ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

Πώς οι ΗΠΑ βοήθησαν στην άνοδο του ΙSIS στη Συρία και το Ιράκ

Ο πόλεμος ενάντια στην τρομοκρατία, εκείνη η ατελείωτη εκστρατεία που ξεκίνησε πριν από 14 χρόνια από τον Τζορτζ Μπους, συνδέεται πλέον από μόνη της με κάποιες ακόμη περισσότερο τραγελαφικές ακροβασίες.  (Γράφει ο Seumas Milne* – Νοηματική απόδοση: Χρήστος Θ. Παναγόπουλος)

Τη Δευτέρα η δίκη στο Λονδίνο ενός Σουηδού, του Μπέρλιν Τζίλντο, ο οποίος κατηγορήθηκε για τρομοκρατία στη Συρία, κατέρρευσε, όταν έγινε γνωστό ότι οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες εξόπλιζαν τις ίδιες ομάδες ανταρτών, για τις οποίες ο ίδιος είχε κατηγορηθεί ότι τις υποστήριζε.

Η πολιτική αγωγή εγκατέλειψε την υπόθεση, προφανώς για να αποφύγει τον διασυρμό των μυστικών υπηρεσιών. Η υπεράσπιση υποστήριξε ότι η συνέχιση της δίκης θα οδηγούσε στην πλήρη αποκάλυψη του ότι η δράση της βρετανικής αντικατασκοπείας παρείχε «εκτεταμένη υποστήριξη» στους αντάρτες.

Και όταν γίνεται λόγος για «εκτεταμένη υποστήριξη», δεν αναφερόμαστε μόνο στην παροχή πολεμοφοδίων – αλεξίσφαιρα γιλέκα και στρατιωτικά οχήματα – αλλά και στην εκπαίδευση, την υλικοτεχνική υποστήριξη και τη μυστική παροχή «όπλων μαζικής κλίμακας».

Εκθέσεις ανέφεραν ότι η MI6 είχε συνεργαστεί με τη CIA σε ένα «υπόγειο αλισβερίσι» μεταφοράς όπλων από τη Λιβύη προς τη Συρία το 2012, μετά την πτώση του καθεστώτος Καντάφι.

Είναι ξεκάθαρο πως ο παραλογισμός του να στείλεις κάποιον στη φυλακή, για κάτι που το έκαναν από μόνοι τους υπουργοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι έχει ξεπεράσει τα όρια. Όμως, αυτό δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου. Λιγότερο τυχερός στάθηκε ένας ταξιτζής του Λονδίνου, ο Ανίς Σαρντάρ, ο οποίος καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη ένα δεκαπενθήμερο νωρίτερα, εξαιτίας της συμμετοχής του το 2007 στην αντίσταση κατά της κατοχής του Ιράκ από τις αμερικανικές και βρετανικές δυνάμεις.

Η ένοπλη αντίσταση ενάντια σε μια παράνομη εισβολή και κατοχή δεν συνιστά ξεκάθαρα πράξη τρομοκρατίας, ούτε δολοφονία στις περισσότερες από τις ερμηνείες της,  συμπεριλαμβανομένων και των όσων αναφέρονται στη Συνθήκη της Γενεύης.

Αλλά η τρομοκρατία εξαρτάται καθαρά και ξάστερα από τη διαίσθηση του παρατηρητή. Και τούτο δεν είναι τόσο ξεκάθαρο πουθενά αλλού, όσο στη Μέση Ανατολή, όπου οι τρομοκράτες του σήμερα είναι οι μαχητές του αύριο ενάντια στην τυραννία – και οι σύμμαχοι καθίστανται εχθροί.

Εδώ και έναν χρόνο, οι αμερικανικές, βρετανικές και οι άλλες δυτικές δυνάμεις έχουν επιστρέψει στο Ιράκ, με το πρόσχημα του να καταστρέψουν την υπερσεκταριστική τρομοκρατική ομάδα του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) – παλαιότερα γνωστή και ως Αλ Κάιντα στο Ιράκ. Αυτό συνέβη αφού το ISIS κατέλαβε μεγάλα εδάφη στο Ιράκ και τη Συρία, ανακηρύσσοντας τη δημιουργία ενός ισλαμικού χαλιφάτου.

Ωστόσο, η εκστρατεία δεν πάει καλά. Τον περασμένο μήνα, το ISIS εισέβαλε στην ιρακινή πόλη Ραμάντι, ενώ την ίδια στιγμή στην άλλη πλευρά των ανύπαρκτων, πλέον, συνόρων οι δυνάμεις των τζιχαντιστών καταλάμβαναν τη συριακή πόλη της Παλμύρας.

Κάποιοι Ιρακινοί διαμαρτύρονται, επειδή οι ΗΠΑ έμειναν άπρακτες ενόσω συνέβαιναν όλα αυτά. Οι Αμερικανοί επιμένουν ότι προσπαθούν να αποφύγουν τις ανθρώπινες απώλειες και υποστηρίζουν ότι είχαν σημαντικές επιτυχίες.  Σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις, όμως, Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε πως δεν επιθυμούν να φανούν ότι σφυροκοπούν τα σουνιτικά οχυρά σε έναν φανατικό πόλεμο, διακινδυνεύοντας να εξοργίσουν τους Σουνίτες συμμάχους τους στον Περσικό Κόλπο.

Φως στο πώς φτάσαμε ως εδώ ρίχνει μια πρόσφατα αποχαρακτηρισμένη, απόρρητη έκθεση των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, που συντάχθηκε τον Αύγουστο του 2012, και η οποία προέβλεπε κατά παράδοξο τρόπο – και καλωσόριζε – την προοπτική ενός «Σαλαφιστικού Πριγκηπάτου» στην ανατολική Συρία και ενός Ισλαμικού Κράτους στη Συρία και το Ιράκ, που θα ελεγχόταν από την Αλ Κάιντα.

Σε πλήρη αντίθεση με τα όσα ισχυριζόταν η Δύση εκείνο τον καιρό, το έγγραφο της Υπηρεσίας Αντικατασκοπείας του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας καθιστά την Αλ Κάιντα στο Ιράκ (η οποία μετατράπηκε στο ISIS) και τους συντρόφους της, τους Σαλαφιστές, ως τις «κυριότερες δυνάμεις που ελέγχουν την επανάσταση στη Συρία» και επισημαίνει ότι «οι δυτικές χώρες, τα κράτη του Κόλπου και η Τουρκία» υποστήριζαν τις προσπάθειες της αντίστασης για την ανακατάληψη της ανατολικής Συρίας.

Ανεβάζοντας κατά πολύ «την πιθανότητα εγκαθίδρυσης ενός επίσημου ή ανεπίσημου Σαλαφιστικού Πριγκηπάτου», η έκθεση του αμερικανικού Πενταγώνου συνεχίζει: «αυτό ακριβώς είναι που επιθυμούν οι δυνάμεις που στηρίζουν τους αντάρτες, προκειμένου να απομονώσουν το συριακό καθεστώς, το οποίο θεωρείται ως το στρατηγικό βάθος της σιιτικής επέκτασης (Ιράκ και Ιράν)».

Η έκθεση αποτυπώνει ακριβώς αυτό που συνέβη δύο χρόνια αργότερα: Σε διάστημα μόλις ενός έτους οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί της, όχι μόνον υποστήριζαν και εξόπλιζαν την αντίσταση, που γνώριζαν ότι διοικείται από ακραίες φανατικές ομάδες, αλλά ήταν προετοιμασμένες να ενθαρρύνουν τη δημιουργία ενός είδους «Ισλαμικού Κράτους» – παρά τον σοβαρό κίνδυνο για την ενότητα του Ιράκ -, σε ρόλο ενός σουνιτικού ρυθμιστή με σκοπό την αποδυνάμωση της Συρίας.

Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι οι ΗΠΑ δημιούργησαν το ISIS, αν και κάποιοι σύμμαχοί της από τις χώρες του Κόλπου σίγουρα διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο σε αυτό, όπως παραδέχτηκε πέρυσι και ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν.

Ωστόσο, δεν υπήρχε Αλ Κάιντα στο Ιράκ έως τη στιγμή που οι ΗΠΑ και η Βρετανία εισέβαλαν στη χώρα. Και σίγουρα οι ΗΠΑ εκμεταλλεύτηκαν την ύπαρξη του ISIS εναντίον άλλων δυνάμεων στην περιοχή, ως μέρος μιας ευρύτερης πρακτικής για τη διατήρηση του ελέγχου από την Δύση.

Οι συσχετισμοί άλλαξαν από τη στιγμή που οι τζιχαντιστές άρχισαν να αποκεφαλίζουν δυτικούς και να δημοσιεύουν τις ωμότητές τους στο Διαδίτκυο και τα κράτη του Κόλπου να υποστηρίζουν άλλες ομάδες στον πόλεμο της Συρίας, όπως το Μέτωπο Νούσρα. Αλλά αυτή η συνήθεια των Αμερικανών και της Δύσης γενικότερα να παίζουν με τις ομάδες των τζιχαντιστών, πρώτα χαϊδεύοντάς τες και μετά επιστρέφοντας για να τις ‘δαγκώσουν’, πηγαίνει πολύ πίσω, στη δεκαετία του ’80 κατά τη διάρκεια του πολέμου ενάντια στη Σοβιετική Ένωση στο Αφγανιστάν, που ενθάρρυνε την εμφάνιση της Αλ Κάιντα υπό την κηδεμονία της CIA.

Αυτή η τακτική άλλαξε κατά τη διάρκεια της αμερικανικής κατοχής στο Ιράκ, όταν οι αμερικανικές δυνάμεις υπό τη ηγεσία του Στρατηγού Πετρέους χρηματοδότησε έναν βρώμικο πόλεμο, τύπου Ελ Σαλβαδόρ, των φανατικών ταγμάτων θανάτου σε μια προσπάθεια να αποδυναμώσει την ιρακινή αντίσταση.

Και άλλαξε εκ νέου το 2011 στον ενορχηστρωμένο από το ΝΑΤΟ πόλεμο στη Λιβύη, όπου το ISIS κατέλαβε τον έλεγχο της γενέτειρας πόλης του Καντάφι, της Σύρτης.

Αυτό που καθίσταται ξεκάθαρο είναι ότι το ISIS και οι ωμότητές του δεν θα ηττηθούν από τις ίδιες δυνάμεις που τον έφεραν στο Ιράκ και τη Συρία ή που τον εξέθρεψαν χρόνια πριν.

Οι δίχως τέλος επεμβάσεις των δυτικών στρατιωτικών δυνάμεων στη Μέση Ανατολή δεν έφεραν παρά μόνον την καταστροφή και τη διαίρεση. Συμπερασματικά, εκείνοι που μπορούν να θεραπεύσουν την ασθένεια είναι οι κάτοικοι στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, κι όχι εκείνοι που επί χρόνια επώαζαν τον ιό της καταστροφής.

* Ο Seumas Milne είναι αρθρογράφος και δημοσιογράφος του βρετανικού Guardian, με ιδιαίτερη εμπειρία στα θέματα της Μέσης Ανατολής.

Πηγή: Guardian

http://tvxs.gr

 anhsyxia.wordpress.com

Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2015

Η Ελλάδα της Νέας Τάξης


Γερμανοί στρατιώτες δοκιμάζουν στις ακτές του Αιγαίου την καταλληλότητα της Ελλάδας ως τουριστικού προορισμού Γερμανοί στρατιώτες δοκιμάζουν στις ακτές του Αιγαίου την καταλληλότητα της Ελλάδας ως τουριστικού προορισμού | XAΓΚΕΝ ΦΛΑΪΣΕΡ, Στέμμα και σβάστικα, τ.Β΄ (εκδ. Παπαζήσης, Αθήνα 1995)

Ποια θα ήταν η θέση της ηττημένης Ελλάδας στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα που φιλοδοξούσε να χτίσει ο Αξονας; Αν και το ζήτημα απασχόλησε τη νικήτρια Γερμανία αμέσως μετά την κατάκτηση της Ελλάδας, ο Χίτλερ προτίμησε να αναβάλει για μετά τον πόλεμο την οριστική διευθέτηση του θέματος, αν και ήταν βέβαιο πως θα διατηρούσε κάποιες στρατιωτικές βάσεις στη χώρα (πιθανώς στη Θεσσαλονίκη), ενώ κάποια σχέδια ανέφεραν και την Κρήτη ως γερμανικό παραθεριστικό προορισμό.

Επειδή όμως υπήρχαν και τα συμφέροντα των άλλων χωρών του Αξονα στη χώρα, έγινε αποδεκτή η ένταξη του μεγαλύτερου μέρους της χώρας στον ιταλικό ζωτικό χώρο και η απαίτηση της Βουλγαρίας για δίοδο στο Αιγαίο.

Ταυτόχρονα, όμως, καταβλήθηκε προσπάθεια να εξασφαλιστούν άμεσα οι ντόπιοι παραγωγικοί πόροι για το Ράιχ και να προσανατολιστεί συνολικά η ελληνική οικονομία προς εκείνη της γερμανοκρατούμενης Ευρώπης.

Ωστόσο δεν συμφωνούσαν όλοι οι οικονομικοί παράγοντες του Αξονα για το ποια ακριβώς έπρεπε να είναι η δομή της ελληνικής οικονομίας. Βιομήχανοι και κρατικά στελέχη θεωρούσαν την Ελλάδα και το σύνολο των Βαλκανίων πρωτίστως ως έναν απλό προμηθευτή πρώτων υλών, τροφίμων και εργατικών χεριών.

Αλλοι, όπως το διευθυντικό στέλεχος του χημικού κολοσσού «I.G. Farben», Max Ilgner, πίστευαν πως θα ήταν χρησιμότερο για τη Γερμανία αν βοηθούσε σε μια ελεγχόμενη εκβιομηχάνιση της περιοχής ώστε να αυξανόταν η απορρόφηση γερμανικών προϊόντων, με την προϋπόθεση να αποφευγόταν ο ανταγωνισμός με τις γερμανικές επιχειρήσεις.

Μεταξύ άλλων, τα σχέδια της «I.G. Farben» πρόβλεπαν έτσι την ανατροπή της ελληνικής προσπάθειας του Μεσοπολέμου για αυτάρκεια στον τομέα των χρωμάτων, προσπάθεια που είχε πλήξει τα προηγούμενα χρόνια τις εξαγωγές της εταιρείας στη χώρα.

Ως χώρα με ελλειμματικό ισοζύγιο στον τομέα των τροφίμων, η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να συνεισφέρει στον ίδιο βαθμό με τις άλλες βαλκανικές χώρες σε σιτάρι και άλλα βασικά προϊόντα.
Είχε όμως σημαντικό απόθεμα αγροτικών προϊόντων «πολυτελείας», όπως ελαιόλαδο, ξηροί καρποί, φρούτα και καπνός, τα οποία και έγινε προσπάθεια να εξαχθούν από τους κατακτητές.

Ομως οι ανάγκες του πληθυσμού σε περίοδο ακραίας πείνας και η συνεπαγόμενη εκτόξευση της μαύρης οικονομίας περιόρισαν τις εξαγωγές ακόμα και των πλεοναζόντων ειδών.
Παρά τις κατά καιρούς προσπάθειες αύξησης της αγροτικής παραγωγής μέσω κάποιων περιορισμένων εισαγωγών γεωργικών εργαλείων, λιπασμάτων και τις συμβουλές Γερμανών ειδικών, οι κατακτητές όχι μόνο δεν κατάφεραν να εξαγάγουν όσα τρόφιμα σχεδίαζαν, αλλά αναγκάστηκαν να προβούν ακόμα και σε εισαγωγές τροφίμων από την υπόλοιπη Ευρώπη για να καλύψουν τις ανάγκες.

Μεγαλύτερα περιθώρια εξαγωγών υπήρχαν στον τομέα των πρώτων υλών. Αν και κάποιες γερμανικές επιχειρήσεις εξέφραζαν προπολεμικά παράπονα για τη χαμηλή ποιότητα και τη σχετικά υψηλή τιμή των βαλκανικών πρώτων υλών, η αποκοπή από τις υπερατλαντικές αγορές δεν άφηνε άλλη επιλογή.
Εξάλλου η ελληνική κατοχική κυβέρνηση ήταν (τουλάχιστον κατά τις πρώτες εβδομάδες της κατοχής) ιδιαίτερα πρόθυμη να συμβάλει στη συνέχιση των εξαγωγών, αφού φοβόταν μήπως μείνουν αδιάθετα τα ελληνικά προϊόντα.

Ωστόσο, η εκμετάλλευση του ελληνικού υπεδάφους χρειαζόταν επενδύσεις, οι οποίες θα γίνονταν στο πλαίσιο ενός ευρύτερου σχεδιασμού για τον πανευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας.
Σύντομα, λοιπόν, αποφασίστηκε η συνέχιση σειράς έργων που είχαν προγραμματιστεί προπολεμικά αλλά και η έναρξη αρκετών ακόμα, πάντα με την εμπλοκή γερμανικών ή ιταλικών εταιρειών.
Μεγάλη έμφαση δινόταν στους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών, με έργα όπως τα λιγνιτωρυχεία της Αττικής ή τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια του Αχελώου και του Αλιάκμονα (τα δικαιώματα για τις μελέτες εκμετάλλευσης παραχωρήθηκαν στη γερμανική Hansa Leichtmetall), ενώ σχεδιαζόταν η επέκταση και ηλεκτροκίνηση του σιδηροδρόμου και η κατασκευή γέφυρας μεταξύ Ρίου-Αντιρρίου, ακόμα και η διασύνδεση της Θεσσαλονίκης με το εκτεταμένο ποτάμιο σύστημα που θα ένωνε μέσω καναλιών τον Δούναβη με τη Βόρεια Θάλασσα.

Η βελτίωση των υποδομών θα βοηθούσε στις στρατιωτικές μεταφορές, αλλά κυρίως στην ανάπτυξη της εξορυκτικής δραστηριότητας πολύτιμων μετάλλων, όπως το χρώμιο και ο βωξίτης, ο οποίος μάλιστα αποτέλεσε τμήμα ενός μεγαλεπήβολου πανευρωπαϊκού προγράμματος για την παραγωγή αλουμινίου.

Για την υλοποίηση του ελληνικού τμήματος του προγράμματος αυτού θα κατασκευαζόταν ένα γερμανικό εργοστάσιο αλουμίνας κοντά στη Θεσσαλονίκη, το οποίο θα αξιοποιούσε την ενέργεια των νέων υδροηλεκτρικών εργοστασίων.

Το προϊόν θα εξαγόταν στο τεράστιο συγκρότημα αλουμινίου που κατασκευαζόταν στην κατεχόμενη Νορβηγία, συμβάλλοντας έτσι στον εφοδιασμό της γερμανικής βιομηχανίας με την πρώτη ύλη για τα αεροσκάφη της Luftwaffe.

Παρά τις ανατροπές στους αρχικούς σχεδιασμούς που επέφερε η παράταση του πολέμου, οι αναφορές στον ρόλο της Ελλάδας στη «Νέα Ευρώπη» συνεχίστηκαν εντεινόμενες κατά τη δεύτερη φάση των γερμανικών σχεδιασμών, το 1942-43.

Στις αναφορές εκείνες, η χώρα παραλληλιζόταν με το Βέλγιο ή παρουσιαζόταν ως μια ευρωπαϊκή «Καλιφόρνια», που θα ευδοκιμούσε ως «κόμβος συγκοινωνιακός προς όλην την Ανατολήν», ρίχνοντας το βάρος της στη γεωργία, στα ορυκτά και στη ναυτιλία. Κλάδοι που «διατηρούνται τεχνητώς μόνο δι’ υψηλών δασμών» (δηλαδή όσα εργοστάσια ανταγωνίζονταν εκείνα της δυτικής Ευρώπης) θα έκλειναν και η ελληνική βιομηχανία θα επικεντρωνόταν αποκλειστικά στη μεταποίηση της γεωργικής παραγωγής.

Στελέχη των δύο τελευταίων κατοχικών κυβερνήσεων ένιωθαν μάλιστα καθήκον τους να συμβάλουν στην πανευρωπαϊκή συζήτηση για τη δημιουργία μιας ενιαίας Ευρώπης, συζήτηση που είχε αναζωπυρωθεί τον καιρό εκείνο.

Ο δεύτερος κατοχικός πρωθυπουργός Λογοθετόπουλος έγραψε και σχετικό άρθρο που δημοσιεύτηκε, μαζί με άλλα προσωπικοτήτων της αξονικής Ευρώπης, στο πρώτο τεύχος του γερμανικού περιοδικού με τον εύγλωττο τίτλο «Νέα Ευρώπη», το οποίο εκδιδόταν σε 12 ευρωπαϊκές γλώσσες και όπως ανέφερε στο δεύτερο τεύχος είχε «μοναδικήν κατευθυντήριον γραμμήν την ιδέαν μιας ηνωμένης Ευρώπης».

Αφού τόνιζε πως η ιδέα «της συνεργασίας των λαών» πρωτοεμφανίστηκε στις αρχαιοελληνικές αμφικτιονίες, συνέχιζε προβάλλοντας ένα «Κοινό των Ευρωπαίων», ενωμένων «ψυχικώς και πνευματικώς», που θα απολάμβαναν κοινό νόμισμα, ελευθερία διακίνησης ατόμων, προϊόντων και επιστημονικών ανακαλύψεων και ασφάλεια από την καταδίωξη «άλλων λαών εκτός της Ηπείρου».

Η εξέλιξη του πολέμου δεν θα επέτρεπε την ολοκλήρωση των περισσότερων από τα παραπάνω σχέδια κατά τη διάρκεια του πολέμου. Κάποια όμως από αυτά θα πραγματοποιούνταν χρόνια αργότερα.

* Ιστορικός. Η διδακτορική διατριβή του, με τίτλο «Οικονομία και πολιτική στην Ελλάδα του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου», υποστηρίχθηκε το 2014 στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

 efsyn

Και τώρα τι;

1. Η αντίθεση «Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο» δεν ήταν α λα καρτ
O ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές του περασμένου Γενάρη ως ηγετική δύναμη της αντιμνημονιακής κοινωνικής συμμαχίας[1], αυτής που παραδόξως (;) επανεξετάζεται σήμερα ως παρωχημένη από κυβερνητικά και κομματικά στελέχη, ως εάν η τομή «Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο», που το κόμμα ανέδειξε το 2010[2], να ήταν επιλογή α λα καρτ. Όμως, τα τελευταία πέντε χρόνια, η αντίθεση αυτή ενέπλεξε μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας, μετατράπηκε σε φόντο για την καθίζηση (ΠΑΣΟΚ) και την ίδρυση κομμάτων (ΔΗΜΑΡ, ΔΗΣΥ, Δημιουργία Ξανά, ΑΝΕΛ, ΚΙΔΗΣΟ), πυροδότησε κινήματα (Αγανακτισμένοι, «Δεν Πληρώνω») και προκάλεσε μετακινήσεις εκατομμυρίων ψηφοφόρων: μόνο στις εκλογές του 2012, σχεδόν 4.000.000 ψήφισαν διαφορετικά σε σχέση με το 2009.
Του Δημοσθένη Παπαδάτου-Αναγνωστόπουλου
Στη διαδρομή ως τη νίκη του Ιανουαρίου, ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορήθηκε συστηματικά ως «λαϊκιστική» δύναμη, στο βαθμό που απλοποιούσε αφόρητα, ισοπεδώνοντας υποτίθεται, την κοινωνική και πολιτική ζωή, με το να οργανώνει και να διεκδικεί την εκπροσώπηση σημαντικών αντιμνημονιακών αγώνων. Λόγω αυτού του «λαϊκισμού», ωστόσο, ο ίδιος κατάφερε να σταθεροποιήσει τις σχέσεις εκπροσώπησης με τα στρώματα της μισθωτής εργασίας που έπληττε το μνημόνιο, διευρύνοντάς τες μετά το 2012 προς τα αγροτικά και παραδοσιακά μικροαστικά στρώματα, και τελικά μετατρέποντας την αντιμνημονιακή διαμαρτυρία σε πλειοψηφικό κοινωνικό ρεύμα, όπως επιβεβαιώνουν οι έρευνες κοινής γνώμης ακόμα και σήμερα [3].
2. Στην υπαρκτή Ευρωπαϊκή Ένωση, ευρωπαϊσμός σημαίνει Μνημόνιο και τέλος της λαϊκής κυριαρχίας
Οι δύο εκλογικές νίκες, σε ευρωεκλογές και εθνικές εκλογές, ήρθαν σε πείσμα όσων προεξοφλούσαν το τέλος της τομής «Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο» ή, ακόμα χειρότερα, όσων δαιμονοποιούσαν τη διαίρεση αυτή ως υπερβολικά ευρύχωρη, ακόμα και ως «θερμοκοιτίδα» της «αντιμνημονιακής» Χρυσής Αυγής. Τελείως διαφορετική υπόθεση είναι αν, έναν μόλις μήνα αργότερα, η διαβεβαίωση του ΣΥΡΙΖΑ «άλλο η δανειακή σύμβαση, άλλο το μνημόνιο», προσέκρουε στους εκβιασμούς των «θεσμών» για διακοπή της ρευστότητας, καταλήγοντας στο επώδυνο μορατόριουμ της 20ης Φλεβάρη. Διαφορετική, γιατί στην περίπτωση αυτή είχαμε την πρώτη ηχηρή προειδοποίηση πόσο μακριά θα πήγαιναν η «σκέτη», άνευ ετέρου εναντίωση στο Μνημόνιο και η συνταγή της «σκληρής διαπραγμάτευσης» μέσα στην Ευρωζώνη. Παρά το επαχθές κόστος, εντούτοις, την παραίτηση της κυβέρνησης δηλαδή από μονομερείς ενέργειες και αξιώσεις διαγραφής του χρέους, η στρατηγική αυτή συνεχίστηκε, σαν το σήμα κινδύνου να μην είχε υπάρξει ποτέ.
Τα αδιέξοδα που πολλαπλασιάστηκαν μετά την 20η Φλεβάρη ήρθε να αντιμετωπίσει, τέσσερις μήνες μετά, το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Κι αυτό το τελευταίο, αντί για τη θρυλούμενη έκλειψη της διαίρεσης «Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο», βεβαίωνε πέρα από κάθε αμφιβολία την ύπαρξη και την εμβάθυνσή της τομής: το γεγονός ότι η αντιμνημονιακή τοποθέτηση, παρά τις ισχυρές και πραγματικές απειλές εναντίον της, ήταν εκεί, ως η μορφή εμφάνισης της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας που κυριάρχησε μετά το 2010, χάρη και στον ΣΥΡΙΖΑ.
Το ιστορικό ΟΧΙ στο δημοψήφισμα ακυρώθηκε μέσα σε λίγες ώρες, με την αποκλειστική διαχείριση του αποτελέσματος από τον Αλέξη Τσίπρα, και υπό το κράτος εκβιασμών που εξαρτούσαν την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη από την αποδοχή ενός τρίτου Μνημονίου, προς διάψευση και πάλι της στρατηγικής του κόμματος: Όπως γράφτηκε, χωρίς να διαψευστεί, το βράδυ της 5ης Ιουλίου το γραφείο του προέδρου της Κομισιόν Ζ.-Κ. Γιουνκέρ διεμήνυε στον έλληνα πρωθυπουργό ότι σε 48 ώρες θα δρομολογούνταν η «διαδικασία έξωσης» της Ελλάδας από την Ευρωζώνη[4]. Αυτό που διαψεύδονταν και πάλι δεν ήταν γενικώς η επιμονή στην αντίθεση «Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο»: ο ΣΥΡΙΖΑ είχε επιμείνει στη σωστή αντίθεση, και γι’ αυτό είχε κερδίσει δύο εκλογικές μάχες. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, είχε απωθήσει ό,τι καταλαβαίναμε ότι υπήρχε πίσω από την αντίθεση αυτή: το γεγονός ότι τα μνημόνια είναι το αναπόφευκτο συνοδευτικό κάθε δανειακής σύμβασης, καθ’ ότι ο κοινός παρονομαστής της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης: σε τελική ανάλυση, το μόνο μέσο πολιτικής διαχείρισης της εν εξελίξει καπιταλιστικής κρίσης, προς όφελος των αφεντικών. Είναι κυρίως αυτά που ζητούν σήμερα, διά του ΣΕΒ, την απρόσκοπτη εφαρμογή του «προγράμματος».
3. Από τη ριζοσπαστική Αριστερά στην Κεντροαριστερά, από την καταγγελία του πραξικοπήματος στην αποδαιμονοποίησή του
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κατήγγειλε σαν «πραξικόπημα» τους εκβιασμούς που οδήγησαν στο τρίτο Μνημόνιο. Μετά την 13η Ιουλίου, ωστόσο, η ίδια προσχώρησε στην παραδοχή των αντιπάλων της[5], ότι η εποχή της αντίθεσης «Μνημονίου-Αντιμνημονίου» είχε τελειώσει[6]. Τη θέση της παρωχημένης, υποτίθεται, αντίθεσης έχουν πάρει ήδη οι διαβεβαιώσεις για την εφαρμογή της συμφωνίας[7] και τα σενάρια για τη συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας που θα την αναλάβει, η συνεργασία δηλαδή του ΣΥΡΙΖΑ με Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ (βλ. συνέντευξη Γ. Δραγασάκη στηνΕφημερίδα των Συντακτών, 29.8.2015· συνέντευξη Ν. Βούτση στον BHMA FM, 31.8.2015).
Με την αριστερή του πτέρυγα να καταγγέλλει ως ισοπεδωτική (!) την αντίθεση «Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο», ο ΣΥΡΙΖΑ περνά πια στο αίτημα να αποδαιμονοποιηθεί (!!) η λέξη «Μνημόνιο», προς επιβεβαίωση όσων επισημαίνουν το προφανές: ότι ένα πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο που συσσωρεύτηκε στους αγώνες έντεκα ολόκληρων χρόνων, σήμερα θα δαπανηθεί ώστε το μνημόνιο να εφαρμοστεί «χωρίς να ανοίξει μύτη» – με τη νομιμοποίηση, μάλιστα, ανθρώπων εγνωσμένης ακεραιότητας, όπως ο Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο Θοδωρής Δρίτσας.
4. Κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας ή κριτική στήριξη της Λαϊκής Ενότητας
Μετά και την καταθλιπτική αφομοίωση του κόμματος από την κυβέρνηση, και τελικά την κατάργησή του, η μνημονιακή μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ είναι μη αναστρέψιμη – όπως μη αναστρέψιμη είναι και η παγίωση του προεδρικού αυταρχισμού, το πολιτικό της “εποικοδόμημα”. Θα ήταν αλλιώς, αν υπήρχε πεδίο για να διεκδικηθεί αυτή η αντιστροφή της κατάστασης (όμως το συνέδριο του κόμματος καταργήθηκε…). Θα ήταν αλλιώς, αν υπήρχε έστω ένας εσωκομματικός συσχετισμός για να ανακτηθεί το χαμένο έδαφος (όμως η Νεολαία, σημαντικό τμήμα των «53+» και όλη η εσωκομματική αντιπολίτευση είναι πια εκτός κόμματος…). Η σημειολογία είναι αμείλικτη: αν γινόταν στ’ αλήθεια αλλιώς, ο Φώτης Κουβέλης δεν θα σκεφτόταν σήμερα τον επαναπατρισμό στον ΣΥΡΙΖΑ: τον σκέφτεται γιατί στη θέση του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται σήμερα ένα κόμμα-απομίμηση του Συνασπισμού του ’90, με υπερταξικές αναφορές, τη στιγμή που η ταξική πόλωση εντείνεται, απειλώντας ήδη να διαλύσει τις κοινωνικές του εκπροσωπήσεις.
***
Η προαναγγελθείσα κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας για την εφαρμογή του τρίτου Μνημονίου, πιθανότατα υπό τον πρωθυπουργό που διαβεβαίωνε ότι δεν θα είναι «παντός καιρού», βεβαιώνει την μετακόμιση του ΣΥΡΙΖΑ στην Κεντροαριστερά, στο χώρο δηλαδή που συρρικνώθηκε μέσα σε μια πενταετία σκληρής ταξικής πόλωσης. Αν όμως έχουν έτσι τα πράγματα, με δεδομένους τους ασφυκτικούς χρόνους ως τις εκλογές, και δεδομένη επίσης την αποτυχία άλλων ρευμάτων της Αριστεράς να ηγηθούν ενός πολιτικού μετώπου του ΟΧΙ, η μόνη αριστερή αντιμνημονιακή δύναμη που μπορεί να έχει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση –αποτρέποντας, έστω προσωρινά, την ιταλοποίηση της ελληνικής Αριστεράς[8]–, είναι η «Λαϊκή Ενότητα». Γι’ αυτό άλλωστε το σχήμα στηρίζεται σήμερα από αγωνιστές/τριες και διανοούμενους της ριζοσπαστικής Αριστεράς που αποδεσμεύονται από τον ΣΥΡΙΖΑ (Αριστερή Ριζοσπαστική Κίνηση, κύκλος του περιοδικού «Θέσεις»), διεθνιστικές κινήσεις (Κόκκινο Δίκτυο, Ξεκίνημα) και δυνάμεις προερχόμενες από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ (ΑΡΑΝ, ΑΡΑΣ).
Καθώς η επόμενη κυβέρνηση πρόκειται να διαπραγματευτεί «στροφές» που θα οξύνουν την κρίση πολιτικής εκπροσώπησης (από το πλαίσιο για τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας και τη ρήτρα μηδενικού ελλείμματος στις επικουρικές συντάξεις, ως τη μείωση του ΕΚΑΣ, την πώληση του ΑΔΜΗΕ και το φόρο στα αγροτικά εισοδήματα), η ανάγκη να υπάρχει μια ισχυρή αριστερή αντιπολίτευση στην επόμενη, καταθλιπτικά μνημονιακή Βουλή, κάνει αναπόφευκτη τη στήριξη της Λαϊκής Ενότητας. Η στήριξη αυτή, ωστόσο, δεν μπορεί να είναι άνευ όρων. Ιδίως μετά την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ, ο αυτοπροσδιορισμός της ΛΑ.Ε ως δύναμης γενικώς «αντιμνημονιακής, πατριωτικής και δημοκρατικής», η επιμονή στις μεταγραφές κοινοβουλευτικών τηλεαστέρων ανεξαρτήτως πολιτικού και ιδεολογικού στίγματος, μια συγκεντρωτική μεθοδολογία συγκρότησης τύπου «Αριστερό Ρεύμα και συνεργαζόμενοι», και βεβαίως η υποκατάσταση, διά του «εθνικού νομίσματος», μιας επειγόντως αναγκαίας αντικαπιταλιστικής πολιτικής, με την οποία δεν καταπιάστηκε ποτέ στα σοβαρά ο ΣΥΡΙΖΑ, δημιουργούν την εντύπωση ότι ο πήχυς θα βρίσκεται, για την ώρα τουλάχιστον, χαμηλά: στην κεφαλαιοποίηση της εύλογης διαμαρτυρίας για τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ.
5. Χρειαζόμαστε μια ευρωπαϊκή αντικαπιταλιστική Αριστερά
Το έργο της ριζοσπαστικής Αριστεράς, ωστόσο, είναι κατά πολύ δυσκολότερο. Από τη μια, η ήττα της πρώτης αριστερής κυβέρνησης στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν επιτρέπει καμία ψευδαίσθηση για «ακόμα πιο σκληρή διαπραγμάτευση» στο πλαίσιο της Ευρωζώνης· ακόμα και ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να εξηγήσει λογικά γιατί προσδοκά θετική ρύθμιση για το χρέος από τους «θεσμούς» που, αποδεδειγμένα πια, επιδιώκουν την ταπείνωσή του. Από την άλλη, η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ είναι σήμα κινδύνου για όποια δύναμη της Αριστεράς θελήσει να πάει την υπόθεση παρακάτω – είτε αυτή στήριξε, είτε όχι το ηττημένο κυβερνητικό εγχείρημα. Προϊόν εκβιασμού, και μαζί εγκληματικών πολιτικών επιλογών που συνεχίζονται, η ήττα δεν θα ξεπεραστεί από κάποιους που «θα θέλουν περισσότερο» ή δεν θα «προδώσουν». Εν τέλει, η ίδια θέτει μέρες τώρα ένα επιτακτικό ερώτημα: πώς θα εκπροσωπούνται, στα χρόνια του τέλους της λαϊκής κυριαρχίας, και τελικά πώς θα επιβιώνουν, οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι και οι νέοι – όσοι και όσες, δηλαδή, πετιούνται έξω από τη θεσμική πολιτική και το καπιταλιστικό οικονομικό κύκλωμα.
Σε αντίθεση με τη δεκαετία του ’90, η «Ευρώπη της προκοπής» δεν δίνει παρά την προοπτική μιας jobless recovery – την ίδια στιγμή που η «Ευρώπη των δικαιωμάτων» εγκληματεί σε βάρος των προσφύγων και θωρακίζεται μπροστά στις εξεγέρσεις του εγγύς μέλλοντος. Η συνθήκη αυτή θέτει την Αριστερά σε ολόκληρη την Ευρώπη μπροστά στην ανάγκη ενός αντικαπιταλιστικού μεταβατικού προγράμματος: στην ανάγκη να συγκροτηθεί, σε αντιπαράθεση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η κοινωνική δύναμη που θα αποτρέψει τα πραξικοπήματα («This is A Coup»), είτε η «έδρα» τους βρίσκεται στις Βρυξέλλες, είτε στο κέντρο της Αθήνας. Είναι προφανές ότι κανένα προεκλογικό πρόγραμμα δεν προλαβαίνει –αν υποθέσουμε ότι προτίθεται– να ασχοληθεί διεξοδικά με αυτά. Είναι ακριβώς γι’ αυτά, όμως, που ο ορίζοντας των αριστερών δεν μπορεί να σταματά στις κάλπες της 20ης Σεπτεμβρίου.
______________
Σημειώσεις
[1] Γιάννης Μαυρής, «Οι κοινωνικές δυνάμεις της αντιμνημονιακής συμμαχίας. Κοινωνική δομή της ψήφου στον ΣΥΡΙΖΑ και μεταβολές 2012-2015», mavris.gr, 9.2.2015.
[2] Χριστόφορος Βερναρδάκης, «To Μνημόνιο γκρεμίζει τον τοίχο ανάμεσα στη ριζοσπαστική αριστερά και τον λαϊκό κόσμο του ΠΑΣΟΚ», Η Αυγή, 19.9.2010
[3] «Περίπου οι μισοί πολίτες πιστεύουν ότι ο Σαμαράς πλήρωσε το Μνημόνιο», Δημοσκόπηση της Prorata,Εφημερίδα των Συντακτών, 3.9.2015
[4] Τάσος Τέλλογλου, «Οταν η Γερμανία έβλεπε τρίτη συμφωνία», Καθημερινή23.8.2015. Σύμφωνα με το ίδιο ρερπορτάζ, τέσσερις μέρες αργότερα, περιοδεύοντας στα Δυτικά Βαλκάνια, η Άγκελα Μέρκελ διεμήνυε σε συνεργάτες της ότι αν ο Αλέξης Τσίπρας επέμενε στη διαγραφή χρέους, η Ελλάδα θα έπαυε να είναι μέλος της Ευρωζώνης.
[5] Ενδεικτικά: Βαγγέλης Βενιζέλος, «Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο: το ψεύτικο δίπολο της κρίσης», Το Βήμα, 8.3.2013· Αντώνης Σαμαράς, «Το δίλημμα μνημόνιο-αντιμνημόνιο έχει ξεπεραστεί οριστικά», Ναυτεμπορική, 30.6.2013· Φώφη Γεννηματά, «Το πλαστό διχαστικό δίλημμα της 5ετίας ‘μνημόνιο-αντιμνημόνιο’ ενταφιάζεται σήμερα από εκείνους που το δημιούργησαν», Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής, 14.8.2015
[6] Τέρενς Κουίκ, «Τελείωσε η περίοδος ‘μνημονιακοί και αντιμνημονιακοί’», Συνέντευξη στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ, 20.7.2015
[7] Ενδεικτικά: Nίκος Βούτσης, Συνέντευξη στο Κόκκινο 105.5, 16.7.2015: «Το πρόγραμμά μας θα περιέχει τις δεσμεύσεις του [μνημονιακού] προγράμματος»· Όλγα Γεροβασίλη, Συνέντευξη στον ΒΗΜΑ FM, 31.8.2015: «Όλοι μας γνωρίζουμε ότι έπρεπε να γίνει αυτή η συμφωνία, εμείς ήμασταν οι πρώτοι που το λέγαμε αυτό. Ναι, θα υλοποιήσουμε τη συμφωνία. Δεν είμαστε δισυπόστατοι […] Αυτή είναι μία δέσμευση, την οποία έχουμε αναλάβει από την ώρα της ψήφισης της συμφωνίας και φυσικά είμαστε σταθεροί σε αυτό που αποφασίσαμε και διατυπώσαμε. Δεν χρειάζεται κάποιος να υιοθετεί κάτι, το οποίο ξέρει ότι πρέπει να το κάνει».
[8] Αντώνης Νταβανέλος, «Λαϊκή Ενότητα: Ο πόλος της ελπίδας για την Αριστερά»,Rproject 31.8.2015
 dithen

Η ενωμένη Ευρώπη του Γ’ Ράιχ

istoria.jpg
Παρίσι 1942. Τα γραφεία του κατοχικού οργανισμού που ήταν υπεύθυνος για την «κινητικότητα» εργατών προς τη γερμανική βιομηχανία

Παρίσι 1942. Τα γραφεία του κατοχικού οργανισμού που ήταν υπεύθυνος για την «κινητικότητα» εργατών προς τη γερμανική βιομηχανία

Συντάκτης: 
«Νομισματική ή τελωνειακή Ενωση μπορεί να προβλεφθεί μόνο με μια χώρα που έχει παρόμοιο βιοτικό επίπεδο με το δικό μας» , Βάλτερ Φουνκ, υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας, 22.7.1940
Ενα από τα δημοφιλέστερα στερεότυπα της τελευταίας εξαετίας στη χώρα μας αποτελεί η ταύτιση της σημερινής Γερμανίας και της Ε.Ε. με τον χιτλερισμό και την «ευρωπαϊκή νέα τάξη» που αυτός ευαγγελίστηκε.
Ο προπαγανδιστικός χαρακτήρας της σύγκρισης είναι βέβαια οφθαλμοφανής και οι διαστάσεις που αποκτά στον δημόσιο λόγο συχνά γκροτέσκο.
Ποια όμως υπήρξαν στην πραγματικότητα τα σχέδια του Γ’ Ράιχ για τη «νέα Ευρώπη» του μέλλοντος;
Οπως κάθε εφαρμοσμένη πολιτική, έτσι και η ναζιστική πολιτική για την Ευρώπη προέκυψε ως συγκερασμός ποικίλων στοχοθεσιών και επιδράσεων.
Σε αντίθεση με τον φιλελευθερισμό και τον μαρξισμό, η ναζιστική ιδεολογία δεν διακρινόταν άλλωστε για τη θεωρητική πρωτοτυπία της – επί της ουσίας δεν ήταν παρά ένα συμπίλημα αντιφατικών ιδεολογημάτων που κυκλοφορούσαν στους αντιδραστικούς κύκλους της Γερμανίας κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, τραβηγμένο όμως στην έσχατη «ορθολογική» συνέπειά του: τη βιομηχανικά οργανωμένη εξολόθρευση εκατομμυρίων «υπανθρώπων» προκειμένου να διασφαλιστεί η ευημερία της νομιμόφρονος πλειοψηφίας της αρίας φυλής.
Η εξόντωση των Εβραίων δρομολογήθηκε ως η ολοκληρωμένη μορφή («τελική λύση») των αντισημιτικών πρακτικών που ανθούσαν από τα μεσαιωνικά χρόνια και συστηματοποιήθηκαν ως μέσο άσκησης (παρα)κρατικής πολιτικής τον ΙΘ’ αιώνα, αυτή των ομοφυλοφίλων δικαιολογήθηκε ως καταπολέμηση της «δημογραφικής συρρίκνωσης» του γερμανικού έθνους, ενώ οι Τσιγγάνοι θυσιάστηκαν στο όνομα της απαλλαγής της κοινωνίας από «παρασιτικές» ομάδες που δεν ενστερνίζονταν την ηθική της εργασίας˙ και στις τρεις περιπτώσεις, το Ολοκαύτωμα των θαλάμων αερίων συνδυάστηκε με την εθνωφελή πρακτική της εξοντωτικής καταναγκαστικής εργασίας εκατομμυρίων ανθρώπων για λογαριασμό παραδοσιακών κλάδων της γερμανικής βιομηχανίας κάτω από την επίβλεψη των SS.
Ακόμη και η θεωρία περί «Ζωτικού Χώρου» (Lebensraum), που τόσο αποφασιστικό ρόλο διαδραμάτισε στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς του Γ’ Ράιχ, είχε πρωτοδιατυπωθεί από τον γεωγράφο Φρίντριχ Ράτσελ εν έτει 1901, όταν ο Χίτλερ ήταν ακόμη παιδί, τα βασικά δε στοιχεία της συλλογιστικής της προϋπήρχαν ήδη από τον 19ο αιώνα.
Από τεχνική άποψη, με τα σχέδια οικοδόμησης της ευρωπαϊκής «νέας τάξης»καταπιάστηκε μεταξύ 1940 και 1943 μια πλειάδα διαπλεκόμενων φορέων: ανώτερα κλιμάκια των υπουργείων Οικονομικών και Εξωτερικών, προπαγανδιστές του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος (NSDAP) και διευθυντικά στελέχη της γερμανικής βιομηχανίας. Οπως και στις υπόλοιπες πτυχές της ναζιστικής πολιτικής, τελικός επιδιαιτητής των αντιθέσεων που προέκυπταν απ’ αυτές τις παράλληλες λειτουργίες ήταν ο ίδιος ο Φίρερ.
Σε κάθε περίπτωση πάντως αυτοί οι σχεδιασμοί εξαιρούσαν ρητά τα ευρωπαϊκά εδάφη της ΕΣΣΔ, στα οποία το ναζιστικό «Γενικό Σχέδιο Ανατολή» του 1942 επιφύλασσε εντελώς διαφορετική τύχη: τη μαζική εκτόπιση και εξόντωση 50 εκατομμυρίων «μη εκγερμανίσιμων» Σλάβων και τον οργανωμένο εποικισμό τους από 10 εκατομμύρια Γερμανών, Ολλανδών και λοιπών «Αρίων».

Μια οικογένεια γεμάτη ευκαιρίες

«Ενιαίος οικονομικός χώρος» α λα χιτλερικά: Γερμανοί τουρίστες ψωνίζουν στο Παρίσι κατασχεμένα εβραϊκά αγαθά«Ενιαίος οικονομικός χώρος» α λα χιτλερικά: Γερμανοί τουρίστες ψωνίζουν στο Παρίσι κατασχεμένα εβραϊκά αγαθά | 
Στο επίπεδο της προπαγάνδας, τα πράγματα ήταν μάλλον απλά. Η ενοποίηση της Ευρώπης από τις στρατιές της Βέρμαχτ πλασαρίστηκε σαν ένα πρώτο (καταναγκαστικό, πλην σωτήριο) βήμα για την υπέρβαση των αιματηρών διαχωρισμών του παρελθόντος και την οικοδόμηση ενός λαμπρού κοινού μέλλοντος, βασισμένου στις οικονομίες κλίμακας που θα επέτρεπε ο σχηματισμός μιας ενιαίας πανευρωπαϊκής αγοράς.
Παρά τον ακραίο εθνικισμό των ναζί, η ειδυλλιακή αυτή εικόνα μπορούσε να μασκαρευτεί ακόμη και σαν επαγγελία υπέρβασης του εθνικού κράτους:
«Οι ευρωπαϊκοί λαοί συνειδητοποιούν όλο και περισσότερο ότι πολλά από τα μεταξύ μας ζητήματα είναι απλοί οικογενειακοί καβγάδες σε σύγκριση με τα μεγάλα προβλήματα που απαιτούν σήμερα την επίλυσή τους μεταξύ ηπείρων», υποστήριζε λ.χ. στις 11.9.1940 ο υπουργός Προπαγάνδας Γιόζεφ Γκέμπελς, απευθυνόμενος σε μια ομάδα Τσέχων δημοσιογράφων και διανοουμένων. «Είμαι βαθιά πεισμένος ότι, όπως σήμερα χαμογελάμε αναλογιζόμενοι τους τοπικιστικούς καβγάδες που χώριζαν τους γερμανικούς λαούς στις δεκαετίες του 1840 και του 1850, έτσι και σε 50 χρόνια οι μελλοντικές γενιές δεν θα διασκεδάζουν λιγότερο με τις πολιτικές διαφωνίες που σημειώνονται τώρα στην Ευρώπη».
Στο ίδιο ακριβώς μήκος κύματος κινούνταν οι οδηγίες του Καρλ Μένγκερλε, επικεφαλής της υπηρεσίας ενημέρωσης του υπουργείου Εξωτερικών, για τον χειρισμό του «ζητήματος Ευρώπη» από τα γερμανικά ΜΜΕ (27.9.1941):
«Η επιθετική, αποδομητική και πολεμική προπαγάνδα πρέπει να συμπληρώνεται με κάτι πιο θετικό, ιδίως όσον αφορά το μέλλον της Ευρώπης: Υπέρβαση της ευρωπαϊκής ιδιομορφίας. Τερματισμός της εποχής των ευρωπαϊκών εμφύλιων πολέμων. Στόχος: μια ομοσπονδιακή Ευρώπη υπό την ηγεσία και προστασία της ισχυρότερης, υγιέστερης και πιο υπεύθυνης ομάδας δυνάμεων. […] Η διαίρεση της Ευρώπης σε μικρές ή μικροσκοπικές εθνικές οικονομίες και συστήματα επικοινωνίας είναι ξεπερασμένη. Τέρμα πια στα διαβατήρια και τις βίζες. Η κεντροευρωπαϊκή ευημερία θα φέρει ευημερία και οικονομική ασφάλεια σε όλα τα μέλη. […] Οι αντίπαλοι της Ευρώπης δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα άλλο πέρα από την επιστροφή στις παλιές μέρες, που η ιστορική εξέλιξη έχει ξεπεράσει και απορρίψει».
Συγκεκριμένες υποσχέσεις συμπλήρωναν αυτές τις γενικότητες, από την υπέρβαση των καπιταλιστικών κρίσεων, χάρη στον «ορθολογικό καταμερισμό εργασίας» του εθνικοσοσιαλιστικού υπερκράτους, μέχρι τις ευκαιρίες που συνεπάγονταν για τους μικρότερους λαούς οι διευρυμένοι ορίζοντες του «μεγάλου ευρωπαϊκού χώρου».
Hγετικό στέλεχος του Γ' Ράιχ που πρωτοστάτησε στις ζυμώσεις για τη μεταπολεμική Νέα Ευρώπη: Αρτουρ Ζέις-ΙνκβαρτΤο ηγετικό στέλεχος του Γ’ Ράιχ που πρωτοστάτησε στις ζυμώσεις για τη μεταπολεμική Νέα Ευρώπη, Αρτουρ Ζέις-Ινκβαρτ | 
Χαρακτηριστικό δείγμα, από δημόσια ομιλία του χιτλερικού επιτρόπου στην Ολλανδία,Αρτουρ Ζέις-Ινκβαρτ (25.7.1940):
«Η Νέα Ευρώπη της αλληλεγγύης και της συνεργασίας όλων των λαών της, μια Ευρώπη δίχως ανεργία, οικονομικές και νομισματικές κρίσεις, μια Ευρώπη του σχεδιασμού και του καταμερισμού εργασίας, η οποία έχει στη διάθεσή της τις πιο σύγχρονες τεχνικές παραγωγής κι ένα πανηπειρωτικό σύστημα εμπορίου κι επικοινωνιών αναπτυγμένο σε κοινή βάση, θα θεμελιωθεί με ασφάλεια και ραγδαία αυξανόμενη ευημερία μόλις απομακρυνθούν οι εθνικοί οικονομικοί φραγμοί. […] Σ’ αυτήν την Ευρώπη όλα τα χέρια θα χρειάζονται. Τα ταλέντα κάθε έθνους θα απολαμβάνουν ένα διευρυμένο πεδίο δράσης. Τα ταλέντα καθηλώνονται όταν περιορίζονται σε μικρές εθνικές, πολιτικές και γεωγραφικές επικράτειες. Σε μια μεγαλύτερη σφαίρα είναι δυνατόν ακόμη και για μικρές χώρες και τους υπηκόους τους να αναπτύξουν πλήρως τις πολιτισμικές, οικονομικές και ανθρώπινες δυνατότητές τους».
Η σύμπραξη αυτή συνεπαγόταν φυσικά κάποιους περιορισμούς. Τη συνειδητή λ.χ. πειθαρχία των ευρωπαϊκών λαών στις εντολές του Βερολίνου.
«Οπως κανένα μέλος μιας οικογένειας δεν έχει το δικαίωμα να διαταράσσει την ηρεμία για εγωιστικούς σκοπούς, έτσι ακριβώς και σε κανένα ευρωπαϊκό έθνος δεν θα επιτραπεί μακροπρόθεσμα να παρεμποδίσει την εν γένει διαδικασία οργάνωσης», ξεκαθαρίζει ο Γκέμπελς στους Τσέχους ακροατές του, ενώ ο θεωρητικός του Lebensraum, Βέρνερ Ντάιτς, τονίζει σε βιβλίο του το 1942 πως «η ευρωπαϊκή κοινότητα των λαών, ο κοινός Ζωτικός Χώρος της λευκής φυλής, απαιτεί από τον καθέναν από τους λαούς της την ίδια πειθαρχία που η εθνική κοινότητα επιβάλλει σε καθέναν από τους πολίτες της».
Δεν χωρούσε βέβαια η παραμικρή αμφιβολία για το ποιος ήταν το αφεντικό και πού ακριβώς στηριζόταν αυτή η λεόντεια σύμπραξη.
«Δεν υπάρχει κανένα σχεδόν έθνος στην Ευρώπη που να μην έχει συμβάλει αξιόλογα στην ανάπτυξη και την Ιστορία της ηπείρου μας», διακηρύσσει στις 4.10.1942 ο Γκέμπελς, για να διευκρινίσει αμέσως μετά:
«Οσο σεβαστό πρέπει να είναι αυτό το γεγονός, εξίσου σαφές είναι πως ο συντονισμός των προσπαθειών των επιμέρους εθνών στην πολιτική σφαίρα είναι δυνατός μόνο αν κάποιες δυνάμεις αναλάβουν την ηγεσία. […] Μόνο ένας πόλεμος μπορεί να αμβλύνει άτεγκτες στάσεις και προκαταλήψεις στον βαθμό που απαιτείται για την ανάδυση μιας νέας εθνοπολιτικής κοινότητας».
Αδιανόητη θεωρούνταν, τέλος, η (έστω και τυπική) ισοτιμία μεταξύ των συμβαλλομένων.
«Αρνούμαστε μια φιλελεύθερη συνομοσπονδία όπως η Κοινωνία των Εθνών, όπου υπάρχει φόβος ότι θα επικρατούν οι πλειοψηφίες», ξεκαθαρίζει ο Ζέις-Ινκβαρτ στην ομιλία του για τη δέκατη επέτειο της ανάρρησης των ναζί στην εξουσία (29.1.1943). Στην επικείμενη «εθνική και κοινωνική τάξη, κάθε χώρα παίρνει τη θέση στην κοινότητα που της αξίζει χάρη στον πολιτισμό της, την αμυντική ετοιμότητά της και την οικονομική αποτελεσματικότητά της».

Μια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων

Γερμανική αφίσα του 1942: «Η Νέα Ευρώπη είναι ακατανίκητη»
Η μελέτη των πραγματικών σχεδιασμών, όπως αυτοί αποτυπώνονται στις σχετικές υπηρεσιακές εκθέσεις, ανατρέπει εκ βάθρων ό,τι απέμεινε απ’ αυτό το προπαγανδιστικό οικοδόμημα.
Αντί για ένα κοινό σπίτι ανοιχτό σε όλα τα έθνη (ή τουλάχιστον όσα κρίνονταν «ιστορικά αποδεδειγμένης αξίας», κατά τη διατύπωση του Μένγκερλε), η Ευρώπη της Νέας Τάξης σχεδιαζόταν σαν ένα σύστημα ιεραρχημένων ομόκεντρων κύκλων, ανάλογα με τις σχέσεις που κάθε χώρα διατηρούσε ώς τότε με τη Γερμανία.
Αν για τα πολιτικά στελέχη του NSDAP τα κριτήρια γι’ αυτήν τη διαλογή δεν μπορούσαν παρά να είναι πρωτίστως «φυλετικά», για τους διπλωμάτες κι επιχειρηματίες συνοδοιπόρους τους υπαγορεύονταν κυρίως από τον βαθμό ώσμωσης των επιμέρους εθνικών οικονομιών με τη γερμανική.
Σύμφωνα π.χ. με υπόμνημα του πρέσβη Ρίτερ προς τον υπουργό Εξωτερικών Φον Ρίμπεντροπ (1.6.1940), η «Μείζων Γερμανία (συμπεριλαμβανομένων των Βοημίας, Μοραβίας και Πολωνίας)» θα αποτελούσε «το πολιτικό και οικονομικό κέντρο» του όλου συστήματος, οι δε γειτονικές (και φρεσκοκατακτημένες) Ολλανδία, Βέλγιο, Λουξεμβούργο, Δανία και Νορβηγία θα ενσωματώνονταν αρκετά γρήγορα σ’ αυτόν τον πυρήνα.
Ενας τρίτος κύκλος απαρτιζόταν από τις «χώρες του Δούναβη», το εξωτερικό εμπόριο των οποίων διεξαγόταν ήδη σε ποσοστό 50-70% με το Ράιχ˙ στην περίπτωσή τους αρκούσε όμως «η καλλιέργεια και επέκταση των υφιστάμενων σχέσεων», δίχως «κάποια ειδική οικονομικο-πολιτική μορφή».
Οσο για τις υπόλοιπες αναπτυγμένες χώρες του σκανδιναβικού Βορρά, έπρεπε να πειστούν (ή να εξαναγκαστούν) να αναπροσανατολίσουν το εμπόριό τους προς τη Γερμανία και τους συμμάχους της, «μακριά από τις διεθνείς αγορές και υπερπόντιες χώρες».
Παρόμοια επιχειρηματολογία ανέπτυξε σε διάλεξή του (13.11.1942) και ο Αντον Ράιτινγκερ, διευθυντικό στέλεχος της χημικής βιομηχανίας IG Farben, προεκτείνοντάς την όμως μέχρι τον αποκλεισμό των παραδοσιακών αποικιακών δυνάμεων από τον ενιαίο οικονομικό χώρο:
«Καθώς η Δυτική Ευρώπη είχε παθητικό εμπορικό ισοζύγιο με όλες τις χώρες και χρηματοδοτούσε τα πλεονάσματα των εισαγωγών της μέσω των επιστροφών κεφαλαίου από τις επενδύσεις της στις υπερπόντιες αποικίες, οι οποίες σήμερα πρέπει να θεωρηθούν χαμένες, θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο να ενσωματωθεί σε μια ηπειρωτική ευρωπαϊκή οικονομία όταν η κύρια βάση του πρώην οικονομικού της συστήματος δεν υφίσταται πλέον».
Ο υπουργός Οικονομίας του Ράιχ, Βάλτερ Φουνκ
Αρκετά διαφορετική υπήρξε η εισήγηση του υπουργού Οικονομίας του Ράιχ, Βάλτερ Φουνκ, σε ειδική σύσκεψη στελεχών του υπουργείου που πραγματοποιήθηκε με παραγγελία του Γκέρινγκ (22.7.1940).
Αποφασιστικό κριτήριο για την υπαγωγή στις διαφορετικές ταχύτητες της ευρωπαϊκής ενοποίησης ήταν εδώ το υπάρχον βιοτικό επίπεδο:
«Οι ευρωπαϊκές χώρες εντός της σφαίρας γερμανικού ενδιαφέροντος υπάγονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη περιλαμβάνει χώρες με παρόμοιο με το δικό μας επίπεδο τιμών, μισθών, φόρων και εισοδημάτων, δηλαδή τη Δανία, την Ολλανδία και την Ελβετία. Οι χώρες του Νότου αποτελούν τη δεύτερη ομάδα. Ενώ οι πρώτες θα πρέπει να οργανωθούν παρόμοια μ’ εμάς και να έχουν πιο γενναιόδωρη μεταχείριση σε ζητήματα πληρωμών, οι άλλες διαφέρουν υπερβολικά από εμάς ώστε να γίνει οποιαδήποτε σκέψη για ένωση πληρωμών και νομίσματος».

«Καταμερισμός εργασίας» και κοινό νόμισμα

Ο διαχωρισμός αυτός έγινε ακόμη σαφέστερος στο σημείο της ίδιας εισήγησης που αφορούσε το ενδεχόμενο καθιέρωσης ενιαίου νομίσματος στη Νέα Ευρώπη.
«Νομισματική ή τελωνειακή ένωση», ξεκαθάρισε ο Φουνκ, «μπορεί να προβλεφθεί μόνο με μια χώρα που έχει παρόμοιο βιοτικό επίπεδο με το δικό μας. Αυτή δεν είναι η περίπτωση π.χ. της ΝΑ Ευρώπης, και δεν θα ήταν καθόλου προς το συμφέρον μας να παράσχουμε σ’ αυτήν την περιοχή βιοτικό επίπεδο παρόμοιο με το δικό μας. Αυτό θα εξασθενούσε μονάχα την αποτελεσματικότητα της τοπικής οικονομίας».
Παρά την τεχνική ορθότητα της τελευταίας παρατήρησης, δεν ήταν βέβαια η επιβίωση των κατακτημένων αυτή που κυρίως απασχολούσε τον υπουργό Οικονομίας του Χίτλερ.
Ο ίδιος, άλλωστε, είχε μόλις διευκρινίσει πως «η Γερμανία έχει τώρα την πολιτική ισχύ να αναδιοργανώσει την ευρωπαϊκή οικονομία σύμφωνα με τις δικές της ανάγκες» και πως «υπάρχει η πολιτική πρόθεση να χρησιμοποιήσει αυτήν την ισχύ προκειμένου άλλες χώρες να υποχρεωθούν να προσαρμόσουν τις οικονομίες τους στα δικά μας σχέδια και ανάγκες».
Μια δημόσια ομιλία του ίδιου υπουργού, τρεις μέρες μετά την παραπάνω σύσκεψη, ξεδιάλυνε ακόμη περισσότερο τα πράγματα.
«Σε μια υγιή ευρωπαϊκή οικονομία και μ’ έναν ορθολογικό καταμερισμό εργασίας μεταξύ των οικονομιών των ευρωπαϊκών χωρών», διαβάζουμε, «είναι εύλογο ότι το μάρκο θα έχει κυρίαρχη θέση», οι δε διακρατικές συναλλαγές στο εσωτερικό της θα πραγματοποιούνται με τη μέθοδο των ανταλλαγών (κλίρινγκ).
Ως παλαίμαχος δημοσιογράφος του οικονομικού Τύπου, ο Φουνκ συνειδητοποιούσε φυσικά πως ήταν αδύνατο να αποφευχθούν μεσοπρόθεσμα οι ανισορροπίες του ισοζυγίου σε βάρος των πιο αδύναμων εταίρων.
Βασική μέριμνά του αποτελούσε, ως εκ τούτου, να αποφύγει την «ισοπέδωση» μεταξύ της Γερμανίας και των λιγότερο παραγωγικών συνοδοιπόρων της:
«Η πληρωμή “ακάλυπτων” μεταβιβάσεων κλίρινγκ θέτει φυσικά ένα εσωτερικό νομισματικό πρόβλημα για επιμέρους χώρες. […] Το επίπεδο τιμών θα πρέπει να προσαρμοστεί σ’ αυτό της Γερμανίας. Ομως μια νομισματική ένωση θα επιφέρει μια σταδιακή ισοπέδωση των βιοτικών επιπέδων, που ακόμη και στο μέλλον δεν θα είναι και δεν θα πρέπει να είναι το ίδιο για όλες τις χώρες που θα συνδέονται με το ευρωπαϊκό σύστημα ανταλλαγών, επειδή απουσιάζουν οι οικονομικές και κοινωνικές προϋποθέσεις γι’ αυτό».
Αν όλες αυτές οι διακηρύξεις κινούνταν σ’ ένα πεδίο διπλωματικής απροσδιοριστίας, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις απόψεις του Γκούσταφ Σλότερερ, επικεφαλής του Τμήματος Διεθνούς Σχεδιασμού του υπουργείου Οικονομίας, όπως αποτυπώνονται σε μνημόνιο του Καρλ Αλμπρεχτ, διευθυντικού στελέχους της βιομηχανίας Carl Zeiss (19.7.1940):
«Στο μέτρο του δυνατού, η Ευρώπη πρέπει να γίνει ο βασικός προμηθευτής μας σε πρώτες ύλες και τρόφιμα. Στα Νοτιοανατολικά, π.χ., είναι αναγκαία και δυνατή μια μεγάλη αύξηση της αγροτικής απόδοσης. […] Είναι δυνατό και αναγκαίο να υπάρξει πραγματικά ευρωπαϊκή βιομηχανική πολιτική. Η Ενωση Βιομηχανιών του Ράιχ πρέπει να συστήσει ομάδες εργασίας με άλλες ευρωπαϊκές βιομηχανίες, για να επιφέρει έναν ορθολογικό καταμερισμό εργασίας μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών. Δεν θα ήταν δυνατό να στηθεί και να αναπτυχθεί κάθε βιομηχανία σε κάθε χώρα, κι αυτό δεν πρέπει να επιτραπεί».
Ο ίδιος ο Χίτλερ θα ξεκαθαρίσει άλλωστε με τη σειρά του στο στενό επιτελείο του (16.7.1941) ότι το μόνο νόημα τέτοιου είδους δημόσιων διακηρύξεων ήταν να ριχτεί στάχτη στα μάτια της κοινής γνώμης και των άμεσα ενδιαφερομένων για τα πραγματικά ναζιστικά σχέδια «κοψίματος της πελώριας [ευρωπαϊκής] πίτας σύμφωνα με τις ανάγκες» της γερμανικής οικονομίας.

Η Συνομοσπονδία που δεν υπήρξε

Ακόμη και ο Φίρερ δελεάστηκε, ωστόσο, κάποια στιγμή από την προοπτική μιας συλλογικής «ευρωπαϊκής συνείδησης» υπό γερμανική ηγεμονία.
Ηταν λίγο μετά τη γερμανική εισβολή στη Σοβιετική Ενωση, όταν μια πανσπερμία φασιστών απ’ όλη την Ευρώπη έσπευσε να συνδράμει τη Βέρμαχτ στη στρατιωτική πάταξη του ταξικού και «φυλετικού» εχθρού.
Σε συνομιλία του με τον Ιταλό υπουργό Εξωτερικών Γκαλεάτσο Τσιάνο (26.10.1941), ο Χίτλερ αποφάνθηκε έτσι ότι «το αίσθημα ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, που σήμερα είναι ορατό, αν και ακόμη αδύναμο, θα μπορούσε στο φόντο του αγώνα στην Ανατολή να εξελιχθεί σταδιακά σε γενική αναγνώριση της ευρωπαϊκής κοινότητας».
Περισσότερο ενθουσιώδης, ο Ρίμπεντροπ θα θεωρήσει αυτήν την εξέλιξη δεδομένη κατά την ομιλία του στην τελετή διεύρυνσης του διακρατικού «Συμφώνου αντι-Κομιντέρν» (26.11.1941):
«Σήμερα οι γιοι σχεδόν κάθε ευρωπαϊκού έθνους πολεμούν στην Ανατολή για να διατηρήσουν τη ζωή και τον πολιτισμό της ηπείρου μας. Το αίμα που χύνεται σ’ αυτόν τον κοινό αγώνα θα μετρήσει περισσότερο απ’ όλες τις παραδόσεις μιας παρωχημένης εποχής».
Αποκορύφωμα αυτής της συλλογιστικής υπήρξε η άκαρπη πρόταση του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών (31.3.1943) για πανηγυρική ανακήρυξη μιας «Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας» 13 χωρών, κατεχόμενων και μη, ως απάντηση στις διακηρύξεις των συμμάχων για τη μεταπολεμική σύσταση των Ηνωμένων Εθνών.
Ως πρώτα μέλη υποδεικνύονταν οι χώρες του Αξονα (Γερμανία, Ιταλία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Κροατία, Φινλανδία) και από τις κατεχόμενες η Γαλλία, η Δανία, η Νορβηγία, η Σερβία και η Ελλάδα, ενώ ανοιχτό αφηνόταν το ενδεχόμενο συμμετοχής της (ουδέτερης) Ισπανίας του Φράνκο.
Σύμφωνα με το προτεινόμενο σχέδιο διακήρυξης, η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία θα συστηνόταν «για πάντα», θα ήταν ανοιχτή στα υπόλοιπα κράτη της ηπείρου και οι λεπτομέρειες της συγκρότησής της θα καθορίζονταν μεταπολεμικά, όπως και η τελική διαρρύθμιση των συνόρων μεταξύ των μελών της. Στο οικονομικό πεδίο προβλεπόταν «προοδευτική κατάργηση των τελωνειακών φραγμών» και «συναινετική κατάρτιση ενός ομοιόμορφου σχεδίου» ανάπτυξης.
Στις απόρρητες όμως οδηγίες του Ρίνμπετροπ για τη σύσταση μιας «Ευρωπαϊκής Επιτροπής» του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, επιφορτισμένης με την περαιτέρω μυστική επεξεργασία του ζητήματος (5.4.1943), ξεκαθαρίζεται ότι «πρέπει να υπάρξουν χωριστές αποφάσεις για κάθε επιμέρους χώρα και έθνος, όταν έρθει ο καιρός».
Λεπτομερέστερα υπομνήματα για τη μελλοντική συνομοσπονδία κατέθεσαν τους επόμενους μήνες οι υψηλόβαθμοι διπλωμάτες Χανς Φροχβάιν (7.6.1943) και Σεσίλ φον Ρέντε-Φινκ.
Ο πρώτος χώρισε την Ευρώπη σε τρεις ζώνες («Μείζων Γερμανία με τους γερμανικούς και υπογερμανικούς λαούς, ανατολικούς και νοτιοανατολικούς»,«Μεσόγειος» και «περιοχή του Ατλαντικού»), αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο ακόμη και της συμμετοχής μιας «νέας Αγγλίας που θα είναι διατεθειμένη να αποποιηθεί τις παλιές αξιώσεις και ηγεμονικές μεθόδους» της˙ κυρίως όμως φρόντισε να τακτοποιήσει το ζήτημα του αποφασιστικού οργάνου: «ένα μόνιμο Ευρωπαϊκό Οικονομικό Συνέδριο, με προεδρείο όπου θα αντιπροσωπεύονται οι ηγέτιδες δυνάμεις και μερικές άλλες χώρες».
Ο δεύτερος επικεντρώθηκε στις περιφερειακές ιδιομορφίες και τις επιπτώσεις της μελλοντικής ενιαίας αγοράς, τονίζοντας πως έπρεπε να «ληφθεί φροντίδα για την προστασία και τη διατήρηση ζωτικών κλάδων της βιομηχανίας, ιδίως σε μικρότερες οικονομικές περιοχές, και να διατηρηθούν υψηλά βιοτικά στάνταρ στις χώρες που σήμερα τα απολαμβάνουν».
Οι αρχιτέκτονες των παραπάνω σχεδίων έπρεπε πάντως να διασκεδάσουν τις ανησυχίες των ευρωσκεπτικιστών συντρόφων τους για τη θέση της Γερμανίας στο μελλοντικό σχήμα.
«Τα δικαιώματά μας ως κατοχικής και εμπόλεμης δύναμης δεν πρέπει βέβαια να θιγούν με κανέναν τρόπο», διαβεβαίωνε έτσι τον Αύγουστο του 1943 ο Ρέντε-Φινκ, ξεκαθαρίζοντας ταυτόχρονα ότι «δεν μπορεί να υπάρξει ούτε σκέψη για χορήγηση στην Πολωνία του καθεστώτος κράτους-μέλους της συνομοσπονδίας».
Ακόμη πιο εύγλωττος υπήρξε ο Ρίμπεντροπ στην αρχική εισήγησή του: «Αν φροντίσουμε να επανδρώσουμε όλα τα κατάλληλα πόστα με αδίστακτους ανθρώπους, οι οποίοι θα μπορούν να επιδεικνύουν ένα σόου ευελιξίας ενώ στην πραγματικότητα δεν θα συμβιβάζονται όσον αφορά τον πραγματικό πολιτικό στόχο, η δημιουργία μιας τέτοιας Συνομοσπονδίας δεν θα διακινδυνεύσει το παραμικρό, αλλά θα καταστήσει σαφές ότι το Μείζον Γερμανικό Ράιχ θα προκύψει στο τέλος του πολέμου».
Αυτό που προέκυψε στο τέλος του πολέμου ήταν, βέβαια, κάτι πολύ διαφορετικό: μια ηττημένη Γερμανία, διαμελισμένη σε ζώνες κατοχής, και μια Ευρώπη που γρήγορα χωρίστηκε κι αυτή σε σοσιαλιστική «Ανατολή» και καπιταλιστική «Δύση».
Στο δυτικό τμήμα η ευρωπαϊκή ενοποίηση δρομολογήθηκε έτσι τελικά κάτω από αμερικανική και γαλλική ηγεμονία, με την (τότε Δυτική) Γερμανία στον ρόλο του κεντρικού μεν συμβαλλόμενου αλλά όχι του επίσημου πρωταγωνιστή.
Στο πολιτικό πεδίο αρχιτέκτονες της όλης διαδικασίας αναδείχτηκαν επίσης κυρίως δεξιοί αντιστασιακοί, μολονότι στο παρασκήνιο η συμβολή τεχνοκρατών με προϋπηρεσία στα αντίστοιχα σχέδια του Ράιχ υπήρξε συχνά καθοριστική.
Εξ ου και στο φιλελεύθερο τελικό προϊόν δεν είναι σπάνιο να εντοπίσει κάποιος ουκ ολίγα ιχνοστοιχεία του αρχικού προγράμματος…

Διαβάστε

◈ Walter Lipgens, Documents on the History of European Integration. Vol. I. Continental Plans for European Union, 1939-1945 (Βερολίνο – Ν. Υόρκη 1985, εκδ. Walter de Gruyter). Εκτενέστατη συλλογή ντοκουμέντων για την προϊστορία της σημερινής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Το πρώτο τμήμα του βιβλίου (σ. 37-199), απ’ όπου αντλήθηκε μεγάλο μέρος των πηγών του σημερινού αφιερώματος, ασχολείται με τα σχέδια των ναζί και της φασιστικής Ιταλίας για τη «Νέα Ευρώπη» μετά τη νίκη του Αξονα.
◈ Woodruff D. Smith, The Ideological Origins of Nazi Imperialism (Ν. Υόρκη 1986, εκδ. Oxford University Press). Εντοπισμός των ιδεολογικών καταβολών του ναζισμού στα αντιδραστικά ιδεολογήματα που αναπτύχθηκαν στη Γερμανία πολύ πριν από την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία.
◈ Keith Tribe, Strategies of Economic Order. German economic discourse, 1750-1950(Κέμπριτζ 1995, εκδ. Cambridge University Press). Σκιαγράφηση της γερμανικής οικονομικής σκέψης των δυόμισι τελευταίων αιώνων, από τους διαφωτιστές του 18ου αι. μέχρι το μεταπολεμικό «τάξη-φιλελευθερισμό» που ασπάζεται η σημερινή ηγεσία της Ε.Ε. και του γερμανικού υπ. Οικονομικών.
◈ Mark Mazower, Η αυτοκρατορία του Χίτλερ. Ναζιστική εξουσία στην κατοχική Ευρώπη (Αθήνα 2009, εκδ. Αλεξάνδρεια). Ανατομία της «νέας τάξης» στην κατεχόμενη Ευρώπη. Το προτελευταίο κεφάλαιο («Εμείς οι Ευρωπαίοι») περιέχει ενδιαφέρουσες αλλά συνοπτικές επισημάνσεις για τη συμβολή των «ευρωπαϊστών» της ναζιστικής διπλωματίας και τεχνοκρατίας στη μεταπολεμική ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.

Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2015

Η αποπροσανατολιστική αντιπολίτευση της παγκοσμιοποιητικής «Αριστεράς» στην εγκληματική απάτη του ΣΥΡΙΖΑ (Τάκης Φωτόπουλος)

ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

Τόσο η εσωκομματική αντιπολίτευση στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ (Αριστερή πλατφόρμα κ.α.) όσο και η εξωκομματική αντιπολίτευση (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΕΠΑΜ, Κίνηση “ΟΧΙ μέχρι το τέλος” κλπ), στην πραγματικότητα, ανήκουν στην παγκοσμιοποιητική «Αριστερά» εφόσον δεν αμφισβητoύν την ίδια τη Νέα Διεθνή Τάξη (ΝΔΤ) της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, και επομένως η κριτική τους είναι άσφαιρη, εάν όχι εντελώς παραπλανητική.[1]

Έτσι, μιλούν μεν για άμεση έξοδο από την Ευρωζώνη αλλά όχι και από την ΕΕ, για την οποία συνήθως απαιτούν ρήξη, αποδέσμευση κλπ, αλλά ποτέ άμεση έξοδο από αυτήν. Ακόμη και όταν κάποτε αναφέρονται σε έξοδο από την ΕΕ, συνήθως την αναφέρουν σαν…παρεπόμενο, αφού δεν μιλούν ποτέ για τη κατάργηση των «4 ελευθεριών» για τις αγορές και την αναγκαία συνακόλουθη ρήξη με τους θεσμούς της παγκοσμιοποίησης (ΠΟΕ, ΔΝΤ, ΠΤ, ΝΑΤΟ κλπ). Ακόμη σημαντικότερο, δεν αναφέρονται ποτέ στην ανάγκη δημιουργίας μιας αυτοδύναμης (όχι αυτάρκους) οικονομίας, που είναι η αναγκαία και επαρκής συνθήκη για την πραγματική αμφισβήτηση της ΝΔΤ της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.

Είναι δηλαδή φανερό ότι οι οικονομολόγοι της παγκοσμιοποιητικής «Αριστεράς» ουσιαστικά υιοθετούν τις αποπροσανατολιστικές ανοησίες (που προωθούν οι ίδιες οι ελίτ!) ότι ο νεοφιλελευθερισμός είναι μια κακή ιδεολογία ή πολιτική, αν όχι ένα δόγμα ή μια συνωμοσιολογία, και όχι το κρίσιμο συστημικό φαινόμενο που δημιούργησε η ανάδυση και μαζική εξάπλωση των πολυεθνικών επιχειρήσεων. Δηλαδή, ουσιαστικά δέχονται τη καταστροφική θέση του ΣΥΡΙΖΑ ότι οι θεσμοί αυτοί μπορεί ν’ αλλάξουν “από μέσα” ενώ άλλοι από αυτούς περιμένουν την …παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση για να διαλυθούν οι θεσμοί αυτοί. Και στις δυο περιπτώσεις η συνέπεια είναι ο πλήρης αποπροσανατολισμός των λαϊκών στρωμάτων που είναι τα κύρια θύματα της παγκοσμιοποίησης. Η θέση του ΚΚΕ μολονότι διαφοροποιείται από τις ανοησίες για παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση (όταν ούτε μια πανευρωπαϊκή απεργία δεν έχει οργανωθεί όλα αυτά τα χρόνια μπροστά στη μαζική επίθεση του πολυεθνικού κεφαλαίου!) και ουσιαστικά μιλά για σοσιαλισμό σε μια χώρα, εντούτοις δεν παύει επίσης να καταντά ουτοπική αφού αγνοεί την ανάγκη για μεταβατική στρατηγική. Όχι βέβαια με την έννοια των μεταβατικών σταδίων αλλά με την έννοια της δημιουργίας των κατάλληλων υποκειμενικών αλλά και αντικειμενικών συνθηκών για τη μετάβαση στη συστημική αλλαγή.

Η δημιουργία αυτών των συνθηκών προϋποθέτει εθνική απελευθέρωση, πριν την κοινωνική απελευθέρωση. Και αυτό, γιατί είναι φανερό ότι αν δεν ελέγχεις σαν λαός την οικονομία σου δεν έχεις εθνική κυριαρχία, δηλαδή δυνητικά λαϊκή κυριαρχία, και χωρίς αυτή δεν τίθεται θέμα κοινωνικής απελευθέρωσης. Η εθνική κυριαρχία είναι προϋπόθεση της λαϊκής κυριαρχίας, ενώ το αντίθετο δεν ισχύει. Σήμερα δηλαδή δεν μιλάμε απλά για κοινωνική απελευθέρωση, όπως πολλοί Μαρξιστές που δεν έχουν κατανοήσει την πραγματική σημασία της παγκοσμιοποίησης ισχυρίζονται, επαναλαμβάνοντας τη θεωρία του Ιμπεριαλισμού που στηριζόταν βέβαια στην υπόθεση των εθνών –κρατών, τα οποία στη διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς είναι σε διαδικασία ουσιαστικής αποσύνθεσης. Σήμερα αντιμετωπίζουμε μια νέα Κατοχή σαν λαός, η οποία δεν είναι στρατιωτική, αλλά οικονομική και έχει ακόμη χειρότερες συνέπειες για τα λαϊκά στρώματα από ό,τι η στρατιωτική. Όπως λοιπόν στην Κατοχή όπου γινόντουσαν λαϊκά μέτωπα σαν το ΕΑΜ για την εθνική κυριαρχία σαν προϋπόθεση για την ανατροπή της Κατοχής και τον αγώνα για κοινωνική απελευθέρωση, σήμερα , ακόμη περισσότερο, ο αγώνας δεν είναι μόνο για κοινωνική αλλά και για εθνική απελευθέρωση, σαν προϋπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης, όπως ακριβώς ζητά το ΜΕΚΕΑ.

Η έξοδος επομένως από το Ευρώ αλλά όχι και η ταυτόχρονη έξοδος από την ΕΕ δεν είναι καν η ΑΝΑΓΚΑΙΑ συνθήκη για την εθνική και λαϊκή κυριαρχία. Και αυτό, γιατί οδηγεί μεν σε νομισματική αλλά όχι και σε οικονομική κυριαρχία, εφόσον οι 4 ελευθερίες εξακολουθούν να ισχύουν. Αυτό σημαίνει ότι είναι αδύνατη η επιβολή πραγματικών κοινωνικών ελέγχων πάνω στις αγορές κεφαλαίου, εργασίας και εμπορευμάτων, ιδιαίτερα αν μια χώρα εξακολουθεί να είναι μέλος της ΕΕ οπότε εξακολουθούν να ισχύουν όλες οι συνθήκες της ΕΕ (που επιβάλλουν τις «4 ελευθερίες») και οι συνακόλουθοι δημοσιονομικοί περιορισμοί για τον Προϋπολογισμό, τις ιδιωτικοποιήσεις, τις συντάξεις και έμμεσα για τους μισθούς και τις κοινωνικές δαπάνες. Το κυριότερο, παραμονή στην ΕΕ σημαίνει ότι η ίδια η παραγωγική δομή της οικονομίας αναγκαστικά θα είναι έρμαιο των αγορών (δηλαδή των πολυεθνικών και των επενδύσεών τους) και δεν θα ρυθμίζεται από συλλογικές κοινωνικές αποφάσεις, πράγμα που σημαίνει μονιμοποίηση της κατάστασης της Ελλάδος ως προτεκτοράτου της Υ/Ε. Στην πραγματικότητα η ταυτόχρονη έξοδος από Ευρώ και ΕΕ είναι απλά η αναγκαία συνθήκη για την οικονομική αυτοδυναμία, ενώ η επαρκής συνθήκη είναι η ρήξη με τους θεσμούς της ΝΔΤ (ΠΟΕ, ΔΝΤ, ΠΤ κλπ) που επίσης επιβάλλουν τη στέρηση του δικαιώματος ενός λαού να επιβάλλει αποτελεσματικούς κοινωνικούς ελέγχους στις αγορές, δηλαδή του θεμελιακού δικαιώματός του για εθνική και λαϊκή κυριαρχία, σαν προϋπόθεση για την κοινωνική απελευθέρωση.

[1] Βλ. για περιγραφή σχεδόν όλων των τάσεων της παγκοσμιοποιητικής “Αριστεράς” που προτείνουν έξοδο από το Ευρώ, Στάθη Κατσούλα, «Ένα “Εναλλακτικό Σχέδιο” για το οποίο η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήξερε και δεν άκουσε τίποτα», ΙΣΚΡΑ, 21/7/2015

* Το άρθρο αυτό είναι μέρος του επερχόμενου βιβλίου του Τάκη Φωτόπουλου «Το Χρονικό Της Καταστροφής» , Εκδόσεις Γόρδιος (Σεπτέμβριος 2015)

Εκλογικός Χορός Πάνω στο πτώμα της Δημοκρατίας


«Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους
αυτούς, ένας επέθαινε από αηδία...
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους,
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία».
Πρέβεζα, Καρυωτάκης Κ.



Οι εκλογές- παρωδία, στις 20 του Σεπτέμβρη, κατ’ απαίτηση των ευρωκρατών, έχουν ως κύριο στόχο τη νομιμοποίηση της μετατροπής της χώρας σε νεο-αποικία.

Μέσω της τελετουργίας των εκλογών, οι ευρωκράτες και οι ιθαγενείς υποτακτικοί τους, ευελπιστούν ότι με την υφαρπαγή της ψήφου των λαϊκών στρωμάτων, θα έχουν την τυπική νομιμοποίηση για την εφαρμογή στο ακέραιο του τρίτου νεοφιλελεύθερου αποικιακού πακέτου, για το οποίο, όπως δηλώνεται στη συμφωνία: «Για την επιτυχία (του) θα απαιτηθεί η συνεχής εφαρμογή των συμφωνημένων πολιτικών επί πολλά έτη», (ν. 4336/2015, ΦΕΚ Α 94/14-8-2015, σελ. 1014).

Η βεβαιότητα των ευρωκρατών ότι μέσω των εκλογών-παρωδία θα πετύχουν την παραπλάνηση των λαϊκών στρωμάτων και την τυπική συναίνεση τους στο κοινωνικό Άουσβιτς που ετοιμάζουν, βασίζεται στην υπόθεση ότι τα λαϊκά στρώματα, μετά το ψυχολογικό σοκ που έχουν υποστεί, αδυνατούν να έχουν συνείδηση της πραγματικότητας.

Η επιχείρηση «πρώτη φορά Αριστερά»-σύντομα θα έχουμε και το «πρώτη φορά ακροδεξιά»- υπήρξε μια επιχείρηση νεοφιλελεύθερου ψυχολογικού πολέμου που στόχο είχε την ανάσχεση της κοινωνικής δυναμικής, επιφέροντας βαρύ πλήγμα στη κοινωνική ψυχολογία.

Αν η προδοσία στο ατομικό επίπεδο επιφέρει κατακλυσμικά συναισθήματα οδύνης, άγχους, θυμού, φόβου, ενοχών, αδυναμίας και απάθειας και επισύρει αμυντικούς μηχανισμούς άρνησης της πραγματικότητας ή υποκατάστασής της, ώστε για την θεραπεία να απαιτείται χρόνος τουλάχιστον έξι μηνών, στο συλλογικό επίπεδο, τα φαινόμενα αυτά λειτουργούν πολλαπλασιαστικά, έτσι ώστε, για την επούλωση του τραύματος να απαιτείται εξίσου πολλαπλάσιος χρόνος.

Το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού λαού βρίσκεται σε κατάσταση μετατραυματικού συνδρόμου, εντελώς αποπροσανατολισμένο και σε πλήρη σύγχυση, ενώ είναι εμφανή τα σημάδια που δείχνουν ότι για το μεγαλύτερο μέρος των λαϊκών στρωμάτων δεν υπάρχει συνείδηση του τι έχει συντελεστεί.

Έτσι, το σώου των εκλογών λειτουργεί σαν την φάκα για το ποντίκι, που θα πιαστεί στην ευρωφυλακή, εγκρίνοντας άθελά του τη συμφωνία περαιτέρω αποικιοποίησης της χώρας, τους εφαρμοστικούς νόμους, την περαιτέρω απώλεια οικονομικής, πολιτικής και εθνικής κυριαρχίας, και τη μετατροπή του σε είλωτα του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.

Στρατηγικός στόχος των ευρωκρατών είναι η κατασκευή ενός νέου υποκειμένου. Η δημιουργία ενός νέου «ευρωπαίου», μιας φτηνής παραγωγικής μηχανής. Με αυτό το βιοπολιτικό στόχο συνάδει το τέλος του προνοιακού και εθνικού κράτους και η δομική αλλαγή του πολιτειακού και πολιτικού συστήματος, που ξεκινώντας από την Ελλάδα θα επεκταθεί στο σύνολο της ΕΕ.

Οι επερχόμενες εκλογές σηματοδοτούν τη προδιαγεγραμμένη πορεία: το γεγονός ότι από τα κοινοβουλευτικά κόμματα, τα πέντε εμφανίζονται με πολιτικό πρόγραμμα το τρίτο μνημόνιο, σημαίνει ότι τόσο το πολιτικό όσο και το κομματικό σύστημα έχουν μεταλλαχθεί σε μορφές που έρχονται σε σύγκρουση με το αντιπροσωπευτικό πολίτευμα.

Εκ των πραγμάτων, όταν ο Κυρίαρχος του πολιτεύματος είναι οι ευρωκράτες, ηχεί ως ανέκδοτο να μιλάει κανείς για λαϊκή κυριαρχία· ακόμη και για αντιπροσωπευτικό πολίτευμα.

Το πολίτευμα είναι ήδη κάποιο είδος κοινοβουλευτικής δικτατορίας που χρησιμοποιεί το περιτύλιγμα μιας νεκρής Δημοκρατίας.

Σουλτάνης Γρ.
 moriasegkomion

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

Πώς εξηγείται η εμμονή των ολιγαρχών στην κυβέρνηση Tutti-Frutti;

Κώστας Παπαπαναγιώτου

 Το νέο μεγάλο κόλπο κλεπτοκρατών, πολιτικών και ολιγαρχών (με πρωτεργάτη τον Δ.Ο.Λ.) είναι το σενάριο «όλοι το ίδιο είμαστε», μια κυβέρνηση που έχει απ’ όλα: και προσκυνημένους συνεργάτες της Μέρκελ, και πούρους μερκελιστές και ηττημένους αντιπάλους της.  ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με ΝΔ-ΠΑΣΟΚ όλα σε ένα νοικοκυρεμένα.

Πρόκειται για ένα σενάριο καταφανώς παράλογο και ανεδαφικό. Πολύ πιο ρεαλιστικό θα ήταν να βρεθεί ένα modus vivendi μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΛΑΕ, έστω και με ψήφο ανοχής, παρά μια κυβέρνηση Tutti-Frutti. Οπότε, γιατί επιμένουν;
 
Ο στρατηγικός τους στόχος είναι η διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ εις τα εξ ων συνετέθη και το πέρασμα της Αριστεράς οριστικά στο πολιτικό περιθώριο, ει δυνατόν στην ανυπαρξία. Προς αυτή την κατεύθυνση δημιουργούν ένα κλίμα, ότι «και αυτό συζητιέται», «θα μπορούσε να γίνει». Άρα, σκέφτεται ο έτσι κι αλλιώς καχύποπτος ψηφοφόρος της Αριστεράς, που δικαιολογημένα βρίσκεται σε σύγχυση μετά τα τελευταία γεγονότα: «λες να μας έχουν πουλήσει από ψηλά και να ‘μαστε εμείς οι χρήσιμοι ηλίθιοι;». Έτσι ενισχύεται η αμφιβολία στο στρατόπεδο των δυνητικών ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν υπάρχει θετικό πρόταγμα από το Σύστημα ΠΑΣΟΚ-ΝΔ. Δεν χρειάζεται καν. Αρκεί να οδηγηθεί ικανός αριθμός ανθρώπων στην πολιτική αποστράτευση, στην αποχή, στο λευκό, ή στην ψήφο σε ακίνδυνα κόμματα που δεν διεκδικούν άμεσα την εξουσία.
 
Ωραία, ας πούμε ότι πετυχαίνουν να νικήσει η Ν.Δ. Μετά, τι; Δεν τελειώνει εδώ το σχέδιο. Έχοντας στρώσει το χαλί, ελπίζουν ότι θα βρεθούν 20-30 ιδιοτελή καθάρματα στη νέα Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ τα οποία θα προθυμοποιηθούν να συνεργαστούν με το Παλαιό Καθεστώς, ακολουθώντας μια επιχειρηματολογία τάχαμου εθνικής συναίνεσης (λες και δεν ήταν αποτέλεσμα εθνικής συναίνεσης η συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ). Στην πραγματικότητα βασίζονται στον εθισμό στην εξουσία, στον οποίο είναι επιρρεπείς οι άνθρωποι (Στατιστικά, σε ένα δείγμα 130 ανθρώπων θα βρεις καμιά εικοσαριά τέτοιους).
 
Μα αυτό είναι αποστασία, θα πείτε. Φυσικά. Και ποιος αν όχι ο Δ.Ο.Λ είναι ο πιο ειδικός για κάτι τέτοιο; Ναι, αλλά το ’65 που το ξανακάνανε το κόλπο, ο κόσμος τους πήρε χαμπάρι και τους έκαψε τα γραφεία. Μικρό το κακό. Επανήλθαν δριμύτεροι. Άρα, στο τέλος κέρδισαν. Άλλωστε όταν τα πράγματα φθάνουν στα άκρα, ο κόσμος είναι που την πληρώνει. Το σύστημα έχει απεριόριστες δυνατότητες κλιμάκωσης της βίας και θα του ήταν πάρα πολύ εύκολο να ξεμπερδέψει με τους αντιπάλους του λιώνοντας τα κεφάλια τους.
 
Το σενάριο ολοκληρώνεται με την σύνθλιψη του εναπομείναντος ΣΥΡΙΖΑ μεταξύ αποστατών και ΛΑΕ. Κάπου εκεί κλείνει οριστικά το κεφάλαιο «Αριστερή διακυβέρνηση». Το χειρότερο είναι ότι, για μικροκομματικούς λόγους, δίνουν κύρος στο σενάριο Tutti-Frutti κόμματα που βρίσκονται από την ίδια πλευρά των διαχωριστικών γραμμών. Έτσι, η παλινόρθωση του Παλαιού Καθεστώτος – με όλο το ρεβανσισμό που συνεπάγεται- μοιάζει αναπόφευκτη. Ο χρόνος είναι πολύ λίγος για ορθολογική σκέψη, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία.
 
* Κώστας Παπαπαναγιώτου / Από το βιβλίου του Σταύρου Λυγερού «Από την κλεπτοκρατία στην χρεοκοπία»

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2015

Το παραμύθι μιας αλήθειας

black_sheep-(1)Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια οικογένεια βοσκών. Είχαν όλα τα πρόβατά τους μαζί σ’ ένα μαντρί. Τα τάιζαν, τα φρόντιζαν και τα βοσκούσαν.

Κάπου κάπου, τα πρόβατα προσπαθούσαν να το σκάσουν.

Ερχόταν τότε ο πιο γέρος βοσκός και τους έλεγε:

«Α, πρόβατα ασυνείδητα και αλαζονικά, δεν ξέρετε ότι εκεί έξω ο κάμπος είναι γεμάτος κινδύνους; Μονάχα εδώ βρίσκετε άφθονο νερό, φαγητό, και προπαντός, προστασία από τους λύκους».

Γενικά, αυτό αρκούσε για να φρενάρει τις τάσεις «ελευθερίας» των προβάτων.

Μια μέρα γεννήθηκε ένα διαφορετικό πρόβατο. Ας πούμε πως ήταν ένα μαύρο πρόβατο. Είχε επαναστατικές διαθέσεις και ξεσήκωνε τους συντρόφους του να το σκάσουν προς την ελευθερία των λιβαδιών.

Πύκνωσαν οι επισκέψεις του γέρου βοσκού που πάσχιζε να πείσει τα πρόβατα για τους εξωτερικούς κινδύνους. Ωστόσο, τα πρόβατα ήταν ανήσυχα, και κάθε φορά που τα έβγαζαν από το μαντρί όλο και πιο δύσκολα τα μάζευαν.

Ώσπου μια νύχτα, το μαύρο πρόβατο τα έπεισε και το έσκασαν.

Οι βοσκοί δεν αντιλήφθηκαν τίποτα ως το ξημέρωμα, όταν είδαν το μαντρί σπασμένο και άδειο.

Όλοι πήγαν να κλάψουν μαζί με το γέροντα, τον αρχηγό της οικογένειας.

«Έφυγαν, έφυγαν!»

«Τα κακόμοιρα…»

«Και η πείνα;»

«Και η δίψα;»

«Και ο λύκος;»

«Τι θ’ απογίνουν χωρίς εμάς;»

Ο γέροντας έβηξε, ρούφηξε την πίπα του και είπε:

«Αλήθεια, τι θ’ απογίνουν χωρίς εμάς; Και το χειρότερο είναι…

… Τι θ’ απογίνουμε εμείς χωρίς αυτά;»….

Χόρχε Μπουκάϊ

από Αναρχία και Ζωή

πηγή:

https://anarchypress.wordpress.com

anhsyxia.wordpress.com 

Η μαγκιά ως πρόταση εξουσίας, ένα ''αύριο'' από το βαθύ παρελθόν



Η τακτική της ΝΔ είναι να λένε ανακρίβειες και ψέμματα μπροστά στις κάμερες έχοντας όχι μόνο την ανοχή του δημοσιογράφου αλλά και την προστασία του με αποτέλεσμα πολλές φορές τα ψέμματα να μένουν αναπάντητα.Αν ο πολιτευτής της ΝΔ δεν είναι (ικανός) να πει το ποίημά τους τότε το λέει ο δημοσιογράφος.Τα εσωτερικά έγγραφα της δεξιάς παράταξης λένε επακριβώς ποια ψέμματα να πούνε και αυτά τα έγγραφα μοιράζονται και στους δημοσιογράφους.


Της Κατερίνας Μπρέγιαννη στην ΑΥΓΗ



Το επικοινωνιακό επιτελείο της Ν.Δ. ποντάρει πολλά στη «μαγκιά» του νέου αρχηγού της που τον πλασάρει σαν λαϊκό ηγέτη, παρόλο που καμία δημοκρατική διαδικασία δεν τηρήθηκε για την εκλογή του.

Η μαγκιά ήρθε να αντικαταστήσει την τρομολαγνεία της 25ης Γενάρη και «τα δεινά που θα έλθουν» επί ΣΥΡΙΖΑ. Και ότι δεν πέτυχαν τότε με την κατατρομοκράτηση του κόσμου προσπαθούν τώρα με μια παλαιομοδίτικη μαγκιά και έναν νεκραναστημένο δήθεν τσαμπουκά, να το πετύχουν.

Προς χάριν τούτου, η Ν.Δ. άφησε για λίγο στην άκρη, την αστική ευγένεια που ισχυρίζεται συχνά ότι εκπροσωπεί και διεξάγει τον προεκλογικό της τηλεοπτικό αγώνα με όρους ακραίου πολιτικού μπούλινγκ.

Τραμπουκισμοί on camera, χυδαιολογίες και προσβλητικά σχόλια παρουσιάζουν μια εικόνα ξεπεσμού του πολιτικού λόγου στα κατώτερα επίπεδα. Η ανοχή με την οποία περιφρουρούν συνήθως οι τηλεπαρουσιαστές τους μαινόμενους πολιτικούς αιτιολογείται, συνήθως με το δήθεν οξύθυμο και παρορμητικό του χαρακτήρα τους.

Μια τακτική που αποδίδει τηλεοπτικά σε τηλεθέαση, αποδίδει πολιτικά επενδύοντας στο προφίλ του «μάγκα» και του «τσαμπουκά» για να θέλξει τα κατώτερα ένστικτα ενός «αντιδραστικού» και «αντισυστημικού» ακροατηρίου.

Τα παραδείγματα πολλά και ακραία επιτυγχάνουν να εθίζουν τον τηλεθεατή στη λεκτική βία και τον τραμπουκισμό. Αμέριμνος στον καναπέ του απολαμβάνει τη «φάση» με τον ίδιο τρόπο που θα απολάμβανε έναν τσαμπουκά, στο δρόμο, στο καφενείο, ή στο γήπεδο. Ταυτίζεται με το μάγκα – τιμωρό και τσαμπουκά, υποτιμά και χλευάζει το θύμα που συνήθως «τα ‘θελε» γιατί «το παράκανε».

Η απαξίωση του πολιτικού διαλόγου καταλήγει στο εύλογο συμπέρασμα ότι, ο επί της ουσίας διάλογος είναι περιττός, γιατί η επιβολή είναι ο αποτελεσματικότερος και πιο ενδεδειγμένος τρόπος να πείσεις για το δίκαιο της άποψής σου. Με φωνές, κραυγές, συνεχείς διακοπές, χλεύη και υποτιμητικά σχόλια που εκτοξεύονται με δριμύτητα εναντίον όσων διαφωνούν επιχειρούν την επιβολή τους. Το απαύγασμα δηλαδή της ακροδεξιάς ιδεολογίας.

Η ανοχή ή και συχνά, η υποκινούμενη από τον τηλεπαρουσιαστή διένεξη γέμισε τα τηλεοπτικά παράθυρα εδώ και χρόνια με περιστατικά ακραίας λεκτικής βίας, τραμπουκισμού και υποκίνησης του κοινού σε πράξεις αποσταθεροποίησης π.χ. το bank run του Άδωνη.

Το πρότυπο του «μάγκα» ηγέτη, του παιδιού της πιάτσας, του «μαχαλόμαγκα», του «πεζοδρομίου» είχε προσπαθήσει κατά το παρελθόν και ο Αντ. Σαμαράς να ενσαρκώσει μέχρι που ο ίδιος ο κόσμος που γοητεύτηκε από αυτό, απογοητεύτηκε αμέσως μετά και το απέρριψε κατά την εφαρμογή του.

Η Ν.Δ. επιμένει στην ίδια λαθεμένη τακτική, ακριβώς γιατί δεν έχει να ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης. Η τάξη που εκπροσωπούν στην επιβολή, τη διαφθορά και τη διαπλοκή στηρίζει την εξουσία της, 40 και πλέον χρόνια. Όμως το μόνο που αναδύεται από τη στερεοτυπική παλαιομοδίτικη μαγκιά τους είναι σήψη. Και μια απεγνωσμένη εμμονή για την επανακατάληψη της εξουσίας που ο λαός τους αρνήθηκε.

Ακραία μορφή λιτότητας, ακραία επιβολή των απαιτήσεων των δανειστών, ακραία μονομέρεια υπέρ των πλουσίων και των διαπλεκόμενων, ακραία βία και καταστολή στους δρόμους, ακραίες ρατσιστικές συμπεριφορές εναντίον των μεταναστών, ακραία κατάρρευση των δικαιωμάτων, των μισθών, των συντάξεων, της παιδείας, της υγείας. Ο μπάτσος στη γωνιά, ο ρουφιάνος στη γειτονιά και ο αέρας μετρημένος…

Μια μισαλλόδοξη και βάρβαρη εξουσία συμφερόντων και διαπλοκής.

Αυτοί ήταν πάντα και τότε και τώρα.

Αυτή και η μόνη μαγκιά τους.

Μας έχουν γανώσει τ' αυτιά

του Τάσου Παππά



Τα αποτελέσματα της κάλπης θα οριστικοποιήσουν το τέλος  και αυτού του σεναρίου της διαπλοκής.
Αυτές οι εκλογές είναι η τελευταία μάχη των πολιτικών τζακιών και δεν τους βλέπω ορεξάτους καθώς ξέρουν τι θα επακολουθήσει.
Με την ψήφο μας τους τελειώνουμε για πάντα.Η Ελλάδα γυρίζει σελίδα.


Τάσος Παππάς στην Εφημερίδα των Συντακτών


Μας έχουν γανώσει τ' αυτιά τα επιτελικά στελέχη ορισμένων κομμάτων και πολλοί δημοσιολόγοι ότι αυτό που υπογράψαμε, δηλαδή το τρίτο μνημόνιο, δεν τροποποιείται και η νέα κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να το εφαρμόσει μέχρι κεραίας, διαφορετικά θα δημιουργηθούν προβλήματα στις σχέσεις μας με τους δανειστές και θα επανέλθει στο προσκήνιο το θέμα του Grexit.

Συνεπώς τα κεφάλια μέσα, να αφήσουμε τις εξυπνάδες ότι κάποια θέματα που περιλαμβάνονται στο μνημόνιο είναι διαπραγματεύσιμα και ότι υπάρχουν περιθώρια προσαρμογών, αναλόγως της πορείας του προγράμματος, των εγχώριων και διεθνών συνθηκών.

Γι αυτό, συμπληρώνουν, είναι απαραίτητο να πάμε σε κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού ή σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας στελεχωμένη από πρόσωπα που δεν ανήκουν στη σφαίρα της μαχόμενης πολιτικής και ως εκ τούτου δεν υπολογίζουν το πολιτικό κόστος και θα κάνουν τη δουλειά που πρέπει αδιαφορώντας για το αν θα θυμώσει η κοινωνία.

Είναι η λογική της πλήρους παράδοσης της πολιτικής στις δυνάμεις της αγοράς και της ανάθεσης του ρόλου που αυτή πρέπει να έχει στην υποτίθεται έμπειρη και προσοντούχα τεχνοκρατία. Αυτή η λογική, αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, φαίνεται πως έχει σημαντικά ερείσματα στην κοινωνία.

Μια ματιά όμως στο πρόσφατο παρελθόν, το δικό μας και άλλων χωρών, αποδεικνύει ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι. Μπορεί κάποιος να προσάψει πολλά στους επαγγελματίες πολιτικούς, ωστόσο τα δείγματα γραφής των ειδικών, όποτε επιστρατεύθηκαν για να σώσουν τις χώρες τους, δεν είναι καθόλου εντυπωσιακά.

Ούτε εδώ ο Παπαδήμος ούτε στην Ιταλία ο Μάριο Μόντι που αντικατέστησαν εκλεγμένους πρωθυπουργούς- για την ακρίβεια και ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ανετράπησαν από συνωμοσίες στις οποίες πήραν μέρος ευρωπαικές και ντόπιες δυνάμεις- δεν μπορούν να υπερηφανεύονται για τα επιτεύγματα τους. Άνθρωποι των τραπεζών και οι δύο φρόντισαν κυρίως για τα συμφέροντα των πρώην εργοδοτών τους. Στις τράπεζες δούλευαν πριν, στις τράπεζες γύρισαν μετά και αφού είχαν δια...πράξει το καθήκον τους.

Σ' ότι αφορά την άποψη ότι το μνημόνιο δεν αλλάζει, η διάψευση έρχεται από τα πλέον αρμόδια χείλη. Δυνατότητα για «ελιγμούς» στο πρόγραμμα που έχει συμφωνήσει η Ελλάδα με τους δανειστές της, μετά τις εκλογές, διαβλέπει ο Μπενουά Κερέ, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Επισημαίνει χαρακτηριστικά πως «το σημαντικό είναι ότι η Ελλάδα και οι εταίροι της εμπιστεύονται ο ένας τον άλλο και πάλι».

Συνεπώς, σε αυτήν τη βάση, «θα υπάρξουν περιθώρια ελιγμών όταν πρόκειται για την προσαρμογή του προγράμματος μετά τις εκλογές, για παράδειγμα όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και την αντιμετώπιση των κεκτημένων συμφερόντων, υπό την προϋπόθεση ότι οι στόχοι του προγράμματος έχουν επιτευχθεί».

Το να βγαίνει απ τ' αριστερά στους εδώ φανατικούς των μνημονίων ο παράγοντας της Κεντρικής Τράπεζας είναι κάπως σκαμπρόζικο. Δεν βρίσκετε;

Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2015

Debate: «Βρακί δεν έχει ο κώλος μας, λουλούδια θέλει ο ψώλος μας»

Πιτσιρίκος



Πολύ καλά πήγε το debate στο οποίο συμμετείχαν έξι πολιτικοί αρχηγοί, έξι δημοσιογράφοι από τα κανάλια των νταβατζήδων και ένας κανονικός δημοσιογράφος της ΕΡΤ, ο οποίος, όμως, ήταν ο μόνος που δεν είχε δικαίωμα να κάνει ερωτήσεις, γιατί η ΕΡΤ είναι νόμιμο κανάλι, και απαγορεύεται από το Σύνταγμα να κάνουν ερωτήσεις στους πολιτικούς αρχηγούς οι δημοσιογράφοι νόμιμων καναλιών.

Η Ελλάδα είναι το μόνο προτεκτοράτο στο οποίο -εκτός από εκλογές- γίνεται και debate, επειδή εδώ γεννήθηκε η Δημοκρατία.

Οι ερωτήσεις δεν είχαν καμία σημασία, όπως δεν είχαν σημασία και οι απαντήσεις, αφού ο καθένας έλεγε ό,τι ήθελε να πει. Δηλαδή, τίποτα.

Ο Αλέξης Τσίπρας έδωσε σκληρό αγώνα για να πείσει τους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας να ψηφίσουν αυτόν και όχι τον Μεϊμαράκη γιατί αυτός είναι πιο συντηρητικός και πιο βαρετός από τον Βαγγέλα, οπότε είναι ο άνθρωπός τους.

Ο Αλέξης Τσίπρας δεν είπε τίποτα για Αριστερά, Ελπίδα και Αξιοπρέπεια, αφενός γιατί αυτά δεν τα γουστάρουν οι μικροαστοί νοικοκυραίοι και αφετέρου γιατί το ίδιο δούλεμα δεν πιάνει και δεύτερη φορά μέσα σε λίγους μήνες.

Τσίπρας και Μεϊμαράκης έκαναν πως τσακώνονται για τους ψηφίσουν τα χάπατα και να κάνουν κυβέρνηση συμπροδοσίας, όπως έχουν αποφασίσει οι εταίροι μας από το 2012.

Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης προσπαθούσε να το παίξει κεντροδεξιός, ευρωπαϊστής και πολιτισμένος, αλλά αφενός δεν του το επέτρεπε η σκατόφατσα και αφετέρου ξύπναγε μέσα του πού και πού ο τραμπουκόμαγκας και σκεφτόσουν πως, αν δεν ήταν πολιτικός, θα μπορούσε άνετα να είναι σουβλατζής που τυλίγει το σουβλάκι με το ίδιο χέρι που ξύνει τα αρχίδια του.

Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης την έπεσε στα μνημόνια -αν και άργησε λίγο-, ενώ ήταν ολοφάνερο πως θεωρούσε το debate μεγάλη μαλακία, όπως και ήταν.

Ο Δημήτρης Κουτσούμπας έπρεπε να απαντήσει στη Μάρα Ζαχαρέα αν είναι συνπεής με αυτά που είπαν ο Μαρξ και ο Λένιν, γιατί οι υπάλληλοι του Βαρδινογιάννη παίζουν στα δάχτυλα τον μαρξισμό-λενινισμό, αφού, αν δεν τα ξέρουν απέξω κι ανακατωτά, τους απολύει το αφεντικό τους.

Πάντως, έτσι που λένε πάρα πολλοί το τελευταίο διάστημα πως «ο Λένιν είπε αυτό» και «ο Λένιν είπε το άλλο», κάποιοι θα νομίζουν πως ο Λένιν ήταν κάποιος τύπος που έλεγε τσιτάτα και εξυπνάδες, και όχι ο άνθρωπος πίσω από την μεγαλύτερη επανάσταση στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Ο Σταύρος Θεοδωράκης είπε ότι την έχει 48 εκατοστά -σαν τον Μεξικάνο που την πατάει- και θα την βγάλει καμιά ώρα έξω και θα μας μαστιγώνει, αλλά εντάξει δεν το είπε αυτό· εγώ το έγραψα γιατί ο Θεοδωράκης είπε τις γνωστές βαρετές παπαριές, οπότε σκέφτηκα να γράψω κάτι άλλο, για να τον κάνω κάπως πιο συναρπαστικό.

Ο Πάνος Καμμένος είπε πως έχει πέντε παιδιά -αλλά βάζει τα ξένα παιδιά να παίζουν στις διαφημίσεις του κόμματος-, και ήταν έτοιμος να πει και για τις γκόμενές του αλλά του έχωσε μια κλωτσιά κάτω από το τραπέζι ο Θεοδωράκης, οπότε είπε αυτά τα γαμάτα που λέει και σκέφτεσαι «μπράβο, ρε Πάνο, είσαι μάγκας», αλλά τελικά μένει πάντα στα λόγια, αφού είναι κι αυτός προσκυνημένος.

Η Φώφη Γεννηματά είπε διάφορα αλλά δεν μπορώ να ασχολούμαι και με την Γεννηματά. Έλεος κάπου.

Οι πολιτικοί αρχηγοί διασταύρωσαν τα ξίφη τους και για τους μετανάστες αλλά -με εξαίρεση τον Παναγιώτη Λαφαζάνη ο οποίος με διαβάζει- για τους Έλληνες μετανάστες που φεύγουν κατά δεκάδες χιλιάδες στο εξωτερικό δεν είπαν ούτε λέξη, γιατί οι Έλληνες μετανάστες δεν ψηφίζουν.

Το επόμενο debate θα γίνει την Δευτέρα ανάμεσα στο Αλέξη Τσίπρα και τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη, οι οποίοι θα πουν για τα πάντα εκτός από την κυβέρνηση συμπροδοσίας ΣΥΡΙΖΑ-Νέας Δημοκρατίας, η οποία θα ανακοινωθεί την μεθεπόμενη Δευτέρα, μια μέρα αφού τους ψηφίσουν τα χάπατα.

(Αυτή η φάση με τα debate μου φέρνει στο μυαλό το «Βρακί δεν έχει ο κώλος μας, λουλούδια θέλει ο ψώλος μας».)

Πιτσιρίκος
anemosantistasis