ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2015

«Σχολάζοντες ελευθερίως άμα και σωφρόνως»

    Ένα «σχόλιο» για την «σχολή» και την.. «σχόλη»


Ι
Η ελευθερία από τον μόχθο δεν είναι καινούργια· ανήκε κάποτε στα πιο ακλόνητα προνόμια των ολίγων. Ήδη ο Ησίοδος θεωρούσε τον αλγινόεντα πόνον (την επίπονη εργασία) ως το πρώτο από τα κακά που μάστιζαν τον άνθρωπο (Θεογονία, 226). Γι’ αυτό και όλες οι ευρωπαϊκές λέξεις για την «εργασία» (μόχθο), σημαίνουν πόνο και προσπάθεια.[1] Σαν μπεις «στης ανάγκης τον ζυγό» οι μυλόπετρες της ανάγκης αλέθουν το σώμα σου (και όχι μόνο) αλύπητα και άκαρπα έως θανάτου. Είναι εκείνη η επώδυνη κατάσταση που συνδέεται άρρηκτα με τον ψυχοφθόρο καταναγκασμό που υποχρεώνει το μεγαλύτερο ακόμα τμήμα της ανθρωπότητας να δαπανά τον περισσότερο χρόνο της στο να παράγει τα αναγκαία για την ζωή υλικά αγαθά. Όταν αδυνατείς να ελέγξεις τον χρόνο σου, πολλώ δε μάλλον, την εργασία σου, τότε αυτήν την αδυναμία σου την αισθάνεσαι με την μεγαλύτερη οξύτητα. Πάνω στο κορμί σου και στην ψυχή σου! Δεν είναι παράξενο, λοιπόν, που στον αρχαίο ελληνικό κόσμο είχαν σε πολύ χαμηλή εκτίμηση την μισθωτή εργασία και σε μεγάλην εκτίμηση εκείνους που δεν είχαν ανάγκη να εργαστούν για να συντηρηθούν. Αυτοί ανήκαν στην ιδιοκτήτρια τάξη· ήσαν απαλλαγμένοι από την ανάγκη να παίρνουν μέρος στην διαδικασία της παραγωγής, ήσαν οι «εύποροι», οι «τας ουσίας έχοντες», οι «εσθλοί», οι «καλοί καγαθοί». Για να χαρακτηρίσουν την εν γένει κατάσταση αυτών των ανθρώπων επινόησαν τον όρο «σχολή» που σημαίνει ελεύθερος χρόνος που διατίθεται προκειμένου ο άνθρωπος να απολαύσει την ελευθερία του, να καλλιεργήσει τις τέχνες, τις επιστήμες και το πνεύμα του και να επιδοθεί στην πολιτική, μια και έχει απελευθερωθεί από την εξουσία των αναγκών της ζωής αφού ζει απ’ τα εισοδήματα της περιουσίας του χωρίς να αναγκάζεται να εργάζεται ο ίδιος.[2] Αυτή η έννοια, που αποδίδεται με τον όρο «σχολή», έχει μεγάλη σπουδαιότητα στην σκέψη του Αριστοτέλη ο οποίος διακρίνεται από επικριτική διάθεση έναντι των μισθωτών, των θητών, που, κατά τον Πλάτωνα, είναι οι πωλούντες την χρήση της εργασιακής τους δύναμης. Για τον Αριστοτέλη δεν μπορεί να υπάρχει πολιτισμένος βίος για ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν διαθέσιμο χρόνο (σχολήν), που είναι αναγκαίος (αν και, βέβαια, όχι επαρκής) όρος για να γίνει κανείς ενάρετος και άξιος πολίτης. (Οι όροι που χρησιμοποιούσαν για να δηλώσουν ταξικά γνωρίσματα και ιδιότητες, ήσαν ένα αξεδιάλυτο μείγμα κοινωνικού και ηθικού στοιχείου, ένα πολύπλοκο μείγμα κοινωνικο-οικονομικής και ηθικολογικής ορολογίας).[3] Οι άνθρωποι που είχαν στην διάθεσή τους «σχολήν» μπορούσαν, κατά την ωραία και παραστατικήν έκφραση του Αριστοτέλη, «να διάγουν άνετα βίον ελευθέριον και συνάμα με συγκράτηση» («σχολάζοντες ελευθερίως άμα και σωφρόνως»).[4] Μόνο που οι περισσότεροι Έλληνες έδιναν λιγότερη έμφαση στην συγκράτηση την οποία ο Αριστοτέλης και οι ομόφρονές του θεωρούσαν τόσο σπουδαία! Έτσι, ο Ηρακλείδης ο Ποντικός (από τον Πόντο), ένας σύγχρονος του Αριστοτέλη, δήλωνε, στην πραγματεία του Περί ηδονής, ότι η ηδονή και η χλιδή, που ανακουφίζουν και δυναμώνουν το πνεύμα, είναι τα χαρακτηριστικά των ελεύθερων ανθρώπων· η εργασία (το πονείν), απεναντίας, είναι για δούλους και ταπεινούς, των οποίων τα μυαλά ζαρώνουν (συστέλονται) ανάλογα. Οι άνθρωποι αυτοί, οι ελευθερωμένοι από τον μόχθο, από κάθε καταναγκαστική εργασία, εκείνοι οι μακρυμάλληδες –δεν είναι εύκολο για έναν μακρυμάλλη να κάνει δουλειά που ταιριάζει σ’ έναν μισθωτό εργάτη (έργον θητικόν) έλεγε ο Αριστοτέλης– , δημιούργησαν όλη την ελληνική τέχνη και λογοτεχνία, την επιστήμη και την φιλοσοφία, και εκάλυψαν, σε μεγάλην αναλογία, τις ανάγκες σε άνδρες των στρατών που νίκησαν τους Πέρσες στην ξηρά, στον Μαραθώνα το 490 και στις Πλαταιές το 479 π.Χ! Όλοι αυτοί ήσαν κυριολεκτικά παράσιτα άλλων ανθρώπων, πρωτίστως των δούλων τους και οι περισσότεροι εξ αυτών δεν ήσαν οπαδοί της δημοκρατίας, την οποία επινόησε η αρχαία Ελλάδα και η οποία αποτέλεσε την μεγάλη συνεισφορά της στην πολιτική πρόοδο. Ωστόσο, ΑΥΤΟΙ ΠΡΟΜΗΘΕΥΣΑΝ ΣΧΕΔΟΝ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΗΓΕΤΕΣ ΤΗΣ! Ότι γνωρίζουμε ως ελληνικό πολιτισμό εκφράστηκε πάνω απ’ όλα μ’ αυτούς και διαμέσου αυτών. Ήσαν εκείνοι που «έφεραν δύο ονόματα» δηλαδή το όνομά τους και το πατρώνυμό τους, οι «χλανίδα φορείν» (χλανίς: λεπτό, μάλλινο πανωφόρι που το φορούσαν από φιλαρέσκεια παρά για προφύλαξη απ’ το κρύο), οι μακρυμάλληδες τεττιγοφόροι (έπιαναν τα μακρυά μαλλιά τους με καλλωπιστικά στηρίγματα που παρίσταναν ΄΄χρυσούς τέττιγες΄΄ δηλαδή «χρυσά τζιτζίκια» κι’ όλα αυτά εις ένδειξη της κοινωνικής τους θέσης.[5] Όλοι οι προαναφερόμενοι ανήκαν στους σχολάζοντες δηλαδή στους απαλλαγμένους από την ανάγκη της εργασίας, εν αντιθέσει με τους άσχολους, τους εργαζομένους και μη ευκαιρούντες, οι οποίοι δεν είχαν σχολήν αλλά ασχολίαν. Δεδομένου ότι οι σχολάζοντες είχαν την δυνατότητα της πνευματικής καλλιέργειας η σχολή προσέλαβε την σημασία του ελεύθερου προς πνευματική καλλιέργεια και μάθηση χρόνου, ο δε σχολαστικός ήταν πλέον ο πεπαιδευμένος, ο λόγιος.[6] Μ’ αυτήν την έννοια ο όρος σχολή συνοδεύει τα πρώην χαρακτηριστικά επίθετα που, με τον καιρό, μετεξελίχθηκαν σε αφηρημένα ουσιαστικά και αναφέρονται σε πανεπιστημιακά τμήματα λεγοντας π.χ νομική, φιλοσοφική ή πολυτεχνική σχολή μια και οι φοιτώντες σ’ αυτά επιδίδονται στην πνευματική τους καλλιέργεια.

ΙΙ
Αντίστοιχοι, προς τους ελληνικούς όρους «σχολή» και «ασχολία», φαίνεται να είναι οι λατινικοί όροι «otium» και «necotium».[7] Οι άνθρωποι των γραμμάτων της εποχής του ancien régime (γαλλικού προεπαναστατικού καθεστώτος), ήσαν ελεύθεροι από το βάρος της φτώχειας και, ταυτόχρονα, όντες ανικανοποίητοι από τις συνθήκες της ζωής τους αισθάνονταν ότι η αεργία τους ήταν μάλλον φορτίο παρά ευλογία, αναγκαστική εξορία από την σφαίρα της πραγματικής ελευθερίας και όχι ελευθερία από την πολιτική, μιαν ελευθερία την οποία διεκδικούσαν. Με άλλα λόγια, η αργία τους ήταν η ρωμαϊκή otium και όχι η ελληνική σχολή· ήταν μια εξαναγκαστική αδράνεια, ένα «μαράζωμα στην οκνηρή απραξία» όπου η φιλοσοφία υποτίθεται ότι πρόσφερε κάποια «θεραπεία της οδύνης» (doloris medicinam).[8] Το όλο ζήτημα (σημασία και περιεχόμενο του όρου «otium») φωτίζεται καλύτερα αν προσφύγουμε στον Κικέρωνα και στην περίφημη φράση του «cum dignitate otium» που εκφράζει τέλεια το πολιτικό ιδεώδες που είχε ο ίδιος από κοινού με τους άλλους optimates οι περισσότεροι εκ των οποίων το πιο πάνω πολιτικό ιδεώδες το θεωρούσαν πραγματωμένο. Η ακριβής σημασία της πιο πάνω περίφημης φράσης έχει συζητηθεί πολύ. Σύμφωνα με την αποκαλυπτική παράφραση του P.A Brunt σημαίνει: «ένα ευνομούμενο κράτος όπου τα άτομα εκτιμούνται σύμφωνα με τον βαθμό τους σε μιαν ιεραρχική κοινωνική οργάνωση».[9] Μόνο που ως και ο Κικέρων ο ίδιος σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις του αναρωτιότανε πως θα μπορούσε κανείς να αποκτήσει dignitas (αξιοπρέπεια) όταν ήδη έχει χαθεί η libertas (ελευθερία)· δηλονότι, πως μπορεί κανείς να αποκτήσει dignitas όταν δεν μπορεί ούτε να δράσει γι’ αυτό που πιστεύει ούτε να το υποστηρίξει ανοιχτά; Τελικά, η λατινική λέξη otium πλησιάζει πολύ –αν και συχνά όχι πάρα πολύ– την αντίστοιχη ελληνική σχολή.[10]
ΙΙΙ
Εν κατακλείδι: ο όρος «σχολή» στα χείλη του Αριστοτέλη και των ομοφρόνων του και ο όρος «otium»  στα χείλη και στην γραφίδα του Κικέρωνα και των Optimates του, είναι λέξεις με ειδικό ηθικό ανάστημα και έντονο (όχι, απλώς, ευδιάκριτο) κοινωνικό, ταξικό φορτίο. Η ελληνική λέξη «σχολή» διακρίνεται για την ακρίβειά της και την διαύγειά της. Γι’ αυτόν τον λόγο αισθανθήκαμε δυσάρεστη έκπληξη όταν διαβάζοντας το βιβλίο της Hannah Arendt με τίτλο «Υπόσχεση Πολιτικής» των εκδόσεων «ΚΕΔΡΟΣ», σε μετάφραση της Κατερίνας Χαλμούκου, Αθήνα 2009, συναντήσαμε τον όρο «σχόλη» αντί του ορθού «σχολή».[11] Η κατ’ εξακολούθηση αναγραφή της «σχόλης» καθιστά εξαιρετικώς απίθανη την απλή μεταφραστική αβλεψία, πολλώ δε μάλλον, κάποιο τυπογραφικό λάθος. Πρόκειται για συνειδητή γλωσσική επιλογή που είναι φυσικά, ανεπίτρεπτη και δηλωτική δημοσιογραφικής προφάνειας και αβυσσαλέας εκδοτικής προχειρότητας. Όσοι σκέπτονται να μας κατηγορήσουν για περιττή λεξιλαγνεία ας σκεφτούν τούτα τα ολίγα: Με τις φιλότιμες προσπάθειες του Πλάτωνα η λέξη «σοφιστής» κατέληξε να σημαίνει τον διανοητικά διεστραμμένο· στα χέρια του οι σοφιστές έγιναν θύματα ενός απατηλού φωτισμού.[12] Όμως οι σοφιστές άνοιξαν νέους δρόμους για το πνεύμα: η αρχή του σεβασμού των κανόνων αντικαταστάθηκε από την αρχή της καθολικής αμφισβήτησής τους· στον πνευματικό κόσμο των σοφιστών τίποτα πια δεν γινόταν a priori δεκτό, μόνο κριτήριο ακλόνητο έγινε η ανθρώπινη άμεση και συγκεκριμένη εμπειρία. Εναντίον τους ο Πλάτων αντέταξε κάθε λογής ειρωνεία, από την πιο χοντρή ως την λεπτότερη. Έτσι, κορόιδευε την συμπαθητική μανία του Πρόδικου να μελετά τις λέξεις.[13] Η λεξικολογική διαφοροποίηση δεν ήταν μόνο μια τεχνική και τεχνητή συνήθεια των Σοφιστών· η επίδρασή της στην ακριβολογία της γλώσσας και στην στερεότητα της σκέψης, ήταν ανώτερη από κάθε περιγραφή. Βοήθησαν καθοριστικά στην ακριβή αντιστοιχία ανάμεσα στην σκέψη και στην έκφραση, στην ratio et oratio.[14] Η γλώσσα καταργεί τους φραγμούς του χώρου και του χρόνου, επιτρέπει στους ανθρώπους να διαδώσουν θησαυρούς πολύ πιο πραγματικούς από την πραγματικότητα, η δε ελληνική γλώσσα διαθέτει αποχρώσεις και δυνατότητα άπειρων ποικιλιών έκφρασης, μαθηματική αυστηρότητα και απεριόριστη ευελιξία.[15] Το να νοθεύεις την γλώσσα της Χάννα Άρεντ, αντικαθιστώντας την «σχολή» με την αδόκιμη «σχόλη» (την βραχύβια διακοπή της εργασίας χάριν της ανάπαυσης ή της ψυχαγωγίας του εργαζομένου), σημαίνει ότι αποσυναρμολογείς την σκέψη της, την φέρνεις αντιμέτωπη με άλλα έργα της διατρανώνοντας την δική σου εκδοτική ανεπάρκεια.
                                                    2 – Χ- 2015
                                                 Πέτρος Πέτκας
Σημείωση: «σχόλιο»: μικρή, σύντομη μελέτη.



[1] Χάννα Άρεντ, Η ανθρώπινη κατάσταση (VITA ACTIVA) εκδόσεις γνώση σελ. 15, 72-73
[2] G.E.M. DE STE. CROIX, Ο Ταξικός Αγώνας στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο από την Αρχαϊκή Εποχή ως την Αραβική Κατάκτηση, εκδόσεις ΡΑΠΠΑ, σελ. 53,67,240,156
[3] στο ίδιο, πιο πάνω, σελ. 242, 354, και 526, ως και στο προαναφερόμενο βιβλίο της Χάννα Άρεντ σελ. 94
[4] Πολιτικά VII. 5 1326b, 30-2. (Παρατίθεται απ’ τον STE CROIX, πιο πάνω σελ. 159, βλ. επίσης του ίδιου, Τα αίτια του Πελοποννησιακού πολέμου,εκδόσεις Οδυσσέας, σελ. 579-580
[5] Josiah Ober, Μάζες και Ελίτ στη Δημοκρατική Αθήνα, Ρητορική, Ιδεολογία και η Ισχύς του Λαού, εκδόσεις Πολύτροπον, σελ 313,318,302
[6] στο ίδιο πιο πάνω σελ. 299 και 51 όπου εκτενές εύστοχο σχόλιο της μεταφράστριας Βάλιας Γ. Σερέτη
[7] Χάννα Άρεντ, πιο πάνω, σελ. 28,30, STE CROIX, Ο Ταξικός Αγώνας κ.λ.π σελ 159
[8] Hannah Arendt, Για την Επανάσταση, εκδόσεις Αλεξάνδρεια, σελ. 165-166
[9] STE CROIX, πιο πάνω σελ. 461
[10] στο ίδιο, πιο πάνω, σελ. 695 σημείωση μ’ αριθμό 7 όπου και περαιτέρω παραπομπή στο βιβλίο 576 σελίδων του Jean – Marie André, Lotium dans la vie morale et intellectuelle romaines des origines à l’ époque augustéenne, Paris 1966
[11] βλ. σελ. 136,137,138,175
[12] βλ. τον πρόλογο του Paul Lemerle στο έργο της Jacqueline de Romilly, Οι Μεγάλοι Σοφιστές στην Αθήνα του Περικλή, εκδόσεις Μ.Καρδαμίτσα
[13] στο ίδιο, πιο πάνω, σελ. 34-35,79,122
[14] στο ίδιο, πιο πάνω, σελ. 123, 121 ως και το άρθρο μας με τίτλο Ratio et Oratio (Σκέψη και Ομιλία) στην «Νέα Προοπτική» της 1-11-2014
[15] Jacqueline de Romilly, Τι πιστεύω, εκδόσεις Πατάκη, σελ. 103 και 125

 

Η ΣΥΡΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΤΥΜΠΑΝΑ ΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

c02bc-syria-civil-war-1
Αναδημοσιεύουμε ένα άρθρο του Bill van Auken από το World Socialist Web Site.
   Με τη Ρωσία να έχει ολοκληρώσει την πρώτη βδομάδα αεροπορικών βομβαρδισμών στη Συρία, έχοντας εκτοξεύσει 26 πυραύλους κρουζ από πολεμικά πλοία αναπτυγμένα σε απόσταση πάνω από 900 μίλια στην Κασπία, μια ακολουθία κλιμακούμενων προειδοποιήσεων και απειλών για μια πολύ πιο επικίνδυνη σύγκρουση έχει έρθει να κυριαρχήσει στις συζητήσεις μεταξύ των κυριάρχων κύκλων τόσο στις ΗΠΑ όσο και την Ευρώπη.
    
Ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολλάντ, που έχει στείλει γαλλικά βομβαρδιστικά να βομβαρδίσουν τη Συρία, προειδοποίησε την Τετάρτη τούς Ευρωπαίους νομοθέτες ότι τα γεγονότα στη χώρα αυτή θα μπορούσαν να κλιμακωθούν σε έναν «απόλυτο πόλεμο» από τον οποίο και η ίδια η Ευρώπη δε θα ήταν «προφυλαγμένη».
   
 Αξιοποιώντας ισχυρισμούς για περιστατικά με ρωσικά πολεμικά που εισήλθαν στον τουρκικό εναέριο χώρο, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν διακήρυξε: «Μια επίθεση εναντίον της Τουρκίας σημαίνει επίθεση εναντίον του ΝΑΤΟ», επικαλούμενος εμμέσως το άρθρο 5 του Βορειοατλαντικού Συμφώνου που δεσμεύει τα μέλη της συμμαχίας με επικεφαλής τις ΗΠΑ να απαντήσουν στρατιωτικά σε ενδεχόμενη επίθεση ενάντια στην Τουρκία ή οποιοδήποτε κράτος μέλος.
  
  Η τουρκική κυβέρνηση, που έχει αποτελέσει μία από τις βασικές πηγές στήριξης ισλαμιστικών πολιτοφυλακών όπως το ISIS και το μέτωπο αλ-Νούσρα που έχουν ρημάξει τη Συρία, παραβιάζει σε καθημερινή βάση τον εναέριο χώρο των δικών της γειτόνων, πραγματοποιώντας βομβαρδιστικές επιδρομές εναντίον κουρδικών στρατοπέδων στο Ιράκ και καταρρίπτοντας συριακά αεροσκάφη πάνω από το συριακό έδαφος.
 
   Κορυφαίοι αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ έχουν επίσης προβεί σε πολεμοχαρείς καταγγελίες εναντίον της Μόσχας. Ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, δήλωσε ότι η υποτιθέμενη ρωσική εισβολή στον τουρκικό εναέριο χώρο «δεν μοιάζει με ατύχημα». Συνέχισε προειδοποιώντας: «Περιστατικά, ατυχήματα, μπορεί να δημιουργήσουν επικίνδυνες καταστάσεις. Και ως εκ τούτου, είναι επίσης σημαντικό να βεβαιωθεί (σ.σ. η Ρωσία) ότι αυτό δε θα συμβεί ξανά.»
   
 Μιλώντας στην Ουάσινγκτον την Τετάρτη, ο ναύαρχος Μαρκ Φέργκιουσον, διοικητής της κοινής συμμαχικής διοίκησης του ΝΑΤΟ στη Νάπολη της Ιταλίας, κατηγόρησε τη Ρωσία για το χτίσιμο μιας «ατσάλινης αψίδας» από τον Αρκτικό Κύκλο ώς τη Μεσόγειο. Αυτή η εσκεμμένη παράφραση της φράσης του Ουίνστον Τσόρτσιλ το 1946 περί «Σιδηρού Παραπετάσματος» εμφανίζει αναποδογυρισμένο τον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων, αποκρύπτοντας την αμείλικτη περικύκλωση της Ρωσίας από την Ουάσινγκτον και το ΝΑΤΟ που ακολούθησε τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης πριν από 25 χρόνια.
   
 Περιγράφοντας τη Ρωσία ως «την πιο επικίνδυνη απειλή» που αντιμετωπίζει το ΝΑΤΟ, ο ναύαρχος Φέργκιουσον κάλεσε για αυξανόμενα επιθετική στάση του ΝΑΤΟ απέναντι στη Μόσχα, προτείνοντας το ακόνισμα των «πολεμικών ικανοτήτων» της συμμαχίας και την ανάπτυξη στρατιωτικών δυνάμεων «έτοιμων για επιχειρήσεις στον πραγματικό κόσμο».
   
 Πρώην υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι των ΗΠΑ, οι απόψεις των οποίων αντανακλούν χωρίς αμφιβολία ισχυρών τμημάτων της άρχουσας τάξης των ΗΠΑ και του τεράστιου δικτύου στρατιωτικών και μυστικών υπηρεσιών της, έχουν μπει επίσης στην κουβέντα καλώντας σε αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Σε μια στήλη που δημοσιεύθηκε στους Financial Times ο Ζμπίγκνιου  Μπρεζίνσκι, εθνικός σύμβουλος ασφάλειας της κυβέρνησης Κάρτερ και με μεγάλη προϋπηρεσία στη χάραξη της στρατηγικής του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, έγραψε ότι οι ρωσικές επιθέσεις σε υποστηριζόμενες από τη CIA ισλαμιστικές πολιτοφυλακές «πρέπει να παρακινήσουν αντίποινα από τις ΗΠΑ». Όπως και άλλοι στην Ουάσινγκτον, απέφυγε να αναφέρει ότι οι πιο επιφανείς από αυτές τις πολιτοφυλακές είναι το παρακλάδι της αλ-Κάιντα στη Συρία, το μέτωπο αλ-Νούσρα.
  
  Ο Μπρεζίνσκι ενημέρωσε πως «οι ρωσικές ναυτικές και εναέριες παρουσίες στη Συρία είναι ευάλωτες, απομονωμένες γεωγραφικά από τη χώρα τους» και «θα μπορούσαν να ‘αφοπλιστούν’ αν επιμείνουν να προκαλούν τις ΗΠΑ». Προφανώς έβαλε τα εισαγωγικά στη λέξη «αφοπλιστούν» για να δείξει ότι χρησιμοποιεί έναν ευφημισμό που στην πραγματικότητα σημαίνει να «καταστραφούν στρατιωτικά». Παρομοίως, ο Ίβο Ντάαλντερ, πρέσβης του Ομπάμα στο ΝΑΤΟ μέχρι τα μέσα του 2013, είπε στην Πολίτικο: «Αν θέλουμε να βγάλουμε από τη μέση τις στρατιωτικές τους δυνάμεις εκεί, πιθανότατα μπορούμε να το κάνουμε με σχετικά λίγο ή και καθόλου κόστος για εμάς. Το ερώτημα είναι ποια θα είναι η απόκριση του Πούτιν. Νομίζω πως αν κάθεσαι στο Κέντρο Διαχείρισης Κρίσεων πρέπει να το δοκιμάσεις αυτό.»
  
  Εν τω μεταξύ, ο Φρέντερικ Χοφ, πρώην ειδικός απεσταλμένος του Ομπάμα στη Συρία, συνέκρινε τις πράξεις του Πούτιν με εκείνες του Νικίτα Χρουστσόφ κατά τη διάρκεια της Κρίσης Πυραύλων της Κούβας τον Οκτώβρη του 1962, που έφερε τον κόσμο στο κατώφλι του πυρηνικού πολέμου. «Όπως και ο προκάτοχός του πάνω από 50 χρόνια πριν, [ο Πούτιν] διαισθάνεται αδυναμία από την πλευρά του Αμερικανού προέδρου. Όπως και ο προκάτοχός του, ρισκάρει να ανακαλύψει πως το να τα βάζει κανείς με τις ΗΠΑ δεν είναι μια υγιής επιδίωξη. Αλλά ένα τέτοιο ρίσκο ενέχει κινδύνους για όλους τούς εμπλεκόμενους.» Εξάγοντας το δυσοίωνο συμπέρασμα για τις συνέπειες αυτών των συζητήσεων, ο Γκίντεον Ράχμαν, βασικός αρθρογράφος των Financial Times σε θέματα εξωτερικών υποθέσεων, συνέκρινε τη συριακή διαμάχη με τον Ισπανικό Εμφύλιο κατά τη δεκαετία του 1930. Έγραψε: «Ένας παρόμοιος πόλεμος δια αντιπροσώπων διεξάγεται και στη Συρία σήμερα – με τις αεροπορίες τόσο της Ρωσίας όσο και των ΗΠΑ να βομβαρδίζουν στόχους στη χώρα, και με ξένους μαχητές να συρρέουν στο εσωτερικό της».
  
  Συνέχισε: «Οι χώρες που στήριζαν τις αντίθετες πλευρές στην Ισπανία κατά τη δεκαετία του ‘30 πολεμούσαν ευθέως η μία την άλλη κατά τη δεκαετία του ‘40. Το ρίσκο να οδηγήσει η συριακή σύγκρουση με μια απευθείας σύγκρουση μεταξύ των Ιρανών και των Σαουδικών, ή ακόμα και των Ρώσων και των Αμερικάνων, δε μπορεί να αποκλειστεί».
   
 Ο κίνδυνος υπάρχει, γιατί η επέμβαση της Ρωσίας – που έγινε για να προστατευθούν τα συμφέροντα του ρωσικού κράτους και της άρχουσας τάξης των ολιγαρχών που αντιπροσωπεύουν τα ενεργειακά μονοπώλια της Ρωσίας – έχει ανακόψει τα σχέδια των ΗΠΑ για αλλαγή καθεστώτος στη Συρία και επαναχάραξη των συνόρων στη Μέση Ανατολή, που υπάρχουν εδώ και δεκαετίες.
   
 Η πρόταση για την αλλαγή καθεστώτος στη Συρία μέσω της στήριξης τρίτων (εντεταλμένων) δυνάμεων στο έδαφός της αναπτύχθηκε πριν από δύο δεκαετίες σε ένα έγγραφο με τίτλο «Μια Καθαρή Ευκαιρία: Μια Νέα Στρατηγική για τη Διασφάλιση της Περιοχής», που συντάχθηκε για τον τότε πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπέντζαμιν Νετανιάχου από μια ομάδα μελέτης στην οποία συμμετείχαν οι Richard Perle, Douglas Feith και David Wurmser. Και οι τρεις θα έπαιρναν αργότερα υψηλόβαθμες θέσεις στην κυβέρνηση Μπους, παίζοντας ρόλο στη συνωμοσία για την κήρυξη του επιθετικού πολέμου των ΗΠΑ εναντίον του Ιράκ.
  
  Ένα απόρρητο έγγραφο που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα από τα WikiLeaks αποδεικνύει πως ο ενεργός σχεδιασμός των ΗΠΑ για αλλαγή καθεστώτος προηγείται του ξεσπάσματος του συριακού εμφυλίου πολέμου κατά τουλάχιστον πέντε χρόνια. Η μυστική αναφορά από τον επικεφαλής της πρεσβείας των ΗΠΑ στη Δαμασκό περιγράφει «τρωτά σημεία» της συριακής κυβέρνησης που η Ουάσινγκτον θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί. Στην κορυφή της λίστας ήταν η υπόθαλψη «των φόβων των σουνιτών για ιρανική επιρροή», ώστε να προκληθούν θρησκευτικές διαμάχες και να αξιοποιηθεί η «παρουσία των διερχόμενων ισλαμιστών εξτρεμιστών».
    
Με δεδομένο ότι το έγγραφο συντάχτηκε το 2006, στο αποκορύφωμα της φυλετικής σφαγής στο Ιράκ που προκλήθηκε από την εισβολή των ΗΠΑ και την τακτική διαίρει και βασίλευε της Ουάσινγκτον, αυτές οι προτάσεις έγιναν με πλήρη επίγνωση ότι θα προκαλούσαν ένα λουτρό αίματος. Σχεδόν μια δεκαετία αργότερα, οι πικροί καρποί της πολιτικής αυτής περιλαμβάνουν τους θανάτους περίπου 300,000 Σύρων, με άλλα 4 εκατομμύρια να έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τη χώρα και 7 ακόμα εκατομμύρια να βρίσκονται εκτοπισμένα στο εσωτερικό της.
   
 Ενώ εκμεταλλεύεται κυνικά τα βάσανα του συριακού λαού για να δικαιολογήσει μια κλιμάκωση του αμερικάνικου μιλιταρισμού, η Ουάσιγκτον δεν πρόκειται να επιτρέψει στη Ρωσία να ανακόψει την προσπάθεια επιβολής της ηγεμονίας της στην πλούσια σε πετρέλαιο Μέση Ανατολή και σε ολόκληρο τον πλανήτη.
  
  Το μονοπάτι του πολέμου με τη Ρωσία δεν είναι σε καμία περίπτωση τυχαίο. Από την αρχή, η παρέμβαση των ΗΠΑ με σκοπό την ανατροπή του καθεστώτος στη Δαμασκό ήταν προσανατολισμένη στην αποδυνάμωση των κύριων συμμάχων της συριακής κυβέρνησης – του Ιράν και της Ρωσίας – σε προετοιμασία για μια ευθεία επίθεση και στις δύο αυτές χώρες.
  
  Ολοένα με πιο ευθύ τρόπο κάθε μέρα που περνάει, η έκρηξη του αμερικάνικου μιλιταρισμού που έχει τις ρίζες της στην ιστορική κρίση του αμερικανικού και του παγκόσμιου καπιταλισμού, φέρνει την ανθρωπότητα αντιμέτωπη με το φάντασμα ενός πυρηνικού Τρίτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Bill Van Auken
https://avantgarde2009.wordpress.com

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015

Η Γερμανία τιμά τους Ναζί


Κατερίνα Γκαράνη



Συντάξεις στους βετεράνους Ισπανούς Ναζί, στις χήρες και στα ορφανά τους δίνει η Γερμανία τιμώντας τους μακελάρηδες των λαών.


Μπορεί οι αποζημιώσεις για τις γερμανικές κτηνωδίες που υπέστησαν οι Έλληνες να μην δοθούν ποτέ και η κ. Μέρκελ να λέει ότι το θέμα έληξε εδώ και δεκαετίες, όμως οι Γερμανικές κυβερνήσεις, που κόπτονται ότι δεν έχουν καμία σχέση με τον Ναζισμό, πληρώνουν σύνταξη στα στρατεύματα των Ναζιστών Ισπανών, στις χήρες τους και στα ορφανά τους. Των μακελάρηδων της περίφημης Γαλάζιας Μεραρχίας.

Το θέμα στην Γερμανία είναι γνωστό και δεν είναι ταμπού από το 1962 που ξεκίνησε η συνταξιοδότηση των Ισπανών ναζιστών, αλλά το έφερε στην επικαιρότητα με ερώτησή του στη γερμανική βουλή ο βουλευτής του Die Linke, Andrej Hunko. Η ερώτηση του βουλευτή προς την κ.Μέρκελ είναι αν γνωρίζει η γερμανική κυβέρνηση τον αριθμό των βετεράνων Ισπανών ναζιστών που λαμβάνουν σύνταξη κι αν η κ. Μέρκελ κρίνει ότι είναι σκόπιμο να συνεχίσουν οι συνταξιοδοτήσεις των βετεράνων Ισπανών Ναζί, των χήρων τους και των ορφανών τους.

Ο βουλευτής του Die Linke θέλοντας να δώσει έμφαση στο θέμα κάνει λόγο στην ερώτησή του για το αν η Γαλάζια Μεραρχία που συνεργάστηκε με τον Χίτλερ δεν έχει διαπράξει εγκλήματα πολέμου και αν αυτό η κυβέρνηση το έχει διαπιστώσει. Επίσης ρωτά αν η κυβέρνηση Μέρκελ θεωρεί σωστό βετεράνοι Ναζί άλλου κράτους να συνταξιοδοτούνται από το γερμανικό κράτος. Την απάντηση στα ερωτήματα η γερμανική κυβέρνηση πρέπει να την δώσει πριν από τις 2 Νοεμβρίου.

Το 1962 η γερμανική κυβέρνηση και συγκεκριμένα ο Αντενάουερ σύναψε μία συμφωνία με τον δικτάτορα Φράνκο της Ισπανίας σύμφωνα με την οποία οι γερμανικές κυβερνήσεις θα αποζημιώνουν τους ναζιστές Ισπανούς της Γαλάζιας Μεραρχίας, τις χήρες αυτών και τα ορφανά αυτών.

Ήταν μία συμφωνία για την στήριξη που έδειξε η δικτατορία του Φράνκο στον Χίτλερ στέλνοντας την Γαλάζια Μεραρχία να πολεμήσει στο πλάι των Γερμανών εναντίον τον Σοβιετικών και ειδικά στη μάχη του Στάλινγκραντ.

Αυτό έγινε ως ανταπόδοση της Γερμανίας στον Φράνκο ο οποίος έδινε συντάξεις στους στρατιώτες της ναζιστικής Λεγεώνα Κόνδωρ (26,113 στρατιώτες) που βοήθησαν τον Φράνκο να πάρει την εξουσία σκοτώνοντας άμαχο πληθυσμό και βομβαρδίζοντας την γνωστή σε όλους πόλη Γκέρνικα.

Η Ισπανία πλήρωνε τις συντάξεις των Γερμανών ναζιστών που τον βοήθησαν και η Γερμανία από το 1962 μέχρι σήμερα πληρώνει τις συντάξεις των Ισπανών Ναζιστών που βοήθησαν τον Χίτλερ.

Πρόκειται για ένα πάρε-δώσε Ευρωπαϊκών κυβερνήσεων που μπορεί στο φαίνεσθαι να θέλουν να δείχνουν δημοκρατικές αλλά το θεμέλιό τους είναι η σύμπραξη όταν τα συμφέροντα βρίσκουν αντίσταση από τους ίδιους τους λαούς.

Πάντως οι Γερμανοί μπορεί να έβριζαν και να βρίζουν τους Έλληνες ως τεμπέληδες που τους πληρώνουν αλλά για το συγκεκριμένο θέμα των συντάξεων Ναζιστών άλλων χωρών δεν αντιδρούν εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Οι εξαιρέσεις τους είναι οι απόγονοι των Γερμανών που εξαφάνισε πρώτους απ' όλους η εκλεγμένη κυβέρνηση Χίτλερ.

Μετά από 53 χρόνια συντάξεων η γερμανική κυβέρνηση μπορεί να κλείσει το θέμα με την διακοπή αυτών. Όμως τα 53 χρόνια τιμητικής σύνταξης των Ναζιστών Ισπανών κάνει το άδικο για άλλη μια φορά να μαυρίζει τον ουρανό της αλληλέγγυας και ναζιστοδημοκρατικής Ε.Ε.

Όσον αφορά την Ελλάδα θα μείνουμε με τα Ελληνογερμανικά Ιδρύματα για το Μέλλον αφήνοντας τους ντόπιους επιτήδειους να γλύφουν για ένα κοκαλάκι εκμεταλλευόμενοι τις εκατοντάδες Γκέρνικες της Ελλάδας.

Σ.Τ

"Η πολιτική εξαπάτηση και το φάντασμα του ολοκληρωτισμού" του Χενρί Ζιρού

Στις ΗΠΑ, την παρούσα ιστορική στιγμή, η κενότητα του λόγου τρέφεται από μια προσβολή της φαντασίας των πολιτών. Ενα παράδειγμα είναι η άνοδος του Ντόναλντ Τραμπ στην πολιτική σκηνή.
Η γοητεία του Τραμπ δεν έγκειται στην τολμηρότητα όσων λέει ή στο σοκ που προκαλεί, αλλά στην αδυναμία απάντησης σ’ αυτό το σοκ με εγνωσμένη κρίση -κι όχι με υπερβολές ή μισόλογα. Οι έννοιες που καθοδηγούν την κατανόησή μας για την κοινωνία των ΗΠΑ κυριαρχούνται από ένα αυταρχικό μοντέλο που συντρίβει τη γλώσσα, την πολιτική και, κατ’ επέκταση, την ίδια τη δημοκρατία.
Από τον σχολιασμό της πολιτικής ανάδειξης του Τραμπ από τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης απουσιάζει κάθε πλαίσιο που θα μπορούσε να προσφέρει μια κριτική αποτίμηση της ιδεολογικής και πολιτικής διαταραχής που μαστίζει την αμερικανική κοινωνία, η οποία είναι προσωποποιημένη στη δημοτικότητα του Τραμπ.
Μια αναβίωση της ιστορικής μνήμης θα μπορούσε να προσφέρει σημαντικά μαθήματα σχετικά με την παρούσα κρίση, ιδίως όσον αφορά τη μακρά παράδοση του ρατσισμού, της λευκής υπεροχής, του «ξεχωριστού» λαού, της πολεμοκαπηλίας και των εκτεταμένων απειλών κατά των νέων, των γυναικών και των μεταναστών...
Το να αποκαλείς τον Τραμπ «φασίστα» δεν είναι αρκετό. Είναι απλώς μια αξιακή κρίση – ορθή ίσως, αλλά όχι αρκετή. Χρειαζόμαστε βαθύτερες αναλύσεις, που θα ξεφεύγουν από το πρόσωπο αυτό καθαυτό και θα στοχεύουν στην ανάδειξη του ολοκληρωτισμού στον λόγο και τις πολιτικές εξαγγελίες του προσώπου (σ.σ. Τραμπ).
Φέρω ως παράδειγμα το άρθρο του Στιβ Ουάισμαν, όπου σκιαγραφείται η σχέση μεταξύ του ρατσισμού του Τραμπ και της ανόδου νεοφασιστικών κινημάτων σε όλη την Ευρώπη, που «ενδυναμώνονται μισώντας τους άλλους για το χρώμα του δέρματός τους, το θρήσκευμά τους ή τη μεταναστευτική τους ιδιότητα».
Λίγοι δημοσιογράφοι έχουν επισημάνει την παρουσία λευκών παραστρατιωτικών ομάδων και οπαδών της λευκής υπεροχής στην κούρσα ανόδου του Τραμπ και κανένας τις κραυγές υπέρ της λευκής δύναμης («white power») σε μερικές πολιτικές συγκεντρώσεις του, που αποτελούν δείγματα όχι μόνο για τη σχέση του με το ρατσιστικό παρελθόν, αλλά και την προηγηθείσα ναζιστική αντίληψη που οδήγησε στην τελική λύση της γενοκτονίας.
Ακόμη ένα παράδειγμα, που επισημαίνεται σε ανάλυση του Γκλεν Γκρίνβαλντ, αφορά την αντιμετώπιση από τα κυρίαρχα ΜΜΕ της επίθεσης του Τραμπ στον εκφωνητή του ισπανικού τηλεοπτικού δικτύου «Univision», Χόρχε Ράμος.
Οταν ο Ράμος τον ρώτησε σχετικά με τους μετανάστες, ο Τραμπ όχι μόνο δεν του απάντησε, αλλά προσβλητικά τού είπε να γυρίσει στο «Univision», δηλαδή πίσω από ‘κεί που ‘ρθε. Αντί να εστιάσουν στην έλλειψη πολιτικού πολιτισμού από τη μεριά του Τραμπ, πολλοί κατεστημένοι δημοσιογράφοι επέπληξαν τον Ράμος ότι η οπτική του άπτεται συγκεκριμένης πολιτικής αφήγησης...
Η αλήθεια είναι πως η επιθυμία του Τραμπ να καμαρώνει για τον ρατσισμό του, καθώς και το ότι κάνει ξεκάθαρο πως το χρήμα οδηγεί την πολιτική, δεν είναι κάτι νέο και δεν θα πρέπει να εκπλήσσει κάποιον που είναι ιστορικά και πολιτικά εγγράμματος... Τι κάνουμε με τους υπόλοιπους όμως;
Είναι ξεκάθαρο ότι η διαδεδομένη άγνοια του παρελθόντος δεν αποτελεί μόνο σημάδι της απουσίας ιστορικής συνείδησης στις σημερινές ΗΠΑ, αλλά ένα σκόπιμο πολιτικό όπλο των ισχυρών για να κρατήσουν τον κόσμο παθητικό και σε άγνοια της αλήθειας, αν όχι να τον περιορίσουν σε μια συζήτηση προερχόμενη από το κενό βασίλειο της «κουλτούρας των διασημοτήτων» (celebrity culture). Υπάρχουν πολλοί παράγοντες που συμβάλλουν σ’ αυτήν την παραγωγή άγνοιας.
Τέτοιοι παράγοντες εκτείνονται από την προαναφερθείσα κουλτούρα των επωνύμων και τη μείωση του περιεχομένου σπουδών των αμερικανικών σχολείων μέχρι τον μετασχηματισμό των κυρίαρχων ΜΜΕ σε ένα θανατηφόρο μείγμα προπαγάνδας και διασκέδασης.

Ο χώρος και ο χρόνος

Υπό την κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού, ο χώρος και ο χρόνος, ακόμα και η γλώσσα, βρίσκονται υπό την επήρεια των δυνάμεων της ιδιωτικοποίησης και της εμπορευματοποίησης.
Ο δημόσιος χώρος έχει αντικατασταθεί από πολυκαταστήματα (malls) και εμπορικά ιδρύματα και κυριαρχείται πλέον από αξίες ανταλλαγής παρά από δημόσιες, ακριβώς όπως οι αξίες της κοινότητας έχουν αντικατασταθεί από ατομικιστικές και αξίες των αγορών, δηλαδή επιβίωσης του προσαρμοστικότερου.
Ο «χώρος» έχει αποσυνδεθεί από μακράς πνοής επενδύσεις, από την ανάπτυξη κοινωνικού κεφαλαίου και στόχων που ωφελούν τους νέους ανθρώπους και, φυσικά, από το δημόσιο συμφέρον.
Κατ’ αναλογία, ο «χρόνος» σχετίζεται με βραχυπρόθεσμες επενδύσεις και γρήγορα οικονομικά οφέλη. Ορίζεται από την ασταμάτητη λειτουργία των συναλλαγών και της κυκλοφορίας σε παγκόσμιο επίπεδο και τη φρενήρη αποθέωση του καταναλωτισμού, που αποπολιτικοποιεί τους ανθρώπους, μετατρέποντας τη δυνατότητα κριτικής σκέψης, εποπτείας και κοινωνικών σχέσεων σε αγορά προϊόντων και αγοραστικά όργια. Ταυτόχρονα, η οικονομική ελίτ αυξάνει την επιθυμία της για κέρδη... με όποιο κόστος.
Η αποπολιτικοποίηση είναι έννοια κεντρική στον λόγο του νεοφιλελευθερισμού, όπου η γλώσσα αποτελεί κύριο στοιχείο της διαμόρφωσης ταυτοτήτων, επιθυμιών, αξιών και κοινωνικών σχέσεων.
Οπως τονίζεται από την κοινωνιολόγο και ανθρωπογεωγράφο, Ντορίν Μάσεϊ (Dorren Massey), ο νεοφιλελευθερισμός οδηγεί τους πολίτες να γίνουν καταναλωτές, πελάτες και πολύ ανταγωνιστικοί, μαθαίνοντας πως τα μόνα συμφέροντα που αξίζουν είναι τα ατομικά, σχεδόν πάντα μετρούμενα σε χρήμα.

Επιθέσεις στη μόρφωση

Η αγραμματοσύνη των πολιτών είναι κάτι περισσότερο από την αποθέωση και την κατασκευή της άγνοιας σε ατομικό επίπεδο. Παράγει μια εθνικού επιπέδου κρίση της δυνατότητας εποπτείας, της μνήμης και της καθαυτό δυνατότητας συλλογισμού.
Οπως έχουν ξεκαθαρίσει οι Ρίτσαρντ Χοφστάντερ, Νόαμ Τσόμσκι και Σούζαν Τζακόμπι, η άγνοια δεν είναι απλώς απουσία γνώσης. Είναι ένα είδος ιδεολογικής αμμοθύελλας, όπου η λογική αντικαθίσταται από τα ένστικτα και ο ηθελημένος περιορισμός της κριτικής σκέψης διαχέεται μέσω μιας κουλτούρας που αποπολιτικοποιεί το κοινό.
Ο Τραμπ αποτελεί την ενσάρκωση μιας πολιτικής παράταξης και μιας κοινωνικής τάξης του τζόγου και του γρήγορου κέρδους, όπου οι τεκμηριωμένες αποφάσεις, η ηθική υπευθυνότητα και η συλλογική δράση απουσιάζουν από τον χώρο της πολιτικής. Με απλά λόγια, ο Τραμπ αντιπροσωπεύει ένα νέο πρόσωπο, αυτό που η Χάνα Αρεντ είχε αποκαλέσει «κοινοτοπία του κακού».
Είναι ξεκάθαρο ότι η επίθεση ενάντια στη λογική, την απόδειξη, την επιστήμη και την κριτική σκέψη έχει φτάσει σε επικίνδυνα επίπεδα στις ΗΠΑ. Ενας αριθμός από πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και τεχνολογικές δυνάμεις εργάζεται για τη νόθευση της πραγματικότητας, την παθητικοποίηση του κοινού, που είναι ανίκανο να σκεφτεί και να πράξει κριτικά, αυτόφωτα.
Η λογική καταρρέει στην απλή άποψη και η σκέψη εμφανίζεται να είναι ταυτόχρονα επικίνδυνη και αντι-θετική στην κατανόηση του εαυτού μας, των σχέσεων με τους άλλους και του μεγαλύτερου τμήματος των παγκοσμίων υποθέσεων.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η εγγραμματοσύνη (μόρφωση) εξαφανίζεται, όχι μόνο ως πρακτική μάθησης δεξιοτήτων, αλλά και ως η βάση για τεκμηριωμένη δράση. Η εγγραμματοσύνη αποτελεί το υπόβαθρο κάθε δημοκρατικής κοινωνίας και η παρακμή της δείχνει ότι ο ολοκληρωτισμός ενσαρκώνει την κρίση της εποχής μας.
Οι σημερινές μορφές ολοκληρωτισμού δεν αφορούν την εξόντωση Εβραίων, ομοφυλόφιλων, εγχρώμων και διανοουμένων (αν και δεν είναι λίγα τα περιστατικά βίας εναντίον τους), αλλά έχουν τη μορφή θεαμάτων βίας, της κουλτούρας των διασημοτήτων, μαζικών φυλακίσεων, αντι-διανοουμενισμού και επιθέσεων κατά της κριτικής εκπαίδευσης.
Υπάρχει αναγκαιότητα οι νέοι άνθρωποι, οι εργαζόμενοι, οι εκπαιδευτικοί, οι καλλιτέχνες, οι πανεπιστημιακοί και φυσικά οι διανοούμενοι να γίνουν μέρος ενός ευρύτερου κοινωνικού κινήματος που θα στοχεύει στη διάλυση των κατασταλτικών θεσμών που οδηγούν τις ΗΠΑ στη νέα αυτή αυταρχική εποχή.
Ενάντια στη βιαιότητα του νέου ολοκληρωτισμού υπάρχει ανάγκη δημιουργίας ενός νέου λόγου, ενός λεξιλογίου αξιών, επιθυμιών και αίσθησης της πνευματικότητας, που θα φέρει τους ανθρώπους κατ’ αρχάς κοντά τον έναν με τον άλλον και στη συνέχεια συναγωνιστές υπέρ του δικαιώματος για κριτική, με πάθος για δικαιοσύνη, επιθυμία για νέους τρόπους συλλογικής αντίστασης και δράση.
Μπορεί να βρισκόμαστε στην ομίχλη των σκοτεινών καιρών, αλλά το ελπιδοφόρο φως ποτέ δεν είναι μακριά και αν και δεν προσφέρει εγγυήσεις, θέτει, ωστόσο, τη δυνατότητα για ένα μέλλον που δεν θα μιμείται τις φρικαλεότητες του παρελθόντος και του παρόντος.
efsyn
xodi

Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2015

Ως πότε θα τους ανεχόμαστε;

Το ψέμα βασιλεύει εκεί όπου η μόνη αλήθεια είναι αυτή του κέρδους.
Η πολιτική είναι στα χέρια των φουκαράδων που ισχυρίζονται πως υπερασπίζονται το δημόσιο συμφέρον για να το εξαπατήσουν, να κερδίσουν μια εκλογική πελατεία και να ικανοποιήσουν τις ορέξεις τους για εξουσία.
Η ανικανότητά του, από τη στιγμή που βρίσκονται αντιμέτωποι με την πραγματικότητα,εξισορροπείται μονάχα με τις γνώσεις τους γύρω από το μάρκετινγκ.
Παραδίδουν το κράτος στις επιχειρήσεις της μαφίας και της παγκόσμιας αισχροκέρδειας και, με την ανάθεση του σε διαχειριστές, προτείνουν την εξυγίανσή του για να γίνουν αρεστοί στου κυρίους τους και να τελειώνουν με αυτούς που ζητούν ένα σύστημα πρόνοιας για τους πολίτες…
…Οι δημόσιες υπηρεσίες και τα κοινωνικά επιτεύγματα, για τα οποία πολέμησαν γενιές εργατών και εργαζομένων, δεν ήταν αποτέλεσμα μιας θεόσταλτης προσφοράς. Δεν είναι ιδιοκτησία του κράτους. Ανήκουν σε όλους τους πολίτες.
Θα ανεχόμαστε για πολύ καιρό ακόμη, από τους λακέδες του κόσμου της αισχροκέρδειας που μας κυβερνούν, να εκμεταλλεύονται τα χρήματα από τους έμμεσους και άμεσους φόρους μας, να κλέβουν τα χρήματα των συντάξεων, το αποτέλεσμα χρόνων εργασίας, για να τα ποντάρουν στην κερδοσκοπική ρουλέτα του χρηματιστηρίου, να τα αναθέσουν στους κλητήρες αυτής της οικονομικής ανάπτυξης που αυξάνει τον πλούτο των λίγων κι τη φτώχεια της πλειοψηφίας;
Όταν το κράτος δεν διστάζει να πουλήσει τον δημόσιο τομέα στον ιδιωτικό, υποπίπτει σε μία πραγματική αισχροκέρδεια, καθώς τα συμφέροντα του οικονομικού καπιταλισμού δεν εγγυώνται την ευημερία των πολιτών.
Ραούλ Βανεγκέμ, Μήνυμα σε αυτούς που αγωνίζονται, Εκδόσεις Εξάρχεια.

πηγή:

http://www.nostimonimar.gr

Ο Ψευδοπροφήτης

«Όχι στα διεφθαρμένα πράγματα, αλλά σε εκείνα που είναι καλώς καμωμένα από την φύση, πρέπει να αναζητήσουμε αυτό που είναι φυσικό».
Αριστοτέλης, Πολιτικά, Βιβλίο ΙΙ

Πρόσφατα, ο γράφων παρακολούθησε στο θέατρο μια παράσταση βασισμένη σε ένα από τα έργα του Μαρκήσιου Ντε Σαντ. Το κείμενο ήταν τροποποιημένο και είχε υποστεί τις παρεμβάσεις του σκηνοθέτη, περισσότερο για να προσαρμοστεί η διάρκεια της παράστασης στον διαθέσιμο χρόνο και με προσοχή να μην αλλάξει η εκφορά και το περιεχόμενο του λόγου του αρχικού κειμένου. Εντύπωση ωστόσο προκάλεσε στον υποφαινόμενο η φιλότιμη απόπειρα του σύγχρονου συγγραφέα να προβάλλει μια ερμηνεία του ελευθεριάζοντος αισθησιασμού του Σαντ σαν προκαταρκτικό στάδιο για μια καθολικότερη κριτική της κυριαρχίας και των μορφών που αυτή παίρνει στις μέρες μας. Οι ανορθόδοξες ιδέες του Σαντ περί της εσώτερης ουσίας της ανθρώπινης φύσης, δεν είναι παρά η φιλολογική αποτύπωση της εμπειρίας ζωής του συγγραφέα, που ως μέλος της τάξης των ευγενών, είχε την ευκαιρία να ζήσει από πρώτο χέρι τον έκλυτο βίο και την παραφορά με την οποία οι αριστοκρατικοί κύκλοι επιδίδονταν σε πάσης φύσεως απολαύσεις και ηδονές, ενώ παράλληλα διεκδικούσαν για λογαριασμό του θεσμού της αριστοκρατίας τον τίτλο του θεματοφύλακα της κοινωνικής ηθικής και της τάξης μέσα στην οποία συμπυκνωνόταν το σύνολο των αρετών της φεουδαρχικής κοινωνίας. Φυσικά, ο Σαντ δεν εξεγείρεται για λογαριασμό των πατροπαράδοτων αξιών, ούτε αποφαίνεται υπέρ της αποκατάστασης του ρυθμιστικού ρόλου μιας αυστηρής θρησκευτικής ηθικής, ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν φάνηκαν αντάξιοι του εξέχοντος κοινωνικού ρόλου που τους έχει ανατεθεί. Με άλλα λόγια, η κριτική του στον θεσμό της αριστοκρατίας δεν εμφορείται από ένα συντηρητικό πνεύμα που επικεντρώνεται στην καταγγελία της συλλογικής έκπτωσης της τάξης των «ευγενών» από την «αρετή», αλλά διεξάγεται στο όνομα της κίβδηλης και απατηλής φύσης της ίδιας της συμβατικής ηθικής, από την οποία τα ανθρώπινα όντα οφείλουν μια και καλή να απαλλαγούν.

Αναφερθήκαμε ήδη στην προσπάθεια του σύγχρονου συγγραφέα να ενσωματώσει τον εξτρεμιστικό ηδονισμό του Σαντ σε μια γενικότερη αποκήρυξη των εξουσιαστικών δομών και σχέσεων που στην εποχή μας αναπαράγουν τον συνολικό ετεροκαθορισμό των υποτελών τάξεων σε όλους τους τομείς του οργανωμένου κοινωνικού βίου. Παρόλα αυτά, η απόπειρα ένταξης του φιλολογικού έργου του Σαντ στην εναλλακτική παράδοση της αυτονομίας και η σύνδεση των πεποιθήσεων του με ένα ευρύτερο πρόταγμα καθολικής κοινωνικής απελευθέρωσης, αποτελεί μάλλον ένδειξη μιας καλοπροαίρετης τάσης να ψάχνουμε πάντοτε για τα καλύτερα στοιχεία στην ανθρώπινη φύση. Η απόρριψη από τον Σαντ των ηθικών αντιλήψεων που στο πλαίσιο του ηγεμονικού κοινωνικού φαντασιακού της εποχής του αντιμετωπίζονται σαν αυτονόητες, συνιστά μια απέλπιδα έκκληση του συγγραφέα για περισσότερη σκληρότητα και όχι για τον περιορισμό αυτής. Οι μορφές ζοφερής ηδονής που περιγράφονται στο έργο του με τον πιο γλαφυρό τρόπο, δεν συνιστούν παρά μια μορφή άντλησης σεξουαλικής υπεραξίας. Ως εκ τούτου, δεν μπορούν παρά να βασίζονται σε μια σχέση καταπίεσης και εκμετάλλευσης που, το δίχως άλλο, προϋποθέτει την πιο ακραία ανισοκατανομή δύναμης ανάμεσα στα εμπλεκόμενα μέρη και την διαπλοκή τους σε παγιωμένες ιεραρχικές σχέσεις και δομές που εκτείνονται πέρα και έξω από το πεδίο των βιολογικών σχέσεων αναπαραγωγής.

Αναμφίβολα, είναι εντελώς πιθανό ότι όταν ο Σαντ εξυμνεί τις αρετές της παιδοκτονίας, ή την «χειραφετική» επίδραση που μπορεί να επισύρουν τα πιο μοχθηρά βασανιστήρια τόσο σε αυτόν που τα διεξάγει, όσο και σε αυτόν που τα υπομένει, έχει πλήρη επίγνωση ότι κανένα εναλλακτικό μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης δεν θα μπορούσε ποτέ να θεμελιώσει την συλλογική του ύπαρξη παίρνοντας σαν σημείο αναφοράς την αντεστραμμένη ηθική που αυτός προπαγανδίζει. Πράγμα που σημαίνει ότι η υποτιθέμενη «αυτοπραγμάτωση» στο πεδίο της σεξουαλικής επιθυμίας, στην οποία ο Σαντ φαίνεται ότι δίνει τόσο μεγάλη σημασία, μπορεί να επέλθει μόνο εφόσον το σύνολο των κοινωνικών αναγκών εξακολουθεί να παράγεται, να οργανώνεται και να εκπληρώνεται σύμφωνα με τις δομές και τους κανόνες που επιβάλλει το ετερόνομο παράδειγμα οργάνωσης της κοινωνίας. Παρά το γεγονός ότι οι αντί-ήρωες και οι δευτερεύοντες χαρακτήρες του Σαντ εμφανίζονται στον ίδιο βαθμό υποτακτικοί απέναντι στην δεσποτική κυριαρχία του πόνου και το ίδιο ευάλωτοι στα θέλγητρα της σκοτεινής πλευράς της ηδονής, ανεξάρτητα από την καταγωγή ή την κοινωνική τους θέση, η σχέση τους με τον πόνο είναι εν πολλοίς ασύμμετρη, αφού για μερικούς αποτελεί προϊόν φυσικής κλίσης και συνειδητής επιλογής, ενώ για άλλους είναι το τραγικό αποτέλεσμα της καταπίεσης που είναι υποχρεωμένοι να υποστούν εξαιτίας της κατώτερης θέσης τους στην κοινωνική ιεραρχία. Μάλιστα, η αναγκαιότητα του εξωτερικού καταναγκασμού των αδύναμων και το αναφαίρετο δικαίωμα του ισχυρού να επιβάλει την θέληση του σε όσους έχει κάτω από την εξουσία του, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της κοσμοθεωρίας του Σαντ, η οποία θα έπαυε να είναι άξια του ονόματος της ως κατεξοχήν θεωρητικής ενσάρκωσης της εκλεπτυσμένης βαναυσότητας, εφόσον ξάφνου αποφάσιζε ότι δίνει έστω την παραμικρή σημασία στην δημιουργία των αναγκαίων συνθηκών για τον αμοιβαίο αυτοκαθορισμό των ατόμων. Εξάλλου, ο ίδιος ο Σαντ έκανε επανειλημμένα πράξη τα νοσηρά κηρύγματα του βιάζοντας και πετσοκόβοντας χωριατοπούλες και ιερόδουλες και γενικά ξεσπώντας τις ζωώδεις ορέξεις του πάνω σε όποιο αδύναμο πλάσμα είχε την ατυχία να πέσει στα χέρια του. Μολαταύτα, μπορούμε βάσιμα να ισχυριστούμε ότι ο λόγος που ο αυτός ο αρχιερέας της διαστροφής πέρασε τα 32 από τα 74 συνολικά χρόνια της ζωής του πίσω από τα κάγκελα της φυλακής, σίγουρα δεν ήταν οι ειδεχθείς πράξεις στις οποίες επιδόθηκε κατά συρροή, αλλά αντίθετα, το γεγονός ότι είχε το θράσος να μιλήσει και να γράψει γι’ αυτές στα θεατρικά και φιλοσοφικά του έργα.

Την ιστορική περίοδο κατά την οποία έζησε κι έδρασε ο Σαντ, η ισοπεδωτική κριτική που άσκησε στις κατεστημένες ιδέες, τις αξίες και τους θεσμούς και η θέση του υπέρ μιας υποτιθέμενης, απεριόριστης διεύρυνσης της ατομικής «ελευθερίας» μέσω της καταστρατήγησης της καθολικής ηθικής που κατά κύριο λόγο συνίστατο σε έναν συνδυασμό από αλληλοσυμπληρούμενες επιταγές και απαγορεύσεις, μπορεί πράγματι να έμοιαζε ρηξικέλευθη και ριζοσπαστική. Στην εποχή μας όμως, η λεγόμενη σεξουαλική επανάσταση που επέφερε τον «εκδημοκρατισμό» των ηθών έχει ήδη αφομοιωθεί από το κυρίαρχο κοινωνικό παράδειγμα. Το σεξ σε όλες τις μορφές και τις αναπαραστάσεις του σίγουρα δεν βρίσκεται σε έλλειψη, ούτε αποτελεί πλέον το αντικείμενο γύρω από το οποίο οργανώνεται κοινωνικά η απώθηση της ατομικής επιθυμίας. Η εμπορευματοποίηση του και η μετατροπή του σε καπιταλιστικό προϊόν προσβάσιμο μέσω της αγοράς για τους προνομιούχους που μπορούν να υποστηρίξουν τις επιθυμίες τους με χρήμα, συντέλεσε στην διάχυση της τεράστιας δύναμης της λιμπιντικής ενέργειας στον κοινωνικό ιστό, με όρους όμως που την μεταβάλλουν σε εργαλείο πειθάρχησης κι ελέγχου. Η φαντασιακή ταυτότητα του καταναλωτή είναι άρρηκτα συνυφασμένη και διακλαδώνεται σε όλα τα στάδια από τα οποία διέρχεται η διαδικασία της κοινωνικής κατασκευής της υποκειμενικότητας με εκείνη του ενεργού σεξουαλικού υποκειμένου. Ο ξέφρενος ηδονισμός που επικρατεί σαν η ενδεδειγμένη στάση ζωής στην κοινωνία της κατανάλωσης, βρίσκει την κορύφωση του στην ερωτική συνεύρεση, που μέσα από ένα σύνολο διαθέσιμων εμπειριών ανακηρύσσεται μακράν η κορυφαία στην ιεραρχία των απολαύσεων. Κι εξαιτίας αυτής της υπεροχής, είναι η σεξουαλική πράξη που τελικά νοηματοδοτεί την ατομική ύπαρξη στην καταναλωτική κοινωνία στο σύνολο της. Δηλαδή, η ερωτική συνεύρεση ενθαρρύνεται σαν ευρέως διαδεδομένη κοινωνική πρακτική κι επέρχεται ως φυσικό επακόλουθο και προβλέψιμο αποτέλεσμα της κοινωνικής συναναστροφής, αρκεί πρωτύτερα το υποκείμενο να έχει επιδοθεί στις «ορθές» ενέργειες και να έχει τηρήσει τα «προβλεπόμενα» βήματα προκειμένου να οδηγηθεί στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Η σεξουαλική πράξη είναι η αναγνώριση του αισθήματος της «αυτοπραγμάτωσης» μας ως καταναλωτών, που μας επιστρέφεται από την έμπρακτη επιδοκιμασία του/της σεξουαλικού μας συντρόφου και μέσω αυτής πιστοποιείται κι επικυρώνεται κοινωνικά ως αυθεντική.[i]

Με άλλα λόγια, η διάχυση της σεξουαλικής επιθυμίας και η απαλλοτρίωση της από τις εμπορευματικές ροές του συστήματος της οικονομίας της αγοράς, δεν είναι νοητή χωρίς την παράλληλη επιβολή αυστηρών πολιτισμικών προτύπων αναφορικά με το περιεχόμενο που αποδίδεται στον «ανδρισμό» ή τη «θηλυκότητα» στην ετερόνομη κοινωνία, ενός ιεραρχικού καταμερισμού εργασίας ανάμεσα στα φύλλα, της βιολογικοποίησης των κοινωνικών διαφορών, της τυποποίησης συμπεριφορών και αντιλήψεων με έπαθλο την μεγιστοποίηση της κατανάλωσης σεξουαλικών συντρόφων. Ας μην λησμονούμε, ότι η πεμπτουσία του καταναλωτικού τρόπου ζωής, έγκειται στην συχνή εναλλαγή καταστάσεων που αποτρέπουν την βιωματική αποτελμάτωση και συμβάλλουν σε μια αδιάκοπη υπερδιέγερση των αισθήσεων, των ενδιαφερόντων και των ερεθισμάτων, η οποία με την σειρά της ωθεί σε περισσότερη κατανάλωση. Ζούμε σε μια εποχή κατά την οποία «όλα επιτρέπονται», εφόσον είναι προς το συμφέρον του συστήματος να καταρριφτούν όλοι οι εξωτερικοί περιορισμοί και να ανασταλούν όλοι οι κατασταλτικοί κώδικες που εμπεριέχονταν στην παλαιά τυπολατρική ηθική της αστικής τάξης. Μιας και η οικονομία της αγοράς αδυνατεί να θεμελιώσει υλικά την ύπαρξη της επεκτείνοντας τις συνθήκες της καταναλωτικής κοινωνίας σε όλο και ευρύτερα στρώματα της ετερόνομης κοινωνικής ολότητας, είναι εκ των πραγμάτων αναγκασμένη να μεριμνήσει μέσω της δημιουργίας των κατάλληλων υποκειμενικών συνθηκών, για την εμβάθυνση και την εντατικοποίηση της κατανάλωσης των προνομιούχων κοινωνικών ομάδων, για τις οποίες ο καταναλωτισμός είναι ήδη ο κυρίαρχος τρόπος ζωής.

Η απελευθέρωση κάθε είδους επιθυμίας από τις «ανορθολογικές» στρεβλώσεις (για να μιλήσουμε με την τεχνοκρατική ορολογία του συρμού) που συνεπάγεται μια ηθικιστική προσέγγιση της κοινωνικής πραγματικότητας, είναι η ιερή αποστολή που καλούνται να φέρουν σε πέρας οι μηχανισμοί της αγοράς, οι οποίοι διεκδικούν με τρόπο όλο και πιο επιθετικό το μονοπώλιο στην διαμεσολάβηση όλων των ατομικών και συλλογικών αναγκών και επιθυμιών. Ο Σαντ ήταν ο προάγγελος του πνεύματος της εποχής μας, εξού και η δημοτικότητα που απολαμβάνει στις μέρες μας και η απήχηση που δείχνει να έχει το έργο του στους κύκλους των καλλιεργημένων παιδιών της μπουρζουαζίας που αναζητούν τρόπους να εκδηλώσουν την αποστροφή τους προς το σύστημα, χωρίς ωστόσο να προτίθενται να κόψουν τους (επωφελείς) υλικούς δεσμούς τους με αυτό. Όμως, σε μια εποχή όπου οι πλούσιοι μπορούν να παραγγείλουν την κινηματογράφηση της δολοφονίας ενός κοριτσιού ώστε να την «απολαύσουν» ύστερα στην ηρεμία του πολυτελούς σαλονιού τους, οι φιλολογικές περιπλανήσεις του Σαντ στις σκοτεινές απολαύσεις της σάρκας και του πνεύματος ωχριούν κι έχουν απολέσει προ πολλού την ικανότητα τους να σοκάρουν. Όταν τα πάντα είναι προς πώληση, ο Σαντ ακούγεται μάλλον σαν η φωνή της λογικής, ένας συγγραφέας με διαίσθηση και διεισδυτικές αναλυτικές ικανότητες, ο οποίος μπόρεσε να προφητέψει τα μελλούμενα. Η λαγνεία και η αμετροέπεια που εκφράζει ο Σαντ στα έργα του σκανδαλίζει πολύ λιγότερο τους θεσμούς της «δημοκρατίας», απ’ όσο τους εξαγριώνει το θέαμα «ευσεβών» μουσουλμάνων γυναικών που επιμένουν να φορούν την χιτζάμπ σε δημόσιους χώρους. Από αυτή την άποψη, η επίδειξη ενός πνεύματος θρησκόληπτης εγκράτειας, φαίνεται πως παρακωλύει την ομαλή λειτουργία του συστήματος πιο αποτελεσματικά από την έξαρση της πιο αχαλίνωτης επιθυμίας. Γιατί όπως γράφει ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ, «Άπαξ και οι λαοί συνηθίσουν στους αφέντες, δεν είναι πια σε θέση να ζήσουν χωρίς αυτούς. Εάν προσπαθήσουν να αποτινάξουν τον ζυγό, κατορθώνουν μόνο να μεγαλώσουν την απόσταση που τους χωρίζει από την ελευθερία, γιατί, θεωρώντας λανθασμένα ότι ελευθερία σημαίνει το αυθαίρετο δικαίωμα του καθενός να κάνει ότι θέλει, που ουσιαστικά είναι το αντίθετο της ελευθερίας, οι επαναστάσεις τους πάντοτε τους παραδίδουν έρμαια στις διαθέσεις λαοπλάνων, οι οποίοι τελικά τους δένουν με αλυσίδες βαρύτερες από τις προηγούμενες».[ii]

[i] Για μια εις βάθος ανάλυση του καταναλωτικού ήθους και του περιεχομένου της κοσμοθεωρίας του καταναλωτή βλ. Ζ. Μπάουμαν, Η Εργασία, ο Καταναλωτισμός και οι Νεόπτωχοι (Μεταίχμιο).

[ii] J. J. Rousseau, Discourse on the Origin of Inequality (Hackett), σελ. 3.

Ολιγαρχία και Δημοκρατία

        Δεξιά και Αριστερά! Οι όροι είναι παρωχημένοι. Γεννήθηκαν μέσα στη Γαλλική Επανάσταση και έχασαν τη σημασία τους μες τα αποκαΐδια της Ρώσικης.
         Η Σοβιετική Ένωση επιβίωσε σαν γραφειοκρατικός καπιταλισμός, όπου μια τάξη γραφειοκρατών –στη θέση μιας αδύναμης αστικής τάξης – θα εκσυγχρόνιζε τη χώρα. Μπορεί να μην είχαν στα χέρια τους την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής (σαν να λέμε τα εργοστάσια που τα φουγάρα τους καπνίζουν) αλλά είχαν (συλλογικά, σαν τάξη) τον απόλυτο έλεγχο πάνω σ’ αυτά και την αποκλειστική διεύθυνση της κοινωνίας. Οπότε κάνει το ίδιο!                                                                                                 
        Κατά τα άλλα το καθεστώς εξασφάλιζε γάλα για τα παιδιά, χορηγούσε εισιτήρια για την όπερα, ασκούσε εξωτερική πολιτική μέσα από τα κομμουνιστικά κόμματα και τύπωνε προπαγανδιστικές αφίσες,. Τα ίδια έγιναν και στην Κίνα 30 χρόνια αργότερα. Κι εκεί επίσης η τεχνική καθυστέρηση έπρεπε να αντισταθμιστεί με τεράστιες ποσότητες ιδεολογίας.
        Στη Δύση, η Αριστερά επέζησε από όλες αυτές τις συμφορές, παίρνοντας αργά και επώδυνα, αποστάσεις από τις Μέκκες ενός τέτοιου επάρατου «σοσιαλισμού». Είχε όμως – μη το ξεχνάμε αυτό – και ένα γερό ατού που την έσωζε: την καθυστέρηση της πολιτικής συνείδησης των πληθυσμών. Μαθημένοι αυτοί στην πολιτική απάθεια, στην ανάθεση της ευθύνης για τη ζωή τους σε ξένα χέρια, στην κατοχύρωση από το κράτος των μικροαπολαύσεών τους, καταφεύγοντες στην ιδιωτεία χρειάζονταν, ακριβώς, πολιτικούς πάτρωνες. Ιδού λοιπόν και ξανά ιδού για την Αριστερά!   
     Ωστόσο όπου αυτοί οι πληθυσμοί ξεσηκώθηκαν , για αγνώστους πάντα λόγους, (φερ’ ειπείν το ’68) και έγιναν κάτι σαν όχλος – ή και λαός – η Αριστερά  αιφνιδιάστηκε και απειλήθηκε όσο και η Δεξιά. Άρα, δικαιούμαι να λέω ότι ο καπιταλισμός, αυτή η φρικτή κοινωνία της αποξένωσης, κινείται με δύο τουρμπίνες, μια δεξιά και μια αριστερή!
       Εδώ, στην Ελλάδα, όπου από την δημιουργία τού εθνικού κράτους ζούμε σε μια κατάσταση κηδεμονίας και τώρα περνάμε, ρυμουλκούμενοι, σε  κάποιο καθεστώς αποικίας είχαμε την ευκαιρία να μοιραστούμε ένα ακόμα κοινό μυστικό:  όποτε οι ηγετικές κλίκες χρειάστηκε να εκχωρήσουν έδαφος (Κύπρος επί παραδείγματι) χρησιμοποίησαν την Δεξιά. Η Αριστερά, εγγενώς και από λίκνου «διεθνιστική» δεν είχε σοβαρές αντιρρήσεις. Κι όποτε οι κυρίαρχες κλίκες χρειαστεί να λεηλατήσουν την κοινωνία (απολαβές και δικαιώματα) καλόν είναι να γίνεται αυτό με μια αριστερή κυβέρνηση. Η Δεξιά, η «αντιλαϊκή» Δεξιά, θα υπερακοντίσει. Παράδειγμα, αυτό που γίνεται τώρα, όπου η Αριστερά στην εξουσία καταφέρνει πράγματα που η Δεξιά ούτε καν θα μπορούσε να ονειρευτεί.  Αν όλα τούτα, όπως και τα προηγούμενα, συμβαίνουν χωρίς πολλές αντιδράσεις, αυτό γίνεται δυνατό γιατί, ως και στο υποσυνείδητό μας, η Δεξιά είναι ιδιοκτήτρια του έθνους και της πατρίδας και η Αριστερά ιδιοκτήτρια της κοινωνίας. Οι ρόλοι είναι σαφείς και σοφά διαμοιρασμένοι. Και δεν είναι παρά ομόσταυλοι!
     Όπως όμως οι μεν δεν νοιάζονται για το ένα έτσι και οι δε δεν νοιάζονται για το άλλο. Μόνο τους μέλημα να άρχουν.   
     Αυτά είχα να πω, και αμαρτίαν ας έχω, λάθος όμως ουκ έχω!
     Τώρα λοιπόν που μπαίνουμε σε κάποια ζώνη του Λυκόφωτος άφωνοι και περιδεείς, λες και βλέπουμε κάποιο κινηματογραφικό έργο και δεν συμβαίνει αυτό πραγματικά σε μας, μήπως –αν θέλουμε να κάνουμε κάτι- πρέπει να πάψουμε να χρησιμοποιούμε μια γλώσσα εξ αρχής υπονομευμένη?  Γιατί η κομματική διαμάχη, κάθε κομματική διαμάχη, είναι μια σκιαμαχία, μια μάχη φαντασμάτων που συμβαίνει πάνω στη σκηνή. Πίσω απ’ τη σκηνή, εκεί που βρίσκονται οι πραγματικές μηχανές και οι μηχανισμοί, το πραγματικό πολιτικό σχίσμα του κόσμου μας είναι η διαμάχη ανάμεσα στην Ολιγαρχία και τη Δημοκρατία.  Η πραγματική σύγκρουση που σημάδεψε την πολιτική ζωή στην αρχαία Ελλάδα ξαναεμφανίζεται ολόφρεσκια στις μέρες μας. Ναι, σαν να μην πέρασε μια μέρα!
    Προσφάτως, έγιναν κάποιες συζητήσεις για την Άμεση Δημοκρατία. Η γνώμη μου είναι ότι ο όρος αποτελεί πλεονασμό. Δεν υπάρχει Άμεση Δημοκρατία. Η Δημοκρατία ή είναι άμεση ή δεν είναι! Κι αν δεν μας μένει παρά να είμαστε Δημοκράτες, πρέπει να γνωρίζουμε τι είναι Ολιγαρχία, ποιοι είναι οι Ολιγαρχικοί, πού και πώς κρύβονται και με ποιους τρόπους απεργάζονται τον ισόβιο αποκλεισμό μας από τις αποφάσεις που μας αφορούν.
     Κι αν θέλουμε να ξεφύγουμε απ’ την απραξία και να λυθούν τα μάγια που μας δένουν ας σταθούμε μπρος στην αρρώστια μας που είναι ο φόβος, ο μέγας φόβος της προσωπικής ευθύνης, κι ας αρχίσουμε  να προφέρουμε τα γράμματα ένα-ένα και να συλλαβίζουμε τις λέξεις: Τι είναι Δήμος, τι Δημοκρατία, ποια τα καθήκοντα που απαιτεί, ποιο είναι το περιεχόμενό της και ποιοί οι σκοποί της!  Ώστε να μπορέσει να αρχίσει η μεγάλη συζήτηση του καιρού μας τη στιγμή που θα γίνεται το πρώτο βήμα.
                                                                                                             Β.Η    
πηγή:
http://metamesonyktiaemerologia.blogspot.ca

Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2015

Το σύμπλεγμα της Μέδουσας στην ελληνική κοινωνία

The andidote to despair is action

Φανταστείτε ένα κοπάδι αντιλόπες που βόσκουν στη σαβάνα. Το χορταράκι είναι τρυφερό, πριν λίγες μέρες σταμάτησε η βροχή. Οι αντιλόπες μασουλάνε, μηρυκάζουν και κουτσομπολεύουν. Τότε ξαφνικά ο άνεμος αλλάζει και στα ρουθούνια τους φτάνει μυρωδιά από… Κίνδυνος!

Μέχρι να συνειδητοποιήσουν τι συμβαίνει ένα τσιτάχ πετάγεται απ’ τα ψηλά χόρτα και τους επιτίθεται. Το τσιτάχ πιάνει τα 100 χιλιόμετρα σε λίγα δευτερόλεπτα.

Όλες αρχίζουν να τρέχουν, αλλά μία, που παράφαγε, αργεί ένα δευτερόλεπτο. Το τσιτάχ τη καταδιώκει, τη φτάνει, πηδάει πάνω της και…

Η αντιλόπη πέφτει. Δεν είναι νεκρή, αλλά δεν νιώθει τίποτα πια, έχει «παγώσει».

Αυτή την κατάσταση οι ηθολόγοι την ονομάζουν «αντίδραση ακινησίας».

~~

Στη χώρα μας, όπου δεν υπάρχουν αντιλόπες και τσιτάχ, ίσως να το έχετε παρατηρήσει όταν οδηγάτε σε κάποιον επαρχιακό δρόμο. Ένας λαγός που θα βρεθεί μπροστά στο αυτοκίνητο σας θα «παγώσει», σαν να περιμένει το θάνατο.

Μπροστά στον κίνδυνο όλα τα ζώα, συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπου, αντιδρούν συνήθως με φυγή ή πάλη. Αν νομίζουν ότι μπορούν να κερδίσουν επιτίθενται. Αν νομίζουν ότι δεν μπορούν να κερδίσουν τρέπονται σε φυγή.

Η τρίτη περίπτωση, του παγώματος, συμβαίνει όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν πολύ πιο ισχυρό αντίπαλο και αντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούν να φύγουν.

Η αντίδραση ακινησίας εξυπηρετεί δύο σκοπούς:
Αν ο θύτης δεν σιγουρευτεί πως το θύμα είναι νεκρό (πράγμα που σπάνια ξεχνάνε να κάνουν τα τσιτάχ), τότε καθώς θα το κουβαλάει σε κάποιο ήσυχο μέρος για να γευματίσει ή καθώς θα κοιτάει τριγύρω μήπως έρθει κάποιο άλλο αρπακτικό, ισχυρότερο, το θύμα έχει την ευκαιρία να επιχειρήσει μια απόδραση.

Ακόμα, όμως, κι αν το τσιτάχ αρχίζει να κατασπαράζει αμέσως την αντιλόπη, το πάγωμα της προσφέρει έναν ανώδυνο θάνατο, αφού οι μηχανισμοί πόνου βρίσκονται υπό καταστολή.

~~

Αυτή η ψυχική αποσύνδεση έχει περιγραφεί κι από έναν άνθρωπο που έγινε βορά λιονταριού.

Ο γνωστός εξερευνητής της μαύρης ηπείρου David Livingstone βρέθηκε κάποτε αντιμέτωπος με τον βασιλιά της ζούγκλας (όχι τον Ταρζάν).

Το αιλουροειδές του επιτέθηκε ξαφνικά, τον άρπαξε από τον ώμο και ξεκίνησε να τον τινάζει «όπως ένα σκυλί τεριέ τινάζει έναν ποντικό».

Και συνεχίζει:
«Το σοκ μου προκάλεσε κατάπληξη. Ήταν κάτι σαν όνειρο, στο οποίο δεν υπήρχε αίσθηση πόνου ούτε συναίσθημα τρόμου, αν και είχα απόλυτη συναίσθηση των όσων συνέβαιναν.»

Ο Livingstone επέζησε για να μπορέσει να μας περιγράψει αυτή την εμπειρία αποπροσωποίησης. Ενώ, όμως, λίγοι άνθρωποι έχουν επιβιώσει από επίθεση λιονταριού, έχουμε πολλές παρόμοιες μαρτυρίες από βετεράνους πολέμου.

Οι στρατιώτες που έχασαν κάποιο μέλος τους ή είχαν διαμπερές τραύμα από βλήμα/θραύσμα αναφέρουν μια κατάσταση αποπροσωποποίησης, όπως αυτή του εξερευνητή.

Λέει ο βετεράνος του Βιετνάμ Τζον Κ:
«Άκουσα την έκρηξη του ολμού και πετάχτηκα στο έδαφος. Ευτυχώς, σκέφτηκα, δεν χτυπήθηκα. Είδα, σαν να ήμουν σε ταινία, τον νοσοκόμο να τρέχει πάνω μου. Άρχισε να ασχολείται με τα πόδια μου και τον είδα να γίνεται όλος κόκκινος, από το αίμα. Μου φάνηκε παράξενο και κοίταξα κάτω… Και είδα ότι δεν είχα πόδια… Αλλά δεν ένιωθα πόνο, δεν ένιωθα καν να είμαι εγώ.»

Μια παρόμοια κατάσταση περιγράφει κι ο Τζορτζ Όργουελ, όταν τραυματίστηκε στην Ισπανία.
“Σε γενικές γραμμές είχα την αίσθηση ότι βρισκόμουν στο κέντρο μιας έκρηξης. Μου φάνηκε ότι ακούστηκε ένας δυνατός πάταγος και ότι με τύλιξε ένα εκτυφλωτικό φως, κι ένιωσα ένα τρομερό σοκ -όχι πόνο, απλώς ένα βίαιο σοκ, σαν από ηλεκτρική εκκένωση. Μαζί του μια αίσθηση απόλυτης αδυναμίας.” (Ο θάνατος του συμβατικού κυρίου Όργουελ – http://sanejoker.info/2014/11/near-death-experience-orwell.html)

~~

Τελευταίες έρευνες έδειξαν ότι αυτή η έλλειψη πόνου οφείλεται στην ενδορφίνη β, μια ορμόνη που εκκρίνει ο εγκέφαλος και είναι πενήντα φορές πιο ισχυρή από τη μορφίνη.

Ο Peter Levine, γιατρός, βιολόγος και ψυχολόγος, με ειδικότητα στη διαταραχή μετατραυματικού άγχους (ΔΜΤΑ) αποκαλεί αυτήν την κατάσταση το «σύμπλεγμα της Μέδουσας».

Όπως όποιος αντίκριζε καταπρόσωπο τη μυθολογική Μέδουσα γινόταν άγαλμα, έτσι και το ζώο (ή άνθρωπος), όταν βιώσει μια αναπάντεχη και συντριπτική εμπειρία, «παγώνει».

~~

Αν επιχειρήσουμε έναν ζωομορφισμό της ελληνικής κοινωνίας μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το «σύμπλεγμα της Μέδουσας» για να προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε την αντίδραση της στην συντριπτική εμπειρία της οικονομικής κατάρρευσης.

Η Ελλάδα, ως αντιλόπη, μηρύκαζε αμέριμνη τα φρέσκα χορταράκια που της είχαν προσφέρει οι βροχές της ένταξης στο ευρώ.

Όταν της επιτέθηκε το τσιτάχ του νεοφιλελευθερισμού ήταν πολύ χοντρή και ανόητη για να τρέξει, ήταν πολύ αργά για να ξεφύγει.

Αν στεκόταν, μαζί με τις υπόλοιπες αντιλόπες και τα γκνου, να αντιμετωπίσει το σαρκοφάγο, εκείνο θα αποθαρρυνόταν και θα έφευγε. Όμως τα φυτοφάγα σπάνια το κάνουν αυτό.

Άλλωστε την είχαν πείσει ότι κάθε αντίδραση, κάθε αντίσταση, είναι περιττή και μάταιη. Και ίσως να μην είχαν άδικο, αφού η αντιλόπη μόνη της δεν μπορεί να νικήσει ένα αιλουροειδές, όπως και ένα μικρό κράτος βρίσκεται σε μειονεκτική θέση όταν αντιμετωπίζει την ξαφνική επίθεση κρατών και οργανισμών πολύ πιο ισχυρών από αυτό.

Μετά το σοκ της επίθεσης και την επίκτητη (με τη βοήθεια των media) ανημποριά, το αιχμαλωτισμένο ζώο πάγωσε.

Με αυτήν την αντίδραση πετυχαίνει δύο πράγματα:
Είτε θα φαγωθεί χωρίς πόνο είτε θα περιμένει την κατάλληλη ευκαιρία για να δραπετεύσει.

~~

Η ελληνική κοινωνία ποντάρει πολλά σε αυτό το πάγωμα, που συνήθως συνοδεύεται από φράσεις του τύπου «think positive», «keep calm», «τη δουλειά μου να κοιτάω» κλπ.

Έχει μείνει αδρανής, ελπίζοντας πως θα μπορέσει να ξεφύγει, μόλις το αρπακτικό στρέψει αλλού την προσοχή του (και προσεύχεται για έναν πόλεμο κάπου μακριά).

Δεν πολεμάει, δεν αντιδράει. Ουσιαστικά ζει μια κατάσταση αποπροσωποίησης, λες και ό,τι βιώνει συμβαίνει σε κάποιον άλλον, λες και όλα είναι ένα άσχημο όνειρο, που σύντομα θα περάσει και η ανάπτυξη θα επανέλθει ως δια μαγείας, φέρνοντας πίσω όλο το φρέσκο χορταράκι για να συνεχίσουν τη νομή.

~~

Από τη μεριά του αρπακτικού, το δόγμα του σοκ που αναφέρει και η Ναόμι Κλάιν, είναι ακριβώς η σωστή τακτική εξουδετέρωσης του θύματος.

Δεν του αφήνει χρόνο να σκεφτεί, να αντιδράσει, να συνασπιστεί. Είναι βέβαιο ότι το θήραμα θα αφεθεί να κατασπαραχτεί, ελπίζοντας μάταια στο έλεος του κυνηγού.

~~

Μπορούμε επίσης να φανταστούμε κάθε αντιλόπη όχι ως κράτος, αλλά ως μεμονωμένο άτομο, και το κοπάδι ως την ελληνική κοινωνία.

Όταν το αιλουροειδές επιτέθηκε, οι αντιλόπες δεν συνασπίστηκαν για να το διώξουν, αλλά τράπηκαν σε φυγή αφήνοντας πίσω τους πιο αδύναμους.

Αυτό το μοντέλο της «επιβίωσης του ισχυρότερου» προωθούν και οι ίδιοι οι νεοφιλελεύθεροι, αυτό είναι το σλόγκαν κάθε σαρκοφάγου. Κάποιοι θα φαγωθούν για να ζήσουν οι άλλοι.

Αλλά υπάρχει μια βασική διαφορά ανάμεσα στα τσιτάχ και στον νεοφιλελευθερισμό: Ο δεύτερος είναι αδηφάγος. Δεν χορταίνει με έναν.

Το τσιτάχ θέλει μόνο να τραφεί. Ο άνθρωπος θέλει να κυριαρχήσει.

Και η κυριαρχία επιτυγχάνεται μέσω του γενικού τρόμου, της κοινωνικής αποσάθρωσης, της εμφύλιας σύγκρουσης και της γενικευμένης αναταραχής.

Στην αναμπουμπούλα το τσιτάχ χαίρεται.

~~

Και θα σας πω μια πιθανή διέξοδο από το «σύμπλεγμα της Μέδουσας» χρησιμοποιώντας μια αληθινή ιστορία:

Το 1976, στο Τσοντίλλα της Καλιφόρνια, 26 παιδιά απήχθησαν μέσα από το σχολικό τους λεωφορείο. Οι απαγωγείς τα πήγαν σε ένα λατομείο και τα φυλάκισαν σε μια «τρύπα», ένα τροχόσπιτο θαμμένο κάτω από τόνους χώματος.

Τα παιδιά έμειναν μια ολόκληρη μέρα εκεί μέσα, μέχρι που κατάφεραν να αποδράσουν, χωρίς κανένα να τραυματιστεί.

Σωματικά, γιατί ψυχικά όλα τραυματίστηκαν. Οι ψυχίατροι που τα παρακολούθησαν βρήκαν ότι όλα παρουσίαζαν «μακροπρόθεσμα σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχολογική, την ιατρική και την κοινωνική τους λειτουργικότητα.»

Όλα εκτός από ένα, τον δεκατετράχρονο Bob Barklay. Τι είχε συμβεί; Γιατί ο Μπομπ δεν παρουσίασε ΔΜΤΑ;

Τα παιδιά, όπως είπαμε, είχαν φυλακιστεί κάτω από τόνους χώματος. Όταν κάποιο έγειρε πάνω σε έναν ξύλινο πάσαλο το «ταβάνι» υποχώρησε και το χώμα άρχισε να μπαίνει στην «τρύπα» τους, σαν μέσα σε μια κλεψύδρα.

Τα περισσότερα παιδιά έμειναν αποσβολωμένα, περιμένοντας το τέλος τους. Άλλα μόνο ούρλιαζαν.

Τότε ο Μπομπ ξεκίνησε να σκάβει. Κατάφερε να συνεφέρει ένα ακόμα παιδί για να τον βοηθήσει. Τελικά, χάρη στην πρωτοβουλία του Μπομπ, έφτιαξαν ένα μικρό τούνελ και κατάφεραν να βγουν πριν θαφτούν ζωντανοί.

Αυτό που απάλλαξε τον Μπομπ από το «σύμπλεγμα της Μέδουσας» και το επακόλουθο ΔΜΤΑ, ήταν ακριβώς η κινητοποίηση του. Δεν έμεινε απαθής, περιμένοντας το θάνατο. Αντέδρασε, προσπάθησε και χάρη στην κινητοποίηση του σώθηκαν όλοι.

~~

«The andidote to despair is action», έλεγε η Joan Baez. Αυτή είναι και η μόνη σωτηρία για την αντιλόπη: Η δράση.

Σε διακρατικό επίπεδο είναι ο συνασπισμός όλων των φυτοφάγων, των αδύναμων κρίκων, των γουρουνιών, ενάντια στο αδηφάγο αρπακτικό.

Όσο ο καθένας νοιάζεται μόνο για το τομάρι του το αρπακτικό θα είναι πιο δυνατό. Το «σύμπλεγμα της Μέδουσας» ωφελεί συνήθως τους θύτες. Σπάνια τα θύματα.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Γελωτοποιός http://sanejoker.info/

http://www.nostimonimar.gr

https://anhsyxia.wordpress.com

 

Το μηχάνημα, η κουκούλα και το πρόσωπο

Δανάη Παναγιωτοπούλου

Την άνοιξη του 1770, ο Wolfgang von Kempelen, μετά από πρόκληση της αυτοκράτειρας Μαρίας Θηρεσίας, της παρουσίασε τον περιβόητο Τούρκο, μια μαριονέτα καθισμένη πάνω σε μια περίεργη κατασκευή. Η μαριονέτα αυτή μπορούσε, είπε ο Kempelen, να παίξει σκάκι. Ένα αυτόματο, ένα μηχανικό παιχνίδι έμελλε να εξάψει τη φαντασία, να ανοίξει μια καινούρια ψηφίδα στον κοινό τόπο και να βάλει μια σημαντική σφραγίδα στην προσπάθεια του μοντέρνου ανθρώπου να αυτοπροσδιοριστεί, με αντίπαλο δέος την ιδέα της μηχανής. 

Η ιστορία είναι λίγο πολύ γνωστή,  ο Τούρκος έγινε διάσημος και έφτασε να παίξει ακόμα και με τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη, απασχόλησε τον ημερήσιο τύπο, γράφτηκαν βιβλία και έδωσε κίνητρο σε άλλους να αποπειραθούν να φτιάξουν μια “μηχανή που να σκέφτεται”. 
Το 1940, λίγο πριν την τραγική του αυτοκτονία, ο Walter Benjamin στέλνει στην Gretel Adorno ένα αδημοσίευτο κείμενό του, 18 θέσεις για τη φιλοσοφία της ιστορίας. Το κείμενο αυτό ξεκινάει ως εξής: “Πρέπει, λένε, να είχε υπάρξει ένας αυτόματoς μηχανισμός που να ήταν κατασκευασμένος έτσι ώστε να κερδίζει μια παρτίδα στο σκάκι, απαντώντας σε κάθε κίνηση του αντιπάλου με μία αντίθετη. Μια κούκλα με τουρκική στολή, στο στόμα ένα ναργιλέ, καθόταν μπροστά στη σκακιέρα, που ήταν τοποθετημένη σε ένα απλόχωρο τραπέζι. Ένα σύστημα καθρεπτών δημιουργούσε την ψευδαίσθηση πως αυτό το τραπέζι ήταν διαφανές από όλες τις πλευρές. Στην πραγματικότητα, ένας καμπούρης νάνος, που ήταν πρωταθλητής στο σκάκι, καθόταν εκεί μέσα και κατεύθυνε το χέρι της κούκλας με νήματα.”

Και λίγο παρακάτω χρησιμοποιεί τον Τούρκο ως μεταφορά, για να αναφερθεί σε ιδέες που λειτουργούν υπό την προϋπόθεση να παραμένουν κρυμμένες.

“Η κούκλα, που ονομάζεται “ιστορικός υλισμός” είναι απαραίτητο να κερδίζει πάντοτε. Μπορεί δίχως άλλο να αντιμετωπίσει οποιονδήποτε, εάν δέχεται τις υπηρεσίες της θεoλoγίας, η οποία σήμερα, όπως ξέρουμε, είναι κοντή και κακόμορφη και πρέπει να κρατιέται έξω απ’ το προσκήνιο”

Η ιδιοφυής απάτη του Kempelen φτάνει μέσω Benjamin και στον Slavoj Zizek, ο οποίος το 2003 δημοσιεύει ένα βιβλίο με τίτλο Η μαριονέτα και ο Νάνος. Το βιβλίο ξεκινάει με την προτροπή να αντιστραφούν οι όροι όπως ο Benjamin τους βάζει, και προτάσσοντας τη θεολογία να αφήσουμε τον ιστορικό υλισμό (κοντό και κακόμορφο σήμερα) κρυμμένο να ορίζει τις κινήσεις και να νικήσει όλες τις παρτίδες. 

Η ίδια ιδέα του κρυμμένου και του φανερού που σε αποκλειστική συνεργασία λειτουργούν παραπληρωματικά, και σε αυτήν και μόνο τη διάταξη καθίστανται ικανά να παράξουν αποτέλεσμα, κυοφορείται και στο μαγικό σύνθημα των Ζαπατίστας “Κρύψαμε τα πρόσωπά μας για να μας δείτε”. 

Ανδρωνόμαστε στην Ελλάδα των μνημονίων, με μια αγωνία που δεν εφησυχάζει – αναρωτιόμαστε και δοκιμάζουμε ξανά και ξανά ποιο είναι αυτό το μηχάνημα,  ποιο είναι αυτό το σύστημα ιδεών και πράξεων που θα μας κουβαλήσει ένα βήμα πιο κοντά στην ελευθερία, την ισότητα και την αδελφότητα. Γνωρίζουμε όμως πολύ καλά, μετά από αυτό το σύντομο καλοκαίρι του ’15 που πέρασε από πάνω μας, πώς λειτουργεί το μηχάνημα που έρχεται ξανά και ξανά με όλο και μεγαλύτερη ένταση να μας καταπατήσει. Είναι το (πάντα μαζικό) θέαμα, καταναλώνει μία – μία τις περσόνες μαζί με ό,τι αυτές συμβολίζουν/εκπροσωπούν κάθε φορά που χρειάζεται έναν ακόμη φθόγγο στο αφήγημά που κατασκευάζει, και μεσα σε αυτό το διάφανο οθονένιο κουτί κρύβεται και κινεί τα νήματα ο φασισμός. Στο κέντρο ακριβώς – σε κανένα περιθώριο. 

Λέει ο Benjamin στον Adorno, ήδη από το ζοφερό 1940:
Η παράδοση των καταπιεσμένων μας διδάσκει ότι η “κατάσταση έκτακτης ανάγκης” που ζούμε τώρα δεν είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας. Πρέπει να κατορθώσουμε να συλλάβουμε την ιστορία έχοντας αυτή την επίγνωση. Τότε θα διαπιστώσουμε καθαρά ότι αποστολή μας είναι να δημιουργήσουμε μια πραγματική κατάσταση έκτακτης ανάγκης και έτσι θα βελτιωθεί η θέση μας στον αγώνα κατά του φασισμού. Ένας λόγος που ο φασισμός έχει μια ευκαιρία είναι γιατί, στο όνομα της προόδου, αντιμετωπίζεται από τους αντιπάλους του σαν ιστορικό μέτρο. Η έκπληξη για το πως τα πράγματα που ζούμε είναι “ακόμα” και στον εικοστό αιώνα δυνατά, δεν είναι φιλοσοφική. Δεν είναι η απαρχή μιας γνώσης – εκτός κι αν πρόκειται για τη γνώση πως η αντίληψη της ιστορίας από την οποία κατάγεται δεν ευσταθεί.

Δανάη Παναγιωτοπούλου


Διαβάστε σχετικά:

Walter Benjamin Πάνω στην έννοια της ιστορίας, Θέσεις για τη φιλοσοφία της ιστορίας (http://www.sarajevomag.gr/vivliothiki/benjamin.html)
Monster in a Box, The inside story of an ingenious chess-playing machine that thrilled crowds, terrified opponents, and won like clockwork. (Περιοδικό Wired,http://archive.wired.com/wired/archive/10.03/turk_pr.html)
πηγή:
http://www.artinews.gr