ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Τρίτη 21 Ιουλίου 2015

To τέλος της Ευρώπης

του Σεντρίκ Ντυράν

μετάφραση: Γιάννης Χατζηδημητράκης

Όπως λέει η Άντα Κολάου, η νεοεκλεγείσα δήμαρχος της Βαρκελώνης και επικεφαλής ενός συνασπισμού εμπνευσμένου από τα κινήματα των Αγανακτισμένων: «Κανείς δεν θα βγει αμετάβλητος από αυτή την κρίση. Αυτό που μας περιμένει είναι μια νέα φεουδαρχία, με απότομη αύξηση των ανισοτήτων, μια άνευ προηγουμένου συγκέντρωση του πλούτου, νέες μορφές ανασφάλειας για την πλειοψηφία των πολιτών. Ή, μια δημοκρατική επανάσταση, όπου χιλιάδες άνθρωποι δεσμεύονται να αλλάξουν το φινάλε της ταινίας».

Έργο του Jack Tworkov
ΕΡΓΟ ΤΟΥ JACK TWORKOV

Είναι πολύ πιθανό να πλησιάζουμε σε αυτή την ιστορική καμπή. Η σαρωτική νίκη του Όχι στο ελληνικό δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου έδειξε ότι οι λαϊκές τάξεις θέλουν να σταματήσουν δεκαετίες νεοφιλελεύθερης ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η επανάληψη αυτού που ο Αύγουστος Μπλανκί ονόμασε «κεφάλαιο των διαχωρισμών» λαμβάνει χώρα μια εποχή τεκτονικών μετατοπίσεων, τραντάζοντας μια ήπειρο που έχει πέσει σε ένα φαύλο κύκλο μνησικακίας και αγανάκτησης, οι οποίες έχουν να παρατηρηθούν από τα μέσα του περασμένου αιώνα.

Έτσι, oι συζητήσεις με την Ελλάδα είναι μια επίσημη διαδικασία που σκοπό έχει να νικήσει πολιτικά τις αριστερές δυνάμεις στην Ελλάδα, θάβοντας οποιεσδήποτε προοπτικές ουσιαστικής πολιτικής αλλαγής σε ολόκληρη την ήπειρο. Αυτή είναι η μόνη εξήγηση για την ακαμψία των πιστωτών, παρά το γεγονός ότι ο Τσίπρας παραβίασε όλες τις κόκκινες γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ στα ζητήματα της μεταρρύθμισης των συντάξεων, της φορολογικής πολιτικής, των ιδιωτικοποιήσεων και την απελευθέρωση της αγοράς. Αυτή η τιμωρητική στάση έγινε ξεκάθαρη τα τέλη Ιουνίου, όταν η ΕΚΤ υποκίνησε ενεργά ένα bunk run, προειδοποιώντας για «ανεξέλεγκτη κρίση» και έβαλε απότομα πλαφόν στα δάνεια έκτακτης ανάγκης της στον τραπεζικό τομέα, πυροδοτώντας το κλείσιμο των τραπεζών και τον έλεγχο κεφαλαίων.

Ωστόσο, η ακαμψία έναντι της ελληνικής κυβέρνησης δεν προκαλείται μόνο από μια ξεδιάντροπη νεοφιλελεύθερη πολιτική βούληση. Αποκαλύπτει ένα πολύ βαθύτερο πρόβλημα της Ευρώπης, που είναι η μη δυνατότητα ελιγμών αυτού του πολιτικού σκάφους.

Σε ένα βαθύτερο επίπεδο, η έλλειψη  ικανότητας ελιγμών της Ε.Ε. είναι το παράδοξο αποτέλεσμα της σαρωτικής νίκης του παγκόσμιου κεφαλαίου κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δεκαετιών. Οι νίκες αυτές οδήγησαν τα όργανα της Ε.Ε. να επικεντρωθούν κυρίως στα συμφέροντα του κεφαλαίου –τον ανταγωνισμό, το εμπόριο και το χρήμα–, ενώ τα εργασιακά και κοινωνικά προβλήματα στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή υποτιμήθηκαν.

Κατά συνέπεια, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα μπορεί να είναι ισχυρό στην προώθηση των συμφερόντων του χρηματοοικονομικού μπλοκ εξουσίας, αλλά του λείπει η συναινετική πλευρά της ηγεμονίας, η οποία είναι απαραίτητη για να κρατήσει ποικιλόμορφες κοινωνίες και κοινωνικά στρώματα ενωμένα σε ταραγμένους καιρούς.

Ευρώπη: ένα από τα πιο πολύπλοκα πολιτικά τοπία

Η Ευρώπη είναι ένα από τα πιο πολύπλοκα πολιτικά τοπία στον κόσμο, και το ιδιοσυγκρασιακό μίγμα ισχυρών και αντιφατικών φιλελεύθερων, φασιστικών και κομμουνιστικών πολιτικών κληρονομιών και παραδόσεων, τα διαφορετικά επίπεδα διακυβέρνησης και δημοκρατικής νομιμότητας, τα ζωντανά κοινωνικά κινήματα και οι αντιφατικοί γεωπολιτικοί δεσμοί, δημιουργούν ένα καζάνι που βράζει, για άλλη μια φορά.

Στο πλαίσιο αυτό, ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί στη συνέχεια, η πολιτική αναταραχή στην Ελλάδα είναι ήδη ένα ορόσημο στην ιστορία της ηπείρου. Η χώρα που στις αρχές της δεκαετίας του 1980 λειτούργησε ως παράδειγμα της ικανότητας της Ευρώπης να παρέχει μια στέρεη βάση φιλελεύθερης προοδευτικής δημοκρατίας και κοινωνικοοικονομικής σταθερότητας σε μια χώρα που έβγαινε από δικτατορία, έχει πλέον γίνει το σύμβολο της αποτυχίας και της διαίρεσης.

Η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να ξεφύγει από το νεοφιλελεύθερο κλουβί είχε ως αποτέλεσμα σαμποτάζ και μύδρους από τις άλλες κυβερνήσεις και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, αφήνοντας τον χωρίς καμία εναλλακτική λύση, εκτός από συνθηκολόγηση ή ρήξη, χωρίς κανένα θετικό αποτέλεσμα όσον αφορά την ελκυστικότητα της Ε.Ε..

Οι φυγόκεντρες δυνάμεις αυξάνονται επίσης ως αποτέλεσμα της εξασθένισης της αίγλης των Βρυξελλών. Η Βρετανία απαιτεί μια σημαντική αντιστροφή της διαδικασίας ολοκλήρωσης απειλώντας να αποχωρήσει, ενισχύοντας τους δεσμούς της με τις ΗΠΑ. Στα ανατολικά σύνορα, η οριστική απογοήτευση για την μη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αφήνει ένα ανοιχτό πεδίο για εθνικιστικές δυνάμεις (αν και με αντιφατικά συναισθήματα για τον πρωτόγνωρο δυναμισμό της Ρωσίας). Ακόμη και μέσα στον ιστορικό πυρήνα της Ένωσης, υπάρχει ένα αυξανόμενο αίσθημα απελπισίας.

Αυτό επιτρέπει την άνοδο ακροδεξιών κομμάτων όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία, αλλά και ρατσιστικό λόγο σε κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης – παράδειγμα το πρόσφατο κάλεσμα του δημοσιογράφου Berthold Seewald από τη μεγάλη γερμανική συντηρητική εφημερίδα, Die Welt, για ακύρωση της ιδιότητας του ευρωπαϊκού μέλους για την Ελλάδα. Υπενθυμίζοντας το πλαίσιο του πόλεμου της ελληνικής ανεξαρτησίας το 1821, έγραψε ότι την εποχή εκείνη «η ιδέα ότι οι σύγχρονοι Έλληνες είναι απόγονοι του Περικλή και του Σωκράτη, και όχι ένα μίγμα Σλάβων, Βυζαντινών και των Αλβανών, αναδύθηκε ως κοινή πεποίθηση στην Ευρώπη. … Αυτός είναι ο λόγος που έγινε δεκτό το ρεσάλτο των ελλήνων στο ευρωπαϊκό πλοίο το 1980. Μπορεί κανείς να θαυμάσει τις συνέπειες αυτές κάθε μέρα».

Εν τω μεταξύ, τα σημάδια της απογοήτευσης στην πλειοψηφία των ηγετών είναι έντονα. Απορροφημένη σε πολύπλοκους υπολογισμούς και στερούμενη οποιασδήποτε πολιτικής έμπνευσης, η Ευρώπη δεν εμπνέει τίποτα άλλο παρά μόνο πικρία και αγανάκτηση.

Η έλλειψη αλληλεγγύης

Η έλλειψη αλληλεγγύης βγήκε στην επιφάνεια για άλλη μια φορά, όταν οι αρχηγοί των κυβερνήσεων συζήτησαν την κρίση του μεταναστευτικού. Ενώ χιλιάδες μετανάστες πεθαίνουν στη Μεσόγειο, η αντίδραση των Ευρωπαίων ηγετών έχει αποκαλυπτικά επικεντρωθεί σε στρατιωτικές επιθέσεις, και στη συζήτηση για κατανομή των αιτούντων άσυλο μεταξύ των χωρών, κυριαρχεί ο εγωισμός, κάνοντας τον Ματέο Ρέντσι –τον ξεθωριασμένο ιταλό σταρ της ευρωπαϊκής κεντροαριστεράς– να πει: «Αν αυτή είναι η ιδέα σας για την Ευρώπη, μπορείτε να την κρατήσετε».

Πρόσφατες δημοσκοπήσεις στην Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο επιβεβαιώνουν ότι η απογοήτευση με την Ευρώπη μεταφράζεται σε μείωση ψήφων για το «ακραίο κέντρο» στο εθνικό πολιτικό πεδίο. Ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή όχι ιδεολογικών συγκλίσεων οι οποίες μεταφράζονται σε συμμαχίες σε εθνικό επίπεδο, η δεξιά και η αριστερή πτέρυγα του κέντρου είναι στενά συνδεδεμένες σε έναν μόνιμο μεγάλο ευρωπαϊκό συνασπισμό.

Στην Αριστερά, η εμφάνιση των νέων πολιτικών κινημάτων, συνδέεται τόσο με διαρθρωτικούς παράγοντες (όπως η ένταση των συνεπειών της  λιτότητας) όσο και πιο απρόβλεπτους που σχετίζονται με την οργάνωση του πολιτικού πεδίου. Ωστόσο, ανεξάρτητα από την βραχυπρόθεσμη πολιτική τους τύχη, σε κανένα από αυτά δεν επιτρέπεται πια να καθυστερήσει τις συζητήσεις πάνω σε καίρια στρατηγικά ζητήματα.

Δύο χρόνια πριν γίνει υπουργός Οικονομικών στην Ελλάδα, στο κείμενό του «Εξομολογήσεις ενός αιρετικού μαρξιστή», ο Γιάνης Βαρουφάκης υποστήριξε το σχέδιο της σωτηρίας του ευρωπαϊκού καπιταλισμού από τον εαυτό του. Η μάχη στην Ελλάδα δείχνει ότι αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί πιο δύσκολη υπόθεση από ό, τι αναμενόταν.

Η άνιση αναπτυξιακή δυναμική στην περιφέρεια της Ευρώπης, τονίζει την ανάγκη η  Αριστερά να περάσει από μια αμυντική μάχη ενάντια στη λιτότητα προς μια θετική ατζέντα για συστημικές εναλλακτικές λύσεις. Το ελληνικό πείραμα αποδεικνύει ότι, σε αυτή την πορεία, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από τη διάρρηξη των δεσμών με τα νεοφιλελεύθερα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και την ανάκτηση της δημοκρατικής κυριαρχίας με εθνικά νομίσματα.

Αυτή ωστόσο είναι μια μεγάλη πρόκληση, αν αναλογιστούμε τον δισταγμό των περισσότερων ανθρώπων μπροστά στο μεταβατικό κόστος της διάλυσης, ακόμα και αν θα μπορούσαν να πειστούν για τα οφέλη από μια τέτοια ρήξη σε μακροπρόθεσμη βάση. Η διατύπωση προτάσεων για πολιτικές που θα εξασφαλίσουν στον κόσμο ένα δίχτυ ασφαλείας κατά τη διάρκεια αυτής της μετάβασης, θα είναι το κλειδί για την διευκόλυνση της ανάπτυξης νέων εκλογικών νικών, αρχής γενομένης από τις εκλογές στην Ισπανία αυτό το φθινόπωρο. Εκεί, οι Podemos και τα συμμαχικά τους κοινωνικά κινήματα έχουν σημαντικές πιθανότητες να κερδίσουν.

Όπως έδειξε η ελληνική εμπειρία, η ευρωπαϊκή ελίτ δεν μπορεί να αναμένεται να είναι τίποτα λιγότερο από ανελέητη. Όπως μου είπε πρόσφατα ένα μέλος της ηγεσίας των Ποδέμος, «θα πρέπει να προετοιμαστούμε καλύτερα».

Ο dric Durand  είναι οικονομολόγος και διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Paris 13. Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του περιοδικού «Jacobin», 16.7.2015. Εδώ δημοσιεύεται με κάποιες  περικοπές.

Οικονομία vs Δημοκρατία

Στο πλαίσιο των προβληματισμών μας γύρω από τη φύση της οικονομικής σκέψης, 
παρουσιάζουμε εδώ δική μας περίληψη μιας σειράς συλλογισμών του Jacques Sapir, 
από το άρθρο του L’économie est-elle une anti-politique?   
Πρόσφατα, οι οικονομολόγοι, και ιδίως όσοι ασχολούνται με την «ανάπτυξη», ανακάλυψαν την έννοια της δημοκρατίας και μάλιστα η προβληματική για τις σχέσεις μεταξύ οικονομίας και δημοκρατίας απασχολεί την αρθρογραφία ακόμα και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι αμφισβητούν σε βάθος την αποπολιτικοποίηση της οικονομικής απόφασης, η οποία συνοδεύει την ανάδυση της οικονομικής θεωρίας από τα πρώτα κιόλας βήματά της και στοιχειώνει μέχρι και σήμερα τη σκέψη των οικονομολόγων σε όποια «σχολή» κι αν ανήκουν.
Μάλιστα το πράγμα γίνεται ακόμα χειρότερο όταν οι οικονομολόγοι ανακατεύουν τις θεωρίες τους με έννοιες από τη φιλοσοφία του Δικαίου μπλέκοντας στη ρητορική τους όρους όπως «κανόνες», «νόμοι» και «θεσμοί» −κάτι που συμβαίνει ολοένα και περισσότερο την τελευταία εικοσαετία. Διότι κατ’ αυτό τον τρόπο, δίνεται η εντύπωση ότι το Δίκαιο είναι κάτι που «ενυπάρχει» στην οικονομική σκέψη, όπως λ.χ. υπάρχει η εξίσου λαθεμένη εντύπωση ότι η φιλοσοφία «ενυπάρχει» στη σκέψη των επιστημών. Η αλήθεια είναι, πως αν εξετάσουμε από κοντά τις περί Δικαίου «αυθόρμητες» αντιλήψεις των οικονομολόγων, θα διαπιστώσουμε πως δεν έχουν καμιά σχέση με τη δημοκρατία και είναι είτε ανοικτά αντιδημοκρατικές, είτε δεν αναγνωρίζουν το έδαφος μέσα στο οποίο συγκροτείται η δημοκρατία.
Η αποπολιτικοποίηση βρίσκεται στην καρδιά της συγκρότησης της Οικονομίας σε αυτόνομη επιστήμη.
Η αποπολιτικοποίηση της οικονομικής απόφασης, δηλαδή η ιδέα ότι οι οικονομικές αποφάσεις δεν είναι και δεν πρέπει να είναι πολιτικής υφής, αποτελεί μια παμπάλαια τάση της ίδιας της οικονομικής σκέψης. Τα πρώτα ίχνη της διακρίνονται ήδη στις εργασίες του Ντέιβιντ Χιούμ (1711-1776) για τη «ροή των τιμών των προϊόντων». Η πρόθεση του Χιούμ ήταν καταρχάς ευγενής: ήθελε να βρει μια καλή επιχειρηματολογία ώστε να βοηθήσει στην κατάπαυση των εμπορικών-οικονομικών πολέμων που σημάδεψαν τον 17ο και τις αρχές του 18ουαιώνα. Θεώρησε λοιπόν πως το θα το πετύχαινε αποδεικνύοντας ότι το διεθνές εμπόδιο δεν έχει να κάνει με την πολιτική δράση, αλλά με τους οικονομικούς αυτοματισμούς και ιδιαίτερα με την «αυτόματη» ρύθμιση της ισορριπίας των ισοζυγίων πληρωμών.
Βλέπουμε λοιπόν πως ο Μίλτον Φρίντμαν και οι Μονεταριστές δεν πρωτοτύπησαν καθόλου. Στην πραγματικότητα, αυτό που διακυβεύεται από το ξεκίνημα κιόλας της κλασικής πολιτικής οικονομίας είναι η ίδια η έννοια της ισορροπίας και η χρήση της σαν μια έννοια που στόχος της είναι να συγκροτήσει τον οικονομικό λόγο σε μια επιστήμη, που δεν θα είναι εμπειρική, δηλαδή δεν θα θεμελιώνεται σε στατιστικά στοιχεία αλλά στην κατανόηση των γενικών και αφηρημένων αρχών.
Στην αξιοσημείωτη μελέτη του για τα διανοητικά θεμέλια της πολιτικής οικονομίας (1992), ο Ζαν-Κλοντ Περό δείχνει καθαρά τη σταδιακή ανάδυση αυτής της οπτικής πάνω στα πράγματα. Υπόδειγμα αυτής της οπτικής υπήρξε ο Ζαν-Μπατίστ Σαι (1767-1832), ο οποίος αρνήθηκε συνειδητά να χρησιμοποιήσει στατιστικά στοιχεία, όχι επειδή δεν ήξερε στατιστική αλλά διότι είχε μια συγκεκριμένη μεθοδολογική αντίληψης της επιστήμης. Το ίδιο και Άνταμ Σμιθ. Όπως σημειώνει ο Περό:
Το 18ο αιώνα οι κανόνες, οι νόμοι και οι αρχές αναφέρονται σε σχέσεις άλλοτε φυσικές, άλλοτε θεσμικές και άλλοτε ηθικές. Η ίδια η φιλοσοφία του Διαφωτισμού γλυστράει διαρκώς είτε προς τη μια, είτε προς την άλλη κατεύθυνση. Και πρέπει να υπογραμμίσουμε πως η Φυσιοκρατική οικονομία στηρίζει τις αναλύσεις της στη συγχώνευση αυτών των τριών εννοιών. (…) Αυτό ακριβώς το αμάλγαμα έρχεται να αποδομήσει ο Άνταμ Σμιθ ήδη από το 1776, θεμελιώνοντας την οικονομία σε ένα νέο παράδειγμα, όπου κυριαρχεί ο επιστημονικοφανής ντετερμινισμός των αποφάσεων.
Την ίδια θέληση αποπολιτικοποίησης της οικονομικής απόφασης συναντάμε ασφαλώς και στους Νεοκλασικούς, ιδιαίτερα με την κατασκευή του «πλαισίου υποθέσεων» που θεωρούν αναγκαίο για να αποδείξουν πως η ισορροπία του ανταγωνισμού αντιστοιχεί στο optimum του Παρέτο, δηλαδή σε μια στιγμή στην οποία υποτίθεται ότι δεν είναι δυνατόν να βελτιωθεί η κατάσταση ενός ατόμου χωρίς να χειροτερέψει η κατάσταση ενός άλλου.
Από τον κανόνα δεν ξεφεύγουν οι Αυστριακοί, παρά τις αξιοπρόσεκτες διαφοροποιήσεις τους. Γιατί μπορεί ο Χάγιεκ να μην έλεγε τα ίδια ακριβώς πράγματα σ’ ολόκληρη τη ζωή του και μπορεί να υπάρχει σαφής διαφοροποίηση ανάμεσα στο βιβλίο The Constitution of Liberty που έγραψε το 1960, και τα έργα που έγραψε προς το τέλος της ζωής του, όμως όλα τα διατρέχει η ίδια αυτή τάση αποπολιτικοποίησης της οικονομικής απόφασης.
Τέλος πρέπει να σημειώσουμε, όσο κι αν ακούγεται παράδοξο, πως η τάση αυτή υπάρχει και στους Μαρξιστές, και μάλιστα σε ορισμένους επαναστάτες μαρξιστές. Τη συναντάμε πίσω από την ιδέα τους ότι, μετά την επανάσταση, οι επιλογές θα είναι τεχνικής και όχι πλέον πολιτικής υφής −μια ιδέα που βρίσκουμε ιδιαίτερα στον Τρότσκι.
Οντολογική και εργαλειακή αποπολιτικοποίηση
Εξετάζοντας από πιο κοντά αυτό το πρόταγμα αποπολιτικοποίησης της οικονομικής απόφασης, διαπιστώνουμε ότι παίρνει διαφορετικές μορφές ανάλογα με τις σχολές. Στους Νεοκλασικούς είναι οντολογικής υφής, ενώ στους Αυστριακούς εργαλειακής.
Για να στήσει την οικονομία σαν επιστήμη, η Νεοκλασική σχολή στηρίχτηκε στο μοντέλο της Φυσικής. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, πρέπει να βρούμε οπωσδήποτε ένα σταθερό σημείο, το οποίο θα μας επιτρέψει να παρομοιάσουμε με τους φυσικούς νόμους τις όποιες κανονικότητες εντοπίζουμε στην οικονομία. Το ρόλο αυτό αναλαμβάνει εδώ η θεωρία περί ορθολογικής συμπεριφοράς του ανθρώπου. Αν ο άνθρωπος συμπεριφέρεται ορθολογικά από τη φύση του, τότε οι οικονομικοί νόμοι δεν διαφέρουν από τους φυσικούς νόμους και επομένως δεν υπάρχει θέμα πολιτικής διαμάχης και απόφασης στα οικονομικά ζητήματα. Θα ήταν σαν να έμπαινε σε ψηφοφορία η αξία της σταθεράς του Νεύτωνα. Καταλαβαίνουμε λοιπόν, ότι έχουμε εδώ να κάνουμε με ένα οντολογικής τάξης πρόταγμα αποπολιτικοποίησης της οικονομίας.
Στους Αυστριακούς πάλι, το ζήτημα εμφανίζεται πολύ πιο σύνθετο, ιδιαίτερα στους Χάγιεκ και Φον Μίζες, αλλά και στον Λάχμαν. Κατ’ αυτούς, ο κόσμος είναι ένας κόσμος χωρίς βεβαιότητες. Αναγνωρίζουν λοιπόν την ανάγκη να υπάρχει πολιτική συζήτηση και θεωρούν τη νεοκλασική λογική σαν μια εντελώς χυδαία μορφή επιστημονισμού. Ωστόσο, στο τέλος εξαιρούν την οικονομική απόφαση από το πεδίο άσκησης της δημοκρατίας.
Πράγματι, αυτό που απασχολεί έντονα τον Χάγιεκ είναι το πώς η δημοκρατία δεν θα ξεπέσει σε μια δικτατορία της πλειοψηφίας και ποιοι είναι οι κανόνες χάρη στους οποίους αυτό δεν θα συμβεί. Πάνω σε αυτό, δεν μπορεί να σκεφτεί παρά ένα και μοναδικό κανόνα: την ιδιωτική ιδιοκτησία. Έτσι οδηγείται σταδιακά στον ακόλουθο συνειρμό: Προκειμένου ένα πολιτικό σύστημα να επιτρέπει θεσμικά στην αγορά να λειτουργεί ελεύθερα, θα πρέπει να μη θίγει σε καμία περίπτωση το θεμέλιό της∙ και για να γίνει αυτό, θα πρέπει οι κανόνες της αγοράς να αποτελούν άβατο για την πολιτική συζήτηση και διαπάλη. Έτσι καταλήγει σε μια θέση, όπως αυτή που διατυπώνει ιδιαίτερα στο βιβλίο του The Political Order of a Free People(1979), η οποία είναι ασύμβατη με τη δημοκρατία. Γι’ αυτό κι ενώ το 1944 ασκεί δριμεία κριτική στον Καρλ Σμιτ, τον υπερσυντηρητικό φιλοναζιστή νομικό της δεκαετίας του 1930, στα βιβλία που έγραψε κατά τη δεκαετία του 1970 τον βρίσκει εξαιρετικά ενδιαφέροντα και ιδιαίτερα τις θέσεις περί πλειοψηφίας με τις οποίες ο Καρλ Σμιτ επιτέθηκε ιδεολογικά εναντίον της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης.
Έχουμε λοιπόν εδώ να κάνουμε με μια διαφορετικού τύπου αποπολιτικοποίηση της οικονομικής απόφασης. Δεν είναι οντολογική, όπως στους Νεοκλασικούς που συνταυτίζουν τους οικονομικούς «νόμους» με τους φυσικούς νόμους, αλλάεργαλειακή. Οι Αυστριακοί αποπολιτικοποιούν την «περιοχή» εκείνη, που θεωρούν ότι θεμελιώνει την αγορά.
Με δυο λόγια: η οικονομική σκέψη είναι ριζικά αντι-πολιτική και ξένη προς τη δημοκρατία.
πηγή:
http://dangerfew.blogspot.ca/

Απροσδιόριστες εξελίξεις



Γιώργος Δελαστίκ
Έθνος 16/07

Τα πάντα είναι ανοιχτά αυτή τη στιγμή αναφορικά με τις πολιτικές εξελίξεις. Υπάρχουν όμως μερικά δεδομένα, τα οποία ισχύουν αυτή τη στιγμή, αν και κάποια από αυτά είναι αντιφατικά μεταξύ τους, αντανακλώντας τη σύγχυση που επικρατεί στο μυαλό των Ελλήνων. Εν πρώτοις το 61,3% που ψήφισε «Οχι» είναι βαθύτατα οργισμένο εναντίον των Γερμανών και των υπόλοιπων Ευρωπαίων, την ίδια στιγμή που είναι πολύ απογοητευμένο από την αδυναμία του πρωθυπουργού να αξιοποιήσει το «Οχι» που τόσο απλόχερα του έδωσε ο λαός μας, όταν αυτός το ζήτησε. Το δεύτερο δεδομένο, σε ευθεία αντίθεση με τα παραπάνω, είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας παραμένει κατά… έτη φωτός ο δημοφιλέστερος Ελληνας πολιτικός. Κατά κανένα τρόπο δεν τον «βαρέθηκαν» οι πολίτες, ούτε επιθυμούν να τον αλλάξουν για να φέρουν στην εξουσία τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη με τον Σταύρο Θεοδωράκη και τη Φώφη Γεννηματά. Μόνο αν αναλάμβανε τώρα αρχηγός της ΝΔ ο Κώστας Καραμανλής και γίνονταν αμέσως εκλογές, θα υπήρχε σοβαρή περίπτωση ανατροπής της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ.

Με οποιονδήποτε άλλον αρχηγό, η ΝΔ είναι ζήτημα αν θα κατόρθωνε να πιάσει το 25%. Αναλόγως των συνθηκών που θα επικρατούσαν, καθόλου δεν αποκλείεται το ποσοστό της ΝΔ να προσέγγιζε ακόμη και το ιστορικό χαμηλό του Μαΐου του 2012, το 20%. Η υπεροχή του Αλέξη Τσίπρα έναντι των αντιπάλων του δεν επιτρέπει κατά κανένα τρόπο στην αντιπολίτευση να ζητήσει εκλογές. Αντιθέτως, θέλει να τις αποφύγει πάση θυσία αυτή την ώρα, επειδή τα ποσοστά της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ σίγουρα θα πέσουν, με το ΠΑΣΟΚ μάλιστα να κινδυνεύει να γίνει… εξωκοινοβουλευτικό κόμμα, συναντώντας το αλήστου μνήμης ΚΙΔΗΣΟ του Γιώργου Παπανδρέου!

Δεδομένο τρίτο είναι ότι οι Γερμανοί θέλουν να δουν κατ’ αρχάς το Ποτάμι να συμμετέχει στην κυβέρνηση και στη συνέχεια τον Σταύρο Θεοδωράκη… πρωθυπουργό! Πέραν των δημοσίων πιέσεων που ασκεί στον πρωθυπουργό ο Γερμανός πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος κάθε φορά που μιλάει απαιτεί από τον Αλέξη Τσίπρα να διώξει από την κυβέρνηση τον Πάνο Καμμένο και στη θέση του να προσλάβει τον Σταύρο Θεοδωράκη, ασκούνται αφόρητες πιέσεις και στο παρασκήνιο προς την κατεύθυνση αυτή. Τώρα που ο πρωθυπουργός υποχρεώθηκε εκών άκων να υπογράψει νέο μνημόνιο και ως εκ τούτου να ασκεί πλέον μνημονιακή πολιτική, δεν μπορούμε να υποθέσουμε ότι αποκλείουμε την περίπτωση κάποια στιγμή ο Αλέξης Τσίπρας να προσλάβει το Ποτάμι στην κυβέρνηση, διώχνοντας φυσικά τους ΑΝΕΛ, που οι Γερμανοί μισούν θανάσιμα. Και πώς να μην τους μισούν άλλωστε, όταν ο Πάνος Καμμένος είπε πολύ σωστά την Τρίτη πως «είναι πλέον χωρίς αμφιβολία αποδεκτό σε όλη την Ευρώπη ότι την Κυριακή το βράδυ έγινε ένα πραξικόπημα στην καρδιά της Ευρώπης»!



Ο Μάρτιν Σουλτς, ο σοσιαλδημοκράτης πρόεδρος της Ευρωβουλής [ο οποίος την προηγούμενη εβδομάδα ζητούσε τη συγκρότηση… «κυβέρνησης τεχνοκρατών (!)» στην Ελλάδα για να συμφωνήσει μαζί της το νέο μνημόνιο], άλλαξε γραμμή αυτή την εβδομάδα. Με το που υπέκυψε ο Τσίπρας, ο Γερμανός πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου έσπευσε να δηλώσει ότι «σίγουρα δεν υπήρξε πιο ισχυρός πρωθυπουργός στην ιστορία της Ελλάδας από τον κύριο Τσίπρα σε ό,τι αφορά τη στήριξη στο εσωτερικό»! Το θέμα δεν είναι αν ο Σουλτς είναι απλώς ένας πολιτικός καραγκιόζης, αλλά το αν αυτό προοιωνίζεται πολιτικές ανακατατάξεις. «Το Ποτάμι δεν διεκδικεί ρόλο κυβερνητικού εταίρου σε μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αλλά είναι στη διάθεση του πρωθυπουργού για την εξεύρεση εθνικά επωφελών λύσεων τόσο σε πρόσωπα όσο και σε προτάσεις» προέκυψε από τη συνεδρίαση του Πολιτικού Σχεδιασμού του Ποταμιού.

Στο ΠΑΣΟΚ έβαλαν «άγριο χέρι» για τη στάση του εναντίον της κυβέρνησης Τσίπρα οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές στις Βρυξέλλες. Ετσι άλλαξε γραμμή η Φώφη Γεννηματά, η οποία μόνο… ταμπλά δεν έπαθε όταν είδε το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, όπως άλλωστε και όλοι οι ηγέτες τόσο της Ευρώπης όσο και της ελληνικής αντιπολίτευσης. «Η εθνική γραμμή για βιώσιμη λύση στηρίζεται σε υπαρκτή και πολύ μεγάλη διακομματική πλειοψηφία στη Βουλή» δήλωσε χαρακτηριστικά τη Δευτέρα, υπό το κράτος πανικού μην τυχόν και προκηρυχθούν εκλογές. Απαίτησε μάλιστα από τον Αλέξη Τσίπρα να… «τερματίσει την κινούμενη άμμο της εκλογολογίας». Από την έκταση των ψήφων βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ κατά της συμφωνίας και την αντίδραση του πρωθυπουργού σε αυτήν (παραμέτρους άγνωστες την ώρα που γραφόταν αυτό το άρθρο) θα έχουμε σήμερα – αύριο μια ακόμη ψηφίδα στο πολιτικό παζλ.

Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

ΚΥΠΡΟΣ : ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ 41 ΧΡΟΝΙΑ Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ

Μνήμες από την αποφράδα ημέρα της 20ης Ιουλίου 1974, όταν στις ακτές της Κερύνειας άρχιζε η τουρκική εισβολή στην Κύπρο, ξύπνησε στον κυπριακό Ελληνισμό ο ήχος των σειρήνων, σήμερα στις 05:30...
Με πρόσχημα το πραξικόπημα, πέντε μέρες νωρίτερα της χούντας των Αθηνών, η Τουρκία σκόρπισε τον όλεθρο και τον θάνατο στην Κύπρο και συνεχίζει να κατέχει παράνομα για 41 χρόνια το 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας και το μεγαλύτερο τμήμα της ακτογραμμής της.
Περισσότεροι από 43.000 βαριά οπλισμένοι στρατιώτες από την Τουρκία παραμένουν ακόμη στις κατεχόμενες περιοχές. Σημειώνεται ότι, ξεκινώντας από το Ψήφισμα 353 της 20ής Ιουλίου 1974 του Συμβουλίου Ασφαλείας, ο ΟΗΕ έχει κάνει εκκλήσεις για «άμεσο τερματισμό της ξένης στρατιωτικής επέμβασης στην Κυπριακή Δημοκρατία» και για «απομάκρυνση χωρίς καθυστέρηση από την Κυπριακή Δημοκρατία του ξένου στρατιωτικού προσωπικού που η παρουσία του δεν προβλέπεται από διεθνείς συμφωνίες».

Η Τουρκία μέχρι και σήμερα στερεί από τους εκτοπισμένους Ελληνοκυπρίους το δικαίωμα να επιστρέψουν στα σπίτια και τις περιουσίες τους. Το γεγονός αυτό έχει δώσει αφορμή για προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, το οποίο έχει εκδώσει σημαντικές αποφάσεις για τις παραβιάσεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης από την πλευρά της Τουρκίας.
Κύπρος: 41 χρόνια από την τουρκική εισβολή
Πέραν της οικονομικής καταστροφής, που προκάλεσε η εισβολή και η βίαιη μετακίνηση πληθυσμού, περισσότερα από 3.000 άτομα σκοτώθηκαν, ενώ περίπου 1.400 Ελληνοκύπριοι παραμένουν αγνοούμενοι. Η 'Αγκυρα προχώρησε στον συστηματικό εποικισμό των κατεχόμενων περιοχών με παράνομους εποίκους και υποχρέωσε πολλούς Τουρκοκυπρίους να μεταναστεύσουν στην Ευρώπη και αλλού. Έτσι, οι έποικοι υπερτερούν αριθμητικά των γηγενών Τουρκοκυπρίων.

Τον Νοέμβριο του 1983, η Τουρκία υποκίνησε και επιδοκίμασε τη «μονομερή ανακήρυξη ανεξαρτησίας» στην κατεχόμενη περιοχή από την τουρκοκυπριακή ηγεσία. Η ούτω καλούμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» («ΤΔΒΚ») δεν έχει αναγνωριστεί από κανένα άλλο κράτος, πλην της Τουρκίας, η οποία ασκεί τον ουσιαστικό έλεγχό της. Τα ψηφίσματα 541 (1983) και 550 (1984) του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ καταδίκασαν με κατηγορηματικό τόπο τη μονομερή αυτή ενέργεια, την κήρυξαν άκυρη, ζήτησαν την απόσυρσή της και κάλεσαν όλα τα κράτη-μέλη του ΟΗΕ να μην αναγνωρίσουν την παράνομη αυτή οντότητα. Η ΕΕ και άλλοι διεθνείς και περιφερειακοί οργανισμοί έχουν υιοθετήσει παρόμοιες θέσεις. Για όλους τούς νομικούς και πολιτικούς λόγους, η διεθνής κοινότητα αναγνωρίζει μόνον την Κυπριακή Δημοκρατία, που δημιουργήθηκε το 1960 και την κυβέρνησή της, ακόμη κι αν η κυβέρνηση δεν μπορεί να ασκήσει εξουσία σε περιοχές, που βρίσκονται υπό την στρατιωτική κατοχή της Τουρκίας.

Στον Τύμβο Μακεδονίτισσας, στη Λευκωσία, θα τελεστεί επιμνημόσυνη δέηση υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των πεσόντων αξιωματικών και οπλιτών, Ελληνοκυπρίων και εξ Ελλάδος, κατά την τουρκική εισβολή, παρουσία του προέδρου Αναστασιάδη. Στον Ιερό Ναό Παναγίας Φανερωμένης, στη Λευκωσίας, προϊσταμένου του αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου θα αναπεμφθεί δέηση για απελευθέρωση της Κύπρου, επιστροφή των εκτοπισμένων στις πατρογονικές του εστίες και διακρίβωση της τύχης όλων των αγνοουμένων. Θα μιλήσει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Νίκος Χριστοδουλίδης. Το βράδυ θα πραγματοποιηθεί ειδική εκδήλωση στο προεδρικό μέγαρο με ομιλητή τον Κύπριο πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη.

Εξάλλου, στις 14:00, φθάνει στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερτογάν, ο οποίος θα δεχθεί τον χαιρετισμό της στρατιωτικής παρέλασης μαζί με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί. Στη συνέχεια, θα έχουν κατ' ιδίαν συνάντηση, στην οποία θα συζητήσουν τις εξελίξεις στο Κυπριακό.

Ο Κύπριος κυβερνητικος εκπρόσωπος Νίκος Χριστοδουλίδης, χαρακτήρισε αρνητική εξέλιξη την παράνομη επίσκεψη του Τούρκου προέδρου στα κατεχόμενα.

Η ηθική του χρέους – Μια ιστορία οικονομικών αγίων και αμαρτωλών

debt
Η πίστωση και το χρέος είναι κάτι περισσότερο από ορθολογικές συναλλαγές υλικών εντός μιας οικονομίας της αγοράς. Είναι κοινωνικά δομημένες [ενέργειες] και επικεντρώνονται σε θέματα σκληρών ηθικών κρίσεων για τον χαρακτήρα, την ισότητα και την «καλή πίστη». Οι κρίσεις αυτές, με την σειρά τους, συνδέονται με έντονα συναισθήματα δυσαρέσκειας, ντροπής και ταπείνωσης.
Οι αλλαγές και οι αντικρουόμενες απεικονίσεις των προσωπικών πιστώσεων και χρεών επηρεάζουν σοβαρά την δύναμη και την ευημερία των κρατών.
Η ΣΚΛΑΒΙΑ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
Μια ποικιλία κοινωνικών νοημάτων έχει συνδεθεί με το χρέος στον πάροδο του χρόνου. Και όμως ορισμένα σχέδια επαναλαμβάνονται. Σε διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες το χρέος συνυπάρχει με την «δουλεία», την «ελευθερία», την «ευγνωμοσύνη» και την «τιμή», όπως στην «ελευθερία από το χρέος», το «χρέος από ευγνωμοσύνη» και το «χρέος τιμής».
Στα ολλανδικά και τα γερμανικά, η λέξη Schuld σημαίνει τόσο χρέος όσο και ενοχή. Μια παρόμοια γλωσσική συνάφεια βρίσκεται στην εβραϊκή λέξη Chayav. Οι όροι αυτοί απεικονίζουν το βαθύ πολιτιστικό άγχος που συνδέεται με το χρέος και τα ισχυρά συναισθήματα ντροπής που μπορεί να προκαλέσει. Για τους Γερμανούς, η θρυλική νοικοκυρά της Σουηβίας είναι η παραδοσιακή πολιτιστική εικόνα της χρηστής οικονομικής συμπεριφοράς: Ο καθένας «θα πρέπει να ζει με όσα διαθέτει». Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ ιδιοποιήθηκε αυτή την εικόνα για να δικαιολογήσει τις πολιτικές της σχετικά με την κρίση δημοσίου χρέους μετά το 2010 στην περιοχή του ευρώ.
Αντανακλώντας το γερμανικό περιβάλλον, ο Φρίντριχ Νίτσε προσέφερε έναν ανθρωπολογικό απολογισμό της ιστορικής σύνδεσης της ενοχής με το χρέος (das Schuldgefühl). Τόνισε ότι το χρέος ήταν συνδεδεμένο με την ηθικολογία των εννοιών του καθήκοντος, της τιμής, της αυτοεκτίμησης και του κύρους. Στο «Γενεαλογία της Ηθικής» (On the Genealogy of Morals ) [2], ο Νίτσε κοίταξε πίσω στην «παλαιότερη και πιο πρωτόγονη» προσωπική σχέση μεταξύ δανειστή και οφειλέτη ως την προέλευση του πώς «ένα πρόσωπο μετρά πρώτα τον εαυτό του έναντι του άλλου».
Πράγματι, η πίστωση και το χρέος όντως προϋπάρχουν των χρημάτων. Πήραν την μορφή εξυπηρετήσεων (χαρών) ανάμεσα σε φίλους και γείτονες, κάτι που δημιούργησε προσωπικές ηθικές υποχρεώσεις. Αργότερα, η δημιουργία του χρήματος παρείχε μια λογιστική μονάδα για την παρακολούθηση των χρεών. Το πιο σημαντικό, αυτό οδήγησε σε μια απο-προσωποποίηση των σχέσεων πιστωτή-οφειλέτη, καθιστώντας δυνατή την εμπορική κοινωνία. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται με τις καινοτομίες της [ταχυδρομικής] αποστολής και των εξασφαλίσεων απαιτήσεων. Με αυτόν τον τρόπο, το χρέος συνδέθηκε με την απειλή, και συχνά στην πραγματικότητα, με την διάβρωση της ελευθερίας, όχι μόνο για τα άτομα αλλά και για ολόκληρες οικογένειες. Βρέθηκαν σε μια κατάσταση «δουλείας του χρέους».
Συμβόλαιο μεταξύ του Patrick Larkin και του Thomas Blood, της 17ης Αυγούστου 1766. Βιβλιοθήκη της Βιρτζίνια.
Λόγω της υποδήλωσης της υποδούλωσης, επαναστατικές αλλαγές της εξουσίας, ή η άνοδος νέων κυβερνητών, συχνά έφεραν μαζί τους διαγραφές χρέους και καταστροφή αρχείων χρέους. Το πρώτο καταγεγραμμένο παράδειγμα αυτού φαίνεται να είναι το 2400 π.Χ. από τον βασιλιά Enmetena στην πόλη-κράτος των Σουμερίων Lagash στην Μεσοποταμία. Στην συνέχεια, η βιβλική παροιμία «Οι πλούσιοι κυριαρχούν πάνω στους φτωχούς, και ο δανειολήπτης είναι δούλος του δανειστή» χρησιμοποιήθηκε για να δικαιολογήσει την ακύρωση «απεχθών» χρεών μετά την αλλαγή καθεστώτος. Χρησιμοποιήθηκε επίσης για την φυλάκιση οφειλετών, για παράδειγμα στα έργα του Καρόλου Ντίκενς.
Από τον 18ο αιώνα και μετά, υπήρχαν δύο κύριοι καταλύτες για την αναθεώρηση εννοιών του χρέους. Η πρώτη ήταν η άνοδος μιας νέας εμπορικής κοινωνίας, η οποία σχετιζόταν με τα δικαιώματα ιδιοκτησίας και τον πολλαπλασιασμό των συμβατικών σχέσεων, ενθαρρυμένη πάνω απ’ όλα με την χρήση των εξασφαλίσεων για την επέκταση της πιστοληπτικής ικανότητας [3]. Οντότητες κανονικά μη επιλέξιμες για να δανειστούν ήταν σε θέση να συνάψουν πιστωτικές συναλλαγές. Η συνέπεια ήταν μια κοινωνία στην οποία οι σχέσεις πιστωτή-οφειλέτη κατέλαβαν κεντρική κοινωνική και πολιτική σημασία, εκπροσωπούμενη από μια επίδοξη τάξη εμπόρων-χρηματοδοτών, εισοδηματιών, και τα όψιμης αυτοπεποίθησης επαγγέλματα της λογιστικής και του δικαίου.
Ο δεύτερος καταλύτης για την αναθεώρηση του χρέους ήταν η γέννηση και η τεράστια αύξηση του δημόσιου χρέους. Ο μετασχηματισμός αυτός άνοιξε την συζήτηση αν η εξέλιξη αυτή ήταν μια δύναμη για το καλό ή για το κακό. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, τα καταστροφικά οικονομικά των Γάλλων βασιλέων στον 18ο αιώνα, είχαν μια βαθιά επίδραση στην οικονομική σκέψη. Ο Γάλλος φιλόσοφος Montesquieu εξέφρασε την ανησυχία του στο «Πνεύμα των Νόμων» [4]. Το δημόσιο χρέος, έγραψε, «παίρνει το αληθινό έσοδο του κράτους από εκείνους που έχουν δραστηριότητα και βιομηχανία, για να το μεταφέρει στους νωχελικούς: Δηλαδή, δίνει διευκολύνσεις για εργασία σε όσους δεν εργάζονται, και βαρύνει με δυσκολίες αυτούς που όντως εργάζονται».
Εν τω μεταξύ, οι Σκωτσέζοι στοχαστές Ντέιβιντ Χιουμ και Άνταμ Σμιθ φοβούντο ότι το δέλεαρ του δημόσιου χρέους θα διαφθείρει τα κράτη και θα δημιουργήσει πολιτικές της ψευδαίσθησης και της ύβρεως. Η χρηματοδότηση του δημοσίου χρέους διευκόλυνε καταστροφικούς πολέμους στην Ευρώπη και υποστήριξε την μάταιη επιδίωξη της αυτοκρατορίας στον Ατλαντικό, την Μεσόγειο και την Ινδία. Διεύρυνε επίσης την πολιτική πατρωνία, δημιουργώντας μια αμοιβαία εξάρτηση μεταξύ των κρατών και των πιστωτών, κάτι που οδήγησε στην ολιγαρχία και τον κομματισμό και διακινδύνευσε την κατάρρευση της δημόσιας αρετής.
Ένας οφειλέτης στην φυλακή της Fleet Street. Ζωγραφική από το πρώτο μισό του 19ου αιώνα. THOMAS HOSMER SHEPHERD
Η συζήτηση για το αν το δημόσιο χρέος προώθησε τις αρετές του εμπορίου ή την αμαρτία της σπατάλης ήταν επίσης στο επίκεντρο της οξείας διαφωνία μεταξύ Αλεξάντερ Χάμιλτον και Τόμας Τζέφερσον στον απόηχο του Πολέμου της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ. Στο όνομα της αρετής, ο Jefferson επιτέθηκε στις επιδιώξεις του Χάμιλτον για χρηματοδότηση του δημόσιου χρέους, για εμπορική αυτοκρατορία και εκτελεστική κηδεμονία (executive patronage). Υποστήριξε ότι η προτεραιότητα πρέπει να είναι η απελευθέρωση του νέου έθνους από το χρέος. Σε μια επιστολή του το 1809 [5] προς τον Αμερικανό υπουργό Οικονομικών Albert Gallatin, ο Jefferson υποστήριξε:
«Δεν υπάρχει μια μηχανή που διαφθείρει τόσο την κυβέρνηση και αποθαρρύνει τόσο το έθνος όσο το δημόσιο χρέος. Θα φέρει σε μας περισσότερα ερείπια εγχωρίως από όσα όλοι οι εχθροί από το εξωτερικό κατά των οποίων υπάρχουν ο στρατός και το ναυτικό για να μας προστατεύσουν».
Από τα μέσα του 19ου αιώνα και μετά, η αναδυόμενη γερμανική ιστορική και θεσμική σχολή οικονομικών απέκτησε μια πολύ διαφορετική άποψη για το δημόσιο χρέος από εκείνο του Μοντεσκιέ, του Χιούμ, του Σμιθ και του Τζέφερσον. Ενώθηκαν στην άποψη ότι το δημόσιο χρέος ήταν αναπόσπαστο μέρος των εθνικών οικονομιών. Οι στοχαστές Karl Dietzel και Lorenz von Stein πίστευαν ότι το κράτος είχε θετικό ρόλο στην εξισορρόπηση της οικονομίας, πάνω απ’ όλα μέσω της χρηματοδότησης των επενδύσεων που τονώνουν την παραγωγικότητα, σε υποδομές και σε δημόσιες παροχές. Ο Dietzel, κατ’ αρχήν, υποστήριξε ότι, «Ένα έθνος είναι τόσο πολύ πλουσιότερο και η εθνική οικονομία τόσο πιο ανθηρή και εξελισσόμενη, όσο μεγαλύτερη είναι η αναλογία των πληρωμών για τόκους επί ομολόγων του Δημοσίου στο σύνολο των κρατικών δαπανών». Και, από την πλευρά του, ο Stein τόνισε τον ρόλο του δημόσιου χρέους ως συλλογική ασφάλιση, πάνω απ’ όλα στο να βοηθήσει παροχές στα γηρατειά, και, συνεπώς, στην προώθηση της κοινωνικής και πολιτικής ενσωμάτωσης. Ωστόσο, ο ίδιος έλαβε γνώση ότι το δημόσιο χρέος θα μπορούσε να υποστεί κατάχρηση από την πολιτική για να χρηματοδοτήσει την τρέχουσα κατανάλωση και όχι τις επενδύσεις που τονώνουν την παραγωγικότητα. Ως εκ τούτου, ο Stein έκανε έκκληση για μια συνταγματική διασφάλιση έναντι αυτής της κατάχρησης, μια μορφή «χρυσού κανόνα» στα δημόσια οικονομικά, που αργότερα περιλήφθηκε εντός του Θεμελιώδους Νόμου της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας [6].
Η πίστη στην χρησιμότητα του χρέους φαίνεται να θριάμβευσε επί της απέχθειας [για το χρέος] των Montesquieu, Hume, Smith και Jefferson. Τα επίπεδα του δημοσίου χρέους άνω του 100% του ΑΕΠ ήταν μακράν του να είναι σπάνια τον 19ο και τον 20ο αιώνα. Η πολιτική οικονομία άλλαξε ριζικά και νέες κοινωνικές δυνάμεις εισήλθαν στην πολιτική αρένα. Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε με τον ριζικό μετασχηματισμό της τεχνολογίας, της κλίμακας και της διεξαγωγής του πολέμου. Οι νέες τεχνολογίες επικοινωνίας επέτρεψαν διακρατική πίστωση μέσω κινητού. Και η συγκεντρωτική δομή των χρηματοπιστωτικών αγορών έκανε τους δημόσιους ισολογισμούς πιο ευάλωτους σε μεγάλες τραπεζικές κρίσεις.
Αυτή η ευπάθεια μόνο μεγάλωσε με τις νέες τεχνολογίες δημιουργίας πίστωσης του ιδιωτικού τομέα. Επιπλέον, η εκκοσμίκευση της κοινωνίας διάβρωσε την προσκόλληση σε κληρονομημένες θρησκευτικές και λαϊκές δοξασίες για το χρέος. Συνοδευόταν από τη νέα πίστη στην επιστημονική διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, συμπεριλαμβανόμενων των τεχνικών δημιουργικής χρηματοοικονομικής. Αυτοί οι παράγοντες συνδυάστηκαν για να διευκολυνθεί η εμφάνιση νέων, λιγότερο περιοριστικών ιδεολογιών του χρέους. Είχαν χαθεί πια οι ημέρες κατά τις οποίες, πνευματικά, ο κυρίαρχος ρόλος της σύνεσης ή της πρακτικής σοφίας στην αιτιολογία για ενάρετη ιδιωτική και δημόσια συμπεριφορά ενεργούσε ανασταλτικά για το χρέος.
Μια βασική πτυχή αυτής της επανάστασης ήταν η ολοένα και πιο αφηρημένη φύση του χρήματος. Ο Γερμανός συγγραφέας Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε έδωσε μια δραματική έκφραση στην αίσθηση χαλάρωσης της ενοχής που συνδέεται με την μετάβαση σε παραστατικό χρήμα [fiat currency]. Στο δεύτερο μέρος του «Φάουστ» [7], ο Μεφιστοφελής συμβουλεύει τον αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας:
«Ένα τέτοιο χαρτί, στην θέση του πραγματικού χρυσού, είναι πρακτικό: Γνωρίζουμε ακριβώς τι κρατάμε … Αλλά οι σοφοί, όταν θα το έχουν μελετήσει, θα τοποθετήσουν άπειρη εμπιστοσύνη σε αυτό που είναι άπειρο».
Μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα, η χαλάρωση της αίσθησης του περιορισμού και της ενοχής που συνδέονται με το χρέος πήρε μια ριζικά νέα μορφή. Οι καταναλωτές και οι επενδυτές μπορούσαν να κάνουν χρήση του ηλεκτρονικού χρήματος. Η εποχή των κυβερνο-οικονομικών (cyberfinance) αναδιαμόρφωσε την στάση απέναντι στην πίστωση: «Τα χρήματα τώρα είναι ατελείωτα», έγραψε ο οικονομολόγος Satyajit Das στο «Extreme Money» [8], «ικανά για άπειρο πολλαπλασιασμό και εντελώς εξωπραγματικά». Δημιούργησε επίσης μια ευρέως διαδεδομένη αίσθηση σύγχυσης, ανησυχίας και συναγερμού για τις συνέπειες από την συμπεριφορά των τραπεζών και από το πώς οι κεντρικές τράπεζες διαχειρίζονται χρήματα, για παράδειγμα την ποσοτική χαλάρωση.
Οι επιπτώσεις της μείωσης της σύνεσης έγιναν όλο και πιο σοβαρές [9] με την τεράστια ανάπτυξη του μεγέθους των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων˙ με το μέγεθος, την πολυπλοκότητα και την αδιαφάνεια των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που διαχειρίζονται τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία˙ και με τον πολλαπλασιασμό των ολοένα και πιο εξωτικών πιστωτικών μέσων, όπως η τιτλοποίηση και τα χρέη με υποθήκες. Μοντέλα που βασίζονται στην επιστήμη προκάλεσαν την ψευδαίσθηση ότι οι πιστωτικοί κίνδυνοι ελέγχονται καλύτερα. Και η ευκολία δημιουργίας πίστωσης επέτρεψε στην ύβρη [να μεγεθυνθεί] σε μια ιστορικά νέα κλίμακα.
Αλλαγές στις αντιλήψεις σχετικά με το χρέος και το ρίσκο επίσης συνδέθηκαν με νέες συζητήσεις για τα κοινωνικά δικαιώματα. Οι προσδοκίες των καταναλωτών για ολοένα και υψηλότερα επίπεδα διαβίωσης πυροδοτήθηκαν από τον πιο εύκολο και άμεσα διαθέσιμο τραπεζικό δανεισμό, τις παρεπόμενες «εκρήξεις» στους τομείς των κατασκευών και της αγοράς ακινήτων, καθώς και την επέκταση του τομέα του λιανικού εμπορίου, της σύγχρονης διαφήμισης και του μάρκετινγκ. Το κοινωνικό status και η ταυτότητα συνδέθηκαν στενά με την κατανάλωση, ιδίως με την έννοια της πολυτέλειας. Ο αυτοπροσδιορισμός κάποιου ως καλοζωιστή σήμαινε να είναι σε θέση να ζει πέρα από τις παραδοσιακές αντιλήψεις των βασικών αναγκών. Το χρέος ήταν το κόστος που πλήρωνε κάποιος για τις χαρές του να είναι μέρος μιας ηδονιστικής καταναλωτικής κουλτούρας. Η άρνησή του είχε την δυνατότητα να προωθήσει μια βαθιά αίσθηση απώλειας, απελπισίας, κοινωνικής διαμαρτυρίας και ταραχών.
Το ανάγλυφο της λιτότητας στο κτίριο Česká Spořitelna, στην Τσεχική Δημοκρατία. WIKIMEDIA
Οι συζητήσεις του 20ου αιώνα κατέδειξαν τις βαθιές ηθικές ασάφειες που σχετίζονται με το χρέος, καθώς και τις σχετικές δυσκολίες στην διαμόρφωση και χρήση της κρατικής εξουσίας. Από τη μια πλευρά, τα κοινωνικά δικαιώματα, η κοινωνία της αγοράς, η ηδονιστική κουλτούρα των καταναλωτών και η νεο-κεϋνσιανή οικονομία υποδηλώνουν ότι η παλιά ιδέα της σύνεσης είχε πλήρως εκθρονιστεί. Από την άλλη πλευρά, η ιδέα ότι το κράτος είναι «το νοικοκυριό γραμμένο με κεφαλαία γράμματα» διατήρησε μια συνεχή προσμονή στην λαϊκή φαντασία. Η απεικόνιση των πολιτικών αρχηγών και των κομμάτων ως άτολμους στην διαχείριση των δημόσιων οικονομικών, ως ηγούμενους σε ένα πολύ υψηλό δημόσιο χρέος και ως σε συμπαιγνία με υπερ-ισχυρούς τραπεζίτες, προσέλκυσε την εκλογική τιμωρία. Τα στοιχεία δείχνουν ότι αν κάποιος ευθυγραμμιστεί με την μείωση του χρέους προσελκύει ευρεία υποστήριξη του κοινού [10]. Παρά τις νεο-κεϋνσιανικές μακροοικονομικές ιδέες και την σύγχρονη καταναλωτική, οικονομική και διαφημιστική κουλτούρα, τα κράτη εξακολουθούν να κατοικούν σε έναν πολιτικό κόσμο στον οποίο οι λαϊκές δοξασίες για το χρέος διατηρούν έναν ισχυρό μοχλό για το πώς συμπεριφέρονται οι ηγέτες. Το πιο πρακτικό πρόβλημα πηγάζει από το παράδοξο ότι, παρ’όλο που οι ψηφοφόροι θέλουν δράση για την αντιμετώπιση του χρέους συνολικά, λίγοι είναι έτοιμοι να δεχτούν τις επακόλουθες συνέπειες.
ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΧΡΕΟΣ
Πόσο μακριά, και με ποιους τρόπους, το χρέος είναι «κακό»; Ποια είναι η κατάλληλη συμπεριφορά των πιστωτών και των οφειλετών; Ποια είναι η σωστή ισορροπία μεταξύ, αφενός της συστημικής σταθερότητας και της συλλογικής αλληλεγγύης και, από την άλλη, της αποφυγής του ηθικού κινδύνου όσον αφορά την διαχείριση του δημόσιου χρέους; Ποιοι είναι τα αθώα θύματα και ποιοι, προς το συμφέρον της δικαιοσύνης, θα πρέπει να φέρουν τον δημοσιονομικό πόνο της μακροοικονομικής προσαρμογής; Πόσο πολύ θα πρέπει η θεσμική σκοπιμότητα να καθορίσει και, εφόσον είναι αναγκαίο, να περιορίσει την υπευθυνότητα;
Στο επίκεντρο πολλών από αυτές τις ερωτήσεις είναι ο τρόπος με τον οποίο οι σχέσεις πιστωτή-οφειλέτη κάνουν ένα ζευγάρι. Δεν μπορεί να υπάρξουν πιστωτές χωρίς τους οφειλέτες όπως το «πλεονασματικό» κράτος χωρίς τον «ελλειμματικό» κράτος στο εμπόριο. Εν ολίγοις, αν και η σχέση τους είναι άνιση, οι πιστωτές χρειάζονται τους οφειλέτες. Η ηθική ασάφεια -και η απουσία εύκολων πολιτικών λύσεων- προέρχεται από το πρόβλημα της εξισορρόπησης των απαιτήσεων των πιστωτών να τους αποδίδεται ανώτερη αρετή και μοναδικότητα έναντι των αντίστοιχων των οφειλετών για αναγνώριση και τιμή. Μπορεί, κατ’ αρχήν, να αντιμετωπίζονται από τους διαδικαστικούς κανόνες που γεφυρώνουν διαφορετικές ηθικές θέσεις και ξεπερνούν τις διαφορές ισχύος. Ελλείψει αυτών, υπάρχει υψηλός κίνδυνος αδικίας, παρενόχλησης, απελπισίας και θυματοποίησης.
Η αξιόπιστη δέσμευση στους εν λόγω διαδικαστικούς κανόνες εξαρτάται από την αναγνώριση των πιστωτών ότι οι προσαρμογές δεν μπορούν να γίνουν από τους οφειλέτες μόνο. Οι πολιτικές δυσκολίες έγκεινται στο πώς να κάνουν τον καθένα να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της αμοιβαίας, ασύμμετρης εξάρτησης της κατάστασης των πιστωτών και των χρεωστών. Η σχέση τους έχει τα χαρακτηριστικά του διλήμματος των φυλακισμένων, στο οποίο καμία πλευρά δεν μπορεί να αποστατήσει χωρίς να προκαλέσει σοβαρή ζημία στην άλλη. Η διαχείριση αυτού του διλήμματος είναι ευκολότερη όταν οι θεσμικές συνθήκες είναι σε θέση να βοηθήσουν στην διατήρηση ενός εξελικτικού, σταθερού μοτίβου της υπό όρους συνεργασίας. Όπως και με τη ζώνη του ευρώ, ένα σύνολο κανόνων του παιχνιδιού που ενθαρρύνουν την επαναλαμβανόμενη αλληλεπίδραση προκαλεί συνεργασίες [11]. Ωστόσο, οι κίνδυνοι παραμένουν. Οι ελίτ των κρατών-πιστωτών διατηρούν εξέχον ενδιαφέρον για τον περιορισμό της ευθύνης τους. Επιπλέον, το ένα, ή και τα δύο μέρη, αντιμέτωπα με βαθιά δυσάρεστες επιλογές, μπορούν να επιλέξουν να ακολουθήσουν το «παιχνίδι της κότας», όπου η μπλόφα του άλλου γίνεται αποδεκτή [στμ: το παιχνίδι αυτό στην θεωρία των παιγνίων τείνει να παράγει το χειρότερο αποτέλεσμα και για τους δύο παίκτες]. Και, ένας λάθος υπολογισμός μπορεί να έχει υψηλό κόστος για όλους.
Το γερμανικό Schuldenuhr ή αλλιώς «το ρολόι του χρέους». Στις 14 Αυγούστου 2007 στις 5:08 μμ. GERTRUD K. / FLICKR
Οι πολιτικές των σχέσεων πιστωτή-οφειλέτη επιδεινώνονται από μια ηθικολογική γλώσσα περί «αγίων» και «αμαρτωλών», η οποία είναι δεμένη με αισθήματα υπερηφάνειας για την εθνική αρετή από τη μια πλευρά, και της ντροπής, της ταπείνωσης και της δυσαρέσκειας από την άλλη. Το εσωτερικό τεχνικό λεξιλόγιο και οι προσπάθειες για την κατασκευή συμμετοχικών διαδικασιών συζήτησης και διαπραγμάτευσης δεν μπορούν να κρύψουν τον βαθμό στον οποίο η ιδέα της εθνικής πιστοληπτικής ικανότητας είναι ένας κόσμος ταυτοτήτων και συμβολισμού, με το οποίο συνδέονται ισχυρά, ιστορικά θεμελιωμένα και συχνά ιδιοσυγκρασιακά συναισθήματα.
Συνεπώς, η ποιοτική πρόοδος στην σκέψη περί των σχέσεων πιστωτή-οφειλέτη και της κυρίαρχης [κρατικής] πιστοληπτικής ικανότητας εξαρτάται από την ενίσχυση της ηθικής διάστασής τους και την προώθηση αλλαγής κουλτούρας με δύο τρόπους.
Πρώτον, η ανάλυση της κρατικής πιστοληπτικής ικανότητας (sovereign creditworthiness) πρέπει να προχωρήσει πέρα από την στενή, χρηστική και χρηματοοικονομική άποψη των ισολογισμών. Θα πρέπει επίσης να εξετάσει τα αποτελέσματα από τις μακροπρόθεσμες προοπτικές και τις προοπτικές ολόκληρης της κοινωνίας. Αυτή η πιο εκτατική άποψη προϋποθέτει την συνεκτίμηση των ευρύτερων προσδοκιών όσον αφορά την διακυβέρνηση, την κοινωνική πρόνοια και την ποιότητα του περιβάλλοντος. Μια κριτική επανεξέταση της κρατικής πιστοληπτικής ικανότητας αποκαλύπτει ηθικά ερωτήματα σχετικά με την λειτουργία και την δύναμη των χρηματοπιστωτικών αγορών, συμπεριλαμβανομένης της καθαρής κοινωνικής αξίας των χρηματοοικονομικών καινοτομιών, όπως τα παράγωγα και η τιτλοποίηση.
Η βαθιά ανάλυση δείχνει αλλαγές στην λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών, συμπεριλαμβανομένων των οίκων αξιολόγησης της πιστοληπτικής ικανότητας, για να μειώσουν τις συγκρούσεις συμφερόντων, να αυξήσουν την διαφάνεια και να αποτρέψουν την υπερβολική ανάληψη κινδύνων μέσω χρηματοδοτικών μέσων αμφιβόλου καθαρής κοινωνικής αξίας. Μια επιλογή είναι να στηριζόμαστε μόνο στις βελτιώσεις της εσωτερικής διακυβέρνησης εντός των χρηματοπιστωτικών αγορών. Τα παραδείγματα περιλαμβάνουν αλλαγές στους οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας και μεγαλύτερη λογοδοσία των διαχειριστών για μακροπρόθεσμες αποδόσεις, κυρίως με αλλαγές στις πρακτικές των τραπεζικών μπόνους. Ωστόσο, τα αρνιά δεν ψηφίζουν για το Πάσχα, για να παραφράσω την βρετανική παροιμία. Απαιτείται εξωτερική πίεση από εποπτικές και ρυθμιστικές Αρχές.
Δεύτερον, πρέπει να γίνουν διορθώσεις στην πολιτική μυωπία που τόσο συχνά μαστίζει -και αυξάνει το κόστος- των κρίσεων χρέους. Οι πολιτικοί ηγέτες των κρατών-πιστωτών έχουν μεγάλες δυσκολίες στο να πείσουν τις εγχώριες πολιτικές ελίτ και τους πολίτες τους να κάνουν βραχυπρόθεσμες θυσίες ως φορολογούμενοι υπέρ των μακροπρόθεσμων οφελημάτων από την αποφυγή της χρεοκοπίας και των συστημικών κινδύνων που ακολουθούν. Αυτό το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο όταν πρόκειται για την διάσωση κρατών, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, οι οποίες κρίνεται ότι μαστίζονται από ενδημική διαφθορά και αποτυχημένη ικανότητα διακυβέρνησης.
Εντός της ζώνης του ευρώ, η γερμανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση δίστασε για την ελληνική διάσωση για τέσσερις μήνες από τον Ιανουάριο-Φεβρουάριο του 2010, μέχρι και μετά τις εκλογές-«κλειδί». Τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης ήταν γεμάτα με εικόνες από τεμπέληδες, διεφθαρμένους και απερίσκεπτους Έλληνες, οι οποίοι απολαμβάνουν τις συντάξεις τους πολύ νωρίτερα από ό, τι οι Γερμανοί. Σκιαγραφούσαν έναν φουσκωμένο, προνομιούχο ελληνικό δημόσιο τομέα αγνώστου μεγέθους. Αυτές οι εικόνες αγνόησαν τον απερίσκεπτο δανεισμό από τις γερμανικές και άλλες τράπεζες της ΕΕ προς την Ελλάδα. Στο τέλος, ο γερμανικός δισταγμός συνέβαλε στην αύξηση του τελικού κόστους της διάσωσης από την ευρωζώνη και το ΔΝΤ τον Μάιο του 2010. Η πολιτική ηγεσία είναι μια σκληρή δουλειά όταν επιδιώκει να επαναδιατυπώσει ηθικά επιχειρήματα με όρους που κατανέμουν πιο συνετά τις ευθύνες. Δεδομένου ότι η ελληνική κρίση επιταχύνθηκε το 2011-12, η γερμανική πολιτική ηγεσία, αντί [για αυτά] κατέφυγε στην δραματοποίηση της υπαρξιακής απειλής για την ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, προκειμένου να ξεπεραστεί η βαθιά απροθυμία των ελίτ και της κοινής γνώμης να επωμιστούν το κόστος της περαιτέρω οικονομικής βοήθειας.
Όμως, η καλύτερη διαχείριση των κρίσεων δημοσίου χρέους, πηγαίνει στην καρδιά της λειτουργίας των φιλελεύθερων δημοκρατιών. Οι τρέχουσες πρακτικές αναδεικνύουν τους κινδύνους της αποσύνδεσης μεταξύ, από την μια πλευρά, των εγχώριων πολιτικών ανταγωνισμού και τις εκλογικές επιλογές και, από την άλλη, των πολιτικών για την αποκατάσταση της κρατικής πιστοληπτικής ικανότητας που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης ή επιβάλλονται διεθνώς. Η αποσύνδεση αποκαλύπτεται στην αύξηση της λαϊκής αποξένωσης από τις συμβατικές μορφές της πολιτικής. Σε αυτό το πλαίσιο, ανοίγει χώρος για λαϊκίστικες πολιτικές κινητοποιήσεις κατά των εξωτερικών υπαγορεύσεων, ωφελώντας τα ακροαριστερά και τα ακροδεξιά κόμματα. Το φαινόμενο αυτό ήταν εμφανές στην εκλογική επίδοση του Εθνικού Μετώπου στις γαλλικές προεδρικές και βουλευτικές εκλογές του 2012, του ΣΥΡΙΖΑ στις δύο ελληνικές εκλογές του 2012, και του Κινήματος Πέντε Αστέρων στις ιταλικές εκλογές του 2013.
ΟΙ ΑΛΟΓΙΣΤΟΙ, ΟΙ ΑΝΙΣΧΥΡΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΘΩΟΙ
Οι πιστωτές έχουν την τάση να θεωρούνται ως «άγιοι», οι οφειλέτες ως «αμαρτωλοί». Η αρετή είναι συνδεδεμένη με τους πρώτους (σύνεση, σκληρή δουλειά), και η κακία στους δεύτερους (απερισκεψία, τεμπελιά). Αυτό το είδος της γλώσσας θέτει σε κίνδυνο την αξιοπρέπεια, την τιμή και τον αμοιβαίο σεβασμό. Προκαλεί τα βασικά καθώς και τα ευγενή συναισθήματα, συμπεριλαμβανομένων της δυσαρέσκειας, του παράπονου και της οργής. Οι ηθικές και συναισθηματικές διαστάσεις του χρέους είναι στενά συνυφασμένες.
Για να είναι αποτελεσματικές, οι εν λόγω κρίσεις διαχείρισης δημοσίου χρέους πρέπει να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες σε αυτήν την ισχυρή ψυχολογική διάσταση. Σε αντίθετη περίπτωση, εκείνοι που θα υποστούν τις τιμωρητικές προσαρμογές θα κινητοποιηθούν για να εκφράσουν την οργή τους. Η οικοδόμηση της αξιοπιστίας στις αγορές κρατικών ομολόγων έγινε μόδα στην μακροοικονομική θεωρία μετά την δεκαετία του 1970: Αυτό που είχε σημασία για την κρατική πιστοληπτική ικανότητα ήταν η διαχείριση των προσδοκιών της αγοράς [12], ένα βασικό στοιχείο των οποίων ήταν η ψυχολογία της χρηματοπιστωτικής αγοράς. Τα κράτη όφειλαν να αποκαταστήσουν την αξιοπιστία τους με αυξήσεις φόρων, μείωση των θέσεων απασχόλησης και των μισθών του δημόσιου τομέα, και περικοπές των παροχών. Έπρεπε να ευθυγραμμιστούν με τα τεχνοκρατικά γιατροσόφια των μη εκλεγμένων φορέων: Κεντρικών τραπεζών, διεθνών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, και λόμπι των χρηματοπιστωτικών αγορών.
Ωστόσο, η αξιοπιστία με αυτή την στενή έννοια του όρου είναι μόνο ένα τμήμα μιας πολύ μεγαλύτερης και πιο περίπλοκης πολιτικής ιστορίας για το πώς τα κράτη μπορούν να διατηρήσουν καλύτερα την φήμη και την ισχύ τους. Οι πολιτικές της κρατικής πιστοληπτικής ικανότητας αφορούν την ικανότητα να διακρίνεται το νομικό συμβόλαιο που διέπει τις σχέσεις πιστωτή-οφειλέτη από το ευρύτερο κοινωνικό συμβόλαιο στο οποίο υποτίθεται ότι βασίζεται η διακυβέρνηση. Οι δείκτες της απώλειας της εμπιστοσύνης των πιστωτών είναι τα υψηλότερα επιτόκια για το χρέος. Οι δείκτες της απώλειας της δημόσιας εμπιστοσύνης είναι η κοινωνική διαμαρτυρία, τα εκλογικά κέρδη των εξτρεμιστικών κομμάτων και η μετατόπιση των κεντρώων κομμάτων προς τον εναγκαλισμό εξτρεμιστικών θέσεων.
Το να γίνονται συζητήσεις για τους πιστωτές και τους οφειλέτες χωρίς να υπάρχουν υπονοούμενες κριτικές περί ηθικής αξίας είναι κάτι πολύ δύσκολο -αλλά είναι καιρός να γίνει.
Kenneth Dyson
***********
Σύνδεσμοι:
[1] ,[2] ,[3],[4] ,[5] ,[6] ,[7] ,[8] ,[9],[10],[11],[12]
Πηγή: foreignaffairs.gr. Στα αγγλικά: foreignaffairs.com
Αντικλείδι , http://antikleidi.com

Ο Λύκος στην Αναμπουμπούλα Χαίρεται

Αλλά για να γίνουν αυτά για τα οποία συζητούμε, χρειάζεται σύμπνοια, συνοχή και καθαρός νους. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα με ατελέσφορους λεονταρισμούς, ούτε με την αχρείαστη διχόνοια που έχει γεννήσει η οικτρή εθνική ήττα, διότι, εν τω μεταξύ, ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται...


Alexandros Raskolnick στο my-pillow-book.blogspot.gr


Το έχομε πει πολλές φορές ότι είναι απολύτως άνευ νοήματος να εθελοτυφλούμε πιστεύοντας στις «εύκολες λύσεις» και να βαυκαλιζόμαστε με την ιδέα ότι η διέξοδος σε εθνικό νόμισμα, εδώ και τώρα, είναι εφικτή. Με δεδομένο το χαώδες έλλειμμα στο εμπορικό μας ισοζύγιο και την ανυπαρξία σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης, η εξαθλίωση των φτωχότερων κοινωνικών στρωμάτων, θα ήταν αμεσότερη και εντονότερη. Σε συνθήκες βίαιης προσαρμογής, θα μπορούσαμε ίσως να αποκτήσουμε διατροφική επάρκεια σε σχετικά σύντομο διάστημα, αλλά δεν ήταν μέχρι σήμερα το νόμισμα που μας εμπόδιζε να το πετύχουμε αυτό. Ήταν οι πολιτικές απαξίωσης της πρωτογενούς μας παραγωγής στις οποίες συναινέσαμε ευχαρίστως, με αντάλλαγμα μια χούφτα ευρώ και η έλλειψη οράματος, το οποίο δυστυχώς δεν αγοράζεται ούτε με ευρώ ούτε με εθνικό νόμισμα.

Όσοι υποστηρίζουν την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα κι έχουν λίγη σοβαρότητα, παραδέχονται ότι απαιτείται σχεδιασμός συντεταγμένης εξόδου. Επιπλέον, να συμπληρώσουμε, ότι πέραν των απαραίτητων αλλά ανύπαρκτων συναλλαγματικών διαθεσίμων, απαιτείται και ο κάματος της επιμονής και της υπομονής στην επιτυχή υλοποίηση αυτού του σχεδιασμού.

Η ουσία του πράγματος, εδώ και τώρα, δεν βρίσκεται στην επιλογή του νομίσματος που θα επιλέξουμε για να πληρώσουμε τα φέρετρα των πιο αδύναμων από εμάς.

Η ουσία του πράγματος εντοπίζεται στην αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων της κοινωνίας και της οικονομίας μας και στην πάταξη της παρασιτικής ολιγαρχίας και του εσμού των ακολούθων της, στην εξειδίκευση του λογιστικού ελέγχου του δημόσιου χρέους και στην ανάκτηση του υφαρπαγμένου και καταχρασμένου από τα δημόσια ταμεία πλούτου. Με τέτοια έμπρακτα αποτελέσματα -και όχι, βέβαια, με στομφώδεις αερολογίες- θα μπορούσαμε μετά να καταφύγουμε στο ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος, δια στόματος του απεσταλμένου ανεξάρτητου εμπειρογνώμονα, μιλάει σαφώς για την παραβίαση βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα.

Τι είναι, όμως, ο λογιστικός έλεγχος, τον οποίο με τόση ευκολία λοιδορούν αυτοί που έχουν τη φωλιά τους λερωμένη?

Ασφαλώς, ο έλεγχος αυτός έχει δυο όψεις.

Η πρώτη όψη αφορά στον έλεγχο των πηγών των κεφαλαίων που συνιστούν το δημόσιο χρέος.

Γύρω από αυτήν την όψη, επικεντρώθηκαν οι ενδιαφέρουσες και διαφωτιστικές θεωρίες που ακούσαμε από αξιόλογους αγορητές στην Επιτροπή της Αλήθειας, μιαν επιτροπή που δυστυχώς έχει χλευαστεί ποικιλοτρόπως.

Όμως, για να λέμε και του στραβού το δίκιο, υπάρχει μια αιτιολόγηση στον χαρακτηρισμό των συντελεστών της Επιτροπής της Αλήθειας, ως γραφικών, για δύο κυρίως λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι αυτό το χρέος έχει αλλάξει πολλά χέρια στο βάθος του χρόνου. Ο δεύτερος και κυριότερος λόγος, είναι ότι με τις δόλιες μεθοδεύσεις και με την ανοίκεια συναίνεση εκείνων που εμπιστευθήκαμε όλα αυτά τα πέτρινα χρόνια για να μας κυβερνούν, το χρέος έφυγε από τα χαρτοφυλάκια των υπόλογων τραπεζιτών και, στο μεγαλύτερο μέρος του, φορτώθηκε στις πλάτες των υπόλοιπων Ευρωπαίων φορολογούμενων με αυτήν την κακοστημένη απάτη του P.S.I. που οπωσδήποτε θα γραφτεί στις μελανότερες σελίδες της ευρωπαϊκής πολιτικής και οικονομικής ιστορίας.

Η δεύτερη και κρισιμότερη, ετούτη την ώρα, όψη του λογιστικού ελέγχου, έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, αφορά στις χρήσεις των κεφαλαίων που συνιστούν αυτό το χρέος.

Η λογιστική είναι η "επιστήμη" της διαχείρισης των δεδομένων. Κοντολογίς, τα δεδομένα, με τη σωστή διαχείρισή τους, μετατρέπονται σε πληροφορίες. Με τις πληροφορίες εγκαλείς αυτούς που έκλεψαν, να γυρίσουν πίσω τα κλεμμένα.

Όπως λέγαμε από πολύ παλιά, πριν ακόμα από το πρώτο κούρεμα, δε θα ήταν πρέπον να αρνηθούμε ένα χρέος που σύνηψαν οι άθλιοι που όλα αυτά τα χρόνια ψηφίζαμε για να μας κυβερνούν ούτε θα έπρεπε να γίνει το κούρεμα αυτού του χρέους που αποτέλεσε την ταφόπλακα των μισοθαμμένων ευθυνών εκείνων που το δημιούργησαν.

Τώρα που το άθλιο ευρω-ιερατείο των συνενόχων έχει φορτώσει το ελληνικό χρέος στις πλάτες των ευρωπαϊκών λαών και με το λουρί στους σβέρκους μας, προσπαθεί να καλύψει την απάτη, η ανάγκη να ελεγχθούν οι χρήσεις αυτών των κεφαλαίων, είναι επιτακτικότερος. Μήπως από εκεί δεν είναι που εκπορεύεται και το μένος του δόκτορος Σόιμπλε, κατά της Ελλάδας?

Το θέμα, όμως, δεν είναι τι κάνουν οι άλλοι, που στο κάτω-κάτω της γραφής προασπίζονται τα ιδιοτελή συμφέροντα των εργοδοτών τους. Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς. Από τη δική μας την πλευρά δεν είναι δυνατόν να συνεχίσουμε να αφήνουμε στο απυρόβλητο τους κουρσάρους των εθνών ούτε, βέβαια, τους ντόπιους αντιπροσώπους τους! Όλους αυτούς τους δοσίλογους και τους μιζαδόρους, αυτά τα ανθρωπόμορφα μολυσματικά τρωκτικά, που ζουν ανάμεσά μας κι ενίοτε μας κουνούν κι από πάνω το δάχτυλο, ισχυριζόμενοι ότι τα φάγαμε όλοι μαζί.

Αν ζούσαμε σε έναν δικαιότερο κόσμο θα ελπίζαμε από τους (συν)εταίρους δυνάστες και δανειστές που όλα αυτά τα χρόνια εξοντώνουν τον ελληνικό λαό, την ύστατη ώρα, τώρα που έφτασε ο κόμπος της απάτης τους στο χτένι, αντί να ζητούν περισσότερο αθώο αίμα, να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Αυτό ελπίζαμε ότι θα πετύχαινε διαπραγματευόμενη μια ελληνική κυβέρνηση αθώα του αίματος και τα πρώτα μηνύματα που πήραμε ήταν αισιόδοξα. Δυστυχώς, η εξέλιξη των πραγμάτων ήταν απολύτως απογοητευτική.

Ποτέ όμως δεν είναι αργά, και τώρα που οι ανοησίες περί δημιουργικής ασάφειας έχουν καταρρεύσει, ας μην τις αντικαθιστούμε με ακόμα μεγαλύτερες ανοησίες, αλλά συντεταγμένα να επικεντρωθούμε στην αναψηλάφηση των φακέλων που περιγράφουν το πού και το πώς ξοδεύτηκαν αυτά τα αμύθητα ποσά που με περισσή αφροσύνη μας δάνειζαν οι Γερμανοί και οι Γάλλοι τραπεζίτες όλα αυτά τα χρόνια –και να μάθουμε επιτέλους ποιοι ωφελήθηκαν.

Αλλά για να γίνουν αυτά για τα οποία συζητούμε, χρειάζεται σύμπνοια, συνοχή και καθαρός νους. Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα με ατελέσφορους λεονταρισμούς, ούτε με την αχρείαστη διχόνοια που έχει γεννήσει η οικτρή εθνική ήττα, διότι, εν τω μεταξύ, ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται...

Ραντεβού τον Σεπτέμβριο

Δεν  έχει σπουδαίο νόημα να κάνουμε μνημόσυνα τώρα, αλλά είναι γεγονός που δεν είναι δυνατόν να περάσει ασχολίαστο, ότι στη διάρκεια της πεντάμηνης διαπραγμάτευσης, η αφέλεια της ελληνικής πλευράς απέναντι στα αρπακτικά του νεοφιλελεύθερου ευρω-ιερατείου, ήταν εντυπωσιακή!

Δυστυχώς, όλοι όσοι εντός του κυβερνητικού συνασπισμού, όλον αυτόν τον καιρό, καθόλου δεν αντιδρούσαν στη στρατηγική της διαπραγμάτευσης, θυμήθηκαν να το κάνουν την ύστατη και δυσκολότερη στιγμή: την ώρα που ο Πρωθυπουργός, με το πιστόλι των κλειστών τραπεζών στον κρόταφο, αναγκάστηκε να υπογράψει την επονείδιστη συνθηκολόγηση.

Μικροί, φτηνοί και κατώτεροι των περιστάσεων εκπρόσωποι, αρνήθηκαν να αναλάβουν τις δικές τους ευθύνες για τη συμμετοχή τους ή την ανοχή τους σε αυτήν φαρσοκωμωδία της δημιουργικής ασάφειας που εκτυλισσόταν επί ένα ολόκληρο πεντάμηνο, μπροστά στις οθόνες της τηλεδημοκρατίας μας. 

Αν όλοι αυτοί είχαν πράξει το κοινοβουλευτικό καθήκον τους, τότε που το υπουργείο Οικονομικών στράγγιζε τα υπολείμματα των αποθεματικών για να εξυπηρετεί ένα ανούσιο πρόγραμμα που όχι μόνο είχε καταγγελθεί προεκλογικά, αλλά που επιπλέον το άλλο μέρος δεν το εκτελούσε κατά το μέρος των δικών του υποχρεώσεων, τότε ίσως τα πράγματα να ήταν σήμερα διαφορετικά.

Η πολιτική αφέλεια των «αναμάρτητων» είναι δυστυχώς και συστηματική και διαπιστωμένη. Τώρα όμως, γίνεται και εθνικά επικίνδυνη, επειδή οι αντικειμενικές συνθήκες είναι δραματικές. 

Μέσα στον θλιβερό πανικό τους, της πρακτικά ανύπαρκτης εναλλακτικής λύσης, της επιστροφής, δηλαδή, στο εθνικό νόμισμα -επειδή καθόλου και ουδέποτε προετοιμάστηκε αυτή η εναλλακτική- μέχρι και για κατάληψη του νομισματοκοπείου τους ακούσαμε να ψελλίζουν, χωρίς να μπορούμε να πιστέψουμε στ’ αυτιά μας. Τόση φαιδρότητα! Αν οι εραστές της επαναστατικής γυμναστικής είχαν τουλάχιστον το σθένος, ας τολμούσαν, επαναστατικώ δικαίω, να προτείνουν την εισαγγελική παρέμβαση για το άνοιγμα και την απογραφή του περιεχομένου των τραπεζικών θυρίδων. Ας είχαν απαιτήσει την διασταύρωση του περιεχομένου των τραπεζικών θυρίδων με το πόθεν έσχες των λωποδυτών που έχουν συγκεντρώσει εκεί μέσα τον αμύθητο και παράνομα αποθησαυρισμένο πλούτο τους. Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα. Έως το τέλος!

Δυστυχώς, ετούτες τις ώρες, ούτε εκλογές δεν μπορούμε να κάνουμε, γιατί θα γίνουν με λίστα! Εμείς θα ψηφίσουμε ξανά τον Αλέξη για πρωθυπουργό και στα βουλευτικά έδρανα θα στρογγυλοκαθίσουν πάλι αυτοί οι «αναμάρτητοι» που σήμερα δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους αρνούμενοι, κατ' ελάχιστο, να παραιτηθούν.

Αλλά είπαμε να μην κάνουμε μνημόσυνο.

Τώρα, ως κοινωνία  έχουμε μπροστά μας μια καθαρή ήττα να διαχειριστούμε και το χειρότερο που θα μπορούσε να μας συμβεί, θα ήταν να μεταλλαχθεί η κυβέρνηση σε ένα υβρίδιο παπαδημοκρατίας, προκειμένου να διατηρήσει υπέρ της τις ψήφους της αντιπολίτευσης, πάνω στις οποίες στηρίχτηκε για να επιβιώσει. Σε μιαν τέτοια περίπτωση, θα έχει χαριστεί μόνη της, η κυβέρνηση, βορά στις ύαινες του νεοφιλελευθερισμού και μάλιστα χωρίς να έχει ρωτήσει εμάς τους πολίτες που τη στηρίξαμε στις 25 του Γενάρη και που στην απουσία εναλλακτικής λύσης, εξακολουθούμε να τη στηρίζουμε.

Η εθνική ήττα είναι οδυνηρή και οι ευθύνες που εντίμως ανέλαβε ο Πρωθυπουργός πελώριες, διότι συνομολόγησε σ’ ένα πρόγραμμα «διάσωσης» που δεν το αντέχει ούτε η οικονομία μας ούτε η κοινωνία μας. Δική του είναι η ευθύνη που φτάσαμε έως εδώ, δική του είναι και η υποχρέωση να βρει τα πολιτικά, τα κοινωνικά και τα οικονομικά ισοδύναμα, προκειμένου να ανακουφιστεί ή καθημαγμένη κοινωνία μας, όπου ευημερούν οι λίγοι και υποφέρουν οι πολλοί.

Όλοι όσοι αγαπάμε τον τόπο μας, ελπίζουμε ότι ο ερχόμενος Αύγουστος θα είναι ένας καυτός μήνας για την παρασιτική ολιγαρχία και τον εσμό των μαυραγοριτών ακολούθων που κατάντησαν την κοινωνία μας εδώ που την κατάντησαν.

Σε αντίθετη περίπτωση, ραντεβού τον Σεπτέμβριο, στα οδοφράγματα του κοινωνικού χάους.


Η σύνθεση είναι από την OKTANA

ΙΔΟΥ Η «ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ», ΚΥΡΙΟΙ

Tου ΝΙΚΟΥ ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΥ*

«Εναλλακτική υπάρχει;» ρωτούσε ο κ.Τσίπρας όταν προχτές στη Βουλή, ως άλλος Σαμαράς, ως άλλος Βενιζέλος, ως άλλος Παπαδήμος και Παπανδρέου, ψήφιζε το δικό του, το «αριστερό» Μνημόνιο, το «Μνημόνιο Τσίπρα».

Και απαντούσε: Όχι, η μόνη εναλλακτική είναι το σχέδιο Σόιμπλε! Άρα, κατά τον κ. Τσίπρα όποιος είναι εναντίον των Μνημονίων είναι υπέρ του… Σόιμπλε! Αλήθεια τόσα χρόνια που ο κ. Τσίπρας ψήφιζε κατά των Μνημονίων, έπαιζε το παιχνίδι του Σόιμπλε;…

«Υπάρχει εναλλακτική;» ρωτούν υποκριτικά εκείνοι που πρωτοστατούν στον εγκιβωτισμό της σκέψης του λαού στο δίλλημα «ευρώ ή δραχμή», λες κι αυτό είναι το ερώτημα.

Αλλά φυσικά, όπως η «εναλλακτική» στην καπιταλιστική Ελλάδα της δραχμής δεν ήταν ηκαπιταλιστική Ελλάδα του ευρώ, έτσι και η «εναλλακτική» στην καπιταλιστική Ελλάδα του ευρώ δεν είναι η επιστροφή στην καπιταλιστική Ελλάδα της δραχμής.

Το «ευρώ ή δραχμή» λοιπόν είναι η παραπειστική προσπάθεια όσων θέλουν να ξεστρατίσουν τη σκέψη του λαού και να κλείσουν αντί να ανοίξουν μια πραγματική συζήτηση για το αν υπάρχει εναλλακτικός δρόμος.

Και το κάνουν την ώρα ακριβώς που οι εξελίξεις βοούν ότι: Άλλη οδός για μια Ελλάδα κυρίαρχη και ένα λαό με προκοπή και με ολόκληρη αξιοπρέπεια δεν υπάρχει από την οδό της εξόδου από την ΕΕ. Και ακόμα παραπέρα: Άλλη οδός από αυτή που περιγράφεται στο ερώτημα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» δεν υπάρχει.

Αυτή η προοπτική, αυτή η «εναλλακτική», σημαίνει τέτοια συθέμελη ανατροπή που είναι ανόητο να προσπαθούν κάποιοι να την ακυρώσουν ή να την αποδομήσουν με το ερώτημα «ευρώ ή δραχμή».
Είναι μια προοπτική που ή θα την πορευτεί ο λαός με όρους ανατροπής όλου του συστήματος της κυριαρχίας των μονοπωλίων ή εκείνο που θα ζούμε θα είναι να βλέπουμε τους δήθεν αντιμνημονιακούς χέρι - χέρι με τους δήθεν «εναλλακτικούς» να συνεχίζουν επ’ άπειρον την ευρωχρεοκοπίατου λαού με μπαμπούλα την δραχμοχρεοκοπίατου λαού και τούμπαλιν.

Στο ερώτημα, επομένως, αν υπάρχει «εναλλακτική» η απάντηση είναι ότι υπάρχει και παραυπάρχει. Μόνο που βρίσκεται έξω τόσο από το σύστημα της καπιταλιστικής ευρωχρεοκοπίας όσο και από το σύστημα της καπιταλιστικής δραχμοχρεοκοπίας.

Στην «εναλλακτική» που τόσο πολύ ζητούν να μάθουν αν υπάρχει ο κ.Τσίπρας και φίλοι του (παλιοί και νέοι…) είχαμε αναφερθεί στο κείμενο της στήλης στις 24/6/2015, πριν από λίγες βδομάδες, υπό τον τίτλο«Υπάρχει άλλος δρόμος;».

Στο φόντο των γεγονότων που μεσολάβησαν επιτρέψτε μας την αναδημοσίευση εκείνων των σκέψεων.

Παρεμπιπτόντως: Ξέρουμε ότι αυτή η εναλλακτική δεν αρέσει στον κ.Τσίπρα και στους φίλους του (παλιούς και νέους). Και φυσικά το τίμιο θα ήταν να πουν την αλήθεια. Να πουν, δηλαδή, ότι αυτή η εναλλακτική δεν τους αρέσει. Και όχι να παριστάνουν μαζί με τα καθεστωτικά τους φερέφωνα ότι «δεν υπάρχει». Αλλά τέτοιες απαιτήσεις τιμιότητας δεν έχουμε.

ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΛΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ;

Η ιστορία είναι κατάσπαρτη αποδείξεων. Δεν χρειαζόταν ως «μαρτυρία» η επαίσχυντη κατάληξη που είχαν οι περίφημες διαπραγματεύσεις για να πειστούμε:
Καμία βελτίωση της ζωής του λαού, καμία ικανοποίηση των δίκαιων αιτημάτων του δεν μπορεί να επιτευχθεί σε «συνεννόηση», σε «συνεργασία» με εκείνους που προκαλούν και επιβάλλουν τα βάσανα του λαού.

Κανένας αγώνας ακόμα και για την πιο μικρή ανακούφιση του λαού από τα βάσανα δεν μπορεί να δικαιωθεί, τίποτα από τα χειρότερα που κάθε φορά επέρχονται δεν μπορεί να αποτραπεί, χωρίς τη ρήξη και τη σύγκρουση με τους δυνάστες του λαού.

Τίποτα από όσα έχει χάσει ο λαός, τίποτα απ’ όσα του έχουν κλαπεί δεν πρόκειται να του επιστραφεί, τίποτα δεν θα μπορέσει να περισώσει απ’ όσα του έχουν απομείνει, σε «συμφωνία» με τους ντόπιους και ξένους άρπαγες και εν αναμονή της «καλοσύνης» τους.

Πολύ περισσότερο: Φιλολαϊκή λύση και οριστική έξοδος από την καπιταλιστική κρίση µέσα στα όρια του καθεστώτος που γεννά τις κρίσεις και την βαρβαρότητα, μέσα στα όρια του καπιταλισµού, μέσα στα όρια των «θεσμών» του, δεν υπήρξε ούτε πρόκειται να υπάρξει ποτέ.

Τα τελευταία γεγονότα βοούν: Τα Μνημόνια που θα καταργούνταν συνυπογράφονται, ψηφίζονται και επιβάλλονται με «αριστερό» πλέον πρόσημο.

Αυτήείναι και η μεγαλύτερη πολιτική και ιστορική «ανορθογραφία» του ΣΥΡΙΖΑ: Αφού καβαλίκεψε στον όρο «Αριστερά» για να διεκπεραιώσει το εμπόριο ελπίδας προεκλογικά, έρχεται τώρα μετεκλογικά με τα πεπραγμένα του να ενσταλάξει στη συνείδηση πλατιών λαϊκών στρωμάτων ότι η Αριστερά είναι μια ακόμα καθεστωτική εκδοχή, ότι είναι «μια από τα ίδια».

Και ακόμα χειρότερα: Έρχεται να εμπεδώσει στο νου και στην καρδιά των ανθρώπων του μόχθου την ηττοπάθεια ότι «δεν αλλάζει τίποτα». Μέσα από την αποστέωση του όρου «Αριστερά» από το εξεγερτικό και ρηξικέλευθο περιεχόμενό του, ο ΣΥΡΙΖΑ απειλεί να σφηνώσει στο μυαλό των ανθρώπων ότι αφού και η «Αριστερά» δεν τα κατάφερε, τότε μοιραία όσα ζούμε είναι «μονόδρομος», είναι αναπόφευκτα.

ΨΩΡΟΚΩΣΤΑΙΝΑ;

Να λοιπόν γιατί οι τελευταίες εξελίξεις (…) απαιτούν να τεθεί και να απαντηθεί για μια ακόμα φορά το ερώτημα: «Υπάρχει άλλος δρόμος»; Υπάρχει κάτι πέρα από τον «μονόδρομο» στον οποίο σέρνεται η Ελλάδα, άλλοτε με όρους «υποταγής» και άλλοτε με όρους «διαπραγματεύσεων»;
Και ακόμα: Πόσο «ρεαλιστική» είναι η προοπτική µιας κοινωνίας χωρίς εκµετάλλευση, όπου πυξίδα της παραγωγής και της διανοµής του παραγόµενου πλούτου θα είναι η ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών;

Η Ελλάδα που «είναι µια µικρή και αδύναµη χώρα»έχει τις δυνατότητες για να ακολουθήσει έναν τέτοιο δρόµο ανάπτυξης, έξω από τον καπιταλισµό, σε ρήξη και σε σύγκρουση με ό,τι και με όσους καθυποτάσσουν και εξαθλιώνουν το λαό της;

Απαντάμε: Σε πείσμα όλων των εκδοχών του µύθου της «Ψωροκώσταινας» η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική:
1) Η Ελλάδα είναι µια χώρα που διαθέτει ικανοποιητικό επίπεδο συγκέντρωσης των µέσων παραγωγής και του εµπορικού της δικτύου.
2) Παρουσιάζει σηµαντικό επίπεδο ανάπτυξης της σύγχρονης τεχνολογίας.
3) ∆ιαθέτει πολυάριθµο εργατικό δυναµικό, µε εµπειρία, µε βελτιωµένο µορφωτικό επίπεδο και εξειδίκευση.
4) ∆ιαθέτει πολυάριθµο και αξιόλογο επιστηµονικό δυναµικό.
5) ∆ιαθέτει φυσικές πλουτοπαραγωγικές και ενεργειακές πηγές, σηµαντικά αποθέµατα ορυκτού πλούτου που συνιστούν συγκριτικό πλεονέκτηµα για την παραγωγή βιοµηχανικών και καταναλωτικών προϊόντων.
6) Διαθέτει το µεγάλο πλεονέκτηµα να µπορεί να εξασφαλίζει επάρκεια στα είδη διατροφής για τις λαϊκές απαιτήσεις, αλλά και το εξωτερικό εµπόριο.
7) ∆ιαθέτει ικανότητες για παραγωγή σύγχρονων προϊόντων, µηχανών, εργαλείων και συσκευών.
Εποµένως από άποψη αντικειµενικών συνθηκών η πατρίδα µας δεν έχει καµία «τεχνική δυσκολία» να διαβεί το κατώφλι ενός άλλου τύπου σχεδιασµό της οικονομίας της, τον κεντρικό πανεθνικό σχεδιασµό στα βασικά και συγκεντρωµένα µέσα παραγωγής σε στρατηγικούς τοµείς όπως η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, ο ορυκτός πλούτος, τα ορυχεία, οι βιοµηχανίες, η ύδρευση, οι µεταφορές, το κρατικοποιηµένο τραπεζικό σύστηµα, το σύστηµα συγκέντρωσης, διοχέτευσης και διαχείρισης υλικών πόρων, το εξωτερικό εµπόριο, το συγκεντρωµένο δίκτυο του εσωτερικού εµπορίου.

ΠΑΝΕΘΝΙΚΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

«Πανεθνικός κεντρικός σχεδιασµός»: Σίγουρα πρόκειται για μια έννοια που βγάζει εκτός εαυτού και τον πιο μειλίχιο πολιτικό εκπρόσωπο του συστήματος. Αλλά οι πολυεθνικές, τα µονοπώλια και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι, αυτοί πρώτοι απ’ όλους γνωρίζουν την αξία του σχεδιασμού. Πολύ απλά διότι µε οργάνωση και σχέδιο λεηλατούν τη χώρα και το λαό. Να λοιπόν γιατί γαυριούν όταν γίνεται λόγος για µια οργάνωση και ένα σχέδιο που θα βγάζει την Ελλάδα από τα νύχια τους!

Εκτόςόµως από τα συµφέροντα των καπιταλιστών υπάρχουν και τα συµφέροντα των εργαζοµένων. Και αυτοί έχουν κάθε λόγο να δουν την αλήθεια που επιδιώκουν να στραγγαλίσουν µε τα αναθέµατά τους οι κεφαλαιοκράτες και οι κάθε απόχρωσης πολιτικοί τους εκπρόσωποι. Ότι δηλαδή η κεντρικά σχεδιασµένη ανάπτυξη της οικονομίας δεν είναι µια επινόηση, µια φαντασίωση, µια ιδέα που «σφηνώθηκε» ετσιθελικά στο µυαλό των κοµµουνιστών.

Είναι µια αντικειµενική ανάγκη που καταρχήν πηγάζει από τις απαιτήσεις να εξελιχθούν τα ίδια τα µέσα παραγωγής και να αξιοποιηθούν στο έπακρο όλες οι δυνάµεις και οι δυνατότητες που έχει διαµορφώσει η σηµερινή κοινωνία µε την εργασία και µε την επιστήµη.

Ο κεντρικός σχεδιασµός προσφέρει τη δυνατότητα για την ικανοποίηση των σύγχρονων και διευρυµένων αναγκών των εργαζομένων, σπάει τα δεσµά της άναρχης και ανισόµετρης ανάπτυξης του καπιταλισµού, παρέχει τις υλικές δυνατότητες για την ολόπλευρη και ελεύθερη ανάδειξη της κάθε ξεχωριστής ατομικότητας ως προϋπόθεση και επιστέγασμα της απελευθέρωσης όλης της κοινωνίας από δεσμά του καταναγκασμού.

Η κεντρικά σχεδιασµένη ανάπτυξη της κοινωνίας είναι αυτή που επιτρέπει την αξιοποίηση και κατανοµή όλου του ανθρώπινου δυναµικού και τον εκµηδενισµό της ανεργίας. ∆εν έχει καµία σχέση µε το σχεδιασµό στο πλαίσιο του µονοπωλιακού καπιταλισµού, όπου ο κάθε κεφαλαιοκράτης, το κάθε µονοπώλιο εκείνο για το οποίο ενδιαφέρονται είναι ο ατοµικός τους προγραµµατισµός µε κριτήριο το κέρδος σε συνθήκες γενικότερης καπιταλιστικής αναρχίας.

O κεντρικός σχεδιασµός της οικονοµίας δεν µπορεί παρά να στηρίζεται στις αναπτυξιακές δυνατότητες της Ελλάδας και γι’ αυτό όχι µόνο θέλει αλλά και καταφέρνει να αξιοποιεί όλες αυτές τις αναπτυξιακές δυνατότητες που αφορούν τις ανθρώπινες ανάγκες. Χωρίς αποκλεισµούς, χωρίς ανισοµέρειες και µακριά από κάθε περιορισµό που προκύπτει από τη διαπλοκή της ελληνικής οικονοµίας µε την ιµπεριαλιστική ΕΕ και τους διάφορους µηχανισµούς τύπου «τρόικας».

Ο κεντρικός σχεδιασµός δίνει τη δυνατότητα εξειδίκευσης κατά κλάδο, διακλάδωσης κατά γεωγραφική περιφέρεια, σύνδεσης των παραγωγικών συνεταιρισµών µε προγράμματα παραγωγής και κατανοµής, µε πλάνα κατανάλωσης πρώτων υλών, ενέργειας, νέων µηχανηµάτων και υπηρεσιών. Επιτρέπει την οργάνωση από κρατικούς οργανισµούς, από ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύµατα και ινστιτούτα της επιστηµονικής έρευνας της κοινωνικής παραγωγής και των κοινωνικών υπηρεσιών µε γνώµονα την ανάπτυξη της κοινωνικής ευηµερίας που σημαίνει υπηρεσίες δηµόσιες και δωρεάν Υγείας, Παιδείας, Πρόνοιας, Ασφάλισης, αναψυχής, προστασίας των παιδιών και των υπερηλίκων, πολύ φτηνές ή και απολύτως δωρεάν υπηρεσίες µεταφορών, τηλεπικοινωνιών, ενέργειας, ύδρευσης για λαϊκή κατανάλωση κλπ.

Ο κεντρικός σχεδιασµός είναι το εκ των ων ουκ άνευ εργαλείο που επιτρέπει τη διαµόρφωση στρατηγικών στόχων και επιλογών, την ιεράρχηση σε κλάδους και τοµείς, τον καθορισµό για το πού θα συγκεντρωθούν περισσότερες δυνάµεις και µέσα, µε επιστηµονικά σχεδιασµένο καταµερισµό και πρώτα απ’ όλα: Με εργατικό έλεγχο στη διεύθυνση της κάθε παραγωγικής µονάδας και υπηρεσίας, σε κάθε όργανο διοίκησης.

Αποτελεί χονδροειδή διαστρέβλωση ο ισχυρισµός – στον οποίο µεταξύ άλλων πρωτοστατούν εκείνοι που επωφελήθηκαν πολιτικά και οικονοµικά από τις παρεκκλίσεις και την υποβάθµιση της λειτουργίας του κεντρικού σχεδιασµού στη Σοβιετική Ένωση – ότι ο κεντρικός σχεδιασµός σηµαίνει «κεντρικό βολονταρισµό», «υποταγή στην πυγµή της ιεραρχίας και της γραφειοκρατίας», ότι «όλα αποφασίζονται άνωθεν και κεντρικά» κ.λπ. Όχι.

Κεντρικός σχεδιασµός σηµαίνει διαµόρφωση στρατηγικών στόχων και επιλογών, σημαίνει καταµερισµό και εξειδίκευση που δεν είναι υπόθεση κάποιας διευθυντικής κομματικής ή επιστημονικής ομάδας. Αντίθετα είναι μια υπόθεση που βασική της προϋπόθεση είναι το σπάσιμο της γραφειοκρατίας με την είσοδο στο προσκήνιο της παραγωγικής διαδικασίας από θέση ευθύνης, συναπόφασης και ελέγχου όλης της κοινωνίας, όλων των εργαζόμενων που μέσα από τους φορείς τους έχουν λόγο για το τι θα παραχθεί και πώς αυτό θα µοιραστεί και θα αξιοποιηθεί από ολόκληρη την κοινωνία. Πρόκειται για τον ορισμό της δηµοκρατίας.

ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ

Ο κεντρικός πανεθνικός σχεδιασµός της οικονοµίας δεν είναι απλώς ένα «εργαλείο», µια «παραλλαγή» διοικητικού τύπου. Είναι εκείνη η δοµή λειτουργίας της οικονοµίας που αντιστοιχεί σε µια ανώτερη κοινωνική σχέση.

Αλλά προσοχή: Για να υπάρξει και για να δουλέψει αυτή η δομή, το «µαγικό κλειδί» είναι ένα και µόνο: Η επίλυση του προβλήµατος της ιδιοκτησίας. Η αλλαγή των ξεπερασµένων ιστορικά κοινωνικών σχέσεων ιδιοκτησίας που καθορίζουν το παρόν οικονοµικό και το πολιτικό σύστηµα.
Με µια κουβέντα: Προϋπόθεση είναι η κατάργηση της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας και η µετατροπή της σε κοινωνική ιδιοκτησία. Το πέρασμα δηλαδή κάθε πλουτοπαραγωγικής πηγής στα χέρια της κοινωνίας και όχι στην κατοχή και νομή της από τον κάθε κεφαλαιοκράτη, μονοπώλιο, πολυεθνική.
Μόνο έτσι η Ελλάδα µπορεί να περάσει στην απέναντι πλευρά από την όχθη της σηµερινής άναρχης καπιταλιστικής «ανάπτυξης» για τους λίγους και της κρίσης που ισοπεδώνει τους πολλούς.
Για να υπάρξειη Ελλάδα των πολλών απαιτείται:

α) Η πανεθνική, η πλήρης και η καθολική κοινωνικοποίηση των βασικών µέσων παραγωγής, η µετατροπή σε λαϊκή περιουσία των συγκεντρωµένων µέσων παραγωγής στους κλάδους της µεταποίησης και γενικότερα της βιοµηχανίας και του εµπορίου.

β) Η δηµιουργία ενιαίων, αποκλειστικά δημόσιων φορέων στους κλάδους στρατηγικής σηµασίας, όπως της ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών, των κατασκευών, των µεταφορών, της εξόρυξης.

γ) Η κοινωνικοποίηση της γης και των µεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων στον αγροτικό τοµέα.

δ)Η αξιοποίηση του συσσωρευμένου κεφαλαίου με εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος, που θα χρηματοδοτήσει την φιλολαική ανάπτυξη, με πλήρη εγγύηση και των τελευταίων σεντς του κάθε αποταμιευτή, με απαγόρευση των νόμων φυγάδευσης του κεφαλαίουκαι με άρνηση της αέναης απομύζησης του εθνικού πλούτου με την μορφή πληρωμής ενός κατ’ όνομα «εθνικού χρέους» που ο λαός δεν το χρωστάει και το έχει πληρώσει 20 φορές.

ε) Η αξιοποίηση των ώριµων συνθηκών για τη συγκρότηση του τοµέα του παραγωγικού συνεταιρισµού, ώστε να βγουν από τον κλοιό των µονοπωλίων η µικροµεσαία αγροτιά και οι µικροί επαγγελµατίες σε κλάδους που η συγκέντρωση είναι µικρή.

ζ) Η αξιοποίηση κάθε δυνατής οικονοµικής διεθνούς συνεργασία στη βάση του αµοιβαίου οφέλους.

η) Η προστασία της εγχώριας παραγωγής και των συμφερόντων των εργαζοµένων από τις όποιες συνέπειες προκύπτουν από τις ανάγκες του εξωτερικού εµπορίου.

Σε μια τέτοια Ελλάδα οι παραγωγικές δυνάµεις τίθενται στην υπηρεσία του λαού και στην ικανοποίηση των αναγκών του. Απελευθερώνονται οι παραγωγικές σχέσεις από το δυναστικό ζυγό της καπιταλιστικής εκµετάλλευσης. Μετατρέπεται ο παραγόµενος πλούτος σε λαϊκή περιουσία. Χάνει η χρηματιστική ολιγαρχία το έδαφος πάνω στο οποίο σμιλεύει τα δεσμά της χρηματοπιστωτικής της κυριαρχίας. Οικοδομείται μια οικονομική λειτουργία που εξασφαλίζει δουλειά, εισόδηµα, υψηλού επιπέδου υπηρεσίες και προϊόντα, ένα αποκλειστικά δηµόσιο, ενιαίο και δωρεάν σύστηµα Εκπαίδευσης, Υγείας, Πρόνοιας και Ασφάλισης, ικανοποίηση των αναγκών σε τοµείς όπως η λαϊκή στέγη, η έρευνα κλπ.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ

Γι’ αυτή την Ελλάδα, µια Ελλάδα της λαϊκής και όχι της κεφαλαιοκρατικής οικονοµίας, µια Ελλάδα του λαού της και όχι των εκµεταλλευτών και των «θεσμών» τους, συνθήκη ικανή και αναγκαία, ζωτικής σηµασίας και υπ’ αριθµόν ένα ζήτηµα αναδεικνύεται εποµένως το πέρασµα της πολιτικής εξουσίας στα χέρια του λαού της με µια κυβέρνηση-όργανο της λαϊκής θέλησης και υπηρέτησης των λαϊκών συμφερόντων.

Μια κυβέρνηση που θα είναι υποχρεωµένη να εξασφαλίζει τη συµµετοχή του λαού στο νέο και πρωτόγνωρο έργο, να στηρίζει το λαϊκό κίνηµα, να στηρίζεται και να ελέγχεται από αυτό µέσα από νέους θεσµούς εργατικού και κοινωνικού ελέγχου.

Μια κυβέρνηση που στις αγεφύρωτες διαφορές μεταξύ τραπεζιτών – άνεργων, βιομήχανων – προλετάριων, εργολάβων – απασχολήσιμων δεν θα παριστάνει ότι το κράτος είναι «ουδέτερο», δεν θα βαφτίζει σαν εντιμότητα την υποταγή σε επαίσχυντους «συμβιβασμούς», δεν θα έχει δίλημμα με ποιους θα πάει.

Μια τέτοια κυβέρνηση, που στο εσωτερικό θα αποτελεί την αιχμή του δόρατος των λαϊκών δικαίων και που στο εξωτερικό θα προωθεί εµπορικές σχέσεις και διακρατικές συµφωνίες για αξιοποίηση της τεχνογνωσίας µε βάση το αµοιβαίο συµφέρον, είναι σίγουρο ότι από τα πρώτα της βήµατα θα έχει να αντιµετωπίσει την εσωτερική και διεθνή αντίδραση. Την αντίδραση της ΕΕ, του ΝΑΤΟ, των ΗΠΑ, του ΔΝΤ και κάθε παρόμοιου οργανισμού που δεν αφήνουν περιθώρια ελιγµών στα κράτη-µέλη και «συµµάχους» τους.

Το γεγονός αυτό, για μια κυβέρνηση που δεν τα «διπλώνει», συνεπάγεται το εξής «απλό»: Οτι η αποδέσµευση από τους ιµπεριαλιστικούς οργανισµούς και τα δεσµά τους είναι αναγκαία και αναπόφευκτη, εφόσον έχει στόχο την αυτοδύναµη φιλολαϊκή ανάπτυξη και τη συνεργασία µε όλα τα κράτη, µε κριτήριο τι ωφελεί το λαό.

Είναι προφανές:Η οικονοµία που περιγράψαμε είναι ασύµβατη µε τη συµµετοχή της χώρας στις ιµπεριαλιστικές ενώσεις, όπως είναι η EE και το ΝΑΤΟ. Και είναι ασύμβατη επειδή ακριβώς είναι συµβατή µε την επιδίωξη οι σχέσεις ανάµεσα στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες να αναπτυχθούν όχι στη βάση της εξάρτησης και της υποταγής αλλά στη βάση του αµοιβαίου οφέλους.

Από την άποψη αυτή, εποµένως, μια τέτοια πολιτική, έχοντας ως υπερόπλο της ένα ρωμαλέο και αρραγές εσωτερικό λαϊκό μέτωπο και επειδή ακριβώς αξιοποιεί κάθε ρωγµή αντίθεσης και ανταγωνισµού ανάµεσα στις ιµπεριαλιστικές δυνάµεις, αναδεικνύεται, ταυτόχρονα, και ως η µόνη πολιτική που κινείται µε γνώµονα τη διαφύλαξη και ενίσχυση της εδαφικής ακεραιότητας και των κυριαρχικών δικαιωµάτων της Ελλάδας.

«ΟΙ ΤΥΡΑΝΝΟΙ ΦΑΙΝΟΝΤΑΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΜΟΝΟΝ ΟΣΟ ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΓΟΝΑΤΙΣΤΟΙ»
Παράλληλα µε τους κεφαλαιοκράτες και τους πολιτικούς εκπροσώπους τους, που το ταξικό τους συµφέρον υπαγορεύει να εναντιώνονται και να πολεµούν µια τέτοια προοπτική για την Ελλάδα, υπάρχουν και οι άλλοι. Αυτοί που απορρίπτουν την ιδέα µιας άλλης Ελλάδας παριστάνοντας ότι την ασπάζονται.

Αυτού του τύπου η καθεστωτική «αριστεροσύνη» µας προτείνει να δούµε τον καπιταλισµό και τους «θεσμούς» του ως ένα σύστηµα «ολίγον έγκυος», να απαλλαγούμε – δήθεν - από τα «επαχθή» του βάρη και να µάθουµε να ζούµε µε τα υπόλοιπα βάρη που µας χρεώνει, τα οποία προφανώς είναι «νόµιµα» και «έντιμα». Οι αριστεροί, όµως, εφόσον είναι αριστεροί και όχι «αριστεροί» θεωρούν «παράνοµο», επαχθή και απεχθή όλο τον καπιταλισµό διότι, πολύ απλά δεν συμβιβάζονται με τίποτα το «παράνομο», με τίποτα το επαχθές και με τίποτα το απεχθές που αυτός παράγει.

Φυσικά δεν µας διαφεύγει ο αντίλογος των χορτάτων της αντίπερα όχθης. Με την λεπτή κοσμοπολίτικη ειρωνεία τους μας ορμηνεύουν «φιλικά» ότι η προοπτική µιας Ελλάδας και ενός κόσµου χωρίς εκµεταλλευτές και καταπιεζόµενους, χωρίς πλούσιους που οικοδομούν την ευδαιμονία τους πάνω στην καμπούρα των φτωχών, χωρίς κεφαλαιοκράτες «αφέντες» και µισθωτούς ή άνεργους «δούλους», στην καλύτερη περίπτωση, συνιστά δονκιχοτισµό και ουτοπία.

Εξίσου «φιλικά» απαντάµε με τα λόγια του Όσκαρ Ουάιλντ: «Ένας χάρτης του κόσµου που δεν περιέχει την Ουτοπία δεν αξίζει να τον κοιτάξεις καν, γιατί αφήνει έξω τη µόνη χώρα όπου η Ανθρωπότητα πάντα θα προσγειώνεται. Κι όταν προσγειωθεί, κοιτάζει πέρα και, βλέποντας µια καλύτερη χώρα, ξεκινάει για εκεί. Πρόοδος είναι η υλοποίηση της µιας µετά την άλλη Ουτοπίας».
Σίγουρα αυτή η «ουτοπική» πορεία αναδηµιουργίας και αναγέννησης της Ελλάδας δεν είναι εύκολη. Είναι όµως µια πορεία απείρως ευκολότερη και – από την άποψη των αποτελεσµάτων – είναι πρόδηλα ρεαλιστικότερη, σε αντίθεση µε τον αδιέξοδο δρόµο των ανυπολόγιστων, των µάταιων και αβάσταχτων θυσιών στις οποίες υποβάλλεται ο λαός και ο τόπος για να βγαίνουν κερδισµένοι οι πλουτοκράτες και το πολιτικό τους σύστηµα.

Αυτός είναι ο «άλλος δρόμος».Για την ακρίβεια έτσι θα πρέπει να χαραχτεί και να ιχνηλατηθεί αυτός ο «άλλος δρόμος» μιας και θα ήταν πολιτικά υπερφίαλο να καμωθεί κανείς ότι μπορεί να τον περιγράψει από σήμερα με όρους… GPS.

Εκείνο,όμως, που από σήμερα μπορεί να πει κανείς είναι ότι για να γεννηθεί η Ελλάδα που μας αξίζει, χρειάζονται τρία πράγματα – γνωστά από την πλούσια εμπειρία και του ελληνικού και του διεθνούς εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος:
α) Καθημερινός, ανυποχώρητος αγώνας και διεκδίκηση για κάθε τι μικρό ή μεγάλο συμβάλλει στην ανακούφιση και καλυτέρευση της ζωής του λαού, χωρίς να παραπέμπονται τα αιτήματα του σήμερα στο αύριο αλλά και χωρίς να θάβεται το αύριο στο όνομα του τώρα,
β) στράτευση με εκείνη την Αριστερά που όταν λέει «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» το εννοεί, και
γ) πλήρης επίγνωση από το λαό μας της μεγάλης αλήθειας που είχε περιγράψει ο Ετιέν ντε Λα Μποεσί, ο συγγραφέας της «Πραγματείας περί Εθελοδουλείας»: Ότι «οι τύραννοι φαίνονται µεγάλοι µόνον όσο εµείς είµαστε γονατιστοί».

(Ευχές: Φίλες και φίλοι η στήλη θα επιστρέψει μετά από μια μικρή καλοκαιρινή ανάπαυλα. Καλή ξεκούραση σε όλες και όλους και καλή αντάμωση).

* Δημοσιεύτηκε στο enikos.gr την Παρασκευή 17 Ιουλίου 2015
iskra.gr

Κυριακή 19 Ιουλίου 2015

Αν η παλαιστίνια που η Μέρκελ την έκανε να κλάψει ήταν πορτοκάλι θα ζούσε στη Γερμανία με όλη την οικογένειά της...

Αν κάποιος δεν έχει πολύ χρόνο στη διάθεσή του, αλλά ενδιαφέρεται να πληροφορηθεί πώς λειτουργεί ο νεοφιλελευθερισμός τον συμβουλεύω να παρακολουθήσει το βίντεο με την Ανγκ. Μέρκελ και τη νεαρή παλαιστίνια, η οποία ξεσπά σε κλάματα όταν ακούει την καγκελάριο της Γερμανίας να της λέει πως υπάρχουν κανόνες που πρέπει να γίνονται σεβαστοί (σας θυμίζει τίποτα;) και γι' αυτό η κοπέλα δεν θα ξαναδεί ποτέ τους γονείς και τους συγγενείς της. Αν η παλαιστίνια και η φαμίλια της ήταν πορτοκάλια ή, έστω, κάποια άλλα φρούτα ή λαχανικά που ευδοκιμούν στα μέρη τους, οι γερμανικές και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές πόρτες θα ήταν ανοιχτές για να τις υποδεχθούν...

Στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό το "laissez faire-laissez passer" ισχύει μόνο για τα προϊόντα, όχι για τους ανθρώπους. Εκτός αν οι άνθρωποι μετατραπούν σε προϊόντα, "συσκευαστούν" από τους διακινητές ανθρώπινης σάρκας και καταλήξουν στην Ευρώπη, τη γη τής επαγγελίας μόνο για εκείνους που δεν γνωρίζουν πόσο χέρσα είναι...

Η Ανγκ. Μέρκελ, βεβαίως, έσπευσε να παρηγορήσει την παλαιστίνια με την ίδια συμπόνια με την οποία ένας εκτελεστής θάβει το θύμα του. Κάπως έτσι δεν είναι, άλλωστε, κι ο νεοφιλελευθερισμός που θέλει να επιβάλει σε όλη τη Γηραιά Ηπειρο; Σκληρός, άτεγκτος, ηθικολόγος, που εγκαθιδρύεται για το "καλό μας" κι όχι φυσικά για την εξυπηρέτηση των ελίτ. Φαινομενικώς η καγκελάριος έχει δίκιο να δείχνει με το δάχτυλο τους άσωτους που γλέντησαν με δανεικά χρήματα. Ο φαρισαϊσμός της ξεκινά από τα δύο μέτρα και δύο σταθμά με τα οποία αντιμετωπίζει τους φτωχοδιάβολους σε σχέση με τα λαμόγια κάποιου βεληνεκούς...

Πόσο αυστηρή ήταν, για παράδειγμα, η ίδια με τις γερμανικές πολυεθνικές που έχουν δωροδοκήσει όλο τον πλανήτη για να κάνουν μπίζνες; Η χώρα της εφαρμόζει πλήρως τους δημοσιονομικούς κανόνες της Συνθήκης του Μάαστριχτ; Στη Γερμανία ισχύουν όλες οι "μεταρρυθμίσεις" που θέλει να δει να πραγματοποιούνται στην Ελλάδα και με το τρίτο μνημόνιο; Η απάντηση είναι ένα κατηγορηματικό όχι κι αυτό το επισημαίνουν και στην πατρίδα της, με γερμανούς οικονομολόγους να υποστηρίζουν πως αν εφαρμόζονταν στη χώρα τους πολλά από τα "ελληνικά" μέτρα θα είχε ξεσπάσει επανάσταση. Η υποκρισία, ωστόσο, συμβάδιζε πάντοτε με το νεοφιλελευθερισμό...

Κάθε ημέρα που περνά, αυξάνονται οι φωνές στο εξωτερικό οι οποίες στέκονται αλληλέγγυες στον ελληνικό λαό και στην κυβέρνησή του. Οι "τεμπέληδες, χαραμοφάηδες" έλληνες παραχωρούν την θέση τους στα θύματα πραξικοπήματος-έλληνες. Κι όσο κι αν τα μιντιακά παπαγαλάκια τής διαπλοκής ειρωνεύονται το χαρακτηρισμό "πραξικόπημα" για τα όσα διημείφθησαν το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, η πραγματικότητα είναι αδυσώπητη: ακόμα κι αν η Ελλάδα ευθυνόταν για φρικαλεότητες όπως αυτές που διέπραξαν οι γερμανοί κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η ορθή στάση απέναντί της δεν θα έπρεπε να είναι η καθαρώς τιμωρητική κι εκδικητική...

Η γερμανική πολιτική ηγεσία έχει πάρει τις αποφάσεις της και μας σπρώχνει προς το Grexit. Είναι, ωστόσο, τόσο κοντόφθαλμη και συμπλεγματική ώστε να μην αντιλαμβάνεται τις αρνητικές συνέπειες από αυτήν την εξέλιξη για την Ευρώπη, όχι κυρίως σε οικονομικό αλλά σε πολιτικό επίπεδο. Η ήπειρός μας είτε θα προχωρήσει ενωμένη είτε πολύ σύντομα θα συναγωνίζεται την Αφρική σε ευμάρεια. Μέχρι να συμβεί αυτό, βεβαίως, η Ανγκ. Μέρκελ θα έχει αποσυρθεί από την πολιτική σκηνή. Γι' αυτό και δεν πολυενδιαφέρεται για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες ακόμα και για τη χώρα της. Κι αυτή είναι η ευρωπαϊκή τραγωδία: τις πιο κρίσιμες στιγμές τις τύχες της διαχειρίζονται μίζεροι λογιστάκοι-λακέδες τής ολιγαρχίας...
tripioevro

Μπανανία και με τη βούλα

«Η Κυβέρνηση πρέπει να συσκέπτεται και να συμφωνεί με τους Θεσμούς για όλα τα σχέδια νόμου στους σχετικούς τομείς, με επαρκές χρονικό περιθώριο πριν την υποβολή τους για δημόσια διαβούλευση ή το Κοινοβούλιο». Αυτό το μικρό απόσπασμα από την απόφαση που πήρε το Eurosummit (Ευρωσύνοδος κορυφής) το πρωί της Δευτέρας 13 Ιούλη του 2015, αποτελεί μνημείο δωσιλογισμού της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (με τη σύμφωνη γνώμη της ΝΔ, του Ποταμιού και του ΠΑΣΟΚ). Η Ελλάδα, από μια εξαρτημένη χώρα που διατηρούσε την τυπική ανεξαρτησία της, μετατρέπεται επίσημα σε Μπανανία, με τη βούλα της πλειοψηφίας του αστικού κοινοβουλίου.

Η κυβέρνηση δεν μπορεί να ασκήσει ούτε τη νομοθετική πρωτοβουλία, αν προηγουμένως το όποιο νομοθέτημα δεν έχει την έγκριση τριών μεγαλοϋπαλλήλων της Κομισιόν, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ. Δεν μπορεί ούτε σε δημόσια διαβούλευση να δώσει ένα νομοσχέδιο, αν  προηγουμένως δεν έχει αφιερώσει επαρκή χρόνο για διαβούλευση με την τρόικα και αν η τρόικα δεν συμφωνήσει.

Η διαδικασία τυπικής αποικιοποίησης, όμως, έχει και αναδρομικό περιεχόμενο:«Με εξαίρεση το νομοσχέδιο για την ανθρωπιστική κρίση, η Ελληνική Κυβέρνηση θα επανεξετάσει, με σκοπό την τροποποίηση, τη νομοθεσία που εισήχθη σε αντίθεση με τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, υπαναχωρώντας σε δεσμεύσεις προηγούμενων προγραμμάτων, ή θα προσδιορίσει σαφή ισοδύναμα αντισταθμιστικά μέτρα για τα κεκτημένα δικαιώματα που  δημιουργήθηκαν στο μεσοδιάστημα».

Μιλάμε για την απόλυτη υπαγόρευση. Μια κυβέρνηση-ξεφτίλα και ένα κοινοβούλιο-ξεφτίλα θα πρέπει να επανεξετάσουν όλους τους νόμους που ψηφίστηκαν μέχρι τώρα, και να τους αλλάξουν σύμφωνα με τις υποδείξεις της τρόικας! Κι επειδή δεν μπορούν να απολύσουν τον κόσμο που επαναπροσέλαβαν, θα πρέπει να βρουν «ισοδύναμα μέτρα», που ξέρουμε σε τι κατεύθυνση θα είναι.

Αφού τελείωσαν με τον καθορισμό του καθεστώτος Μπανανίας, οι ιμπεριαλιστές πέρασαν στην υπαγόρευση για το άμεσο χρονικό διάστημα: η Βουλή πρέπει να ψηφίσει δύο πακέτα προκαταρκτικών μέτρων, με καταληκτικές ημερομηνίες. Το πρώτο πακέτο μέχρι τις 15 Ιούλη (ψηφίστηκε ήδη με εξευτελιστικές διαδικασίες εξπρές) και το δεύτερο πακέτο μέχρι τις 24 Ιούλη. «Αμέσως αλλά μόνο κατόπιν της θέσπισης των πρώτων τεσσάρων προαναφερθέντων μέτρων, καθώς και της υιοθέτησης όλων των δεσμεύσεων που περιλαμβάνονται σ’ αυτό το έγγραφο από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, αφού επιβεβαιωθούν αυτές από τους Θεσμούς και το Eurogroup, μπορεί να ληφθεί μια απόφαση με την οποία θα εντέλλονται οι Θεσμοί να διαπραγματευτούν ένα Μνημόνιο Κατανόησης (MoU)».

Δηλαδή, για ν’ αρχίσει η οποιαδήποτε συζήτηση για το Μνημόνιο-3, που θα συνοδεύει το νέο δάνειο, θα πρέπει να έχουν ψηφιστεί τα δυο πακέτα προκαταρκτικών νόμων και επίσης η Βουλή να εγκρίνει τη συμφωνία.

Ετσι, φτάσαμε στο αλαλούμ της περασμένης Τετάρτης. Το νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή είχε ως πρώτο άρθρο του το ανακοινωθέν της Ευρωσυνόδου. Δηλαδή, ένα νομοθετικό σώμα κλήθηκε να δώσει ισχύ νόμου σε ένα ανακοινωθέν, που δεν έχει καμιά θεσμική υπόσταση ούτε με βάση το κοινοτικό δίκαιο (είναι απλά ένα πολιτικό κείμενο). Στη συνέχεια, οι ψεκασμένοι κυβερνητικοί εταίροι ζήτησαν το ανακοινωθέν της Ευρωσυνόδου να μην υπάρχει ως χωριστό άρθρο στο νομοσχέδιο, αλλά να μεταφερθεί στην Αιτιολογική Εκθεση. Ο Τσακαλώτος επικοινώνησε με την τρόικα, τη διαβεβαίωσε ότι ψηφίζοντας επί της αρχής οι βουλευτές ψηφίζουν και τη συμφωνία και έγινε δεκτό το αίτημα για μεταφορά του ανακοινωθέντος στην Αιτιολογική Εκθεση. Ομως οι αιτιολογικές εκθέσεις των νομοσχεδίων δεν ψηφίζονται ούτε δημοσιεύονται στο ΦΕΚ. Μόνο στα πρακτικά της Βουλής μπορεί να τις βρει κάποιος. Οταν ο πονηρός Βενιζέλος έθεσε το θέμα το βράδυ στην Ολομέλεια, δεν πήρε καμιά απάντηση! Επειδή κάποιο «πουλάκι» ενημέρωσε τις Βρυξέλλες για την κουτοπονηριά των ψεκασμένων και των συμμάχων τους, προφανώς χτύπησαν οι σειρήνες των Βρυξελλών και ο Σαγιάς (ως αρμόδιος για τις δημοσιεύσεις στο ΦΕΚ) προχώρησε αδίστακτα σ’ ένα νυχτερινό πραξικόπημα. Αλλο νόμο ψήφισε η Βουλή και άλλος νόμος δημοσιεύεται στο ΦΕΚ.

Η Βουλή ψήφισε επί της αρχής και επί του άρθρου 1 ένα νομοσχέδιο και όχι την Αιτιολογική του Εκθεση (όπως γίνεται πάντα). Το ψηφισθέν κείμενο είναι δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα της Βουλής ( ). Είναι ένα κείμενο 9 σελίδων, που δεν περιέχει την ανακοίνωση της Ευρωσυνόδου. Στο ΦΕΚ (80Α, 16.7.15), όμως, έχει προστεθεί εισαγωγικά η ανακοίνωση της Ευρωσυνόδου, στα αγγλικά και τα ελληνικά, με αποτέλεσμα να πάει στις 24 σελίδες! Αυτό το πράγμα δεν το έχουμε ξαναδεί. Δηλαδή, ένα τμήμα της Αιτιολογικής Εκθεσης ενός νομοσχεδίου να περνάει παράνομα στο ΦΕΚ, και μάλιστα εντελώς «ξεκάρφωτο», χωρίς καν να έχει αρίθμηση άρθρου! Οι άνθρωποι είναι αδίστακτοι και δε διστάζουν να παραβιάζουν τις στοιχειωδέστερες κοινοβουλευτικές δι
αδικασίες, προκειμένου να ικανοποιήσουν τους ιμπεριαλιστές πάτρονές τους.

Αρμαγεδδώνας

Τα προκαταρκτικά μέτρα των δύο πρώτων νομοσχεδίων στην πραγματικότητα έρχονται να κλείσουν την πέμπτη αξιολόγηση του προηγούμενου Μνημόνιου, που έληξε στις 30 Ιούνη.

Ο πρώτος προκαταρκτικός εφαρμοστικός νόμος του Μνημονίου-3 θέσπισε νέα εφιαλτικά φορολογικά χαράτσια, με κυριότερο σ’ αυτή τη φάση την αύξηση του ΦΠΑ κατά 10% σε όλα σχεδόν τα είδη πρώτης ανάγκης, την κατάργηση της έκπτωσης του ΦΠΑ στα νησιά κτλ. Η «ειδική εισφορά αλληλεγγύης» από έκτακτη γίνεται μόνιμη. Ο ΕΝΦΙΑ, φυσικά, παραμένει και πάει για μονιμοποίηση. Το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ θα ακούγεται από τώρα και μετά σαν κακόγουστο ανέκδοτο. Η 13η σύνταξη σε μια μερίδα των χαμηλοσυνταξιούχων το ίδιο. Η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και η κατάργηση της διάκρισης σε εργαζόμενους πάνω ή κάτω από τα 25 χρόνια επίσης.

Στον ίδιο νόμο περιλαμβάνεται επίσης η πρώτη φάση της νέας αντιασφαλιστικής επίθεσης: νέο χαράτσι 2% στις κύριες και 6% στις επικουρικές συντάξεις (στην πραγματικότητα το χαράτσι θα είναι μεγαλύτερο, γιατί δε θα μπει στα καταβαλλόμενα, αλλά στα ποσά συντάξεων που ίσχυαν το 2009) - πλήρη κατώτατη σύνταξη μόνο στα 67 χρόνια - πάγωμα των ασφαλιστικών εισφορών του κράτους στα σημερινά επίπεδα μέχρι το 2021.

Από το προσχέδιο αφαιρέθηκαν οι ρυθμίσεις για την κατάργηση της πρόωρης συνταξιοδότησης, επειδή είχαν τεράστια προβλήματα και χρειάζονταν παραπέρα νομοτεχνική προετοιμασία. Η αφαίρεση έγινε με την έγκριση της τρόικας και οι ρυθμίσεις θα επανέλθουν τις επόμενες μέρες (ίσως με το δεύτερο προκαταρκτικό εφαρμοστικό νομοσχέδιο, την επόμενη Τετάρτη).

Αυτά, όμως, είναι μόνο τα προκαταρκτικά. Η απόφαση της Ευρωσυνόδου προβλέπει αυτά που έλεγε τις τελευταίες μέρες στις συνεντεύξεις της η Μέρκελ. Οτι τα μέτρα της «πρότασης» Γιούνκερ δεν
είναι αρκετά και πρέπει να προστεθούν κι άλλα: «Προκειμένου να δημιουργηθεί η βάση για μια επιτυχή σύναψη του Μνημονίου Κατανόησης, η ελληνική πρόταση μεταρρυθμιστικών μέτρων πρέπει να ενισχυθεί σημαντικά για να λάβει υπόψη την έντονα επιδεινωθείσα οικονομική και δημοσιονομική θέση της χώρας κατά τον τελευταίο χρόνο.  Η ελληνική Κυβέρνηση πρέπει να δεσμευθεί επίσημα ότι θα ενισχύσει τις προτάσεις της σε ένα σύνολο τομέων που έχουν προσδιορισθεί από τους Θεσμούς, με ένα ικανοποιητικό ξεκάθαρο χρονοδιάγραμμα για νομοθέτηση και εφαρμογή, συμπεριλαμβανομένων σημείων αναφοράς, οροσήμων και ποσοτικών σημείων αναφοράς, προκειμένου να υπάρχει σαφήνεια στην κατεύθυνση των πολιτικών που θα ασκηθούν σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο».

Αρα, αυτό που ψήφισε ως προσχέδιο η ελληνική Βουλή τη νύχτα της προπερασμένης Παρασκευής προς Σάββατο, κρίθηκε ως απλή έκφραση υποταγής. Αυτό το εφιαλτικό πακέτο πρέπει να ενισχυθεί παραπέρα. Αυτή τη δουλειά θα κάνει η κυβέρνηση με την τρόικα και αναμένεται να κρατήσει κάνα δίμηνο, μέχρι να φτάσουμε στο Μνημόνιο-3. Περιττεύει να σημειώσουμε ότι το Μνημόνιο χαρακτηρίζεται έτσι στο κείμενο της συμφωνίας και όχι με κάποιον άλλο όρο, όπως θα ήθελε η κυβέρνηση Τσίπρα. Οταν υποτάσσεσαι πλήρως, δεν μπορείς να περιμένεις μεγαλόψυχη μεταχείριση ούτε στο επίπεδο των διατυπώσεων. Οι ιμπεριαλιστές είναι αδίστακτοι και στη συγκεκριμένη συμφωνία αποτύπωσαν την πλήρη υποταγή του ελληνικού κράτους και τη μετατροπή της Ελλάδας σε προτεκτοράτο που θα διοικείται από την τρόικα.

Ο επερχόμενος Αρμαγεδδώνας περιγράφεται συνοπτικά και σε μια σειρά άλλους τομείς.

- Ριζική αντιασφαλιστική ανατροπή (γράφουμε χωριστά στη σελίδα 16).

- Πλήρης εφαρμογή των περιβόητων Εργαλειοθηκών του ΟΟΣΑ (εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις).  Πρόκειται γι’ αυτές τις Εργαλειοθήκες που ο ίδιος ο Τσίπρας έλεγε ότι δεν ήταν του ΟΟΣΑ και γι’ αυτό η κυβέρνησή του δεν έχει καμιά υποχρέωση να τις εφαρμόσει!

- Ιδιωτικοποίηση του διαχειριστή του δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΔΜΗΕ), «εκτός αν μπορούν να βρεθούν εναλλακτικά μέτρα τα οποία θα έχουν ισοδύναμα αποτελέσματα στον ανταγωνισμό, όπως συμφωνήθηκε με τους Θεσμούς». Φυσικά, δεν υπάρχει περίπτωση να βρεθούν ισοδύναμα μέτρα, αυτό μπήκε καθαρά επειδή το ζήτησε η κυβέρνηση και δεν της χάλασαν το χατίρι (αφού δεν έχει πρακτική σημασία).

- Στο εργασιακό έχει και «αυστηρή αναθεώρηση και εκσυγχρονισμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων», και ομαδικές απολύσεις. Και βέβαια, δεν έχει επαναφορά των όσων ίσχυαν πριν τους αντεργατικούς μνημονιακούς νόμους, ούτε επαναφορά του κατώτατου μισθού. Αντίθετα, τονίζεται απειλητικά: «Θα πρέπει να αποφευχθεί επιστροφή σε πολιτικές του παρελθόντος που δεν είναι συμβατές με τους στόχους της προώθησης μιας ανάπτυξης βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς».

- Στα τραπεζικά προβλέπεται «αποφασιστική δράση για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια» (πλειστηριασμοί και πρώτης κατοικίας δηλαδή) και αποφυγή κάθε πολιτικής παρέμβασης στον ορισμό των διοικήσεων των τραπεζών (κι ας έχει το κράτος την πλειοψηφία των μετοχών τους).

Ολ’ αυτά είναι απλώς σύντομες περιγραφές κεφαλαίων. Το ακριβές περιεχόμενο των ρυθμίσεων θα καταγραφεί στο Μνημόνιο-3, από την τρόικα φυσικά. Περιττεύει να επαναλάβουμε ότι η εφαρμογή του Μνημόνιου-3 θα ελέγχεται ασφυκτικά από την τρόικα (στην οποία θα συμμετέχει και το ΔΝΤ, στο οποίο μάλιστα η ελληνική κυβέρν
ηση πρέπει να προσφύγει για νέο «πρόγραμμα», το Μάρτη του 2016 που λήγει το τρέχον). Η ανακοίνωση αναφέρει ότι «οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να εξομαλύνουν πλήρως τις μεθόδους εργασίας με τους Θεσμούς, συμπεριλαμβανομένων των απαραίτητων εργασιών στο έδαφος της Αθήνας, για να βελτιωθεί η εφαρμογή και η παρακολούθηση του προγράμματος. Η Κυβέρνηση πρέπει να συσκέπτεται και να συμφωνεί με τους Θεσμούς για όλα τα σχέδια νόμου στους σχετικούς τομείς, με επαρκές χρονικό περιθώριο πριν την υποβολή τους για δημόσια διαβούλευση ή το Κοινοβούλιο.  Το Eurosummit επισημαίνει ξανά ότι η εφαρμογή είναι το κλειδί και σ’ αυτό το πλαίσιο καλωσορίζει την πρόθεση των ελληνικών αρχών να ζητήσουν μέχρι τις 20 Ιουλίου στήριξη από τους Θεσμούς και τα Κράτη Μέλη για τεχνική βοήθεια και ζητά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συντονίσει αυτήν τη στήριξη από την Ευρώπη».

Τα ασημικά στο σφυρί

Πριν ακόμη υπογραφεί το νέο Μνημόνιο, η συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα που τη στηρίζουν δέχτηκαν να δημιουργήσουν ένα νέο Ταμείο, χειρότερο από το ΤΑΙΠΕΔ, στο οποίο θα μεταφερθούν τα «ασημικά» του ελληνικού κράτους, προκειμένου να ρευστοποιηθούν, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση της Ευρωσυνόδου. Στόχος είναι για όλη την περίοδο αποπληρωμής του νέου δανείου, δηλαδή τουλάχιστον για τα επόμενα 20-30 χρόνια, να ρευστοποιηθεί κρατική περιουσία ύψους 50 δισ. ευρώ. Απ’ αυτά, τα πρώτα 25 δισ. θα πάνε για την αποπληρωμή του δανείου που θα συναφθεί για τη νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και από το υπόλοιπο ποσό το μισό θα πάει για την αποπληρωμή δανείων και το άλλο μισό για επενδύσεις.

Επειδή τα ακίνητα και οι επιχειρήσεις που έχουν περάσει στο ΤΑΙΠΕΔ δεν συγκεντρώνουν σε καμιά περίπτωση αυτό το ποσό (λόγος γίνεται για 7 δισ. ευρώ μόνο), είναι φανερό ότι στο νέο Ταμείο θα περάσουν οι τραπεζικές μετοχές που έχει στην ιδιοκτησία του το κράτος, καθώς και τα πιθανά μελλοντικά έσοδα από άντληση υδρογονανθράκων, ενώ το ποσό-στόχος των 50 δισ. θα είναι μια συνεχής πηγή πίεσης για παραπέρα ιδιωτικοποιήσεις (π.χ. όχι μόνο ο ΑΔΜΗΕ αλλά και η «μικρή ΔΕΗ»). Και βέβαια, η ύπαρξη αυτού του Ταμείου θα συνοδεύεται από συνεχή ασφυκτική επιτήρηση των ευρωενωσίτικων οργάνων, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι δε θα υπάρξει άλλο Μνημόνιο.

ΚΟΝΤΡΑ: ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ 18 ΙΟΥΛΗ