ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Τρίτη 14 Μαρτίου 2017

Malls: ο θάνατος του (μεγαλο)εμποράκου

του Άρη Χατζηστεφάνου

Γιγαντιαία malls, που συνόδευσαν για μισό αιώνα τον αμερικανικό καταναλωτισμό, οδηγούνται σε αργό και επώδυνο θάνατο, όπως και η μεσαία τάξη των ΗΠΑ. Μαζί τους εξαφανίζονται όμως και αρκετές από τις αυταπάτες και τους αστικούς μύθους που τα περιέβαλλαν.

Σε μία από τις θρυλικές σκηνές της ταινίας «The Blues Brothers» (ατυχώς μεταφρασμένη στα ελληνικά σαν «Οι ατσίδες με τα μπλε») διεξάγεται μια καταδίωξη με αυτοκίνητα μέσα σε ένα mall. Γυρισμένη το 1980 η ταινία αποτυπώνει το αποκορύφωμα της δόξας του βορειοαμερικανικού εμπορικού κέντρου, μέσα στο οποίο μπορούσαν να συμβούν τα πάντα.

Το Dixie Square Mall, βέβαια, όπου έγιναν τα γυρίσματα της ταινίας, κατεδαφίστηκε το 2012 αφού παρέμεινε εγκαταλελειμμένο για τρεις δεκαετίες, στη διάρκεια των οποίων είχε μετατραπεί σε μια τσιμεντένια ζούγκλα που σημειώνονταν βιασμοί και δολοφονίες ενώ έβρισκαν καταφύγιο άστεγοι και τοξικοεξαρτημένοι.

Σήμερα δεκάδες malls χάσκουν εγκαταλελειμμένα σαν νεκροταφεία ενός μικροαστικού καταναλωτισμού σε προχωρημένη φάση αποσύνθεσης. Σε πολλές περιπτώσεις οι ιδιοκτήτες των malls νοικιάζουν τα καταστήματα σε εξευτελιστικές τιμές σε μικρά λογιστικά γραφεία και ιατρεία, αν και πολύ συχνότερα οι εγκαταστάσεις μετατρέπονται σε μεγάλες αποθήκες.

Σε μια περίπτωση, μάλιστα, στη Φλόριντα ένα mall μετατράπηκε σε γιγαντιαία εκκλησία, καθώς κρίθηκε ότι έτσι θα συγκέντρωνε περισσότερους «πελάτες» -έστω και μόνο τις Κυριακές.

Με εξαίρεση τα υπερπολυτελή malls, που απευθύνονται σε ένα ελάχιστο τμήμα του πληθυσμού, τα κλασικά εμπορικά κέντρα που ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια στα προάστια των μεγάλων αστικών κέντρων, εξαφανίζονται μαζί με τη μεσαία τάξη των ΗΠΑ, με τον φρικιαστικό επιθανάτιο ρόγχο της. Από το 2006 δεν έχει κατασκευαστεί ούτε ένα νέο εμπορικό κέντρο σε ολόκληρη την αμερικανική επικράτεια.

Ο θάνατος των malls σηματοδοτεί το οριστικό τέλος μια σημαντικής φάσης του μεταπολεμικού καπιταλισμού στις ΗΠΑ, ο οποίος χαρακτηρίστηκε από τη μαζική χρήση του Ι.Χ. αυτοκινήτου, αλλά και την ανάπτυξη μιας τεράστιας φούσκας στο real estate. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τα εμπορικά κέντρα δεν έφυγαν από το κέντρο της πόλης μόνο για να ακολουθήσουν τους baby boomers, που μετακινούνταν στα προάστια, αλλά γιατί οι κατασκευαστικές εταιρείες αναζητούσαν φτηνές εκτάσεις γης όπου θα μπορούσαν να κερδοσκοπήσουν εκμεταλλευόμενες και το ειδικό φορολογικό καθεστώς που απολάμβαναν.

Σε αρκετές περιπτώσεις το αν οι πελάτες θα μπορούσαν να φτάσουν στο mall ήταν δευτερεύουσας σημασίας για τους κατασκευαστές που εξασφάλιζαν κέρδη δεκάδων εκατομμυρίων από την κατασκευή και μεταπώληση.

Παρ’ όλα αυτά τα malls κατάφεραν να γίνουν συστατικό κομμάτι του αμερικανικού τρόπου ζωής. Στις απλουστευτικές αναλύσεις τους δεκάδες Αμερικανοί δημοσιογράφοι και δημοσιολόγοι έφτασαν να υποστηρίξουν ότι τα malls αποτελούν συνέχεια της αρχαίας αθηναϊκής αγοράς –επιχειρώντας έτσι να συνδέσουν τον καπιταλισμό με τη Δημοκρατία.

Κανένας τους, βέβαια, δεν φαίνεται να είχε διαβάσει τον Αριστοτέλη που έλεγε ότι «η Αγορά (των πολιτικών και θρησκευτικών δραστηριοτήτων) πρέπει να είναι καθαρή και ελεύθερη από κάθε είδους εμπορεύματα. […] Η αγορά των εμπορευμάτων πρέπει να είναι διαφορετική και χωριστή από αυτήν και να έχει τον κατάλληλο χώρο». Την πρώτη αγορά, συνέχιζε ο Ελληνας φιλόσοφος, «την προορίζουμε για τον ελεύθερο χρόνο και τη δεύτερη για τις ανάγκες της ζωής».

Στην πραγματικότητα τα αμερικανικά malls αποτελούν συνέχεια των «εμπορικών κέντρων» που γεννήθηκαν πριν από αιώνες στην Ασία και τη Βόρεια Αφρική. Στην αγορά του Ισφαχάν στην Περσία, το Καπαλί Τσαρσί (Κλειστή Αγορά) της Κωνσταντινούπολης και τα εκατοντάδες σουκ του αραβικού κόσμου οι έμποροι του αραβικού και ισλαμικού κόσμου δημιούργησαν, για πρώτη φορά, χώρους ανταλλαγής εμπορευμάτων στους οποίους προσέφεραν στοιχειωδώς ελεγχόμενες συνθήκες φωτισμού και θερμοκρασίας, επιτρέποντας στους εμπόρους να συναντούν τους πελάτες τους ανεξαρτήτως ώρας και καιρικών συνθηκών.

Στα malls της Δύσης και κυρίως στις ΗΠΑ οι «ιδανικές συνθήκες» δημιούργησαν νέα είδη καταναλωτικής «πανίδας», όπως τα mall rats (ποντίκια των malls), δηλαδή ομάδες εφήβων που περνούν εκεί το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας τους. Αργότερα εμφανίστηκαν και οι mall walkers, δηλαδή άνθρωποι που γυμνάζονται περπατώντας ή τρέχοντας στους διαδρόμους και τις σκάλες των πολυκαταστημάτων.

Σήμερα αρκετοί αναλυτές επιχειρούν να αποδώσουν την παρακμή των malls στην ανάπτυξη των αγορών μέσω ίντερνετ, οι οποίες έφτασαν ήδη να καλύπτουν το 9% του λιανικού εμπορίου στις ΗΠΑ. Για άλλη μια φορά η αλλαγή αποδίδεται σχεδόν αποκλειστικά στην τεχνολογία –με τον ίδιο περίπου τρόπο που η γέννηση των malls αποδόθηκε στην ευρεία χρήση του Ι.Χ. αυτοκινήτου.

Η τεχνολογία παίζει σίγουρα τον ρόλο της. Δεν ήταν όμως αυτή που δημιούργησε την εκρηκτική μεταπολεμική ανάπτυξη (στις στάχτες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου). Και σίγουρα δεν μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε για να κρύψουμε πίσω της το αδιέξοδο στο οποίο οδηγείται το κυρίαρχο οικονομικό σύστημα.

Τα malls στις ΗΠΑ πεθαίνουν γιατί κάποιος «σκότωσε» τους πελάτες τους, τη μεσαία τάξη.

Οι ιδιώτες 'επενδυτές' ως η μόνη επιλογή για ανάκαμψη: άλλο ένα παραμύθι του νεοφιλελέ κατεστημένου

Άλλη μια 'ιερή αγελάδα' της νεοφιλελεύθερης χούντας που κανείς δεν επιτρέπεται ούτε καν να διανοηθεί να αμφισβητήσει

by system failure

Το Ελληνικό πείραμα διανύει ήδη τον έβδομο χρόνο του με την οικονομία ρημαγμένη και κανένα σημάδι ανάκαμψης στον ορίζοντα.

Εκτός από την απόλυτη αποτυχία των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα από την Τρόικα της καταστροφής, έχει ενδιαφέρον κανείς να εξετάσει και τον τρόπο που τα νεοφιλελεύθερα αφηγήματα έχουν επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό την κοινή γνώμη, με αποτέλεσμα να καταλήγουν αναπόσπαστο κομμάτι ενός στρεβλού ορθολογισμού μέσα στις κοινωνίες. Η διαδικασία αυτή γίνεται με όχημα, κυρίως, την προπαγάνδα και την πλύση εγκεφάλου από τα ΜΜΕ και το πολιτικό κατεστημένο.

Ένα από τα κεντρικά κλισέ των φερέφωνων του νεοφιλελευθερισμού στην Ελλάδα και αλλού αφορά την απόλυτη αναγκαιότητα των ιδιωτών 'επενδυτών' για την ανάκαμψη της οικονομίας. Τα ιδιωτικά κυρίαρχα μίντια και το πολιτικό κατεστημένο κατάφεραν να πείσουν τον μέσο πολίτη (και όχι μόνο στην Ελλάδα), ότι η χώρα χρειάζεται αυτό που αποκαλούν 'πολιτική σταθερότητα' προκειμένου να προσελκύσει 'επενδύσεις' και άρα, να δημιουργηθούν χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας.

Η πραγματικότητα βέβαια είναι εντελώς διαφορετική. Τα πιο ισχυρά λόμπι των τραπεζιτών και των ιδιωτών 'επενδυτών' εντός και εκτός Ελλάδας, ουσιαστικά υπαγόρευσαν τα καταστροφικά μνημόνια που εφάρμοσαν οι Ελληνικές κυβερνήσεις κατά τη διάρκεια της κρίσης. Η Τρόικα αποτελεί απλά το μέσο με το οποίο τα επέβαλαν. Στον πραγματικό κόσμο, οι διάφοροι αποκαλούμενοι 'επενδυτές' δεν ενδιαφέρονται για μια υγιή οικονομία, ή για σταθερότητα. Και ασφαλώς, δεν ενδιαφέρονται για την ανάκαμψη της εθνικής οικονομίας οποιασδήποτε χώρας. Το μόνο πράγμα που τους ενδιαφέρει είναι να βγάλουν λεφτά όσο το δυνατόν πιο εύκολα και πιο γρήγορα. Άρα, μια σχεδόν κατεστραμμένη οικονομία αποτελεί μεγάλη ευκαιρία για το σκοπό αυτό, επειδή μπορούν κυριολεκτικά να αρπάξουν δημόσια περιουσία με ελάχιστο κόστος.

Επιπλέον, τα μνημόνια της καταστροφής που υπέγραψε η χώρα, επιβάλουν την πλήρη διάλυση των εργατικών δικαιωμάτων, φοροαπαλλαγές για την ελίτ και φοροκαταιγίδες για τη μεσαία τάξη, ξεπούλημα δημόσιας περιουσίας και καταστροφή του κράτους πρόνοιας. Αυτό που αποκαλούν οι φορείς του νεοφιλελευθερισμού ως 'μεταρρυθμίσεις'. Με λίγα λόγια: περισσότερα κέρδη για τους ιδιώτες 'επενδυτές', περισσότερη καταστροφή για τους υπόλοιπους.

Άρα, όταν τα φερέφωνα του νεοφιλελευθερισμού μιλούν για 'μεταρρυθμίσεις' εννοούν όλα τα παραπάνω. Όταν μιλούν για 'σταθερότητα' εννοούν μια κυβέρνηση 'φιλική' στους 'επενδυτές' έτοιμη να ξεπουλήσει τη χώρα. Αυτός είναι ο λόγος που η Τρόικα θέλει να αντικαταστήσει τον Τσίπρα με τον απόλυτα αφοσιωμένο στην νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και ιδεολογικά ομογάλακτο με Μέρκελ και Σόιμπλε, Κυριάκο Μητσοτάκη,

Για την ώρα, βέβαια, η Τρόικα ελέγχει πλήρως τον Τσίπρα και την κυβέρνησή του. Τον ανάγκασε να υπογράψει νέο μνημόνιο, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, έστω και αν χρειάστηκε ένα οικονομικό πραξικόπημα από την ΕΚΤ και τον Ντράγκι. Ωστόσο, υπάρχουν ακόμα μερικά πράγματα, όσον αφορά τον Τσίπρα, που δεν αρέσουν στους 'επενδυτές' που ελέγχουν την Τρόικα. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι κάνει κάποιες προσπάθειες για να ανοίξει τις υποθέσεις προηγούμενων μεγάλων σκανδάλων που σχετίζονται με το μεταπολιτευτικό κατεστημένο στο οποίο ανήκει και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Στους 'επενδυτές' δεν αρέσουν τέτοια πράγματα. Θέλουν διεφθαρμένες κυβερνήσεις, όπως αυτές πριν από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που να μπορούν εύκολα να εξαγοράσουν με διάφορες μίζες.

Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που δεν αρέσει στους 'επενδυτές' όσον αφορά τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ: πιστεύουν ακόμα ότι η οικονομία μπορεί να σταθεί ξανά στα πόδια της μέσω των δημοσίων επενδύσεων. Φυσικά, ο Ντράγκι ποτέ δεν θα επέτρεπε στην Ελλάδα την πρόσβαση στην ποσοτική του χαλάρωση με την κυβέρνηση Τσίπρα στην εξουσία, ακριβώς επειδή υπάρχει ο 'κίνδυνος' να χρησιμοποιηθούν τα λεφτά για δημόσιες επενδύσεις. Αν επιτρέπονταν στην Ελληνική κυβέρνηση να ανασάνει μέσω της ποσοτικής χαλάρωσης, ή μέσα από άλλους Ευρωπαϊκούς πόρους που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ανάσταση της οικονομίας μέσα από δημόσιες επενδύσεις, θα ήταν η αρχή του τέλους για το βάρβαρο νεοφιλελεύθερο πείραμα και άρα μια μεγάλη ήττα για τα λόμπι των τραπεζιτών και των μεγάλων εταιριών. Άλλες χώρες που επίσης υποφέρουν κάτω από τον ζυγό της σκληρής λιτότητας και των μνημονίων θα ήθελαν να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Ελλάδας αντί να παρακαλάνε τους ιδιώτες 'επενδυτές', τις ιερές αγελάδες των απανταχού νεοφιλελέδων, να έρθουν για να τις σώσουν.

Αυτός είναι άλλωστε και ένας βασικός λόγος που η Ελλάδα κρατείται φυλακισμένη μέσα στην σαδο-μονεταριστική φυλακή του ευρώ. Με εθνικό νόμισμα και με κεντρική τράπεζα υπό πλήρη δημόσιο έλεγχο, η Ελλάδα δεν θα φοβόταν κάποιο νέο οικονομικό πραξικόπημα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που θα απειλούσε την οικονομία με ξαφνικό θάνατο και ολοκληρωτική καταστροφή. Η χώρα θα μπορούσε να κατευθύνει τη χρηματοδότηση σε δημόσιες επενδύσεις που θα μπορούσαν να επανεκκινήσουν την Ελληνική οικονομία.

Ένα παράδειγμα του πως οι δημόσιες επενδύσεις βοήθησαν μια χώρα να ανακάμψει μετά από μια μεγάλη οικονομική κρίση, μπορούμε να δούμε στην Αμερική της δεκαετίας του 30.

Τη δεκαετία του 20, υπήρξε μια άνευ προηγουμένου καταναλωτική έξαρση και μια τάση για κυνήγι εύκολου χρήματος. Κάτι παρόμοιο συνέβη στη Δύση γενικότερα, ιδιαίτερα από τις αρχές της δεκαετίας του 90 και έπειτα. Το μεγάλο κραχ του 29 και η εξαθλίωση που επέφερε σε εκατομμύρια ανθρώπους, ήταν ουσιαστικά μια μεγάλη νίκη των μεγαλοτραπεζιτών και των κερδοσκόπων που έκαναν χρυσές δουλειές πάνω στο “πτώμα” της τότε μεσαίας τάξης και έτσι, η κυβέρνηση Ρούσβελτ αναγκάστηκε να στραφεί στο Κεϋνσιανό οικονομικό μοντέλο, όπου η οικονομία θα μπορούσε να επαναεκκινηθεί με κεντρικό μοχλό το κράτος.

Ο προκάτοχος του Ρούσβελτ και πρόεδρος των ΗΠΑ κατά την μεγάλη οικονομική κρίση του 29, Χέρμπερτ Χούβερ, του Ρεπουμπλικανικού κόμματος, δεν πίστευε στο κράτος πρόνοιας, αλλά στην λιτότητα και τη δημοσιονομική πειθαρχία. Είναι μια αντίληψη που επιβάλει σήμερα η κυβέρνηση Μέρκελ στην ευρωζώνη, σε αντίθεση με την Αμερικανική κυβέρνηση που, παραδοσιακά, ιδιαίτερα επί προεδρίας Δημοκρατικών προέδρων, δίνει βάρος στην ανάπτυξη και την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Όμως, η ολοκληρωτική επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού, αλλάζει ραγδαία τις πολιτικές που εφαρμόζονται σήμερα στον Δυτικό κόσμο.

Ο Ρούσβελτ εφάρμοσε μια επιθετική πολιτική κρατικών επενδύσεων, προκειμένου να επανεκκινήσει την οικονομία και να καταπολεμήσει την ανεργία που είχε φτάσει σε εφιαλτικά επίπεδα μετά το μεγάλο κραχ του 29. Επιπλέον, δημιούργησε νέες υποδομές που ωφέλησαν με πολλούς τρόπους την Αμερικανική κοινωνία. Ένα μόνο παράδειγμα, αποτελεί η κρατική εταιρία Tennessee Valley Authority (TVA) που δημιουργήθηκε τον Μάιο του 1933, προκειμένου να κατασκευαστούν, μεταξύ άλλων, αντιπλημμυρικά έργα και φράγματα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και να δοθεί ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη της κοιλάδας του Τενεσί, μια περιοχή που είχε πληγεί ιδιαίτερα από την οικονομική κρίση. Οι ιδιωτικές εταιρίες ήταν ιδιαίτερα δυσαρεστημένες που αποκλείστηκαν από το πρόγραμμα και έχασαν την ευκαιρία για μεγάλα κέρδη.

Ο Ρούσβελτ αντιμετώπισε κριτικές από όλο το πολιτικό φάσμα. Η Αμερικανική οικονομική ελίτ τον κατέκρινε επειδή δεν ήθελε να επιβαρυνθεί με επιπλέον φόρους για την υλοποίηση του “Νιου Ντιλ”. Ακόμα και το ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ κινήθηκε εναντίον του, θεωρώντας ότι πολλές νομοθετικές ρυθμίσεις του “Νιου Ντιλ” ήταν αντισυνταγματικές. Η προπαγάνδα που εξαπέλυσε η οικονομική ελίτ, επιχείρησε να βαφτίσει τις πολιτικές του “Νιου Ντιλ” Σοσιαλιστικές ή ακόμα και Κομμουνιστικές, κάτι που γίνεται και σήμερα στην Αμερική αλλά και στην Ελλάδα πλέον.

Ένα απόσπασμα από ομιλία του Ρούσβελτ είναι χαρακτηριστικό: “Μερικοί άτολμοι άνθρωποι που φοβούνται την πρόοδο, θα προσπαθήσουν να δώσουν παράξενα ονόματα σε αυτό που κάνουμε. Μερικές φορές θα το αποκαλέσουν “Φασισμό”, άλλες φορές “Κομμουνισμό”, άλλες φορές “αυστηρή ρύθμιση”, άλλες φορές “Σοσιαλισμό”. Όμως, με αυτό τον τρόπο, προσπαθούν να κάνουν ιδιαίτερα περίπλοκο και θεωρητικό, κάτι το οποίο είναι πραγματικά πολύ απλό και πολύ πρακτικό.

Παρά τις όποιες ατέλειες, το “Νιου Ντιλ” του Ρούσβελτ δημιούργησε εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας και νέες υποδομές προς όφελος όλων των Αμερικανών πολιτών, έδωσε ανάσα και ώθηση σε τομείς όπως η γεωργία, ενίσχυσε την κοινωνική ασφάλιση και ανόρθωσε γενικότερα την οικονομία. Η απάντηση του Ρούσβελτ, “φυσικά και ξοδεύουμε λεφτά”, στους επικριτές του, αποτύπωνε την αντίληψη της κυβέρνησης του, ότι προέχει πάνω από όλα η ευημερία και η ανακούφιση του λαού και όχι η αυστηρή λιτότητα για χάρη των οικονομικών δεικτών. Πραγματικά, ενώ το 1933 το δημόσιο χρέος ήταν στο 20% του ΑΕΠ, μέχρι το 1936 το ποσοστό αυτό σχεδόν διπλασιάστηκε, αλλά αυτό που ένοιαζε τον Ρούσβελτ ήταν να ανακουφίσει τους Αμερικανούς πολίτες και να τους δώσει ελπίδα και προοπτική.

Τα ίδια αφηγήματα χρησιμοποιούνται σήμερα στην Ελλάδα από το τραπεζομιντιακό κατεστημένο. Όποιος τολμήσει να μιλήσει για δημόσιες επενδύσεις δαιμονοποιείται αυτόματα ως 'αναχρονιστικός' ή ακόμα και 'Κομμουνιστής'. Η μεγάλη ειρωνεία στην Ελληνική περίπτωση, είναι ότι η λιτότητα δεν κατάφερε ούτε το δημόσιο χρέος να μειώσει. Το αντίθετο, το χρέος έχει φτάσει στο 180% του ΑΕΠ σε σύγκριση με το 120% του ΑΕΠ όταν ξέσπασε η κρίση.

Και η τραγική ειρωνεία είναι ότι, παρά την απόλυτη αποτυχία, το νεοφιλελεύθερο κατεστημένο κατάφερε να πετύχει μια μαζική πλύση εγκεφάλου όσον αφορά τις 'ιδιωτικές' επενδύσεις. Στο μυαλό του μέσου Έλληνα, οι ιδιωτικές 'επενδύσεις' είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο η οικονομία θα μπορούσε να ανακάμψει. Η αντίληψη αυτή είναι τόσο βαθιά ριζωμένη, που θεωρείται σχεδόν κοινή λογική. Με τον τρόπο αυτό, το βάρβαρο σύστημα καταστρέφει τη μεσαία τάξη έχοντας εξασφαλίσει όχι απλά την ανοχή της, αλλά ακόμα και την συγκατάθεσή της.

Η μεσαία τάξη περιμένει μάταια τους ιδιώτες 'επενδυτές' ως 'μεσσίες' που θα προσφέρουν πραγματική λύση στο αδιέξοδο. Δεν πρόκειται να συμβεί. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα προσφέρουν λίγες θέσεις εργασίας κάτω από συνθήκες δουλείας στους ελάχιστους που θα επικρατήσουν μετά από έναν λυσσαλέο αγώνα στην βάρβαρη αρένα του ανταγωνισμού ...

Δευτέρα 13 Μαρτίου 2017

Η κρίση του σημερινού πολιτισμού, του Π. Πουλιόπουλου

Από το βιβλίου του Π. Πουλιόπουλου
«Άρθρα Μελέτες Πολεμικές»Ένα από τα κυριότερα επιχειρήματα που χρησιμοποιήσανε πάντα μέσα στην Ιστορία οι απολογητές των κοινωνικών καθεστώτων που κατέρρεαν, ήτανε πώς με την ανατροπή τους εκινδύνευε ο πολιτισμός. Η προσπάθεια των κυρίαρχων τάξεων νά διατηρήσουνε την οικονομική και πολιτική τους κυριαρχία και τα κοινωνικά τους προνόμια, παρουσιάστηκε από τους συντηρητικούς ιδεολόγους σαν «υπεράσπιση των πολυτίμων και
αιωνίων άξιων του πολιτισμού». Και εννοούν εδώ όχι κυρίως την Κουλτούρα με την καθολική, ενιαία και μόνη επιστημονική σημασία που έδωσε στον όρο η μαρξιστική κοινωνιολογία: το σύνολο των έργων που υψώνουνε τους ανθρώπους πιο πάνω από τη φυσική κατάσταση και που σε τελευταία ανάλυση βασίζονται στην πολύμορφη ανάπτυξη της Τεχνικής. Θέλουνε περισσότερο να μας θυμίσουν τον πολιτισμό σαν ανώτερη εκδήλωση της Κουλτούρας, δηλαδή τις πλαστικές τέχνες και τη λογοτεχνία, τη μουσική, τούς πολιτικούς, ηθικούς και θρησκευτικούς θεσμούς, τη φιλοσοφία και γενικά τα σημεία εκείνα του ιδεολογικού υπερσκελετού της κοινωνίας που δεν έχουνε μια στενή σχέση με την υλική παραγωγή1.
______________________________

Σημείωση1. Συχνά αυτό το ονομάζουμε civilisation. Μα είναι σύγχυση στην ορολογία, που πηγάζει από ιδεαλιστικό προσανατολισμό. Civilisation είναι μια ιστορική εποχή στην εξέλιξη της ανθρώπινης κουλτούρας. Πρώτος ο Μόργκαν έδωσε με το κλασικό του έργο «Αρχέγονη Κοινωνία» μία επιστημονική διαίρεση παίρνοντας για κριτήριο τις διαδοχικές καταχτήσεις της τεχνικής: άγρια εποχή, βαρβαρική και civilisation. Στα εθνογραφικά δεδομένα και συμπεράσματα του Μόργκαν στηρίζεται και το γνωστό έργο του Φρ. Ένγκελς «Η Καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοχτησίας και του Κράτους». Η άγρια εποχή περιλαβαίνει με τη σειρά τις αρχές του ανθρώπινου γένους, το ψάρεμα, τη χρησιμοποίηση της φωτιάς και τελειώνει με την εφεύρεση του τόξου και του βέλους, περίπου 60.000 χρόνια, δηλαδή τα τρία πέμπτα από την ηλικία της ανθρωπότητας, όση την υπολόγιζε η επιστήμη από τα μέσα κι ύστερα του περασμένου αιώνα. Η βαρβαρική εποχή ανοίγει με την κεραμουργεία, περνά στο ανατολικό ημισφαίριο από την εξημέρωση των ζώων, την καλλιέργεια των φυτών στο δυτικό, και τελειώνει με τα σιδερένια εργαλεία.
20.000 χρόνια βαστάνε τα πρώτα στάδια της βαρβαρότητας, που στο τέλος τους διαλύονται οι αρχέγονες κομμουνιστικές κοινότητες και εμφανίζονται οι τάξεις. Ή civilisation αρχίζει με την εφεύρεση του φωνητικού αλφάβητου, της γραφής και κυρίως με την εμφάνιση κράτους, εμπορίου, χρήματος, βιομηχανίας κλπ. Τη μεγαλύτερη της άνθιση σημειώνει στην περίοδο του καπιταλισμού, οπότε φτάνει στο κατακόρυφο η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στη φύση με την αλματική πρόοδο των φυσικών επιστημών και με την αληθινή επανάσταση που έφερε στην παραγωγή η πραχτική εφαρμογή των ανακαλύψεων τους.-
_______________________________

Είναι φανερό πώς με την έννοια αυτή ο πολιτισμός περιλαβαίνει όλες τις ικανότητες όλα τα δημιουργήματα του ανθρώπου, που δεν είναι απαραίτητα για την άμεση συντήρηση της ζωής. Έτσι η εσωτερική και εξωτερική ομορφιά ενός χτιρίου είναι φανέρωμα του πολιτισμού αντίθετα προς τη στερεότητα, τη θέρμανση του κλπ. Φανερό είναι επίσης πως η ανάπτυξη του πολιτισμού έχει ορισμένες οικονομικές και κοινωνικές προϋποθέσεις. Είναι μπορετή μόνο μέσα σε μια κοινωνία που δεν βρίσκεται αναγκασμένη ν' απασχολήσει όλες τις δυνάμεις της στην υλική παραγωγή και στην ικανοποίηση των στοιχειωδών αναγκών, παρά της μένει ελεύθερο ένα ποσοστό ενέργειας για να το διαθέσει σε έργα πολιτιστικά.
Από την άποψη αυτή ποια ιστορική θέση παίρνει ο σύγχρονος αστικός πολιτισμός και ποια αξία θα μπορούσαν νάχουν οι διαμαρτυρίες της αστικής τάξης για τους κινδύνους που διατρέχει ο πολιτισμός από μια κοινωνική της ανατροπή;
Όλοι οι παλαιότεροι πολιτισμοί που ελάμπρυναν την ιστορία της ανθρωπότητας είτανε πολιτισμοί των κυρίαρχων τάξεων. Μόνον εκείνες οι τάξεις είχαν τη δυνατότητα, απερίσπαστες από υλικές βιοτικές απασχολήσεις, να διαθέσουνε την ενεργητικότητα τους στα έργα του πολιτισμού. Οι Κινέζοι και Αιγύπτιοι άρχοντες, ιερείς και μανδαρίνοι, οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι αριστοκράτες και ελεύθεροι πολίτες, οι ευγενείς φεουδάρχες αργότερα, για νά δημιουργήσουνε τα περίφημα μνημεία της ωραίας τέχνης και της πνευματικής καλλιέργειας που μας άφησαν οι αιώνες, χρειάστηκε νά έχουνε δίπλα τους μιαν ατέλειωτη σειρά από δούλους, είλωτες, δουλοπάροικους και «βάναυσους» χειροτέχνες που όλη τους η ζωή ήταν αφιερωμένη στη σκληρή και απάνθρωπη εργασία για την εξασφάλιση της υλικής παραγωγής των κοινωνιών εκείνων. Στην παραγωγή καμιά σχεδόν συμμετοχή δεν είχαν τότε οι κυρίαρχες τάξεις. Προορισμός τους αποκλειστικός είτανε να απολαβαίνουν τα αγαθά του οικονομικού μόχθου των κυριαρχούμενων και να θεραπεύουνε τις μούσες καλλιεργώντας τα ωραιότερα λουλούδια του ανθρώπινου αισθήματος και της ανθρώπινης σκέψης. Είναι χαρακτηριστικό πως ακόμη και οι φυσικές επιστήμες τους τότε είτανε περισσότερο «πνευματικές» επιστήμες («φυσική φιλοσοφία») και από την άποψη αυτή απείχαν πολύ από τις θετικές επιστήμες του 19ου αιώνα που βρίσκονται σε άμεση αλληλεπίδραση με τη λειτουργία της υλικής παραγωγής και που την ιλιγγιώδη τους ανάπτυξη κάτω από τον καπιταλισμό την καθορίζουν οι ολοένα αυξανόμενες ανάγκες του παραγωγικού μηχανισμού της κοινωνίας.
Ό καπιταλισμός προκαλεί και στο πεδίο του πολιτισμού μιαν εξίσου μεγάλη επανάσταση μ' εκείνη πού ΄φερε στην οικονομία. Βάζει και τη κυρίαρχη τάξη της κοινωνίας στην υπηρεσία της υλικής παραγωγής. Υποτάσσει όλες τις ενεργητικότητές της στην οικονομία. Δεν είναι πια μόνον οι μισθόδουλοι αναγκασμένοι νά διαθέτουν όλο το χρόνο τους στην καταπονετική εργασία για τη λειψή συντήρηση της ζωής τους, ανίκανοι να απολαύσουν, κι ακόμα λιγότερο νά δημιουργήσουν ένα δικό τους ανώτερο πολιτισμό. Και της κυρίαρχης αστικής τάξης τώρα πια οι δυνάμεις είναι απορροφημένες στον πυρετό της σώρευσης καπιταλιστικού κέρδους. Συγκρίνατε το σύγχρονο αστό, το διευθυντή μιας καπιταλιστικής φάμπρικας, τον εισοδηματία κερδοσκόπο χρηματιστή, με τον ευγενή φεουδάρχη ή τον αριστοκράτη της αρχαίας Ρώμης και των δημοκρατιών της αρχαίας Ελλάδας. Δε διαψεύδουνε τη διαπίστωση τούτη όσοι έξω από τη λειτουργία της καπιταλιστικής παραγωγής και αργόσχολα καταναλώνουν έτοιμα εισοδήματα. Γιατί στη δημιουργία του πολιτισμού παίρνουνε μέρος πάντοτε οι καλύτερες δυνάμεις των κατεχουσών τάξεων. Οι δυνάμεις αυτές στα προκαπιταλιστικά κοινωνικά συστήματα βρίσκονταν κάτω από τέτοιες οικονομικές συνθήκες που μπορούσαν ολοκληρωτικά ν' αφοσιωθούνε στην υπηρεσία του πολιτισμού. Στην αστική κοινωνία όμως γίνονται σκλάβες της παραγωγής και του κέρδους.
Ειδικά στο πεδίο της τέχνης εξαφανίζεται ταυτόχρονα κάθε δυνατότητα μιας λαϊκής τέχνης, που υπήρχε σε καθεστώτα πρωτυτερινά (λαϊκή επική και λυρική ποίηση, πολεμικά έπη των στρατιωτών, ραψωδοί, δημοτική μούσα και επαρχιώτικη διακοσμητική των χωρικών στις ανάπαυλες της γεωργικής τους εργασίας, τροβαδούροι κλπ.). Η διείσδυση των αστικών σχέσεων στα χωριά αφαιρεί τις μεγάλες ανάπαυλες από τους κατοίκους τους, τους επιβάλλει βιοτεχνική εργασία στα διαστήματα ανάμεσα στη σπορά και στη συγκομιδή ή τους ξεσπιτώνει προς τις πόλεις κάνοντας τους προλετάριους. Τα σποραδικά φαινόμενα «λαϊκής τέχνης» που παρουσιάζονται κάποτε στις σύγχρονες κοινωνίες, είναι απομεινάρια προκαπιταλιστικών σχέσεων που ξεψυχούνε, στερημένα από την παλιά πηγαία τους αφέλεια και νοθευμένα με τους πιο αλλόκοτους τρόπους από την επίδραση του αστικού εμπορευματικού πνεύματος.
Στις πόλεις, που είναι τα εργαστήρια των νέων πολιτιστικών ρευμάτων, συντελείται μια βασική μεταβολή. Από τη μια μεριά ολοένα και μικρότερο μέρος από το εισόδημα της η νέα κυρίαρχη τάξη διαθέτει για πολυτελή έργα τέχνης και έτσι στενεύει το πεδίο της καλλιτεχνικής δημιουργίας, αντίθετα με τη σπατάλη πολυτέλειας των φεουδαρχών. Από την άλλη, στους μισθοδούλους της δεν αφήνει άλλο χρόνο διαθέσιμο έξω από την εξαντλητική εργασία και τον ύπνο τους, δηλαδή τους αφαιρεί κάθε δυνατότητα για δημιουργία μιας δικής τους λαϊκής τέχνης ή μιας καλλιτεχνικής απόλαυσης. Ό διαθέσιμος χρόνος που κατορθώνει με σκληρούς αγώνες να αποσπάσει το προλεταριάτο απορροφάται κυρίως στον οργανωτικό και πνευματικό εξοπλισμό για τον απελευθερωτικό του αγώνα, ώστε να μην είναι δυνατή η δημιουργία ενός προλεταριακού πολιτισμού. Έτσι μία νέα λαϊκή τέχνη και ένας νέος ανθρώπινος πολιτισμός δεν μπορεί να βγει από το προλεταριάτο, άλλά από την κατάργηση του προλεταριάτου σαν τάξης, δηλαδή από την καταργήσει των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Το προλεταριάτο ε ίναι ο πρωτεργάτης και ιστορικός φορέας της κοινωνικής αυτής επανάστασης.
Ό καπιταλισμός σημειώνει τον ανώτατο βαθμό κυριαρχίας του ανθρώπου πάνω στις δυνάμεις της φύσης. Μα ταυτόχρονα υποτάσσει τοθς ανθρώπους στο ζυγό των μέσων εκείνων με τα όποια υποδούλωσε τη φύση. Όλη η ζωή της κοινωνίας γίνεται μια τεράστια οικονομική λειτουργία, όπου τα πάντα πνίγονται μέσα στο παγωμένο κύμα του υλικού συμφέροντος, του στοιχειώδους βιοπορισμού για τους πολλούς, του εκμεταλλευτικού κέρδους για τους λίγους. Δεν υπάρχει κάτω από τον καπιταλισμό εκείνο που συναντούμε στις πρωτύτερες κοινωνίες, μία τάξη που από την αντικειμενική τοποθέτηση της σχετικά με την παραγωγή να είναι προορισμένη για την καλλιέργεια του ανώτερου πολιτισμού της ανθρωπότητας.
Μα είναι ακόμη πιο μεγάλη η έκταση της επαναστατικής ανατροπής που φέρανε οι αστικές σχέσεις στο πεδίο του πολιτισμού.
Παύει πια η οικονομία να είναι ένα απλό μέσο για την κοινωνική ζωή των ανθρώπων, παύουνε πια οι πνευματικές ικανότητες των ανθρώπων ν' αντικρίζονται στην αξία την εσώτερη πούχουν αυτές καθαυτές, λ.χ. την καλλιτεχνική, ηθική κλπ. Έχουνε γίνει εμπορεύματα με αξία αγοραία, ανταλλακτική, στερεότυπη, που κρίνεται με τον παγερό κανόνα της ισοδυναμίας και μετριέται με το κοινό αριθμητικό ισοδύναμο όλων των εμπορευμάτων, το χρήμα. και ολόκληρη η κοινωνία κατάντησε μία απέραντη αγορά όπου τα πάντα πουλιούνται και αγοράζονται. Η καταστρεπτική επίδραση της μεταβολής αυτής στον πολιτισμό είναι ολοφάνερη. Γιατί παρόμοια, όπως προϋπόθεση για την πολιτιστική δημιουργία είναι η ελεύθερη και ανεξάρτητη από φροντίδες της υλικής συντήρησης άσκηση των ικανοτήτων και της ιδιοφυΐας του ανθρώπου, έτσι και ένα δημιούργημα τέχνης λ.χ. τότε μόνο έχει μία καλλιτεχνική αξία όταν είναι αυτό καθεαυτό ανώτερο. Το καλλιτεχνικό έργο έχει μέσα του το σκοπό του και αυθύπαρχτη την πολιτιστική του αξία. Από τη στιγμή που θα πάρει το χαραχτήρα εμπορεύματος χάνει την υπόσταση και την αυτονομία του ως καλλιτεχνικό έργο.
Έξαλλου, είναι αναμφίβολο πως η δημιουργία βιοποριστικού επαγγέλματος καλλιτεχνών και γενικά εργατών της πνευματικής καλλιέργειας είχε κάτω από τις συνθήκες τις αστικές για μοναδικό αποτέλεσμα νά ρίξει τον εργάτη του πολιτισμού στη θέση του μισθόδουλου, να τον διαφθείρει ψυχικά, να στερέψει μέσα τους τις πηγές των άδολων και δημιουργικών αισθημάτων και τις περισσότερες φορές να τον μετατρέψει σε κοινότατο εμπορομεσίτη βιβλιεμπορικών και άλλων ψευτοεκπολιτιστικών κατασκευασμάτων, που δέχεται την έμπνευση του από τις απαιτήσεις μιας οικονομικά κυρίαρχης μα πολιτιστικά ευνούχας τάξης.
Το φαινόμενο της «βιομηχανοποίησης» της τέχνης που προκαλεί κάθε φορά τις φλογερές διαμαρτυρίες των μικροαστών κριτικών, δεν είναι μία «ανωμαλία» του σημερινού αστικού πολιτισμού που θα μπορούσε νά «διορθωθεί»· Είναι αυτή η ουσία του. Είναι η έλλειψη κάθε δυνατότητας νά υπάρξει αληθινή τέχνη και αληθινός ανθρώπινος πολιτισμός κάτω από τις συνθήκες της καπιταλιστικής διοργάνωσης της κοινωνίας.
Ύστερα, η θέση των ανθρώπων που καλούνται να δημιουργήσουν τα ανώτερα έργα του πολιτισμού, ακόμη κι αυτή η πράξη της πολιτιστικής δημιουργίας χάνουνε με τον καπιταλισμό ολωσδιόλου την πρώτη τους αξία. Πνίγονται και αχρηστεύονται ταλέντα δημιουργικά από έλλειψη των κοινωνικών προϋποθέσεων για την ανάδειξη τους. Σβήνουνε υψηλές δημιουργικές πνοές και τσακίζονται πνευματικές ιδιοφυΐες μέσα στο κοινωνικό σκοτάδι και στην απογοήτεψη, καταφρονεμένες από μία χορτάτη και άμουση αριστοκρατία του πλούτου, που αυτή δίνει, με τα κατώτερα γούστα της το γενικό τόνο σε κάθε εκδήλωση της κοινωνικής ζωής κι αυτή κρατεί στα βάναυσα χέρια της τη ζωή του καλλιτέχνη και του εργάτη του πνεύματος. Παράλληλα όμως εξατμίζεται από την κοινωνική ατμόσφαιρα και το παλιό εκείνο καλλιτεχνικό πνεύμα που άλλοτε κυριαρχούσε και σ' αυτή ακόμη τη βιομηχανία κι έκανε ώστε νάναι ένα είδος καλλιτεχνικής δημιουργίας όχι μόνο η συγγραφή ενός λογοτεχνήματος μα και το τύπωμα του, όχι μόνο το ζωγράφισμα ενός πίνακα μα και το φτιάσιμο ενός επίπλου. Τότε το έργο ατόφιο είτανε το ενιαίο δημιούργημα του τεχνίτη του, κάθε λεπτομέρεια του είχε τη σφραγίδα των ατομικών χαρισμάτων και του ατομικού αισθήματος του δημιουργού του. Το μηχανικό σύστημα και ο βιομηχανικός καταμερισμός της εργασίας με την καπιταλιστική υπερειδίκευση εξαφανίζει την προϋπόθεση αυτή, μεταβάλλει τον τεχνίτη σε αυτόματο εκτελεστή μιας μεμονωμένης, μονότονης και εκνευριστικής κίνησης, τον κάνει εξάρτημα έμψυχο μιας μηχανής, αλλοτριώνει την παραγωγική του δραστηριότητα και την κάνει ανεξάρτητη από τίς ατομικές ιδιότητες του εργάτη, ισοπεδώνει και τυποποιεί όλα τα προϊόντα της κοινωνικής εργασίας. Η τυποποίηση αυτή και η μηχανοποίηση έχουνε την ολέθρια επίδραση τους γενικά σε κάθε πεδίο της πολιτιστικής δράσης, κι ας μην είναι η επίδραση αυτή εδώ άμεση και με την πρώτη ματιά φανερή2.
_______________________________________

Σημείωση 2. Θα ήταν θέμα για μία άλλη εξέταση το ξαναζωντάνεμα, σε ανώτερη κλίμακα, του καλλιτεχνικού πνεύματος των αρχαίων πολιτισμών μέσα στην αυριανή σοσιαλιστική κοινωνία με όλη τη διατήρηση και μεγαλύτερη ανάπτυξη μάλιστα της μηχανικής παραγωγής. Στο τρίτο μέρος του «Αντι -Ντύρινγκ» ο Φρ. Έγκελς και στην «Αθλιότητα της Φιλοσοφίας» του ο Κ. Μαρξ εκθέτουν, αναλυτικότερα ο πρώτος, συνθετικά ο δεύτερος, την πορεία της οικονομικής εξέλιξης που οδηγεί με τη σοσιαλιστική οργάνωση σε μια πολυμερή και συνθετική διαπαιδαγώγηση και άσκηση των ικανοτήτων του άνθρωπου, τόσο από τεχνική όσο και από πολιτιστική άποψη.
_______________________________________

Τέλος, τα διάφορα προϊόντα της καλλιτεχνικής δημιουργίας, κάτω από την αναρχία της καπιταλιστικής παραγωγής, χάνουνε πια εκείνη την οργανική σύνδεση τους το ένα με το άλλο, τη φυσική τους συνέχει και ομαλή διαδοχή — ιδιότητες που χάρη σ' αυτές οι παλαιότεροι πολιτισμοί, λ.χ. ο αρχαίος ελληνικός, υψώνονται μπροστά μας σαν μεγαλοπρεπή, ενιαία και αρμονικά σύνολα, όπου το κάθε μέρος τους έχει την ατομική και πρωτότυπη σφραγίδα του δημιουργού του, μα όλα μαζί τα μέρη, σαν βραδεία, σταθερή, οργανική ανάπτυξη και τελειοποίηση το να μεσ' από το άλλο, αποτελούνε μία αρμονισμένη, σφιχτοδεμένη, επιβλητική σύνθεση. Εσωτερική ανάγκη της καπιταλιστικής παραγωγής είναι η απότομη και σε ολοένα και πιο σύντομα χρονικά διαστήματα μεταβολή των όρων και των μεθόδων της και η αδιάκοπη μεταμόρφωση των προϊόντων. Η απαίτηση της αγοράς είναι κάθε τόσο να αντικρίζει καινούργια πράγματα, ας είναι και χωρίς καμιά συνοχή με τα χτεσινά. στην περιοχή της τέχνης η αντίστοιχη σύγχρονη τάση είναι ο πυρετός του καινούργιου, ο ακατάπαυστος νεωτερισμός αυτός καθεαυτός, το καθημερινό κυνήγι για το απλώς νεότροπο και ριζικά αντίθετο με τα πριν, το απλώς εντυπωσιακό, το φανταχτερό, ανεξάρτητα από την εσωτερική αξία του η μόδα . Η τάση αυτή είναι η άρνηση κάθε φυσικής οργανικής εξέλιξης στο πεδίο της τέχνης και της πνευματικής καλλιέργειας, που έτσι γίνονται το βασίλειο του πιο ασυνάρτητου και του πιο κούφιου ντιλεταντισμού.
Η βαθύτερη όμως κρίση του σημερινού πολιτισμού βρίσκεται στην αδιάλυτη αντίφαση της ιδεολογίας του προς το οικονομικοκοινωνικό καθεστώς.
Η ιδέα της ατομικής ελευθερίας ήταν το ιδεολογικό όπλο που μ' αυτό η αστική τάξη κατέλυσε τη φεουδαρχία, Η ιδέα αυτή στο επαναστατικό στάδιο της αστικής τάξης ήταν η γνήσια έκφραση των οικονομικών και κοινωνικών όρων, που αληθινά απαιτούσανε την απελευθέρωση της παραγωγής από τα συντεχνιακά και άριστο κρατικά δεσμά της κάστας και γενικά της φεουδαρχικής κοινωνικής συγκρότησης. Γι' αυτό το λόγο η αστική τάξη μπόρεσε πραγματικά την εποχή εκείνη (18ος αιώνας) να δημιουργήσει έργα πολιτισμού αξιόλογα. Από τότε όμως που η αστική τάξη έγινε κυρίαρχη τάξη της κοινωνίας (Γαλλική Επανάσταση) αποδείχτηκε πως ήταν αδύνατο νά εφαρμόσει σε όλη την κοινωνία, και συγκεκριμένα στα εργαζόμενα στρώμα την ιδέα της ατομικής ελευθερίας, χωρίς ταυτόχρονα να καταρρεύσει ολόκληρο το οικονομικοκοινωνικό καθεστώς της που ακριβώς την ιδεολογία εκείνη διακήρυχνε επίσημα για δική του. Από τότε αρχίζει εσωτερική κρίση του αστικού πολιτισμού. Το δίλημμα του είναι: ή να εγκαταλείψει την παλιά επαναστατική ιδεολογία της ατομικής ελευθερίας με αποτέλεσμα το ιδεολογικό χάος, ή να διατηρήσει την ιδεολογία του εκείνη για να σκεπάζει μ' αυτή το εντελώς αντίθετο περιεχόμενο πράξεων του με αποτέλεσμα το ηθικό χάος, δηλαδή ένα κοινωνικό συγκρότημα που κατατρώγεται εσωτερικά από μία βασική ψευτιά!
Πραγματικά η μεγαλύτερη πολιτιστική κατάχτηση του αστισμού ήταν ο κλασικός ιδεαλισμός με την κεντρική του ιδέα για τον άνθρωπο ως σκοπό αυτόν καθεαυτόν. Η ιδέα αυτή, που τη συναντούμε και σε παλαιότερους πολιτισμούς, ιδίως στον ελληνορωμαϊκό, ποτέ πριν από τον καπιταλισμό δε βρήκε μία τόσο λαμπρή και τέλεια έκφραση όσο στα τέλη του 18ου αιώνα με την άνοδο της αστικής τάξης. και όμως κανένα άλλο κοινωνικό καθεστώς δεν ποδοπάτησε τόσο βάρβαρα την ιδέα αυτή σε όλες τις εκφάνσεις των κοινωνικών σχέσεων, λ.χ. πολιτικών, οικογενειακών κλπ. Η εσωτερική λογική τάση του πολιτισμού έσπρωχνε στο νά αποτυπωθεί ή σφραγίδα εκείνη της ατομικής ελευθερίας και τού ανθρώπου ως σκοπού καθεαυτόν πάνω σε όλα τα έργα της πολιτιστικής δημιουργίας: φιλοσοφία, τέχνη, ηθική κλπ. Μα το ζωντανό υλικό της κοινωνικής πραγματικότητας που θάπαιρνε αυτές τις πολιτιστικές μορφές, καλλιτεχνικές, φιλοσοφικές κλπ., ήταν η καθαρή άρνηση των ιδεών εκείνων. Η αντίφαση αστικής ιδεολογίας και αστικού καθεστώτος αντικαθρεφτίστηκε στα έργα του πολιτισμού σαν μια θανάσιμη αντίφαση της καλλιτεχνικής, φιλοσοφικής, ηθικής κ.λ.π. μορφής προς το περιεχόμενο τους. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο μετά την επανάσταση της η αστική τάξη ήταν ανίκανη νά δημιουργήσει έναν αληθινό πολιτισμό με την υγεία, την αληθινότητα, τη φυσική και χαρωπή αρμονία και την αιώνια ομορφιά που έχουν οι αρχαίοι πολιτισμοί, όπως έξαφνα ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, και που την έχουν κυρίως γιατί απεικονίζουνε πολύμορφα, ειλικρινά και ανυπόκριτα τις ζωντανές πραγματικότητες της ανθρώπινης κοινωνίας στην εποχή τους και δεν κρύβουνε μέσα τους τη βασική ψευτιά της αστικής ιδεολογίας. Γι' αυτόν πάλι το λόγο τα μοναδικά έργα αληθινού πολιτισμού στην εποχή του καπιταλισμού στάθηκαν όχι απεικονίσεις παρά κριτική της αστικής κοινωνίας (λ.χ. Ουγκώ, Ίψεν, Χάινε, Ρώσοι λογοτέχνες κλπ.).
Ή ιδεολογική κρίση του καθεστώτος παίρνει ακόμη εντονότερη μορφή στην περίοδο τη μονοπωλιακή των τραστ και των καρτέλ και των ιμπεριαλιστικών πολέμων. Η εσωτερική ψευτιά του ξεσκεπάζεται τώρα από την ίδια την κυρίαρχη τάξη με αδιάντροπη θρασύτητα. Ο μεταπολεμικός οικονομικός και πολιτικός συγκλονισμός του καπιταλισμού σκορπίζει και σ' όλη την περιοχή του πολιτισμού την αμφιβολία και την απόγνωση. Εύστοχα ειπώθηκε πως μονάχα τον κανιβαλισμό του παγκόσμιου πολέμου και τη λευκή τρομοκρατία της αστικής τάξης έρχονται να συμπληρώσουν οι διάφορες φιλοσοφικές και καλλιτεχνικές τάσεις του μυστικισμού, αποκρυφισμού, εξπρεσιονισμού, κυβισμού και τόσων άλλων -ισμών που ξεπροβάλλουνε σήμερα σαν τελευταίες υψηλές καταχτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού. Όλες τους έχουνε το κοινό γνώρισμα να είναι σπασμωδικές και αρρωστιάρικες αναζητήσεις της αχαλίνωτης φαντασίας, για μια διέξοδο από την αθλιότητα και την αμηχανία ενός κόσμου που καταρρέει, γεννήματα του φόβου του μπρος στην πραγματικότητα και της αδυναμίας του να βρει έναν καινούργιο σκοπό, ένα ιδανικό που νά τον ενθουσιάσει.
Οι θεωρητικοί των νέων αυτών ρευμάτων μας φανερώνουνε καθαρά το αληθινό περιεχόμενο τους. Θα αναφέρουμε έναν από τούς πιο έγκυρους που μας έδωσε χαρακτηριστικές παρατηρήσεις πάνω στη ζωγραφική τέχνη. Ο νατουραλισμός, λέει, και ο ιμπρεσιονισμός στάθηκαν πολιτιστικές τάσεις μιας εποχής προσανατολισμένης σταθερά προς τις φυσικές επιστήμες και το ματεριαλισμό και αναπαραστήσανε την τριγυρινή πραγματικότητα στην ορατή της υπόσταση. Ο εξπρεσιονισμός προχωρώντας πιο πέρα δεν περιορίζεται «στις εντυπώσεις του αμφιβληστροειδούς χιτώνα», εξαϋλώνει τη φύση, «ζητεί να συλλάβει το αιώνιο, το αληθινό, το πνευματικό» πίσω από τα ορατά πράγματα, παριστάνει το «Είναι το ανεξάρτητο από τον εξωτερικό κόσμο» και το διαμορφώνει «σύμφωνα με άλλους πνευματικότερους κανόνες κι όχι με τους κανόνες της όρασης»3!
_______________________________________

Σημείωση 3. Από το εγκωμιαστικό άρθρο του καθηγητή Walter Bombe για το ζωγράφο Lorenz Boesken, στα «Velhagen und Klassings Monatsheiten» (Απρίλης, 1925). Το αναφέρει ό K. Kautsy: «Materielistiche Ceschichtsauffassung» 1927, Band 1, S. 376.
_______________________________________

Και η «ανώτερη» αυτή τάση ενσαρκώνεται σε «καλλιτεχνικά» έργα που μη ξεφεύγοντας από ένα φανταχτερό συμπίλημα ορισμένων χρωμάτων, σχημάτων και γραμμών ζητεί να προκαλέσει απλώς την έντονη εντύπωση και τίποτε παραπάνω και βρίσκει την «αόρατη» πλευρά των πραγμάτων με το να παριστάνει τα δέντρα όχι πράσινα αλλά μαβιά, τα άλογα με τρία πόδια και τους ανθρώπους με χέρια που βγαίνουν από την κοιλιά! Τέτοια είναι εκδηλωμένη στην καλλιτεχνική περιοχή η απομάκρυνση του νεότατου αστισμού από τη φύση και από τη θλιβερή γι’ αυτόν πραγματικότητα. Αποσύνθεση δηλαδή ολοκληρωτική και χρεοκοπία κάθε ιδέας καλλιτεχνικής δημιουργίας.

Γενάρης 1931


(Τό παραπάνω άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό «Ρυθμός», μηνιαία Έκδοση Επιστήμης και Τεχνών, περίοδος Α', αριθ. φύλλο 1, 1931, της «Φοιτητικής Συντροφιάς»).

Από το βιβλίου του Π. Πουλιόπουλου

«Άρθρα Μελέτες Πολεμικές» σελ 9-16,

Εκδόσεις "ΠΩΤΟΠΟΡΙΑΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ"
 http://denpaeiallo-xylok.blogspot.gr

Σάββατο 11 Μαρτίου 2017

Η Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων: ή μήπως η αρχή του τέλους της Ένωσης;



Όλοι σκεφτήκαμε πως το Brexit είναι πιθανότατα η αρχή του ολοκληρωτικού ξηλώματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκείνο το καλοκαίρι ακούστηκε ένα καμπανάκι πάνω από την Γηραιά Ήπειρο, μόνο που δεν ήταν προειδοποιητικό. Οι διαδικασίες εξόδου μιας χώρας-μέλους έδωσε τροφή σε πολλά ακροδεξιά κόμματα τα οποία υιοθέτησαν στις προεκλογικές τους υποσχέσεις αντίστοιχα δημοψηφίσματα. Σενάρια όχι μακρινά μιας κι η πανευρωπαϊκή εκλογική περίοδο ξεκινάει αυτήν την Κυριακή στην Ολλανδία.
Γι' αυτό και λίγο πριν την τελική στροφή των αμφίρροπων εκλογών σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία (πιθανότατα και Ιταλία), η Ευρωπαϊκή Ένωση κάνει απεγνωσμένες προσπάθειες να κρατήσει την εύθραυστη συνοχή της χωρίς να θίξει τα συμφέροντα της ολιγαρχίας.
Την περασμένη βδομάδα ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ παρουσίασε ενώπιον της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τη «Λευκή Βίβλο» για το μέλλον της Ε.Ε. των «27». Σκοπός του Γιούνκερ είναι ο προβληματισμός των κρατών-μελών, ευελπιστώντας πως θα προκύψουν σωτήριες προτάσεις για την Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου. Παράλληλα παρουσίασε πέντε πιθανά σενάρια για την πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέχρι το 2025.
Μετά την πρωτοβουλία του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ακολούθησε συνάντηση των εκπροσώπων των τεσσάρων μεγαλύτερων οικονομικών δυνάμεων της Ε.Ε. στις Βερσαλλίες όπου τάχθηκαν υπέρ μιας Ευρώπης πολλών ταχυτήτων. Στις δηλώσεις τους ακούστηκαν απόψεις οι οποίες περισσότερο σύγχυση προκάλεσαν παρά αισιοδοξία.
Η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε ότι «οι Ευρωπαίοι οφείλουν να έχουν το θάρρος να αποδεχτούν πως κάποιες χώρες τρέχουν πιο γρήγορα από άλλες». Αυτό είναι επιβεβαιωμένο δεκαετίες τώρα, οπότε σε τι αναφέρεται η Μέρκελ όταν λέει πως «καιρός να φύγουμε μπροστά». Και με τις αργοπορημένες χώρες τι θα γίνει; Θα μείνουν πίσω;
Από την άλλη ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολαντ δήλωσε πως η «ενότητα δεν σημαίνει ομοιομορφία», μόνο που εδώ δε μιλάμε για ενότητα μεταξύ ατόμων αλλά ενότητα χωρών. Αν δεν υπάρχει αυτή η ομοιομορφία που δεκαετίες τώρα κυνηγάει η Ευρωπαϊκή Ένωση, τότε σε ποια ενότητα μιλάμε;
Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω πως τον Ιούνιο του 2015, η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη αντέδρασε άσχημα μετά τις αποκαλύψεις της γερμανικής εφημερίδας Die Zeit, η οποία παρουσίασε ένα μυστικό συμφωνητικό έγγραφο μεταξύ Μέρκελ κι Ολάντ για τη δημιουργία μιας Ευρώπης δυο ταχυτήτων. Σήμερα όμως μας παροτρύνουν να δούμε αισιόδοξα τις δηλώσεις για μία Ευρώπη πολλών ταχυτήτων.
Πιθανότατα προσπαθούν να μας περάσουν όσο πιο ανώδυνα γίνεται (ίσως να το παρουσιάσουν κι ως επιτυχία) την επερχόμενη διάλυση μιας Ένωσης την οποία είχαν οραματιστεί κάποτε αλλιώς…
http://chatzelenisgeorge.blogspot.gr
Πρώτη δημοσίευση: aplotaria.gr

Οι «πολίτες του κόσμου» ενάντια στον λαό

Του Jim Butcher για το Online περιοδικό: Spiked Magazine
Μετάφραση (και σχόλια) του Μιχάλη Θεοδοσιάδη

Οι αυτοαποκαλούμενοι πολίτες του κόσμου καθοδηγούνται από περιφρόνηση για τους λαούς.

Ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ, Donald Trump, μετά την εκλογική του νίκη και κατά το πρώτο στάδιο της περιοδείας του στο Cincinnati (Ohio) δήλωσε πως «δεν υπάρχει παγκόσμιος [εθνικός] ύμνος. Δεν υπάρχει παγκόσμιο νόμισμα. Δεν υπάρχει πιστοποιητικό παγκόσμιου πολίτη». Ο Trump δεν είναι ο μόνος που απορρίπτει την ιδέα της παγκόσμιας πολιτότητας [1]. Μιλώντας στο συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος το φθινόπωρο, η πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Theresa May, ισχυρίστηκε ότι «αν πιστεύετε πως είστε πολίτες του κόσμου, τότε είστε πολίτες του πουθενά. Δεν καταλαβαίνετε τι σημαίνει πολιτότητα».

Υπάρχουν πολλοί που δεν αποδέχονται φιλικά την κριτική στην ιδέα της παγκόσμιας πολιτότητας. Όπως αποκάλυψαν, τόσο η May και ο Trump, ορισμένοι αυτοαποκαλούμενοι πολίτες του κόσμου εκλαμβάνουν οποιαδήποτε κριτική στο δόγμα τους ως ρατσισμό, ως ένα επιχείρημα υπέρ του εθνικού σοβινισμού. Κάτι τέτοιο δεν αποτελεί έκπληξη. Πολλοί άνθρωποι είναι δοσμένοι στην ιδέα της παγκόσμιας πολιτότητας. Μια έρευνα στις αρχές του χρόνου διαπίστωσε ότι το 47% των Βρετανών και το 43% των Αμερικανών θεωρούν τους εαυτούς τους κυρίως πολίτες του κόσμου, και όχι πολίτες των εθνών τους.

Παρότι τα κίνητρα της May και του Trump απέχουν από το να είναι προοδευτικά, είναι βάσιμα σε ό,τι αφορά την παγκόσμια πολιτότητα, η οποία αποτελεί ηθική χειρονομία που λίγα έχει να προσφέρει σε αυτούς χωρίς πολιτότητα εθνική.

Σκεφθείτε το δράμα των απάτριδων στην Ευρώπη. Ο ΟΗΕ εκτιμά ότι υπάρχουν τουλάχιστον 680.000 από αυτούς, αν και ο πραγματικός αριθμός πιστεύεται ότι είναι πολύ μεγαλύτερος. Χωρίς υπηκοότητα έχουν ελάχιστες πιθανότητες να οικοδομήσουν μια ζωή, μια καριέρα ή μια οικογένεια, και μπορεί να παίζουν μικρό ρόλο στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή ενός έθνου-κράτους [2], πόσο μάλλον στον κόσμο. Ας εξετάσουμε τους απελπισμένους κατοίκους του καταυλισμού προσφύγων στη ζούγκλα του Calais: διακινδύνευσαν τη ζωή τους για να έρθουν στο Ηνωμένο Βασίλειο, επειδή προτίμησαν τα νόμιμα δικαιώματα της εθνικής πολιτότητας από τη μίζερη πραγματικότητα της παγκόσμιας πολιτότητας, και αυτό δεν είναι περίεργο. Όπως το έθεσε η Hannah Arendt, όσοι δεν έχουν την πολιτότητα ενός κράτους είναι σαν να στερούνται το δικαίωμα τους να έχουν δικαιώματα.

Συνεπώς, γιατί τόσοι πολλοί δίνουν αξία στην ιδέα της παγκόσμιας πολιτότητας; Γιατί τόσοι πολλοί πιστεύουν ότι είναι προτιμότερο κάποιος να είναι «πολίτης του κόσμου» αντί πολίτης ενός έθνους-κράτους;

Στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, η πολιτότητα συνδέεται με την επίσημη ένταξη ενός ατόμου στο έθνος-κράτος. Οι πολίτες μέσα σε αυτό το κράτος έχουν δικαιώματα (καθώς και υποχρεώσεις που απορρέουν από το νόμο), μερικές φορές γραμμένα σε κάποιο Σύνταγμα. Η Arendt, εξετάζοντας την ιστορία και την εξέλιξη της έννοιας της ιδιότητας του πολίτη από την Αρχαία Αθήνα και έπειτα, υπερασπίστηκε τις δυνατότητες αυτής της ουσιαστικά ρεπουμπλικανικής ιδέας αναφορικά με την ιδιότητα του πολίτη, λόγω της ευκαιρίας που παρέχεται στο άτομο να παίξει ένα ρόλο στη δημόσια σφαίρα και να βοηθήσει να καθορίσει το μέλλον της κοινωνίας εντός της οποίας αυτός/ή ζει.

Η παγκόσμια πολιτότητα προσφέρει ένα πολύ διαφορετικό μοντέλο πολιτότητας. Υπερβαίνει τα πολιτικά σύνορα, και υποθέτει ότι οι ευθύνες και τα δικαιώματα μπορούν να προέρχονται από το να είναι κανείς «πολίτης του κόσμου». Δεν αρνείται την εθνική υπηκοότητα, αλλά η τελευταία συχνά θεωρείται ότι είναι πιο περιορισμένη, ηθικά όσο και χωρικά.

Η συνηγορία υπέρ της παγκόσμιας πολιτότητας, που κατά κύριο λόγο συναντά κανείς στα σχολεία και τα πανεπιστήμια, θέτει ως βάση της την ιδέα ότι σημαντικά πολιτικά ζητήματα, όπως η περιβαλλοντική καταστροφή, η κλιματική αλλαγή και η ανάπτυξη, είναι ζητήματα παγκόσμια σε χαρακτήρα. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι τα άτομα ενθαρρύνονται να ενεργούν ως ιδιώτες και, πάνω απ ‘όλα, ως ηθικοί καταναλωτές. Σε αυτή την ιδιωτική και ατομική επιδίωξη βοηθά η αγορά, οι διεθνείς μη κυβερνητικές οργανώσεις και οι υπερεθνικοί οργανισμοί, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα Ηνωμένα Έθνη.

Αλλά η παγκόσμια πολιτότητα δεν είναι πραγματικά πολιτότητα με την πλήρη έννοια του όρου. Μπορεί να αντανακλά μια ευρεία επιθυμία για δράση σε παγκόσμιο επίπεδο, το οποίο δεν είναι απαραίτητα κατακριτέο. Όμως μειώνει επίσης το άτομο στην παθητική κατάσταση του καταναλωτή (να αγοράζει fair trade προϊόντα, για παράδειγμα), και δεν δίνει χώρο για δημοκρατική συμμετοχή ή πολιτική αμφισβήτηση. Και, ως εκ τούτου, είναι αδύνατο να παρέχει στο άτομο τα σημαντικά πολιτικά δικαιώματα σε αντίθεση με την εθνική πολιτότητα. Έχει τη δυνατότητα να παράσχει φιλανθρωπία στους απάτριδες, αλλά όχι ένα μέλλον.

Ωστόσο, έπειτα από το Brexit και την εκλογική νίκη του Trump, ορισμένοι σχολιαστές και ακτιβιστές έχουν απορροφηθεί ιδιαίτερα στην υπεράσπιση του «πολίτη του κόσμου». Αυτό σηματοδοτεί μια υποχώρηση από την πραγματική ιδιότητα του πολίτη. Είναι ένας τρόπος που αναζητά κανείς αναβολή από τη δημοκρατία, ένας τρόπος αποφυγής αντιμετώπισης των πολιτικών απόψεων και των επιχειρημάτων των συμπολιτών μας. Από τη στιγμή που η εθνική πολιτότητα συγχέεται με τη μισαλλοδοξία ή ακόμα και τον φασισμό, το γεγονός ότι κάποιοι θα προτιμούσαν να προσδιοριστούν ως «πολίτες του πουθενά», αντανακλά την αποξένωση τους από την εθνική πολιτική.

Κατά ειρωνικό τρόπο, μόνο μέσω της εθνικής πολιτικής (στο πλαίσιο των εθνικών εκλογών), στην οποία οι άνθρωποι προσπαθούν να πείσουν τους υπόλοιπους με επιχειρήματα, τα ανοιχτά σύνορα και μια πιο πραγματική παγκόσμια πολιτότητα μπορούν να επιτευχθούν, καθώς και πιο ελεύθερες μετακινήσεις και μια ευρύτερη ιδέα για την ιδιότητα του πολίτη [3]. Το να είναι κανείς υπέρμαχος της παγκόσμιας ιδιότητας του πολίτη σημαίνει συχνά ότι εγκαταλείπει αυτό το έδαφος υπέρ ενός ψεύτικου πολιτισμικού πολέμου μεταξύ των εξωστρεφών κοσμοπολιτών και των ψηφοφόρων του Trump ή των εθνικιστών οπαδών του Brexit. Στην πραγματικότητα, ο προσανατολισμός προς την παγκοσμιότητα είναι ένα μέσο διαφοροποίησης του εαυτού από τον λαό· καταλήγει σε απόσυρση από την πολιτική.

Στο The Rights of Man, ο Thomas Paine είπε τα εξής: «ο κόσμος είναι η χώρα μου, όλη η ανθρωπότητα είναι αδελφοί μου, και το να κάνει κανείς το καλό είναι η θρησκεία μου». Ωστόσο, ο ίδιος πέρασε την ενήλικη ζωή του αγωνιζόμενος υπέρ της ρεπουμπλικανικής πολιτότητας στις ΗΠΑ, τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, ακριβώς διότι έτσι, ελεύθεροι οι πολίτες θα μπορούσαν να διαμορφώσουν τη δική τους μοίρα και να κάνουν καλές πράξεις. Ένας αληθινός κοσμοπολιτισμός[4] πρέπει να καθιερώσει την έννοια της κοινότητας μέσα από την αντιμετώπιση των καθημερινών πολιτικών ζητημάτων αντί να διαχωρίζει τον εαυτό του από τους συμπολίτες του που σκέφτονται διαφορετικά.

[1] Στμ. Συνήθως ο όρος citizenship αποδίδεται στα Ελληνικά ως ιθαγένεια (ή και πολλές φορές ως υπηκοότητα). Η «ιθαγένεια» καθιερώνεται επισήμως ως αντικαταστατό της «υπηκοότητας» με το τέλος της βασιλείας και κυρίως την εδραίωση της Προεδρευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Δεδομένου ότι η έννοια «υπήκοος» αφορούσε περισσότερο τον «υπήκοο του βασιλιά» (αυτόν που, με άλλα λόγια, είναι δεμένος με την εξουσία του παλατιού) το μετα-μοναρχικό νεοελληνικό κράτος προσπάθησε με αυτόν τον τρόπο να εξαλείψει θεσμικά νόρμες που παρέπεμπαν στο παλαιό καθεστώς. Ετυμολογικά όμως αν το δει κανείς, η ιθαγένεια παραπέμπει στο γένος, δηλαδή στους δεσμούς αίματος μεταξύ ανθρώπων, κοινώς στον φυλετισμό και τον εθνορομαντισμό. Απεναντίας η ρεπουμπλικανική ιδέα του citizenship αναφέρεται στην πολιτική συμμετοχή των ανθρώπων και στην ιδιότητά τους να μπορούν να αποτελούν μέρος ενός πολιτικού σώματος (είτε αυτό είναι το φιλελεύθερο έθνος κράτος είτε μια συνέλευση πολιτών) το οποίο λαμβάνει αποφάσεις. Συνεπώς, πιο σωστά ο όρος citizenship μπορεί να μεταφραστεί ως «πολιτότητα», καθώς είναι η μόνη λέξη που παραπέμπει στον πολίτη και όχι στο γένος, στις φατριές ή στη μοναρχία.

[2] Στμ. Συχνά η λέξη nation μεταφράζεται ως «έθνος». Στην Αγγλική γλώσσα (και σχεδόν σε όλες τις γλώσσες Λατινικής προέλευσης) η λέξη nation έχει διαφορετική σημασία και βαρύτητα από το Ελληνικό «έθνος». Πολλές φορές αναφέρεται στη ρεπουμπλικανική/νεωτερική ιδέα της ενοποίηση των τοπικών πληθυσμών κατά των φεουδαρχών, των ιερατείων και των βασιλιάδων κάτω από τη μηχανή του έθνους-κράτους, και καθόλου δεν σχετίζεται με την Ελληνική έκδοση της λέξης ως έθνος (που ετυμολογικά παραπέμπει στο ethnicity – ethnic, ethnos – , δηλαδή στην εθνότητα). Συνεπώς, μια πιο σωστή απόδοση του nation (όπως το χρησιμοποιεί ο Butcher) θα ήταν «έθνος-κράτος».

[3] Στμ. Θα άξιζε βέβαια να συζητηθεί το κατά πόσο μια εθνική πολιτική μπορεί να προάγει την πραγματική έννοια του πολίτη. Με άλλα λόγια, είναι ικανό το έθνος-κράτος να καταστήσει τους ανθρώπους όντα πολιτικά (ικανά να συμμετέχουν στη δημόσια σφαίρα και στις συνελεύσεις, λαμβάνοντας αποφάσεις); Μπορεί το έθνος (nation) να αποτελεί βασική προϋπόθεση μιας δημοκρατίας, όπως είχε επανειλημμένως τονίσει και ο Ρουσώ, ωστόσο την ίδια στιγμή ο ίδιος στοχαστής μας λέει ότι ένα τέτοιο πολίτευμα είναι εφικτό μονάχα σε μικρές κοινότητες. Πώς, λοιπόν, θα μπορούσε το Αμερικανικό κράτος (για παράδειγμα) που αντιπροσωπεύει εκατοντάδες εκατομμύρια πολίτες, να προωθήσει τη δημοκρατική συμμετοχή; Συνεπώς, ο δημοκρατικός πολίτης έχει ανάγκη, κατά κάποιον τρόπο, τη σμίκρυνση του «έθνους», προς ένα πιο ομοσπονδιακό καθεστώς, ώστε να μπορούν σε τοπικό επίπεδο να ριζώσουν σώματα ενεργών πολιτών, οι οποίοι θα μπορούν να αποφασίζουν για θέματα που αφορούν τις δικές τους κοινότητες πρωταρχικά.

[4] Στμ. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναρωτηθούμε αν ο όρος «πραγματικός κοσμοπολιτισμός» μπορεί να χρησιμοποιηθεί προκειμένου να περιγράψει στο ακέραιο τη βασική ιδέα που προωθεί ο συγγραφέας, δηλαδή την έμφαση που αξίζει να δοθεί στον «κοινό μας κόσμο», την καλλιέργεια μιας αντίληψης που θα ενδιαφέρεται για προβλήματα που απασχολούν όλη την ανθρωπότητα και όχι μονάχα μια μικρή κοινότητα ανθρώπων (όσο δημοκρατική και αν είναι αυτή). Όπως ισχυριζόταν ο Κονδύλης (βλ. Παρακμή του Αστικού Πολιτισμού), οποιαδήποτε αναφορά μας σε μια έννοια προϋποθέτει (από μέρος μας) να είμαστε ξεκάθαροι ως προς το περιεχόμενο και τις σημασίες που αυτή πρεσβεύει. Θα πρέπει, με άλλα λόγια, να γνωρίζουμε για το τί ακριβώς μιλάμε και σε τί πράγμα αναφερόμαστε. Ο όρος «κοσμο-πολιτισμός» παραπέμπει σε έναν ανθρωπολογικό τύπο που ακούει στο όνομα πολίτης του κόσμου. Ως εκ τούτου, ο πολίτης αυτός δεν μπορεί να περιορίζεται μέσα σε στενά γεωγραφικά όρια (δεν μπορεί να είναι ίδιος με τον ανθρωπότυπο του πολιτικού όντος). Βέβαια, ο συγγραφέας ήδη απορρίπτει τον πολίτη του κόσμου, ορθώς λέγοντας ότι κανείς δεν μπορεί να ταυτιστεί με ολόκληρο τον πλανήτη, μήτε μπορεί να υπάρξει δημόσια σφαίρα που θα λειτουργεί σε παγκόσμια κλίμακα (άλλωστε, η δημοκρατία είναι εφικτή μόνο σε μικρές κοινότητες ανθρώπων, όπως ειπώθηκε και παραπάνω). Επιπλέον, ο ίδιος ο Καστοριάδης, σε ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά του βιβλία (βλ Φαντασιακή Θέσμιση της Κοινωνίας), ασκώντας κριτική στον Μαρξ λέει ότι δεν μπορεί να αποκοπεί η πραγματικότητα από το ιδεολογικό πλαίσιο στο οποίο η ίδια αντιστοιχεί. Με άλλα λόγια, δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε το Σοβιετικό καθεστώς από την ιδεολογία του Μαρξισμού-Λενινισμού (δίχως κάτι τέτοιο να σημαίνει ότι όποιος επηρεάζεται φιλοσοφικά από τον Μαρξ θα οικοδομήσει de facto ένα ολοκληρωτικό καθεστώς). Συνεπώς, δεν μπορούμε να μιλάμε για τον «σωστό Μαρξισμό» θεωρώντας ότι η πρακτική του εφαρμογή στις χώρες της ΕΣΣΔ ήταν απλά μια «λάθος εφαρμογή του». Παρομοίως δεν μπορούμε να μιλάμε για «πραγματικό κοσμοπολιτισμό», δεδομένου ότι η σημερινή παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα δεν μπορεί να κατανοηθεί έξω από τα πλαίσια του περιεχομένου της έννοιας «παγκόσμιος πολίτης». Θα μπορούσαμε βέβαια να χρησιμοποιήσουμε έναν άλλον όρο για να περιγράψουμε το ενδιαφέρον μας για τον «κοινό κόσμο», τον λαϊκό οικουμενισμό, πάνω στη σκέψη της Simone Weil. Ένας οικουμενισμός που, σε αντίθεση με τον παγκοσμιοποιημένο κοσμοπολιτισμό, δεν θα στερεί από τα πολιτικά σώματα την αρχή της λήψης των αποφάσεων, αλλά (εν αντιθέσει με τον εθνικισμό) θα θεωρεί ότι κάποιες αξίες (όπως η ισότητα και ο σεβασμός των λαών) είναι κοινές για όλους τους ανθρώπους.

 http://www.respublica.gr

Πέμπτη 9 Μαρτίου 2017

Ζούμε την κατάρρευση της Νεωτερικότητας

Γράφει ο Lucifugo, a diavolo in corpo

[1]

Η κατάρρευση της Νεωτερικότητας είναι η αδυνατότητα της αξιακής μορφής να επαναορίσει τον κόσμο της, να επαναθεμελιώσει τις ίδιες της βασικές της κατηγορίες (αξία, χρήμα, εμπόρευμα, αφηρημένη εργασία, κράτος-έθνος). Το τρέχον γενικό πλαίσιο της κρίσης αξιοποίησης είναι, ταυτόχρονα, κρίση της δυνατότητας του κεφαλαίου να επανεκκινεί από τον εαυτό του και να ιδρύει εκ νέου τον παλιό κόσμο.

[2]

Θεμελιακό στοιχείο αυτού του αξεπέραστου καπιταλιστικού αδιεξόδου είναι η αποουσιοποίηση της εργασίας ως παραγωγικής δύναμης του κεφαλαίου και -κατ’ επέκταση- ως κοινωνικής επένδυσης. Η “εργασία”, ως σιωπηλός οικονομικός εξαναγκασμός και πραγματική αφαίρεση (Robert Kurz), έφτασε να έχει πλήρως αποδεσμευτεί από τη σταθερή προοπτική της κοινωνικής ανόδου μέσα από τις συμπληγάδες της συσσώρευσης.

[3]

Η υπεραφθονία του εμπορεύματος “εργασιακή δύναμη” εξωθεί τους πωλητές και τις πωλήτριες αυτού του ιδιόμορφου εμπορεύματος σ’ έναν ατομικό νομαδισμό ανεύρεσης εργασίας και αυτοπειθάρχησης στο πλασάρισμα του εαυτού τους, αν θέλουν να “βρουν δουλειά”. Όσοι-ες τα καταφέρνουν δεν μπορούν παρά να δένουν τη μοίρα τους στο συρρικνούμενο άρμα της συσσώρευσης (από εδώ και η αβεβαιότητα, η ανασφάλεια για το “μέλλον” κτλ). Το μαστίγιο στη γαλέρα της μισθωτής εργασίας-σε-κρίση δεν είναι η απαρχαιωμένη προτεσταντική Ηθική της Εργασίας αλλά η ψυχαναγκαστική ιδέα της πιθανής κατάληξης στη “χωρίς ιδιότητες μάζα” των αποκλεισμένων.

[4]

Αντιστρόφως ανάλογη της καπιταλιστικής κατάργησης της εργασίας ως παραγωγικής “ταυτότητας, νοήματος και της αίσθησης του μέλλοντος” (Will Barnes) είναι η επέκταση της λογικής της Επιχείρησης σε κάθε λειτουργικά διαχωρισμένη σφαίρα της αστικής κοινωνίας. Από το Κράτος μέχρι το Πανεπιστήμιο και την Οικογένεια η γενικευμένη αφαίρεση του “κόστους – οφέλους” ρυθμίζει την υλικότητα των καθημερινών ανθρώπινων σχέσεων, η ίδια η δομή των ανθρώπινων αναγκών διαμορφώνεται συστηματικά με βάση την ψευδο-αρχή της γενικής ανταλλαξιμότητας μετατρέποντας εν δυνάμει τα πάντα σε συμβολικο-πρακτικές εστίες ανταγωνισμού και κερδοφορίας.

[5]

Η αποδόμηση του μεταπολεμικού Κράτους-Δικαίου και η απορρόφησή του από το Κράτος-Δίκτυο (Jacques Wajnsztejn) οργανωμένο ως Επιχείρηση μετέτρεψε την πρόσβαση-στην-αξία (στη δουλειά, στο χρήμα κτλ) σε πιο “προσωπική υπόθεση” που δεν συνδέεται απλώς και μόνο άμεσα με την ίδια την ατομικότητα και την προσωπικότητα του ατόμου: η “αξία” έγινε η αδιαμφισβήτητη απόδειξη της ύπαρξής του, το “άτομο” προκατηγορικά έχει ως ύψιστο καθήκον του, σε συνθήκες απεριόριστου ανταγωνισμού, να δείχνει συνεχώς την “αξία” του ενάντια-σε-όλα τα άλλα και δεν υπάρχει μεγαλύτερη προσωπική αποτυχία από την αποτυχία στην πρόσβαση-της-αξίας: ισοδυναμεί με κάτι το ασυγχώρητο, με την ίδια την εκμηδένιση του “προσώπου” ως μάσκας κοινωνικά αποδεκτού χαρακτήρα, ισοδυναμεί με τον ίδιο το θάνατο.

[6]

Η αποουσιοποίηση της εργασίας ως κεντρική στιγμή του τέλους της Νεωτερικότητας δε θα μπορούσε να συμβεί χωρίς την τροποποίηση των αμοιβαίων σχέσεων μεταξύ των τριών συστατικών της καπιταλιστικής Αγίας Τριάδας, μεταξύ της Οικονομίας της Αγοράς, του Κράτους-Έθνους και της Κοινωνίας των Πολιτών. Συρρίκνωση της διαδικασίας αξιοποίησης του κεφαλαίου σημαίνει, στον ίδιο χρόνο, βίαιη προσαρμογή της ιδιότητας του Πολίτη σε αυτή τη διογκούμενη συρρίκνωση που καθοδηγείται από το Κράτος.

[7]

Ο “καθολικός εθνικός πολίτης” είναι ανθρώπινος μόνο ως υποκείμενο της εργασίας και ως ιδιοκτήτης του εμπορεύματός του. Από τη στιγμή που η δομική υπερπροσφορά των πωλητών εργασιακής δύναμης πετάει πάντα κάποιους “άλλους” εκτός, χωρίς να βρίσκεται τελικός αγοραστής γιαυτό το εμπόρευμα, οι “φορείς” του κινδυνεύουν να αποκλειστούν και από αυτή την ψευδοκαθολική ιδιότητα του Πολίτη που στο αστικό σύμπαν είναι συνώνυμη με αυτήν του “ανθρώπου”. Η μεταναστευτική-προσφυγική κρίση και ο τρόπος αντιμετώπισής της από τα Κράτη είναι χαρακτηριστική επί αυτού και αποτελεί τον προάγγελο της κόλασης, αν τα πράγματα “μείνουν ως έχουν”. Με τη ρευστοποίηση των σχέσεων μεταξύ της Οικονομίας της Αγοράς, του Κράτους-Έθνους και της Κοινωνίας των Πολιτών η αξιακή μορφή δεν καταργεί, ούτε υπερβαίνει τίποτε αλλά παρακάμπτει τις ενδιάμεσες διαμεσολαβήσεις της για να γίνει η ίδια η “απόλυτη” διαμεσολάβηση που οδηγεί στο σημείο Μηδέν της βαρβαρότητας και της κατάρρευσης.

[8]

Η κατάρρευση της Νεωτερικότητας και η αυγή μιας Εποχής καπιταλιστικής νεο-δουλείας φέρνει στο φως και το οριστικό τέλος της ιστορικής Αριστεράς, της Αριστεράς της οντολογικοποιημένης και γιαυτό διϊστορικής και αιώνιας “ταξικής πάλης”, με τις δυϊστικές θεωρητικές κατηγορίες της “εξωτερικής εκμετάλλευσης” (η καπιταλιστική τάξη ιδιοποιείται το ουδέτερο υπερπροϊόν της εργατικής τάξης) και γιαυτό ο σοσιαλισμός/κομμουνισμός ανάγεται λίγο-πολύ σε ζήτημα οργανωτικής μορφής ενός αδιάφορου περιεχομένου, με άλλα λόγια στην κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας και στην κρατικοποίηση όλων των καπιταλιστικών δεινών και αδιεξόδων για να γίνουν οι εργάτες “αφέντες στο χώρο τους”. Η Αριστερά ως κομμάτι της ανάδυσης και της διεύρυνσης των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων είναι πλέον νεκρή και στις καλύτερες στιγμές της ακόμα δεν τα κατάφερε να πάει πέρα από μια άλλου είδους διαχείριση των αστικών κατηγοριών. Η καπιταλιστική αποουσιοποίηση της εργασίας, ως αναγκαίος όρος της ρευστοποίησης των σχέσεων μεταξύ του Κράτους και της Αγοράς, έφερε και τη λήξη του δίπολου “Αριστεράς και Δεξιάς” διαμορφώνοντας τις προϋποθέσεις για την ίδια την κρίση της “πολιτικής” εν γένει.

[9]

Ο αστός άνθρωπος έχει δυο ψυχές σε ένα σώμα: τον Homo Economicus και τον Homo Politicus. Η αρρώστια της μιας ψυχής εκφράζει το πόσο άρρωστη είναι η άλλη και το αντίστροφο, αδιαχώριστες όπως είναι μέσα στο ένα και το αυτό σώμα που νοσεί. Φαινόμενα τύπου Τrump στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η άνοδος Le Pen στη Γαλλία, το “Κίνημα 5 Αστέρων” στην Ιταλία, η αριστεροδεξιά κυβέρνηση στην Ελλάδα, το αγγλικό BREXIT, με άλλα λόγια ο εκφασισμός του δημοκρατικού Κράτους ως όψη του εκδημοκρατισμού του Φασισμού και το αντίστροφο είναι τα συμπτώματα α) τόσο του τέλους της “πολιτικής της ενσωμάτωσης” όσο β) και της αρχής της “πολιτικής της εξόντωσης” που θα διαχειριστεί τους ανίκανους-για-αξιοποίηση πληθυσμούς.

[10]

Ζούμε την κατάρρευση της Νεωτερικότητας

Προλετάριοι όλων των χωρών, σταματήστε τη δουλειά!

πηγή:

https://theshadesmag.wordpress.com/2017/02/13/katareusitisneoterikotitas/

Το αντιπαγκοσμιοποιητικό ρεύμα

Του Γιάννη Ραχιώτη


Το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, όπως και το Brexit, με κριτήριο τις δημοσκοπήσεις ήταν έκπληξη. Πρέπει, όμως, να παραδεχθούμε ότι οι δημοσκοπήσεις δεν ήταν στημένες αφού και οι εταιρείες που εργάστηκαν για την άλλη όχθη δεν έκαναν διαφορετικές προγνώσεις. Φαίνεται ότι τα περιθωριοποιημένα κοινωνικά στρώματα ή δεν προσεγγίζονται ή δεν εκφράζονται στις δημοσκοπήσεις. Όμως αυτά τα αποτελέσματα δεν θα έπρεπε να θεωρούνται έκπληξη μπροστά σε αυτό το οποίο προκάλεσε η νεοφιλελεύθερη απορρύθμιση στους λαούς αυτών ακριβώς των χωρών που, πιο επιθετικά απ’ όλες, εδώ και 40 περίπου χρόνια εφαρμόζουν νεοφιλελεύθερες πολιτικές, με συνέπεια οι ελίτ τους να έχουν συσσωρεύσει πολύ περισσότερο πλούτο, ενώ η φτώχεια ακουμπάει πλέον τον μισό πληθυσμό τους.

Το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος και η νίκη του Τραμπ οφείλονται, σε πολύ μεγάλο βαθμό, στην εργατική τάξη και τους φτωχούς, δηλαδή στα θύματα του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης. Αυτοί παρ’ ότι διαμόρφωσαν τις πλειοψηφίες, δεν ηγεμόνευσαν σ’ αυτές. Έστω και έτσι, ήταν μια νίκη τους. Με σαφέστερο περιεχόμενο στην περίπτωση της Βρετανίας, πιο αμφιλεγόμενη στην περίπτωση των ΗΠΑ. Το τμήμα της βρετανικής ελίτ που ηγήθηκε του Brexit και των Ρεπουμπλικανών που στήριξε τον, εκτός πολιτικού κατεστημένου μεγαλοαστό, Τραμπ, δεν εκπροσωπούν φυσικά τα θύματα. Συνδιαλέγονται μαζί τους αλλά δεν άλλαξαν στρατόπεδο. Είχαν τους δικούς τους λόγους να επιδιώκουν αλλαγή πορείας.

Η τεράστια εκχώρηση κρατικής κυριαρχίας από τα εθνικά κράτη προς την Ε.Ε. στέρησε από τη, βαθιά ριζωμένη στη χώρα της, βρετανική αστική τάξη σημαντικά πεδία λήψης αποφάσεων και αυτό ένα μειοψηφικό μέρος της μάλλον το θεωρεί αρνητική εξέλιξη. Στις ΗΠΑ ένα μέρος του πολιτικού κατεστημένου φαίνεται πως έστω και την τελευταία στιγμή αντέδρασε στην προοπτική σύγκρουσης, ακόμα και πυρηνικής, με τη Ρωσία που δρομολογήθηκε επί διοίκησης Ομπάμα και διακήρυσσε, με μισάνθρωπο φανατισμό, πως θα συνεχίσει η Κλίντον. Επιπλέον, φαίνεται πως ένα μέρος της αστικής τάξης διδασκόμενο ίσως από την κρίση του 2008, δεν πιστεύει πλέον ότι ωφελείται από την αποβιομηχάνιση και τη μετατροπή της οικονομίας σε χρηματιστική.

Η συνέχεια θα δοθεί στην Ευρώπη. Αύριο γίνεται το ιταλικό δημοψήφισμα και οι προεδρικές εκλογές στην Αυστρία. Το κίνημα των Πέντε Αστέρων, ηγείται της καμπάνιας του «όχι» και προβλέπεται να κερδίσει. Δεν κατατάσσεται στη Δεξιά ή την Αριστερά, έχει όμως σαφή θέση υπέρ της ανάκτησης της οικονομικής και νομισματικής κυριαρχίας και κατά της παγκοσμιοποίησης. Στην Αυστρία το Κόμμα των Ελεύθερων με ακροδεξιά παράδοση και θέσεις υπέρ της ανάκτησης της κρατικής κυριαρχίας διεκδικεί αύριο την προεδρία και έρχεται πρώτο στις δημοσκοπήσεις για τις βουλευτικές εκλογές. Στη Βουλγαρία και τη Μολδαβία ήδη κέρδισαν τις προεδρικές εκλογές αριστεροί υποψήφιοι με θέσεις σαφώς κατά της Ε.Ε.

Στη Γαλλία, τη Βρετανία, τη Γερμανία, την Ουγγαρία κ.λπ. από χρόνια υπάρχουν ισχυρά πολιτικά ρεύματα προερχόμενα από την ακροδεξιά με αντιμονοπωλιακή, αντι-Ε.Ε. ρητορική, υπέρ της βελτίωσης της θέσης των λαϊκών στρωμάτων, αλλά και υπέρ της αύξησης της αστυνόμευσης, της επαναφοράς της θανατικής ποινής και της μη αποδοχής μεταναστών. Η εχθρότητά τους προς τον επιθετικό νεοφιλελευθερισμό και την παγκοσμιοποίηση που επιβάλλει τη συντριβή σειράς κυρίαρχων κρατών μπορεί να τους κάνει λιγότερο επικίνδυνους για την παγκόσμια ειρήνη από τους νεοφιλελεύθερους. Για να μην τους αδικούμε, άλλωστε, οι νεοφιλελεύθερες ελίτ που διοικούν σήμερα το δυτικό κόσμο έχουν επιδείξει τέτοια βίαιη επιθετικότητα κατά των φτωχών, τέτοιο πολεμικό μένος κατά αδύναμων χωρών, τέτοιο αυταρχισμό και επιμονή στη συστηματική εξόντωση των έστω και δυνάμει αντιπάλων τους, που μόνο σε φασίζουσες δικτατορίες μπορούν να βρεθούν αναλογίες.

Σ’ αυτό που εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας η Αριστερά του δυτικού κόσμου, όλων των αποχρώσεων, δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει, γιατί από χρόνια πλέον είναι μέρος της παγκοσμιοποίησης. Καταγγέλλουν τη φτώχεια, δηλώνουν ευαίσθητοι για τους μετανάστες , αλλά -στην καλύτερη περίπτωση- μένουν ουδέτεροι στους πολέμους των χωρών τους, που προκαλούν τη φτώχεια και τη μετανάστευση με πρόσχημα ότι τα κράτη που καταστρέφουν τα κυβερνούν «δικτάτορες». Δηλώνουν ως πολιτική δράση τη συμμετοχή σε «πρότζεκτ» των ΜΚΟ που στήνει και χρηματοδοτεί ο Σόρος. Στην Ελλάδα, δήθεν ακροαριστερές οργανώσεις, δεν δυσκολεύονται να κάνουν εκδηλώσεις μαζί με χρηματοδοτούμενες από τον Σόρος οργανώσεις-σφραγίδες και γνωστοί αριστεροί να συμμετέχουν στη διοίκηση ΜΚΟ-εργολάβους «προγραμμάτων». Αποδέχονται τη ρητορική του νεοφιλελευθερισμού για τα δικαιώματα, που επικεντρώνει στο «άτομο» και στα δικαιώματά του χωρίς κανένα κοινωνικό, ταξικό ή γεωγραφικό πρόσημο. Την ενσωματώνουν πλέον και στα επίσημα προγράμματά τους.

Σίγουρα κανείς δεν μπορεί να πει ότι ο κόσμος έχει μπει σε άλλη τροχιά. Ότι τελειώνουν οι μεγάλες νεοφιλελεύθερες ολοκληρώσεις που στήριξαν την παγκοσμιοποίηση. Τα προνόμια των πολυεθνικών, το επιθετικό εμπόριο και η χωρίς φραγμούς κίνηση των κεφαλαίων δεν θα εγκαταλειφθούν αμαχητί. Είμαστε μάρτυρες της προσπάθειας να ακυρωθεί το αποτέλεσμα του βρετανικού δημοψηφίσματος, όχι φυσικά με τον ξετσίπωτο τρόπο του Τσίπρα, αλλά με την καθυστέρηση, την επινόηση σταδίων, προϋποθέσεων και προσκομμάτων. Για πρώτη φορά οργανώθηκαν στις ΗΠΑ -από το ίδιο το αμερικανικό κατεστημένο- διαδηλώσεις κατά εκλογικού αποτελέσματος σε προεδρικές εκλογές. Όσο ασήμαντες και να είναι αριθμητικά δεν παύει να είναι πρωτοφανής κίνηση. Η πρόσφατη απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου για λήψη μέτρων (ήδη λαμβάνονται) κατά της «προπαγάνδας της Ρωσίας» δηλαδή η επιβολή λογοκρισίας στα ΜΜΕ που εκφράζουν αντιπαγκοσμιοποιητικές θέσεις είναι στην ίδια λογική.

Αυτή η σύγκρουση που εξελίσσεται μέσα στο εσωτερικό των δυτικών δυνάμεων, θα δώσει ίσως μια ανάσα σε πολλούς λαούς. Πρέπει φυσικά να υποστηρίξουμε οποιαδήποτε εξέλιξη είναι υπέρ της παγκόσμιας ειρήνης και κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, όμως αυτό δεν μας απαλλάσσει από την υποχρέωση δημιουργίας μιας νέας Αριστεράς, χωρίς δεσμούς με το νεοφιλελεύθερο κατεστημένο, που θα έχει κεντρικό στόχο την άμεση αποδέσμευση από τους μηχανισμούς της παγκοσμιοποίησης, μια ταξική πολιτική υπέρ των λαϊκών στρωμάτων και εξωτερική πολιτική μη επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων κρατών και ενίσχυσης της πολυπολικότητας.

Πηγή: e-dromos.gr

Τετάρτη 8 Μαρτίου 2017

Οκτώ μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο



του Γιώργου Τσιάρα

Την ιστορία, όλοι το ξέρουμε, τη γράφουν οι νικητές. Ομως τα γεγονότα, σε βάθος χρόνου, υπερισχύουν της προπαγάνδας.
Ανθρωποι, πόλεις, αυτοκρατορίες ολόκληρες χάνονται, αλλά οι μαρτυρίες και οι μνήμες επιζούν, για να χαλάνε τον ύπνο των πρόσκαιρων αρχόντων. Να τους θυμίζουν, σαν δούλοι σε ρωμαϊκό θρίαμβο, 
τη θνητότητά τους.
Υστερα από μερικές δεκαετίες, άλλωστε, και οι νικητές ηττώνται, αυτοσυνθλιβόμενοι –συχνά– υπό το βάρος της ίδιας τους της αλαζονείας.
Γιατί τα θυμήθηκα αυτά; Εκατό χρόνια πριν, η Πετρούπολη βράζει, με συνεχείς απεργίες και διαδηλώσεις. Η κατάσταση είναι τραγική – οι Γερμανοί νικούν σε όλα τα μέτωπα και το τσαρικό κράτος, έτσι κι αλλιώς φεουδαρχικό και απαρχαιωμένο, καταρρέει με πάταγο.
Το ψωμί λιγοστεύει. Στις 7 Μαρτίου 1917 –22 Φλεβάρη με το παλιό ημερολόγιο– οι εργάτες του Πουτίλοφ, του μεγαλύτερου εργοστασίου στο Πέτρογκραντ, ξεκινούν «άγρια» απεργία. Την επομένη, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας, χιλιάδες εργάτριες βγαίνουν στους δρόμους και, πηγαίνοντας από εργοστάσιο σε εργοστάσιο, πείθουν όλη την εργατική τάξη της πόλης να απεργήσει.
Στις 10 Μάρτη δεν κινείται πλέον τίποτε στην πρωτεύουσα. Στις 11/3, ο τσάρος διατάζει τον στρατό ν’ ανοίξει πυρ, αλλά οι στρατιώτες διστάζουν και αρκετές μονάδες στασιάζουν: Πώς να σκοτώσεις τη μάνα σου ή την αδελφή σου;
Ο τελευταίος Ρομανόφ σπεύδει με το βασιλικό του τρένο πίσω στην πρωτεύουσα, αλλά έχει ήδη χάσει το παιχνίδι. Στις 15 η πόλη ελέγχεται από το πανίσχυρο εργατικό συμβούλιο (σοβιέτ), όπου συμμετέχουν όλα τα αριστερά κόμματα, και από την προσωρινή κυβέρνηση των αστικών κομμάτων της Δούμας.
Η πιο απρόσμενη επανάσταση της ιστορίας, αυτή που ελάχιστοι εντός και εκτός Ρωσίας πίστευαν, είχε νικήσει – και η ανήσυχη περίοδος της «διπλής εξουσίας», της «ντβοεβλάστιε» μεταξύ Σοβιέτ και Προσωρινής Κυβέρνησης ξεκινά.
Θα τελειώσει ύστερα από πολλές περιπέτειες οκτώ μήνες αργότερα, με τη δεύτερη Ρωσική Επανάσταση του 1917, στις 7 Νοεμβρίου, όπου οι Μπολσεβίκοι του Λένιν καταλαμβάνουν την εξουσία, με την υποστήριξη ή την ανοχή σημαντικών κομματιών της υπόλοιπης Αριστεράς.
Αναρχικοί, Μενσεβίκοι, και φυσικά η αριστερή πτέρυγα των Σοσιαλεπαναστατών, που ήταν μακράν το μεγαλύτερο κόμμα της Ρωσικής Επανάστασης, έκαναν το λάθος να εμπιστευθούν τους Μπολσεβίκους. Οι περισσότεροι το πλήρωσαν με τη ζωή τους – και το Κόμμα, μέσα από πολέμους, λιμούς και συνεχείς εκκαθαρίσεις «εχθρών του λαού», κυβέρνησε τη Ρωσία για 75 ακόμη χρόνια.
Κι όμως: αν εκείνη την υπέροχη ημέρα, στις 8 Μαρτίου του 1917, κάποιος έλεγε στις ηρωικές εργάτριες της Πετρούπολης ότι ο αγώνας τους (για «Ειρήνη, Ψωμί κι Ελευθερία», όπως φώναζαν μπροστά στις ξιφολόγχες των Κοζάκων) θα οδηγούσε έναν μόλις χρόνο αργότερα στη μονοκρατορία των Μπολσεβίκων, τη διάλυση της (νεοεκλεγμένης) Δούμας και την απαγόρευση λειτουργίας όλων των κομμάτων, εκείνες σίγουρα θα τον κοιτούσαν σαν εξωγήινο.
Ποιος Λενιν, ποιος Στάλιν; Ενα μικρό, πολυδιασπασμένο και διαβρωμένο από την Οχράνα κόμμα ήταν οι Μπολσεβίκοι, με εξόριστη ηγεσία και ελάχιστη δύναμη στην κοινωνία.
Ο Λένιν χρειάστηκε ένα μήνα για να φτάσει από την Ελβετία στο Πέτρογκραντ, πολύ προτού εκείνο πάρει το όνομά του, και μπορεί να μην έφτανε και ποτέ, αν δεν του διέθεταν ειδικό σφραγισμένο τρένο για να διασχίσει τη μισή Ευρώπη οι Γερμανοί εχθροί.
Μάθαμε όλοι μας να λέμε «Ρωσική Επανάσταση» και να εννοούμε τη δεύτερη επανάσταση, εκείνη του Οκτώβρη, όταν οι Μπολσεβικοι κατέλαβαν την εξουσία.
Οι σύμμαχοί τους πίστευαν πως θα συγκυβερνούσαν, και στις εκλογές που ακολούθησαν (ίσως τις μόνες ελεύθερες εκλογές που έγιναν ποτέ στη Ρωσία...) οι Σοσιαλεπαναστάτες πήραν πάνω από 40% των ψήφων, και οι Μπολσεβίκοι μόλις 24%. Αλλά δεν είχε σημασία – το Κόμμα δεν παραχώρησε ποτέ την εξουσία.
Το καλοκαίρι του 1917, όμως, οι Μπολσεβίκοι κινδύνευσαν με αφανισμό – ο Τρότσκι συνελήφθη, ο Λένιν το έσκασε στη Φιλανδία, ο Στάλιν κοιμόταν κάθε βράδυ σε άλλο σπίτι. Και η ιστορία θα είχε ίσως γραφτεί εντελώς διαφορετικά, αν στις περίφημες «Ταραχές του Ιουλίου» δεν τους υποστήριζαν οι αριστεροί Σοσιαλεπαναστάτες και –κυρίως– οι αναρχικοί στην πλειονότητά τους ναύτες της Κροστάνδης.
Οι ίδιοι επαναστατημένοι ναύτες που τον Νοέμβρη θα βομβάρδιζαν με άσφαιρες οβίδες το παλάτι, ρίχνοντας την κυβέρνηση. Οι ίδιοι αναρχικοί ναύτες που τελικά οι Μπολσεβίκοι και οί διος ο Τρότσκι τουφέκισαν κατά εκατοντάδες το 1921, όταν εξεγέρθηκαν ενάντια στο καθεστώς, απαιτώντας επιστροφή στο δημοκρατικό πρόγραμμα του 1917...
Πού να ‘ξεραν, οι δύστυχοι, ότι το σύνθημα «Ολη η εξουσία στα σοβιέτ» θα οδηγούσε σε ένα μόλις χρόνο σε μονοκομματική «δικτατορία του προλεταριάτου»! Αλλά μήπως κι ο Τρότσκι ήξερε τι τον περίμενε;
Ομως όλα αυτά δεν υπήρχαν ούτε καν σαν μακρινό ενδεχόμενο για τους εργάτες και τις εργάτριες της Πετρούπολης, εκείνη τη μαγική εβδομάδα του Φλεβάρη που ήταν Μάρτης, όταν άλλαξαν όλα.
Στα μάτια μου, αυτή είναι η αληθινή επανάσταση – όταν ο άοπλος λαός στέκεται μπροστά στις κάννες ζητώντας ψωμί και λέει «βαράτε ρε, δεν κάνω πίσω», και οι κάννες χαμηλώνουν.
Αυτές είναι για μένα οι Οχτώ Μέρες που Συγκλόνισαν τον Κόσμο, κι όχι οι άλλες, οι Δέκα του φθινοπώρου των «νικητών».
Και αυτή θέλω ταπεινά να θυμίσω, με τούτο το κείμενο.

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Τρίτη 7 Μαρτίου 2017

Η Παγκόσμια Τράπεζα λεηλατεί την καλλιεργήσιμη γη της Αφρικής

Σήμερα δημοσιεύματα του ελληνικού τύπου αλλά και ξένων ειδησεογραφικών ιστοσελίδων κάνουν λόγο γιά αίτημα βοήθειας(δανειοδότησης) από την Παγκόσμια τράπεζα η χώρα οικονομικά έχει καταρρεύσει είναι σίγουρο!

Ασχετα εάν το ξεπούλημα καί την κατάρρευση της οικονομίας τα βαφτίζουν οι κυβερνώντες διάσωση,ανάκαμψη…..μάλιστα το politico κάνει αναφορά γιά χρεοκοπία της χώρας εδώ και καιρό γιά αυτό η χώρα δέν μπορεί πλέον να ανταπεξέλθει στις δανειακές της υποχρεώσεις αφενός,αφετέρου ακόμη και με το κλείσιμο της αξιολόγησης το πρόβλημα θά υφίσταται ενώ οι πολίτες θά εξαθλιωθούν περισσότερο…

Lefteria

Ποιά είναι η παγκόσμια τράπεζα και ποιός ο ρόλος της στίς οικονομίες που έχουν καταρρεύσει;

Διαβάστε τι έγραφε σε άρθρο του που είχε δημοσιευτεί παλαιότερα στην Ελευθεροτυπία ο καθηγητής οικονομικών Πανεπιστήμιο Lille-Ι. Benokt Lallau

Παρ’ όλο που οι εικόνες από τον λιμό στην Αφρική κάνουν τον γύρο του κόσμου, ελάχιστοι γνωρίζουν ότι η μάστιγα οφείλεται στη μεγάλη άνθηση των επενδύσεων σε γη σε αυτήν την ήπειρο. Πράγματι, η Αιθιοπία έχει παραχωρήσει δεκάδες χιλιάδες στρέμματα σε ξένες επιχειρήσεις, οι οποίες αντικαθιστούν την καλλιέργεια τροφίμων που προορίζονται για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του πληθυσμού με φυτείες, των οποίων η παραγωγή προορίζεται για εξαγωγή. Οπως αποδεικνύεται στην περίπτωση του Μάλι, στο όνομα της ελεύθερης αγοράς, η Παγκόσμια Τράπεζα ενθαρρύνει αυτήν την τάση.

Τρία χρόνια μετά την κρίση των τροφίμων που ξέσπασε το 2008, το πρόβλημα της πείνας επανεμφανίζεται στο Κέρας της Αφρικής. Στα αίτια της μάστιγας περιλαμβάνονται οι μεγάλης κλίμακας επενδύσεις σε γη, οι οποίες αποσκοπούν στην καλλιέργεια τροφίμων και φυτών από τα οποία παράγονται καύσιμα. Το συγκεκριμένο φαινόμενο παρατηρείται οπουδήποτε στον πλανήτη υπάρχει καλλιεργήσιμη γη. Η έκταση αυτών των επενδύσεων είναι πρωτοφανής. Το 2009, άλλαξαν χέρια τετρακόσια πενήντα εκατομμύρια στρέμματα, δηλαδή έκταση δέκα φορές μεγαλύτερη από τον μέσο όρο των προηγούμενων ετών (1).

Βέβαια, δεδομένου ότι τα κράτη και οι επιχειρήσεις προσπαθούν όσο είναι δυνατόν να μην αποκαλύπτουν τους σχετικούς αριθμούς, είναι ιδιαίτερα δύσκολο να έχουμε μια ξεκάθαρη εικόνα της κατάστασης. Ακόμα και η Παγκόσμια Τράπεζα δηλώνει ότι δυσκολεύτηκε τόσο πολύ να επιτύχει αξιόπιστες πληροφορίες, ώστε αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει ως τεκμηρίωση της έκθεσής της γι’ αυτό το ζήτημα -έκθεση η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα τον Σεπτέμβριο του 2010 (2)- τα ιδιαίτερα ανησυχητικά δεδομένα που έδωσε στη δημοσιότητα η Μη Κυβερνητική Οργάνωση Grain (3).

Θεωρητικά, οι αγορές γης ταιριάζουν απόλυτα με τη ρητορική της Παγκόσμιας Τράπεζας μετά την κρίση του 2008 (4). Ο Οργανισμός εκτιμάει ότι κάθε εισροή κεφαλαίων σε μια χώρα στην οποία το επίπεδο των καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα είναι χαμηλό, ευνοεί την ανάπτυξή της. Συνεπώς, οι ιδιωτικές επενδύσεις στη γεωργία συμβάλλουν στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας και στην καταπολέμηση της φτώχειας, ζήτημα το οποίο έχει αναχθεί, τον 21ο αιώνα, σε ηθική απαίτηση. Εξάλλου, η Διεθνής Χρηματοοικονομική Εταιρεία (θυγατρική της Παγκόσμιας Τράπεζας) διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην προώθηση παρόμοιων επενδύσεων.

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΚΘΕΣΗ

Ωστόσο, το φαινόμενο δημιουργεί επίσης αμηχανία στην τράπεζα και η πρόσφατη έκθεσή της για το ζήτημα επιβεβαιώνει το πλήθος των καταγγελιών των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων. Οι κριτικές αφορούν καταρχήν το επιχείρημα της ορθολογικότερης -και συνεπώς παραγωγικότερης- εκμετάλλευσης της γης, η οποία έως τώρα δεν εξασφαλίζει την απόδοση που θα μπορούσε να προσφέρει. Υποτίθεται ότι για την καλύτερη εκμετάλλευση της γης πρέπει να χρησιμοποιηθεί ένα σύνολο σύγχρονων τεχνικών: χημικά λιπάσματα, γεωργικά μηχανήματα, αρδευτικά έργα, μονοκαλλιέργεια, ποικιλίες υψηλής απόδοσης (υβρίδια ή γενετικά τροποποιημένα φυτά). Ομως η άκριτη και γενικευμένη εφαρμογή αυτών των τεχνικών καθιστά πιο ευάλωτα τα γεωργικά οικοσυστήματα, τα οποία συχνά οφείλουν τη γονιμότητά τους σε αγροτικές και ποιμενικές πρακτικές που συνέβαλαν έως τώρα στη συντήρησή τους.

Επιπλέον, τα πυρά των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων επικεντρώνονται στο κοινωνικό πεδίο, κάνοντας δικαιολογημένα λόγο για σφετερισμό της γης.

Μάλιστα, ο σφετερισμός παίρνει τρεις μορφές. Κατ’ αρχάς, τις επενδύσεις που υποστηρίζονται από τις αρχές, οι οποίες προβάλλουν το επιχείρημα ότι ο τοπικός πληθυσμός δεν εκμεταλλεύεται με ικανοποιητικό τρόπο αυτές τις εκτάσεις ή ακόμα ότι είναι παραμελημένες και έχουν πια καταστεί ακατάλληλες για γεωργική χρήση. Κατά δεύτερον, την εκμετάλλευση των κενών και της ασάφειας των νόμων που διέπουν το καθεστώς της ιδιοκτησίας γης: με τη συνενοχή των τοπικών αρχών, αποκτούν την κυριότητα εκτάσεων για τις οποίες δεν υπήρχαν τίτλοι, καθώς για αυτές ίσχυαν οι κανόνες του «απλού» εθιμικού δικαίου. Και τέλος, την επίκληση της παλιάς αναπτυξιακής ρητορικής και των προταγμάτων της, τα οποία δικαιολογούν την προσφυγή σε βίαιες πρακτικές: υποτίθεται ότι είναι επιτακτική ανάγκη το πέρασμα από μια οικογενειακή «αρχαϊκή» γεωργία σε μια εκσυγχρονισμένη γεωργία, έστω κι αν αυτό θα έχει βραχυπρόθεσμα κάποιο κοινωνικό κόστος. Πράγματι, στο εξής, καθώς θα έχουν περιορισμένη πρόσβαση στη γη και στο νερό, οι πληθυσμοί που θα υποστούν τις αλλαγές θα βρεθούν αντιμέτωποι με την περιθωριοποίηση, την απώλεια των μέσων με τα οποία κερδίζουν τα προς το ζην και με τη διατροφική ανασφάλεια.

Ομως, αντίθετα με τις ελπίδες των θεωρητικών του νεοφιλελευθερισμού και τις υποσχέσεις των επενδυτών, τα προβλήματα αυτά δεν αποτελούν απλώς ένα «μεταβατικό κόστος προς ένα καλύτερο μέλλον».

Πράγματι, όπως ομολογεί και η ίδια η Παγκόσμια Τράπεζα, οι θετικές οικονομικές επιπτώσεις τέτοιου είδους επενδύσεων είναι περιορισμένες (5).

Αντίθετα, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την εμφανή καταστροφή θέσεων εργασίας, η οποία οφείλεται στην αντικατάσταση των οικογενειακών γεωργικών εκμεταλλεύσεων που στηρίζονταν σε πολυάριθμο εργατικό δυναμικό, από λατιφούντια τα οποία προϋποθέτουν τον περιορισμό του. Επιπλέον, οι «σύγχρονοι» γεωργικοί θύλακες στηρίζουν ελάχιστα την τοπική αγορά, καθώς προσφεύγουν στην εισαγωγή όλων των γεωργικών εφοδίων και εργαλείων που χρειάζονται. Τέλος, δεν συμβάλλουν στη διατροφική αυτάρκεια της χώρας, καθώς οι επενδύσεις έχουν κατά κύριο λόγο εξαγωγικό χαρακτήρα. Η Αιθιοπία, η οποία πλήττεται αυτή τη στιγμή από λιμό, είναι επίσης και η χώρα την οποία κυρίως προτιμούν οι ξένοι επενδυτές σε γη. Από το 2008, η κυβέρνηση τους έχει διαθέσει 3.500.000 στρέμματα, ενώ το 2012 σκοπεύει να τους παραχωρήσει άλλα 250.000.

Πώς είναι, λοιπόν, δυνατόν να συμβιβαστεί κάτι που μοιάζει ασυμβίβαστο; Δηλαδή, από τη μια πλευρά η ιδεολογία της ελεύθερης αγοράς και των ελεύθερων επενδύσεων και, από την άλλη, ο περιορισμός της φτώχειας, ο οποίος προϋποθέτει τη στήριξη των οικογενειακών γεωργικών εκμεταλλεύσεων; Οι διεθνείς οργανισμοί υποστηρίζουν ότι μπορεί να δοθεί λύση σε αυτήν την αντίφαση, μέσα από την έκκληση για πιο «υπεύθυνες» επενδύσεις. Ετσι, η Παγκόσμια Τράπεζα, ο Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών για τα Τρόφιμα και τη Γεωργία (FAO), η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (Unctd) και το Διεθνές Ταμείο Γεωργικής Ανάπτυξης (FIDA) δημοσιοποίησαν, τον Ιανουάριο του 2010, τις «επτά αρχές για μια υπεύθυνη επένδυση στη γεωργία, η οποία θα σέβεται τα δικαιώματα, τους οικονομικούς πόρους του τοπικού πληθυσμού και τους φυσικούς πόρους» .

ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΙΔΕΕΣ

Ομως οι αρχές εξακολουθούν να ακολουθούν φιλελεύθερες πολιτικές ιδέες. Ετσι, τα προβλήματα εκλαμβάνονται κατ’ αρχάς ως συνέπειες της έλλειψης διαφάνειας (του «πέπλου μυστικότητας»), της αποτυχίας των τοπικών κρατών («τα κράτη είναι αδύναμα» ή «ανεπαρκώς προετοιμασμένα»), της έλλειψης διαβούλευσης με όλους τους εμπλεκόμενους (κυρίως τους αγροτικούς πληθυσμούς, οι οποίοι θα υποστούν τις απαλλοτριώσεις και των οποίων οι αντιδράσεις αντιμετωπίζονται συχνά με την καταστολή). Κατά τον ίδιο τρόπο, οι ρυθμίσεις που προτείνονται έχουν εθελοντικό χαρακτήρα. Ενώ γίνεται λόγος για δημιουργία σημάτων πιστοποίησης και για θέσπιση κωδίκων δεοντολογίας, θεωρείται αδιανόητη η αναθεώρηση των κανόνων που διέπουν τις ξένες ή ντόπιες επενδύσεις ή η επαναφορά των κανόνων που είχαν καταργηθεί: γενικότερα, υποστηρίζεται ότι πρέπει να αποφευχθεί η ύπαρξη οποιουδήποτε δεσμευτικού νομικού κειμένου. Ολη η πρωτοβουλία στηρίζεται περισσότερο στις ικανότητες αυτορρύθμισης των αγορών και πολύ λιγότερο στη δράση των δημόσιων αρχών.

Σύμφωνα με τις 130 Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις που υπέγραψαν, τον Απρίλιο του 2010, δήλωση με την οποία αντιτίθενται στις «επτά αρχές» (6), οι εκκλήσεις στην υπευθυνότητα των επενδυτών αποτελούν απλούστατα στάχτη στα μάτια. Η κριτική αποδεικνύεται ακόμα περισσότερο εύστοχη όταν εστιάζεται στη συχνά στενή διαπλοκή των συμφερόντων των επιχειρήσεων και των κρατών. Συνεπώς, οι εκκλήσεις για επενδύσεις με υπευθυνότητα δεν πρέπει να απευθύνονται μονάχα στις επιχειρήσεις, αλλά και στα κράτη, τα οποία άλλοτε στηρίζουν τα ιδιωτικά επενδυτικά προγράμματα και άλλοτε επενδύουν τα ίδια, μέσω μεγάλων κρατικών επιχειρήσεων. Ετσι, έχουμε κάθε δικαίωμα να αμφιβάλλουμε για την αποτελεσματικότητα των εκκλήσεων για εφαρμογή «ορθών πρακτικών», όταν τα διακυβεύματα αφορούν την ασφάλεια κάποιας χώρας (διατροφική και ενεργειακή).

Ομως η Παγκόσμια Τράπεζα προτείνει ένα σύνολο επιχειρημάτων που δεν λαμβάνει υπόψη την κριτική και θυμίζει την επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε μετά την οικονομική κρίση που ξέσπασε στα τέλη της δεκαετίας του 2000: Το ζητούμενο είναι ακόμα περισσότερη διαφάνεια και ηθική, έτσι ώστε να εκφραστούν πλήρως οι αρετές των αγορών. Οχι μόνο δεν αμφισβητεί ο Οργανισμός το υπάρχον αναπτυξιακό γεωργικό μοντέλο, αλλά, αντίθετα, θεωρεί ότι πρέπει να ενισχυθεί. Μάλιστα, πρέπει να ενθαρρυνθεί η ακόμα μεγαλύτερη άνθηση των αγοραπωλησιών γης.

Οφείλουμε, επίσης, να τονίσουμε τον διφορούμενο χαρακτήρα της πρώτης αρχής της «υπεύθυνης» επένδυσης στη γεωργία:

της αναγνώρισης και του σεβασμού των υφιστάμενων τίτλων ιδιοκτησίας γης. Αν και εκ πρώτης όψεως ο στόχος του είναι η προστασία των συμφερόντων των τοπικών κοινοτήτων, ενδέχεται όμως και να καταστήσει ακόμα περισσότερο ευάλωτη τη θέση τους. Πράγματι, από τη μια πλευρά, η παραχώρηση στους φτωχούς αγρότες νόμιμων τίτλων ιδιοκτησίας πάνω στη γη που καλλιεργούν (7) μπορεί να αποδειχθεί δηλητηριασμένο δώρο, καθώς οι τίτλοι θα χρησιμεύσουν ως εγγύηση για δανεισμό έτσι ώστε να αντιμετωπίσουν κάποια δυσκολία. Τότε, είναι πολύ πιθανόν ότι θα βρεθούν σε αδυναμία πληρωμής και η γη τους θα κατασχεθεί, με αποτέλεσμα να αυξηθεί ακόμα περισσότερο η συγκέντρωση γης στα χέρια λίγων. Από την άλλη πλευρά, ο σεβασμός των υφιστάμενων τίτλων ιδιοκτησίας παγώνει για πάντα τον συσχετισμό δυνάμεων στην κατοχή γης, αποκλείοντας κάθε αγροτική μεταρρύθμιση που θα αποσκοπούσε στην αναδιανομή της γης προς όφελος των οικογενειών που κατέχουν υπερβολικά μικρό κλήρο και ζουν καταδικασμένες στη φτώχεια. Αυτό ακριβώς το γεγονός κάνει τις εκμεταλλεύσεις τους να θεωρούνται ανεπαρκώς παραγωγικές και δικαιολογεί την απόκτηση της γης τους από έναν επενδυτή που διαθέτει υψηλά κεφάλαια, ο οποίος θα τα κατευθύνει -όπως υποστηρίζει και το αξίωμα της φιλελεύθερης οικονομίας- προς τη βέλτιστη δυνατή χρησιμοποίησή τους. (8)

ΣΩΤΗΡΙΑ ΟΙ ΜΙΚΡΟΙ

Εκτός του ότι θεωρείται πλέον δεδομένο το γεγονός ότι η συγκέντρωση της ιδιοκτησίας γης αυξάνει τη φτώχεια, (9) ακόμα κι η ίδια η Παγκόσμια Τράπεζα αναδεικνύει -όσο κι αν φαίνεται παράδοξο- τον θετικό ρόλο των οικογενειακών γεωργικών εκμεταλλεύσεων: Περιορίζει την υποαπασχόληση και, συνεπώς, την έξοδο των αγροτών προς τις πόλεις, ενώ, ταυτόχρονα, τα οικοσυστήματα διατηρούν σε μεγαλύτερο βαθμό τον φυσικό χαρακτήρα τους, ρυπαίνονται λιγότερο και αποφεύγεται η υπερεκμετάλλευσή τους. Επιπλέον, οι οικογενειακές γεωργικές εκμεταλλεύσεις είναι στενά συνδεδεμένες με τον τόπο τους, όσον αφορά τόσο τις προμήθειές τους (από ντόπιους τεχνίτες) όσο και τη διάθεση των προϊόντων τους (συνήθως πρόκειται για προϊόντα που αποτελούν τη βάση της διατροφής του πληθυσμού ή για μεταποιημένα προϊόντα).

Επιπλέον, το γεγονός ότι ο διεθνής χρηματοοικονομικός οργανισμός δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην αρχή της οικονομικής βιωσιμότητας αυτών των επενδυτικών σχεδίων (Αρχή 5) αποδεικνύει -ακόμα και για όσους δεν είχαν έως τώρα πειστεί περί αυτού- ότι πολλές από τις μεγάλης κλίμακας επενδύσεις πραγματοποιούνται με μια βραχυπρόθεσμη οπτική, η οποία στηρίζεται σε κερδοσκοπικά κίνητρα ή σε πολιτικές συμφωνίες που δεν έχουν καμία σχέση με τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό.

Λογικά, από όλα τα παραπάνω θα έπρεπε να προκύπτει η αναγκαιότητα να υποστηριχθούν οι μικρομεσαίες γεωργικές εκμεταλλεύσεις και να διευκολυνθεί η πρόσβασή τους στον τραπεζικό δανεισμό και στις τοπικές αγορές. Παράλληλα, αντί να προτιμώνται οι εισαγόμενες βιοτεχνολογίες, θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί επιστημονική έρευνα, η οποία να στηρίζεται στις αρχές της αγροοικολογίας και οι μικρομεσαίες γεωργικές επιχειρήσεις να έχουν πρόσβαση στα αποτελέσματά της. Τέλος, θα έπρεπε να προστατευθούν, τόσο από τις καταστροφικές συνέπειες του ανταγωνισμού στην παγκοσμιοποιημένη αγορά, όσο και από τις επενδύσεις σε γη, οι οποίες, όχι μονάχα δεν είναι οικονομικά βιώσιμες μακροπρόθεσμα, αλλά δεν είναι ούτε και αειφόρες.

Ομως η Παγκόσμια Τράπεζα καταλήγει σε διαφορετικά συμπεράσματα και συνεχίζει να αναζητεί τις προϋποθέσεις για έναν καλύτερο συνδυασμό της οικογενειακής γεωργίας και της βιομηχανικής γεωργίας, «από τον οποίο όλοι θα μπορούσαν να βγουν κερδισμένοι», παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι πρόκειται για εντελώς αντίθετες καταστάσεις και συμφέροντα. Η Παγκόσμια Τράπεζα ισχυρίζεται ότι αυτός ο συνδυασμός θα μπορούσε κατά κύριο λόγο να επιτευχθεί μέσα από τη σύναψη ενός συμβολαίου που θα διέπει τις σχέσεις του αγρότη και της αγροβιομηχανικής εταιρείας. Με αυτόν τον τρόπο, υποτίθεται ότι ο αγρότης θα μπορούσε να ενταχθεί στις μεγάλες διεθνείς αλυσίδες, να εξασφαλίσει σταθερό εισόδημα και να αποκτήσει πρόσβαση σε σύγχρονα αγροτικά εφόδια.

Από την πλευρά της, η εταιρεία θα μπορούσε να διαφοροποιήσει τις πηγές ανεφοδιασμού της και να περιορίσει το εργατικό της κόστος, δεδομένου ότι για τον αγρότη «δεν υπάρχει ωράριο». Ωστόσο, όλες αυτές οι εκτιμήσεις στηρίζονται στην υπόθεση ότι θα πρόκειται για ένα συμβόλαιο που θα έχει συναφθεί μεταξύ ίσων και όχι κάτω από έναν συσχετισμό δυνάμεων όπου η μια πλευρά θα προσπαθήσει να ιδιοποιηθεί το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό της παραγόμενης αξίας, αμείβοντας όσο το δυνατόν λιγότερο την αγροτική εργασία.

Συνεπώς, ο «υπεύθυνος σφετερισμός» θα εξακολουθήσει να αποτελεί ένα οξύμωρο σχήμα, γιατί οι λογικές που διέπουν τις επενδύσεις μεγάλης κλίμακας αντλούν έμπνευση από ένα μοντέλο το οποίο δεν είναι αειφόρο και αδιαφορεί, τόσο για τις δυναμικές που αναπτύσσονται στις αγροτικές κοινωνίες όσο και για την ποικιλομορφία των δυνητικών τεχνικών λύσεων. Ο σφετερισμός της γης που προωθείται τώρα αποτελεί τη νέα παραλλαγή του παλιού τροπαρίου που κυριαρχούσε στην παγκόσμια οικονομία: ο συνδυασμός της ελεύθερης αγοράς, των τεχνολογιών (στην προκειμένη περίπτωση των βιοτεχνολογιών) και των ιδιωτικών επενδύσεων («υπεύθυνων» φυσικά) θα σώσει την ανθρωπότητα από την έλλειψη τροφίμων που την απειλεί.

Ομως, όπως συνέβη και στην περίπτωση του απορυθμισμένου χρηματοοικονομικού τομέα -ακόμα και του «υπεύθυνου»– που οδήγησε αναπόφευκτα σε μεγάλης έκτασης αστάθειες του συστήματος, έτσι και το αγροβιομηχανικό μοντέλο των λατιφουντίων θα οδηγήσει σε νέες κρίσεις. Και τότε, δεν θα λείψουν εκείνοι που θα ρίξουν την ευθύνη στην αναπότρεπτη κλιματική αλλαγή, στη δημογραφία των φτωχών χωρών ή στην ανευθυνότητα κάποιων τοπικών ηγετών.

(1) Βλέπε Joan Baxter, «Ruee sur les terres africaines», «Le Monde diplomatique», Ιανουάριος 2010.

(2) Παγκόσμια Τράπεζα, «Rising global interest in farmland. Can it yield sustainable and equitable benefits? » Ουάσιγκτον, Σεπτέμβριος 2010.

(3) www.grain.org

(4) Παγκόσμια Τράπεζα, «Rapport sur le developpement dans le monde. L’agriculture au service du developpement», Ουάσιγκτον, Σεπτέμβριος 2008.

(5) Παγκόσμια τράπεζα, 2010, όπ.π.

(6) Διαθέσιμο στο www.farmlandgrab.org

(7) ΣτΜ: Πολύ συχνά πρόκειται για κοινόχρηστη κοινοτική γη ή για εκτάσεις που κατέχονται με βάση το άγραφο δίκαιο.

(8) «Οι κατοχυρωμένοι και χωρίς ασάφειες τίτλοι ιδιοκτησίας (…) επιτρέπουν στις αγορές να μεταβιβάζουν τις εκτάσεις γης, έτσι ώστε να χρησιμοποιούνται για μια πιο παραγωγική εκμετάλλευση» (Παγκόσμια Τράπεζα, 2008, όπ.π., σελ 138).

(9) Βλέπε Olivier De Schutter, «Acces» a la terre et droit a l’alimentation», έκθεση που παρουσιάστηκε ενώπιον της 65ης Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, Νέα Υόρκη, Αύγουστος 2010.

enet.gr