Ο Αλέξης αποτελεί την καλύτερη δυνατή λύση της Τρόικας, όσον αφορά την ψήφιση των μέτρων του τρίτου μνημονίου, ενώ ο Κυριάκος για την εφαρμογή τους – η ουτοπία της Δημοκρατίας και της ελεύθερης αγοράς
Είναι φανερό πως ο Αλέξης αποτελεί την καλύτερη δυνατή επιλογή, όσον αφορά την υιοθέτηση και την ψήφιση των μέτρων του τρίτου μνημονίου – ενώ είναι η χειρότερη, σε σχέση με την εφαρμογή τους στην πράξη. Από την άλλη πλευρά, το ίδιο φανερό είναι πως ο Κυριάκος αποτελεί τη χειρότερη δυνατή επιλογή για την ψήφιση των μέτρων – ενώ την καλύτερη για την εφαρμογή τους.
Τα συμπεράσματα μου αυτά βασίζονται στο χαρακτήρα, στις πεποιθήσεις, στα κόμματα που εκπροσωπούν και στα δείγματα γραφής των δύο νεαρών ηγετών – εκ των οποίων ο ένας είναι ακόμη υποψήφιος για την αρχηγία του δικού του, έχοντας αντιμέτωπο το στρατόπεδο του ιδρυτή του κόμματος, το οποίο δεν συμπαθεί την πολιτική του καταγωγή.
Εάν ήμουν τώρα στη θέση της Τρόικας, έχοντας το διττό στόχο (α) αφενός μεν να εξαγοράσω για τους εντολείς μου τη δημόσια περιουσία της Ελλάδας, σε όσο το δυνατόν χαμηλότερες τιμές, καθώς επίσης ένα μεγάλο μέρος της ιδιωτικής (β) αφετέρου να ανακτήσει αργότερα η περιουσία που θα αγοράσω τις προηγούμενες τιμές της, έτσι ώστε να είναι κερδοφόρο το όλο εγχείρημα, θα επέλεγα στην αρχή τον Αλέξη και μετά τον Κυριάκο.
Φυσικά θα πρόσεχα να μην διακινδυνεύσει η χώρα την έξοδο από την Ευρωζώνη, αφενός μεν για να μην απειληθεί το ευρώ, αφετέρου για να μη χαθούν τα χρήματα που θα επένδυαν οι εντολείς μου (εξαγορά τραπεζών κλπ.) – καθώς επίσης για να ολοκληρωθεί η μετατροπή της Ελλάδας σε χώρα της Lidl.
Σε μία χαμηλού κόστους περιοχή της διεθνούς βιομηχανίας δηλαδή, η οποία θα επέτρεπε την εγκατάσταση ξένων επιχειρήσεων που θα διασφάλιζαν επί πλέον τα τεράστια γεωπολιτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας – έχοντας πρόσβαση στα ενεργειακά της αποθέματα που θα είχα αγοράσει, όταν θα χρειαζόταν.
Για να επιτύχω όλα αυτά, θα χρησιμοποιούσα το «μπαμπούλα» του χρέους – παρά το ότι θα γνώριζα πως δεν πρόκειται ποτέ να πληρωθεί από την Ελλάδα. Θα έδινα δε το «καρότο» της διαγραφής στον Αλέξη, για να φαντασιώνεται πως έχει κάτι στα χέρια του, ενώ θα το φύλαγα για να το εγκρίνω στον Κυριάκο – έτσι ώστε να εφαρμόσει τα μέτρα, προσφέροντας στο ξεκίνημα του ένα «δώρο» στους Έλληνες.
Από όλα τα παραπάνω, τα οποία δεν σημαίνει βέβαια πως θα συμβούν, συμπεραίνει κανείς πως η ελεύθερη επιλογή των ανθρώπων είναι συχνά μία φαντασίωση – αφού αποτελεί το προϊόν ενός σχεδιασμού στο παρασκήνιο, ενώ προωθείται με διάφορους τρόπους μέσω των ΜΜΕ, καθώς επίσης των υπολοίπων μορφών χειραγώγησης.
Το αμερικανικό παράδειγμα
Στα πλαίσια αυτά, επειδή οι εξελίξεις στις Η.Π.Α. προηγούνται των αντίστοιχων στον υπόλοιπο πλανήτη, θεωρώ σκόπιμη μία ακόμη αναφορά στις «φαντασιώσεις» των αμερικανών Πολιτών, οι οποίοι είναι πεπεισμένοι ότι, έχουν τη δυνατότητα της ελεύθερης επιλογής – παρά το ότι γνωρίζουν πως στις Η.Π.Α. κάτι δεν πάει καθόλου καλά.
Ειδικότερα, πιστεύουν ακόμη πως η χώρα τους λειτουργεί δημοκρατικά, ενώ παραμένει αναλλοίωτο το αμερικανικό όνειρο – παρά το ότι διαπιστώνουν παντού μία τεράστια εισοδηματική ανισότητα, την αυξανόμενη συγκέντρωση της δύναμης και του πλούτου σε ελάχιστους, μία μεγάλη πτώση της οικονομίας, την απίστευτη χειραγώγηση των στατιστικών, του χρυσού και των χρηματιστηρίων, τη διαφθορά των πολιτικών με τη μέθοδο των δωρεών, την έλλειψη θέσεων εργασίας με αξιοπρεπείς μισθούς, την έκρηξη του πληθυσμού των φυλακών, το αυξημένο κόστος της υγειονομικής περίθαλψης, την κλιμάκωση του χρέους των σπουδαστών κοκ.
Η αιτία είναι προφανώς οι επιτυχημένες προσπάθειες της κυβέρνησης και των ΜΜΕ, από τις οποίες φαίνεται πως οι αμερικανοί έχουν πεισθεί ότι το σύστημα λειτουργεί, πως το αμερικανικό όνειρο είναι μία πραγματικότητα, ενώ η δημοκρατία τους είναι πράγματι δημοκρατική.
Εν τούτοις, κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, η συσσώρευση πλούτου και δύναμης στα χέρια μίας μικρής ελίτ είναι τεράστια – αρκεί να διαπιστώσει κανείς πως οι 37 «πολύ μεγάλες για να χρεοκοπήσουν τράπεζες» που υπήρχαν το 1995, έχουν συγχωνευθεί σε μόλις πέντε τέρατα (Citigroup, JP Morgan Chase, Bank of America, Wells Fargo και Goldman Sachs).
Στον τομέα δε της γεωργίας το κτήνος των μεταλλαγμένων, των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων δηλαδή, η Monsanto, ελέγχει μόνη της το 85% του συνόλου της καλλιέργειας καλαμποκιού και σόγιας – ενώ τέσσερις μόλις εταιρείες ελέγχουν το 83% της αγοράς βοείου κρέατος, το 66% της αγοράς χοιρινού και το 58% της αγοράς κοτόπουλων.
Επομένως, ο καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς έχει πεθάνει, ο ανταγωνισμός έχει μηδενιστεί, ενώ τα ολιγοπώλια κυριαρχούν – οπότε η οποιαδήποτε εντύπωση ελεύθερης επιλογής είναι εντελώς ουτοπική.
Όσον αφορά τώρα τα ΜΜΕ, από τις 50 εταιρείες που ενημέρωναν την κοινή γνώμη το 1983, έχουν απομείνει πλέον μόλις 6 – οι οποίες ελέγχουν πάνω από το 90% του συνόλου της αγοράς. Προφανώς λοιπόν και εδώ δεν είναι ελεύθερη η επιλογή ενός από τα 30 κανάλια που διαθέτει, για παράδειγμα, η News Corporation.
Περαιτέρω, η ενοποίηση των εταιρειών έχει προκαλέσει τη ραγδαία αύξηση των αμοιβών των ανώτερων στελεχών τους, εις βάρος των υπολοίπων εργαζομένων – υψηλότερη σε ποσοστό περίπου 1000% από το 1950. Αυτό συμβαίνει σε μία εποχή, όπου η παραγωγικότητα των εργαζομένων έχει αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό (γράφημα) – οπότε θα έπρεπε να συνοδεύεται από ανάλογη αύξηση των αμοιβών.
Επεξήγηση γραφήματος: Η αύξηση της παραγωγικότητας (σκούρο μπλε) και η μισθολογική εξέλιξη
Η εξέλιξη αυτή επιταχύνθηκε μετά το ξέσπασμα της κρίσης του 2008, λόγω της πολιτικής της Fed (ποσοτική χαλάρωση κλπ.) – με δυσμενή αποτελέσματα.
Συνεχίζοντας, ο μοναδικός τρόπος για να χάσει μέρος της δύναμης ή του πλούτου της η ελίτ, είναι ο ανταγωνισμός – οπότε, όλες της οι προσπάθειες επικεντρώνονται στην καταπολέμηση του. Την ίδια στιγμή βέβαια προσπαθεί να πείσει τις μάζες ότι, ζουν σε ένα καπιταλιστικό σύστημα, με ελεύθερες επιλογές, στο οποίο οι συντελεστές του οφείλουν να αυξάνουν συνεχώς την ανταγωνιστικότητα τους – εννοώντας βέβαια τη μείωση των αμοιβών των εργαζομένων, προς όφελος τους.
Για να καταπολεμηθεί ο ελεύθερος ανταγωνισμός, τα ολιγοπώλια κατευθύνουν τα χρήματα τους σε εκείνες τις χώρες, οι κυβερνήσεις των οποίων τους εξασφαλίζουν μονοπωλιακές επενδύσεις – όπως την εξαγορά κοινωφελών επιχειρήσεων (νερό, ηλεκτρισμός) ή προστατευμένων κερδοφόρων (ΟΠΑΠ). Εδώ χρειάζονται προφανώς τη «βοήθεια» της πολιτικής, την οποία εξασφαλίζουν/εξαγοράζουν με διάφορους τρόπους.
Όσον αφορά τις μεθόδους εξαγοράς των πολιτικών, το 1980 η εκλογή του τότε προέδρου των Η.Π.Α. κόστισε περί τα 300 εκ. $ (χρηματοδότηση προεκλογικής εκστρατείας). Το 2004 κόστισε η εκλογή του κ. Bush σχεδόν 900 εκ. $ – ενώ τέσσερα χρόνια μετά 1,3 δις $. Το κόστος εκτινάχθηκε το 2012 στα 7 δις $ – ένα τεράστιο κυριολεκτικά ποσόν, το οποίο παραμένει ακόμη ανεξιχνίαστο.
Όλα αυτά τεκμηριώνουν στο παράδειγμα των Η.Π.Α., τις οποίες συνήθως ακολουθεί η Ευρώπη ότι, δεν υπάρχει στην πραγματικότητα ελεύθερη επιλογή και μία λειτουργική δημοκρατία – ενώ ό καπιταλισμός αποτελεί πλέον παρελθόν, έχοντας αντικατασταθεί από τα υπερμεγέθη μονοπώλια, τα οποία επιβάλλουν τους δικούς τους κανόνες στην πολιτική και στους Πολίτες, σε ολόκληρο σχεδόν τον πλανήτη. .
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, «είναι ηλίου φανερότερο και φωτεινότερο» πλέον το ότι, ζούμε σε μία κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία, η οποία έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά με αυτήν της Σοβιετικής Ένωσης του παρελθόντος – με σημαντικότερη ίσως διαφορά την κυριαρχία των μονοπωλίων, αντί των κομματικών μηχανισμών.
Η μοναδική δε δυνατότητα των Πολιτών να αντιδράσουν, είναι η υιοθέτηση της άμεσης δημοκρατίας – αφού ένας ολόκληρος λαός, ο οποίος ψηφίζει μόνος του τους νόμους και ελέγχει την εξουσία, δεν είναι εξαγοράσιμος. Όλα τα υπόλοιπα ανήκουν στον κόσμο της φαντασίας – ο οποίος δεν βοηθάει καθόλου στη ριζική αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Ιάκωβος Ιωάννου, για το Analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου