Οι δανειστές της Ελλάδας, ο κ. Σόιμπλε για να είμαστε ακριβείς,
έχουν τα σχέδια τους, επιβάλλοντας την πολιτική των μνημονίων –
αντίθετα, η κυβέρνηση δεν έχει κανένα απολύτως σχέδιο, οδηγώντας την
πατρίδα μας στο γκρεμό
«Έχουμε αναφέρει πολλές φορές ότι, τα κράτη δεν χρεοκοπούν. Αυτοί που χρεοκοπούν είναι οι Πολίτες τους, ειδικά εάν δεν επιλέξουν έγκαιρα τη στάση πληρωμών – κάτι που δυστυχώς συνέβη στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να έχουν κλείσει σταδιακά οι δανειστές της όλες τις εξόδους κινδύνου, με αφετηρία το PSI, καθώς επίσης με τέρμα τον πρόσφατο, στυγερό εκβιασμό της ΕΚΤ.Η τελευταία ελπίδα της πατρίδας μας να τα καταφέρει, με τις μικρότερες δυνατές απώλειες για τους κατοίκους της, ήταν στα τέλη του 2014 – όπου δυστυχώς εκβιάστηκαν οι εκλογές από ένα κόμμα που, ακούσια ή εκούσια, παραπλάνησε τους Έλληνες οδηγώντας τους σε μία παγίδα, ανάλογη με αυτήν που οδηγήθηκε ο Λεωνίδας από τον Εφιάλτη, έχοντας τότε απέναντι του τους πανίσχυρους Πέρσες».
.
Ανάλυση
Ο πληθωρισμός, καθώς επίσης το αντίθετο του, ο αποπληθωρισμός, είναι πολύ σημαντικά μεγέθη για την οικονομία – ενώ καθορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τη νομισματική πολιτική μίας κεντρικής τράπεζας.
Το γεγονός αυτό φαίνεται σήμερα καθαρά από τον προβληματισμό τόσο της
ΕΚΤ, όσο και της Τράπεζας της Ιαπωνίας, σε σχέση με το χαμηλό ύψος του
πληθωρισμού – όπου προσπαθούν με όλα τα μέσα που διαθέτουν να τον
αυξήσουν τουλάχιστον στο 2%.
Η αιτία των προσπαθειών τους είναι το πραγματικό επιτόκιο, το οποίο αποτελεί τον κεντρικό τους στόχο – όπου το
πραγματικό επιτόκιο είναι το ονομαστικό (βασικό), αφαιρουμένου του
εκάστοτε πληθωρισμού ή των μελλοντικών πληθωριστικών προσδοκιών.
Στο σχήμα που ακολουθεί, όταν το ονομαστικό επιτόκιο είναι 3%, ενώ ο
πληθωρισμός 2%, τότε το πραγματικό επιτόκιο είναι μόλις 1% (3-2=1).
.
.
Περαιτέρω, το πραγματικό επιτόκιο αποτελεί θεωρητικά εκείνο το μέγεθος, το οποίο είναι σημαντικό για τις αποφάσεις που αφορούν τη λήψη πιστώσεων, καθώς επίσης τις επενδύσεις
– επειδή, σε τελική ανάλυση, αυτό που μετράει είναι η απόδοση των
επενδύσεων ή το κόστος των δανείων, μετά την αφαίρεση του πληθωρισμού.
Οι κεντρικές τράπεζες τώρα δεν καθορίζουν τη νομισματική τους πολιτική από τις στατιστικές του παρελθόντος, αλλά από τις μελλοντικές τους προβλέψεις – επειδή τόσο για τις πιστώσεις, όσο και για τις επενδύσεις, αυτό που έχει σημασία δεν είναι το παρόν, αλλά το μέλλον.
Εάν λοιπόν προβλέπουν πως ο πληθωρισμός θα αυξηθεί, τότε υπολογίζουν ότι το πραγματικό επιτόκιο θα μειωθεί – οπότε προσαρμόζουν ανάλογα το βασικό, όπως πρόσφατα η Fed, η οποία το αύξησε κατά 0,25% ευχόμενη να ακολουθήσει πληθωρισμός (άρθρο).
Στην περίπτωση της ΕΚΤ, εάν ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη αυξανόταν στο
2% τότε, με βασικό επιτόκιο 0%, το πραγματικό θα διαμορφωνόταν στο -2%,
οπότε θα διευκολύνονταν σημαντικά τόσο ο δανεισμός, όσο και οι
επενδύσεις.
Στα πλαίσια αυτά, κατά την πρόσφατη
χρηματοπιστωτική κρίση, το πραγματικό επιτόκιο έφτασε στις Η.Π.Α. ακόμη
και στο 6% στα τέλη του 2008 – με αποτέλεσμα να ενταθούν τα προβλήματα στην οικονομία τους, βυθίζοντας τη χώρα στην ύφεση.
Επειδή τώρα η αιτία δεν ήταν το ονομαστικό (βασικό) επιτόκιο, «ένοχος»
ήταν ο αποπληθωρισμός – όχι όμως αυτός που καταγραφόταν τη συγκεκριμένη
χρονική στιγμή, αλλά εκείνος που προβλεπόταν για το μέλλον.
Στο γράφημα που ακολουθεί, η κόκκινη καμπύλη αναφέρεται στο πραγματικό επιτόκιο των Η.Π.Α. (αποδόσεις δεκαετών ομολόγων αφαιρουμένου του πληθωρισμού) – ενώ οι σκιασμένες περιοχές αφορούν τις υφέσεις μετά το 1960.
.
.
Περαιτέρω, για να μπορέσει να αντιστρέψει την τάση η Fed, υιοθέτησε για πρώτη φορά τα πακέτα ποσοτικής διευκόλυνσης (QE) – στόχος των οποίων ήταν να αυξηθεί η προσφορά χρήματος.
Επομένως, να μειωθούν τα μακροπρόθεσμα επιτόκια της αγοράς, τα οποία
ουσιαστικά δεν μπορεί να επηρεάσει η νομισματική πολιτική – αφού
καθορίζονται από τους συμμετέχοντες (εμπορικές τράπεζες, επιχειρήσεις
κλπ.).
Η ενέργεια αυτή της Fed οδήγησε σε προσδοκίες ενός υψηλότερου πληθωρισμού στο μέλλον, οι φόβοι αποπληθωρισμού εξαφανίσθηκαν και το πραγματικό επιτόκιο μειώθηκε
– με αποτέλεσμα να ακολουθήσουν το παράδειγμα της πολλές άλλες μεγάλες
κεντρικές τράπεζες, αυξάνοντας με τη σειρά τους την ποσότητα χρήματος.
Με απλά λόγια, όταν η ανάπτυξη είναι αδύναμη, οι μελλοντικές προσδοκίες όσον αφορά την εξέλιξη του πληθωρισμού μπορούν να την αποδυναμώσουν ακόμη περισσότερο
– οπότε, όταν τα βασικά επιτόκια έχουν φτάσει πλέον στο μηδέν, όπως
συνέβη σε όλες τις βιομηχανικές χώρες, ήταν ευχής έργο να αυξηθεί ο
πληθωρισμός τουλάχιστον στο 2%. Εν τούτοις, στις Η.Π.Α., στην Ευρωζώνη,
καθώς επίσης στην Ιαπωνία και αλλού, ο πληθωρισμός δεν υπερέβαινε το 1% –
ενώ οι χαμηλές τιμές της ενέργειας επιδείνωσαν την εξέλιξη του.
Για ορισμένες άλλες χώρες, όπως η Ελβετία ή η Σουηδία, το πρόβλημα επικεντρώνεται στην ισχυρή ανατίμηση των νομισμάτων τους
– ενώ και σε αυτήν την περίπτωση ο πληθωρισμός είναι η μοναδική λύση,
επειδή οι αγορές συναλλάγματος επηρεάζονται επίσης από τα πραγματικά
επιτόκια.
Στο παράδειγμα της Ελβετίας, παρά το ότι
τα βασικά της επιτόκια είναι αρνητικά (-0,75%), λόγω του αποπληθωρισμού
(-1%) το πραγματικό επιτόκιο είναι θετικό (0,25%) – αφού ισχύει ο εξής
μαθηματικός τύπος: πραγματικό επιτόκιο = ονομαστικό + αποπληθωρισμός.
Επομένως, η τοποθέτηση στο νόμισμα της είναι συμφέρουσα για το διεθνές
κεφάλαιο, το οποίο συνεχίζει να εισρέει αυξάνοντας την ισοτιμία του
νομίσματος της – με αποτέλεσμα να δυσχεραίνουν οι εξαγωγές της, οπότε το
ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών κοκ.
Σε κάθε περίπτωση, για τις κεντρικές τράπεζες πρόκειται για ένα παιχνίδι προσδοκιών – όπου, εάν
πείσουν τις αγορές πως θα αυξήσουν τον πληθωρισμό με όλα τα μέσα που
διαθέτουν, τότε το πραγματικό επιτόκιο μειώνεται και κερδίζουν τη μάχη.
Εάν όχι, τότε χάνουν το παιχνίδι – ειδικά όταν τα βασικά επιτόκια
ευρίσκονται στο μηδέν, ενώ η αύξηση της ποσότητας χρήματος δημιουργεί
φούσκες στις αγορές παγίων, χωρίς να καταλήγει στην πραγματική
οικονομία.
.
Η Ελλάδα
Με βάση τα παραπάνω κατανοεί κανείς τα προβλήματα μίας νομισματικής ένωσης, όπως η Ευρωζώνη – με την έννοια πως η κάθε επί μέρους χώρα απαιτεί μία δική της νομισματική πολιτική, αφού πρόκειται για οικονομίες με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Ειδικά όσον αφορά τα χρέη, εάν εκείνες οι χώρες που είναι ήδη υπερχρεωμένες βυθιστούν στον αποπληθωρισμό, μειώνεται ταυτόχρονα η ποσότητα χρήματος ενώ οι μελλοντικές τους προοπτικές δεν φαίνεται να αλλάζουν, τότε δεν υπάρχει καμία απολύτως δυνατότητα να ξεφύγουν από την παγίδα – οτιδήποτε και αν κάνουν.
Στο παράδειγμα της Ελλάδας, όπου
συμβαίνουν όλα τα παραπάνω, ενώ είναι βυθισμένη για πολλοστή χρονιά σε
έναν καταστροφικό αποπληθωρισμό της τάξης του -2% (γράφημα), το πραγματικό επιτόκιο δανεισμού της από το ΔΝΤ είναι περί το 6%
(4% + 2%) – ενώ αντίστοιχα υψηλό είναι επίσης το επιτόκιο των άλλων
δανειστών της, παρά το ότι το ονομαστικό είναι χαμηλότερο από το 2%.
.
.
Περαιτέρω η τραπεζική κρίση, καθώς επίσης η μείωση των μισθών και των συντάξεων στα πλαίσια της εσωτερικής υποτίμησης που της έχει επιβληθεί, εντείνουν τα προβλήματα της – ενώ φυσικά αυξάνεται συνεχώς το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος της, οδηγώντας την απ’ ευθείας στο γκρεμό.
Με απλά λόγια, η νομισματική πολιτική που εφαρμόζεται στην Ελλάδα είναι η ακριβώς αντίθετη από αυτήν που χρειάζεται η οικονομία της,
ενώ ακολουθείται από όλες τις υπόλοιπες χώρες – γεγονός που επεξηγεί τη
συνεχή αύξηση του δημοσίου χρέους της το οποίο, από 264,6 δις € το 2008
θα φτάσει στα 343,3 δις € στα τέλη του 2015, παρά το ότι έχει
μεσολαβήσει η διαγραφή του 2011 (PSI), καθώς επίσης του 2012 (επαναγορά
ομολόγων με χαμηλότερες τιμές).
Ένα μέρος του οφείλεται βέβαια στη διάσωση του τραπεζικού συστήματος, αφού όμως προηγουμένως οδηγήθηκε στη χρεοκοπία (PSI)
– ενώ η πολιτική των μνημονίων εκτόξευσε στα ύψη τις επισφάλειες
(κόκκινα δάνεια). Εν τούτοις, ο κύριος υπεύθυνος είναι η πολιτική που
επιβλήθηκε στη χώρα μας, η οποία δεν χαρακτηρίζεται από καμία απολύτως
λογική – έχοντας, μεταξύ άλλων, οδηγήσει στην πλήρη καταστροφή του
παραγωγικού μας ιστού.
.
Επίλογος
Οι δανειστές της Ελλάδας, ο κ. Αδόλφος Σόιμπλε για να είμαστε ακριβείς, έχουν τα σχέδια τους, επιβάλλοντας τη συγκεκριμένη πολιτική. Ουσιαστικά επιδιώκουν έναν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, έτσι ώστε η Ελλάδα να μπορεί να έχει έξοδα αντίστοιχα με τα έσοδα της
– οπότε, κάθε φορά που τα έσοδα θα μειώνονται, λόγω της ύφεσης, του
αποπληθωρισμού κλπ. που προκαλούν τα μνημόνια, θα ζητούν τη λήψη νέων
μέτρων. Στον πίνακα που ακολουθεί φαίνονται τα ελλείμματα της χώρας μας
από το 2009 έως το 2015, καθώς επίσης τα μέτρα που επιβλήθηκαν.
.
‘Έτος | Ύψος ελλειμμάτων | Μέτρα μνημονίων |
2009 | -36,0 | 8,3 |
2010 | -25,3 | 19,1 |
2011 | -21,2 | 18,2 |
2012 | -16,9 | 11,5 |
2013 | -22,5 | 10,2 |
2014 | -6,3 | 3,8 |
2015 | -8,0 | 1,6 |
Σύνολα | -136,2 | 72,7 |
Σημείωση: Η διαφορά ύψους -63,5 δις € επιβάρυνε το δημόσιο χρέος
.
Περαιτέρω, προγραμματίζουν την εξόφληση των δανείων τους μέσω της εκποίησης της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας – στις εξευτελιστικά χαμηλές τιμές που έχει διαμορφώσει η πολιτική των μνημονίων.
Υπολογίζουν δε πως από κάποιο σημείο και μετά, αφού προηγουμένως θα έχουν εξασφαλίσει την εξαγορά της χώρας,
θα μπορεί η Ελλάδα να συμμετέχει στα προγράμματα ποσοτικής διευκόλυνσης
της ΕΚΤ – οπότε να ανακυκλώνει το χρέος της από τις αγορές, χωρίς να
χρειάζεται νέα δάνεια από την Τρόικα.
Όσον αφορά το ΔΝΤ, ήδη εξοφλούνται σταδιακά οι απαιτήσεις του, χωρίς να παρέχει κανένα νέο δάνειο
– αφού ουσιαστικά δεν συμμετέχει στο νέο πακέτο των 86 δις € (λιγότερο,
αφού στις τράπεζες δεν δόθηκαν τα 25 δις € που υπολογιζόταν).
Αντίθετα, η ελληνική κυβέρνηση δεν έχει κανένα απολύτως σχέδιο, ενώ ακόμη και τα έσοδα από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής (λίστες με καταθέσεις στο εξωτερικό κλπ.), θα οδηγηθούν στο χρέος – στα ταμεία δηλαδή της Γερμανίας, καθώς επίσης των υπολοίπων δανειστών μας.
Το μέλλον της αποικίας λοιπόν (άρθρο), η οποία οδηγήθηκε στην παγίδα των μνημονίων, είναι προδιαγεγραμμένο – παρά τα μεγάλα λόγια των συγκυβερνητών, ο βασικότερος στόχος των οποίων δεν είναι άλλος από την παραμονή τους στην εξουσία, αδιαφορώντας για οτιδήποτε άλλο.