Γράφτηκε από τον Εξάρχεια Press
Το κείμενο αποτελεί το επίμετρο στο βιβλίο «5 Έλληνες
Οικουμενικοί Στοχαστές» από τις Εκδόσεις των Συναδέλφων
Οι στοχαστές που παρουσιάζονται σε αυτό τον τόμο αντανακλούν μια
παγκοσμιότητα της σκέψης. Υπήρξαν άνθρωποι που επηρέασαν με το στοχασμό
τους την οικουμενική κληρονομημένη σκέψη, ενώ το έργο τους αποτελεί
μέχρι και σήμερα σπέρμα γονιμοποιό για όσους θέλουν να διαυγάσουν με
έναν ουσιαστικό τρόπο τη σημερινή κατάσταση, αλλά και να οδηγηθούν σε
μια πιο ριζοσπαστική θεώρηση των πραγμάτων.
Κάθε άνθρωπος είναι παιδί της εποχής του. Ζει, δημιουργεί,
σκέφτεται, αμφισβητεί, ενσωματώνει ή απορρίπτει, παράγει σημασίες και
δίνει νόημα σε αυτό που βιώνει ανάλογα με τις συνθήκες και την εκάστοτε
κοινωνική κίνηση. Οι εν λόγω στοχαστές έδρασαν περίπου την ίδια
πάνω-κάτω εποχή, σε διαφορετικά αλλά και κοινά πεδία αναζήτησης, και σε
μια κοινωνικοϊστορική περίοδο όπου θα μπορούσαμε, με μια δόση αφαίρεσης,
να πούμε ότι υπήρχε ένας ευρύτερος αναστοχασμός και ανάπτυξη μιας
«επιθετικής» και ριζοσπαστικής σκέψης που διεμβόλιζε το υπάρχον. Οι
διαψεύσεις και η ματαίωση των ελπίδων που γέννησαν οι κοινωνικές
επαναστάσεις και οι εξεγέρσεις, η βαρβαρότητα και το βίωμα των
Ολοκληρωτισμών, αλλά παράλληλα και μια υπάρχουσα και δρώσα κοινωνική
κίνηση που επιδίωκε τη ρήξη με την κυρίαρχη κατάσταση, οδήγησαν στην
παραγωγή ενός μεγάλου, πολυσχιδούς και πολύπλευρου κριτικού στοχασμού
που αποτέλεσε σημαντικό εργαλείο ανάλυσης του υπάρχοντος αλλά και
αναζήτησης του διαφορετικού, ενός άλλου κόσμου σε αντιδιαστολή με αυτόν
που υπήρχε.
Ήταν η περίοδος όπου άρχισε να αναπτύσσεται ένας κριτικός λόγος
που δεν οριοθετούνταν απαραίτητα ανάμεσα στα κυρίαρχα αντιμαχόμενα
στρατόπεδα της εποχής, αλλά προσπάθησε να τοποθετηθεί πέρα από αυτά και
να ανακαλύψει νέους δρόμους. Σε ένα αρκετά μεγάλο μέρος των διανοούμενων
της εποχής, ειδικά μετά τη μεταπολεμική περίοδο, μία από τις κεντρικές
δραστηριότητες ήταν η αμφισβήτηση της εξουσίας ως αυθεντίας και η
υπονόμευσή της.[1] Η
ενδυνάμωση των κριτικών εργαλείων, μέσω μιας ευρύτερης ενσωμάτωσης
διεπιστημονικών θεωρήσεων, ενίσχυσε ουσιαστικά αυτή τη ρήξη με τις
μορφές εξουσίας.
Την περίοδο, όμως, που βρέθηκαν στο προσκήνιο αυτοί οι
ριζοσπάστες στοχαστές ακολούθησε μια άλλη, αρκετά διαφορετική. Μια
περίοδος που χαρακτηρίζεται από έναν γενικευμένο κομφορμισμό και μια
διευρυμένη ασημαντότητα, για να θυμηθούμε τον Κορνήλιο Καστοριάδη.
Αυτό
αποτυπώθηκε στο χώρο του στοχασμού και της διανόησης. Η ριζοσπαστικότητα
έδωσε τη θέση της στην ενσωμάτωση του κριτικού λόγου από το κυρίαρχο
σύστημα. Ο δημόσιος διανοούμενος παραχώρησε τη θέση του στον τεχνοκράτη
διανοούμενο.[2] Η
πλειοψηφία των διανοούμενων είτε κλείστηκε στον εαυτό της και στα
πανεπιστήμια, τελώντας το «λειτούργημα» της επιστημονικής και
«ουδέτερης» έρευνας, είτε πρόσφερε απλόχερα τις υπηρεσίες στους
μηχανισμούς εξουσίας.
Με αυτό τον τρόπο αποτέλεσαν τον πολιορκητικό κριό μιας ηθικής
και πολιτικής νομιμοποίησης της κυρίαρχης εξουσίας αλλά και μιας
τεχνικής διαχείρισης αυτής. Δηλαδή, η όποια παραγόμενη γνώση
χρησιμοποιήθηκε για τη «βελτίωση» ή τη «μετεξέλιξη» των όρων κυριαρχίας
και των δομών διακυβέρνησης. Αρκετοί από τους διανοούμενους, ακόμα και
οι πάλαι ποτέ «ριζοσπάστες», όχι μόνο λειτούργησαν
συμβουλευτικά-τεχνοκρατικά στη διαχείριση της εξουσίας, αλλά συμμετείχαν
και οι ίδιοι σε καθεστωτικούς και κομβικής σημασίας θεσμούς
συνδιαχείρισης, καταλαμβάνοντας θέσεις-κλειδιά στην άσκηση της πολιτικής
εξουσίας.
Εδώ θα ήταν πρέπον, νομίζω, να σημειωθεί ότι και η ίδια η
κοινωνία πέρασε σε μια καινούργια κατάσταση. Η περίοδος από τα μέσα του
1970 και πέρα σημασιοδότησε μια αλλαγή στον τρόπο που το άτομο και η
κοινωνία αντιλαμβάνονταν τον εαυτό τους (σε συνδυασμό με μια αναδίπλωση
και αλλαγή του κυρίαρχου καπιταλιστικού μοντέλου διαχείρισης). Ο διαρκής
και άνευ όρων και ορίων καταναλωτισμός, ο κενός «ευδαιμονισμός», η
πολυδιάσπαση της ταυτότητας και η μεγέθυνση της αλλοτρίωσης του
υποκειμένου, η καθολική εξατομίκευση, η κονιορτοποίηση των σημασιών που
συγκροτούν τις κοινωνίες ήταν μερικοί από τους παράγοντες που εξοβέλισαν
κάθε υπόνοια αναστοχασμού και αναζήτησης. Το άτομο και οι κοινωνίες δεν
αναζητούσαν πλέον το διαφορετικό, με αποτέλεσμα να εκλείψει κάθε
ενδιαφέρον σχετικά με την αναζήτηση και τη σύνθεση νέων ριζοσπαστικών
ιδεών.
Η μεγάλης διάρκειας απόδραση της πολιτικής από την κοινωνία,
δηλαδή η παραίτηση και η αδιαφορία ενός μεγάλου μέρους του κοινωνικού
συνόλου από τη διαδικασία της ενεργούς και διαυγασμένης
κοινωνικοπολιτικής θέσμισης, έχει αφήσει ανεξίτηλα τα σημάδια της μέχρι
και τις μέρες μας. Αποτελεί πλέον κοινό ότι η κρίση που βιώνουμε τόπο
είναι κρίση θεσμών και νοήματος. Το κυρίαρχο σύστημα αδυνατεί πλέον να
νομιμοποιήσει τα θεμέλια εγκυρότητάς του.
Και είναι σήμερα που ένας νέος
αναστοχασμός, μια νέα ριζοσπαστική θεώρηση αποτελεί επιτακτική ανάγκη.
Οι διανοούμενοι, παρόλο που υπάρχουν αρκετές και ενδιαφέρουσες
εξαιρέσεις, όχι μόνο δεν συμβάλλουν σε αυτή την προοπτική, αλλά αντίθετα
προσπαθούν να επιτελέσουν το ρόλο του εγγυητή του συστήματος. Πλήρως
αφομοιωμένοι και οργανικά δεμένοι με το κυρίαρχο καθεστώς, το
υπερασπίζουν, καταδικάζουν κινήσεις ρήξης, απεγκλωβισμού και εξόδου και,
όπως σωστά τους ονομάτισε ο Αλαίν Μπαντιού σε πρόσφατη ομιλία του στην
Ελλάδα, αποτελούν τα «μαντρόσκυλα του συστήματος».
Στη σημερινή συγκυρία και με την πολιτική κρίση να βαθαίνει,
τίθεται επιτακτικά το ερώτημα του επαναορισμού των εννοιών. Να
ξανασυζητήσουμε τους ορισμούς, τις έννοιες, τις σημασίες και τις αξιακές
προκείμενες που συγκροτούν τις κοινωνίες, ορίζουν τη ζωή και δίνουν
νόημα στα άτομα και τις κοινωνίες. Να τις ορίσουμε μακριά από το
ασφυκτικό πλαίσιο της εξουσιαστικής δομής. Ο Καστοριάδης μάς υπενθυμίζει
ότι κυρίαρχος είναι αυτός που ορίζει τις σημασίες κι όχι αυτός που
κατέχει το μονοπώλιο της βίας. Αν ως άτομα και ως κοινωνία δεν το
κάνουμε πράξη, τότε θα το κάνει κάποιος άλλος για εμάς με τις
καταστροφικές συνέπειες που αυτό συνεπάγεται. Κι εδώ είναι που οι
διανοούμενοι σήμερα μπορούν να συμβάλουν. Όχι στη βάση της καθοδήγησης
αλλά στη βάση της δημιουργικής και διαλεκτικής σύνδεσης με ένα νέο
χειραφετικό πρόταγμα ρήξης, σύνθεσης και δημιουργίας ενός καινούργιου
κόσμου. Γιατί η μάχη των ορισμών και των σημασιών, κατά τη γνώμη μου,
αποτελεί το κρισιμότερο διακύβευμα της εποχής μας.
Νίκος Κατσιαούνης
Απρίλιος 2014