ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Κυριακή 26 Μαρτίου 2017

Ρωγμές στην παγκοσμιοποίηση…

του Βασίλη Γάτσιου

Το κείμενο αυτό είναι ομιλία που έγινε στην εκδήλωση με θέμα: “Ρήγματα στην παγκόσμια ισορροπία. Κίνδυνοι και προκλήσεις για τους λαούς”.

Η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση για την οποία συζητάμε σήμερα δεν είναι μύθος. Αν και παρουσιάζεται από τους διανοούμενους που σιτίζονται από τις πολυεθνικές και το κράτος με μυθικές ιδιότητες. Είναι η διεθνοποίηση του κεφαλαίου, που στοχεύει στην επίτευξη του μέγιστου καπιταλιστικού κέρδους. Η τάση για επιστημονική και τεχνολογική ανανέωση, η τάση για αναδιάρθρωση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων και η τάση διεθνοποίησης του κεφαλαίου, είναι εγγενείς στον καπιταλισμό.

Αυτό που «παγκοσμιοποιείται» δεν είναι κάποια τάση υπέρβασης του εθνικού ανταγωνισμού και δημιουργίας μιας ειρηνικής ανθρωπότητας, αλλά η τάση επιβολής των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων σ’ ολόκληρο τον πλανήτη. Η τάση αυτή όμως γεννά νέες αντιθέσεις και ανταγωνισμούς:  ανάμεσα στα  ιμπεριαλιστικά κέντρα,  ανάμεσα στις μητροπόλεις του καπιταλισμού και τον τρίτο κόσμο,  ανάμεσα στις πολυεθνικές και προπαντός αντίθεση, που συνεχώς οξύνεται, ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία.

Η ταξική πάλη και η δυναμική της επέτρεψαν στον καπιταλισμό μέσα από τις  προηγούμενες κρίσεις  να  αφομοιώσει  πρόσκαιρα και σε ένα βαθμό, τις αντιθέσεις ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις που ο ίδιος επαναστατικοποιούσε και τις  εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής.

Πιο συγκεκριμένα:

Στην πρώτη μεγάλη ιστορική κρίση του καπιταλισμού της περιόδου 1873-1895  ο ηλεκτρισμός, ο σιδηρόδρομος, οι μηχανές εσωτερικής καύσης, η μαζική παραγωγή χάλυβα που έδωσε τεράστια ανάπτυξη στην παραγωγή μέσων παραγωγής, “χωνεύτηκαν” στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής με μια σχετικά χαμηλή καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων- πρωτίστως της εργατικής δύναμης -και οδήγησαν στο πέρασμα από το στάδιο του ελεύθερου ανταγωνισμού στο στάδιο του μονοπωλιακού καπιταλισμού.

Στη δεύτερη μεγάλη καπιταλιστική κρίση της περιόδου 1929-1945 η ναυπηγική, η αεροναυπηγική, οι επικοινωνίες και γενικότερα η ποιοτική  ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας κατόρθωσαν να εσωτερικευθούν προσωρινά στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Έτσι ο καπιταλισμός κατόρθωσε να “εξισορροπήσει” την αντίθεση ανάμεσα στην αναζήτηση του μέγιστου κέρδους και την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους και να ξεπεράσει την κρίση προσωρινά. Το ξεπέρασμα της κρίσης  βασίστηκε στη μετάβαση από την απόλυτη στη σχετική υπεραξία, ως κυρίαρχης μορφή εκμετάλλευσης, στην τεράστια καταστροφή των παραγωγικών δυνάμεων μέσα από το β΄ παγκόσμιο πόλεμο, στην νεοαποικιοκρατία και την εκμετάλλευση των πρώτων υλών των χωρών της καπιταλιστικής περιφέρειας, στην ανάδειξη του τεϊλορισμού-φορντισμού ως ηγεμονικού παραγωγικού μοντέλου.  Στην εμφάνιση  του κεϊνσιανού μοντέλου της κρατικής παρέμβασης και στο λεγόμενο  κράτος πρόνοιας στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικά χώρες.

Στην τρίτη μεγάλη δομική κρίση στην ιστορία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής το 1973 – η οποία ξέσπασε μετά τη λεγόμενη χρυσή εποχή του καπιταλισμού από το 1945 έως το τέλος της δεκαετίας του 1960 – η θυελλώδης ανάπτυξη της επιστήμης και η μαζική είσοδος στην  παραγωγή  του ηλεκτρονικού υπολογιστή, η ανάπτυξη  της βιοτεχνολογίας, των  οπτικών ινών και άλλων επιστημονικών επιτευγμάτων προσπάθησαν να χωνευτούν στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής με την αντικατάσταση πλευρών του φορντικού μοντέλου παραγωγής, με νέους συνδυασμούς απόσπασης σχετικής και απόλυτης υπεραξίας,  με την κατάργηση πλευρών του τεϊλορισμού και την ένταξη διανοητικών ικανοτήτων της εργασίας σε ένα νέο είδος ψηφιακού τεϊλορισμού.

Το νέο μοντέλο παραγωγής απαιτεί την κατάτμηση της αλυσίδας παραγωγής σε μικρότερα και ευέλικτα τμήματα που ορίζονται κατά κύριο λόγο από την τεχνολογική συνάφεια. Αυτή η νέα αρχιτεκτονική της πολυδιάσπασης του παραγωγικού έργου ορίζει το μέγεθος των επιχειρήσεων, τη διαφορετικότητα του αντικειμένου εργασίας και δημιουργεί την υλική βάση για την εξατομίκευση του μισθού της εργασίας.

Σ’ αυτή την ευελιξία της παραγωγής εδράζεται και η ευελιξία των εργασιακών σχέσεων (μερική απασχόληση, ωρομίσθιο κλπ).

Επιδιώχτηκε επίσης η έκρηξη των παραγωγικών δυνάμεων να χωνευτεί με επέκταση και ποιοτική εμβάθυνση των καπιταλιστικών ολοκληρώσεων (βλέπε μετεξέλιξη ΕΟΚ σε ΕΕ), με την παραπέρα διεθνοποίηση του παραγωγικού κεφαλαίου, με τη μετανάστευση φτηνού εργατικού δυναμικού από τις υποανάπτυκτες στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικά χώρες.

Αυτή η προσπάθεια αφομοίωσης της επαναστατικοποίησης των παραγωγικών δυνάμεων στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και η εξισορρόπηση  της αντίθεσης ανάμεσα στην αναζήτηση του μέγιστου κέρδους και την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους με διάφορα  πολιτικά μίγματα -με κυρίαρχο από το τέλος της δεκαετίας του 1980 αυτό που ονομάστηκε  νεοφιλελευθερισμός- αποτυγχάνει.

Παρά τις επιμέρους ανακάμψεις της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους για βραχέα χρονικά διαστήματα, τα στοιχεία δείχνουν ότι στον τομέα της μεταποίησης των τριών μεγάλων ιμπεριαλιστικών χωρών ΗΠΑ, Γερμανίας, Ιαπωνίας, από το 1970 έως το 2007 το ποσοστό κέρδους μένει ουσιαστικά καθηλωμένο σε μη ικανοποιητικά επίπεδα για το κεφάλαιο.

Αυτή η ανεπιτυχής προσπάθεια  οδήγησε την παγκόσμια οικονομία σε ένα μακρύ κύμα καθοδικής πορείας από το 1973 μέχρι το 2007 με ενδιάμεσες αναιμικές ανακάμψεις , που διακόπτονταν από  ενδιάμεσες, μερικού χαρακτήρα, κρίσεις όπως: η πετρελαϊκή του 1982, η χρηματιστηριακή του 1987 στις ΗΠΑ, του 1992-93 στην Ιαπωνία, του1997-98 στη Ρωσία-Αν. Ασία, του 2000-01στις ΗΠΑ, φτάνοντας μέχρι την πιστωτική επέκταση του 2001-06  και το ξέσπασμα της τέταρτης μεγάλης δομικής κρίσης στην ιστορία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που εκδηλώθηκε στην κτηματική αγορά των ΗΠΑ το καλοκαίρι του 2007.

Πρόκειται για κρίση σταθμό στην ιστορία των καπιταλιστικών κρίσεων. Η τομή που γίνεται με τούτη δω την κρίση και η διαφορά με τις προηγούμενες έγκειται στο γεγονός ότι: τίθεται σε βαθύτερη κρίση ο νόμος της αξίας άρα και της υπεραξίας, και κατά συνέπεια της κερδοφορίας και της ασθενικής συσσώρευσης του κεφαλαίου, σε τέτοιο σημείο ώστε, να κλονίζεται η ομαλή συνέχιση της διευρυμένης αναπαραγωγής του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Επομένως η κρίση αυτή συνιστά συνέχεια και ποιοτική αναβάθμιση των ιστορικών αδιεξόδων του καπιταλισμού.
Εκδήλωση της εξάντλησης των ιστορικών του ορίων είναι ότι για πρώτη φορά στην ιστορία των καπιταλιστικών κρίσεων επιχειρεί να βγει από την κρίση του με την πολιτική που οδηγήθηκε σ’ αύτη. Δηλαδή με την πολιτική του νεοφιλελευθερισμού. Νεοφιλελευθερισμού ακόμα βαθύτερου και  αντιδραστικότερου.

Αυτή είναι η υλική βάση της δικής μας αισιοδοξίας. Στην ουσία ο καπιταλισμός δεν χωρά στον εαυτό του, δεν μπορεί να εσωτερικεύσει, χωρίς σοβαρές διαταραχές, τις παραγωγικές δυνάμεις που ο ίδιος επαναστατικοποιεί και  γι’ αυτό και τις ακρωτηριάζει. Ακρωτηριάζει  κυριολεκτικά ό,τι …περισσεύει: δικαιώματα, ανάγκες, σύγχρονες ιστορικά διαμορφούμενες δυνατότητες.

Ακρωτηριάζει και “καταστρέφει” πάνω απ όλα την κύρια παραγωγική δύναμη, που αποτελεί την πηγή των κερδών του: τον εργαζόμενο άνθρωπο. Με μια πρωτοφανή βιολογική και ηθική εξόντωση της εργατικής δύναμης, με τη μαζική δομική ανεργία, τις ελαστικές σχέσεις εργασίας, την πολιτιστική υποδούλωση. Αυτός είναι μονόδρομος επιβίωσης για τον καπιταλισμό και όχι μια από κάποιες επιλογές.

Οι ιστορικού χαρακτήρα αλλαγές στο παραγωγικό και τεχνολογικό μοντέλο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής δεν υλοποιούνται από τη μια μέρα στην άλλη. Η προσπάθεια που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1970 και  συνεχίστηκε με το ξέσπασμα της κρίσης συνεχίζεται ακόμα και σήμερα με μεγαλύτερη ένταση και βάθος και αναδύει το νέο επιδιωκόμενο μοντέλο παραγωγής.  Του δίνει σάρκα και οστά. Τείνει να το καταστήσει κυρίαρχο.

Γι’ αυτό και το παραδοσιακό μοντέλο εργασίας που ανταποκρινόταν στο ξεπερασμένο φορντικό μοντέλο παραγωγής και κεφαλαιακής συσσώρευσης όπου ο εργάτης κατά κανόνα εργαζόταν με πλήρες ωράριο, οκτώ ώρες τη μέρα  και πέντε μέρες τη εβδομάδα, θα αποτελέσει σχετικά σύντομα παρελθόν, αν τα σχέδιά τους δεν ανατραπούν από την πάλη των εργαζομένων.

Αρκεί μόνο το παρακάτω συγκλονιστικό στοιχείο για να καταλάβει κανείς ποιο είναι  το άμεσο μέλλον που μας επιφυλάσσουν. Σύμφωνα με υπολογισμούς ειδικών η αυτοματοποίηση – ρομποτοποίηση της παραγωγής θα οδηγήσει την επομένη δεκαετία σε απώλεια του 60% έως 90% των θέσεων εργασίας στις αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ στις αναπτυγμένες χώρες υπολογίζεται ότι θα χαθεί το 50% των θέσεων εργασίας!

Από εδώ προκύπτει και η  συζήτηση της κρατικής παροχής για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα που συζητείται σε όλες σχεδόν τις  χώρες του κόσμου ως μέτρο αποφυγής των κοινωνικών εκρήξεων και εξεγέρσεων.

Ο καπιταλισμός για το ξεπέρασμα της κρίσης του, επιπλέον, αναδομεί υπεραντιδραστικά τη σύγχρονη αστική δημοκρατία, το συνολικό πολιτικό εποικοδόμημα και τις διεθνείς γεωστρατηγικές σχέσεις.

Οι  εξελίξεις αυτές και η προωθούμενη αστική κανιβαλική πολιτική εγκυμονούν εφιαλτικές καταστροφές για την εργατική τάξη και τους λαούς. Τα τύμπανα του πόλεμου χτυπούν όλο και δυνατότερα, χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί ακόμα και το ενδεχόμενο ενός τρίτου παγκόσμιου πολέμου.

Η ίδια η κρίση όπως εξελίσσεται οξύνει τις ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις. Ενισχύει τις τάσεις δημιουργίας ενός σύγχρονου πολυπολικού καπιταλιστικού κόσμου.

Σε αυτόν άμεσα οι ΗΠΑ δεν φαίνεται να χάνουν την ηγεμονία, κυρίως την στρατιωτική.

Κλείνει όμως η απόσταση κυρίως στην οικονομία με την Κίνα. Ο αμερικάνος ηγεμόνας τείνει να παραδώσει τα σκήπτρα στον ασιάτη, ενώ παράλληλα Ρωσία, Βραζιλία, Ινδία, Ιαπωνία, Τουρκία  μαζί με την  Ευρωπαϊκή Ένωση -που ηγεμονεύεται από τη Γερμανία- συνθέτουν το σύγχρονο ηγεμονικό κόσμο της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.

Η ίδια η κρίση και η αστική πολιτική διεξόδου από αυτήν αναταράσσουν τις διεθνείς σχέσεις και τις ολοκληρώσεις σε τέτοιο βαθμό ώστε η ΝΑFTA, η αμερικάνικη ολοκλήρωση, να ’χει ξεχαστεί και η ευρωζώνη να βρίσκεται στο επίκεντρο του κυκλώνα.

Η εγκατάλειψη από την αστική τάξη των παραδοσιακών αστικοδημοκρατικών πολιτικών για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της και η σημερινή επιθετικότητα του καπιταλισμού είναι έκφραση της αδυναμίας του να εντάξει με ομαλούς αστικοδημοκρατικούς όρους τη σύγχρονη εργατική τάξη στο εσωτερικό του.

Έκφραση αυτής της αντίφασης, των ορίων και της αδυναμίας τους, πολιτική έκφραση της εσωτερικής αναρχίας του καπιταλισμού είναι ο Τράμπ, ο Φάρατζ, η Λεπέν και γενικότερα το ανερχόμενο ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα του ακροδεξιού νέο-εθνικισμού που εμπεριέχει εντός του το νεοφασισμό.

Αλλά γι’ αυτό είναι και εξαιρετικά επικίνδυνοι.

Εντός αυτής της δυναμικής η προοπτική ανάπτυξης μέσα στις καπιταλιστικές κοινωνίες των δυνάμεων και των σχέσεων που τείνουν να σπάσουν το καπιταλιστικό περίβλημα αποτελούν την αντικειμενική βάση που γεννά, αναγεννά και ενισχύει τα ρεύματα της αντικαπιταλιστικής χειραφέτησης και ανατροπής, μέσα στην εργατική τάξη.

Σε κάθε ίχνος εργατικής αγανάκτησης και διαμαρτυρίας, σε κάθε εκδήλωση αντίστασης και κινητοποίησης, αυτή η τάση συνυπάρχει και συγκρούεται με την παράλληλη τάση διαπραγμάτευσης των όρων και των ρυθμών υποταγής των εργαζομένων με το κεφάλαιο.

Η πλατιά βάση της ανατρεπτικής πολιτικής πράξης από εργατική σκοπιά κρίνεται στη σφαίρα της κοινωνικοπολιτικής δράσης. Κρίνεται απ’ τη συνειδητή επιλογή των δυνάμεων της εργατικής τάξης που συγκρούονται με το κεφάλαιο και οδηγούνται αντικειμενικά σ’ ένα πολιτικό πρακτικό δίλημμα:
Συνολική πολιτική εξάρτησης απ’ τους νόμους αναπαραγωγής του κεφαλαίου και του κράτους του με «επιμέρους διεκδικήσεις και έως εκεί που επιτρέπει το σύστημα» ή συνολική χειραφετητική πολιτική ανατροπής και γι’ αυτό – και κάτω από αυτό – διεκδίκησης και του πλέον «μικρού»;

Απ’ αυτή την άποψη πρέπει να εκτιμηθεί με νηφαλιότητα τόσο η εμφάνιση, ειδικά από την αυγή της κρίσης, ενός αισθητού αλλά αδύναμου ακόμη κοινωνικοπολιτικού ρεύματος εργατικής πολιτικής, όσο και η ηγεμόνευση του  ακόμη από την αστική πολιτική.

Η αστική πολιτική παντοδυναμία που σημαδεύει τη σημερινή εποχή των νέων επαναστατικών προκλήσεων αμφισβητείται από ένα πολυδαίδαλο ρεύμα πολιτικής διεκδίκησης που αποτελείται από  διαφιλονικούμενες ριζοσπαστικές διαφοροποιήσεις.

Το ρεύμα αυτό  διαμορφώνεται κυρίως με βάση την επιδείνωση της κατάστασης της εργατικής τάξης, των μεσαίων πληττόμενων στρωμάτων, της εργαζόμενης και σπουδάζουσας νεολαίας, τις γενικότερες πολιτικές εμπειρίες και αντιφάσεις τους. Πρόκειται για ένα εν δυνάμει ανατρεπτικό ρεύμα που αδυνατεί ακόμη να αναχαιτίζει την ικανότητα του καπιταλισμού να ανασυγκροτείται σε αντιδραστική κατεύθυνση. Είναι ένα ρεύμα που τείνει να διαχωρίζεται αλλά και να επανασυνδέεται πολύπλευρα  με την κυρίαρχη αστική πολιτική.

Πρόκειται για ένα ρεύμα που στο κίνημα εμφανίζεται με συνέχειες και κυρίως ασυνέχειες ακριβώς γιατί λείπει η εργατική επαναστατική πρωτοπορία που θα του δίνει συνέχεια, αποφασιστικότητα και βάθος.

Εκεί όμως είναι η μήτρα γέννησης της «αυθόρμητης τάσης» του συντονισμού των εργατικών αγώνων. Της ευήκοης στάσης στην κριτική του καπιταλισμού. Της ευήκοης στάσης απέναντι στη σύγχρονη «ξύλινη», όπως την αποκαλούν οι αστοί, γλώσσα των μαρξιστικών όρων και της επαναστατικής πολιτικής.

Στην ουσία διανύουμε μια μεταβατική περίοδο, που οι τάσεις της εργατικής χειραφέτησης αναζητούν ανολοκλήρωτα ένα νέο, αυτοτελή, αποφασιστικό ρόλο στο περιεχόμενο και την προοπτική των ταξικών αντιπαραθέσεων.

Η πρωτοβουλία των κινήσεων και η πολιτική υπεροχή εξακολουθεί να αναπτύσσεται περισσότερο προς την πλευρά της υποταγής μέσα στο εργατικό κίνημα. Αλλά με πτώση του δυναμισμού των στοιχείων ανάπτυξης του συστήματος.

Η αντίστροφη μέτρηση προς την άλλη κατεύθυνση, ενώ αποκτά πιο βαθιά χαρακτηριστικά σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο, ωστόσο κινείται ακόμα με ένα δυναμισμό που δεν της επιτρέπει να μετασχηματίζεται σε αυτοτελή ηγεμονεύουσα κοινωνική τάση, να υπερφαλαγγίζει τις τάσεις των συντηρητικών μετατοπίσεων στις διάφορες παραλλαγές τους.

Το ρεύμα της χειραφέτησης περιορίζεται στο να επιβάλλει κάποιες καθυστερήσεις στα μέτρα ή ανακατατάξεις στις μορφές (φθορά κυβερνήσεων) με τις οποίες εκδηλώνεται η συντηρητική στροφή.

Το νέο ποιοτικό στοιχείο αυτής της κατάστασης δεν είναι η – προϋπάρχουσα εξάλλου- αδυναμία της εργατικής χειραφέτησης να μετατρέπεται σε ανεξάρτητο ηγεμονικό κοινωνικό ρεύμα. Είναι η αργή έστω στροφή που η τάση εργατικής χειραφέτησης πραγματοποιεί αναζητώντας μια αυτοτελή πολιτική παρουσία με ηγεμονική φιλοδοξία και στόχευση.

Αυτή η ρευστή κατάσταση  καλλιεργεί την ταλάντευση των αναγεννώμενων πρωτοποριών ανάμεσα στον αναγκαίο ποιοτικό διαχωρισμό τους απ’ τις αστικές παραδόσεις και μορφές της εργατικής πάλης και στον εγκλωβισμό τους, με διάφορες παραλλαγές, στην «ακραία αριστερή» πτέρυγα του παλιού εξαρτημένου κινήματος.

Αλλά αυτή ακριβώς η τάση ποιοτικής αντιστροφής στη δυναμική των κοινωνικών αντιθέσεων και αντιφάσεων είναι που διαμορφώνει και σήμερα ένα κλίμα σκεπτικισμού στις αστικές δυνάμεις.

Η ρευστότητα των πολιτικών επιλογών και ιδεολογικών στηριγμάτων στα διάφορα στρώματα και τάξεις της κοινωνίας θα διατηρηθεί ως ένα σημείο. Η μεταβατικότητα αυτή δεν μπορεί να διαρκέσει πολύ.

Οι αναζητήσεις θα είναι συνεχείς μέχρι να διαμορφωθεί- ανάλογα με το ποια θα είναι η πορεία και της κρίσης και ο χαρακτήρας πολιτικής εξόδου από αυτήν- ένα νέο περιβάλλον κοινωνικής και πολιτικής σχετικής σταθερότητας, με σχετικά προσωρινά παγιωμένους νέους συσχετισμούς.

Πάνω σ’ αυτή τη δυναμική, η νέα κατάσταση που ωριμάζει σημαίνει τη μετάβαση σε μια περίοδο η οποία θα σημαδεύεται από μεγάλες, παρατεταμένες κινητοποιήσεις, γύρω από πλευρές αλλά και γύρω  από την ουσία και τον πυρήνα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Αυτό -και γι αυτό- αξίζει να τα δώσουμε όλα.

Έχοντας επίγνωση των ιστορικών στιγμών που περνάμε, έχουμε την πεποίθηση ότι απαιτείται μια σταθερή πολιτική  συγκέντρωσης δυνάμεων που πρέπει  να επιδιώκει :

1.  Τη διακριτή και ανεξάρτητη συγκέντρωση και παρουσία των δυνάμεων που στοχεύουν στη στρατηγική ανασυγκρότηση ενός κομμουνιστικού προγράμματος, ώστε να δρουν ως ο καταλύτης στην επεξεργασία και προώθηση της εργατικής πολιτικής.

2.  Τη μόνιμη μετωπική πολιτική στρατηγικού χαρακτήρα, ώστε να συσπειρώνονται όλες οι δυνάμεις  επαναστατικής και αντικαπιταλιστικής αναφοράς.

3.  Την ενότητα στη δράση όλων των μαχόμενων δυνάμεων της Αριστεράς στα επιμέρους μέτωπα, τις γειτονιές, τα συνδικάτα, στους χώρους εργασίας και ελεύθερου χρόνου, για τη διεξαγωγή συντονισμένων και αποφασιστικών αγώνων για την ανατροπή της κυβερνητικής πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, που υλοποίει τα συμφέροντα  του ευρωαμερικάνικου κουαρτέτου και της ελληνικής αστικής τάξης.
  1. Τη δημιουργία μαζικών, ανεξάρτητων οργάνων της εργατικής πολιτικής που θα επιβάλλουν  κατακτήσεις εντός του καπιταλισμού αλλά εναντίον του, πρωτίστως στο ζητήματα της ανατροπής της σχέσης κερδών-μισθών και της μείωσης του χρόνου εργασίας, χωρίς μείωση των αποδοχών.
Αυτά αφορούν και την ταξική ανασυγκρότηση  και αναγέννηση του συνδικαλιστικού και εργατικού κινήματος η οποία δεν περιορίζεται στην καταγγελία των αστικοποιημένων και γραφειοκρατικοποιημένων ηγεσιών των ΓΣΕΕ- ΑΔΕΔΥ. Είναι βαθύτερο και ουσιαστικότερο. Έχει άμεση σχέση με τις αλλαγές που συντελούνται στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, τις μορφές εμφάνισης και συγκρότησης των πολυκλαδικών πολυεθνικών μονοπωλίων και τις συνεπαγόμενες αλλαγές που πρέπει να γίνουν στη δομή, τις μορφές οργάνωσης και στο πρόγραμμα πάλης του συνδικαλιστικού και εργατικού κινήματος.
  1. Τις πολιτικές συμφωνίες και πρωτοβουλίες τακτικού χαρακτήρα, στις όποιες συμπεριλαμβάνονται και οι εκλογές, με όλες τις μαχόμενες δυνάμεις της Αριστεράς.
Έτσι μπορεί να εξυπηρετηθεί η προοπτική μιας ιστορικής αντιστροφής, που σημαδεύεται από τα επιτακτικά αιτήματα για «να φάει ψωμί ο εργάτης», απ’ την πάλη για τις ελευθερίες που απαιτεί ο σύγχρονος κοινωνικός πολιτισμός, ώστε η αναγκαιότητα της αντικαπιταλιστικής επανάστασης και της κομμουνιστικής απελευθέρωσης να μετασχηματίζεται σε διεκδικούμενο αίτημα της εργατικής τάξης με την ανάλογη συλλογική πράξη και προσωπική στράτευση.

Παρασκευή 24 Μαρτίου 2017

Νερό ...αυτό το πολυτιμο αγαθό!

Έλενα Χαντζή


Παγκόσμια ημέρα για το νερό σήμερα!

Το νερό πάνω στον πλανήτη δεν είναι κάτι δεδομένο και παρά τη σημασία του, κατασπαταλάται στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη, την ώρα που πολλές περιοχές αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω της λειψυδρίας.



Σημαντικό μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού δεν έχει πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό, με αποτέλεσμα σε καθημερινή βάση, σε περιοχές του πλανήτη, χιλιάδες άνθρωποι, οι περισσότεροι παιδιά, να πεθαίνουν από αίτια που σχετίζονται με το νερό.

  • Το 1/6 του πληθυσμού της γης, δηλαδή πάνω από 1 δισεκατομμύριο ψυχές, δεν έχουν πρόσβαση σε υδάτινες πηγές.
  • 1,1 δισεκατομμύρια άνθρωποι πίνουν νερό από μη ασφαλείς πηγές.
  • 2,5 δισεκατομμύρια στερούνται και των πλέον βασικών συνθηκών υγιεινής.
  • 400 εκατομμύρια παιδιά, σχεδόν το 1/5 των παιδιών του κόσμου, στερούνται ακόμη και την ελάχιστη ποσότητα καθαρού νερού που χρειάζονται για να ζήσουν.
  • 5 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο από ασθένειες σχετιζόμενες με μολυσμένα ύδατα, 10 φορές περισσότεροι από αυτούς που σκοτώνονται κάθε χρόνο σε πολέμους.
  • 300 σημεία σ' όλο τον πλανήτη Βρίσκονται σε διαρκείς αντιπαραθέσεις και αιματηρές συγκρούσεις σχετικά με το νερό, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.

Η Παγκόσμια Ημέρα για το Νερό καθιερώθηκε στη συνδιάσκεψη του ΟΗΕ σχετικά με το περιβάλλον και πραγματοποιήθηκε στο Ρίο Ντε Ζανέιρο της Βραζιλίας το 1992.

Οικονομοκρατία ή Δημοκρατία;

Του Αλέξη Ξιφαρά


Ο Χα-Τζουν Τσανγκ στο εξαιρετικό βιβλίο του με τίτλο «23 αλήθειες που δεν μας λένε για τον καπιταλισμό» και ειδικότερα στην 23η (και ακροτελεύτια) αλήθεια τονίζει ότι η καλή οικονομική πολιτική δεν απαιτεί καλούς οικονομολόγους. [1] Εννοεί φυσικά αυτούς που βγαίνουν από τα πανεπιστήμια κακοί μαθηματικοί αφενός και ανίδεοι ως προς τα οικονομικά και τον πραγματικό κόσμο αφετέρου.
Έχει απόλυτο δίκιο.

Δίκιο έχει επίσης, όταν λέει ότι ως πολίτες παραμένουμε από το ξέσπασμα της κρίσης μέχρι σήμερα αδικαιολογήτως επιεικείς απέναντι στους οικονομολόγους του κυρίαρχου ρεύματος οικονομικής σκέψης που έδειξαν ότι δεν ξέρουν που πάνε τα τέσσερα όσον αφορά στο πώς λειτουργεί ο πραγματικός κόσμος. [2]

Θα φέρω κάποια παραδείγματα που μου αρέσουν πολύ και τα αναφέρω όταν πιάνω κουβέντα με ανθρώπους που όταν ακούνε τον τάδε ή τον δείνα νομπελίστα οικονομικών τον κοιτάνε σαν χάνοι λες και μιλάει ο μέγας επιστήμονας.

Ένας δημοσιογράφος ρώτησε το 2010 τον Eugene Fama, νομπελίστα οικονομολόγο που βραβεύτηκε για την συμβολή του στην υπόθεση των αποτελεσματικών αγορών, τα αίτια της κρίσης του 2007-08. Η απάντησή του ήταν η εξής:«(Laughs) That’ s where economics has always broken down. We don’ t know what causes recessions. Now, I’ m not a macroeconomist so I don’ t feel bad about that. (Laughs again.) We’ ve never known. Debates go on to this day about what caused the Great Depression. Economics is not very good at explaining swings in economic activity». [3]

Τουτέστιν ομολογεί ότι οι οικονομολόγοι της κρατούσας οικονομικής θεωρίας δεν ξέρουν την τύφλα τους.

Άλλη τραγελαφική περίπτωση είναι ο περιβόητος Robert Lucas, άλλος νομπελίστας, ο οποίος το 2003 είπε ότι: «το κεντρικό πρόβλημα της αποτροπής των υφέσεων-κρίσεων επιλύθηκε και για την ακρίβεια έχει επιλυθεί εδώ και πολλές δεκαετίες». [4]

Ναι επιλύθηκε τόσο πολύ που μετά από 5 περίπου χρόνια ξέσπασε η μεγαλύτερη κρίση του καπιταλισμού, μεγαλύτερη σε βάθος και γεωγραφική επέκταση ακόμη και από την κρίση του 1929.

Είναι γεγονός ότι ακόμη και ο μεγάλος Κευνς έκανε τέτοιες ευοίωνες προβλέψεις αιώνιας και απρόσκοπτης ανάπτυξης στη δική του εποχή, πριν ξεσπάσει η κρίση του 1929-30, λέγοντας στους φοιτητές του ότι: «δεν πρόκειται να δούμε νέο κραχ στην ζωή μας». [5]

Φυσικά αργότερα άλλαξε ριζικά τις απόψεις του, με την έκδοση της «Γενικής Θεωρίας της απασχόλησης, του τόκου και του χρήματος» και μέχρι του σημείου να προτείνει την «ευθανασία των ραντιέρηδων» και την μέχρι σ’ ένα βαθμό κοινωνικοποίηση των επενδύσεων προκειμένου να επιτευχθεί η πλήρης απασχόληση. [6]

Προφανώς και η ομοιότητα μεταξύ αυτών των οικονομολόγων (και του Κέυνς στην πρώιμη περίοδό του) είναι αυτό που παρατηρεί και ο Χα-Τζουν Τσανγκ. Ξέρουν λάθος οικονομικά, ήτοι έχουν άχρηστα εργαλεία οικονομική ανάλυσης. Κάτι που μετά από τόσα χρόνια ύφεσης θα έπρεπε να είναι πρόδηλο ακόμη και στον πιο δύσπιστο και επιπόλαιο.

Οπότε συνοψίζοντας:

1) Αν θέλετε να δείτε την οικονομική επιστήμη στα καλύτερά της τότε διαβάστε (ή ακούστε) τα έργα (ή τις ομιλίες και τις διαλέξεις) -τουλάχιστον- των ετερόδοξων οικονομολόγων που προέβλεψαν την κρίση. Θα αναφέρω ενδεικτικά του αγαπημένους μου (και τα πιο αντιπροσωπευτικά τους έργα), που έχω διαβάσει οπότε έχω άποψη.

  • Anwar Shaikh (Capitalism. Oxford University Press, 2016)

Σημειωτέον το 2003 όταν ο νομπελίστας Robert Lucas επαιρόταν ότι είχε βρεθεί η λύση για την αιώνια ανάπτυξη, ο Shaikh προέβλεπε ότι μια νέα κρίση θα ξεσπάσει το 2008-9!! (βλ. τηνεργασία του Shaikh με τίτλο «Profitability, Long Waves and the Recurrence of General Crises»).

  • Michael Roberts (The Long Depression: Marxism and the Global Crisis of Capitalism. Haymarket Books, 2016)
  • Michael Hudson (The Bubble and Beyond, Islet 2014)
  • Steve Keen (Debunking Economics. The naked emperor Dethroned, Zed Books, 2011)

Φυσικά υπάρχουν πολλά ακόμη εγχειρίδια και έργα άλλων συγγραφέων, που είναι εξίσου καλά με τα παραπάνω, και πιθανόν και πιο κατανοητά από τον μέσο αναγνώστη που δεν γνωρίζει την διάλεκτο των οικονομολόγων. Μια εκτενή, όμως, παράθεση προτεινόμενων συγγραμμάτων ξεφεύγει από το κύριο σκοπό του παρόντος σημειώματος.

2) Μην αντιμετωπίζετε με φόβο και με δέος τα οικονομικά. Κάθε ένας από εμάς μπορεί να κατανοήσει τις βασικές αρχές τους. Δεν θα γίνουμε Shaikh, αλλά σίγουρα θα μπορέσουμε να καταλαβαίνουμε αρκετά ώστε να γίνουμε σωστοί πολίτες και όχι κουτόφραγκοι που τους κοροϊδεύει με περίτεχνους όρους ο κάθε τυχάρπαστος πολιτικάντης βουλευτάκος.

Η Οικονομοκρατία


Αρωγός σ’ αυτή μας την προσπάθεια, πέραν των παραπάνω οικονομολόγων, είναι και βιβλία όπως αυτό που εκδόθηκε πρόσφατα με τίτλο: «The Econocracy. The perils of leaving economics to the experts», εκδόσεις Manchester University Press, 2017. Ο υπότιτλος του βιβλίου προσήκει απόλυτα στο θέμα του παρόντος σημειώματος. Αξίζει να τον μεταφράσω: «Οι κίνδυνοι του να αφήνεις τα οικονομικά στους ειδικούς».

Όσον αφορά στον τίτλο του ίδιου έργου οι συγγραφείς τον ορίζουν ως εξής: econocracy = a society in which political goals are defined in terms of their effect on the economy, which is believed to be a distinct system with its own logic that requires experts to manage it. Δηλαδή: η Οικονομοκρατία είναι μια κοινωνία στην οποία οι πολιτικοί στόχοι καθορίζονται βάσει των επιδράσεων τους στην οικονομία, η οποία θεωρείται ότι είναι ένα διακριτό σύστημα με την δική του λογική, γεγονός που απαιτεί ειδικούς για να το διαχειριστούν. [7]

Συνεπώς με το βιβλίο αυτό τα μέλη του δικτύου Rethinking Economics προσπαθούν να γεφυρώσουν την ακαδημαϊκή κοινότητα των οικονομολόγων με τους πολίτες της εκάστοτε χώρας, μέσω της απομυθοποίησης των οικονομικών.

Για να το καταφέρουν αυτό επιτίθενται στα μοντέλα της κρατούσας (νεοκλασικής) οικονομικής θεωρίας, που όχι μόνο απέτυχαν να προβλέψουν την κρίση, αλλά σ’ αυτά η κρίση απλά είναι ένα αδύνατο ενδεχόμενο. Επιπλέον σ’ αυτά (τα μοντέλα) δεν υπάρχουν οι (εκάστοτε) συσχετισμοί δύναμης, απουσιάζει η ανισότητα (η οποία στην εποχή μας έχει γιγαντωθεί, βλ. μελέτες της Oxfam) και όλα τελικά λαμβάνουν μέρος σε «γεωγραφικό κενό». [8]

Δείχνουν με παραδείγματα την αξία του πλουραλισμού στην διδασκαλία των οικονομικών στα πανεπιστήμια (π.χ με τη σύγκριση του NAIRU-Non accelerating Inflation Rate of Unemployment με τον «εφεδρικό στρατό εργασίας του Μαρξ). [9]

Καταπιάνονται με την θεώρηση των κυρίαρχων οικονομικών σε σχέση με το περιβάλλον, όπου και αγγίζουν την έννοια της αποανάπτυξης, μιας έννοιας εχθρικής απέναντι στο φιλοσοφικό πυρήνα των νεοκλασικών οικονομικών, όπου η αέναη ανάπτυξη είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του συστήματος. [10]

Στο κεφάλαιο 4 του βιβλίου γίνεται κατανοητό στον αναγνώστη ότι η ιδεολογική ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού βρίσκεται στο απόγειο της στα οικονομικά τμήματα των πανεπιστημίων. Όπως αναφέρουν οι συγγραφείς επικαλούμενοι μια δήλωση του Chris Giles, οικονομικού συντάκτη των Financial Times, τα οικονομικά κάποτε ήταν ένας κλάδος όπου κάθε οικονομολόγος που σεβόταν τον εαυτό του ήταν εξοικειωμένος με τον Adam Smith, με τις διαφορές των μαρξιστικών από τις μονεταριστικές πολιτικές, και γενικά είχαν πολύ πιο ανοικτό φάσμα γνώσης και προσλαμβανουσών από τους φοιτητές που βγαίνουν τώρα από τις οικονομικές σχολές, οι οποίοι πιστεύουν ότι οι άλλες σχολές σκέψης είναι ξεπερασμένες και συνεπώς δεν αξίζει να τις διδαχτούν. [11]

Εξάλλου, όπως μπορώ να επιβεβαιώσω και εγώ από την δική μου εμπειρία, η ιστορία της οικονομικής σκέψης γίνεται από τους φοιτητές αντιληπτή ως κακό ή τουλάχιστον μη αναγκαίο «σινιάλο» για την εύρεση εργασίας. Κάτι σαν αμπελοφιλοσοφία... Οπότε ποιος ο λόγος διδασκαλίας της;

Όλα αυτά βέβαια δεν ισχύουν. Σε αντίθεση με την ιστορία της φυσικής, η οποία είναι μια αφήγηση αποτυχιών ή ημιτελών θεωριών, η ιστορία της οικονομικής σκέψης είναι πολύτιμη, καθότι παρουσιάζει τις φιλοσοφικές και αξιακές βάσεις της εκάστοτε οικονομικής θεωρίας. Εξετάζει την λογική συνοχή και την ιστορική τεκμηρίωση κάθε θεωρίας, καθώς και τους λόγους που σε κάθε εποχή υπάρχει μια οικονομική θεωρία στο προσκήνιο εκτοπίζοντας τις άλλες. Τελικά, όπως έλεγε και ο Schumpeter, η εξοικείωση με τις θεωρίες των μεγάλων μυαλών του παρελθόντος μας δίνει ιδέες για να λύσουμε τα σύγχρονα προβλήματα.

Είναι τα Οικονομικά η κορωνίδα των κοινωνικών επιστημών;


Κατά τη γνώμη μου βέβαια δεν αρκεί μόνο η διδασκαλία της ιστορίας των οικονομικών θεωριών, η μαρξιστική πολιτική οικονομία, η κευνσιανή οικονομική θεωρία, κοκ. Πρέπει να αντιμετωπιστεί και η αλαζονεία των οικονομολόγων. Όπως λένε και οι συγγραφείς του Econocracy, αναφέροντας τα αποτελέσματα μιας εργασίας του 2015, στην οποία το 53,7% των οικονομολόγων διαφώνησαν με την δήλωση ότι γενικά η γνώση που προκύπτει από μια διεπιστημονική προσέγγιση είναι καλύτερη από την γνώση ενός μόνο γνωστικού πεδίου [12].

Με άλλα λόγια η πλειονότητα των οικονομολόγων, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους κοινωνικούς επιστήμονες (ιστορικούς, ψυχολόγους, ανθρωπολόγους, κτλ), θεωρούν ότι μπορούν να εξηγήσουν την κίνηση των οικονομιών και την συμπεριφορά των ατόμων μόνο με τα εργαλεία των νεοκλασικών οικονομικών, ήτοι με την ισο-οριακή αρχή (κάθε δραστηριότητα πραγματοποιείται μέχρι το οριακό κόστος αυτής να ισούται με το οριακό όφελος που αποκομίζεις απ’ αυτήν),και με την καρικατούρα ανθρώπου, που είναι η βάση της μικροοικονομικής, και δεν είναι άλλη απ’ αυτή του Homo economicus (Οικονομικός Άνθρωπος).

Ο homo economicus έχει ως μοναδικό στόχο την μεγιστοποίηση της ωφέλειας (ή χρησιμότητας) του. Αυτό σημαίνει κατ’ ουσίαν ότι κοιτάει να ικανοποιήσει τις προτιμήσεις του, οι οποίες προκύπτουν από μια ιστορικά σταθερή και αναλλοίωτη ανθρώπινη φύση. Το ατομικό συμφέρον είναι ο μοναδικός ορίζοντας του homo economicus. Σίγουρα κάποιοι άνθρωποι, όντας γαλουχημένοι στις σύγχρονες αστικές κοινωνίες, παρουσιάζουν παρόμοιες συμπεριφορές, αλλά αυτό απέχει πολύ από την ιδρυτική υπόθεση των νεοκλασικών (κυρίαρχων) οικονομικών ότι η χαρακτηροδομή του homo economicus αποτελεί καθολικό γνώρισμα των ανθρώπων, ως είδος εν γένει. Εθνογραφικά [13], ψυχολογικά [14] και βιολογικά δεδομένα [15] δείχνουν ότι ο κόσμος των homo economicus είναι στην πραγματικότητα ένας φανταστικός κόσμος που υπάρχει μόνο στις σελίδες των εγχειριδίων μικροοικονομικής που διδάσκονται στα πανεπιστήμια [16]

Αυτή βέβαια η αλαζονεία και η τύφλωση των οικονομολόγων απέναντι στα συμπεράσματα άλλων επιστημονικών κλάδων, εν μέρει οφείλεται και στο βαθύ κόμπλεξ που ένιωθαν οι πατέρες των Οικονομικών απέναντι σε επιστήμονες, όπως οι βιολόγοι, οι ιατροί, οι φυσικοί και οι μαθηματικοί. Ήθελαν, λοιπόν, να τους ξεπεράσουν, φτιάχνοντας θεωρητικά μαθηματικά μοντέλα, τα οποία θα εξηγούσαν την συμπεριφορά του ανθρώπου σε κάθε ιστορική εποχή. Με απλά λόγια, οι πατέρες των Οικονομικών (και όχι της Πολιτικής Οικονομίας), έπασχαν από το κόμπλεξ κατωτερότητας που προκαλεί την ακόλουθη ναρκισσιστική αντίδραση: όχι μόνο δεν είμαστε οι χειρότεροι, είμαστε οι καλύτεροι!! Αυτή τη λογική, δυστυχώς, την μετέφεραν και στους μαθητές τους μέχρι και σήμερα. Οι οικονομικά και πολιτικά κυρίαρχοι, δε, βοήθησαν στην συντήρηση αυτής της αλαζονείας, από τη στιγμή που τα νεοκλασικά οικονομικά δικαιολογούσαν και νομιμοποιούσαν την εξουσία τους.

Ισηγορία εναντίον ειδικών ή Οικονομοκρατία εναντίον Δημοκρατίας


Συμπερασματικά το βιβλίο πετυχαίνει το στόχο του, απομυθοποιώντας τα οικονομικά, ως το πρώτο βήμα ενός κινήματος πολιτών με στρατηγικό ορίζοντα την κατάκτηση της ισηγορίας στον πολιτικό λόγο και στην διαδικασία λήψης αποφάσεων. Και αυτό γιατί δημοκρατία με ειδικούς στην λήψη αποφάσεων, δηλαδή στο τιμόνι των κοινωνιών, είναι αντίφαση εν τοις όροις. Η δημοκρατία και η σημερινή οικονομοκρατία (σύμφωνα με την ορολογία του βιβλίου - δες παραπάνω) είναι δύο εκ διαμέτρου αντίθετα πολιτικά συστήματα.

Στο πρώτο σύστημα ειδικός για τις πολιτικές αποφάσεις δεν υπάρχει, καθότι η πολιτική στη δημοκρατία ανήκει στη σφαίρα της δόξας και όχι της επιστήμης, ενώ στο δεύτερο οι ειδικοί προσιδιάζουν (ή τέλος πάντως έτσι θεωρούν εαυτούς) στους φιλόσοφους-βασιλιάδες μιας πλατωνικής πολιτείας, δηλαδή μιας αριστοκρατίας, με απούσα βέβαια την αριστεία...

Θεμελιώδες αξίωμα της δημοκρατίας η επαρκής πληροφόρηση των πολιτών


Σίγουρα πάντως το ταξίδι προς την γνώση δεν θα είναι εύκολο. Ποτέ δεν είναι. Όπως έλεγε ο Μαρξ:
«Δεν υπάρχει καμία βασιλική οδός για την επιστήμη, και μόνο εκείνοι που δεν φοβούνται να μοχθήσουν για να σκαρφαλώσουν στα απόκρημνα μονοπάτια της έχουν την προοπτική να φτάσουν στις αγλαές κορυφές της» [17]

Σ’ αυτό το τομέα, δε, η επιστήμη μοιάζει με την δημοκρατία ως προς τις υψηλές απαιτήσεις. Και αυτό γιατί η δημοκρατία είναι το πιο δύσκολο πολίτευμα. Απαιτεί επαγρύπνηση και επαρκή, στο μέτρο του δυνατού, πληροφόρηση από τους πολίτες.

O Θουκυδίδης δια στόματος Περικλή το θέτει ως εξής:

«ἔνι τε τοῖς αὐτοῖς οἰκείων ἅμα καὶ πολιτικῶν ἐπιμέλεια, καὶ ἑτέροις πρὸς ἔργατετραμμένοις τὰ πολιτικὰ μὴ ἐνδεῶς γνῶναι».

Η οποία μεταφράζεται ως εξής: «Επί πλέον, οι ίδιοι εμείς είμαστε σε θέση να φροντίζουμε ταυτόχρονα για τις ιδιωτικές μας υποθέσεις και για τις υποθέσεις της πόλης μας, και ενώ ασχολούμαστε με διαφορετικά επαγγέλματα κατέχουμε καλά τα πολιτικά ζητήματα».

Τα σημερινά πολιτικά ζητήματα, όμως, είναι αξεδιάλυτα συνδεδεμένα με τα Οικονομικά. Με αλλά λόγια η επαρκής πληροφόρηση, που αποτελεί ένα από τα βασικά αξιώματα της δημοκρατίας, απαιτεί στον σύγχρονο κόσμο και γνώσεις επί των οικονομικών. Ας εξηγηθώ εν συντομία.

Στη αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία (462-322 π.Χ) οι πολίτες είχαν καλή γνώση των νόμων που καταγράφονταν σε περίοπτο σημείο σε μάρμαρα και είχαν υψηλό διανοητικό επίπεδο ένεκα της συμμετοχής τους στα κοινά. Αλλά δεν ήταν ανάγκη να έχουν βαθιές οικονομικές γνώσεις. Εξάλλου τότε δεν υπήρχε η «επιστήμη» των οικονομικών. Οι πρώτες σοβαρές απόπειρες εκφοράς οικονομικής θεωρίας έγιναν το 12ο και 13ο αιώνα μ.Χ. με την ανάπτυξη των οικονομικών των πόλεων και της αστικής τους τάξης. Ο «γίγαντας της αρχαίας σκέψης» (κατά τον Μαρξ) Αριστοτέλης, καθώς και ο πολύ μεταγενέστερος του Θωμάς Ακινάτης, και άλλοι, περιέγραφαν την διαχείριση του οίκου, της οικογένειας. [18]

Η Πολιτική Οικονομία, όμως, ως γέννημα της Αναγέννησης, ασχολείται με την πολιτική κοινωνία, δηλαδή με την δημόσια δραστηριότητα. Αν προσθέσουμε στα παραπάνω και ότι οι 3 παραγωγικοί συντελεστές, το κεφάλαιο (είτε ως χρήμα, είτε ως κεφαλαιουχικός εξοπλισμός – μέσα παραγωγής), η εργασία και η γη, στον καπιταλισμό αποτελούν εμπορεύματα, δηλαδή εξ ορισμού προορίζονται για την σφαίρα της ανταλλαγής, όπου επικρατούν ποσοτικές σχέσεις, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι οι σύγχρονες κοινωνίες οργανώνονται σύμφωνα με την λογική της αγοράς. [19]

Συνεπώς τα οικονομικά είναι το κλειδί για την κατανόηση των σύγχρονων αγοραίων κοινωνιών. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο ο σύγχρονος πολίτης χρειάζεται να είναι ενημερωμένος επαρκώς στα οικονομικά ζητήματα. Και για τον ίδιο λόγο είναι επικίνδυνο να αφήνουμε τα οικονομικά στους ειδικούς.

Ή διαφορετικά διατυπωμένο από την Joan Robinson, καθηγήτρια οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Cambridge τις δεκαετίες 1960 και 1970, κάποιος πρέπει να σπουδάσει οικονομικά «για να εμποδίσει τους οικονομολόγους να τον εξαπατούν!» [20].

Τα Οικονομικά να γίνουν κτήμα του λαού: ένα φιλόδοξο πρόταγμα


Στόχος στην Ελλάδα πρέπει να είναι να φτιαχτεί ένα ανάλογο δίκτυο με το Rethinking Economics, ή/και η ένταξη στο υφιστάμενο, ώστε κάποια βασικά οικονομικά μαθήματα να γίνουν κτήμα του λαού μας.

Ο φόβος, σε μερικές περιπτώσεις, απορρέει από την άγνοια. Όταν ο πολίτης γνωρίζει, είναι σίγουρος για τον εαυτό του και την κρίση του, δεν υποτάσσεται στην περίτεχνη και φαινομενικά επιστημονική ορολογία των διάφορων επίδοξων «μάγων» της οικονομίας (ο πρώην πρόεδρος της FED, Alan Greenspan, μου έρχεται πρώτος στο μυαλό) και τελικά επιδίδεται με πάθος και παρρησία στην υλοποίηση κάθε στόχου που θέτει πρωτογενώς μέσα από συλλογικές διαδικασίες.

Για να κλείσω με κάτι πιο χειροπιαστό και συγκεκριμένο. Ένα τέτοιο εγχείρημα εκδημοκρατισμού των οικονομικών μέσω της εξοικείωσης των μαζών, θα μπορούσε να αρχίσει από μια μεγάλη συζήτηση, η οποία θα γίνει σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και η οποία θα καταπιάνεται με τα προγράμματα οικονομικής πολιτικής για την Ελλάδα. [21]

Είναι πρόδηλο (και πιθανότατα μη-αναγκαίο) να τονίσω ότι τόσο τα προγράμματα, όσο και οι αντιρρήσεις σ’ αυτά [22] [23], για να γίνουν αντιληπτά πρέπει ο λαός μας να εξοικειωθεί με την ορολογία. Τι νόημα έχει να γράφεται ένα κείμενο, όταν ο λαός μας αγνοεί τον πληθωρισμό κόστους, τον πληθωρισμό ζήτησης, το προϊόν πλήρους απασχόλησης, την ποσοτική θεωρία του χρήματος και την ενδογενή θεωρία του χρήματος, το αχρησιμοποίητο παραγωγικό δυναμικό της ελληνικής οικονομίας, κοκ, (χρησιμοποίησα σκόπιμα τους όρους αυτούς γιατί εμφανίζονται στα κείμενα που προανέφερα).

Πιστεύω ότι τα δημοκρατικά και ριζοσπαστικά κινήματα και κόμματα οφείλουν να ενσωματώσουν στους στόχους τους ένα τέτοιο εγχείρημα επεξήγησης στο λαό του οικονομικού προγράμματος, παράλληλα με την διδασκαλία των Οικονομικών.

Παραπομπές και βιβλιογραφία


1. Χα- Τζουν Τσανγκ. «23 Αλήθειες που δεν μας λένε για τον Καπιταλισμό». Εκδόσεις Καστανιώτη, 2011. Σελίδες 308-318.
2. http://www.ecnmy.org/engage/ha-joon-chang-learn-economics/
3. Συνέντευξη στον John Cassidy, The New Yorker, 13 Ιανουαρίου 2010.
4. Robert E. Lucas. «Macroeconomic Priorities». Presidential Address delivered at the one-hundred fifteenth meeting of the American Economic Association, January 4, 2003, Washington, DC
5. Αναφέρεται στο R. Skidelsky, «John Maynard Keynes», Volume 2. Macmillan, 1994. Σελ. 341
6. John Maynard Keynes. «Η Γενική Θεωρία της Απασχόλησης του Τόκου και του Χρήματος». Κεφάλαιο 24: Τελικά σχόλια για την κοινωνική φιλοσοφία προς την οποία κατατείνει η γενική θεωρία
7. Joe Earle, Cahal Moran and Zach Ward-Perkins. «The Econocracy. The perils of leaving economics to the experts», εκδόσεις Manchester University Press, 2017. Σελίδα 7.
8. Joe Earle, Cahal Moran and Zach Ward-Perkins. «The Econocracy. The perils of leaving economics to the experts», εκδόσεις Manchester University Press, 2017. Σελίδες 78-79.
9. Όπως παραπάνω. Σελίδα 66
10. Όπως παραπάνω. Σελίδα 75
11. Όπως παραπάνω. Σελίδα 99
12. Όπως παραπάνω. Σελίδα 115
13. Συλλογικό. «Κοινωνίες Μοιράσματος. Οι Σύγχρονοι Τροφοσυλλέκτες». Πολιτειακές Εκδόσεις, 2009
14. Daniel Kahneman. «Σκέψη, Αργή και Γρήγορη». Εκδόσεις Κάτοπτρο, 2013
15. Richard Lewontin. «Δεν είναι απαραίτητα έτσι. Το όνειρο του ανθρώπινου γονιδιώματος και άλλες πλάνες». Εκδόσεις Κάτοπτρο. Σελίδες 292-305
16. Για την αποδόμηση της έννοιας του Homo Economicus βλέπε το σύντομο, αλλά περιεκτικό, κεφάλαιο 2 στο βιβλίο «Κατανοώντας τον Καπιταλισμό. Ανταγωνισμός, Εντολή και Μεταβολή» των S. Bowles, R. Edwards, F. Roosevelt. Εκδόσεις Gutenberg, 2014
17. Karl Marx. Πρόλογος στη Γαλλική Έκδοση του έργου «Το Κεφάλαιο». Τόμος Πρώτος. Εκδόσεις ΚΨΜ, 2016
18. Ernesto Screpanti και Stefano Zamangi. «Η Ιστορία της Οικονομικής Σκέψης». Εκδόσεις Τυπώθητω-Γιώργος Δαρδάνος, 2004. Σελ. 35-45
19. Karl Polanyi. «Ο Μεγάλος Μετασχηματισμός. Οι πολιτικές και κοινωνικές απαρχές του καιρού μας». Εκδόσεις Νησίδες, 2007
20. Αναφέρεται στο «Πολιτική Οικονομία. Η οικονομική θεωρία στο φως της κριτικής». Γιάνης Βαρουφάκης. Εκδόσεις Gutenberg, 2007. Σελίδα 68
21. 1) Πρόγραμμα Μαριόλη, Λαπαβίτσα, Γαβριηλίδη, ΕΔΕΚΟΠ 2) Πρόγραμμα Νίκου Ιγγλέση, «Η επανάσταση του Grexit - Το σχέδιο». Εκδόσεις Λιβάνης, 2015. 3) «Ανταγωνιστικές ερμηνείες και στρατηγικές εξόδου της ελληνικής κρίσης και το πρόβλημα της παραγωγικής ανασυγκρότησης» του Σταύρου Δ. Μαυρουδέα. Περιοδικό Ουτοπία, τεύχος 115, 2016. Σελίδες 25-44. 4) «Η οικονομική πολιτική του Grexit» του Νίκου Στραβελάκη. Περιοδικό Ουτοπία, τεύχος 115, 2016. Σελίδες 45-65.
22. Ηλίας Ιωακείμογλου. «Η δραχμή, ο πολεμικός καπιταλισμός και εμείς». Δημοσιευμένο στις 26 Φεβρουαρίου του 2017
23. Νίκος Στραβελάκης. «Έξοδος από το ευρώ, πορεία ρήξης ή βελούδινο Grexit - Μια κριτική στη Μελέτη Μαριόλη - Λαπαβίτσα

Πηγή: dromosanoixtos.gr

Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

Το βρώμικο γερμανικό παιχνίδι

.
Το βρώμικο γερμανικό παιχνίδι

Οι λύκοι δεν χορταίνουν ποτέ, όσα πρόβατα και αν κατασπαράξουν – ελπίζοντας να καταλάβουν οι Έλληνες ότι, έχουν πληρώσει πια για τις δικές τους ευθύνες πανάκριβα, καθώς επίσης πως οι δανειστές δεν θα σταματήσουν ποτέ, εάν οι ίδιοι δεν τους σταματήσουν.   

.

.
«Αυτό που συμβαίνει με τις «αξιολογήσεις» είναι ουσιαστικά το εξής. Σε κάθε μία που κλείνει τοποθετούνται στόχοι, μετά από διαπραγματεύσεις – άρα νέα μνημόνια. Όταν οι στόχοι αυτοί δεν επιτυγχάνονται, κάτι που συμβαίνει πάντοτε επειδή αυτά που απαιτούνται προκαλούν νομοτελειακά ύφεση, οπότε μειώνονται τα έσοδα του δημοσίου κοκ., τότε η επόμενη δεν κλείνει – έως ότου συμφωνηθούν νέοι στόχοι, για να καλυφθούν τα χρηματοδοτικά κενά από τη μη επίτευξη των προηγουμένων.

Επειδή τώρα οι καινούργιοι στόχοι είναι επίσης αδύνατον να επιτευχθούν, όπως το πλεόνασμα 3,5% σε μία οικονομία που διαρκώς συρρικνώνεται, η επόμενη αξιολόγηση καθυστερεί, μέχρι να «συμφωνηθούν» οι επόμενοι στόχοι. Στο διάστημα αυτό όμως οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων της χώρας και των Πολιτών της μειώνονται ακόμη περισσότερο – οπότε η εξαγορά/κατάσχεση τους από τις επιχειρήσεις των δανειστών κοστίζει πολύ λιγότερο.

Παράλληλα, οι εγχώριες εταιρείες χρεοκοπούν και τα μερίδια αγοράς τους καλύπτονται από τις ξένες, εάν δεν εξαγοραστούν, όπως της Μαρινόπουλος από τη LIDL ενώ ο οικονομικός πατριωτισμός των Ελλήνων δεν είναι ανεπτυγμένος. Εάν λοιπόν μία κυβέρνηση δεν αντισταθεί, αρνούμενη να συμφωνήσει ανέφικτους στόχους και αναλαμβάνοντας τις όποιες συνέπειες, η διαδικασία αυτή θα συνεχίζεται, έως ότου δεν θα έχει μείνει πια τίποτα στη χώρα, ούτε καν οι κάτοικοι της – οπότε η οικονομική κατοχή της θα είναι πλέον ολοκληρωτική και μη αναστρέψιμη» (πηγή).
.

Ανάλυση

cvv
Ο Γερμανός υπουργός οικονομικών επιμένει σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% προβλέποντας ρυθμό ανάπτυξης 2,7%. Στα πλαίσια αυτά, με ένα ΑΕΠ της τάξης των 184 δις € το 2016, το ΑΕΠ του 2017 θα αυξανόταν στα 189 δις €, οπότε το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωνόταν υποθετικά στα 6,61 δις € – υπερκαλύπτοντας τους ετήσιους τόκους των δανείων μας ύψους περί τα 5,9 δις € κατά 700 εκ. €, τα οποία θα οδηγούνταν στην αποπληρωμή του χρέους, μαζί με τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις.

Εάν λοιπόν επαληθευόταν αυτό το σενάριο, ένα δημοσιονομικό πλεόνασμα δηλαδή που δεν έχει καταφέρει καμία χώρα στον πλανήτη, το δημόσιο χρέος μας θα ήταν βιώσιμο, σύμφωνα με τις επιθυμίες του κ. Σόιμπλε – με την έννοια πως θα ξεκινούσε η σταδιακή μείωση του με αυξητικούς ρυθμούς, εάν ο ρυθμός ανάπτυξης συνεχιζόταν, με σταθερό το ποσοστό του πρωτογενούς πλεονάσματος στο 3,5%.

Φυσικά ο «καλός» Γερμανός γνωρίζει πολύ καλά ότι, με τα μέτρα που απαιτεί για να εξασφαλισθεί το πλεόνασμα, είναι αδύνατον να αναπτυχθεί η ελληνική οικονομία – πόσο μάλλον σε συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας, μεταξύ άλλων λόγω της αδυναμίας των τραπεζών να δανείσουν τις επιχειρήσεις. Του είναι όμως εντελώς αδιάφορο, αφού ο στόχος του είναι η μη ονομαστική διαγραφή του χρέους που θεωρεί αναγκαία το ΔΝΤ για να συμμετέχει – οπότε είναι υποχρεωμένος να αποδείξει πως το χρέος μας είναι βιώσιμο, έστω με θεωρητικές «ασκήσεις επί χάρτου».

Από την άλλη πλευρά δρομολογεί σταδιακά τη μεταφορά των χρεών του δημοσίου στους Πολίτες, μέσω (α) του περιορισμού του κοινωνικού κράτους που θα υποχρεώσει τους Έλληνες να καταφύγουν στις υπηρεσίες του ιδιωτικού τομέα (όπως στα νοσοκομεία που εξαγοράζουν ήδη οι διεθνείς κερδοσκόποι σε εξευτελιστικές τιμές), καθώς επίσης (β) της υπερβολικής αύξησης των φόρων.

Για παράδειγμα, η συνολική φορολογία της ακίνητης περιουσίας (όχι μόνο το ΕΝΦΙΑ), έχει εξαπλασιαστεί σχεδόν σε σχέση με το 2010, υπερβαίνοντας τα 4 δις € ετησίως – γεγονός που σημαίνει ότι, σε δέκα χρόνια μέσω των ακινήτων θα έχει μεταφερθεί χρέος ύψους 40 δις € από το κράτος στους Πολίτες.

Εκτός αυτού, χιλιάδες Έλληνες αποποιούνται την κληρονομιά ακινήτων, αδυνατώντας να ανταπεξέλθουν με τις υποχρεώσεις που τη συνοδεύουν – οπότε καταλήγει στο κράτος, για να οδηγηθεί στη συνέχεια στα αδηφάγα ταμεία των δανειστών. Παράλληλα, οι αφελληνισμένες πλέον τράπεζες έχουν υποθηκευμένο ένα πολύ μεγάλο μέρος της ακίνητης περιουσίας των Πολιτών, καθώς επίσης των εγχωρίων επιχειρήσεων – όπου ήδη στις καλύτερες επιβάλλουν νέες διοικήσεις και διώχνουν τους μετόχους τους.
Οι αξιολογήσεις
Περαιτέρω με τη βοήθεια των αξιολογήσεων (θα ακολουθήσουν έξι ακόμη έως το τέλος του τρίτου μνημονίου το 2018!), στις οποίες οι «Θεσμοί» σκόπιμα τοποθετούν ανέφικτους στόχους για να μπορούν να καθυστερούν εκβιαστικά τις συμφωνηθείσες δόσεις, πιέζουν τις εκάστοτε κυβερνήσεις – τις οποίες προηγουμένως έχουν καταστήσει υποχείρια τους, μεταξύ άλλων με την υπογραφή μνημονίων. Όποιος πιστεύει πάντως πως δεν γνώριζαν τι υπέγραφαν οι βουλευτές, μπορεί να διαπιστώσει την πλάνη του από το βίντεο που επισυνάπτουμε (πηγή) – από το οποίο θα κατανοήσει πως πράξεις τους δεν είναι δυνατόν να μην θεωρηθούν άκρως ενδοτικές, όπως ήταν ασφαλώς η υπογραφή του PSI.

Για παράδειγμα, η δόση για την οποία η κυβέρνηση σήμερα δίνει «γη και ύδωρ», ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση, οι τραπεζίτες, καθώς επίσης πλήθος άλλων μελών της εγχώριας ελίτ απαιτούν να κλείσει όπως-όπως η αξιολόγηση, είναι της τάξης των 6,1 δις € – όσο δηλαδή οι πληρωμές του Ιουλίου, όπως φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί, η εξόφληση των οποίων απλά θα καθυστερήσει επιδεινώνοντας την κυλιόμενη χρεοκοπία, την οποία βιώνει η πατρίδα μας τα τελευταία χρόνια.
43
Επεξήγηση γραφήματος: Μηνιαίες πληρωμές της Ελλάδας το 2017 σε δις €
.
Δεν απαιτούν βέβαια οι εγχώριες ελίτ το κλείσιμο της αξιολόγησης μόνο για τη λήψη της δόσης αλλά, επίσης, για τη συμμετοχή της χώρας στα πακέτα της ΕΚΤ (QE) – κάτι που θα βοηθήσει κυρίως τις τράπεζες, καθώς επίσης το δημόσιο που δανείζεται από αυτές (έντοκα γραμμάτια), μειώνοντας ταυτόχρονα την επιβάρυνση τους από τον ELA (1,55% επιτόκια αντί 0,05% της ΕΚΤ).
Η πραγματική οικονομία όμως θα βοηθηθεί από ελάχιστα έως καθόλου, αφού δεν είναι προς το συμφέρον των δανειστών – γεγονός που τεκμηριώνεται από το ότι, ανοίγουν τη στρόφιγγα του δανεισμού μόνο όσο χρειάζεται για να μην πεθάνει ο ασθενής, παραμένοντας όμως σε κώμα.

Όσον αφορά τις μεταρρυθμίσεις, οι δανειστές αδιαφορούν για εκείνες που πραγματικά χρειάζεται η Ελλάδα, όπως είναι η αναμόρφωση των ελλειμματικών θεσμών της – χρησιμοποιώντας τες μόνο ως «επικοινωνιακό εργαλείο» και επικεντρωνόμενοι στις μειώσεις μισθών και συντάξεων, καθώς επίσης στα κάθε είδους εισπρακτικά και φορολογικά μέτρα, τα οποία φυσικά δεν έχουν καμία σχέση με διαρθρωτικές αλλαγές


Η παγίδα του χρέους
Περαιτέρω, όλοι γνωρίζουν πως μία χώρα που οδηγήθηκε σκόπιμα στη χρεοκοπία από τους δανειστές της, μέσω του εκ προμελέτης εγκλήματος των μνημονίων, αφενός μεν για να διασωθούν οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες, αφετέρου για να λεηλατηθεί (δεν μπορούμε να δεχθούμε πως οι λανθασμένοι πολλαπλασιαστές οφείλονταν σε σφάλμα του ΔΝΤ), δεν διασώζεται ποτέ με νέα χρέη που εξυπηρετούν τα παλαιότερα – ούτε φυσικά με την επιβολή μέτρων λιτότητας, όπως έχει τεκμηριωθεί από το σύνολο των οικονομολόγων στον πλανήτη δεκάδες φορές, πριν από όλους από τον Keynes.
Πολύ περισσότερο όταν είναι μέλος μίας νομισματικής ένωσης, μη έχοντας τη δυνατότητα αυτόνομης δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, ενώ η ίδια η ένωση δεν διαθέτει κανένα μηχανισμό αντιμετώπισης κρίσεων – με αποτέλεσμα ακόμη και οι υγιείς χώρες να αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης, όταν βρεθούν σε δυσκολία (άρθρο). Το γεγονός αυτό έχει γίνει κατανοητό από τα αριστερά γερμανικά κόμματα, τα οποία το αναφέρουν πολύ συχνά στις ομιλίες τους στη Βουλή (βίντεο) – οπότε είναι αδύνατον να μην το γνωρίζουν οι δανειστές μας.
Αυτοί βέβαια υπηρετούν τα δικά τους εθνικά συμφέροντα, οπότε δεν έχει νόημα να τους κρίνουμε – κάτι που όμως δεν ισχύει για τους Έλληνες βουλευτές, οι οποίοι είναι αδύνατον πια να μη γνωρίζουν τι υπογράφουν, μετά από επτά χρόνια κρίσης και εμπειρίας. Υπεύθυνοι είναι πλέον επίσης οι Πολίτες, οι οποίοι ναι μεν στην αρχή δεν είχαν τις απαιτούμενες γνώσεις και την ενημέρωση, έχοντας προδοθεί από τη συντριπτική πλειοψηφία των ελίτ της πατρίδας τους (πολιτικά κόμματα, βουλευτές, ΜΜΕ κοκ.), αλλά σήμερα την έχουν – ενώ κανένας δεν μπορεί να ισχυρισθεί το αντίθετο.
Ακόμη δε και το γραφείο προϋπολογισμού του κράτους παραδέχεται πως η Ελλάδα είναι εγκλωβισμένη στην παγίδα του χρέους (πηγή), παρά το ότι προσπαθεί απεγνωσμένα να εξωραΐσει την κατάσταση της οικονομίας – προφανώς επειδή δεν θέλει να προτείνει τη μοναδική λύση που έχει στη διάθεση του ένα κράτος, υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες:
την επίσημη δήλωση της χρεοκοπίας του, εντός της νομισματικής ένωσης φυσικά, στην οποία ανήκει έτσι ώστε να διαπραγματευθεί την ονομαστική μείωση του χρέους του, η οποία αποτελεί τη μοναδική δυνατότητα του για να παραμείνει μέλος της.
Φυσικά οφείλει να αναλάβει το ρίσκο της απομάκρυνσης του, την επιστροφή δηλαδή στο εθνικό του νόμισμα εάν το υποχρεώσουν, μετά όμως από τις διαπραγματεύσεις που αποτελούν ένα αναφαίρετο δικαίωμα του – όπως ακριβώς της Μ. Βρετανίας ή της Ιταλίας που θα ακολουθήσει, εάν δεν θέλει να οδηγηθεί στην ίδια οδυνηρή παγίδα με την Ελλάδα. Εκτός εάν βέβαια αποφασισθεί η πολιτική, δημοσιονομική και τραπεζική ένωση της Ευρωζώνης – χωρίς την οποία όλες οι χώρες θα μετατραπούν σε εξαθλιωμένες αποικίες της Γερμανίας, αδύνατον να επιβιώσουν με δικά τους μέσα.
Έτσι θα δρομολογούταν η τιμωρία όλων αυτών που συνέβαλλαν στην υπερχρέωση της χώρας, κυρίως των κομμάτων εξουσίας μετά το 1980, καθώς επίσης εκείνων που τη χρεοκόπησαν, υπογράφοντας τα τρία μνημόνια και το PSI – αφού χωρίς να συμβεί κάτι τέτοιο, η Ελλάδα δεν θα εξυγιανθεί ποτέ. Εκτός αυτού πρέπει να σταματήσουν οι Έλληνες Πολίτες να αποτελούν το πειραματόζωο, παύοντας να ανέχονται το βρώμικο πείραμα που συντελείται εις βάρος τους – έχοντας πληρώσει ήδη πάρα πολύ ακριβά για τις ευθύνες που πράγματι τους αναλογούν, όσον αφορά την περίοδο προ της κρίσης.
57
Μπορεί δε να έκαναν πολλά λάθη, αλλά ασφαλώς δεν αιματοκύλισαν τον πλανήτη όπως οι Γερμανοί τον 20ο αιώνα όπου, αντί να τιμωρηθούν παραδειγματικά, αμείφθηκαν για τα εγκλήματα τους – γεγονός στο οποίο οφείλεται η μετέπειτα αποθράσυνση τους, αφού όποιος δεν τιμωρείται, νομίζει πως δικαιούται να συμπεριφέρεται με τέτοιο επαίσχυντο τρόπο, επειδή είναι καλύτερος από τους υπόλοιπους «θνητούς».
Αρνήθηκαν λοιπόν ακόμη και να πληρώσουν τις πολεμικές επανορθώσεις όταν ενώθηκαν, αποποιούμενοι τη ναζιστική κληρονομιά τους και παρά το ότι ήταν συμβατική τους υποχρέωση από το 1953. Δυστυχώς χωρίς καμία ουσιαστική αντίρρηση από τα θύματα τους – οπότε λογικά απομύζησαν και απομυζούν τους «εταίρους» τους με συνεργό την ΕΚΤ και τα βρώμικα μυστικά της.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, ασφαλώς δεν είναι σωστό να κατηγορεί κανείς το αρνί, επειδή δεν αντιδρά στους λύκους που το έχουν παγιδεύσει – αφού απλά δεν έχει τη δύναμη να το επιχειρήσει. Δεν είναι επίσης λογικό να αποδίδονται ευθύνες σε ένα αλυσοδεμένο θύμα, όπως είναι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων σήμερα, για το ότι δεν σπάζει τις αλυσίδες του εξεγειρόμενο – αφού είναι πολύ δύσκολο να το κάνει, όπως έχουμε αναλύσει στο κείμενο «Γιατί σιωπούν τα πρόβατα».

Εν τούτοις έχουμε την άποψη ότι, εάν συνειδητοποιήσουν οι Έλληνες πως έχουν πληρώσει πλέον πανάκριβα τις δικές τους ευθύνες, καθώς επίσης ότι, το έγκλημα που διενεργείται εις βάρος τους δεν πρόκειται να σταματήσει εάν δεν το σταματήσουν οι ίδιοι, ανακτώντας την αυτοπεποίθηση τους και κατανοώντας πως η χώρα τους είναι πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη, ενώ έχει όλες τις προϋποθέσεις για να ευημερήσει χωρίς καμία ξένη βοήθεια, θα καταλάβουν μόνοι τους τι πρέπει να κάνουν.

Τότε και μόνο τότε θα πάψουν οι Έλληνες να αυταπατώνται, συνειδητοποιώντας επί πλέον πως μια νέα κυβέρνηση των δανειστών με επίσημο «έμβλημα» της τα μνημόνια, την οποία οι ίδιοι θα νομίζουν ότι εξέλεξαν, θα οδηγούσε στην επιτυχημένη ολοκλήρωση του αποτρόπαιου πειράματος που διεξάγεται εις βάρος τους – κάτι που δεν πρέπει να επιτρέψουν ποτέ να συμβεί, αφού οι λύκοι, ειδικά οι γερμανικοί δεν χορταίνουν ποτέ, όσα πρόβατα και αν κατασπαράξουν.

Ειδικά όσον αφορά τη χώρα τους θα πρέπει να καταλάβουν οι Έλληνες πως είναι η μοναδική στην ιστορία που, παρά το ότι βρίσκεται στον 8ο χρόνο της ύφεσης, ενώ της έχουν επιβληθεί μέτρα βιβλικών διαστάσεων, καταφέρνει ακόμη να επιβιώνει – έχοντας μόνο ένα μικρό έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της το 2016 (πίνακας)
Μεγέθη Εξαγωγές Εισαγωγές



Προϊόντα 18,1 32,1
Καύσιμα 6,1 8,9
Τουρισμός 13,2
Μεταφορές (ναυτιλία) 7,8
Λοιπές υπηρεσίες 4,0 9,7



Σύνολο 48,9 50,7
Ποσοστό επί του ΑΕΠ 26,6% 27,5%
Έλλειμμα* 1,8 δις € (0,98% του ΑΕΠ
*  Αιτίες (α) η μείωση του ναυτιλιακού συναλλάγματος κατά 2,1 δις € σε σχέση με το 2015 λόγω των ελέγχων κεφαλαίων, (β) η μείωση του τουριστικού συναλλάγματος κατά 905 εκ. € επίσης εξαιτίας των ελέγχων, επειδή οι τουριστικές επιχειρήσεις αναγκάζονται να αφήσουν ένα μέρος των εσόδων τους στο εξωτερικό για τις εκεί ανάγκες τους, (γ) η αύξηση των εισαγωγών κατά 1,3 δις €, καθώς επίσης (δ) η αλλαγή της μεθόδου από την ΕΛΣΤΑΤ το 2014, όπου από πλεόνασμα 1,8 δις € εμφάνισε έλλειμμα 4 δις €, θυμίζοντας μας τη διόγκωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού μας το 2009 από το ΔΝΤ.
.
Εάν το συνειδητοποιήσουν οι Έλληνες, θα πρέπει να νοιώσουν υπερήφανοι για το τεράστιο αυτό επίτευγμα τους, κυρίως όμως να πάψουν να φοβούνται, όσον αφορά τις συνέπειες της εξέγερσης τους εναντίον των δανειστών – οι οποίοι μας έχουν επιβαρύνει με ζημίες που υπερβαίνουν το 1 τρις €, έναντι δανείων 300 δις € που ανακυκλώνουν απλά τα δικά τους χρήματα, έχοντας διασώσει επί πλέον τις τράπεζες τους.

Εάν όμως αντί αυτού θεωρήσουν ως βασικό υπεύθυνο του εγκλήματος τη σημερινή τους κυβέρνηση, μία ακόμη δηλαδή που τους πρόδωσε εκβιαζόμενη, ενώ ήταν από την αρχή εντελώς ανίκανη να διοικήσει τη χώρα, εξεγειρόμενοι εναντίον της και εκλέγοντας την επόμενη που στηρίζει προκαταβολικά την πολιτική των μνημονίων, θα είναι πλέον άξιοι της τραγωδίας που θα βιώσουν – αφού όσο ανθεκτική και αν είναι η Ελλάδα, δεν είναι ασφαλώς αθάνατη.

http://www.analyst.gr

Η νεοκλασική θεωρία και ο καπιταλισμός καζίνο

Ούτε η εξυπνάδα, ούτε η εργατικότητα επεξηγούν το γιατί κάποιος είναι πλούσιος ή φτωχός – αλλά, αντίθετα, η κληρονομική προέλευση, γεγονός που σημαίνει πως τα παιδιά των φτωχών εργαζομένων έχουν πολύ σπάνια ευκαιρίες για να ξεφύγουν από τη μοίρα τους.
.http://www.analyst.gr
Ο τρόπος που βλέπουμε τα πράγματα δύσκολα μπορεί να διαφοροποιηθεί από τον τρόπο που θέλουμε να τα δούμε…. Η καπιταλιστική «ανάπτυξη» δεν είναι σύμφυτη στον ίδιο τον καπιταλισμό (ο καπιταλισμός δεν είναι συνώνυμο της ελεύθερης αγοράς).
Είναι η δυναμική της κοινωνίας, στα χέρια μίας καπιταλιστικής ελίτ – μίας ομάδας δηλαδή, στην οποία ανήκουν οι άνθρωποι που χαρακτηρίζονται από τα προσόντα της διάνοιας και της θέλησης άνω του κανονικού.
Έτσι η ιστορία – για την ακρίβεια, η ιστορία ως μέσο καταγραφής των αλλαγών και των εξελίξεων – είναι η ιστορία της επίδρασης των ελίτ, επάνω στην αδρανή μάζα της κοινωνίας” (J. Schumpeter).
.

Άρθρο

Στην οικονομία, η οποία ουσιαστικά καθορίζει την πολιτική, έχει επικρατήσει η σχολή που πρεσβεύει τη νεοκλασική θεωρία, γνωστή στους περισσότερους ως η οικονομία της δήθεν ελεύθερης αγοράς ή δήθεν φιλελευθερισμός – η βασική διαφορά του οποίου με το νεοφιλελευθερισμό δεν είναι άλλη, από την πλήρη κυριαρχία στο δεύτερο των χρηματοπιστωτικών αγορών, εις βάρος της πραγματικής οικονομίας.

Η νεοκλασική, φιλελεύθερη αυτή σχολή έχει κατασκευάσει τις θεωρίες της σαν να βρισκόμαστε σε ένα είδος Μεσαίωνα – καθώς επίσης σαν να μην έχει μεσολαβήσει ποτέ η βιομηχανική επανάσταση. Παραστατικά λειτουργεί με το μοντέλο ενός ουτοπικού κόσμου, στον οποίο υπάρχουν μόνο λαϊκές αγορές – ενώ οι συναλλαγές αφορούν μόνο πορτοκάλια και μήλα.
Φαίνεται βέβαια παράδοξο, αλλά οι περισσότεροι πανεπιστημιακοί οικονομολόγοι δεν κατανοούν καν τι σημαίνει να ζει κανείς στο σημερινό σύστημα του εντελώς «ώριμου» καπιταλισμού – όπου κυριαρχούν οι μεγάλοι (too big to fail) πολυεθνικοί όμιλοι, ενώ η κερδοσκοπία είναι αχαλίνωτη. Ακόμη χειρότερα, στη νεοκλασική θεωρία που έχει επικρατήσει τόσο οι επενδύσεις, όσο και οι πιστώσεις (δάνεια), δεν διαδραματίζουν κανέναν κεντρικό ρόλο – ούτε τα χρήματα, ούτε καν τα κέρδη!

Περαιτέρω, μόνο η τελευταία χρηματοπιστωτική κρίση (2008) έχει κοστίσει πολλά τρισεκατομμύρια σε παγκόσμιο επίπεδο – ενώ έχει καταστρέψει (υπερχρεώσει) ολοσχερώς κάποιες χώρες, όπως είναι η Ελλάδα και η Ιταλία. Το κραχ αυτό συνέβη επειδή η νεοκλασική θεωρία δεν προβλέπει τέτοιες παγκόσμιες κρίσεις. Αντίθετα, ισχυρίζεται πως οι χρηματαγορές τείνουν να είναι ορθολογικές και αποτελεσματικές – οπότε δεν είναι δυνατόν να προκαλούν κραχ.
Τα νεοκλασικά μοντέλα δε είναι ακόμη πιο εξτρεμιστικά, αφού υποθέτουν ουσιαστικά πως οι άνθρωποι είναι αθάνατοι και παντογνώστες – επίσης, πως υπάρχει στον πλανήτη ένας και μοναδικός καταναλωτής, ο οποίος καταναλώνει ένα και μοναδικό προϊόν! Ως εκ τούτου θυμίζουν το μυθιστόρημα Ροβινσώνα Κρούσου – του μοναχικού καταναλωτή που ζει σε ένα νησί μόνος του, που δεν πεθαίνει, που παράγει ένα προϊόν στη μοναδική εταιρεία που υπάρχει και ανήκει στον ίδιο, ενώ είναι ο μοναδικός της εργαζόμενος.

Τράπεζες, χρήματα και πιστώσεις θεωρούνται περιττά σε αυτό το μοντέλο – όπου, σύμφωνα με τον κάτοχο του Νομπέλ Ronald Coase, «Η νεοκλασική θεωρία είναι μόνο σε θέση να αναλύσει μοναχικούς ανθρώπους, οι οποίοι στην άκρη ενός δάσους συναλλάσσονται με μούρα και καρύδια». Η ανοησία αυτή θα μας προκαλούσε ίσως εύθυμη διάθεση, εάν οι πολιτικές της συνέπειες δεν ήταν τόσο καταστροφικές – κυρίως επειδή ένας από τους βασικότερους ισχυρισμούς της είναι το ότι, η οικονομία τείνει πάντοτε στην ισορροπία, παρά το ότι έχει τεκμηριωθεί πως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει ποτέ (ανάλυση).

Η έννοια της οικονομικής δύναμης δεν παίζει κανένα ρόλο στη νεοκλασική θεωρία, ούτε η διαφθορά και η διαπλοκή των ισχυρών, ενώ δεν αναρωτιέται καν γιατί υπάρχουν ελάχιστοι πλούσιοι και πολλοί φτωχοί – επειδή, κατά την ίδια, ο καθένας εισπράττει αυτά ακριβώς που προσφέρει! Με το συγκεκριμένο τρόπο, προφανώς δεν προκαλεί κανένα πρόβλημα στους εκάστοτε προνομιούχους – οπότε είναι πολύ φυσικό να την πιστεύουν, κυρίως όμως να τη διαδίδουν/επιβάλλουν όπου και όπως μπορούν.

Συμπερασματικά λοιπόν η σημερινή, η κυριαρχούσα καλύτερα Οικονομία, δεν έχει καμία σχέση με επιστήμη – αφού στην πραγματικότητα πρόκειται για Θρησκεία. Με απλά λόγια, όποιος δεν πιστεύει στο αξίωμα της Ισορροπίας, είναι αδύνατον να κάνει καριέρα σε κάποιο σημαντικό Πανεπιστήμιο – αφού όλες οι έδρες κατέχονται από τους πιστούς της νεοκλασικής θεωρίας.
Περαιτέρω, το βασικό δόγμα των καθιερωμένων (mainstream) οικονομολόγων είναι η απόρριψη όλων των μεγάλων θεωρητικών του κλάδου τους, αφού ο Adam Smith, ο Karl Marx και ο J.M. Keynes  διδάσκονται σπάνια, διαστρεβλωμένα ή καθόλου στα Πανεπιστήμια – παρά το ότι έχουν τεκμηριώσει και κυκλοφορήσει παντού τις θεωρίες τους, ενώ χωρίς αυτούς δεν θα υπήρχε καθόλου η σύγχρονη Οικονομία.

Ακόμη χειρότερα, οι καθιερωμένοι οικονομολόγοι προσποιούνται πως οι τρεις παραπάνω μεγάλοι θεωρητικοί είναι πλέον ξεπερασμένοι – φαντάσματα της ιστορίας. Για να το πετύχουν αυτό χρησιμοποιούν το αγαπημένο τους τέχνασμα, σύμφωνα με το οποίο ως «σύγχρονο» χαρακτηρίζεται αυτόματα ότι γράφεται στο παρόν – παρά το ότι η ίδια η νεοκλασική θεωρία προέρχεται από το 19ο αιώνα.

Το πλέον παράδοξο όλων δε είναι το ότι, ενώ προβλέπονται νέες και μεγαλύτερες κρίσεις, οι καθιερωμένοι οικονομολόγοι παραμένουν ακόμη στο μοντέλο της λαϊκής αγοράς – οπότε δεν φαίνεται να υπάρχει καμία άλλη λύση, εκτός από το να μάθουν οι Πολίτες όσο περισσότερα μπορούν για την Οικονομία. Απλούστερα, οι Πολίτες-εκλογείς δεν επιτρέπεται πλέον να παίρνουν το ρίσκο να αφήνουν την οικονομική σκέψη σε άλλους, αφού τότε θα υποδουλωθούν, θα μετατραπούν σε σκλάβους χρέους και θα καταστραφούν ολοσχερώς.

Στα πλαίσια αυτά, οι στρεβλώσεις και η αστάθεια των καθιερωμένων οικονομολόγων, τους οποίους χρησιμοποιούν τα εκλόγιμα κόμματα για να χαράξουν πολιτική, γίνεται περισσότερο κατανοητή εάν γνωρίζει κανείς τις εναλλακτικές προτάσεις. Δηλαδή, τον Adam Smith, τον Karl Marx και τον J.M. Keynes, οι οποίοι βίωναν την καθημερινότητα όπως όλοι οι υπόλοιποι Πολίτες – ενώ δεν ήταν κλεισμένοι σε γυάλα ή δεν εξυπηρετούσαν μόνο τα συμφέροντα των προνομιούχων, όπως οι σημερινοί τους συνάδελφοι.

Για παράδειγμα, ο Adam Smith είχε διαπιστώσει πριν από περίπου 240 χρόνια πως ούτε η εξυπνάδα, ούτε η εργατικότητα/παραγωγικότητα επεξηγούν το γιατί κάποιος είναι πλούσιος ή φτωχός – αλλά, αντίθετα, η κληρονομική προέλευση, γεγονός που σημαίνει πως τα παιδιά των φτωχών εργαζομένων έχουν πολύ σπάνια ευκαιρίες για να ξεφύγουν από τη μοίρα τους.

Από την άλλη πλευρά, αρκετοί θεωρούν πως ο Karl Marx είναι ξεπερασμένος, επειδή οι «μάζες» δεν έχουν εξαθλιωθεί εντελώς, όπως είχε προβλέψει. Εν τούτοις, παραβλέπεται το γεγονός πως ήταν ο πρώτος που περιέγραψε σωστά το ρόλο που διαδραματίζει η τεχνολογία στον καπιταλισμό. Επίσης, ήταν ο πρώτος που διέκρινε ότι οι επιχειρήσεις θα γινόντουσαν διαρκώς μεγαλύτερες, έως ότου πάψει εντελώς να υπάρχει ανταγωνισμός – οπότε θα κυριαρχούσαν οι μεγάλοι πολυεθνικοί όμιλοι.

Αυτό φαίνεται πλέον καθαρά σήμερα, με ένα από τα δυσμενή αποτελέσματα του να είναι η τεράστια αποφυγή πληρωμής φόρων εκ μέρους των πολυεθνικών, μέσω της χρήσης των φορολογικών παραδείσων – τους οπαίους έχουν δημιουργήσει οι εξαγορασμένοι από τους ίδιους πολιτικοί. Ως εκ τούτου, όλοι οι υπόλοιποι Πολίτες είναι αναγκασμένοι να συμπληρώνουν οι ίδιοι τα φορολογικά έσοδα, τα οποία διαφεύγουν – με υψηλότερους φόρους και εις βάρος των εισοδημάτων τους.
Τέλος ο J.M. Keynes χαρακτηρίζεται σκόπιμα ως «αριστερός ανόητος», παρά το ότι ήταν φανατικός συντηρητικός – αφού καταγόταν από τη βρετανική ελίτ, κυκλοφορούσε στα σαλόνια των ευγενών και συνομιλούσε με τους πρωθυπουργούς πολλών κρατών. Εκτός αυτού, ήταν επαγγελματίας κερδοσκόπος – επενδύοντας σε συνάλλαγμα, σε εμπορεύματα και σε μετοχές, ενώ χρησιμοποιούσε παράγωγα προϊόντα και δάνεια.

Ήταν δε τόσο επιτυχημένος, ώστε να αφήσει μία περιουσία που υπερέβαινε σε σημερινές τιμές τα 20 εκ. €. Εν τούτοις, επειδή ακριβώς ζούσε από την κερδοσκοπία, γνώριζε πολύ καλά πως έπρεπε να απαγορευθεί – ενώ, όπως είχε πει ο ίδιος, θα έπρεπε να κλείσει εντελώς το χρηματοπιστωτικό καζίνο.

Όμως, επειδή με βάση την οικονομική του πολιτική το κράτος θα πρέπει να επενδύει σε περιόδους ύφεσης (θεωρία της ζήτησης), λόγω του ότι διαφορετικά δεν μπορεί να καταπολεμηθεί καμία οικονομική κρίση, «κατηγορήθηκε» από τους πιστούς της θεωρίας της προσφοράς και της λιτότητας, όπως η Γερμανία σήμερα, ως αριστερός – απλά και μόνο επειδή η τοποθέτηση του ωφελεί τις «μάζες» (πηγή: U. Herrmann)».

Ολοκληρώνοντας, δεν φαίνεται να υπάρχει καμία άλλη λύση, εκτός από το να μάθουν οι Πολίτες όσα περισσότερα μπορούν για την Οικονομία – ειδικά οι Έλληνες, οι οποίοι βιώνουν πρώτοι μία πρωτοφανή επίθεση των αχόρταγων αγορών, χωρίς να υποτιμούμε τις δικές τους ευθύνες.

 http://www.analyst.gr

Τρίτη 21 Μαρτίου 2017

Το Ευγνώμον κράτος στους Ταγματασφαλίτες: Επάνοδος στο στράτευμα, προαγωγές μέχρι τον βαθμό του ταξίαρχου και ανάδειξη σε βουλευτές και υπουργούς.


Ο Ιωάννης Ράλλης συνρώγει με Γερμανό αξιωματικό έχοντας δίπλα του τον Πλυτζανόπουλο
Η ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας, των ένοπλων δωσιλογικών τμημάτων, το 1943, εντάσσεται στην αναδιοργάνωση των κατασταλτικών μηχανισμών -ιδιαίτερα μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, τον Σεπτέμβριο του 1943- από τις γερμανικές αρχές κατοχής, ως αντίβαρο προς τη ραγδαία ανάπτυξη των δυνάμεων του ΕΛΑΣ σε διάφορες περιοχές της χώρας. Αλλωστε, η συγκρότηση αυτών των ένοπλων σωμάτων υπήρξε ένας από τους όρους που είχε θέσει ο Ιωάννης Ράλλης, προκειμένου να αναλάβει την πρωθυπουργία τον Απρίλιο του1943. 1

Τα πρώτα τέσσερα ευζωνικά τάγματα ιδρύθηκαν με νόμο από την κυβέρνηση Ράλλη τον Ιούνιο του 1943. Τα Τάγματα Ασφαλείας όμως αναπτύχθηκαν ραγδαία από το φθινόπωρο του 1943, όταν άρχισε να διαφαίνεται η ήττα του Αξονα, και ιδιαίτερα από τις αρχές του 1944, οπότε ακολούθησε νομοθετική πρόβλεψη επέκτασης των Ταγμάτων Ασφαλείας και στην επαρχία.

Εμπνευστές των Ταγμάτων φέρονται να είναι αντιμοναρχικοί αξιωματικοί και συγκεκριμένα ο Θεόδωρος Πάγκαλος και ο βενιζελικός, απότακτος του κινήματος του 1935 Στυλιανός Γονατάς, σε συνεννόηση με ισχυρούς πολιτικούς παράγοντες του καθεστώτος, όπως ο Ιωάννης Βουλπιώτης. 2
Ενώ τα Τάγματα Ασφαλείας ήταν αρχικά ιδέα βενιζελικών αξιωματικών, στην πορεία έγιναν υπόθεση ακραίων φιλοβασιλικών.

Αυτή η συμμετοχή στα Τάγματα Ασφαλείας τόσο βενιζελικών όσο και αντιβενιζελικών αξιωματικών δείχνει ενδεχομένως και τα όρια του παλαιού Εθνικού Διχασμού του αστικού κόσμου, που κρατούσε από την εποχή του Α Π.Π. και που διατηρήθηκε στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, γύρω από το πολιτειακό ζήτημα.
Αποτυπωνόταν έτσι, στο πλαίσιο του στρατεύματος, μια πρόωρη σύγκλιση όλου του αντι-ΕΑΜικού κόσμου, περιχαρακωμένη στο αφήγημα του αντικομμουνισμού, που προκλήθηκε, όπως είναι λογικό, από τον φόβο τους για κατάληψη της εξουσίας στη μεταπολεμική περίοδο από το ΕΑΜ, το οποίο πλέον είχε δυνατές κοινωνικές ρίζες.

Δύο είναι οι βασικοί λόγοι που σχηματίστηκαν τα Τάγματα Ασφαλείας κατά το 1943-44, με καθοδήγηση και εξοπλισμό των γερμανικών αρχών κατοχής: η υποκίνηση των εμφύλιων συγκρούσεων, προκειμένου να αυξηθούν τα αντίποινα στο ΕΑΜ, καθώς ο αντικομμουνισμός ήταν έντονα ριζωμένος τόσο στους ναζί όσο και σε όλο το ελληνικό πλέγμα εξουσίας (πλην φυσικά του ΕΑΜ) και το «να εξοικονομηθεί γερμανικό αίμα». Τόσο απλά, τόσο κυνικά.

Εξάλλου, στο πνεύμα ότι τα Τάγματα Ασφαλείας «είναι ένα πολιτικό μέσο στην καταπολέμηση του κομμουνισμού» διατυπώθηκε και η ρήση του Γερμανού στρατιωτικού διοικητή της Ελλάδας στρατηγού Alexander Lohr στις 24/1/1944, ότι πρέπει «να αξιοποιηθεί πλήρως η αντικομμουνιστική μερίδα του ελληνικού λαού, έτσι ώστε να εκδηλωθεί φανερά και να εξαναγκαστεί σε απροκάλυπτη εχθρότητα κατά της κομμουνιστικής μερίδας»4
Επομένως τα Τάγματα Ασφαλείας, περισσότερο από στρατιωτική βοήθεια σε μπλόκα και εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, στο πλαίσιο της γερμανικής αντικομμουνιστικής εκστρατείας, καλούνταν να συμβάλουν στη διεύρυνση του πολιτικού χάσματος 5 και στην ανεπανόρθωτη διαίρεση μεταξύ αφενός του ΕΑΜικού χώρου και αφετέρου όλων των υπόλοιπων που τοποθετούνταν ιδεολογικά απέναντι του.

Οι αγαστές άλλωστε σχέσεις Γερμανών και ταγματασφαλιτών εγγράφονται και στο τηλεγράφημα (2/8/1944) του Heinrich Himmler προς τον ανώτερο αρχηγό των SS και της Αστυνομίας στην Ελλάδα αντιστράτηγο Walter Schimana και μέσω αυτού στον Διονύσιο Παπαδόγγονα των Ταγμάτων Ασφαλείας Πελοποννήσου, όπου χαρακτήριζε τα τελευταία «πιστά και γενναία τμήματα Ελλήνων εθελοντών». 

Οι περιοχές δράσης των Ταγμάτων αυτών, πέρα από τις υπόλοιπες ένοπλες δωσιλογικές οργανώσεις που ενεργούσαν σε άλλα μέρη της Ελλάδας (ΠΑΟ, ΕΑΣΑΔ κ.ά.), ήταν, εκτός από την Αθήνα κυρίως η Πελοπόννησος (Σπάρτη, Πύργος, Καλαμάτα, Τρίπολη, Πάτρα κ.ά.) και η Στερεά Ελλάδα (Αγρίνιο, Χαλκίδα). Στο τέλος της Κατοχής δρούσαν δέκα Τάγματα στην Πελοπόννησο, πέντε στην Αθήνα και από τρία στην Εύβοια και την Αιτωλοακαρνανία. Οι βασικότεροι λόγοι για τους οποίους χιλιάδες άνδρες εντάχθηκαν, εθελοντικά ή μη, στα Τάγματα συνοψίζονται στους εξής: για βιοποριστικούς λόγους ή για πλιάτσικο, ενώ άλλοι ήταν απλώς αντικομμουνιστές ή ανήκαν σε εθνικιστικές οργανώσεις που διαλύθηκαν από τον ΕΛΑΣ.

Τα Τάγματα Ασφαλείας Πελοποννήσου, από την αρχή του 1944, επιδόθηκαν σε άγρια εγκλήματα κατά του πληθυσμού (μπλόκα, συλλήψεις, εκτελέσεις, λεηλασίες χωριών κ,ά), όλα στο όνομα του «κομμουνιστικού κινδύνου» 7.

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι όταν το Τάγμα του Λεωνίδα Βρεττάκου εισέβαλε στην Καλαμάτα (Ιανουάριος 1944), για να «απελευθερώσει την πόλη από το ΕΑΜ», προέβη σε συλλήψεις 200 ατόμων, εκ των οποίων οι περισσότεροι τουφεκίστηκαν. 

Ορισμένα από τα γνωστότερα ονόματα αξιωματικών, επικεφαλής των Ταγμάτων, που έδρασαν σε όλες τις προαναφερθείσες περιοχές είναι τα εξής: Ιωάννης Πλυτζανόπουλος, Βασίλειος Ντερτιλής, Διονύσιος Παπαδόγγονας, Λεωνίδας Βρεττάκος, Παναγιώτης Στούπας και Νικόλαος Κουρκουλάκος.

Προς το τέλος της Κατοχής, ΕΑΜικές πηγές υπολόγιζαν τους ταγματασφαλίτες της Πελοποννήσου και της Στερεός σε περίπου 11.000 (αν και ο αριθμός αυτός δεν μπορεί να θεωρείται απόλυτα ασφαλής), εκ των οποίων οι 1.500 βρίσκονταν στην Αθήνα. 8

Κατά τις μέρες πριν από την Απελευθέρωση, όταν οι γερμανικές δυνάμεις αποχωρούσαν από τη νότια Ελλάδα, οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ ενάντια στα Τάγματα Ασφαλείας της νότιας και δυτικής Πελοποννήσου έχουν μείνει χαραγμένες στη μνήμη πολλών. Αιματηρές υπήρξαν οι μάχες σε διάφορες περιοχές όπου είχαν περιχαρακωθεί ταγματασφαλίτες (Πύργος, Γαργαλιάνοι, Αχλαδόκαμπος, Μυστράς κ,ά.) 9.

Στον Μελιγαλά, όπου είχε καταφύγει η πλειονότητα των ταγματασφαλιτών Μεσσηνίας, ύστερα από διήμερη σκληρή μάχη (13- 15 Σεπτεμβρίου 1944), το επίσημο ανακοινωθέν του Γ.Σ του ΕΛΑΣ ανέφερε ότι σκοτώθηκαν συνολικά 60 αντάρτες και 800 «ράλληδες».10

Η λεγόμενη "τελετή της σημαίας". Ο τελευταίος κατοχικός πρωθυπουργός Ιωάννης Ράλλης την έχει παραδώσει στον διοικητή των Ταγμάτων Ασφαλείας Ιωάννη Πλυτζανόπουλο. Δεξιά από τον τσολιά ο υπουργός Παιδείας Νικόλαος Λούβαρις.

Πέρα όμως από τα ανταρτοδικεία που συγκροτούσε πολλές φορές ο ΕΛΑΣ και όπου εκτελούνταν ταγματασφαλίτες, ήταν πολύ συχνό το φαινόμενο τα μαινόμενα πλήθη των περιοχών που απελευθερώνονταν να επιχειρούν να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους και να σκοτώσουν οι ίδιοι τους ένοπλους συνεργάτες των Γερμανών. 
Βέβαια υπήρξαν και αρκετά Τάγματα (όπως της Ναυπάκτου, της Τρίπολης, της Πάτρας, του Γυθείου, του Ναυπλίου, της Κορίνθου κ.ά.) που, ύστερα από διαπραγματεύσεις με τους Βρετανούς, με κυβερνητικούς παράγοντες, με στελέχη του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, ακόμη και με μέλη της τοπικής ΕΑΜικής ηγεσίας, παραδόθηκαν. 11

Κατά την ίδια περίοδο (Σεπτέμβριος - αρχές Οκτωβρίου 1944), στους δρόμους της Αθήνας λάμβαναν χώρα ολοένα και συχνότερες συγκρούσεις ανάμεσα σε δυνάμεις του ΕΛΑΣ και των Ταγμάτων Ασφαλείας.12 

Ο στόχος του ΕΑΜ, μετά την τελική αποχώρηση των Γερμανών από την πόλη (12 Οκτωβρίου), ήταν η σύλληψη των μελών τους. Ξεχωρίζει η απόπειρα σύλληψης του Θεόδωρου Πάγκαλου, εμπνευστή όπως είδαμε των Ταγμάτων Ασφαλείας, και του ανιψιού του προαναφερθέντος Διονύσιου Παπαδόγγονα, ταγματάρχη των Ταγμάτων της Αθήνας Θ. Παπαδόγγονα, που όταν στις 27 Οκτωβρίου εθεάθη έξω από το κτίριο των Παλαιών Ανακτόρων, απόσπασμα της Εθνικής Πολιτοφυλακής του ΕΛΑΣ επιχείρησε να τον συλλάβει και αυτός «εξαγαγών αστραπιαίως και στραφείς, επυροβόλησε τον επιχειρήσαντα να τον συλλάβη Γ. Κιάμο, ετών 18, τον οποίον και ετραυμάτισε θανασίμως».13 

Από την άλλη πλευρά, από τις 12 μέχρι τις 31 Οκτωβρίου δολοφονήθηκαν στην Αθήνα από την Εθνική Πολιτοφυλακή και τον ΕΛΑΣ 9 άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας. 14

Μια σπάνια φωτογραφία από το λιντσάρισμα 18 ταγματασφαλιτών στον Μελιγαλά από πολίτες στην κεντρική πλατεία της Καλαμάτας στις 17 Σεπτεμβρίου 1944

Το γεγονός αυτό προφανώς επέδρασε στην περαιτέρω καλλιέργεια πνεύματος αντεκδίκησης από τη μεριά των ταγματασφαλιτών, όπως θα δούμε παρακάτω. Προκειμένου λοιπόν να γλιτώσουν την οργή του κόσμου αλλά και την τιμωρία του ΕΛΑΣ, παρατηρήθηκε μεγάλη προσχώρηση μελών των ευζωνικών ταγμάτων της πρωτεύουσας είτε στον ΕΔΕΣ είτε σε εθνικιστικές ομάδες, όπως για παράδειγμα στη «X», που τότε μαζικοποιήθηκε ιδιαίτερα.

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι στις 11 Οκτωβρίου από τους περίπου 4.200 άνδρες των ευζωνικών ταγμάτων παρέμειναν έγκλειστοι στο στρατόπεδο της Σχολής Χωροφυλάκων στου Γουδή μόνο 903, «εν αυστηρά επιφυλακή» και «εν αναμονή διαταγών» του στρατηγού Σπηλιωτόπουλου, στρατιωτικού διοικητή τότε της Αθήνας, που είχε δώσει και τη σχετική εντολή. Ανάμεσα στους φυλακισμένους ταγματασφαλίτες της Αθήνας βρισκόταν και ο διοικητής τους Ιωάννης Πλυτζανόπουλος.

Ας σημειωθεί εδώ ότι η μεταστροφή στην αντιμετώπιση των Ταγμάτων Ασφαλείας από το επίσημο κράτος, ήδη από την επόμενη περίοδο, στην οποία θα αναφερθούμε παρακάτω, αποτυπώνεται και στο κλίμα κράτησης των ταγματασφαλιτών στο στρατόπεδο στου Γουδή, οι οποίοι θα λέγαμε παρέμεναν εκεί χωρίς να έχουν αφοπλιστεί πλήρως. Σύμφωνα μάλιστα με τα λεγάμενα του ταγματασφαλίτη και μετέπειτα αντισυνταγματάρχη πεζικού Παναγιώτη Κυριακού, στου Γουδή «απήλαυνον τον καθαρό αέρα της ελευθερίας», αναλαμβάνοντας δράση ενάντια στους «παρελαύνοντες αλήτες» του ΕΛΑΣ όποτε τους δινόταν η ευκαιρία. 15

Εξάλλου, και αυτό αποτελεί μια ακόμη ελληνική πρωτοτυπία κατά την απελευθερωμένη Ευρώπη, κυκλοφορούσαν στην Αθήνα εφημερίδες που κάθε άλλο παρά κριτική έκαναν στους δωσίλογους της Κατοχής και συγκεκριμένα στα Τάγματα Ασφαλείας. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η «Μεγάλη Ελλάς», «Επίσημον Οργανον της Κεντρικής Επιτροπής της Εθνικής Δημοκρατικής Ενώσεως Ελληνοπαίδων (ΕΔΕΕ)» με υπεύθυνο έκδοσης τον I. Ιπποκράτη και κύριο αρθρογράφο τον παλαιό δημοσιογράφο και πολιτικό Ευστράτιο Κουλουμβάκη. 16

Η δίκη στο στρατοδικείο του ΕΛΑΣ του κατοχικού δημάρχου Καλαμάτας Ηλία Καρατζά κατηγορούμενου για προδοσία στις 13 Σεπτεμβρίου 1944.

Στο πλαίσιο λοιπόν αυτό του αντι-ΕΑΜισμού, ενδεικτικά αναφέρουμε πως, σύμφωνα με τον Κουλουμβάκη, μπροστά στα εγκλήματα που διέπραξε στην Κατοχή το ΕΑΜ ενάντια στην αστική τάξη, «οι παρεκτροπές ή μάλλον υπερβολές» των Ταγμάτων Ασφαλείας ήταν πταίσματα που συμβαίνουν «εις παντός είδους και εθνικότητος στρατιωτικόν τμήμα (…) αλλά το σύνολον ήτο άξιον της Πατρίδος. Και αν δεν υπήρχαν τα τάγματα εκείνα η σφαγή θα ήτο μέχρις ίσως εθνικού εξαφανισμού μας. Διά τούτο εγώ τα αποκαλώ τάγματα Εθνικής Σωτηρίας». 17

Προκειμένου όμως να κατανοήσουμε καλύτερα τη μεταπολεμική πορεία ανδρών, είτε «επωνύμων» είτε όχι, των Ταγμάτων Ασφαλείας, καλό θα ήταν να σημειώσουμε ένα φαινομενικά παράδοξο γεγονός: τη διαφορετική στάση του πλέγματος εξουσίας (εξόριστη κυβέρνηση και Βρετανοί) προς τους συμμετέχοντες στα Τάγματα Ασφαλείας μετά τον Πόλεμο, σε σχέση με τη ρητορική τους κατά την τελευταία περίοδο της Κατοχής. Αυτή η αλλαγή βέβαια, καθώς ήταν ακόμη πολύ νωπές οι μνήμες από τις θηριωδίες, τις οποίες διέπραξαν μαζί με τους Γερμανούς ή και δρώντας αυτόνομα, θα έπρεπε να γίνει σταδιακά και με σχέδιο.

Τον Φεβρουάριο του 1944 στην κοινή σύσκεψη των ανταρτών Μυροφύλλου-Πλάκας, όπου συναντήθηκαν εκπρόσωποι του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ και της ΕΚΚΑ, παρουσία αντιπροσώπων της συμμαχικής στρατιωτικής αποστολής, οι «πρόθυμοι ένοπλοι Ελληνες συνεργάτες» των Γερμανών, δηλαδή τα Τάγματα Ασφαλείας, χαρακτηρίστηκαν όχι μόνο κοινός εχθρός όλων, αλλά και «εχθροί του έθνους, εγκληματίαι πολέμου, υπόλογοι εις αυτό διά πράξεις προδοσίας». 

Είχε προηγηθεί άλλωστε ραδιοφωνικό μήνυμα (6/1/1944) της κυβέρνησης Τσουδερού που χαρακτήριζε τα Τάγματα «προδότες» και ακολούθησε η Νομ. Πράξη υπ’ αριθ. 8 της ΠΕΕΑ (24/4/1944), που τους θεωρούσε «εχθρούς της πατρίδας, ενόχους εσχάτης προδοσίας», καθώς και ραδιοφωνικό μήνυμα της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου (6/9/1944) που τους ονόμαζε «ένοπλα σώματα εις την υπηρεσίαν του εχθρού» και «έγκλημα κατά της πατρίδος», ενώ και σύμφωνα με τη συμφωνία της Καζέρτας θεωρήθηκαν «όργανα του εχθρού» και «εχθρικοί σχηματισμοί».

Ετσι, ενώ υπήρξαν όλες αυτές και άλλες καταδίκες στη διάρκεια της Κατοχής από όλους τους φορείς εξουσίας (τόσο εντός όσο και εκτός ελλαδικού χώρου), ήδη από τις αρχές Σεπτεμβρίου, οπότε αποχωρούσαν τα γερμανικά στρατεύματα από τη νότια Ελλάδα άρχισε να αναπροσαρμόζεται η αντιμετώπιση της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας προς τους άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας, καθώς θα αποτελούσαν τη «χρυσή εφεδρεία» για τη διατήρηση της εξουσίας ενάντια σε ένα ενδεχόμενο σχέδιο επίθεσης από την πλευρά του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.

Παρέλαση ΕΛΑΣιτών μετά τις μάχες τους κατά των ταγματασφαλιτών στην Καλαμάτα στις 11 Σεπτεμβρίου 1944. Χαιρετισμός από τον επίσκοπο Γυθείου Χρυσόστομο Δασκαλάκη.

Αξίζει βέβαια να αναφερθεί ότι  οι περισσότερες από τις παραπάνω καταγγελίες και καταδίκες της δράσης των Ταγμάτων Ασφαλείας ήταν σχετικά ασαφείς, χωρίς να αναφέρονται σε συγκεκριμένες οδηγίες, δίνοντας την εντύπωση, ιδιαίτερα προς το τέλος της Κατοχής, ότι γίνονταν πιο πολύ για να προειδοποιήσουν τα Τάγματα Ασφαλείας να παραδοθούν στους Βρετανούς, όπως θα δούμε και παρακάτω, και ουσιαστικά να σωθούν.

Ενδεικτικό είναι το προαναφερθέν τηλεγράφημα του Παπανδρέου, ύστερα από πιέσεις του Foreign Office (που αναγνώριζε τη σημασία εισόδου του ΕΑΜ στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας), με το οποίο αποκήρυσσε μεν τα Τάγματα Ασφαλείας και καλούσε τους άνδρες τους να περάσουν στη συμμαχική πλευρά, αλλά δεν συνοδευόταν από συγκεκριμένες  εντολές, αντικατοπτρίζοντας την πεποίθηση των περισσότερων υπουργών της κυβέρνησης, που θεωρούσαν τα Τάγματα αποτελεσματικό αντίβαρο στο ΕΑΜ. Επίσης το Ελληνικό Γενικό Επιτελείο στην Ιταλία σχολίασε ότι θα προτιμούσε τα Τάγματα Ασφαλείας «να παραμείνουν οπλισμένα σε στρατιωτικούς καταυλισμούς».18

Η μόνη σαφής και αρκετά αυστηρή τοποθέτηση-καταδίκη των Ταγμάτων Ασφαλείας έγινε στην προαναφερθείσα Νομ. Πράξη αριθ. 8 της ΠΕΕΑ, όπου αναφέρεται σχετικά: «Οποιος συνεργάζεται με τους Γερμανούς και τους Βούλγαρους κατακτητές στην καταπολέμηση του εθνικού αγώνα και την καταπίεση του ελληνικού λαού είτε με τη συμμετοχή στη δήθεν κυβέρνηση που αυτοί εγκαθίδρυσαν, είτε με την κατάταξή του στα Τάγματα Ασφαλείας που συγκρότησαν, είτε με την υποστήριξή του σε αυτά τα όργανα των κατακτητών είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, κηρύσσεται εχθρός της Πατρίδας, ένοχος εσχάτης προδοσίας και τιμωρείται με την ποινή του θανάτου και με δήμευση της περιουσίας του». 

Στο ίδιο πνεύμα, ο στρατηγός Σαράφης, μιλώντας εκ μέρους του ΕΛΑΣ, σε μια προκήρυξή του (3/9/1944), μεταξύ άλλων, σημειώνει: «Οι στρατιώτες των ταγμάτων θα σώσουν τη ζωή τους, εφόσον παραδοθούν με τον οπλισμό τους».

Από την άλλη πλευρά προκειμένου να αντιληφθούμε το σκεπτικό της πλειονότητας της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας σχετικά με τη μεταπολεμική τύχη των Ταγμάτων Ασφαλείας, είναι χρήσιμο να σημειώσουμε τη βασική στόχευση του εκτελούντος εκείνες τις κρίσιμες εβδομάδες χρέη γενικού διευθυντή στο υπουργείο Εθνικής Αμύνης, στρατιωτικού διοικητή Αθηνών και υπαρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού Παναγιώτη Σπηλιωτόπουλου σχετικά με τη διατήρηση των Ταγμάτων ως εφεδρείας για την επικείμενη αναμέτρηση με το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, όπως αποκαλύπτει ο επιτελάρχης του, αντιστράτηγος Θεόδωρος Γρηγορόπουλος: «Εκρίθη συμφερώτερον όπως τα Τάγματα ασφαλείας μη εξωθηθούν παρ’ ημών εις διάλυσιν, αλλ' αφεθούν να παραμείνουν εν λειτουργία άνευ δράσεως», για να συμπληρώσει πως «εννοείται ότι αι ανωτέρω σκέψεις δεν είχον ανακοινωθή παρά εις ελάχιστους εκ των άμεσων συνεργατών μας, η δε έναντι των ταγμάτων ασφαλείας επίσημος στάσις του Στρατιωτικού Διοικητού ελήφθη πρόνοια να παρουσιάζεται σύμφωνος προς την θέσιν την οποίαν έναντι αυτών είχε λάβει η Κυβέρνησις Καΐρου».19

Ταγματασφαλίτες, προσωρινά κρατούμενοι των Βρετανών, πριν αξιοποιηθούν για την αντιμετώπιση του ΕΑΜικού κινήματος.

Είναι ενδιαφέρον όμως να δούμε και την επαμφοτερίζουσα στάση των Βρετανών απέναντι στα Τάγματα Ασφαλείας. Ενώ την άνοιξη του 1944 οι Βρετανοί τα καταδίκαζαν, στις 4 Ιουνίου, έπειτα από αίτημα της κυβέρνησης Παπανδρέου, οι αγγλικές υπηρεσίες διέκοψαν τη ρίψη προκηρύξεων στην κατεχόμενη Ελλάδα οι οποίες κατήγγελλαν τα Τάγματα Ασφαλείας. Επίσης η ελληνική υπηρεσία του BBC στις εκπομπές της προς την Ελλάδα διέκοψε όλες τις άμεσες καταγγελίες κατά των Ταγμάτων, έπειτα από εντολή του Foreign Office, το οποίο προφανώς αντιμετώπιζε θετικά το ενδεχόμενο ένταξης αυτών των σωμάτων στον εθνικό στρατό, που σχεδίαζαν οι αρμόδιες υπηρεσίες στο Κάιρο.20

Επιπλέον, τον Σεπτέμβριο, πολλά Τάγματα της Πελοποννήσου (όπως της Κορίνθου, της Πάτρας, του Ναυπλίου και της Τρίπολης) 21 με τα οποία δεν είχε δώσει μάχη ο ΕΛΑΣ, έπειτα από παρέμβαση υπουργών της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, όπως ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, 22 και των Βρετανών, δέχονταν να παραδοθούν μόνο στους τελευταίους, με τους οποίους, όπως πίστευαν και οι Αμερικανού είχαν μυστικά καλές σχέσεις.
Οι ταγματασφαλίτες που παραδόθηκαν στους Βρετανούς και αφοπλίστηκαν, φυλακίστηκαν, αρχικά στο Ναύπλιο, την Ιταλία και τον Αραξο, για να μεταφερθούν μέχρι τις 18 Οκτωβρίου στις Σπέτσες, όπου «δεν είχε πατήσει το πόδι του» ο ΕΛΑΣ.23

Ουσιαστικά φυλάσσονταν εκεί για προστασία από το οργισμένο πλήθος και τον ΕΛΑΣ και στις 31 Οκτωβρίου θα επαναφυλακίζονταν και αυτοί με τους υπόλοιπους «συναδέλφους» τους της Αθήνας στο στρατόπεδο στου Γουδή. Ενδεικτικό όλων των παραπάνω είναι ότι το Τάγμα Ασφαλείας Κορίνθου φόρεσε καινούργιες στολές αγγλικού τύπου και στη συνέχεια, στις 10 Οκτωβρίου, μετονομάστηκε σε «Εθνικήν Οργάνωσιν Εσωτερικής Αντιστάσεως του ΕΔΕΣ»24 

Πρώτο στάδιο για τη διαδικασία της de facto ενσωμάτωσής τους στον εθνικό κορμό είναι η συμμετοχή των περισσότερων κρατούμενων ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας στα Δεκεμβριανά, ενάντια φυσικά στον ΕΛΑΣ. 

Ηδη πριν ξεκινήσουν οι εχθροπραξίες των Δεκεμβριανών, ενδεικτική των προθέσεων της κυβέρνησης σχετικά με τα Τάγματα Ασφαλείας ήταν η δημοσίευση από το υπουργείο Εθνικής Αμύνης ενός καταλόγου αξιωματικών που θα αναλάμβαναν να οργανώσουν την Εθνοφυλακή, η οποία θα αντικαθιστούσε την Πολιτοφυλακή του ΕΑΜ από την 1η Δεκεμβρίου: οκτώ από τους δεκατέσσερις αξιωματικούς αυτής της λίστας είχαν υπηρετήσει στα Τάγματα Ασφαλείας.25

Αλλωστε, πιο πριν, στα μέσα Νοεμβρίου, έγινε γνωστό ότι ο υφυπουργός Στρατιωτικών Λάμπρος Λαμπριανίδης διόρισε περισσότερους από 100 αξιωματικούς των Ταγμάτων στα υπό συγκρότηση τμήματα Εθνοφυλακής, αλλά όταν στις 25 του ίδιου μήνα έγινε γνωστό αυτό, ο Λαμπριανίδης αντικαταστάθηκε από τον στρατηγό Πτολεμαίο Σαρηγιάννη, κάτι που ερμηνεύτηκε, λανθασμένα θεωρούμε, ως υποχώρηση του Παπανδρέου απέναντι στο ΕΑΜ.26

Το πώς εντάχθηκαν οι άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας στον κυβερνητικό στρατό κατά τα Δεκεμβριανά, όταν τμήματα του ΕΛΑΣ είχαν περικυκλώσει μέλη της «X» στο Θησείο, αποκαλύπτει με άρθρο του στο περιοδικό «Πολιτικά Θέματα» (4/12/1978) ο παλιός βενιζελικός, τότε υφυπουργός των Στρατιωτικών, συνταγματάρχης Λεωνίδας Σπαής: «Στις 12 Δεκεμβρίου [...] αποφασίστηκε να χρησιμοποιηθούν ενάντια στο ΕΑΜ τα Τάγματα Ασφαλείας. Η εισήγηση ήταν των Αγγλων και η απόφαση δική μου. (…) Συνολικά υπήρχαν 27.000 άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας. Χρησιμοποίησαμε 12.000, τους λιγότερο εκτεθειμένους και οπωσδήποτε κανένα από τα σημαίνοντα στελέχη. Τους ντύσαμε και τους εξοπλίσαμε -αφού τους πήραμε από τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, κυρίως στο Γουδί- στο κτίριο των Παλαιών Ανακτόρων [...] Δημιουργήθηκαν νέα Τάγματα Εθνοφυλακής και έτσι κατορθώθηκε μια ισορροπία δυνάμεων. Δεν είναι αλήθεια ότι δεν χρησιμοποιήθηκαν Τάγματα Ασφαλείας στα Δεκεμβριανά, όπως τότε και αργότερα ισχυρίζονταν Αγγλοι και Ελληνες. Χρησιμοποιήθηκαν οι μισοί περίπου από όσους είχαν συλληφθή και αυτή είναι η αλήθεια [...]  Οπως ακόμα, ότι στα Δεκεμβριανά δεν πολέμησαν ούτε ο Παπαδόπουλος, ούτε ο Μακαρέζος. Ο πρώτος ήταν υπασπιστής του Παυσανία Κατσώτα, τότε στρατιωτικού διοικητού Αθηνών. Ο δεύτερος ήταν γραμματέας στο υπασπιστήριό μου, ως υφυπουργού Στρατιωτικών».27

Η σχετική εισήγηση χρησιμοποίησης των ταγματασφαλιτών στις μάχες είχε γίνει στις 9 Δεκεμβρίου από τον Θρασύβουλο Τσακαλώτο. 28 Αλλωστε, από τις 7 Δεκεμβρίου,1.200 περίπου άνδρες των Ταγμάτων, εξοπλισμένοι από την Ορεινή Ταξιαρχία, υπερασπίζονταν ήδη τους στρατώνες στου Γουδή, μέχρι την άφιξη περισσότερων βρετανικών στρατευμάτων, 20 μέρες αργότερα.29

Οπως γίνεται προφανές, μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, τα πρώην μέλη των Ταγμάτων Ασφαλείας, καθώς και κάθε λογής ακροδεξιά, φιλομοναρχικά στοιχεία και δωσίλογοι της Κατοχής που βρίσκονταν υπό δικαστικό έλεγχο, επιχείρησαν να ενταχθούν στο στρατόπεδο των μηχανισμών της εθνικοφροσύνης, μέσω των υπηρεσιών τους στον ακραίο αντικομμουνισμό.

Η πρώτη σελίδα του "Εμπρός" (22 Φεβρουαρίου 1945) με τη δίκη των δωσίλογων τέως πρωθυπουργών και υπουργών. Αριστερά Ιω. Ράλλης και δεξιά ο Κων. Τσολάκογλου με τον κατοχικό υπουργό Νικ. Λούβαρι μετέπειτα ακαδημαϊκό.

Αυτή η επιχείρηση ταύτισης των Ταγμάτων Ασφαλείας με τον πατριωτισμό, συνδέοντάς τον άμεσα με την αντιμετώπιση του «κομμουνιστικού εγκλήματος» τόσο κατά την Κατοχή όσο και μετά την Απελευθέρωση, ιδιαίτερα στα Δεκεμβριανά, τους πρόσφερε μια πολιτική αναβάπτιση και την ταυτόχρονη απόσειση των ευθυνών τους σε σχέση με τα δεινά που προκάλεσαν στη χώρα την κατοχική περίοδο. 30

Επόμενο των παραπάνω ήταν το δεύτερο σημαντικό βήμα για την περαιτέρω ενσωμάτωση, de jure αυτήν τη φορά, των ταγματασφαλιτών στο εθνικό, αντικομμουνιστικό αφήγημα: οι λεγόμενες δίκες των δωσίλογων της Κατοχής. Επρόκειτο ουσιαστικά για παρωδία δικών, καθώς σε αλλεπάλληλες δίκες αθωώθηκαν σχεδόν όλοι οι αξιωματικοί των Ταγμάτων.31

Στο Ειδικό Δικαστήριο Δωσίλογων Αθήνας (κτίριο της οδού Σανταρόζα) η πρώτη δίκη των δωσίλογων πρωθυπουργών, μεταξύ των οποίων και ο Ράλλης, στη θητεία του οποίου ιδρύθηκαν τα Τάγματα Ασφαλείας, ξεκίνησε στις 21/2/1945 και διήρκεσε έως τις 31/5/1945.
Να σημειωθεί ότι κλήθηκαν από τον πρόεδρο αρκετοί μάρτυρες κατηγορίας από τη δημόσια ζωή (πολιτικοί, δημοσιογράφοι κ.ά.), που καταδίκασαν έστω χλιαρά την ίδρυση και δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο Παπανδρέου, μεταξύ άλλων, κατέθεσε: «Επανειλημμένως η βρετανική κυβέρνηση μου συνέστησε να καταγγείλω τα Τάγματα. Οι σύμμαχοι σαφώς τα αντεπάθουν και ήθελαν την διάλυσίν των». Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος ανέφερε: «Είναι αφάνταστος η ζημία που έγινε εις το εξωτερικόν με την ίδρυσιν των Ταγμάτων», για να προσθέσει ότι στην Τρίπολη ο Παπαδόγγονας εσκότωσε, εκρέμασε, εδήωσε και το αποτέλεσμα ήταν να πενταπλασιασθεί μέσα σε λίγες εβδομάδες η δύναμη του ΕΛΑΣ, καθώς και ότι ο Κουρκουλάκος και ο Παπαδόγγονας είχαν επιστρατεύσει μερικούς αλήτες.32 

Αρκετοί από αυτούς με τις καταθέσεις τους ουσιαστικά μετατράπηκαν σε μάρτυρες υπεράσπισης. Χαρακτηριστικά, ο πρώην και μετέπειτα πρωθυπουργός Θεμιστοκλής Σοφούλης κατέθεσε, μεταξύ άλλων: «Είναι γνωστός ο σκοπός των ταγμάτων. Εγιναν διά να χτυπήσουν τα δήθεν Τάγματα αντιστάσεως του ΕΑΜ. Διά της ιδρύσεώς των η κυβέρνησις θέλησε να διασφάλιση την δημοσίαν τάξιν». Ο τέως διοικητής της Εθνικής Τράπεζας και μετέπειτα πρωθυπουργός Δημήτριος Μάξιμος ανέφερε: «Τα Τάγματα Ασφαλείας δι’ όλους ημάς υπήρξαν χρησιμώτατα Εις την ύπαιθρον παρέσχον μεγάλην συνδρομήν. Ο λαός ανέπνεε μόλις έβλεπε τα Τάγματα», ενώ ο πρώην υπουργός Γεώργιος Στράτος κατέθεσε πως τα Τάγματα προκαλούσαν τον ενθουσιασμό και θεωρούνταν σωτήρες του λαού.33 

Ο εγκληματίας πολέμου διοικητής των SS στην Ελλάδα, Βάλτερ Σιμάνα, επιβλέπει την εκπαίδευση των γερμανοτσολιάδων με την συνδρομή Ελληνα επίσημου, πιθανότατα του Νικόλαου Λούβαρι, υπουργού Παιδείας και καθηγητή Θεολογίας.

Η δικαστική απόφαση 49/1945 για την ευθύνη του Ράλλη αναφορικά με την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας υπήρξε αθωωτική. Τμήμα του αιτιολογικού είναι το εξής: «Εν προκειμένω, ως απεδείχθη εκ της αποδεικτικής διαδικασίας, η υπό του κατηγορουμένου I. Ράλλη και υπό την προεδρίαν της κυβερνήσεώς του συγκρότησις Ταγμάτων Ευζώνων (Τάγματα Ασφαλείας) δεν αποσκόπησεν ούτε εις την άσκησιν βίας καθ’ Ελλήνων ένεκα της δράσεως αυτών κατά των Γερμανών ή Ιταλών, ουδέ ως την διέγερσιν εμφυλίου πολέμου, αλλά κατά την βούλησιν των συγκροτησάντων αυτά, εις την αποκατάστασην της δημοσίας τάξεως εν τη υπαίθρω και εις τας_πόλεις, ήτις είχε επικινδύνως από του θέρους 1942 διασαλευθή ως εκ της δράσεως κακοποιών στοιχείων». 34

Αντίστοιχα, στο νομολογιακό πνεύμα της προηγούμενης δικαστικής απόφασης, κατά το 1945-46 εκδόθηκε μια σειρά απαλλακτικών βουλευμάτων για πρώην ταγματασφαλίτες -στην πλειονότητά τους 18 έως 22 χρόνων και ήδη ενταγμένους στην Εθνοφυλακή-μολονότι είχαν συμμετάσχει σε ναζιστικά αντίποινα και δολοφονίες αντιστασιακών.

Λίγοι μόνο ταγματασφαλίτες παραπέμφθηκαν σε δίκη, 35 για καθαρά «ποινικές υποθέσεις», κυρίως για περιπτώσεις εκβιασμών ή/και καταδόσεις πατριωτών στις δυνάμεις Κατοχής. Ορισμένοι αξιωματικοί της συνωμοτικής ομάδας ΙΔΕΑ, προκειμένου να καταλάβουν καίριες θέσεις στους κόλπους του στρατού, παρουσιάζονταν στις δίκες ταγματασφαλιτών ως μάρτυρες υπεράσπισης, χαρακτηρίζοντας μάλιστα πολλές φορές τα Τάγματα «σήμα κατατεθέν» του έθνους. 36 Ορισμένες φορές μάλιστα όχι μόνο αθωώνονταν κατηγορούμενοι ταγματασφαλίτες, αλλά δικαιώνονταν και νεκροί. 
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του συνταγματάρχη Διον. Παπαδόγγονα, εκ των επικεφαλής των Ταγμάτων Ασφαλείας Πελοποννήσου και γνωστού τόσο για εγκλήματα που είχε διαπράξει όσο και για τις αγαστές σχέσεις του με τους ναζί, που σκοτώθηκε από σφαίρα στα Δεκεμβριανά και προάχθηκε, κατ’ εφαρμογή ενός κατοχικού νόμου, τον Αύγουστο του 1945, μετά θάνατον δηλαδή. Το γεγονός αυτό όμως προκάλεσε σε τέτοιο βαθμό το δημόσιο αίσθημα, ώστε λίγες μέρες μετά η προαγωγή ακυρώθηκε. 37

Συμπερασματικά, η ανακήρυξη του αντικομμουνισμού σε επίσημη κρατική ιδεολογία επέτρεψε στους κατηγορουμένους να χρησιμοποιήσουν την ένταξή τους στα Τάγματα Ασφαλείας ως αντικομμουνιστική περγαμηνή, με αποτέλεσμα τα δικαστήρια να δέχονται τη συμμετοχή τους σε αυτά ως ελαφρυντική περίσταση.
Η αποδοχή από τα δικαστήρια των Ταγμάτων Ασφαλείας ως νόμιμων οργάνων τήρησης της δημόσιας τάξης ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με την αντιμετώπιση από τα δικαστήρια αυτά μελών του ΕΑΜ, που πολλές φορές μετατρέπονταν από μάρτυρες κατηγορίας σε κατηγορούμενους.

Ενα τρίτο στάδιο όπου αντικατοπτρίζεται η ενσωμάτωση των πρώην αξιωματικών των Ταγμάτων Ασφαλείας στον εθνικό κορμό αφορά την επανένταξη των περισσότερων από αυτούς στο στράτευμα, καθώς λόγω του αντι-ΕΑΜισμού τους θεωρήθηκαν αξιόπιστοι και σε πρακτικό επίπεδο ιδιαίτερα χρήσιμοι για τη διεξαγωγή του επερχόμενου εμφύλιου πολέμου. 

Μέσα στο 1945, στο σώμα αξιωματικών του στρατεύματος είχαν προσχωρήσει 228 άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας και άλλων παρακρατικών οργανώσεων. 

Ηδη τον Ιούνιο, η «Λευκή Βίβλος» του ΕΑΜ κατέγραψε τα ονόματα 59 αξιωματικών που είχαν επανενταχθεί στις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας (αρχικά στην Εθνοφυλακή και σταδιακά στη Χωροφυλακή και την Αστυνομία), ενώ τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου έγινε γνωστό ότι 117 βαθμοφόροι των Ταγμάτων είχαν εισαχθεί στη Σχολή Ευελπίδων για να εξελιχθούν σε στρατιωτικούς καριέρας. 
Από τα μέσα μάλιστα του 1946, όταν μετά τις εκλογές ανέλαβε την κυβερνητική εξουσία το Λαϊκό Κόμμα, τα πρώην στελέχη των Ταγμάτων Ασφαλείας ενσωματώνονταν μαζικά στον στρατό και στα σώματα ασφαλείας. Υπολογίζονται σε περίπου 1.300 αξιωματικούς. 

Ενδεικτικά θα αναφέρουμε κάποιους από τους αξιωματικούς των Ταγμάτων που επανεντάχθηκαν και προήχθησαν σε ψηλούς βαθμούς της ιεραρχίας: ο διοικητής του Τάγματος Καλαμάτας Διονύσιος Παπαδόπουλος υπηρετούσε το φθινόπωρο του 1945 ως διοικητής τάγματος του ελληνικού στρατού στο Κάτω Νευροκόπι κι αργότερα έφτασε μέχρι τον βαθμό του ταξιάρχου, ο διοικητής του Τάγματος Ασφαλείας Σπάρτης αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Κωστόπουλος προήχθη σε υποστράτηγο και φρούραρχο Αθήνας, ενώ ο διοικητής του Τάγματος Ναυπλίου Παναγιώτης Δεμέστιχας έφτασε στον βαθμό του ταξιάρχου.

Η πιο εντυπωσιακή περίπτωση υπήρξε ωστόσο αυτή του υποδιοικητή των ταγματασφαλιτών της Χαλκίδας συνταγματάρχη Χρήστου Γερακίνη, που λίγο μετά τη Βάρκιζα διορίστηκε υποδιοικητής της Σχολής Ευελπίδων. Ο διοικητής του A' Ευζωνικού Τάγματος Γ. Σγούρος τοποθετήθηκε το 1948 διοικητής του A' Τάγματος στη Μακρόνησο. 38

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η διαχείριση της μνήμης των Ταγμάτων Ασφαλείας μέσα από τον πολιτικό λόγο ορισμένων βουλευτών στο εμφυλιοπολεμικό Κοινοβούλιο, μετά τις εκλογές του 1946. Συνεπέστεροι εκφραστές της αποκατάστασης των ταγματασφαλιτών αναδείχθηκαν οι βουλευτές Αρκαδίας Θεόδωρος Τουρκοβασίλης, Αθηνών Ευστράτιος Κουλουμβάκης και Λακωνίας Νικόλαος Καράμπελας. Η δυναμικότερη παρέμβαση αυτών και κάποιων ακόμη βουλευτών έγινε στις 27 Οκτωβρίου 1948, κατά τη συζήτηση του νόμου 844 για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης (εννοείται όχι της ΕΑΜικής), όπου ζήτησαν να ταυτιστούν οι ταγματασφαλίτες με τους εθνικόφρονες αντιστασιακούς (ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ κ.ά), αιτούμενοι ουσιαστικά αμνηστία, κάτι που δεν επιτεύχθηκε τότε θεσμικά.

Ο φούρνος του Γκουραμάνη, ο φούρνος -τάφος όπου κάηκαν ζωντανά ύστερα από βασανιστήρια, από τους ταγματασφαλήτες εβδομήντα γυναικόπαιδα του Χοριάτη (φωτογραφία και λεζάντα από τη "Λαϊκή Φωνή" όργανο του Γ.Π Μακεδονίας του ΚΚΕ 11 Δεκεμβρίου 1944)

Ας δούμε και κάποιες ενδεικτικές περιπτώσεις μετεμφυλιακής «καριέρας» ανδρών των Ταγμάτων Ασφαλείας σε άλλα πεδία της δημόσιας σφαίρας. Ο Χρήστος Γερακίνης, που συναντήσαμε και νωρίτερα, εκλέχτηκε βουλευτής Χαλκίδας με τον Ελληνικό Συναγερμό και το 1954 διορίστηκε υφυπουργός Συγκοινωνιών στην κυβέρνηση Παπάγου. Ο προαναφερθείς βουλευτής Γυθείου από το 1946 Νικόλαος Καράμπελας με το Λαϊκό Κόμμα, ο οποίος ήταν στέλεχος του εκεί Τάγματος Ασφαλείας.

Αναφορικά με τον πρώην δικτάτορα Γεώργιο Παπαδόπουλο, ενώ έχουν ακουστεί πολλά για ανάμειξή του στα Τάγματα Ασφαλείας (ακόμη και σε έρευνες δημοσιευμένες στο εξωτερικό), το πιθανότερο, αλλά όχι βέβαιο, σύμφωνα με τον ιστορικό Λεωνίδα Καλλιβρετάκη, είναι ότι δεν συμμετείχε άμεσα σε αυτά. 39 
Ωστόσο, επί χούντας- και μάλιστα όπως φαίνεται με προσωπική εντολή του Παπαδόπουλου- ένα άλλο διαβόητο στέλεχος των Ταγμάτων Ασφαλείας, ο Νικόλαος Κουρκουλάκος, έκανε καριέρα ως διοικητής της Αγροτικής Τράπεζας, καθώς διορίστηκε στο πόστο αυτό στις13/2/1969.

Ο στρατηγός Πατίλης, πρώην στέλεχος του Τάγματος Ασφαλείας Ναυπάκτου, διετέλεσε υπουργός Β. Ελλάδας (1967-68) και β' αντιπρόεδρος της κυβέρνησης (1968-70).

Η χούντα επιχείρησε να εντάξει «φωτογραφικά» τα Τάγματα Ασφαλείας σας αντιστασιακές οργανώσεις με το ΝΔ179/1969, αλλά ακόμη και αυτή αποδείχθηκε σχετικά απρόθυμη να αναγνωρίσει ανοιχτά την «προσφορά» των Ταγμάτων, καθώς προφανώς έκρινε ότι θα προκαλούσε περαιτέρω ζημιά στην ήδη πληγωμένη δημόσια εικόνα της εντός και κυρίως εκτός Ελλάδας.

Τέλος, όπως εύστοχα σημειώνει ο Τάσος Κωστόπουλος, η μνήμη των πρώην ταγματασφαλιτών πολλές φορές αυτολογοκρινόταν, καθώς οι δωσιλογικές πράξεις τους δεν μπορούσαν εύκολα να γίνουν δημόσια αποδεκτές.
Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι στα μέσα της δεκαετίας του '50, όταν η Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού ζήτησε από πολλούς αξιωματικούς των πρώην Ταγμάτων Ασφαλείας να συντάξουν «λεπτομερή έκθεσιν» της δράσης τους στην Κατοχή, προκειμένου να γραφτεί η επίσημη «συγγραφή της ιστορίας Εθνικής Αντιστάσεως διά την χρονικήν  περίοδον 1941-44, με θέμα την συγκρότησιν των Ταγμάτων Ασφαλείας [και] τας διεξαχθείσας υπό τούτων επιχειρήσεις», πολλοί από αυτούς δεν απάντησαν, προτιμώντας τη σιωπή. Ανάμεσα σε αυτούς που δεν απάντησαν ήταν και τα σημαντικότερα στελέχη τους: Πλυτζανόπουλος (Αθήνα), Κουρκουλάκος (Πάτρα), Ταβουλάρης (Τρίπολη), Γερακίνης (Εύβοια), Μουστακόπουλος (Ναύπλιο), κ.ά., ενώ αυτοί που προθυμοποιήθηκαν περισσότερο να απαντήσουν στο αίτημα της ΔΙΣ ήταν τα μέλη των μονάδων που βρίσκονταν στη νότια Πελοπόννησο και που έδωσαν τις σκληρότερες μάχες με τον ΕΛΑΣ το φθινόπωρο του 1944. 40

Εξάλλου, στο πλαίσιο αυτό της στρατηγικής της λήθης της κατοχικής δράσης τους, πρώην μέλη των Ταγμάτων συμμετείχαν επίσης σε διάφορες συνωμοτικές ομάδες, όπως ο ΙΔΕΑ, αλλά και σε παραστρατιωτικές και παρακρατικές οργανώσεις, δεδομένου ότι από τη φύση τους στην Κατοχή ήταν ημιστρατιωτικές ομάδες που δρούσαν με τη δομή των Ταγμάτων Εφόδου. Οι πρώην ταγματασφαλίτες αποτελούσαν τον κατεξοχήν μηχανισμό που καθόρισε τη συγκρότηση και τη μορφή των δυνάμεων του παρακράτους μεταπολεμικά και είχαν κάθε λόγο να επιδίδονται σε εθνικιστική πλειοδοσία, καθώς επιχειρούσαν, όπως είδαμε και προηγουμένως, να αποφύγουν να λογοδοτήσουν δικαστικά για τον δωσιλογισμό τους. 41

Συμπερασματικά, σε όλη τη μεταπολεμική και ιδιαίτερα τη μετεμφυλιακή περίοδο, καθώς δεν ήταν εύκολο οι «πρόθυμοι συνεργάτες» των Γερμανών να μετατραπούν αυτόματα σε «ήρωες», τους επιφυλάχθηκε σιωπηρά, αλλά μεθοδευμένα, η θέση των «θυμάτων του ΕΛΑΣ», στο πλαίσιο του μετεμφυλιακού εθνικού αντικομμουνιστικού αφηγήματος. Αυτό πρακτικά σήμαινε ότι παρατηρήθηκε μια άνευ θορύβου ένταξη των ανδρών και των αξιωματικών των Ταγμάτων Ασφαλείας στον ευρύτερο κρατικό μηχανισμό (στρατός, δημόσιες υπηρεσίες, πολιτική σφαίρα) ή η δραστηριοποίησή τους σε ποικίλες παρακρατικές οργανώσεις, επιτρέποντας τη σιωπηλή αποκατάστασή τους.

Παραπομπές

1 Ο πραγματικός λόγος δημιουργίας των Ταγμάτων Ασφαλείας καταγράφεται και σε επιστολή του δωσίλογου πρωθυπουργού Ιωάννη Ράλλη προς τον στρατηγό των ναζί Hans Speidel στις 20 Δεκεμβρίου 1943, βλ. Μ. Χαραλαμπίδης, «Διεύθυνση Ειδικής Ασφάλειας του Κράτους. Η αιχμή του αντικομμουνιστικού αγώνα της κυβέρνησης Ράλλη στην κατοχική Αθήνα», στο Π. Βόγλης, Φ. Τσίλαγα, I. Χανδρινός, Μ. Χαραλαμπίδης (επιμ.), Η εποχή των ρήξεων. Η ελληνική κοινωνία στη δεκαετία του 1940, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη, 2012, σ. 169: «Γνωρίζετε, Εξοχότατε, ότι η κυβέρνησή μου ανέλαβε με θάρρος τον αγώνα εναντίον του κομμουνιστικού κινήματος. Οι συνεχείς προσπάθειες μου για στρατολόγηση και εξοπλισμό πιστών σωμάτων ασφαλείας, τα οποία χρησιμοποιούνται ήδη εναντίον των κομμουνιστών στην πρωτεύουσα, σας είναι επίσης γνωστές [...] Η κυβέρνησή μου δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει μέσα, όσο σκληρά και αν πρέπει να είναι, εναντίον των οπλισμένων αναρχοκομμουνιστικών στοιχείων [...]».

2 0 επιχειρηματίας και συνεργάτης των Γερμανών Ιωάννης βουλπιώτης ήταν στην περίοδο της Κατοχής αντιπρόσωπος της Siemens Ελλάδας, βλ.Δημήτρης Κουσουρής, Δίκες των δοσιλόγων, 1944-1949. Δικαιοσύνη, συνέχεια του κράτους και εθνική μνήμη, Πόλις, Αθήνα, 2014, σ. 60, Σπύρος Γασπαρινάτος, 0ι ελληνικές κατοχικές κυβερνήσεις. Δίκες κατοχικών δοσιλόγων και εγκληματιών πολέμου, Εστία, Αθήνα, 2015, σ. 98,105, Ιζαμπέλλα Παλάσκα, Αγγελος ή δαίμων. 0 αμφιλεγόμενος πατέρας μου, Λιβάνης, Αθήνα, 2012, σ. 317-323. Αναφορικά με τους Πάγκαλο και Γονατά, η συμβολή τους στη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας επικεντρώθηκε -εκτός των άλλων- και στην προσέλκυση έμπειρων αξιωματικών του ελληνικού στρατού, κυρίως από τον ΕΔΕΣ Αθήνας, για τη στελέχωση των Ταγμάτων. Σημειωτέον δε ότι οι διεργασίες αυτές είχαν ως αποτέλεσμα τη διάσπαση του ΕΔΕΣ Αθήνας, ανάμεσα στο αντιστασιακό-δημοκρατικό τμήμα του και σε αυτό που συνεργάστηκε με τους Γερμανούς στη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας, γνωστό και ως «προδοτικός» ΕΔΕΣ. Βλ. Χαραλαμπίδης, «Διεύθυνση Ειδικής Ασφάλειας...», ό.π., α. 170-171.

3 Τάσος Κωστόπουλος, Η αυτολογοκριμένη μνήμη. Τα Τάγματα Ασφαλείας και η μεταπολεμική εθνικοφροσύνη, Φιλίστωρ, Αθήνα, 2005, σ. 27.

4 Hagen Fleischer, «Νέα στοιχεία για τη σχέση γερμανικών αρχών Κατοχής και Ταγμάτων Ασφαλείας», Μνήμων, τομ. 8,1980-1 σ.193

5 Η δράση των Ταγμάτων προετοίμαζε το έδαφος γι’ αυτό που οι ναζιστικές υπηρεσίες ονόμαζαν «θέση του χάους», δυναμικές, βίαιες ενέργειες (π.χ. ανατίναξη λιμανιών και εργοστασίων, σύλληψη πολιτικών, μαζικές εκτοπίσεις στη Γερμανία, αιματηρές επιχειρήσεις κατά της Αντίστασης κ.ά.), προκειμένου, κατά την αποχώρησή τους από την Ελλάδα, η χώρα να βρίσκεται σε κατάσταση διάλυσης και αναρχίας, βλ. Πολυμερής Βόγλης. Η ελληνική κοινωνία στην Κατοχή, 1941-1944, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2010, σ. 130.

6 Mark Mazower, Η Ελλάδα του Χίτλερ. Η εμπειρία της Κατοχής, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 1994, σ. 355, Στρατός Δορδανάς, «Τάγματα Ασφαλείας και αυτόνομες μονάδες», Καθημερινή, 31/12/2010.

7 Ανάμεσα στα άλλα δεινά που προκάλεσαν, καλό είναι να σημειωθούν και οι κατασχέσεις από τους Γερμανούς και τα Τάγματα Ασφαλείας ειδών που πρόσφερε ως βοήθεια ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός σε διάφορες περιοχές της χώρας το 1944, βλ. Γιάννης Σκαλιδάκης, «Η διανομή της ξένης βοήθειας στην επαρχία την περίοδο της κατοχής. Κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις», στο Πολυμερής Βόγλης, Φλώρα Τσίλαγα, Ιάσονας Χανδρινός, Μενέλαος Χαραλαμπίδης (επιμ.), Η εποχή των ρήξεων. Η ελληνική κοινωνία στη δεκαετία του 1940, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη, 2012, σ. 41-42.

8 Σύμφωνα με το Δελτίο Πληροφοριών του ΕΛΑΣ της 1ης Οκτωβρίου 1944, στην ύπαιθρο οι ταγματασφαλίτες ήταν 13.880, ήτοι 7.600 στην Πελοπόννησο, 1.990 στην Εύβοια, 1.200 στη Στερεά, 300 στην Ηπειρο και 2.590 στη Μακεδονία, βλ. Ν. Αναγνωστόπουλος, Παράνομος Τύπος, Αθήνα, 1960, σ. 208-212 και Μιχάλης Λύμπεράτος, Στα πρόθυρα του Εμφυλίου Πολέμου, Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2006, σ. 274,291.

9 Βόγλης, Η αδύνατη επανάσταση..., ό.π., σ. 72.

10 0 Μελιγαλάς θα αναδεικνυόταν όλα τα επόμενα χρόνια από την επίσημη προπαγάνδα σε σύμβολο της «κομμουνιστικής βαρβαρότητας», ανεβάζοντας σε υπερβολικά νούμερα τον αριθμό των θυμάτων και μυθοποιώντας, μέσα από το αντικομμουνιστικό αφήγημα (επενδυμένο για χρόνια και τελετουργικά), τις «θηριωδίες του ΕΛΑΣ», βλ. Κωστόπουλος, ό.π., σ. 66-67, Κουσουρής, ό.π., σ. 110-111.

11 Τ. Κωστόπουλος, ό.π., σ. 68-69. Ακόμη και ο ίδιος ο Αρης Βελουχιώτης, καπετάνιος του Γ.Σ του ΕΛΑΣ, που βρισκόταν την περίοδο εκείνη στην Πελοπόννησο, έδωσε ρητές εντολές στην 3η Μεραρχία του ΕΛΑΣ να αποτραπεί το πλήθος από το να λιντσάρει τους άνδρες ίων Ταγμάτων, βλ. Λυμπεράτος, «Τα γερμανικά αντίποινα...», ό.π„ σ. 95.

12 Κουσουρής, ό.π., ο. 115.

13 Ελευθερία, 28/10/1944 και Κουσουρής, ό.π., σ. 120.

14 Μ Μενέλαος Χαραλαμπίδης, Δεκεμβριανά 1944. Η Μάχη της Αθήνας, Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2014, σ.45.

15 Πρόκειται για σχετική αναφορά του Παναγιώτη Κυριακού το 1957 προς το ΓΕΣ για τη δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας, όπως παρατίθεται στο Κουσουρής, ό.π., σ. 139-140.

16 Τον Κουλουμβάκη τον συναντάμε και παρακάτω, ως βουλευτή-υμνητή των Ταγμάτων Ασφαλείας.

17 Χρήστος Χατζηιωσήφ, «Δεκέμβρης 1944, τέλος και αρχή», στο Χρήστος Χατζηιωσήφ, Προκοπής Παπαστράτης (επιμ.), Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα. Β' Παγκόσμιος Πόλεμος - Κατοχή - Αντίσταση 1940-1945, τ. Γ2, Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2007, σ. 382-383.

18 Mark Mazower, «Τρεις μορφές πολιτικής δικαιοσύνης: Ελλάδα, 1944-45», στο Mark Mazower (επιμ.), Μετά τον Πόλεμο. Η ανασυγκρότηση της οικογένειας, του έθνους και κράτους στην Ελλάδα, 1943-1960», Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2004, σ. 37

19 Θεόδωρος Γρηγορόπουλος, Από την κορυφήν του λόφου, Αθήναι, 1966, σ. 267-268.

20 Παπαστράτης, ό.π„ σ. 38.

21 Κανελλόπουλος, ό.π., σ. 650-659.

22 Ενδεικτικό της μεταπολεμικής αντιμετώπισης των Ταγμάτων Ασφαλείας από φιλελεύθερους αστούς πολιτικούς είναι ότι στις αρχές Οκτωβρίου 1944 ο Π. Κανελλόπουλος, σύμφωνα με δικά του λεγόμενα, κατά την παράδοση του Τάγματος Ασφαλείας Τρίπολης (υπό τη διοίκηση του Διον. Παπαδόγγονα) ξαναβρίσκει «τους παλιούς πολιτικούς του φίλους» και αναφέρεται στους αξιωματικούς των Ταγμάτων Ασφαλείας ως «πατριώτες αξιωματικούς», βλ. Κανελλόπουλος, ό.π., σ. 654-663.

23 Κουσουρής, ό.π., σ. 109,123, Κωστόπουλος, ό.π., σ. 69-70.

24 Κουσουρής, ό.π., σ. 100.

25 Κουσουρής, ό.π., σ. 154, Λυμπεράτος, Στα πρόθυρα..., ό.π., σ. 89.

26 Χαραλαμπίδης, Δεκεμβριανά 1944..., ό.π., σ. 58.

27 Πέτρος Ρούσος, Η μεγάλη πενταετία, τ. β ’, Αθήνα, 1986, σ. 358-359.

28 Θρασύβουλος Τσακαλώτος, 40 χρόνια στρατιώτης της Ελλάδος, Τυπογραφεία «Ακροπόλεως», Αθήναι, i960, σ. 598, Κωστόπουλος, ό.π., σ. 71.

29 Η συμμετοχή των στελεχών των Ταγμάτων Ασφαλείας στις μάχες των Δεκεμβριανών πιστοποιείται και από τις εκθέσεις της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Αθηνών, στις οποίες καταγράφονται νεκροί άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας Πατρών, Τριπόλεως, Γυθείου και Χαλκίδας, βλ. Ιατροδικαστική Υπηρεσία Αθηνών, Εκταφές, 1945 και Χαραλαμπίδης, Δεκεμβριανά 1944..., ό.π., σ. 129,285. Παρ’ όλα αυτά ο Γ. Παπανδρέου, εξεταζόμενος ως μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη των δωσίλογων, αρνήθηκε ότι κατά τα Δεκεμβριανά χρησιμοποιήθηκαν τα Τάγματα Ασφαλείας, βλ. Θεμιστοκλής Τσάτσος, Ο Δεκέμβριος 1944, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήναι, 1945, σ. 56-57, Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 133.

30 Λυμπεράτος, Στα πρόθυρα..., ό.π., σ. 268.

31 Χαραλαμπίδης, Δεκεμβριανά 1944..., ό.π., σ. 326.

32 Βλ. Γασπαρινάτος, ό.π., σ. 212-213,216.

33 Βλ. Κουσουρής, ό.π., σ. 286.

34 Γασπαρινάτος, ό.π., 300-301, Κωστόπουλος, ό.π., σ. 76-77.

35 Ενας από αυτούς ήταν ο πρώην διοικητής των ευζωνικών ταγμάτων Αθήνας Πλυτζανόπουλος (23/10/1946), για τον οποίο κατέθεσε ως μάρτυράς υπεράσπισης ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών Μ. Καρζής τα εξής: «Εις τον Πλυντζανόπουλον και τα τάγματα αξίζει εθνική ευγνωμοσύνη», για να συμπληρώσει «αν δεν ήτο αυτός, κ. πρόεδρε, ούτε σεις θα είσαστε εις την έδραν που κατέχετε, ούτε εγώ μάρτυς». Η δίκη αναβλήθηκε και η απόφαση στις 28/3/1947 ήταν αθωωτική τόσο για τον Πλυτζανόπουλο όσο και όλους τους συγκατηγορούμενούς του για το σύνολο των κατηγοριών, βλ. Κωστόπουλος, ό.π., 77-78.

36 Βλ. Κουσουρής, ό.π., σ. 436-437.

37 Mazower, «Τρεις μορφές πολιτικής...», ό.π., 45, Κωστόπουλος, ό.π., σ. 90, Κουσουρής, ό.π,, σ. 437.

38 https://xvzcontagion.wordpress.com/2016/08/16/

39 Για μια ενδελεχή έρευνα σχετικά με την οποιαδήποτε ανάμειξη ή όχι του Παπαδόπουλου στα Τάγματα Ασφαλείας, βλ. Καλλιβρετάκης, «Γεώργιος Παπαδόπουλος, Τάγματα Ασφαλείας και “X”: Μια απόπειρα συγκέντρωσης και επανεκτίμησης του παλαιότερου και νεότερου τεκμηριωτικού υλικού», Αρχειοτάξιο, τ. 8, 2006, σ. 109-147.

40 Κωστόπουλος, ό.π., σ. 12,64,88, 113-114.  Λυμπεράτος, Στα πρόθυρα..., ό.π., σ. 274.

41 Λυμπεράτος. Στα πρόθυρα ... ο.π. σ 274

Πηγή: Του Νίκου Τσικρίκη, υποψήφιου διδάκτορα Ιστορίας Πανεπιστημίου Θεσσαλίας- History HOT DOC