ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

Πως είδαν οι Ιταλοί τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο (20 Οκτωβρίου 1940 – 4 Δεκεμβρίου 1940)

«Θα σας δούμε πάλι μετά από 2 εβδομάδες». Αυτή ήταν η φράση με την οποία οι Ιταλοί στρατιώτες αποχαιρετούσαν τους φίλους τους κατά την αναχώρηση των ιταλικών στρατευμάτων από την Αλβανία για τα ελληνικά σύνορα, μέσα σε συνθήκες αληθινής γιορτής.


Η παραπάνω φράση δείχνει με τον ποιο καθαρό τρόπο τη σιγουριά, τη βεβαιότητα, την αλαζονία που κυριαρχούσε στο ιταλικό στρατόπεδο για την έκβαση του πολέμου. Ήταν αισιόδοξοι ότι θα πετύχουν μια κεραυνοβόλα επιτυχία ανάλογη με εκείνες που είχαν πετύχει μέχρι τότε οι σύμμαχοί τους, οι Γερμανοί, καθώς πίστευαν ότι οι Έλληνες δεν θα τους πρόβαλλαν αξιόλογη αντίσταση.


Έλληνες στρατιώτες στο Αλβανικό μέτωπο γιορτάζουν την Πρωτοχρονιά του 1941

Πιο αισιόδοξοι από όλους ήταν οι στρατηγοί του ιταλικού Γ.Ε.Σ. Ο αρχηγός του, ο στρατηγός Γκρατσιάνι, δεν πίστευε στη μαχητικότητα του ελληνικού στρατεύματος και μάλιστα στην τελική διαταγή επιχειρήσεων στις 20 Οκτωβρίου 1940 μεταξύ άλλων αναφέρει ότι «οι επιχειρήσεις θα αρχίσουν χωρίς την άφιξη των προβλεπόμενων ενισχύσεων». Τόσο σίγουροι ήταν για την τελική επικράτηση.

Τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 οι Ιταλοί παραβιάζουν τα ελληνικά σύνορα. Οι πρώτες πληροφορίες από το μέτωπο μιλούν για ταχύτατη προέλαση των ιταλικών στρατευμάτων (χωρίς μάλιστα αεροπορική στήριξη) και προκαλούν μεγάλο ενθουσιασμό στην Ιταλία. Οι Ιταλοί επιτελάρχες ερμήνευσαν μάλλον λάθος την «βάση σχεδίου» σύμπτυξη των ελληνικών προκαλυπτικών τμημάτων την πρώτη μέρα. Νόμισαν ότι οι ελληνικές δυνάμεις υποχωρούν. Ο Υπουργός Εξωτερικών Τσιάνο γράφει στο ημερολόγιό του στις 28 Οκτωβρίου ότι «παρά την κακοκαιρία τα στρατεύματά μας προελαύνουν γρήγορα μολονότι δεν υποστηρίζονται από την αεροπορία… Ο Ντούτσε είναι ευδιάθετος», ενώ την επομένη γράφει ότι «ουδείς κινείται να βοηθήσει τους Έλληνες. Τώρα είναι απλώς θέμα ταχύτητας».

Το ίδιο αισιόδοξο πνεύμα μαρτυρούν και τα πολεμικά ανακοινωθέντα, π.χ. το υπ’ αριθμόν 147 της 1ης Νοεμβρίου αναφέρει ότι «οι εις Ήπειρον επιχειρήσεις εξελίσσονται κανονικά. Τα στρατεύματά μας έφθασαν στον οδικό κόμβο Καλιμπάκι» (έτσι λανθασμένα αποκαλούσαν το Καλπάκι).

Το αλαζονικό πνεύμα φαίνεται ολοκάθαρα και στα λεγόμενα στο βιβλίο του αρχηγού Γ.Ε.Α. Φ. Πρίκολο («Αδράνεια κατά ηρωισμού», 1946). Αναφέρει ότι ο Μουσολίνι εμπιστευόταν τον αρχιστράτηγο των επιχειρήσεων Β. Πράσκα και ότι άκουσε τον στρατηγό Σοντού (υφυπουργό Στρατιωτικών) να διαβεβαιώνει ότι απαιτείται 1 εβδομάδα να καταλάβει ο ιταλικός στρατός τα Γιάννενα και 15-20 μέρες την Πρέβεζα. Μάλιστα ανέθεσε στον στρατηγό Πρίκολο να μεταβεί στο μέτωπο και να επιδώσει συγχαρητήρια επιστολή στον αρχιστράτηγο.

Πράγματι στις 2 Νοεμβρίου τον συνάντησε στο ηπειρωτικό μέτωπο (μεταξύ Δολιανών και Καλπακίου) και επέδωσε στον Πράσκα την επιστολή του Μουσολίνι, με την οποία τον συνέχαιρε για τη μέχρι τώρα εξέλιξη των επιχειρήσεων, του έκανε γνωστό ότι η αποβατική επιχείρηση εναντίον της Κέρκυρας αναβάλλεται και ότι θα στείλει ενισχύσεις (τη μεραρχία «Μπάρι», που προοριζόταν για την Κέρκυρα και 3 ακόμη από Ιταλία). Ο στρατηγός Πράσκα είπε: «μπορείτε να ανακοινώσετε στον Ντούτσε ότι πρέπει να είναι τελείως ήσυχος. Με τις 3 μεραρχίες ή και χωρίς αυτές υπολογίζω να είμαι σε 3 μέρες στα Ιωάννινα και σε 1 εβδομάδα στην Πρέβεζα. Οι Έλληνες αντιτάσσουν ψεύτικη αντίσταση και τράπηκαν σε φυγή. Αφού πέρασαν 6 μέρες από την έναρξη των επιχειρήσεων, δεν υφίσταται πλέον κίνδυνος και στο μέτωπο της Κορυτσάς. Οι Έλληνες δεν επιτέθηκαν μέχρι τώρα και δεν πρόκειται να επιτεθούν πλέον».


Η απόφαση του Μπενίτο Μουσολίνι να επιτεθεί στην Ελλάδα χωρίς τις απαραίτητες δυνάμεις είχε δύο αιτίες: την βαθιά περιφρόνηση για τους Έλληνες και την εμμονή του να αποδείξει στον Χίτλερ οτι και αυτός μπορούσε να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα.

Επιπλέον ο Ιταλός πολιτικός διοικητής στην Αλβανία Τζακομόνι μετέδιδε στον Πράσκα στις 2 Νοεμβρίου: «όταν φτάσεις στην Πρέβεζα θα ονομασθείς στρατηγός στρατιάς και όταν φτάσεις στην Αθήνα στρατάρχης της Ιταλίας».

Όμως η αισιοδοξία των Ιταλών κράτησε μόνο 6 μέρες. Ο στρατηγός Αρμελλίνι του Γενικού Επιτελείου έγραφε στο ημερολόγιό του στις 3 Νοεμβρίου: «ο πόλεμος στην Ελλάδα προχωρεί αργά και με μεγάλες δυσχέρειες, αντίσταση κατά των στρατευμάτων μας … ενώ θα έπρεπε, κατά τις πληροφορίες που μας δίνονταν, να έχουν γίνει δεκτά με ανοιχτές αγκάλες. … Στην Ήπειρο η προέλαση εξελίσσεται αργά, στην Κορυτσά οι Έλληνες εξαπέλυσαν επίθεση με μικρές επιτυχίες. Οι επιχειρήσεις δεν είναι τόσο αναίμακτες, όπως οι Τζιακομόνι, Τσιάνο και η παρέα τους πίστευαν …».

Αντίθετα ο Τσιάνο από την Αλβανία στέλνει επιστολή στον Ντούτσε και τον ενημερώνει ότι: «οι επιχειρήσεις βαίνουν καλώς και η ελληνική αντίσταση παρουσιάζεται ασθενής, πλην όμως, για να επιτευχθεί η ενέργεια, …. θα ήταν απαραίτητη η άμεση αποστολή των τριών μεραρχιών». Όμως το πολεμικό ανακοινωθέν με αριθμό 149 της 3ης Νοεμβρίου επιβεβαιώνει ότι οι επιχειρήσεις εμφανίζουν στασιμότητα.

Αυτή η νέα κατάσταση στο μέτωπο δημιούργησε κλίμα ανησυχίας στην Ιταλία. Στις 4 Νοεμβρίου ο Μουσολίνι καλεί σε σύσκεψη τους αρχηγούς των επιτελείων και αποφασίστηκε η αποστολή 12 τουλάχιστον μεραρχιών στην Αλβανία και η αντικατάσταση του στρατηγού Πράσκα με τον στρατηγό Ουμπάλντο Σοντού, πρώην υφυπουργό Στρατιωτικών.

Ο Πράσκα όμως εξαπατήθηκε, γιατί του αναγγέλθηκε η αντικατάσταση όχι αμέσως, αλλά στις 9 Νοεμβρίου. Η πικρία που ένιωσε ο απερχόμενος στρατηγός φαίνεται στο βιβλίο, που έγραψε αργότερα: «… το απόγευμα της 5ης Νοεμβρίου δέχθηκα απροσδόκητη επίσκεψη του στρατηγού Σοντού στο στρατηγείο στη Δερβιτσάνη. Είχα ακόμη εμπιστοσύνη σε αυτόν… Με αγκάλιασε … μου είπε ότι ήρθε να με βοηθήσει ιδίως στην επίσπευση της μεταφοράς ενισχύσεων. … Την επομένη επέστρεψε και μου διευκρίνισε ότι ήλθε στην Αλβανία όχι μόνο για να βελτιώσει τις μεταφορές, αλλά και ως εντεταλμένος του Μουσολίνι, να μελετήσει επί τόπου την κατάσταση. Οι δυνάμεις μας έπρεπε να αυξηθούν σημαντικά και να σχηματιστεί μια ομάδα με 2 στρατιές, μια στην Ήπειρο και άλλη στον τομέα της Κορυτσάς. Θα ανελάμβανε τη διοίκηση της Ομάδας Στρατιών και εγώ, αν δεχόμουν, θα γινόμουν διοικητής της Στρατιάς Ηπείρου. … Με παρακαλούσε θερμά να δεχθώ και εξ ονόματος του Μουσολίνι. Απάντησα ότι δέχομαι … με φίλησε … και μου είπε: θα δεις πόσο καλά θα συνεργαστούμε, θα γίνουμε και οι δύο στρατηγοί στρατιάς και κατόπιν στρατάρχες της Ιταλίας».

Αυτές οι ίντριγκες συνέβαιναν στο ιταλικό στρατόπεδο, ενώ ο Τσιάνο έγραφε στο ημερολόγιό του στις 6 Νοεμβρίου: «Ο Ντούτσε είναι δυσαρεστημένος από την εξέλιξη των πραγμάτων στην Ελλάδα. Ο εχθρός επιτέθηκε στην Κορυτσά, όπου σημείωσε μερικές προόδους. Πάντως είναι γεγονός ότι σήμερα, όγδοη ημέρα των επιχειρήσεων, η πρωτοβουλία περιήλθε στον εχθρό».

Στις 7 Νοεμβρίου από το ημερολόγιο του Τσιάνο φαίνεται ότι η ανησυχία των Ιταλών εντάθηκε ακόμη περισσότερο: «στον τομέα της Κορυτσάς έχουμε ήδη αποσυρθεί στη γραμμή αντίστασης…». Την ίδια μέρα ο στρατηγός Αρμελλίνι, βοηθός του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Μπαντόλιο, γράφει: «η επίθεση στην Ήπειρο ατονεί λόγω εξάντλησης της επιθετικής δυνατότητας των μεραρχιών μας. … στον τομέα της Κορυτσάς οι Έλληνες επιμένουν στην επίθεση. … Συμπερασματικά, ακόμα κι αν επιτευχθεί να διορθωθεί η κατάσταση, πλήρης αποτυχία της επιχείρησής μας».

Τη δεινή θέση παρουσιάζει καθαρά ο πτέραρχος Πρίκολο: «κάθε άλλο παρά προέλαση προς Ιωάννινα και Πρέβεζα. Τα τμήματά μας έχουν αναχαιτισθεί στο Καλπάκι. … Ο Μουσολίνι, αφού εξέτασε τις αεροφωτογραφίες (τα υψώματα Γκραμπάλα, Ψηλορράχη και Ασόνισσα στο Καλπάκι), έμεινε επί αρκετά λεπτά στενοχωρημένος και σιωπηλός. … Οι Έλληνες δεν είχαν καμιά διάθεση να υποχωρήσουν».

Στις 8 Νοεμβρίου υπό πίεση το Ιταλικό Επιτελείο Στρατού εξέδωσε διαταγή: «Κατόπιν ανώτατης διαταγής λαμβανομένης της παρούσης κατάστασης αναστείλατε την επιθετική ενέργεια στην Ήπειρο, ενόψει ανάληψης νέας δράσης μελλοντικά».

Στις 9 Νοεμβρίου αντικαθίσταται τελικά ο Πράσκα από τον Σοντού πράγμα που φανερώνει ανάγλυφα τη δύσκολη θέση που βρισκόταν το ιταλικό στρατόπεδο.

Για ένα μικρό χρονικό διάστημα (9 – 13 Νοεμβρίου) οι Ιταλοί αναθάρρησαν γιατί ο Ελληνικός Στρατός περιόρισε τις επιθετικές ενέργειες. Οι Ιταλοί νόμισαν ότι η ελληνική ορμή εξαντλήθηκε, αλλά στην πραγματικότητα οι Έλληνες ετοιμάζονταν για τη γενική αντεπίθεση.





Η διάταξη του Ιταλικού και του Ελληνικού στρατού τον Οκτώβριο του 1940

Στις 14 Νοεμβρίου ο ελληνικός στρατός εξαπολύει γενική αντεπίθεση σε όλο το μέτωπο που κατέληξε στην κατάληψη της Κορυτσάς και άλλων περιοχών της Αλβανίας. Ο Αρμελλίνι στις 19 Νοεμβρίου έγραφε: «Ο Ντούτσε είχε χείριστη διάθεση εξαιτίας της κατάληψης της Ερσέκας από τους Έλληνες. Η Ερσέκα είναι ιδιαίτερα αξιόλογη θέση καθόσον διακόπτει τις συγκοινωνίες και παρέχει ευκολία ανάπτυξης δράσης κατά της Κορυτσάς».

Το απόγευμα της 21ης Νοεμβρίου ο Τσιάνο έγραφε: «ο Σοντού ανακοίνωσε ότι προτίθεται να εκκενώσει την Κορυτσά και να συμπτύξει ολόκληρο το μέτωπο. Ο Μουσολίνι του ζητά να το σκεφτεί καλύτερα, αλλά η υποχωρητική κίνηση είναι ήδη σε εξέλιξη και δεν μπορεί πλέον να ανακοπεί…».

28 Νοεμβρίου ο Τσιάνο αναφέρει: «άσχημα νέα από την Αλβανία. Η ελληνική πίεση συνεχίζεται, ενώ η δική μας αντίσταση εξασθενεί», ενώ ο Σταράτσε, αρχηγός της Μιλίτσια, επιστρέφοντας από το μέτωπο, ανέφερε, σύμφωνα πάντα με τα γραπτά του Τσιάνο ότι: «βλέπει την κατάσταση πολύ σκοτεινή…. Οι στρατιώτες μας πολέμησαν λίγο και άσχημα. Αυτή – ισχυρίζεται – είναι η βασική και αληθινή αιτία των εκεί συμβάντων».

Στα τέλη Νοεμβρίου ο πτέραρχος Πρίκολο γράφει στο βιβλίο του: «σε ό,τι αφορά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο δεν έχω παρά ελάχιστα πράγματα να προσθέσω… Η καταστροφή εκδηλώθηκε τόσο απροσδόκητα, τόσο παράλογα και ταυτόχρονα τόσο σοβαρά, ώστε όλοι μας είμαστε χαμένοι».

Στις 30 Νοεμβρίου ο Μουσολίνι συγκάλεσε Υπουργικό Συμβούλιο και εξήγησε στους απληροφόρητους, ακόμη και τότε υπουργούς του, την κατάσταση στο μέτωπο. Ανέλαβε την ευθύνη για την καταστροφή, αλλά άφησε μομφές κατά του στρατάρχη Μπαντόλιο, γιατί ήταν όχι μόνο σύμφωνος για την επίθεση κατά της Ελλάδας, αλλά παρουσιαζόταν ως ο πλέον αδιάλλακτος. Και ο Ντούτσε τελείωσε με τη φράση: «η κατάσταση είναι σοβαρή. Δεν αποκλείεται μάλιστα να αποβεί δραματική».

Σε 3 μέρες ο στρατηγός Σοντού εξέθεσε στον Ντούτσε τη σοβαρότατη στρατιωτική κατάσταση, διασαφήνιζε την αδυναμία αντίδρασης και παρακαλούσε για πολιτική λύση του ζητήματος!!! Ο Τσιάνο έγραψε: «ο Μουσολίνι με καλεί στο Παλάτσο Βενέτσια (το Υπουργείο Στρατιωτικών). Τον βρίσκω κουρασμένο όσο ποτέ άλλοτε. Δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, μου λέει. Πρέπει να ζητήσουμε μέσω Χίτλερ εκεχειρία!!! Αδύνατον, του απαντώ. Οι Έλληνες θα θέσουν ως πρώτο όρο την προσωπική εγγύηση του Φύρερ ότι δεν θα ενεργήσουμε ποτέ πλέον εναντίον τους. Προτιμώ να τινάξω τα μυαλά μου παρά να τηλεφωνήσω στον Ρίμπεντροπ (Υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας). … Εκείνο το οποίο έχει σήμερα σημασία είναι να αντέξουμε και να διατηρηθούμε στην Αλβανία. Ο χρόνος θα φέρει τη νίκη. Αν όμως ενδώσουμε, αυτό θα είναι το τέλος».

Ο Μουσολίνι αποφάσισε να κάνει μια τελευταία προσπάθεια, αποστέλλοντας το νέο αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, τον Καβαλλέρο, στο μέτωπο. Σε κάποια στιγμή εκνευρισμένος είπε: «Κάθε άνθρωπος διαπράττει ένα μοιραίο σφάλμα στη ζωή του. Εγώ το διέπραξα όταν πίστεψα σε όσα μου έλεγε ο στρατηγός Πράσκα. Πώς να το είχα αποφύγει όταν ο άνθρωπος αυτός φαινόταν τόσο βέβαιος για τον εαυτό του;».


Πυροβολικό του Ελληνικού Στρατού βάλλει κατά του υψώματος Ιβάν, κοντά στην Κορυτσά.

Εντωμεταξύ στην επιστολή του Σοντού ο Πρίκολο αντιδρά και γράφει: «Επρόκειτο περί σαφέστατης πρόσκλησης για αίτηση ανακωχής. … Έπρεπε να αποτραπεί απολύτως μια τόσο ταπεινωτική λύση, η οποία θα κάλυπτε το ιταλικό έθνος με ντροπή για αιώνες ολόκληρους…. Εισήλθα μετά από λίγο στο γραφείο του Μουσολίνι. Ήταν εκνευρισμένος και ερεθισμένος όσο ποτέ άλλοτε. … Του είπα ότι αντί να ζητήσουμε ανακωχή από την Ελλάδα δεν είναι προτιμότερο να φύγουμε όλοι για την Αλβανία και να πέσουμε στη μάχη; Μου είπε ότι έχω δίκιο. Δεν θα ζητήσουμε ανακωχή. Τελικά ανακωχή δε ζήτησε. Αλλά η απεγνωσμένη έκκληση του Σοντού μας έριξε όλους στην πιο βαθιά κατάθλιψη. Ήταν η πρώτη σοβαρότατη επίσημη αναγνώριση της τρομερότερης στρατιωτικής κρίσης της ιστορίας μας και της ανικανότητάς μας να την αντιμετωπίσουμε».

Όλα τα παραπάνω δείχνουν ολοκάθαρα ότι η κατάσταση ήταν δραματική στο ιταλικό στρατόπεδο, αφού μάλιστα έφτασαν να σκέφτονται να ζητήσουν ανακωχή από την Ελλάδα. Ήταν το κλίμα χειρότερο και από αυτό που νόμιζε τότε ο ελληνικός λαός και η ηγεσία του.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

Στρατιωτική Ιστορία, τεύχος 74, Αθήνα Οκτώβριος 2002.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδ. Αθηνών

https://el.wikipedia.org/

Πηγή: eranistis.net

by Αντικλείδι , http://antikleidi.com

Ντοκουμέντα με τις θηριωδίες των ναζί

Οι Γερμανοί εφάρμοσαν ένα προμελετημένο σχέδιο προκειμένου να κάμψουν το ηθικό του ελληνικού πληθυσμού (κάτι που βέβαια δεν κατάφεραν):
την θεωρία των αντιποίνων, με βάση την οποία για κάθε απώλεια δικών τους σε μια μάχη ή σε ενέδρα των ανταρτών πυρπολούσαν τα πλησιέστερα χωριά. 1170 ήταν τα χωριά που έκαψαν σε όλη την επικράτεια, όπως φαίνονται στον παρακάτω χάρτη, με τις κόκκινες κουκκίδες.
Οι ψυχροί αριθμοί είναι ανίκανοι να δείξουν τη φρίκη, βοηθούσης όμως της φαντασίας, και με την ανθρώπινη ευαισθησία, οι αριθμοί συντελούν στο να προσπαθήσουμε να συλλάβουμε ίσως το μέγεθος του ολέθρου:

77-5158f8355b
Δήμος Αγίου Δημητρίου νομού Ιωαννίνων, Μουσιωτίτσα. 25 Ιουλίου 1943, 153 νεκροί (άντρες και γυναικόπαιδα, με ανείπωτα βασανιστήρια).
Δήμος Αγριάς νομού Μαγνησίας, Δράκεια. 18 Δεκεμβρίου 1943, 118 νεκροί ( όλοι οι άντρες του χωριού, εκτελεσμένοι με πυροβολισμό εξ επαφής πίσω στο κεφάλι).
Δήμος Νέας Αγχιάλου, νομού Μαγνησίας. Τον Απρίλιο του 1943, οι Ιταλοί με διαταγή του διοικητή (κομαντάντ) Βόλου, πυρπολούν ολοσχερώς το χωριό, καταστρέφοντας ακόμη και το εξατάξιο δημοτικό σχολείο που ήταν δωρεά του Συγγρού από το 1910. Από τα 700 σπίτια του χωριού, τα 650 έγιναν στάχτη.
Δήμος Αετού, νομού Μεσσηνίας. Στις 11 Σεπτεμβρίου 1943, δυο γερμανικές διμοιρίες πυρπολούν τον Αετό και εκτελούν 700 άοπλους αγρότες.
Δήμος Αιγίου, νομού Αχαΐας, Φτέρη. Το Δεκέμβριο του 1943, οι Γερμανοί καίνε ολοσχερώς το χωριό, και εξοντώνουν τον ανδρικό πληθυσμό.
Δήμος Αμφίπολης νομού Σερρών, Νέα Κερδύλλια. Στις 17 Οκτωβρίου 1941, οι Γερμανοί επιλέγουν δυο τόπους θυσίας, και μακελεύουν άντρες και κάπως μεγαλωμένα παιδιά. Στη συνέχεια, αφήνουν τους γέρους να θάψουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους, καπνίζοντας ένα τσιγάρο… Απολογισμός: 250 νεκροί.
Δήμος Άμφισσας νομού Φωκίδας, Προσήλιο και Αγία Ευθυμία. Στις 26 Οκτωβρίου 1942, το χωριό Προσήλιο (Σεγδίτσα) υφίσταται ξεριζωμό και ολοκαύτωμα. Το χωριό Αγία Ευθυμία έγινε λαμπάδα τη Μεγάλη Παρασκευή του 1943, με συνολικό αριθμό νεκρών κατά τη διάρκεια της Κατοχής 120.
Δήμος Ανατολικού Σελίνου νομού Χανίων, Σούγια. Μονή, Λιβαδάς και Κουστογέρακο, τρία χωριά αληθινές αετοφωλιές σε μια κακοτράχαλη πλαγιά της Μαδάρας, λόγω της σκληρής αντίστασης που προβάλλουν, σφαγιάζονται και κατακαίγονται.
Δήμος Ανωγείων νομού Ρεθύμνου, Ανώγεια. Επί 24 ημέρες, από τις 13 Αυγούστου μέχρι τις 5 Σεπτεμβρίου 1944, οι Γερμανοί λεηλατούσαν, έσφαζαν, έκαιγαν. Σημειωτέον ότι τα Ανώγεια υπέστησαν δυο ολοκαυτώματα από τους Τούρκους, το 1822 και το 1867.
Δήμος Βερμίου νομού Κοζάνης, Μεσόβουνο και Πύργοι. Στις 27 Απριλίου 1944, Γερμανικά Ες-Ες με Ιταλούς και επίορκους Έλληνες δωσίλογους, εισβάλλουν στο Μεσόβουνο (στο οποίο είχαν εισβάλλει ξανά στις 23 Οκτωβρίου 1943, μακελεύοντας 157 άντρες) και βιάζουν, σφάζουν, καίνε 520 ανθρώπους, απαγορεύοντας ακόμη και την ταφή των πτωμάτων.
Δήμος Βιάννου νομού Ηρακλείου, Άγιος Βασίλειος, Αμιρά, Άνω Βιάννος, Βάχος, Έμπαρος, Καλάμι, Κάτω Βιάννος,Κάτω Σύμη, Κεφαλοβρύσι, Πεύκος, Συκολόγος, Χονδρός. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1943 οι Γερμανοί λεηλατούν όλα αυτά τα χωριά και εκτελούν 461 Έλληνες πατριώτες. Σημειώνονται ασύλληπτες θηριωδίες, όπως ξεκοιλιασμοί εγκύων γυναικών.
Δήμος Βουκολίων νομού Χανίων, Κακόπετρος. Οι Γερμανοί όλη τη διάρκεια της Κατοχής με αποκορύφωμα τις 28 Αυγούστου 1944, βασανίζουν, δολοφονούν, καταστρέφουν.
Δήμος Γαλαξιδίου νομού Φωκίδας, Βουνιχώρα. Στις 10 Απριλίου 1943, υφίσταται γενικό ολοκαύτωμα, με μαρτύρια και εκτέλεση κατοίκων.
Δήμος Γραβιάς νομού Φωκίδος, Καλοσκοπή. Το Πάσχα και τον Αύγουστο του 1944, ολοκαύτωμα και εκτελέσεις.
Δήμος Διστόμου νομού Βοιωτίας, Δίστομο. Στις 10 Ιουνίου 1944 πρωί-πρωί, οι Γερμανοί μεταμφιεσμένοι σε μαυραγορίτες, εισβάλλουν πυροβολώντας αδιάκριτα ζώα, παιδιά και ενήλικες. Συλλαμβάνουν 12 παλικάρια που θερίζανε τα χωράφια τους. Ρωτάνε τον παπά του χωριού και τον πρόεδρο αν υπάρχουν αντάρτες κρυμμένοι στο χωριό, και παίρνουν αρνητική απάντηση. Ζητούν τρόφιμα και οι Διστομίτες τους φέρνουν ό,τι καλύτερο έχουν, με ελπίδα να απελευθερωθούν τα παλικάρια. Σε λίγο οι Γερμανοί ξεκινούν για το Στείρι. Πέφτουν σε ενέδρα που είχαν στήσει οι αντάρτες, γίνεται μάχη, και σκοτώνονται αρκετοί Γερμανοί. Επιστρέφουν στο Δίστομο, όπου ξεκινούν μια άνευ προηγουμένου σφαγή. Εξαφανίζουν κάθε ίχνος ζωής, αφού αποκεφαλίσουν τον παπά, λογχίσουν μωρά στις κούνιες τους, βιάσουν γυναίκες και κόψουν τους μαστούς τους. 218 άμαχοι νεκροί μέσα σε δυο ώρες.
Δήμος Δοξάτου νομού Δράμας, Δοξάτο. Αφού υπέστη καθολική σφαγή από τους Βούλγαρους στις 30 Ιουνίου 1913, υφίσταται και από τους Γερμανούς ολοκαύτωμα. Η πόλη της Δράμας στις 29 Σεπτεμβρίου 1941 υφίσταται μαζική σφαγή. Επίσης και το χωριό Χωριστή (πρώην Τσατάλτζα).
Δήμος Ελείου Προνών νομού Κεφαλληνίας, Αγρίνια. Στις 10 Ιουνίου 1944 οι Γερμανοί εκτελούν και κατακαίουν.
Δήμος Ζαρού νομού Ηρακλείου, Βορίζια. Αύγουστος του 1943 μαζικό ολοκαύτωμα και ισοπέδωση.
Δήμος Θεραπνών νομού Λακωνίας, Άγιοι Ανάργυροι, Ζούπαινα. 5 Ιουνίου 1044, σφαγή και ολοκαύτωμα.
Δήμος Ιεράπετρας νομού Λασιθίου, Ρίζα, Γδόχια, Μουρνιές, Μύθοι, Μύρτος. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1943, οι Γερμανοί κηρύσσουν όλη την περιοχή «νεκρή ζώνη» με γενικό αφανισμό. Αναφέρεται κι εκεί ξεκοίλιασμα εγκύου γυναικός.
Δήμος Καλαβρύτων νομού Αχαΐας, Καλάβρυτα, Ρογοί, Κερπινή, Άνω και κάτω Ζαχλωρού, Σκεπαστό, Πριόλιθος, Ι. Μ. Αγίας Λαύρας, Ι. Μ. Μεγάλου Σπηλαίου. 13 Δεκεμβρίου 1943, μνημειώδης θηριωδία με γενική σφαγή και ολοκαύτωμα.
Δήμος Καντάνου νομού Χανίων, Κάντανος, Φλώρια. 3 Ιουνίου 1941 η Κάντανος ισοπεδώνεται «για να μην οικοδομηθεί ξανά ποτέ»!
Δήμος Κάρλας νομού Μαγνησίας, Ριζόμυλος, Κερασιά. Κανονιοβολήθηκαν και εξολοθρεύτηκαν.
Δήμος Κεντρικού Ζαγορίου νομού Ιωαννίνων, Ασπράγγελοι, Ελάτη, Μανασής, Καλουτάς, Μεσοβούνι. Ολοσχερές ολοκαύτωμα.
Δήμος Κλεισούρας νομού Καστοριάς: στις 5 Απριλίου 1944 ανθρωποσφαγή 280 μαρτύρων και πυρπόληση.
Κοινότητα Κομμένου νομού Άρτας. 16 Αυγούστου 1943, γενική σφαγή πληθυσμού με βασανισμούς και ολοκαύτωμα, νεκροί 317 γέροι, νέοι, βρέφη. Ξεκληρισμοί ολόκληρων οικογενειών.
Δήμος Κουρητών νομού Ρεθύμνου, Λοχριά. Από τον δεκαπενταύγουστο του 1943 αρχίζουν σφαγές, με αποτέλεσμα βιβλική καταστροφή.
Δήμος Κρουσώνα νομού Ηρακλείου, Σάρχος. Αφανισμός.
Δήμος Λάμπης νομού Ρεθύμνου, Σακτούρια και Κρύα Βρύση. Ομοίως.
Δήμος Λεβιδίου νομού Αρκαδίας, Βλαχέρνα. 19 Ιουλίου 1944, ολοκαύτωμα.
Κοινότητα Λεχόβου νομού Φλώρινας, Λέχοβο πυρπολημένο και λεηλατημένο ολοσχερώς.
Δήμος Λιδωρικίου νομού Φωκίδας, Λιδωρίκι στις 29 Αυγούστου 1944 ολοκαύτωμα.
Δήμος Μουσούρων νομού Χανίων, Σκινές. Το καλοκαίρι του 1941, δαντική κόλαση.
Δήμος Μηθύμνης νομού Χανίων, Μαλάθυρος. Στις 28 Αυγούστου 1944, μαζική εκτέλεση 60 πατριωτών.
Δήμος Νίκαιας νομού Αττικής. Στις 17 Αυγούστου 1944 το Μπλόκο της Κοκκινιάς, όπου οι Γερμανοί με Έλληνες δωσίλογους «γερμανοτσολιάδες» κάνουν βασανισμούς και μαζικές εκτελέσεις.
Δήμος Παραμυθιάς νομού Θεσπρωτίας: στις 27 Σεπτεμβρίου 1943 οι Γερμανοί με τη βοήθεια των Τσάμηδων εκτελούν 49 προκρίτους.
Δήμος Παρνασσού νομού Φωκίδας, Επτάλοφος (ή πάνω Αγόριανη), και Λιλαία. 8 Οκτωβρίου 1943, ολοκαύτωμα.
Δήμος Περάματος νομού Ιωαννίνων, Λιγκιάδες. Στις 3 Οκτώβρη 1943, ανελέητη εξόντωση του γενικού πληθυσμού.
Δήμος Περάσματος νομού Φλώρινας, Δροσοπηγή (πρώην Μπελκαμένη). Στις 4 Απριλίου 1944, ολοκαύτωμα.
Δήμος Ποταμιάς νομού Λάρισας, Δομένικο. Στις 16 Φεβρουαρίου 1943, οι Ιταλοί προσπαθώντας να εκδικηθούν την ήττα τους από τον ελληνικό στρατό στα βουνά της Αλβανίας, εκτελούν μαζικά αόπλους και κάνουν ολοκαύτωμα.
Δήμος Σερβίων νομού Κοζάνης, Σέρβια. Οκτώβρης του 1944, ολοκληρωτικό ολοκαύτωμα.
Δήμος Συβρίτου νομού Ρεθύμνου, Άνω Μέρος, Γερακάρι, Βρύσες Αμαρίου. 22 Αυγούστου 1944, ολοκαύτωμα. Και τα εξής χωριά του Κέντρους: Βρύσες, Καρδάκι, Σμιλές, Γουργούθι.
Δήμος Τριταίας νομού Αχαΐας, Ερυμάνθεια: 27 Ιουλίου 1943, καθολικό ολοκαύτωμα.
Κοινότητα Τσαριτσάνης νομού Λάρισας: 20 Αυγούστου 1944, ομοίως.
Δήμος Τυλίσου νομού Ηρακλείου, Δαμάστα: 21 Αυγούστου 1944, μαζική εκτέλεση 30 επίλεκτων παλικαριών.
Δήμος Τυμπακίου νομού Ηρακλείου, Τυμπάκι, Καμάρες, Μαγαρικάρι: ολοσχερής καταστροφή την περίοδο 1941-1944.
Κοινότητα Τυμφρηστού νομού Φθιώτιδας: 30 Οκτωβρίου με 11 Νοεμβρίου 1943, τα γερμανικά στρατεύματα Κατοχής εξαπολύουν εκκαθαριστική επιχείρηση στην περιοχή, με οικτρούς βασανισμούς, εκτελέσεις, πυρπόληση.
Δήμος Υπάτης νομού Φθιώτιδας: στις 17 Ιουνίου 1944, οι Γερμανοί μετατρέπουν την όμορφη Υπάτη σε ερείπια που καπνίζουν, αφού εκτελέσουν αλύπητα τον πληθυσμό.
Δήμος Χορτιάτη νομού Θεσσαλονίκης: στις 2 Σεπτεμβρίου 1044, Γερμανοί και ταγματασφαλίτες εισβάλλουν στον μαρτυρικό Χορτιάτη και βιάζουν, βασανίζουν, δολοφονούν 149 ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και αβάπτιστα βρέφη. Στη συνέχεια βάζουν φωτιά.
Εξαιτίας του πληθωρισμού και των ενεργειών των δυνάμεων κατοχής ο ελληνικός λαός, κυρίως στην Αθήνα και τις μεγάλες πόλεις, καταδικάστηκε σε εντονότατο υποσιτισμό και σε θάνατο από πείνα.
Στον παρακάτω πίνακα βλέπουμε τον μεγάλο λιμό του ’41-’42, στην Αθήνα.
(Κάθε σύμβολο παριστάνει το 10% των οικογενειών.)


Ο αριθμός των θανάτων ανέβηκε τρομακτικά τον 2ο χρόνο της Κατοχής.

snap-2
Με κόκκινο συμβολίζονται οι θάνατοι από φυματίωση, με κίτρινο από καρδιακά νοσήματα, με πράσινο και μαύρο από άλλες αιτίες. Όπως βλέπουμε, η φυματίωση έκανε θραύση τον δύσκολο χειμώνα του ’41-’42.

Στέγη/κατοικία
113-f118e86ef7

Πριν τον Πόλεμο, επί συνόλου πληθυσμού 7.335.000 ανθρώπων δεν υπήρχαν άστεγοι. Στην απελευθέρωση επί συνόλου πληθυσμού 6.700.000 ανθρώπων οι άστεγοι έφταναν περίπου τους 1.200.000!
Οδικό δίκτυο
41-2211bd6f44

Το οδικό δίκτυο της Ελλάδας στο τέλος του Πολέμου ήταν τελείως κατεστραμμένο.
Σιδηροδρομικό δίκτυο
50-4a7d224d79

Όταν ελευθερώθηκε η Ελλάδα, οι Ελληνικοί Σιδηρόδρομοι απλά δεν υπήρχαν! Το μεν σιδηροδρομικό δίκτυο ήταν σχεδόν όλο κατεστραμμένο, τα  βαγόνια τα είχαν αρπάξει οι Γερμανοί και τα είχαν μεταφέρει στή χώρα  τους για να ενισχύσουν  το δικό τους δίκτυο
Εμπορικός στόλος
Ο εμπορικός στόλος ακολούθησε την μοίρα του σιδηροδρόμου… Από 583 πλοία που είχαμε το 1939, φορτηγά και επιβατηγά, χάθηκαν τα 434, δηλαδή περίπου το 75%. Η χωρητικότητα του εμπορικού στόλου από περίπου 1.930.000 τόνους που ήταν προπολεμικά έπεσε στους περίπου 530.000 τόνους! Μειώθηκε δηλαδή κατά 73%.
(Κάθε σύμβολο παρακάτω παριστάνει 10 πλοία.)

ploia
Καταστροφή αεροδρομίων

aeroporia.jpg

Αεροδρόμια, εγκαταστάσεις και εργοστάσια καταστράφηκαν εντελώς εξαιτίας του πολέμου και της Κατοχής. Τα αεροπλάνα και τα μηχανήματα διαλύθηκαν ή μεταφέρθηκαν στις χώρες του Άξονα. Το 1945 η Πολιτική Αεροπορία ήταν σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Τηλεπικοινωνίες
ploia1

Επειδή η καταστροφή των συγκοινωνιακών δικτύων φαίνεται πως δεν ήταν αρκετή για τους Ναζί, γι’ αυτό αποφάσισαν να συνεχίσουν το έργο τους και στις τηλεπικοινωνίες. Έτσι, κατέστρεψαν όλες τις υπεραστικές γραμμές
https://lefterianews.wordpress.com

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Οι αυταπάτες περί ανεξάρτητης Δικαιοσύνης

Τάσος Παππάς
«Το δίκαιο σας είναι η θέληση της τάξης σας που αναγορεύτηκε σε νόμο» (Κ. Μαρξ, Φ. Ένγκελς από το Κομμουνιστικό Μανιφέστο). Τα έχουν πει εγκαίρως και... ευστόχως οι μεγάλοι θεωρητικοί του σοσιαλισμού. Μετά τη διάλυση των αυταπατών που είχε η κυβέρνηση σχετικά με την έκβαση της μάχης στην ευρωζώνη ήρθε και η διάλυση των αυταπατών της για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης.
Στην πρώτη περίπτωση πίστεψε ότι το δίκιο υπερέχει της ισχύος, στη δεύτερη περίμενε ότι οι δικαστές θα κρίνουν με βάση το δημόσιο συμφέρον-μια έννοια όμως έτσι κι αλλιώς πολύ ελαστική. Διαψεύστηκε παταγωδώς και υπέστη δύο βαριές ήττες. Ο συσχετισμός δυνάμεων στην ευρωζώνη ήταν κατάφωρα αρνητικός και η σύνθεση του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν προμήνυε κάτι καλό. Οφθαλμοφανή πράγματα. Μόνο αφελείς ή αθεράπευτα βολονταριστές δεν θα μπορούσαν να τα δουν. Τα πομπώδη λόγια περί ανεξάρτητης Δικαιοσύνης είναι για τα αμφιθέατρα της Νομικής όπου εκπαιδεύονται οι πρωτοετείς φοιτητές. Για τους έμπειρους είναι απλώς φληναφήματα.
Όπως μου έλεγε έγκριτος νομικός με παρουσία στα δικαστήρια καμιά τριανταριά χρόνια και υπεράνω υποψίας για σχέσεις με το μέγαρο Μαξίμου «την Δικαιοσύνη την εμπιστεύεται μόνο όποιος δεν την ξέρει. Αυτός που έχει νταλαβέρια μαζί της με οποιαδήποτε ιδιότητα δεν την εμπιστεύεται».
Στις ταξικές κοινωνίες η δικαιοσύνη σε όλες τις βαθμίδες της κυρίως στις υψηλότερες, όταν καλείται να τοποθετηθεί σε μείζονος σημασίας θέματα που απασχολούν τη δημόσια ζωή και έχουν προκαλέσει εντάσεις και πόλωση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων, αποφασίζει συνεκτιμώντας την εικαζόμενη βούληση της κυβέρνησης. Αυτό όμως συμβαίνει όταν οι δικαστές νιώθουν ότι έχουν να κάνουν με ισχυρή κυβέρνηση που δεν απειλείται και έχει μπροστά της μεγάλη περίοδο ζωής.
Αν πεισθούν για διάφορους λόγους ότι κλονίζεται και ότι μπορεί να πέσει από στιγμή σε στιγμή θα κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να επιταχύνουν την πτώση της ώστε να δώσουν διαπιστευτήρια νομιμοφροσύνης σ' αυτούς που θα την διαδεχθούν. Φαίνεται ότι η πλειονότητα των δικαστών του ΣτΕ πιστεύει ότι η κυβέρνηση μετράει μέρες.
Αποδείχτηκε επίσης ότι οι μηχανισμοί επιρροής της αντιπολίτευσης και των οργανωμένων συμφερόντων της διαπλοκής στο χώρο της Δικαιοσύνης είναι πολύ πιο υπολογίσιμοι, απ' αυτούς της κυβέρνησης...
efsyn.gr

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2016

Η «ΚΡΙΣΗ» ΩΣ «ΕΥΚΑΙΡΙΑ» ΑΝΑΔΙΑΤΑΞΗΣ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

«Το γεγονός ότι οι κεφαλαιοκρατικές εταιρείες υπερίσχυσαν του κράτους, στην πραγματικότητα δεν συνιστά επαρκή χαρακτηρισμό της σύγχρονης φάσης. Μολονότι οι υπερεθνικές εταιρείες και τα παγκόσμια δίκτυα παραγωγής και κυκλοφορίας έχουν υπονομεύσει τις εξουσίες των εθνικών κρατών, οι κρατικές λειτουργίες και τα συνταγματικά στοιχεία έχουν ουσιαστικά μετατοπιστεί σε άλλα επίπεδα και τομείς. Πρέπει να ερευνήσουμε πιο διεισδυτικά τον τρόπο με τον οποίο έχει μεταβληθεί η σχέση κράτους και κεφαλαίου. Πρέπει κατ’ αρχάς να αντιληφθούμε την κρίση που διέρχονται οι πολιτικές σχέσεις στο εθνικό πλαίσιο». Michael Hardt-Antonio Negri, Η αυτοκρατορία

Σύμφωνα με το λεξικό Consice Oxford Dictionary, η κρίση «είναι μια κρίσιμη καμπή, μια χρονική περίοδος κινδύνου ή ανησυχίας στην πολιτική ή την οικονομία», ενώ στο ίδιο λήμμα γίνεται αναφορά στην διπλή έννοια του όρου «κρίση» στην κινέζικη γλώσσα, διότι το ιδεόγραμμα, που συμβολίζει την «κρίση» σημαίνει ταυτόχρονα και «ευκαιρία».

Η «κρίση», όμως, ορίζεται και ως εκείνη η διανοητική ενέργεια, που ξεχωρίζει, συγκρίνει τις σχέσεις που δύναται να υπάρχουν ανάμεσα σε έννοιες ή καταστάσεις, με ορθοφροσύνη ή μη, ως διατύπωση διαυγούς, έγκυρης, αλλά και έγκαιρης γνώμης ή το αντίθετο.

Η «κρίση», λοιπόν, καταγράφεται, ορίζεται και ως «ευκαιρία», όπως άλλωστε με κάθε αφορμή τονίζουν οι πάσης φύσεως εκσυγχρονιστές. Μια «ευκαιρία» που προσδιορίζεται ως η έσχατη για να προχωρήσουν μεταρρυθμίσεις, που προηγουμένως θα ήταν αδύνατον να εφαρμοστούν, καθώς ακόμη και η πρόταση για να συζητηθούν θα τύγχανε σφοδρών κοινωνικών αντιδράσεων, οι οποίες θα έβρισκαν την παραδοσιακή πολιτική στήριξη που εκφραζόταν σ’ αυτές τις περιπτώσεις, λόγω της λειτουργίας του λεγόμενου πελατειακού πολιτικού συστήματος.

Η «κρίση», βέβαια, αποτελεί κατά πως φαίνεται και μια ιδανική «ευκαιρία», ώστε ο λεγόμενος πολιτικός εξτρεμισμός, είτε εκφράζεται από την αριστερά ή από την δεξιά, να ενδυναμωθεί και να αναλάβει είτε και αυτή την διαχείριση των κρατικών υποθέσεων είτε τουλάχιστον να θεωρείται καθοριστικός πολιτικός παράγοντας στις όποιες εξελίξεις.

Θεωρούμε αυτονόητο, ότι όσοι αντιμάχονται με ειλικρίνεια κάθε μορφής εξουσίας δεν αναγκάζονται σε καμία περίπτωση να εμπλακούν στην διαδικασία αυτή, δηλαδή δράττοντας της «ευκαιρίας» να διεκδικήσουν τον ρόλο που θεωρούν ότι τους αναλογεί στο πλευρό μιας εξουσιαστικής μερίδας που πλέον διαχειρίζεται την εξουσία που της αναλογεί, λόγω «κρίσεως», από αναβαθμισμένη θέση.

Άλλωστε η φαινομενική ασυμμετρία συμφερόντων μεταξύ των εμφανιζόμενων πολιτικών αντιπάλων και η δήθεν αποφασιστικότητά τους για μια περαιτέρω κλιμάκωση, σχεδόν πάντα δίνει την θέση σε «σοφότερες» πολιτικές επιλογές που αναδεικνύουν ως σημαντικότερο παράγοντα την ισορροπία ισχύος μεταξύ τους.

Σ’ αυτή την περίπτωση ωφελημένοι βγαίνουν οι εξουσιαστές στο σύνολό τους, αφού κατορθώνουν μέσω μιας ψεύτικης διαφοροποίησης να ξεγελούν, να παραποιούν την πραγματικότητα που δεν είναι άλλη από εκείνη της πλήρους ταύτισής τους.

Ένας ερυθρόδερμος αρχηγός, γράφει ο Tocqueville στο βιβλίο Για τη δημοκρατία στην Αμερική, θα προτιμήσει να πεθάνει με τις αναμνήσεις της περασμένης δόξας του και μέσα στην υπερήφανη εξαθλίωσή του, παρά να αρχίσει να καλλιεργεί την γη και να βρεθεί στην τελευταία θέση της κοινωνίας των Λευκών.

Θεωρούμε, λοιπόν, ότι η αντίληψη μιας μη γραμμικής εξέλιξης της ιστορίας, δεν νοείται δίχως την κατανόηση μιας αλληλουχίας ιστορικών γεγονότων και καταστάσεων, την μελέτη των ιδεών, των προσώπων ή της προσπάθειας να μεταβάλλονται οι εξουσιαστικές συνθήκες, οι δομές και οι μηχανισμοί της κυριαρχίας.

Θεωρούμε, επίσης, ότι με την ευρεία έννοια δεν υφίσταται απρόοπτη μεταβολή των υπαρχουσών συνθηκών καταπίεσης και εκμετάλλευσης. Ως εκ τούτου, πόσο αναπόφευκτη αποδεικνύεται μια «κρίση»;

Ποιά είναι η αλληλεπίδραση μιας φάσης πολιτικής ή οικονομικής «ακμής» με εκείνη της «παρακμής», που την διαδέχεται;

Πώς νοείται αυτή η «ακμή» ή «παρακμή» να αφορά και τις μορφές αντίστασης, τις επαναστατικές διαδικασίες, τις κινηματικές δομές και δίκτυα; Πώς οι παραδοσιακές μορφές συνδικαλισμού, ή διεκδικητικών αγώνων σβήνουν, ενώ την ίδια στιγμή οι περιβόητοι εκπρόσωποι της Κοινωνίας των Πολιτών, οι ΜΚΟ, παγκοσμίως πολλαπλασιάζονται, αλλά και δραστηριοποιούνται σε κάθε κοινωνικό τομέα με καταιγιστικό ρυθμό (ήδη από το 1990 είχαν καταμετρηθεί 80.000);

Η παγκόσμια εξουσία στις ημέρες μας μπορεί να συγκριθεί ή να παρομοιαστεί με κάποιου είδους αυτοκρατορικό μοντέλο του παρελθόντος, ή μήπως δεν έχει πραγματικά προηγούμενο, καθώς αναπτύσσεται συγχωνεύοντας τα υπόλοιπα μοντέλα, διατηρώντας ελεγχόμενα ορισμένους κρίκους σε μια κατάσταση «καθυστέρησης», μέχρι να δοθεί το τελικό σινιάλο για την επανένταξή του με την βίαιη και ανελέητη διάλυσή τους (συμπεριλαμβανόμενης της οικονομικής λεηλασίας) είτε με τις γνωστές κάθε είδους βελούδινες επαναστατικές διαδικασίες;

Τα ερωτήματα μπορεί να συνεχιστούν επί μακρόν.

Οι παγκόσμιες ηγεμονικές δυνάμεις διαφεντεύουν ήδη κάθε σημείο του πλανήτη, και κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα ή πόσο κοντά βρισκόμαστε σ’ αυτό το σημείο;

Οι πολεμικές δραστηριότητες, η διαστημική τεχνολογία, οι νέοι στρατιωτικοί εξοπλισμοί, που ορίζονται από την ταχύτατη μετακίνηση στρατιωτικών δυνάμεων στα «καυτά» σημεία, στα οποία διαμορφώνονται οι νέοι συσχετισμοί ανάμεσα σε όλους τους συμμετέχοντες στην πλανητική κυριαρχία, ποια σχέση διατηρούν με το παρελθόν και για πόσο ακόμη;

Η πολιτισμική ομοιομορφία, που σαφώς με κάθε τρόπο φαίνεται να επιβάλλεται παγκόσμια, σε ποιο σημείο ακριβώς και με ποια ταχύτητα θα φθάσει τα αμέσως επόμενα χρόνια, σε σχέση πάντα με την συνεχιζόμενη έκρηξη της τεχνολογίας;

Ας δούμε, όμως, ορισμένα παραδείγματα.

Σύμφωνα με τον Πολύβιο, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία αντιπροσώπευε το απόγειο της πολιτικής εξέλιξης, γιατί συμπύκνωνε τις τρεις «αγαθές» μορφές εξουσίας: την μοναρχία, την αριστοκρατία και την δημοκρατία, που εκπροσωπούσαν ο αυτοκράτορας, η Σύγκλητος και η λαϊκή comitia, αντίστοιχα.

Το ζητούμενο, σύμφωνα με τον Πολύβιο, δεν ήταν παρά η ενότητα και η συνέχεια της εξουσίας, απέναντι στην φθορά την παρακμή και την διάλυση. Η έκλειψη της εξουσίας της Ρώμης, έφερε στους ρωμαίους αυτοκράτορες της Ανατολής (Κωνσταντινούπολη) την κληρονομιά μιας αυτοκρατορίας, που καρπώθηκαν για τουλάχιστον 1.000 χρόνια· κανένας αυτοκράτορας δεν θεωρούνταν νόμιμος στην Ρώμη ή την Ραβέννα αν δεν είχε αποσταλεί από την Κωνσταντινούπολη, ενώ από το 678 έως το 752, ένδεκα ποντίφηκες στους δεκατρείς θα είναι Έλληνες και θα μιλούν την ελληνική γλώσσα μέσα στα ανάκτορα του Λατερανού.

Το έτος 395, ο Θεοδόσιος διένειμε ανάμεσα στους δύο κληρονόμους του, έναν για την Ανατολή και έναν για τη Δύση, την διαχείριση της αυτοκρατορίας που κατ’ αρχήν παρέμενε αδιαίρετη. Ο καθηγητής ιστορίας Fergus Millar, έγραψε χαρακτηριστικά ότι «θεωρητικά επρόκειτο ακόμα για μια ενοποιημένη αυτοκρατορία, αλλά στην πραγματικότητα υπήρχαν εφεξής δύο δίδυμες αυτοκρατορίες».
Και όμως ο ίσκιος της «παρακμής» μεγάλωνε με το πέρασμα του χρόνου, όσο και εκείνος της επερχόμενης καταστροφής, όπως άλλωστε και στο παρελθόν.

Ο ρήτορας και φιλόσοφος, Δίων ο Προυσαεύς, εκφώνησε δημόσια στον λαό της Ρόδου, γύρω στο έτος 100 (μ.Χ) μια ομιλία ενδεικτική των απόψεων του για την «παρακμή» και την φθορά:
«Στο παρελθόν, η κοινότητά μας κέρδισε την τεράστια φήμη της με τη συμβολή πάρα πολλών», δήλωνε ο Δίων στον επίλογο του λόγου του, «πάρα πολλοί ήταν εκείνοι που συνέβαλαν στη μεγαλοσύνη της Ελλάδας: εσείς οι Ρόδιοι, αλλά και οι Αθηναίοι, οι Λακεδαιμόνιοι, οι Θηβαίοι, οι Κορίνθιοι για μια περίοδο, οι Αργείοι άλλοτε, αλλά σήμερα, κανένας από αυτούς δεν έχει πλέον οποιοδήποτε κύρος: Οι μεν έχουν εκμηδενιστεί και εξαφανίστηκαν· όσο για τους άλλους, έχουν ατιμωθεί με τον τρόπο που ξέρουμε και έχουν απολέσει από κάθε άποψη την αρχαία τους δόξα, πιστεύοντας ηλιθίως πως απολαμβάνουν μια καλή ζωή, ενώ θεωρούν πλεονέκτημα το ότι μπορούν να συμπεριφέρονται άσχημα, χωρίς κανένας να τους εμποδίζει. Έτσι, δεν μένετε πια παρά μόνο εσείς: είστε οι μόνοι που μπορείτε ακόμα να καταδείξετε πως υπήρξατε όντως κάτι σημαντικό και δεν έχετε ακόμα γίνει άξιοι της πιο απόλυτης περιφρόνησης, επειδή, εάν δεν υπήρχαν ακόμα εκείνοι που συνεχίζουν να τιμούν τη γη τους, όπως κάνετε εσείς, οι Έλληνες, εδώ και πολύ καιρό, θα είχαν καταντήσει περισσότερο περιφρονητέοι από τους Φρυγίους και τους Θράκες, όπως, όχι άδικα, υποστηρίζουν κάποιοι. Όταν μια μεγάλη και ακμάζουσα οικογένεια έχει εντελώς καταρρεύσει, και της μένει ένας απόγονος, έστω και εάν είναι απολύτως μόνος του, τα πάντα στηρίζονται σε αυτόν, και εάν συμπεριφέρεται άσχημα, αμαυρώνει όλη τη φήμη της οικογένειάς του, ατιμάζει όλους τους προγόνους του: ιδού, λοιπόν, Ροδίτες, ποια είναι η σημερινή ευθύνη σας απέναντι στον ελληνισμό».

Κάνοντας πάλι ένα άλμα, θα δούμε την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 να φέρνει στο προσκήνιο τους (οθωμανούς) νέους αυτοκράτορες κατακτητές, οι οποίοι τα επόμενα 200 χρόνια θα φθάσουν ως τις πύλες της Βιέννης δύο φορές, το 1529 και το 1683.

Δεν υπάρχει ιστορικός, θεωρία, ή μελέτη ανεξάρτητου, που να αρνείται ότι η πτώση μιας αυτοκρατορίας, η διάλυσή της, ήρθε σε κάθε περίπτωση ξαφνικά, σαν ένα καταστροφικό φυσικό φαινόμενο που ισοπέδωσε τα πάντα από την μια στιγμή στην άλλη. Η χαρισματική για τόσες και τόσες αυτοκρατορίες συνένωση εδαφών, η εκατονταετής ή και χιλιετής διοίκηση τόσο σε στρατιωτικό, όσο και σε πολιτικό ή οικονομικό επίπεδο με την παραχώρηση προνομίων σε τοπικούς προύχοντες, θρησκευτικούς ηγέτες ή εμπόρους, σε καμία περίπτωση δεν έδωσε την θέση της στην πλήρη διάλυση για κάποιον ανεξήγητο λόγο ή περίσταση.

Η συχνή εναλλαγή στους αυτοκρατορικούς θώκους, η στρατιωτικοποίηση της επαρχιακής διοίκησης, οι στρατιωτικές ήττες σε κρίσιμες στιγμές και χώρους, η ατυχής διάκριση ή συνένωση πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας, η κοινωνική δυσφορία, οι αβάστακτοι φόροι και η άγρια επιβολή της καταστολής από μισθοφορικούς στρατούς απέναντι σε πληθυσμούς που ξεσηκώνονταν, η αδυναμία της θρησκευτικής εξουσίας να επιβάλλει τον κοινωνικό έλεγχο, έδειχναν ότι η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει.

Οι περίοδοι «παρακμής» δεν σηματοδοτούν, μ’ άλλα λόγια, την απουσία της κυριαρχίας, την αδυναμία της να επιβληθεί στους υπηκόους, αλλά την ένδειξη ότι η ανάγκη διαδοχής πιέζει ασφυκτικά τους εξουσιαστές. Μικρή σημασία έχει για εμάς ποιος θα είναι διάδοχος. Δεν διαλέγουμε τους δεσμώτες μας, δεν επιλέγουμε τους τυράννους, που θα κληρονομήσουν ή θα αποκτήσουν με κάθε τρόπο την «νέα» εξουσία. Τους πολεμούμε χωρίς περίσκεψη. Εναντιωνόμαστε με ειλικρίνεια και ανιδιοτέλεια στους συνεχιστές κάθε εξουσίας, ανεξαρτήτου ιδεολογικής ή άλλης προέλευσης. Και αυτή η θέση δεν παζαρεύεται ούτε νοθεύεται από κανέναν υπολογισμό ή δέλεαρ. Ακόμα και αν αποδεικνύεται ιδιαίτερα μοναχική η υπεράσπισή της…

Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 164, Οκτώβριος 2016

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016

Η δίψα θερίζει τον Τρίτο Κόσμο

Για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο η πρόσβαση σε καθαρό νερό, ώστε να μπορούν να πιουν, να μαγειρέψουν και να πλυθούν, είναι ένας καθημερινός αγώνας. Σε πολλές αγροτικές, φτωχές κοινότητες η μεταφορά του νερού είναι ένα δύσκολο έργο που πέφτει στις πλάτες των γυναικών και των παιδιών.

Στην Αφρική και την Ασία οι γυναίκες και τα παιδιά πρέπει να περπατούν ακόμη και έξι χιλιόμετρα κατά μέσο όρο για να πάρουν το νερό που χρειάζονται.

Από κοινού οι γυναίκες σπαταλούν πάνω από 200 εκατομμύρια ώρες κάθε μέρα μόνο και μόνο τη συλλογή νερού. Πρόκειται για κάτι περισσότερο από μια μεγάλη και επώδυνη ταλαιπωρία.

Αυτή η χρονοβόρα, σωματικά κουραστική προσπάθεια αποτρέπει τις γυναίκες από το να απασχολούνται σε κάποια επαγγέλματα και κρατά τα παιδιά μακριά από το σχολείο, με τις επιπτώσεις να εξακολουθούν να τροφοδοτούν έναν ατέλειωτο κύκλο φτώχειας και κοινωνικο-οικονομικού αποκλεισμού.

Για τις γυναίκες και τα παιδιά που ζουν σε ένα μικρό χωριό στην Κένυα η πρόσβαση στο νερό απαιτεί τη διάνυση μιας απόστασης με τα πόδια μεγαλύτερης των οχτώ χιλιομέτρων. Και το νερό που συλλέγουν δεν είναι ακόμη καθαρό, καθώς προέρχεται από ένα βρόμικο ποτάμι που περιέχει επιβλαβή βακτήρια.

Ομως αυτοί οι χωρικοί δεν είναι μόνοι. 783 εκατομμύρια άνθρωπο -το 11% του παγκόσμιου πληθυσμού- δεν έχουν πρόσβαση σε καθαρό νερό, γεγονός που μπορεί να αποβεί θανατηφόρο. Η έλλειψη καθαρού νερού και αποχέτευσης είναι η τελική αιτία για περίπου 3,5 εκατομμύρια θανάτους κάθε χρόνο.

Πρόκειται για μια μεγάλη κρίση που θα μπορούσε να γίνει ακόμη χειρότερη, εάν τα κράτη δεν προετοιμαστούν σύντομα ώστε να την αντιμετωπίσουν πλήρως. Το νερό είναι ένας πεπερασμένος φυσικός πόρος που αναμένεται ότι θα λιγοστεύει καθώς ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξάνεται σταθερά.

Μέχρι το 2030 μόνο το 60% της ζήτησης της ανθρωπότητας σε νερό θα ικανοποιείται από τους υπάρχοντες πόρους με τους σημερινούς ρυθμούς κατανάλωσης, σύμφωνα με τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Αυτό σημαίνει ότι 4 στους 10 ανθρώπους δεν θα έχουν πρόσβαση στο νερό.

Αν και απαιτήθηκε πολύς χρόνος, τελικά το 2010 η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών αναγνώρισε ότι η πρόσβαση στο νερό και η ύπαρξη αποχέτευσης θα πρέπει να περιλαμβάνονται στα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα.

«Το ασφαλές πόσιμο νερό και οι επαρκείς εγκαταστάσεις υγιεινής είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση της φτώχειας, την αειφόρο ανάπτυξη και την επίτευξη οποιουδήποτε και καθενός από τους αναπτυξιακούς στόχους της χιλιετίας» είχε δηλώσει ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν.

Επιπλέον η βελτίωση της ύδρευσης και της αποχέτευσης μπορεί να βοηθήσει στην καταπολέμηση της πείνας, στην επίτευξη καθολικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, στην προώθηση της ισότητας των φύλων και της χειραφέτησης των γυναικών, στη μείωση της παιδικής θνησιμότητας, στη βελτίωση της μητρικής υγείας, στη μείωση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, στην προστασία της βιοποικιλότητας, στην πρόληψη των περιφερειακών συγκρούσεων και στην καταπολέμηση ενός ευρύτατου φάσματος ασθενειών, συμπεριλαμβανομένης της ελονοσίας και του HIV/AIDS.

Μεταξύ 1990 και 2015, 2,6 δισεκατομμύρια άνθρωποι απέκτησαν πρόσβαση σε βελτιωμένες πηγές πόσιμου νερού. Μεγάλο μέρος αυτής της προόδου οφείλεται στους «Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας» που τέθηκαν από τον ΟΗΕ.

Ομως και πάλι 2,4 δισεκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν ακάλυπτες εγκαταστάσεις υγιεινής, συμπεριλαμβανομένων 946 εκατ. ανθρώπων που εξακολουθούν να στερούνται εγκαταστάσεις αφόδευσης.

Η Ινδία έχει τον μεγαλύτερο αριθμό, περίπου 190 εκατομμύρια ανθρώπους, που εξακολουθούν να μην έχουν εγκαταστάσεις αφόδευσης, ως επί το πλείστον σε αγροτικές περιοχές.

Αυτή η κατάσταση έχει οδηγήσει σε σειρά επιπτώσεων στην υγεία, συμπεριλαμβανομένων του τύφου, της χολέρας, της ηπατίτιδας, της πολιομυελίτιδας, του τραχώματος, των εντερικών λοιμώξεων και της μολυσματικής διάρροιας η οποία σκοτώνει κάθε χρόνο 760.000 παιδιά κάτω των πέντε ετών σε όλο τον κόσμο.

Η έλλειψη υγιεινής και η πρόσβαση σε καθαρό νερό έχει επίσης ένα τεράστιο οικονομικό αντίκτυπο όπου η απραξία καθίσταται δαπανηρή.

Για κάθε ένα δολάριο που δαπανάται για την αποχέτευση υπάρχει μια επιστροφή 5,5 δολαρίων που καθιστά τους ανθρώπους υγιείς και παραγωγικούς.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, οι κακές συνθήκες υγιεινής κοστίζουν στην Ινδία κατ’ εκτίμηση 53,8 δισεκατομμύρια δολάρια (6,4% του ΑΕΠ), στο Πακιστάν 4,2 δισεκατομμύρια δολάρια(6,3% του ΑΕΠ) και στην Καμπότζη 448 εκατομμύρια (7,2% του ΑΕΠ).

Εντούτοις το να αποφασίσουν οι κυβερνήσεις να δώσουν προτεραιότητα στα θέματα του νερού αποδεικνύεται κάτι παραπάνω από δύσκολο. Σε πολλά μέρη του κόσμου -καθ’ όλη την ιστορία της ανθρωπότητας- το νερό είναι ένας πολύ αξιόλογος και φυλασσόμενος πόρος. Από τη Μέση Ανατολή μέχρι την Αφρική και από την Ινδική υποήπειρο μέχρι την Ασία, πολλά κράτη εμφανίζονται διατεθειμένα να φτάσουν στα άκρα, όχι μόνο για να προστατέψουν την αυτάρκειά τους σε νερό, αλλά χρησιμοποιώντας το νερό ως στρατιωτικό όπλο.

Και μπορεί η κρίση του νερού να έχει επηρεάσει κυρίως τον αναπτυσσόμενο κόσμο, αλλά με τις συνεχιζόμενες ανησυχίες για τη ρύπανση των υδάτων και τις κλιματικές επιπτώσεις, όπως την ξηρασία και τις πυρκαγιές στις πλούσιες χώρες σε ολόκληρη την Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, οι αναπτυγμένες χώρες έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν ότι σε αυτό το ζήτημα δεν έχουν ανοσία.

Με διαφαινόμενη μια μεγαλύτερη κρίση στη διαθεσιμότητα του νερού και με έναν ταχέως αυξανόμενο πληθυσμό γίνεται σαφές ότι η διασφάλιση αυτού το βασικού ανθρώπινου δικαιώματος θα μπορούσε να καταστεί η μεγαλύτερη πρόκληση της ανθρωπότητας. Και αν οι προβλέψεις των επιστημόνων ότι σε μόλις 14 χρόνια η ανθρωπότητα θα αντιμετωπίσει ένα καταστροφικό έλλειμμα νερού βρίσκονται, έστω και στο ελάχιστο, κοντά στην πραγματικότητα, γίνεται φανερό ότι ο χρόνος που απομένει έχει μπει ήδη στα γρανάζια της αντίστροφης μέτρησης.

AlterNet

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2016

Γιατί έφυγε η Βρετανία του Κώστα Λαπαβίτσα.


Ένα κατατοπιστικό και σημαντικό άρθρο του καθηγητή Κώστα Λαπαβίτσα.
Το Brexit δεν ήταν η πρώτη φορά που οι Ευρωπαίοι απέρριψαν την ΕΕ και δεν θα είναι η τελευταία. Να τι πρέπει να κάνει η Αριστερά.
(Φωτό από Διαδήλωση υπέρ της παραμονής στην ΕΕ στο Λονδίνο τον Ιούνιο του 2016. Ed Everett / Flickr)
Η νίκη της Εξόδου στο βρετανικό δημοψήφισμα αποτελεί μια στιγμή πολιτικής σύγχυσης για τη χώρα – μια ανάπαυλα στον ανταγωνισμό μεταξύ των κοινωνικών τάξεων. Καμία τάξη δεν φαίνεται ικανή για την ώρα να κατευθύνει τα γεγονότα. Η άρχουσα τάξη δεν έχει σαφή σχέδια για το μέλλον και φαίνεται προσωρινά παραζαλισμένη.

Η εργατική τάξη και οι φτωχοί έχουν εκφράσει μεγάλη οργή για την κατάσταση τόσο της κοινωνίας όσο και του έθνους, αλλά είναι επίσης βαθύτατα διχασμένοι, με αντιφατικές ιδέες να επικρατούν ανάμεσά τους. Η άμορφη μεσαία τάξη είναι βαθύτατα απογοητευμένη από την τροπή των γεγονότων και θα ήθελε ένα στιβαρό χέρι στο τιμόνι, αλλά δεν έχει καμία ιδέα για το πώς να επιτύχει αυτό το αποτέλεσμα.

Τέτοιες στιγμές απαιτούν μια αποφασιστική πολιτική δύναμη που θα αλλάξει την κοινωνική ισορροπία. Ιστορικά, στιγμές σαν αυτές έχουν κυριαρχηθεί από ισχυρές προσωπικότητες, οι οποίες έβαλαν την σφραγίδα τους στην κοινωνική ανάπτυξη. Αλλά δεν υπάρχει κανένας Τσόρτσιλ, ούτε καν ένας Πιτ ή ένας Γουέλινγκτον, στη Βρετανία σήμερα.
Αντιθέτως, η ευθύνη για την έξοδο της χώρας από το αδιέξοδο βρίσκεται στα χέρια του πολιτικού προσωπικού των καθιερωμένων κομμάτων. Η αίσθηση της σύγχυσης όμως δεν θα διαρκέσει για πολύ. Ήδη το Κόμμα των Συντηρητικών, ως η αδίστακτη εκλογική μηχανή που είναι, έχει αρχίσει να προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες. Εάν έχει επιτυχία, το αποτέλεσμα για την εργατική τάξη θα είναι εξαιρετικά αρνητικό. Αυτός είναι ο κίνδυνος του δημοψηφίσματος.

Η ευθύνη για την αποτροπή ενός τέτοιου αποτελέσματος και για να προχωρήσει η χώρα μπροστά ανήκει στο Εργατικό Κόμμα, το οποίο αντιμετωπίζει επίσης βαθιά αναταραχή. ΤοΕργατικό Κόμμα θα μπορούσε να δώσει μορφή στις επιθυμίες της εργατικής τάξης και των φτωχών, είτε ψήφισαν υπέρ της εξόδου είτε υπέρ της παραμονής.

Σε αυτό εναπόκειται να παρουσιάσει ένα νέο όραμα της κοινωνίας και του έθνους, οδηγώντας τη Βρετανία σε ένα δρόμο που θα ευνοεί τα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας. Αυτή είναι η υπόσχεση του δημοψηφίσματος, αλλά για να συμβεί κάτι τέτοιο το Εργατικό Κόμμα θα πρέπει πρώτα να τακτοποιήσει τα του οίκου του.

Το δημοψήφισμα έχει δημιουργήσει αυτή την αιχμηρή επιλογή για τη Βρετανία επειδή αντιπροσωπεύει μια μετατόπιση των τεκτονικών πλακών στη βρετανική κοινωνία. Μια προσεκτική ματιά στα αποτελέσματα σε συνδυασμό με μια εκτεταμένη δημοσκόπηση με δείγμα πάνω από δώδεκα χιλιάδες ανθρώπους που διεξήχθη από την Lord Ashcroft polls – που εξετάζεται στο πλαίσιο των πολιτικών γεγονότων που προηγήθηκαν – αποκαλύπτουν δύο ρήγματα, το ένα πολύ πιο βαθύ από το άλλο.

Το μικρότερο ρήγμα
Το μικρότερο ρήγμα εμφανίζεται στη βρετανική άρχουσα τάξη: η πλειοψηφία των τραπεζιτών, βιομηχάνων, εμπόρων, επενδυτών και άλλοι τάχθηκαν υπέρ της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ μόνο μια πολύ μικρή μειονότητα τάχθηκε υπέρ της εξόδου. Η απόδειξη του σχετικού μεγέθους των δύο πλευρών είναι αδιαμφισβήτητη.

Περισσότερο από το 80% των μελών της Συνομοσπονδίας των Βρετανικών Βιομηχανιών (CBI) έχουν ταχθεί υπέρ της παραμονής, ενώ μόνο το 5% έχουν πάρει θέση υπέρ της εξόδου. Ενώ σωρός Βρετανών επιχειρηματιών υπέγραψαν ονομαστικά επιστολές προς τον Τύπο υποστηρίζοντας την παραμονή, μια δυναμική και καλά συνδεδεμένη μειονότητα έχει ταχθεί υπέρ της εξόδου.

Η κατάσταση αυτή δεν αποτελεί έκπληξη. Τα οικονομικά συμφέροντα του μεγαλύτερου μέρους της βρετανικής άρχουσας τάξης συνδέονται στενά με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδιαίτερα όσον αφορά την ελεύθερη μετακίνηση αγαθών εντός της κοινής αγοράς.

Το 2015 το 44,4% των βρετανικών εξαγωγών κινήθηκε προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ το 53,6% των εισαγωγών προήλθε από αυτήν. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι κάθε σημαντική διαταραχή αυτών των ροών μέσω δασμών ή άλλων εμποδίων θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις μεγάλες βρετανικές επιχειρήσεις.

Επιπλέον, οι οικονομικές δραστηριότητες του City υπαγορεύουν επίσης την παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το City λειτουργεί ως ένα τεράστιο οφσόρ κέντρο για την Ευρωπαϊκή Ένωση παρά το γεγονός ότι η υποτιθέμενη ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος θα έχει κατά πάσα πιθανότητα αρνητικό αντίκτυπο στις δραστηριότητές του. Ο Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός και οι υπόλοιποι ρυθμιστικοί θεσμοί που δημιουργήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την επίβλεψη της Τραπεζικής Ένωσης είναι πιθανό να επηρεάσουν την ελευθερία του City να συμμετέχει σε κερδοσκοπικές και άλλες διαδικασίες.

Παρά αυτήν την αλληλεξάρτηση, η Βρετανία έχει ενσωματωθεί στα δίκτυα της ΕΕ σε πολύ μικρότερο βαθμό από τις χώρες του πυρήνα της Ένωσης. Οι εμπορικοί δεσμοί μεταξύ της Βρετανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι στην πραγματικότητα μεταξύ των πιο αδύναμων εντός της Ένωσης των 28, παρόμοια σε τάξη μεγέθους με τις εμπορικές ροές ανάμεσα στην Ελλάδα και την ΕΕ ή την Ιταλία και την ΕΕ. Αντίθετα, τόσο για τη Γαλλία όσο και για τη Γερμανία το εμπόριο με την ΕΕ αγγίζει σχεδόν το 60% των εξαγωγών και το 70% των εισαγωγών.

Η μειονότητα της άρχουσας τάξης που υποστηρίζει την έξοδο είναι μια ετερόκλητη ομάδα χωρίς ισχυρό τομεακό χαρακτήρα, η οποία ελπίζει εν μέρει να διεξάγει πιο έντονα εμπορικές δραστηριότητες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πέρα από αυτό, όμως, οι υποστηρικτές της εξόδου ελπίζουν να προωθήσουν αφενός μια πιο ακραία νεοφιλελεύθερη ατζέντα απαλλάσσοντας τη Βρετανία από τους κανονισμούς της ΕΕ και αφετέρου επιδιώκοντας την περαιτέρω μείωση των εργατικών δικαιωμάτων και της κοινωνικής προστασίας.

Αυτές οι ευγενείς φιλοδοξίες σίγουρα δεν αφήνουν το υπόλοιπο της βρετανικής άρχουσας τάξης ασυγκίνητο και το σχετικά μικρό μέγεθος της ομάδας υπέρ της εξόδου δεν θα πρέπει να επισκιάζει το σημαντικό κοινωνικό βάρος και τη σημασία της.

Πάνω απ’ όλα, η πλευρά που υποστηρίζει την έξοδο αντανακλά τη μακροχρόνια καχυποψία ολόκληρης της βρετανικής άρχουσας τάξης προς τις οικονομικές και πολιτικές φιλοδοξίες του εγχειρήματος της ΕΕ. Οι υποστηρικτές της εξόδου έχουν λειτουργήσει ως η εσωτερική φωνή του βρετανικού κατεστημένου, υπενθυμίζοντας ακόμα και στους υποστηρικτές της παραμονής ότι κάτι δεν πάει καλά με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ακόμη και αν κανείς δεν είναι απόλυτα σίγουρος τι είναι αυτό.

Δεν είναι δύσκολο να βρεθούν αποδείξεις για την επιφυλακτική στάση απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία εκτείνεται σε όλη την βρετανική άρχουσα τάξη, αλλά παίρνει μια σαφή μορφή μόνο με την πλευρά υπέρ της εξόδου. Η Βρετανία αρνήθηκε να ενταχθεί στηνΕυρωπαϊκή Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) και οι πιθανότητες να υιοθετούσε τελικά το ευρώ ήταν σχεδόν μηδενικές.

Η αποφυγή της ΟΝΕ αποδείχθηκε σοφή απόφαση στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008-9, αλλά δημιούργησε επίσης ένα μακροπρόθεσμο πρόβλημα για τη Βρετανία, δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της άρχισε να βασίζεται ολοένα και περισσότερο στους θεσμούς του κοινού νομίσματος. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το Ευρωσύστημα, ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας και μια σειρά από άλλοι θεσμοί ζωτικής σημασίας για την νομισματική ένωση έχουν γίνει το επίκεντρο χάραξης πολιτικής εντός της ΕΕ.

Πράγματι, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ουσιαστικά αναδιαμορφωθεί από το 2010 για να διασφαλίσει την επιβίωση του ευρώ. Δεν είναι καθόλου σαφές το πώς η Βρετανία θα συνέχιζε να λειτουργεί εντός της ΕΕ, ενώ θα αρνιόταν να συμμετάσχει στην ΟΝΕ.

Οι εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο είναι σίγουρα σημαντικές, αλλά το εμπόριο από μόνο του ποτέ δεν θα ήταν αρκετό για να διασφαλίσει την ενσωμάτωση της Βρετανίας σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση που αλλάζει. Η πλευρά υπέρ της εξόδου, με το δικό της άναρθρο τρόπο, αντανακλά το βασικό αυτό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ολόκληρη η βρετανική άρχουσα τάξη.

Το μεγαλύτερο ρήγμα
Η πραγματική σημασία του δημοψηφίσματος, ωστόσο, είναι ότι το ρήγμα στο εσωτερικό της βρετανικής άρχουσας τάξης έχει ενεργήσει ως καταλύτης για την εμφάνιση ενός πολύ βαθύτερου ρήγματος στο εσωτερικό της βρετανικής κοινωνίας. Αυτό είναι ένα σύνηθες φαινόμενο όταν λαμβάνουν χώρα μεγάλα ιστορικά γεγονότα.

Όταν η προοπτική της άρχουσας τάξη είναι συμπαγής, είναι πολύ πιο δύσκολο να έρθουν στην επιφάνεια βαθύτερα ρήγματα στην κοινωνία. Οι κυριαρχούμενες τάξεις έχουν λίγες ευκαιρίες να εκφράσουν τις επιθυμίες και τις απαιτήσεις τους. Αλλά αν η ίδια η άρχουσα τάξη είναι διαιρεμένη, οι βαθύτερες κοινωνικές ρήξεις έχουν τη δυνατότητα να γίνουν αγεφύρωτα χάσματα. Ακριβώς αυτή είναι η κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η Βρετανία.

Εισόδημα και Απασχόληση

Είναι αδιαμφισβήτητο ότι η πλειοψηφία των φτωχών και της εργατικής τάξης στη Βρετανία ψήφισαν υπέρ της εξόδου.

Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της Ashcroft, 64% των κατηγοριών C2, D και Ε ψήφισαν υπέρ του Brexit. Πρόκειται ουσιαστικά για τους ειδικευμένους και ανειδίκευτους εργάτες, τους περιστασιακά εργαζόμενους, εκείνους που εξαρτώνται από το κράτος πρόνοιας για το εισόδημά τους και ούτω καθεξής.

Αντίθετα, οι κατηγορίες Α και Β – τα υψηλότερα και ενδιάμεσα διευθυντικά ή διοικητικά στρώματα – ψήφισαν υπέρ της παραμονής. Η κατηγορία C1 – τα κατώτερα διευθυντικά ή διοικητικά στρώματα – χωρίστηκαν περίπου στη μέση.

Αυτές οι κοινωνιολογικές περιγραφές δεν αντιστοιχούν με τις παραδοσιακές ταξικές κατηγορίεςστη μαρξιστική ανάλυση. Αφενός, δεν περιλαμβάνουν μια άρχουσα τάξη ή ακόμα και μια σαφώς καθορισμένη καπιταλιστική τάξη. Ωστόσο, εξακολουθούν να τονίζουν την κοινωνική σύνθεση της ψήφου. Οι φτωχοί και η εργατική τάξη ψήφισαν, σε μεγάλο βαθμό, υπέρ της εξόδου.

Από την άλλη πλευρά, η μεσαία τάξη – ειδικά οι υψηλότερες επαγγελματικές και διευθυντικές ομάδες – επέλεξε την παραμονή. Αυτή η θεμελιώδης αλλαγή, η οποία αντανακλά ένα βαθύ ρήγμα στη βρετανική κοινωνία, βρίσκεται πίσω από το ταξικό κενό στη χώρα σήμερα.Γεωγραφία

Η σημασία αυτού του ρήγματος γίνεται ορατή και από τη γεωγραφική κατανομή των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος (όπως έχουν δοθεί από το BBC). Η κοινωνική ισορροπία έχει πάντα μια γεωγραφική διάσταση που αντικατοπτρίζει την κατανομή των δεξιοτήτων, την τοπική συσσώρευση του πλούτου και της φτώχειας, καθώς και την ιστορική συσσώρευση των ταξικών αγώνων.

Η Βρετανία στο σύνολό της ψήφισε 51,9% υπέρ της εξόδου και 48,1% υπέρ της παραμονής. Μέσα σε αυτά τα ποσοστά, η Αγγλία ψήφισε 53,4% υπέρ της εξόδου και 46,6% υπέρ της παραμονής – παρόμοια με το 52,5% και το 47,5% της Ουαλίας αντίστοιχα.

Αντίθετα, η Σκωτία ψήφισε 38% υπέρ της εξόδου και 62% υπέρ της παραμονής, ενώ η Βόρεια Ιρλανδία ψήφισε 44,2% και 55,8% αντίστοιχα. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το συνολικό αποτέλεσμα για τη Βρετανία καθορίστηκε από την Αγγλία, γεγονός το οποίο απαιτεί προσεκτικότερη εξέταση.

Ένας απλός τρόπος για να αντιληφθεί κανείς το γεωγραφικό ρήγμα στην Αγγλία είναι να εξετάσει τις περιοχές με τα «ισχυρότερα» αποτελέσματα, δηλαδή τα τοπικά ποσοστά που υπερβαίνουν το 60% είτε υπέρ της εξόδου είτε υπέρ της παραμονής. Αυτό θα αποτελεί ένδειξη της γεωγραφικής συγκέντρωσης των «ισχυρότερων» θέσεων, παρέχοντας έτσι μια ευκρινέστερη εικόνα για την ταξική σύνθεση της ψήφου.

Ο κατάλογος που ακολουθεί περιλαμβάνει την πλειοψηφία των περιοχών που ψήφισαν πάνω από 60% υπέρ της εξόδου, καθώς και την πλειοψηφία των περιοχών που ψήφισαν πάνω από 60% υπέρ της παραμονής (εξ ου και το 40% ή λιγότερο για την έξοδο).

Περισσότερο από 60% υπέρ της εξόδου:

Barnsley 68.3%, Basildon 68.6%, Barking & Dagenham 62.4%, Dartford 64.2%, Doncaster 69%, East Riding of Yorkshire 60.4%, Epping Forest 62.7%, Fenland 71.4%, Havering 69.7%, Hartlepool 69.6%, King’s Lynn & West Norfolk 66.4%, Kingston upon Hull 67.4%, Mansfield 70.9%, Medway 64.1%, Newcastle under Lyme 63%, North East Lincolnshire 69.6%, North West Leicestershire 60.7%, Oldham 60.9%, Peterborough 60.9%, Redcar & Cleveland 66.2%, Rochdale 60.1%, Sandwell 66.7%, Scarborough 62%, Shepway 62.2%, South Staffordshire 64.8%, Stoke on Trend 69.4%, Sunderland 61.3%, Tameside 61.1%, Telford and Wrekin 63.2%, Tendring 69.5%, Thanet 63.8%, Thurrock 72.3%, Torbay 63.2%, Wakefield 66.4%, Walsall 67.9%, Wigan 63.9%, Wolverhampton 62.6%.

Λιγότερο από 40% υπέρ της εξόδου:

Barnet 37.8%, Cambridge 26.2%, Camden 25.1%, Hackney 21.5%, Hammersmith and Fulham 30%, Hackney 24.4%, Islington 24.8%, Kensington and Chelsea 31.3%, Kingston upon Thames 38.4%, Lambeth 21.4%, Lewisham 30.1%, Oxford 29.7%, Southwark 27.2%, St Albans 37.3%, Tower Hamlets 32.5%, Waltham Forest 40.9%, Wandsworth 25%, Westminster 31%.

Αρκετά συμπεράσματα γίνονται αμέσως εμφανή:

Η ισχυρή ψήφος υπέρ της εξόδου ήταν ευρέως και ομοιόμορφα κατανεμημένη σε ολόκληρη την Αγγλία.
Μεγάλα τμήματα της εργατικής τάξης στο Βορρά ψήφισαν υπέρ της εξόδου.
Περιοχές με έντονη φτώχεια σε ολόκληρη την Αγγλία ψήφισαν υπέρ της εξόδου.
Στις εργατικές περιοχές του Νότου, ιδιαίτερα γύρω από το Λονδίνο, παρατηρήθηκε ισχυρή ψήφος υπέρ της εξόδου. Πρόκειται για τις λεγόμενες “περιοχές λευκής απόδρασης”, δηλαδή περιοχές όπου οι κάτοικοι μετακινήθηκαν λόγω της εγκατάστασης ανθρώπων άλλων εθνοτήτων στις αρχικές τους περιοχές.
Η ισχυρή ψήφος υπέρ της παραμονής ήταν εξαιρετικά συγκεντρωμένη στο Λονδίνο, ιδίως σε εργατικές περιοχές με μεγάλο πληθυσμό μεταναστών δεύτερης και τρίτης γενιάς. Θα πρέπει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι πολλές από αυτές τις περιοχές έχουν περάσει από μια διαδικασία αναβάθμισης και περιλαμβάνουν σημαντικό πληθυσμό που ανήκει στη μεσαία τάξη.
Οι πιο εύπορες περιοχές του Λονδίνου ψήφισαν υπέρ της παραμονής. Πολύ λίγες άλλες περιοχές της χώρας ψήφισαν με παρόμοιο τρόπο, συμπεριλαμβανομένων του Κέιμπριτζ, του St. Albans και της Οξφόρδης.

Δεν υπάρχει καμία απολύτως απόδειξη ότι η ψήφος υπέρ της εξόδου συγκεντρώθηκε σε περιοχές της χώρας που έχουν πιθανόν πληγεί δυσανάλογα από τη μορφή που πήρε η καπιταλιστική ανάπτυξη στη Βρετανία κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών.

Αντιθέτως, η ψήφος υπέρ της εξόδου ήταν αρκετά ομοιόμορφα κατανεμημένη σε ολόκληρη τη χώρα, ακόμη και εκεί όπου ήταν «ισχυρότερη», εν αντιθέσει με την ψήφο υπέρ της παραμονής, η οποία ήταν πολύ πιο συγκεντρωμένη με την «ισχυρότερη» παρουσία της πράγματι εξαιρετικά συγκεντρωμένη στο Λονδίνο.

Το Λονδίνο ήταν πάντοτε διαφορετικό από την υπόλοιπη χώρα, όπως γνωρίζει ο καθένας που έχει έστω και την παραμικρή επίγνωση της αγγλικής ιστορίας. Επί του παρόντος, οι ανησυχίες και οι προσδοκίες του αντανακλούν την μεγάλη μεσαία αστική τάξη, οι κοσμοπολίτικες προοπτικές της οποίας κατά κανόνα ευνοούν την παραμονή. Η τάξη αυτή έχει εξαιρετική πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης και οι απόψεις της ξεκάθαρα δεν συμβαδίζουν με την υπόλοιπη χώρα.

Οι ανησυχίες και οι προσδοκίες του Λονδίνου αντανακλούν επίσης τη μεγάλη συγκέντρωση δεύτερης και τρίτης γενιάς εργατών και φτωχών μεταναστών, που είναι εμφανής στην ισχυρή ψήφο υπέρ της παραμονής σε περιοχές όπως το Hackney, το Lambeth και το Lewisham.

Θα πρέπει να τονιστεί, ωστόσο, ότι η κοσμοπολίτικη μεσαία τάξη του Λονδίνου απολαμβάνει μια ισχυρή ιδεολογική και πολιτιστική υπεροχή σε πολλές από αυτές τις περιοχές ως αποτέλεσμα της συνεχούς αναβάθμισής τους. Αυτό ενισχύεται από τη σχετικά ειρηνική συνύπαρξη των διαφόρων κοινοτήτων εντός των περιοχών που περνούν από τέτοιες διαδικασίες αναβάθμισης.

Η εξωτερική περιφέρεια του Λονδίνου, αντιθέτως, ιδιαίτερα οι λεγόμενες περιοχές «λευκής απόδρασης", παρουσιάζουν μια πολύ διαφορετική συμπεριφορά, συχνά έντονα υπέρ της εξόδου.

Εν ολίγοις, είναι προφανές ότι η εργατική τάξη και οι φτωχοί σε ολόκληρη την Αγγλία ψήφισαν υπέρ της εξόδου. Το συμπέρασμα αυτό υποστηρίζεται επιπλέον από κάποια ποιοτικά ευρήματα της δημοσκόπησης της Ashcroft. Ενώ η πλειοψηφία των ψηφοφόρων που εργάζονται με πλήρη ή μερική απασχόληση ψήφισαν υπέρ της παραμονής, οι περισσότεροι από εκείνους που δεν εργάζονται ψήφισαν έξοδο, όπως έκαναν και τα δύο τρίτα των συνταξιούχων του δημοσίου. Ένα παρόμοιο ποσοστό (δύο τρίτα) των ενοικιαστών κατοικιών κοινωνικής στέγασης επίσης ψήφισαν έξοδο.

Οι πιο φτωχοί είχαν, από ότι φαίνεται, λίγες αμφιβολίες. Ήθελαν την έξοδο.

Αυτό συνάδει και προς ένα άλλο εύρημα, στο οποίο τόση σημασία δόθηκε από τα διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης: οι κάτοχοι πτυχίων πανεπιστημιακού επιπέδου, ιδιαίτερα υψηλότερων βαθμίδων, ψήφισαν υπέρ της παραμονής, ενώ η μεγάλη πλειοψηφία των κατόχων πτυχίων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ψήφισαν υπέρ της εξόδου. Οι απανταχού πολυλογάδες ανακάλυψαν έντρομοι ότι η εργατική τάξη και οι φτωχοί, σε γενικές γραμμές, δεν πηγαίνουν στο πανεπιστήμιο.

Προφανώς λοιπόν, η ισχυρή πλειοψηφία υπέρ της εξόδου πρέπει να ήταν το αποτέλεσμα της άγνοιας και ενδεχομένως της ανοησίας των φηφοφόρων. . . Σε παλαιότερες εποχές οι συνήθειες προσωπικής υγιεινής και ο ενδυματολογικός κώδικας των ψηφοφόρων της εξόδου θα αποτελούσαν επίσης αντικείμενο κοροϊδίας. Η ταξική προκατάληψη εναντίον των φτωχών, ειδικά όταν οι τελευταίοι τολμούν να εκφράσουν ισχυρές απόψεις, ποτέ δεν ήταν διακριτική.

Γιατί να ψηφίσει κανείς έξοδο;

Ένα δημοψήφισμα είναι από τη φύση του μια δυαδική επιλογή: ναι ή όχι. Είναι αναμφίβολα μια άσκηση στη δημοκρατία, αλλά με ένα πολύ ιδιαίτερο χαρακτήρα που ευνοεί την έκφραση της απογοήτευσης και της απόρριψης. Στην περίπτωση των δημοψηφισμάτων σχετικών με την ΕΕ υπάρχει μια μακρά ιστορία απορριπτικής ψήφου σε διάφορες χώρες, με πιο γνωστή την περίπτωση του ελληνικού δημοψηφίσματος του Ιουλίου 2015.

Φαίνεται ότι οι λαοί της Ευρώπης, όταν τους ρωτούν για την Ευρωπαϊκή Ένωση, εκφράζουν αποξένωση και αποστροφή. Η Ενωμένη Ευρώπη δεν φαίνεται να είναι ένα λαϊκό εγχείρημα.

Δεν αποτελεί άρα έκπληξη το γεγονός ότι οι κατεστημένες εξουσίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποφεύγουν τα δημοψηφίσματα όπως ο διάβολος το λιβάνι και λαμβάνουν μάλιστα έκτακτα μέτρα για να επαναλάβουν ψηφοφορίες μέχρι να βγει το "σωστό" αποτέλεσμα, ή ακόμα και αγνοούν εντελώς ένα "λάθος" αποτέλεσμα, όπως συνέβη κατάφωρα με το ελληνικό δημοψήφισμα.

Το βρετανικό δημοψήφισμα είναι αναμφισβήτητα ένα παράδειγμα της συσσωρευμένης απογοήτευσης της εργατικής τάξης και των φτωχών στην Αγγλία με αποτέλεσμα την ψήφο διαμαρτυρίας υπέρ της εξόδου. Το ερώτημα είναι, με τι ήταν οι άνθρωποι αυτοί απογοητευμένοι και οργισμένοι και γιατί η απογοήτευσή τους διοχετεύτηκε προς την Ευρωπαϊκή Ένωση;

Μισθολογικές πιέσεις, διαθέσιμο εισόδημα και κοινωνικές παροχές

Μια πρώτη βασική αιτία δεν είναι δύσκολο να βρεθεί: οι Βρετανοί εργάτες και τα βρετανικά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν στασιμότητα, ακόμη και πτώση των μισθών και των διαθέσιμων εισοδημάτων από το 2000, όπως δείχνουν τα γραφήματα 1 και 2. Το μεγαλύτερο μέρος του βρετανικού πληθυσμού αντιμετωπίζει όλο και χειρότερους όρους διαβίωσης κατά την τελευταία δεκαπενταετία.

Γράφημα 1. ΟΟΣΑ




Γράφημα 2. ΟΟΣΑ


Το πρόβλημα των μισθών και του διαθέσιμου εισοδήματος έγινε ιδιαίτερα σοβαρό μετά τη μεγάλη κρίση του 2008-9, αν και υπήρξε κάποια βελτίωση μετά το 2014. Αυτό το γιγαντιαίο σοκ ήρθε μετά από τρεις δεκαετίες οικονομικής ανάπτυξης που είχε ως αποτέλεσμα την έντονηχρηματιστικοποίηση της βρετανικής οικονομίας.

Η χρηματιστικοποίηση έχει δημιουργήσει τεράστια κέρδη και οφέλη για μια στενή ελίτ που συνδέεται συχνά με το City του Λονδίνου, ενώ συσσωρεύει ανασφάλεια και οικονομικές πιέσεις για τους εργαζόμενους.

Η παγκόσμια κρίση του 2008-9, που περιστρέφεται γύρω από μερικές τράπεζες, δημιούργησε μεγάλα ελλείμματα στη βρετανική κυβέρνηση και έχει ως εκ τούτου οδηγήσει σε μιαπαρατεταμένη πολιτική λιτότητας, την οποία σχεδίασε και υλοποίησε η κυβέρνηση των Συντηρητικών και ο Υπουργός Οικονομικών Τζόρτζ Όσμπορν.

Η λιτότητα έχει επιφέρει διαρκείς πιέσεις στην παροχή κοινωνικής πρόνοιας σε ολόκληρη τη χώρα, ιδίως στο εθνικό σύστημα υγείας, την εκπαίδευση και τα επιδόματα για τους φτωχούς. Τα τελευταία πέντε ή έξι χρόνια έχουμε γίνει μάρτυρες όχι μόνο της αδιάκοπης συμπίεσης των μισθών και του διαθέσιμου εισοδήματος για τους Βρετανούς εργαζόμενους, αλλά και μιας γενικότερης υποχώρησης της κοινωνικής πρόνοιας.

Ως επιστέγασμα όλων αυτών των εξελίξεων, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου δεν υπήρξε κανένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τους τραπεζίτες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που εκμεταλλεύτηκαν τις συνθήκες ανάπτυξης των προηγούμενων ετών και έχουν δικαίως προσελκύσει την οργή των εργαζομένων.

Δεν υπάρχει, λοιπόν, απολύτως κανένα μυστήριο σχετικά με τη συσσωρευμένη απογοήτευση στην εργατική τάξη και τους φτωχούς στη Βρετανία. Μετανάστευση, ρατσισμός και η Ευρωπαϊκή Ένωση
Η απογοήτευση, ωστόσο, σπάνια εκφράζεται απλά ή απευθείας σε κοινωνικά ζητήματα. Είναι σχεδόν πάντα μια διαμεσολαβημένη διαδικασία και είναι αδύνατον να προβλεφθεί η σταγόνα που θα κάνει το ποτήρι να ξεχειλίσει. Στη Βρετανία σήμερα, τα ζητήματα της μετανάστευσης και του ρατσισμού ήταν υψίστης σημασίας κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του δημοψηφίσματος αλλά και μετά.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το στρατόπεδο της εξόδου εκμεταλλεύτηκε το θέμα της μετανάστευσης κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας. Ωστόσο, το να αποδίδει κανείς το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στο ρατσισμό ή την εχθρότητα προς τους μετανάστες είναι παράλογο και αποπνέει την περιφρόνηση προς τους εργαζόμενους και τους φτωχούς που συχνά επιδεικνύουν οι κοινωνικά «ανώτεροί" τους.

Σίγουρα υπάρχει ρατσισμός στο στρατόπεδο της εξόδου, αλλά για να εκτιμήσει κανείς την αντίδραση των εργαζομένων και των φτωχών στο θέμα της μετανάστευσης είναι απαραίτητο να ρίξει πρώτα μια ματιά στις μεταναστευτικές ροές.

Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1991-99 οι μέσες καθαρές μεταναστευτικές εισροές στη Βρετανία (εξαιρουμένων των ροών των Βρετανών υπηκόων) ανέρχονταν σε 233.000 το χρόνο, εκ των οποίων 14.000 ήταν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και 53.000 από την Κοινοπολιτεία. Ο ετήσιος μέσος όρος κατά την περίοδο 2000-3 αυξήθηκε σε 284.000, εκ των οποίων 9.000 ήταν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και 101.000 από την Κοινοπολιτεία.

Στα χρόνια που ακολούθησαν οι καθαρές εισροές αυξήθηκαν περαιτέρω και η σύνθεσή τους έχει αλλάξει σε μεγάλο βαθμό προς τους υπηκόους της ΕΕ. Το 2005, οι καθαρές εισροές ήταν 294.000, εκ των οποίων 96.000 από την Ευρωπαϊκή Ένωση και 120.000 από την Κοινοπολιτεία. Μέχρι το 2014 οι καθαρές εισροές ήταν 375.000, εκ των οποίων 178.000 από την ΕΕ και 86.000 από την Κοινοπολιτεία.

Με λίγα λόγια, ακριβώς σε μια εποχή που οι βρετανικοί μισθοί και τα διαθέσιμα εισοδήματα τέθηκαν υπό συνεχή πίεση και ακριβώς όταν η λιτότητα επιβλήθηκε στην χώρα προσθέτοντας πιέσεις στην παροχή κοινωνικής πρόνοιας, οι καθαρές εισροές των μεταναστών αυξήθηκαν σημαντικά. Στο πλαίσιο αυτών των ροών το ποσοστό από την Ευρωπαϊκή Ένωση αυξήθηκε δραματικά, ιδιαίτερα από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, οι πολίτες των οποίων είχαν πρόσφατα αποκτήσει δικαίωμα διαμονής στη Βρετανία.

Θα απαιτούνταν πολύ συγκεντρωμένη και λεπτομερής πολιτική και κοινωνική εκστρατεία ούτως ώστε αυτή η δύσκολη κοινωνική κατάσταση να μην δημιουργήσει αντιδράσεις στους βρετανούς εργαζόμενους και φτωχούς. Όταν η ουρά στα επείγοντα ενός νοσοκομείου ή σε ένα δημόσιο ιατρείο είναι μεγάλη και η μισή αποτελείται από μετανάστες, η άμεση αντίδραση πολλών θα ήταν να κατηγορήσουν τους μετανάστες.

Σίγουρα θα ήταν μια λάθος αντίδραση και θα μπορούσε να συνδέεται ακόμη και με το ρατσισμό, αλλά εάν κανείς δεν εξηγήσει συστηματικά τον αντίκτυπο των καταστροφικών πολιτικών των Συντηρητικών κυβερνήσεων και δεν προσφέρει ρεαλιστικές επιλογές σε αυτούς που στέκονται στην ουρά, η απογοήτευση θα στραφεί προς τους εύκολους στόχους.

Δεν υπάρχει προφανής ρατσισμός στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, τουλάχιστον σε ότι αφορά τη δημοσκόπηση της Ashcroft, και σίγουρα όχι απέναντι στα συνήθη θύματα του ρατσισμού στη Βρετανία, δηλαδή τους Ασιάτες και τους μαύρους. Πράγματι, φαίνεται ότι περίπου το ένα τρίτο των ατόμων που αυτοχαρακτηρίζονται ως Ασιάτες και το ένα τέταρτο των ατόμων που αυτοχαρακτηρίζονται ως μαύροι ψήφισαν υπέρ της εξόδου.

Αναμφίβολα, ωστόσο, η πλειοψηφία των ασιατικών κοινοτήτων και των κοινοτήτων των μαύρων έχουν ανησυχεί βαθύτατα για μια πιθανή ρατσιστική αντίδραση μετά από μια ψήφο υπέρ της εξόδου, ιδίως ενόψει της πολιτικής ηγεσίας του στρατοπέδου της εξόδου.

Η κυριότερη ανησυχία των ψηφοφόρων της εξόδου (49%) φαίνεται να είναι «η αρχή ότι οι αποφάσεις που σχετίζονται με το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να λαμβάνονται στο Ηνωμένο Βασίλειο." Το ένα τρίτο (33%) δήλωσε ότι ο κύριος λόγος για την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν ότι "προσφέρει την καλύτερη ευκαιρία για το Ηνωμένο Βασίλειο να ανακτήσει τον έλεγχο της μετανάστευσης και των συνόρων του."

Η εργατική τάξη και οι φτωχοί εξέφρασαν σαφώς τις ανησυχίες τους για τη δημοκρατία και την κυριαρχία σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ακόμη και αν οι ανησυχίες αυτές είχαν επικαλυφθεί από το ζήτημα της μετανάστευσης.

Η απογοήτευση που είχε συσσωρευτεί όλα αυτά τα χρόνια βρήκε διέξοδο στην συμμετοχή στην ΕΕ, επειδή οι εργαζόμενοι και οι φτωχοί αισθάνθηκαν ότι η ΕΕ επηρεάζει άμεσα τους πολιτικούς μοχλούς και τους δημοκρατικούς μηχανισμούς που είναι διαθέσιμοι για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους.

Η Βρετανία ψήφισε έξοδο όχι απλά επειδή οι εργαζόμενοι και οι φτωχοί ήταν θυμωμένοι με την κατάσταση της χώρας. Το πραγματικό ζήτημα είναι ότι είδαν την Ευρωπαϊκή Ένωση ως ένας ξένο, αντιδημοκρατικό σύνολο θεσμικών οργάνων που δεν παρείχε το κατάλληλο πλαίσιο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της οικονομίας και της μετανάστευσης. Η κυριαρχία είναι ένας συνοπτικός όρος για τον έλεγχο του κοινωνικού περιβάλλοντος και είναι θεμελιώδους σημασίας για την άσκηση της δημοκρατίας.

Η εργατική τάξη και οι φτωχοί το κατανόησαν ξεκάθαρα το απλό γεγονός ότι στο σύγχρονο καπιταλισμό οι διεθνείς φορείς, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι μακριά από τους μοχλούς του δημοκρατικού ελέγχου και γίνονται φυσικό περιβάλλον για τις μεγάλες επιχειρήσεις. Σε αντίθεση, το έθνος-κράτος παρέχει ένα πεδίο μέσα στο οποίο είναι δυνατόν να αγωνιστεί κανείς για ορισμένα βασικά δικαιώματα και απαιτήσεις.

Ο λαός στη Βρετανία είχε πολλές ευκαιρίες κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών να παρατηρήσει την λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδιαίτερα σε σχέση με την παράκαμψη της δημοκρατίας και την αυταρχική στάση της απέναντι στην Ελλάδα, την Ιταλία και αλλού.

Δεδομένου ότι ο πυρήνας της Βρετανικής άρχουσας τάξης καθώς και οι κύριοι ευνοημένοι των πολιτικών των τελευταίων ετών τάχθηκαν ανοιχτά υπέρ της παραμονής, η απόφαση της πλειοψηφίας των εργαζομένων και των φτωχών για έξοδο ήταν απολύτως φυσιολογική. Η απογοήτευση βρήκε τη φυσική της διέξοδο στην απόρριψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για πολύ καλό λόγο. Μια πολιτική κρίση

Η κύρια αντίφαση και το βασικότερο πολιτικό πρόβλημα από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι ότι ο θυμός και οι δικαιολογημένες ανησυχίες των εργαζομένων και των φτωχών στην Αγγλία έχουν γίνει θύμα εκμετάλλευσης από μία θρασύτατη νεοφιλελεύθερη και αδίστακτη δεξιά.

Η Αριστερά, αντίθετα, δεν ήταν σε θέση να διατυπώσει μια σειρά προτάσεων ή ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα που θα προσέλκυε τη μεγάλη πλειοψηφία του βρετανικού λαού. Η φωνή των εργαζομένων έχει δεν έχει δύναμη ή είναι σε σύγχυση. Αυτό είναι το βασικό χαρακτηριστικό του ταξικού κενού στη χώρα σήμερα.

Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος έχει φέρει μεγάλη αναταραχή στο Κόμμα των Συντηρητικών, αντανακλώντας το ρήγμα στο εσωτερικό της βρετανικής άρχουσας τάξης. Η πλευρά της παραμονής, με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό Ντέβιντ Κάμερον, έχει επιδείξει απεριόριστη αλαζονεία και έλλειψη κατανόησης της πραγματικής κατάστασης της χώρας, όπως φυσικά αρμόζει σε προνομιούχους αποφοίτους των πιο μεγάλων βρετανικών πανεπιστημίων.

Σίγουρη ότι εκφράζει τα συμφέροντα του κύριου τμήματος της άρχουσας τάξης και συνεπώς ότι θα κερδίσει, η πλευρά αυτή έχει χάσει εντελώς την ισορροπία της από το αποτέλεσμα.

Ο Κάμερον στοιχημάτιζε σε μια "εύκολη" νίκη στο δημοψήφισμα προκειμένου να αντιμετωπίσει την εσωτερική διαίρεση στο Κόμμα των Συντηρητικών και κατά συνέπεια το πλήρωσε με άδοξο τέλος. Ακόμη πιο εντυπωσιακή, όμως, υπήρξε η επιπολαιότητα της πλευράς της εξόδου, με επικεφαλής τον κύριο διεκδικητή Μπόρις Τζόνσον, άλλον ένα προνομιούχο απόφοιτο των μεγαλύτερων βρετανικών πανεπιστημίων, που στην πραγματικότητα δεν περίμενε να κερδίσει.

Το ακόμη πιο ατιμωτικό τέλος του, με μια πισώπλατη μαχαιριά από τον πάλαι ποτέ σύμμαχό του Μάικλ Γκόουβ, είναι μια ένδειξη του πόσο κατακερματισμένη είναι η πλευρά της εξόδου. Περαιτέρω απόδειξη προς αυτή την κατεύθυνση είναι η αποχώρηση του Νάιτζελ Φάρατζ από την ηγεσία του Κόμματος Ανεξαρτησίας (UKIP). Οι κορυφαίοι ηγέτες του στρατοπέδου της εξόδου, σε γενικές γραμμές έχουν αποδειχθεί ανίκανοι να ηγηθούν της βρετανικής άρχουσας τάξης σε μια στιγμή σύγχυσης.

Η σύγχυση αυτή όμως σύντομα θα υποχωρήσει. Στο εγγύς μέλλον θα υπάρξει μια αντιπαράθεση για την ηγεσία στο Κόμμα των Συντηρητικών με στόχο να εκλεγεί κάποιος που θα μιλήσει για την άρχουσα τάξη στο σύνολό της. Είναι πιθανό ότι οι κύριοι υποψήφιοι θα είναι η Τερέζα Μέι, η φωνή της εκλογικής μηχανής του Κόμματος των Συντηρητικών και του παραδοσιακού ρεαλισμού, και ο Μάικλ Γκόουβ, ο φιλόδοξος και ταπεινής καταγωγής εκφραστής της δεξιάς που θα μπορούσε ενδεχομένως να δώσει φωνή στο σκληρό νεοφιλελευθερισμό που υπάρχει στο εσωτερικό του στρατοπέδου της εξόδου.

Εν όψει της νίκης της εξόδου, η μακροχρόνια ρήξη στο εσωτερικό του Κόμματος των Συντηρητικών είναι πιθανό να γεφυρωθεί από μια ρεαλιστική έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή θα είναι πιθανότατα και η επιλογή της βρετανικής άρχουσας τάξης στο σύνολό της.

Δεν θα είναι ένας εύκολος δρόμος για τη Βρετανία και η χώρα θα πρέπει να επαναδιαπραγματευτεί μια σειρά συνθηκών με την Ευρωπαϊκή Ένωση για μια χρονική περίοδο. Οι Συντηρητικοί θα υιοθετήσουν πιθανότατα μια σκληρή νεοφιλελεύθερη ατζέντα στο εσωτερικό της χώρας, σε συνδυασμό με μια συμβιβαστική στάση απέναντι στην ΕΕ, στοχεύοντας σε κάποιου είδους «ειδική σχέση».

Δεν θα πρέπει κανείς να φανταστεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα διαπραγματευτεί με τη Βρετανία από θέση ισχύος. Η ψήφος υπέρ της εξόδου έχει επιφέρει ένα καίριο χτύπημα σε μια ΕΕ που ήδη παραπαίει κάτω από την αποτυχία της ΟΝΕ και την έλλειψη ανάπτυξης σε ολόκληρη την ήπειρο. Ακόμη χειρότερα, υπάρχει μια ευρέως διαδεδομένη αντίληψη ότι το «εγχείρημα» της Ευρώπηςείναι αντιδημοκρατικό και αποτυγχάνει.

Ο ευρωσκεπτικισμός έχει απλώσει τις ρίζες του κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. Αν υπάρξει σοβαρή κρίση στην Ιταλία στα τέλη του 2016 – όπως είναι περισσότερο από πιθανό, δεδομένης της κατάστασης των ιταλικών τραπεζών – οι πιέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα γίνουν τεράστιες.

Η Γερμανία, ο πραγματικός ηγέτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει πλήρη επίγνωση του πόσο δυσεπίλυτη είναι η κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι ηγέτες της θα είναι πολύ προσεκτικοί όσον αφορά την αντιμετώπιση της Βρετανίας. Όποιος κυβερνά τη Βρετανία κατά την προσεχή περίοδο θα έχει πιθανώς κάποια περιθώρια ελιγμών.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος του Εργατικού Κόμματος θα είναι κρίσιμης σημασίας. Μετά την απροσδόκητη επικράτηση του Τζέρεμι Κόρμπιν το 2015 η αριστερή πτέρυγα ηγείται του κόμματος. Η νέα ηγεσία έχει πληγεί από τις αδιάκοπες εσωτερικές διαμάχες που υποκινούνται από την κοινοβουλευτική ομάδα που κλίνει προς τα δεξιά και δεν θα μπορούσε ούτε καν να σκεφτεί να εξετάσει πολιτικές που θα έρχονταν σε σύγκρουση με το νεοφιλελεύθερο πολιτικό πλαίσιο των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών.

Ωστόσο, η χώρα είναι έτοιμη για δραστική αλλαγή, όπως έδειξε ακόμα και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος με το δικό του στρεβλό τρόπο. Ο Κορμπιν εξακολουθεί να απολαμβάνει σημαντική υποστήριξη από τη βάση του Εργατικού Κόμματος όπως αυτή εκφράζεται μέσα από το Μομέντουμ, μια οργάνωση που κατάφερε να αποκτήσει εθνική παρουσία σε διάστημα μηνών. Έχει επίσης σαφή υποστήριξη από την κεντρική ηγεσία των συνδικάτων, ένα ζωτικό παράγοντα στη βρετανική πολιτική σκηνή.

Το πρόβλημα του Κόρμπιν, ωστόσο, είναι ότι υπό την ηγεσία του το Εργατικό Κόμμα δεν εκτίμησε σωστά την προεκλογική εκστρατεία για το δημοψήφισμα και έτσι βρέθηκε υπό τεράστια πίεση. Τα δημοψηφίσματα είναι από την ίδια τους τη φύση επιλογές "ναι ή όχι" και οι αναποφάσιστοι πληρώνουν το τίμημα.

Το Εργατικό Κόμμα υιοθέτησε τη στάση της δειλής παραμονής, ενώ η φυσική του εκλογική δεξαμενή, η εργατική τάξη και οι φτωχοί, ψήφισε έξοδο. Ακόμα χειρότερα, τουλάχιστον το ένα τρίτο των ψηφοφόρων του Εργατικού Κόμματος ψήφισαν επίσης υπέρ της εξόδου.

Ο Κόρμπιν δεν ήταν ο μόνος που πήρε μια μετριοπαθή θέση υπέρ της παραμονής. Ένα μεγάλο μέρος της ηγεσίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων έκανε το ίδιο, ανήσυχο από την νεοφιλελεύθερη ατζέντα της ηγεσίας του στρατοπέδου της εξόδου, που αποτελούσε άμεση απειλή για τα δικαιώματα των εργαζομένων και την παροχή κοινωνικής προστασίας σε ενδεχόμενο της εξόδου από την ΕΕ.

Το αποτέλεσμα ήταν η σύγχυση και η αμηχανία ανάμεσα στους υποστηρικτές των Εργατικών, ιδιαίτερα από τη στιγμή που από την ανακοίνωση του αποτελέσματος οι δεξιοί και οι ρατσιστές σε όλη τη χώρα αναθάρρησαν.

Η συγκεχυμένη κατάσταση του Εργατικού Κόμματος προσέφερε μια χρυσή ευκαιρία στην συντηρητική του πτέρυγα να αμφισβητήσει τον Κόρμπιν με τις πιο ασήμαντες και ασυνήθιστες δικαιολογίες. Ειπώθηκε ότι θα έπρεπε να είχε προσφέρει μεγαλύτερη υποστήριξη στο στρατόπεδο της παραμονής ακριβώς τη στιγμή που η φυσική του εκλογική δεξαμενή κινούνταν μαζικά προς την έξοδο σε ολόκληρη τη χώρα! Αυτός θα ήταν πράγματι ένας ενδιαφέρων τρόπος για να αυτοκτονήσει πολιτικά.

Ο στόχος της συντηρητικής πτέρυγας των Εργατικών είναι σαφής: να νικήσει την Αριστερά με οποιαδήποτε δικαιολογία και να την αναγκάσει σε απομόνωση, επιστρέφοντας έτσι στην δοκιμασμένη συνταγή των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών.

Και ως αποκορύφωμα, υπάρχει και η απειλή ενός νέου δημοψηφίσματος για την ανεξαρτησία της Σκωτίας, που ψήφισε σθεναρά υπέρ της παραμονής. Η προοπτική ενός Ηνωμένου Βασιλείου που κυριαρχείται από τους νεοφιλελεύθερους Συντηρητικούς προκαλεί ρίγος στους Σκωτσέζους. Για το Εργατικό Κόμμα, το οποίο έχει χάσει την εκλογική του βάση στη Σκωτία κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών, η ανεξαρτησία της Σκωτίας θα εξαλείψει κάθε προοπτική ριζοσπαστικής διακυβέρνησης στη Βρετανία για το άμεσο μέλλον.

Ωστόσο, ένα ακόμα στοιχείο απαιτεί προσοχή σε σχέση με τη Σκωτία. Το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας (SNP), το οποίο στην ουσία έχει κληρονομήσει το Εργατικό Κόμμα στις περιοχές όπου κυριαρχεί η εργατική τάξη στη Σκωτία, διατήρησε παρόμοια στάση με τους Εργατικούς στο δημοψήφισμα.

Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της Ashcroft, το 36% των υποστηρικτών του SNP ψήφισε υπέρ της εξόδου, παρόλο που η ηγέτις τους, Νίκολα Στέρτζεον, ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές της παραμονής στην ΕΕ. Η εργατική τάξη και οι φτωχοί στη Σκωτία ίσως να μην είναι και τόσο διαφορετικοί από εκείνους στην Αγγλία τελικά.

Οι Εργατικοί, υπό την ηγεσία της αριστερής πτέρυγας, θα πρέπει να γεφυρώσουν το κενό και να προσφέρουν στη χώρα το πρόγραμμα και την κατεύθυνση που αυτή ξεκάθαρα επιθυμεί.

Είναι προφανές ότι η Βρετανία επιθυμεί περισσότερο δημοκρατικούς θεσμούς που θα διασφαλίζουν την κυριαρχία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι η απάντηση σε κανένα από τα αιτήματα της εργατικής τάξης και των φτωχών και η Βρετανία έχει ήδη επιλέξει να φύγει. Το Εργατικό Κόμμα θα πρέπει να προτάξει τις προτάσεις εκείνες που θα επεκτείνουν τη δημοκρατία και την κυριαρχία προς όφελος των εργαζομένων και των φτωχών.

Στην ουσία θα πρέπει να βοηθήσει να επαναπροσδιοριστεί το έθνος με ένα περιεκτικό τρόπο για τις σημερινές συνθήκες. Η έννοια του πολίτη, υπερβαίνοντας το φύλο, τη φυλή και την εθνικότητα, είναι ο μοχλός για τη δημοκρατία και την κυριαρχία στη Βρετανία και σε ολόκληρη την Ευρώπη. Παρέχει επίσης τη βάση για τις μεταναστευτικές πολιτικές, οι οποίες θα προστατεύουν τα δικαιώματα των μεταναστών, καθώς και των κατοίκων των χωρών.

Σε αυτή την πολιτική βάση το Εργατικό Κόμμα θα πρέπει να προσφέρει στο βρετανικό λαό μια οικονομική και κοινωνική πολιτική, η οποία θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τις πιέσεις στο εθνικό σύστημα υγείας, να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες πιέσεις στον τομέα της στέγασης, να καταργήσει τη λιτότητα, να εθνικοποιήσει τα μέσα μεταφοράς, το χάλυβα και τις τράπεζες και να συμμετέχει σε μια αποφασιστική εκστρατεία για την «αποχρηματιστικοποίηση» της χώρας.

Η μελέτη και η γνώση για το πώς μπορούν να πάρει σάρκα και οστά μια τέτοια στρατηγική ήδη υπάρχουν. Αν το Εργατικό Κόμμα ακολουθούσε με αυτοπεποίθηση αυτό το δρόμο, θα εξασφάλιζε την υποστήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας στη Βρετανία, βγάζοντας έτσι την χώρα από το ιστορικό αδιέξοδό της.

Η Βρετανία θα μπορούσε τότε να λειτουργήσει ως φάρος ελπίδας σε μια αποτυχημένη Ευρωπαϊκή Ένωση που είναι ήδη στα πρόθυρα του χάους. Αυτός είναι ο δρόμος της ελπίδας.

Πρώτη δημοσίευση: Jacobin Magazine, 7/7/2016
Μετάφραση για την ελληνική γλώσσα: EReNSEP, 12/7/2016