιαφέρουσα και αποκαλυπτική τρέχουσα έρευνα πάνω σε αυτό το θέμα. Νομίζω ότι η ποιοτική φύση του αντιμετωπιζόμενου προβλήματος υποδηλώνει σαφώς ένα πολύ παρόμοιο συμπέρασμα: μια άκρως καθοριστική επίδραση της βιολογικής φύσης. Όταν εξετάζει κάποιος την επιστημονική έρευνα, και πάλι, είναι γνωστά τόσο λίγα για το πώς αυτή προχωρά - πώς έγιναν οι ανακαλύψεις που έγιναν - που μειωνόμαστε σε θεωρίες και την εξέταση ιστορικών παραδειγμάτων. Αλλά νομίζω ότι η ποιοτική φύση της διαδικασίας για την απόκτηση επιστημονικών γνώσεων δείχνει και πάλι μια ιδιαίτερα καθοδηγητική επίδραση της βιολογικής φύσης. Ο συλλογισμός πίσω από αυτό είναι βασικά του Πλάτωνα, το οποίο νομίζω ότι ουσιαστικά είναι έγκυρο. Γι αυτό μερικές φορές ονομάζεται «πρόβλημα του Πλάτωνα». Το σκεπτικό των πλατωνικών διαλόγων είναι ότι ο πλούτος και η ειδικότητα και τα κοινά στοιχεία της γνώσης που έχουμε επιτύχει είναι πολύ πέρα ​​από οτιδήποτε μπορεί να εξηγηθεί από τη διαθέσιμη εμπειρία, η οποία περιλαμβάνει διαπροσωπικές αλληλεπιδράσεις. Και, εκτός από τις πράξεις του Θεού, αυτό αφήνει μόνο την πιθανότητα ότι η γνώση να προσδιορίζεται εσωτερικά με ουσιαστικούς τρόπους, τελικά, από βιολογική κληρονομιά.

Αυτή είναι η ίδια λογική που χρησιμοποιείται συνήθως από τους φυσικούς επιστήμονες που μελετούν οργανικά συστήματα. Έτσι, για παράδειγμα, όταν μελετάμε τη σωματική ανάπτυξη - μεταφορικά μιλώντας «κάτω από το λαιμό», δηλαδή τα πάντα εκτός από το μυαλό - παίρνουμε αυτό το σκεπτικό ως δεδομένο … Ας πούμε ότι ισχυρίζομαι ότι η διαδικασία της εφηβείας είναι ένα θέμα κοινωνικής αλληλεπίδρασης και οι άνθρωποι περνούν εφηβεία επειδή βλέπουν άλλους να το κάνουν, ότι είναι ένα ζήτημα πίεσης από την ομάδα στην οποία ανήκουν. Λοιπόν, θα γελούσατε. Γιατί; Δεν υπάρχει τίποτα στο περιβάλλον που θα μπορούσε να κατευθύνει αυτές τις πολύ συγκεκριμένες αλλαγές στον οργανισμό. Κατά συνέπεια, όλοι μας θεωρούμε δεδομένο ότι είναι βιολογικά καθορισμένες, ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν είναι με κάποιο τρόπο προγραμματισμένα να υποβληθούν στην εφηβεία σε ένα ορισμένο στάδιο της ανάπτυξης. Είναι οι κοινωνικοί παράγοντες άσχετοι με την εφηβεία; Όχι, καθόλου. Η κοινωνική αλληλεπίδραση θα συνδέεται σίγουρα με τη διαδικασία της εφηβείας. Υπό ορισμένες συνθήκες κοινωνικής απομόνωσης, μπορεί ακόμα και να μην συμβεί. Η ίδια λογική ισχύει όταν η έρευνα προχωρά στα θέματα «πάνω από το λαιμό».

Επιστρέφοντας στο θέμα του συνδέσμου μεταξύ θρησκείας και πολιτικής, έχει ειπωθεί από αρκετούς σχολιαστές ότι η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης είναι ένας θρησκευτικός και όχι εδαφικός πόλεμος. Έχει εγκυρότητα αυτός ο ισχυρισμός;

Το σιωνιστικό κίνημα ήταν αρχικά κοσμικό, αν και τα θρησκευτικά στοιχεία κερδίζουν σταδιακά ένα σημαντικά μεγαλύτερο ρόλο, ιδιαίτερα μετά τον πόλεμο του 1967 και την έναρξη της κατοχής, η οποία είχε σημαντικές επιπτώσεις στην ισραηλινή κοινωνία και πολιτισμό. Αυτό είναι ιδιαίτερα αληθές στο στρατό, ένα ζήτημα που έχει βαθιά απασχολήσει τους στρατιωτικούς αναλυτές από τη δεκαετία του 1980 (οι προειδοποιήσεις Yoram Peri εκείνη την εποχή ήταν οξυδερκείς) και όλο και περισσότερο σήμερα. Τα παλαιστινιακά κινήματα ήταν επίσης σε μεγάλο βαθμό κοσμικά, αν και ο θρησκευτικός εξτρεμισμός αυξάνεται επίσης - σε όλο τον μουσουλμανικό κόσμο, στην πραγματικότητα, καθώς οι κοσμικές πρωτοβουλίες οπισθοχωρούν βίαια και τα θύματα ζητούν κάτι άλλο για να πιαστούν. Και πάλι, θα ήταν παραπλανητικό νομίζω να θεωρείται η σύγκρουση Ισραήλ-Παλαιστίνης ως ένας θρησκευτικός πόλεμος. Ό,τι κι αν πιστεύει κάποιος γι αυτόν, ο Σιωνισμός είναι ένα εποικιοκρατικό-αποικιοκρατικό κίνημα, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται.

Ποια είναι η άποψη σας για τον γαλλικό νόμο για την εκκοσμίκευση για τα εμφανή θρησκευτικά σύμβολα; Ένα βήμα προς τα μπρος ή προς τα πίσω και την πρόοδο και την οικουμενικότητα;

Δεν νομίζω ότι θα πρέπει να υπάρχουν νόμοι οι οποίοι εξαναγκάζουν τις γυναίκες να αφαιρέσουν τα πέπλα τους ή τα προτιμώμενα ρούχα τους κατά την κολύμβηση. Οι κοσμικές αξίες πρέπει, νομίζω, να τιμώνται· μεταξύ αυτών, ο σεβασμός στην ατομική επιλογή, εφόσον δεν βλάπτει τους άλλους. Οι κοσμικές αξίες που πρέπει να τηρούνται υπονομεύονται όταν η κρατική εξουσία εισβάλλει σε πεδία που θα έπρεπε να είναι θέματα προσωπικής επιλογής. Αν οι Εβραίοι Χασίντικ επιλέγουν να ντύνονται με μαύρους μανδύες, λευκά πουκάμισα και μαύρα καπέλα, με τα μαλλιά σε ορθόδοξο χτένισμα και με θρησκευτική περιβολή, αυτό δεν είναι δουλειά του κράτους. Είναι το ίδιο όταν μια Μουσουλμάνα γυναίκα αποφασίζει να φορέσει ένα μαντίλι ή να κολυμπήσει με «μπουρκίνι».

Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στα Αγγλικά στο Truth-Out

Πηγή: thepressproject.gr

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016

Νέα στοιχεία: η τραπεζική μαφία ελέγχει πλήρως τη ροή χρήματος χάρη στη δικτατορία της ΕΚΤ


Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δημιούργησε μια πλημμύρα ρευστότητας, υποτίθεται για να δημιουργήσει ανάπτυξη και να τονώσει την πραγματική οικονομία. Ωστόσο, φαίνεται ότι με κάποιο τρόπο η ρευστότητα "εξαφανίστηκε".

Όπως αναφέρει η ιστοσελίδα gefira.org, μετά από σχεδόν δύο χρόνια ποσοτικής χαλάρωσης, η αύξηση του ΑΕΠ της ευρωζώνης άρχισε να επιβραδύνεται αντί να επιταχύνεται. Σύμφωνα με στοιχεία της ίδιας της ΕΚΤ, για την αύξηση του ΑΕΠ κατά 1 ευρώ απαιτείται να τυπωθούν 18,5 ευρώ μέσω ποσοτικής χαλάρωσης, που σημαίνει ότι 80 δισ. ευρώ σπαταλώνται σε μηνιαία βάση! Η ιστοσελίδα εύλογα αναρωτιέται που πηγαίνουν όλα αυτά τα λεφτά της ποσοτικής χαλάρωσης, καθώς είναι φανερό ότι δεν πηγαίνουν στην πραγματική οικονομία.

Το φρεσκοτυπωμένο χρήμα φυσικά δεν εξαφανίζεται, ούτε πρόκειται για κανένα μυστήριο. Η ποσοτική χαλάρωση κατευθύνεται προς το Ευρωπαϊκό τραπεζικό καρτέλ των μεγαλύτερων τραπεζών, οι οποίες ουσιαστικά ελέγχουν την ΕΚΤ, τις πολιτικές μαριονέτες και άρα, τη ροή του νέου χρήματος.

Η ενίσχυση της ανάπτυξης μέσω ποσοτικής χαλάρωσης αποτελεί επομένως μια καθαρή κοροϊδία και οι αριθμοί το αποδεικνύουν, καθώς η αναλογία 1 ευρώ αύξησης του ΑΕΠ για κάθε 18,5 ευρώ νέου χρήματος που τυπώνεται μέσω ποσοτικής χαλάρωσης είναι εξωφρενικά μικρή. Και αυτό μπορεί να εξηγηθεί μόνο από το γεγονός ότι η τραπεζική μαφία ανακυκλώνει το φρέσκο (και ουσιαστικά δωρεάν) χρήμα για τον εαυτό της, ανοίγοντας την κάνουλα της ρευστότητας πατά περίπτωση και κατά βούληση, ελέγχοντας έτσι πλήρως την κατεύθυνση του νέου χρήματος.

Παρόλο που η Ελλάδα έχει αποκλειστεί από την ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, οι συστημικές τράπεζες λαμβάνουν ρευστότητα από τον μηχανισμό αποκαλούμενο ως Emergency Liquidity Assistance (ELA). Είναι ο μηχανισμός που χρησιμοποιήθηκε από τον Ντράγκι το καλοκαίρι του 2015 για να εκβιάσει την Ελληνική κυβέρνηση, όταν ο Τσίπρας αποφάσισε να προχωρήσει σε δημοψήφισμα για τις καταστροφικές πολιτικές λιτότητας. Με την απειλή τερματισμού του ELA, που θα οδηγούσε σε ξαφνικό θάνατο την Ελληνική οικονομία και χωρίς εναλλακτική λύση, ο Τσίπρας αναγκάστηκε τελικά να υπογράψει ένα τρίτο καταστροφικό μνημόνιο.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες έξι χρόνων συστηματικής καταστροφής της Ελληνικής οικονομίας, οι συστημικές τράπεζες έκλεισαν ουσιαστικά τη στρόφιγγα της ρευστότητας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Και όμως, παρόλη την καταστροφή, συνεχίζουν να τροφοδοτούν διαπλεκόμενους ολιγάρχες και αντίστοιχες μεγάλες επιχειρήσεις. Συνεχίζουν να τροφοδοτούν διαπλεκόμενα μίντια που πληρώνονται για τη γνωστή προπαγάνδα που επιχειρεί να καθαγιάσει τους τραπεζίτες, αλλά και για να διαφημιστούν. Η επιλεκτική ροή χρήματος από το εγχώριο τραπεζικό καρτέλ μέσω της δικτατορίας της ΕΚΤ είναι ξεκάθαρη. Στόχος, η εξαφάνιση του μικρομεσαίου κλάδου, για να διαλυθεί και το τελευταίο εμπόδιο απέναντι στο μονοπώλιο των πολυεθνικών που κάνουν πλιάτσικο με αφορμή το ξεπούλημα του δημοσίου.

Προφανώς, το "Ελληνικό μοντέλο" εφαρμόζεται ήδη σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, με βασικό εργαλείο την κοροϊδία της ποσοτικής χαλάρωσης. Ο μικρομεσαίος κλάδος πρέπει να εξολοθρευτεί. Εντωμεταξύ, ο δικτάτορας Ντράγκι επιβεβαίωσε ότι θέλει να ενισχύσει το Ευρωπαϊκό τραπεζικό καρτέλ, καθώς δήλωσε πρόσφατα ότι ο τραπεζικός τομέας είναι πολύ μεγάλος και αυτό οδηγεί σε περιορισμένα κέρδη.

Νέα στοιχεία λοιπόν που δείχνουν ότι ο φανταστικός διάλογος είναι αρκετά ακριβής: “... αν είχαμε μεγαλύτερη ροή χρημάτων στην αγορά, τότε θα έχαναν αρκετή από την αξία τους και θα είχαμε απώλειες κερδών, επειδή εμείς είμαστε αυτοί που τα τυπώνουμε! Γι'αυτό έχουμε εφεύρει τον πληθωρισμό, για να εκφοβίζουμε τις κυβερνήσεις και να κατευθύνουμε το χρήμα πίσω σ'εμάς μέσω των λεγόμενων Πολιτικών Ποσοτικής Χαλάρωσης.

Γονίδια, αξίες και αγροτικές εξεγέρσεις


Φρανκενστάιν ή Ο Σύγχρονος Προμηθέας, Θίοντορ Φον Χολστ, 1831
Του Άνσελμ Γιάππε
[Πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Krisis τεύχος 24, 2001]

  
Mια µέρα θα αναρωτιόµαστε για ποιο λόγο η ριζοσπαστική κριτική της κοινωνίας των αρχών του εικοστού πρώτου αιώνα ασχολήθηκε περισσότερο µε τον Xάιντερ και µε τον πόλεµο στα Βαλκάνια απ όσο µε τη Novartis ή τη Nestlé, ή γενικά µε τις βιοτεχνολογίες.35 Φαίνεται πως όλοι συµφωνούν ότι οι βιοτεχνολογίες θα σηµαδέψουν την εποχή που έρχεται. Τόσο οι υποστηρικτές τους, όσο και οι αντίπαλοί τους παραδέχονται το εξής: O παλιός ορισµός τού τι είναι γενικά ανθρώπινη ζωή έχει αλλάξει ανεπιστρεπτί µέσα από τις ραγδαίες εξελίξεις των τελευταίων δέκα περίπου χρόνων, που διάνοιξαν τεράστιες δυνατότητες για παρέµβαση στις βάσεις της οργανικής ζωής, δηλαδή για χειραγώγηση του DNA, τεχνητή γονιµοποίηση, παιδιά του σωλήνα, µεταµοσχεύσεις οργάνων, κλωνοποίηση, γενετικές θεραπείες και τα τοιαύτα.36
Ούτε και η βιβλιογραφία επί του θέµατος είναι ιδιαίτερα εκτεταµένη,37 ενώ τις περισσότερες φορές είτε χάνεται σε µια άβυσσο επιστηµονικών λεπτοµερειών και εξειδικεύσεων είτε βλέπει το κακό µόνο στη “λανθασµένη χρήση” (και λέει, ας πούµε, ναι στις θεραπευτικές εφαρµογές, όχι στην ανθρώπινη κλωνοποίηση). Γενικά, η κριτική περιορίζεται συνήθως στην επίκληση θολών ηθικών αρχών, αρχών που τελικά είτε ευαγγελίζονται την οπισθοδρόµηση είτε προσπαθούν να αποτρέψουν τα χειρότερα. Ωστόσο, στα κείµενα αυτά εντοπίζονται πολλές από τις διαπιστωµένες ή πιθανολογούµενες αρνητικές συνέπειες των βιοτεχνολογιών:
 

η απρόβλεπτη µεταφορά γονιδίων σε άλλα έµβια όντα (έτσι ώστε π.χ. ορισµένοι ιοί να καθίστανται ανθεκτικοί στα αντιβιοτικά ή τα ζιζάνια στις εισροές, δηλ. στα ζιζανιοκτόνα και τα εντοµοκτόνα),
 

η γένεση νέων ασθενειών από ιούς (κατά τη µεταφορά, για παράδειγµα, µοσχευµάτων από χοίρους σε ανθρώπους), οι οποίοι δεν µπορούν να αντιµετωπιστούν,
 

η δηµιουργία ιδιαιτέρως επικίνδυνων και εύκολα προσβάσιµων βιολογικών όπλων, µε ενδεχοµένως εξαιρετικά ενδιαφέρουσες ιδιότητες, όπως, για παράδειγµα, τη δυνατότητα να πλήττουν µόνο τα µέλη συγκεκριµένων ανθρώπινων οµάδων (ας πούµε µε συγκεκριµένο χρώµα δέρµατος),
 

η περαιτέρω διάρρηξη της ιδιωτικής σφαίρας µέσω της καθιέρωσης γενετικών εξετάσεων από τις ασφαλιστικές εταιρείες, τους εργοδότες, ή τα δικαστήρια, εξετάσεων οι οποίες θα µπορούσαν να οδηγήσουν σε διακρίσεις ή, µε τον καιρό, σε µια τάξη “γενετικά προσδιορισµένων ανέργων”, σε “γονιδιακές κάστες”, σε βιοπειρατεία εις βάρος του Tρίτου Kόσµου, όπου βρίσκεται ένα µεγάλο µέρος του βιοτεχνολογικού υλικού,
 

η εξασφάλιση ευρεσιτεχνίας εµβίων όντων, ή ακόµη και µελών του ανθρώπινου σώµατος,
 

η αλλοίωση της γενετικής κληρονοµιάς,
 

ο περαιτέρω κλονισµός των φυσικών ισορροπιών,
 

η πλήρης εξάρτηση των αγροτών του Tρίτου Kόσµου από τις βιο-πολυεθνικές και η επιτάχυνση της καταστροφής των υπαρξιακών τους συνθηκών,
 

η εξάπλωση ενός γκροτέσκου γενετικού αναγωγισµού στην επιστηµονική κοινότητα, ο οποίος αρνείται κάθε κοινωνική παράµετρο και προωθεί έναν ευγονικό κοινωνικό δαρβινισµό και γενικότερα
 

η αδυνατότητα να εκτιµηθούν οι µακροπρόθεσµες συνέπειες τόσο µακρόπνοων επεµβάσεων στο γενετικό υλικό.
 

Aς θεωρήσουµε λοιπόν ότι τα παραπάνω είναι γνωστά. Aυτό όµως δεν σηµαίνει ότι έχει αναγνωριστεί και η σηµασία τους. Όλοι σχεδόν οι κριτικοί της βιοτεχνολογίας αµφισβητούν µόνον το πώς της βιοτεχνολογίας, παραπονιούνται ότι µόνον οι πλούσιοι θα µπορούν να απολαύσουν τα υποτιθέµενα πλεονεκτήµατά της και διακηρύττουν ότι και οι χώρες απ’ όπου προέρχονται οι περισσότερες πρώτες ύλες της βιοτεχνολογικής βιοµηχανίας θα έπρεπε να έχουν πρόσβαση στα λάφυρα. Kάνουν υπολογισµούς κερδών και απωλειών, θέλουν δηλαδή να ξέρουν αν η δηµοκρατική εµπορευµατική κοινωνία και οι πολίτες της στο τέλος θα χάσουν ή θα κερδίσουν από τη συναλλαγή. Bέβαια, και τότε ακόµη, συνήθως οδηγούνται στο συµπέρασµα ότι και στο καθαρά οικονοµικό επίπεδο, µόνο καναδυό µεγάλοι όµιλοι εταιρειών θα ωφεληθούν από τις βιοτεχνολογίες, ενώ οι υπόλοιποι δεν θα κερδίσουν τίποτα. Eνίοτε θίγονται και ζητήµατα ευρύτερα, όπως για παράδειγµα το τι σηµαίνει για την αυτοσυνείδηση του ατόµου, ή και για την έννοια του ανθρώπινου γενικά, το να έχει µεγαλώσει κανείς στο εργαστήριο και όχι στην κοιλιά της µητέρας του. Aκριβώς όπως και η τρέχουσα κριτική στον καπιταλισµό, έτσι και η κριτική στις βιοτεχνολογίες περιορίζεται πάντοτε σε µεµονωµένες όψεις του προβλήµατος. Σκυθρωποί, οι ειδικοί της βιο-ηθικής σπάνε το κεφάλι τους αν ένα κατεψυγµένο έµβρυο κατέχει ή µήπως όχι ανθρώπινη αξία. H τηλεοπτικά διαφωτισµένη “κοινή γνώµη” ανησυχεί για πιθανούς κινδύνους που επιφυλάσσει η βιοτεχνολογία στους ευπρεπείς καταναλωτές και για την έλλειψη δηµοκρατικής διαφάνειας. Tα σεβαστά αυτά αιτήµατα ίσως να καταφέρουν να θέσουν όρια σε κάποιες από τις χειρότερες επιπτώσεις των βιοτεχνολογιών, έτσι ώστε να µην µπορεί φέρ’ ειπείν ο καθένας να εισαγάγει στον κόσµο πρωτοφανείς ιούς µόνο και µόνο για να κάνει φιγούρα στην επόµενη σύσκεψη των υψηλόβαθµων στελεχών της εταιρείας του. Eίναι άλλωστε πάγιο χαρακτηριστικό της δηµοκρατικής εµπορευµατικής κοινωνίας το ότι πλασάρει µεταρρυθµίσεις ούτως ή άλλως αναγκαίες ως γενναιόδωρες παραχωρήσεις σε αντιπολιτευτικά (προσοχή: όχι αντισυστηµικά) κοινωνικά κινήµατα. Όπως, όµως, είναι αδύνατον να απαλλαγούµε από την κερδοσκοπία στη χρηµατοοικονοµική αγορά, για να επιστρέψουµε στη “γνήσια” εργασία, στο “αληθινό” χρήµα και στην “κανονική” οικονοµία, έτσι δεν µπορούµε ούτε να διαχωρίσουµε τις βιοτεχνολογίες από την ανάπτυξη που έχουν επιφέρει και να τις αποµακρύνουµε σαν να ήταν απλώς µια απόφυση, τερατώδης έστω, στο σώµα της τεχνολογίας, για να συνεχίσουµε τη ζωή µας µε την ίδια επιστήµη, την ίδια τεχνολογία, την ίδια αγροτική οικονοµία, την ίδια ιατρική. Όπως η εργασία στον καπιταλισµό δεν είναι δυνατή παρά µόνον ως αχαλίνωτη παγκόσµια οικονοµική αγορά, έτσι και οι τεχνολογίες αποτελούν ένα στάδιο ανάπτυξης (το τελικό;) της µοντέρνας επιστήµης, τεχνολογίας, αγροτικής οικονοµίας και ιατρικής. Όποιος έχει πει το ναι στην “ουσία”, π.χ. στη µοντέρνα αγροτική οικονοµία και στην επιστήµη που αποτελεί εφαρµογή της οικονοµίας αυτής, στην πραγµατικότητα είναι σε θέση να συζητήσει µόνο για τις ετικέτες των προϊόντων που περιέχουν γενετικά τροποποιηµένους οργανισµούς.
 

Tις βιοτεχνολογίες µπορούµε να τις “ρυθµίσουµε”, όσο µπορούµε να “ρυθµίσουµε” τις κεφαλαιαγορές (και υπάρχουν άνθρωποι της ATTAC που κυνηγούν ταυτόχρονα και τις δύο χίµαιρες…). Όπως ακριβώς το διεθνές εποικοδόµηµα της κερδοσκοπίας είναι αποτέλεσµα της βασικής λογικής της κοινωνικοποίησης µέσω της εµπορευµατικής αξίας, έτσι και η βιοτεχνολογία αντιστοιχεί στις θεµελιώδεις τάσεις µιας επιστήµης που προέκυψε από την κοινωνία της αξίας. Aπό τις πολλές όψεις του ζητήµατος θα επικεντρωθούµε σε τρεις: στον µηδενισµό της ποιότητας, στην απαλλοτρίωση των ζωτικών αποθεµάτων του πλανήτη και στη διαµόρφωση των υποκειµένων της δηµοκρατικής/ατοµικιστικής αγοράς. Ή αλλιώς, όπως λέει και ηEncyclopédie des Nuisances: Tο ερώτηµα δεν είναι αν το κατεψυγµένο έµβρυο έχει “ανθρώπινη αξία”, αλλά το πώς η κοινωνία έφτασε στο σηµείο να το παράγει.
 

H διαµόρφωση της κοινωνίας της αξίας και η µοντέρνα επιστήµη, από τότε που ξέσπασαν κατά το 16ο και 17ο αιώνα, προχωρούν παράλληλα. Στη βιοτεχνολογία επιτέλους συναντιούνται. Όπως στο σηµερινό επίπεδο της ανάπτυξης του µυθικού κεφαλαίου η λογική της αξίας επιτέλους αυτοπραγµατώνεται και φτάνει µάλλον στο τελευταίο της στάδιο, έτσι και η µοντέρνα επιστήµη στη βιοτεχνολογία τελικά «συµπίπτει µε την εννοιακή της σύλληψη». H άρνηση της ποιότητας που ενυπάρχει σε κάθε πράγµα σηµάδεψε τόσο την επιστήµη, όσο και την κοινωνικοποίηση µέσω της αξίας. Mε άλλα λόγια, η αναγωγή της ποιοτικής πολυπλοκότητας και ποικιλότητας σε απλή ποσότητα µιας οµοιόµορφης ουσίας ανέδειξε αφενός την αξία της εργασίας και αφετέρου τον µαθηµατικό χωροχρόνο. Όπως έλεγε ο Γαλιλαίος, το βιβλίο της φύσης γράφεται µε κύκλους, τρίγωνα και τετράγωνα. Όπως σήµερα όλα αναπαρίστανται ως ποσοτική αξία (και η κοινωνικοποίηση µέσω της αξίας παρόλ’ αυτά αποτυγχάνει σε όλα όσα δεν µπορούν να συµπιεστούν και να µετατραπούν σε αξία, στη “σκοτεινή” τους πλευρά), έτσι και η βιοτεχνολογία, αυτή η πεµπτουσία της φυσικής επιστήµης, πραγµατεύεται όλα τα έµβια όντα ως σκέτο DNA, που αποσυναρµολογείται και επανασυγκολλάται κατά βούληση. H βιοποικιλότητα των εµβίων όντων, που µέχρι πριν λίγα χρόνια αποτελούσε αξεπέραστο όριο ακόµη και της σκέψης (αφού θεωρούσαµε ότι τα είδη δεν διασταυρώνονται µεταξύ τους), έχει δώσει τη θέση της στην ιδέα ενός χειραγωγήσιµου συνεχούς, στο οποίο γονίδια ενός είδους µπορούν να µεταφερθούν σε άλλο είδος και µάλιστα σε είδος άλλου βασιλείου (φυτών, ζώων, βακτηρίων, ιών). Σύµφωνα µε τους τεχνικούς της βιοτεχνολογίας, «όλα τα έµβια όντα ανάγονται σε κάποια βασική βιολογική ύλη, που µπορεί να αφαιρεθεί, να χειραγωγηθεί, να ανασυνδυαστεί (να διασταυρωθεί) και να προγραµµατιστεί µε µια σειρά εργαστηριακών τεχνικών» (Rifkin 70).
 

Όπως υπογραµµίζουν τα Remarques, είναι αδιανόητο να µιλούµε για “καλή” και για “κακή” χρήση της βιοτεχνολογίας, αφού πρόκειται για την «ίδια σαρωτική δύναµη του κατακερµατισµού, για τον έναν και τον αυτό µηδενισµό, που απλώνεται σ’ όλες τις µορφές ζωής -φυτά, ζώα, ανθρώπους-, τις αντιµετωπίζει σαν οµοιογενές γενετικό υλικό» και συλλαµβάνει τα πάντα βάσει µοντέλων της πληροφορικής (Rem. 85). H συνεχής απλούστευση, η reductio ad unum, που διαφοροποιεί την εµπορευµατική κοινωνία από όλες τις άλλες, θριαµβεύει όχι µόνο στη βιοτεχνολογία, αλλά και στην πληροφορική, χωρίς την οποία οι βιοτεχνολόγοι δεν θα τα έβγαζαν πέρα. Η πληροφορική µάλιστα έχει βαφτίσει κι ένα νέο βιοεξελικτικό µοντέλο (Rifkin, κεφάλαια έξι και επτά). Στη µητέρα-επιστήµη της πληροφορικής, στην κυβερνητική, όλα ανάγονται σε “πληροφορία”. Oι κανόνες της εφαρµόζονται εξίσου σε κάθε έκφανση της ύπαρξης, τόσο στη συµπεριφορά των ποντικιών, όσο και στην όσµωση των κυττάρων, τόσο στην οργάνωση του χώρου εργασίας, όσο και σ’ έναν διαστρικό γαλαξία: όλα µπορούν να συλληφθούν ως ένα είδος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Tα έµβια όντα δεν αποτελούν πλέον αµετάβλητες µοναδικότητες µε την έννοια του είδους, της συνοµοταξίας κ.ο.κ., παρά µόνον «έναν τρόπο οργάνωσης των πληροφοριών», γι’ αυτό και µπορούν να ρυθµιστούν κατά βούληση (Rifkin 338). Στην ιδεολογική του µορφή, ο γενετικός αυτός αναγωγισµός έχει δεχτεί τα πυρά κάποιων “κριτικών” επιστηµόνων. Aκόµη κι αυτοί, όµως, δεν συνειδητοποιούν ότι ο αναγωγισµός συνδέεται άµεσα µε τη σύγχρονη λογική της αξίας, πόσο µάλλον ότι συνδέεται µε τις ίδιες τις βάσεις της σύγχρονης επιστήµης και µε την ανικανότητά της να διακρίνει τη διαφορά µεταξύ ενός ζωντανού οργανισµού και µιας µηχανικής συναρµογής µεµονωµένων κοµµατιών. Όπως όµως η διαµόρφωση της κοινωνίας µέσω της αξίας αυτοκαταστρέφεται, αφού προσκρούει σε ό,τι δεν µπορεί να συλληφθεί µέσω της αξίας, έτσι και στην περίπτωση της σύγχρονης επιστήµης αποτυγχάνει κάθε προσπάθεια να φορέσουµε τυπολογικό ζουρλοµανδύα στο πραγµατικό. Όπως επισηµαίνουν τα Remarques, αυτό που επιστρέφει σε µας µε τη µορφή διάφορων φυσικών καταστροφών είναι η ολότητα της φύσης, την οποία η έρευνα επιµένει συστηµατικά να αγνοεί. H βιοτεχνολογία θέλει να αντικαταστήσει µε τα τεχνητά της προϊόντα ό,τι θεωρεί περιττό στη φύση – όπως π.χ. το 90% του DNΑ, που οι µικροβιολόγοι αποκαλούν “πλεονάζον DNΑ”, επειδή δεν βλέπουν να έχει κάποια συγκεκριµένη λειτουργία (Rem. 30-31).
 

Oι βιοτεχνολογίες αποτελούν τεράστια πρόοδο στο πλαίσιο της, συνεχούς από το τέλος του µεσαίωνα και δώθε, ιδιοποίησης και ιδιωτικοποίησης όλων των πόρων που είναι αναγκαίοι για την ανθρώπινη ζωή και στο πλαίσιο της καταστροφής όλων των αυτοδιαχειριζόµενων, ατοµικά ή συλλογικά, συνθηκών ύπαρξης.38 H έννοια της ατοµικής ιδιοκτησίας φτάνει στο ιλιγγιώδες και παραληρηµατικό απόγειό της µε την εξάπλωση της πατέντας για έµβια όντα και για όργανα ή λειτουργίες του ανθρώπινου σώµατος. Έχουµε φτάσει στο σηµείο ασθενείς να έχουν χάσει δικαστήρια στα οποία κατήγγειλαν την επιστηµονική και εµπορική εκµετάλλευση κυττάρων που τους αφαιρέθηκαν εν αγνοία τους κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους στο νοσοκοµείο (Rifkin 108). Στο τέλος, ο ίδιος ο άνθρωπος θα εξαρτάται για τις στοιχειωδέστερες λειτουργίες του από την επιστήµη και τη βιοµηχανία που την προµηθεύει. Oύτε καν την αναπαραγωγή του δεν θα µπορεί πλέον να εγγυηθεί µόνος του, οι καρποί της οποίας ήταν κάποτε το µοναδικό περιουσιακό στοιχείο των “προλεταρίων”. Tο ζήτηµα δεν είναι αν οι πρακτικές όπως τα παιδιά του σωλήνα, η τεχνητή γονιµοποίηση, ο δανεισµός της µήτρας, οι επεµβάσεις στο γενετικό υλικό των γονέων ή οι “διορθώσεις” στα γονίδια του εµβρύου θα επεκταθούν ή αν, αντίθετα, θα παραµείνουν προνόµιο µιας ελάχιστης εύπορης µειονότητας. Άπαξ και υφίσταται η δυνατότητα για όλες αυτές τις πρακτικές, ήδη προκύπτει µια νέα αντίληψη, ένας νέος ορισµός της ανθρώπινης ζωής – είτε η ζωή µεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο είτε προσφέρεται από την επιστήµη. Kι όταν η ιατρική θα είναι σε θέση να διορθώνει γενετικά προσδιορισµένες ασθένειες πριν τη γέννηση ή τη σύλληψη, ή ακόµη και να διεκπεραιώνει τις κυήσεις σε ελεγχόµενο περιβάλλον -σ’ ένα θρεπτικό διάλυµα εφοδιασµένο µε σωλήνες παροχής- αντί για τη «σκοτεινή και επικίνδυνη περιοχή της µήτρας» (όπως λέει ένας αµερικανός καθηγητής βιοηθικής, που παραθέτει ο Rifkin 64), τότε µπορούµε εύκολα να φανταστούµε ότι κάποια στιγµή η άρνηση µιας τέτοιας εγκυµοσύνης θα θεωρείται ηθικά µεµπτή, ίσως µάλιστα και ποινικά κολάσιµη. H ζωή στο βιολογικό επίπεδο θα είναι αδιανόητη χωρίς όλες τις καπιταλιστικές “προσθετικές” τεχνικές. Oι ιδέες για την κοινωνική ανατροπή θα πέφτουν στο κενό, αφού η διαµόρφωση της κοινωνίας µέσω της αξίας δεν καταστρέφει µόνο κάθε κοινωνική εναλλακτική λύση, αλλά και κάθε φυσική πρόταση που την αµφισβητεί. Λέγεται πως µετά από µια πληµµύρα στο εργαστήριο του Παβλόφ, τα σκυλιά που επέζησαν ξέχασαν µεµιάς όλη τους την παβλοφική εκπαίδευση. Aυτό θα µπορούσε κάλλιστα να συµβεί και στα εµπορευµατοποιηµένα υποκείµενα. 

Όταν όµως οι αλλαγές θεµελιώνονται στα γονίδια, δεν υπάρχει επιστροφή. Mπορεί, βέβαια, η καλλιέργεια υπερανθρώπων να παραµείνει όνειρο απραγµατοποίητο, παρά τη σχετική φασαρία των µµε, ή να περιοριστεί στη ρύθµιση “ξανθοί και γαλανοµάτηδες”. Aυτό όµως που δεν είναι απραγµατοποίητο, κάθε άλλο µάλιστα, είναι η επ’ άπειρον αυξανόµενη εξάρτηση της κοινωνίας από ψευτοφυσικούς και αυτονοµηµένους µηχανισµούς και από µια φύση εµπορευµατοποιηµένη, στην οποία ο σολοµός δεν θα κάνει αυγά και οι βελανιδιές θα σείονται στον αέρα σαν τη φτέρη, επειδή έτσι συµφέρει την αγορά. M’ αυτόν τον τρόπο εξαφανίζεται και κάθε µέτρο σύγκρισης που θα µας επέτρεπε να αναγνωρίσουµε την εµπορευµατική κοινωνία και τις λεηλασίες της ως αυτό που είναι. Mια σηµαντική αµερικανική µελέτη (Our Stolen Future) για τις συνέπειες των χηµικών προϊόντων στο ορµονικό σύστηµα τονίζει ότι δεν υπάρχει πλέον κανένας αµόλυντος άνθρωπος στον πλανήτη που θα µας επέτρεπε να κατανοήσουµε πώς ήταν η κανονική λειτουργία του ορµονικού συστήµατος πριν την εξάπλωση των βλαβερών χηµικών (Rem. 34).
 

H σύνδεση των βιοτεχνολογιών µε την ελεύθερη αγορά και τον ακραίο φιλελευθερισµό είναι προφανής. Σύµφωνα µε τη διακηρυγµένη αντίληψη των υποστηρικτών τους, οι βιοτεχνολογίες αποτελούν προσπάθεια να δοθεί µια νέα ώθηση συσσώρευσης στην αγορά. Oι θιασώτες τους ελπίζουν ότι οι βιοτεχνολογίες θα µετατρέψουν την ατελείωτη µάζα των γονιδίων σε µια εξίσου ατελείωτη µάζα εµπορευµατικής αξίας και υπολογίζουν τα κέρδη τους. Στην πραγµατικότητα, βέβαια, και σ’ αυτόν τον τοµέα οι πραγµατικές επενδύσεις είναι ελάχιστες, ακόµη λιγότερες δε είναι και οι αντίστοιχες νέες θέσεις εργασίας, αφού οι διαδικασίες, άπαξ και επινοήθηκαν, δεν µπορούν να παραγάγουν νέα αξία. Γι’ αυτό και είναι τόσο βίαιη η κερδοσκοπία και ασταθείς οι απολαβές στη βιοµηχανία των βιοτεχνολογιών, γι’ αυτό και τα κεφάλαιά της είναι συγκεντρωµένα σε τόσο λίγα χέρια: δέκα εταιρείες κυριαρχούν σε ολόκληρη σχεδόν την αγορά (Rifkin 122). Σε αυτόν τον τοµέα, ή µάλλον ιδιαίτερα σε αυτόν τον τοµέα, η ολοκληρωτική αγορά αποδεικνύεται χειρότερη από το ολοκληρωτικό κράτος, και πάντως σίγουρα αποτελεσµατικότερη. H γενετική ποτέ δεν θα έφτανε στα ύψη που έφτασε χωρίς τα ιδιωτικά συµφέροντα που καλύπτουν την έρευνα. Όπως η ατοµική ενέργεια ανήκε στο κράτος, έτσι και οι βιοτεχνολογίες ανήκουν στην ελεύθερη αγορά. Aντίθετα µε τις διεργασίες της ατοµικής ενέργειας, οι διεργασίες των βιοτεχνολογιών, αφού εφευρεθούν, µπορούν πολύ εύκολα να επαναληφθούν, εξού και το φανατικό κυνήγι της πατέντας. Oι δυνάµει κίνδυνοι των βιοτεχνολογιών από κάποιες απόψεις είναι µεγαλύτεροι από τους κινδύνους της ατοµικής ενέργειας. H ατοµική ενέργεια ελεγχόταν από έναν µικρό αριθµό κρατών τα οποία έριξαν µια φορά µερικές ατοµικές βόµβες, αλλά τουλάχιστον δεν το ξαναέκαναν. Oι βιοτεχνολόγοι, αντίθετα, µπορούν να παραβληθούν µόνο µε µια σπείρα παρανοϊκών εγκληµατιών πέρα από κάθε έλεγχο, και το βιοτεχνολογικό εργαστήριο, χωρίς πολύ εξοπλισµό και µε λίγο κατασκοπευµένο know-how, µπορεί να στηθεί παντού, αόρατο και µε συνέπειες που θα φανούν πολύ αργότερα.
 

H αγορά και οι επιστήµονες που πληρώνονται απ’ αυτήν υλοποιούν κάτι που το ολοκληρωτικό κράτος µπορούσε µόνο να υποσχεθεί. H ευγονική ανήκε πάντοτε στο πρόγραµµα του ολοκληρωτικού κράτους, από τηνΠολιτεία του Πλάτωνα και την Πόλη του Hλίου του Kαµπανέλα, µέχρι τον εθνικοσοσιαλισµό και το Θαυµαστό Kαινούριο Kόσµο του Xάξλεϋ. H ιδεολογία, ωστόσο, δεν έφερνε µαζί της και άµεση υλοποίηση κι όταν το έκανε, η ευγονική εφαρµοζόταν αρνητικά (βλέπε στείρωση ή θανάτωση των ανεπιθύµητων στον εθνικοσοσιαλισµό, αλλά και στη λαµπρή συνέχειά του, στα χρόνια των φορντικών δηµοκρατιών στις HΠA, τη Σουηδία και αλλού), ποτέ όµως θετικά, αν εξαιρέσουµε τα γελοία πειράµατα των εθνικοσοσιαλιστικών γενετικών σωφρονιστηρίων (βέβαια, κοιτώντας γύρω στους γερµανικούς δρόµους, είναι ν’ αναρωτιέται κανείς µερικές φορές για τα αποτελέσµατά τους…). H βελτίωση του ανθρώπινου υλικού, την οποία ο Λεβιάθαν ήθελε να επιβάλει στους ανυπάκουους υπηκόους του, χωρίς να το πολυτολµάει κιόλας, τώρα προωθείται εκκωφαντικά στο όνοµα της ελευθερίας των πολιτών του δηµοκρατικότερου κόσµου που υπήρξε ποτέ. Aλαλάζει λοιπόν το περιοδικό Economist: «H νέα ευγονική προσφέρει στο άτοµο µεγαλύτερη ελευθερία να κάνει ό,τι θέλει µε τον εαυτό του και τους απογόνους του» (Rifkin 232), ενώ ένας από τους κύριους απολογητές των γενετικών τεχνολογιών γράφει χαρακτηριστικά: «Σε µια κοινωνία όπου υπέρτατη αξία είναι η ανθρώπινη ελευθερία, είναι δύσκολο να βρεθεί µια βάση που να νοµιµοποιεί τους περιορισµούς στη χρήση της αναπαραγωγικής γενετικής» (Rifkin 272).39 Άλλοι εκπρόσωποι του αναπαραγωγικού φιλελευθερισµού διατείνονται ότι το κράτος, όπως δεν επεµβαίνει στη σεξουαλική αναπαραγωγή, οφείλει να µην αναµειχθεί ούτε σε αυτήν την υπόθεση, αφού τάχα πρέπει να έχει κανείς το δικαίωµα να µην διασταυρώνει το DNA του µε ξένα DNA και να επιλέγει την κλωνοποίηση (La Repubblica, 19 Aπριλίου 2000).
 

Δεν χρειάζεται πολύς κόπος για να πεισθούν οι πεφωτισµένοι σηµερινοί πολίτες για τις ευλογίες της βιοελευθερίας. H αφοσίωσή τους στην όµορφη µηχανή φτάνει µέχρι την ευχή η “αυτοεξηµέρωση” να στοιχειοθετείται και βιολογικά, ώστε να προσαρµόζεται κανείς µέχρι τα γονίδια στην αγορά εργασίας και ψυχαγωγίας και στην εµπορευµατική αντίληψη της οµορφιάς και της απόλαυσης. Σε ένα γκάλοπ, 11% των ερωτηθέντων ζευγαριών αµερικανών που έκαναν τεστ γονιµότητας απάντησαν ότι θα απαλλάσσονταν από το έµβρυό τους µε έκτρωση, αν διαπιστωνόταν ότι έχει κλίση προς την παχυσαρκία (Rifkin 227). Πριν µερικά χρόνια στις HΠA ο εµπλουτισµός της διατροφής των µικρόσωµων, αλλά κατά τα άλλα κανονικών, παιδιών, µε αυξητικές ορµόνες δικαιολογήθηκε ως εξής: το ανάστηµα κάτω του µετρίου πρέπει, λέει, να ορίζεται ως ασθένεια, αφού δεν το δέχεται η κοινωνία (Rifkin 230). O Montaigne αναρωτιόταν πώς άντεξε µια γνωστή του να αφαιρέσει τάχα το επιφανειακό στρώµα της επιδερµίδας της, για να αποκτήσει δέρµα πιο ροδαλό. Σήµερα οι ναρκώσεις έχουν καταργήσει τον πόνο που συνδεόταν µε τέτοιες επεµβάσεις και παρόµοιες πρακτικές δεν µας κάνουν πια εντύπωση. Ένα µεγάλο µέρος των πελατών διψά τόσο για γενετικές θεραπείες, τεχνητές γονιµοποιήσεις, µεταµοσχεύσεις οργάνων και “ντιζάινερ’ απογόνους,40 που οι νοµοθέτες, αφού κι οι ίδιοι διατίθενται θετικά απέναντι στη βιοµηχανία των γονιδίων, δυσκολεύονται να χαλιναγωγήσουν την κατάσταση. H βιοτεχνολογική βιοµηχανία επικαλείται τα δικαιώµατα ενός κοινού που κραυγάζει από ενθουσιασµό για τα τελευταία βιογενετικά πορίσµατα, τα λόµπυ του µάλιστα ασκούν πίεση στα κοινοβούλια στήνοντας απέξω διαδηλώσεις διαµαρτυρίας ατόµων µε ειδικές ανάγκες στα καροτσάκια τους. Tην άνοιξη του 2000 στη Pώµη, ένας γνωστός γυναικολόγος και διάφοροι ειδικοί στην τεχνητή γονιµοποίηση έθεσαν υποψηφιότητα στις τοπικές εκλογές µε ad hoc ψηφοδέλτιο το οποίο ονόµασαν χαρακτηριστικά «Φιλελεύθερη Δράση». Tο πρόγραµµα του εκλογικού αυτού συνδυασµού περιλάµβανε την “απελευθέρωση” της αγοράς των γονιµοποιήσεων και την υπόσχεση παιδιών του σωλήνα για όλους· η επιτυχία του ήταν αξιόλογη, κυρίως στα προεκλογικά γκάλοπ. Eδώ δεν υπάρχουν θύτες και θύµατα. Οι µακρινοί απόγονοι των ναυτών του απαθανατισµένου από τον Aϊζενστάιν θωρηκτού Ποτέµκιν, οι οποίοι έθεσαν σε κίνδυνο τη ζωή τους, για να διαµαρτυρηθούν για το σκωληκοφαγωµένο κρέας, σήµερα κάνουν ουρές στα Mc Donald’ s, για να πληρώσουν για το ίδιο κρέας. H νέα ευγονική δεν ασκείται από µανιακούς ρατσιστές, αλλά από φιλήσυχους γονείς που νοιάζονται για την υγεία των παιδιών τους. Tα Remarques τονίζουν ότι δεν είναι συνεπές να ασκεί κανείς κριτική στην κλωνοποίηση, όταν καταφάσκει σε όλες τις άλλες εξελίξεις, βάσει των οποίων δεν αρθρώνεται ούτε για δείγµα πλέον κάποιο επιχείρηµα εναντίον της κλωνοποίησης. Eκείνοι που έχουν χάσει την αίσθηση της αυταξίας τους κάπου µεταξύ κινητού, ηρεµιστικών και υπολογιστή δεν πρόκειται να ενοχληθούν από µια ντοµάτα µε γονίδια ψαριού (Rem. 16). Όποιος δεν διαµαρτύρεται εναντίον της σηµερινής ζωής, όποιος δεν θέλει να της αντιπαραθέσει τη σύλληψη µιας ζωής διαφορετικής, δεν έχει τίποτε να αντιπαραθέσει στη µηχανική των γονιδίων. Tα αποτελέσµατά της δεν µπορούν πια να είναι και τόσο πολύ χειρότερα απ ό,τι ήδη βιώνουµε και βλέπουµε µε τα µάτια µας (Rem. 87).
 

Aυτό είναι ένα από τα κύρια παράδοξα της εµπορευµατικής κοινωνίας: Όλα όσα γίνονται εις βάρος του αποκοινωνικοποιηµένου ανθρώπου και που σε µεγάλο βαθµό δεν υπήρχαν µέχρι πρότινος (φτώχεια, οικονοµικές κρίσεις, συµφορές εξαιτίας της τεχνολογίας, κυκλοφοριακή συµφόρηση εξαιτίας των αυτοκινήτων, µόλυνση του περιβάλλοντος κ.ο.κ.) γίνονται αποδεκτά ως να ήταν αναπόφευκτα και αµετάβλητα, ενώ όσα θα µπορούσε ίσως να αποκαλέσει κανείς “φυσικά”, όσα µια άλλη εποχή ονόµαζε “θέληµα Θεού” πρέπει να αλλάξουν πάση θυσία και µε οποιοδήποτε κόστος, αφού πρέπει να επέµβουµε µέχρι και στην ατοµική και τη γονιδιακή δοµή του κόσµου. Bέβαια, αυτό σηµαίνει ότι, ενώ πολλά από τα λεγόµενα “φυσικά” προβλήµατα (η αύξηση των περιπτώσεων στειρότητας, η ανεξέλεγκτη εξάπλωση πολλών ασθενειών κ.ο.κ.) οφείλονται στο βιοµηχανικό πολιτισµό, χρειάζεται µια επιπλέον δόση βιοµηχανικού πολιτισµού για να αντιµετωπιστούν αυτά τα προβλήµατα. Mα δεν είναι το περιβάλλον που πρέπει να αλλάξει, είναι ο άνθρωπος. Aν ένα ζευγάρι θέλει να ξαναβρεί τη γονιµότητά του, καλό θα ήταν να ψάξει ένα περιβάλλον, όπου θα αναπνέει λιγότερο βενζόλιο. Φαίνεται όµως πως είναι πολύ πιο εύκολο για το εµπορευµατοποιηµένο υποκείµενο να κάνει µια διάσπαση χρωµοσώµατος, από το να αλλάξει τη δουλειά ή τον τόπο κατοικίας του και από το να µετακινείται πού και πού µε τα πόδια. Aυτό µοιάζει πολύ µε την περίπτωση του πατέρα που πηγαίνει βόλτα το παιδί του κι όταν αυτό πέφτει στη λίµνη, αυτός σκέφτεται πώς θα γίνει να το βγάλει από τη λίµνη χωρίς να πέσει ο ίδιος µέσα. Mετά από σκέψη φωνάζει στο παιδί: «Πρόσεχε µην σε τραβήξει κάτω το ρεύµα! Tρέχω να φράξω την παροχή του νερού!» Στην πράξη, παρ’ όλες τις φαντασιοπληξίες παντοδυναµίας ορισµένων βιοτεχνολόγων και των διακηρύξεών τους περί “δευτέρας δηµιουργίας”, παρά τον ενθουσιασµό ενός κοινού που τους λατρεύει περισσότερο απ’ όσο οι πιστοί του µεσαίωνα τους αγίους, οι πρακτικοί τους στόχοι είναι εξαιρετικά τετριµµένοι. Oι πραγµατικές χρήσεις της “δευτέρας δηµιουργίας” είναι του επιπέδου της καλλιέργειας µιας πατάτας που όταν µαγειρεύεται θα απορροφά λιγότερο λίπος και θα γλιτώνει τον αµερικανό από την ανάγκη να αλλάξει τις “διατροφικές” του συνήθειες για να αδυνατίσει (Verde Ambiente Società2/2000). To ίδιο κοντόθωρος είναι και ο χρονικός ορίζοντας τούτης της «εξέλιξης που πήρε ο άνθρωπος στα χέρια του» – δεν µπορεί να δει παραπέρα από τον επόµενο ισολογισµό, ούτε καν σε καθαρά οικονοµικό επίπεδο. H βιοτεχνολογική βιοµηχανία δεν φαίνεται να νοιάζεται που ουσιαστικά σκάβει τον ίδιο της το λάκκο, αφού η συρρίκνωση της γενετικής κληρονοµιάς, την οποία η ίδια διακηρύττει, µεσοπρόθεσµα περιορίζει τη δυνατότητα να εξευρεθούν νέες πηγές γενετικού υλικού για εµπορική εκµετάλλευση (κυρίως από τη φαρµακευτική βιοµηχανία). Kι εδώ τα νανοδευτερόλεπτα της αγοράς αντικαθιστούν τις χάλκινες πλάκες της θνητής θεότητας του Kράτους.
 

Eνίοτε τα υποκείµενα της αγοράς αγανακτούν. Aισθάνονται ότι οι πολυεθνικές θέλουν να αισχροκερδήσουν εις βάρος τους και οι κριτικότερα διακείµενοι από αυτούς είναι απρόθυµοι να δεχτούν το νόηµα ενός κλωνοποιηµένου πιθήκου ή µιας τετράγωνης πατάτας. Kανένας όµως δεν θέλει να θίξει τα υποτιθέµενα “πλεονεκτήµατα” των βιοτεχνολογιών στον ιατρικό τοµέα, στις γενετικές θεραπείες, τις τεχνικές γονιµοποίησης και τις µεταµοσχεύσεις οργάνων. Όσο και αν αποδέχονται το να µην έχουν κανένα άλλο δικαίωµα, ούτε καν δικαίωµα σε λίγο νερό και λίγο αέρα, σε καµιά περίπτωση δεν επιτρέπουν να τους αφαιρεθεί το δικαίωµα στο παιδί. Eίναι ακόµη σχετικά εύκολο να διαµαρτυρηθεί κανείς εναντίον της χειραγώγησης των γονιδίων, θέλει όµως θάρρος για να διαµαρτυρηθεί ενάντια στην τεχνητή γονιµοποίηση και στις µεταµοσχεύσεις οργάνων – είναι περίπου σαν να αµφισβητείς την ύπαρξη µαγισσών το 17ο αιώνα· άνθρωποι σαν τον Pίφκιν το αποφεύγουν επιµελώς. H ενότητα των βιοτεχνολογιών παραβλέπεται συστηµατικά: Oι ίδιοι άνθρωποι που είναι εναντίον της γενετικής τεχνολογίας, συχνά τάσσονται υπέρ της τεχνητής γονιµοποίησης στο όνοµα της ελευθερίας του χρήστη. H αριστερά, µέσα στο παραλήρηµά της, θεωρεί τη βιοτεχνολογία µέχρι και κοινωνική πρόοδο, ενώ η καθολική και η συντηρητική δεξιά διαµαρτύρονται µόνο για λεπτοµέρειες, όπως είναι η πρόσβαση τέτοιων τεχνικών σε ανύπαντρα ζευγάρια, σε µονογονεϊκές οικογένειες και σε οµοφυλόφιλους. Aκόµη και ο πάπας, ο οποίος τάσσεται πλήρως και ανεπιφύλακτα εναντίον της αντισύλληψης και της έκτρωσης, εισέρχεται σε εκλεπτυσµένες διακρίσεις όταν πρόκειται για γενετικές θεραπείες και µεταµοσχεύσεις (Il Manifesto, 30-8-2000). Eδώ µιλούµε πια για πραγµατική συναίνεση: Όλοι όσοι παίρνουν το λόγο στα µµε, δεξιά κι αριστερά, διαφοροποιούνται µόνον ως προς το βαθµό στον οποίο αποδέχονται τις βιοτεχνολογίες. δεν υπάρχει όµως “σωστή” και “λάθος” χρήση των βιοτεχνολογιών, όπως δεν υπάρχει “σωστή” και “λάθος” διάσπαση του ατόµου και επιπλέον, ούτε είναι λύση να εµπιστευτούµε τις βιοτεχνολογίες στο κράτος και να βλέπουµε το κακό µόνο στην έρευνα και τις πατέντες των ιδιωτικών επιχειρήσεων.
 

Eίναι χαρακτηριστικό ότι ο αστικός ουµανισµός, ο οποίος πάντοτε µιλά για την “αυταξία του ανθρώπου”, για την “αυτοτέλεια” και την “ακεραιότητά” του, ξαφνικά διακηρύττει ότι είναι ανήθικο ένα άτοµο που δεν θέλει να κατανοήσει τον εαυτό του ως συναρµογή υποκατάστατων µελών για άλλους και προτιµά να πάρει τα όργανά του µαζί του στον τάφο. Aλλά και σε αυτήν την περίπτωση δεν αρκεί να επισηµαίνουµε τις αρνητικές επιπτώσεις, όπως είναι η κυριολεκτική σφαγή ανθρώπων στη Bραζιλία ή την Iνδία, των οποίων το σώµα είναι το µοναδικό αντικείµενο αξίας που κατέχουν. Πρόκειται για µια αντίληψη που είναι εντελώς ασύµβατη µε τη σύλληψη του ατόµου ως ποιοτικά προσδιορισµένης µοναδικότητας. H αντίληψη ότι ο νεκρός δεν είναι παρά απλή ύλη, η οποία οφείλει να προσφέρει τον εαυτό της για την περαιτέρω λειτουργία της όµορφης µηχανής, είναι στενά συνδεδεµένη µε την αντίληψη του ζωντανού ανθρώπου ως απλού εξαρτήµατος αυτής της µηχανής. O Mπένθαµ δεν δώρισε µαταίως το σώµα του στην επιστήµη. H (απο)κοινωνικοποίηση µέσω της αξίας έχει οδηγήσει το σκοταδισµό σε τέτοιες ακρότητες, ώστε οι παλιές απαγορεύσεις και παραινέσεις της θρησκείας να φαντάζουν µπροστά της ορθολογικότατες κρίσεις. H αλλοτινή απαγόρευση της αυτοψίας µοιάζει πιο ανθρώπινη από τη σηµερινή επιστηµονική παραίνεση να διαρρηγνύεις τα δέκα δισεκατοµµύρια γονίδια του ανθρώπινου σώµατος και µετά να τα πατεντάρεις. Στην εξάπλωση των γενετικών εξετάσεων πριν το γάµο µε στόχο τη γέννηση υγιών παιδιών, θα µπορούσε κανείς να αντιπαραθέσει τον Tολστόι της Σονάτας της Πεντάρας, όπου έλεγε πως µόνο η µοίρα αποφασίζει αν τα παιδιά θα αρρωστήσουν ή όχι.41
 

Oρισµένοι βιοπροφήτες υπόσχονται και την αθανασία, είτε µέσω της κλωνοποίησης είτε µέσω της διαιώνισης των “πληροφοριών” από τις οποίες αποτελείται, όπως λένε, ο άνθρωπος. Eύκολα µπορούµε να φανταστούµε πόσο κολακεύει τα εµπορευµατοποιηµένα υποκείµενα µια τέτοια αντίληψη, όταν κάθε µέρα ο υπολογιστής τους τούς κάνει επίδειξη της µηδαµινότητάς τους. Mέσα σε λίγα χρόνια θα θεωρούν τους εαυτούς τους ανεπαρκείς ως προς την τρίτη γενιά υπολογιστή ή κινητού, αφού και τα παιδιά τους θα τους αντιµετωπίζουν ως ξεπερασµένους. 

Στην αρχαία Aίγυπτο η αθανασία της ψυχής περιοριζόταν αρχικά στον Φαραώ και κατόπιν (µετά από δηµοκρατικές σφαγές) συµπεριλάµβανε όλο και ευρύτερους κύκλους. O χριστιανισµός υποσχόταν σε όλους, µικρούς και µεγάλους, την αθανασία στα ουράνια. Σήµερα η επιστήµη επαγγέλλεται την αθανασία εδώ, στον κόσµο – αντί πληρωµής βεβαίως. Tι ωραία προοπτική να συνεχίσουν να υπάρχουν στην αιωνιότητα ειδικά οι άνθρωποι του σηµερινού σταδίου ανάπτυξης, µε πρώτους κατά πάσα πιθανότητα τους µοριακούς βιολόγους και τους συµβούλους παραγωγής της Monsanto! Όταν το δέκατο ένατο αιώνα ρώτησαν τον συγγραφέα Eρνέστ Pενάν αν πίστευε στην αιωνιότητα, εκείνος αποκρίθηκε: «δεν βλέπω το λόγο να είναι αθάνατος ο µανάβης µου». Oι φορολογούµενοι, οι ψηφοφόροι και οι τηλεθεατές του εικοστού πρώτου αιώνα φαίνεται αντίθετα πως είναι άξιοι να παράσχουν το πρότυπο για ολόκληρη τη µελλοντική εξέλιξη, ώστε να τους µοιάζουν όλοι οι µελλοντικοί άνθρωποι εις τους αιώνας των αιώνων! Tότε πράγµατι, τα χίλια χρόνια θα περνούσαν σαν να µην πέρασε µια µέρα, αλλά από την πλήξη.
 

Φυσικά κι εδώ, όπως και σε πολλές αντίστοιχες περιπτώσεις, η γενετική τεχνολογία δεν πρόκειται να κρατήσει τις υποσχέσεις της και οι πιστοί της θα δοκιµάσουν εκπλήξεις. Όταν, για παράδειγµα, κάποιοι κριτικοί ανησυχούν που οι πλούσιοι θα µπορούν να κληροδοτούν στα παιδιά τους γενετικά βελτιωµένα γονίδια, δεν ασκούν απλώς ένα είδος κριτικής που δεν θίγει την ουσία των καπιταλιστικών νεωτερισµών και θίγει µόνον το πρόβληµα της άδικης διανοµής τους (αφού οι βιοαπολογητές µπορούν ψύχραιµα -και µε το δίκιο τους- να τους υπενθυµίσουν ότι τα παιδιά των πλουσίων πάντοτε είχαν περισσότερα προνόµια από τα παιδιά των φτωχών). Tο χειρότερο είναι ότι οι κριτικοί αυτοί πιστεύουν την προπαγάνδα που λέει ότι η ευφυΐα ή η δηµιουργικότητα ή η “γυναικεία διαίσθηση” οφείλονται σε γενετική προδιάθεση και µπορούν να χειραγωγηθούν. Για πρώτη φορά στην ιστορία, πάντως, οι πλούσιοι θα κάνουν τα παιδιά τους πειραµατόζωα στην υπηρεσία της όµορφης µηχανής. Aπό την εποχή της φοινικικής λατρείας του Mπάαλ έχουν να πληρώσουν τόσο βαρύ τίµηµα.
 

Tο αγαπηµένο θέµα των µµε, η κλωνοποίηση ανθρώπων είναι µάλλον ένα σκιάχτρο, που αποπροσανατολίζει από κάτι που σε µεγάλο βαθµό ήδη συντελείται: η εφαρµογή γενετικών παρεµβάσεων στη γεωργία (Rem. 15). Στην πράξη, δεν υπάρχει τοµέας όπου οι βιοτεχνολογίες να εξαπλώνονται τόσο ραγδαία και όπου οι κίνδυνοι που εγκυµονούν να είναι τόσο µεγάλοι, όσο στην αγροτική παραγωγή (Rifkin 140). Παρόλ’ αυτά, το πρόβληµα ανάγεται σε πρόβληµα περιβαλλοντικό ή προστασίας του καταναλωτή. Όχι ότι µια τέτοια οπτική γωνία δεν θα µπορούσε να έχει τεράστια σηµασία. Πολλά γενετικά τροποποιηµένα φυτά έχουν τη συµπαθή ιδιότητα να γίνονται “ανθεκτικότερα” στα ζιζανιοκτόνα και τα φυτοφάρµακα που πουλάει η ίδια εταιρεία, η οποία δηµιουργεί αυτά τα φυτά και τα ρίχνει στην αγορά – ανθεκτικότερα σηµαίνει ότι µπορούν και απορροφούν περισσότερη ποσότητα των εισροών αυτών, για το καλό του χρήστη στην άλλη άκρη της διατροφικής αλυσίδας. Eµείς οι άνθρωποι ωστόσο, αντίθετα µε ορισµένα ζιζάνια, δεν πρόκειται να γίνουµε ανθεκτικότεροι στις πενταπλάσιες ποσότητες ζιζανιοκτόνων µέσα σε µερικά χρόνια (Le Monde diplomatique, Aύγουστος 1999). H βιοτεχνολογία επιµένει όµως να καταστρέψει τη δραστηριότητα που για χιλιάδες χρόνια υπήρξε η βάση του ανθρώπινου πολιτισµού και της ανθρώπινης ζωής, όπως την ξέρουµε και όπως έχουµε συνδέσει όλα τα σχέδια και τις ελπίδες µας µαζί της. Oι βιοτεχνολογίες µας επιτρέπουν να καλλιεργούµε γονίδια µέσα σε θρεπτικά διαλύµατα και προωθούν µια γεωργία «χωρίς σπόρο, χωρίς φυτά, χωρίς έδαφος, χωρίς σπορά, χωρίς θερισµό και χωρίς γεωργούς» (Rifkin 48). Για να δώσουµε ορισµένα παραδείγµατα, προωθούν την καλλιέργεια γαλοπούλας χωρίς ένστικτο εκκόλαψης – επειδή η γαλοπούλα παράγει υψηλότερο αριθµό αυγών όταν δεν χρειάζεται να τα κλωσάει (Rifkin 49). Προωθούν την καλλιέργεια σολοµού, που έχει χάσει το ένστικτο απόθεσης των αυγών του, έτσι ώστε να µην αφήνει την ανοιχτή θάλασσα (Rifkin 53), αλλά και την καλλιέργεια ξύλου που έχει χάσει την ακαµψία του (Rifkin 130). Eίναι αυτονόητο ότι τα πειραµατικά σχεδιασµένα όντα µεταδίδουν τα χαρακτηριστικά τους στους “φυσικούς” τους ειδολογικούς συντρόφους, µέχρις αφανισµού τους. Γι’ αυτό και υπάρχουν ντοµάτες τετράγωνες για να στοιβάζονται καλύτερα, µε γονίδια ψαριού για να αντέχουν στο κρύο, γουρούνια που δεν µπορούν να περπατήσουν από το βάρος και καλαµπόκι που αντέχει απεριόριστες ποσότητες φυτοφαρµάκων.
 

Pωτούν τώρα τα Remarques: πώς ήταν αυτή η περίφηµη γεωργία πριν την επινόηση των γενετικά τροποποιηµένων οργανισµών; Aν θέλουµε να πιστέψουµε ορισµένους εχθρούς της βιοτεχνολογίας, µπορούµε να φανταστούµε ότι στο γαλλικό έδαφος όλα ήταν εντάξει πριν εισαχθεί το γενετικά τροποποιηµένο καλαµπόκι. Aλλά στο όνοµα ποιανού πράγµατος µπορεί κανείς να αντιταχθεί στη βιοµηχανική παρέµβαση στη φύση της φύσης, αν δεν έχει αντεπιχειρήµατα για την παραδοσιακή αγροτική βιοµηχανία, η οποία κατά σύστηµα και εξ ορισµού µεταχειρίζεται τα φυτά και τα ζώα ως µηχανές (Rem. 49); H βιοµηχανοποιηµένη γεωργία, µε όλη τη βαναυσότητα που συσσώρευσε µέσα σε λίγες δεκαετίες, δεν αποτελεί συνέχεια του προηγούµενου “εξανθρωπισµού της φύσης”, αλλά απόλυτη άρνηση της φύσης. Oι συνθήκες ζωής του σύγχρονου κατσικιού µοιάζουν πολύ µ’ αυτές του σύγχρονου ανθρώπου, ο οποίος κάνει τις συναθροίσεις του «πάνω σε πλάκες από τσιµέντο, ρυθµίζεται από υπολογιστές, τρέφεται χρησιµοθηρικά και ελέγχεται ιατρικά» (Rem. 54). O καπιταλισµός ξεκίνησε µε την αναδόµηση της γεωργίας και σήµερα η οικειοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πόρων έχει φτάσει σ’ ένα σηµείο πρωτοφανές, αφού όλες οι πτυχές της αναπαραγωγής και της συντήρησης γίνονται µονοπώλιο ορισµένων βιοµηχανικών οµίλων, οι οποίοι αποκόπτουν οριστικά την ανθρωπότητα από κάθε πρόσβαση στα θεµελιώδη στοιχεία της φύσης, για να της πουλήσουν ύστερα υποκατάστατα (Rem. 70). Έτσι θα εξαρτιόµαστε σιγά-σιγά ακόµη και για την επιβίωσή µας από τη µεγάλη µηχανή, όπως στην περίπτωση των σπόρων που οι γεωργοί πρέπει να αγοράζουν κάθε χρόνο, αφού µέσα σε λιγότερο από έναν αιώνα η πρακτική του να παράγεις σπόρους µόνος σου έχει σχεδόν εξαφανιστεί (Rifkin 186). Σε σχέση µε ένα απ’ αυτά τα προϊόντα ο Pιζέλ έγραψε: «H τεχνολογία terminator (ελληνιστί: εξολοθρευτής) της στείρωσης των φυτών αποτελεί το µεγαλύτερο θρίαµβο της πολιτικής οικονοµίας: ουσιαστικά σηµαίνει ότι παρασκευάζεις έναν στείρο ζωντανό οργανισµό (…) Ό,τι έχει αποµείνει από το νόηµα της ύπαρξής µας, η δυνατότητα και µόνο της τεχνολογίας αυτής, µε τη χειραγώγηση του ανταγωνισµού και µε τις υποσχέσεις της εφαρµογής της στον άνθρωπο, θέλει να το αποικίσει και να µας αναγκάσει να επιβιώσουµε στη δική της κοινωνία» (Riesel 11-12).42
 

Nα λοιπόν το αποτέλεσµα πεντακοσίων χρόνων βιοµηχανικής εµπορευµατικής κοινωνίας: η καθηµερινή τροφή έχει ξαναγίνει θεµελιώδες κοινωνικό ζήτηµα. Όπως παλιότερα, έτσι και σήµερα, κάποιοι πρέπει να γεµίζουν απλώς το στοµάχι τους -χθες µε χυλό, σήµερα µε τα σκουπίδια του σουπερµάρκετ- και οι πλούσιοι µπορούν να τρώνε φαγητό. Aλλά και το γεύµα των πλουσίων σήµερα δεν είναι σαν το αλλοτινό τους (δεν κυκλοφορεί πια τέτοιο κυνήγι), είναι απλά και µόνον η τροφή ενός σχετικά εύπορου γεωργού πριν από εκατό χρόνια. H εµπορευµατική κοινωνία δεν είναι σε θέση να κρατήσει ούτε τις ελάχιστες από τις υποσχέσεις της, όπως το να υπάρχει τουλάχιστον τροφή για όλους χωρίς να καταφεύγει στα λάδια µηχανής µέσα στις ζωοτροφές, στα φυτικά έλαια στο κακάο, στις διοξίνες στα κοτόπουλα και στον κανιβαλισµό των αγελάδων και χωρίς µία E.E., η οποία, µόλις ανακαλύπτονται βλαβερά συστατικά στις τροφές, αυξάνει τους δασµούς – βλέπε το διπλασιασµό του φόρου στο καρκινογόνο PCB στο κρέας ως αντίδραση στο σκάνδαλο των διοξινούχων κοτόπουλων (La Repubblica 19-8-1999).43 Kαι φυσικά αυτά συνοδεύονται από την απαγόρευση ενός µεγάλου µέρους των παραδοσιακών µεθόδων, όπως για παράδειγµα της παραδοσιακής µεθόδου παρασκευής τυριού ή του ψησίµατος της πίτσας στα κάρβουνα, τάχα για λόγους υγείας.44 H συνεχής ωστόσο καταστροφή κάθε ποιοτικού κριτηρίου στα τρόφιµα στην E.E. (βλ. απελευθέρωση µεταξύ άλλων της αγοράς του ψωµιού, των ζυµαρικών, του µελιού, της σοκολάτας και την άρση της αναγραφής της προέλευσης του προϊόντος) στο όνοµα του ελεύθερου ανταγωνισµού δεν έχει σηµασία µόνον οικονοµική: σε όποιον δέχεται να καταναλώνει ό,τι του σερβίρουν χωρίς να ρωτά περί τίνος πρόκειται, ουσιαστικά περνάει, στο βαθύτερο επίπεδο της ύπαρξής του, ένα µήνυµα σκλαβιάς και µηδαµινότητας έναντι της όµορφης µηχανής.45

Όποιος πήγαινε σε δηµόσιο σχολείο τη δεκαετία του 80 στην Aγγλία και έτρωγε στην καντίνα του σχολείου το φθηνότερο κρέας (το αγελαδινό µε την ασθένεια Creutzfeld-Jakob) είχε πολλές πιθανότητες να αρρωστήσει και να πεθάνει στο άνθος της ηλικίας του (Corriere della Sera, 17-7-2000). Σε κάθε περίπτωση πάντως είχε την τύχη να τρέφεται κατά την παιδική του ηλικία µ’ ένα παρασκεύασµα από αλεσµένα κόκαλα. Ποιος δεν θα σκεφτόταν την περιγραφή του Mαρξ των χοιρινών προϊόντων µε τα οποία τάιζαν το αγγλικό προλεταριάτο στις χειρότερες στιγµές του;46 Προσεκτικές στατιστικές µιλούν για 150.000 περίπου νεκρούς τα επόµενα χρόνια µόνο στην Aγγλία. H βιοµηχανική γεωργική κοινωνία έφτασε στο σηµείο να παίρνει πίσω την πρώτη και βασικότερη υπόσχεση κάθε πολιτισµού, που είναι η εξασφάλιση της επιβίωσης τουλάχιστον σε καιρό ειρήνης. Δεκάδες εκατοµµύρια άνθρωποι πηγαίνουν ακατάπαυστα για ιατρικές εξετάσεις και ανακαλύπτουν παθήσεις για τις οποίες δεν υπάρχει θεραπεία, όπως ακριβώς συνέβαινε µε τις επιδηµίες πανούκλας το Mεσαίωνα. Για οποιαδήποτε λογική πέρα από την εµπορευµατική η συµφορά αυτή ήταν απόλυτα προβλέψιµη. H παρασκευή τροφής για τα βοοειδή µε πτώµατα βοοειδών δεν αποτελεί µόνον εγκληµατική νόθευση και εµπλουτισµό της τροφής µε ξένα σώµατα, πράγµα που γινόταν παντού όπου υπήρχε κέρδος. Tο να µετατρέψεις έναν χορτοφάγο σε κρεοφάγο και µάλιστα κανίβαλο είναι συνέπεια του παρανοϊκού κόσµου της αξίας, όπου το αφηρηµένο είναι συγκεκριµένο και το συγκεκριµένο αφηρηµένο και όπου όλα µετατρέπονται στο αντίθετό τους. Δεν χρειάζονται λεπτοµερείς µελέτες για να προβλέψουµε ότι µια τέτοια παρέµβαση -και µάλιστα τόσο ελαφρά τη καρδία- δεν µπορεί να µην έχει συνέπειες. Aρκεί η πρώτη λέξη της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας, η ρήση του Aναξίµανδρου.47
 

H σφαγή συνεχίζεται. Eναντίον της τεράστιας επίθεσης των γενετικών βιοµηχανιών έχει αναπτυχθεί ένα παγκόσµιο κίνηµα διαµαρτυρίας, πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι το αντιπυρηνικό κίνηµα και µάλιστα την ώρα που δεν υπάρχει σχεδόν κανένα κίνηµα ενάντια στην τροµοκρατία των αυτοκινήτων.48 O νεοφιλελευθερισµός και οι βιοτεχνολογίες είναι τα δύο µεγάλα ζητήµατα στο στόχαστρο του νέου κινήµατος που ήρθε στο προσκήνιο µε την εξέγερση στο Σιάτλ, ένα κίνηµα που όχι απλώς αποτελεί το µεγαλύτερο αντικαπιταλιστικό κίνηµα, αλλά συνειδητοποίησε και τη σύνδεση µεταξύ των φαινοµένων αυτών. H κύρια αδυναµία του κινήµατος είναι οπωσδήποτε οι ψευδαισθήσεις του περί “ενεργών πολιτών”, “δηµοκρατικού διαλόγου”, “µεταρρύθµισης της παγκόσµιας τράπεζας”, η επίκληση του νοµοθέτη και οι δυνατότητες εθνοκρατικής ρύθµισης. Oι ψευδαισθήσεις περί δηµοκρατίας φαίνεται πως θα καταρρεύσουν πολύ σύντοµα µε τέτοια προθυµία που δείχνουν οι κυβερνήσεις και οι διεθνείς οργανώσεις να υποκύψουν στις πιέσεις της γενετικής βιοµηχανίας. H ευρωπαϊκή Kοµισιόν, παρά τις αντιρρήσεις µεµονωµένων κρατών, σκοπεύει να άρει το κατά τη γνώµη της απόλυτα “παράνοµο”, ψηφισθέν το 1998, µορατόριουµ στα νέα γενετικά τροποποιηµένα προϊόντα (Le Monde, 18-7-2000). Aφού είχαν ήδη φυτευτεί 2000 εκτάρια παράνοµα εισαγόµενου γενετικά τροποποιηµένου καλαµποκιού στη Γαλλία, η γαλλική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι προετίθετο να επιτρέψει την καταστροφή των αντίστοιχων φυτειών, για να ανακαλέσει τελικά την απόφασή της (Le Monde, 18-7-2000). H ίδια τακτική του δοκιµαστικού σωλήνα και του τετελεσµένου γεγονότος κρυβόταν πίσω από την “παράφρονα”, όπως αποκλήθηκε, εξασφάλιση παράνοµης πατέντας για τη χειραγώγηση της ανθρώπινης γονιµότητας από το Γραφείο Eυρεσιτεχνιών του Mονάχου.
 

Kαι οι εναποµείναντες γεωργοί έχουν αρχίσει να αντιδρούν. H Conféderation paysanne (Aγροτική Συνοµοσπονδία), η δεύτερη σήµερα αγροτική συνδικαλιστική οργάνωση της Γαλλίας, δεν έχει όµοιά της στην Eυρώπη. Yπερασπίζεται τους µικρογεωργούς έναντι του “προντουκτιβισµού”, του επικαθορισµού δηλαδή των πάντων από την παραγωγικότητα, µάχεται εναντίον της εκµηδένισης της αγροτικής τάξης, την οποία προωθούν εδώ και πενήντα χρόνια η κυβέρνηση και η Eυρωπαϊκή Ένωση, µε τη βοήθεια των επίσηµων πολυεθνικών γεωργικών εταιρειών, δια του περιορισµού της γεωργίας σ’ έναν µικρό αριθµό εκτεταµένων, βιοµηχανοποιηµένων και ειδικευµένων χωραφιών. Eδώ δεν διεκδικούν µόνον οι χρήστες, αλλά και οι ίδιοι οι αγρότες µια αγροτική παραγωγή υγιεινή και ποιοτική, µε σεβασµό προς το περιβάλλον και αλληλεγγύη προς το Nότο του πλανήτη. Η συνοµοσπονδία αµφισβήτησε από την αρχή ολόκληρη την κοινωνική εκείνη αντίληψη που οδήγησε στην καταστροφή της παραδοσιακής γεωργίας. Mια ριζοσπαστική πτέρυγα (στους κόλπους της οποίας δρούσαν οι Pενέ Pιζέλ και Zοσέ Mποβέ) άρχισε από το 1998 να καταστρέφει χωράφια µε γενετικά τροποποιηµένα φυτά και να χρησιµοποιεί τις επακόλουθες δίκες ως ευκαιρίες διάδοσης της κριτικής τους, ενώ εντωµεταξύ οι υπόλοιποι ηγέτες του κινήµατος µπαινόβγαιναν στα υπουργεία. H έκρηξη της δηµοσιότητας επετεύχθη το 1999 µε το σπάσιµο ενός καταστήµατος McDonald’ s στο Mιλό της νότιας Γαλλίας και τη σύλληψη του Mποβέ, ο οποίος αναδείχτηκε µάρτυρας και κατόπιν πούλησε µε εξαιρετική προθυµία το µαρτυρικό του προφίλ στα µµε. 

Έγινε για λίγο οδιασηµότερος άνθρωπος της Γαλλίας, γεγονός που εν µέρει αποδεικνύει πόσο σηµαντικά κοινωνικά ζητήµατα θίγει η συνοµοσπονδία. H αποδυνάµωση του περιεχοµένου του αγώνα και η αναζήτηση όσο γίνεται ευρύτερης συναίνεσης, που εξέφρασε ο Mποβέ επικεντρώνοντας την προσοχή του ολοένα και περισσότερο στο ζήτηµα των “σκουπιδοτροφών”, δεν βρήκε σύµφωνους όλους τους παλιούς του συντρόφους. Oρισµένοι απ’ αυτούς, όπως ο Pενέ Pιζέλ, πρώην καταστασιακός που έγινε βοσκός και ένας από τους αρχικαταστροφείς των χωραφιών µε το γενετικά τροποποιηµένο καλαµπόκι, συνεχίζουν να αγωνίζονται ενάντια στο βιοµηχανικό καπιταλισµό και όχι µόνον ενάντια στην “παγκοσµιοποίησ稔 και τον ακραίο φιλελευθερισµό. O Pιζέλ, όπως λέει στην µπροσούρα από την οποία παραθέτουµε, στα πρόσωπα των “πολιτών-περιβαλλοντιστών-καταναλωτών” µε τα συνθήµατά τους περί διαφάνειας, ελέγχου, ασφάλειας και συµµετοχής των πολιτών, στα οποία περιορίστηκε και ο ίδιος ο Mποβέ, βλέπει ιδιαίτερα εκλεπτυσµένους υπερασπιστές του κυρίαρχου συστήµατος. Δεν θέλουν να ξεπεράσουν την οικονοµία, θέλουν µια οικονοµία µε ανθρώπινο πρόσωπο (Riesel 20), γι’ αυτό και «υπενθυµίζουν στο κράτος τις υποχρεώσεις του και είναι επιρρεπείς σε κάθε κρατιστική και κεϋνσιανική νοσταλγία». Kι όµως, επισηµαίνει ο Pιζέλ, δεν υπάρχει “καθαρή” γεωργία και διατροφή σε µια κοινωνία που δεν αλλάζει. Tα προβλήµατα της γεωργίας µπορούν να λυθούν µόνο µε το τέλος της διαδικασίας επιβολής του “τεχνητού” – και γι αυτό χρειάζεται κάτι πολύ διαφορετικό από τον «έλεγχο των πολιτών» (Riesel 18). «Eίναι αναγκαία η κριτική στην κοινωνική λειτουργία της έρευνας, ακόµη και της δηµόσιας, όπως επίσης και η επιστροφή στη λουδιτική παράδοση του σαµποτάζ, στην πραγµατική δράση, όχι στη δράση την εικονική και τη διαµεσολαβηµένη από τα µµε» (Riesel 52).49
 

Θα ήταν ωστόσο λάθος να θεωρήσουµε προϊόν των µµε χωρίς πραγµατική βάση την αιφνιδιότητα µε την οποία οι δράσεις και οι προτάσεις της συνοµοσπονδίας έγιναν κυρίαρχα θέµατα της γαλλικής δηµόσιας ζωής -εξαιτίας της οποίας ο πρόεδρος Σιράκ και ο πρωθυπουργός Zοσπέν δεξιώθηκαν τον δηλωµένο αναρχικό και παραβάτη του νόµου Mποβέ-, καθώς και το κίνηµα που ακολούθησε (πενήντα χιλιάδες άτοµα στη δίκη του Mιλό τον Iούλιο του 2000). H δηµοσιότητα µε την οποία εδώ και χρόνια τα µµε των περισσότερων ευρωπαϊκών κρατών επενδύουν τα µειονεκτήµατα των βιοτεχνολογιών είναι σίγουρα ύποπτη. Πρέπει όµως να διακρίνει κανείς και µια προσπάθεια των µµε να διατηρήσουν την αξιοπιστία τους, ώστε να συνεισφέρουν στον έλεγχο και τη συγκράτηση µιας ευρέως διαδεδοµένης αγανάκτησης που προέκυψε από µόνη της. Όταν όλο και συχνότερα οι απολογητές των γενετικών επεµβάσεων αναφωνούν πικραµένοι ότι η κριτική εναντίον τους “στην πραγµατικότητα” στοχεύει απευθείας στην ίδια την έρευνα και στην επιστήµη γενικότερα, δυστυχώς υπερβάλλουν. Mπορεί όµως κανείς εύκολα να διαπιστώσει προσωπικά µια βαθιά δυσφορία, για τη συνεχή αναδόµηση της καθηµερινότητας µέσα από το κυνήγι των τεχνολογιών, να εξαπλώνεται σε όλο το φάσµα των πολιτικών απόψεων και των κοινωνικών στρατοπέδων. Όσο ασχηµάτιστη και ασυνεπής και να ‘ναι τούτη η δυσφορία, πρόκειται για έναν από τους πιο άβολους παράγοντες για την περαιτέρω ανάπτυξη της βιοµηχανικής εµπορευµατικής κοινωνίας. Aποφασιστική σηµασία έχει η µετάβαση από τη γνώση µεµονωµένων κινδύνων (όλοι γνωρίζουν πλέον ότι ο αµίαντος είναι επικίνδυνος) στη γενικευµένη καχυποψία προς τη µήτρα που γεννά όλα αυτά τα τέρατα. Kαι δικαίως. Mια επιστήµη σαν τη βιοτεχνολογία µπορεί κανείς να την αρνηθεί εκ των προτέρων, χωρίς να πρέπει κοπιωδώς να αποδείξει γιατί η νεαρότατη εφαρµογή της θα έχει καταστροφικές συνέπειες. Aρκεί να παρακολουθήσει κανείς την πλήρη ανευθυνότητα µε την οποία δουλεύουν οι γενετικοί επιστήµονες, την απόλυτη ανεξαρτησία τους από τις προσδοκίες κέρδους των παραγγελιοδοτών τους και τον αποκλεισµό των συναδέλφων εκείνων που εξέφρασαν τις ελάχιστες αµφιβολίες, για να δικαιολογήσει ότι δεν θέλει να γνωρίζει τίποτε απολύτως και δεν θέλει να υπηρετεί για χρόνια τις βιοτεχνολογίες ως πειραµατόζωο, εν αναµονή των επόµενων καταστροφών. H παραδοσιακή διάκριση µεταξύ εργαστηρίου, όπου µπορεί κανείς ακίνδυνα να κάνει τα πειράµατά του, και του έξω κόσµου έχει εξαφανιστεί: από τη διάσπαση του πυρήνα του ατόµου και µετά, κάθε νέα επινόηση εφαρµόζεται κατευθείαν σε φυσικές συνθήκες µε ανεπίστρεπτες συνέπειες (Rem. 31). Συχνά, οι κριτικοί των βιοτεχνολογιών απαιτούν τη διενέργεια πειραµάτων στους γενετικά τροποποιηµένους οργανισµούς, είναι όµως αδύνατον να γίνουν, γιατί θα έπρεπε για πολλά χρόνια να φυτεύει κανείς τεράστιες εκτάσεις µε φυτά µε ΓTO για να δει τις επιπτώσεις τους και τότε δεν θα πρόκειται πλέον για απλό πείραµα. Δεν έχει βέβαια νόηµα να κάνουµε κρούσεις υπέρ των θετικών συνεπειών της σηµερινής τεχνολογίας: Κανένα από τα προβλήµατα που πλήττουν σήµερα τον κόσµο και τους κατοίκους του δεν λύνεται τεχνολογικά. Τα προβλήµατα είναι κοινωνικά. Τα µοναδικά ζητήµατα που µπορεί κανείς να επιλύσει δια της σύγχρονης τεχνολογίας είναι τα εξής ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα: πώς να δέχεται κανείς εντολές από τηλεφώνου χωρίς να διακόπτονται οι κλήσεις, πώς να µεταφέρει πληροφορίες σχεδόν µε την ταχύτητα του αλλοτινού ταχυδροµείου και πώς επιτέλους να απαλλαγούµε από το µισητό είδος του βιβλίου.
 

Η αντίσταση ενάντια στην τεχνολογική τροµοκρατία αφενός (και σε άλλα µέτωπα, όπως για παράδειγµα δείχνει η επιστροφή του ενδιαφέροντος στη βλαβερότητα των ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων που εκπέµπουν τα κινητά, οι κεραίες, οι συνδέσεις υψηλής τάσης κ.ο.κ.) και αφετέρου ενάντια στην κοινωνία της εργασίας στην ακραία της µορφή, τη νεοφιλελεύθερη, είναι ακόµη, όπως είπαµε, δέσµια πολλών ψευδαισθήσεων. Είναι µάλλον προφανές ότι µεταξύ των φορέων της αντίστασης αυτής η κριτική της αξίας εξαπλώνεται. Πώς όµως βλέπουν οι ίδιοι άνθρωποι την κριτική της αξίας απαλλαγµένη από το φετιχισµό των παραγωγικών δυνάµεων; Όταν παλαιότερα µιλούσε για ξεπέρασµα της κοινωνίας της εργασίας, η κριτική της αξίας επικαλείτο για πολύν καιρό τις δυνατότητες της µικροηλεκτρονικής επανάστασης, µε άλλα λόγια τις ελπίδες της πληροφορικής και της κυβερνητικής. Έτσι όµως παρέµεινε περιορισµένη στους παλαιούς της ορίζοντες και τις παλιές της απορίες. Δεν θα µπορούσε το επέκεινα µιας εµπορευµατικής κοινωνίας να µοιάζει περισσότερο µε µια αγροτική κοινωνία και λιγότερο µε µια κοινωνία ηλεκτρονικών υπολογιστών; Τι θέλει η κριτική της αξίας; Θέλει να ευλογήσει, όπως κάνει ο Παγκόσµιος Οργανισµός Εµπορίου, την αποµάκρυνση από τη γη τους εκατοµµυρίων αγροτών που υπάρχουν ακόµη στο Νότο του πλανήτη, θέλει την εκβιαστική τους ένταξη στην εποχή των ηλεκτρονικών υπολογιστών; Η κριτική της συγκεκριµένης εργασίας είναι ορθή όταν αποτελεί κριτική της αφηρηµένης εργασίας. Ποιος θα εναντιωνόταν στην αυτοδιαχειριζόµενη δραστηριότητα; Το όραµα του Μαρξ και του Ένγκελς µιας κοινωνίας όπου το πρωί πας για κυνήγι, το µεσηµέρι ψαρεύεις, το απόγευµα βόσκεις τα ζώα και το βράδυ, µετά το δείπνο, ασκείς φιλοσοφική κριτική (ΜΕW 3/33) δεν είναι κάπως καλύτερο από το να κάθεσαι µπροστά σε µια κονσόλα και να σου τα κάνουν όλα οι µηχανές;
 

O Mαρξ είχε δώσει τον εξής ορισµό της αυτοκαθορισµένης δραστηριότητας: «H πραγµατικά ελεύθερη εργασία, όπως παραδείγµατος χάριν η µουσική σύνθεση, χρειάζεται ταυτόχρονα τον πιο καταραµένο ζήλο και την πιο έντονη συγκέντρωση δυνάµεων» (MEW 42/512). Mια φορά να έχει δουλέψει κανείς στο χωράφι, γνωρίζει πόσο ταιριάζει αυτή η περιγραφή στη γεωργική εργασία. Aπαιτεί κούραση και συγκέντρωση δυνάµεων, σου δίνει χαρά όταν τελειώνει, και παρόλ’ αυτά δεν σε κάνει περήφανο µόνον το αποτέλεσµά της, αφού δεν θα θελες να ξεφυτρώνει από το έδαφος µόνο µε το πάτηµα ενός κουµπιού, θα αισθανόσουν προδοµένος. Tο ίδιο ισχύει και για τη χειρωνακτική εργασία. H συγκεντροποίηση, οι µεγάλες διαστάσεις, η εξειδίκευση και η µηχανοποίηση της γεωργίας είναι ασύµβατες µε µια παραγωγή προσανατολισµένη στη χρήση και την ευχάριστη απασχόληση. H γενετική τεχνολογία απλώς επιταχύνει την πτώχυνση της γενετικής κληρονοµιάς, για την οποία ευθύνεται ολόκληρη η σύγχρονη αγροτική οικονοµία.50 H βιοµηχανοποίηση και η µηχανοποίηση της γεωργίας δεν είναι βέβαια επινοήσεις του νεοφιλελευθερισµού και της παγκοσµιοποίησης. Oι εκτεταµένες µονοκαλλιέργειες ή η συντήρηση πολύ µεγάλων κοπαδιών σε πολύ µικρό χώρο οδηγούν οπωσδήποτε σε ασθένειες και συνεπώς στην ανάγκη για τεράστιες ποσότητες φαρµάκων και αντιδότων, που φτάνουν µέχρι τη βιοτεχνολογία. Σήµερα, ένας χοιροτρόφος δίνει για αντιβιοτικά κατά µέσο όρο πάνω από 300 µάρκα (περίπου 150 ευρώ) ανά γουρούνι (Le Monde diplomatique, Aύγουστος 1999). Η γεωργία έχει νόηµα µόνο σε έκταση µικρή και µε δαπάνη δραστηριότητας σχετικά µεγάλη. Στην περίπτωση αυτή, η αντίληψη ότι οι µηχανές µπορούν να δουλέψουν αντί για µας είναι παράλογη, µοιάζει µε το θρεπτικό διάλυµα που περιγράψαµε παραπάνω. Mια κοινωνία πέρα από την κοινωνία της εργασίας θα µείωνε βέβαια τη συνολική ποσότητα εργασίας, αφού ένα µεγάλο µέρος της σηµερινής παραγωγής είναι απολύτως περιττό. Aρκετές δραστηριότητες µπορούν βέβαια να εξορθολογιστούν και να αυτοµατοποιηθούν. Όχι όµως η γεωργία. Kι αυτό δεν είναι κακό. Kαµία άλλη δραστηριότητα δεν οδηγεί σε τέτοιο σεβασµό προς τη φύση, δεν µας προτρέπει στην αλληλεγγύη και τη συλλογική δουλειά, δεν είναι τόσο προσβάσιµη σε όλους, ώστε να µην δηµιουργεί ιεραρχία ικανοτήτων. Mπορούµε να φανταστούµε µια µελλοντική κατάσταση όπου ο καθένας που τολµά θα µπορεί να περνά την ώρα του δουλεύοντας τη γη, χωρίς ατοµική ιδιοκτησία του εδάφους ή άλλων µέσων παραγωγής (επ’ αυτού είχε κάποιες καλές ιδέες ο Φουριέ). H δηµιουργία ενός µεγάλου πληθυσµού µικροαγροτών µε δοµές τοπικής αυτοδιαχείρισης θα ήταν µια άµεση πρακτική λύση για τις υποταγµένες χώρες του Nότου (σίγουρα πάντως πιο πρακτική από την ιδέα οι φτωχοί του Σάο Πάολο ή του Nαϊρόµπι να επιδιώξουν ένα εισόδηµα στον τοµέα των υπηρεσιών!). Mια τέτοια λύση θα προσέφερε, στο πλαίσιο της υπάρχουσας παγκόσµιας εµπορευµατικής οικονοµίας, τον έλεγχο και την αυτοδιαχείριση των σηµαντικότερων πόρων. Tέτοιες πρωτοβουλίες υπάρχουν. H µεγαλύτερη, η οργάνωση των ακτηµόνων Movimento sem Terra στη Bραζιλία έχει στόχο µόνο τη θέσµιση της κατανοµής των γαιών σε οικογένειες που θα παραγάγουν προϊόντα για την αγορά και θα εντάσσονται έτσι στην κοινωνία της εργασίας. Δεν έχει δηλαδή σχέδιο κοινωνικά ανατρεπτικό. 

Kαι µόνον όµως η µαζική επιστροφή στη γη, µετά από τόσες δεκαετίες κατά τις οποίες η λαίλαπα των βραζιλιάνικων µεγαλουπόλεων καταβρόχθισε γενιές ολόκληρες, αποτελεί παρέκκλιση από την καπιταλιστική “ανάπτυξη”. Δεν πρόκειται µόνον για φαινόµενο του Tρίτου Kόσµου. Eδώ και δέκα χρόνια, κάθε χρόνο στη Γαλλία πάνω από δέκα χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως άνθρωποι των πόλεων, ξεκινούν µια αγροτική δραστηριότητα µε απόδοση µικρότερη από την επιδοτούµενη σύµφωνα µε τις οδηγίες της αγροτικής πολιτικής της Eυρωπαϊκής Ένωσης. Tο κράτος προσπαθεί να ρυθµίσει την τάση αυτή µε το πρόσχηµα της βοήθειας στους νέους αγρότες και της παροχής δυνατοτήτων απασχόλησης στους ανέργους. Mεταξύ της πλειάδας των οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σ’ αυτόν τον τοµέα, υπάρχουν και οργανώσεις όπως το κίνηµα Droit paysan που θέλει να παραµένει όσο γίνεται πιο ανεξάρτητο από τη βοήθεια της πολιτείας, δεν στοχεύει στην ένταξη στο σύστηµα της αγοράς και ενίοτε καταλαµβάνει ακαλλιέργητες εκτάσεις. Όσο κι αν δεν µπορούµε να βρούµε κοινό παρονοµαστή για τις διάφορες αυτές πρωτοβουλίες ανά τον κόσµο, όσο κι αν όσοι συµµετέχουν σ’ αυτές είναι άνθρωποι οι οποίοι συχνά το µόνο που θέλουν είναι να εξασφαλίσουν µια θέση στην αγορά της κατηγορίας τους, πρόκειται ωστόσο αντικειµενικά για τη σηµαντικότερη τάση επανοικειοποίησης των πόρων µε την έννοια της αντιπολιτικής και της αντιοικονοµίας, ειδικά στις περιπτώσεις όπου η γη προσφέρεται χωρίς χρηµατικό αντίτιµο. Mήπως θα έπρεπε οι κριτικοί της αξίας, αντί να παιδεύονται µε τα υπολείµµατα σκοταδιστικών αριστερών γκρουπούσκουλων, να αρχίσουν να συνεισφέρουν στην επεξεργασία και την ανύψωση του επιπέδου της θεωρίας αυτών των δυνητικά αντισυστηµικών και ανατρεπτικών κινηµάτων;
 

Aυτό που διαφοροποιεί τις θέσεις που παραθέτουµε εδώ από τη ροµαντική-αντιδραστική κριτική της προόδου είναι ότι η τελευταία επιδιώκει την επιστροφή στο παρελθόν, του οποίου µάλιστα εξυµνεί τις χειρότερες όψεις (έλλειψη κινητικότητας, προδιαγεγραµµένοι ρόλοι των δύο φύλων, σεβασµός στην ιεραρχία, θρησκευτικότητα κ.ο.κ.). Aντίθετα, το θέµα είναι να υπερασπιστούµε τις δυνατότητες που διαφαίνονταν στο παρελθόν. Γράφει σχετικά ο Pιζέλ: «δεν υπάρχουν πια αγρότες, αφού δεν υπάρχει πια αγροτική κοινωνία, όπως και δεν πρόκειται να ξαναϋπάρξει αγροτική κοινωνία. Aυτό που οφείλουµε να ξαναβρούµε δεν είναι ο έλεγχος όλων επί όλων, του οποίου τα πιο περιπετειώδη παιδιά κατάφερναν πάντοτε ανά τους αιώνες να διαφεύγουν, αλλά η ολότητα των δυνατοτήτων ανάπτυξης και υπέρβασης του παρελθόντος και οι αντίστοιχες ιστορικές ευκαιρίες τις οποίες κατέστρεψε η βιοµηχανική εµπορευµατική κοινωνία» (Riesel 33). Tι έχουν να πουν όσοι θεωρούν την αγροτική ζωή αντιδραστική ουτοπία, για τις ελευθεριακές αγροτικές κοινότητες στην Iσπανία το 1936-37, όπου «όλα µπορούσαν να αρχίσουν από την αρχή» (Rem. 71); Στο Nότο, µέσα σε λίγα χρόνια επαναλαµβάνεται η φρίκη της προ εκατονπεντηκονταετίας εκδίωξης των αγροτών στην Eυρώπη και καταστρέφονται όλες οι συνθήκες ζωής που δεν δηµιουργήθηκαν από την εµπορευµατική κοινωνία και δεν διαποτίζονται πλήρως από αυτήν. «H διάλυση της παγκόσµιας αγροτιάς σηµαίνει και τη διάλυση του τελευταίου µεγάλου αποθέµατος αντιβιοµηχανικών ανθρώπινων δυνατοτήτων» (Riesel 64). Ποιος ξέρει αν η ανθρωπότητα δεν θα ζήσει σύντοµα µια αγροτική εξέγερση που να ασκεί κριτική στην κοινωνία της αξίας;

H φοβερή ύβρις που επιτέλεσε η επιστήµη του 20ού αιώνα, κυρίως µε την προσπάθειά της να εγκαθιδρύσει µια, πρωτοφανή σε βάθος σε σχέση µε τις προηγούµενες χιλιετηρίδες, κυριαρχία επί της φύσης και να κατασκευάσει µια φύση προσαρµοσµένη απόλυτα στην εµπορευµατική κοινωνία, είναι το µεγαλύτερο εµπόδιο σε οποιοδήποτε σχέδιο ανθρώπινης χειραφέτησης. Oποιαδήποτε τροχοπέδη σ’ αυτήν τη µηχανή είναι ευπρόσδεκτη. Ή µήπως δεν µπορούµε να κάνουµε τίποτα πια, τώρα που η γνώση των βιοτεχνολογιών υπάρχει και την εµπεδώσαµε για τα καλά; Iστορικά δεν δικαιολογείται τέτοια µοιρολατρεία. O Mαρξ παραθέτει στο Kεφάλαιο την παρακάτω θέση για την ιστορία των εφευρέσεων: «Πριν από πενήντα περίπου χρόνια (γύρω στα 1780), ο Άντον Mίλερ είδε µια κοµψότατη µηχανή στο Nτάντζιγκ, που έγνεθε τέσσερα µε έξι κοµµάτια υφάσµατος στο λεπτό. Tο δηµαρχείο όµως έκρινε ότι η εφεύρεση αυτή θα µετέτρεπε πολλούς εργαζόµενους σε ζητιάνους, γι αυτό και την αποσιώπησε κι άφησε στον εφευρέτη τη διακριτική ευχέρεια να πάει να πνιγεί» (MEW 23/45).

Η Νύφη του Φρανκενστάιν, του Τζέιμς Γουέιλ, 1935

——————————————
Υποσημειώσεις:
 

35. Πιθανότατα κάποιοι να µην γνωρίζουν καν ποια είναι η ελβετική Novartis: ένας κολοσσός της χηµείας και της βιοτεχνολογίας (όπως εξάλλου και η Monsanto ή η Dupont), που προέκυψε από τη συγχώνευση της εταιρείας παραγωγής αγροχηµικών προϊόντων Ciba-Geigy µε τον όµιλο φαρµακευτικών προϊόντων Sandoz, ο οποίος έχει κάνει αισθητή την παρουσία του ήδη από τη δεκαετία του 80, χάρη στη στοργική µεταχείριση του ποταµού Ρήνου. Η Nestlé είχε γίνει γνωστή πολλά χρόνια πριν χάρη στη στοργική µεταχείριση των βρεφών του “Tρίτου Kόσµου”, στα οποία έφερε την ευλογία του γάλακτος σε σκόνη. Σήµερα ανήκει στους µεγαλύτερους παραγωγούς γενετικά τροποποιηµένων τροφών. (Στη λίστα των 500 µεγαλύτερων εταιρειών των Financial Times για το 2003 η Novartis βρίσκεται στη θέση 17 και η Nestlé στη θέση 27. Στις 50 πρώτες της λίστας οι 10 είναι εταιρείες του κλάδου «Φαρµακευτικά/Βιοτεχνο-λογία». Καθηµερινή της Κυριακής, 1 η Ιουνίου 2003 [Σ.τ.M.])
 

36. Φυσικά και δεν βασίζονται όλες οι βιοτεχνολογίες στη γενετική. Η γενετική αποτελεί την πιο ριζοσπαστική επέµβαση στον τρόπο λειτουργίας της ανθρώπινης ζωής και είναι η πιο αµφιλεγόµενη, ενώ οι πιο “παραδοσιακές” βιοτεχνολογίες, όπως η µεταµόσχευση οργάνων και η τεχνητή γονιµοποίηση έχουν καθιερωθεί χωρίς να συναντήσουν την παραµικρή αντίσταση.
 

37. Στη συνέχεια του κειµένου παραπέµπω αφενός στον Αιώνα της βιοτεχνολογίας (1998) του Jeremy Rifkin (έκδοση στα ελληνικά: «Νέα Σύνορα» – Α.Α.Λιβάνη, 1998), που περιέχει πολύ εµπειρικό υλικό, αλλά αδυνατεί να κατανοήσει την κοινωνική σηµασία του αντικειµένου του και σαγηνεύεται από τις πιθανές “θετικές” εφαρµογές των βιοτεχνολογιών, που στην πραγµατικότητα είναι το ίδιο φρικιαστικές µε τις “αρνητικές”. Aφετέρου, παραπέµπω στα τελείως διαφορετικού πνεύµατος Remarques sur l’agriculture génétiquement modifiée et la dégradation des espèces (Σχόλια για τη γενετικά τροποποιηµένη αγροτική οικονοµία και τον εξευτελισµό των ειδών, 1999) της Encyclopédie des Nuisances, µιας παρισινής οµάδας που επηρεάστηκε στην αρχή από τους καταστασιακούς και ασκεί εδώ και καιρό έντονη κριτική στην “πρόοδο”, αλλά και στις Déclarations sur l’agriculture transgénique et ceux qui prétendent s’y opposer (Eξαγγελίες σχετικά µε την γενετικά τροποποιηµένη γεωργία και όσους διατείνονται πως της αντιτίθενται, 2000) του René Riesel, που κυκλοφόρησε επίσης από τον εκδοτικό οίκο της Encyclopédie. Τα επιχειρήµατα που παρουσιάζω στο άρθρο µου βασίζονται ουσιαστικά στα δύο παραπάνω κείµενα. Βέβαια, το καλύτερο βιβλίο ενάντια στη γενετική τεχνολογία θα ήταν µια ασχολίαστη συλλογή κειµένων όσων την ασκούν και όσων την υπερασπίζονται. Θα µας έπιανε σύγκρυο: Oι άγγλοι καθηγητές βιολογίας, που θέλουν να δηµιουργήσουν ανθρώπινα έµβρυα χωρίς κεφάλι, µε σκοπό τη δηµιουργία µιας τράπεζας οργάνων για µεταµοσχεύσεις (Rifkin 65-66) δεν αποτελούν ιδιαιτέρως ακραία περίπτωση. Αν διαβάζαµε κάτι τέτοιο στο µέλλον θα µας προκαλούσε την ίδια εντύπωση που µας προκαλούν σήµερα τα ντοκουµέντα σχετικά µε τα ιατρικά πειράµατα των Ναζί. Η υποθετική περίπτωση και µόνο να συζητούσε κανείς µε τέτοιους “επιστήµονες” θα συγκρινόταν µε την περίπτωση να διαπραγµατευόταν κανείς µε τους Ναζί τη διαχείριση των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Ούτε η γενετική τεχνολογία, ούτε η ιατρική των Ναζί αποτελούν αποκλίσεις από την “κανονική” ιατρική, µα, πολύ περισσότερο, είναι η αυτοπραγµάτωση µιας ιατρικής που έχει αποστασιοποιηθεί πλήρως από το αντικείµενό της. Η ιατρική των Ναζί έβλεπε στους φυλακισµένους των στρατοπέδων συγκέντρωσης χρήσιµο πειραµατικό υλικό, όπως ακριβώς η σηµερινή ιατρική έρευνα βλέπει τα πλεονάζοντα και κατεψυγµένα έµβρυα (Rem. 95), τα οποία αποζητά λαίµαργα µε σκοπό πειράµατα φιλικά προς τον άνθρωπο (και τα οποία στο Βέλγιο έχει ήδη αποκτήσει). Πολλά απ’ αυτά που αρχικά ακούγονταν σαν σενάρια τρόµου, όπως για παράδειγµα η µελλοντική εξέλιξη δύο µη συµβατών ανθρωπίνων ρατσών, αποτελούµενη φυσικά από µια ράτσα κυρίων και µια ράτσα σκλάβων, όπως περιγράφτηκαν π.χ. από τον Χ. T. Γουέλς (Η µηχανή του χρόνου) και τον Ά. Χάξλεϋ (Θαυµαστός καινούριος κόσµος), παρουσιάζονται σήµερα από τους προφήτες της εποχής της βιοτεχνολογίας ως θετικό ή τουλάχιστον αναπόφευκτο αποτέλεσµα των τεχνικών τους. Έτσι τουλάχιστον παρουσιάζει τα πράγµατα κάποιος Lee Silver (βλ. Rifkin 271), που θεωρείται ειδικός επί του θέµατος.
 

38. Ακόµη και ο Rifkin, που αντιµετωπίζει το θέµα αποκοµµένο από το κοινωνικό του πλαίσιο, διακρίνει τη συγγένεια µεταξύ των βιοτεχνολογιών και των περιφραγµένων κτηµάτων στην Αγγλία, τα οποία αποτελούν πρότυπο υπεξαίρεσης της συλλογικής ιδιοκτησίας.
 

39. Όταν η Lucile Desmoulins ανέβηκε στη λαιµητόµο στο Παρίσι του 1793 και φώναξε: «Ελευθερία, πόσα εγκλήµατα θα γίνουν στ’ όνοµα σου!» δεν µπορούσε να φανταστεί τι νόηµα θα αποκτούσαν τα λόγια της δύο αιώνες µετά.
 

40. Για ποιο λόγο να µας εκπλήσσει το ότι στις κλινικές τεχνητής γονιµοποίησης µπορεί κανείς να επιλέξει σπερµατοζωάριο ανάλογα µε τη ράτσα, το ύψος, το ανάστηµα, το χρώµα των µατιών, την ευφυΐα, την εθνότητα και την υπηκοότητα (Rifkin 62); Μήπως η φύση έχει κερδίσει τον αγώνα ενάντια στις δυνάµεις του Kακού χάρη στις διαφορετικές ποικιλίες καφέ στα σουπερµάρκετ;
 

41. Τη στιγµή που τόσοι άνθρωποι µολύνθηκαν (κυρίως µε HIV και ηπατίτιδα) από µεταγγίσεις, µπορεί κανείς να είναι ευτυχής, αν είναι µάρτυρας του Ιεχωβά και αρνείται εξολοκλήρου τις µεταγγίσεις. Ακόµη κι η άρνησή τους να εµβολιαστούν θα µπορούσε µια µέρα να αποδειχθεί “πλεονεκτική επιλογή”, όταν η αχαλίνωτη διάδοση των εµβολιασµών ενάντια στις πιο ακίνδυνες ασθένειες (ανεµοβλογιά, γρίππη) θα έχει καθαρίσει συστηµατικά το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστηµα. Οι χορτοφάγοι ήταν προφυλαγµένοι από τη νόσο των τρελών αγελάδων. Με λίγη φαντασία θα µπορούσε να συλλάβει κανείς µια κατάσταση στην οποία οι µόνοι άνθρωποι που επιζούν µετά από µια σειρά συµφορών που οφείλονται στην τεχνολογική πρόοδο, είναι κάποιοι µυστήριοι τύποι και τα µέλη διάφορων θρησκευτικών αιρέσεων. Ακόµη κι αυτό ανήκει στη διαλεκτική του Διαφωτισµού: H πιστή, κατά γράµµα εφαρµογή του Λόγου της Βίβλου, µπορεί σήµερα να αποδειχθεί πιο χρήσιµη από µια επίσκεψη στο γιατρό. Eίναι γεγονός ότι σήµερα ακόµη και σκοτεινές κοσµοθεωρίες ανθρωποσοφικών, πνευµατιστικών και άλλων τέτοιων τάσεων συχνά ρεζιλεύονται µπρος στην πραγµατικότητα λιγότερο από το Λόγο του φετιχισµού του εµπορεύµατος και της τεχνολογίας. Αυτό το εµπειρικά διαπιστωµένο γεγονός είναι πολύ κοντά στην τυπική µετατροπή του ορθού λόγου του Διαφωτισµού στο προφανώς αντίθετό του. Στο κίνηµα του New Age, η µετάβαση από τον κυβερνοχώρο στο προσευχητάρι (και τούµπαλιν) είναι διαρκής.

42. Στη Γαλλία οι επιθέσεις που ασκούν τα ριζοσπαστικά ρεύµατα προς την κοινωνία του εµπορεύµατος συχνά της δίνουν το κάπως ασαφές όνοµα «η Οικονοµία». Oι επιθέσεις αυτές συµπεριλαµβάνουν και τον µαρξισµό της εργατικής τάξης στην κριτική τους -όπως κάνουν και µε τη θεωρία της αξίας- ως εκπρόσωπο του οικονοµισµού, δηλαδή της αναγωγής του κοινωνικού αποκλειστικά στο οικονοµικό: «Και γι αυτόν το λόγο ο πρώτος τυχόν ηλίθιος είναι “µαρξιστής”, που σηµαίνει οικονοµιστής,υποστηρικτής της κυριαρχίας της Οικονοµίας, προτού να γίνει κατ’ επιλογήν φιλελεύθερος, ή, όπως λέγεται σήµερα, πολίτης», ενώ «η ουσιαστική συµβολή του Μαρξ ήταν να καταδείξει πως µε πολύ συγκεκριµένο τρόπο η κυριαρχία του εµπορεύµατος, η οποία ενθαρρύνθηκε από τη βιοµηχανία, φρόντισε από τότε να καταστήσει µοναδική οραµατική δυνατότητα καθόλη τη βιοµηχανική εποχή την υπόθεση της απόλυτης κυριαρχίας της οικονοµίας» (Riesel 19). Από όλα τα επαναστατικά κινήµατα του παρελθόντος, προσθέτει ο Ριζέλ, έλλειπε η αυτονοµία, µε την έννοια της ρήξης µε τις ιδεολογίες της προόδου.

43. Φυσικά µπορεί να τα αποφεύγει κανείς ως ένα βαθµό, αγοράζοντας µόνο “βιολογικά” προϊόντα. Όµως για να το κάνει κανείς αυτό συστηµατικά χρειάζεται ένα εισόδηµα, το οποίο αποκτά µόνο αν συµµετέχει ενεργά στις φρικαλεότητες αυτής της κοινωνίας. Απ’ την άλλη, όµως, η βιολογική διατροφή δεν είναι πια αυτό που ήταν και έχει ανοίξει την όρεξη αυτών που την καθιστούν καθηµερινά όλο και πιο αναγκαία: έτσι ακόµη και η Novartis έχει ήδη µπει στην αγορά των βιολογικών προϊόντων. 44. Είναι χαρακτηριστικός ο στεναγµός του Ντε Γκωλ: «Πώς να διοικήσει κανείς µια χώρα, στην οποία υπάρχουν τριακόσια είδη τυριών;» Για προβλήµατα αυτού του είδους όµως η Ε.Ε. διαθέτει πολύ καλύτερες λύσεις από τον παλαίµαχο στρατηγό. Σήµερα στη Γαλλία στα µαγαζιά µε τυροκοµικά προϊόντα συχνά σου δίνουν και µια προκήρυξη µε τίτλο: «Να σώσουµε τα τυριά µας!»

45. Όταν όµως κάποιος πεθάνει απ αυτό, τότε ήταν άτυχος – η µηχανή έχει και την άλλη της όψη. Έτσι έχει συµβεί να πεθάνουν άνθρωποι που έφαγαν τις προαναφερθείσες ντοµάτες µε γονίδια ψαριού, επειδή ήταν αλλεργικοί στο ψάρι και βέβαια δεν ήταν αρκετά έξυπνοι, ώστε να υποθέσουν ότι η ντοµατοσαλάτα τους µπορεί να περιέχει ψάρι. Οι γενετιστές δίνουν έτσι ένα τέλος στον ισοπεδωτικό εφησυχασµό του χορτάτου αστού (για τον οποίο εξάλλου έχουν γίνει τόσες διαµαρτυρίες), προσφέροντάς του µια καθηµερινή περιπέτεια, που ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά του πολύ περισσότερο απ ό,τι το να σκαρφαλώνει σε βράχους µε γυµνά χέρια.

46. Η στατιστική του Wallerstein σχετικά µε τη διατροφή της αγγλικής µεσαίας τάξης (η οποία παρατίθεται από τον Robert Kurz στο βιβλίο του Schwarzbuch Kapitalismus [H Mαύρη Bίβλος του Kαπιταλισµού], εκδόσεις Eichborn, Φρανκφούρτη 1999, σελ. 18) αποδεικνύεται υπερβολικά αισιόδοξη, όταν διαπιστώνει ότι στα τέλη του 19ου αιώνα είχε φτάσει τουλάχιστον στο επίπεδο του όψιµου µεσαίωνα, αφού υπολογίζει µόνον την ποσότητα του φαγητού.

47. Παρόλο που δεν έχει άµεση σχέση µε το θέµα του άρθρου, πρέπει να σηµειωθεί ότι η προφανής απόρριψη κάθε ιδέας συσσώρευσης και γραµµικής εξέλιξης, που περιέχεται στη ρήση του Αναξίµανδρου, δείχνει πόσο άδικο έχουν ερµηνευτές όπως ο A. Sohn-Rethel, οι οποίοι βλέπουν χωρίς λόγο τους φυσικούς φιλοσόφους της Ιωνίας ως τους πρώτους υπερασπιστές της λογικής του εµπορεύµατος. Όπως εξάλλου και όλη η αρχαία σκέψη, αυτοί εξέφρασαν ταυτόχρονα την ανάδυσή της, όσο και την αντίσταση εναντίον της. [Ο Αναξίµανδρος λέει ότι η πρωταρχική ουσία και το στοιχείο όλων των όντων είναι το άπειρον, και σ’ αυτό, απ’ όπου γεννήθηκαν τα πράγµατα, επίσης αποσυντίθενται. Σ.τ.Μ.]

48. Οι επιφυλάξεις του κόσµου προς τους Γ.Τ.Ο. είναι τόσο µεγάλες, ώστε η γενετική τεχνολογία απειλείται µε οικονοµική αποτυχία: η άρνηση της κυβέρνησης των Η.Π.Α. να προσθέτει ετικέτες στα προϊόντα που περιέχουν Γ.Τ.Ο. επέφερε το αναπάντεχο αποτέλεσµα τα τελευταία χρόνια να πέσουν κατά 90% οι εισαγωγές αµερικανικού καλαµποκιού και σόγιας (εκεί δηλαδή που χρησιµοποιούνται κυρίως οι Γ.Τ.Ο.) στην Ευρώπη (Il Manifesto, 23 Μαΐου 2000), διότι οι εισαγωγείς δεν ήθελαν να διακινδυνεύσουν να τιµωρηθούν από τους αγοραστές τους. Η Deutsche Bank συµβούλευσε πέρσι τους πελάτες της να µην επενδύουν πια σε βιοτεχνολογίες. Θα ήταν όµως µια παράδοξη επιτυχία, αν οι βιοτεχνολογίες σταµατούσαν για καθαρά οικονοµικούς λόγους.

49. Μια ιδιαίτερα πετυχηµένη µορφή σαµποτάζ έγινε στην Ιταλία λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1998. Στάλθηκαν σε ένα πρακτορείο ειδήσεων αρτοσκευάσµατα τύπου panettoni, τα οποία στην Ιταλία αγοράζονται από όλες τις οικογένειες για τα Χριστούγεννα [Σ.τ.M. γλυκό ψωµί, αντίστοιχο µε τις βασιλόπιτες στην Ελλάδα], παρασκευασµένα από µια εταιρεία θυγατρική της Nestlé, στα οποία είχε προστεθεί µε ένεση πρωσσικό οξύ. Οι αποστολείς ανακοίνωσαν ότι και άλλα δηλητηριασµένα πανετόνι βρίσκονται ήδη στα σουπερµάρκετ, σαν ένδειξη διαµαρτυρίας για τη χρήση τροποποιηµένων οργανισµών στην παραγωγή της Nestlé. Δηµιουργήθηκε πανικός και µετά την ηµέρα εκείνη δεν πουλήθηκαν κυριολεκτικά καθόλου πανετόνι οποιασδήποτε µάρκας. Η θυγατρική της Nestlé έκλεισε προσωρινά, λόγω ανυπαρξίας παραγγελιών. Παρόλο που δεν βρέθηκε ποτέ ούτε ένα δηλητηριασµένο αρτοσκεύασµα σε σουπερµάρκετ, το θέµα και µαζί µ’ αυτό και η χρήση Γ.Τ.Ο. γενικά µονοπώλησε τις συζητήσεις στα χριστουγεννιάτικα γεύµατα όλων των ιταλικών οικογενειών. Οι συγγραφείς δεν βρέθηκαν ποτέ, αλλά ακόµη κι αν τους ανακάλυπταν δεν θα είχαν τίποτε να φοβηθούν: δεν κυκλοφόρησαν ποτέ δηλητηριασµένα αρτοσκευάσµατα, απλά διατύπωσαν µια απειλή. Το παράδειγµα αυτό δείχνει ότι µια πράξη σαµποτάζ και προπαγάνδας είναι δυνατή µε ελάχιστα µέσα και ελάχιστο προσωπικό ρίσκο, αν ξέρει κανείς πώς να εκµεταλλεύεται στρατηγικά τις περιστάσεις.
 

50. Πριν από πενήντα µόλις χρόνια, οι αγρότες στην Ινδία φύτευαν πάνω από 30.000 παραδοσιακά είδη ρυζιού. Σήµερα 10 σύγχρονες ποικιλίες καλύπτουν πάνω από το 75% της τοπικής παραγωγής ρυζιού (Rifkin 181). Ο πλούτος ποικιλιών που αναπτύχθηκε σταδιακά µέσα σε δέκα χιλιάδες χρόνια αγροτικού πολιτισµού ισοπεδώνεται διαµιάς για ευτελείς σκοπούς. Ενώ η συνολική εξέλιξη της φύσης (και η ανθρώπινη εξέλιξη) είχε πάντοτε την τάση να δηµιουργεί όλο και περισσότερα είδη µε διαφορετικά χαρακτηριστικά, η κοινωνία του εµπορεύµατος κατάφερε να την αντιστρέψει σε λίγες µόνο δεκαετίες.
Υγ: Παραπέμπω επίσης και σ’ ένα σχετικό άρθρο για τις βιοτεχνολογίες με τίτλο: Η Ενναλακτική Ιατρική στο Απόσπασμα που δημοσιεύτηκε στο 145 φύλο της αναρχικής εφημερίδας, Διαδρομή Ελευθερίας.