ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012

Τέσσερις δόσεις, δυο κόσμοι

 Toυ ΚΙΜΠΙ    Αυτή είναι πια η ρουτίνα της μνημονιακής Ελλάδας. Προηγείται μια «ιστορική απόφαση» των εταίρων, σε σύνοδο κορυφής ή συνεδρίαση του Eurogroup. Ακολουθούν λίγες ώρες ή λίγα εικοσιτετράωρα ευφορίας. Κι έπειτα -ίσα που έχει στεγνώσει η μελάνη των υπογραφών στη νέα «ιστορική συμφωνία»- αρχίζουν οι δεύτερες σκέψεις, τα «ναι μεν αλλά», τα γκρίζα σενάρια και τελικά η απαξίωση του «επιτεύγματος». Συνέβη με την ένταξη στο πρώτο μνημόνιο, συνέβη με το Μεσοπρόθεσμο του 2011, έγινε με το πρώτο PSI....
επαναλήφθηκε με το δεύτερο PSI και το δεύτερο μνημόνιο, το είδαμε και με το δεύτερο Μεσοπρόθεσμο, το βλέπουμε και τώρα, με την απόφαση του Eurogroup για την εκταμίευση των 1 συν 3 δόσεων. Τα ελληνικά θαύματα κρατούν το πολύ τρεις μέρες…
Η κυβέρνηση υπερέβη εαυτήν σε τόνους αισιοδοξίας. Πέτυχε κάποια συστράτευση «φίλιων δυνάμεων» στο κλίμα ανακούφισης και επιχειρεί να επιβάλει αυτό που αποκαλείται «αλλαγή σελίδας», κλίνοντας τη λέξη «ανάπτυξη» σε κάθε πτώση και αριθμό – συμπεριλαμβανομένου του δυικού. Αλλά, τα κουκιά δεν βγαίνουν. Οι αριθμοί της συμφωνίας των εταίρων-πιστωτών αναμετρώνται με μια πραγματικότητα που «δεν παλεύεται». Οι ντίλερ των αγορών -οι οίκοι και οι λύκοι- το «καρφώνουν» ανοικτά. Όταν ακόμη κι οι τραπεζίτες -για τους δικούς τους, εντελώς ιδιοτελείς λόγους- αδυνατούν να δουν «μισογεμάτο» το ποτήρι, αναρωτιέται κανείς ποιοι άλλοι θα συμμεριστούν την κυβερνητική αισιοδοξία. Κι ας μιλήσουμε μόνο για τους «φυσικούς συμμάχους» της κυβέρνησης. Την «κρεμ ντε λα κρεμ» της επιχειρηματικότητας. Τους προμηθευτές του κράτους που περιμένουν να πάρουν μέρος των οφειλομένων τους. Τους εργολάβους του Δημοσίου, που περιμένουν να δουν το χρώμα του χρήματος. Τους επιχειρηματίες που πασχίζουν να ξεκολλήσουν από τη λάσπη της γενικευμένης στάσης πληρωμών από όλους προς όλους. Τους εμπόρους, που περιμένουν μήπως και σαλέψει η αγορά των Χριστουγέννων. Η στεγνή αριθμητική της «ιστορικής συμφωνίας» αφήνει «μηδέν υπόλοιπο» γι’ αυτό που αποκαλείται αγορά, επιχειρηματικότητα, επενδύσεις, πραγματική οικονομία. Χλομή εξαίρεση οι λίγοι που συνωστίζονται στην ουρά του ΤΑΙΠΕΔ για τα υπολείμματα του αποστεωμένου κράτους, οι αόρατοι κερδοσκόποι που έχουν την ευκαιρία να κάνουν ένα ακόμη πάρτι με την επαναγορά των ομολόγων και όσοι πιστεύουν ότι θα διασωθούν πάνω στη σχεδία της συντεταγμένης χρεοκοπίας.
Για ένα διάστημα -εβδομάδων, το πολύ μηνών, φρονώ- η ελληνική κοινωνία θα ζήσει διχασμένη σε δυο παράλληλες πραγματικότητες. Η μια πραγματικότητα θα είναι αυτή της ευφορίας για τη συμφωνία εκταμίευσης των δανειακών δόσεων που προορίζονται να κατευνάσουν ένα σύνδρομο εξάρτησης με υστερικά συμπτώματα, αισθητά κυρίως στη δημόσια ρητορεία αξιωματούχων γύρω από το δίλημμα «ευρώ ή χάος». Η άλλη πραγματικότητα είναι το ίδιο το χάος. Το οικονομικό και κοινωνικό χάος που προκαλεί η τερατώδης ύφεση, συγκρίσιμη πια και επίσημα με τα οικονομικά αποτελέσματα ενός κανονικού πολέμου.
Κατά κάποιον τρόπο, οι δυο αυτές παράλληλες πραγματικότητες διασπούν και την ελληνική κοινωνία σε δυο κόσμους, προς το παρόν ασύμπτωτους συναισθηματικά και ψυχολογικά. Υπάρχει ο κόσμος του χρέους, ένα συνονθύλευμα αξιωματούχων, πολιτικών, τεχνοκρατών, δημοσιολόγων, διαμορφωτών της κοινής γνώμης, golden boys and girls, οι οποίοι τάσσονται -με προθυμία στα όρια της εθελοδουλείας-  υπέρ της μετατροπής ολόκληρης της κοινωνίας και της εναπομένουσας παραγωγικής της ικμάδας σε μηχανή εξυπηρέτησης του χρέους. Εξυπηρέτησης που παρομοιάζεται με την τιμωρία των Δαναΐδων να γεμίζουν με νερό τον «τετρημένον πίθον» του Άδη. Αυτός ο κόσμος προσπαθεί να δει την όλη κατάσταση σαν παράθυρο ευκαιρίας – μιας ακόμη, της τελευταίας; Αντλεί αισιοδοξία από κάθε νεύμα, κάθε κλείσιμο του ματιού από τους πιστωτές. Η αισιοδοξία με την οποία ντοπάρεται έχει βεβαίως και υλική βάση. Πρόκειται για ανθρώπους και στρώματα που έχουν κάνει το κουμάντο τους, διαθέτουν κάμποσο από το περίφημο «λίπος» της ελληνικής οικονομίας. Και -εν πάση περιπτώσει- δεν διακυβεύεται η επιβίωσή τους (ή, έτσι νομίζουν).
Στον αντίποδα, υπάρχει ο κόσμος των μέτρων. Δηλαδή, η τεράστια κοινωνική πλειοψηφία η οποία καλείται να πληρώσει το τίμημα της εξυπηρέτησης του χρέους. Τα νοικοκυριά που έχουν ήδη από έναν άνεργο. Οι δύο στους τρεις μισθωτούς που φοβούνται απόλυση εντός του 2013, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Οι φορολογούμενοι που είναι απίθανο να εξοφλήσουν τις παλαιές και νέες οφειλές τους, εκτός αν αποφασίσουν να μη σιτιστούν για τον μισό χρόνο ή να «σκοτώσουν» τις τελευταίες αποταμιεύσεις και περιουσιακά τους στοιχεία. Οι πολίτες που στερούνται τις στοιχειώδεις υπηρεσίες του υπό αποσύνθεση κράτους. Οι μικρομεσαίοι επιχειρηματίες που σκέφτονται ήδη να θέσουν σε εκκαθάριση τις επιχειρήσεις τους, ακολουθώντας στον θάνατο την άλλοτε κραταιά μεσαία τάξη. Και οι νέοι, που αναζητούν διέξοδο φυγής εκτός χώρας.
Γι’ αυτόν τον κόσμο είναι μάλλον αδιάφορο το δίλημμα αν το ποτήρι της ελληνικής τραγωδίας, στη νέα «ιστορική» συγκυρία, είναι μισογεμάτο ή μισοάδειο. Αυτοί έχουν στα χέρια τους έτσι κι αλλιώς ένα εντελώς άδειο ποτήρι. Ή δεν έχουν καν ποτήρι. Δεν έχουν χώρο ούτε για αισιοδοξία ούτε για απαισιοδοξία. Ανάμεσά τους επικρατεί περισσότερο μοιρολατρία. Η αίσθηση ότι αδυνατούν να επηρεάσουν τα πράγματα. Και η πιεστική ανάγκη να επιβιώσουν ατομικά σε ένα περιβάλλον συλλογικής καταστροφής. Μεταλλάσσονται σε ένα νέο υβρίδιο ανθρώπου, πρωτοφανές για τα δεδομένα του αναπτυγμένου κόσμου. Είναι οι χρεάνθρωποι. Οι Δαναΐδες του 21ου αιώνα. Καταδικασμένοι να γεμίζουν το διάτρητο πιθάρι του χρέους.
Η τιμωρία των χρεανθρώπων προβάλλεται συχνά από τους εταίρους ως απαραίτητο παιδαγωγικό στάδιο ανάνηψης μιας κοινωνίας βαριά άρρωστης. Ο κόσμος των χρεανθρώπων δέχεται, μάλιστα, και την επιπλέον ηθική επιβάρυνση ότι η ύπαρξή τους οφείλεται μόνο στη γενναιοδωρία των εταίρων. Από εδώ προκύπτει κάτι εντελώς παράδοξο. Αν οι εταίροι υποβάλλονται σε τόσες θυσίες για τη μείωση του χρέους, τότε γιατί οι Έλληνες χρεάνθρωποι πρέπει ταυτόχρονα να υποβληθούν στη διαδικασία μακρόχρονης κοινωνικής καταστροφής για τον ίδιο σκοπό; Τι είναι αυτό το μέγεθος -το χρέος- που, ενώ μειώνεται με αμοιβαίες θυσίες και από τους πιστωτές και από τους οφειλέτες, ταυτόχρονα αυξάνεται εκτός ελέγχου; Ακόμη και το νερό των Δαναϊδων που ξέφευγε από τον πίθο του Άδη κάπου κατέληγε, ίσως σε κάποιον από τους πέντε ποταμούς του, ίσως επέστρεφε σε μία από τις πηγές του, στη Λήθη ή στη Μνημοσύνη. Το χρέος που αποπληρώνεται και θα αποπληρώνεται μέχρι το 2040 μ.Χ. πού καταλήγει;
Κάτι επίσης παράδοξο και σχιζοειδές, που διαλύει κάθε ίχνος ευφορίας και επιτείνει το αίσθημα της ματαιότητας κάθε «θυσίας» των χρεανθρώπων, είναι το θέατρο γύρω από το μνημόνιο. Το κοινό μυστικό μεταξύ «αλληλέγγυων» εταίρων και κυβέρνησης είναι ότι το μνημόνιο δεν βγαίνει. Επίσημα -από το ΔΝΤ- έχει διακηρυχθεί ότι διογκώνει αντί να μειώνει το χρέος. Είναι απλή αριθμητική. Όσο εφαρμόζονται μέτρα που συρρικνώνουν το ΑΕΠ, τόσο διογκώνεται το χρέος ως ποσοστό. Γι’ αυτό και οι εταίροι προστρέχουν «αλληλέγγυοι», με τρίτο «κούρεμα». Αλλά η «αλληλεγγύη» αυτή παρέχεται με δόσεις που κρίνονται βάσει της εφαρμογής  του μνημονίου το οποίο δεν βγαίνει και διογκώνει το χρέος. Γι’ αυτό και, όταν οι Γερμανοί ηγεμόνες απαλλαγούν από τα εκλογικά τους άγχη, θα συζητάμε για το «τέταρτο» κούρεμα.
Ο κίνδυνος που διατρέχει το σχιζοειδές αυτό μη σχέδιο, όταν έλθει το πλήρωμα του χρόνου για το επόμενο «κούρεμα», είναι να μην υπάρχουν πια αποδέκτες της «γενναιοδωρίας» των εταίρων. Ο κόσμος των Ελλήνων χρεανθρώπων μπορεί να έχει διαλυθεί στην κόλασή του. Κι ο άλλος κόσμος, της πάντα αισιόδοξης ελίτ, που βλέπει πάντα ευκαιρίες στην κρίση, να έχει πνιγεί με την τελευταία γουλιά από το μισογεμάτο ποτήρι της…

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Επειδή το δημόσιο χρέος στηρίζεται στα κρατικά έσοδα, που οφείλουν να καλύπτουν τις χρονιάτικες τοκοχρεολυτικές κ.λπ. πληρωμές, το σύγχρονο φορολογικό σύστημα έγινε αναγκαίο συμπλήρωμα του συστήματος των εθνικών δανείων. Τα δάνεια δίνουν τη δυνατότητα στην κυβέρνηση ν’ αντεπεξέρχεται σε έκτακτα έξοδα χωρίς να γίνεται αυτό αμέσως αισθητό στον φορολογούμενο, μετά όμως απαιτούν αυξημένους φόρους. Από την άλλη μεριά, η αύξηση των φόρων, που προκλήθηκε με τη συσσώρευση απανωτών δανείων, αναγκάζει την κυβέρνηση σε κάθε περίπτωση καινούργιων έκτακτων εξόδων να καταφεύγει διαρκώς σε καινούργια δάνεια. Έτσι, το σύγχρονο φορολογικό σύστημα, που άξονάς του είναι οι φόροι στα πιο αναγκαία μέσα συντήρησης (επομένως και το ακρίβαιμα τους), κρύβει μέσα του το σπέρμα της αυτόματης προοδευτικής αύξησης. Η υπερφορολόγηση δεν είναι επεισόδιο, αλλά μάλλον αρχή. Γι’ αυτό στην Ολλανδία, όπου πρωτοεγκαινιάστηκε το σύστημα αυτό, ο μεγάλος πατριώτης Ντε Βιττ τό εξύμνησε στα «Αξιώματά» του και το χαρακτήρισε σαν το καλύτερο σύστημα για να γίνει ο εργάτης υπάκουος, λιτοδίαιτος, φιλόπονος και… για να παραφορτωθεί με δουλειά. Ωστόσο, η καταστρεπτική επίδραση που ασκεί στην κατάσταση των μισθωτών εργατών μας ενδιαφέρει εδώ λιγότερο από τη βίαιη απαλλοτρίωση του αγρότη, του χειροτέχνη, με δυο λόγια όλων των συστατικών μερών της μικρής αστικής τάξης, που προκαλεί. Πάνω στο ζήτημα αυτό δεν υπάρχουν δυο γνώμες, ούτε ακόμα και στους αστούς οικονομολόγους. Η απαλλοτριωτική αποτελεσματικότητα του φορολογικού συστήματος εντείνεται επιπλέον με το προστατευτικό σύστημα, που αποτελεί ένα από τα συστατικά του μέρη.
 
Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου