Στις 11 Μαρτίου του 1922 γεννήθηκε στην
Κωνσταντινούπολη ο Κορνήλιος Καστοριάδης και η οικογένειά του πρόλαβε να
φύγει για την Αθήνα, ένα μήνα πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Υπήρξε ένας σημαντικός Έλληνας φιλόσοφος, οικονομολόγος και ψυχαναλυτής,
που έδρασε και δημιούργησε στη Γαλλία. Από τους σημαντικότερους
στοχαστές του 20ου αιώνα, συνένωσε στο έργο του την πολιτική, τη
φιλοσοφία και την ψυχανάλυση. Αποκλήθηκε «φιλόσοφος της αυτονομίας»,
υπήρξε συγγραφέας του σημαντικού βιβλίου «Η φαντασιακή θέσμιση της
κοινωνίας» και συνιδρυτής του περιοδικού «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα».
Οι γονείς του ήταν εξαιρετικά μορφωμένοι,
προοδευτικοί στις απόψεις τους και μουσικόφιλοι. Ο Καστοριάδης
κληρονόμησε τη δίψα τους για μάθηση. Σε ηλικία 11 ετών άρχισε να μελετά
φιλοσοφία και λίγο καιρό μετά, πρόσθεσε στη μελέτη του και την πολιτική.
Τελείωσε το Γυμνάσιο στα 15, βαθύτατα επηρεασμένος από τις αναγνώσεις
του.
Σπούδασε στην Αθήνα φιλοσοφία, νομικά και οικονομικά
και στρατεύθηκε από νεαρός στην Αριστερά, περνώντας γρήγορα στις ακραίες
τάσεις του τροτσκιστικού κινήματος. Το 1946, συνεργαζόμενος με τον
Κλοντ Λεφόρ, προκάλεσε τη διάσπαση της Τετάρτης Διεθνούς και ίδρυσε την
περιλάλητη ομάδα Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα.
Οι αγωνιστές και στοχαστές της ομάδας, με κεντρική
μορφή τον Καστοριάδη, προχώρησαν σε μια ρηξικέλευθη κριτική τόσο του
καπιταλιστικού συστήματος όσο και του δήθεν αντιπάλου δέους του, του
«σοσιαλισμού» των χωρών του Ανατολικού Μπλοκ. Ο Καστοριάδης δημοσίευσε
πλήθος αναλύσεων, εν πολλοίς (καίτοι δεν το αναγνώρισε ρητώς)
επηρεασμένος από τα πονήματα και τη σκέψη του Κώστα Παπαϊωάννου.
Για την ΕΣΣΔ, την Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών
Δημοκρατιών, την οποία πάντα προτιμούσε να αποκαλεί Ρωσία, θα πει ότι
πρόκειται για τέσσερα ασύστολα και επικίνδυνα ψεύδη, μιας που δεν είναι
Ένωση, δεν διατηρείται ούτε καν ως ανάμνηση έστω και ένα ίχνος από τα
σοβιέτ, τα αυτόνομα συμβούλια των εργαζομένων, δεν έχει καμία σχέση με
το σοσιαλισμό, αλλά πρόκειται περί γραφειοκρατικού καπιταλισμού, δεν
πρόκειται περί δημοκρατικών αλλά περί στρατιωτικών και αστυνομικών
κατασταλτικών μορφωμάτων.
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’50, ο Καστοριάδης
επιχείρησε μια κριτική υπέρβαση του μαρξισμού, γεγονός που οδήγησε σε
τριβές και αλλεπάλληλες διασπάσεις στο εσωτερικό του Σοσιαλισμός ή
Βαρβαρότητα, μέχρι την οριστική διάλυση της ομάδας, το 1966.
Εν συνεχεία, πάντα ανήσυχος και αναγεννησιακός,
πολυπράγμων και δημιουργικός, ο Καστοριάδης ασχολήθηκε με τη συγγραφή
πλήθους κειμένων επιστημολογίας, κοινωνικής ανάλυσης, πολιτικής
φιλοσοφίας και ψυχανάλυσης, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στο
λεγόμενο πρόταγμα της αυτονομίας.
Κεντρικής σημασίας έργο του Καστοριάδη παραμένει η Φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας,
στο πρώτο μέρος της οποίας επιχειρείται η κριτική αποτίμηση και εν
συνεχεία το ξεπέρασμα της μαρξικής σκέψης, ώστε το επαναστατικό πρόταγμα
να αυτονομηθεί από κάθε «ορθολογική θεμελίωση».
Ο Καστοριάδης αντιλαμβάνεται πλέον την ιστορία ως
δημιουργία και, έτσι, στο δεύτερο μέρος του εν λόγω έργου, ομιλεί περί
της ρητής αυτοθέσμισης της κοινωνίας, περί του κοινωνικού
πράττειν-ποιείν των ανθρώπων ως αυτόνομων και συνεπώς απολύτως υπεύθυνων
δημιουργών της ιστορίας τους και της κοινωνίας τους.
Ο Καστοριάδης ποτέ δεν εγκατέλειψε την κοινωνική
κριτική, την επισήμανση και τη διαυγή ανάλυση των δεινών που ταλανίζουν
το σύγχρονο κόσμο. Σημαντικές και δηκτικότατες υπήρξαν οι παρατηρήσεις
του για την κρίση του συστήματος αξιών στο δυτικό πολιτισμό, για την
παρακμή της τέχνης, για την απίσχνανση της δημιουργικότητας, για τη
φθορά όλων των όψεων της καθημερινής ζωής. Διατύπωσε τη γνώμη ότι δεν
ζούμε σε έναν «κλιματιζόμενο εφιάλτη» αλλά σε «πυκνοκατοικημένες
ερήμους».
Στη συλλογή κειμένων και συνομιλιών με γενικό τίτλο Η
άνοδος της ασημαντότητας λέει: «Κανείς δεν ξέρει πια σήμερα τι θα πει
να είσαι πολίτης αλλά κανείς δεν ξέρει τι θα πει να είσαι άντρας ή
γυναίκα. Οι ρόλοι των φύλων διαλύθηκαν, κανείς δεν ξέρει πια σε τι
συνίστανται. Άλλοτε οι ρόλοι ήταν γνωστοί στα διάφορα κοινωνικά επίπεδα,
στις διάφορες κατηγορίες, στις διάφορες ομάδες. Δεν λέω πως ήταν καλό,
υιοθετώ μια περιγραφική και αναλυτική άποψη». Και ακόμη: «Η εξατομίκευση
των ατόμων δεν σημαίνει αυτονομία. Όταν ένα άτομο αγοράζει ένα ψυγείο ή
ένα αυτοκίνητο κάνει αυτό που κάνουν άλλα 40 εκατομμύρια άτομα, και δεν
υπάρχει στην πράξη του αυτή ούτε ατομικότητα ούτε αυτονομία.
Αυτή ακριβώς είναι μια από τις απάτες της σύγχρονης
διαφήμισης: Κάντε την προσωπική σας επιλογή, αγοράστε το Χ
απορρυπαντικό. Και ιδού, εκατομμύρια άτομα “επιλέγουν προσωπικά”
αγοράζοντας το ίδιο απορρυπαντικό. Ή, πάλι, 20 εκατομμύρια οικογένειες
πατούν την ίδια ώρα και το ίδιο λεπτό το ίδιο κουμπί της τηλεόρασης για
να δουν τις ίδιες βλακείες».
Το 1979 ο Καστοριάδης εξελέγη διευθυντής της Ecoles
des Hautes Etudes en Sciences Sociales, όπου διοργάνωσε σεμινάριο με
τίτλο "Θέσμιση της κοινωνίας και ιστορική δημιουργία".
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Κορνήλιος
Καστοριάδης επισκέφθηκε αρκετές φορές την Ελλάδα, δίνοντας σειρά
διαλέξεων, μεταξύ άλλων στη Θεσσαλονίκη, το Ηράκλειο, τον Βόλο το
Ρέθυμνο κ.α. Το 1989 αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας στο Πάντειο
Πανεπιστήμιο. Στις 24 Φεβρουαρίου 1993 αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας
του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης στο Δημοκρίτειο
Πανεπιστήμιο Θράκης. Ο Κορνήλιος Καστοριάδης απεβίωσε σε ηλικία 75 ετών,
στις 26 Δεκεμβρίου του 1997.
Οι τέσσερις έννοιες-κλειδιά στο έργο του Κορνηλίου Καστοριάδη.
Τέσσερις λέξεις: Φαντασία,
Φαντασιακό, Δημιουργία, Αυτονομία. Αυτές τις τέσσερεις λέξεις τις
“παρουσίασε” ο ίδιος στη γαλλική τηλεόραση -στην καθημερινή εκπομπή
Inventer Domain του δημοσίου και με εκπαιδευτικό χαρακτήρα σταθμού La
Cinquicnic-,σε τέσσερις συνεχείς ημέρες (2,3,4,5.12.1996). Τέσσερις
λέξεις, τέσσερις εκπομπές διάρκειας τεσσάρων λεπτών κάθε μία, κάθε
εκπομπή για μία λέξη. Αυτό εδώ το κείμενο είναι η μετάφραση, με
ελάχιστες συντομεύσεις, των τεσσάρων εκπομπών, από το βιβλίο “Είμαστε η
Ιστορία μας”, του Κ.Καστοριάδη.
1. Φαντασία
Ποιο είναι το ίδιον του ανθρώπου; Τι είναι αυτό που μας διαφοροποιεί από τα ζώα; Επαναλαμβάνουν, εδώ και αιώνες, ότι είναι ο ορθός λόγος. Αρκεί όμως να προσέξουμε τη συμπεριφορά των άλλων γύρω μας αλλά και τη δική μας, για να αντιληφθούμε ότι αυτό δεν αληθεύει. Οι ατομικές και οι συλλογικές συμπεριφορές πολύ συχνά είναι παράλογες. Τα ζώα είναι πιο “λογικά” από εμάς· δεν σκοντάφτουν, δεν τρώνε δηλητηριώδη μανιτάρια, κάνουν αυτό που πρέπει, για να συντηρηθούν και να αναπαραχθούν. Ποιο είναι το ίδιον του ανθρώπου; Είναι το πάθος και οι επιθυμίες; Ναι, πράγματι. Τα ζώα από ό,τι μπορούμε να ξέρουμε δεν έχουν πάθη ούτε πραγματικές επιθυμίες τα ζώα έχουν ένστικτα. Τι όμως συνιστά την ιδιαιτερότητα του πάθους και των επιθυμιών; Είναι ακριβώς το γεγονός ότι το πάθος και οι επιθυμίες -ο έρωτας, η δόξα, το κάλλος, η εξουσία, ο πλούτος- δεν είναι «φυσικά» αλλά φαντασιακά αντικείμενα.
Ποιο είναι το ίδιον του ανθρώπου; Τι είναι αυτό που μας διαφοροποιεί από τα ζώα; Επαναλαμβάνουν, εδώ και αιώνες, ότι είναι ο ορθός λόγος. Αρκεί όμως να προσέξουμε τη συμπεριφορά των άλλων γύρω μας αλλά και τη δική μας, για να αντιληφθούμε ότι αυτό δεν αληθεύει. Οι ατομικές και οι συλλογικές συμπεριφορές πολύ συχνά είναι παράλογες. Τα ζώα είναι πιο “λογικά” από εμάς· δεν σκοντάφτουν, δεν τρώνε δηλητηριώδη μανιτάρια, κάνουν αυτό που πρέπει, για να συντηρηθούν και να αναπαραχθούν. Ποιο είναι το ίδιον του ανθρώπου; Είναι το πάθος και οι επιθυμίες; Ναι, πράγματι. Τα ζώα από ό,τι μπορούμε να ξέρουμε δεν έχουν πάθη ούτε πραγματικές επιθυμίες τα ζώα έχουν ένστικτα. Τι όμως συνιστά την ιδιαιτερότητα του πάθους και των επιθυμιών; Είναι ακριβώς το γεγονός ότι το πάθος και οι επιθυμίες -ο έρωτας, η δόξα, το κάλλος, η εξουσία, ο πλούτος- δεν είναι «φυσικά» αλλά φαντασιακά αντικείμενα.
Η φαντασία, λοιπόν, είναι το ίδιον του ανθρώπου. Η φαντασία μάς διαφοροποιεί από τα ζώα.Η
φαντασία, ακόμη και εάν κλείσουμε τα μάτια και τα αυτιά, δεν
αναχαιτίζεται. Υπάρχει πάντα μια εσωτερική ροή από εικόνες, ιδέες,
αναμνήσεις, επιθυμίες, αισθήματα. Μια ροή που δεν μπορούμε να
σταματήσουμε. Δεν μπορούμε καν να την ελέγξουμε, τουλάχιστον όχι πάντα.
Κάποιες φορές το κατορθώνουμε, λίγο ως πολύ, προκειμένου να σκεφτούμε
λογικά και συστηματικά. Αλλά ακόμη και σ’ αυτές τις περιπτώσεις,
αναπάντεχες αναμνήσεις και επιθυμίες διακόπτουν τον στοχασμό μας. Η
φαντασία μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στην παραφροσύνη, στη διαστροφή,
στην τερατωδία αλλά, επίσης, στην αυταπάρνηση και σε κάθε μεγαλειώδη
δημιουργία. Χάρη στη φαντασία το ένστικτο έπαψε να είναι ο μοναδικός
ρυθμιστής της συμπεριφοράς μας. Χάρη στη φαντασία μπορούμε να
δημιουργούμε. Χάρη σ’ αυτήν δημιουργήσαμε την τέχνη, την επιστήμη, τη
φιλοσοφία. Η φαντασία δεν γνωρίζει όρια και κανόνες, ούτε ηθικούς και
λογικούς νόμους. Πάντως, εάν είχαμε αφεθεί χωρίς περιορισμούς στη
φαντασία, ασφαλώς δεν θα είχαμε επιβιώσει ως είδος. Ο άνθρωπος επιβίωσε
ως είδος, επειδή δημιούργησε κοινότητες, κοινωνίες, θεσμούς, κανόνες που
οριοθετούν και περιορίζουν τη φαντασία, αλλά και που συχνά επίσης την
καταπνίγουν.
2. Φαντασιακό
Το ανθρώπινο ον υπάρχει μόνον ως κοινωνικό ον. Αυτό σημαίνει ότι ζει σε μια κοινωνία με θεσμούς, με νόμους, με ήθη, με έθιμα, κ.λπ. Ερώτημα: Από πού έρχονται αυτοί οι θεσμοί, οι νόμοι, τα έθιμα; Είναι αδύνατον να πούμε, όπως συχνά πίστευαν οι λαοί, ότι υπάρχει ένας δημιουργός, ένας νομοθέτης όλων αυτών. Σε μιαν ήδη θεσμισμένη κοινωνία, τα άτομα μπορούν να προτείνουν νόμους, κάποιους ιδιαίτερους νόμους. Τούτο όμως είναι δυνατόν να γίνει, επειδή υπάρχει ήδη ένα σύστημα νόμων, επειδή αυτά τα άτομα έχουν ζήσει ήδη σε μια κοινωνία με νόμους. Ένας συγγραφέας μπορεί να επινοήσει μια νέα λογοτεχνική μορφή και ένας περιθωριακός μια λέξη της αργκό. Αυτά είναι δυνατόν να γίνουν, επειδή υπάρχει ήδη η γλώσσα και η αργκό. Όμως ποιος θα μπορούσε μόνος του να δημιουργήσει εκ προοιμίου τη γλώσσα και να την επιβάλει στους υπόλοιπους; Και με ποια γλώσσα θα επικοινωνούσε;
Το ανθρώπινο ον υπάρχει μόνον ως κοινωνικό ον. Αυτό σημαίνει ότι ζει σε μια κοινωνία με θεσμούς, με νόμους, με ήθη, με έθιμα, κ.λπ. Ερώτημα: Από πού έρχονται αυτοί οι θεσμοί, οι νόμοι, τα έθιμα; Είναι αδύνατον να πούμε, όπως συχνά πίστευαν οι λαοί, ότι υπάρχει ένας δημιουργός, ένας νομοθέτης όλων αυτών. Σε μιαν ήδη θεσμισμένη κοινωνία, τα άτομα μπορούν να προτείνουν νόμους, κάποιους ιδιαίτερους νόμους. Τούτο όμως είναι δυνατόν να γίνει, επειδή υπάρχει ήδη ένα σύστημα νόμων, επειδή αυτά τα άτομα έχουν ζήσει ήδη σε μια κοινωνία με νόμους. Ένας συγγραφέας μπορεί να επινοήσει μια νέα λογοτεχνική μορφή και ένας περιθωριακός μια λέξη της αργκό. Αυτά είναι δυνατόν να γίνουν, επειδή υπάρχει ήδη η γλώσσα και η αργκό. Όμως ποιος θα μπορούσε μόνος του να δημιουργήσει εκ προοιμίου τη γλώσσα και να την επιβάλει στους υπόλοιπους; Και με ποια γλώσσα θα επικοινωνούσε;
Όλα αυτά -οι νόμοι, οι θεσμοί, τα ήθη, τα έθιμα, η γλώσσα- είναι συλλογικές δημιουργίες.
Προσπάθησαν να ερμηνεύσουν την καταγωγή της κοινωνίας βάσει ενός
συμβολαίου (το “κοινωνικό συμβόλαιο” ). Όμως ένα συμβόλαιο προϋποθέτει
άτομα κοινωνικά, τα οποία γνωρίζουν τι είναι ένα τέτοιο συμβόλαιο.
Προσπάθησαν επίσης να ερμηνεύσουν την καταγωγή της κοινωνίας με τους
φυσικούς και τους βιολογικούς νόμους. Όμως κανένας φυσικός ή βιολογικός
νόμος δεν μπορεί να ερμηνεύσει την καταγωγή των θεσμών, που είναι ένα
καινούργιο φαινόμενο μέσα στο δημιουργημένο σύμπαν. Κανένας φυσικός και
βιολογικός νόμος δεν απαντά στα ερωτήματα: Γιατί οι Εβραίοι δημιούργησαν
τον μονοθεϊσμό; Γιατί οι ‘Ελληνες δημιούργησαν τις δημοκρατικές πόλεις;
Γιατί η Δύση δημιούργησε τον καπιταλισμό; Για να συλλάβουμε την ύπαρξη
της ανθρώπινης κοινωνίας, καθώς επίσης τις αλλαγές της μέσα στον χρόνο
αλλά και τις διαφορές της μέσα στον χώρο, πρέπει να δεχτούμε ότι αυτές
οι ίδιες οι ανθρώπινες κοινότητες διαθέτουν μιαν χωρίς προηγούμενο
δημιουργική ικανότητα. Αυτή τη δημιουργική ικανότητα μπορούμε να την
ονομάσουμε: κοινωνικό φαντασιακό.
Το κοινωνικό φαντασιακό είναι η πηγή των θεσμών που
ρυθμίζουν και οργανώνουν τη ζωή των ανθρώπων. Αυτό επίσης δημιουργεί
κάτι πολύ σημαντικό: τις φαντασιακές κοινωνικές σημασίες.Oι φαντασιακές
κοινωνικές σημασίες καθορίζουν τις αξίες της κοινωνίας δηλαδή καθορίζουν
τι είναι καλό και τι κακό, τι είναι αληθές και τι ψευδές, τι είναι
δίκαιο και τι άδικο. Οι φαντασιακές κοινωνικές σημασίες δίνουν νόημα στη
ζωή των ατόμων και, τελικά, δίνουν νόημα ακόμη και στον θάνατο τους. Το
κοινωνικό φαντασιακό δεν είναι σταθερό και αμετάβλητο. Αλλάζει. Και οι
αλλαγές του δηλώνουν την ύπαρξη αλλαγών στην κοινωνία, το γεγονός δηλαδή
ότι υπάρχει ιστορία της ανθρωπότητας. Το κοινωνικό φαντασιακό, άπαξ και
δημιούργησε τους θεσμούς, μπορεί είτε να παραμείνει κατά κάποιον τρόπο
σε λήθαργο (έτσι συμβαίνει στις πρωτόγονες, τις αρχαϊκές, τις
παραδοσιακές κοινωνίες), είτε να προκαλέσει αλλαγές, λιγότερο ή
περισσότερο γρήγορες (έτσι συμβαίνει στην εποχή μας, η οποία γνωρίζει
έναν γρήγορο ρυθμό από ιστορικές μεταβολές, ανήκουστο στην μέχρι τώρα
ιστορία της ανθρωπότητας).
3.Δημιουργία
Οι φιλόσοφοι έχουν αναρωτηθεί: Γιατί να υπάρχει κενό; Θα μπορούσε να μην υπάρχει τίποτα. Το ερώτημα αυτό, σε κάθε περίπτωση, δεν έχει απάντηση. Ίσως μάλιστα να μην έχει καν νόημα. Υπάρχει όμως ένα άλλο ερώτημα που μας βασανίζει και δεν μπορεί παρά να μας βασανίζει: Πώς γίνεται και υπάρχει μια τέτοια πολυμορφία πραγμάτων; Και φυσικά δεν εννοώ μόνον την ποσοτική πολυμορφία. Πώς γίνεται και υπάρχει αυτή η απέραντη ποικιλία μορφών, από τη μη έμβια φύση, μέχρι τις πολυάριθμες ακαθόριστες μορφές ζωής, ακόμη και μέχρι τις μορφές που ακατάπαυστα η ανθρώπινη ιστορία παράγει και δημιουργεί; Έχει υποστηριχθεί ότι η δημιουργία είναι θεία πράξη. Δεν είναι θεία πράξη. Η δημιουργία είναι αυτό ακριβώς που χαρακτηρίζει το ον. Κάθε ον. Το παν υπόκειται συνεχώς σε αλλαγή και αναδημιουργία. Δεν μπορούμε να σκεφτούμε πως ό,τι παρουσιάζεται μπροστά μας είναι μια ατέρμων επανάληψη της ίδιας μορφής, διότι αμέσως ανακύπτει το ερώτημα: Μήπως, κάθε τι είναι καταδικασμένο να επαναλαμβάνει τις μορφές που έχουν ήδη υπάρξει από καταβολής χρόνου; Είναι όμως σαφές ότι υπάρχει ένας αληθινός χρόνος· ο χρόνος της μεταβολής. Και αληθινή μεταβολή είναι η ανάδυση νέων μορφών. Τα φαινόμενα, τα οποία παρατηρούμε μπροστά μας, προσπαθούμε να τα ερμηνεύσουμε μέσα από τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος. Αυτές οι ερμηνείες είναι ασφαλώς πολύτιμες αλλά είναι πάντα μερικές. Γιατί; Διότι έχουν σημασία μόνον στις περιπτώσεις όπου τα φαινόμενα επαναλαμβάνονται (οι ίδιες αιτίες δίνουν τα ίδια αποτελέσματα), αλλά δεν μπορούν να ερμηνεύσουν τις περιπτώσεις όπου υπάρχει ανάδυση νέων μορφών.
Οι φιλόσοφοι έχουν αναρωτηθεί: Γιατί να υπάρχει κενό; Θα μπορούσε να μην υπάρχει τίποτα. Το ερώτημα αυτό, σε κάθε περίπτωση, δεν έχει απάντηση. Ίσως μάλιστα να μην έχει καν νόημα. Υπάρχει όμως ένα άλλο ερώτημα που μας βασανίζει και δεν μπορεί παρά να μας βασανίζει: Πώς γίνεται και υπάρχει μια τέτοια πολυμορφία πραγμάτων; Και φυσικά δεν εννοώ μόνον την ποσοτική πολυμορφία. Πώς γίνεται και υπάρχει αυτή η απέραντη ποικιλία μορφών, από τη μη έμβια φύση, μέχρι τις πολυάριθμες ακαθόριστες μορφές ζωής, ακόμη και μέχρι τις μορφές που ακατάπαυστα η ανθρώπινη ιστορία παράγει και δημιουργεί; Έχει υποστηριχθεί ότι η δημιουργία είναι θεία πράξη. Δεν είναι θεία πράξη. Η δημιουργία είναι αυτό ακριβώς που χαρακτηρίζει το ον. Κάθε ον. Το παν υπόκειται συνεχώς σε αλλαγή και αναδημιουργία. Δεν μπορούμε να σκεφτούμε πως ό,τι παρουσιάζεται μπροστά μας είναι μια ατέρμων επανάληψη της ίδιας μορφής, διότι αμέσως ανακύπτει το ερώτημα: Μήπως, κάθε τι είναι καταδικασμένο να επαναλαμβάνει τις μορφές που έχουν ήδη υπάρξει από καταβολής χρόνου; Είναι όμως σαφές ότι υπάρχει ένας αληθινός χρόνος· ο χρόνος της μεταβολής. Και αληθινή μεταβολή είναι η ανάδυση νέων μορφών. Τα φαινόμενα, τα οποία παρατηρούμε μπροστά μας, προσπαθούμε να τα ερμηνεύσουμε μέσα από τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος. Αυτές οι ερμηνείες είναι ασφαλώς πολύτιμες αλλά είναι πάντα μερικές. Γιατί; Διότι έχουν σημασία μόνον στις περιπτώσεις όπου τα φαινόμενα επαναλαμβάνονται (οι ίδιες αιτίες δίνουν τα ίδια αποτελέσματα), αλλά δεν μπορούν να ερμηνεύσουν τις περιπτώσεις όπου υπάρχει ανάδυση νέων μορφών.
Ας πάρουμε, για παράδειγμα, την περίπτωση της ζωής. Η
βιολογία μας λέει ότι σε μιαν ορισμένη στιγμή, μέσα στον «πρωταρχικό
χυλό» που υπήρχε στη γη, ενας μεγάλος αριθμός μορίων συνενώθηκε τυχαία
και, στη συνέχεια, κάτω από ευνοϊκές συνθήκες -θερμοκρασίας,
ακτινοβολίας, πίεσης- αναδύθηκαν μορφές ζωής. Αυτή όμως η απάντηση δεν
στέκει. Γιατί; Διότι μια μορφή ζωής είναι κάτι άλλο από μιαν απλή
συνένωση μορίων. Επί πλέον, πρόκειται για μια σύνθεση μορίων τελείως
ιδιαίτερη ανάμεσα στα δισεκατομμύρια των δισεκατομμυρίων που θα
μπορούσαν να συντεθούν. Είναι μια συνένωση που κατορθώνει να
οργανώνεται, να συντηρείται, να αναπαράγεται. Το ίδιο ισχύει, με τρόπο
πολύ πιο πυκνό και έντονο, στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η Ιστορία δεν
είναι αποτέλεσμα συνδυασμού ίδιων στοιχείων. Η Ιστορία είναι δημιουργία
νέων στοιχείων. Είναι δημιουργία της μουσικής, της ζωγραφικής, της
τέχνης, της φιλοσοφίας, της δημοκρατίας. Και φυσικά δεν μπορούμε να
εξηγήσουμε με τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος τη μουσική του Μπαχ ή του
Μπετόβεν. Αυτή η μουσική είναι μεγάλη, διότι είναι πρωτότυπη. Και
λέγοντας πρωτότυπη, σημαίνει ότι ακριβώς δεν μπορούμε να την εξηγήσουμε.
4. Αυτονομία
Υπάρχει ανθρώπινη ελευθερία και σε τι συνίσταται; Ελευθερία δεν σημαίνει να κάνουμε ό,τι μας κατεβαίνει στο κεφάλι, ούτε, όπως νόμιζαν ορισμένοι φιλόσοφοι, να δρούμε χωρίς κίνητρα. Ελευθερία σημαίνει κατ’ αρχάς να έχουμε διαύγεια απέναντι, σ’ αυτό που σκεφτόμαστε και σ’ αυτό που κάνουμε. Μπορούμε όμως να είμαστε ελεύθεροι, όταν ζούμε σε μια κοινωνία και κάτω από τον κοινωνικό νόμο; Θα διατυπώσω την απάντηση ως εξής: Μπορώ να είμαι ελεύθερος, εφόσον συμμετέχω στη διαμόρφωση αυτού του νόμου, εφόσον αποφασίζω ισότιμα μαζί με τους άλλους για τη δημιουργία αυτού του νόμου και, τέλος, εφόσον είμαι σύμφωνος με τον τρόπο που ο νόμος αυτός θεσμίστηκε. Για πολύ μεγάλο διάστημα οι ανθρώπινες κοινωνίες πίστευαν ότι τους νόμους και τους θεσμούς τους δεν τους είχαν δημιουργήσει οι ίδιες. Αλλά τότε ποιος; Οι θεοί, ο Θεός, οι πρόγονοι. Σε τέτοιες συνθήκες αυτοί οι νόμοι και οι θεσμοί προφανώς θεωρούνται ιεροί. Αδύνατον να τους αμφισβητήσει κανείς. Πώς είναι δυνατόν να πω ότι ο νόμος που τον έχει δώσει ο Θεός (αν ο Θεός είναι η πηγή κάθε δικαίου) είναι άδικος;
Υπάρχει ανθρώπινη ελευθερία και σε τι συνίσταται; Ελευθερία δεν σημαίνει να κάνουμε ό,τι μας κατεβαίνει στο κεφάλι, ούτε, όπως νόμιζαν ορισμένοι φιλόσοφοι, να δρούμε χωρίς κίνητρα. Ελευθερία σημαίνει κατ’ αρχάς να έχουμε διαύγεια απέναντι, σ’ αυτό που σκεφτόμαστε και σ’ αυτό που κάνουμε. Μπορούμε όμως να είμαστε ελεύθεροι, όταν ζούμε σε μια κοινωνία και κάτω από τον κοινωνικό νόμο; Θα διατυπώσω την απάντηση ως εξής: Μπορώ να είμαι ελεύθερος, εφόσον συμμετέχω στη διαμόρφωση αυτού του νόμου, εφόσον αποφασίζω ισότιμα μαζί με τους άλλους για τη δημιουργία αυτού του νόμου και, τέλος, εφόσον είμαι σύμφωνος με τον τρόπο που ο νόμος αυτός θεσμίστηκε. Για πολύ μεγάλο διάστημα οι ανθρώπινες κοινωνίες πίστευαν ότι τους νόμους και τους θεσμούς τους δεν τους είχαν δημιουργήσει οι ίδιες. Αλλά τότε ποιος; Οι θεοί, ο Θεός, οι πρόγονοι. Σε τέτοιες συνθήκες αυτοί οι νόμοι και οι θεσμοί προφανώς θεωρούνται ιεροί. Αδύνατον να τους αμφισβητήσει κανείς. Πώς είναι δυνατόν να πω ότι ο νόμος που τον έχει δώσει ο Θεός (αν ο Θεός είναι η πηγή κάθε δικαίου) είναι άδικος;
Σε μιαν τέτοια κοινωνία, που θα την αποκαλέσουμε
ετερόνομη -επειδή είναι υπόδουλη στους δικούς της θεσμούς- τα ίδια τα
άτομα είναι ετερόνομα. Δεν μπορούν να σκεφτούν μόνα τους, εκτός από
τελείως τετριμμένα και δευτερεύοντα θέματα. Δεν μπορούν να ελέγξουν
κριτικά τη συμπεριφορά τους. Δεν μπορούν να κρίνουν τι είναι καλό και τι
κακό, τι είναι δίκαιο και τι άδικο, τι είναι αληθές και τι ψευδές. Αυτή
ήταν η μοίρα της κοινωνίας επί χιλιετίες. Κάποια στιγμή όμως έγινε μια
ιστορική ρήξη, η οποία άλλαξε την κατάσταση των πραγμάτων. Η ρήξη αυτή
παρατηρείται για πρώτη φορά στην Αρχαία Ελλάδα (στις πόλεις που
δημιούργησαν τη δημοκρατία και τη φιλοσοφία) και μετά, αφού μεσολάβησαν
είκοσι αιώνες έκλειψης, ξαναξεκίνησε για δεύτερη φορά στη Δυτική Ευρώπη
(με την Αναγέννηση, τον Διαφωτισμό, το μεγάλο δημοκρατικό κίνημα
χειραφέτησης, το εργατικό κίνημα κ.λπ.). Αυτά τα κινήματα -με το
πρόταγμα της αυτονομίας- δημιούργησαν τις κάποιες ελευθερίες που
διαθέτει η κοινωνία, στην οποία ζούμε. Όμως το πρόταγμα της αυτονομίας,
το οποίο έφθασε στο κορύφωμα του ανάμεσα στο 1750 και το 1950, επί του
παρόντος μοιάζει να είναι εξουδετερωμένο. Σήμερα ζούμε σε μια κοινωνία,
στην οποία η απάθεια, ο κυνισμός και η ανευθυνότητα ολοένα
επεκτείνονται. Το κίνημα της αυτονομίας πρέπει να ξαναξεκινήσει και να
προσπαθήσει να εγκαθιδρύσει μιαν αληθινή δημοκρατία. Μια δημοκρατία όπου
όλοι θα συμμετέχουν στη ρύθμιση και τον καθορισμό των κοινωνικών
δραστηριοτήτων. Και αυτό είναι το μόνο πολιτικό πρόταγμα, για το οποίο
αξίζει τον κόπο να εργαστούμε και να αγωνιστούμε.
Αποφθέγματα Καστοριάδη
Η επανάσταση δε σημαίνει χείμαρρους αίματος, την
κατάληψη των Χειµερινών Ανακτόρων κοκ. Η επανάσταση σημαίνει τον ριζικό
μετασχηματισμό των θεσμών της κοινωνίας. Με αυτή την έννοια, φυσικά
είμαι επαναστάτης. Συνέντευξη: "Η επαναστατική δύναμη της οικολογίας"
1993
Ο κεντρικός λόγος της παιδείας σε μια δημοκρατική
κοινωνία είναι αναμφισβήτητος. […] Και δεν μιλώ για την παιδεία που
παρέχει το «υπουργείο Παιδείας», ή εν πάση περιπτώσει όχι κυρίως γι
αυτήν, ούτε για μια νιοστή «εκπαιδευτική μεταρρύθμιση», με τη οποία,
υποτίθεται, θα προσεγγίζαμε περισσότερο τη δημοκρατία. Η παιδεία αρχίζει
με τη γέννηση του ανθρώπου και τελειώνει με τον θάνατό του. Συντελείται
παντού και πάντα. Οι τοίχοι της πόλης, τα βιβλία, τα θεάματα, τα
γεγονότα εκπαιδεύουν τους πολίτες —σήμερα δε κατά κύριο λόγο
«παρεκπαιδεύουν». Η άνοδος της ασημαντότητας, κεφ. "Η αποσάθρωση της
Δύσης", σελ. 97
Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι μια δημοκρατία τέλεια,
ολοκληρωμένη κ.λπ. μας πέφτει από τον ουρανό, είναι σίγουρο ότι δεν θα
μπορέσει να επιζήσει περισσότερο από μερικά χρόνια, αν δεν δημιουργήσει
τα άτομα που της αντιστοιχούν και που είναι, πρώτα και πάνω απ’ όλα,
ικανά να την κάνουν να λειτουργήσει και να την αναπαραγάγουν. Δεν μπορεί
να υπάρξει δημοκρατική κοινωνία χωρίς δημοκρατική παιδεία. Η άνοδος της
ασημαντότητας, κεφ. "Η δημοκρατία ως διαδικασία και ως καθεστώς", σελ.
276
Το 2014 κυκλοφόρησε η βιογραφία του, Καστοριάδης – Μια ζωή (του FRANCOIS DOSSE)
Ενδεικτική Εργογραφία
-
Η γραφειοκρατική κοινωνία [2 τόμοι] («Ύψιλον»)
-
Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας («Ράππας»)
-
Τα σταυροδρόμια του λαβύρινθου («Ύψιλον»)
-
Η αρχαία ελληνική δημοκρατία και η σημασία της για μας σήμερα («Ύψιλον»)
-
Η ελληνική ιδιαιτερότητα: Από τον Όμηρο στον Ηράκλειτο («Κριτική»)
-
Ανθρωπολογία, Πολιτική, Φιλοσοφία («Ύψιλον»)
-
Ομιλίες στην Ελλάδα («Ύψιλον»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου