ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2016

Στον αστερισμό της φούσκας

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων εικοσιπέντε ετών, ο επιχειρηματικός κύκλος έχει αντικατασταθεί από έναν κύκλο τιμών των περιουσιακών στοιχείων, επειδή επιλέγεται από τους κεντρικούς τραπεζίτες η συνεχής παροχή ρευστότητας – οι ενέσεις μορφίνης δηλαδή που ουσιαστικά δεν θεραπεύουν τον ασθενή, αλλά παρατείνουν τη ζωή του και καθιστούν πλέον βέβαιο το θάνατο του.
«Αυτά που βιώνουν οι περισσότερες χώρες είναι τα εξής: Οι επιχειρήσεις κάνουν ότι μπορούν για να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα τους, με αποτέλεσμα να μειώνουν τους μισθούς των εργαζομένων τους, καθώς επίσης να απολύουν ένα μέρος από αυτούς – έτσι ώστε να έχουν τη στήριξη των επενδυτών/κερδοσκόπων.
Από την άλλη πλευρά οι κυβερνήσεις, στα πλαίσια της πολιτικής λιτότητας, συρρικνώνουν τις δαπάνες για την υγεία, για την παιδεία, για τις συντάξεις, για τις υποδομές κοκ., μειώνοντας επί πλέον τους μισθούς και τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων – επίσης για να έχουν τη στήριξη των αγορών (ή των δανειστών τους, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας). Έτσι τα κράτη δεν συμβάλλουν στην άνοδο του ρυθμού ανάπτυξης (ΑΕΠ = κατανάλωση + ιδιωτικές επενδύσεις + δημόσιες δαπάνες + εμπορικό πλεόνασμα), αλλά, αντίθετα, τροφοδοτούν την ύφεση.
Παράλληλα, ορισμένα από αυτά έχουν ήδη υποχρεωθεί να ενισχύσουν τους μηχανισμούς προστασίας και επιτήρησης (στρατό, αστυνομία και μυστικές υπηρεσίες), επειδή προβλέπουν μαζικές εξεγέρσεις των Πολιτών τους – ενώ δέχονται επί πλέον μεταναστευτικά κύματα από χώρες που δεν είναι ήδη σε θέση να καλύψουν τις βασικές ανάγκες των Πολιτών τους ή έχει ξεσπάσει πόλεμος.
Η τελευταία επιλογή πάντως, όσον αφορά τη διάσωση του συστήματος, δεν είναι άλλη από αυτήν που υιοθετήθηκε το 1914 και το 1940: ο πόλεμος, για τον οποίο προετοιμάζεται ήδη η Δύση έχοντας βρει από καιρό το θύμα. Πρόκειται φυσικά για τη Ρωσία, η οποία διαισθάνεται πού αποσκοπεί η συνεχής περικύκλωση της από το ΝΑΤΟ, καθώς επίσης η «δαιμονοποίηση» του προέδρου Putin – ενώ είναι η μοναδική χώρα που σχεδιάζει να αποδεσμευθεί από τοδυτικό σύστημα του χρέους» (πηγή)
.

Ανάλυση

Οι ισολογισμοί δύο πολύ σημαντικών κεντρικών τραπεζών, της Ελβετίας και της Ιαπωνίας, έχουν ξεφύγει εντελώς, πλησιάζοντας το ΑΕΠ των χωρών τους (γράφημα) – γεγονός που σημαίνει ότι τυπώνουν μαζικά χρήματα, αψηφώντας τυχόν πληθωριστικές πιέσεις.
Εν τούτοις, τα νομίσματα τους ανατιμώνται χωρίς καμία οικονομική λογική, ειδικά όσον αφορά την Ιαπωνία, εκτός ίσως από το ενδεχόμενο να αποτελεί ο πληθωρισμός «άπαξ και δια παντός» φαινόμενο του παρελθόντος – οπότε να μπορούν όλες οι χώρες να δημιουργούν χρήματα από το πουθενά, χωρίς να φοβούνται τίποτα (πληθωρισμός βέβαια υπάρχει, έχοντας απλά μετατοπισθεί στις τιμές των παγίων – κάτι που δεν πρόκειται να διαρκέσει για πάντα).
115
Επεξήγηση γραφήματος: Όγκος ισολογισμών των κεντρικών τραπεζών (συνολικό ενεργητικό), σε σχέση με το ΑΕΠ των χωρών τους – ΕΚΤ, Τράπεζα της Ιαπωνίας, Τράπεζα της Αγγλίας, Ελβετική κεντρική τράπεζα, Fed.
.
Εάν όμως πράγματι ισχύει κάτι τέτοιο, τότε γιατί η Fed σταμάτησε τα πακέτα ποσοτικής διευκόλυνσης και προσπαθεί να αυξήσει τα βασικά της επιτόκια, αν και χωρίς καμία επιτυχία μέχρι στιγμής; Αντίστοιχα, γιατί είναι διστακτική η ΕΚΤ, δεχόμενη έντονη κριτική από τη γερμανική κεντρική τράπεζα για την πολιτική της; Τέλος, πώς θα διαχειρισθούν όλες αυτές οι κεντρικές τράπεζες την επόμενη χρηματοπιστωτική κρίση χωρίς κανένα νομισματικό όπλο στη διάθεση τους, η οποία θα ξεσπάσει νομοτελειακά, ενώ θα είναι ισχυρότερη από ποτέ;
Φυσικά οι χρηματαγορές δεν ενδιαφέρονται καθόλου ούτε για αυτές τις υπερβολές, ούτε για την απελπιστική κατάσταση της πραγματικής οικονομίας παγκοσμίως – ενώ δεν δίνουν καμία απολύτως σημασία στις συνεχείς προειδοποιήσεις που αφορούν την επερχόμενη καταιγίδα των καταιγίδων (ανάλυση). Αδιαφορούν επίσης για το υπερχρεωμένο τραπεζικό σύστημα της Ευρωζώνης, για τους τεκμηριωμένους φόβους διάλυσης της, για την αδυναμία πραγματικής ανάπτυξης των Η.Π.Α. και τις χειραγωγημένες στατιστικές της κυβέρνησης τους, για την κατακόρυφη αύξηση των χρεών της Κίνας, για την άθλια οικονομική κατάσταση της Βραζιλίας κοκ.
Το μόνο που τις ενδιαφέρει είναι η συνεχής παροχή ρευστότητας εκ μέρους των κεντρικών τραπεζών, οι οποίες νομίζει κανείς πως είναι οι «θεραπαινίδες» τους – γεγονός που τεκμηριώνεται από τη νέα αύξηση των χρηματιστηριακών δεικτών μετά την απόφαση της Ιαπωνίας να συνεχίσει το μεγαλύτερο νομισματικό πείραμα όλων των εποχών που διεξάγει, παρά την πλήρη αποτυχία του μέχρι στιγμής, καθώς επίσης αυτήν της Fed να μην αυξήσει τα βασικά επιτόκια.
Μετά τη φούσκα λοιπόν του διαδικτύου, καθώς επίσης των ενυπόθηκων δανείων χαμηλής εξασφάλισης, βιώνουμε τη φούσκα των κεντρικών τραπεζών – όπως φαίνεται στο γράφημα που ακολουθεί, όπου η κάθε επόμενη φούσκα είναι πολύ μεγαλύτερη από την προηγούμενη.
116
Επεξήγηση γραφήματος: Πορεία των σωρευτικών τιμών των περιουσιακών στοιχείων (μετοχές, ομόλογα, ακίνητα), σε σχέση με το ονομαστικό ΑΕΠ (όχι πραγματικό, συμπεριλαμβανομένου δηλαδή του πληθωρισμού).
Φούσκα του διαδικτύου, των ακινήτων και των κεντρικών τραπεζών (γαλάζια καμπύλη). Ονομαστικό ΑΕΠ των Η.Π.Α. (κόκκινη καμπύλη). Υφέσεις (γκρίζα επιφάνεια).
.
Το παραπάνω γράφημα αποκαλύπτει κάτι εξαιρετικά εντυπωσιακό και απίστευτα επικίνδυνο: το ότι κατά τη διάρκεια των τελευταίων 25 ετών, όπου βασιλεύει ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός (με την έννοια της απόλυτης σχεδόν δικτατορίας των αγορών), ο παραδοσιακός επιχειρηματικός κύκλος έχει αντικατασταθεί από έναν κύκλο τιμών των περιουσιακών στοιχείων. Στα πλαίσια αυτά, αντί να «επιτραπούν» οι οδυνηρές μεν αλλά εξυγιαντικές υφέσεις, επιλέγεται από τους κεντρικούς τραπεζίτες η συνεχής παροχή ρευστότητας – οι «ενέσεις κορτιζόνης» δηλαδή που ουσιαστικά δεν θεραπεύουν τον ασθενή, αλλά παρατείνουν τη ζωή του και καθιστούν πλέον βέβαιο το θάνατο του.
Προφανώς με αυτόν το μη συμβατικό τρόπο, μεταφέρεται ο πλούτος από τα μεσαία και κατώτερα εισοδηματικά στρώματα στα ανώτατα – από τις μεσαίες και φτωχές χώρες στις πλούσιες, με τη βοήθεια των μνημονίων και των πολιτικών λιτότητας, όπως επιβάλλονται σε χώρες σαν την Ελλάδα, την Ιταλία, την Ισπανία κλπ., για να απομυζούνται από τη Γερμανία.
Όσον αφορά δε την περιβόητη ανάπτυξη, προφανώς δεν μπορεί να είναι το αποτέλεσμα των υψηλότερων τιμών των περιουσιακών στοιχείων στις διεθνείς χρηματαγορές (μετοχές, εμπορεύματα, ακίνητα κλπ.) – αλλά της αύξησης της παραγωγικότητας και της αποτελεσματικότητας (επενδύσεις, καινοτομία κοκ.) εκ μέρους των εργαζομένων και των επιχειρήσεων της πραγματικής οικονομίας.
Με απλά λόγια, όταν οι τιμές πώλησης των ακινήτων διπλασιάζονται, δεν  σημαίνει πως αυξάνεται αντίστοιχα και αυτόματα το ΑΕΠ – αλλά ότι, για παράδειγμα, οι τράπεζες δανείζουν τα διπλάσια με «πλαστές» εγγυήσεις (τεχνητά διπλάσιες τιμές των ακινήτων), οπότε δημιουργείται μία φούσκα που αργά ή γρήγορα καταρρέει, σπέρνοντας την καταστροφή κυρίως στα πλέον αδύναμα κοινωνικά στρώματα.
Ο τραπεζικός Αρμαγεδδών
Περαιτέρω, η καγκελάριος έχει χάσει εντελώς τον έλεγχο της Deutsche Bank (ανάλυση), σκεφτόμενη να τη διασώσει με τα χρήματα των φορολογουμένων της – αφού διαφορετικά δεν εξηγείται η πρόσφατη δήλωση του επικεφαλής της ευρωπαϊκής τραπεζικής αρχής (ΕΒΑ), σύμφωνα με την οποία «αν μία κρατική ενίσχυση μπορεί να αποτελέσει μέρος της λύσης, τότε ας τη χρησιμοποιήσουμε» (πηγή). Προφανώς εννοούσε το «Bail–out», τη στήριξη δηλαδή των τραπεζών από το κράτος – παρά το ότι έχει απαγορευθεί, αντικαθισταμένη από το «Bail-in» (διάσωση από τους μετόχους, ομολογιούχους και καταθέτες).
Βέβαια θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι, η δήλωση αφορούσε μόνο την ιταλική χρεοκοπημένη τράπεζα «Monte dei Paschi» – η οποία είναι απλά η κορυφή του παγόβουνου στη χώρα, ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα της οποίας είναι σε απελπιστική κατάσταση. Η αιτία είναι το ότι, οι μελλοντικοί επενδυτές έχουν πλέον μεγάλες αμφιβολίες σε σχέση με την αύξηση κεφαλαίου, την οποία προτείνει η επιτροπή σταθεροποίησης της υπό την ηγεσία της JP Morgan – εύλογα προφανώς, αφού η χρηματιστηριακή της αξία είναι μόλις 550 εκ. €, ενώ η αύξηση κεφαλαίου που προτείνεται είναι 5 δις €!
Εκτός αυτού, σχεδιάζεται η πώληση κόκκινων δανείων ύψους 30 δις € σε «επενδυτές» – κάτι που όμως είναι πολύ δύσκολο να συμβεί, αφενός μεν για πολιτικούς λόγους, αφετέρου επειδή οι κερδοσκόποι δεν είναι πρόθυμοι να πληρώσουν πάνω από το 10% της αξίας τους (κάτι που ασφαλώς αφορά και την Ελλάδα). Λογικά λοιπόν ο μοναδικός τρόπος που απομένει δεν είναι άλλος από τη διάσωση της με χρήματα των φορολογουμένων – κάτι που όμως αντίκειται στους κανόνες της Ευρώπης που ισχύουν από τις αρχές του έτους, έχοντας επιβληθεί από τη Γερμανία.
Εάν όμως η Γερμανία φανεί πιο διαλλακτική, λόγω των προβλημάτων της Deutsche Bank (πρόσφατα άλλωστε το δημόσιο στήριξε τους γερμανικούς σιδηροδρόμους με 1 δις €), τότε ίσως επιτραπεί στην Ιταλία η κρατική διάσωση της «Monte dei Paschi» – έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα «δεδικασμένο», το οποίο στη συνέχεια θα χρησιμοποιήσει η καγκελάριος για να εθνικοποιήσει τη βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας της.
Η J.P. Morgan εξετάζει επίσης άλλες εναλλακτικές λύσεις – όπως είναι η καταναγκαστική μετατροπή μέρους των απαιτήσεων των δανειστών της «Monte dei Paschi», ύψους περίπου 2 δις €, σε μετοχές της τράπεζας –υπενθυμίζοντας πως οι καταθέσεις είναι ουσιαστικά δάνεια προς την εκάστοτε τράπεζα. Εκτός αυτού, την παροχή ενός δανείου-γέφυρα εκ μέρους του κράτους, πριν καταρρεύσει εντελώς η «Monte dei Paschi»,  – η μετοχή της οποίας έχει φτάσει στα 0,19 €.
Από την άλλη πλευρά, οι καταθέτες και οι επενδυτές των ιταλικών τραπεζών, έχοντας παραδειγματισθεί από την εμπειρία της Ελλάδας, από το μεγαλύτερο τραπεζικό σκάνδαλο στην παγκόσμια ιστορία (άρθρο),αποσύρουν μαζικά τα χρήματα τους με προορισμό το εξωτερικό – φοβούμενοι εύλογα πως θα τα χάσουν, εάν παραμείνουν στη χώρα τους (άρθρο). Το γεγονός αυτό όμως επιδεινώνει ακόμη περισσότερο την κατάσταση των τραπεζών, όπως άλλωστε έχουμε διαπιστώσει και στην πατρίδα μας – ενώ, εάν η Ιταλία δεν εγκαταλείψει άμεσα την Ευρωζώνη, ανοίγοντας βέβαια τον ασκό του Αιόλου, θα καταστραφεί εντελώς.
Επίλογος
Η Ελλάδα βαδίζει εντελώς αντίθετα, συγκριτικά με το μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου πλανήτη, λόγω της πολιτικής των μνημονίων που της έχει επιβληθεί, καταστρέφοντας την – με την έννοια πως οι τιμές όλων των περιουσιακών στοιχείων της ευρίσκονται στο ναδίρ, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η λεηλασία της από τους δανειστές της. Παράλληλα, επικρατεί μία εκκωφαντική «σιωπή των αμνών» εκ μέρους των Πολιτών της, οι οποίοι παραδόξως ανέχονται τα πάντα, χωρίς καν να διαμαρτύρονται – πόσο μάλλον να εξεγερθούν.
Εν προκειμένω, δεν θέλουμε και δεν μπορούμε να κρίνουμε τη στάση των Ελλήνων, ούτε να τους κατηγορήσουμε ως ανόητους για τις πολιτικές επιλογές ή/και δειλούς για τη συμπεριφορά τους – αφού κανένας δεν μπορεί να προβλέψει τα μελλοντικά της αποτελέσματα, σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον που γίνεται συνεχώς πιο επικίνδυνο.
Εν τούτοις, δεν μπορεί παρά να σημειώσουμε πως μας εντυπωσιάζει η πλήρης υποταγή τους στις διαθέσεις των δανειστών – οι οποίοι είναι αυτοί που κυβερνούν ουσιαστικά τη χώρα, με υποχείριο τις εκάστοτε κυβερνήσεις της. Ευχόμαστε και ελπίζουμε λοιπόν να έχουν δίκιο μη επαναστατώντας – κάτι που όμως δεν είμαστε σε θέση να τεκμηριώσουμε.
.
Υστερόγραφο: Το ειδικό ενδιαφέρον των Ελλήνων για θέματα που αφορούν την Ιταλία (έξοδος της από την Ευρωζώνη), τη Deutsche Bank (κατάρρευση της, άρνηση πληρωμών προς τη Γερμανία εκ μέρους των κρατών-οφειλετών της, λόγω ενδεχόμενης απόσυρσης της από τη νομισματική ένωση για να μπορέσει να κρατικοποιήσει την τράπεζα), τη Ρωσία (γεωπολιτικές εξελίξεις), καθώς επίσης το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, δίνει την εντύπωση πως περιμένουν την απελευθέρωση τους/ανάκτηση της εθνικής τους κυριαρχίας/έξοδος από την κρίση, από τις εξελίξεις στο εξωτερικό – έχοντας αποφασίσει να είναι υπομονετικοί, αφού δεν διακρίνουν καμία άλλη λύση. Ίσως όμως απογοητευθούν ακόμη και τότε, αφού κανένα πολιτικό κόμμα δεν φαίνεται να έχει σχέδιο για την Ελλάδα, πόσο μάλλον για τέτοιες πιθανές καταστάσεις – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν κάνουμε λάθος.

Ο Μαρξ είχε δίκιο: 5 γεγονότα του σήμερα που προέβλεψε σωστά

Μετάφραση Ελεάννα Μπάρδη

Από το iPhone έως την εταιρική παγκοσμιοποίηση, η σύγχρονη ζωή είναι γεμάτη από αποδείξεις της διορατικότητας του Μαρξ.


Υπάρχει μεγάλη συζήτηση για τον Καρλ Μαρξ αυτή την εποχή -από τον Rush Limbaugh να κατηγορεί τον Πάπα Φραγκίσκο για προώθηση «καθαρού μαρξισμού», στον αρθρογράφο των Washington Times  που ισχυρίζεται ότι ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης, Bill de Blasio, είναι ένας «αμετανόητος μαρξιστής».

Λίγοι όμως άνθρωποι καταλαβαίνουν πραγματικά τη δριμεία κριτική του Μαρξ στον καπιταλισμό. Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν μιαν αόριστη επίγνωση της πρόβλεψης αυτού του ριζοσπαστικού οικονομολόγου, ότι δηλαδή ο καπιταλισμός αναπόφευκτα θα αντικατασταθεί από τον κομμουνισμό, συχνά όμως παρεξηγούν γιατί πίστευε πως αυτό είναι αλήθεια. Κι ενώ ο Μαρξ έκανε λάθος για μερικά πράγματα, τα γραπτά του (πολλά εκ των οποίων προηγήθηκαν του Αμερικανικού Εμφυλίου) προέβλεψαν με ακρίβεια διάφορες πτυχές του σύγχρονου καπιταλισμού, από τη Μεγάλη Ύφεση έως το iPhone 5S στην τσέπη σας.

Και ιδού πέντε γεγονότα του 2014, που η ανάλυση του Μαρξ για τον καπιταλισμό προέβλεψε σωστά, εδώ και πάνω από έναν αιώνα:

  1. Η Μεγάλη Ύφεση (Η Χαοτική Φύση του Καπιταλισμού)

Η εγγενώς χαοτική, επιρρεπής σε κρίσεις, φύση του καπιταλισμού υπήρξε βασικό κομμάτι στα γραπτά του Μαρξ. Υποστήριξε ότι ο αμείλικτος αγώνας για κέρδος, θα οδηγούσε τις εταιρείες στη μηχανοποίηση των χώρων εργασίας τους, παράγοντας όλο και περισσότερα αγαθά, συμπιέζοντας παράλληλα τους μισθούς των εργαζομένων, έως ότου δε θα μπορούσαν πλέον ν’ αγοράζουν τα προϊόντα που δημιουργούσαν. Σίγουρα, τα σύγχρονα ιστορικά γεγονότα, από τη Μεγάλη Ύφεση ως τη φούσκα των dot-com, μπορούν να αναχθούν σ’ αυτό που ο Μαρξ ονομάζει «πλασματικό κεφάλαιο» – χρηματοοικονομικά μέσα, όπως οι μετοχές και οι ΣΑΚΑ (συμβάσεις ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης – Credit default swap ή απλά CDS).  Παράγουμε ακατάπαυστα μέχρις ότου να μη μείνει κανείς ν’ αγοράζει τ’ αγαθά μας, καθόλου νέες αγορές, κανένα νέο χρέος. Και ο κύκλος συνεχίζεται μπροστά στα μάτια μας: Σε γενικές γραμμές, αυτό είναι που έκανε τη αγορά ακινήτων να καταρρεύσει το 2008. Δεκαετίες άμβλυνσης ανισοτήτων με μείωση των εισοδημάτων, η οποία οδήγησε όλο και περισσότερους Αμερικανούς στη χρεωκοπία. Όταν δεν υπήρχαν πια άλλα ενυπόθηκα δάνεια, όλη η πρόσοψη κατέρρευσε, όπως ακριβώς γνώριζε ο Μαρξ πως θα γινόταν.

  1. iPhone (Φανταστικές ορέξεις)

Ο Μαρξ προειδοποίησε ότι η τάση του καπιταλισμού να προσδίδει υψηλή αξία σε αυθαίρετα στην ουσία προϊόντα, θα οδηγούσε με την πάροδο του χρόνου, σ’ αυτό που αποκάλεσε “μια επινοημένη και συνεχώς υπολογισμένη υποταγή σε απάνθρωπες, σοφιστικέ, αφύσικες και φανταστικές ορέξεις.” Είναι ένας σκληρός αλλά ακριβής τρόπος περιγραφής της σύγχρονης Αμερικής, όπου απολαμβάνουμε μιαν απίστευτη πολυτέλεια και όμως συνεχίζουμε παρασυρμένοι από μια συνεχή ανάγκη ν’ αγοράζουμε όλο και περισσότερα. Σκεφτείτε το iPhone 5S που ίσως έχετε. Είναι πραγματικά τόσο πολύ καλύτερα από ό,τι το iPhone 5 της περασμένης χρονιάς, ή το iPhone 4S ένα χρόνο πριν από αυτό; Πρόκειται για μια πραγματική ανάγκη, ή για μια επινοημένη; Κι ενώ κινεζικές οικογένειες αρρωσταίνουν η μία μετά την άλλη με καρκίνο εξαιτίας των ηλεκτρονικών μας αποβλήτων, τα πολυεθνικά μονοπώλια δημιουργούν τεράστιες διαφημιστικές εκστρατείες γύρω από την ιδέα, ότι  πρέπει να καταστρέψουμε πολύ καλά προϊόντα χωρίς να υπάρχει πραγματικός λόγος. Αν ο Μαρξ μπορούσε να το δει αυτό, θα μας έκλεινε το μάτι.

  1. Το ΔΝΤ (Η Παγκοσμιοποίηση του Καπιταλισμού)

Οι ιδέες του Μαρξ σχετικά με την υπερπαραγωγή τον οδήγησαν στην πρόβλεψη αυτού που τώρα ονομάζεται παγκοσμιοποίηση – η εξάπλωση του καπιταλισμού σε όλο τον πλανήτη σε αναζήτηση νέων αγορών. “Η ανάγκη μιας συνεχώς επεκτεινόμενης αγοράς πώλησης προϊόντων, κυνηγά την αστική τάξη σ’ ολόκληρα τα πλάτη και τα μήκη του πλανήτη”, έγραψε. “Πρέπει να φωλιάσει παντού, να εγκατασταθεί παντού, να δημιουργεί συνδέσεις παντού”.  Κι ενώ αυτό μπορεί να μοιάζει προφανές σήμερα, ο Μαρξ έγραψε αυτά τα λόγια το 1848, όταν η παγκοσμιοποίηση ήταν πάνω από ένα αιώνα μακριά. Και δεν έπεσε μέσα στο τι τελικά συνέβη στα τέλη του 20ου αιώνα – έπεσε όμως μέσα στο γιατί συνέβη: Η αδιάκοπη αναζήτηση για νέες αγορές και φθηνό εργατικό δυναμικό, καθώς και η αδιάκοπη ζήτηση για περισσότερους φυσικούς πόρους, είναι θεριά που απαιτούν συνεχή τροφοδοσία.

  1. Walmart (Μονοπώλιο)

Στην κλασσική θεωρία οικονομικών, ο ανταγωνισμός εικάζεται ως φυσιολογικός και, ως εκ τούτου αυτοτροφοδοτούμενος. Ο Μαρξ, ωστόσο, υποστήριξε ότι η ισχύς της αγοράς θα είναι στην πραγματικότητα συγκεντρωμένη σε μεγάλες μονοπωλιακές επιχειρήσεις, καθώς όλο και περισσότερο, η μία επιχείρηση θα κατασπάραζε την άλλη. Αυτό θα μπορούσε να είχε φανεί στους αναγνώστες του 19ου αιώνα ως περίεργο. Όπως γράφει ο Richard Hofstadter: «οι Αμερικανοί έφτασαν να θεωρούν δεδομένο ότι η  ιδιοκτησία θα διασκορπίζεται ευρέως, ότι η οικονομική και πολιτική δύναμη θα αποκεντρωθούν”. Ήταν μόνον αργότερα, τον 20ο αιώνα, όταν η τάση που προέβλεψε ο Μαρξ άρχισε να επιταχύνει. Σήμερα, τα οικογενειακά καταστήματα της γειτονιάς έχουν αντικατασταθεί από ανελαστικά οικοδομήματα καταστημάτων, όπως η Wal-Mart,  οι μικρές συνεταιριστικές τράπεζες έχουν αντικατασταθεί από τις παγκόσμιες τράπεζες, όπως η J.P. Morgan Chase, και μικρές αγροτικές φάρμες έχουν αντικατασταθεί από γεωργικές βιομηχανίες, όπως η Archer Daniels Midland. Ο κόσμος της τεχνολογίας επίσης, τείνει ήδη να συγκεντρωθεί σε μεγάλες εταιρείες, που καταπίνουν τις νεοσύστατες επιχειρήσεις όσο πιο γρήγορα μπορούν. Οι πολιτικοί προσποιούνται πως νοιάζονται για τις ελάχιστες μικρές επιχειρήσεις που έχουν μείνει και διώκουν τις πιο επιθετικές για αντιμονοπωλιακές τακτικές- ως επί το πλείστον όμως, γνωρίζουμε πως οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι εδώ για να μείνουν.

  1. Χαμηλοί μισθοί, Μεγάλα κέρδη (ο Εφεδρικός Στρατός της Βιομηχανικής Εργασίας)

Ο Μαρξ πίστευε ότι οι μισθοί θα κρατηθούν σε χαμηλά επίπεδα από τον «εφεδρικό στρατό εργασίας», τον οποίο εξήγησε απλά, χρησιμοποιώντας κλασσικές οικονομικές τεχνικές: Οι καπιταλιστές θέλουν να πληρώνουν όσο το δυνατόν λιγότερο για εργατικά, κι αυτό είναι πιο εύκολο όταν υπάρχει αφθονία εργαζομένων στην αγορά. Συνεπώς, μετά από μια ύφεση, χρησιμοποιώντας τη μαρξιστική ανάλυση, θα προβλέπαμε ότι τα υψηλά ποσοστά ανεργίας θα κρατήσουν τους μισθούς στάσιμους, ενώ τα κέρδη θα εκτιναχθούν στα ύψη, επειδή οι εργαζόμενοι είναι πολύ φοβισμένοι απ’ την ανεργία ώστε να εγκαταλείψουν την εκμετάλλευση και τις φριχτές θέσεις εργασίας τους. Και κοίτα να δεις! Η αυθεντία επί του είδους Wall Street Journal προειδοποιεί, “Τον τελευταίο καιρό, η ανάκαμψη των ΗΠΑ εμφανίζει κάποια μαρξιστικά γνωρίσματα. Τα κέρδη των επιχειρήσεων αυξάνονται κι η αύξηση της παραγωγικότητας επέτρεψε στις επιχειρήσεις να αναπτυχθούν, χωρίς να κάνουν πολλά για να μειώσουν τις τεράστιες στρατιές ανέργων”. Κι  αυτό διότι οι εργαζόμενοι είναι τρομοκρατημένοι για να αφήσουν τις δουλειές τους και ως εκ τούτου στερούνται διαπραγματευτικής ισχύος. Δεν είναι ν’ απορείς που η καλύτερη στιγμή για δίκαιη ανάπτυξη είναι σε περιόδους «πλήρους απασχόλησης», όταν η ανεργία είναι σε χαμηλά επίπεδα κι οι εργαζόμενοι μπορούν να απειλήσουν να βρουν άλλη δουλειά.

Συμπερασματικά:

Ο Μαρξ έπεσε έξω σε πολλά πράγματα. Τα περισσότερα απ’ τα γραπτά του εστιάζουν στην κριτική του καπιταλισμού και όχι σε μια πρόταση για την αντικατάστασή του – κενό που επέτρεψε την παρερμήνευσή τους από παρανοϊκούς, σαν τον Στάλιν στον 20ο αιώνα. Το έργο του όμως εξακολουθεί να διαμορφώνει τον κόσμο μας με θετικό τρόπο. Όταν υποστήριζε ένα σχήμα προοδευτικής φορολογίας εισοδήματος στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, σε καμία χώρα δεν εφαρμοζόταν. Τώρα, μόλις και μετά βίας θα βρεθεί χώρα χωρίς προοδευτικό πλάνο φόρου εισοδήματος, κι είναι ένας μικρός τρόπος με τον οποίο οι ΗΠΑ προσπαθούν να καταπολεμήσουν την εισοδηματική ανισότητα. Η ηθική κριτική του Μαρξ για τον καπιταλισμό και η οξυδερκής κατανόηση των εσωτερικών λειτουργιών και του ιστορικού του πλαισίου, αξίζουν ακόμα της προσοχής μας. Όπως γράφει ο Robert L. Heilbroner, “Στρεφόμαστε στον Μαρξ, ως εκ τούτου, όχι επειδή είναι αλάθητος, αλλά επειδή είναι αναπόφευκτος“. Σήμερα, σε έναν κόσμο ανήκουστου πλούτου και ταυτόχρονα απόλυτης φτώχειας, όπου οι πλουσιότεροι 85 άνθρωποι κατέχουν περισσότερο πλούτο από τα φτωχότατα 3 δισεκατομμύρια ανθρώπων, η περίφημη κραυγή, «Εργάτες όλου του κόσμου ενωθείτε – Δεν έχετε τίποτα να χάσετε παρά μόνο τις αλυσίδες σας,”  διατηρεί ακόμα δυνατή τη δραστικότητά της.

Μετάφραση από το rollingstone

Πηγή: Νόστιμον Ήμαρ

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2016

Οι «παλιοί» «καλοί» «ιδιώτες σπεκουλάντηδες»... Η καπιταλιστική κρίση χτυπά το τραπεζικό σύστημα και όλοι μαζί την μισθωτή εργασία

Οι στολισμένες με εθνικούς τίτλους μεγάλες τράπεζες ήταν από τη γέννησή τους απλώς εταιρίες ιδιωτών σπεκουλάντηδων, που στάθηκαν στο πλευρό των κυβερνήσεων και που, χάρη στα προνόμια που πήραν, ήταν σε θέση να δανείζουν σ’ αυτές χρήματα»
(Μάρξ)
Η Commerzbank, η δεύτερη μεγαλύτερη γερμανική τράπεζα, σχεδιάζει την περικοπή περίπου 9.000 θέσεων εργασίας τα επόμενα χρόνια και θα αναστείλει την καταβολή μερίσματος για το 2016 στο πλαίσιο των προσπαθειών της για μείωση των δαπανών υπό το φως των αρνητικών επιτοκίων, σύμφωνα με πηγή κοντά στο εποπτικό συμβούλιο της τράπεζας που αναμεταδίδει το ΑΠΕ.

Οι περικοπές των θέσεων εργασίας θα γίνουν μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια έως το 2020, αλλά ο αριθμός τους, που αντιπροσωπεύει σχεδόν το ένα πεμπτο του εργατικού δυναμικού της, υποδηλώνει ότι δεν μπορούν να αποκλειστούν αναγκαστικές αποχωρήσεις, ανέφερε η πηγή.

«Πρόκειται για πολύ πιο ριζοσπαστικό μέτρο σε σχέση με τα προηγούμενα», ανέφερε η πηγή. Η κίνηση αυτή αναμένεται να κοστίσει περίπου 1 δισεκ. ευρώ και η Commerzbank σχεδιάζει να αναστείλει την καταβολή του μερίσματος για το 2016 προκειμένου να καλύψει το κόστος αυτό, δήλωσε η πηγή.

Η Commerzbank αρνήθηκε να σχολιάσει.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Commerzbank Μάρτιν Ζίλκε αναμένεται να παρουσιάσει το σχέδιο στο εποπτικό συμβούλιο της Commerzbank αυτήν την εβδομάδα και να το αποκαλύψει δημοσίως την Παρασκευή, όπως έχουν ήδη πει στο Reuters πρόσωπα με γνώση της κατάστασης.
Στα τέλη του 2015, η τράπεζα απασχολούσε 51.300 άτομα, με τους εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης να ανέρχονται σε 45.400.

Στο μεταξύ, η ίδια η «ναυαρχίδα» του γερμανικού τραπεζικού συστήματος, η Deutsche Bank, προσπαθεί να διαχειστεί την ελεύθερη πτώση των μετοχών της, με αφορμή την άρνησή της να πληρώσει στο αμερικανικό δημόσιο 14 δισεκατομμύρια δολάρια για υπόθεση ενυπόθηκων δανείων, που πυροδότησαν την συστημική κρίση το 2008. Μάλιστα, το γερμανικό περιοδικό Focus υποστηρίζει ότι η Άνγκελα Μέρκελ αποκλείει κάθε ενδεχόμενο κρατικής ενίσχυσης της τράπεζας, οδηγώντας την μετοχή της Deutsche Bank στις χαμηλότερες τιμές της εδώ και δύο δεκαετίες.

Σημειώνεται ότι από την αρχή του χρόνου η μετοχή της γερμανικής τράπεζας έχει χάσει περίπου το μισό της αξίας της, ενώ μετά το χθεσινό -7,5%, την Τρίτη η καθοδική πορεία συνεχίζεται ενισχύοντας και πάλι το φάντασμα του bail-in στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης. Στις 12.48 ώρα Φρανκφούρτης η μετοχή της τράπεζας έχανε 2.8 μονάδες και βρισκόταν στα 10.24 ευρώ.

Στην πραγματικότητα πρόκειται για «τσακωμό» των μεγάλων καπιταλιστικών «βουβαλιών» στον «βάλτο» της κρίσης τους, όσο και αν οι αστοί ακαδημαϊκοί και αναλυτές επιχειρούν να εμφανίσουν την υπόθεση ως ένα είδος επιχείρησης «κάθαρσης» του κράτους εναντίον των «κακών παιδιών» του τραπεζικού συστήματος που χαλούν τον «αγγελικό» κόσμο της αγοράς.

«Δεν νομίζω ότι υπάρχει αντιγερμανικό κλίμα», υποστηρίζει ο Τζον Κόφε, καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια μιλώντας στο γερμανικό ειδησεογραφικό πρακτορείο. «Η αμερικανική κυβέρνηση δεν χαρίζεται ούτε σε εγχώριους κολοσσούς, όπως έχει φανεί από πολλές ανάλογες περιπτώσεις». Το μεγαλύτερο πρόστιμο για προβληματικούς τίτλους ενυπόθηκων δανείων, ύψους 17 δις δολαρίων, έχει καταβάλει η Bank of America. Στη Γερμανία επικρατεί η αντίληψη ότι η Deutsche Bank είναι έρμαιο εθνικών συμφερόντων. Κι αυτό γιατί η σκληρή στάση της αμερικανικής δικαιοσύνης εκδηλώθηκε αφότου η ΕΕ αποφάσισε να πληρώσει η Apple στην Ιρλανδία 13, δις δολάρια. «Υπάρχουν πολλοί στις αγορές που θεωρούν ότι πρόκειται για πράξη εκδίκησης για την Apple», λέει ο Ίνγκο Φρομ, αναλυτής από την Τράπεζα του κρατιδίου της Βάδης Βυρτεμβέργης στους Financial Times.

O καθηγητής Τζον Κόφε επιμένει ότι η υπόθεση έχει και μια πολιτική πτυχή, αλλά δεν αφορά σε διακρατικές σχέσεις. «Το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης πρέπει να δείξει πυγμή απέναντι στον χρηματιστηριακό κλάδο την προεκλογική περίοδο», υπογραμμίζει. «Διότι με την επιτυχία του Μπέρνι Σάντερς, επικριτή των τραπεζών, η δικαιοσύνη βρίσκεται υπό την πίεση να δράσει επιδεικνύοντας σκληρή στάση. Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον προκαλεί απορία το ότι η Deutsche Bank υιοθετεί επιθετικούς τόνους ρισκάροντας μια αντιπαράθεση με την αμερικανική δικαιοσύνη. Σε δελτίο τύπου ανακοίνωσε ότι δεν πρόκειται να καταβάλει το υπέρογκο τίμημα των 14 δις δολαρίων. Η στάση της τράπεζας ξένισε πολλούς εμπειρογνώμονες. «Όταν βρίσκεται κανείς σε τέτοια κατάσταση δεν επιζητεί δημοσιότητα ούτε διαπληκτίζεται με υπηρεσίες», λέει ο Τζιμ Κράμερ, χρηματιστηριακός σχολιαστής. «Είναι καλύτερη η σιωπή, αυτό θα έπρεπε να το ξέρει η Deutsche Bank», τονίζει ο Κράμερ.

Ο καθηγητής στο Κολούμπια Τζον Κόφε συνιστά από τη μεριά του στην Τράπεζα να αφήσει το χρόνο να περάσει και μετά να συνεχίσει τις συζητήσεις για έναν ευνοϊκό διακανονισμό. Το επιβαρυντικό με τη Deutsche Bank είναι ότι έχει βαρύ φάκελο ποινών και κακό όνομα. Το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα θεωρείται στις ΗΠΑ ως προβληματική περίπτωση, δεδομένου ότι κάθε σκάνδαλο του κλάδου στο παρελθόν ήταν αναμεμειγμένο, ενώ παράλληλα έχει δείξει μέχρι στιγμής ελλιπή διάθεση για συνεργασία.

Τα προβλήματα όμως της τράπεζας είχαν ξεκινήσει πολύ νωρίτερα. Τον περασμένο Αύγουστο η DW σημείωνε ότι η Deutsche Bank ήταν «θεσμός επιφανής, σχεδόν ιερός». «Εωσότου συνέβη αυτό που η ZEIT Online είχε χαρακτηρίσει κάποτε «τραπεζική ληστεία εκ των έσω». Μία «ληστεία» που άρχισε το 1989, όταν το διοικητικό συμβούλιο της Deutsche Bank, υπό τον τότε επικεφαλής Άλφρεντ Χέρχαουζεν, εξαγόρασε τη βρετανική επενδυτική τράπεζα Morgan Greenfell. Ακολούθησε η αγορά της αμερικανικής Bankers Trust το 1999. Μέσα σε δέκα χρόνια η Deutsche Bank είχε αναδειχθεί μεγαλύτερη τράπεζα παγκοσμίως».

«Όμως, συνεχίζει το δημοσίευμα, «η ταυτότητά της είχε αλλάξει: από υγιές πιστωτικό ίδρυμα που εξασφάλιζε κέρδη με την παροχή ρευστότητας στην ιδιωτική οικονομία, η Deutsche Bank μετατράπηκε σε ναό του τζόγου. Οι «ειδήμονες» της επενδυτικής τραπεζικής απέκτησαν τον έλεγχο, αλλά, σε αντίθεση με τους τραπεζίτες παλαιάς κοπής, αποποιήθηκαν την ευθύνη για τις συναλλαγές τους. Την ίδια στιγμή όμως συσσώρευαν όλο και υψηλότερο ρίσκο, εισπράττοντας παράλληλα όλο και μεγαλύτερα μπόνους. Εκτιμάται ότι μέσα σε 15 χρόνια τα «τυχερά» τους έφτασαν τα 40 με 50 δισεκατομμύρια ευρώ. Αλλά στο τέλος της ημέρας η επενδυτική τραπεζική υψηλού κινδύνου δεν απέφερε κέρδη. Αντιθέτως, στην κατάταξη των μεγαλύτερων τραπεζών παγκοσμίως η Deutsche Bank κατρακύλησε στην 40ή θέση, μέσα σε έναν χρόνο η μετοχή της έπεσε στα 33 ευρώ καταγράφοντας απώλειες 66%, ενώ σημαντικά μερίδιά της σε βιομηχανικές επιχειρήσεις βγήκαν στο «σφυρί». Εξ΄ου και ο όρος «ληστεία εκ των έσω».».

Αν προσπεράσει κανείς στα παραπάνω την επίσης προφανή προσπάθεια να κατασκευαστεί ένας ανύπαρκτος στην πραγματικότητα διαχωρισμός μεταξύ «υγιών» και «τζογαδόρικων» τραπεζών – ιδεολόγημα που στην ρητορική των πιο αριστερών τμημάτων της σοσιαλδημοκρατίας εμφανίζεται και με τον όρο «καζινοκαπιταλισμός» – παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η περιγραφή του περάσματος του τραπεζικού συστήματος στην φάση της απόλυτης αποχαλίνωσης την 10ετία του ‘90. Εποχή της καπιταλιστικής παλινόθωσης στην πρώην ΕΣΣΔ και της Συνθήκης του Μάαστριχτ στην Δύση, η οποία δομούσε την Ευρωπαϊκή Ενωση όπως την γνωρίζουμε σήμερα.

«Σαν να μη φτάνουν όλα αυτά», συνεχίζει η DW, «η Deutsche Bank βρίσκεται αντιμέτωπη με 7.000 δικαστικές προσφυγές παγκοσμίως, κατηγορούμενη για ξέπλυμα χρήματος, χειραγώγηση επιτοκίων ή φοροδιαφυγή. Πέρσι τα αυξημένα δικαστικά έξοδα προκάλεσαν ζημίες 6,8 δισεκατομμυρίων στην τράπεζα, ενώ φέτος έχουν ήδη δεσμευθει 5,4 δισεκατομμύρια για τον ίδιο σκοπό. Την άνοιξη του 2016 το κύρος της έφτασε στο ναδίρ, όταν ο επικεφαλής της τράπεζας Τζον Κράιαν διαβεβαίωνε ότι η Deutsche Bank είναι σε θέση να πληρώσει τα επιτόκια για ιδιαίτερα επισφαλή δάνεια. Όποιος αισθάνεται υποχρεωμένος να προβεί σε μία τέτοια δημόσια δήλωση, συνήθως βρίσκεται μπροστά σε μία ομολογία αποτυχίας. Όλα αυτά έχουν συνέπειες: συνταξιοδοτικά ταμεία και επενδυτές με μακροχρόνιο ορίζοντα αρχίζουν να αφαιρούν μετοχές της Deutsche Bank από το χαρτοφυλάκιό τους, ενώ η Moody´s υποβαθμίζει την πιστοληπτική ικανότητα της τράπεζας, κάτι που αυξάνει εκ νέου το κόστος για τη χρηματοδότησή της.

«Ωστόσο και άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες δεν φαίνεται να βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα. Καθώς γνωστοποιούνται τα αποτελέσματα των τελευταίων ευρωπαϊκών stress test, η ιταλική UniCredit με τη γερμανική θυγατρική της Hypo-Vereinsbank καταγράφουν απώλειες 7,2%, οι δύο μεγάλες ισπανικές τράπεζες Santander και BBVA χάνουν 5,3% και 4,8% αντιστοίχως, ενώ ο ολλανδικός όμιλος ING, στον οποίο ανήκει και η γερμανική ING Diba, έχει απώλειες 4,6%. Επιπλέον, τα ευρωπαϊκά stress test υποδεικνύουν ότι πολλές τράπεζες- μεταξύ αυτών οι γερμανικές Deutsche Bank και Commerzbank- διαθέτουν σχετικά χαμηλή κεφαλαιακή επάρκεια. Και σαν να μη φτάνει αυτό, όλα τα τραπεζικά ιδρύματα υποφέρουν από τη σημερινή πολιτική χαμηλών επιτοκίων, η οποία μάλλον θα συνεχιστεί με το Brexit προ των θυρών. Η αποδυνάμωση των ευρωπαϊκών τραπεζών αποτυπώνεται με χαρακτηριστικό τρόπο στο βαρόμετρο των χρηματαγορών: οι μετοχές της Deutsche Bank και της Credit Suisse αφαιρούνται από τον δείκτη Stoxx Europe 50, ο οποίος περιλαμβάνει τις 50 ευρωπαϊκές μετοχές με την καλύτερη απόδοση. Μπορεί ο δείκτης να μην έχει την ίδια βαρύτητα με τον Euro Stoxx 50, που καταγράφει μόνο τις 50 ισχυρότερες μετοχές στην ευρωζώνη, αλλά σε κάθε περίπτωση η εκπαραθύρωση δύο ισχυρών πιστωτικών ιδρυμάτων αποτελεί πλήγμα για το κύρος τους».

Βέβαια, τους εργαζόμενους και τους άνεργους μακράν δεν (πρέπει να) ενδιαφέρει το κύρος των τραπεζών, οι οποίες «επιστρέφουν» από εκεί που έλεγε ο Μάρξ ότι ξεκίνησαν: Ιδιώτες σπεκουλάντηδες. Εχουν πολύ σοβαρότερα ζητήματα να λύσουν, αφού, ως γνωστόν και όπως αποδεικνύει και η περίπτωση της Commerzbank, θα κληθούν και πάλι να πληρώσουν μια κρίση που δεν δημιούργησαν…

 http://www.toperiodiko.gr

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

Σαν σημερα | 4 Οκτωβριου έφυγε η Janis Joplin

1970: Η Αμερικανίδα τραγουδίστρια και τραγουδοποιός Janis Joplin (Janis Lyn Joplin 1943-1970) βρίσκεται νεκρή σε ηλικία 27 ετών από υπερβολική δόση ηρωίνης στο ξενοδοχείο Landmark στο Χόλιγουντ της Καλιφόρνια. Αφού δεν φάνηκε στο Sunset Sound Studio που επρόκειτο να ηχογραφήσει για το νέο της άλμπουμ, ο παραγωγός της Paul A. Rothchild αποφασίζει να την επισκεφτεί στο ξενοδοχείο όπου και την βρίσκει νεκρή στο πάτωμα του δωματίου.

Πήρε την απόφαση να γίνει τραγουδίστρια ακούγοντας blues άλμπουμ των Lead Belly, Bessie Smith, Odetta και Big Mama Thornton. Το 1966 ενσωματώθηκε στην ψυχεδελική ροκ μπάντα Big Brother and the Holding Company.

Η πρώτη τους ζωντανή εμφάνιση ήταν στο Avalon Ballroom του Σαν Φρανσίσκο της Καλιφόρνια. Μετά την αποχώρηση της από το συγκρότημα το 1968 ακολούθησε σόλο καριέρα δημιουργώντας τους Kozmic Blues Band.

 Το πρώτο της σόλο στούντιο άλμπουμ κυκλοφόρησε το Σεπτέμβρη του 1969 με τίτλο “I Got Dem Ol’ Kozmic Blues Again Mama!”. Το 1995 το όνομα της γράφτηκε στο Rock and Roll Hall of Fame και το 2005 της απονεμήθηκε το βραβείο Grammy “Lifetime Achievement” για την προφορά της στην μουσική. Δημοφιλή τραγούδια με την φωνή της: “Piece of My Heart”, “Bye, Bye Baby”, “Cry Baby”, “Summertime”, “Try (Just a Little Bit Harder)”, “Me and Bobby McGee” κ.α.




Η Αριστερά ως στυλοβάτης της παγκοσμιοποίησης

Του Γιώργου Καραμπελιά 


Εδώ και πολλά χρόνια υποστηρίζω πως η ιστορική αριστερά, τόσο στη Δύση όσο και στην Ελλάδα, έχει αποτύχει να προτάξει μια εναλλακτική λύση στον καπιταλισμό και αντίθετα έχει μεταβληθεί σε μια δύναμη που επιταχύνει την καπιταλιστική ολοκλήρωση. Η Αριστερά, προωθώντας την αποϊεροποίηση του κόσμου και της φύσης, την άρνηση της πατρίδας και του ριζώματος, την ισοπέδωση των φύλων και την παγκοσμιοποίηση την οποία βάφτισε διεθνισμό, αποδείχθηκε ο ισχυρότερος σύμμαχος του καπιταλισμού την εποχή της παγκοσμιοποίησης, παράλληλα με τη νεοφιλελεύθερη Δεξιά.

Η Αριστερά προετοίμαζε ιδεολογικά –στην εκπαίδευση, στην κοινωνία, στο πεδίο των αξιών– αυτό που η νεοφιλελεύθερη Δεξιά ολοκλήρωνε στο πεδίο της οικονομίας. Γι’ αυτό και οι διαμαρτυρίες και οι κινητοποιήσεις της Aριστεράς, στο επίπεδο της κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής, ενάντια στον οικονομικό νεοφιλελευθερισμό, είναι ατελέσφορες και ψευδεπίγραφες.  Αντίθετα, είναι οι ίδιοι που έχουν προετοιμάσει την κοινωνία για την αποδοχή του οικονομικού φιλελευθερισμού, έχοντας αποσυνθέσει ιδεολογικά τα λαϊκά στρώματα και τις εθνικές ταυτότητες. Ο οικονομικός φιλελευθερισμός προϋποθέτει τον πολιτισμικό, δηλαδή η δεξιά χρειάζεται την αριστερά, για να μπορεί να κυβερνήσει και να εφαρμόσει τη στρατηγική της νέας τάξης πραγμάτων.

Για την κατεδάφιση της οικονομικής και δασμολογικής προστασίας των εθνών-κρατών, π.χ., και την ανάπτυξη της παγκόσμιας αγοράς, έπρεπε να προηγηθεί, ή τουλάχιστον να βαδίζουν παράλληλα, η ιδεολογική απονομιμοποίηση του πατριωτισμού και των «εθνικών συνόρων», την οποία προωθεί φρενιτιωδώς η αριστερά. Για να τείνει να μεταβληθεί ο στρατός σε επαγγελματικό, αποκομμένο από το ελληνικό έθνος, παρά την αυξανόμενη στρατιωτική παρουσία ενός διαχρονικά επιθετικού γείτονα, θα έπρεπε να έχει προετοιμαστεί το έδαφος από την δήθεν αντιμιλιταριστική αριστερά. Για να διαλυθεί  η εθνική ταυτότητα και να μπορεί η Ελλάδα να ενταχθεί απρόσκοπτα στους υπερεθνικούς οργανισμούς της Δύσης ως ημιαποικία, θα έπρεπε η «πρωτοπόρα» αριστερά να έχει αποσυνθέσει τους ίδιους τους πυλώνες της εθνικής ιδιοπροσωπίας, τη διαχρονία του ελληνισμού, τη σχέση του με την ορθοδοξία, τη συνέχεια της γλώσσας. Για να καταρρεύσει η δημογραφία της χώρας, θα έπρεπε να καλλιεργηθεί το μοντέλο μιας ακραίας ατομικής ανεξαρτησίας και των «δικαιωμάτων», να επιταθεί ο εθνομηδενισμός και η ολοκληρωτική συκοφάντηση των οικογενειακών δεσμών. (Ακόμα και σήμερα οι «πρωτοπόροι» Έλληνες σκηνοθέτες, τύπου Λάνθιμου και κομπανίας, έχουν σαν προνομιακό τους στόχο την οικογένεια –τον μόνο θεσμό που, παρά τα αρνητικά της, κράτησε τους Έλληνες ζωντανούς στην κρίση– και όχι αντίστροφα τη διόγκωση ενός ακραίου ατομισμού, που έχει καταστεί κυρίαρχος). Και όλα αυτά διότι, κατά βάθος, η ιδεολογία της αριστεράς δεν στρέφεται εναντίον του καπιταλιστικού φαντασιακού, αλλά αντίθετα ταυτίζεται μαζί του. Η ιδεολογία της σύγχρονης αριστεράς δεν είναι στην πραγματικότητα αντικαπιταλιστική αλλά υπερκαπιταλιστική.

Δηλαδή, επιθυμεί κατά βάθος τη διάλυση όλων των μη-καπιταλιστικών εμποδίων στην επέκταση του κεφαλαίου, την εποχή της παγκοσμιοποίησης, δηλαδή της οικογένειας, του έθνους, της ιστορικής μνήμης, των συλλογικών ταυτοτήτων. Γι’ αυτό εξάλλου αυτή η αριστερά θα εγκαταλείψει, σταδιακώς, τα συλλογικά δικαιώματα και θα μετακινηθεί  από το πεδίο των συλλογικών ταυτοτήτων σε εκείνο του ακραίου ατομικιστικού δικαιωματισμού. Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που –όπως τον περιγράφει με… λυρικούς τόνους ο Μαρξ στο Κομουνιστικό Μανιφέστο– αποσυνθέτει κάθε προηγούμενη ταυτότητα και την ίδια την ιστορία, έτσι ώστε να μπορεί να αναπτύσσεται απρόσκοπτα. Η σύγχρονη Αριστερά εκφράζει, περισσότερο και από τη Δεξιά, αυτό το καπιταλιστικό φαντασιακό, όσο και αν εμφανίζεται αντίθετη στις εκμεταλλευτικές εκφάνσεις του συστήματος. Γι’ αυτό και, στην Ελλάδα, στην εξουσία βρέθηκαν οι μικρότερες ομάδες αυτής της Αριστεράς, οι Πράσινοι(!), η ΑΚΟΑ (η περιβόητη ομάδα Μπανιά στην οποία ανήκαν ο Βούτσης, ο Φλαμπουράρης, ο Σκουρλέτης, ο Φίλης, η Φωτίου, ο Λάμπρου και τόσοι άλλοι), αυτό το κράμα Κολωνακίου και Εξαρχείων, το οποίο, παρότι απόλυτα μειοψηφικό πολιτικά, ήταν πανίσχυρο πολιτισμικά σε όλους τους κύκλους της διανόησης, των πανεπιστημίων, των ΜΜΕ.

Έτσι, λοιπόν, η απόπειρα διαφόρων απατημένων γκρουπούσκουλων της Αριστεράς να την νεκραναστήσουν στην «αγνότητά» της, μετά την «προδοσία» του Τσίπρα, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, γιατί, όπως έλεγε και ο κάποτε Σαββόπουλος, «έχει αποτύχει σύμπασα η Αριστερά» και δεν νεκρανασταίνεται. Δεν μπορεί να μετασχηματισθεί αξιακά σε κάτι που να θυμίζει την Αριστερά των αρχών του 20ού αιώνα, διότι έχει μεταβληθεί ο ίδιος ο καπιταλισμός και η ίδια η ιστορική πραγματικότητα.

Η ιστορική Αριστερά, στη Δύση και τη Ρωσία, αποτέλεσε την έκφραση της αντίστασης των λαϊκών στρωμάτων και της εργατικής τάξης στον εθνικισμό και τον ιμπεριαλισμό των μεγάλων αποικιακών δυνάμεων, που χρησιμοποιούσαν τη θρησκεία και την πατριδοκαπηλία ως όπλα για την επιβολή τους στο πλανητικό επίπεδο.

Γι’ αυτό, και εκείνη η Aριστερά είχε σφραγιστεί από την αντιεθνικιστική και αντικληρικαλική προπαγάνδα. Δηλαδή, αντιστοιχούσε στην πρώιμη ανάπτυξη του ιμπεριαλισμού, που κυριάρχησε στον πλανήτη μέχρι τον Β΄ Π.Π. Από τότε και μετά, και ιδιαίτερα μετά τη δεκαετία του 1960, ο καπιταλισμός πέρασε σε μία νέα φάση, βαδίζει σταδιακώς προς την «καπιταλιστική ολοκλήρωση», την παγκοσμιοποίηση και την κυριαρχία των πολυεθνικών. Επομένως, το μεγάλο κεφάλαιο έχει την ανάγκη να διεισδύσει και να μεταβάλει σε κερδοφόρους και τους τομείς που στο παρελθόν διατηρούσαν μη καπιταλιστικά στοιχεία και έρχονταν από το παρελθόν της ανθρώπινης ύπαρξης. Η θρησκεία μεταβάλλεται σταδιακώς σε αναχρονισμό για το σύστημα και οι Εφέστιοι θεοί, οι εικόνες  και τα καντηλάκια, που για χιλιάδες χρόνια έκαιγαν στο κέντρο της οικογενειακής ζωής, αντικαθίστανται από την τηλεόραση, όπως και  οι εκκλησίες στα κέντρα των πόλεων αντικαθίστανται από τους ουρανοξύστες των εμπορικών  κέντρων. Η οικογένεια πρέπει να διαλυθεί γιατί περιορίζει την επέκταση της κατανάλωσης, μια και όσο μεγαλύτερη και ισχυρότερη είναι, τόσο μικρότερη η κατά κεφαλήν κατανάλωση (πέντε άτομα σε μια οικογένεια καταναλώνουν πολύ λιγότερο από πέντε άτομα τα οποία ζουν κατά μόνας). Οι ταξικές συλλογικότητες μεταβάλλονται σε «αναχρονισμό» (κατάρρευση των συνδικάτων), τα δε εθνικά σύνορα και οι εθνικές ταυτότητες αποτελούν το μεγαλύτερο εμπόδιο στην επέκταση των πολυεθνικών. Κατά συνέπεια, το κεφάλαιο σε αυτόν τον νέο μεγάλο μετασχηματισμό (που βρίσκεται στον αντίποδα εκείνου του Πολάνυι) χρειάζεται την ιδεολογία αυτής της νέας Αριστεράς για να μπορέσει να επιβάλει την ηγεμονία του.

Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι η πρώτη μεγάλη επανάσταση αυτής της σύγχρονης Αριστεράς, ο Μάης του 1968. Ξεκίνησε από την συμπαράσταση σε αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες –της Αλγερίας, του Βιετνάμ, της Κούβας– και εξελίχθηκε, στις μητροπόλεις του καπιταλισμού, σε μια μεγάλη πολιτιστική επανάσταση. Μια επανάσταση η οποία, παρότι ξεκίνησε με την κριτική στις καπιταλιστικές αξίες (την αποξένωση κλπ), σε μια πρώτη ριζοσπαστική φάση της (ακόμα και ένοπλη ΡΑΦ, Ερυθρές Ταξιαρχίες, 17 Νοέμβρη), κατά τη δεκαετία του 1990, μετασχηματίστηκε σε μία «επανάσταση» καπιταλιστικού χαρακτήρα. Ο Κον Μπεντίτ και ο Γιόσκα Φίσερ, οι ηγέτες του ’68, έγιναν οι εκφραστές ενός επιτρεπτικού καπιταλισμού χωρίς όρια – απόλαυση χωρίς όρια, ναρκωτικά χωρίς όρια, κατάργηση των εθνικών ορίων και βομβαρδισμός της Γιουγκοσλαβίας, εν τέλει ένας αληθινά παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός.

Δηλαδή, την ίδια στιγμή που ο Ρήγκαν και η Θάτσερ ξεκινούσαν τη νεοφιλελεύθερη επανάστασή τους, η νέα Αριστερά προετοίμαζε ιδεολογικά τον δρόμο για την επικράτηση ενός πλανητικού… θατσερισμού! Διότι, επιτιθέμενοι, ήδη από τη δεκαετία του  1960, στις προκαπιταλιστικές αξίες και θεσμούς που εξακολουθούσαν να επιβιώνουν στον καπιταλιστικό κόσμο, άνοιγαν τον δρόμο ιδεολογικά και αξιακά στην επικράτηση του νεο-φιλελευθερισμού: Κάτω τα έθνη, οι θρησκείες, η οικογένεια, η διαφοροποίηση των φύλων, οι «δεσμεύσεις», ζήτω το ανεξάρτητο, αυτόνομο άτομο, χωρίς θεό και αφέντη (sans Dieu ni Maître). Μια πολιτιστική επανάσταση που έβλεπε τον εαυτό της ως δήθεν αντικαπιταλιστική ήταν, στην πραγματικότητα, υπέρ-καπιταλιστική, δηλαδή άνοιγε τον δρόμο για την εποχή που ο καπιταλισμός δεν θα εκμεταλλεύεται μόνο τους εργαζόμενους αλλά και θα διαμορφώνει τον ίδιο τον ψυχισμό ή, ακόμα-ακόμα, την ίδια τους τη φύση (η εποχή του μετανθρώπου).

Δεδομένων αυτών των εξελίξεων, η ιστορική Αριστερά έχει πλέον εξαντληθεί στις ίδιες τις προϋποθέσεις της . Μαζί με τη Δεξιά, πασχίζει να εξαλείψει το ίδιο το ιστορικό παρελθόν και κάθε παράδοση που μας συνδέει με αυτό. (Στην γαλλική πρωτότυπη εκδοχή της, η «Διεθνής» διεκδικεί την πλήρη ισοπέδωση του παρελθόντος – Du passé faisons table rase­– φράση που, καθόλου τυχαία, δεν υπάρχει στην ελληνική απόδοσή της από τον Βάρναλη). Εξάλλου, εκκινούν από μια κοινή ιδεολογική ρίζα, εκείνη του Διαφωτισμού, και προφανώς, στην Ελλάδα, είναι αυτή η εθνομηδενιστική Αριστερά που προσπαθεί να απορρίψει τη συνέχεια του ελληνικού έθνους. Καθόλου τυχαία ο Λιάκος, η Αναγνωστοπούλου, ο Φίλης, ο Γαβρόγλου και όλη η κομπανία βρίσκονται στην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας.

Κατά συνέπεια, ο ιστορικός ρόλος της Αριστεράς ως αντίπαλου πόλου της Δεξιάς έχει πλέον εξαντληθεί. Και αυτό συνέβη ακριβώς διότι η μαϊμού δοκίμασε να ανέβει στον δέντρο της εξουσίας και αποκαλύφθηκαν τα οπίσθιά της! Η Αριστερά μπορούσε να υπάρχει ως σοβαρή πολιτική δύναμη όσο βρισκόταν εκτός άμεσης πολιτικής εξουσίας. Διότι, τότε, μπορούσε να διατηρεί την πολιτισμική και ιδεολογική εξουσία, σε σύγκρουση δήθεν με την κυβερνώσα ελίτ. Σε όλες τις χώρες όπου κατέκτησε την εξουσία, δηλαδή στη Ρωσία και την Ανατολική Ευρώπη, κυριολεκτικά εξαφανίστηκε μετά από εβδομήντα ή σαράντα χρόνια εξουσίας. Το ίδιο, τηρουμένων των αναλογιών, συνέβη και στη Δύση με την καθολική κρίση της κυβερνώσας σοσιαλ-δημοκρατίας.

Στην Ελλάδα υπήρχε ένας «καταμερισμός εργασίας» που επέτρεψε στο σύστημα να λειτουργεί για πολλά χρόνια. Το ΠΑΣΟΚ στην πολιτική εξουσία, η παραδοσιακή αριστερά στην ιδεολογική.  Όταν, όμως, εξαιτίας της κρίσης, ανέλαβε τα  ίδια τα ηνία της πολιτικής εξουσίας, σε μια χώρα με ημιαποικιακό χαρακτήρα, και είναι υποχρεωμένη να διαχειρίζεται ταυτόχρονα την πολιτισμική ηγεμονία, την οικονομία και την πολιτική, τότε οι αντιφάσεις της εκρήγνυνται και αποκαλύπτεται βίαια και σαρωτικά η πραγματική της φύση. (Και αν σε κάτι έπεσα έξω ήταν πως δεν φανταζόμουν πως θα αναλάμβαναν, έστω και παροδικά, να υλοποιήσουν ταυτόχρονα και τις δύο λειτουργίες, τόσο την ιδεολογική και αξιακή αποδόμηση της ελληνικής κοινωνίας και του ελληνικού λαού όσο και την οικονομική ολοκλήρωση της μεταβολής της χώρας σε αποικία χρέους. Το ίδιο είχα πάθει παλιότερα με τον ΓΑΠ. Τα παθήματα, μαθήματα. Και οι βλάκες και οι ανίκανοι και οι απαίδευτοι μπορούν να ανέλθουν στην εξουσία όταν ένας λαός βρίσκεται σε παρακμή.)

Το δυστύχημα για την ελληνική Αριστερά, στο σύνολό της, είναι πως, όλα τα προηγούμενα χρόνια, αρνήθηκε, εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις –από τον Άρη Αλεξάνδρου μέχρι τον Χρόνη Μίσσιο και το Άρδην–, να προβεί σε οποιαδήποτε σε βάθος κριτική της ιστορικής της εμπειρίας· έτσι, όταν ήλθε η κατάρρευση, τουλάχιστον από τον Ιούλιο του 2015 και μετά, βρέθηκε παντελώς ανέτοιμη να θέσει τις βάσεις ενός οποιουδήποτε μετασχηματισμού της. Είναι δε τόσο βαθιά απαίδευτη και αγκιστρωμένη στα μαρξιστικά ή αναρχικά σχήματα του παρελθόντος ώστε, μπροστά στην αναπόφευκτη κατάρρευση της κυβερνώσας Αριστεράς που με γοργά βήματα έρχεται, θα συμπαρασυρθεί μαζί της ακόμα και η διαφωνούσα πτέρυγά της διότι δεν διαθέτει κάποιο άλλο ιδεολογικό οπλοστάσιο ή όραμα.

Πηγή: presspublica.gr

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

Σαν σήμερα ξεκινάει η δίκη για την δολοφονία του Γ. Λαμπράκη. - Μια μνημειώδεις αγόρευση του εισαγγελέα Παύλου Δελαπόρτα. - Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ

Σαν σήμερα στις 03/10/1966 ξεκινάει  στο Κακουργιοδικείο Θεσσαλονίκης η δίκη για τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Για την δολοφονία του αγωνιστή βουλευτή της ΕΔΑ από κρατικούς και παρακτατικούς μηχανισμούς γράφουμε αναλυτικά εδώ απ’ όπου και αντιγράφουμε:
  Το πιθανότερο είναι ότι οι δράστες της επίθεσης θα είχαν διαφύγει ανενόχλητοι, αν ένας παριστάμενος Θεσσαλονικιός, ο πλασιέ Μανόλης Χατζηαποστόλου (με το παρατσούκλι «Τίγρης») δεν είχε πηδήσει αστραπιαία στην καρότσα του τρίκυκλου. Για ένα περίπου χιλιόμετρο το τρίκυκλο έτρεχε στους δρόμους της Θεσσαλονίκης χωρίς κανένα αστυνομικό ή άλλο όχημα να το καταδιώκει. Ο Χατζηαποστόλου εξουδετέρωσε μετά από σκληρή πάλη το μοναδικό επιβάτη της καρότσας, Μανόλη Εμμανουηλίδη (ήταν αυτός που είχε καταφέρει το θανατηφόρο χτύπημα στο Λαμπράκη) και κατόπιν υποχρέωσε τον οδηγό Σπύρο Γκοτζαμάνη να σταματήσει. Ακολούθησε νέα πάλη αυτή τη φορά ανάμεσα στον Χατζηαποστόλου και τον Γκοτζαμάνη, έως ότου εμφανίστηκε ένας απλός αστυνομικός, ο οποίος μη γνωρίζοντας όσα είχαν προηγηθεί, συνέλαβε τον Γκοτζαμάνη κατόπιν υποδείξεων των περαστικών. Ο Λαμπράκης μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ σε κωματώδη κατάσταση από την οποία δεν εξήλθε ποτέ. Πέθανε τέσσερις μέρες αργότερα.

Η απόφαση τελικά για τους κατηγορουμένους στο στυγνό αυτό έγκλημα –που αρχικά είχε θεωρηθεί από την αστυνομία τροχαίο ατύχημα- εκδόθηκε στις 30/12/1966 με τους Γκοτζαμάνη και Εμμανουηλίδη να καταδικάζονται σε 11 και 8,5 χρόνια φυλάκιση αντίστοιχα, ενώ κάποιοι συνεργοί τους σε ολιγόμηνες ποινές φυλάκισης. Ολοι τους όμως με την πάροδο κάποιων μηνών και την επιβολή στην χώρα μας της Απριλιανής δικτατορίας του 1967 αποφυλακίστηκαν.

Το κράτος που είχε δολοφονήσει τον Λαμπράκη, το κράτος που είχε στηθεί πάνω στις βόμβες ναπάλμ, που έχτιζε «Νέους Παρθενώνες» στη Μακρόνησο, που στις εκλογές του ψήφιζαν και τα «δέντρα», τέσσερα χρόνια αργότερα, ανήμερα της πρώτης πορείας Ειρήνης, θα παραχωρούσε την διαχείριση των υποθέσεων των προυχόντων του στους Παττακούς, στους Παπαδόπουλους και στους Μάλλιους... 

Με την ευκαιρία αυτή θα θέλαμε να παραθέσουμε τον ορισμό του παρακράτους όπως τον έδωσε ο αείμνηστος εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας, κατά την αγόρευσή του στη δίκη των δολοφόνων του Λαμπράκη, το Δεκέμβρη του 1966. Ο λόγος είναι γιατί ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά έχουν και σήμερα οι παρακρατικοί μηχανισμοί με την διαφορά ότι πρόσθεσαν και άλλους στόχους. Εκτός του ότι στοχοποιούν αγωνιστές στρέφονται κατά μεταναστών και σε αυτοδιαχειριζόμενα νεολαιίστικα στέκια:

«Οι μηχανισμοί που δολοφόνησαν τον Λαμπράκη, αποτελούνται από κατάλοιπα υποπροϊόντων του Χίτλερ, από γιγαντοκύτταρα δοσιλογικής λευχαιμίας... από κακοποιούς διαφόρων βαθμών και ειδών, από ιδεολογικούς σκηνίτες και από άλλους φτωχούς διαβόλους...

Από τέτοια κοινωνικά βυθοκορήματα αναμενόταν βοήθεια και σ’ αυτά θα ανατιθόταν σε ώρα κρίσης, η ενίσχυση των Σωμάτων Ασφαλείας και η μεγάλη και άγια υπόθεση «της υπερασπίσεως της Πατρίδος και του Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού παντού, πάντοτε και δι’ όλων των μέσων», κατά τους σκοπούς της οργάνωσης του Γιοσμά που αναγράφονται πίσω από την ταυτότητα του Γκοτζαμάνη...

Σήμερα, εδώ, ένα σύμφυρμα κλεφτών, βιαστών, δοσίλογων και κάθε είδους κακοποιών, εμφανίζεται (προς εθνοκαπηλεία και ανομολόγητους ιδιοτελείς σκοπούς) ως προστάτης κοινωνικών καθεστώτων, ως φύλακας ιερών και οσίων και ως Κέρβερος του νόμου και της τάξης. Τι άλλο έπρεπε να περιμένει κανείς απ’ αυτό πλην του ότι θα εξελισσόταν σε κακοήθη νεοπλασία της κοινωνίας;»

Σαν σήμερα το 1993 "έφυγε" η Κατερίνα Γώγου - Ηχητικό αφιέρωμα

«Την άλλη φορά που θα μας ρίξουνε να μην την κοπανήσουμε. Να ζυγιαστούμε. Μην ξεπουλήσουμε φτηνά το τομάρι μας ρε».

Κατερίνα Γώγου

Σαν σήμερα στις 3 Οκτώβρη του 1993 έδωσε τέλος στην ζωή της με χάπια και αλκοόλ η Κατερίνα Γώγου.

Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα στις 1 Ιούνη του 1940 και έδωσε τέλος στην ζωή της σαν σήμερα το 1993.

Στο σύντομο διάστημα της ζωής της εκδίδει τις ποιητικές συλλογές "Tρία κλίκ αριστερά "1978, "Ιδιώνυμο"1980, "Το Ξύλινο Πάλτο"1982, "Απόντες" 1986, "Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών" 1988, "Νόστος"1990.

Η οργή, το πάθος και παράλληλα η απέραντη ευαισθησία που εκπέμπει η φωνή της τα λένε όλα για την προσωπικότητα της.

Έζησε τα τελευταία χρόνια της μέσα στην απομόνωση και στα ναρκωτικά. Γιατί κάποια ανοιχτά μυαλά δε βολεύονται με τις πλάνες των απλών ανθρώπων, χρειάζονται πιο δραστικές ουσίες για να νανουριστούν.

Η Κατερίνα βάδισε στα χνάρια του Άσιμου, ακολούθησε κι ο Παυλάκης.

Η Γώγου όπως κι ο Σιδηρόπουλος δεν ήταν "μπροστά" από την εποχή τους όπως λέγεται πολλές φορές για να τους ξορκίσουν...

Ήταν η συνείδηση της εποχής τους στην πιο καθαρή κι ανθρώπινη μορφή της ίσως.Λιγότερο πολιτικοποιημένοι από τον Άσιμο αλλά και πιο "μοντέρνοι" από τους άλλους ιδανικούς αυτόχειρες ποιητές όπως ο Λαπαθιώτης, ο Καρυωτάκης, η Πολυδούρη επέλεξαν μια αργή αυτοκτονία παιδί της εποχής τους, μιας εποχής που οι κρατούντες ακόμα και στην αυτοκτονία έχουν πετύχει έναν καταναλωτικό δημοκρατικό πλουραλισμό.

Όχι θηλιές που κρέμονται από τα ταβάνια, πτώματα που τα ξερνάει η θάλασσα...
Μια αυτοκτονία, σήμερα, μπορεί να μοιάζει με ένα βεγγαλικό που σκάει μέσα στο σκοτάδι ή με ένα άστρο που σβήνει σιγά σιγά", ...


Αννα

Στο ηχητικό που παραθέτουμε είναι το αφιέρωμα που παρουσιάστηκε στον διαδικτυακό μας σταθμό αφιερωμένο στην προσωπική διαδρομή και το καλλιτεχνικό έργο της Κατερίνας Γώγου. Το επιμελήθηκε και το παρουσιάζει ο σύντροφος Φώτης Γ. 

Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ

Η Ελληνική Κρίση και η πλήρως πια απολυταρχική Ε.Ε. – Πέτρος Παπακωνσταντίνου

Πολύ διεισδυτική ανάλυση του Πέτρου Παπακωνσταντίνου στη συζήτηση «Κρίση, Ιμπεριαλισμός & Ευρώπη – Φρούριο»,   για την Ελληνική κρίση, την κατάσταση στην πλήρως πια απολυταρχική Ε.Ε., το κλίμα στους λαούς της Ευρώπης απέναντι στην Ε.Ε.  και τέλος τις πιθανές εξελίξεις στο μέλλον στη χώρα μας και στην Ευρώπη. Από το Rproject youtube κανάλι

 everythingispolitics.wordpress.com

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2016

Πανικός στη Γερμανία

Τα υπερβολικά πλεονάσματα της χώρας εις βάρος όλων των άλλων, έχουν προκαλέσει την οργή των Η.Π.Α. – οι οποίες την έχουν τοποθετήσει στο στόχαστρο, βάλλοντας κατά του πλέον αδύναμου σημείου της: της Deutsche Bank και του υπολοίπου χρηματοπιστωτικού της συστήματος.

.

«Φαίνεται πως θα επαναληφθεί ακόμη μία φορά αυτό που ανέκαθεν ισχύει για τη Γερμανία – το ότι κερδίζει όλες τις μάχες, αλλά χάνει τον πόλεμο«.

Ανάλυση

Είναι κάτι περισσότερο από προφανές το ότι, η Deutsche Bank δέχεται μία μαζική επίθεση εκ μέρους των διεθνών κερδοσκόπων, με οργανωτή τον G. Soros (ανάλυση) και με αιτιολογία τα δεκάδες προβλήματα της – γεγονός που τεκμηριώνεται από τη συντονισμένη έξοδο δέκα περίπου κερδοσκοπικών κεφαλαίων από τη συνεργασία μαζί της, η οποία δημοσιοποιήθηκε για να τρομοκρατήσει όλους τους πελάτες της τράπεζας, έτσι ώστε να λειτουργήσουν υπό το καθεστώς του πανικού.

Ως αποτέλεσμα αυτής της επίθεσης, τα ασφάλιστρα κινδύνου της τράπεζας αυξήθηκαν σημαντικά (πηγή), ενώ η μετοχή της κατέρρευσε κάποια στιγμή κάτω από τα 10 € – αφού είχε προηγηθεί η πτώση της στις Η.Π.Α. κατά 7%, μετά την είδηση που δημοσιοποίησε η Bloomberg, καθώς επίσης άλλα αμερικανικά ΜΜΕ.

Υπήρξε όμως μία ακόμη εξέλιξη, η οποία προβλημάτισε τους επενδυτές: η χθεσινή αύξηση της ζήτησης στην Ευρώπη για δολάρια εκ μέρους των τραπεζών, σε ποσοστό που υπερέβη μέσα σε ελάχιστο χρόνο το 2.000%. Το γεγονός αυτό έδωσε την εντύπωση ότι, οι τράπεζες άρχισαν να μειώνουν το «ρίσκο αντισυμβαλλομένου» τους (Counterparty risk) με τη γερμανική τράπεζα στον τομέα των παραγώγων – κάτι εξαιρετικά επικίνδυνο για το μέλλον της.

Για εκείνο βέβαια το χρονικό διάστημα που η Deutsche Bank διατηρεί τις καταθέσεις των πελατών της άθικτες, οι οποίες ανέρχονταν στα 565 δις € στις 30 Ιουνίου (γράφημα), ενώ οι ρεζέρβες στη ρευστότητα της είναι υψηλές (215 δις €), δεν πρόκειται να χρεοκοπήσει – κάτι που όμως μπορεί να αλλάξει ξαφνικά, αφού το σημαντικότερο κεφάλαιο μίας τράπεζας είναι η εμπιστοσύνη των πελατών της που εν προκειμένω πλήττεται σε μεγάλο βαθμό, αποτελώντας μέρος του σχεδίου επίθεσης των κερδοσκόπων.

 

 

Επεξήγηση γραφήματος: Ενοποιημένος Ισολογισμός της Deutsche Bank – υποχρεώσεις (παθητικό) και συνολικά ίδια κεφάλαια. Με κόκκινο περίγραμμα οι καταθέσεις των πελατών της διαχρονικά (πατήστε στο γράφημα για μεγέθυνση).

.

Εν τούτοις, όταν η τράπεζα φθάνει στο σημείο να αναρωτιούνται ορισμένα ΜΜΕ της χώρας εάν θα ακολουθήσει η διάσωση της αυτό ή κάποιο άλλο Σαββατοκύριακο, αναπαράγοντας την παλαιότερη  φράση του κ. Σόιμπλε, σύμφωνα με την οποία «Οι καταθέσεις είναι ένα πολύ λεπτό ζήτημα, οπότε πρέπει να ενεργεί κανείς γρήγορα – γεγονός που σημαίνει ότι, επιλέγει το Σαββατοκύριακο», τότε τίποτα δεν είναι πια σίγουρο – πόσο μάλλον όταν η δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Γερμανίας (Commerzbank), η οποία διασώθηκε από το κράτος μετά το ξέσπασμα της κρίσης, ανακοίνωσε μαζικές απολύσεις και μηδενισμό των μερισμάτων για πρώτη φορά στην πρόσφατη ιστορία της.

Εκτός αυτού, ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Γερμανίας είναι σε πολύ άσχημη οικονομική κατάσταση – ενώ οι τράπεζες, οι ασφαλιστικές εταιρείες και οι βιομηχανίες της χώρας είναι επικίνδυνα δικτυωμένες μεταξύ τους. Αρκεί επομένως μία μικρή σπίθα για να ξεσπάσει μία μεγάλη πυρκαγιά, η οποία τότε θα είναι αδύνατον να σβηστεί από την κυβέρνηση – παρά τον πλούτο που διαθέτει.

Η γερμανική διαστροφή

Περαιτέρω, η Γερμανία έχει εξελιχθεί σε έναν από τους μεγαλύτερους δανειστές ξένων χωρών παγκοσμίως – με αποτέλεσμα να είναι επικίνδυνα εκτεθειμένη σε πιστώσεις που δεν είναι εύκολα εισπράξιμες.

Ειδικότερα, σύμφωνα με προβλέψεις του οικονομικού ινστιτούτου του Μονάχου (πηγή), το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών της Γερμανίας θα καταγράψει πλεόνασμα ύψους 310 δις $ το 2016 ή 8,9% επί του ΑΕΠ της – σημειώνοντας πως τα πλεονάσματα αυτά άρχισαν να δημιουργούνται μετά την είσοδο της Γερμανίας στην Ευρωζώνη(γράφημα), όπου άρχισε να απομυζεί μεθοδικά όλους τους εταίρους της, ενώ έπαψε να ανατιμάται το νόμισμα της (όπως προηγουμένως το μάρκο).

 

138

Επεξήγηση γραφήματος: Εξέλιξη του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας ως προς το ΑΕΠ της (δεξιά κάθετος). Από ελλειμματικό έως το 2000, μετατράπηκε σε συνεχώς πλεονασματικό μετά (πατήστε στο γράφημα για μεγέθυνση).

.

Ακούγοντας τώρα κανείς πως η Γερμανία έχει τεράστια πλεονάσματα, θα μπορούσε να υποθέσει ότι, πρόκειται για μία πολύ θετική εξέλιξη – κάτι που όμως δεν ισχύει, επειδή παρουσίασε αντίστοιχες εκροές στο ισοζύγιο κεφαλαίων της (310 δις $). Αυτό σημαίνει με τη σειρά του πως αφενός μεν η εσωτερική ζήτηση είναι πολύ χαμηλή, αφετέρου ότι εκρέουν μαζικά κεφάλαια στο εξωτερικό – αφού τα πλεονάσματα δεν οφείλονται μόνο στην ανταγωνιστικότητα ή στο υποτιμημένο για την ίδια ευρώ αλλά, σε σημαντικό βαθμό, στο ότι οι Γερμανοί αποταμιεύουν υπερβολικά.

Για την καλύτερη κατανόηση του θέματος πρέπει να γνωρίζει κανείς πως στο ισοζύγιο πληρωμών μίας χώρας το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έχει μία αντίθετη, «αντισταθμιστική» θέση: το ισοζύγιο κεφαλαίων. Υπεραπλουστευμένα, το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αντιστοιχεί υποχρεωτικά στο έλλειμμα του ισοζυγίου κεφαλαίων – αφού η πρόσθεση τους δίνει ως αποτέλεσμα το μηδέν. Στα πλαίσια αυτά τα εξής:

(α) Εάν μία οικονομία είναι εντελώς κλειστή, όταν δεν υφίσταται δηλαδή καθόλου το εξωτερικό, τότε υπάρχουν τρεις μόνο «συντελεστές»: τα ιδιωτικά νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις και οι δημόσιοι οργανισμοί. Ο κάθε ένας από τους εν λόγω συντελεστές διαθέτει αφενός μεν εισόδημα, αφετέρου τρέχουσες δαπάνες (κατανάλωση).

Όταν τώρα το εισόδημα του εκάστοτε υπερβαίνει τις δαπάνες, τότε δημιουργούνται αποταμιεύσεις – οι οποίες είναι στη διάθεση όλων των άλλων συντελεστών, για τη διενέργεια επενδύσεων. Συμπερασματικά λοιπόν, σε μία κλειστή οικονομία το σύνολο των αποταμιεύσεων είναι εξ ορισμού ίσο με το σύνολο των επενδύσεων (Α=Ε) – ενώ το ύψος των εγχωρίων επιτοκίων καθιστά βέβαιο το ότι, οι αποταμιεύσεις καλύπτουν τις επενδύσεις (όταν μειώνονται τα επιτόκια αυξάνονται οι επενδύσεις κοκ.).

(β) Εάν μία οικονομία δεν είναι κλειστή αλλά ανοιχτή όπως συνήθως συμβαίνει, εάν δηλαδή προϊόντα, υπηρεσίες και κεφάλαια διακινούνται όχι μόνο εντός αλλά και εκτός της εκάστοτε χώρας, τότε η εξίσωση «Α=Ε» στο εσωτερικό παύει να ισχύει. Ειδικότερα, εάν οι εγχώριες αποταμιεύσεις είναι υψηλότερες από τις εγχώριες επενδύσεις, τότε εκρέουν κεφάλαια στο εξωτερικό – ενώ όταν συμβαίνει το αντίθετο, τότε εισρέουν κεφάλαια από το εξωτερικό.

Αυτό που συμβαίνει λοιπόν στη Γερμανία είναι το πρώτο – αφού οι εγχώριες αποταμιεύσεις είναι κατά 310 δις $ υψηλότερες από τις εγχώριες επενδύσεις, οπότε αυτά τα 310 δις $ οδηγούνται νομοτελειακά στο εξωτερικό. Στο γράφημα που ακολουθεί (πηγή), φαίνεται πόσο υψηλότερες είναι οι αποταμιεύσεις των Γερμανών από τις επενδύσεις, μετά το 2000 – με τη διαφορά τους να αυξάνεται συνεχώς.

139

Επεξήγηση γραφήματος: Η μπλε καμπύλη αποτυπώνει τις αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα της Γερμανίας (νοικοκυριά, επιχειρήσεις) ως ποσοστό επί του ΑΕΠ – ενώ η κόκκινη τις εγχώριες επενδύσεις (πατήστε στο γράφημα για μεγέθυνση).

.

Περαιτέρω, επειδή ο τρίτος συντελεστής, το γερμανικό δημόσιο, δεν επενδύει επίσης αλλά αποταμιεύει, παρά το ότι έχουν από καιρό σχεδόν καταρρεύσει οι υποδομές της χώρας, οδηγούνται όλα τα πλεονάσματα (οι υπερβάλλουσες αποταμιεύσεις) στο εξωτερικό – όπου η Γερμανία αυξάνει συνεχώς τις απαιτήσεις της απέναντι σε πολλές χώρες, από την Τουρκία έως τη Βραζιλία, με κίνδυνο να χάσει κάποια στιγμή ένα μεγάλο μέρος τους.

Συμπερασματικά λοιπόν τα πλεονάσματα της Γερμανίας δεν σημαίνουν ότι ολόκληρος ο πλανήτης θέλει να αγοράσει και αγοράζει τα προϊόντα της – αλλά πως η Γερμανία αποταμιεύει υπερβολικά και επενδύει ελάχιστα.

Με δεδομένο δε το ότι, τα πλεονάσματα του ενός είναι ελλείμματα του άλλου, προκαλεί μεγάλες ανισορροπίες τόσο εντός της Ευρωζώνης, όσο και εκτός – γεγονός που έχει προκαλέσει την οργή τόσο πολλών εταίρων της, όσο κυρίως των Η.Π.Α. οι οποίες την έχουν τοποθετήσει στο στόχαστρο βάλλοντας κατά του αδύναμου σημείου της: της Deutsche Bank και του υπόλοιπου χρηματοπιστωτικού της συστήματος. Λογικά λοιπόν έχει πανικοβληθεί η γερμανική κυβέρνηση – η οποία προφανώς δεν υποτιμάει τα οικονομικά όπλα των Η.Π.Α.

Επίλογος

Ανεξάρτητα από την ενδεχόμενη επίθεση των Η.Π.Α., καθώς επίσης από τις ανισορροπίες που προκαλούνται στο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο σύστημα, δεν είναι προς το συμφέρον του γερμανικού λαού οι εκροές κεφαλαίων ύψους έως και 310 δις $ ετήσια – αφού σημαίνει πως αφενός μεν οι Γερμανοί δεν απολαμβάνουν τα αποτελέσματα της σκληρής εργασίας τους, αφετέρου πως θέτουν σε κίνδυνο τις επίσης σκληρές αποταμιεύσεις τους.

Θα ήταν επομένως θετικό για τα συμφέροντα των Γερμανών να αυξήσουν τόσο την κατανάλωση, όσο και τις επενδύσεις στο εσωτερικό της χώρας τους – πόσο μάλλον όταν το κράτος, τα ομοσπονδιακά κρατίδια, οι πόλεις και οι κοινότητες τους έχουν τεράστιες ανάγκες σε υποδομές, αφού σχολεία, σιδηροδρομικές γραμμές, γέφυρες, δρόμοι, αεροδρόμια κοκ. βρίσκονται συχνά σε άθλια κατάσταση.

Εν τούτοις, η κυβέρνηση τους επιμένει σε έναν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, ενώ ο ιδιωτικός τομέας αποφεύγει την κατανάλωση και τις επενδύσεις – γεγονός που σημαίνει ότι, εφαρμόζει μία ακόμη πιο σκληρή πολιτική λιτότητας στο εσωτερικό της, όπως αυτή που επιβάλλει σε όλες τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, παρά το ότι δεν την έχει καθόλου ανάγκη! Επομένως, εύλογα κατηγορείται από τη διεθνή κοινότητα η κυβέρνηση της ως διεστραμμένη – αφού επιμένει σε μία πολιτική και σε μία συμπεριφορά που πριν από όλα θα καταστρέψει τόσο την Ευρωζώνη, όσο και την ίδια.

Νεοφιλελευθερισμός: Η ιδεολογία – ρίζα του κακού!!!!!!! (ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΤΕΙ)

Του George Monbiot για την εφημερίδα The Guardian

Φανταστείτε αν οι κάτοικοι της Σοβιετικής Ένωσης δεν γνώριζαν τι σημαίνει κομμουνισμός. Ότι η ιδεολογία που κυριεύει τη ζωή μας δεν έχει όνομα. Όταν αναφέρεται σε συζητήσεις κανείς δεν καταλαβαίνει σε τι αναφερόμαστε. Ακόμα κι αν έχουμε ακούσει κάποτε αυτόν τον όρο, είναι σχεδόν αδύνατον να τον ορίσουμε. Ξέρουμε άραγε τι σημαίνει Νεοφιλελευθερισμός;

Η ανωνυμία του είναι το σύμπτωμα αλλά και η πηγή της δύναμης του. Έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε σχεδόν όλες τις κρίσεις: στην οικονομική κατάρρευση του 2007-2008, στην μετατόπιση του πλούτου και της δύναμης (για την οποία τα έγγραφα του Παναμά μας προσφέρουν απλά μια γεύση), στην υπονόμευση της δημόσιας υγείας και της εκπαίδευσης, στην παιδική φτώχεια , στην μοναξιά, στην καταστροφή των οικοσυστημάτων, ακόμη και στην άνοδο του Donald Trump. Ανταποκρινόμαστε σε αυτές τις κρίσεις σαν να επρόκειτο για μεμονωμένα περιστατικά, χωρίς να γνωρίζουμε ότι όλα αυτά χωράνε σε μια φιλοσοφία. Σε μια φιλοσοφία που έχει (ή είχε) όνομα. Υπάρχει μεγαλύτερη δύναμη από την ανωνυμία;

Ο νεοφιλελευθερισμός είναι τόσο διάχυτος που σπανίως αναγνωρίζεται ως ιδεολογία. Φαίνεται να αποδεχόμαστε ότι αυτή η ουτοπική και πολυετής πεποίθηση περιγράφει μια ουδέτερη δύναμη, ένα είδος φυσικού νόμου, σαν τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου. Αυτή η φιλοσοφία, όμως, προέκυψε ως μια συνειδητή προσπάθεια να αλλάξει την ανθρώπινη ύπαρξη και να μετατοπίσει την πηγή της εξουσίας.

Σύμφωνα με τον νεοφιλελευθερισμό, ο ανταγωνισμός είναι το καθοριστικό χαρακτηριστικό των ανθρώπινων σχέσεων. Επαναπροσδιορίζει τους πολίτες ως καταναλωτές των οποίων οι δημοκρατικές επιλογές εκφράζονται από την αγοραπωλησία, μια διαδικασία που ανταμείβει την αξία και τιμωρεί την αναποτελεσματικότητα. Υποστηρίζει ότι «η αγορά» προσφέρει οφέλη που δεν θα μπορούσαν να επιτευχθούν με άλλον τρόπο.

Οι προσπάθειες για τον περιορισμό του ανταγωνισμού θεωρούνται εχθρικές για την ελευθερία. Οι φόροι και οι νομοθεσίες πρέπει να ελαχιστοποιηθούν και οι δημόσιες υπηρεσίες πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν. Η οργάνωση της εργασίας και των συλλογικών διαπραγματεύσεων με τα συνδικάτα απεικονίζονται ως στρεβλώσεις της αγοράς που εμποδίζουν το σχηματισμό μιας φυσικής ιεραρχίας με νικητές και ηττημένους. Πλέον διεκδικούμε την ανισότητα: μια ανταμοιβή για την χρησιμότητα και μια μηχανή παραγωγής πλούτου που ρέει προς τα κάτω. Τυχόν προσπάθειες για τη δημιουργία μιας πιο δίκαιης κοινωνίας θεωρούνται αντιπαραγωγικές και ανήθικες. Η αγορά εξασφαλίζει ότι ο καθένας παίρνει αυτό που του αξίζει.

Εσωτερικεύουμε και αναπαράγουμε τα δόγματα της αγοράς. Οι πλούσιοι είναι βέβαιοι ότι απέκτησαν τον πλούτο τους με την αξία τους, αγνοώντας προνόμια όπως την εκπαίδευση, την κληρονομιά και την τάξη. Οι φτωχοί κατηγορούν τον εαυτό τους για τις αποτυχίες τους, ακόμα και όταν είναι αδύνατον να αντιστρέψουν τη δυσχερή κατάσταση τους.

Ξεχάστε τη διαρθρωτική ανεργία: αν δεν έχετε δουλειά είναι επειδή δεν είστε παραγωγικοί. Ξεχάστε το υψηλό κόστος στέγασης: εάν η πιστωτική σας κάρτα έχει φτάσει στο όριο, είστε ανεύθυνοι και σπάταλοι. Δεν πειράζει που δεν υπάρχουν παιδικές χαρες για τα παιδιά σας: αν παχύνουν φταίτε εσείς.
Σε έναν κόσμο που διέπεται από τον ανταγωνισμό, όσοι υστερούν ορίζονται και αυτοχαρακτηρίζονται ως αποτυχημένοι.

Όπως αναφέρει ο Paul Verhaeghe στο βιβλίο του What About Me? αυτό οδηγεί σε αυτοτραυματισμούς, διατροφικές διαταραχές, κατάθλιψη, μοναξιά, άγχος και φοβίες. Δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι η Βρετανία, στην οποία έχουν εφαρμοστεί οι πιο αυστηρές νεοφιλελεύθερες πρακτικές είναι πρωτεύουσα της μοναξιάς στην Ευρώπη. Πλέον, είμαστε όλοι νεοφιλελεύθεροι.

***

Ο όρος νεοφιλελευθερισμός επινοήθηκε σε μια συνεδρίαση στο Παρίσι το 1938. Μεταξύ των συνέδρων ήταν δύο άνδρες που καθόρισαν την ιδεολογία, ο Ludwig von Mises και ο Friedrich Hayek. Και οι δύο τους εξόριστοι από την Αυστρία, θεωρούσαν τη σοσιαλδημοκρατία (όπως ορίστηκε απο το New Deal του Franklin Roosevelt) ως εκδηλώσεις μιας κολεκτίβας που ανήκουν στο ίδιο φάσμα του ναζισμού και του κομμουνισμού.

Ο Hayek στο βιβλίο του The Road to Serfdom (1944) υποστήριξε ότι ο κρατικός σχεδιασμός θα οδηγήσει αναπόφευκτα στη σύνθλιψη της ατομικότητας και στον ολοκληρωτισμό. Όπως στο βιβλίο Bureaucracy, The Road to Serfdom του Mises, διαβάστηκε πολύ εκείνη την εποχή. Κέρδισε την προσοχή κάποιων πολύ πλούσιων ανθρώπων που είδαν τη φιλοσοφία αυτή ως ευκαιρία για να αποφύγουν τη φορολόγηση. Το 1947, ο Hayek ίδρυσε την πρώτη οργάνωση για τη διάδωση του νεοφιλελευθερισμού, που ονομάστηκε Mont Pelerin Society και υποστηρίχθηκε οικονομικά από εκατομμυριούχους και τους ιδρυτές της.

Με τη βοήθειά τους, δημιουργήθηκε «ένα είδους διεθνούς νεοφιλελευθερισμού» όπως περιγράφει ο Daniel Stedman Jones στο Masters of the Universe – ένα διατλαντικό δίκτυο ακαδημαϊκών, επιχειρηματιών, δημοσιογράφων και ακτιβιστών. Οι πλούσιοι υποστηρικτές τού κινήματος χρηματοδότησαν ομάδες συμβούλων που σκοπό είχαν να βελτιώσουν και να προωθήσουν την ιδεολογία. Μεταξύ αυτών ήταν και το American Enterprise Institute, το Heritage Foundation, το Ινστιτούτο Cato, το Ινστιτούτο Οικονομικών Υποθέσεων, το Κέντρο Πολιτικών Ερευνών και το Ινστιτούτο Adam Smith. Χρηματοδότησαν επίσης ακαδημαϊκές θέσεις και τμήματα, ιδιαίτερα στα πανεπιστήμια του Chicago και της Virginia.

Ο νεοφιλελευθερισμός ενδυναμώθηκε περισσότερο. Η άποψη του Hayek ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να ενθαρρύνουν τον ανταγωνισμό για να αποτραπεί η δημιουργία μονοπωλίων οδήγησε στην πεποίθηση ότι η μονοπωλιακή δύναμη μπορεί να θεωρηθεί δείγμα αποδοτικότητας.

Κατά τη διάρκεια αυτής της μετάβασης συνέβη και κάτι άλλο: Το κίνημα έχασε το όνομά του. Το
1951, ο Friedman πλέον αποκαλούσε τον εαυτό του νεοφιλελεύθερο. Αλλά σύντομα μετά από αυτό, ο όρος άρχισε να εξαφανίζεται. Περιέργως ως ιδεολογία έγινε πιο ευκρινής και το κίνημα πιο συνεκτικό, αλλά το όνομα δεν αντικαταστάθηκε από κάποιο άλλο.

Στην αρχή, παρά τη γενναιόδωρη χρηματοδότησή του, ο νεοφιλελευθερισμός παρέμεινε στο περιθώριο. Οι οικονομικές θεωρίες του John Maynard Keynes είχαν εφαρμοστεί ευρέως στη μεταπολεμική εποχή και οι στόχοι των ΗΠΑ και της Δυτικής Ευρώπης ήταν η πλήρης απασχόληση και η εξάλειψη της φτώχειας. Γι’αυτό το λόγο οι φόροι ήταν υψηλοί και σκόπευαν στην ανάπτυξη νέων δημόσιων υπηρεσιών και διχτύων ασφαλείας.

Αλλά στη δεκαετία του 1970, όταν οι πολιτικές του Keynes άρχισαν να καταρρέουν και οι οικονομικές κρίσεις χτύπησαν και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, οι νεοφιλελεύθερες ιδέες άρχισαν να εισέρχονται. Όπως παρατήρησε ο Friedman, «όταν ήρθε η στιγμή της αλλαγής … υπήρχε ήδη η εναλλακτική». Με τη βοήθεια ευνοϊκών ΜΜΕ και πολιτικών συμβούλων, τα στοιχεία του νεοφιλελευθερισμού, ιδίως οι ρυθμίσεις για τη νέα νομισματική πολιτική, εγκρίθηκαν από τη κυβέρνηση του Jimmy Carter στις ΗΠΑ και την κυβέρνηση του Jim Callaghan στη Βρετανία.

Μετά την ανάληψη εξουσία από την Μάργκαρετ Θάτσερ και τον Ρόναλντ Ρίγκαν, ακολούθησε και το υπόλοιπο πακέτο: μαζικές φορολογικές περικοπές για τους πλούσιους, σύνθλιψη των συνδικάτων, απορρύθμιση, ιδιωτικοποιήσεις, εξωπορισμοί και ανταγωνισμός στις δημόσιες υπηρεσίες. Μέσω του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας, της Συνθήκης του Μάαστριχτ και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, επιβλήθηκαν νεοφιλελεύθερες πολιτικές – συχνά χωρίς δημοκρατική συναίνεση – στα περισσότερα κράτη του κόσμου. Εγκρίθηκαν ακόμη και από κόμματα που κάποτε ανήκαν στην αριστερά, για παράδειγμα απο τους Εργατικούς και τους Δημοκρατικούς. Όπως σημειώνει ο Stedman Jones, «δεν μπορώ να σκεφτώ άλλη ουτοπία που να έχει υλοποιηθεί τόσο αποτελεσματικά».

***

Φαίνεται περίεργο το γεγονός ότι ένα δόγμα που υπόσχεται πολλές επιλογές, εγκαθιδρύθηκε με το σλόγκαν «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση». Στην επίσκεψή του στη Χιλή – που είναι ένα από τα πρώτα έθνη που εφαρμόστηκε πλήρως το πρόγραμμα – ο Hayek είπε: «θα προτιμούσα μια φιλελεύθερη δικτατορία παρά μια δημοκρατική κυβέρνηση που στερείται του φιλελευθερισμού». Η ελευθερία που προσφέρει ο νεοφιλελευθερισμός, η οποία ακούγεται τόσο γοητευτική όταν εκφράζεται γενικά, αποδεικνύεται να είναι ελευθερία για το μεγάλο ψάρι και όχι για το μικρό.

Απελευθέρωση από τα συνδικάτα και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις σημαίνει απελευθέρωση της μείωσης μισθών. Απελευθέρωση από τους κρατικούς μηχανισμούς σημαίνει ελευθερία να μολύνουμε ποτάμια, να θέσουμε τους εργαζομένους σε κίνδυνο, να χρεώσουμε άδικα επιτόκια και να δημιουργήσουμε εξωτικούς οικονομικούς παραδείσους. Απελευθέρωση από τη φορολόγηση σημαίνει απελευθέρωση από την δίκαιη κατανομή του πλούτου που διαφυλάσσει τον κόσμο απο την φτώχεια.

Όπως γράφει η Naomi Klein στο Δόγμα του Σοκ, οι νεοφιλελεύθεροι χρησιμοποίησαν τις κρίσεις για να επιβάλουν αντιλαϊκές πολιτικές, ενώ οι λαοί έχουν στραμμένη την προσοχή τους αλλού: για παράδειγμα, στον απόηχο του πραξικοπήματος του Πινοσέτ, στον πόλέμο του Ιράκ και στον τυφώνα Κατρίνα, που ο Friedman περιέγραψε ως «μια ευκαιρία να μεταρρυθμιστεί ριζικά το εκπαιδευτικό σύστημα» στη Νέα Ορλεάνη.

Όταν οι νεοφιλελεύθερες πρακτικές δεν μπορούν να επιβληθούν στην εγχώρια αγορά, επιβάλλονται σε διεθνές επίπεδο, μέσω των συνθηκών εμπορίου «επίλυσης διαφορών επενδυτή-κράτους» όπου οι επιχειρήσεις μπορούν να πιέσουν για την άρση κοινωνικών και περιβαλλοντικών διατάξεων. Όταν τα κοινοβούλια ψήφισαν τον περιορισμό στις πωλήσεις των τσιγάρων, την προστασία των υδάτινων αποθεμάτων από εταιρείες εξόρυξης, το πάγωμα λογαριασμών ενέργειας ή την απαγόρευση για τις φαρμακευτικές να κλέβουν από το κράτος, οι επιχειρήσεις μήνυσαν τα κράτη, πολλές φορές με επιτυχία. Η δημοκρατία έχει καταντήσει θέατρο.

Ένα άλλο παράδοξο του νεοφιλελευθερισμού είναι ότι ο παγκόσμιος ανταγωνισμός εξαρτάται από την καθολική ποσοτικοποίηση και σύγκριση, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι, όσοι αναζητούν εργασία και οι δημόσιες υπηρεσίες κάθε είδους, υπόκεινται σε ένα σχολαστικό και ασφυκτικό καθεστώς αξιολόγησης και παρακολούθησης, με σκοπό να προσδιοριστούν οι νικητές και να τιμωρηθούν οι ηττημένοι. Το δόγμα που πρότεινε ο Von Mises για να μας ελευθερώσει από το γραφειοκρατικό εφιάλτη δημιούργησε έναν ακόμη.

Η οικονομική ανάπτυξη υπήρξε αισθητά βραδύτερη στην νεοφιλελεύθερη εποχή (από το 1980 στη Μεγάλη Βρετανία και τις ΗΠΑ) απ’ ό,τι στις προηγούμενες δεκαετίες, όχι όμως για τους πλούσιους.

Η ανισότητα στην κατανομή των εισοδημάτων και του πλούτου, μετά από 60 χρόνια παρακμής, αυξήθηκε ταχύτατα, λόγω της συντριβής των συνδικάτων, τις μειώσεις φόρων, την αύξηση των ενοικίων, των ιδιωτικοποιήσεων και της απορρύθμισης.

Η ιδιωτικοποίηση και η εμπορευματοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών, όπως η ενέργεια, το νερό, τα τρένα, η υγεία, η εκπαίδευση, το οδικό σύστημα και οι φυλακές επέτρεψε σε εταιρείες να χρεώνουν τους πολίτες ή την κυβέρνηση για τη χρήση τους. Ενοίκιο θεωρείται τώρα η είσπραξη μη-δεδουλευμένων έσοδων. Όταν πληρώνετε μια διογκωμένη τιμή για ένα εισιτήριο τρένου, μόνο ένα μέρος του αντιτίμου του εισιτηρίου αποζημιώνει τους φορείς για τα χρήματα που δαπανούν για τα καύσιμα, τους μισθούς και λοιπά. Το υπόλοιπο ποσό ουσιαστικά σημαίνει ότι σας εκμεταλλεύονται.

Όσοι κατέχουν ιδιωτικοποιημένες ή ημι-ιδιωτικοποιημένες υπηρεσίες του Ηνωμένου Βασιλείου πλουτίζουν επενδύοντας λίγο και χρεώνοντας πολύ. Στη Ρωσία και την Ινδία, οι ολιγάρχες πλούτισαν μέσω του ξεπουλήματος κρατικών περιουσιακών στοιχείων. Στο Μεξικό, δόθηκε στον Carlos Slim η άδεια να ελέγχει σχεδόν όλες τις υπηρεσίες τηλεφωνίας και σύντομα έγινε ο πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο.

Ο Andrew Sayer στο βιβλίο του Why We Cant Afford the Rich αναφέρει πως η χρηματιστικοποίηση είχε παρόμοια επίδραση. «Είναι σαν το ενοίκιο» υποστηρίζει, «όπου η πίστωση είναι … ένα εισόδημα που παρέχεται χωρίς καμία εργασία». Καθώς οι φτωχοί γίνονται φτωχότεροι και οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι, οι πλούσιοι αποκτούν μεγαλύτερο έλεγχο και σε ένα ακόμη κρίσιμο περιουσιακό στοιχείο: στη ροή του χρήματος. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι πληρωμές γίνονται από τους φτωχούς στους πλούσιους. Καθώς οι τιμές των ακινήτων και η απόσυρση των κρατικών χρηματοδοτήσεων επιβαρύνουν τον λαό με χρέη (σκεφτείτε τη μετάβαση από τις σπουδαστικές υποτροφίες στα φοιτητικά δάνεια), οι τράπεζες και τα στελέχη τους θησαυρίζουν.

Ο Sayer υποστηρίζει ότι οι τελευταίες τέσσερις δεκαετίες χαρακτηρίζονται από τη μετατόπιση πλούτου όχι μόνο από τους φτωχούς στους πλούσιους, αλλά και μέσα από τις τάξεις των πλουσίων: από αυτούς που βγάζουν χρήματα από την παραγωγή αγαθών ή υπηρεσιών και σε αυτούς που βγάζουν χρήματα ελέγχοντας υπάρχοντα περιουσιακά στοιχεία, ενοίκια, τόκους και κεφάλαια. Το εισόδημα πλέον αποτελείται από μη-δεδουλευμένα έσοδα.

Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές είναι το αποτέλεσμα των αποτυχιών της αγοράς. Δεν είναι μόνο που οι τράπεζες είναι πολύ ισχυρές για να πέσουν, αλλά και ότι οι επιχειρήσεις αναλαμβάνουν πλέον την παροχή δημόσιων υπηρεσιών. Όπως επισήμανε ο Tony Judt στο Ill Fares the Land, ο Hayek ξέχασε ότι ζωτικές εθνικές υπηρεσίες οφείλουν να προστατεύονται, πράγμα που σημαίνει ότι ο ανταγωνισμός δεν μπορεί να συνεχιστεί. Η επιχείρηση παίρνει τα κέρδη, ενώ το κράτος παίρνει το ρίσκο.

Όσο μεγαλύτερη είναι η αποτυχία, τόσο πιο ακραία γίνεται η ιδεολογία. Οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν τις κρίσεις ως δικαιολογία και ευκαιρία για να μειώσουν περαιτέρω τους φόρους, να ιδιωτικοποήσουν κι άλλες δημόσιες υπηρεσίες, να καταστρέψουν και άλλα δίχτυα κοινωνικής ασφάλειας, να απορρύθμισουν εταιρείες και πολίτες. Τα κράτη που τώρα απεχθάνονται τους ίδιους τους τους εαυτούς, θέλουν να καταστρέψουν τον δημόσιο τομέα.

Η πιο επικίνδυνη επίδραση του νεοφιλελευθερισμού δεν είναι οι οικονομικές κρίσεις που προκάλεσε, αλλά η πολιτική κρίση. Καθώς ο δημόσιος τομέας υποβιβάζεται, συρρικνώνεται και η ικανότητά μας να αλλάξουμε τις ζωές μας μέσω της ψήφου. Αντ ‘αυτού, η νεοφιλελεύθερη θεωρία ισχυρίζεται πως οι άνθρωποι μπορούν να ασκήσουν το δικαίωμα επιλογής μέσω της αγοράς. Αλλά μερικοί έχουν περισσότερα να ξοδέψουν από τους άλλους: στη δημοκρατία της αγοράς, οι ψήφοι δεν είναι κατανεμημένες ισομερώς. Το αποτέλεσμα είναι η αποδυνάμωση των μεσαίων και χαμηλών τάξεων.

Ενώ τα κόμματα της δεξιάς και της πρώην αριστεράς υιοθετούν παρόμοιες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, η αποδυνάμωση μετατρέπεται σε στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Πολλοί έχουν αποβληθεί από την πολιτική αρένα.

Ο Chris Hedges παρατήρησε ότι τα «φασιστικά κινήματα χτίζουν τη βάση τους όχι από τους πολιτικά ενεργούς, αλλά απ’ τους πολιτικά ανενεργούς, από τους ‘αποτυχημένους’ που (δικαίως) αισθάνονται ότι δεν έχουν καμία φωνή ή δεν διαδραματούν σημαντικό ρόλο στο πολιτικό κατεστημένο». Όταν η πολιτική συζήτηση δεν μας αφορά, ανταποκρινόμαστε σε συνθήματα, σύμβολα και συναισθήματα. Για τους θαυμαστές του Trump, για παράδειγμα, τα γεγονότα και τα επιχειρήματα είναι άνευ σημασίας.

Ο Judt εξηγεί ότι όταν οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ πολιτών και κράτους περιορίζονται στην υπακοή, το μόνο που μας απομένει είναι η κρατική εξουσία. Ο ολοκληρωτισμός που φοβάται ο Hayek προκύπτει όταν οι κυβερνήσεις, έχοντας χάσει το ηθικό κύρος από την παροχή δημόσιων υπηρεσιών, το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να «καλοπιάνουν, να απειλούν και τελικά να αναγκάζουν τους πολίτες να υπακούν».

***

Όπως και ο κομμουνισμός, ο νεοφιλελευθερισμός είναι ο Θεός που απέτυχε. Αλλά επιβιώνει ακόμη σαν ζόμπι και ένας από τους λόγους είναι η ανωνυμία του. Ή μάλλον, ένα σύμπλεγμα ανωνυμιών.
Το δόγμα του αόρατου χεριού προωθείται από αφανείς υποστηρικτές. Σιγά-σιγά, ανακαλύπτουμε τα ονόματα μερικών από αυτούς. Μάθαμε ότι το Ινστιτούτο Οικονομικών Υποθέσεων που υποστηρίζει σθεναρά στα μέσα ενημέρωσης την περαιτέρω ρύθμιση της βιομηχανίας καπνού, χρηματοδοτείται κρυφά από την British American Tobacco από το 1963. Ανακαλύψαμε ότι οι Charles και David Koch, δύο από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, έφτιαξαν το ίδρυμα από το οποίο συστάθηκε το κίνημα Tea Party. Μάθαμε ότι ο Charles Koch είπε ότι «προκειμένου να αποφευχθούν ανεπιθύμητες κριτικές δεν πρέπει να γνωστοποιείται το πως ελέγχεται και διευθύνεται η οργάνωση».

Οι λέξεις που χρησιμοποιούνται από το νεοφιλελευθερισμό συχνά κρύβουν περισσότερα από όσα δείχνουν. «Η αγορά» ακούγεται σαν ένα φυσικό σύστημα που επιδρά σε όλους μας το ίδιο, όπως η βαρύτητα ή η ατμοσφαιρική πίεση. Είναι, όμως, γεμάτη με σχέσεις εξουσίας. Αυτό που «θέλει η αγορά» τείνει να σημαίνει αυτό που θέλουν οι εταιρείες και οι διευθυντές τους. «Οι επενδύσεις», όπως σημειώνει ο Sayer, έχουν διττή σημασία. Από τη μια είναι η χρηματοδότηση των παραγωγικών και κοινωνικά χρήσιμων υπηρεσιών. Από την άλλη είναι η αγορά των ήδη υπάρχοντων περιουσιών για να τις ξεζουμίσεις ως προϊόντα προς ενοικίαση, τόκους, μερίσματα και κέρδη κεφαλαίου. Χρησιμοποιώντας την ίδια λέξη για διάφορες δραστηριότητες «καμουφλάρεται η πηγή του πλούτου» και συγχέουμε την εξόρυξη πλούτου με τη δημιουργία πλούτου.

Πριν από έναν αιώνα, οι πλούσιοι επιχειρηματίες παραγκωνίζονταν από τους κληρονόμους περιουσιών. Οι επιχειρηματίες αναζητούσαν την κοινωνική αποδοχή παριστάνοντας τους εισοδηματίες. Σήμερα, η σχέση αυτή έχει αντιστραφεί: οι εισοδηματίες και οι κληρονόμοι παριστάνουν τους επιχειρηματίες. Ισχυρίζονται ότι έχουν κερδίσει με τον ιδρώτα τους το μη-δεδουλευμένο εισόδημά τους.

Αυτές οι ανωνυμίες και οι συγχύσεις ανακατεύονται με την ανωνυμία και ατοπία του σύγχρονου καπιταλισμού: το μοντέλο δικαιόχρησης που εξασφαλίζει ότι οι εργαζόμενοι δεν γνωρίζουν για ποιον εργάζονται. Εταιρείες που είναι εγγεγραμμένες σε υπεράκτια δίκτυα τόσο περίπλοκα και ανώνυμα, που ούτε η αστυνομία δεν μπορεί να ανακαλύψει τους πραγματικούς δικαιούχους. Φορολογικές ρυθμίσεις που ξεγελούν τις ίδιες τις κυβερνήσεις. Χρηματοοικονομικά μοντέλα που κανείς δεν καταλαβαίνει.

Η ανωνυμία του νεοφιλελευθερισμού φρουρείται έντονα. Όσοι υποστηρίζον τους Hayek, Mises και Friedman τείνουν να απορρίπτουν τον όρο, λέγοντας (δικαίως) ότι χρησιμοποιείται πλέον μόνο υποτιμητικά. Αλλά δεν προτείνουν κανένα υποκατάστατο. Μερικοί περιγράφουν τους εαυτούς τους ως κλασικούς φιλελεύθερους ή ελευθεριακούς, αλλά αυτές οι περιγραφές είναι απλά παραπλανητικές.

***

Για όλους αυτούς τους λόγους, δεν υπάρχει κάτι αξιοθαύμαστο στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο, τουλάχιστον στα πρώτα του στάδια. Ήταν μια ξεχωριστή, πρωτοποριακή φιλοσοφία που προωθήθηκε από ένα συνεκτικό δίκτυο στοχαστών και ακτιβιστών με ένα σαφές σχέδιο δράσης.

Ο θρίαμβος του νεοφιλελευθερισμού αντικατοπτρίζει επίσης την αποτυχία της αριστεράς. Όταν το οικονομικό σύστημα laissez-faire οδήγησε στην οικονομική καταστροφή του 1929, ο Keynes επινόησε μια νεα οικονομική θεωρία για να το αντικαταστήσει. Όταν η θεωρία του για τη διαχείρηση της ζήτησης κατέρρευσε στη δεκαετία του ’70, υπήρχε έτοιμη μια εναλλακτική λύση. Αλλά όταν ο νεοφιλελευθερισμός κατέρρευσε το 2008 δεν έγινε … τίποτα. Γι ‘αυτό το ζόμπι εξακολουθεί να περπατάει. Η αριστερά και το κέντρο δεν προσκόμισαν κάποιο πλαίσιο οικονομικής θεωρίας εδώ και 80 χρόνια.

Κάθε φορά που αναφέρεται το όνομα του Lord Keynes είναι μια παραδοχή αποτυχίας. Το να προτείνονται λύσεις του Keynes για τις κρίσεις του 21ου αιώνα δείχνει ότι αγνοούμε τρία προφανή προβλήματα. Είναι δύσκολο να κινητοποιηθούν οι λαοί γύρω από παλιές ιδέες, τα προβλήματα του ’70 δεν έχουν λυθεί και, το σημαντικότερο, δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν στο σοβαρότερο πρόβλημα: την περιβαλλοντική κρίση. Οι θεωρίες του Keynes λειτουργούν μέσω της τόνωσης της ζήτησης των καταναλωτών. Η καταναλωτική ζήτηση και η οικονομική ανάπτυξη είναι οι αιτίες της καταστροφής του περιβάλλοντος.

Αυτό που δείχνει η ιστορία της θεωρίας του Keynes και του νεοφιλελευθερισμού είναι ότι δεν αρκεί να αντιταθείς σε ένα σπασμένο σύστημα. Πρέπει να προταθεί μια ολοκληρωμένη εναλλακτική λύση. Οι Εργατικοί, οι Δημοκρατικοί και η ευρύτερη αριστερά, θα έπρεπε να έχει ως κεντρικό στόχο την ανάπτυξη ενός οικονομικού προγράμματος, ενός νέου συστήματος, προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις του 21ου αιώνα.

 http://www.pressenza.com

Κοινότητες χωρίς Κράτος (αντι-παραδείγματα της πολιτικής ανθρωπολογίας)




Με βάση μια τριαδική διάκριση σε α) κοινότητες δίχως κράτος β) κομμούνες ενάντια στο κράτος γ) κοινά (commons) παράλληλα προς το κράτος, εξετάζεται δειγματοληπτικά η πρώτη περίπτωση. Πρόκειται για τη συγκέντρωση εμπειρικού υλικού με σκοπό να συναχθούν γενικές υποθέσεις για το πώς οργανώνεται μια κοινότητα χωρίς κράτος. Με απώτερο σκοπό του ερευνητικού προγράμματος, το τρίψιμο στη μούρη όποιου εξυπνάκια θεωρεί ότι το Κράτος είναι αιώνιο ή πως το Κράτος είναι αναγκαίο για την οργανωμένη κοινωνική ζωή των ανθρώπων.

To παρακάτω κείμενο αποτελεί υπο-κεφάλαιο της εργασίας με τίτλο ''Δικαιοσύνη χωρίς Κράτος: ανάμεσα στον Derrida και τον Benjamin''
(για download κλικ εδώ). Το αναδημοσιεύω ξεχωριστά γιατί είναι το κομμάτι της εργασίας που, πέρα από το στενά καθορισμένο πλαίσιο του μαθήματος, με ενδιέφερε περισσότερο (οι παραπομπές του παρακάτω κειμένου βρίσκονται στο τέλος της εργασίας στον παραπάνω σύνδεσμο). 


2. Η Εμπειρία της Δικαιοσύνης δίχως Κράτος

Α) Κοινότητες δίχως Κράτος

Σύμφωνα με τον Ted Lewellen, «περισσότερο από το 99% της ανθρώπινης περιπλάνησης πάνω στη γη εδώ και 2 με 3 εκατομμύρια χρόνια, έγινε σε μικρούς, ευέλικτους εσμούς, εξισωτικές, νομαδικές ομάδες που αποτελούνταν από πολλές εκτεταμένες συγγενειακές γραμμές» (Lewellen, 2003: 44). Η κρατική ιστορία υπήρξε μια εξαίρεση στην ανθρώπινη ιστορία. Το αν το κράτος ήταν αναγκαίο αποτέλεσμα μιας εξελικτικής διαδικασίας και το αν η κρατική ιστορία βρίσκεται στο τέρμα της οργανωτικής εξέλιξης των κοινωνιών, είναι δύο διακριτά ερωτήματα τα οποία δεν μπορούν ακόμη να απαντηθούν. Οφείλουμε προκαταρκτικά να κατανοήσουμε βασικές εμπειρικές όψεις της δικαιοσύνης δίχως κράτος που ήδη υπήρξε στο παρελθόν και υπάρχει μειοψηφικά μέχρι σήμερα, ώστε να μπορέσουμε να διανοηθούμε τη δυνατότητα μιας δικαιοσύνης δίχως κράτος στη προοπτική του μέλλοντος. Για το λόγο αυτό, θα επιλέξουμε να αντλήσουμε δειγματοληπτικά πολύτιμη καταγεγραμμένη εμπειρία από την (πολιτική) ανθρωπολογία. Η πολιτική ανθρωπολογία έχει να μας προσφέρει πολλά εμπειρικά, απτά παραδείγματα απονομής Δικαιοσύνης μέσα από δικαιϊκές μορφές δίχως τη μεσολάβηση του Κράτους.

Εμβληματικό στο πεδίο αυτό είναι το έργο του Pierre Clastres, όχι πρωτίστως για τη συλλογή εμπειρικών δεδομένων που κομίζει, όσο για το θεωρητικό περίγραμμα που συνοψίζει τα πορίσματά του. Ο Clastres, ύστερα από χρόνια επιτόπια έρευνα, συμφωνεί με άλλους ανθρωπολόγους ότι τόσο στις νοτιοαμερικανικές όσο και στις βορειοαμερικανικές κοινωνίες ο Φύλαρχος α) είναι ειρηνοποιός και εξισορροπεί τις συγκρούσεις, β) οφείλει να επιδεικνύει γενναιοδωρία και να ικανοποιεί όσα περισσότερα αιτήματα μπορεί αν θέλει να διατηρήσει το αξίωμά του γ) μόνο ως καλός ρήτορας μπορεί να ανέλθει και να διατηρηθεί στην αρχηγία (βλ Ντεριντά φιλοξενία, αδύναμη ισχύς, δώρο, συμβολική-ρητορική ισχύς). Συχνά διακρίνεται πολιτική και στρατιωτική εξουσία (όπως συμβαίνει π.χ στους Κουμπέο και στους Ορενόκου). Μόλις τελειώσει ο πόλεμος , ο φύλαρχος-αρχηγός του πολέμου χάνει όλη του τη δύναμη. «Το πρότυπο της καταναγκαστικής εξουσίας επομένως δεν γίνεται αποδεκτό παρά σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν η ομάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια εξωτερική απειλή. Η σύζευξη όμως εξουσίας και καταναγκασμού παύει, από τη στιγμή που η ομάδα έχει να κάνει μόνο με τον εαυτό της» (όπως συμβαίνει π.χ στους Τουπινάμπα και τους Τζιβάρο). Η κανονική εξουσία είναι ειρηνική, ο αρχηγός κατευνάζει τις φιλονικίες και διευθετεί τις διαφορές, μέσω του γοήτρου, της δικαιοσύνης που μπορεί να αποδώσει και μέσω του λόγου του. Είναι διαιτητής που επιζητεί να συμφιλιώσει, παρά κριτής που επιβάλλει κυρώσεις. Οι δικαστικές κυρώσεις είναι σπάνιες (Clastres, 1992: 35-36). Οι εθνολόγοι βλέπουν στη γενναιοδωρία του φυλάρχου το δικαίωμα των Ινδιάνων να τον υποβάλλουν σε διαρκή δοκιμασία και λεηλασία. Στους Ουρουμπού ο αρχηγός έχει τη πιο μικρή περιουσία, έχει στην κατοχή του τα λιγότερα αγαθά, φορά τα πιο φτωχικά στολίδια, τα υπόλοιπα έχουν φύγει σε δώρα (οπ.π: 37). Το ίδιο σε όλη την Ήπειρο, Γουιάνα, Άνω Ξινγκού κ.λπ, φιλαργυρία και εξουσία είναι ασύμβατα, για να είσαι αρχηγός, πρέπει να είσαι γενναιόδωρος (οπ.π: 38). Εκτός από γενναιόδωρος και ειρηνοποιός, ο αρχηγός οφείλει να έχει ιδιαίτερες ικανότητες στη ρητορική. Οι φύλαρχοι Πιλαγκά, Σερεντέ, Τουπινάμπα, Τσιριγκουάνο επιδίδονται σε αγορεύσεις για την ειρήνη, την αρμονία, την τιμιότητα, τις παραδόσεις (οπ.π: 38).

Ανάμεσα στον αρχηγό-φύλαρχο και τη φυλή, υπάρχει μια τριπλή σχέση χρέους.Αν ο αρχηγός οφείλει στη φυλή, όπως είδαμε, σε επίπεδο συμβολικό (ρητορικές αγορεύσεις και διαμεσολαβήσεις των συγκρούσεων) και οικονομικό (οφειλή πλούτου, γενναιοδωρία) η φυλοομάδα οφείλει στον φύλαρχο, στο σεξουαλικό επίπεδο, προνομιακή πρόσβαση στις γυναίκες της φυλής. Ο αρχηγός είναι συχνά ο μόνος που έχει το προνόμιο της πολυγαμίας. Οι γυναίκες λοιπόν ρέουν μονόδρομα από την ομάδα στον αρχηγό, και το δώρο της ομάδας σε αυτόν είναι η σεξουαλική υπεραπόλαυση. Έτσι λοιπόν, ενώ η ροή του οικονομικού και συμβολικού χρέους έχει φορά από τον αρχηγό στην ομάδα, η ροή της σεξουαλικής υπεραπόλαυσης κατά κανόνα κινείται αντίστροφα, από την φυλή στον αρχηγό (οπ.π: 47). Η ανισχυρία της φυλαρχίας στις ινδιάνικες κοινωνίες στηρίζεται σε αυτή τριπλή, ασύμμετρη σχέση χρέους. Ως οφειλέτης πλούτου και συμβολικών μηνυμάτων, ο αρχηγός εργάζεται σκληρά υπέρ της φυλής, ως υπηρέτης της, η εξουσία του περιορίζεται και διαμορφώνεται μια αρνητική σχέση της φυλής συνολικά προς την αυτονόμηση της πολιτικής λειτουργίας, που θα οδηγούσε στο Κράτος ως αλλοτριωμένη πολιτική εξουσία πάνω από την κοινωνία. Κατ’αυτό τον τρόπο, υποστηρίζει ο Clastres, οι κοινότητες αυτές δρουν στη πραγματικότητα ενάντια στο Κράτος, ενάντια στη προοπτική συγκεντροποίησης, αυτονόμησης και αποξένωσης της πολιτικής εξουσίας από τη φυλή. Η τελική συνισταμένη οδηγεί στο παράδοξο αποτέλεσμα, η σχέση της ομάδας με την αρχή της φυλαρχίας να μην διέπεται από ανταλλακτική αμοιβαιότητα, αλλά να είναι αρνητική, χρεωστική σχέση, ενώ ταυτόχρονα η λειτουργία του φυλάρχου είναι, με καταφατικό τρόπο, μια αξιοζήλευτη λειτουργία πολιτικής εξουσίας (οπ.π: 49-50). Πολιτική εξουσία και φυλοομάδα μόλις που διακρίνονται, δημιουργώντας μια μη κρατική και εύθραυστη σχέση εξουσίας, μια ασθενή ισχύ. «Οι περισσότεροι Ινδιάνοι leaders πόρρω απέχουν από το να δίνουν την εικόνα ενός οκνηρού βασιλιά, το αντίθετο μάλιστα: ο φύλαρχος, υποχρεωμένος να ανταποκριθεί στη γενναιοδωρία που αναμένουν από εκείνον, οφείλει να φροντίζει ακατάπαυστα να προμηθεύεται δώρα για να τα προσφέρει στους ανθρώπους του» μέσω της εργασίας, του εμπορίου και της εφευρετικότητάς του (οπ.π: 48). «Έτσι ώστε, κατά περίεργο τρόπο, εκείνος που εργάζεται πιο σκληρά στη Νότιο Αμερική είναι ο αρχηγός».

Όπως είδαμε, η ρητορική, επιτελεστική και συμβολική ισχύς, όπως θα το εξέφραζε ο Derrida, πηγή αυτής της παράδοξης ασθενούς ισχύος, εκφέρεται στον διαρκή Λόγο του φυλάρχου. Ενώ ο Λόγος στις κοινωνίες με κράτος είναι δικαίωμα της εξουσίας, στις κοινωνίες χωρίς κράτος είναι καθήκον της εξουσίας προς τη φυλή παρά προνόμιο, και μοναχά μέσο της κοινωνικής ομαλότητας (οπ.π: 164-166):«Υποχρεώνοντας τον αρχηγό να κινείται μόνο μέσα στη σφαίρα του λόγου, στο άκρο αντίθετο της βίας δηλαδή, η φυλή σιγουρεύεται ότι όλα τα πράγματα παραμένουν στη θέση τους, ότι ο άξονας της εξουσίας καταλήγει αποκλειστικά στο κοινωνικό σώμα και ότι καμία μετατόπιση δυνάμεων δεν θα έρθει να ανατρέψει την κοινωνική τάξη. Το καθήκον του λόγου που έχει ο αρχηγός, αυτή η διαρκής ροή άδειου λόγου που οφείλει στη φυλή, είναι το αιώνιο χρέος του, η εγγύηση η οποία απαγορεύει στον άνθρωπο του λόγου να γίνει άνθρωπος της εξουσίας» (οπ.π: 168). Σύμφωνα με τον Clastres, στην ιστορία των ακρατικών κοινοτήτων αλλά και στην ιστορία των κοινωνιών με κράτος, η δύναμη της συμβολικής ισχύος πήρε συχνά τη μορφή του ανατρεπτικού, προφητικού λόγου. Ο Γάλλος ανθρωπολόγος μνημονεύει ενδεικτικά τον προφητικό λόγο ενός γέρου σαμάνου των Γκουαρανί, που προειδοποιούσε για την καταστροφή που θα επέφερε η γέννηση του Κράτους, του αλλοτριωτικού, αυτονομημένου πολιτικού Ενός που θα ερχόταν να υποτάξει την πολλαπλότητα της φυλής (οπ.π: 181, 226-235). Αυτός ο λόγος υπέρ της Δικαιοσύνης ενάντια στο Κράτος και την έννομη τάξη, είναι, πιστεύουμε, το πλέον αντιπροσωπευτικό, ιστορικά και ανθρωπολογικά διαπιστώσιμο, ανάλογο της «θεϊκής βίας» του Benjamin αλλά και της «αποδομητικής Δικαιοσύνης» του Derrida στην πιο «καθαρή» της μορφή. Εμφανίζεται ως προφητικός, μεσσιανικός λόγος που καταλύει το μυθικό δίκαιο, την θεμελιωτική και συντηρητική του βία, με την παράδοξη ισχύ ενός επιτελεστικού, ενεργηματικού Λόγου και υπέρ μιας άπειρης, ανυπολόγιστης και απροϋπόθετης Δικαιοσύνης.
Ως τελευταίο χαρακτηριστικό της απονομής δικαιοσύνης δίχως κράτος στις κοινότητες που μελέτησε, ο Clastres σημειώνει την ιδιαίτερη σχέση της Δικαιοσύνης με το σώμα, της εγγραφής του ακρατικού δικαίου κατευθείαν στο σώμα, έτσι ώστε να μην υπάρχει η απόσταση και αντίθεση του γραπτού νόμου από τα σώματα. Γραμμένο στο σώμα σημαίνει εκτός Νόμου, χωρίς την απόσταση νομοθετικού Λόγου και Σώματος. Το σώμα, χαραγμένο, είναι ελεύθερο να μετακινηθεί, κουβαλάει, φέρει το Όνομα, την Εικόνα, δεν υποτάσσεται στο Όνομα, την Εικόνα. Το σώμα των μελών της φυλής είναι το κυρίαρχο. Μια εγγραφή της Δικαιοσύνης, λοιπόν, με επιφάνεια καταγραφής τα ίδια τα φυλετικά σώματα, ή μια γραφή5 της Δικαιοσύνης ως δικαιϊκή ενεργοποίηση και άσκησή της, γραφή με την έννοια του Derrida, πριν από τη διάκριση της φωνής από το γραπτό λόγο:

«Λέγαμε πριν ότι όλοι οι νόμοι είναι γραπτοί. Ιδού λοιπόν πώς ανασυγκροτείται, κατά κάποιον τρόπο, η τριπλή συμμαχία που επισημάναμε: σώμα, γραφή, νόμος. Οι χαραγμένες στο σώμα ουλές είναι το εγγεγραμμένο κείμενο του πρωτόγονου νόμου, είναι, μ’εαυτή την έννοια, γραφή πάνω στο σώμα. Όπως σθεναρά υποστηρίζουν οι συγγραφείς του Αντι-Οιδίποδα, οι πρωτόγονες κοινωνίες είναι κοινωνίες του σημαδέματος. Και στο μέτρο αυτό, οι πρωτόγονες κοινωνίες είναι πράγματι κοινωνίες χωρίς γραφή, αλλά για τον απλό λόγο ότι η γραφή υποδηλώνει κατ’αρχήν το χωριστό νόμο, τον απόμακρο (απόσταση), τον δεσποτικό, τον νόμο του κράτους που γράφουν στα κορμιά τους οι συγκρατούμενοι του Μαρτσένκο. Και ίσως ποτέ δεν θα τονίσουμε με αρκετή δύναμη ότι ο πρωτόγονος νόμος τίθεται ακριβώς για να εξορκίσει εκείνο τον νόμο, τον νόμο που θεμελιώνει και εγγυάται την ανισότητα, τίθεται ενάντια στο νόμο του κράτους. Οι αρχαϊκές κοινωνίες, κοινωνίες του σημαδέματος, είναι κοινωνίες χωρίς κράτος, κοινωνίες ενάντια στο κράτος. Το σημάδι στο σώμα, όμοιο σε όλα τα σώματα, δηλώνει: δεν θα ποθήσεις την εξουσία, δεν θα ποθήσεις την υποταγή. Και αυτός, ο μη χωρισμένος νόμος, δεν μπορεί να βρει για να εγγραφή παρά έναν μη χωρισμένο χώρο: το ίδιο το σώμα. Αξιοθαύμαστη διεισδυτικότητα των αγρίων, που τα ήξεραν προκαταβολικά όλα αυτά και επαγρυπνούσαν με τίμημα μια φοβερή σκληρότητα, για να εμποδίσουν την έλευση μιας ακόμη πιο τρομαχτικής σκληρότητας: ο νόμος ο γραμμένος πάνω στο σώμα είναι μια αξέχαστη ανάμνηση». (οπ.π: 196-197).

Ανάλογες θέσεις με τον Clastres διατυπώνει και ο μεγάλος στρουκτουραλιστής ανθρωπολόγος Claude Levi-Strauss, στο αυτοβιογραφικό του έργο Θλιβεροί Τροπικοί. Έχοντας μετρήσει δεκάδες χρόνια και βιβλία αναγνωρισμένης επιτόπιας ανθρωπολογικής έρευνας, υποστηρίζει πως η διαμονή του το 1938 με τους Nambikwara της νοτιο-δυτικής Βραζιλίας, είναι αντιπροσωπευτική του είδους και της φύσης της πολιτικής εξουσίας στις νομαδικές και ημι-νομαδικές κοινότητες δίχως κράτος. Οι Ναμπικάρα διακρίνονται από μια ρευστή, εύθραυστη μορφή κοινωνικής οργάνωσης, στην οποία «η πολιτική εξουσία δεν εμφανίζεται σαν αποτέλεσμα των αναγκών της κοινότητας. Είναι η ίδια η ομάδα που υπαγορεύει τα χαρακτηριστικά της: το σχήμα, το μέγεθος και ακόμα την καταγωγή του πιθανού αρχηγού που υπήρχε και πριν από τη δημιουργία της […] Στους Ναμπικάρα, η πολιτική εξουσία δεν ήταν κληρονομική. Όταν ο αρχηγός γερνούσε, έπεφτε άρρωστος και αισθανόταν ανίκανος να αντιμετωπίσει τα βαριά του καθήκοντα για μεγάλο χρονικό διάστημα, διάλεγε μόνος του τον διάδοχό του […] Όμως αυτή η δεσποτική δύναμη ήταν περισσότερο φαινομενική παρά πραγματική. Θα δούμε αργότερα πόσο ανίσχυρη ήταν η εξουσία του αρχηγού. Σ’αυτήν την περίπτωση όπως και σε όλες τις άλλες μια βολιδοσκόπηση της κοινής γνώμης φαινόταν να προηγείται κάθε οριστικής απόφασης, γιατί αυτός που εκλεγόταν σαν κληρονόμος του τίτλου ήταν επίσης και ο πιο ευνοούμενος της πλειοψηφίας. Όμως η εκλογή του νέου αρχηγού δεν περιοριζόταν μόνο στις θετικές ή αρνητικές ευχές της ομάδας. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έπρεπε επίσης να έχει προετοιμαστεί για να ανταποκριθεί στις νέες ανάγκες. Γι’αυτό μια έντονα αρνητική αντιμετώπιση δεν ήταν σπάνια στην προσφορά της εξουσίας: «δεν θέλω να είμαι αρχηγός». Σ’αυτήν την περίπτωση έπρεπε να γίνει νέα εκλογή. Πράγματι, η εξουσία δεν φαινόταν να αποτελεί αντικείμενο έντονου ανταγωνισμού και οι αρχηγοί που γνώρισα, είχαν περισσότερα παράπονα για τα βαριά τους καθήκοντα και τις πολλές ευθύνες τους παρά περηφάνεια που απέρρεε από αυτό το αξίωμα. Μετά από αυτό, μπορούμε να αναρωτηθούμε ποια ήταν τα προνόμια του αρχηγού και ποιές οι υποχρεώσεις του […] Το προσωπικό γόητρο και η ικανότητα να εμπνέει εμπιστοσύνη αποτελούν βασική προϋπόθεση για την εξουσία στην κοινωνία Ναμπικάρα […] Πρέπει να προσθέσουμε ότι ο αρχηγός δεν στηρίζεται για την άσκηση των πολλαπλών καθηκόντων του ούτε σε μια ορισμένη δύναμη ούτε σε μια δημόσια αναγνωρισμένη εξουσία. Η δύναμη του όπως και το δικαίωμα να ασκεί νόμιμα τα ηγετικά του καθήκοντα, απορρέουν από τη γενική συγκατάθεση […] Πως ο αρχηγός εκπληρώνει τις υποχρεώσεις; Το πρώτο και το κυριότερο όργανο της εξουσίας είναι η γενναιοδωρία του, που αποτελεί μια ουσιαστική ιδιότητα δύναμης για την άσκηση της εξουσίας στους περισσότερους πρωτόγονους λαούς και ιδιαίτερα σ’αυτούς της Αμερικής». (Levi-Strauss, 2007: 274, 276,277). Ο Levi-Strauss τονίζει ιδιαίτερα τη σημασία της συγκατάθεσης στην δόμηση της εξουσίας σε μια κοινότητα δίχως κράτος, αναγνωρίζοντας στον Rousseau μια εξαιρετική διαίσθηση, όταν αυτός οικοδόμηση τη θεωρία του «κοινωνικού συμβολαίου» και της «γενικής βούλησης» ως βάσης κάθε πολιτειακής μορφής οργάνωσης της κοινωνικής ζωής: «Τα γεγονότα Ναμπικάρα, σε συνδυασμό με άλλα, έρχονται σε αντίθεση με την παλιά κοινωνιολογική θεωρία, που ξανάγινε επίκαιρη από την ψυχανάλυση και που λέει ότι το πρότυπο του πρωτόγονου αρχηγού είναι ένας συμβολικός πατέρας. Η άποψη αυτή στηρίζεται στην υπόθεση ότι οι στοιχειώδεις μορφές του Κράτους προέρχονται από μια σταδιακή εξέλιξη της οικογένειας. Όμως είδαμε ότι κάτω από τις υποτυπώδεις αυτές μορφές εξουσίας υπάρχει ένα ουσιαστικό γνώρισμα που είναι κάτι το καινούργιο σε σύγκριση με το βιολογικό φαινόμενο: αυτό το νέο στοιχειο είναι η συγκατάθεση, που αποτελεί ταυτόχρονα την καταγωγή και το όριο της εξουσίας» (οπ.π: 281). 

Για τον Levi-Strauss, όπως και για τον Clastres, υπάρχει ένα είδος ασύμμετρης αμοιβαιότητας στη σχέση του αρχηγού με τη φυλο-ομάδα, σε μια δυναμική ισορροπία που οδηγεί στην αναπαραγωγή της κοινότητας δίχως τη προσφυγή σε ένα κρατικά μεσολαβημένο δίκαιο και τη κρατική βία. Ένας άλλος ανθρωπολόγος, αναρχικός επίγονος του Clastres, ο Andrea Staid, διατυπώνει ως εξής τη σχέση αρχηγού προς την κοινότητα, διακρίνοντας με βάση αυτή τις ακρατικές από τις κρατικές κοινότητες: «Αν η σχέση του χρέους πηγαίνει από την chefferie προς την κοινωνία, σημαίνει ότι αυτή παραμένει αδιαίρετη, ότι το χρέος καταλήγει να διανέμεται ομοιόμορφα στο κοινωνικό σώμα. Αν, αντιθέτως, το χρέος κινείται από την κοινωνία προς την chefferie, σημαίνει ότι η εξουσία είναι διαχωρισμένη από την κοινωνία, συγκεντρωμένη στα χέρια του αρχηγού και ότι η τώρα πια ετερογενής ουσία της κοινωνίας επιβεβαιώνει τη διαίρεση σε κυρίαρχους και κυριαρχούμενους» (Staid, 2016: 44). Το κίνητρο του αρχηγού είναι η επιθυμία ικανοποίησης της ματαιοδοξίας του, επιθυμία για δόξα και γόητρο, συμβολικό κύρος, για αυτό εργάζεται προσφέροντας τις ξεχωριστές υπηρεσίες του στην κοινότητα (οπ.π: 40). Ο Staid αναφέρεται ιδιαίτερα στα παραδείγματα των Ινουίτ Γροιλανδίας (οπ.π: 43) για την αρχή της αμοιβαιότητας («Εδώ, στο χωριό μας, είμαστε ανθρώπινα πλάσματα. Και εφόσον είμαστε άνθρωποι, βοηθιόμαστε. Δεν μας αρέσει να ακούμε κάποιον να μας ευχαριστεί. Αυτό που σου δίνω εγώ σήμερα, θα μου το δώσεις εσύ αύριο. Εδώ λέμε ότι τα δώρα μας κάνουν δούλους και το μαστίγιο σκύλους» ), στους Ιροκέζους και στη μορφή συνομοσπονδίας δίχως κράτος που διακρίνει την κοινωνική οργάνωσή τους (οπ.π: 33-34), στους Βουσμάνους, τους Χάζντα ή Χανταμπέ Ανταμανέ, και τους Αρούντα για την γενικευμένη ανταλλαγή δώρων ως κυρίαρχη αρχή κυκλοφορίας αγαθών (οπ.π: 30). Όσον αφορά την απουσία ενδιαφέροντος των προκρατικών κοινοτήτων για τη συσσώρευση πλούτου, άρα και την έλλειψη οξύτατου ανταγωνισμού ως προς την κατανομή του μεταξύ των διαφόρων ομάδων που θα μπορούσε να διευθετηθεί μόνο από κρατικά νομιμοποιημένα μέσα εξαναγκασμού, αναφέρονται από τον Staid οι Καπαούκου (οπ.π: 30), οι Τικόπια (οπ.π: 29), οι Αυστραλιανοί και Βουσμάνοι (οπ.π: 26) που χαρακτηρίζονται ως κοινότητες «υποπαραγωγής».

Ο Aidan Southall απαριθμεί 5 βασικά χαρακτηριστικά που διακρίνουν τις κοινωνίες χωρίς κράτος: α) πολυαρχία που εξασφαλίζει ότι δεν υπάρχει ένα ανώτερο, εξωτερικό κέντρο εξαναγκαστικής πολιτικής εξουσίας β) κοινωνική ενσωμάτωση μέσω του ιερού γ) συμπληρωματικές αντιθέσεις που εξασφαλίζουν μια δυναμική ισορροπία στη σχέση ατόμων και ομάδων δ) διασταυρώσεις συγγενειακών δεσμών που εξασφαλίζουν ε) διάχυτη, κατανεμημένη νομιμοποίηση και απονομή της δικαιοσύνης, ως αποτέλεσμα των παραπάνω. Η αρχηγία σε αυτές τις κοινότητες δεν αποτελεί μια ανώτερη πολιτική αρχή, αλλά μια ιδιότητα που κρίνεται με βάση την ηλικία, τη ρητορική δεινότητα, τις επιδόσεις και τις ικανότητες του αρχηγού να καθοδηγεί τη φυλή, ενώ η επίλυση των συγκρούσεων σπάνια γίνεται μέσω νομιμοποιημένης ένοπλης βίας-αντ’αυτού, περιλαμβάνει πολύ συχνά την κοινωνική πίεση και περιθωριοποίηση του θύτη, την άσκηση πειθούς και τα ιερά τελετουργικά. Αυτά τα χαρακτηριστικά τα εξετάζει δειγματοληπτικά στις παρακάτω περιπτώσεις:Kung Bushmen της νότιας Αφρικής, Siriono και Nambikuara Indians της Νότιας Αμερικής, Murngin και Tiwi της Αυστραλίας, Kwakiutl και άλλοι βορειαμερικανοί ινδιάνοι, Nuer του Sudan και Turkana της Κένυας, Kalinga και Ifugao των Φιλιππινών, Plateau Tonga της Zambia, Siane και Star Mountain peoples της New Guinea. Αυτές οι ακρατικές κοινότητες περιλαμβάνουν κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες, αγροτικούς και ποιμενικούς λαούς, είναι πατρογραμμικές, μητρογραμμικές και αμφιπλευρικές ως προς την επικρατούσα αρχή καταγωγικής ταξινόμησης, και ομαδοποιούνται σε νομαδικούς εσμούς, εγκατεστημένα χωριά, σε γένη κατά τόπους, σε συγγενειακούς κύκλους και σε ηλικιακές ομάδες (Southall, 1968). Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι το Κράτος δεν αποτελεί την αιώνια και αυτονόητη μορφή οργάνωσης των ανθρώπινων κοινοτήτων. Αντίθετα, σε όλες τις περιοχές του πλανήτη και ανεξάρτητα από τυχόν αλληλεπιδράσεις που μπορεί να προέκυψαν μεταξύ των κοινοτήτων, ως κανόνας υπήρξε για χιλιάδες χρόνια η μη κρατική οργάνωση, όπου ο κοινός πλούτος των κοινοτήτων δεν συγκεντρωνόταν σε ένα κυρίαρχο πολιτικό σώμα, δεν υπήρχε μονοπώλιο της (νομιμοποιημένης) βίας και η απονομή της δικαιοσύνης κατ’εξαίρεση μόνο συνέβαινε διά του εξαναγκασμού.

Σε ένα σημαντικό εγχειρίδιο πολιτικής ανθρωπολογίας, ο Τed Lewellen που αναφέραμε ήδη παρέχει, υπό μια νέο-εξελικτική προοπτική, έναν πίνακα στον οποίο ταξινομεί ανά τάξη πολυπλοκότητας της κοινωνικοπολιτικούς τους οργάνωσης τους εσμούς (bands), τις φυλές (tribes) και τις φυλαρχίες (chiefdoms) ως μοντέλα άκεντρων, ακρατικών κοινωνικοπολιτικών σχηματισμών (Lewellen, 2003: 20-21). Ως σύγχρονα ιδεοτυπικά παραδείγματα υπαρκτών εσμών αναφέρει τους !Kung Bushmen (Αφρική), τους Pugmies (Αφρική), τους Inuit (Καναδάς, Αλάσκα), και τους Shoshone (Η.Π.Α), ενώ ως (προ-)ιστορικά παραδείγματα δυνητικά όλες τις παλαιολιθικές κοινότητες. Ως σύγχρονα παραδείγματα φυλών αναφέρει τους Kpelle (Βόρεια Αφρική), τους Yanomano (Βραζιλία, Βενεζουέλα), τους Nuer (Αφρική) και τους Cheyenne (Η.Π.Α), και ως (προ-)ιστορικά παραδείγματα τους Iroquois (Η.Π.Α) και τους Oaxaca Valley (Μεξικό). Τέλος, ως σύγχρονα παραδείγματα φυλαρχιών αναφέρεται στην προαποικιοκρατική Hawaii, τους Kwakiutl (Καναδά), τους Tikopia (Πολυνησία), τους Dagurs (Μογγολία), και ως παλαιότερα ιστορικά παραδείγματα αναφέρει τους προαποικιοκρατικούς Ashanti, τους Benin, τους Dahomy και τους Skotish Highlanders. Σύμφωνα με αυτή τη μοντελοποίηση, ο βασικός τρόπος επιβίωσης εκτείνεται από το κυνήγι και τη τροφοσυλλογή για τους εσμούς μέχρι την εκτεταμένη αγροκαλλιέργεια και το εντατικό ψάρεμα κυρίως για τις φυλαρχίες. Ο τύπος της αρχηγίας ποικίλλει από τους περιστασιακούς αρχηγούς ανά συγκεκριμένους τομείς και τον χαρισματικό ηγέτη που δεν διαθέτει μέσα πολιτικής κυριαρχίας αλλά μια ανώτερη επιρροή σε διαδικασίες λήψης πολιτικών αποφάσεων, μέχρι τον χαρισματικό ηγέτη με περιορισμένη πολιτική κυριαρχία και πρόσβαση σε μέσα νομιμοποιημένου σωματικού εξαναγκασμού, βασισμένη στην γενναιόδωρη (ανα)διανομή αγαθών στους ακολούθους του. Αντίστοιχα, ο τύπος απονομής δικαιοσύνης και δικαίου ποικίλλει από την απουσία γραπτών κανόνων και τη διάχυση της εξουσίας κυρώσεων σε όλη την κοινότητα, μέχρι ημιεπίσημες μορφές κυρώσεων και την περιορισμένη αρμοδιότητα σε ορισμένες ομάδες και αρχηγούς απονομής για την τιμωρία παραβιάσεων κοινοτικών taboo (οπ.π: 20 και επ.). Για παράδειγμα, στους !Kung Bushmen, η αρχηγός έχει περιορισμένη, ουσιαστικά συμβολική εξουσία, αφού χρειάζεται η συναίνεση της ομάδας για τη λήψη κάθε σημαντικής απόφασης, έχει την αρμοδιότητα του ελέγχου του φαγητού και του νερού με στόχο τη μεγιστοποίηση της ωφέλειας για την κοινότητα, ενώ η αρχηγία δεν συνεπάγεται εξουσία εξαναγκασμού, αντίθετα συνεπάγεται ευθύνη χωρίς παραπάνω ανταμοιβή, αφού το ιδανικό της φυλής λέει πως κανένα άτομο δεν μπορεί να στέκεται πάνω από την κοινότητα. Η διατήρηση της τάξης πηγάζει από τη θεσμοποίηση αμοιβαίων υποχρεώσεων, τη δύναμη της κοινής γνώμης και του τυχαίου. Στη φυλαρχία των Yanomano, υπάρχει αρχηγία με ελάχιστη πρόσβαση σε μέσα εξαναγκασμού, ώστε να μπορεί ο αρχηγός να εξισορροπεί τις διαφορές των μελών και ομάδων της κοινότητες, ενώ υπάρχουν διάφοροι αρχηγοί και υπαρχηγοί ανά τομείς που μπορούν να αποκοπούν από την εξουσία του και να στραφούν ενάντια σε αυτό το σύστημα της πολυμερούς εξουσίας. Στους Kwakiutl και συνολικά στις φυλές και τις κουλτούρες της Νοτιοανατολικής Ακτής, ο θεσμός του potlatch, μια εκτεταμένη τελετουργία αναδιανομής του πλούτου μέσω της ανταλλαγής δώρων, δημιουργεί διαρκώς μεταβλητές και όχι παγιωμένες σχέσεις οφειλέτη-δανειστή με τρόπο που εξισορροπεί τον συσχετισμό δύναμης των ομάδων της κοινότητας (οπ.π: 24-25).

Σύμφωνα με τον Georges Balandier, ο εγγενώς διφορούμενος χαρακτήρας της εξουσίας, όπως παρουσιάζεται καθαρά στις ακρατικές κοινότητες, έγκειται στο ότι η εξουσία, αφενός πάντοτε εξασφαλίζει προνόμια στους κατόχους της στηριζόμενη σε μια λιγότερο ή περισσότερο εμφανή κοινωνική ανισότητα, αφετέρου υπόκειται πάντοτε σε αμφισβήτηση. «Στις αφρικανικές κοινωνίες που δεν εμφανίζουν συγκέντρωση της εξουσίας-για παράδειγμα στις κοινωνίες των Φάνγκ και των λαών που γειτονεύουν με το Γκαμπόν ή το Κονγκό-υπάρχουν διορθωτικοί μηχανισμοί που απειλούν με θάνατο όποιον κάνει κατάχρηση της εξουσίας του ή του πλούτου του. Σε ορισμένα παραδοσιακά κράτη της Μαύρης Αφρικής, οι εντάσεις που απορρέουν από την ανισότητα των συνθηκών απελευθερώνονται σε καθορισμένες περιστάσεις και φαίνεται τότε ότι οι κοινωνικές σχέσεις βρίσκονται, ξαφνικά και πρόσκαιρα, ανεστραμμένες. Η αντιστροφή όμως αυτή ελέγχεται: παραμένει οργανωμένη στα πλαίσια των κατάλληλων τελετουργικών που μπορούν, από τη σκοπιά αυτή, να ονομαστούν τελετουργικά εξέγερσης, […] η υπέρτατη πανουργία της εξουσίας είναι να αυτοαμφισβητείται τελετουργικά για να εδραιώνεται αποτελεσματικότερα» (Balandier, 1990: 69). Ο Balandier σταχυολογεί από τη συγκαιρινή του ανθρωπολογία , μεταξύ άλλων, τα παραδείγματα των ακρατικών κοινοτήτων των Τιβ, των Τικόπια, των κοινωνιών της Νέας Καληδονίας, των Φάνγκ του Γκαμπόν, των Νάνντι της Κένυα, των Γκίζου της Ουγκάντα, των Σιάνε της Νέας Γουινέας, των Νήσων Τρόμπιαντ της Μελανησίας, της Σομαλίας (οπ.π: 94 και επ.). Από τον ορκογιότ των Νάνντι, που δεν είναι το κυρίαρχο πρόσωπο στη φυλή αυτή δίχως να είναι αρχηγός ή δικαστής παρά μόνο τελετουργικός εμπειρογνώμονας που παρεμβαίνει με αποφασιστικό τρόπο στις υποθέσεις της φυλής, έχοντας το διπλό πρόσωπο της αγαθοεργής τάξης και του καταναγκασμού ή της βίας, μέχρι την ποιμενική δημοκρατία των Σομαλών κτηνοτρόφων και την εξισωτική ιδεολογία των Φάνγκ, που επιβάλλει την αρχή της ανακατανομής του πλούτου όποτε διαπιστώνεται μια καταχρηστική συσσώρευση αγαθών από οποιαδήποτε οικογένεια, ομάδα ή κλαν, ο Balandier σκιαγραφεί μια «διαλείπουσα εξουσία». Μία εξουσία «πολυμερή», «διάχυτη», «βασικά ασταθή», με μεταβαλλόμενες πολιτικές ενότητες και συμμαχίες, που παρά τις ανισότητες και τις ποικίλες ιεραρχήσεις κατά ηλικιακές τάξεις, φύλο, συγγενειακές γενεαλογικές γραμμές ή σύμφωνα με την τελετουργική εξειδίκευση, δεν ξεπερνούν το κατώφλι συγκεντροποίησης της πολιτικής εξουσίας που θα ισοδυναμούσε με κράτος, με κρατικό δίκαιο και κρατική βία (οπ.π: 111).

Οι Fortes και Evans-Pritchard, στο έργο τους African Political Systems και για λογαριασμό των αποικιοκρατών προσπάθησαν να κατανοήσουν τη διακυβέρνηση δίχως κράτος των αφρικανικών κοινοτήτων, προσέφεραν στην πολιτική ανθρωπολογία μια συστηματική μελέτη της λειτουργίας πολλών φυλών δίχως κράτος, με εμβληματικό παράδειγμα τους Nuer. Ο Evans-Pritschard ξεκίνησε την έρευνά τους στους Nuer το 1930 με παραγγελία κι χρηματοδότηση της (αποικιακής) κυβέρνησης του αγγλο-αιγυπτιακού Σουδάν, καθώς η Βρετανική Αυτοκρατορία, ήθελε να γνωρίσει τις ιθαγενείς πολιτικές δομές και να της χρησιμοποιήσει σύμφωνα με την τακτική της «έμμεσης διακυβέρνησης» τόσο των Nuer όσο και άλλων ακέφαλων κοινωνιών (Σομάλι, Τιβ κλπ). Αναφέρει πως η Nuer είναι μια «οργανωμένη αναρχία» ενός συνόλου φυλών, που αριθμούν από 5.000 κατά κανόνα μέχρι 30.000-45.000 οι μεγαλύτερες φυλές. Ας δούμε λοιπόν την περιγραφή του Pritschard του πολιτικού και δικαιϊκού συστήματος των Νουέρ, που τους χαρακτηρίζει ως σύστημα «οργανωμένης αναρχίας»:
«Tο πολιτικό σύστημα λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό μέσω του θεσμού των αντεκδικήσεων, ο οποίος ρυθμίζεται από ένα θεσμό που είναι γνωστός ως «ο αρχηγός με το δέρμα της λεοπάρδαλης», τίτλο που διατηρούμε, παρότι ο όρος «αρχηγός» είναι παραπλανητικός […] Όταν ένας άνδρας σκοτώσει κάποιον άλλον, πρέπει να πάει αμέσως στον «αρχηγό», για να τον εξαγνίσει τελετουργικά. Aν φοβάται εκδίκηση, όπως συμβαίνει συνήθως, μπορεί να μείνει στο σπίτι του αρχηγού, γιατί είναι ιερό άσυλο. Tους επόμενους μήνες, ο «αρχηγός» αποσπάει από τους συγγενείς του φονέα την υπόσχεση ότι θα καταβάλουν αποζημίωση για να αποφύγουν τις αντεκδικήσεις και προσπαθεί να πείσει τους συγγενείς του θύματος να δεχτούν την αποζημίωση […]Eδώ πρέπει να ειπωθεί ότι ο «αρχηγός» δεν κρίνει την υπόθεση (για την ενοχή ή όχι κάποιου) ούτε μπορεί να επιβάλει την αποδοχή της απόφασής του. Φαίνεται ότι πιέζει, με την επιμονή του, τους συγγενείς του νεκρού να δεχτούν αποζημίωση, απειλώντας τους και με κατάρες, αλλά αυτό είναι μια σύμβαση ώστε να διατηρήσουν το γόητρό τους. Έτσι, αν κλείσει η υπόθεση, αυτό δεν οφείλεται στην άσκηση καταναγκασμού από μέρους του «αρχηγού», αλλά στην αναγνώριση των δεσμών κοινότητας μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών και της ηθικής υποχρέωσης, λόγω αυτών, να διευθετηθεί η υπόθεση […]Ο «αρχηγός» και οι πρεσβύτεροι και από τις δύο πλευρές μπορούν να εκφράσουν τη γνώμη τους για το περιεχόμενο μιας υπόθεσης. Όμως ο «αρχηγός» δεν μπορεί να καλέσει τους αντίδικους, γιατί δεν διαθέτει ούτε δικαστήριο ούτε δικαιοδοσία και κυρίως, δεν διαθέτει τα μέσα για να επιβάλει συμμόρφωση/υπακοή. Tο μόνο που μπορεί να κάνει είναι να μεταβεί, μαζί με τον «μηνυτή» και μερικούς πρεσβύτερους από την κοινότητά του, στο σπίτι του «κατηγορούμενου» και να ζητήσει από αυτόν και τους συγγενείς του να συζητήσουν το θέμα. Tο θέμα μπορεί να λυθεί μόνον αν και οι δύο πλευρές είναι πρόθυμες να το υπαχθούν σε διαιτησία. Eπίσης, μολονότι ο «αρχηγός», έπειτα από διαβουλεύσεις με τους γέροντες, μπορεί να εκδώσει «απόφαση», η απόφαση αυτή λαμβάνεται έπειτα από γενική συμφωνία και, κατά συνέπεια, προκύπτει, σε μεγάλο βαθμό, από την παραδοχή εκ μέρους της μίας πλευράς ότι η άλλη πλευρά έχει το δίκιο με το μέρος του. Ωστόσο, είναι πολύ σπάνιο να ζητηθεί στον «αρχηγό» να ενεργήσει ως «διαιτητής» και δεν υπάρχει κανείς άλλος με αρμοδιότητα παρέμβασης στις διαμάχες, οι οποίες συνήθως επιλύονται με άλλες «νομικές μεθόδους». Oι Nούερ, λοιπόν, δεν έχουν «νόμο», με τη στενή έννοια του όρου. Oυδείς διαθέτει νομοθετικές ή δικαστικές αρμοδιότητες. Aναγνωρίζονται μεν συμβατικά ορισμένες αποζημιώσεις για όποιον έχει υποστεί ορισμένες ζημιές ή βλάβες –σε περίπτωση μοιχείας με τη γυναίκα του, «αποπλάνησης» της κόρης του, κλοπής, ωστόσο, αυτές δεν συνιστούν δικαιϊκό σύστημα, γιατί δεν υπάρχει εγκατεστημένη και αμερόληπτη αρχή που να αποφασίζει για το δίκαιο και το άδικο ούτε εξωτερική δύναμη που να επιβάλει την απόφαση που τυχόν θα ληφθεί […] Θεωρητικά, μπορεί κανείς να επιτύχει επανόρθωση από οποιοδήποτε μέλος της φυλής του, αλλά, στην πράξη, οι πιθανότητες είναι μικρές αν ο άλλος δεν είναι μέλος της τοπικής του κοινότητας και συγγενής. H ισχύς του «νόμου», λοιπόν, ποικίλλει ανάλογα με τη θέση των «αντιδίκων» στην πολιτική δομή και, με αυτή την έννοια, ο «νόμος» των Nούερ είναι ουσιαστικά σχετικός, όπως η ίδια η δομή» (Pritchard, Fortes, 1940-2011/2012: 135 και επ.). O Pritschard επιβεβαιώνει και τον ισχυρισμό του Clastres για τον ριζοσπαστικό, αντι-κρατικό προφητικό λόγο: «Oι Nούερ προφήτες αποτέλεσαν την καρδιά της αντίστασης των Nούερ στη βρετανική διακυβέρνηση. Γι ‘αυτό βρίσκονταν σε δυσμένεια, ενώ οι πιο ισχυροί από αυτούς βρίσκονταν υπό περιορισμόν ή στην «παρανομία», την εποχή που βρισκόμουν στη χώρα των Nούερ […]Mολονότι υπάρχουν ενδείξεις ότι οι πρώτοι προφήτες δεν διέθεταν περισσότερο από τελετουργικές αρμοδιότητες, οι μεταγενέστεροι φαίνεται ότι άρχισαν να διευθετούν διενέξεις, στις περιοχές τους τουλάχιστον. H πολιτική τους όμως σημασία έγκειται αλλού. Ήταν η πρώτη φορά που ένα πρόσωπο συμβόλιζε, έστω και σε καθαρά πνευματική μορφή, την ενότητα μιας φυλής, γιατί οι προφήτες ήταν ουσιαστικά φυλετικές μορφές, αν και –πράγμα επίσης μεγάλης πολιτικής σημασίας- η επιρροή τους συχνά εκτεινόταν πέραν των ορίων τηςφυλής και συνέβαλαν στην ανάπτυξη ενός μεγαλύτερου βαθμού ενότητας μεταξύ γειτονικών φυλών, απ’ ό,τι φαίνεται να υπήρχε έως τότε. Aν προσθέσουμε ότι υπήρχε η τάση το πνεύμα που είχε καταλάβει τον προφήτη να μεταβιβάζεται στο γιο του, δικαίως μπορούμε να συμπεράνουμε ότι συντελείτο μια ανάπτυξη που οδηγούσε (ή θα οδηγούσε) στην ανάδυση μιας πολιτικής ηγεσίας και να εξηγήσουμε αυτές τις αλλαγές με αναφορά στην αραβική και την ευρωπαϊκή εισβολή» (οπ.π: 139). Mεταγενέστερες μελέτες έδειξαν ότι τα τμηματοποιημένα συστήματα σε άλλες, επίσης ακρατικές κοινωνίες εμφανίζουν μια αρκετά μεγάλη γκάμα αποκλίσεων και διαφοροποιήσεων, ιεραρχήσεων και ανισοτήτων σε σχέση με τους Nuer. Tέτοια παραδείγματα αποτελούν οι Tιβ της Nιγηρίας, τους οποίους μελέτησε ο P. Bohannan, και οι Tικόπια της Πολυνησίας, τους οποίους μελέτησε ο R. Firth. Oι John Middeton και David Tait, σε συνέχεια του African Political Systems, εμβαθύνουν στη γνώση των αφρικανικών συστημάτων και παρουσιάζουν τα αποτελέσματα των ερευνών τους στο Tribes without Rulers. Όταν γράφεται το βιβλίο, το 1958, οι Τίβ (800.000 μέλη), οι Lugbara (240.000), οι Amba (30.000) και οι Konkomba (45.000), οι Dinka (900.000) και οι Mandari (15.000) αναγνωρίζονται όλες ως κοινότητες χωρίς κράτος, με ποικίλες ωστόσο διαβαθμίσεις ιεραρχίας, που ομαδοποιούνται από τους συγγραφείς σε τρεις γενικές κατηγορίες (Middleton-Tait, 1958: 28). Η μεγαλύτερη πληθυσμιακά φυλή, οι Dinka, περιγράφονται ως μια συνομοσπονδία φυλών, καθεμία από τις οποίες ορίζει έναν ιερέα και έναν πολεμιστή, σχηματίζοντας κατά αυτό τον τρόπο ένα γενικό συμβούλιο των φυλάρχων.Οι Lugbara (στην Ουγκάντα), με πληθυσμό 250.000 περίπου, δεν είχαν βασιλιάδες και ούτε (παραδοσιακά) αρχηγούς αρχηγούς, τους διόρισαν οι άγγλοι αποικιοκράτες. Δεν έχουν πολιτική εξουσία, και δείχνουν σεβασμό στις οικογενειακές σχέσεις ιεραρχίας. Οι μέθοδοι επίλυσης διαφορών ποικίλουν, ανάλογα με το πόσο εκτεταμένη είναι η σύγκρουση. Η μονομαχία, η βεντέτα, η μαγεία και άλλες ιεροτελεστίες, οι «εξωδικαστικές» συμφωνίες θύματος-θύτη με διαμεσολαβητές τους γηραιότερους, αλλά και η κατ’εξαίρεση διαιτησία και οι δίκες, μέχρι και τοπικά περιορισμένες πολεμικές συγκρούσεις, είναι μερικές από τις μεθόδους επίλυσης των διαφορών (οπ.π: 203, και Scwarz, Turner, Tuden, 1966: 152).

Οι Kuikuru είναι μια φυλή που μιλά Καραϊβικά στη κεντρική Βραζιλία (οπ.π: 73), με ακρατική κοινωνική οργάνωση. Ανάλογη δομή διακρίνει και τους Carib-Speaking Waiwai, καθώς και άλλες φυλές στα Τροπικά δάση. Οι Kuikuru δεν έχουν διακριτή πολιτική σφαίρα. Δεν είναι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες αλλά ασχολούνται με την οπωροκηπευτική καλλιέργεια, με ανεπτυγμένες, σε σχέση με τους κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες, οικονομικές πρακτικές και έναν εκτεταμένο κύκλο τελετουργιών (οπ.π: 79). Στις παραπάνω μορφές επίλυσης διαφορών που αναφέρθηκαν σε συνθήκες «οργανωμένης αναρχίας», η ανθρωπολογική έρευνα έχει να προσθέσει στη γκάμα των κυρώσεων τη μέθοδο του κοινωνικού εξοστρακισμού, περιστασιακά τη δολοφονία του θύτη από το κοινωνικό σύνολο, τη μαντεία και τον μαγικοθρησκευτικό στιγματισμό, τη πρόσκληση πόνου (οπ.π: 76-77). Στους Kuikuru υπάρχει αρχηγός μόνο κατ’όνομα, καθώς δεν έχει έλεγχο της πολιτικής, οικονομικής ή εθιμοτυπικής και τελετουργικής συμπεριφοράς. «Η τυπική ηγεσία και αυθεντία είναι τόσο αδύναμες ανάμεσα στους Kuikuru που οριακά υπάρχουν, και συχνά οι παραβιάσεις των κανόνων μένουν ατιμώρητες». Ο αρχηγός συχνά αποφασίζει τις μετακινήσεις της φυλής και αντιπροσωπεύει τη φυλή σε άλλες φυλές. Υπάρχουν και «επικουρικοί» αρχηγοί με συγκεκριμένες αρμοδιότητες (π.χ αρχηγός εμπορικών συναλλαγών). Η κύρια αδυναμία της ηγεσίας εντοπίζεται α) στην αναρμοδιότητά της να ασκεί μέσα εξαναγκασμό β) στην αδυναμία σταθερής κληρονομικής διαδοχής του ηγεμονικού τίτλου. Υπάρχει κληρονομική μεταβίβαση, όμως η αρχηγία παραμένει πάντα τρωτή και ανοιχτή στην ανατροπή από τη φυλή, σε περιπτώσεις κατάχρησης της εξουσίας ή ανικανότητας του αρχηγού να ανταποκριθεί στα συλλογικά καθήκοντα.
Ιδιαίτερο ανθρωπολογικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση των Εσκιμώων (οπ.π: 255) Οι Εσκιμώοι έχουν παράσχει στους ανθρωπολόγους πλούσιου υλικό μη τυποποιημένης, πρωτότυπης δικαιϊκής επίλυσης των διαφορών, όπως αγώνες πάλη και δημόσιοι διαγωνισμοί τραγουδιού. Συχνά η κοινότητα τιμωρεί συλλογικά ατομικούς παραβάτες των άτυπων κανόνων του τρόπου ζωής, όμως λείπει η υπερεξουσία ενός κέντρου ελέγχου και
πειθάρχησης. Αντ’αυτού, εμφανίζεται ένα «συμβούλιο των γερόντων», τόσο στους νομαδικούς όσο και στους μόνιμα εγκατεστημένους πληθυσμούς. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της κοινότητας των Εσκιμώων, που περιελάμβανε στα μέσα του 20ου αιώνα περίπου 20.000 μέλη απλωμένα σε μια έκταση 6.000 μιλίων, σε σχέση με άλλες μη κρατικές «πρωτόγονες» κοινότητες, είναι ο σχετικά μικρός ρόλος των δεσμών συγγένειας στην κοινωνική οργάνωση της ζωής σε σχέση με τη ζωή άλλων ακρατικών κοινοτήτων, (Gasey, 2012: 103). Στους Ila, μία ποιμενική φυλή στη νοτιοδυτική γωνία της Ζάμπια (Swartz, Turner, Tuden, 1966: 275), δεν υπάρχει παγιωμένη, μόνιμη αρχηγία, ούτε σαφώς καθορισμένες εδαφικές, δικαιοδοτικές, κυβερνητικές ή κατασταλτικές λειτουργίες. Κάθε ομάδα διαθέτει τους δικούς της εθιμικούς κανόνες συμπεριφοράς τους οποίους υπερασπίζεται έναντι των άλλων ομάδων. Οι διαβαθμίσεις των συγγενειακών ομάδων βασίζονται σε προσωρινά κριτήρια, κυρίως στον αριθμό των ακολούθων κάθε ομάδας, που καθορίζεται από τους παράγοντες της γενναιοδωρίας και της αναδιανομής πλούτου, της ισχύος των φιλικών δεσμών. Οι αρχηγοί των ομάδων είναι γνωστοί ως mosulozhi («επικεφαλής») και mukaindi («μεγάλοι»). Οι ιδιότητες που πρέπει να τους διακρίνουν είναι γενναιοδωρία στο διαμοιρασμό του πλούτου, ρητορική ικανότητα στη διευθέτηση διαφορών, ικανότητα στη διαμεσολάβηση διαφορών, έλλειψη ζήλιας και φθόνου. Είναι διαχειριστές της συλλογικής περιουσίας της γης και των βοοειδών, ωστόσο η θέση τους δεν είναι αντικείμενο φθόνου καθώς τα μέλη της ομάδας κατέχουν ιδιοκτησιακά δικαιώματα και συμμετέχουν στη διαχείριση των αγαθών και της περιουσίας. Στη σχέση αρχηγού-μελών των ομάδων δεν εμφανίζονται χαρακτηριστικά κυριαρχίας. Σπάνια, εφαρμόζεται ο εξοστρακισμός ή η αποβολή του αρχηγού από τις ομάδες. Σε σύγκριση με τους Ila, η κοινωνική δομή των Swat Pathans (οπ.π, 275 και επ.) είναι πιο πολύπλοκη και περιλαμβάνει μια μεγαλύτερη ποικιλία κοινωνικών ομάδων από τους παραπάνω. Η εξουσία έχει μια δυαδική βάση. Αφενός ο αρχηγός, khan, διακρίνονται για την κατοχή γης, χρήματος και γυναικών, ενώ γίνεται μάχη για τη διαδοχή της ηγεσίας. Η ισχύς τους βασίζεται ουσιαστικά για την ικανότητά τους να προσελκύουν ακολούθους μέσω της ρητορικής πειθούς, της διανομής δώρων αλλά και της βίας. Αφετέρου, «άγιοι» ιερείς, φακίρηδες mullahs, με θρησκευτική θέση, των οποίων η εξουσία δεν βασίζεται στο χρήμα και τη βία. Σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ των μελών των ομάδων ή διαφορετικών αρχηγών ομάδων, διαμεσολαβούν χρησιμοποιώντας τις υπερφυσικές δυνάμεις τους για να αποδώσουν δικαιοσύνη. Σε αυτές τις φυλές, παρά τις μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές διαφορές, δεν υπάρχει πολιτική εξουσία και δικαστικά, κυβερνητικά, κατασταλτικά όργανα διακριτά από την κοινότητα. Οι αρχηγοί διαδραματίζουν κυρίως τον ρόλο οργάνων της ίδιας της κοινότητας για την αυτοσυντήρηση και την πολιτισμική συνοχή της.
Η κοινότητα των Pemon, στα δάση της Βενεζουέλας, ταξινομείται ως κοινότητα ισότητας, οργανωμένης αναρχίας με τις πολιτικές λειτουργίες να διαχέονται στο κοινοτικό σώμα. Οι Pemon, που καταγράφηκαν πρώτη φορά από δυτικούς ερευνητές το 18ο αιώνα, το 1980 είχαν πάνω από 4.000 μέλη. Χαρακτηρίζονται από την έλλειψη κάθετης ιεραρχίας, την αρχή της αμοιβαιότητας, την ελάχιστη τυποποίηση του δικαίου και εσωτερικευμένους κανόνες συμπεριφοράς, την απουσία μιας σταθερής, υποχρεωτικής πρόσδεσης στο σύστημα εργασίας, το φόβο της μαγείας και του εξοστρακισμού ως πειθαρχική αρχή, την ιεροποίηση της κοινωνικής οργάνωσης. Οι διάφοροι αρχηγοί διακρίνονται για τις ικανότητές τους ανά τομείς (έμποροι, προφήτες, σαμάνοι, πολέμαρχοι, κ.α), με αλληλοεπικαλυπτόμενες εξουσίες και περιορίζοντας ο ένας το εύρος της εξουσίας του άλλου, δεν δίνουν διαταγές αλλά προτρέπουν, υπενθυμίζουν και προσπαθούν να πείσουν για όσα προτείνουν, ενώ ελέγχονται διαρκώς για το αν ξεπερνούν τα επιτρεπτά από την κοινότητα όρια. Εντυπωσιακό στοιχείο στην πολιτισμική τάξη των Pemon είναι ο σεβασμός στην αυτονομία του κάθε μέλους. Ο κοινωνικός έλεγχος των μελών κατά κανόνα δεν είναι ρητός και δεν χρησιμοποιεί μέσα εξαναγκασμού, η εξουσία είναι περιορισμένη και επικρατεί η λογική της «επιρροής», αντί της «εξουσίας» και του «εξαναγκασμού», των επιθυμιών. Τα χαρακτηριστικά αυτά της κοινωνικής οργάνωσης των Pemon παραμένουν σχετικά σταθερά τον τελευταίο αιώνα, παρά τις σημαντικές τεχνολογικές και οικονομικές αλλαγές που έχουν επέλθει (Thomas, 1982: 1-10). Όσον αφορά ειδικότερα το ζήτημα της αρχηγίας, στους Pemons οι αρχηγοί δεν μπορούν να διακριθούν ξεκάθαρα από τη φυλή, αφού δεν έχουν μια σταθερά ξεχωριστή κοινωνική θέση, παρά μόνο αναλαμβάνουν καθήκοντα ανά περιπτώσεις, η αυθεντία τους αναγνωρίζεται ως ξεχωριστά προσωπική και όχι απορρέουσα από έναν διοικητικό ρόλο, διακρίνονται κυρίως για τις ιερές και κοσμικές γνώσεις τους. Σε ανάλογα συμπεράσματα καταλήγει ο Charles J-H Macdonald (Macdonald: 2009), μελετώντας τη φυλή Palawan στις Νότιες Φιλιππίνες για πάνω από 30 χρόνια. Η Palawan αποτελείται από 45.000 ανθρώπους οργανωμένους σε συγγενειακούς κύκλους και κατά τόπους ομάδες, όπου η αυθεντία βασίζεται στην επιρροή και την πειθώ και όχι στην εξουσία-εξαναγκασμό. Tα μέλη της φυλής Palawan χαρακτηρίζονται, όπως όλες οι ακρατικές κοινότητες κατά τον συγγραφέα, από κοινές αξίες και ιδανικά, προσωπικούς δεσμούς και φιλική εγγύτητα, και την αρχή του διαμοιρασμού.
Σύμφωνα με τον V.W.Turner, oι Kafwana και τα άλλα μέλη της κοινότητας των Ndembu του Κογκό αναγνωρίζονται ως αρμόδια να ασκούν εξουσία πάνω στον αρχηγό της φυλής. Ο αρχηγός δεν πρέπει «να κράτα την αρχηγία για τον εαυτό του» και θα πρέπει να «γελά μαζί με τους ανθρώπους». Στις κοινότητες αυτού του τύπου ο αρχηγός αναγνωρίζονται ως «σκλάβος» και «υπηρέτης» του λαού, με τον ίδιο τρόπο που ο Πάπας αναγνωρίζεται στη δυτική χριστιανοσύνη ως υπηρέτης του Θεού, serous servorum Dei (Turner, 1966: 102-104). Για τον Gerard Casey, το παράδειγμα της αρχαίας ιρλανδικής κοινωνίας, από το 500 π.χ μέχρι το 1600 μ.χ περίπου, είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό για τις ημι-αναρχικές αρχές οργάνωσης που διέπουν τη ζωή περίπου 500.000 ιρλανδών, μοιρασμένους σε 150 κοινότητες, 3000 σε κάθε κοινότητα. Το ιρλανδικό δίκαιο ήταν προϊόν ενός σώματος ιδιωτών και επαγγελματιών δικαστών και «ήταν ευέλικτο και ικανό για ανάπτυξη ανταποκρινόμενο σε εξελισσόμενες κοινωνικές συνθήκες». Οι δικαστές έβγαζαν την ετυμηγορία και ο εξαναγκασμός των κρίσεων επηρεαζόταν από ένα σύστημα εγγυήσεων. Υπήρχαν τρεις μορφές εγγυήσεων: α) δέσμευση της τιμής και της υπόληψης-honour price β) φυλακή και εγγύηση της προσωπικής ελευθερίας, ή γ) αποζημίωση σε περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων. Δεν υπήρχε ανάγκη προσφυγής στο μονοπώλιο της κρατικής βίας, αλλά οι εγγυήσεις αυτές επιβάλλονταν από την κοινότητα (Gasey, 2012: 105-107). Σύμφωνα με τον ίδιο συγγραφέα, η ακρατική κοινότητα των Σομαλών διέπεται από το εθιμικό δίκαιο, η εξουσία δεν διακρίνεται σε εκτελεστική και νομοθετική, τα συμβούλια από τις ανώτερες οικογένειες έχουν απλά γνωμοδοτικό χαρακτήρα και οι προτάσεις τους συνομολογούνται όχι σε ψηφοφορία αλλά με ομοφωνία. Το εθιμικό δίκαιο των Σομαλών αρνείται την ίδια την ιδέα ότι κάποιοι πρέπει να άρχουν και άλλοι να άρχονται.

Σύμφωνα με τον μελετητή της ανθρωπολογίας Σωτήρη Δημητρίου, τα κυριότερα χαρακτηριστικά της «εξισωτικής» προκρατικής κοινωνικής οργάνωσης είναι:
 1) Συλλογικότητα, διαδικασίες αμοιβαίες ανταπόδοσης και γενναιοδωρίας 2) ατομική αυτονομία και αίσθημα ισότητας 3) απουσία διακρίσεων μεταξύ φύλου και εξαναγκαστικής αγωγής 4) λήψη αποφάσεων με κοινή συναίνεση 5) απουσία αρχηγού 6) μηχανισμοί μη βίας: α) τα δίκτυα εταίρων και ανταπόδοσης, β) εξοστρακισμός και κοινωνική απομόνωση γ) η γλωσσική επικοινωνία μέσω της διαιτησίας από έναν τρίτο, μέσω των αστεϊσμών και του τραγουδιού κ.α δ) τα τελετουργικά αναπαράστασης και εκτόνωσης των κοινωνικών αντιθέσεων και των αντιδικιών ε) η διπλή κινητικότητα διασποράς-συγκέντρωσης, που νομαδικά από κάθε επίδοξη συγκεντροποιημένη εξουσία τη δυνατότητα εφαρμογής της πάνω σε έναν μόνιμα εγκατεστημένο πληθυσμό. Ο Σ.Δημητρίου αντλεί τα παραδείγματά του από τους Κουνγκ, Χάτζα, Ατσέ, Νετσιλίκ, Μπούτι, Ικ, Παλιγιάν, Παϊούτι, Μπαντού, Ουαϊκιούρι, Αλακαλούφ, Ανταμανέζους, Πυγμαίους, Αϊνού, Μπίρχορ, Σεμάνγκ, Καρίμπου Αλεούτους, Ιγκλουλίκ, Σαν, Σιριόνο, Τρόμπιαντ, κ.α (Δημητρίου, 1997: 209 και επ.). Σε ανάλογα συμπεράσματα καταλήγουν οι «σπουδές ειρήνης», που προσπαθούν από πολλές εμπειρικές περιπτώσεις να αντλήσουν συμπεράσματα περί του nonviolent conflict management, δηλαδή περί της μη βίαιης διαχείρισης των κοινωνικών συγκρούσεων. Οι Hopi της Νότιας Αριζόνας, oι Rotumans του Ανατολικού Ειρηνικού, οι Paliyans της Νότιας Ινδίας οι La Paz του Μεξικού, οι Mardu Aborigines της Αυστραλίας, οι Nubias της Βόρειας Αφρικής, οι Sama Dilaut της Ανατολικής Ασίας, οι Semaia της Μαλαισίας, περιγράφονται ως χαρακτηριστικές περιπτώσεις ειρηνικών κοινωνιών (Kemp, Fry: 2004). Η ύπαρξη των ειρηνικών κοινωνιών δημιουργεί πρόβλημα στην χομπσιανή οπτική ότι οι άνθρωποι είναι φύσει ανταγωνιστικοί και εχθρικοί μεταξύ τους, σε βαθμό που επιβάλλει τη συγκρότηση κράτους. Η προκατάληψη αυτή οδηγεί στην παραγνώριση των ανθρωπολογικών δεδομένων, στη σκόπιμη διαστρέβλωση και παρερμηνεία τους. Στις ειρηνικές κοινωνίες, όπου οι κοινωνικές συγκρούσεις επιλύονται ως επί το πλείστον δίχως βία και δίχως κρατικό εξαναγκασμό, παρατηρούνται κάποια κοινά επαναλαμβανόμενα μοτίβα που φαίνεται να συναπαρτίζουν τους κοινωνικούς όρους και τους μηχανισμούς που συντελούν στη μη βίαιη διαχείριση των συγκρούσεων. Οι βασικές αυτές αρχές (οπ.π: 160 και επ.) είναι: α) πυρηνικές αξίες της κοινότητας που προάγουν τη μη βίαιη συμπεριφορά β) Αποφυγή των συγκρούσεων μέσω της κίνησης στο χώρο γ) αυτοπεριορισμός και αυτοέλεγχος (με διάφορα επιμέρους μέτρα, π.χ περιορισμοί στο αλκοόλ όπως συμβαίνει στους Hopi, τους Paliyan, τους Nubians και τους Mardu) εκτόνωση με μη βίαια μέσα δ) διαιτησία από τρίτα μέρη που διαδραματίζουν το ρόλο του ειρηνοποιού, του διαμεσολαβητή, του κριτή που απονέμει έχοντας συμβολικό κύρος τη δικαιοσύνη κ.α ε) συμφωνία-ομοφωνία στη λήψη των αποφάσεων και ελαχιστοποίηση των αρνητικών συναισθημάτων, κυρίως του θύματος στ) μηχανισμοί κοινωνικού ελέγχου, τυπικοί (σωματικές, χρηματικές κ.α θεσμοποιημένες κυρώσεις) και άτυποι (κριτική, γελοιοποίηση και κοινωνική περιθωριοποίηση, κουτσομπολιό, φόβος υπερφυσικής τιμωρίας, κατάρες). Επιπλέον, πολύ σημαντικό ρόλο παίζει η εκπαίδευση και η κοινωνικοποίηση των παιδιών με σκοπό την εσωτερίκευση των κοινοτικών αξιών.

Πέρα από την «πολιτική ανθρωπολογία» και τις «σπουδές ειρήνης», διάφορες μελέτες της επιστήμης του δικαίου επικεντρώνονται όχι γενικά στη σχέση εξουσίας αλλά πιο συγκεκριμένα διαδικασίες απονομής δικαιοσύνης και
δικαιϊκής επίλυσης των συγκρούσεων δίχως τη μεσολάβηση του Κράτους, από τη σκοπιά της λεγόμενης επανορθωτικής ή αποκαταστατικής δικαιοσύνης. Το σύστημα δικαιοσύνης των Afikpo στη Νοτιο-ανατολική Νιγηρία μελετάται από τον Ο.Oko Elechi στο έργο του Doing Justice without State από τη σκοπιά της επανορθωτικής, κοινοτιστικής δικαιοσύνης. Aπό το 1902 και την επιβολή της αποικιοκρατίας, το σύστημα δικαιοσύνης των Afikpo πήρε μια δευτερεύουσα θέση στην ρύθμιση της κοινωνικής ζωής, εξακολούθησε ωστόσο να λειτουργεί αποτελεσματικά. Μετά το τέλος της αποικιοκρατίας και παρά την επιβολή από το νιγηριανό κράτος ενός κρατικού δικαίου, το μοντέλο των Afikpo εξακολουθεί να επιβιώνει και να ριζώνει στις τοπικές παραδόσεις, κουλτούρες και έθιμα των ανθρώπων.
Το σύστημα δικαιοσύνης είναι επικεντρωμένο στο θύμα και τα συναισθήματά του-η επανόρθωσή της βλάβης που έχει υποστεί προβάλλεται ως ο κύριος στόχος της δικαιοσύνης. Το σύστημα αυτό κρίνεται ως ευέλικτο, δυναμικό, δημοκρατικό, ανθρώπινο. Τα «ανθρώπινα δικαιώματα» υποστηρίζει η συγγραφέας αναγνωρίζονταν ήδη εθιμικά στην προ-αποικιοκρατική Αφρική, και φέρνει ως παραδείγματα της κοινωνικοπολιτική οργάνωση των Ashanti στη Γκάνα και των Igbo τη Νιγηρία (O.Oko Elechi, 2006: Πρόλογος). Οι μηχανισμοί απονομής δικαιοσύνης και επίλυσης των κοινωνικών συγκρούσεων περιλαμβάνουν μια σειρά θεσμών διαφορετικών επιπέδων (οπ.π: 117 και επ.-κεφ.6, και 221 και επ.-Συμπεράσματα). Η οικογένεια, στις πατρογραμμικές και μητρογραμμικές συνομαδώσεις, αποδίδει δικαιοσύνη μεταξύ των μελών της με κύριο σκοπό την κοινωνική αμοιβαιότητα και την αποκατάσταση της αρμονίας εντός της ομάδας. Σπάνια επιβάλλονται χρηματικές ποινές. Η παραδοσιακή απονομή της δικαιοσύνης είναι στη πραγματικότητα μια συμβουλιακή διαδικασία, που αποσκοπεί στο να έχει μια θετική επίδραση στον παραβάτη και να αποκαταστήσει την κοινωνική αρμονία. Η διαδικασία αυτή εκτυλίσσεται μέσω της συμμετοχής, της διαπραγμάτευσης και ενισχύει την κατανόηση και τη θεραπεία τόσο του θύματος όσο και του παραβάτη. Η κοινωνική οργάνωση των Afikpo περιλαμβάνει τόσο πατρογραμμικά όσο και μητρογραμμικά συστήματα ταξινόμησης και ιεραρχίας, και κάθε μέλος της φυλής ανήκει και στα δύο. Κάθε τέτοιο σύστημα είναι αρμόδιο για την δικαιϊκή επίλυση των περισσότερων συγκρούσεων μεταξύ των μελών του. Το σύστημα ιεραρχίας κατά ηλικιακές κλάσεις είναι άλλος ένας κύριος θεσμός επίλυσης διαφορών και κοινωνικού ελέγχου στην Afikpo.Τα καθήκοντα των γηραιότερων της κάθε ηλικιακής κλάσης είναι εκτελεστικά, και αφορούν τον εντοπισμό και το μοίρασμα καλλιεργήσιμων εδαφών, την οργάνωση της κοινοτικής εργασίας, το χτίσιμο και τη συντήρηση σπιτιών και άλλων υποδομών, όπως δρόμων προς τις αγορές και τα αγροκτήματα, την οργάνωση των νεότερων στην εκτέλεση τελετουργιών και άλλων κοινωνικών δραστηριοτήτων. Η θρησκευτική εξουσία των γηραιών, που πηγάζει από την παράδοση των προγόνων, συναρτάται άμεσα με την αξίωση ισχύος και αυθεντίας κατά την άσκηση των δικαιϊκών τους καθηκόντων. Οι ιερείς γηραιοί αποτίουν φόρο τιμής και θυσία αγαθών στους προγόνων, φροντίζοντας για την ηθική ισορροπία της κοινότητας. Ως προς τις δικαστικές τους αρμοδιότητες, οργανώνουν ανοιχτές συνελεύσεις-δικαστήρια, όπου το κάθε μέλος της κοινότητας, χωρίς να εξαιρείται καμία γυναίκα ή παιδί, έχει λόγο και δική του θέση κατά τη διαμόρφωση της κοινής απόφασης που λαμβάνεται με ομοφωνία, ύστερα από κοπιαστικές πολύωρες διαδικασίες. Το ανώτερο γενικό συμβούλιο απόδοσης δικαιοσύνης είναι στην πόλη Okpota, το «δικαστήριο έσχατης προσφυγής» όσον αφορά υποθέσεις που αφορούν την ασφάλεια της κοινότητας συνολικά. Οι γυναίκες είναι αποκλεισμένες από αυτό. Στο συμβούλιο αυτό κρίνονται και δια-κοινοτικές διαφορές ή αντιμαχίες μεταξύ διαφορετικών ομάδων οικογενειών, περιπτώσεις διαφθοράς τοπικών δικαστηρίων κ.α Και στο γενικό αυτό συμβούλιο, η αρχή της ομοφωνίας κυριαρχεί, και η απόφαση αναβάλλεται μέχρι να επιτευχθεί. Το στοιχείο της γλωσσικής επικοινωνίας εν γένει και ειδικά της ρητορικής κυριαρχεί, όπως και σε όλους τους θεσμούς των Afikpo, και κάθε υπόθεση συζητείται δημόσια και εξαντλητικά, μέχρι την τελική της κρίση. Άλλος τρόπος επίλυσης διαφορών είναι ο ιερός όρκος στους ιερούς τόπους προσκυνήματος που βρίσκονται σε έξι κύρια διαφορετικά χωριά. Δεδομένου ότι η Afikpo στερούνται ένα επιστημονικό σύστημα διακρίβωσης των πραγματικών περιστατικών κάθε υπόθεσης, είναι μια μέθοδος που ενεργοποιείται συχνά. Χρησιμοποιείται όταν ένα άτομο έχει κλέψει και το αρνείται, σε περιπτώσεις μοιχείας στις οποίες συνήθως η γυναίκα είναι που ορκίζεται, γ) σε περιπτώσεις που αφορούν την παράνομη χρήση μαγείας ή δηλητηρίου. Επιπλέον, οι μάντεις είναι πολύ σημαντικοί ιερείς «πραγματογνώμονες» και οι αποφάνσεις τους εισάγονται στα δικαστήρια έχοντας συχνά αποφασιστική αξία. Οι υποθέσεις που δεν επιλύονται με τις παραπάνω συμβατικές μεθόδους, οδηγούνται σε ένα από τα δύο παραδοσιακά δικαστήρια, των νεότερων και των γηραιότερων, σύμφωνα με την ταξινόμηση ανά ηλικιακή κλάση. Κάθε φορά, οι αποφάσεις ανακοινώνονται στην αφορά και κυκλοφορών μεταξύ των μελών της κοινότητας, γεγονός που δίνει στο θεσμό δημόσιο χαρακτήρα και νομιμοποίηση. Η σύνθεση του δικαστηρίου περιλαμβάνει μερικούς εκλεγμένους δικαστές, οι οποίοι επιλέγονται με βάση τις γνώσεις και τη ρητορική τους δεινότητα, πέρα από την ηλικία. Τα δικαστήρια αυτά έχουν και νομοθετικό ρόλο, όπως για παράδειγμα το δικαστήριο των γηραιότερων, στην πόλη Ekpuke Essa που νομοθετεί για τις γαμήλιες σχέσεις και τις διάφορες τελετουργίες στην πόλη. Οι περισσότερες
υποθέσεις που επιδικάζονται αφορούν περιπτώσεις μαύρης μαγείας, προίκας, κληρονομιάς, κλοπής, σωματικής βίας, απειθαρχίας των ανθρώπων στην εκτέλεση κοινοτικής εργασίας, αποπληρωμές χρεών, και παραβιάσεις παραδοσιακών εθίμων. Το δικαστήριο των νεότερων (ηλικίας 15 και 16 χρονών), στην πόλη Ekpuke Eto, έχει το ίδιο την ευθύνη εκτέλεσης των αποφάσεών του, και κύρια αρμοδιότητα τη διατήρηση του νόμου και της τάξης στην κεντρική αγορά κατά τη διάρκεια των κοινωνικών και πολιτικών δραστηριοτήτων στα χωριά. Οι επίδικες υποθέσεις αφορούν συνήθως διαφορές ιδιοκτησίας της γης, μικροκλοπές, τσακωμούς στην αγορά, διαφορές σε σχέση με τις εργασίες της κοινότητας, απάτες κ.α. Στα δικαστήρια αυτά, τόσο ο θύτης όσο και το θύμα συμμετέχουν ενεργητικά στη διευθέτηση της διαφοράς. Το δικαστικό σώμα, συχνά αποτελούμενο από πάνω από 100 άτομα, συμβολίζει την ίδια την κοινότητα ως διαδικασία, και η καθοδηγητική αρχή είναι η δικαίωση του θύματος, και η κατανόηση του παραβάτη τόσο από το θύμα όσο και από την κοινότητα. Γίνονται προσπάθειες συμβιβασμού του θύτη με το θύμα. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, η βλάβη και η αυτοπεποίθηση της κοινότητας που επλήγη από τη θυματοποίηση του μέλους ή των μελών της αποκαθίσταται. Ο ρόλος του αρχηγού του γενικού συμβουλίου στους Afikpo στην επίλυση διαφορών δεν είναι σημαντικός, και υπερισχύει η εγγυητική λειτουργία των ίδιων των δικαιϊκών θεσμών. Πολύ σημαντικό ρόλο στην επίλυση διαφορών από την άποψη της διασφάλισης της κοινωνικής ισορροπίας, της εκτόνωσης των εντάσεων και της επανακοινωνικοποίησης των απομονωμένων μελών, διαδραματίζουν τελετουργίες μασκαρέματος και συλλογικού εορτασμού. Το σύστημα επίλυσης διαφορών είναι επικεντρωμένο στο θύμα. Όλα τα μέρη αναγνωρίζουν τη συναισθηματική και υλική απώλεια του θύματος. Οι παραβάτες και οι οικογένειές τους καθίστανται υπεύθυνοι για τη βλάβη του θύματος και πείθονται να επανορθώσουν, και απολογούνται στο θύμα, την οικογένεια και την κοινότητα. Στο θύμα παρέχεται η δυνατότητα και η υποστήριξη στο να εκφράσει το θυμό του και το αίσθημα απώλειας προκειμένου να γίνει κατανοητή η θυματοποίησή του/της. Επιπλέον, το σύστημα απονομής δικαιοσύνης είναι ανθρωποκεντρικό και δίνει έμφαση στην κοινωνική αλληλεγγύη. Αυτό αντανακλάται στην αντιμετώπιση των παραβατών. Γίνονται προσπάθειες να μην απομονωθεί και αποξενωθεί ο παραβάτης, και η διαιτησία επίλυσης της διαφοράς δεν μπορεί να προχωρήσει αν δεν συμμετέχει η οικογένειά του. Επιδιώκεται, μέσω της συμβουλιακής-συνελευσιακής διαδικασίας, ο παραβάτης να εκφράσει τύψεις, ντροπή, μπαίνοντας σε μια διαδικασία επανεκπαίδευσης. Κάποιες παραβάσεις επιτάσσουν τελετουργικά εξιλέωσης του θύματος, του παραβάτη και όλης της κοινότητας. Κάθε μέλος της κοινότητας συμμετέχει στις διαδικασίες αυτές λήψης απόφασης και επανόρθωσης της βλάβης, με ισχυρό αίσθημα ισότητας και δικαιοσύνης, έχοντας ολιστική αντίληψη της κάθε σύγκρουσης και γνωρίζοντας με αυτή προοπτικά μπορεί να αποτελέσει προοίμιο συγκρούσεων που θα απειλήσουν την ίδια την ύπαρξη της κοινότητας.
Το σύστημα δικαιοσύνης των Afikpo μελετάται από τη σύγχρονη σκοπιά της «αποκαταστατικής» ή «επανορθωτικής δικαιοσύνης». Από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 παρατηρείται έκρηξη στη σχετική με την αποκαταστατική δικαιοσύνη βιβλιογραφία, όχι αποκλειστικά στα εγκληματολογικά επιστημονικά περιοδικά, αλλά γενικότερα σε όσα αφορούν τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες. Η επανορθωτική ή αποκαταστατική δικαιοσύνη (restorative justice) αντιμετωπίζει το έγκλημα όχι ως πράξη ενάντια στο κράτος, στον κάθετο άξονα κράτους-κοινωνίας των ιδιωτών, αλλά ως βλάβη και παραβίαση των διαπροσωπικών σχέσεων, στον οριζόντιο άξονα των κοινωνικών δρώντων. Αυτό σημαίνει ότι η δικαιοσύνη οφείλει να έχει στόχο την επανόρθωση της ζημίας ή του κακού που έχει προκληθεί από το δράστη στα θύματα. Γενικές αρχές της επανορθωτικής δικαιοσύνης είναι η αποκατάσταση των θυμάτων και των κοινοτήτων, η προώθηση της επανένταξης των δραστών, η αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ δράστη, θύματος και τοπικών κοινωνιών. Η επανορθωτική δικαιοσύνη εμφανίζεται ως πιο πλουραλιστική και δημοκρατική, επειδή τα μέρη αξιολογούν και συν-αποφασίζουν το αποτέλεσμα, έχουν δυνατότητα επιλογής του αποτελέσματος ή των ποινών,, συμβάλλοντας έτσι στην εμπέδωση του αισθήματος δικαίου στην κοινότητα. «Σχετικοί όροι είναι: η διαμεσολάβηση σε διάφορες μορφές της (νομική, σχολική, αστική, εργασιακή), η ειρηνική επίλυση συγκρούσεων (conflict resolution), οι εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης διαφορών (alternative dispute resolutions), οι κοινοτικές συνεδρίες, συμμετοχική δικαιοσύνη, η «διαβουλευτική δημοκρατία» (deliberation democracy) κ.α […] Η ολοένα αυξανόμενη εφαρμογή κοινοτικών προγραμμάτων για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας σε Ευρώπη και Β. Αμερική αντανακλά τον περιορισμό των δημόσιων πολιτικών, την αμφισβήτηση του «μονοπωλίου» του κεντρικού κράτους στην αντεγκληματική πολιτική και ταυτόχρονα την αναγκαιότητα συμμετοχής του κοινού στις πολιτικές πρόληψης και αντιμετώπισης του εγκλήματος . Το κοινοτικό πρότυπο αντεγκληματικής πολιτικής και η αντίστοιχη μετάβαση από το δημόσιο στο ιδιωτικό συσχετίζονται με την αποκέντρωση των δράσεων, την τοπική διαχείριση ορισμένων προβλημάτων εγκληματικότητας και την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στην πρόληψη» (Αρτινοπούλου). H «επανορθωτική» ή «αποκαταστατική δικαιοσύνη» διακρίνεται από την «ανταποδοτική δικαιοσύνη», που συναντάται και αυτή σε προκρατικές κοινότητες αλλά και σήμερα, ως προς το ότι αντιλαμβάνεται ως κύριο σκοπό της απονομής δικαιοσύνης όχι την τιμωρία του θύτη αλλά την άμβλυνση των (κοινωνικών) συγκρούσεων (Ζαραφωνίτου)

http://bestimmung.blogspot.gr