Πρόκειται για την κατακλείδα του τρίτου μέρους (“Έχει μέλλον
το πρόταγμα της αυτονομίας;”) της ομιλίας που έκανε ο Καστοριάδης το
Σεπτέμβριο του 1991 στο Πόρτο Αλέγκρε με γενικό τίτλο “Ο σοσιαλισμός του
μέλλοντος”. Μεταφράστηκε από τον Θ. Πολλάτο και δημοσιεύτηκε στο τρίτο
τεύχος του περιοδικού Μάγμα τον Δεκέμβρη του 2008
Εν τέλει, φτάνω στον τίτλο αυτής της παρουσίασης: έχει μέλλον το πρόταγμα της αυτονομίας; Φυσικά, δεν πρόκειται να επιδοθώ σε προφητείες ούτε σε προβλέψεις, αλλά νομίζω ότι μπορούμε να διαυγάσουμε την παρούσα κατάσταση. Μιλάω για τις πλούσιες χώρες τις οποίες γνωρίζω καλύτερα. Η κατάστασή τους μοιάζει σκοτεινή, γιατί αυτό που επικρατεί είναι η απάθεια του πληθυσμού, μια αυξανόμενη ιδιώτευση του κόσμου και ο κυνισμός. Σκέφτομαι όμως ότι όλα αυτά, που φαινομενικά θα έπρεπε να ικανοποιούν τα κυρίαρχα στρώματα, περιέχουν τα σπέρματα μιας βαθιάς κρίσης του συστήματος. Δεν πρόκειται για μια κρίση με το νόημα του Μαρξ, αλλά για μια κρίση πολύ πιο βαθιά και πολύ πιο σημαντική.
Νομίζω κατ’ αρχάς ότι υπάρχει αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ανθρωπολογική κρίση του καπιταλισμού, η οποία είναι εμφανής αν εξετάσουμε την βασιλεύουσα ιδεολογία, δηλαδή αυτό που ονομάζουμε ατομικισμό. Λέμε ότι το άτομο είναι κυρίαρχο και επιλέγει αυτό που θέλει να κάνει, χωρίς να αναφερόμαστε στο γεγονός ότι το 70 ή το 80% του πληθυσμού δεν αποφασίζουμε για τα βασικά πράγματα της ζωής μας. Αυτή την πλευρά την παραβλέπουμε. Στην πραγματικότητα υπάρχει ένας γενικευμένος κομφορμισμός και στην πραγματικότητα το άτομο επιλέγει ανάμεσα σε πέντε τηλεοπτικά κανάλια που μεταδίδουν τις ίδιες ματαιότητες. Μα ποιο είναι το περιεχόμενο αυτού του ατομικισμού; Ισχυριζόμαστε ότι το άτομο είναι κυρίαρχο· μπράβο, συμφωνώ κι εγώ, αλλά για ποιο άτομο πρόκειται; Πρόκειται για τον άνδρα ή για τη γυναίκα γενικώς; Μα όχι, πρόκειται για το συγκεκριμένο άτομο, όπως το έχει κατασκευάσει ο καπιταλισμός, δηλαδή για το οικονομικό άτομο με μια έννοια. Είναι το άτομο το οποίο στην πραγματικότητα δεν ενδιαφέρεται παρά για την επέκταση της κατανάλωσης και της παραγωγής. Κι απ’ αυτό προκύπτουν δύο ερωτήματα εγγενή στο φιλελεύθερο καπιταλισμό: Θα μπορεί πάντοτε αυτό το καθεστώς να αυτοαναπαράγεται από κοινωνική και ανθρωπολογική άποψη; Ποιοι είναι οι ανθρωπολογικοί τύποι που του επιτρέπουν να λειτουργεί; Λοιπόν, πρόκειται για τύπους τους οποίους δε δημιούργησε αυτό το καθεστώς, αλλά δημιουργήθηκαν από προηγούμενες ιστορικές φάσεις και τους οποίους το καθεστώς εκμεταλλεύεται, ενώ ταυτόχρονα τους εξαφανίζει. Για παράδειγμα ο αδέκαστος δικαστής. Χωρίς αδέκαστο δικαστή, ο παραδοσιακός καπιταλισμός που γνωρίζαμε ή που γνωρίζουμε ακόμα λίγο, δε μπορεί να λειτουργήσει. Σήμερα, αν ο σύγχρονος δικαστής διαθέτει πράγματι το σύγχρονο πνεύμα, θα τηλεφωνήσει στις έντεκα το βράδυ στους δύο αντιδίκους και θα πει στον καθένα τους: «Πόσα; Α, περιμένετε λίγο, θα σας ξαναπάρω», και θα ξαναπάρει τον πρώτο: «Λυπάμαι, δεν είναι αρκετά! Μπορείτε να κάνετε καλύτερη πρόταση;». Αυτό είναι το πνεύμα του καπιταλισμού. Το ίδιο ισχύει και για τους δημοσίους υπαλλήλους. Οι δημόσιοι υπάλληλοι οφείλουν να είναι αδέκαστοι και οφείλουν να είναι ικανοί. Οι εργάτες οφείλουν να είναι ευσυνείδητοι, οι εκπαιδευτικοί, από τους δασκάλους ως τους καθηγητές πανεπιστημίου, οφείλουν να είναι αφοσιωμένοι. Γιατί, διάολε, οι δάσκαλοι και οι καθηγητές πανεπιστημίου θα όφειλαν να είναι αφοσιωμένοι; Πού είναι η απάντηση μέσα στο σύστημα; Γιατί να βασανιζόμαστε με τα πιτσιρίκια του άλλου προσπαθώντας να τα εκπαιδεύσουμε ή να τα νταντεύουμε, ενώ μπορούμε απλά να περνάμε την ώρα μας στην τάξη και να εισπράττουμε έναν μισθό ο οποίος είναι σε κάθε περίπτωση άθλιος; Για να το πούμε διαφορετικά: η ανευθυνότητα και η διαφθορά ανταποκρίνονται επακριβώς σ’ αυτό που έχει γίνει ο σύγχρονος καπιταλισμός και κερδίζουν διαρκώς έδαφος. Το βλέπουμε στις πλούσιες και αναπτυγμένες πολιτιστικά χώρες με μεγάλες παραδόσεις.
Κατά δεύτερον, ο καπιταλισμός από το 1800 ως το 1950, λειτούργησε όχι πάρα τους εργατικούς αγώνες, αλλά εξαιτίας των εργατικών αγώνων. Γιατί ο Μαρξ προέβλεπε την οικονομική κατάρρευση του καπιταλισμού; Γιατί μέσα στην οικονομική του θεωρία είχε ξεχάσει την εργατική τάξη και την πάλη των τάξεων. Στο Κεφάλαιο όλα συμβαίνουν ερήμην των εργατών, όπως θα ήθελαν οι καπιταλιστές: οι εργάτες είναι παθητικά αντικείμενα της εκμετάλλευσης, δεν αντιδρούν καν. Αλλά στη πραγματικότητα για 150 χρόνια και περισσότερο οι εργάτες αγωνίστηκαν ασταμάτητα, είτε με τυπικό είτε με άτυπο τρόπο. Αγωνίστηκαν για να αυξήσουν τον πραγματικό τους μισθό, για να μειώσουν το χρόνο εργασίας και αγωνίστηκαν επίσης, στο εσωτερικό του εργοστασίου, στοχέδιο παραγωγής, για να περιορίσουν τους παραλογισμούς της καπιταλιστικής οργάνωσης της παραγωγής. Αν υπάρχουν κάποιοι που ξαφνιάζονται από τα περί παραλογισμού της καπιταλιστικής οργάνωσης της παραγωγής, δεν έχουν παρά να σκεφτούν αυτό που ονομάζουμε απεργία ζήλου ή διακοπτόμενη απεργία, που είναι και η πιο αποτελεσματική μορφή απεργίας.
Αν θέλετε η πόλη του Πόρτο Αλέγκρε να παραλύσει, δεν έχετε παρά να εφαρμόσετε κατά γράμμα τους κανονισμούς για την παραγωγή ηλεκτρισμού, για την ύδρευση, για την κυκλοφορία στους δρόμους κ.λπ. Αν μπείτε σε ένα οποιοδήποτε εργοστάσιο και εφαρμόσετε κατά γράμμα τις οδηγίες παραγωγής, όλα θα λειτουργήσουν στραβά και μέσα σε 24 ώρες το εργοστάσιο θα σταματήσει. Οι εργάτες είναι υποχρεωμένοι όχι μόνο να εργάζονται, αλλά και να διορθώνουν πάνω στη δουλειά αυτούς τους παραλογισμούς. Συνεπώς, χάρη σ’ αυτούς εργατικούς αγώνες δημιουργήθηκε μια τεράστια εσωτερική αγορά που απορρόφησε την αυξανόμενη παραγωγή του καπιταλισμού και χάρη σ’ αυτούς τους αγώνες οι εργάσιμες ώρες μειώθηκαν. Κι όμως στην πραγματικότητα σήμερα έχουμε ολοένα και λιγότερες εσωτερικές συγκρούσεις στις πλούσιες χώρες· αυτό σημαίνει πως το σύστημα έγινε ανεξέλεγκτο, γιατί δεν υπάρχει εσωτερικό αντίβαρο και οι παρεκτροπές των καπιταλιστών και των πολιτικών δεν τιμωρούνται πια, με αποτέλεσμα να διευρύνονται οι ανορθολογισμοί της καπιταλιστικής οικονομίας.
Πάνω σ’ αυτό έχουμε ένα λαμπρό παράδειγμα: από το 1840 ως το 1940 οι εργάσιμες ώρες στις βιομηχανικές χώρες μειώθηκαν από τις 72 στις 40 ώρες ανά εβδομάδα. Αυτό απορρόφησε ένα τεράστιο μέρος της αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας. Από το 1940 ως το 1990, ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας αυξήθηκε αναμφίβολα περισσότερο από τον προηγούμενο αιώνα, η διάρκεια της εργασίας δε μειώθηκε, αλλά παραμένει πάντοτε στις 40 ή στις 39 ώρες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα σε όλες τις βιομηχανικές χώρες να υπάρχει τεράστια ανεργία, την οποία οι κυβερνήσεις και οι κυβερνητικές πολιτικές αδυνατούν να απορροφήσουν. Στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχει φαινομενικά λιγότερη ανεργία, αλλά γιατί; Γιατί ο κόσμος, καθώς δε βρίσκει δουλειά, καταφεύγει σε προσωρινές μικροδουλίτσες, που πληρώνονται πολύ άσχημα, στις υπηρεσίες, στα εστιατόρια, στα μοτέλ κ.λπ. Άρα, το τέλος των εσωτερικών συγκρούσεων του καπιταλισμού υποσκάπτει το ίδιο το καθεστώς. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει η καταστροφή του περιβάλλοντος. Ο πλανήτης δε μπορεί να αντέξει τη σημερινή ανάπτυξη η οποία μάλιστα θα γινόταν απολύτως ανυπόφορη αν ο Τρίτος Κόσμος έπρεπε να βιομηχανοποιηθεί και να αποκτήσει το επίπεδο ζωής των πλουσίων χωρών. Τέλος, υπάρχει ένα τεράστιο ζήτημα το οποίο αναφέρω τελευταίο και πάνω στο οποίο δε θα επεκταθώ· είναι η προφανής ανικανότητα του φιλελεύθερου καπιταλισμού να οδηγήσει τις χώρες του Τρίτου Κόσμου σε ένα φιλελεύθερο βιομηχανικό καθεστώς.
Γιορτάζουμε σήμερα εδώ κι εκεί το θρίαμβο του καπιταλισμού. Είμαι σίγουρος πως όταν κατακαθίσει ο κουρνιαχτός των γεγονότων θα δούμε πως τα προβλήματα είναι πάντα εδώ και πως η καπιταλιστική κοινωνία βυθίζεται στην παρακμή. Και μ’ αυτήν εδώ την κοινωνία, είναι η ανθρωπότητα που ρισκάρει να υποστεί μια αμετάκλητη καταστροφή. Δε μπορεί να βρεθεί καμία διέξοδος, αν οι άνδρες και οι γυναίκες ανά τον κόσμο δεν ξυπνήσουν και αποφασίσουν να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους. Αυτό ακριβώς είναι το πρόταγμα της αυτονομίας. Τίποτα δε μας εγγυάται πως θα το κάνουν, αλλά τίποτα δε μας εγγυάται και πως δε θα το κάνουν. Δε μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο παρά να εργαζόμαστε για να ξυπνήσουν· να ξυπνήσουν από την απάθεια και την αποβλάκωση, από τα σούπερ μάρκετ και από την τηλεόραση. Και αν ξυπνήσουν, νομίζω πως μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι θ’ αποφασίσουν να εκθρονίσουν την οικονομία και την παραγωγή από την κυρίαρχη θέση όπου τις έχει τοποθετήσει ο καπιταλισμός και ο μαρξισμός και να τις βάλουν στη σωστή τους θέση, εκεί δηλαδή που η οικονομία και η παραγωγή είναι απλά μέσα της ανθρώπινης ζωής και όχι σκοποί της. Γιατί από τότε που υπάρχει η ανθρωπότητα, από όλους τους σκοπούς που οι κοινωνίες υιοθέτησαν, ο σκοπός της χωρίς όριο επέκτασης της παραγωγής και της κατανάλωσης είναι αναμφίβολα ο πιο γελοίος και ο πιο αισχρός. Πρέπει να υιοθετήσουμε σαν σκοπό την εγκαθίδρυση ελεύθερων συλλογικοτήτων αποτελούμενων από άτομα ελεύθερα, υπεύθυνα και ικανά να δώσουν στη ζωή τους ένα νόημα διαφορετικό από την απόκτηση περισσότερης σαβούρας. Ποιο θα είναι αυτό το νόημα; Κανείς δε μπορεί να το αποφασίσει αντ’ αυτών, αλλά θα κλείσω λέγοντας αυτό που εγώ ο ίδιος βλέπω σαν τέτοιο νόημα: τη δημιουργία ανθρώπινων όντων που αγαπούν τη σοφία, που αγαπούν την ομορφιά και που αγαπούν το κοινό καλό. Ευχαριστώ.
Εν τέλει, φτάνω στον τίτλο αυτής της παρουσίασης: έχει μέλλον το πρόταγμα της αυτονομίας; Φυσικά, δεν πρόκειται να επιδοθώ σε προφητείες ούτε σε προβλέψεις, αλλά νομίζω ότι μπορούμε να διαυγάσουμε την παρούσα κατάσταση. Μιλάω για τις πλούσιες χώρες τις οποίες γνωρίζω καλύτερα. Η κατάστασή τους μοιάζει σκοτεινή, γιατί αυτό που επικρατεί είναι η απάθεια του πληθυσμού, μια αυξανόμενη ιδιώτευση του κόσμου και ο κυνισμός. Σκέφτομαι όμως ότι όλα αυτά, που φαινομενικά θα έπρεπε να ικανοποιούν τα κυρίαρχα στρώματα, περιέχουν τα σπέρματα μιας βαθιάς κρίσης του συστήματος. Δεν πρόκειται για μια κρίση με το νόημα του Μαρξ, αλλά για μια κρίση πολύ πιο βαθιά και πολύ πιο σημαντική.
Νομίζω κατ’ αρχάς ότι υπάρχει αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ανθρωπολογική κρίση του καπιταλισμού, η οποία είναι εμφανής αν εξετάσουμε την βασιλεύουσα ιδεολογία, δηλαδή αυτό που ονομάζουμε ατομικισμό. Λέμε ότι το άτομο είναι κυρίαρχο και επιλέγει αυτό που θέλει να κάνει, χωρίς να αναφερόμαστε στο γεγονός ότι το 70 ή το 80% του πληθυσμού δεν αποφασίζουμε για τα βασικά πράγματα της ζωής μας. Αυτή την πλευρά την παραβλέπουμε. Στην πραγματικότητα υπάρχει ένας γενικευμένος κομφορμισμός και στην πραγματικότητα το άτομο επιλέγει ανάμεσα σε πέντε τηλεοπτικά κανάλια που μεταδίδουν τις ίδιες ματαιότητες. Μα ποιο είναι το περιεχόμενο αυτού του ατομικισμού; Ισχυριζόμαστε ότι το άτομο είναι κυρίαρχο· μπράβο, συμφωνώ κι εγώ, αλλά για ποιο άτομο πρόκειται; Πρόκειται για τον άνδρα ή για τη γυναίκα γενικώς; Μα όχι, πρόκειται για το συγκεκριμένο άτομο, όπως το έχει κατασκευάσει ο καπιταλισμός, δηλαδή για το οικονομικό άτομο με μια έννοια. Είναι το άτομο το οποίο στην πραγματικότητα δεν ενδιαφέρεται παρά για την επέκταση της κατανάλωσης και της παραγωγής. Κι απ’ αυτό προκύπτουν δύο ερωτήματα εγγενή στο φιλελεύθερο καπιταλισμό: Θα μπορεί πάντοτε αυτό το καθεστώς να αυτοαναπαράγεται από κοινωνική και ανθρωπολογική άποψη; Ποιοι είναι οι ανθρωπολογικοί τύποι που του επιτρέπουν να λειτουργεί; Λοιπόν, πρόκειται για τύπους τους οποίους δε δημιούργησε αυτό το καθεστώς, αλλά δημιουργήθηκαν από προηγούμενες ιστορικές φάσεις και τους οποίους το καθεστώς εκμεταλλεύεται, ενώ ταυτόχρονα τους εξαφανίζει. Για παράδειγμα ο αδέκαστος δικαστής. Χωρίς αδέκαστο δικαστή, ο παραδοσιακός καπιταλισμός που γνωρίζαμε ή που γνωρίζουμε ακόμα λίγο, δε μπορεί να λειτουργήσει. Σήμερα, αν ο σύγχρονος δικαστής διαθέτει πράγματι το σύγχρονο πνεύμα, θα τηλεφωνήσει στις έντεκα το βράδυ στους δύο αντιδίκους και θα πει στον καθένα τους: «Πόσα; Α, περιμένετε λίγο, θα σας ξαναπάρω», και θα ξαναπάρει τον πρώτο: «Λυπάμαι, δεν είναι αρκετά! Μπορείτε να κάνετε καλύτερη πρόταση;». Αυτό είναι το πνεύμα του καπιταλισμού. Το ίδιο ισχύει και για τους δημοσίους υπαλλήλους. Οι δημόσιοι υπάλληλοι οφείλουν να είναι αδέκαστοι και οφείλουν να είναι ικανοί. Οι εργάτες οφείλουν να είναι ευσυνείδητοι, οι εκπαιδευτικοί, από τους δασκάλους ως τους καθηγητές πανεπιστημίου, οφείλουν να είναι αφοσιωμένοι. Γιατί, διάολε, οι δάσκαλοι και οι καθηγητές πανεπιστημίου θα όφειλαν να είναι αφοσιωμένοι; Πού είναι η απάντηση μέσα στο σύστημα; Γιατί να βασανιζόμαστε με τα πιτσιρίκια του άλλου προσπαθώντας να τα εκπαιδεύσουμε ή να τα νταντεύουμε, ενώ μπορούμε απλά να περνάμε την ώρα μας στην τάξη και να εισπράττουμε έναν μισθό ο οποίος είναι σε κάθε περίπτωση άθλιος; Για να το πούμε διαφορετικά: η ανευθυνότητα και η διαφθορά ανταποκρίνονται επακριβώς σ’ αυτό που έχει γίνει ο σύγχρονος καπιταλισμός και κερδίζουν διαρκώς έδαφος. Το βλέπουμε στις πλούσιες και αναπτυγμένες πολιτιστικά χώρες με μεγάλες παραδόσεις.
Κατά δεύτερον, ο καπιταλισμός από το 1800 ως το 1950, λειτούργησε όχι πάρα τους εργατικούς αγώνες, αλλά εξαιτίας των εργατικών αγώνων. Γιατί ο Μαρξ προέβλεπε την οικονομική κατάρρευση του καπιταλισμού; Γιατί μέσα στην οικονομική του θεωρία είχε ξεχάσει την εργατική τάξη και την πάλη των τάξεων. Στο Κεφάλαιο όλα συμβαίνουν ερήμην των εργατών, όπως θα ήθελαν οι καπιταλιστές: οι εργάτες είναι παθητικά αντικείμενα της εκμετάλλευσης, δεν αντιδρούν καν. Αλλά στη πραγματικότητα για 150 χρόνια και περισσότερο οι εργάτες αγωνίστηκαν ασταμάτητα, είτε με τυπικό είτε με άτυπο τρόπο. Αγωνίστηκαν για να αυξήσουν τον πραγματικό τους μισθό, για να μειώσουν το χρόνο εργασίας και αγωνίστηκαν επίσης, στο εσωτερικό του εργοστασίου, στοχέδιο παραγωγής, για να περιορίσουν τους παραλογισμούς της καπιταλιστικής οργάνωσης της παραγωγής. Αν υπάρχουν κάποιοι που ξαφνιάζονται από τα περί παραλογισμού της καπιταλιστικής οργάνωσης της παραγωγής, δεν έχουν παρά να σκεφτούν αυτό που ονομάζουμε απεργία ζήλου ή διακοπτόμενη απεργία, που είναι και η πιο αποτελεσματική μορφή απεργίας.
Αν θέλετε η πόλη του Πόρτο Αλέγκρε να παραλύσει, δεν έχετε παρά να εφαρμόσετε κατά γράμμα τους κανονισμούς για την παραγωγή ηλεκτρισμού, για την ύδρευση, για την κυκλοφορία στους δρόμους κ.λπ. Αν μπείτε σε ένα οποιοδήποτε εργοστάσιο και εφαρμόσετε κατά γράμμα τις οδηγίες παραγωγής, όλα θα λειτουργήσουν στραβά και μέσα σε 24 ώρες το εργοστάσιο θα σταματήσει. Οι εργάτες είναι υποχρεωμένοι όχι μόνο να εργάζονται, αλλά και να διορθώνουν πάνω στη δουλειά αυτούς τους παραλογισμούς. Συνεπώς, χάρη σ’ αυτούς εργατικούς αγώνες δημιουργήθηκε μια τεράστια εσωτερική αγορά που απορρόφησε την αυξανόμενη παραγωγή του καπιταλισμού και χάρη σ’ αυτούς τους αγώνες οι εργάσιμες ώρες μειώθηκαν. Κι όμως στην πραγματικότητα σήμερα έχουμε ολοένα και λιγότερες εσωτερικές συγκρούσεις στις πλούσιες χώρες· αυτό σημαίνει πως το σύστημα έγινε ανεξέλεγκτο, γιατί δεν υπάρχει εσωτερικό αντίβαρο και οι παρεκτροπές των καπιταλιστών και των πολιτικών δεν τιμωρούνται πια, με αποτέλεσμα να διευρύνονται οι ανορθολογισμοί της καπιταλιστικής οικονομίας.
Πάνω σ’ αυτό έχουμε ένα λαμπρό παράδειγμα: από το 1840 ως το 1940 οι εργάσιμες ώρες στις βιομηχανικές χώρες μειώθηκαν από τις 72 στις 40 ώρες ανά εβδομάδα. Αυτό απορρόφησε ένα τεράστιο μέρος της αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας. Από το 1940 ως το 1990, ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας αυξήθηκε αναμφίβολα περισσότερο από τον προηγούμενο αιώνα, η διάρκεια της εργασίας δε μειώθηκε, αλλά παραμένει πάντοτε στις 40 ή στις 39 ώρες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα σε όλες τις βιομηχανικές χώρες να υπάρχει τεράστια ανεργία, την οποία οι κυβερνήσεις και οι κυβερνητικές πολιτικές αδυνατούν να απορροφήσουν. Στις Ηνωμένες Πολιτείες υπάρχει φαινομενικά λιγότερη ανεργία, αλλά γιατί; Γιατί ο κόσμος, καθώς δε βρίσκει δουλειά, καταφεύγει σε προσωρινές μικροδουλίτσες, που πληρώνονται πολύ άσχημα, στις υπηρεσίες, στα εστιατόρια, στα μοτέλ κ.λπ. Άρα, το τέλος των εσωτερικών συγκρούσεων του καπιταλισμού υποσκάπτει το ίδιο το καθεστώς. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει η καταστροφή του περιβάλλοντος. Ο πλανήτης δε μπορεί να αντέξει τη σημερινή ανάπτυξη η οποία μάλιστα θα γινόταν απολύτως ανυπόφορη αν ο Τρίτος Κόσμος έπρεπε να βιομηχανοποιηθεί και να αποκτήσει το επίπεδο ζωής των πλουσίων χωρών. Τέλος, υπάρχει ένα τεράστιο ζήτημα το οποίο αναφέρω τελευταίο και πάνω στο οποίο δε θα επεκταθώ· είναι η προφανής ανικανότητα του φιλελεύθερου καπιταλισμού να οδηγήσει τις χώρες του Τρίτου Κόσμου σε ένα φιλελεύθερο βιομηχανικό καθεστώς.
Γιορτάζουμε σήμερα εδώ κι εκεί το θρίαμβο του καπιταλισμού. Είμαι σίγουρος πως όταν κατακαθίσει ο κουρνιαχτός των γεγονότων θα δούμε πως τα προβλήματα είναι πάντα εδώ και πως η καπιταλιστική κοινωνία βυθίζεται στην παρακμή. Και μ’ αυτήν εδώ την κοινωνία, είναι η ανθρωπότητα που ρισκάρει να υποστεί μια αμετάκλητη καταστροφή. Δε μπορεί να βρεθεί καμία διέξοδος, αν οι άνδρες και οι γυναίκες ανά τον κόσμο δεν ξυπνήσουν και αποφασίσουν να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους. Αυτό ακριβώς είναι το πρόταγμα της αυτονομίας. Τίποτα δε μας εγγυάται πως θα το κάνουν, αλλά τίποτα δε μας εγγυάται και πως δε θα το κάνουν. Δε μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο παρά να εργαζόμαστε για να ξυπνήσουν· να ξυπνήσουν από την απάθεια και την αποβλάκωση, από τα σούπερ μάρκετ και από την τηλεόραση. Και αν ξυπνήσουν, νομίζω πως μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι θ’ αποφασίσουν να εκθρονίσουν την οικονομία και την παραγωγή από την κυρίαρχη θέση όπου τις έχει τοποθετήσει ο καπιταλισμός και ο μαρξισμός και να τις βάλουν στη σωστή τους θέση, εκεί δηλαδή που η οικονομία και η παραγωγή είναι απλά μέσα της ανθρώπινης ζωής και όχι σκοποί της. Γιατί από τότε που υπάρχει η ανθρωπότητα, από όλους τους σκοπούς που οι κοινωνίες υιοθέτησαν, ο σκοπός της χωρίς όριο επέκτασης της παραγωγής και της κατανάλωσης είναι αναμφίβολα ο πιο γελοίος και ο πιο αισχρός. Πρέπει να υιοθετήσουμε σαν σκοπό την εγκαθίδρυση ελεύθερων συλλογικοτήτων αποτελούμενων από άτομα ελεύθερα, υπεύθυνα και ικανά να δώσουν στη ζωή τους ένα νόημα διαφορετικό από την απόκτηση περισσότερης σαβούρας. Ποιο θα είναι αυτό το νόημα; Κανείς δε μπορεί να το αποφασίσει αντ’ αυτών, αλλά θα κλείσω λέγοντας αυτό που εγώ ο ίδιος βλέπω σαν τέτοιο νόημα: τη δημιουργία ανθρώπινων όντων που αγαπούν τη σοφία, που αγαπούν την ομορφιά και που αγαπούν το κοινό καλό. Ευχαριστώ.