ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Παρασκευή 4 Μαρτίου 2016

Ποιός κυβερνά αυτό τον τόπο;

blaxo-mickeyΠασίγνωστο και ιστορικό το ερώτημα συγκαταλέγεται στα άλυτα αινίγματα του νέου Ελληνισμού, όπως το «πού πάει ο Καραμήτρος» και άλλα δημώδη.

Όμως, με λίγη προσπάθεια το επιλύσαμε!

Στη σελίδα 1014 του 3ουπαραρτήματος του Ν 4336 Φεκ Α 94/14.08.2015 (για όσους δεν θυμούνται, είναι το 3ο Μνημόνιο που ψηφίστηκε παραμονές δεκαπενταύγουστου από 220 βουλευτές), διαβάζουμε τα ακόλουθα:

«Για την επιτυχία απαιτείται ο ενστερνισμός του προγράμματος μεταρρυθμίσεων από τις ελληνικές αρχές. Επομένως, η κυβέρνηση είναι έτοιμη να λάβει οποιαδήποτε μέτρα ενδέχεται να κριθούν κατάλληλα για το σκοπό αυτόν, καθώς οι περιστάσεις μεταβάλλονται. Η κυβέρνηση δεσμεύεται να διαβουλεύεται και να συμφωνεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για όλες τις ενέργειες που αφορούν την επίτευξη των στόχων του Μνημονίου Συνεννόησης, πριν από την οριστικοποίηση και τη νομική έγκρισή τους».

Δηλαδή, αυτό που λεγόταν ατύπως στους πολιτικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους, έγινε επελθόντος του χρόνου, νόμος του κράτους. Όσοι τολμούσαν να το ξεστομίσουν δημόσια, αντιμετώπιζαν τη χλεύη των αφελών, των ιδεοληπτικών και των διατεταγμένων σε υπηρεσία. «Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα». «Δεν έχουμε δικτατορία» κ.λπ. Περασμένα ξεχασμένα.

Κάθε λέξη αυτού του νομικού κειμένου αναιρεί όλες τις λεγόμενες «θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος» και τις διεθνείς συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, –δεν χρειάζονται ειδικές γνώσεις περί συνταγματικού δικαίου– αλλά ο σκοπός του σημειώματος είναι διαφορετικός: Να δείξει την καταπληκτική ευλυγισία του πολιτικού προσωπικού. Νέα κατάσταση, νέα καθήκοντα.

Έτσι, η κυβέρνηση παριστάνει ότι κυβερνά, ότι κατεβάζει νόμους, ότι διαβουλεύεται και αποφασίζει και οι «κοινωνικοί εταίροι» και τα κόμματα τής αντιπολίτευσης παριστάνουν ότι πολεμούν τους νόμους της κυβέρνησης, κάνουν αγώνες, διαπραγματεύονται, και κερδίζουν ή χάνουν.

Φανταστικές μάχες και ναυμαχίες σε λεκάνες με νερό.

Για παράδειγμα, τον Ιανουάριο, η κυβέρνηση αμόλυσε στο διαδίκτυο ένα ανυπόγραφο και ασφράγιστο έγγραφο που το βάφτισε «νομοσχέδιο Κατρούγκαλου για το ασφαλιστικό». Το άρπαξαν αμέσως τα συνδικάτα, το ΚΚΕ και οι παραφυάδες του, και οι λοιποί παρατρεχάμενοι και τρεχατζήδες και άρχισαν τους αγώνες «να αποσυρθεί το νομοσχέδιο» και δος του διαδηλώσεις και κακό.

Όπως ξέρουμε το «νομοσχέδιο Κατρούγκαλου» είναι στην πραγματικότητα οι προτάσεις της κυβέρνησης προς τους Πιστωτές οι οποίοι το απέρριψαν αμέσως. Έτσι πράγματι το «νομοσχέδιο Κατρούγκαλου» θα αποσυρθεί ως …υπερβολικά γενναιόδωρο και θα αντικατασταθεί από την πρόταση των Πιστωτών, που θα γίνει τελικά νόμος του κράτους.

Η κοροϊδία κορυφώθηκε με το περίφημο αγροτικό. Ο Βασιλιάς του κάμπου, ο παρασημοφορημένος στρατηγός Μπούτας με προσωπικό ρεκόρ 1.350 τρακτέρ στον ταϊφά του το 1996 (τα στοιχεία από την Καθημερινη) –και άρα 5.400 σκασμένα λάστιχα– ανέλαβε να παίξει το ρόλο του «σκληρού». Με την άδεια της κυβέρνησης (κυριολεκτικώς) πραγματοποίησαν οι κολλήγοι του το συλλαλητήριο στο Σύνταγμα και αποχώρησε νικητής και τροπαιούχος, έχοντας λάβει «κυβερνητικές δεσμεύσεις» για το ένα και για το άλλο. Στις 25 Φεβρουαρίου ο Μπούτας επιβεβαίωσε την συμφωνία με την κυβέρνηση, να «αποσύρει το αγροτικό νομοσχέδιο». Θρίαμβος! Να σημειωθεί ότι όσες αγροτικές ενώσεις δεν είχαν την περίφημη «βίζα Μπούτα» δεν μπόρεσαν καν να μπουν στο λεκανοπέδιο με τρακτέρ, απωθήθηκαν μάλιστα με ξύλο και χημικά.

Κλείνοντας, λοιπόν, την «μεγαλοπρεπή» κινητοποίηση, ο Μπούτας δεν χαρίστηκε στους «συναγωνιστές» του. Τους θύμισε τις πλέον ζοφερές στιγμές της συντριβής, το 1949, όσων έχαψαν τον κοπανιστό αέρα της κομμουνιστικής αριστεράς. Έτσι χρησιμοποίησε την φράση του Ζαχαριάδη: «Με το όπλο παρά πόδα», ὄπερ μεθερμηνεύομενον ἐστί: οὐαὶ τοῖς ἡττημένοις…

Έτσι περνάμε την ώρα μας στο ηλιόλουστο προτεκτοράτο.

Δημοσιεύθηκε από Λ.

Πέμπτη 3 Μαρτίου 2016

Aς μιλήσουμε για την Ελλάδα

Σήμερα συμπολίτες θα μιλήσουμε για την Ελλάδα.Όχι πως άλλες φορές δεν μιλάμε για την Ελλάδα αλλά νομίζω πως τις δύσκολες και τις κρίσιμες στιγμές είναι ακόμη πιό επιτακτικό και χρήσιμο να μιλάμε για την χώρα μας.
 
Όταν λέμε Ελλάδα εννοούμε τους Έλληνες.Οι Έλληνες φτιάχνουν την Ελλάδα,οι Έλληνες την χαλάνε.Όπως στις περισσότερες  χώρες του κόσμου,η φυσική ομορφιά παραμένει μία σταθερή και αναλλοίωτη αξία στο πέρασμα του χρόνου.Αλλά η ψυχή της κάθε χώρας είναι οι άνθρωποί της.Ο πολιτισμός της κάθε χώρας και η κουλτούρα της, είναι δημιουργήματα των κατοίκων αυτής.
 
Η Ελλάδα είναι μία μικρή χώρα με μεγάλη ιστορία που όμως διαχρονικά απεδείχθη πως ήταν αδύναμη να αντιμετωπίσει προς όφελός της αποφάσεις κρατών ή διακρατικών οργανισμών που την έθεταν στο περιθώριο μιας γενικότερης αναθεώρησης του παγκόσμιου γεωπολιτικού και χρηματοπιστωτικού ενδιαφέροντος από μεριάς των δυνατών παιχτών του συστήματος.
 
Βέβαια η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα όπου η τύχη της εξαρτάται καί από τρίτους.Άν εξαιρέσουμε τις δυνατές οικονομικά χώρες όπου μπορούν να επενδύουν και να εξελίσσουν συνεχώς το ανθρώπινο δυναμικό,τη τεχνολογία,τον στρατό,την παραγωγή και ταυτόχρονα να ελέγχουν και να συντηρούν το υπάρχον άδικο σύστημα θα δούμε πως οι περισσότερες χώρες βρίσκονται σε μιά παρόμοια με τη δική μας κατάσταση.
 
Συνεπώς η αθλιότητα και η παράνοια την οποία βιώνουμε σαν χώρα τα τελευταία χρόνια δεν είναι ελληνικό φαινόμενο αλλά αποτελεί παγκόσμια παράμετρο του καπιταλιστικού συστήματος.Σε όλες τις χώρες του κόσμου επικρατεί η ίδια αδικία και η ίδια αθλιότητα επειδή ακριβώς τον πλούτο και την εργασία των ανθρώπων τα διαχειρίζεται μία χούφτα άπληστων ψυχοπαθών μαζί με κάποια εκατομμύρια καλοπληρωμένων υπανθρώπων.
 
Κάποτε οι άνθρωποι σε μακρινές εποχές πίστευαν -με τη βοήθεια του κάθε ιερατείου-πως οι πόλεμοι,η φτώχεια,οι κακουχίες και όλα τα δεινά έχουν θεία προέλευση.Συνεπώς οι άνθρωποι θα έπρεπε αδιαμαρτύρητα να δέχονται την «θεία» βούληση που εκφραζότανε βέβαια από τα ίδια άρρωστα μυαλά που υπάρχουν και σήμερα.Λίγο διαφορετικά,αλλά ίδια…
 
Σήμερα αυτή η «θεία» βούληση έχει αντικατασταθεί από  τις «αγορές»,τα κράτη και τους διακρατικούς οργανισμούς,τις «δημοκρατίες» και κάθε διαβολικό ανοσιούργημα και τέχνασμα που εφευρίσκουν οι άπληστοι καπιταλιστές για να χωρίζουν τα έθνη και τους ανθρώπους και να μπορούν εύκολα να τους μετατρέπουν σε σκλάβους από την γένησή τους με σκοπό να μεγιστοποιούν τα κέρδη τους.
 
Η Ελλάδα βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο μάτι του κυκλώνα.Από την μία το οικονομικό αδιέξοδο,από την άλλη η προσφυγική κρίση.
Οι υπαίτιοι καί των δύο δεινών είναι τα ίδια πρόσωπα και το ίδιο σύστημα.Είναι αυτοί που δημιουργούν πολέμους και διασκορπίζουν με την βία τους ανθρώπους στην άλλη άκρη του κόσμου.Είναι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα που κερδοσκοπεί πατώντας πάνω σε πτώματα.Είναι οι ίδιοι που όντας χορτάτοι μας μιλάνε για λιτότητα.
 
Είναι σίγουρο πως αυτοί οι άνθρωποι-οι πρόσφυγες,μετανάστες-θα χρησιμοποιηθούν ανάλογα με το συμφέρον του κάθε καπιταλιστή για να μπορέσει να διαχειριστεί όσο το δυνατόν καλύτερα την δική του απώλεια.
 
Η απάντηση των λαών σε αυτή την βαρβαρότητα πρέπει να είναι ο πανανθρωπισμός.Ένας πανανθρωπισμός που δεν θα καταργεί την πολιτισμική ταυτότητα του κάθε λαού αλλά θα ενώνει τους ανθρώπους σε ένα κοινό όραμα,ένα κοινό μέλλον όπου αυτό το πανανθρώπινο μέλλον θα εμπεριέχει όλα εκείνα τα χρήσιμα,τα «θρεπτικά» στοιχεία που χρειάζεται ο πολιτισμός της Γης για να συνεχίσει να ζεί.
 
Αυτός όμως ο παναθρωπισμός δεν μπορεί να συντελεστεί με τους πολιτικοκοινωνικούς  όρους του σήμερα.Γι’ αυτό είναι απαραίτητο πρώτα  να εξαλειφθούν οι παράγοντες εκείνοι που ευθύνονται για την παγκόσμια καταστροφή.
 
Μέχρι τότε όμως συμβαίνει κάτι αξιοθαύμαστο.Και συμβαίνει τώρα δίπλα μας.Είναι η αλληλεγγύη που επιδεικνύουν οι άνθρωποι στον αδύναμο,στον κατατρεγμένο.Είναι η ανθρωπιά που δεν διδάσκεται πουθενά,αλλά εκφράζεται ποικιλοτρόπως ακόμη και στην τελευταία άκρη της Γης,ακόμη και εκεί που η ελπίδα φαίνεται να σβήνει.
 
Πολλοί είναι αυτοί που θέλουν η ελπίδα να σβήσει.Γιατί τότε θα έχουν νικήσει ολοκληρωτικά.Όσο όμως υπάρχει έστω ένας άνθρωπος που να ελπίζει και να θέλει μια άλλη κοινωνία,αυτά τα τέρατα δεν ησυχάζουν.Γι’αυτό και μας σκοτώνουν.Μας φοβούνται ακόμη και τώρα…
 
Σε αυτή τη γωνιά του κόσμου υπάρχουν δύο Ελλάδες.Υπάρχει η Ελλάδα των πολιτικών ζόμπι,των κομμάτων και των υποτακτικών τους.Υπάρχει η Ελλάδα των τηλεσκουπιδιών και του βόθρου της διαπλοκής.Υπάρχει η Ελλάδα των ολιγαρχών και των αφεντικών που ζούνε για το χρήμα και μόνο.Υπάρχει η Ελλάδα των ταγματαλητών.Υπάρχει ακόμη η Ελλάδα των μαυραγοριτών,των τοκογλύφων και του κάθε κοπρίτη που κάνει πλιάτσικο στον πόνο και στα όνειρα του κάθε κυνηγημένου.
 
Υπάρχει όμως και μιά άλλη Ελλάδα.Αυτή που ξέρει καλά από φυλακές,εξορίες, πολέμους και προφυγιά.Αυτή που ξέρει καλά από ξενιτιά.Αυτή που ξέρει να δίνει χωρίς να παίρνει.Αυτή  που δεν μπορεί να περιμένει τίποτε πλέον από τους ξετσίπωτους κρατιστές,τους επαγγελματίες ψεύτες.Αυτή η Ελλάδα που ξέρει πως σήμερα ΕΣΥ αύριο ΕΓΩ.
 
Είναι η Ελλάδα που αντιστέκεται στα μνημόνια και που βλέπει τους ανθρώπους πάνω από τα κέρδη.Που δεν διαχωρίζει τον ανθρώπινο πόνο με βάση το χρώμα του δέρματος ή τη θρησκεία.Τα δάκρυα έχουν όλα το ίδιο χρώμα.Η αξιοπρέπεια και η μαγκιά είναι να βοηθάς τον αδύναμο να σταθεί στα πόδια του,να συνεχίσει την ζωή του.Όχι να πατάς πάνω σε πτώματα για να ευτυχείς εσύ ο ίδιος ή να ικανοποιείς την αρρώστια σου και να ταίζεις το ψέμα σου.
 
Ας είναι η αλληλεγγύη και η αυτοοργάνωση των λαών του σήμερα,οδηγός για την κοινωνία του αύριο.
 
Η μία Ελλάδα μπορεί να ελπίζει σε μιά καλύτερη κοινωνία στο μέλλον.Η άλλη όχι.
ΑΝΩΝΥΜΟς & ΜΑΥΡΗ ΛΙΣΤΑ


https://mavrhlista.wordpress.com
 http://dithen2010.blogspot.gr

Δυναμώνει το κίνημα ενάντια στις διατλαντικές συμφωνίες TTIP και CETA

του Γιώργου Κολέμπα

Το πανευρωπαϊκό κίνημα ενάντια στις διατλαντικές συμφωνίες συναντήθηκε σε συνέδριο το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε στη πόλη Κάσελ της Γερμανίας. Οι 500 εκπρόσωποι των διάφορων πρωτοβουλιών των πολιτών και των κοινωνικών οργανώσεων συζήτησαν για τη συνέχεια της αντίστασης, τη στρατηγική και την προοπτική του κινήματος.

Σαν πρώτο βήμα αποφάσισαν να οργανώσουν μια μεγάλη διαδήλωση στις 23 Απρίλη στο Ανόβερο, την παραμονή της επίσκεψης Ομπάμα, όπου μαζί με τη Μέρκελ θα ανοίξουν τις πόρτες της παγκόσμιας έκθεσης της βιομηχανίας-της μεγαλύτερης του είδους που γίνεται εδώ και πολλά χρόνια σε αυτή την πόλη.

Στη συνέχεια θα αυξήσουν την πίεση προς τους διαπραγματευτές των συμφωνιών με διάφορες εκδηλώσεις και αποκεντρωμένες τοπικές διαδηλώσεις πριν από τη διεθνή ημέρα ενάντια στις συμφωνίες, που φέτος θα είναι η 5η Νοεμβρίου.

Αποφασίσθηκε επίσης στις αρχές του επόμενου χρόνου να οργανωθεί ένα μεγάλο συνέδριο του κινήματος με θέμα τη διατύπωση εναλλακτικών προς τις σημερινές νεοφιλελεύθερες πολιτικές εμπορίου και οικονομίας. Το κίνημα των πολιτών Stop TTIP-CETA, δεν έχει μόνο στόχο να αντιδρά και να κριτικάρει τα σχέδια των αντιπάλων του, αλλά και να ολοκληρώσει μια θετική πρόταση προς τις κοινωνίες και των δύο πλευρών του Ατλαντικού, για τις δυνατότητες μιας εναλλακτικής οικονομίας και ενός δίκαιου εμπορίου.

Το σημαντικό γεγονός για το κίνημα ήταν η αποτυχία της 12ης συνάντησης των διαπραγματευτών στις Βρυξέλλες να βρουν κοινά σημεία συμφωνίας, παρόλο που ο Σουλτς, ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, είχε εξασφαλίσει με διάφορα τερτίπια την πλειοψηφία να βγάλει ψήφισμα για συνέχιση των διαπραγματεύσεων. Η πίεση που εξασκήθηκε τον περασμένο Οκτώβριο με τις μεγάλες διαδηλώσεις στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες-στο Βερολίνο συμμετείχαν 250.000 διαδηλωτές-και τις πάνω από 3,2 εκατομ. υπογραφών των πολιτών, είχε σημαντική επίδραση σε αυτό.

Έτσι δίνεται χρόνος να αντιμετωπισθεί και το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει το κίνημα. Να πείσει το βορειοευρωπαϊκά συνδικάτα των εργαζομένων να ταχθούν ενάντια στις συμφωνίες. Προς το παρόν μόνο τα γερμανικά συνδικάτα έχουν πάρει θέση ενάντια. Επίσης δεν έχει καταφέρει μέχρι τώρα να ασκήσει τόση πίεση προς τους σοσιαλδημοκράτες ευρωβουλευτές, ώστε να ψηφίσει ενάντια η πλειοψηφία τους σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Μόνο η πλειοψηφία των Αυστριακών και των Βρετανών σοσιαλδημοκρατών ευρωβουλευτών έχει ταχθεί ενάντια, μέχρι τώρα.

Ο ενδιάμεσος πολιτικός στόχος του κινήματος για το 2016 είναι να σταματήσει την ολοκλήρωση της CETA, γιατί η ΕΕ ενδιαφέρεται να κλείσει μέχρι το τέλος του χρόνου τη συμφωνία με τον Καναδά πριν την TTIP με τις ΗΠΑ. Είναι όμως ένας δύσκολος στόχος, γιατί δεν μπορεί να επικεντρώσει τον αγώνα του κάπου συγκεκριμένα, επειδή λόγω των μυστικών διαπραγματεύσεων δεν γνωρίζει τα ακριβή σχέδια των διαπραγματευτών.

Κανονικά οι διαπραγματεύσεις για την TTIP θα έπρεπε να είχαν καταλήξει, όμως δεν στάθηκε δυνατό λόγω του κινήματος αντίστασης. Οι ΕΕ και οι ΗΠΑ θα προσπαθήσουν λοιπόν να ολοκληρώσουν την TTIP πριν τελειώσει η θητεία του αμερικανού προέδρου Ομπάμα. Όπως δήλωσε ο επικεφαλής των ευρωπαίων διαπραγματευτών Garcia Bercero (μετά την αποτυχία της 12ης συνάντησης): « Η βούλησή μας είναι να προσπαθήσουμε να κλείσουμε τις διαπραγματεύσεις το 2016, υπό την προϋπόθεση ότι θα τα βρούμε ουσιαστικά». Οι διαπραγματευτές βρίσκονται υπό πίεση, όχι μόνο του κινήματος, αλλά και του χρόνου, γιατί αν δεν τελειώσουν οι διαπραγματεύσεις έγκαιρα πριν προκηρυχθούν οι αμερικάνικες εκλογές, τότε θα παραταθούν επικίνδυνα, τουλάχιστον έως ότου αναλάβει η νέα κυβέρνηση. Για αυτό φαίνεται ότι οι συζητήσεις θα συνεχισθούν στο ενδιάμεσο διάστημα μέχρι την επόμενη συνάντηση, για να κερδηθεί χρόνος.

Με τη δράση του κινήματος, η ΕΕ αναγκάσθηκε να αλλάξει θέση σε σχέση με τα διαιτητικά δικαστήρια που προβλέπονται από τη συμφωνία(ISDS) και στα οποία δικαστήρια θα καταφεύγουν οι επιχειρήσεις και οι επενδυτές εναντίον κρατών και κυβερνήσεων, αν τυχόν εφαρμόζουν νόμους και μέτρα που θα στρέφονται ενάντια στην κερδοφορία τους. Δεν δέχεται πλέον να είναι ιδιωτικά, δηλαδή να παίρνονται αποφάσεις μετά από διαπραγματεύσεις ομάδων δικηγόρων των διαδίκων σε κλειστές διαδικασίες, όπως προτεινόταν στην αρχή. Μετά από σχετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τον περασμένο Ιούλιο, η ΕΕ απαιτεί οι δίκες να είναι δημόσιες με κανονικούς δικαστές, με διαφάνεια και αναθεωρητική διαδικασία.

Το αν θα τα «βρουν» οι διαπραγματευτές θα εξαρτηθεί από τον συμβιβασμό που θα πετύχουν στα διαφορετικά συμφέροντα των ΗΠΑ και της ΕΕ. Οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται περισσότερο για πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά αγροδιατροφικών προϊόντων, όπου δεν επιτρέπεται η εμπορία του 40% σχεδόν των αμερικανικών προϊόντων (λόγω μη σήμανσης όσων περιέχουν μεταλλαγμένους-γ.τ.-οργανισμούς, λόγω χλωρίωσης των πουλερικών και των χοιρινών, λόγω αυξητικών ορμονών στα βοοειδή ή λόγω του ότι προέρχονται από κλωνοποιημένα ζώα κ.λπ., που δεν επιτρέπονται στην Ευρώπη, επειδή ισχύει η αρχή της προφύλαξης). Οι Ευρωπαίοι-κύρια οι Γερμανοί-ενδιαφέρονται για πρόσβαση στις δημόσιες προμήθειες των ΗΠΑ, όπου οι υπηρεσίες σε πολλούς τομείς είναι υποχρεωμένες να παραγγέλνουν εμπορεύματα και υπηρεσίες μόνο σε εγχώριες επιχειρήσεις. Η Γερμανική Κυβέρνηση επιδιώκει μεν να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις μέσα στο 2016, αλλά έχει στόχο μια «ουσιώδη και ισορροπημένη συμφωνία». «Η ποιότητα της συμφωνίας προέχει της ταχύτητας», δήλωσε σχετικά ο εκπρόσωπος του ομοσπονδιακού υπουργείου οικονομίας.

Από την εποχή του κινήματος ειρήνης κατά τον «ψυχρό πόλεμο» και του αντιπυρηνικού-οικολογικού, δεν υπήρξε άλλο τέτοιο πλατύ κίνημα στην Ευρώπη- ιδίως στη Γερμανία- όπως το τωρινό ενάντια στις διατλαντικές συμφωνίες. Η ΕΕ βιώνει μια αστάθεια, όχι μόνο λόγω της οικονομικής ή της προσφυγικής κρίσης, αλλά και της πολιτικής κρίσης που πηγάζει από την εμμονή της ευρωπαϊκής ελίτ στη νεοφιλελεύθερη συνταγή που διέπει τις διατλαντικές συμφωνίες. Ούτε την αντιπροσωπευτική τους δημοκρατία δεν σέβονται, αφού τα εθνικά κοινοβούλια δεν γνωρίζουν τίποτα από αυτά που συμφωνούνται κεκλεισμένων των θυρών. Αποτέλεσμα η αντίδραση εκατομμυρίων πολιτών που αποφασίζουν να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους. Σκεπτόμενοι παγκόσμια, αρχίζουν και δρουν τοπικά και απαιτούν μια διαφορετική πολιτική και στο διεθνές εμπόριο και στη διεθνή οικονομία, χωρίς να επιδιώκουν την επιστροφή στο εθνικό επίπεδο, αφού σαν κίνημα έχει συνδεθεί διακρατικά.

Ότι δεν έχουν καταφέρει τα αντιπολιτευόμενα κόμματα-και τα αριστερά ή τα περιβαλλοντικά-φιλοδοξεί να το καταφέρει αυτό το κίνημα των πολιτών, να διατυπώσει δηλαδή μια άλλη πρόταση για τις ανθρώπινες κοινότητες και κοινωνίες της Ευρώπης και της Αμερικής: για μια δημοκρατική και αλληλέγγυα οικονομία των αναγκών και ένα δίκαιο εμπόριο, στα πλαίσια μιας πραγματικής δημοκρατίας των πολιτών και όχι της «φαινομενικής» δημοκρατίας της αντιπροσώπευσης και της ανάθεσης.

"Φλασιά" Πολύδωρα" που μας έστειλε "αδιάβαστους"

Οι αρλούμπες που έχει πει κατά καιρούς ο Βύρων Πολύδωρας αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για αρκετές σατιρικές τηλεοπτικές εκπομπές. Στα αζήτητα σήμερα της πολιτικής ζωής μετά την αποπομπή του από την Ν.Δ  και την παταγώδη αποτυχία του σε μια προσπάθεια που έκανε να ηγηθεί ενός πολιτικού μορφώματος με Π. Ψωμιάδη κ.α.

Τον «ξέθαψε» το κανάλι «ΚΟΝΤΡΑ» και πραγματικά ήταν έκπληξη η συνέντευξη που έδωσε ο συντηρητικός πολιτικός.

Και τι δεν ακούσαμε! Ότι ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός των ελληνικών κυβερνήσεων ευθύνεται που καταστράφηκε όλη η πρωτογενής παραγωγή της χώρας. Τον παρακολουθήσαμε να μας λέει ότι σχεδόν συμφωνεί με την άποψη της Ζ. Κωνσταντοπούλου ότι για το εξωτερικό χρέος της Ελλάδας δεν ευθύνεται ο λαός μας αλλά οι τραπεζίτες και αυτοί πρέπει να το πληρώσουν.

Εκεί όμως μου μας έστειλε «αδιάβαστους» ήταν η τοποθέτησή του για το προσφυγικό –μεταναστευτικό πρόβλημα. Χρησιμοποιώντας έναν «αμερικανικό μύθο», όπως είπε, εντόπισε τον κύριο υπεύθυνο που είναι ο καπιταλισμός – ιμπεριαλισμός και αυτόν πρέπει να αντιμετωπίσουμε σαν κύριο αντίπαλο μας.

Κοίτα φλασιά που πήρε ο Πολύδωρας! Ποιος θα περίμενε ότι θα συμφωνούσαμε απόλυτα με τις εκτιμήσεις του!

  http://tsak-giorgis.blogspot.gr

Τετάρτη 2 Μαρτίου 2016

Φασισμός και καπιταλιστική δημοκρατία


προσφυγες

γράφει, ο Χρήστος Μιάμης

Ο χαρακτήρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης , όπως και της Νομισματικής Ένωσης ως ενός διττού μηχανισμού γεωπολιτικής και οικονομικής ολοκλήρωσης αποκαλύπτεται ημέρα με την ημέρα. Ακόμη και ο πιο φανατικός θιασώτης , άσχετος από πολιτική, οικονομία και ιστορία, οπαδός του “Μένουμε Ευρώπη” , κατανοεί ότι οι εσωτερικές αντιφάσεις της ΕΕ σε συνδυασμό με τις πιέσεις του διεθνούς περιβάλλοντος ως απόρροια των παγκόσμιου ανταγωνισμού των δυνάμεων του κεφαλαίου, οδηγούν στην μετάλλαξη, αποσάθρωση ή ακόμη και διάλυση αυτής της ένωσης. Η μόνη ιλαρή παραφωνία παραμένει η ελληνική κυβέρνηση, όπου ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε εκκωφαντική πορεία αποσύνθεσης, εμμονικά ζητάει περισσότερη Ευρώπη, ψέγοντας μάλιστα τον Ν. Κάμερον που ζήτησε και έλαβε ειδικό καθεστώς στην σχέση της Μεγάλης Βρετανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σε τι μεταφράζεται όμως η περισσότερη Ευρώπη που αποζητά η ελληνική κυβέρνηση ; Πως αντιμετωπίζει η Ευρώπη το δημοκρατικό κεκτημένο της οποίας επικαλείται διαρκώς η ελληνική κυβέρνηση, τα γεωπολιτικά και οικονομικά ζητήματα που έχουν ανακύψει ως δυναμικές ενδημικές εκφράσεις της κρίσης του διεθνούς καπιταλισμού ;

Στο εσωτερικό των χωρών που βρίσκονται στην δίνη της καπιταλιστικής κρίσης, προκρίνει την διαρκή και ολοένα και βαθύτερη συντριβή του κόσμου της εργασίας, την διαρκή και εκτατικότερη ισχυροποίηση του κράτους ως ενός καταπιεστικού φορολογικού και κατασταλτικού οργανισμού, την εξαΰλωση κάθε κοινωνικής παροχής, την ατελεύτητη υποβάθμιση της αξίας της εργατικής δύναμης, την ασύδοτη λειτουργία των καπιταλιστικών ελίτ, την δημιουργία στρατοπέδων συγκέντρωσης μεταναστών που στην πραγματικότητα είναι ειδικές ζώνες προλεταριοποίησης μέσα στις ήδη εξαθλιωμένες πόλεις, την χωρίς τέλος φτωχοποίηση του εγχώριου εργατικού δυναμικού κατασκευάζοντας τεχνητούς εμφυλίους μεταξύ των απόκληρων του καπιταλισμού, γηγενών και μεταναστών.

Ενώ ταυτόχρονα, αφού η Ευρωπαϊκή Ένωση μαζί με τις ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ -και την Ελλάδα στον βαθμό που αναλογεί στο επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού- εξαπέλυσαν επί εικοσαετία σταυροφορίες απελευθέρωσης στην Μέση Ανατολή χρηματοδοτώντας την ανατροπή των καθεστώτων που υπήρχαν, τώρα δρέποντας του καρπούς αυτών των επιλογών, αντιμετωπίζουν τα ρεύματα των προσφύγων ως μίασμα για τις δυτικές κοινωνίες. Γιατί άραγε ;

Γιατί η επιδίωξη είναι να παραμείνουν εκεί, φθηνό κρέας στους πολέμους των καπιταλιστικών ελίτ, άβουλοι χρήστες των οπλικών συστημάτων του δυτικού πολιτισμού, μαζικό εργατικό δυναμικό που στην ώρα της ανοικοδόμησης θα χτίσει την ανάπτυξη εγχώριων και διεθνών οικονομικών συμφερόντων.

Σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι που καταρρέει ως πύργος από τραπουλόχαρτα η σαθρή ενότητα πολιτική και οικονομική της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καθώς τα επιμέρους εθνικά συμφέροντα των καπιταλιστικών ελίτ δεν είναι δυνατόν να εκφραστούν σε μια ενιαία γραμμή αντιμετώπισης του προσφυγικού και μεταναστευτικού ζητήματος, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται αντίρροπες όπως και αποσχιστικές τάσεις, αποκαλύπτοντας το βάθος και την ένταση των ενδοκαπιταλιστικών αντιθέσεων στον βωμό των οποίων, θυσιάζονται οι ζωές όσων προσπαθούν να ξεφύγουν από τους πολέμους των οποίων η μήτρα, είναι οι ίδιες ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις σε μια πρότερη χρονική περίοδο.

Τότε η Μέση Ανατολή ήταν το νέο Ελντοράντο για την στρατιωτική και όχι μόνο βιομηχανία του δυτικού κόσμου, τώρα έχει γίνει ο εφιάλτης του δυτικού μοντέλου καπιταλιστικής δημοκρατίας.
Στα πλαίσια αυτού του διηνεκούς εσωτερικού πολέμου που διεξάγεται στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έλλογα οι πιο αδύναμες πλευρές του καπιταλιστικού πλέγματος όπως στην περίπτωσή μας η Ελλάδα, επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος των συνεπειών της αποδόμησης της ΕΕ, καθώς δεν έχουν ούτε την απαραίτητη γεωπολιτική , ούτε την αναγκαία οικονομική ισχύ, ώστε να αντιμετωπίσουν το ζήτημα μεταφέροντας μέρος των συνεπειών είτε σε ανταγωνιστικές καπιταλιστικές ελίτ, είτε διασπείροντας το στην ολότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ελληνική περίπτωση είναι ακριβώς αυτή η περίπτωση. Μια οικονομία παραδομένη και λεία στα συμφέροντα του εγχώριου καπιταλιστικού κεφαλαίου που με την σειρά του επιβιώνει λόγω της σχέσης αμοιβαίας, ανισόρροπης εξάρτησης που διατηρεί με το ευρωπαϊκό καπιταλιστικό κατεστημένο. Με μια κυβέρνηση που παριστάνοντας την αριστερή, γεμίζει την χώρα με στρατόπεδα συγκέντρωσης που τα ονομάζει hot spots προσωρινής παραμονής, ενώ στην πραγματικότητα θα είναι οι μόνιμες φυλακές αυτών των ανθρώπων για πάρα πολλά χρόνια, που θα λειτουργήσουν επιπλέον ως χώροι εγκλεισμού και της ελληνικής εργατικής τάξης που βρίσκεται εδώ και καιρό στα πρόθυρα ή εντός ενός καθεστώτος πλήρους εξαθλίωσης.

Η κατάσταση είναι εκρηκτική. Το μείγμα κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό, επωάζει ήδη με γοργούς ρυθμούς της ανασύσταση του φασιστικού και ναζιστικού κινδύνου, που θα προσπαθήσει εκφράσει την κοινωνική αγανάκτηση που επιτείνεται περαιτέρω από τις προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές, ώστε να επιτύχει την πραγμάτωση μιας τελικής εθνικής λύσης. Δεν πρόκειται απλά για την επιδίωξη κάποιων επιμέρους πολιτικών δυνάμεων, αλλά και σχεδιασμό ενός μέρος του ελληνικού κεφαλαίου που προκρίνει την επιστροφή σε ένα σκληρό εθνικό καπιταλισμό που θα συντρίψει τον κόσμο της εργασίας, θα επιβάλλει ένα ολοκληρωτικό καπιταλιστικό μοντέλο, θα εξαπολύσει πογκρόμ σε καθετί διαφορετικό, από τους μετανάστες και τους πρόσφυγες μέχρι το κομμάτι της ελληνικής εργατικής τάξης που θέτει το κοινωνικό ζήτημα από αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική οπτική.

Καπιταλισμός και φασισμός, μπλέκονται για άλλη μια φορά σε ένα θανάσιμο εναγκαλισμό όπου τα θύματα και αυτή την φορά, βρίσκονται στην όχθη του κόσμου της εργασίας.

Με αυτή την έννοια δεν υφίσταται εθνική λύση που να μπορεί να απαντήσει με επάρκεια στις συνέπειες της διεθνικής καπιταλιστικής κρίσης. Με τον ίδιο τρόπο που δεν υφίσταται διαταξική κοινωνική και πολιτική λύση που να μπορεί να ενοποιήσει τον ανειρήνευτο ταξικό ανταγωνισμό. Ακριβώς για αυτό η κάλπικη αριστερή αφήγηση του ΣΥΡΙΖΑ καταλήγει σε επικίνδυνη ιλαροτραγωδία, ακριβώς για αυτό η λύση του κοινωνικού ζητήματος όταν εκφυλίζεται σε θλιβερή απολογητική επιμέρους ασύμπτωτων συντεχνιακών συμφερόντων (ασφαλιστικό, γραβάτες και γαλότσες) ωδή σε ένα στείρο οικονομισμό, καταλήγει σε πλήρη ενσωμάτωση και ολοσχερή ήττα. Γιατί αυτό που λείπει είναι αυτό που δεν μπορούν να διαχειριστούν οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ. Το στρατηγικό πρόταγμα της συνολικής απελευθέρωσης από τα καπιταλιστικά δεσμά είτε στην εθνική, είτε στη ευρωπαϊκή είτε στην διεθνική εκδοχή τους.

Είναι η ζώσα , η υλική προοπτική της εξουσίας των εργαζομένων πάνω στην ίδια τους την ζωή, που μπορεί να ενοποιήσει την ολότητα του κόσμου της εργασίας απέναντι στις καπιταλιστικές ελίτ, είτε εμφανίζονται με το πρόσωπο της καπιταλιστικής ευρωπαϊκής δημοκρατίας, είτε με το πατριωτικό προσωπείο του φασισμού.

Η αναζήτηση λύσης στην οικονομική κρίση, στους πολέμους, στο προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα, εντός του ευρωπαϊκού καπιταλιστικού υποδείγματος είναι από αυτή την σκοπιά μια αναζήτηση φενάκη χωρίς κατεύθυνση και χωρίς προορισμό. Καθώς η μόνη λύση που μπορεί να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση και τον πόλεμο που γεννούν πρόσφυγες και μετανάστες είναι η ιδιοποίηση από το κόσμο της εργασίας του κοινωνικού πλούτου και της πολιτικής εξουσίας. Πρόκειται για τον πιο δύσκολο δρόμο αλλά είναι ο μόνος δρόμος για τον κόσμο της εργασίας.

Σε αντίθετη περίπτωση αν από ανοχή ή αδυναμία ηγεμονεύσει περαιτέρω και ολοκληρωτικά η καπιταλιστική επιλογή, ως η μόνη και αδιαπραγμάτευτη, θα συνεχίσουμε να θρηνούμε θύματα ενός διττού εσωτερικού και εξωτερικού πολέμου, που δεν πρόκειται ποτέ να ολοκληρωθεί.

Σε κάθε περίπτωση, η οριστική και αμετάκλητη αποκαθήλωση της μοιρολατρικής αναμονής από τις σκέψεις και τις πράξεις της εργατικής τάξης, είναι όρος απαράβατος ώστε να αποκτήσει ρεαλιστική προοπτική η ανατροπή του κανιβαλισμού της καπιταλιστικής κυριαρχίας.

praxisreview.gr

Το αντικομμουνιστικό σύνδρομο πίσω από το μίσος των δεξιών για τον Τσίπρα...

Ξέρετε ποιος είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να αφήσει ισχυρό αποτύπωμα στην πολιτική Ιστορία τής χώρας; Το ότι αρκετοί αντίπαλοί του όχι απλώς τον αντιπαθούν αλλά τον μισούν. Μίσος ενδεχομένως να αισθάνονται για τον πρωθυπουργό ακόμα και οι πρώην σύντροφοί του, οι οποίοι ολημερίς κι ολοβραδύς τον αποκαλούν ψεύτη και προδότη. Είναι βιαστικό να αξιολογήσεις τον Αλέξη Τσίπρα από τον ένα μόλις χρόνο στην πρωθυπουργία τής χώρας.

Για να αλλάξεις την Ελλάδα προς το καλύτερο χρειάζεσαι χρόνια, δεν αρκούν μήνες. Αυτό, βεβαίως, ισχύει και για να την αλλάξεις προς το χειρότερο, γι' αυτό και δεν πείθουν εκείνοι που ισχυρίζονται πως η χώρα μας μέσα σε ένα χρόνο καταστράφηκε όσο δεν είχε καταστραφεί τα προηγούμενα 70 και οι οποίοι, με αυτόν τον τρόπο, αποδεικνύουν ότι τα δεξιά μετεμφυλιακά αντικομμουνιστικά σύνδρομα έχουν επιβιώσει ακόμα και στις ημέρες μας. Ο Τσίπρας, ωστόσο, δικαιούται να κριθεί στο τέλος τής τετραετίας: αν μέχρι το Σεπτέμβριο του 2019 μας έχει βγάλει από τα μνημόνια κι έχει βελτιώσει την ποιότητα ζωής των περισσότερων Ελλήνων, μαζί με την υλοποίηση πρωτόγνωρων για την Ψωροκώσταινα μεταρρυθμίσεων, τότε θα δικαιούται την επανεκλογή του. Αν όχι, ας ψάξουμε για τον επόμενο, έστω κι αν αυτήν τη στιγμή δεν βλέπω καταλληλότερο στο πολιτικό σκηνικό...

Η χώρα διέρχεται αυτήν την περίοδο ίσως τη δυσκολότερη στιγμή της στη μεταδικτατορική περίοδο, αφού καλείται να αντιμετωπίσει μια διπλή κρίση τεραστίων διαστάσεων, την οικονομική και το Προσφυγικό. Οποιοσδήποτε άλλος στην θέση τού σημερινού πρωθυπουργού θα απέφευγε ακόμα και τις δηλώσεις. Ο Αλέξης Τσίπρας, ωστόσο, έδωσε τηλεοπτική συνέντευξη παρουσία και με ερωτήματα κοινού, απαντώντας σε όλα. Μπορεί οι αποκρίσεις του να έπεισαν ή να μην έπεισαν, αλλά βρέθηκε εκεί και τις έδωσε όταν προκάτοχοί του δεν εμφανίζονταν καν στη Βουλή, της οποίας το θεσμικό ρόλο ο ίδιος χάρη στη συχνή παρουσία του σε αυτή έχει αναβαπτίσει. Ο Αλέξης Τσίπρας, επίσης, έχει ζητήσει τη σύγκληση Υπουργικού Συμβουλίου ή Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών περισσότερες φορές από οποιονδήποτε άλλο. Θα μου πείτε πως το κάνει για επικοινωνιακούς λόγους ή γιατί αναζητά συνενόχους. Μπορείτε να μου πείτε χίλια πράγματα από αυτά που δεν θα λέγατε ποτέ σε προηγούμενους πρωθυπουργούς που κυβερνούσαν με το αποφασίζομεν και διατάσσομεν και οι οποίοι δεν έδιναν δεκάρα τσακιστή για τη δημοκρατία. Η ουσία, όμως, παραμένει: οι δημοκρατικοί θεσμοί τής εκτελεστικής και νομοθετικής εξουσίας λειτουργούν και η δικαιοσύνη αφήνεται απερίσπαστη να κάνει το έργο της. Κι αυτό από μόνο του είναι κατάκτηση...

Θα μου πείτε, επίσης, πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ανοίξει μέτωπο με όλους τους διαπλεκόμενους, κι αυτό είναι αλήθεια. Κάποιοι, μάλιστα, από αυτούς φρόντισαν να συνθηκολογήσουν πριν υποστούν βαρύτερες συνέπειες. Αν πάντως, ορισμένοι πιστεύουν ότι στο χώρο των ΜΜΕ, για παράδειγμα, έχει συγκροτηθεί ένα ισχυρό κι ενωμένο συριζαίικο μέτωπο, το οποίο, για παράδειγμα, θα μπορούσε να σχηματίσει το MEGA της Αριστεράς μάλλον δεν έχουν αντιληφθεί ότι καμιά κυβέρνηση στο παρελθόν δεν είχε απέναντί της τόσα πολλά μέσα ενημέρωσης. Κι αυτό δεν συμβαίνει γιατί τόσοι πολλοί την θεωρούν κακή-μια χαρά θα την θεωρούσε, για παράδειγμα, ο Στ. Ψυχάρης και η γάτα του αν του έσβηνε όλα τα θαλασσοδάνεια-, αλλά γιατί δεν είναι σε θέση να ασκούν πάνω της την επιρροή που ασκούσαν στις προηγούμενες. Είχαν συνηθίσει να υπαγορεύουν νόμους και να ξεγλιστρούν από την τσιμπίδα τού νόμου και τώρα κάθε τρεις και λίγο περνούν το κατώφλι τού εισαγγελέα. Είναι δύσκολη η προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα, αλλά κάποιοι θα τη συνηθίσουν θέλουν δεν θέλουν. Η φυλακή, άλλωστε, πλάθει χαρακτήρες...

tripioevro

Τρίτη 1 Μαρτίου 2016

Η έσχατη απόπειρα αποδόμησης του Τσίπρα...

Mια παραγωγή του υπόδικου (μεταφορικά και κυριολεκτικά) συστήματος των διαπλεκόμενων συμφερόντων, σε σενάριο και σκηνοθεσία Σταύρου Ψυχάρη...

Γράφει ο Νίκος Τσαγκρής

Φανταστείτε μια Ελλάδα που φορτώνει τους θαλασσοδαρμένους πρόσφυγες σε επιταγμένα, ας πούμε, εμπορικά πλοία. Επιτόπου μιλάμε, όπως...
φτάνουν μισοπεθαμένοι στη Λέσβο και στ’ άλλα ακριτικά νησιά του Αιγαίου. Ποια hotspot’s και ποιες Frontex; Τους φορτώνει, που λέτε, πριν πάρουν ελληνική ανάσα και τους αμολάει αλά τούρκα, με φουσκωτά της συμφοράς και άλλους θαλασσοπνίχτες, στα ανοιχτά των Συρακουσών, της Βενετίας, της Μασσαλίας, του Μπάρι, της Ανκόνας. Κι άσ’ τους να παν να πνιγούν… Και τους πρόσφυγες και τους ευρωπαίους… εταίρους.
Εκεί θέλουν να μας φτάσουν, κι άλλο που δεν θέλουν και οι «δικοί» μας. Διότι δεν είναι μόνο οι Aυστριακοί και οι… Βίζεγκραντ που γράψανε στα παλιά τους τα παπούτσια την απόφαση της συνόδου και έκλεισαν τα σύνορα στα Σκόπια, είναι και οι «δικοί« μας, οι πολιτικοί αρχιερείς του αντιΣΥΡΙΖΑ μένους: Κυριάκος Μητσοτάκης & Σία. Οι οποίοι, ενώ γνωρίζουν πολύ καλά ότι η πίεση που υφίσταται η χώρας μας από το πραξικοπηματικό κλείσιμο των συνόρων είναι αβάσταχτη,..
και είναι άκρως ανθελληνική και αντιευρωπαϊκή, ποιούν την νήσσα, εκτός. Και τα ρίχνουν όλα στην κυβέρνηση και στον Τσίπρα, εντός· παπαγαλίζοντας τη φωνή του (υπόδικου, πια) μιντιακού εταίρου τους: «Οι εξελίξεις στα βόρεια σύνορά μας είναι απολύτως προβληματικές και η πίεση στο Αιγαίο πολλαπλασιάζεται», αφηγούνται σαν ουδέτεροι πολεμικοί παρατηρητές. Ακολούθως… αναλύουν: «το κλείσιμο των συνόρων επιβλήθηκε ντε φάκτο μετά την άρνηση σειράς γειτονικών χωρών να δεχθούν νέους πρόσφυγες στο έδαφός τους»…

Στόχος ο Αλέξης Τσίπρας

Στον επόμενο τόνο σαρκάζουν: «κατά τα φαινόμενα το βέτο του κ. Τσίπρα κράτησε δυο μέρες». Και αφού εξαντλούν κάθε ίχνος κινδυνολογίας και καταστροφολογίας, του τύπου «τα βόρεια σύνορά μας θα μετατραπούν σε ένα είδος ιδιότυπης «υγειονομικής ζώνης», καταλήγουν: Η ευθύνη του κ. Τσίπρα και των δικών του είναι πλήρης και αμετάθετη…
Αυτό είναι: για την παραβίαση της συμφωνίας που επετεύχθη με το «veto» του Τσίπρα φταίει ο… Τσίπρας! Φταίει ακόμα, (ο Τσίπρας!…) για τον ενδεχόμενο «αποκλεισμό της χώρας απ’ την υπόλοιπη Ευρώπη», την ενδεχόμενη «μετατροπή των βορείων συνόρων μας σε ένα είδος ιδιότυπης υγειονομικής (sic) ζώνης», τον ενδεχόμενο «εγκλωβισμό εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων εντός της ελληνικής επικράτειας», την ενδεχόμενη διάσπαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον ενδεχόμενο τουρκικό εμφύλιο… Ο Τσίπρας φταίει για κάθε εγχώριο και αποικιακό ενδεχόμενο, «η ευθύνη του είναι πλήρης και αμετάθετη»!
Είναι ολοφάνερο, ότι παρακολουθούμε (και βιώνουμε) την έσχατη επιχείρηση αποδόμησης του Αλέξη Τσίπρα: μια παραγωγή του υπόδικου (μεταφορικά και κυριολεκτικά) συστήματος των διαπλεκόμενων συμφερόντων, σε σενάριο και σκηνοθεσία Σταύρου Ψυχάρη, με πρωταγωνιστή τον ζεν πρεμιέ του πολιτικού νεποτισμού Κυριάκο Μητσοτάκη….

Αποδομούν τη χώρα

Μια χαρά! Θα μπορούσαμε να το διασκεδάζουμε, να περνάμε καλά και να χασκογελάμε, όπως κάνουμε με του Λαζόπουλου τις σάτιρες, ας πούμε, αφού οι χαρακτήρες και η υπόθεση του «έργου» βγάζουν γέλιο… αριστερό. Αλλά δεν είναι θέατρο, ούτε τηλεόραση, το μέλλον της χώρας μας. Και ο Τσίπρας δεν είναι ο Αλέξης του ΣΥΡΙΖΑ, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας: όταν ο Τσίπρας πηγαίνει στην ευρωπαϊκή σύνοδο για το προσφυγικό και καταφέρνει να αποσπάσει μιαν κοινή απόφαση των Ευρωπαίων ηγετών για «ανοιχτά σύνορα», είναι η Ελλάδα που απέσπασε τη συμφωνία και όχι ο Τσίπρας.
Και όταν λες και γράφεις «κατά τα φαινόμενα το βέτο του Τσίπρα κράτησε δύο μέρες», δεν σαρκάζεις τον Τσίπρα, την Ελλάδα σαρκάζεις – της Ελλάδας είναι το βέτο, όχι του Τσίπρα. Και ξέρεις, η Ελλάδα είναι η πατρίδα σου και, καθώς χρεώνεις στον Τσίπρα, (δηλαδή στον έλληνα πρωθυπουργό, δηλαδή στην Ελλάδα) την ευθύνη για την ξενόφοβη και αμοράλ και ανθελληνική και αντιευρωπαϊκή αντίδραση της Αυστρίας και των χωρών του Βίζεγκραντ, γίνεσαι και ανθέλληνας· ενώ υποστηρίζεις ότι είσαι ‘έλληνας εκδότης και δημοσιογράφος – έλληνας πολιτικός, αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Άκου ανθρωπάκο: όταν λες και γράφεις «η ευθύνη του κ. Τσίπρα και των δικών του, είναι πλήρης και αμετάθετη» για να αποδομήσεις τον Τσίπρα και την κυβέρνησή του, δεν είσαι απλά ανόητος· είσαι ανθέλληνας. Γιατί αυτό που λες και γράφεις, διαβάζεται «η ευθύνη της Ελλάδας για το προσφυγικό είναι πλήρης και αμετάθετη». Κι αυτό αποδομεί εθνικά, στρατηγικά, γεωπολιτικά τη χώρα μας – όχι τον Έλληνα πρωθυπουργό. Όταν, μάλιστα, το λες και το γράφεις στο πλαίσιο μιας έσχατης επανάληψης της επιχείρησης «αριστερή παρένθεση», με προσδοκώμενο κέρδος την παλινόρθωση του σάπιου οικονομικού και πολιτικού συστήματος των διαπλεκόμενων συμφερόντων, είσαι άξιος της τύχης σου…

- Η Εποχή on line

zoornalistas.blogspot.gr

Ετιέν Μπαλιμπάρ: Αποσύνθεση του ιδεώδους της Ευρώπης των λαών

Toυ Ετιέν Μπαλιμπάρ

[Σε αυτό το άρθρο του, δημοσιευμένο στη Libération στις 28/02/2016, ο Γάλλος φιλόσοφος Ετιέν Μπαλιμπάρ εκθέτει το συμμετοχικό ρόλο της χώρας του στην αποσύνθεση του ιδεώδους της Ευρώπης των λαών, με αφορμή τη στάση της απέναντι στο προσφυγικό ζήτημα. Καυτηριάζοντας τα πολιτικά ατοπήματα του κλεισίματος της «ζούγκλας» του Καλαί και διαδοχικά των συνόρων μεταξύ των χωρών της Ευρώπης με πιο κραυγαλέο αυτό που μετατρέπει την Ελλάδα σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, καταδεικνύει την άμεση αναγκαιότητα για πολιτική αλλαγή χωρίς να κρύβει την απαισιοδοξία του για το μέλλον]
ADVERTISEMENT

Μετάφραση-Επιμέλεια για το Kollect: Μαρσώ
==========

Σε ένα δραματικό εντιτόριαλ, μεγάλη απογευματινή εφημερίδα της Γαλλίας ανακοινώνει πως «η Ευρώπη είναι κλινικά νεκρή, ανίκανη να αντιμετωπίσει συλλογικά την προσφυγική κρίση. Οι ιστορικοί θα χρονολογούν την αποσύνθεσή της βάσει αυτής της υπόθεσης.» Αλίμονο, δεν είναι ανάγκη να περιμένουμε την άποψη των ιστορικών. Το γεγονός είναι εδώ. Και οι συνέπειές του θα είναι καταστροφικές. Όχι μόνο για το «ευρωπαϊκό σχέδιο» ή για την Ευρωπαϊκή Ένωση ως θεσμό, αλλά για τους λαούς που τη συνθέτουν και για τον καθένα από εμάς ως άτομα και πολίτες. Όχι επειδή αυτή η Ένωση η οποία, όπως συνεχίζουν να μας λένε έχει ως μοναδικό πεδίο δράσης τη «διαχείριση μίας ενιαίας αγοράς», θα ήταν ένα καταφύγιο της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας, αυτό πάει πολύ. Αλλά επειδή η αποσύνθεσή της θα σήμαινε σε σύντομο χρονικό διάστημα ακόμη λιγότερη δημοκρατία σε επίπεδο κοινής κυριαρχίας των λαών, ακόμα λιγότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουμε τις οικονομικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις, και ακόμα λιγότερες ελπίδες να ξεπεράσουμε δολοφονικούς εθνικισμούς, από τα οποία στο σύνολό τους θα έπρεπε θεωρητικά να μας προστατεύει.

Μέσα σε αυτή τη ζοφερή εικόνα, την οποία μπορούμε να μοιραστούμε (και την οποία μοιράζομαι) μου φαίνεται πως υπάρχει ένα στοιχείο το οποίο λείπει τρομερά, σε αντίθεση με άλλα σχόλια: η συγκεκριμένη συμβολή της Γαλλίας σε αυτό το αποτέλεσμα. Δεν θα πρέπει να την εξετάσουμε μεμονωμένα, ασφαλώς. Μα το να την αγνοούμε είναι απάτη και παραίτηση ευθυνών. Ως πολίτης της Ευρώπης και της Γαλλίας και ο ίδιος, δεν μπορώ και ούτε και θέλω να το δεχτώ.

 Όταν στο τέλος του περασμένου καλοκαιριού η καγκελάριος Μέρκελ έλαβε τη μονομερή απόφαση να αθετήσει τους κανόνες του Δουβλίνου (για το άσυλο) ώστε να γίνουν δεκτοί στη Γερμανία πρόσφυγες, οι οποίοι κατά εκατοντάδες χιλιάδες τώρα προσπαθούν να ξεφύγουν από τις σφαγές στη Συρία (οι οποίες αποκτούν διαστάσεις γενοκτονίας που διαπράττεται από διάφορες αντιμαχόμενες πλευρές κάθε φορά) και από άλλα θέατρα του πολέμου στη Μέση Ανατολή, υπήρχαν δύο πιθανές στάσεις: να ενισχυθεί η πρωτοβουλία και να υποστηριχθεί αυτή η προσπάθεια, ή να οργανωθεί δολιοφθορά εναντίον της. Μετά από κάποιες υπεκφυγές, η γαλλική κυβέρνηση προσποιήθηκε ότι ακολουθεί την πρώτη τακτική, για να εφαρμόσει στην πραγματικότητα τη δεύτερη. Έχοντας αποδεχθεί τελικά το σχέδιο Γιούνκερ για κατανομή των προσφύγων ανά την Ευρώπη, του οποίου η ανεπάρκεια ήταν ορατή αλλά αποτελούσε μία πρώτη αναγνώριση του προβλήματος, η Γαλλία έκανε τα πάντα προκειμένου αυτή η συμφωνία να παραμείνει ανεφάρμοστη. Μέχρι σήμερα έχει δεχθεί μόνο ορισμένες δεκάδες από τις 24.000 προσφύγων στους οποίους είχε συμφωνήσει. Μας λένε πως οι πρόσφυγες «δεν επιθυμούν» να έρθουν στη Γαλλία. Υποθέτοντας πως κάτι τέτοιο πράγματι ισχύει, δεν αναρωτιόμαστε για ποιο λόγο η πάλαι ποτέ «γη του ασύλου» είναι τόσο αποτρεπτική για αυτούς που δεν έχουν πια τίποτε στον κόσμο. Ότι αυτή η εγκατάλειψη του άλλου μεγάλου ευρωπαϊκού έθνους αποσκοπεί στο να πείσει τους Γερμανούς ότι είναι οι μόνοι που θα πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα, περί αυτού δεν πρόκειται; Δεν έπρεπε να πιστέψουν άλλωστε ότι είναι καλύτεροι από τους άλλους…

Είναι δική τους δουλειά, εκτός κι αν προσπαθήσουμε κι εμείς να αναμειχθούμε. Και με τι τρόπο! Τον προηγούμενο μήνα, βρίσκοντας αφορμή στην ανάγκη πολιτικού συντονισμού μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις (για τις οποίες τόσο εγώ όσο και οποιοσδήποτε άλλος μπαίνω σε πειρασμό να αμφισβητήσω τη σοβαρότητα των μέτρων προστασίας που επιβλήθηκαν), ο πρωθυπουργός, Μανουέλ Βαλλς, μετέβη στο Μόναχο για να στιγματίσει την πολιτική που υιοθετήθηκε από την Άνγκελα Μέρκελ: δεύτερος στη σειρά μεταξύ των αρχηγών ευρωπαϊκών χωρών, μετά τον Βίκτορ Ορμπάν, ο οποίος μετέβη επί τόπου για να δώσει τη στήριξή του στη γερμανική ακροδεξιά, της οποίας δεδηλωμένος στόχος είναι να κάνει την καγκελάριο είτε να υποταχθεί είτε να παραιτηθεί. Και είναι την Πέμπτη που ο Υπουργός Εσωτερικών, Μπερνάρ Καζνέβ, αφού έχει ήδη ξεκινήσει τη διαδικασία διάλυσης της «ζούγκλας» του Καλαί και πετώντας στο δρόμο εκατοντάδες απελπισμένους στο πλαίσιο του σχεδίου στο οποίο έχει συμφωνήσει με το Βρετανό ομόλογό του, εκπλήσσεται βλέποντας το Βέλγιο να κλείνει τα σύνορά του. Θα πίστευε κανείς ότι η Μαρίν Λε Πεν κυβερνά ήδη τη Γαλλία.

Ναι, η Ευρώπη διαλύεται κάθε μέρα περισσότερο, και συμμετέχουμε κι εμείς σε αυτό. Ως εκ τούτου, θα υποστούμε τις συνέπειες σε όλα τα επίπεδα: την τιμή, η οποία υπαγορεύει ένα μέρος πολύ λιγότερο αμελητέο από αυτό που φανταζόμαστε της ιστορικής νομιμότητας των πολιτικών δομών, αλλά επίσης και τη συλλογική ασφάλεια ή προστασία των φυσικών προσώπων, αποτελώντας τις προϋποθέσεις του αστικού βίου. Εκτός κι αν, στο χείλος του γκρεμού,  ένας συνδυασμός ενός κινήματος πεφωτισμένων γνωμών και θαρραλέων αντανακλαστικών των κυβερνώντων μας (ή ορισμένων εξ ’αυτών) οδηγούσε προς μία ανάκαμψη. Δεν πιστεύω σε κάτι τέτοιο, βέβαια, μετά από όσα είδαμε. Θα διατυπώσω, ωστόσο, δύο προϋποθέσεις οι οποίες φαντάζουν ανυπέρβλητες.

Η πρώτη είναι να πούμε επιτέλους δυνατά και καθαρά ότι η Μέρκελ είχε δίκιο και ότι η πρωτοβουλία της (για την οποία έχει μπει πλέον στην άμυνα αλλά δεν την έχει ακόμη αποποιηθεί επισήμως) δεν πρέπει να αποτύχει. Το θέμα δεν έγκειται στα κίνητρά της, για τα οποία θα συνεχίσουμε να βλέπουμε τόσο την πλευρά του οικονομικού συμφέροντος όσο και αυτή της ηθικής. Έγκειται στο να αναγνωρίσουμε την πολιτική ορθότητα αυτής της απόφασης, τη διαχωριστική γραμμή που χαράζει ανάμεσα σε δύο αντιλήψεις της Ευρώπης, και τη σημασία των απορρεουσών ευθυνών για όλους μας. 

Μετά από αυτό, το εάν η Μέρκελ θα πληρώσει για την απομόνωσή της ανάμεσα στις ευρωπαϊκές απόψεις στα χρόνια της «πολιτικής δύναμης» ή για την επιβολή της λιτότητας στην Ευρώπη, αυτό είναι σίγουρο, μα δεν είναι εδώ το θέμα, διότι κι από αυτό ακόμα δεν θα έχουμε τίποτα να ζηλέψουμε, καθώς την ακολουθήσαμε όταν, αντιθέτως, έπρεπε να της έχουμε αντισταθεί. Αυτή τη φορά, ο Πρόεδρος της Γαλλίας πρέπει να πάει στο Βερολίνο για το σωστό λόγο: για να διακρίνει την ιστορική στιγμή στην οποία βρισκόμαστε και για να καλέσει επισήμως μαζί με τη Γερμανία τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη να αντιμετωπίσουν από κοινού το πρόβλημα προς το συμφέρον τους και για το μέλλον τους.

Η δεύτερη είναι να αρνηθούν άμεσα και ενεργά την απομόνωση της Ελλάδας όπου συσσωρεύεται ο μεγαλύτερος όγκος προσφύγων, δηλαδή τον αποκλεισμό της από το σύστημα των ευρωπαϊκών χωρών τον οποίο οι πολιτικές και οικονομικές επιταγές της τρόικας δεν κατάφεραν να επιφέρουν αλλά το κλείσιμο των συνόρων από την Ουγγαρία και την Αυστρία μέχρι την [ΠΓΔ] Μακεδονία και την Αλβανία πρόκειται να το κάνει στην πράξη, μετατρέποντας μέρα με τη μέρα όλη τη χώρα σε ξέσκεπο στρατόπεδο κράτησης, μέσα στο οποίο θα αναπτυχθούν για λογαριασμό μας και υπό την ευθύνη μας βιαιότητες κάθε είδους για τις οποίες θα είναι πολύ αργά να μετανιώσουμε, όταν θα έχουν πλέον γίνει ανεξέλεγκτες. Δεν αρκεί, εν προκειμένω, να κουνάμε το δάχτυλο στους Βαλκάνιους γείτονες ή στους ίδιους τους Έλληνες, ή να παρακαλάμε τους Τούρκους οι οποίοι εμπλέκονται όλο και περισσότερο στον πόλεμο της Μέσης Ανατολής, υποσχόμενοι λίγα περισσότερα χρήματα, ή να αναθέσουμε στο ΝΑΤΟ το αντάρτικο θαλασσών εναντίον των «λαθρεμπόρων». Χρειάζονται κατεπείγοντα και εκτεταμένα μέτρα, όπως και σε άλλους καιρούς συλλογικής καταστροφής. Το πιο προφανές θα ήταν να μεταφερθούν οι πρόσφυγες με αεροσκάφη ή πλοία στις χώρες του βορά όπου έχει συμφωνηθεί ότι θα διακομισθούν -μεταξύ των οποίων και η δική μας- οι οποίες μπορούν να στηρίξουν οικονομικά την υποδοχή και φιλοξενία τους, κινητοποιώντας όλα τα πολιτικά και στρατιωτικά μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας.

Ονειροβατώ, έτσι δεν είναι; Όχι, ανοίγω τη συζήτηση έτσι ώστε το χειρότερο να μην γίνει σίγουρο. Το χειρότερο είναι η παραίτηση, η εθελοτυφλία, ο ιστορικός συντηρητισμός, ακόμη κι όταν έρχεται κατ’ εικόνα του ρεαλισμού. Ας συζητήσουμε, σας παρακαλώ, αλλά ας μην περιμένουμε άλλο, καθώς η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει.

Η εξέγερση της Κροστάνδης


Την 1 του Μάρτη ,1921,η ναυτική βάση της Κροστάνδης στο νησί Κοτλίν, κάπου 25 μίλια έξω απ’ τις ακτές τις Πετρούπολης, υιοθέτησε ένα πρόγραμμα πολιτικών κι οικονομικών αιτημάτων που συνίστατο σε 15 θέσεις-ένα πρόγραμμα που βρισκόταν σε φανερή αντίθεση με τον έλεγχο του Σοβιετικού κράτους απ’ το Κόμμα των Μπολσεβίκων.
Σχεδόν αμέσως οι Μπολσεβίκοι αποκήρυξαν την εξέγερση σα μια «συνωμοσία Λευκοφρουρών»,σα μια ακόμα δήθεν απόπειρα στη σειρά των αντεπαναστατικών συνωμοσιών που έπληξαν το Σοβιετικό καθεστώς στη διάρκεια των τριών χρόνων του εμφυλίου που προηγήθηκαν. Σε λιγότερο από 3 βδομάδες αργότερα, στις 17 του Μάρτη ,η Κροστάνδη καταπνίγηκε στο αίμα από μια επίθεση επίλεκτων μονάδων του Κόκκινου Στρατού. Η εξέγερση τη Κροστάνδης ,φαινομενικά ήταν τίποτα παραπάνω από ένα περαστικό επισόδειο της πικρής ιστορίας του εμφυλίου πολέμου.

Μπορούμε όμως τώρα να πούμε ότι η εξέγερση της Κροστάνδης σημάδεψε το οριστικό τέλος της ίδιας της Ρώσικης επανάστασης. Πραγματικά ,ο χαρακτήρας κι η σημασία της εξέγερσης ήταν μοιραίο ν’ αποτελέσουν θέματα οξύτατων αντιμαχιών μέσα στους κόλπους της διεθνούς αριστεράς ,στα χρόνια που έμελλε ν’ ακολουθήσουν. Σήμερα, παρόλο που έχει εμφανιστεί μια ολόκληρη νέα γενιά επαναστατών-μια γενιά που είναι εντελώς απληροφόρητη για τα γεγονότα αυτά-το «πρόβλημα της Κροστάνδης» δεν έχει χάσει τίποτα από την σημασία του και την οξύτητα του. Γιατί η εξέγερση τηε Κροστάνδης έβαλε πολύ βασικά προβλήματα :τη σχέση ανάμεσα στις λεγόμενες «μάζες» και τα κόμματα τα οποία ισχυρίζονται ότι μιλάνε στο όνομα τους και στη φύση του κοινωνικού συστήματος που επικρατεί στη σημερινή Σοβιετική Ένωση. Ουσιαστικά , η εξέγερση της Κροστάνδης παραμένει μια διαρκής πρόκληση απέναντι στη Μπολσεβίκικη αντίληψη για την ιστορική αποστολή ενός κόμματος και στην θεώρηση της Σοβιετικής Ένωσης σαν «εργατικό» ή «σοσιαλιστικό» κράτος.

Οι ναύτες της Κροστάνδης δεν ήταν κανένα συνηθισμένο στρατιωτικό σώμα. Ήταν οι περίφημοι «κόκκινοι ναύτες» του 1905,1917 και του εμφυλίου πολέμου. Κατά κοινήν ομολογία (ως ότου ν’ αναθεωρήσουν οι Μπολσεβίκοι την ιστορία μετά την εξέγερση ) οι ναύτες της Κροστάνδης θεωρούνταν σαν τα πιο πιστά και και πολιτικοποιημένα στρατιωτικά στοιχεία του νεοεγκαθιδρυμένου Σοβιετικού καθεστώτος. Η ασθενική απόπειρα του Τρότσκυ να διασύρει τη ν υπόληψη τους στα μετέπειτα χρόνια, υπαινισσόμενος ότι «νέα» κοινωνικά στρώματα (πιθανόν αγρότες)είχαν αντικαταστήσει τους αυθεντικούς κόκκινους ναύτες(πιθανόν εργάτες) στην Κροστάνδη ,στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, δεν αξίζει ούτε την περιφρόνηση μας.

Ανεξάρτητα απ’ το αν οι κάτοικοι της ήταν «εργάτες» ή «αγρότες»-και τα δυο είδη υπήρχαν σε ποικίλους αριθμούς στη ναυτική βάση – η Κροστάνδη υπήρξε από παλιά η εστία της επανάστασης. Οι ζωντανές της παραδόσεις κι η στενή της επαφή της με την «Κόκκινη Πετρούπολη», χρησίμεψαν στο να μεταβάλουν σ’ επαναστάτες ανθρώπους από’ όλα σχεδόν τα κοινωνικά στρώματα.

Στην πραγματικότητα, η Κροστάνδη είχε εξεγερθεί σαν αποτέλεσμα ενός απεργιακού κινήματος που ξέσπασε στην Πετρούπολη, μιας κοντινής εξέγερσης του προλεταριάτου της Πετρούπολης. Δεν μπορεί να τονιστεί υπερβολικά το ότι τα αιτήματα των ναυτών της Κροστάνδης διατυπώθηκαν μέσα στο φρούριο ενός απομονωμένου νησιού στον κόλπο της Φινλανδίας· αναπτύχθηκαν σαν αποτέλεσμα της στενής επαφής ανάμεσα στη ναυτική βάση και στους ξεσηκωμένους εργάτες της Πετρούπολης ,των οποίων τα αιτήματα εξέφραζε βασικά το πρόγραμμα των 15 θέσεων. Όπως υποχρεώθηκε ν ’αναγνωρίσει ο Ισαάκ Ντώϊτσερ ,η αποκήρυξη της εξέγερσης της Κροστάνδης απ’ τους Μπολσεβίκους σα «συνωμοσία Λευκοφρουρών» ήταν απλώς αστήρικτη.

Ποια ήταν αυτά τα αιτήματα; Η Ίντα Μετ τα’ αναπτύσσει με λεπτομέρεια στο βιβλίο της , «Η κομμούνα της Κροστάνδης». Μια ματιά δείχνει ότι τα πολιτικά αιτήματα περιστρέφονταν γύρω απ΄ τη σοβιετική δημοκρατία :νέες εκλογές στα σοβιέτ, ελευθερία του λόγου για τους Αναρχικούς και τα Αριστερά Σοσιαλιστικά κόμματα, ελεύθερα εργατικά συνδικάτα και γεωργικές οργανώσεις, απελευθέρωση των Αναρχικών και Σοσιαλιστών πολιτικών κρατούμενων. Τα οικονομικά και θεσμικά αιτήματα συγκεντρώνονταν στη χαλάρωση των αυστηρών εμπορικών περιορισμών που επιβλήθηκαν στην περίοδο του «Πολεμικού Κομμουνισμού».Τα αιτήματα των ναυτών της Κροστάνδης αποτελούσαν το ελάχιστο όριο που απαιτούνταν για να διασωθεί η επανάσταση απ’ τη γραφειοκρατική παρακμή και τον οικονομικό στραγγαλισμό.

Συνήθως, υπάρχουν δυο ιστορίες των επαναστάσεων. Η πρώτη αποτελεί την επίσημη ιστορία , μια ιστορία που παραγνωρίζει τις συγκρούσεις ανάμεσα στα κόμματα ,τις φράξιες και τους «ηγέτες».Η άλλη ,με τα λόγια του ρώσου αναρχικού Βολίν, μπορεί να ονομαστεί η «άγνωστη επανάσταση» -οι σπάνια γραπτές εκθέσεις για την ανεξάρτητη ,δημιουργική δράση των επαναστατημένων ανθρώπων

Οι Μαρξιανές εκθέσεις ταξινομούνται , σ’ ένα βαθμό που προκαλεί κατάπληξη, στην επίσημη μορφή ιστοριογραφίας: οι λαϊκές πτυχές διαστρεβλώνονται συχνά για να συμφωνούν μ’ ένα προκαθορισμένο κοινωνικό πλαίσιο. Οι εργάτες έχουν σταθερά αναλάβει τον ιστορικό τους «ρόλο»,οι αγρότες ένα δικό τους «ρόλο»,οι διανοούμενοι και το Κόμμα τους δικούς τους «ρόλους».η ζωτική , συχνά αποφασιστική, δραστηριότητα των λεγόμενων , «μεταβατικών τάξεων»,όπως οι εργάτες που έχουν αγροτική καταγωγή ή τα ντεκλασσέ στοιχεία, συνήθως αγνοούνται. Χάρη στην υπεραπλουστευμένη κακοποίηση του της κοινωνικής πραγματικότητας, αυτός ο τύπος ιστοριογραφίας αφήνει ολότελα ανεξήγητες [1] πολλές κρίσιμες πλευρές των παλιών και σημερινών επαναστάσεων. Τα γεγονότα αποκτούν μιαν ακαδημαϊκή μορφή που συναρμολογείται από προγράμματα , ιδεολογικές συγκρούσεις και ,φυσικά, από πανταχού παρόντες «ηγέτες».

Στην εξέγερση της Κροστάνδης .οι «μάζες» είχαν το θράσος να μπουν ξανά στην ιστορική σκηνή ,όπως πραγματικά το έκαναν 4 χρόνια νωρίτερα το Φλεβάρη και τον Οκτώβρη .Στην πραγματικότητα, η εξέγερση σημάδεψε το αποκορύφωμα και το τέλος του λαϊκού κινήματος στη Ρωσική επανάσταση-ένα κίνημα στο οποίο το Μπολσεβίκικο κόμμα δεν είχε βασικά εμπιστοσύνη και που ξεδιάντροπα χειραγώγησε. Η ανατροπή του Τσαρισμού το Φλεβάρη του 1917-μια αυθόρμητη επανάσταση στην οποία κανένα απ’ τα Σοσιαλιστικά κόμματα και φράξιες δεν έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο –άνοιξε το δρόμο για ένα σαρωτικό λαϊκό κίνημα .Έχοντας συντρίψει αιωνόβιους θεσμούς μέσα σε λίγες μέρες , οι αγρότες και οι εργάτες άρχισαν να δημιουργούν με δική τους πρωτοβουλία νέες, ολότελα επαναστατικές, φόρμες.

Οι ιστορικές εκθέσεις για την επανάσταση σπάνια μας λένε ότι στις πόλεις ,οι πιο σημαντικές απ’ αυτές δεν ήταν τα Σοβιέτ μάλλον οι εργοστασιακές επιτροπές: εργατικά σώματα που δημιουργήθηκαν κι ελέγχονταν απ’ τις συνελεύσεις των εργατών στον τόπο δουλειάς. Στα χωριά εκείνα που χαρακτηρίζονται συνήθως σα «σοβιέτ» αντιστοιχούσαν περισσότερο με τοπικές επιτροπές αγροτών ,που βασίζονταν στις λαϊκές συνελεύσεις .Και στις δυο περιπτώσεις οι επιτροπές ήταν πραγματικά οργανικά κοινωνικά σώματα, κατάλληλα να διευθύνουν άμεσες δημοκρατικές φόρμες. Αντίθετα, τα περιφερειακά σοβιέτ ήταν βασικά κοινοβουλευτικά σώματα, δομημένα σαν έμμεσες ή «αντιπροσωπευτικές» λεγόμενες πολιτικές ιεραρχίες. Αυτά κατέληγαν σε απομακρυσμένα εθνικά συνέδρια των σοβιέτ , τα οποία έλεγχε μια εκλεγμένη εκτελεστική επιτροπή.

Η κοινωνική ιστορία της επανάστασης περιστράφηκε γύρω απ’ τη μοίρα των εργοστασιακών επιτροπών και των συνελεύσεων των χωριών ,όχι απλώς γύρω απ’ τους συγκρουόμενους στρατούς και τις διαμάχες ανάμεσα στους Μπολσεβίκους και στους πολιτικούς τους αντιπάλους . Οι εργοστασιακές επιτροπές απαίτησαν και ,για ένα σύντομο χρονικό διάστημα ,απόκτησαν πλήρη έλεγχο πάνω στη βιομηχανική διαδικασία .Ο Λένιν δεν τους είχε καμία εμπιστοσύνη μετά τον Οκτώβρη. Όχι αργότερα απ’ το Γενάρη του 1919,δύο μόνο μήνες μετά τη «νομοθετική θέσπιση»του εργατικού ελέγχου στα εργοστάσια ,ο ηγέτης των Μπολσεβίκων κινήθηκε ενεργώντας σε ανοιχτή αντίθεση με τις επιτροπές. Κατά τη γνώμη του Λένιν ,η επανάσταση απαιτούσε «για χάρη ακριβώς των ίδιων των συμφερόντων του σοσιαλισμού ,όπως οι μάζες υπακούουν τυφλά στη θέληση της εργασιακής διαδικασίας.».Έτσι οι επιτροπές απογυμνώθηκαν από οποιαδήποτε λειτουργία μέσα στη βιομηχανική διαδικασία , σ’ ένα αυξανόμενο βαθμό , οι εξουσίες τους μεταβιβάστηκαν στο συνδικάτο και τελικά οι εξουσίες του συνδικάτου μεταφέρθηκαν σχεδόν ολοκληρωτικά στα χέρια διευθυντών , που είχαν διοριστεί απ’ το κράτος. Ο εργατικό έλεγχος αποκηρύχθηκε με οξύτητα όχι μόνο σαν «ανεπαρκής», «χαοτικός», και «ανεφάρμοστος» ,αλλά και σα «μικροαστικός» και σαν «αναρχοσυνδικαλιστική παρέκκλιση».

Στην επαρχία ,η πολιτική των Μπολσεβίκων σημαδεύτηκε από μια δυσπιστία απέναντι στις συνεργατικές και τις κομμούνες – κι από μια επέκταση της βίαιης επίταξης τροφίμων. Όπως έχω δείξει αλλού ,η προτιμούμενη απ’ το Λένιν περισσότερο «σοσιαλιστική» μορφή γεωργικής επιχείρησης αντιπροσωπευόταν από το Κρατικό Αγρόκτημα : δηλαδή , ένα γεωργικό εργοστάσιο στο οποίο το κράτος κατείχε την ιδιοκτησία της γης και των γεωργικών εργαλείων ,διορίζοντας διευθυντές οι οποίοι προσελάμβαναν χωρικούς , που πληρώνονταν σε ημερομίσθια βάση.[2] Στα 1920 ,οι Μπολσεβίκοι είχαν απομονωθεί ολότελα απ’ την εργατική τάξη και την αγροτιά , ένα γεγονός που ο Λένιν αναγνώρισε ανοιχτά. Ακόμα και τα σοβιέτ είχαν συρρικνωθεί σε ένα πολιτικό κύτταρο ,απογυμνωμένο από κάθε περιεχόμενο. Η πολιτική ζωή ,η δημόσια έκφραση κι η λαϊκή δραστηριότητα είχαν ακινητοποιηθεί. Η Τσεκά , η μυστική αστυνομία που είχε ιδρυθεί απ’ τον Τζερίνσκυ , γέμιζε τις φυλακές και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως μ’ επαναστάτες που αντιτίθονταν στο καθεστώς. Οι πιο δυνατοί ρήτορες των ανεξάρτητων σοβιετικών κομμάτων κι ομάδων εκτελούνταν , σε ολοένα αυξανόμενους αριθμούς , για την απλή και μόνο έκφραση αντίθετων απόψεων. Οι πολιτικές που διαμορφώθηκαν κάτω απ’ την υπαγόρευση του «Πολεμικού Κομμουνισμού», δημιούργησαν στις πόλεις σχεδόν συνθήκες λιμού, με το μπλοκάρισμα ουσιαστικά κάθε ανταλλαγής ανάμεσα στην πόλη και στην επαρχία και με την επιβολή πιο απαιτητικών επιτάξεων πάνω στην αγροτιά . Οι εργάτες κι οι αγρότες μπορεί να νίκησαν στον εμφύλιο πόλεμο , αλλά αυτό που είναι απόλυτα βέβαιο είναι ότι έχασαν την επανάσταση.

Μόνο μέσα σ’ αυτό το πολιτικό κι οικονομικό πλαίσιο μπορούμε να καταλάβουμε τις απεργίες που σάρωσαν την Πετρούπολη το Φλεβάρη του 1921 και την εξέγερση των ναυτών της Κροστάνδης .Η φωνή της Κροστάνδης ζητούσε μια «Τρίτη Επανάσταση των ανθρώπων του μόχθου», όχι μια αντεπανάσταση για την παλινόρθωση του παρελθόντος. Συντρίβοντας την εξέγερση , οι Μπολσεβίκοι κατόρθωσαν όχι μόνο να εμποδίσουν μια τρίτη επανάσταση , αλλά και να ανοίξουν τον δρόμο ,για το Σταλινικό καθεστώς. Αργότερα, η ιστορία έμελλε να πάρει τη δική της άγρια εκδίκηση: πολλοί απ’ τους Μπολσεβίκους , που είχαν παίξει κάποιο ρόλο στην καταστολή της Κροστάνδης ,έμελλε να πληρώσουν με την ίδια τους τη ζωή στις αιματηρές εκκαθαρίσεις της δεκαετίας του ’30.

Η βασική αξία του έργου της Μετ είναι η οπτική του λαϊκού κινήματος , που μας προσφέρει , ένα κίνημα απ’ το οποίο εξαρτιέται το αποτέλεσμα όλων των επαναστατικών εκρήξεων. Οδηγούμαστε απ’ τα συνέδρια του Κόμματος και των σοβιέτ ,απ’ τους «ηγέτες» και τις πολεμικές φράξιες ,μέσα στην ίδια ακριβώς την ψυχή της επαναστατικής διαδικασίας. Αποκτούμε μια αίσθηση των πολιτικών ιδεών που κυκλοφορούν στους δρόμους και στους στρατώνες· μεταφερόμαστε στις μοριακές διαδικασίες του κινήματος στη βάση· ερχόμαστε σε επαφή με το θαυμαστό πνεύμα του λαϊκού αυτοσχεδιασμού , τον ενθουσιασμό και την ενεργητικότητα που σημαδεύουν τον επαναστατημένο λαό που έχει κινητοποιηθεί .Γι αυτούς τους λόγους, ναι γι αυτούς και μόνο,το σύντομο έργο της Μετ αξίζει να διαβαστεί προσεκτικά ,γιατί εκείνο που διακυβεύεται στην έκθεση της είναι για την Κροστάνδη δεν είναι μόνο η Ρώσικη επανάσταση αλλά κι η ίδια ακριβώς η ιδέα της επανάστασης καθαυτής.

Το Μπολσεβίκικο κόμμα δεν «έκανε» τη Ρώσικη επανάσταση· κυριάρχησε πάνω στην επανάσταση κι έτσι τη στραγγάλισε. Αν και δεν έπαιξε κανένα ρόλο το Φλεβάρη του 1927, όταν ανατράπηκε ο Τσαρισμός, τον Οκτώβρη ,8 μήνες αργότερα ,το κόμμα ανέλαβε την εξουσία για τον εαυτό του ,όχι για λογαριασμό των σοβιέτ ή των εργοστασιακών επιτροπών. Δε χωράει αμφιβολία πως οι συνειδητές επαναστατικές οργανώσεις ήταν απαραίτητες στα 1917 ,ή τουλάχιστον, ενεργητικές ομάδες επαναστατών. Το πραγματικό πρόβλημα ,όμως ,ήταν το αν αυτές οι ομάδες μπορούσαν να διαλυθούν μέσα στις κοινωνικές φόρμες που δημιούργησε ο επαναστατημένος λαός(είτε ήταν εργοστασιακές επιτροπές ή σοβιέτ) ή αν μετατράπηκαν σε μια ξεχωριστή εξουσία πάνω σ ’αυτές τις κοινωνικές φόρμες, χειραγωγώντας και τελικά καταστρέφοντας τες. Το μπολσεβίκικο κόμμα ήταν ανίκανο απ ’την ίδια του τη δομή , ν’ ακολουθήσει την πρώτη κατεύθυνση· η ιεραρχική , συγκεντρωτική δομή του , για να μη μιλήσουμε για τη νοοτροπία των ηγετών του ,είχε απλώς μετατρέψει το κόμμα σ’ ένα είδωλο του αστικού κρατικού μηχανισμού, την ανατροπή του οποίου διεκδικούσε.

Στη διάρκεια των αντιμαχιών που έμελλε να καθορίσουν τη μοίρα των εργοστασιακών επιτροπών , ο αριστερός κομμουνιστής Οσσίνσκυ προειδοποίησε το κόμμα του: «Ο Σοσιαλισμός κι η σοσιαλιστική οργάνωση πρέπει να οικοδομηθούν απ ‘το ίδιο προλεταριάτο ,διαφορετικά δε θα οικοδομηθούν ποτέ· στη θέση τους θα οικοδομηθεί κάτι άλλο-ο κρατικός καπιταλισμός»

Αυτή η προειδοποίηση που έγινε στις πρώτες μέρες της επανάστασης , υπήρξε προφητική. Θα ταν ολότελα παράλογο το να υποστηρίξουμε ότι μπορεί να θεωρηθεί σαν «εργατικό κράτος» ένας κρατικός μηχανισμός που στερεί τους εργάτες από οποιοδήποτε έλεγχο πάνω στη κοινωνία .Στη πραγματικότητα ,ως τα 1917 ,όλες οι βασικές φράξιες του Ρωσικού Μαρξιστικού κινήματος πίστευαν ότι η Ρωσία αντιμετώπιζε μια αστική επανάσταση. Πέρα απ’ τις οργανωτικές αντιλήψεις οι διαφωνίες ανάμεσα στους μπολσεβίκους και τους μενσεβίκους περιστρέφονταν πρωταρχικά γύρω απ’ τον πολιτικό ρόλο των εργατών και των αγροτών στην επερχόμενη αναταραχή .Ζητώντας μια «δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς»,οι Μπολσεβίκοι ζητούσαν βασικά από τους καταπιεζόμενους ένα πολιτικά κυρίαρχο ρόλο. Οι Μενσεβίκοι ,με τη σειρά τους ,υιοθέτησαν βασικά την άποψη ότι η Ρωσία χρειαζόταν μια δημοκρατική ,κοινοβουλευτική δημοκρατία, την οποία θα κυβερνούσαν τα αστικά κόμματα. Καμιά απ’ τις δυο σοσιαλδημοκρατικές φράξιες δεν ήταν τόσο αφελής ώστε να πιστεύει ότι πως η καθυστερημένη ,αγροτική Ρωσία ήταν προετοιμασμένη για μια «προλεταριακή δικτατορία» κι ακόμα λιγότερο για σοσιαλισμό.

Η επιτυχία της επανάστασης του Φλεβάρη ,όμως έκανε το Λένιν να αλλάξει στάση ,αναφορικά με τη θέση του υπέρ μιας «προλεταριακής δικτατορίας»,μια τοποθέτηση που εκφράζεται με το περίφημο σύνθημα : «Όλη η εξουσία στα σοβιέτ!».Όσο σημαντική κι αν υπήρξε αυτή η στροφή , δεν ήταν εδραιωμένη σε καμία πεποίθηση του Λένιν ,πως η Ρωσία ήταν ξαφνικά έτοιμη για ένα «εργατικό κράτος».Ακριβώς το αντίθετο:Ο Λένιν έβλεπε μια «προλεταριακή επανάσταση» στη Ρωσία ,πρωταρχικά ,σαν ένα ερέθισμα για το ξέσπασμα σοσιαλιστικών επαναστάσεων στις βιομηχανοποιημένες ,συντριμμένες απ’ τον πόλεμο, χώρες της Δύσης κι ιδιαίτερα στη Γερμανία .Για τον Λένιν , ο πόλεμος είχε ανοίξει την προοπτική του ξεσπάσματος επαναστάσεων στο εξωτερικό-επαναστάσεις που θα μπορούσε να τους δώσει το έναυσμα μια «προλεταριακή επανάσταση» στη Ρωσία! Σε καμία περίπτωση δεν αυταπατόταν πως ένα «εργατικό κράτος» ή ο «σοσιαλισμός», μπορούσαν να οικοδομηθούν μέσα στα όρια μιας χώρας όπου την πρωτοκαθεδρία κατείχε η γεωργία.

Η ήττα της εξέγερσης του Σπάρτακου στο Βερολίνο ,το Γενάρη του 1919, άφησε τη ρωσική επανάσταση ολότελα απομονωμένη. Ξέχωρα από την πομπώδη φρασεολογία του νέου Σοβιετικού καθεστώτος, παρά τις κόκκινες σημαίες του και τη φανερή εχθρότητα των παραδοσιακών αρχουσών τάξεων ,στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, απέναντι του, παραμένει αληθινό το γεγονός ότι η επανάσταση οπισθοδρομούσε σ’ ένα αστικό επίπεδο, σ’ ένα αυξανόμενο βαθμό , γιατί ήταν αδιανόητο να μπορούσε να προχωρήσει πέρα απ’ τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις ,μια απομονωμένη ,οικονομικά υποανάπτυκτη χώρα, που πολιορκούνταν από κάθε μεριά από πολιτικούς εχθρούς. Αλλά ποια μορφή καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων δημιούργησε η Οκτωβριανή επανάσταση; Αυτό έμελλε να παραμείνει ένα μπερδεμένο πρόβλημα. Η επανάσταση είχε εξάλειψη την παραδοσιακή Ρωσική αστική τάξη και πολλούς απ’ τους πολιτικούς της θεσμούς. Είχε εθνικοποιήσει την γη κι ολόκληρη τη βιομηχανία, μια πράξη που δεν είχε κανένα προηγούμενο στη σύγχρονη Ευρωπαϊκή ιστορία .Αργότερα ,το σοβιετικό καθεστώς έμελλε να εισαγάγει την «σχεδιασμένη παραγωγή».Όλες αυτές οι αλλαγές στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα θεωρούνταν σαν ασυμβίβαστες με τον καπιταλισμό, παρόλο που ο Ένγκελς ,στο Αντιντύρινγκ ,είχε παίξει μηχανικά με τη θεωρητική πιθανότητα ότι θα μπορούσαν να συμβούν μέσα σ’ ένα αστικό πλαίσιο.

Τα προβλήματα που γέννησε η Οκτωβριανή επανάσταση περιπλέχθηκαν παραπέρα απ’ την ορολογία των ίδιων των μπολσεβίκων. Ο Λένιν είχε περιγράψει ποικιλόμορφα το σοβιετικό κράτος σαν «κρατικοκαπιταλιστικό», «εργατικό κράτος» κι «αγροτικό κράτος με γραφειοκρατικές διαστρεβλώσεις», ακολουθούμενος απ’ την ηλίθια περιγραφή του Τρότσκυ για την Σταλινική δικτατορία σαν ένα «εκφυλισμένο εργατικό κράτος». Ο Λένιν επίσης περιέπλεξε το πρόβλημα περιγράφοντας ωμά το σοσιαλισμό σαν «τίποτα παραπάνω από ένα κρατικοκαπιταλιστικό μονοπώλιο που δημιουργήθηκε για να ωφελήσει ολόκληρο τον λαό». Έτσι στα πρώτα χρόνια του Σοβιετικού καθεστώτος , ήταν δύσκολο , όχι μόνο να γίνουν παραλληλισμοί του κρατικού καπιταλισμού με αντίστοιχα του σε οποιαδήποτε άλλη καπιταλιστική χώρα , αλλά και να γίνει διάκριση ανάμεσα σ’ αυτόν και στο «σοσιαλισμό».

Σήμερα, μετά από μισό αιώνα καπιταλιστικής ανάπτυξης, έχουμε ένα μεγαλύτερο πλεονέκτημα. Μπορούμε να δούμε ότι, έκτός από τους λίγους μήνες που έλεγχαν τη βιομηχανία οι εργοστασιακές επιτροπές, η Ρώσικη επανάσταση σε καμία περίπτωση δεν ξεπέρασε ένα αστικό κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο. Η εμπορευματική παραγωγή κι η οικονομική εκμετάλλευση ήταν μοιραίο να επικρατήσουν και μετά την Οκτωβριανή επανάσταση στον ίδιο βαθμό που επικρατούσαν και πριν. Οι εργάτες κι οι αγρότες έμελλε να μην έχουν κανένα έλεγχο πάνω στη Σοβιετική κοινωνία , όπως ακριβώς δεν είχαν κανένα πάνω στην τσαρική κοινωνία. Ξέρουμε επίσης ότι η εθνικοποίηση της βιομηχανίας κι η σχεδιασμένη παραγωγή συμβιβάζονται τέλεια με τις αστικές κοινωνικές σχέσεις. Η ιστορική τάση του βιομηχανικού καπιταλισμού βρισκόταν πάντα προς την κατεύθυνση της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου , της ανάπτυξης του μονοπωλίου, της συγχώνευσης της βιομηχανίας με το κράτος, του οικονομικού σχεδιασμού και τέλος της αυξανόμενης εξουσίας ενός γραφειοκρατικού μηχανισμού πάνω στην οικονομική και πολιτική ζωή.

Είναι ειρωνικό το ότι, αν ο Τρότσκυ είχε απλώς ακολουθήσει την ίδια του την αντίληψη, για τη «συνδυασμένη ανάπτυξη», ως τις λογικές της συνέπειες , πιθανόν να είχε καταλάβει πώς αναπτύχθηκε αυτή η τάση στη Ρωσία. Είδε (πολύ σωστά ) ότι η τσαρική Ρωσία , ένας νεοφερμένος στην Ευρωπαϊκή αστική ανάπτυξη , απόκτησε αναγκαστικά τις πιο αναπτυγμένες βιομηχανικές και ταξικές φόρμες αντί ν’ ανακεφαλαιώσει απ’ την αρχή ολόκληρη την αστική ανάπτυξη. Παραγνώρισε να εξετάσει ότι η Ρωσία , συντετριμμένη από μια τρομερή εσωτερική αναταραχή, που απογύμνωσε τις παραδοσιακές αστικές και τσιφλικάδικες τάξεις , πιθανόν ακολουθούσε έτσι μια παράλληλη κατεύθυνση μ’ εκείνη που ακολουθούσε η καπιταλιστική ανάπτυξη στον υπόλοιπο κόσμο- πράγμα που ήταν βέβαιο , μετά απ’ την αποστέρηση των εργατών και των αγροτών απ’ τον έλεγχο τους πάνω στα εργοστάσια και τη γη απ’ τη νέα γραφειοκρατία. Υπνωτισμένος από’ την ανόητη φόρμουλα «η εθνικοποιημένη ιδιοκτησία είναι αντίθετη με τον καπιταλισμό», ο Τρότσκυ δεν κατόρθωσε να αναγνωρίσει ότι ο ίδιος ο μονοπωλιακός καπιταλισμός τείνει να συγχωνευτεί με το κράτος με βάση τη δική του εσώτερη διαλεκτική ,που συνεπάγεται τη συγκέντρωση του κεφαλαίου σε ολοένα και λιγότερες επιχειρήσεις. Ο παραλληλισμός που έκανε ο Λένιν ανάμεσα «σοσιαλισμό» και τον κρατικό καπιταλισμό έγινε έτσι μια φοβερή πραγματικότητα κάτω απ’ τον Σταλιν:Μια μορφή κρατικού καπιταλισμού που δεν «ωφελεί ολόκληρο τον λαό».

Βασικά , η πηγή της σύγχυσης που αφορά τη «φύση» του κοινωνικού συστήματος στη Ρωσία –το περίφημο «Ρώσικο ζήτημα» -βρίσκεται στην ατέλεια της Μαρξιανής οικονομικής ανάλυσης. Γράφοντας στα μέσα του 19ου αιώνα, ο Μαρξ ήταν εξοικειωμένος μόνο με 2 φάσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης: το μερκαντιλισμό και το «φιλελεύθερο»βιομηχανικό καπιταλισμό. Παρόλο που το κεφάλαιο σκιαγραφεί θαυμάσια την εμφάνιση του βιομηχανικού καπιταλισμού μέσα από τον μερκαντιλισμό (Σ.τ.Μ. εμποροκρατία ) η εξέταση σταματάει εκεί ακριβώς όπου πρέπει ν’ αρχίσει από μας ,έναν αιώνα αργότερα. Μπορούμε να δούμε ότι η συγκέντρωση του κεφαλαίου προχωρεί σε μια νέα φάση: την ανακύκληση του κεφαλαίου. Η «ελεύθερη αγορά» μετατρέπεται σε μονοπωλιακή και τελικά σε μια αγορά που χειραγωγείται από το κράτος. Η «αναρχία της παραγωγής», (για να χρησιμοποιήσουμε τη φράση του Ένγκελς) παραχωρεί τη θέση της στη διευθυνόμενη , «σχεδιασμένη» οικονομία , ένα σύστημα προγραμματισμού που έχει δημιουργηθεί όχι μόνο για ν’ αποτρέπει τις οικονομικές κρίσεις , αλλά και να προωθεί την συσσώρευση του κεφαλαίου. Ο καπιταλισμός ακολουθεί τη διαλεκτική του μ’ ένα σχεδόν κλασσικό Χεγκελιανό τρόπο: απ’ την ελεγχόμενη από το κράτος οικονομία ,που εισήγαγε ο μερκαντιλισμός, στην «ελεύθερη οικονομία», που εδραίωσε ο βιομηχανικός καπιταλισμός και ξανά πίσω σε νεομερκαντιλιστικές μορφές , σ’ ένα νέο όμως επίπεδο που γέννησε η τεχνολογική και βιομηχανική ανάπτυξη. Δεν θα μπορέσουμε να περιμένουμε απ’ το Μαρξ ν’ ακολουθήσει αυτή τη διαλεκτική ως τις λογικές της συνέπειες πριν από ένα αιώνα· για μας το να αγνοήσουμε αυτό ,ένα αιώνα αργότερα , θα ’ ναι μια θεωρητική μυωπία του χειρότερου είδους.

Η ανάπτυξη προς τον κρατικό καπιταλισμό εμφανίζεται σε μια τάση στη Δύση κι εξαιτίας πρωταρχικά των πρώιμων οικονομικών και πολιτικών μορφών ,συνεχίζει να εξασκεί μια ισχυρή επίδραση στους κοινωνικούς θεσμούς. Παρ’ολο που φθείρονται με γρήγορο ρυθμό, οι αντιλήψεις της «ελευθερης αγοράς» και του «κυρίαρχου ατόμου» εξακολουθούν να διαποτίζουν τις οικονομικές σχέσεις στην Ευρώπη και την Αμερική. Στη Ρωσία και σε πολλές περιοχές του «τρίτου κόσμου» ,όμως, ο κρατικός καπιταλισμός παίρνει μια πιο ολοκληρωμένη μορφή, γιατί οι επαναστάσεις μαγεύονται απ’ το παρελθόν, οδηγώντας στην καταστροφή των παλιών αρχουσών τάξεων και θεσμών. Ο «σοσιαλισμός» με την παραδεγμένη Μαρξιανή του μορφή , τείνει να γίνει ιδεολογία με την πιο στενή έννοια του όρου επειδή ακριβώς όπως παρατήρησε ο Λένιν ,ένα πολύ μεγάλο μέρος απ΄ το Μαρξιανό σοσιαλισμό, μπορεί να ταυτιστεί με τον κρατικό καπιταλισμό. Η αποδοχή του κράτους απ’ το Μαρξ – η «προλεταριακή δικτατορία», το «σοσιαλιστικό κράτος»- γίνεται το μέσο με το οποίο το μεγάλο σοσιαλιστικό όραμα μεταμορφώνεται σ’ ένα ολότελα αντιδραστικό θέαμα : τις κόκκινες σημαίες που σκεπάζουν το φέρετρο της λαϊκής επανάστασης .

Τι θα συνέβαινε αν είχε πετύχει η Κροστάνδη ; οπωσδήποτε θα είχαμε απαλλαγεί από μια Σταλινική ανάπτυξη, μια ανάπτυξη που μετέτρεψε ολόκληρο το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα σ’ ένα όργανο διεθνούς αντεπανάστασης. Τελικά δεν ήταν η Ρωσία που υπέφερε τρομακτικά, αλλά και η ανθρωπότητα σαν σύνολο. Η κληρονομιά που μας άφησε ο Μπολσεβικισμός, με τη μορφή του Σταλινισμού, του Τροτσκισμού και του Μαοϊσμού, έχει ανακόψει την επαναστατική σκέψη και πράξη στον ίδιο βαθμό που το έχουν κάνει οι προδοσίες των ρεφορμιστικών πτερύγων του σοσιαλιστικού κινήματος.

Μια νίκη των ναυτών της Κροστάνδης θα μπορούσε επίσης να έχει ανοίξει μια νέα προοπτική για τη Ρωσία-μια μεικτή κοινωνική ανάπτυξη, που θα συνδύαζε τον εργατικό έλεγχο στα εργοστάσια .ε μια ανοικτή αγορά στα γεωργικά αγαθά , βασισμένη σε μια μικρής κλίμακας γεωργική οικονομία και σε εθελοντικές αγροτικές κομμούνες. Οπωσδήποτε μια τέτοια κοινωνία στην υπανάπτυκτη αγροτική Ρωσία δε θα μπορούσε να σταθεροποιηθεί δίχως εξωτερική βοήθεια· αλλά μια τέτοια βοήθεια θα ήταν δυνατή μόνο αν το επαναστατικό κίνημα , στην Ευρώπη και την Ασία αναπτυσσόταν ελευθέρα δίχως επεμβάσεις από μέρους της Τρίτης Διεθνούς. Ο Σταλινισμός απόκλεισε εκ των προτέρων αυτή την πιθανότητα. Στα τέλη της δεκαετίας του ’20, όλα ουσιαστικά τα τμήματα της κομμουνιστική διεθνούς είχαν γίνει όργανα της Σταλινικής πολιτικής, που αποτελούσαν αντικείμενο αγοραπωλησίας σε αντάλλαγμα στρατιωτικών συμμαχιών με τις καπιταλιστικές δυνάμεις.

Η καταστολή της Κροστάνδης το Μάρτη 1921 , υπήρξε μια πράξη απροκάλυπτης αντεπανάστασης, ο στραγγαλισμός του λαϊκού κινήματος σε μια εποχή όπου ο Λένιν, ο Τρότσκι κι άλλοι επιφανείς Μπολσεβίκοι βρίσκονταν επικεφαλείς της διακυβέρνησης του Σοβιετικού καθεστώτος. Το να μιλήσουμε όπως κάνει ο Τρότσκί για τη «συνέχεια» της Ρωσικής επανάστασης σ τη δεκαετία του ’30 , το να περιγράψουμε την γραφειοκρατία σαν φύλακα των νικών του Οκτώβρη, το ν’ αποκαλέσουμε το Σταλινισμό απλώς σαν μια «θερμιδωριανή» αντίδραση – όλα αυτά είναι καθαρές βλακείες. Δεν υπάρχει ούτε συνέχεια ούτε Θερμιδώρ· υπήρξε απλώς το κάλυμμα ενός οράματος όπου είχε στραγγαλιστεί στα 1921 κι ακόμα νωρίτερα. Η άνοδος του Στάλιν στην εξουσία τόνισε απλώς μια αντεπανάσταση που είχε αρχίσει νωρίτερα. Πολύ πριν απ’ τα 1927 , όταν εκδιώχθηκε η Τροτστκιστική αντιπολίτευση, όλες οι κοινωνικές κατακτήσεις είχαν χαθεί, στο μέτρο που αφορούσαν το Ρώσικο λαό. Απ’ αυτό προερχόταν η αδιαφορία των εργατών και των αγροτών για τα αντισταλινικά αντιπολιτευτικά ρεύματα που υπήρχαν μέσα στους κόλπους του κομμουνιστικού κόμματος.

Όλες οι προϋποθέσεις για το Σταλινισμό είχαν δημιουργηθεί με την ήττα των ναυτών της Κροστάνδης και των απεργών της Πετρούπολης. Μπορεί να προτιμήσουμε να θρηνήσουμε αυτά τα λαϊκά κινήματα, να τιμήσουμε τον ηρωισμό των θυμάτων, να χαράξουμε τις προσπάθειες τους στα χρονικά της επανάστασης. Αλλά πάνω απ’ όλα η εξέγερση της Κροστάνδης και το απεργιακό κίνημα στην Πετρούπολη πρέπει να γίνουν κατανοητά -όπως θα καταλαβαίναμε τα διδάγματα όλων των μεγάλων επαναστάσεων- αν θέλουμε να συλλάβουμε το περιεχόμενο της ίδιας της επαναστατικής διαδικασίας.





[1] Στην Ισπανία (1936),στη Ρώσικη επανάσταση, στην Παρισινή κομμούνα, στην εξέγερση των εργατών του Παρισιού, τον Ιούνη του 1848 κι όχι λιγότερο στις σημερινές επαναστατικές αναταραχές, τα πιο δυναμικά στοιχεία ήταν ακριβώς τα μέλη αυτών των «μεταβατικών τάξεων».Στο παρελθόν ,ήταν βασικά τεχνίτες ,εργάτες αγροτικής καταγωγής και ντεκλασσέ , αντίθετα με τις απόψεις του Μαρξ. Σήμερα, αποτελούνται από φοιτητές, νεολαίους απ’ όλες σχεδόν τις τάξεις, διανοούμενους, ντεκλασσέ και στον «Τρίτο κόσμο» από ακτήμονές εργάτες κι αγρότες.
[2] Βλέπε το «Άκου Μαρξιστή»,μπροσούρα του περιοδικού «Άναρχος».


Murray Bookchin


Ακολουθεί ένα κείμενο του Νέστορα Μάχνο πάνω στην ιστορική μνήμη της εξέγερσης της Κροστάνδης και της αιματηρής καταστολής της από τον Κόκκινο Στρατό υπό τις διαταγές του Λέοντα Τρότσκυ. Λίγα χρόνια μετά την έναρξη της Επανάστασης του 1917, στο νησί της Κροστάνδης έμελλε το Μάρτη του 1921 να τεθεί η ταφόπλακα κάθε ελπίδας για πραγματική απελευθέρωση των εργαζομένων υπό την ηγεσία των Μπολσεβίκων.
H 7η Μαρτίου είναι μια οδυνηρή ημερομηνία για τους προλετάριους της αποκαλούμενης "Ένωσης των Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών" που συμμετείχαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν εκείνη την ημερομηνία στην Κροστάνδη. Η επετειακή ανάμνηση της ημερομηνίας εκείνης είναι εξίσου επίπονη για τους προλετάριους όλων των χωρών, γιατί επαναφέρει τη μνήμη εκείνου που οι ελεύθεροι εργαζόμενοι και οι ναυτικοί της Κροστάνδης, πιστοί στα ιδανικά της Ρώσικης Επανάστασης, απαίτησαν μέχρι θανάτου από τον Κόκκινο εκτελεστή τους -το "Ρωσικό Κομμουνιστικό Κόμμα" και το όργανό του, την "Σοβιετική" κυβέρνηση.
Η Κροστάνδη απαίτησε από τους δήμιους κρατιστές να δώσουν πίσω όλα όσα άνηκαν στους προλετάριους της πόλης και της επαρχίας, δεδομένου ότι αυτοί ήταν που είχαν πραγματοποιήσει την επανάσταση. Οι εξεγερμένοι της Κροστάνδης επέμειναν πάνω στην πρακτική εφαρμογή των ιδανικών της Οκτωβριανής Επανάστασης:
Ελεύθερα εκλεγμένα Σοβιέτ, ελευθερία του Λόγου και ελευθερία του Τύπου για τους εργάτες και τους αγρότες, τους αναρχικούς και τους αριστερούς Σοσιαλεπαναστάτες.
Το Ρωσικό Κομμουνιστικό Κόμμα το θεώρησε αυτό σαν αδιανόητη απειλή της θέσης που μονοπωλούσε στη χώρα, και αποκρύπτοντας το πρόσωπο του άνανδρου εκτελεστή πίσω από τη μάσκα του επαναστάτη και φίλου των εργαζομένων, αποκάλεσε τους ελεύθερους ναυτικούς και τους εργάτες της Κροστάνδης “αντεπαναστάτες” και έστειλε εναντίον τους δεκάδες χιλιάδες πειθήνιους μπράβους και σκλάβους: Chekists, Kursanty (μαθητευόμενοι αξιωματικοί του Κόκκινου στρατού – σημείωση του Alexandre Skirda) και μέλη του Κόμματος, προκειμένου να σφαγιασθούν αυτοί οι πραγματικοί μαχητές και επαναστάτες -οι εξεγερμένοι της Κροστάνδης- που δεν είχαν κάνει τίποτα για το οποίο να μπορούν να κατακριθούν από τις επαναστατικές μάζες, ενώ το μόνο παράπτωμά τους ήταν να αισθάνονται προσβεβλημένοι από τα ψέματα και την ανανδρία του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος που ποδοπατούσε τα δικαιώματα των προλετάριων και της Επανάστασης.
Στις 7 Μαρτίου του 1921, στις 6:45 το απόγευμα, εξαπολύθηκε μια καταιγίδα πυρών πυροβολικού ενάντια στην Κροστάνδη. Όπως ήταν φυσικό και αναπόφευκτο, οι εξεγερμένοι της Κροστάνδης απάντησαν αμυνόμενοι, παλεύοντας όχι μόνο για τις δικές τους διεκδικήσεις, αλλά και για λογαριασμό των άλλων προλετάριων της χώρας που αγωνίζονταν για τα δικαιώματα που κατέκτησαν με την Επανάσταση και ποδοπατήθηκαν αυθαίρετα από τις μπολσεβικικές αρχές.
Ο αγώνας τους βρήκε απήχηση σε ολόκληρη την υποδουλωμένη Ρωσία που στάθηκε έτοιμη να υποστηρίξει τη δίκαιη και ηρωική πάλη τους, αλλά ήταν δυστυχώς ανίκανη να τα καταφέρει, επειδή ήταν αφοπλισμένη, στυγνά εκμεταλλευόμενη και δέσμια της δουλείας από τις μονάδες καταστολής του Κόκκινου Στρατού και της Τσεκά, οι οποίες είχαν συνταχθεί με τρόπο ώστε να σπάσει το ελεύθερο πνεύμα και η βούληση της χώρας.
Είναι δύσκολο να υπολογιστούν οι απώλειες που υπέστησαν οι υπερασπιστές της Κροστάνδης και η άβουλη μάζα του Κόκκινου Στρατού, αλλά μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι έπεσαν πάνω από δέκα χιλιάδες νεκροί. Στην πλειοψηφία τους ήταν εργαζόμενοι και αγρότες, οι ίδιοι οι άνθρωποι που το Κόμμα των ψευτών είχε χρησιμοποιήσει προκειμένου να αρπάξει την εξουσία, δίνοντάς τους ψεύτικες υποσχέσεις για ένα καλύτερο μέλλον. Τους είχε χρησιμοποιήσει επί χρόνια για την εξυπηρέτηση αποκλειστικά των κομματικών συμφερόντων του, ώστε να επεκταθεί και να περιχαρακωθεί η κυριαρχία του πάνω στην οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας.
Ενάντια στην μπολσεβικική ολιγαρχία, η Κροστάνδη υπεράσπισε την ουσία του αγώνα των εργατών και των αγροτών στη Ρωσική Επανάσταση. Για τον ίδιο λόγο, οι ολιγαρχικοί εξολόθρευσαν τους εξεγερμένους της Κροστάνδης, κάποιους αμέσως μετά τη στρατιωτική νίκη, τους υπόλοιπους στα μπουντρούμια και στα κελιά που κληροδότησαν τα Τσαρικά και Αστικά καθεστώτα. Έτσι, η ημερομηνία της 7ης Μαρτίου εκλαμβάνεται σαν βαθιά οδυνηρή επέτειος για τους εργαζομένους όλων των χωρών.
Η επίπονη μνήμη των εξεγερμένων της Κροστάνδης που χάθηκαν κατά τη διάρκεια της μάχης και των επιζώντων που αφέθηκαν για να σαπίσουν στις μπολσεβικικές φυλακές αναζωπυρώνεται σ’αυτή την επέτειο, όχι μόνο για τους Ρώσους προλετάριους.
Αλλά αυτά τα θέματα δεν επιλύονται με θρήνους: εκτός από την επετειακή ανάμνηση της 7ης Μαρτίου, οι προλετάριοι κάθε χώρας θα πρέπει να οργανώνουν συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας σε κάθε περιοχή για το αίσχος που διαπράχθηκε στην Κροστάνδη από το Ρωσικό Κομμουνιστικό Κόμμα ενάντια στους επαναστατημένους εργάτες και ναυτικούς, και να απαιτήσουν την απελευθέρωση των επιζώντων που αργοπεθαίνουν στις μπολσεβίκικες φυλακές ή βρίσκονται υπό κράτηση στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Φιλανδίας.

Νέστωρ Ιβάνοβιτς Μάχνο,
Μάρτης 1926

http://anarchyarchives.blogspot.gr