Την
άποψη ότι οι πολιτικές σκληρής λιτότητας που επιβάλλονται από τη
Γερμανία στις υπερχρεωμένες χώρες της περιφέρειας θα έχουν καταστροφικές
συνέπειες για την ευρωζώνη και τον κόσμο ευρύτερα, εκφράζει σε άρθρο
του...
στους New York Times ο νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν. Κλασσικό θύμα αυτών των λανθασμένων πολιτικών, σύμφωνα με τον έγκριτο οικονομολόγο, είναι η Ισπανία, «επίκεντρο πλέον της κρίσης». «Η ιστορία της Ισπανίας δεν έχει καμία ομοιότητα με τα παραμύθια ηθικής που είναι τόσο δημοφιλή ανάμεσα στους ευρωπαίους αξιωματούχους, ειδικά στη Γερμανία», σχολιάζει ο κ. Κρούγκμαν. Αντίθετα, «Η Ισπανία δεν ήταν δημοσιονομικά ακόλαστη και πριν την κρίση είχε χαμηλό χρέος και πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της». Το πρόβλημα της ιβηρικής χώρας ήταν η «φούσκα» των ακινήτων, ενώ τα τωρινά δημοσιονομικά προβλήματά της είναι οι συνέπειες κι όχι τα αιτία της κρίσης που βιώνει. «Παρά ταύτα, η συνταγή που έρχεται από το Βερολίνο και την Φρανκφούρτη είναι περισσότερη λιτότητα. [...] Χωρίς να μασάμε λόγια αυτό είναι απλούστατα τρελό». Σύμφωνα με τον κ. Κρούγκμαν, απόφαση-κλειδί για την επιδείνωση της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους αποτελεί η μη λήψη μίας νομισματικής πολιτικής, που θα συνιστούσε συνέχεια της «γενναίας και αποτελεσματικής» απόφασης της ΕΚΤ να διαθέσει ένα δισεκατομμύριο ευρώ σε χαμηλότοκα δάνεια προς τις ευρωπαϊκές ιδιωτικές τράπεζες. Η «ανάσα» ρευστότητας που προσέφερε η ΕΚΤ θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία συνολική αναθεώρηση της ευρωπαϊκής προσέγγισης, «Αντ’ αυτού, [οι ευρωπαίοι] επένδυσαν εκ νέου στις αποτυχημένες πολιτικές και ιδέες [λιτότητας]», σχολιάζει χαρακτηριστικά ο κ. Κρούγκμαν. Το κακό είναι ότι οι επίμαχες πολιτικές θέτουν σε κίνδυνο τη δυνατότητα των υπερχρεωμένων χωρών να παραμείνουν στο ευρώ, δεδομένου ότι ασκούν μικρό έλεγχο στη νομισματική πολική που ακολουθείται από την ΕΚΤ. «Εάν οι ευρωπαίοι ηγέτες ήθελαν πραγματικά να σώσουν το ευρώ, θα αναζητούσαν μία εναλλακτική πορεία», γνωμοδοτεί ο Κρούγκμαν. «Χρειάζεται μία επεκτατική νομισματική πολιτική με τη μορφή της προθυμίας της ΕΚΤ να αποδεχτεί έναν υψηλότερο πληθωρισμό˙ χρειάζεται μία πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική με τη μορφή προϋπολογισμών στη Γερμανία που θα αντισταθμίζουν την λιτότητα στην Ισπανία και τις άλλες δοκιμαζόμενες χώρες». Έστω κι έτσι, οι δυσκολίες θα συνεχίζονταν, αλλά «τουλάχιστον θα υπήρχε η ελπίδα της ανάκαμψης». Η Ευρώπη όμως επιμένει στις πρακτικές λιτότητας, οι οποίες μάλιστα αποκρυσταλλώθηκαν επισήμως στο νέο δημοσιονομικό σύμφωνο που γεννήθηκε κατά τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις αρχές Μαρτίου. Συνάμα, αξιωματούχοι της ΕΚΤ εξακολουθούν να «τονίζουν την προθυμία της Τράπεζας να αυξήσει τα επιτόκια με την ελάχιστη ένδειξη αύξησης του πληθωρισμού». Υπό το πρίσμα της επιμονής στη λιτότητα, είναι δύσκολο να «αποφευχθεί μία αίσθηση απελπισίας», παραδέχεται ο κ. Κρούγκμαν, προειδοποιώντας πως η Ευρώπη κινδυνεύει να οδηγηθεί στο γκρεμό, και ο υπόλοιπος κόσμος «να πληρώσει το τίμημα».
στους New York Times ο νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν. Κλασσικό θύμα αυτών των λανθασμένων πολιτικών, σύμφωνα με τον έγκριτο οικονομολόγο, είναι η Ισπανία, «επίκεντρο πλέον της κρίσης». «Η ιστορία της Ισπανίας δεν έχει καμία ομοιότητα με τα παραμύθια ηθικής που είναι τόσο δημοφιλή ανάμεσα στους ευρωπαίους αξιωματούχους, ειδικά στη Γερμανία», σχολιάζει ο κ. Κρούγκμαν. Αντίθετα, «Η Ισπανία δεν ήταν δημοσιονομικά ακόλαστη και πριν την κρίση είχε χαμηλό χρέος και πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της». Το πρόβλημα της ιβηρικής χώρας ήταν η «φούσκα» των ακινήτων, ενώ τα τωρινά δημοσιονομικά προβλήματά της είναι οι συνέπειες κι όχι τα αιτία της κρίσης που βιώνει. «Παρά ταύτα, η συνταγή που έρχεται από το Βερολίνο και την Φρανκφούρτη είναι περισσότερη λιτότητα. [...] Χωρίς να μασάμε λόγια αυτό είναι απλούστατα τρελό». Σύμφωνα με τον κ. Κρούγκμαν, απόφαση-κλειδί για την επιδείνωση της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους αποτελεί η μη λήψη μίας νομισματικής πολιτικής, που θα συνιστούσε συνέχεια της «γενναίας και αποτελεσματικής» απόφασης της ΕΚΤ να διαθέσει ένα δισεκατομμύριο ευρώ σε χαμηλότοκα δάνεια προς τις ευρωπαϊκές ιδιωτικές τράπεζες. Η «ανάσα» ρευστότητας που προσέφερε η ΕΚΤ θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία συνολική αναθεώρηση της ευρωπαϊκής προσέγγισης, «Αντ’ αυτού, [οι ευρωπαίοι] επένδυσαν εκ νέου στις αποτυχημένες πολιτικές και ιδέες [λιτότητας]», σχολιάζει χαρακτηριστικά ο κ. Κρούγκμαν. Το κακό είναι ότι οι επίμαχες πολιτικές θέτουν σε κίνδυνο τη δυνατότητα των υπερχρεωμένων χωρών να παραμείνουν στο ευρώ, δεδομένου ότι ασκούν μικρό έλεγχο στη νομισματική πολική που ακολουθείται από την ΕΚΤ. «Εάν οι ευρωπαίοι ηγέτες ήθελαν πραγματικά να σώσουν το ευρώ, θα αναζητούσαν μία εναλλακτική πορεία», γνωμοδοτεί ο Κρούγκμαν. «Χρειάζεται μία επεκτατική νομισματική πολιτική με τη μορφή της προθυμίας της ΕΚΤ να αποδεχτεί έναν υψηλότερο πληθωρισμό˙ χρειάζεται μία πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική με τη μορφή προϋπολογισμών στη Γερμανία που θα αντισταθμίζουν την λιτότητα στην Ισπανία και τις άλλες δοκιμαζόμενες χώρες». Έστω κι έτσι, οι δυσκολίες θα συνεχίζονταν, αλλά «τουλάχιστον θα υπήρχε η ελπίδα της ανάκαμψης». Η Ευρώπη όμως επιμένει στις πρακτικές λιτότητας, οι οποίες μάλιστα αποκρυσταλλώθηκαν επισήμως στο νέο δημοσιονομικό σύμφωνο που γεννήθηκε κατά τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις αρχές Μαρτίου. Συνάμα, αξιωματούχοι της ΕΚΤ εξακολουθούν να «τονίζουν την προθυμία της Τράπεζας να αυξήσει τα επιτόκια με την ελάχιστη ένδειξη αύξησης του πληθωρισμού». Υπό το πρίσμα της επιμονής στη λιτότητα, είναι δύσκολο να «αποφευχθεί μία αίσθηση απελπισίας», παραδέχεται ο κ. Κρούγκμαν, προειδοποιώντας πως η Ευρώπη κινδυνεύει να οδηγηθεί στο γκρεμό, και ο υπόλοιπος κόσμος «να πληρώσει το τίμημα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου