ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016

Όταν τα συστήματα καταρρέουν: Κοιτάζοντας πέρα από τον καπιταλισμό

Του Richard E. Wolff 


Καθώς ο παγκόσμιος καπιταλισμός παραπαίει οδυνηρά, άνισα και επικίνδυνα μετά την κατάρρευση του 2008, οι επικριτές του χωρίζονται σε δύο μεγάλα στρατόπεδα. Το ένα ζητά την επιδιόρθωση ή την αναμόρφωση ενός καπιταλισμού που με κάποιο τρόπο έχασε το δρόμο του. Το άλλο βρίσκει τον καπιταλισμό ανεπαρκή, θεωρεί ότι δεν παίρνει επιδιόρθωση, κι αποζητά τη μετάβαση σε ένα νέο, διαφορετικό σύστημα. Τα δύο στρατόπεδα αναγνωρίζουν πολλά ίδια προβλήματα: ο καπιταλισμός βαθαίνει χωρίς σταματημό τις ανισότητες στο εισόδημα, τον πλούτο, τη δύναμη και την πρόσβαση στον πολιτισμό∙ η αστάθεια του καπιταλισμού (αυτοί οι κοινωνικά δαπανηροί κύκλοι που ποτέ δεν κατάφερε να αποτρέψει) συνεπιφέρει αδικίες. Ενίοτε τα δύο στρατόπεδα μπορούν να συμμαχούν και να δουλεύουν μαζί. Όμως, άλλες φορές -όπως τώρα- τα στρατόπεδα γίνονται όλο και πιο καχύποπτα, αποξενώνονται, και ανταγωνίζονται το ένα το άλλο. Κάνοντας την κατάσταση πιο πολύπλοκη στις μέρες μας, οι επικριτές που θέλουν την αλλαγή του συστήματος επίσης επαναπροσδιορίζουν -για πιθανές στρατολογήσεις, και για τους εαυτούς τους- το νέο σύστημα που αποζητούν.

Παράλληλοι διαχωρισμοί ανάμεσα σε επικριτές φάνηκαν και κατά την κατάρρευση της δουλείας και της φεουδαρχίας. Καθώς κατέρρεε η δουλεία, στα μέρη όπου υπήρχε, η μια ομάδα των επικριτών επικεντρωνόταν στη βελτίωση της ζωής των σκλάβων. Ζητούσε καλύτερη διατροφή, στέγαση και ένδυση, περισσότερο σεβασμό για τις οικογένειες των σκλάβων, και λιγότερη βία προς τους σκλάβους. Αυτοί, οι αναμορφωτές, ήθελαν να αναμορφώσουν μια δουλεία που ήταν πολύ σκληρή. Μια άλλη ομάδα επικριτών, που απέκλινε όλο και περισσότερο από την πρώτη, έβλεπε ως πρόβλημα τη δουλεία καθαυτή. Ήθελε την αλλαγή του συστήματος μέσα από την απαίτηση για κατάργηση της δουλείας, και για κοινωνική μετάβαση σε ένα καθεστώς ατομικής ελευθερίας για όλους μέσω της χειραφέτησης.

Καθώς το φεουδαρχικό σύστημα και οι απόλυτες μοναρχίες που χαρακτήριζαν την ύστερη φεουδαρχία παρέπαιαν στην Ευρώπη, οι επικριτές τους χωρίστηκαν με τον ίδιο τρόπο. Η μια πλευρά ήθελε να χαλαρώσει τη σκληρότητα της φεουδαρχίας: οι φεουδάρχες θα ‘πρεπε να ακούνε περισσότερο τους δουλοπάροικους. Οι μεταρρυθμιστές της φεουδαρχικής οικονομίας συχνά συνεργάζονταν με τους μεταρρυθμιστές των φεουδαρχικών μοναρχιών. Οι τελευταίοι τάσσονταν υπέρ συμβουλίων ή κοινοβουλίων που μπορούσαν να συμβουλεύσουν τους μονάρχες, να περιορίσουν τις δυνάμεις τους μέσω συνταγμάτων κοκ. Από την άλλη βρίσκονταν επικριτές που αντιμέτωποι με τα συσσωρευμένα προβλήματα, αδικίες, δυσλειτουργίες ζητούσαν το τέλος και των φεουδαρχικών οικονομικών σχέσεων και των μοναρχιών. Μάχονταν για την οικονομική ελευθερία (να δοθεί τέλος στις υποχρεώσεις των δουλοπάροικων που επιβάλλονταν από την παράδοση, την εκκλησία και την ισχύ των φεουδαρχών) και το πολιτικό αντίστοιχο, μια περισσότερο ή λιγότερο αντιπροσωπευτική δημοκρατία (να δοθεί τέλος στη μοναρχία).

Οι ιδεολογικές διαφορές εντείνονται καθώς καταρρέει ο καπιταλισμός


Καθώς ο σύγχρονος καπιταλισμός καταρρέει τώρα στα παλιά του κέντρα (δυτική Ευρώπη, βόρεια Αμερική και Ιαπωνία) το ρήγμα ανάμεσα στους επικριτές βαθαίνει. Η παγκόσμια κατάρρευση του καπιταλισμού το 2008, οι κυβερνητικές διασώσεις κυρίως μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων που είχαν προκαλέσει την κρίση και οι πολιτικές λιτότητας που έκαναν το λαό να πληρώσει τις διασώσεις, δημιούργησαν πολλές επικρίσεις. Ένα άλλο ερέθισμα όμως ήταν η συμπεριφορά των βασικών υπερασπιστών του καπιταλισμού, των νεοκλασικών οικονομολόγων που ελέγχουν τις ακαδημαϊκές σχολές όσο μπορούν, και των πρώην μαθητών τους που έγιναν πολιτικοί και δημοσιογράφοι, υποστηρικτές της κρατούσας κατάστασης. Καθώς η στήριξη του καπιταλισμού γίνεται όλο και πιο δύσκολη, οι υπερασπιστές του καπιταλισμού πέφτουν σε μεγάλες ακρότητες (που εκφράζονται φονταμενταλιστικά σε σχέση με την αγορά και την «ελεύθερη επιχειρηματικότητα»).

Οι κεϋνσιανιστές που είχαν περιθωριοποιηθεί από τη δεκαετία του ’70, επέστρεψαν μετά το 2008 με ανανεωμένη ζωντάνια «για να σώσουν τον καπιταλισμό από τον εαυτό του». Ο Πολ Κρούγκμαν, ο Τζόζεφ Στίγκλιτζ και πολλοί άλλοι, πιέζουν το κράτος να επέμβει για να κάνουν τον μοντέρνο καπιταλισμό να λειτουργήσει για όλους («να ξαναγίνει υπέροχος;»). Οι κρατικές παρεμβάσεις, προειδοποιούν, είναι ο μόνος τρόπος να ξανακερδηθούν τα επίπεδα απόδοσης και δημοτικότητας πριν την κατάρρευση του 2008, που αποκάλυψε το πόσο εύθραυστο γινόταν το σύστημα. Οι κεϋνσιανιστές θέλουν η κυβέρνηση να κινητοποιήσει τη ζήτηση μέσω ελλειμματικών δαπανών, σε σχέδια έντασης εργασίας, να αναδιανείμουν εισοδήματα μέσω φορολογικών πολιτικών, να δημιουργήσουν πράσινα New Deal κοκ. Για τους κεϋνσιανιστές το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων, απορρυθμίσεων και παγκοσμιοποίησης που συνδέεται με τον Ρέιγκαν, τη Θάτσερ, και τους διαδόχους τους, δεν κατάφερε να μάθει τα μαθήματα της Μεγάλης Ύφεσης του 1930. Έτσι, ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός έχει κατεδαφίσει την παγκόσμια οικονομία από το 2008.

Η αντιπαράθεση ανάμεσα στους νεοκλασικούς/νεοφιλελεύθερους οικονομολόγους και στους κεϋνσιανιστές δεν είναι καινούργια. Έχει επηρεάσει τις ταλαντευόμενες πολιτικές των καθεστώτων από το ’30. Οι περισσότεροι μετέχοντες κι από τις δύο πλευρές μιλούν και γράφουν σαν η αντιπαράθεση ανάμεσά τους να είναι το σημαντικότερο ζήτημα των οικονομικών, τώρα και στο μέλλον. Ίσως οι ακαδημαϊκές και πολιτικές τους καριέρες να εξαρτώνται από αυτό.

Όμως καθ’ όλη την ιστορία του, ο καπιταλισμός δημιουργούσε επικριτές που πήγαιναν πέρα από τους αναμορφωτές του και τα επιχειρήματά τους για τις κυβερνητικές παρεμβάσεις πάνω στην οικονομική πολιτική. Αυτοί οι επικριτές βρίσκουν ότι οι αντιπαραθέσεις ανάμεσα στους νεοκλασικούς και στους κεϋνσιανιστές είναι δευτερεύουσας ή και μικρότερης σημασίας. Πιστεύουν ότι τα προβλήματα του καπιταλισμού είναι τόσο βαθιά, τόσο δύσκολα και έχουν τόσο επιδέξια ξεφύγει από διαδοχικούς αναμορφωτές (του Κέυνς και των κεϋνσιανιστών περιλαμβανομένων), ώστε το σύστημα χρειάζεται θεμελιώδη αλλαγή. Ο όρος «σοσιαλισμός» είναι προβληματικός στη χρήση σε αυτό το πλαίσιο επειδή έχει λάβει πολύ μεγάλο εύρος νοημάτων. Για παράδειγμα, πολλοί αναμορφωτές του καπιταλισμού, περιλαμβανομένων πολλών κεϋνσιανιστών αυτοαποκαλούνται «σοσιαλιστές» όπως κάνουν και πολλοί από τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Με τον ίδιο τρόπο, πολλοί επικριτές του καπιταλισμού, που απορρίπτουν τους κεϋνσιανούς αναμορφωτές, επιμένουν στον όρο «σοσιαλιστής». Το ίδιο ισχύει και για τον όρο «κομμουνιστής».

Τα αποτελέσματα της κατάρρευσης της Σοβιετικής Ένωσης


Κάτι που περιέπλεξε τα πράγματα για τους αυξανόμενους επικριτές του καπιταλισμού είναι μια ιστορική αλλαγή σε πολλά από τα επιχειρήματα και τους στόχους τους. Πριν και μετά από τις επαναστάσεις, Σοβιετική (1917) και Κινεζική (1949), οι επικριτές που ζητούσαν την αλλαγή του συστήματος υποστήριζαν έναν πολύ μεγαλύτερο ρόλο του κράτους στην Οικονομία από οτιδήποτε πρότειναν οι κεϋνσιανιστές. Το κράτος δεν θα ήταν υπεύθυνο μόνο για να ρυθμίζει τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις αλλά και για να τις κοινωνικοποιεί, να τις μετατρέπει από ιδιωτικές σε κρατικής ιδιοκτησίας και κρατικής διαχείρισης επιχειρήσεις. Κατ’ επέκταση, πέρα από το να ρυθμίζει απλώς τα χρηματιστήρια, ο κρατικός σχεδιασμός θα διένειμε πόρους και προϊόντα. Οι επικριτές υπέρ της αλλαγής συστήματος είχαν σκοπό να αντικαταστήσουν τις ιδιωτικές επιχειρήσεις και αγορές, με κρατικές επιχειρήσεις και σχεδιασμό. Έτσι ορίστηκαν και διαφοροποιήθηκαν ο καπιταλισμός και ο σοσιαλισμός ως συστήματα. Οι αγώνες και οι συζητήσεις του 20ου αιώνα για τα συστήματα έθεταν τις αρετές και τα πλεονεκτήματα των ιδιωτικών επιχειρήσεων και αγορών, απέναντι σε αυτά των δημοσίων επιχειρήσεων και κρατικού σχεδιασμού.

Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ και των ανατολικοευρωπαίων συμμάχων της το 1989, και οι επακόλουθες αλλαγές στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, ανάγκασαν πολλούς από τους επικριτές του καπιταλισμού να επανεξετάσουν τις αναλύσεις τους και να ξανασχεδιάσουν τις στρατηγικές τους. Η μετάβαση από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις και αγορές (καπιταλισμός) στις δημόσιες επιχειρήσεις και σχεδιασμό (σοσιαλισμός/κομμουνισμός) είχε αποδειχτεί μη βιώσιμη. Πιο σημαντικό, τα γνήσια οικονομικά και κοινωνικά κέρδη που είχαν επιτευχθεί, συνοδεύονταν από σοβαρά προβλήματα που έθεταν εν αμφιβόλω αυτά που, οι ίδιοι εκείνοι που ήθελαν να αλλάξουν το σύστημα, είχαν υποσχεθεί και προσδοκούσαν. Η παραδοσιακή έννοια και οι στόχοι του σοσιαλισμού/κομμουνισμού, όπως εφαρμόστηκαν στην ΕΣΣΔ, Κίνα και πιο πέρα, είχαν αποδειχτεί πολύ προβληματικά.

Έδωσαν στον κρατικό μηχανισμό έναν ρόλο κεντρικό στην οικονομία, γεγονός που ενίσχυσε τη μεγάλη συγκέντρωση της κρατικής ισχύος στην πολιτική αλλά και στην κουλτούρα. Αντίστοιχα, η αντικατάσταση των διοικητικών συμβουλίων με κρατικούς αξιωματούχους άλλαξε ελάχιστα τις αυταρχικές εσωτερικές οργανώσεις των επιχειρήσεων. Ο κύριος όγκος των εργαζομένων απεχθανόταν και συχνά υπέσκαπτε αυτή την οργάνωση, στρεβλώνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τους στόχους της βιομηχανοποίησης που έθετε το κράτος, και κατ’ επέκταση το κυριαρχούμενο από το κράτος σύστημα γενικότερα. Σιγά-σιγά, αυτά τα προβλήματα δημιούργησαν την βεβαιότητα ότι η ιδέα του σοσιαλισμού/κομμουνισμού κι ως εκ τούτου των στόχων για αλλαγή συστήματος πέρα από τον καπιταλισμό χρειάζονταν αλλαγή.

Από αυτή τη νέα άποψη, το καπιταλιστικό σύστημα δεν είχε αλλάξει –ή τουλάχιστον δεν είχε αλλάξει αρκετά- κάνοντας τις ιδιωτικές επιχειρήσεις δημόσιες και διανέμοντας πόρους και προϊόντα με σχεδιασμό αντί μέσω της αγοράς. Μέσα στους χώρους εργασίας, οι ίδιες ιεραρχίες ελέγχου, οι ίδιοι βασικοί διαχωρισμοί ανάμεσα σε εργοδότες και εργαζόμενους, διευθυντές και διευθυνόμενους, είχαν παραμείνει. Έτσι, οι πραγματικές μεταβάσεις που επιτεύχθηκαν ήταν από μια ιδιωτική σε μια κρατική μορφή καπιταλισμού. Αυτές οι αλλαγές στη μορφή του καπιταλισμού είχαν παρερμηνευθεί ως μετάβαση σε ένα σύστημα άλλο από τον καπιταλισμό.

Ανανεωμένο Ενδιαφέρον για τους Συνεταιρισμούς


Συχνά, μετά από επανεξέταση των κειμένων του Μαρξ, οι επικριτές του συστήματος μετατόπισαν την προσοχή τους στην παραγωγή, και πιο συγκεκριμένα στην οργάνωση της επιχείρησης. Ο καπιταλισμός ορίστηκε ξανά ως μια συγκεκριμένη σχέση ανάμεσα στους μετέχοντες στην παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών. Με τον ίδιο τρόπο που η δουλεία οριζόταν σε σχέση με τους δούλους και τους αφέντες, και η φεουδαρχία σε σχέση με τους άρχοντες και τους δουλοπάροικους, ο καπιταλισμός θα οριζόταν σε σχέση με τους εργοδότες και τους εργαζόμενους. Αυτό που έγινε σημαντικό ζήτημα ήταν οι σχέσεις μέσα στις επιχειρήσεις και όχι το δευτερεύον ζήτημα αν ο εργοδότης είναι το κράτος ή κάποιος ιδιώτης. Αυτό που όρισε τον καπιταλισμό ήταν η σχέση ανάμεσα στον εργοδότη και στον εργαζόμενο, ενώ αυτό που όριζε το άλλο επιθυμητό σύστημα –είτε λεγόταν σοσιαλισμός είτε κομμουνισμός είτε τίποτα από τα δύο- ήταν μια ριζικά διαφορετική σχέση.

Θέτοντας το ερώτημα της ακριβούς φύσης ενός άλλου συστήματος με μια παραγωγική σχέση ριζικά διαφορετική από του καπιταλισμού, οδήγησε πολλούς επικριτές να ξαναανακαλύψουν τους συνεταιρισμούς εργαζομένων (μερικές φορές αποκαλούνται συνεταιρισμοί παραγωγών). Ήταν επιχειρήσεις των οποίων η εσωτερική οργάνωση δε χωριζόταν σε εργοδότες και εργαζόμενους, δηλαδή διαφορετικές ομάδες που καταλαμβάνουν διαφορετικές θέσεις με βαθιά αντικρουόμενα συμφέροντα. Για τους επικριτές του συστήματος του καπιταλισμού, οι συνεταιρισμοί είναι επιχειρήσεις που είναι οργανωμένες δημοκρατικά –όλοι οι εργαζόμενοι θα είχαν τις δικές τους ίσες φωνές στη λήψη των επιχειρηματικών αποφάσεων. Τι να παράγουν, πώς και πού να παράγουν, και τι να κάνουν τα έσοδα της επιχείρησης, θα αποφασιζόταν δημοκρατικά και συλλογικά. Αυτή η επιχειρησιακή οργάνωση αποτελεί ένα γνήσια διαφορετικό μετακαπιταλιστικό σύστημα.

Πολλοί από τους επικριτές του συστήματος του σημερινού καπιταλισμού εστιάζουν συνεπώς όλο και περισσότερο σε μια οικονομική μετάβαση από την ιεραρχική οργάνωση της καπιταλιστικής επιχείρησης, σε επιχειρήσεις οργανωμένες πιο οριζόντια ως δημοκρατικοί συνεταιρισμοί. Οι εργαζόμενοι γίνονται διευθυντές, αντικαθιστώντας τα διοικητικά συμβούλια που εκλέγουν μέτοχοι, και οι αυτοδιοικούμενες συνεργατικές επιχειρήσεις διαδέχονται τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, και στις ιδιωτικές και στις δημόσιες σφαίρες (οι σχετικές αναλογίες διαφέρουν σε σχέση με τις παραδόσεις και τις προτιμήσεις στις διάφορες χώρες). Η μετάβαση από τον καπιταλισμό σε ένα συγκεκριμένο διάδοχο σύστημα -ως προτιμώμενη λύση στα προβλήματα του παγκόσμιου καπιταλισμού σήμερα- έχει στο επίκεντρο την αναμόρφωση της οργάνωσης του χώρου εργασίας ως το βασικό στοιχείο που λείπει, που υπέσκαψε τις προηγούμενες προσπάθειες να προχωρήσουμε πέρα από τον καπιταλισμό (δηλαδή παραδοσιακό σοσιαλισμό και κομουνισμό).

Όταν τα συστήματα καταρρέουν και οι επικριτές χωρίζονται σε δύο στρατόπεδα, οι αναμορφωτές συνήθως υπερισχύουν, πριν βρουν την ευκαιρία αυτοί που θέλουν να αλλάξουν το σύστημα. Σε βάθος χρόνου, γνωρίζουμε από την ιστορία ότι και η δουλεία, και η φεουδαρχία (οι σχέσεις δούλου-αφέντη, άρχοντα-δουλοπάροικου) ως επί το πλείστον καταργήθηκαν. Μήπως ο καπιταλισμός, η σχέση εργοδότη-εργαζομένου, επίσης καταρρέει;

Ο Richard D. Wolff είναι επίτιμος καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης στο Άμχερστ, διδάσκει στο πανεπιστήμιο Νιου Σκουλ, ενώ έχει διδάξει οικονομικά στο πανεπιστήμιο Γέιλ και στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης.

Πηγή: Truthout

Μετάφραση: presspublica.gr

Πιέρ Πάολο Παζολίνι: Ο καταναλωτισμός είναι φασισμός χειρότερος από τον κλασικό

Στις 30 Οκτωβρίου του 1975, τρεις μέρες πριν την δολοφονία του, ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι παραχώρησε συνέντευξη τύπου στη Στοκχόλμη, όπου είχε μεταβεί για να παρουσιάσει τη νέα του ταινία Σαλό ή οι 120 ημέρες στα Σόδομα. Το αιφνίδιο γεγονός του θανάτου του ματαίωσε τη ραδιοφωνική αναμετάδοσή της, με αποτέλεσμα το αρχείο να παραπέσει για χρόνια. Τελικά η συνέντευξη –εκτενή αποσπάσματα της οποίας παραθέτουμε εδώ– ήρθε στο φως της δημοσιότητας το 2011. Επανεμφανίστηκε τότε, για άλλη μια φορά, η ρηξικέλευθη, ανυποχώρητα κριτική και στοχαστική, ενίοτε απελπισμένη, αλλά πάντοτε μαχητική φωνή του Παζολίνι.

Η πλήρης επικράτηση του καταναλωτισμού, η συνεπακόλουθη πολιτισμική ομογενοποίηση και ισοπέδωση, ο ολοένα πιο ασφυκτικός έλεγχος της ίδιας της ζωής από την ανεξέλεγκτη, σχεδόν άναρχη δύναμη της εξουσίας, η χειραγώγηση των σωμάτων μέσω της βιοπολιτικής είναι μόνο μερικά από τα ζητήματα που ο Παζολίνι έθιξε στο πλαίσιο αυτής της συνέντευξης. Σαράντα χρόνια μετά, η σκέψη του όχι μόνο επιβεβαιώνεται πολλαπλώς, αλλά συνεχίζει να φωτίζει το κοινωνικοπολιτικό και πολιτισμικό παρόν και τις συντελεσμένες συμφορές, που επέφερε η παρούσα τάξη πραγμάτων.

Ακολουθεί λοιπόν η φωνή της «καλύτερης νιότης», εκείνη που αμφιβάλει για όλα και αναμετριέται με όλα, εκείνη που δε συνετίζεται και επιμένει· είναι η φωνή του Πιέρ Πάολο Παζολίνι που έχει πάντα στο κέντρο της την αγάπη για τον άνθρωπο στην ολότητά του.



Κυρίες και κύριοι, ο κύριος Παζολίνι βρίσκεται εδώ για να παρουσιάσει τη νέα του ταινία. Μόλις την τελείωσε και πρόκειται για μια ταινία που αφορά τα Σόδομα…

Νομίζω ότι είναι η πρώτη φορά που έκανα μια ταινία της οποίας η αρχική ιδέα δεν ήταν δική μου. Η ταινία προτάθηκε στον Σέρτζιο Τσίττι και –όπως πάντα– τον βοήθησα στη συγγραφή του σεναρίου. Καθώς προχωρούσαμε ο Τσίττι άρχισε να χάνει το ενδιαφέρον του για την ταινία, ενώ εγώ ένιωθα να την αγαπώ όλο και πιο πολύ, ειδικά από τη στιγμή που είχα την ιδέα αυτή να διαδραματίζεται το ’45, κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών της Δημοκρατίας του Σαλό. Απ’ την άλλη, ο Τσίττι άρχισε να σκέφτεται ένα άλλο θέμα και εγκατέλειψε τελείως το συγκεκριμένο σχέδιο εργασίας· οπότε, δεδομένου ότι εγώ είχα ερωτευτεί το εν λόγω σχέδιο, ήμουν εγώ και αυτός που το ολοκλήρωσε. Ούσα βασισμένη στον Σαντ, η ταινία αυτή περιστρέφεται γύρω από την αναπαράσταση του σεξ. Όμως η οπτική μου για το θέμα αυτό έχει αλλάξει σε σχέση με τις τρεις τελευταίες ταινίες μου, που αποκαλώ Η τριλογία της ζωής: Το δεκαήμερο, Τις ιστορίες του Καντέρμπερυ και τις Χίλιες και μία νύχτες. Σε αυτή την ταινία, το σεξ δεν είναι παρά μια αλληγορία, μια μεταφορά για την πραγμοποίηση των σωμάτων που συντελείται από την εξουσία. Νομίζω ότι ο καταναλωτισμός χειραγωγεί και βιάζει τα σώματα στον ίδιο βαθμό που το έκανε και ο Ναζισμός. Η ταινία μου παρουσιάζει τη δυσοίωνη σύμπτωση μεταξύ Ναζισμού και καταναλωτισμού. Βέβαια δε γνωρίζω αν αυτό θα γίνει κατανοητό από το κοινό, γιατί η ταινία έχει αινιγματικό χαρακτήρα, παρουσιάζεται σχεδόν σαν ένα ιερό δράμα, όπου η λέξη «ιερό» έχει εδώ τη διττή Λατινική σημασία της, η οποία εμπεριέχει και την έννοια του «καταραμένου».



Γιατί επιλέξετε τη χρονιά του 1945 για την ταινία σας;

Ήθελα να αναπαραστήσω το τέλος ενός κόσμου, όχι τις μέρες της μεγαλύτερης δόξας του. Ήταν μια ποιητική επιλογή — θα μπορούσα να την είχα τοποθετήσει στο ’38, στο ’39 ή στο ’37, όμως θα ήταν λιγότερο ποιητική.



Τι το ποιητικό έχει αυτή η περίοδος;

Η παρακμή και το λυκόφως είναι στοιχεία καθαυτά ποιητικά. Αν την είχα τοποθετήσει κατά την περίοδο της ακμής του Ναζισμού, η ταινία θα ήταν ανυπόφορη. Το να γνωρίζει ο θεατής ότι όλα αυτά συντελέστηκαν τις τελευταίες μέρες και ότι σύντομα πρόκειται να τελειώσουν, του προσφέρει κάποιο αίσθημα ανακούφισης. Ουσιαστικά αυτή η ταινία μιλά για την πραγματική αναρχία, που δεν είναι άλλη από την αναρχία της εξουσίας.



Είστε ποιητής και κινηματογραφιστής. Υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ αυτών των δυο ρόλων;

Σε ό,τι με αφορά, υπάρχει βαθιά ενότητα μεταξύ αυτών των δύο. Νιώθω ως εάν ήμουν ένας δίγλωσσος συγγραφέας.



Απ’ την στιγμή που έχετε την δυνατότητα να κάνετε ταινίες εντός του συστήματος, πως επιλέγετε τα θέματά σας; Απολαμβάνετε την ίδια ελευθέρια που έχετε όταν γράφετε ποίηση ή πρέπει να λαμβάνετε υπόψη το κοινό; Αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα;

Αυτό δεν είναι ένα πρόβλημα ηθικό, πολιτικό ή πρακτικό. Είναι ζήτημα αισθητικό, δηλαδή αποτελεί μέρος της μετρικής και της προσωδίας μιας ταινίας το γεγονός ότι αυτή χαρακτηρίζεται από κάποιο βαθμό ευαναγνωσιμότητας και απλότητας. Ας γίνω πιο σαφής: ας πάρουμε την ακραία περίπτωση μιας ταινίας απολύτως πρωτοποριακής –δηλαδή «δυσανάγνωστης» όπως θα έλεγε ο Φιλίπ Σολλέρ– και ενός λογοτεχνικού κειμένου της ίδιας κατηγορίας. Ε λοιπόν, μεταξύ των δύο, η ταινία είναι πιο ευανάγνωστη. Υπάρχει μεγαλύτερος βαθμός απλότητας και ευαναγνωσιμότητας σε μια ταινία γιατί τα στοιχεία αυτά είναι εγγενή της ίδιας της κινηματογραφικής τεχνικής.



Έχετε αποχαιρετήσει οριστικά τον ρεαλισμό των πρώτων σας ταινιών;

Δεν συμφωνώ με αυτό. Μετά από δεκαπέντε χρόνια παίξανε επιτέλους στην Ιταλική τηλεόραση τον Ακαττόνε. Συνειδητοποιήσαμε ότι δε πρόκειται καθόλου για ένα ρεαλιστικό φιλμ. Είναι ένα όνειρο, είναι μια ονειρική ταινία.



Δεν την θεωρήσανε ως μια ρεαλιστική ταινία στην Ιταλία;

Ναι, αλλά επρόκειτο για παρανόηση. Όταν την έφτιαχνα ήξερα ότι κάνω μια πολύ λυρική ταινία, όχι ονειρική όπως φαίνεται τώρα, αλλά βαθύτατα λυρική. Δεν χρησιμοποίησα δίχως λόγο το συγκεκριμένο μουσικό σχόλιο, και την κινηματογράφησα με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Τότε συνέβη αυτό: ο πραγματικός κόσμος, από τον οποίο άντλησα την έμπνευσή μου για τον Ακαττόνε, κατέρρευσε, δεν υπάρχει πια, έτσι η ο Ακαττόνε είναι ένα όνειρο κείνου του κόσμου.



Προτιμάτε τους μη επαγγελματίες ηθοποιούς. Πως εργάζεστε; Αναζητάτε κάποιο περιβάλλον, και αφού το εντοπίσετε, επιλέγετε κατόπιν τα πρόσωπα;

Όχι, δεν είναι ακριβώς έτσι. Εάν η ταινία μου διαδραματίζεται σε λαϊκό περιβάλλον, επιλέγω λαϊκούς ανθρώπους, δηλαδή μη επαγγελματίες ηθοποιούς, γιατί πιστεύω ότι είναι αδύνατο για έναν μεσοαστό ηθοποιό να υποκριθεί τον χωριάτη ή τον εργάτη. Θα έμοιαζε ανυπόφορα ψεύτικο. Αλλά αν κάνω μια ταινία που τοποθετείται στον κοινωνικό περίγυρο των αστών, από την στιγμή που δεν μπορώ να ζητήσω από κάποιον γιατρό, δικηγόρο ή μηχανικό να παίξουν για μένα, παίρνω επαγγελματίες ηθοποιούς. Φυσικά αναφέρομαι στην Ιταλία όπως αυτή ήταν πριν από μια δεκαετία. Εάν ήμουν στη Σουηδία, πιθανότατα να χρησιμοποιούσα πάντοτε ηθοποιούς, εφόσον δεν υπάρχει πλέον διαφορά μεταξύ ενός μεσοαστού και ενός εργάτη. Αναφέρομαι σε μια πραγματικότητα φυσιογνωμικής τάξης. Στην Ιταλία, μεταξύ αυτών των δύο, υφίσταται διαφορά όμοια με εκείνη που υπάρχει μεταξύ ενός λευκού και ενός μαύρου.



Έχετε πάρει μέρος στον διάλογο μεταξύ Μαρξιστών και Καθολικών στην Ιταλία;

Δεν υπάρχουν πια Μαρξιστές και Καθολικοί στην Ιταλία — δεν υπάρχουν πλέον Καθολικοί στην Ιταλία.



Μπορείτε τότε να μας εξηγήσετε πως έχει η κατάσταση;

Στην Ιταλία έγινε μία επανάσταση, που ήταν και η πρώτη στην ιστορία της, ενώ σε άλλες μεγαλύτερες καπιταλιστικές χώρες συντελέστηκαν τέσσερις ή πέντε επαναστάσεις που οδήγησαν στην ενοποίησή τους. Σκέφτομαι την ενοποίηση που επέφερε η μοναρχία, την Λουθηρανική μεταρρυθμιστική επανάσταση, την Γαλλική αστική επανάσταση και την πρώτη βιομηχανική επανάσταση. Αντί γι’ αυτό, στην Ιταλία η πρώτη επανάσταση ταυτίζεται με την δεύτερη φάση της βιομηχανικής επανάστασης, δηλαδή τον καταναλωτισμό, και αυτό είχε ως συνέπεια την ριζική αλλαγή της Ιταλικής κουλτούρας από ανθρωπολογική άποψη. Προηγουμένως η διαφορά μεταξύ εργάτη και αστού ήταν τόσο εμφανής όσο εκείνη μεταξύ δύο φυλών. Τώρα αυτή η διαφορά έχει σχεδόν αφανιστεί. Και η κουλτούρα που υπέστη την μεγαλύτερη καταστροφή ήταν εκείνη των αγροτών, που τότε ήταν Καθολική. Έτσι το Βατικανό δεν έχει πια πίσω του αυτήν την τεράστια μάζα των Καθολικών αγροτών. Οι εκκλησίες είναι άδειες, οι εκκλησιαστικές σχολές, επίσης. Εάν επισκεφτείτε την Ρώμη δεν θα δείτε στους δρόμους της να περπατούν οι φοιτητές των εκκλησιαστικών σχολών, και στις δύο τελευταίες εκλογές η κοσμική ψήφος θριάμβευσε. Και οι μαρξιστές, από ανθρωπολογική άποψη, έχουν αλλάξει από την καταναλωτική επανάσταση. Ζουν με άλλο τρόπο, έχουν μιαν άλλη ποιότητα ζωής, με άλλα πολιτισμικά μοντέλα, και η ιδεολογία τους έχει επίσης μεταβληθεί.



Είναι ταυτόχρονα μαρξιστές και καταναλωτές;

Υπάρχει αυτή η αντίφαση — όλοι εκείνοι που διακηρύσσουν ότι είναι μαρξιστές ή ψηφίζουν μαρξιστές, είναι ταυτόχρονα καταναλωτές. Ακόμη και το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα έχει αποδεχτεί αυτή την εξέλιξη.



Όταν κάνετε λόγο για μαρξιστές, αναφέρεστε στο Κομμουνιστικό Κόμμα ή και σε άλλες ομάδες;

Σε όλους — κομμουνιστές, σοσιαλιστές, εξτρεμιστές. Για παράδειγμα, οι Ιταλοί εξτρεμιστές βάζουν βόμβες κι έπειτα το βράδυ βλέπουν τηλεοπτικά σόου.



Υφίσταται ακόμα ο διαχωρισμός της κοινωνίας σε τάξεις;

Οι τάξεις ακόμα υφίστανται αλλά –και εδώ έγκειται η Ιταλική ιδιομορφία– η ταξική πάλη διεξάγεται πια στο οικονομικό και όχι στο πολιτισμικό επίπεδο. Μεταξύ ενός μεσοαστού και ενός εργάτη η διαφορά είναι οικονομική, δεν είναι πλέον πολιτισμική.



Τι συμβαίνει με το νεοφασιστικό κίνημα;

Ο φασισμός τέλειωσε εφόσον στηρίχτηκε στο Θεό, την οικογένεια, την πατρίδα και τον στρατό, τα οποία είναι τώρα λέξεις που έχουν χάσει την σημασία τους. Δεν υπάρχουν πλέον Ιταλοί που συγκινούνται στη θέα της σημαίας.



Υπάρχει γενικευμένη αποσύνθεση της Ιταλικής κοινωνίας σήμερα, δεν αληθεύει αυτό;

Θεωρώ τον καταναλωτισμό φασισμό χειρότερο από τον κλασικό, επειδή ο κληρικαλικός φασισμός στην πραγματικότητα δεν μεταμόρφωσε τους Ιταλούς, δεν πέρασε μέσα τους. Ήταν ολοκληρωτισμός αλλά όχι ολοκληρωτικός. Θα σας δώσω μόνο ένα παράδειγμα: ο φασισμός προσπάθησε, επί είκοσι χρόνια που ήταν στην εξουσία, να εξαλείψει τις διαλέκτους και δεν το κατόρθωσε. Εν αντιθέσει ο καταναλωτισμός, που διατείνεται ότι θέλει να προστατέψει τις διαλέκτους, τις καταστρέφει.



Νομίζεται ότι υπάρχει κάποια ορισμένη ισορροπία μεταξύ αυτών των δύο διαφορετικών δυνάμεων;

Υπάρχει χαοτική ισορροπία.



Από πού προκύπτει αυτό το χάος;

Είναι η «αναπτυξιακή» κρίση της Ιταλίας. Η Ιταλία πέρασε γοργά από την συνθήκη της υπανάπτυκτης χώρας σε εκείνη της αναπτυγμένης· και όλο αυτό συνέβη σε μια περίοδο πέντε, έξι ή επτά χρόνων. Είναι σαν να παίρνεις τα μέλη μιας φτωχής οικογένειας και να τα μεταβάλλεις σε εκατομμυριούχους. Θα έχαναν την ταυτότητά τους. Οι Ιταλοί αυτή την στιγμή έχουν απολέσει την ταυτότητά τους. Εν αντιθέσει όλες οι άλλες χώρες, είτε είναι ήδη αναπτυγμένες –ανάπτυξη που συντελέστηκε σταδιακά, τουλάχιστον κατά τους δύο τελευταίους αιώνες–, είτε βρίσκονται σε προαναπτυξιακό στάδιο, όπως αυτές του Τρίτου Κόσμου.
Μετάφραση – πρόλογος: Θανάσης Αποστόλου
Πηγή: Δρόμος της Αριστεράς
inprecor

(προ)καπιταλιστικά κοινωνικά σώματα




-Tο χρήμα κινείται ανάμεσα σε δύο διαφορετικές λειτουργίες στον καπιταλισμό:λειτουργεί ταυτόχρονα ως μέσο επένδυσης,ως κεφάλαιο και ως μισθός/μέσο κατανάλωσης.Το χρήμα είναι ο συνδετικός κρίκος που κινεί την όλη διαδικασία συσσώρευσης και η στιγμή διαμεσολάβησης ανάμεσα στις δύο τάξεις:ένα ποσό χρήματος ως κεφάλαιο αγοράζει μια μάζα εργατικής δύναμης,την καταναλώνει στην παραγωγική διαδικασία προς παραγωγή μάζας αξίας μεγαλύτερης από την αρχική που επενδύθηκε και η οποία μορφοποιείται ως χρηματικό κέρδος,το οποίο με τη σειρά του επαν-επενδύεται κ.ο.κ επ’άπειρον.Η μυστικοποιητική/φετιχιστική λειτουργία που επιτελεί το χρήμα εδώ είναι ότι χρησιμοποιείται ως κοινό μέτρο,ως κοινή μονάδα για δύο ετερογενή μεγέθη:το κεφάλαιο και το μισθό.Με αυτόν τον τρόπο η ταξική διαφορά στον καπιταλισμό κατασκευάζεται ως διαφορά ποσότητας.Εργατική και αστική τάξη δεν διαχωρίζονται από ένα αγεφύρωτο χάσμα,δεν είναι ριζικά ασύμμετρες,καθώς και οι δύο είναι φορείς του ίδιου σημείου:οι μεν ως μισθωτή τάξη οι δε ως τάξη του κεφαλαίου.Η απόσταση μεταξύ τους παρουσιάζεται ως μετρική:απλά περισσότερο χρήμα.Σε προ-νεωτερικές κοινωνίες τα κοινωνικά χάσματα επικυρώνονται από κώδικες τιμής,αίματος,παράδοσης,θρησκείας,φυλής,στάτους παράγοντας διαφορές ποιότητας (κάποιος γεννιέται βασιλιάς,ευγενής,χωρικός σε μια συγκεκριμένη κάστα κλπ)

-Το καπιταλιστικό βλέμμα στην καθαρή του μορφή επικεντρώνεται στην αφηρημένη ικανότητα του σώματος να αποδώσει εργασία.Αφαιρεί από τις επιμέρους ποιότητές του:φύλο,έθνος,ηλικία κλπ για να βρει πίσω από αυτές την ικανότητα να λειτουργήσει ως παραγωγική δύναμη,ως μεταβλητή στο αξίωμα του Χ-Ε-Χ’.Αυτή η μετατόπιση προοπτικής,εκκίνησε την επαναστατική ρευστοποίηση των παλιών κωδίκων που έδεναν το άτομο στην παράδοση,στην γη και χάρασσαν στο Έίναι του κάποιον κοινωνικό ρόλο εκ των προτέρων δοσμένο.Το σπάσιμο των δεσμών του ατόμου από την άμεση σχέση του με την κοινότητα και η παραγωγή του με τη μορφή του ελεύθερου,ατομικού Εγώ,που στέκεται απέναντι στην κοινωνική ολότητα,αποτελούν και το υπόστρωμα πάνω στο οποίο εμφανίζονται οι έννοιες του επαγγέλματος και η όλη λογική της σταδιοδρομίας ως θεμελιωμένες πάνω στην ατομική επιλογή,και όχι ως κάτι που επιβάλλεται εξωτερικά ως πεπρωμένο.Πρόκειται για θεσμίσεις καθαρά μοντερνιστικές.

- Ακριβώς επειδή η θέση που θα αναλάβει κάποιος στην κοινωνική δομή είναι (ιδεοτυπικά) τυχαία,δεν καθορίζεται από κάποια μοίρα,ούτε του αποδίδεται από τη γέννησή του,απαιτείται η διαδικασία της αξιολόγησης.Η αξιολόγηση ως τεχνική διακυβέρνησης είναι στον πυρήνα της νεωτεριστική καινοτομία:ελεύθερα υποκείμενα που έρχονται σε σχέση ανταγωνισμού μεταξύ τους και υπάγονται σε μια αντικειμενική τεχνοκρατική διαδικασία που εφαρμόζει ορθολογικά κριτήρια στο να διαλέξει αυτούς που έχουν τα κατάλληλα προσόντα για μια θέση και να τους κατανείμει ανάλογα.Γι’αυτό και στη μαζική κοινωνική ρητορεία αγανάκτησης το ρουσφέτι,ο διορισμός,η αναξιοκρατία  κλπ μπορούν να εμφανιστούν μόνο ως επιστροφή στην εποχή του προ-νεωτερικού,σε οπισθοδρομικές μορφές κρατικής παθολογίας και πολιτισμικής βαρβαρότητας(πχ ο καημός των ελλήνων για την υποβάθμιση της ελλάδας σε ελλαδιστάν,ουγκάντα)

-Στους προ-καπιταλιστικούς σχηματισμούς,οι κοινωνίες αναπαριστούν τον εαυτό τους σε μια επιφάνεια καταγραφής εντασιακή και ποιοτική:στο ‘’κοινωνικό σώμα’’ κατανέμονται κώδικες,κλειστές κάστες,κατώφλια που δεν μπορούν να ξεπεραστούν,διαφορές που επισφραγίζονται ανοιχτά στο κράτος και σε προ-κρατικές κοινωνίες μπορεί να χαράσσονται στη σάρκα(πχ η σωματο-πολιτική των ταττού ως τεχνική διαφοροποίησης των υπο-ομάδων στο ευρύτερο σύνολο της φυλής).Στον καπιταλισμό το χρήμα δημιουργεί μια επιφάνεια καταγραφής εκτατική-ποσοτική.Έναν ομοιογενή χώρο στον οποίο οι διάφοροι δρώντες(εργατικές δυνάμεις,κεφάλαια κλπ)κατέχουν το ίδιο σύμβολο.Όλοι είναι φορείς χρήματος,και όλοι είναι ισότιμα υποκείμενα δικαίου,αποφορτισμένα από δεσμούς παράδοσης,αναγνωρισμένα από το κράτος ως ελεύθεροι πολίτες να ανταλλάξουν τα εμπορεύματά τους στην αγορά.

-Όλοι συμμετέχουν στο παίγνιο και οι θέσεις μεταξύ των δρώντων δεν είναι de facto φιξαρισμένες,αλλά εναλλάξιμες.Δεν υπάρχει κάποιος απαράβατος κανόνας που να εμποδίζει την κοινωνική άνοδο και την ταξική ροή από την μια θέση στην άλλη,αφού αυτό που διαφοροποιεί τον έναν από τον άλλο,δεν είναι κάποιος ''φυσικοποιημένος'' κώδικας, αλλά μια χρηματική ποσοτική διαφορά.Με λίγα λόγια,οι προκαπιταλιστική ρύθμιση και κατανομή γίνεται με κώδικες ποιοτικούς,που φέρουν κάποιο νόημα,κάποια πολιτισμική σημασία,παράγοντας διαφορές που έχουν τη μορφή απείρου,που δεν μπορούν να διαμεσολαβηθούν.Στο καπιταλιστικό μοντέλο,ο κώδικας ποσοτικοποιείται,και το κοινωνικό χάσμα αντίστοιχα γίνεται πεπερασμένο και διασχίσιμο

-Οι κοινωνικές διαφοροποιήσεις/ιεραρχίες και οι ατομικές αποτυχίες εμφανίζονται αντίστοιχα στη συνείδηση των υποκειμένων όχι ως κάτι που τους επιβάλλεται με τρόπο αναγκαίο,αλλά ως αποτέλεσμα ελλείπούς εργασιακής ηθικής,μειωμένης θέλησης για επιτυχία,ανορθολογικών αποφάσεων.Κατάσταση δηλαδή που δεν απορρέει από τη λειτουργία της οικονομίας ως τέτοιας,αλλά που μπορεί δυνητικά να υπερκεραστεί με μεγαλύτερη ατομική προσπάθεια,καλύτερες επενδυτικές επιλογές κλπ

Η απομάγευση του κόσμου που έφερε η νεωτερικότητα,έσβησε μαζί της και την ιδέα ότι μπορεί να υπάρχει κάτι γενικό,κάποιο υπερβατικό Υποκείμενο(όπως η αφηρημένη κίνηση της αξίας και η λογική της συσσώρευσης/κρίσης) πέρα από το άθροισμα των ατομικών συνειδήσεων.Ένα αντικειμενικό στοιχείο που μπορεί,όπως η παλιά Θεοδικία,να περιφέρεται πάνω από αυτά και να τα καταστρέφει,με νομοτελειακή συνέπεια και αδιαφορία απέναντι σε όλες τις προφυλάξεις και τον ορθό λόγο του homo economicus
 http://bestimmung.blogspot.gr

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

Πιθανώς να διαβάσατε κάπου ότι αύριο το πρωί θα πραγματοποιηθεί στο ευρωκοινοβούλιο μια εκδήλωση, η οποία διοργανώνεται από τις τρεις πολιτικές ομάδες που αποτελούν την Προοδευτική Συμμαχία (αριστερά, σοσιαλιστές και πράσινοι) και έχει ως θέμα «CETA και ΤΤΙΡ: δυο όψεις του ίδιου νομίσματος».

Για την ΤΤΙΡ (Transatlantic Trade and Investment Partnership), δηλαδή την Συνεργασία για το Διατλαντικό Εμπόριο και τις Επενδύσεις, η οποία συζητείται ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ε.Ε., έχουμε μιλήσει κατ’ επανάληψη σε τούτο το ιστολόγιο («Η εταιρική εισβολή» – 11/12/2013, «Οι απειλές της ΤΤΙΡ» – 15/10/2015 κλπ). Ας δούμε σήμερα, λοιπόν, τι πράγμα είναι αυτή η CETA (Comprehensive Economic and Trade Agreement), δηλαδή η Ολοκληρωμένη Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία, η οποία συζητιέται ανάμεσα σε Καναδά και Ε.Ε. αλλά παρακολουθείται με ξεχωριστό ενδιαφέρον και από τις ΗΠΑ.


«H TTIP και η CETA προστατεύουν τους επενδυτές! Τι προστατεύει εμάς;»

Αν γνωρίζετε ήδη λεπτομέρειες για την TTIP, μπορώ να σας πω επιγραμματικά (και με ελάχιστο ποσοστό αυθαιρεσίας) πως ό,τι μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε. λέγεται ΤΤΙΡ, μεταξύ Καναδά και Ε.Ε. λέγεται CETA. Πρόκειται για δυο συμφωνίες με πανομοιότυπο περιεχόμενο και -σχεδόν- ταυτόσημους σκοπούς. Άλλωστε, παρουσιάστηκαν και οι δυο από τις αμερικανικές χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως συμφωνίες που θα ωφελούσαν τα μέγιστα τις εκατέρωθεν εξαγωγές και επενδύσεις.

Όσα έχουμε πει για τις επιπτώσεις τής ΤΤΙΡ στο περιβάλλον και την ποιότητα ζωής, ισχύουν και για την CETA. Σε περίπτωση που επικυρωθεί η συμφωνία, οι χαλαρές διατάξεις του Καναδά (π.χ. για τα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα ή για την περιβαλλοντική επιβάρυνση) θα αρχίσουν να ισχύουν αυτόματα και στην Ευρώπη. Και, βεβαίως, όπως και με την ΤΤΙΡ, η συμφωνία προβλέπει την λειτουργία συστήματος Επίλυσης Διαφορών Επενδυτή-Κράτους (Investor-State Dispute Settlement – ISDS). Δηλαδή, αν μια καναδική εταιρεία θεωρήσει ότι κάποια εθνική ρύθμιση ευρωπαϊκού κράτους θίγει τα συμφέροντά της (π.χ. επιβάλλοντας ακριβές διαδικασίες επεξεργασίας βιομηχανικών αποβλήτων), θα μπορεί να προσφεύγει σε ιδιωτικό διαιτητικό δικαστήριο, καταθέτοντας αγωγή κατά του συγκεκριμένου κράτους και διεκδικώντας αποζημίωση για τα διαφυγόντα κέρδη της. Από την κρίση αυτού του ιδιωτικού δικαστηρίου δεν θα ξεφεύγουν ούτε οι κεντρικές νομοθετικές ρυθμίσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Να σταθούμε λίγο σ’ αυτό το τελευταίο και να θυμηθούμε ότι η «Ελληνικός Χρυσός» είναι θυγατρική τής καναδικής Eldorado. Αν, λοιπόν, η εταιρεία θεωρήσει ότι η ελληνική περιβαλλοντική νομοθεσία περιορίζει τα δικαιώματά της και της δημιουργεί προβλήματα κερδοφορίας, μπορεί να προσφύγει σε ιδιωτικό δικαστήριο και να δικεδικήσει από το ελληνικό κράτος δυσθεώρητα ποσά αποζημιώσεων.

Παρένθεση. Το επίθετο «δυσθεώρητα» στην προηγούμενη πρόταση δεν είναι σχήμα λόγου, με δεδομένη την «περίεργη» αίσθηση περί δικαιωμάτων που έχουν τα μονοπώλια. Ιδού μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις:

– (α) Η Airlines for America – A4A, o μεγαλύτερος σύνδεσμος των πολιτειακών εταιρειών αερομεταφορών, έχει ήδη ζητήσει να προβλεφθεί στην ΤΤΙΡ η κατάργηση του τέλους εκπομπής καυσαερίων που ισχύει στην Ε.Ε. αλλά όχι στις ΗΠΑ.
– (β) Ο σύνδεσμος των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στην Αίγυπτο διεκδικεί αποζημιώσεις από το αιγυπτιακό κράτος επειδή αυξήθηκε ο κατώτατος μισθός (!).
– (γ) Η Ρένκο ζητάει αποζημίωση από την περουβιανή κυβέρνηση επειδή η αντιρρυπαντική νομοθεσία αυξάνει το κόστος τής εταιρείας για την διαχείριση των τοξικών της αποβλήτων.
– (δ) Ο Ισημερινός υποχρεώθηκε να καταβάλει στην Occidental Petroleum αποζημίωση 1,77 δισ. δολλαρίων επειδή τερμάτισε σύμβαση με την πετρελαϊκή εταιρεία όταν αυτή παραβίασε τους νόμους της χώρας.
– (ε) Η Philip Morris άσκησε αγωγή εναντίον της Ουρουγουάης για τα μέτρα κατά του καπνίσματος, σύμφωνα με τα οποία το 80% της επιφάνειας ενός πακέτου τσιγάρων πρέπει να καλύπτεται από φωτογραφίες που απεικονίζουν τις επιπτώσεις του καπνίσματος. Η αποζημίωση θα μπορούσε να φτάσει τα δύο δισ. δολλαρίων (δηλαδή το 1/6 του ΑΕΠ της χώρας) αλλά πριν δυο μήνες το δικαστήριο δικαίωσε την κυβέρνηση της χώρας. Για παρόμοιο λόγο η ίδια εταιρεία έχει ασκήσει αγωγή πολλών δισ. δολλαρίων και κατά της αυστραλιανής κυβέρνησης.
– (στ) Η Αργεντινή έχει υποχρεωθεί να καταβάλει πάνω από μισό δισ. δολλαρίων σε πέντε εταιρείες οι οποίες ζημιώθηκαν όταν η χώρα αποσύνδεσε το πέσο της από το πολιτειακό δολλάριο.

Κλείνει η ογκώδης παρένθεση και συνεχίζουμε.


Τα πακέττα που εξόργισαν την Philip Morris με 80% κάλυψη από φωτογραφίες. Αριστερά της Ουρουγουάης και δεξιά της Αυστραλίας (με την μάρκα γραμμένη με απλή γραμματοσειρά, δίχως λογότυπο)

Το σημαντικό σε όλη αυτή την ιστορία με την CETA είναι ότι η εν λόγω συμφωνία αποτελεί την κερκόπορτα που θα εκμεταλλευτούν οι ΗΠΑ σε περίπτωση που δεν εγκριθεί η ΤΤΙΡ. Για παράδειγμα, η Kellogg’s επιζητεί διακαώς την ΤΤΙΡ ώστε να μπορεί πλέον να διαθέτει ελεύθερα στην ευρωπαϊκή αγορά τις νιφάδες της από γενετικά τροποποιημένα δημητριακά. Αν εγκριθεί η CETA, το πρόβλημά της λύνεται και δεν χρειάζεται να περιμένει την ΤΤΙΡ. Απλώς, ιδρύει μια θυγατρική κάπου στον Καναδά και στέλνει από εκεί τα προϊόντα της στην Ευρώπη.

Θα μπορούσε, μάλιστα, να ισχυριστεί κάποιος ότι τα πολιτειακά μονοπώλια έχουν μεγαλύτερο συμφέρον να ψηφιστεί η CETA και όχι η ΤΤΙΡ! Σας φαίνεται παράδοξο αυτό; Και όμως, δεν είναι! Με το τρυκ τής καναδικής θυγατρικής, τα μονοπώλια των ΗΠΑ θα έχουν όλα τα πλεονεκτήματα της ΤΤΙΡ χωρίς όμως τα μειονεκτήματά της. Με απλά λόγια: η Kellogg’s θα μπορεί ανταγωνίζεται ανέλεγκτα την Νεστλέ επί ευρωπαϊκού εδάφους χωρίς η Νεστλέ να μπορεί να ανταποδώσει κατά τον ίδιο τρόπο στις ΗΠΑ. Κατ’ αυτή την έννοια, ίσως δεν έχουν πολύ άδικο όσοι υποστηρίζουν πως οι ΗΠΑ ανακίνησαν το θέμα τής ΤΤΙΡ προκειμένου να αποσπάσουν την προσοχή των ευρωπαίων πολιτών ώστε να περάσει τελικά η CETA.

Θα κλείσω το σημερινό κείμενο εφιστώντας την προσοχή σας στους -φερόμενους ως- πολέμιους της CETA, επειδή δεν είναι αυτονόητο ότι τα κίνητρά τους είναι φιλολαϊκά. Σύμφωνα με κάποιους εξ αυτών και σε επίρρωση όσων αναφέραμε στην προηγούμενη παράγραφο, «η υπογραφή της CETA από την ΕΕ και τον Καναδά χωρίς την ΤΤΙΡ της ΕΕ με τις Η.Π.Α. θα ήταν καταστροφική». Γι’ αυτούς, η CETA είναι καλή, αρκεί να συνδυαστεί με την ΤΤΙΡ. Με απλά λόγια: φοβού τους καπιταλιστάς και δώρα φέροντας.
 Cogito ergo sum

Καναλάρχες: Να μη δοθεί ούτε μία άδεια παραπάνω...

Τι ήταν αυτό που ζήτησαν σήμερα στη συνάντησή τους με τον Νίκο Παππά οι τέσσερις που κέρδισαν τις τηλεοπτικές άδειες; Καμία έκπληξη για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ: να μην δοθούν από την κυβέρνηση θεματικές άδειες πανελλαδικής εμβέλειας.

Υποκρισία;

Και το...

ζήτησαν, σύμφωνα με πληροφορίες, όλοι τους χωρίς την παραμικρή εξαίρεση. Οι δημοσιογράφοι τους στα κανάλια να κατηγορούν την κυβέρνηση που οδηγεί τόσο κόσμο στην ανεργία αλλά την ίδια ώρα οι ιδιοκτήτες των καναλιών ζητούν από την κυβέρνηση να φτιάξει ένα... κλειστό επάγγελμα.

Να μείνουν μόνο τέσσερις οι άδειες. Τελεία και παύλα. Ούτε μία παραπάνω.

Για τις περιφερειακές άδειες δεν εξέφρασαν κάποια αντίρρηση.

Σημειωτέον, οι δημοπρασίες για τις θεματικές άδειες δεν θα καθυστερήσουν πολύ...


Δημήτρης Κανελλόπουλος

Πρώτα «Κράτα γερά ΔΝΤ» και τώρα κροκοδείλια δάκρυα για τους εργαζόμενους...

Μπάμπης Παπαδημητρίου (παπιγιόν)

Πρώτα «Κράτα γερά ΔΝΤ» και τώρα κροκοδείλια δάκρυα για τους εργαζόμενους...

… των καναλιών που δεν αδειοδοτήθηκαν...

Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι, παρουσιαστές και σχολιαστές του ΣΚΑΙ φωνάζουν όλη την ημέρα για τους περίπου 1500 εργαζομένους που κινδυνεύουν να...
μείνουν άνεργοι, επειδή τα κανάλια τους δεν αδειοδοτήθηκαν.

Καλά ο Άρης Πορτοσάλτε και ο Μπάμπης Παπαδημητρίου δεν είναι αυτοί που «ουρλιάζουν» 7 χρόνια υπέρ των μνημονίων και αναθεματίζουν όσους υπουργούς προσπαθούσαν (έστω για τα μάτια του κόσμου), να περιορίσουν κάποια από τα σκληρά μέτρα;

Ο Μπάμπης Παπαδημητρίου δεν φώναζε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του σταθμού «Κράτα γερά Κριστίν, κράτα γερά ΔΝΤ» υποστηρίζοντας ότι το Ταμείο δεν πρέπει να υποχωρήσει στις προσπάθειες της κυβέρνησης να περιορίσει τις απαιτήσεις του, για νέες μειώσεις μισθών, ομαδικές απολύσεις σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα και καταστρατήγηση όλων των εργασιακών δικαιωμάτων… Ενώ η Σία Κοσιώνη κουνούσε συγκαταβατικά το κεφάλι;..

enimerosi24.gr

Πρώτα έκαναν ένα σκασμό απολύσεις και τώρα προσφέρουν εκατομμύρια για μία άδεια...

Βαρδινογιάννης, Κοντομηνάς, Αλαφούζος, ΚυριακούΑπορία...

Όλοι το αναρωτιούνται από την περασμένη Παρασκευή: Τι έγινε και οι καναλάρχες που τα τελευταία χρόνια έχουν κάνει ένα σκασμό απολύσεις και μειώσεις μισθών γιατί – λέει, δεν έβγαιναν…
Ξαφνικά εμφανίστηκαν με βαλίτσες γεμάτες εκατομμύρια ευρώ – ζεστά, ζεστά, έτοιμοι να τα προσφέρουν στα ταμεία του κράτους; Και αναφερόμαστε σε επιτυχόντες και αποτυχόντες!...

enimerosi24.gr

Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

Φρικτά διαμελισμένα κορμιά από το Άουσβιτς, βρέθηκαν σε άσυλο υπό ανακαίνιση, στη Γερμανία

Ένα αποτρόπαιο εύρημα, ανακάλυψαν συνεργεία που έκαναν εργασίες ανακαίνισης σε ερευνητικό εργαστήριο στο Μόναχο που πριν τον πόλεμο ήταν άσυλο για Ψυχικά νοσούντες.



Σε μια ξεχασμένη κρύπτη στο εργαστήριο Max Planck που ουδείς γνώριζε ότι υπήρχε στα υπόγεια του, βρέθηκαν ανθρώπινα μέλη, πολλά από αυτά παραμορφωμένα με βία και ύστερα από βασανιστήρια .

Οι εμπειρογνώμονες που τα εξέτασαν διαπίστωσαν πως πρόκειται για κρατούμενους του Άουσβιτς, οι οποίοι πρέπει να είχαν μεταφερθεί εκεί για να μπορέσει ο δρ. Μένγκελε να συνεχίσει τα πειράματα του.

Βρέθηκαν, άνω και κάτω άκρα, κορμοί ανθρώπων ακόμη και εγκέφαλοι διατηρημένοι σε φορμόλη. Όλοι τους θύματα των ναζί στο Άουσβιτς στην πλειοψηφία τους Σοβιετικοί και Εβραίοι.

Στο συγκεκριμένο άσυλο στο οποίο ο Μένγκελε συνέχιζε να πειραματίζεται επάνω σε ανθρώπους γινόντουσαν οι ίδιες θηριωδίες που γινόντουσαν και στο Άουσβιτς. Κάποιοι από τους εγκέφαλους λένε οι ειδικοί μπορεί να ανήκουν σε ανθρώπους στους οποίους έκανε πειράματα ένας άλλος γιατρός των ναζί ο Τζούλιους Χάλερβορντεν.

Ο γιατρός Μένγκελε, έκανε εγχειρήσεις σε ανθρώπους δίχως να χρησιμοποιεί αναισθητικό, για να δει μέχρι που μπορεί να φτάσει ο ανθρώπινος πόνος. Ο Μένγκελε λάτρευε να αδειάζει γαλάζιο ή πράσινο χρώμα (από αυτό που χρησιμοποιείται για βάψιμο) με σύριγγες στους βολβούς των ματιών των ανθρώπων πειραματόζωων του, προκειμένου να έχουν όλοι τα χρώματα της Άριας φυλής.


Η εμμονή του ναζί γιατρού ήταν τα δίδυμα. Επάνω τους άσκησε όλη την φρικτή ναζιστική θηριωδία με μορφή πειραμάτων. Από τα 3.000 ζευγάρια διδύμων που εξέτασε στο Άουσβιτς την περίοδο 1943 – 1945, μόνο 100 άνθρωποι επέζησαν.

Ο Μένγκελε εξαφανίσθηκε με την ουρά στα σκέλια για να μην λογοδοτήσει για τα φρικτά του εγκλήματα, όταν οι Σοβιετικοί συνέτριψαν τους ναζί και απελευθέρωσαν το Άουσβιτς.

Κρύφτηκε σε μια μονάδα της Βέρμαχτ, η οποία λίγο αργότερα παραδόθηκε στους Αμερικανούς και κρατήθηκε σε στρατόπεδο κοντά στο Σαουεντστάιν. Τρεις μήνες αργότερα αφέθηκε ελεύθερος, αφού οι Αμερικανοί δεν γνώριζαν ακόμη για τον «Άγγελο του Θανάτου» από το Άουσβιτς. Το φθινόπωρο του 1945 έφτασε στο Ροζενχάιμ της Βαυαρίας, όπου κρύφτηκε πάλι σε ένα απόμερο αγρόκτημα. Το διάστημα εκείνο χρησιμοποιούσε το όνομα Φριτς Χόλμαν.

Τον Απρίλιο του 1949 κατέφυγε ως Χέλμουτ Γκρέγκορ στη Γένοβα, από όπου στις 20 Ιουνίου 1949 ταξίδεψε στο Μπουένος Άιρες με το ατμόπλοιο North King. Με τη βοήθεια άλλων εγκληματιών πολέμου που είχαν καταφύγει εκεί και με πλαστά χαρτιά του Ερυθρού Σταυρού, έζησε εκεί μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1950. Με πλαστή ταυτότητα ταξίδεψε τουλάχιστον μια φορά ακόμη στη Γερμανία. Όταν άκουσε ότι ήταν καταζητούμενος, κατέφυγε στην Παραγουάη.

Μετά την απαγωγή του Άντολφ Άιχμαν, κρύφτηκε στο Σάο Πάολο. Πέθανε στις 7 Φεβρουαρίου 1979 στη Βερτιόγκα, κατά τη διάρκεια διακοπών που έκανε: Έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο και πνίγηκε ενώ κολυμπούσε.

Ο τάφος του ανακαλύφθηκε το 1985 από Γερμανούς, Αμερικανούς και Ισραηλινούς ερευνητές. Εντός δύο εβδομάδων επικυρώθηκε η ταυτότητα του πτώματος, μετά δε και από εξέταση DNA το 1992, υπάρχει απόλυτη βεβαιότητα ότι επρόκειτο για τον Μένγκελε.

topontiki.gr

Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2016

Ο Ανεστόπουλος μας είχε πει το πιο ωραίο αντίο

"Ζήστε την κάθε σας μέρα με αλήθεια, έρωτα, αγώνα και δημιουργία. Ζήστε την κάθε ημέρα σας σαν να ήταν η τελευταία σας. Γιατί συχνά στην καθημερινότητα μας μεγεθύνουμε μικρά προβλήματα παραμερίζοντας και ξεχνώντας τι σπουδαίο και μεγάλο δώρο είναι η ζωή που μας δόθηκε"

"Δεν με πειράζουν οι ανοιχτές πληγές, δεν με πειράζει το πένθος στην ψυχή μου,
δεν με πειράζουν οι άσβηστες φωτιές, όταν σωπαίνω κι όταν σβήνει η φωνή μου.
Δεν με πειράζουν τα μύρια ουρλιαχτά και τα πνιχτά δειλά αναφιλητά μου,
δεν με πειράζουν τα μαύρα κάτεργα,δεν με πειράζει η άγρια μπόρα στην καρδιά μου.
Δεν με πειράζουν οι άταφοι νεκροί,των σκοτωμένων οι ψυχές που δεν κοιμούνται,
δεν με πειράζει αν δρόμο έχω πια μακρύ,σε μια χώρα που όλοι θέλουν να φοβούνται.
Δεν με πειράζει που έχω χέρια παιδικά και λυπημένα μάτια σαν σκυλιού δαρμένου,
δεν με πειράζει η τόση απόψε απελπισία,δεν με πειράζει το τραγούδι ενός πνιγμένου,
Δεν με πειράζουνε τα ρίγη των θανάτων και τα κατάρτια όταν σπάζουνε στα δυο,
δεν με πειράζει η δικαιοσύνη των κυμάτων σε μια χώρα που ‘χει γίνει ρημαδιό.
Δεν με πειράζουν οι γλυκιές οι μελωδίες ούτε οι δρόμοι που κοιμούνται οι μεθυσμένοι
δεν με πειράζουν οι άγνωστες πορείες σε μια χώρα που ‘ναι η ελπίδα πεθαμένη
Αυτό που με πειράζει με θυμώνει είναι που κλέβουν αναιδώς τα όνειρά μας
είναι που δε βαστούν φωτιά τα ποιήματά μας
είναι το πάθος που στερούν απ’ τα παιδιά μας
και μια σιωπή που μένει και δεν πρέπει πια να ‘ναι η δικιά μας.."
 

Καλό ταξίδι Θάνο....

 

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

Έφυγε ο μελαγχολικός ποιητής, Θάνος Ανεστόπουλος

Ένας μεγάλος καλλιτέχνης, έφυγε από κοντά μας.

Ο Θάνος Ανεστόπουλος, ο ρομαντικός ποιητής, ο καραλλένιος μουσικός και ζωγράφος, πέρασε για πάντα στον παγωμένο κήπο.
Σήμερα το πρωί, πληροφορηθήκαμε την θλιβερή είδηση.
Ό,τι και να γράψει κανείς για τον Θάνο Ανεστόπουλο, λίγο θα είναι.
Η φωνή του, ήταν συγκλονιστική.
Το εξαίσιο έργο του, σε ταξίδευε, σε εσωτερικούς κόσμους, μακριά από το γκρίζο αηδιαστικό της καθημερινής μίζερης συνάφειας προσώπων και πραγμάτων.
Ένας μύστης της Τέχνης, που όμως, θα έλεγες, πως, γεννήθηκε μελαγχολικός.
Ο ίδιος, είχε πει...
«...Η δικιά μου μελαγχολία είναι σαν το μούχρωμα που βάφεται ο ορίζοντας, την ώρα εκείνη τη μεταίχμια, που το βράδυ σπρώχνει απαλά, και γλυκά, τη μέρα να φύγει, ν αποσυρθεί. Τις περισσότερες φορές αφήνω τον εαυτό μου να βιώνει. Άλλοτε μια βαθιά κι άλλοτε μια γλυκιά μελαγχολία, που πολλές φορές εξωτερικεύεται με την μουσική και την ποίηση η ζωγραφίζοντας...»
Ένας από τους ποιητές που αγαπούσε πολύ, ήταν ο Κώστας Ουράνης.
Αξέχαστη θα μείνει η ερμηνεία του, στους πένθιμους στίχους του ποιητή...
 

...πες μας που πάει ο άνθρωπος τον κόσμο σαν αφήνει...

Ο Θάνος Ανεστόπουλος δεν είναι πια εδώ. Το τέλος ήρθε, ο Θάνος έφυγε τελικά από τη ζωή, δεν άντεξε παρά ενάμιση-δύο χρόνια από τότε που διαγνώστηκε με καρκίνο. 
 
Το πάλεψε με τον τρόπο του. Και με τις συναυλίες του. Όπως αυτή παρακάτω στο Παλλάς.
 
Τα Διάφανα Κρίνα σαν να μαράθηκαν, πια. Ή, μήπως, όχι; Όπως έλεγε άλλωστε και ο ίδιος σε μία από τις τελευταίες του, συγκλονιστικές συναυλίες, «βάλτε να πιούμε ζωή, βάλτε να πιούμε έρωτα, βάλτε να πιούμε δημιουργία».
 
Μην ξεχνάτε, μην ξεχνάμε τη ζωή. Την κάθε μέρα. Τις αγκαλιές μας. Τα χαμόγελα και τα φιλιά. Τα αγγίγματα. Τα βλέμματα. Το ό,τι είσαι εκεί. Τους φίλους μας. Μας μένει η μουσική (και σήμερα δεν έχει live)...

Πάντως η απώλεια συνήθεια δεν μπορεί να γίνει. Μαλακίες...

Τη διαπλοκή μπορεί να τη νικήσει μόνο ο λαός

Τη διαπλοκή μπορεί να τη νικήσει μόνο ο λαός

… αν νικήσει την κουλτούρα της

του system failure

 

Η μαύρη προπαγάνδα του μιντιακού κατεστημένου μια εβδομάδα πριν από το δημοψήφισμα του 2015, θα μείνει στην ιστορία και στις μνήμες των Ελλήνων πολιτών. Τότε που το καθεστώς της διαπλοκής μέσα στον πανικό του, ξεπέρασε κάθε προηγούμενο, καταργώντας ακόμα και τα προσχήματα, ασκώντας ωμή ψυχολογική βία στο δοκιμαζόμενο από τα μνημόνια και τη λιτότητα, Ελληνικό λαό, προκειμένου να πει το “ΝΑΙ”, ώστε το καθεστώς να μη χάσει την προνομιακή του θέση και το αγαπημένο του σκληρό νόμισμα.

 

Μπορεί ο Τσίπρας τελικά να υποχώρησε ατάκτως, αλλά αυτό που πρέπει να κρατήσουμε είναι η απάντηση του κόσμου στη μιντιακή τρομοκρατία με το καθαρό “ΟΧΙ” του τελικού αποτελέσματος. Μια απάντηση που πολλές φορές ήταν ξεκάθαρη ακόμα και μπροστά στις κάμερες, όταν οι απεσταλμένοι των μεγαλοβαρώνων της τραπεζομιντιακής δικτατορίας προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να ωθήσουν τους πολίτες να εκδηλώσουν την αγανάκτησή τους για τις κλειστές τράπεζες και να δημιουργήσουν κλίμα υπέρ του “ΝΑΙ”. Και κει όμως, σε πολλές περιπτώσεις, πήραν την απάντηση που έπρεπε.

 

Αφού απέτυχε να τηρήσει το αντι-μνημονιακό συμβόλαιο με το λαό, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ επιχειρεί να βάλει μια τάξη, όπου θεωρεί ότι έχει κάποιες πιθανότητες να πετύχει, ώστε να αποδείξει τη βούληση της για ολική (ή έστω μερική) κάθαρση. Ωστόσο, η όλη διαδικασία για τις νέες τηλεοπτικές άδειες πανελλαδικής εμβέλειας, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα βάλει τέλος στο μπάχαλο που δημιούργησε το καθεστώς της μιντιακής διαπλοκής όλα τα προηγούμενα χρόνια.

 

Το όλο σκηνικό μοιάζει περισσότερο με μια κίνηση εντυπωσιασμού από πλευράς κυβέρνησης, θέλοντας ίσως να αναδείξει την έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους μεγαλοβαρώνους. Η όλη διαδικασία προσομοιώνει περισσότερο μια προσαγωγή αρχηγών της μαφίας, παρά έναν οποιονδήποτε διαγωνισμό. Με το καθεστώς ανομίας όλα τα προηγούμενα χρόνια, την απίστευτη διαπλοκή της τραπεζομιντιακής δικτατορίας με το πολιτικό κατεστημένο των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, η εικόνα αυτή δεν αδικεί και πολύ τους υποψήφιους μελλοντικούς μεγαλοκαναλάρχες.

 

Πέρα όμως από τη συμβολική διάσταση της όλης διαδικασίας, στην οποία εμφανώς δίνει μεγάλη έμφαση η κυβέρνηση, στην ουσία, το τοπίο παραμένει θολό και αβέβαιο όσον αφορά την καταπολέμηση της διαπλοκής. Για παράδειγμα, τίθεται το ερώτημα: ακόμα και αν η όλη διαδικασία εξελιχθεί όπως έχει σχεδιαστεί, ακόμα και αν απομείνουν τέσσερις μεγάλοι σταθμοί πανελλαδικής εμβέλειας, αυτό θα είναι αρκετό για την καταπολέμηση της διαπλοκής; Μάλλον όχι.

 

Αντίθετα, το λογικό είναι να υποθέσουμε ότι οι τέσσερις υπερκαναλάρχες θα έχουν περισσότερη δύναμη και εξουσία σε ένα ολιγοπωλιακό περιβάλλον. Με την πάροδο του χρόνου και έχοντας “ξεπλυθεί” μέσω της νόμιμης διαδικασίας με την οποία απέκτησαν τις άδειες, θα μπορέσουν εκ νέου να στήσουν το δίκτυο της διαπλοκής τους, το οποίο ενδεχομένως να είναι πολύ πιο ισχυρό από πριν. Και αυτό γιατί, με μια διαφορετική κυβέρνηση παλαιοκομματικού κατεστημένου, το οποίο μπορεί να επανέλθει στην εξουσία, σε συνδυασμό με το ολιγοπώλιο και στο κομμάτι της διαπλοκής, οι μεγαλοβαρώνοι θα μπορέσουν να οριστικοποιήσουν την κυριαρχία τους.

 

Η τεράστια υποκρισία του συστήματος διαπλοκής φαίνεται και στην περίπτωση του συγκεκριμένου διαγωνισμού. Το βασικό επιχείρημα που προβάλλεται κατά κόρον από το μιντιακό κατεστημένο, το οποίο εμφανίζεται να έχει μια κοινή συμπαγή γραμμή, είναι ότι πολλοί άνθρωποι που δουλεύουν στα μεγάλα τηλεοπτικά κανάλια θα χάσουν τη δουλειά τους. Είναι το ίδιο κατεστημένο, το οποίο όταν ξέσπασε η κρίση, έδινε γραμμή στην ιεραρχία του να υπερασπίζεται τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα, προκειμένου να διατηρήσει τα προνόμιά του και να κρύψει τις τεράστιες ευθύνες του.

 

Το κατεστημένο που φωνάζει για τις δουλειές που θα χαθούν, ήταν το ίδιο που ασκούσε μια απίστευτη ψυχολογική πίεση στους εργαζομένους του, η οποία αυξάνονταν φυσικά προς τα κατώτερα στρώματα της ιεραρχίας του. Εργαζόμενοι, οι οποίοι με τον καθημερινό εφιάλτη της απόλυσης πάνω από τα κεφάλια τους, έβγαιναν στα τηλεοπτικά πλατό και στους δρόμους για να υπερασπιστούν τα μνημονιακά αφεντικά τους. Εξαναγκάζονταν να βγουν στην αρένα του κοινωνικού κανιβαλισμού, προκειμένου να υπερασπιστούν τις βάρβαρες πολιτικές που φτωχοποιούσαν έναν ολόκληρο λαό, δημιούργησαν εκατομμύρια ανέργους και εξασφάλισαν την κυριαρχία των αφεντικών. Αυτά τα αφεντικά, που δήθεν τώρα κόπτονται για τις θέσεις που θα χαθούν στα τηλεοπτικά κανάλια.

 

Η υποκρισία τους όμως φαίνεται και στο γεγονός ότι επιφανειακά διατηρούν ένα κοινό μέτωπο, ενώ υπογείως διεξάγουν έναν πόλεμο μέχρις εσχάτων, προκειμένου να πάρουν κάποια από τις τέσσερις πολυπόθητες άδειες. Και ακριβώς επειδή γνωρίζουν ότι μακροπρόθεσμα θα μπορέσουν να διασφαλίσουν οριστικά την κυριαρχία τους, κάνουν ότι μπορούν για να εξοντώσουν κάθε αντίπαλο και ανταγωνιστή.

 

Το γεγονός ότι οι μεγαλοβαρώνοι του νεοφιλελεύθερου οδοστρωτήρα, έσπευσαν έστω και υπό αυτές τις “ταπεινωτικές” γι’αυτούς συνθήκες, να συμμετάσχουν στο διαγωνισμό, δείχνει πόσο μεγάλη σημασία δίνουν στην προοπτική που τους προσφέρει. Το γεγονός ότι θα ανεχθούν να πληρώσουν μερικά εκατομμύρια στο κράτος που τόσο πολύ μισούν (ειδικά όταν δεν τους κάνει τα χατίρια), δείχνει το πόσο επιθυμούν να επενδύσουν σε ένα μελλοντικό σύστημα διαπλοκής, στο οποίο θα έχουν ισχυροποιήσει ακόμα πιο πολύ τη θέση τους. Δείχνει, ότι δεν πρόκειται να εγκαταλείψουν τις τακτικές προπαγάνδας και μαζικής πλύσης εγκεφάλου, οι οποίες έχουν νόημα και αποτέλεσμα μόνο μέσα στα πλαίσια μιας πανελλαδικής κάλυψης.

 

Πράγμα που σημαίνει, ότι μόνο ο λαός τελικά μπορεί να τους νικήσει και άρα και να νικήσει τη διαπλοκή τους. Πώς; Το έδειξε στο δημοψήφισμα. Κάθε σύστημα στηρίζεται σε ένα συγκεκριμένο σύστημα αξιών. Ένα σύστημα αξιών που προωθεί με βάση τα συμφέροντά του. Το βιώσαμε έντονα τις προηγούμενες δεκαετίες με τα χρηματιστήρια, τον τραπεζικό δανεισμό και γενικά τον πλασματικό κόσμο μέσα στον οποίο μας παγίδεψε το σύστημα διαπλοκής. Την εποχή που το κυρίαρχο μιντιακό κατεστημένο καθόριζε το λάιφ στάιλ του μέσου Έλληνα.

 

Ακόμα και τώρα, μετά από έξι χρόνια κρίσης και βάρβαρων πολιτικών, τα μίντια κάνουν σαν να μην πέρασε μια μέρα. Εκπομπές και σίριαλ αποχαύνωσης, σαπουνόπερες, προπαγάνδα. Όμως, είναι αλήθεια ότι άρχισαν τα προβλήματα, ίσως και λόγω του διαδικτύου που λειτουργεί ανταγωνιστικά. Ο κόσμος δεν τους γύρισε εντελώς την πλάτη. Όταν όμως (και αν) το κάνει, η κυριαρχία του μιντιακού κατεστημένου θα γκρεμιστεί σαν πύργος από τραπουλόχαρτα, ακριβώς επειδή θα γκρεμιστεί αυτή η κουλτούρα πάνω στην οποία στηρίχθηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια. Και τότε, θα μπορούμε να λέμε ότι υπάρχουν καλές πιθανότητες να νικηθεί και η διαπλοκή που το συνοδεύει.

 http://failedevolution.blogspot.gr

Από τον Χέγκελ στην γερμανική Ευρώπη

Γιώργος X. Παπασωτηρίου


Ο μεγάλος Γερμανός φιλόσοφος Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ (Georg Wilhelm Friedrich Hegel, γεννήθηκε στην Στουτγκάρδη στις 27 Αυγούστου 1770 και πέθανε στο Βερολίνο στις 13 Νοεμβρίου 1831 και υπήρξε ο κύριος εκπρόσωπος του γερμανικού ιδεαλισμού. Επηρέασε βαθιά τη δυτική φιλοσοφία και έγινε γνωστός για τη διαλεκτική θεωρία του.

Είναι ο φιλόσοφος, ο οποίος είκοσι αιώνες μετά τον Ηράκλειτο, έθεσε στο επίκεντρο της φιλοσοφικής σκέψης τη σχέση της αλλαγής.

Ο Χέγκελ, αφού δίδαξε στο Πανεπιστήμιο της Ιένας, έγινε καθηγητής στη Χαϊδελβέργη – στο κέντρο του γερμανικού εθνικού ρομαντισμού. Τέλος, το 1818 έγινε καθηγητής στο Βερολίνο – τη στιγμή ακριβώς που η πόλη αυτή γινόταν το πνευματικό και πολιτιστικό κέντρο της Ευρώπης. Το Νοέμβριο του 1831 πέθανε στη μεγάλη επιδημία χολέρας. Αλλά ο “εγελιανισμός” είχε ήδη εδραιωθεί σ’ όλα τα γερμανικά πανεπιστήμια.

Όλα τα φιλοσοφικά συστήματα προ του Χέγκελ είχαν προσπαθήσει να θεσπίσουν σταθερά και αιώνια κριτήρια, για ν’ αποφασίσουν τι μπορεί να γνωρίσει ο άνθρωπος για τον κόσμο και τι όχι. Αυτό ισχύει και για τον Ντεκάρτ και για τον Σπινόζα, και για τον Χιουμ και για τον Καντ. Όλοι τους ήθελαν να διαπιστώσουν ποια είναι η βάση της ανθρώπινης γνώσης. Και μίλησαν όλοι τους για διαχρονικές προϋποθέσεις αυτής της ανθρώπινης γνώσης.

Ο Χέγκελ θεώρησε ότι είναι αδύνατο να βρεθούν τέτοιες διαχρονικές προϋποθέσεις. Υποστήριξε ότι το θεμέλιο της ανθρώπινης γνώσης αλλάζει από γενιά σε γενιά. Γι’ αυτό και δεν υπάρχουν “αιώνιες αλήθειες”. Το μόνο σταθερό κι ακίνητο σημείο, πάνω στο οποίο μπορεί ένας φιλόσοφος να χτίσει τη σκέψη του, είναι η ίδια η ιστορία.

Για τον Χέγκελ, η ιστορία είναι ένα ποτάμι. Ακόμα και η μικρότερη κίνηση του νερού σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο του ποταμού καθορίζεται στην πραγματικότητα από το ρεύμα και τον όγκο του νερού στο υπόλοιπο μήκος της κοίτης. Σπουδαίο ρόλο παίζουν, επίσης, τα βράχια στο βυθό του, οι στροφές και οι μαίανδροι στη διαδρομή του, κοντά στο σημείο όπου στέκεσαι και το παρατηρείς.

Και η ιστορία της σκέψης – ή του λόγου – είναι επίσης ένα τέτοιο ποτάμι. Περιέχει όλες τις σκέψεις, όλες τις ιδέες, που οι παλαιότερες γενιές, η μία μετά την άλλη, εισέφεραν στην ανθρώπινη διάνοια και οι οποίες καθορίζουν τη δική μας σκέψη και τις αντιλήψεις για τη ζωή που έχει υιοθετήσει η δική μας εποχή. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι μια συγκεκριμένη ιδέα είναι αιώνια σωστή. Μπορεί να είναι σωστή στο σημείο που στεκόμαστε.

Έτσι, οι ιδέες κι οι σκέψεις μπορούν να κριθούν μόνο σε σχέση με μια συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα. Αν αρχίσουμε να επιχειρηματολογούμε υπέρ της δουλείας εν έτει 2010, τότε το πολύ πολύ να γίνει κάποιος γελοίος. Πριν από 2.500 χρόνια, η ιδέα αυτή δεν ήταν διόλου γελοία, παρόλο που και τότε ακόμα ακούγονταν πού και πού προοδευτικές φωνές υπέρ της κατάργησης της δουλείας.

Η ιστορία είναι για τον Χέγκελ μια μακριά κι αδιάκοπη αλυσίδα σκέψεων και μάλιστα οι κρίκοι της δεν έρχονται να δεθούν τυχαία ο ένας με τον άλλο, αλλά ακολουθούν ορισμένους κανόνες. Υπάρχει η επιφαινόμενη και η πραγματική ιστορία, που καθορίζονται από τον περίφημο «δόλο του λόγου και της Ιστορίας».

Αξίζει να μιλήσουμε για την «πανουργία του Λόγου και της Ιστορίας» μέσα από τη μελέτη του αξέχαστου Κωστή Παπαγιώργη για τον Χέγκελ και τη γερμανική επανάσταση, η οποία αποκτά σήμερα ιδιαίτερο νόημα καθώς η γερμανική Ευρώπη είναι γεγονός. Στο βιβλίο του ο Παπαγιώργης λαμβάνει υπόψη τις απαντήσεις του Χέγκελ σε δύο ερωτήματα: Γιατί «το γαλλικό έθνος έπλασε έναν από τους πιο αυθεντικούς πολιτικούς και πνευματικούς μύθους στην ιστορία της Ευρώπης», ενώ «αντίθετα, το γερμανικό έθνος, παρότι εκπήγασε από μια πνευματική και θρησκευτική επανάσταση, τον προτεσταντισμό, δεν της προσέδωσε το ανάλογο κύρος»; Επίσης, ποιες είναι οι συνέπειες «στην καθολική μοίρα της Ευρώπης» από αυτή τη δυσανάλογη εμβέλεια των επαναστάσεων των δύο λαών;

Ο Χέγκελ απαντά άμεσα, αποδίδοντας τη διαφορά της εμβέλειας των δύο επαναστάσεων στο «δόλο του Λόγου και της Ιστορίας» καθώς και στη διάκριση μεταξύ της «αληθινής ιστορίας» και της «επιφαινόμενης ιστορίας»· όπου η πρώτη βαίνει προς μία ανάπτυξη του Λόγου, ενώ η δεύτερη δεν είναι παρά το θέαμα της ασυνάφειας, του πάθους και της βίας. Οι δύο ιστορίες δεν παρατίθενται ούτε αντιπαρατίθενται, καθώς η ιστορία πραγματοποιείται μέσω των παθών: «Τίποτα μεγάλο δεν ολοκληρώνεται, μέσα στον κόσμο, χωρίς τα πάθη». Το πάθος είναι η επιγενόμενη πράξη με σκοπό την επίτευξη των ίδιων συμφερόντων των «μεγάλων ανδρών», οι οποίοι, χωρίς να το γνωρίζουν, επιτελούν τους λογικούς σκοπούς της Ιστορίας. Με άλλα λόγια το συμφέρον και η επιθυμία είναι τα μέσα που μετέρχεται το «Πνεύμα του κόσμου» για να πραγματώσει τους σκοπούς του και να ανυψωθεί στη συνείδηση. Οι ατομικές συνειδήσεις βρίσκονται, ακουσίως, στην υπηρεσία εκείνου το οποίο τις υπερβαίνει. Έτσι, αν και η ναπολεόντεια δικτατορία βρίσκεται, κατ’ αρχήν, στην υπηρεσία των εγωιστικών συμφερόντων του Ναπολέοντα, στη συνέχεια θα συνεισφέρει στην ανάπτυξη της ελευθερίας, επειδή, χάρις σ’ αυτή, οι ιδέες της γαλλικής Επανάστασης θα διαδοθούν σε όλη την Ευρώπη. Αυτός είναι « ο δόλος του λόγου».

Η γαλλική Επανάσταση, για τον Χέγκελ, είναι μία στιγμή-κλειδί της ιστορίας, καθώς για πρώτη φορά οι άνθρωποι τείνουν, εκούσια και χωρίς την παρέμβαση του «δόλου της λογικής», να πραγματοποιήσουν την ελευθερία, την ηθική και τη λογική, περνώντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, από το στάδιο της «συνείδησης καθ’ εαυτής» -της συνείδησης ως αίσθηση- στο στάδιο της «αυτοσυνειδησίας» -της συνείδησης που εμπεριέχει την επιθυμία και το αίτημα αναγνώρισης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η ιστορία συνειδητοποίησε το σκοπό της, αλλά, δυστυχώς, η Επανάσταση, παρά το γεγονός ότι είχε ως αποτέλεσμα την έλευση του σύγχρονου Κράτους, χάθηκε μέσα στην τρομοκρατία και, εν τέλει, κύλησε, με τον Ναπολέοντα, στο «δόλο του λόγου».

Συνεπώς, αν και το νόημα βρέθηκε, η ιστορία δεν τελείωσε. Απομένει η πραγμάτωση του περιεχομένου της ιστορίας και το πέρασμα του ανθρώπου στο στάδιο «της συνειδήσεως καθ’ εαυτής και δι’ εαυτής»· μιας αυτοσυνείδησης, δηλαδή, που μέσω της Γνώσης υπερβαίνει τις ψευδοδιαμεσολαβήσεις, εξέρχεται από τον εαυτό της και το υποκείμενο γίνεται, συγχρόνως, και αντικείμενο, τουτέστιν Λόγος.

Όσο για την γερμανική επανάσταση, αυτή βρίσκει στη Μεταρρύθμιση την αυθεντική ενεργοποίηση του χριστιανικού μηνύματος. Η πρώτη μεγάλη ανατροπή θα προκύψει με την αποενοχοποίηση, μέσω της μη αναγνώρισης της αμαρτίας. Ο Λούθηρος θα προτείνει την «απελευθέρωση της ψυχής» όχι με την αποχή από την αμαρτία αλλά με την καταβύθιση μέσα σ’ αυτή. Ωστόσο, κατά τον Χέγκελ, «ο προτεσταντισμός στράφηκε προς έναν αισχρό και σχοινοτενή στοχασμό πάνω στην υποκειμενική κατάσταση της ψυχής (…) και για πολύ καιρό διατήρησε τον χαρακτήρα του εσωτερικού βασάνου και μιας άθλιας κατάστασης…». Οι Γερμανοί, από την εποχή της Μεταρρύθμισης, θα διαμορφώσουν μια ιδέα για την ελευθερία που έχει μόνο «εσωτερική αξία» και έτσι η πλήρωση της ζωής θα επιδιώκεται «ένδοθεν» και όχι «έξωθεν». Ο Λούθηρος θα πραγματώσει μεν την υποκειμενική ελευθερία, αλλά θα εγκαταλείψει την υποκειμενικότητα στις ίδιες της τις δυνάμεις που είναι ανεπαρκείς, καθώς «η εξ αποκαλύψεως αλήθεια» δεν αρκεί και απαιτεί την πολιτική διάσταση. Η αλήθεια της λουθηρανικής κριτικής, συνεπώς, δεν είναι παρά η γαλλική Επανάσταση. Εν άλλοις λόγοις, αν η θρησκεία και η τέχνη είναι εκδηλώσεις του Λόγου και αποκαλύπτουν τι είναι το Πνεύμα, το πραγματικά συγκεκριμένο Πνεύμα, κατά τον Χέγκελ, είναι η συλλογικότητα των ατόμων, είναι το Κράτος, ως σημασιακή ενότητα αυτού του συστήματος αντιφάσεων -και όχι το ευρύτερο Πολιτικό πεδίο.

Συνεπώς, όπως επισημαίνει ο Κωστής Παπαγιώργης «Οι Γερμανοί επαναστάτησαν πνευματικά για να υπακούσουν πολιτικά, ενώ οι Γάλλοι προέβαλαν την πολιτική Επανάσταση ως συνέπεια του Διαφωτισμού», δηλαδή την αποδέσμευση από τον Μεσαίωνα με πολιτικούς όρους. Στη Γαλλία ο Διαφωτισμός στράφηκε ευθέως κατά της Εκκλησίας, αναπτύσσοντας μια «διττή συνείδηση: από τη μια το ιερό και από την άλλη την εγκοσμιότητα», ενώ στη Γερμανία η επανάσταση εκπορεύθηκε από τη θεολογία, παρέχοντας τη δυνατότητα ανάπτυξης του Δικαίου ως βάση για την «ευημερία του συνόλου», αλλά πάντα σύμφωνα με την προτεσταντική αρχή της ατομικής ελευθερίας. Με άλλα λόγια, η γαλλική Επανάσταση θα προέλθει «από τα κάτω», ενώ η γερμανική «άνωθεν».

Ας μας επιτραπεί, εδώ, να διακρίνουμε το βασικό σημείο που επικαιρικοποιεί το εγχείρημα του Κ. Παπαγιώργη και το οποίο είναι ο κατά Χέγκελ προτεσταντικός «χωρισμός του έσωθεν από το έξωθεν» που συνετέλεσε στη διαμόρφωση της «υποκειμενικότητας» ως χαρακτηριστικής «μορφής του παγκοσμίου πνεύματος». Στη Γαλλία, το γεγονός ότι η πίστη δεν εσωτερικεύθηκε οδήγησε στη ρήξη με τη θεολογία, κάτι που δεν χρειάστηκε να συμβεί στη Γερμανία, καθώς, εκεί, περιέσωσαν την αρχή της ελευθερίας μέσα στην ίδια τη θρησκεία: «η πίστη δεν συνιστά το έτερον του Λόγου αλλά είναι ο ίδιος ο Λόγος που εκφράζεται ασυνειδήτως, ως παράσταση και όχι ως έννοια, οπότε σύνολη η θρησκεία ταυτίζεται με την ανθρώπινη συνείδηση» και δεν είναι επ’ ουδενί μία «άλογη πλάνη».

Εν τέλει, ό,τι οι προτεστάντες κέρδισαν με τη θρησκευτική επανάσταση και τη βία του πνεύματος, ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός θα πασχίσει να το κερδίσει μέσω της αθεΐας και των όπλων. Ο ίδιος ο Χέγκελ εκκοσμικεύοντας το χριστιανικό Πνεύμα θα «προβάλλει το δράμα του Χριστού πάνω στο σώμα της Ιστορίας». Μόνο που «η Αποκάλυψη δεν αφορά την έξοδο από την Ιστορία αλλά το ίδιο το Κράτος». Ως «κληρονόμο και αποπερατωτή της Δυτικής σκέψης» χαρακτηρίζει ο Κ. Παπαγιώργης τον Χέγκελ, ο οποίος οικοδόμησε εκ του μηδενός ένα σύμπαν που «μόνο ως πολεμική μηχανή μπορεί να λειτουργήσει»! Αυτό το σύμπαν, αυτή η πολεμική μηχανή, η γερμανική πολεμική μηχανή λειτούργησε δύο φορές και έσπειρε τον όλεθρο. Τώρα τείνει να λειτουργήσει εκ νέου και με νέα μορφή, δηλαδή ως οικονομική πολεμική μηχανή…
   http://www.artinews.gr

Παρασκευή 2 Σεπτεμβρίου 2016

ΣΚΑΪ «Μακρονήσου» και άντε και…@@@@@@@

«Όλοι μιλάνε για συνθήκες Μακρονήσου εκεί στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης» είπε στο ΣΚΑΪ, στην εκπομπή του Κωνσταντίνου Μπογδάνου, ο δημοσιογράφος Γιάννης Πιτταράς. Ο Μπογδάνος χαρακτήρισε υπερβολική την εκτίμηση. Ο Γ. Πιτταράς απάντησε: «Σωστά, διότι στη Μακρόνησο είχανε και θάλασσα».

Στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης βρίσκονται από προχθές οι υποψήφιοι καναλάρχες και οι εκπρόσωποι τους! Δεν πρόκειται να εξηγήσουμε τι ήταν η Μακρόνησος. Έχουμε μόνο να σημειώσουμε τα εξής, για «όλους» αυτούς που μιλάνε για «συνθήκες Μακρονήσου», όπως μεταφέρει (και υιοθετεί) ο Γ. Πιτταράς:

Μην ξεχάσετε, όταν βγούνε οι υποψήφιοι καναλάρχες και οι εκπρόσωποι τους, να κάνετε «ρεπορτάζ» για το δράμα τους. Από το σόου των καναλαρχών και της κυβέρνησης έλειπε μόνο αυτή η δήλωση. Τώρα, πια, μπορούν να βγούνε οι άδειες, ελπίζοντας να έχουν αντέξει οι «εξόριστοι».

Ο μόνος τρόπος για να πιστέψετε πως έγινε αυτός ο διάλογος είναι να δείτε το βίντεο:

 ημεροδρόμος

Κρυφοκουμμούνια...

Κακώς ψέγετε τους δημοσιογράφους του ΣΚΑΙ που παρομοίασαν το διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες και την "απομόνωση" των υποψήφιων καναλαρχών με τα βασανιστήρια της Μακρονήσου. Στην αγωνία τους να βρουν μία απάνθρωπη ιστορική συνθήκη για να συγκρίνουν τα "βάσανα" των αφεντικών τους στον διαγωνισμό για τις άδειες, το πρώτο πράγμα που τους ήρθε στο μυαλό ήταν όχι τα γκούλαγκ, όχι η δράση του ΕΑΜ ή του ΔΣΕ κατά των δεξιών και των ταγματασφαλιτών, όπως θα περίμενε κανείς από συνεπείς δεξιούς αντικομμουνιστές, αλλά η... Μακρόνησος. Η πιο εμβληματική δηλαδή.. περίπτωση διώξεων και βασανισμών που επέβαλε το δεξιό μετεμφυλιακό κράτος στους αριστερούς.
Με τον τρόπο αυτό αποκηρύσσουν έμμεσα τους νικητές του εμφυλίου με τους οποίους συστηματικά ταυτίζονται και δικαιώνουν το θύμα τους - την Αριστερά. Ο παραλληλισμός που επιχείρησαν αντί να συνιστά προσβολή στη μνήμη των νεκρών και των βασανισμένων της Μακρονήσου στην πραγματικότητα μαρτυρά την ηθική και ιδεολογική ανωτερότητα της Αριστεράς στην οποία άθελα τους και ασυνείδητα υποκλίθηκαν μέχρι και οι δεξιοί του ΣΚΑΙ. Η εικόνα του Μαρινάκη και του Αλαφούζου να "βασανίζονται" στο κτίριο της ΓΓΕ όπως οι κρατούμενοι τους Μακρονήσου μόνο γέλιο προκαλεί. Η παρομοίωση όμως αποτελεί μία πρώτης τάξεως αυθόρμητη υποταγή των δημοσιογράφων στην αριστερή ιδεολογική ηγεμονία. Αν ήμουν ο Στάθης Καλύβας θα τους είχα αποκηρύξει δημόσια, ενώ στη θέση του Αλαφούζου θα τους απέλυα αμέσως. Τα κρυφοκουμμούνια.

Δημήτρης Τσίρκας (fb) 
 http://zoornalistas.blogspot.gr

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2016

Το ξεβράκωμα του αστισμού και του πολιτικού του προσωπικού…

Ένα σύστημα, ο ελληνικός αστισμός, που έχει μάθει «να κάνει τη δουλειά του» μοιράζοντας …αέρα και να στέλνει τελικά τον λογαριασμό στην κοινωνία, αυτό είναι που αποκαλύπτεται καθαρά μπροστά στα μάτια μας.


Δεν μπορούμε να ξέρουμε πόσοι/ες παρακολουθούν στο κανάλι της βουλής ή από το διαδίκτυο τις εργασίες της επιτροπής που διερευνά την δανειοδότηση των κομμάτων και των ΜΜΕ από τις τράπεζες.

Κανονικά αυτές θα έπρεπε να προβαλλόταν ζωντανά σε πλατείες και σε καφενεία, σε στάσεις, στο δρόμο, παντού δηλαδή όπου βρισκόμαστε όλοι εμείς που τόσο στα χρόνια της «ευμάρειας» όσο και στα χρόνια της κρίσης λοιδωριθήκαμε και λοιδωρούμαστε από το πολιτικό προσωπικό όλων αυτών των κυρίων που πέρασαν και περνάνε από εκεί.

Ένα σύστημα, ο ελληνικός αστισμός, που έχει μάθει «να κάνει τη δουλειά του» μοιράζοντας …αέρα και να στέλνει τελικά τον λογαριασμό στην κοινωνία, αυτό είναι που αποκαλύπτεται καθαρά μπροστά στα μάτια μας. Ενα σύστημα που σε τελική ανάλυση θεωρεί ότι όλοι και όλες εμείς πρέπει να του έχουμε και υποχρέωση, γιατί αυτό είναι που «μας δίνει δουλειές». Και ένα πολιτικό προσωπικό αυτού του συστήματος, που αναλαμβάνει  να το ξεπλύνει να το νομιμοποιεί και τελικά να το επιβάλει στην συνείδηση της κοινωνίας σαν «το σωστό» και το «δέον γενέσθαι».

Αυτό είναι που παρακολουθούμε όλο αυτό το διάστημα. Ακόμα και ο πιο δύσπιστος, ακόμα και αυτός ή αυτή που καλοπροαίρετα, ακριβώς γιατί θεωρεί ότι αυτά που βλέπει και ακούει δεν είναι τίποτα άλλο παρά «παρεκκλίσεις» και «διαστρεβλώσεις» της «ελεύθερης αγοράς» δεν μπορεί παρά να νοιώθει τουλάχιστον άβολα. Δεν θα έπρεπε όμως.

Γιατί όλο αυτό το σύστημα, δεν θα μπορούσε να υπάρξει και να αναπαράγει τον εαυτό του εάν δεν ενέτασσε μέσα στη λογική και τη λειτουργία του ευρύτερα τμήματα της ελληνικής αστικής τάξης και όσων βλέπουν τον εαυτό τους ως μέρος της. Οχι μόνο ιδεολογικά, δηλαδή ως «αντίληψη για τα πράγματα» αλλά και στην πράξη μέσω της ενσώματης συμμετοχής – μικρής ή μεγάλης – στο πάρτι.

Οχι. Δεν «τα φάγαμε μαζί». Δεν είχαν καμιά σχέση με αυτό το πάρτι, οι χιλιάδες άνεργοι που πάντα υπήρχαν στην ελληνική κοινωνία. Ούτε οι εργαζόμενοι στα σούπερ μάρκετ, στα μαγαζιά, στους δρόμους, στην οικοδομή, στα εργοστάσια και τις βιοτεχνίες. Δεν είχαν καμιά σχέση τα παιδιά του stage οι συμβασιούχοι, οι κλητήρες και οι χαμηλόβαθμοι δημόσιοι υπάλληλοι, οι μικροαγρότες, οι μικρομαγαζάτορες, οι συνταξιούχοι των 500 και 600 ευρώ και τα εκατομμύρια άλλοι και άλλες που βρίσκονται στα ισόγεια και τα υπόγεια της ελληνικής κοινωνίας. Εκ” των πραγμάτων δεν μπορούσαν να είχαν.

Αυτό το πάρτι, ήταν αποκλειστικά του αστισμού. Μαζί με την αποκάλυψη του, ξεβρακώνεται και αυτός!

left.gr 

Το σκάνδαλο DIGEA - Πώς παιζόταν το παιχνίδι μεταξύ των καναλαρχών και της προηγούμενης κυβέρνησης

Ένα όργιο μεθοδεύσεων για να καταλήξει το ψηφιακό σήμα στην DIGEA εις βάρος του δημοσίου συμφέροντος



11 Ιουνίου του 2013.

Η μέρα που έπεφτε το μαύρο στην ΕΡΤ και έμεναν στον δρόμο πάνω από 2.500 εργαζόμενοι. Ήταν εκείνη η μέρα που η κυβέρνηση ΝΔ- ΠΑΣΟΚ, επικαλούμενη τα υπέρογκα κόστη, την κακοδιαχείριση και τις σπατάλες, έκλεινε εν μία νυκτί τον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα. Η ΕΡΤ βέβαια, ήταν πλεονασματική μέχρι και το κλείσιμο της, ενώ οι σπατάλες και τα υπέρογκα κόστη αφορούσαν μια χούφτα ανθρώπων, που αποτελούσε κατά καιρούς τον κατεξοχήν στενό προπαγανδιστικό κύκλο των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας.

Για ένα μεγάλο διάστημα ένα κομμάτι του ελληνικού λαού πίστεψε την δικαιολογία της κυβέρνησης, ότι η ΕΡΤ έκλεισε για να εξοικονομηθούν χρήματα για το Δημόσιο. Μετά από λίγο καιρό ωστόσο, ο πραγματικός και κύριος λόγος για τον οποίο έπεσε το μαύρο στον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα, θα γινόταν γνωστός. Είχε όνομα. Τον έλεγαν DIGEA.


Ποια είναι η DIGEA;

Η DIGEA ήταν μια κοινοπραξία των 8 ιδιωτικών καναλιών πανελλήνιας εμβέλειας (Alpha TV, Alter Channel, ΑΝΤ1, Μακεδονία TV, Mega Channel, ΣΚΑΪ, Star Channel) όπου έγινε ο αποκλειστικός πάροχος του ψηφιακού σήματος για τα ιδιωτικά κανάλια πανελλήνιας αλλά και περιφερειακής εμβέλειας. Ποιος ήταν πάροχος μέχρι να γίνει η DIGEA; Μα φυσικά η ΕΡΤ…

Λίγους μήνες μετά το κλείσιμο της ΕΡΤ, τον Φεβρουάριο του 2014, η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ προχώρησε σε »πλειοδοτικό» διαγωνισμό για να παραχωρήσει για 15 χρόνια το σύνολο του ψηφιακού φάσματος. Σε αυτόν τον διαγωνισμό υπήρξε τελικά μόνο ένας συμμετέχων όπου και εξασφάλισε τελικά το σύνολο του ψηφιακού φάσματος στην αστεία τιμή εκκίνησης των 18 εκατομμυρίων ευρώ. Με έναν μόνο συμμετέχοντα άλλωστε η τιμή που αγοράζει κάποιος δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να είναι μεγαλύτερη από αυτή της εκκίνησης.


Εύλογα θα αναρωτηθεί κάποιος πως είναι δυνατόν να γίνεται πλειοδοτικός διαγωνισμός με έναν συμμετέχοντα;

Μα φυσικά λόγω των πολυάριθμων φωτογραφικών διατάξεων και όρων του διαγωνισμού. Μεταξύ αυτών των όρων, ήταν και αυτός που προέβλεπε ότι σε περίπτωση που υπάρχει μόνο ένας συμμετέχων δεν ακυρώνεται ο διαγωνισμός αλλά κατοχυρώνεται υπέρ του μοναδικού ενδιαφερόμενου. Τι και αν ο πρωτοφανής αυτός όρος αντιβαίνει τον Κανονισμό Προμηθειών του Δημοσίου και την σχετική οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που προβλέπουν ότι σε περίπτωση μιας μόνο συμμετοχής, ο διαγωνισμός ακυρώνεται και επαναλαμβάνεται για ευρύτερη συμμετοχή, ώστε να επωφεληθεί το Δημόσιο από τον ανταγωνισμό; Αφού ο διαγωνισμός εξ αρχής είχε έναν στόχο. Να συμμετέχει μόνο η DIGEA και να αγοράσει σε τιμή εξευτελιστική το σύνολο του ψηφιακού φάσματος.

Ένας άλλος ευρωπαϊκός και ελληνικός κανονισμός απαγόρευε στους πάροχους περιεχομένου να είναι και πάροχοι δικτύου. Εν ολίγοις απαγόρευσε σε ιδιοκτήτες καναλιών να γίνουν ιδιοκτήτες ψηφιακού φάσματος. Η ΕΕΤΤ (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων) ωστόσο με μια απίστευτη … »νομική ντρίπλα» το ξεπέρασε και αυτό.


Ένα δίχως τέλος όργιο μεθοδεύσεων από την πλευρά της κυβέρνησης και των αρμόδιων υπηρεσιών του υπουργείου για να καταλήξει το ψηφιακό φάσμα στη DIGEA.

Η απάτη ωστόσο δεν σταματά εδώ. Και ίσως λαθεμένα την αποκαλώ απάτη. Όλα έγιναν…βάσει νόμου. Η ΕΡΤ ως πάροχος ψηφιακού σήματος κάλυπτε το 99% του πληθυσμού της χώρας. Για την DIGEA ωστόσο που αγόρασε μπιρ παρά το ψηφιακό σήμα, το κόστος για αυτόν τον βαθμό κάλυψης ήταν υπέρογκο. Έτσι λοιπόν, έπειτα από τροπολογίες και μαγειρέματα, με κοινή υπουργική απόφαση το πλήθος των σημείων εκπομπής που ήταν υποχρεωμένη να έχει η DIGEA (ή όποια άλλη εταιρία πλειοδοτούσε καθώς όλα αυτά έγιναν πριν τον διαγωνισμό) γίνονται από 275, 156! Το κόστος της κάλυψης για όσους πολίτες έμεναν εκτός του ψηφιακού φάσματος πήγαινε στους Ο.Τ.Α !,ένα κόστος που στο σύνολο του υπολογίστηκε πάνω από 20 εκατομμύρια ευρώ. Ο ελληνικός λαός εν ολίγοις, θα έπρεπε να πληρώσει από την τσέπη του 20 εκατομμύρια αναλαμβάνοντας μια υποχρέωση της DIGEA.

Για να συνειδητοποιήσουμε τα οικονομικά μεγέθη και τα δώρα της κυβέρνησης ΝΔ και ΠΑΣΟΚ στους χρεοκοπημένους καναλάρχες που συγκρότησαν την DIGEA, ο διαγωνισμός για την απόδοση φάσματος 72 mh σε τρεις εταιρείες κινητής τηλεφωνίας για εκμετάλλευση 15 ετών, κόστισε πάνω από 300 εκατομμύρια, ενώ η διαγωνιστική διαδικασία είχε 10 γύρους δημοπρασίας. Για το ίδιο χρονικό διάστημα και την ίδια περιοχή συχνοτήτων, φάσμα 240 mh αποδόθηκε στην DIGEA όπως προείπαμε για 18 εκατομμύρια.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί δε, ότι σύμφωνα με μελέτη που είχε στα χέρια της η Βουλή και την είχε επικαλεστεί η Ζωή Κωνσταντοπούλου η ψηφιακή εκπομπή που πουλήθηκε για 18 εκατομμύρια αξίζει πάνω από 700….

Η ΝΕΡΙΤ, το τηλεοπτικό μόρφωμα που διαδέχτηκε την ΕΡΤ μετά το πραξικοπηματικό λουκέτο, πλήρωνε πάνω από ένα εκατομμύριο ευρώ στην ιδιωτική DIGEA για να εξασφαλίζει ψηφιακό σήμα. Η σπάταλη ΕΡΤ ήταν πάροχος και δεν πλήρωνε ευρώ στους ιδιώτες.

Ακόμα και σήμερα ολόκληρες περιοχές της Ελλάδας δεν έχουν πρόσβαση στην ψηφιακή τηλεόραση. Αυτή είναι η DIGEA και αυτοί είναι οι καναλάρχες που με θέρμη υπερασπίζονται ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, με την πρώτη να καταγγέλλει μέχρι σήμερα πως θα ακυρώσει, όταν επανεκλεγεί στην κυβέρνηση, την διαδικασία αδειοδότησης των καναλιών.

Είναι σαφές. Το παλιό πολιτικό προσωπικό αυτής της χώρας μοιάζει να έχει αλλεργία στο Δημόσιο Συμφέρον. Δείχνει να προτιμά εκείνους τους διαγωνισμούς, εκείνες τις υπουργικές αποφάσεις που χαρίζουν εκατομμύρια σε ολιγάρχες, καθιστώντας όμηρο έναν ολόκληρο λαό.

Η αλήθεια να λέγεται, που λέει τώρα τελευταία και ο ΣΚΑΙ. Αυτή την αλήθεια ωστόσο δεν μας της αποκάλυψε ποτέ στα δελτία ειδήσεων.

m.thebest.gr

Τετάρτη 31 Αυγούστου 2016

Εμπορικές ελευθερίες

Εμπορικές ελευθερίες 1. Όταν κοτζάμ αντιπρόεδρος της γερμανίας λέει ότι η περιβόητη TTIP (transatlantic trade – investement partnership) είναι κλινικά νεκρή και, απλά, κανείς δεν βγαίνει να το πει, δεν μπλοφάρει. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Βρυξελλών κρατάνε χρόνια. Και κατά τον Sigmar Gabriel δεν έχει επιτευχθεί συμφωνία ούτε σε ένα απ’ τα 27 κεφάλαιά της. Εκείνο που εννοεί είναι “ούτε και πρόκειται”.

Έχουμε καταθέσει γραπτά τη γνώμη μας εδώ και πολύ καιρό ότι αυτή η συμφωνία δεν πρόκειται να γίνει: είναι υπερβολικά λεόντια υπέρ των αμερικανικών συμφερόντων. Ο παγκόσμιος “εμπορικός” πόλεμος, εν τω μεταξύ, οξύνεται .

Στην πράξη η Ουάσιγκτον, μετά την αποτυχία και την οριστική εξαφάνιση των ανάλογων διαπραγματεύσεων που γίνονταν υπό την αιγίδα του π.ο.ε., προσπαθεί με περιφερειακές συμφωνίες να επιβάλλει τα συμφέροντα των επιχειρήσεών της στους ανταγωνιστές της. Στην ανατολική ασία τα έχει μισοκαταφέρει (περισσότερα στη συνέχεια), στο βαθμό που μαζί πουλάει και “προστασία”. Με την ε.ε. τα πράγματα ήταν εξ’ αρχής διαφορετικά: το νομικό πλαίσιό της σε μια σειρά σοβαρά ζητήματα (απ’ την προστασία του περιβάλλοντος και την αγροτική παραγωγή μέχρι τα πνευματικά δικαιώματα και τους κανόνες προστασίας της δημόσιας υγείας) θα έπρεπε να σμπαραλιαστεί για να περάσουν οι αμερικανικές απαιτήσεις. Τα ανταλλάγματα (σε σχέση με τις ευρωπαϊκές εξαγωγές στις ηπα) σε κάθε περίπτωση θα ήταν υποδεέστερα. Και ο κοινωνικός αντίκτυπος τεράστιος.


Εμπορικές ελευθερίες 2. Η ανάλογη TTP (trans-pasific partnership) έχει υπογραφτεί μεν (από τις κυβερνήσεις των ηπα και της αυστραλίας, του μπρουνέι, του καναδά, της χιλής, της ιαπωνίας, της μαλαισίας, του μεξικό, της νέας ζηλανδίας, του περού, της σιγκαπούρης και του βιετνάμ) αλλά για να αρχίσει η εφαρμογή της χρειάζεται και η έγκριση του αμερικανικού κογκρέσσου. Eκεί τα δεδομένα, ως τώρα, εμφανίζονται αντίθετα.

Και οι δύο υποψήφιοι πρόεδροι είναι εναντίον της TTP – όπως και η πλειοψηφία στο κογκρέσσο. Ο λόγος είναι ότι διάφορες κατηγορίες αμερικάνων επιχειρηματιών θίγονται· αντίθετα είναι, επιπλέον, και τα μεγάλα αμερικανικά συνδικάτα. Οι υποστηρικτές της συμφωνίας απ’ την μεριά τους επιμένουν πολύ στην πολιτική διάστασή της. Όπως το έχει θέσει ξανά και ξανά ο Ομπάμα: δεν θα αφήσουμε το Πεκίνο να διαμορφώσει τους κανόνες του εμπορίου στον 21ο αιώνα…
Περί αυτού πρόκειται…


Εμπορικές ελευθερίες 3. Η αποτυχία της TTIP και η διαφαινόμενη καθήλωση της TTP επαναφέρουν το ζήτημα του ενδοκαπιταλιστικού “εμπορικού” ανταγωνισμού στην αφετηρία του: παντού και πάντα το ποιος επιβάλλει τους κανόνες που τον συμφέρουν είναι ζήτημα ισχύος και όχι συναίνεσης.
Δεν είναι παρήγορο, αλλά αυτός είναι ο κανόνας – των – κανόνων: αργά ή γρήγορα μιλάνε τα (κανονικά) όπλα…

πηγή:

http://www.sarajevomag.gr/index.html

Η ιστορία της κουκούλας

Πολλά χρόνια πίσω (έως πάρα πολλά) δεν είναι καθόλου βέβαιο αν ο αναρχικός Μπουαναβεντούρα Ντουρούτι φορούσε ή όχι κουκούλα, στη διάρκεια ληστειών τραπεζών στο Μεξικό (ως γνωστόν όχι για προσωπικό πλουτισμό), λίγο πριν από τον Ισπανικό Εμφύλιο.

Κι αν φορούσε, το πιθανότερο είναι πως επρόκειτο για ένα μαντίλι που είχε χρησιμοποιηθεί ευρέως και στις εξεγέρσεις και τις συγκρούσεις του 19ου αιώνα.



Πάντως, στην Ελλάδα, στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν ο αναρχικός Δημήτρης Ματσάλλης δολοφόνησε μέρα μεσημέρι στην Πάτρα έναν σημαντικό τοκογλύφο δεν είχε σκεπασμένο το πρόσωπό του – πιθανόν διότι θεωρούσε αναπόφευκτη τη σύλληψή του.

Σύμφωνα με την ίσως μοναδική δημοσιευμένη μαρτυρία, στην Ελλάδα μετά την Κατοχή, η κατά κάποιον τρόπο μαζική χρήση μαντιλιού για κάλυψη του προσώπου τοποθετείται το 1946 από τον Ε.Λ.Α.Ν. Στυλίδας.


Σύμφωνα με την ίδια μαρτυρία, η πρώτη μαζική χρήση της έγινε στα Ιουλιανά το 1965. Ηταν τότε που χρησιμοποιήθηκε γι’ αυτούς, από την Αριστερά ο χαρακτηρισμός «προβοκάτορες».

Ο Στέργιος Κατσαρός (έγραψε και δημοσίευσε τη μαρτυρία που λέγαμε) θυμάται: «Με είχαν εντυπωσιάσει οι άντρες του Ε.Λ.Α.Ν. με τα μαντίλια στο πρόσωπό τους. Μετά τη Βάρκιζα, επειδή ιδίως στην επαρχία ομάδες δήθεν «πατριωτών» είχαν εξαπολύσει τρομοκρατία σε βάρος αγωνιστών της Αριστεράς και των οικογενειών τους, ως αντίβαρο οργανώθηκαν οι «Ομάδες Αυτοάμυνας» που έκαναν επιλεκτικές εκτελέσεις γνωστών τραμπούκων και δωσίλογων. Αλλά η πρώτη μαζική χρήση του μαντιλιού έγινε από αρκετούς από εμάς που στα Ιουλιανά ήμασταν περιφρούρηση της ΕΔΑ (εγώ αργότερα έγινα δόκιμο μέλος του ΚΚΕ). Πετάξαμε τα περιβραχιόνια, φορέσαμε τα μαντίλια και ακολουθήσαμε το αυθόρμητο πλήθος. Και τα φορέσαμε όχι μόνο για να μη μας αναγνωρίσουν οι αστυνομικοί και οι παρακρατικοί αλλά και για να μη μας αναγνωρίσουν οι δικοί μας οι κομματικοί. Αλλωστε, λίγο μετά, το ΚΚΕ χρησιμοποίησε για μας τον όρο «προβοκάτορες», αν και γνώριζαν στο Κόμμα τι είχε γίνει. Κι όμως τότε πήγαν να μας συνδέσουν με τους κουκουλοφόρους – συνεργάτες των Γερμανών».

Την ίδια περίοδο στην Ευρώπη, λίγο πριν από τον Μάη, η μόνη κίνηση που παρέπεμπε σε κάτι παραπλήσιο ήταν οι «Blousons Noirs», μια αναρχική κίνηση με μαύρες μπλούζες, αλλά κι αυτοί στα επεισόδια δεν κάλυπταν τα πρόσωπά τους. Ωστόσο, και στο γερμανικό και στο ιταλικό αντάρτικο πόλεων οι κουκούλες χρησιμοποιήθηκαν αρκετά ευρέως – λαμβάνοντας υπόψη τη μαζικότητα ιδίως του ιταλικού αντάρτικου πόλεων.

Τα μαντίλια στην Ελλάδα επανεμφανίζονται το 1973 στο Πολυτεχνείο σε μεγάλο κομμάτι των εξεγερμένων, οι οποίοι επίσης δεν είχαν σχέση με τον αναρχικό χώρο. (Αλλωστε, οι αναρχικές κινήσεις συγκροτήθηκαν με κάποια μαζικότητα αρκετά αργότερα.)

Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην ιστορία της «αντίστασης από το μη-πρόσωπο» είναι πως αυτή προβλέφθηκε στο νομικό μας σύστημα πολύ νωρίς. Οπως εξηγεί ο Γιάννης Μανωλεδάκης (ομότιμος καθηγητής Νομικής στο ΑΠΘ) «με προσθήκη στο άρθρο 167 του Ποινικού Κώδικα περί «αντίστασης κατά της Αρχής» προβλέφθηκε πως αν ο παρανομών είχε καλύψει ή αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά του προσώπου του θα τιμωρείται με ποινή τουλάχιστον δύο χρόνων, ενώ η προβλεπόμενη ποινή για τον αντίστοιχο αλλά χωρίς κάλυψη ή αλλοίωση προσώπου ήταν τουλάχιστον ένα χρόνο. Η μισή».



Γιατί άραγε, όταν μάλιστα οι λεγόμενοι «κουκουλοφόροι» εμφανίστηκαν αρκετά χρόνια αργότερα;

Η εξήγηση που δίνει ο Γ. Μανωλεδάκης είναι πως αυτό συνέβη «στο πλαίσιο της μεταφοράς στον ελληνικό ποινικό κώδικα της αντίστοιχης διάταξης του Γερμανικού Ποινικού Κώδικα όπου ήδη κρινόταν πως ο «κουκουλοφόρος» είναι πιο επικίνδυνος, πιο επιρρεπής σε ακραίες συμπεριφορές ως μη αναγνωρίσιμος».

Ωστόσο, η «κουκούλα» είχε -όπως είδαμε- ήδη καταγραφεί, μάλλον ενοχικά, στο συλλογικό ασυνείδητο της Αριστεράς. Και όχι χωρίς αιτία, αν αναλογιστούμε πως η Ελλάδα ήταν η τελευταία χώρα της Ευρώπης που αναγνώρισε τη νομιμότητά της.

Τη δεκαετία του ’80, τον ρόλο της «κουκούλας» αναλαμβάνουν τα κράνη των μοτοσικλετιστών και (κυρίως) οι παλαιστινιακές μαντίλες που, εκτός από τη συμβολοποίηση του αντιαμερικανισμού (αλλά όχι κατ’ ανάγκην και του φιλοσοβιετισμού), προσφέρουν -και λόγω μεγέθους- πρακτικές λύσεις.

Η νέα «κουκούλα» τείνει στην υπαγόρευση ενός «νεο-αριστερού» lifestyle. Αυτό του κινητοποιημένου, αλλά κομματικά μη ελεγχόμενου νέου. Αναπόφευκτα λοιπόν, στην εποχή της απόλυτης κομματοκρατίας, η «κουκούλα» εξοβελίζεται διπλά εκ νέου – και από το επίσημο Κράτος και από την επίσημη Αριστερά. (Θα βοηθήσουν συνειρμικά και οι μνήμες από την Κατοχή και τους κουκουλοφόρους, αλλά και από τις εκτελέσεις.)

Οι «γνωστοί άγνωστοι» κουκουλοφόροι ενισχύουν τη μυθολογία της επίσημης Αριστεράς, περίπου τη βολεύουν, αφού πίσω από τη μάσκα ενίοτε διακρίνεται ο σύμμαχος και ενίοτε ο ταξικός εχθρός.



Αλλά στην ιστορία των κοινωνικών συγκρούσεων η κουκούλα ακολούθησε, σύμφωνα με κοινωνικούς ανθρωπολόγους, την πανάρχαια λειτουργία της μάσκας.

Σύμφωνα με τον Δημήτρη Νταβέα (ανθρωπολόγο) η μάσκα των πρώτων ανθρώπινων κοινοτήτων, το αρχαιοελληνικό «προσωπείο» και οι νεότερες κουκούλες, αν και έχουν λόγω συγκυριών διαφορετικές χρήσεις, έχουν εντούτοις και κοινά στοιχεία: Συμβολίζουν (και) την απειλή ή τον φόβο σ’ αυτό (από αυτό) που υπάρχει απέναντι.


Η συνέχεια της κουκούλας είναι εξίσου ενδιαφέρουσα ελέω «χιπ χοπ».

Αρχικά στην Αγγλία αλλά κυρίως στα παρισινά προάστια, οι κοινωνικά «ελεύθεροι πολιορκημένοι» δεύτερης και τρίτης γενιάς μετανάστες υιοθέτησαν την κουκούλα των ράπερς και κυρίως των «χιπ χοπάδων» ως σύμβολο του αποκλεισμού. (Την υιοθέτησαν και για πρακτικούς λόγους αφού η κουκούλα και το μαντίλι παρέχουν άμεση πρόσβαση – διαφυγή στον κόσμο του μη-αναγνωρίσιμου.)

Ηταν μια νεανική «μόδα» που αναπτύχθηκε στα μητροπολιτικά (αστικά) αδιέξοδα και τελικά επικράτησε του λατινοαμερικάνικου στυλ της full face κουκούλας των κομαντάντε «Θέρο» της Νικαράγουας και κομαντάντε Μάρκος των Τσιαπατίστας.

Τα κοινωνικά αδιέξοδα αποδείχθηκαν μεγαλύτερα από τα διεθνιστικά.



Φαίνεται πως -ιστορικά- κάθε φορά η κουκούλα ξεπρόβαλε σε περιόδους μεγάλων κρίσεων και πολιτικών αδιεξόδων. Και, επίσης, πως η λειτουργία της υπονόμευσε αλλά και αυτο-υπονομεύθηκε.

Υπονόμευσε τους επίσημους ή θεσμικά προβλεπόμενους τρόπους διαμαρτυρίας, και αυτο-υπονομεύθηκε από τον ξεπερασμένο ρόλο της μάσκας στις σύγχρονες κοινωνίες (αφού ακόμη και ο Ζορρό όφειλε να είναι φιλάνθρωπος μεγαλογαιοκτήμονας).

Θα λειτουργήσει (και σωστά) αρνητικά όταν η καταφυγή στο μη-πρόσωπο κρίνεται στο πλαίσιο του σημερινού νομικού πολιτισμού μας, της αναγκαίας ανάληψης της ατομικής ευθύνης απέναντι στο πρόσωπο του τρίτου (π.χ.) καταστηματάρχη, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιη η ίδια λειτουργία στο πλαίσιο των πασιφανών πολιτικών αδιεξόδων. Και σε τέτοιες περιπτώσεις η λύση -πέραν της αποζημίωσης- δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική.

inred.gr
 lefterianews.wordpress.com
Διαβάστε  σχετικό άρθρο της Ελευθεροτυπίας
Οι κουκούλες και ο νόμος τους