ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016

Οι Ναζί της διπλανής πόρτας: Πως η Αμερική έγινε το ασφαλές καταφύγιο για πολλούς άνδρες του Χίτλερ [Μέρος Πρώτο]

Η Απελευθέρωση

Άνοιξη 1945


Στρατόπεδο συγκέντρωσης εκτοπισμένων Fohrenwald, έξω απο το Μόναχο.

Καθώς οι Ναζί τράπηκαν σε φυγή, τα θύματα τους ακόμα υπέφεραν.

Αυτοί ήταν οι “τυχεροί”: Εκατοντάδες χιλιάδες Εβραίοι, Καθολικοί, ομοφυλόφιλοι, μάρτυρες του Ιεχωβά, Κομμουνιστές, Ρομά, και άλλα “παράσιτα” υποδουλομένα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Ναζί, που με κάποιο τρόπο κατάφεραν να επιβιώσουν της γενοκτονικής μηχανής του Χίτλερ. Παρόλα αυτά, ακόμα και μετά την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας, οι επιζώντες παρέμειναν εγκλωβισμένοι για μήνες στα ίδια ακριβώς στρατόπεδα που οι Ναζί τους είχαν αφήσει να σαπίσουν.

Τα ονόματα αυτών που τους κρατούσαν αιχμάλωτους είχαν αλλάξει, με τις σκούρες σβάστικες των Ναζί να εχουν τώρα αντικατασταθεί με τις ανοιχτόχρωμες, πολύχρωμες σημαίες των συμμάχων να κυματίζουν πάνω απο τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αλλά οι φράχτες απο συρματομπλέγματα και οι οπλισμένοι φύλακες ακομα τους είχαν περιφραγμένους.

Βρίσκονταν σε ένα μεταπολεμικό κολαστήριο, σε άθλιες συνθήκες διαβίωσης, τις οποίες ενας υψηλόβαθμος απεσταλμένος του πρόεδρου Τρούμαν αργότερα θα σύγκρινε με αυτές που επιβλήθηκαν απο τους ίδιους τους Ναζί.

Ο Jacob Biber, ένας Εβραίος που επιβίωσε της Ναζιστικής κάθαρσης στην Ουκρανία, υπήρξε ανάμεσα σε αυτους που παρέμειναν εγκλωβισμένοι στο Αμερικάνικο στρατόπεδο συγκέντρωσης εκτοπισμένων στο Fohrenwald. “Νιώθαμε σαν πλεόνασμα για πέταμα”, γράφει ο Biber καθώς υπο κράτηση, “ανθρώπινα σκουπίδια τα οποία οι κυβερνήσεις του κόσμου με καποιο τρόπο ευχονταν να εξαφανιστούν”.

Οι συνθήκες που αντιμετώπισαν οι επιζώντες μέσα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Συμμάχων μετά την ήττα της Γερμανίας εκείνη την μοιραία άνοιξη το 1945 ήταν αποκρουστικές. Και αυτό που έκανε τον εγκλεισμό τους ακόμα πιο αδιανόητο είναι οτι, την ιδια ώρα, οι Ναζί βασανιστές ήταν ελευθεροι. Με λίγα εμπόδια στο δρόμο τους, χιλίαδες βοηθοί του Χίτλερ, κατευθύνονταν στην Αμερική, με την βίζα στο χέρι ετοιμοι να ξεκινήσουν την ζωή τους απο την αρχή.

Αυτή η ανατριχιαστική ειρωνεία θα μπορούσε να εξηγηθεί καλύτερα σε μερικές απλές μαθηματικές πράξεις: για κάθε ναζιστή ο οποίος κατάφερνε να πάρει ένα χρυσό εισιτήριο από o Ευρώπη για το πέρασμα στην Αμερική σήμαινε ένα λιγότερο εκτοπίσμένο πρόσωπο στα συμμαχικά καλύμματα που θα ήταν σε θέση να βγεί έξω. Οι θεωρήσεις εισόδου προς την Αμερική, τους πρώτους μήνες και χρόνια μετά τον πόλεμο, ήταν πολύτιμες και λίγες, με περισσότερα από επτά εκατομμύρια άνθρωπους απέναντι που η Ευρώπη άφησε ανιθαγενείς [από τον πόλεμο], μόνο σαράντα χιλιάδες άνθρωποι έγιναν δεκτοί στις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τα τρία πρώτα χρόνια μετά τον πόλεμο, παρά τις εκκλήσεις προς την Αμερική για να ανοίξει τις ακτές της. Ο παρατεταμένος αντι-σημιτισμός σήμαινε μαζικές άρνησεις των θεωρήσεων εισόδου σε επιζώντες του Ολοκαυτώματος που στοιβάζονταν σε στρατόπεδα εκτοπισμένων. Την ίδια στιγμή, συνεργάτες των Ναζί, ακόμα και τα μέλη των SS ειδικά στο στην εποχή των διωγμών του Χίτλερ, οι άνδρες που είχαν φορέσει με υπερηφάνεια την Ναζιστική στολή, ήταν συχνά σε θέση να εισέλθουν στις Ηνωμένες Πολιτείες ως “πρόσφυγες πολέμου”.

Xιλιάδες ναζί κατάφεραν να μπουν μέσα από μόνοι τους, ξεγέλασαν εύκολα με το Αμερικανικό σύστημα μετανάστευσης. Αλλά εκατοντάδες περισσότεροι είχαν βοήθεια – από ανώτερους στρατιωτικούς και αξιωματούχους πληροφοριών στο Πεντάγωνο, τη CIA, καθώς και άλλους φορείς οι οποίοι πίστευαν ότι οι νέοι μετανάστες – παρά τους προφανείς ναζιστικούς τους δεσμούς, ή μερικές φορές εξαιτίας αυτών – θα μπορούσαν να βοηθήσουν να νικήσουν την Σοβιετική απειλή. Κανείς δεν “μισάει τους Σοβιετικούς περισσότερο από τους Ναζί”, όπως άρεσε σε αξιωματούχους στην Ουάσινγκτον να λένε , και ήθελαν να εκμεταλλευτούν αυτή την εχθρότητα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έγιναν το σπίτι σε άνδρες, όπως ο Jakob Reimer, ένας Ουκρανός υπήκοος που εγκαταστάθηκε στο Queens και έκανε μια καλή ζωή έχοντας ένα εστιατόριο και πουλώντας πατάτες τηγανιτές. Ερχόμενος στην Αμερική το 1952, ο Reimer περιέγραψε τον εαυτό του ως ένα από τους Γερμανούς αιχμαλώτους πολέμου που εργάστηκαν σε μια δουλειά γραφείου στα χρόνια του πολέμου. Άφησε όμως έξω από την επίσημη βιογραφία του, γεγονότα τα οποία ήταν οι πιο τρομακτικές πτυχές της υπηρεσίας του τον καιρό του πολέμου : επιδρομές σε εβραϊκά χωριά σαν ένας πολυ-διακοσμημένος αξιωματικός των SS και εκπαιδευτής σε ναζιστές φύλακες στο Trawniki. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι μετανάστευσης δεν τον πίεσαν να εξηγήσει τι είχε κάνει κατά τη διάρκεια του πολέμου, και αυτός φυσικά δεν θα προσφερόταν να το κάνει σε εθελοντική βάση. Πήρε βίζα με λίγη δυσκολία, ενώ οι επιζώντες του Ολοκαυτώματος στην Ευρώπη είχαν παλέψει για να βρούν κάπου που θα τους δεχόντουσαν. Όπως δήλωσε ένας Αμερικανός δικαστής δεκαετίες αργότερα: «ποτέ δεν είχε το δικαίωμα να μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες … υπήρχε μόνο ένας περιορισμένος αριθμός των θεωρήσεων τότε, και ο κ. Reiner πήρε τη θεώρηση εισόδου ενός πραγματικού θύματος”.

Και έτσι, με την φρίκη που μαστίζονταν μέρη όπως η Βαρσοβία, το Trawniki και το Άουσβιτς, τέτοιοι τύποι κατάφεραν να καθαρίσουν αποτελεσματικά τις ιστορίες τους, ο Reimer και χιλιάδες σαν αυτόν, ήταν σε θέση να αυτοπροβληθούν σε ακριβώς το είδος προσφύγων του πολέμου που οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν πρόθυμες να καλωσορίσουν στις ακτές της, και να ξαναξεκινήσουν την ζωή τους. Είχαν γίνει Αμερικανοί.

Οι σύμμαχοι είχαν έρθει στον Χίτλερ από όλες τις πλευρές σε αυτές τις πρώτες μήνες του 1945. Οι Ρώσοι από τα ανατολικά, οι Αμερικανοί και οι Βρετανοί από τα δυτικά. Ένας-ένας, οι συμμαχικές δυνάμεις ανακάλυψαν σκηνές τρόμου και παραφροσύνης σε στρατόπεδα που είχαν εγκαταλειφθεί από τους υποχώρούντες Ναζί. Μέσα στα στρατόπεδα παρέμειναν δεκάδες χιλιάδες επιζώντες ανάμεσα σε σωρούς από άταφα πτώματα. Γενιές αργότερα, το μάτι του νου φαντάζεται πως ο κόσμος αγκάλιασε τους επιζώντες: τις σιδερένιες πύλες στα στρατόπεδα να αιωρούνται ανοικτές κατά την άφιξη των συμμαχικών δυνάμεων, και μια μάζα των λεπτών όσο τα κοκκαλα τους θυμάτων να ρίχνονται στα όλο αναμονή χέρια σε έναν κόσμο γεμάτο ταυτόχρονα με σοκ, ενοχή, και χαρά για τη διάσωσή τους. Όπως κάποιοι παγιδευμένοι ανθρακωρύχοι που είχαν απελευθερωθεί από ένα ορυχείο, ή κάποιους λανθασμένα κρατούμενους που εμφανίζονταν πίσω από τους τοίχους της φυλακής, και που ήταν ελεύθεροι επιτέλους. Ζεστά γεύματα και κρεβάτια, ντους και γιατροί να τους περιμένουν.

Η πραγματικότητα όμως, ήταν πολύ πιο σκοτεινή.

Πολλές χιλιάδες από τους επιζώντες δεν έφυγαν από τα συμμαχικά στρατόπεδα, μερικοί όχι για μήνες, μερικέοί όχι για χρόνια, μερικοί ποτέ. Χιλιάδες πέθαναν από ασθένειες και υποσιτισμό, ακόμη και μετά την ήττα του Χίτλερ. Στο Νταχάου, στο Μπέργκεν-Μπέλσεν, και σε δεκάδες στρατόπεδα εκτοπισμένων σαν κι αυτούς, που παρέμεινε στη φυλακή μέσα από τα τείχη που είχαν ανεγερθεί επί Χίτλερ. Με τους επιζώντες να περιβάλλονται από τη δυσωδία του θανάτου και την αθλιότητα, οι απελευθερωτικές συμμαχικές δυνάμεις, με επικεφαλής τον στρατηγό Dwight Eisenhower, δεν θα τους επιτρέψει να φύγουν. Ο κόσμος δεν ήξερε τι να κάνει με αυτούς.

Συνωστισμός και κακή διατροφή, οι επιζώντες αφέθηκαν να φορούν τις ριγέ στολές στο στρατόπεδο, τις ίδιες στολές που είχαν γίνει ένα τέτοιο τοξικό σύμβολο της ναζιστικής καταπίεσης. Σε ορισμένα στρατόπεδα, ήταν έγκλειστοι πλάι-πλάι ναζιστές αιχμάλωτους πολέμου που κρατούνταν εκεί, άτομα δηλαδή, που μόλις λίγους μήνες νωρίτερα, ήταν οι βασανιστές τους τον καιρό του πολέμου. Μερικοί ναζιστές κρατούμενοι είχαν ακόμη τεθεί επικεφαλής των εβραίων κρατουμένων στα συμμαχικά στρατόπεδα, να τους διοικούν ακόμη και μετά την ήττα τους. Οι εξόριστοι Εβραίοι στα στρατόπεδα που ήταν αρχικά από τη Γερμανία, την Αυστρία και άλλες χώρες του Άξονα είχαν ταξινομηθεί και αντιμετωπίζονταν από τους συμμάχους όχι ως θύματα αλλά ως “υπήκοοι του εχθρού» λόγω των χωρών καταγωγής τους, δεν διέφεραν από τους ναζί κρατούμενους που φυλάκισαν μαζί τους.

Είναι εντυπωσιακό, πως χιλιάδες Γερμανοί γιατροί και νοσοκόμες που είχαν επιβάλει την γκροτέσκα εκδοχή ιατρικής περίθαλψης των Ναζί στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, εξακολουθούσαν να εργοδοτούνται στα στρατόπεδα DP – μόνο που τώρα εργάζονταν για τους συμμάχους. Στο Νταχάου και μόνο, περισσότερο από εξακόσια άτομα ιατρικό προσωπικό από τη Βέρμαχτ στρατιωτική διαίρεση των Γερμανών – γιατροί, οδοντίατροι, νοσοκόμες και οι νοσηλευτές – υπολογίζονταν πλέον ως μέλη του συμμαχικού ιατρικού προσωπικού, και μπορούσαν να χειρίζονταν τους επιζώντες.

Πολλοί από τους Γερμανούς [κρατούμενους] μάλιστα την είχαν καλύτερα [από τους Εβραίους]. Στους συμμαχικούς καταυλισμούς των Γερμανών αιχμαλώτους πολέμου, πρώην Ναζί αξιωματικοί παρακολουθούσαν ταινίες, έπαιζαν ποδόσφαιρο, έπαιρναν ακόμη και μαθήματα κολεγίου. Στο Εβραϊκό στρατόπεδο εκτοπισμένων, εν τω μεταξύ, οι επιζώντες του Ολοκαυτώματος πολέμησαν απλώς για να πάρουν επιπλέον μερίδες των μουσκεμένου μαύρου ψωμιού και καφέ για να αναπληρώσουν την πείνα των ετών του πολέμου.
* Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του βραβευμένου Αμερικανού δημοσιογράφου Eric Lichtblau “The Nazis next door: how America became a safe haven for Hitler’s men”
Μετάφραση: Αγκάρρα
http://agkarra.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου