ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

Ρήξη? Τι Ρήξη, Πρόσθιου Χιαστού στο Αριστερό Γόνατο!?



Από το my-pillow-book.blogspot.gr


Σαν να μην μας έφταναν όλα τα άλλα, βρέθηκαν τώρα και 150 στελέχη του Συ.Ριζ.Α. που αίφνης ζήλεψαν την ιδεολογική καθαρότητα της μπαγιάτικης αερολογίας του συντρόφου  Κουτσούμπα και με κείμενο που κυκλοφορεί από χθες, καλούν τον ελληνικό λαό σε ρήξη.

Οι συνυπογράφοντες απαιτούν, εδώ και τώρα:

«Να διαγραφεί το ληστρικό -όπως αποκαλύπτεται περίτρανα και από το Λογιστικό έλεγχο που διεξάγει η Βουλή -κρατικό χρέος.» 

Καθόλου δεν φαίνεται να απασχολεί τους υπογράφοντες το γεγονός ότι ο λογιστικός έλεγχος όχι μόνο δεν έχει ολοκληρωθεί, αλλά δεν έχει καν ξεκινήσει, καλά-καλά. Μια από τις βασικές πηγές του λογιστικού ελέγχου είναι οι διάφορες δανειακές συμβάσεις, που βρίσκονται στην κατοχή της Τράπεζας της Ελλάδας, της οποίας τράπεζας, ο σπουδαίος, γνωστός και μη εξαιρετέος διοικητής έχει κληθεί να καταθέσει στην «Επιτροπής Αλήθειας του Δημόσιου Χρέους», αν και ακόμα δεν γνωρίζει κανείς, αν –ως ανεξάρτητη (ή ορθότερα ανεξέλεγκτη) αρχή- σκοπεύει να συμμορφωθεί στο κάλεσμα της Προέδρου της Βουλής.

«Να καταργηθούν μέσα από το συντομότερο δυνατό δρόμο τα Μνημόνια και οι εφαρμοστικοί τους νόμοι, με αξιοποίηση και του σχετικού σχεδίου νόμου που κατέθεσε στη Βουλή το ΚΚΕ, που πρέπει να ψηφιστεί από όλους τους βουλευτές του Συ.Ριζ.Α.»

Καθόλου δεν φαίνεται να απασχολεί τους υπογράφοντες ποιος είναι, τέλος πάντων, αυτός ο συντομότερος δυνατός τρόπος, ούτε έχουν καμιά ιδέα καλύτερη από το σχέδιο νόμου που έχει καταθέσει το ΚΚΕ, λες και η πραγματικότητα αντιμετωπίζεται με νόμους!

«Να ματαιωθεί κάθε σχέδιο για υπογραφή νέου Μνημονίου και αν έρθει στη Βουλή, να καταψηφιστεί από τους βουλευτές του Συ.Ριζ.Α.»

Καθόλου δεν φαίνεται να απασχολεί τους υπογράφοντες το γεγονός ότι η διαπραγμάτευση δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί. Όλοι σιωπούμε και προσπαθούμε να καταλάβουμε προς τα πού θα φυσήξει ο άνεμος, αλλά αυτές οι κυρίες κι οι κύριοι που συνυπογράφουν το κείμενο, είτε κατέχουν την απόλυτη αλήθεια είτε έχουν μαντικές ικανότητες και πάντως σπεύδουν να προεξοφλήσουν το αρνητικό αποτέλεσμα, προσφέροντας τη χειρότερη υπηρεσία τους σε ένα μέτωπο που θα έπρεπε να είναι αρραγές, το οποίο προτρέχουν να διαρρήξουν με αδικαιολόγητη βιασύνη.

«Να εφαρμοστούν όλες οι προεκλογικές δεσμεύσεις του Συ.Ριζ.Α. και για να χρηματοδοτηθούν, να συμπληρωθούν με τα αναγκαία ριζοσπαστικά μέτρα σε βάρος του μεγάλου κεφαλαίου και του πλούτου.»

Καθόλου δεν φαίνεται να απασχολεί τους υπογράφοντες το γεγονός ότι το μεγάλο κεφάλαιο, όταν είναι παγιοποιημένο, κατά κανόνα αργεί κι ότι ο ρευστός πλούτος έχει «πετάξει» σε άλλη γη και σε άλλα μέρη! Τούτων δοθέντων, προφανώς. για να γίνουν όλα αυτά που συνεπάγεται η άμεση εφαρμογή των προεκλογικών δεσμεύσεων, προϋποτίθεται επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, η οποία επιστροφή, είναι ακριβώς αντίθετη με τη ρητή προεκλογική δέσμευση του Συ.Ριζ.Α. –αλλά αυτή μάλλον είναι, κατά τους υπογράφοντες, μια ανάξια λόγου λεπτομέρεια.

Υπάρχουν και μερικές ακόμα ασήμαντες λεπτομέρειες!

Μια ασήμαντη λεπτομέρεια είναι ότι  εφόσον ένα κράτος, για να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις του, τυπώνει χρήμα που δεν αντιστοιχεί στις παραγωγικές ικανότητες της οικονομίας του, τότε το μόνο που δημιουργείται, είναι υψηλός πληθωρισμός. Ο πληθωρισμός, είναι η χειρότερη μορφή φορολογίας διότι θίγει, πρώτα απ' όλα, τα χαμηλά εισοδήματα. 

Μια δεύτερη ασήμαντη λεπτομέρεια, είναι ότι δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της οικονομίας μας.

Μια τρίτη, ακόμα πιο ασήμαντη λεπτομέρεια, είναι ότι εφόσον αυτό το σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης όντως υπάρχει αλλά για κάποιον ανερμήνευτο λόγο τηρείται ως εφτασφράγιστο μυστικό, δυστυχώς δεν υπάρχουν τα συναλλαγματικά αποθέματα που θα χρηματοδοτούσαν και θα υποστήριζαν ένα τέτοιο σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης.

Μια τέταρτη λεπτομέρεια, που δυστυχώς δεν είναι και τόσο ασήμαντη, είναι το γεγονός ότι το χρέος που καλούμαστε να αρνηθούμε, βρίσκεται υπό το Αγγλικό Δίκαιο. Αυτό σημαίνει ότι όταν θα αρχίσει να ξεδιπλώνεται αυτό το μυστικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης που θα χρηματοδοτηθεί από τους άδηλους προς το παρόν πόρους, οι δανειστές θα προβάλλουν, χωρίς αμφιβολία, τις αντιρρήσεις τους. Έτσι, όταν θα επιχειρούμε να το θέσουμε σε εφαρμογή αυτό το κρυφό σχέδιο, παραγγέλλοντας, παραδείγματος χάριν, μηχανολογικό εξοπλισμό ή πρώτες ύλες από τους ανομολόγητους προς το παρόν φίλους μας, θα βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τα κατασχετήρια των δανειστών υπό καθεστώς διεθνούς αποκλεισμού.

Για να μην μακρηγορούμε, ακόμα κι αν αυτοί οι ευσεβείς πόθοι ξέφευγαν από την απογοητευτική τους αοριστολογία και συμπληρώνονταν αφενός από ένα πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης κι αφετέρου με τον προσδιορισμό των πηγών και των πόρων χρηματοδότησης αυτής της παραγωγικής ανασυγκρότησης, ακόμα και τότε, αυτό το σχέδιο θα έπρεπε να εξυφανθεί και να εκτελεστεί με τη θετική προαίρεση της διεθνούς των δανειστών και όχι εντός ενός συγκρουσιακού περιβάλλοντος.

Ας αφήσουν, λοιπόν, για άλλους τον κάματο της επαναστατικής γυμναστικής, όλοι αυτοί οι φίλοι που συνυπογράφουν ετούτην την  ανακοίνωση και ως κατά τεκμήριο περισσότερο ενεργοί από τους υπόλοιπους, ας παρασύρουν και τους οκνηρότερους συντρόφους τους των κατά τόπον κοινοτήτων μας, ώστε να γίνει αυτό που περιμένουμε από τις 25 του Γενάρη κι εφεξής: ένα ανοιχτό κάλεσμα στην κοινωνία ώστε όλοι μαζί να βάλουμε πλάτη και να συνδράμομε με τις ιδέες και τις προτάσεις μας στον, ανύπαρκτο προς το παρόν, σχεδιασμό της παραγωγικής ανασυγκρότησης, που αποτελεί τη μόνη διέξοδο από αυτόν τον μονόδρομο της εθνικής ταπείνωσης. Αν μη τι άλλο, οι κακοί μας (συν)εταίροι διαθέτουν πόρους που συνεχίζουν να μένουν ανεκμετάλλευτοι -κι αυτό είναι το τραγικότερο.

Πάντως, αυτή η διέξοδος δεν είναι ούτε τόσο εύκολη όσο ακούγεται ούτε, βέβαια, επιτυγχάνεται με τη σύνταξη πύρινων διακηρύξεων που δεν εδράζονται ούτε στην πραγματικότητα ούτε στα αληθινά περιστατικά της ζώσας μας πραγματικότητας.

Επιτέλους, πόσες φορές θα το πούμε ότι είναι πια καιρός να μάθομε και να ψαρεύομε?

Η σύνθεση είναι από την ΟΚΤΑΝΑ

Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Γερμανία 1945-2015: Τα όρια της μνήμης



των Τάσου Κωστόπουλου, Άννα Ψαρρά, Δημήτρη Ψαρρά,

Εβδομήντα χρόνια μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η δημόσια εικόνα της Γερμανίας παραμένει σφραγισμένη από τα πεπραγμένα του γερμανικού εθνικισμού εκείνης της εποχής.
Η ιστορική ευθύνη της κήρυξης δύο διαδοχικών παγκοσμίων πολέμων, τα πανευρωπαϊκά βιώματα από την αγριότητα των ναζιστικών στρατευμάτων και η βιομηχανικά οργανωμένη εξολόθρευση εκατομμυρίων ανθρώπων στα χιτλερικά στρατόπεδα συγκέντρωσης αποτελούν ορόσημα, η συλλογική ανάμνηση των οποίων εκλαμβάνεται ως τροχοπέδη για τη σημερινή ηγεμονία στην Ενωμένη Ευρώπη.
Καθόλου περίεργο, λοιπόν, που η επικοινωνιακή διαχείριση αυτού του παρελθόντος, αλλά και της αντιμετώπισής του από τους σημερινούς Γερμανούς αναδεικνύεται σε πρωτεύοντα στόχο της διπλωματίας του Βερολίνου.
Στις αρχές του μήνα, δημοσιογράφος του «Ιού» παρακολούθησε το «θεματικό ταξίδι» που οργάνωσε το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών, με αντικείμενο «Πώς η Γερμανία αντιμετωπίζει την ιστορία του 20ού αιώνα, επί τη ευκαιρία της 70ής επετείου από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου».
Στην αποστολή, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του επίσημου «προγράμματος επισκεπτών» το οποίο υφίσταται από το 1966 με διακηρυγμένο στόχο να «επιτρέπει σε ξένους διαμορφωτές γνώμης να δουν τη Γερμανία με τα μάτια τους και ν’ αποκτήσουν έτσι μια αυθεντική αντίληψη, επικαιροποιημένη και με αποχρώσεις, για τη χώρα», μετείχαν συνολικά 17 επισκέπτες από ισάριθμες χώρες και 4 ηπείρους (6 δημοσιογράφοι, 6 πανεπιστημιακοί, 3 διευθυντές ή επιμελητές μουσείων, 1 καθηγήτρια κι 1 επίτιμος διπλωμάτης).
Εκτός από επισκέψεις σε ιστορικά μνημεία, μουσεία και εκθέσεις, το εξαιρετικά πυκνό πρόγραμμα που καταρτίστηκε από το Ινστιτούτο Διεθνών Πολιτιστικών Σχέσεων (Ifa) περιέλαβε επίσης εννιά συνεντεύξεις με δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς που εμπλέκονται σε ζητήματα διαχείρισης της συλλογικής μνήμης, καθώς και την παρακολούθηση τριών επίσημων επετειακών εκδηλώσεων.
Η εικόνα που σχηματίσαμε ήταν έτσι αρκετά αντιπροσωπευτική, τόσο για το σχήμα που το γερμανικό κράτος έχει φιλοτεχνήσει αναφορικά με το σκοτεινό παρελθόν του όσο και για τη σχετική δημόσια συζήτηση εντός τού εκεί «συνταγματικού τόξου».
Χάρη στις κριτικές παρεμβάσεις πολλών από τα μέλη της αποστολής, διαπιστώσαμε επίσης τα όρια αυτού του αναστοχασμού.

«Μετα-ηρωικές» προσεγγίσεις

Η πρώτη διαπίστωση είναι πως η σημερινή επίσημη Γερμανία δεν προσπαθεί να κρύψει το ναζιστικό παρελθόν της: παντού μνημεία για τα εγκλήματα του Γ΄ Ράιχ, ρητή καταδίκη του Ολοκαυτώματος ως «του μεγαλύτερου εγκλήματος στην ιστορία της ανθρωπότητας», εξίσου ρητή (αν και λιγότερο συχνή) παραδοχή της ευθύνης της Γερμανίας για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ένας από τους πρώτους «χώρους μνήμης» που επισκεφθήκαμε ήταν το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Σαξενχάουζεν, στην κωμόπολη Οράνιενμπουργκ λίγο έξω από το Βερολίνο˙ το ίδιο προσκύνημα πραγματοποιούν καθημερινά όχι μόνο τουρίστες αλλά και ουκ ολίγα σχολεία.
Οπως μας εξήγησε αργότερα ο Χανς-Γκέοργκ Γκολτς, υπεύθυνος εκδόσεων της Υπηρεσίας Πολιτικής Αγωγής του υπουργείου Εσωτερικών, η αυτομαστίγωση αυτή δεν αποσκοπεί μόνο στην προστασία της νέας γενιάς από τον «εξτρεμισμό» αλλά και στην «παραγωγή μιας θετικής ταυτότητας από την αναγνώριση ενός αρνητικού γεγονότος».
Για την προσέγγιση των επίμαχων γεγονότων, συμπληρώνει η υπεύθυνη του προγράμματος, Οντίλα Τρίμπελ, το γερμανικό κράτος έχει υιοθετήσει τις τελευταίες δεκαετίες μια «μετα-ηρωική» αφήγηση. Δεν ήταν πάντα έτσι. Τις πρωτες δεκαετίες μετά τον πόλεμο, η γερμανική κοινωνία προτιμούσε τη σιωπή για όσα υπέστη και (κυρίως) διέπραξε τα προηγούμενα χρόνια.
«Για πολύ καιρό, οι αντιστασιακοί αντμετωπίζονταν σαν προδότες», θυμάται η Μαρτίνα Φίσερ, υπεύθυνη προγραμμάτων του Ιδρύματος Μπρέγκχοφ για τη ΝΑ Ευρώπη, το κυρίαρχο δε συναίσθημα απέναντι στη δειλή «αποναζιστικοποίηση» που είχαν επιβάλει οι σύμμαχοι ήταν «πότε επιτέλους θα τελειώσει αυτή η ιστορία».
Συναίσθημα που αποτυπωνόταν όχι μόνο ιδιωτικά, αλλά και στον δημόσιο λόγο.
Αφίσες του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος που εκτίθενται στο Γερμανικό Ιστορικό Μουσείο απαιτούσαν λ.χ. ήδη από το 1949-50 τον τερματισμό του θεσμικού αποκλεισμού των πρώην ναζί από τα δημόσια αξιώματα: «Τέλος μ’ αυτούς τους φραγμούς! Τιμωρήστε εγκλήματα, όχι ένα πολιτικό λάθος!»
Καθοριστική στιγμή για την αναθεώρηση αυτής της στάσης υπήρξε η νεανική εξέγερση του 1968, όταν το ριζοσπαστικό κίνημα έθεσε, μεταξύ άλλων, δημόσια ερωτήματα για τη στάση της προηγούμενης γενιάς απέναντι στο χιτλερικό καθεστώς.
Ακολούθησε η είσοδος στην εκπαίδευση μιας νέας γενιάς δασκάλων που, σε αντίθεση με τους προκατόχους τους, δεν απέφευγαν να διδάξουν την ιστορία του ναζισμού.
Στη διαδικασία αυτή του αναστοχασμού συνέβαλε και η τηλεοπτική προβολή του αμερικανικού σίριαλ «Ολοκαύτωμα», εν έτει 1978 –η πρώτη φορά που η συστηματική εξολόθρευση των Εβραίων τέθηκε στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης.
Την καταγγελία της σιωπής ολοκλήρωσε το έργο ριζοσπαστών νέων ιστορικών, που μετέφεραν πρώτη φορά στο ευρύ κοινό τη φωνή των θυμάτων του ναζισμού, κλονίζοντας την ένοχη συναίνεση των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων.
Ηταν προφανές πως η στρατηγική της σιωπής είχε φάει πλέον τα ψωμιά της.
Την αναδιάταξη της επίσημης ιδεολογίας ανέλαβε, έτσι, η κορυφή της πολιτειακής εξουσίας: «Το 1985», μας εξηγεί η Χίλτρουντ Λότσε, βουλευτής του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και αρμόδια για την «πολιτική μνημης» στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο, «ο τότε πρόεδρος Ρίχαρντ Βαϊτσέκερ εκφώνησε λόγο με τον οποίο κατέστησε σαφές ότι το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου δεν υπήρξε ήττα αλλά η απαρχή μιας απελευθερωτικής διαδικασίας και για την ίδια τη Γερμανία. Απελευθέρωση από τη ναζιστική δικτατορία, η οποία επέτρεψε στο γερμανικό έθνος να επανέλθει στην κοινότητα των κρατών και των εθνών και να συμβάλει στην οικοδόμηση μιας ειρηνικής Ευρώπης. Αυτή η ερμηνεία είναι ευρύτατα διαδεδομένη σήμερα. [...] Δυστυχώς, δεν ήμασταν σε θέση να το φέρουμε αυτό σε πέρας με τις δικές μας δυνάμεις, αλλά χρειάστηκε η βοήθεια των συμμαχικών δυνάμεων για την ανατροπή εκείνης της τρομερής δικτατορίας».
Η πολιτικοϊδεολογική αυτή μετατόπιση έγινε καθολικά αντιληπτή χάρη σ’ ένα γραφειοκρατικό σύστημα που αναπαράγει πιστά τις εντολές της κεντρικής διοίκησης σε όλη την κλίμακα του κρατικού μηχανισμού.
Όπως μας ανέλυσε η ίδια βουλευτής, η διαχείριση των «μνημειακών τόπων» υπακούει σ’ ένα ενιαίο μοντέλο, επεξεργασμένο από το υπουργείο Πολιτισμού το 1999 και αναθεωρημένο το 2008, με κεντρική χρηματοδότηση από το υπουργείο Εξωτερικών και το Ομοσπονδιακό Ταμείο.
Όσο για την εμπέδωση αυτής της γραμμής στη βάση της κοινωνίας, η συνομιλήτριά μας διατηρεί κάποιες επιφυλάξεις: «Δεν αρνούμαι πως υπάρχουν άνθρωποι σε τούτη τη χώρα, οι οποίοι εξακολουθούν να βλέπουν την 8η Μαΐου σαν μια μέρα ήττας».
Η φυσική συνέχεια ανάμεσα στο ναζιστικό και το μεταπολεμικό καθεστώς, στο επίπεδο τουλάχιστον του μικρομεσαίου στελεχικού δυναμικού, είναι κάτι που ομολογείται ανοιχτά, αν και σε μάλλον χαμηλούς τόνους.
Μια τυπική περίπτωση αυτής της συνέχειας επισημαίνεται σε ειδική προθήκη της έκθεσης του Ιστορικού Μουσείου για τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια: ο Καρλ Σουλτς, προπολεμικό στέλεχος της αστυνομίας κι εν συνεχεία του ναζιστικού κόμματος, των SA και των SS, με δράση στις δολοφονικές «ειδικές ομάδες» (Einsatzgruppen) των SS, ολοκλήρωσε μεταπολεμικά τη σταδιοδρομία του ως επικεφαλής της αστυνομίας στο κρατίδιο της Βρέμης˙ στον υπηρεσιακό φάκελό του, όλη η δράση του μεταξύ 1932 και 1945 έχει προσεκτικά απαλειφθεί.
Με δεδομένη τη μαζικότητα του παλιού καθεστώτος, η παραδοχή αυτής της συνέχειας διατυπώνεται από τους ταγούς της επίσημης ιδεολογίας όχι μόνο ως πρόβλημα, αλλά ενίοτε και ως θετική διαπίστωση.
«Πολλοί λειτουργοί του ναζιστικού καθεστώτος υπήρξαν ευτυχείς που οικοδόμησαν τη δημοκρατική Δυτική Γερμανία», αποφαίνεται χαρακτηριστικά ο Γκολτς, αντιδιαστέλλοντας αυτή την προσαρμογή στον επίσημο αντιφασισμό τής πάλαι ποτέ Ανατολικής Γερμανίας, που χρησιμοποιήθηκε «ως κρατικό δόγμα μιας επιτηρούμενης κοινωνίας».

Η μνήμη ως διακύβευμα


Στην πραγματικότητα, η σημερινή δημόσια εικόνα δεν πρόκυψε από μια κεντρικά σχεδιασμένη γραφειοκρατική επιλογή αλλά από έντονες πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις.
«Για να υπάρξει αυτός ο μεγάλος αριθμός μνημείων, κέντρων τεκμηρίωσης κ.λπ.», υπενθυμίζει η Μαρτίνα Φίσερ, «χρειάστηκε ν’ αγωνιστούν πολλοί άνθρωποι, προκειμένου ν’ αποτραπεί η χρήση των συγκεκριμένων χώρων για γκαράζ ή σούπερ μάρκετ και ν’ αποδοθούν στη σημερινή τους χρήση».
Το χαρακτηριστικότερο ίσως παράδειγμα αποτελεί η «Τοπογραφία του Τρόμου», το εξαιρετικό μουσείο που οικοδομήθηκε στον χώρο των παλιών αρχηγείων της Γκεστάπο και των SS, αντί για το αυτοκινητοδρόμιο και τις αθλητικές εγκαταστάσεις που είχαν αρχικά προγραμματιστεί.
Το πελώριο μνημείο του Βερολίνου «για τους δολοφονημένους Εβραίους της Ευρώπης» (2005) ακολούθησαν έτσι κάποια άλλα, λιγότερο επιβλητικά, για τις υπόλοιπες κοινωνικές ομάδες που εξολοθρεύτηκαν συστηματικά από τους ναζί: ομοφυλόφιλους (2008), Τσιγγάνους (2012), διανοητικά ανάπηρους (2014).



Δικαίωμα στη μνήμη έχουν ακόμη και τα άψυχα, όπως πιστοποιεί το διακριτικό μνημείο της πλατείας Μπέμπελ για τα 25.000 «αντεθνικά» βιβλία που κάηκαν πανηγυρικά στις 10 Μαΐου 1933 μπροστά στο πανεπιστήμιο από τους φοιτητές του ναζιστικού κόμματος.
Για τη σχέση Ολοκαυτώματος και «πλειονοτικής» κοινωνίας, περισσότερο εύγλωττες αποδεικνύονται δύο άλλες συμβολικές αναπαραστάσεις.

Το σύμπλεγμα της οδού Ροζενστράσε, προς τιμήν της διαδήλωσης περίπου 200 Γερμανίδων που απαίτησαν –και απέσπασαν– την απελευθέρωση των συλληφθέντων Εβραίων συζύγων και γιων τους (27 Φεβρουαρίου 1943), συμπληρώνεται από το άγαλμα ενός «απλού πολίτη» που παρακολουθεί απαθώς τα τεκταινόμενα από την ασφάλεια του απομακρυσμένου παγκακιού του.
Εξίσου υπαινικτικοί, οι μπρούντζινοι κυβόλιθοι (Stolperstein) που έχουν φυτευτεί τα τελευταία χρόνια στο κατώφλι διαφόρων κτιρίων της πόλης, θυμίζουν όχι μόνο τα θύματα του Ολοκαυτώματος που κατοικούσαν κάποτε εκεί, αλλά και την αναγκαστική μεταβίβαση των κατοικιών (στους «Αρείους» νέους ιδιοκτήτες τους) που συνόδευσε –και διευκόλυνε– αυτή τη βίαιη εκκαθάριση.
Όπως είναι φυσικό, η αναμόχλευση αυτού του όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος γεννά ουκ ολίγες δημόσιες αντιπαραθέσεις. Φαίνεται, μάλιστα, ότι παρόμοιοι διαξιφισμοί είναι ιδιαίτερα προσφιλείς στη γερμανική διανόηση.
Ακόμη και στην άκρως επίσημη επιμνημόσυνη τελετή της 7ης Μαΐου για τα δεκάχρονα του Μνημείου του Ολοκαυτώματος, τη μερίδα του λέοντος απέσπασε έτσι η επίμονη προσπάθεια των οργανωτών ν’ αποσπάσουν δηλώσεις μετανοίας απ’ όσους παράγοντες είχαν εκφράσει παλιότερα αμφιβολίες για το έργο.
Γεμάτη αντιφάσεις είναι η ιστορία και αρκετών παλιότερων μνημείων, η λειτουργία των οποίων υπέστη αλλεπάλληλους μετασχηματισμούς ανάλογα με τις πολιτικές εξελίξεις.
Το μαυσωλείο του 1815 για τους «εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες» των Πρώσων κατά του Ναπολέοντα μετατράπηκε έτσι διαδοχικά σε μνημείο του αγνώστου στρατιώτη (την περίοδο της Βαϊμάρης), των ηρώων (επί ναζισμού), αντιφασιστικής κι αντιπολεμικής μνήμης (κατά την πρώτη δεκαετία της ΓΛΔ), ξανά μνημείο του αγνώστου στρατιώτη αλλά και του «αγνώστου θύματος των στρατοπέδων συγκέντρωσης» (μεταξύ 1969 και 1989), για να καταλήξει σήμερα «μνημείο των θυμάτων του πολέμου και της δικτατορίας» – με έντονα χριστιανικούς συμβολισμούς, που δεν έγιναν αδιαμαρτύρητα αποδεκτοί.
Ανάλογες μεταποιήσεις επιφύλαξε η ιστορία και στα χιτλερικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, που στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια εξακολούθησαν να χρησιμοποιούνται ως χώροι κράτησης (το Σαξενχάουζεν απ’ τους Σοβιετικούς, το Νταχάου απ’ τους Αμερικανούς) ή στέγασης προσφύγων, προτού αναγορευθούν τη δεκαετία του 1960 «χώροι μνήμης».
Απτό αποτέλεσμα των ενδιάμεσων χρήσεων υπήρξε η κατεδάφιση μεγάλου μέρους των αρχικών εγκαταστάσεων και η συνακόλουθη άμβλυνση της αίσθησης που προκαλείται στον σημερινό επισκέπτη.

Θύτες και θύματα

Η γεωπολιτική αναβάθμιση της Γερμανίας μετά την ενοποίησή της το 1990 δεν έμεινε χωρίς συνέπειες.
Μια απ’ αυτές είναι η αυξανόμενη προβολή όσων ο «μέσος Γερμανός» υπέστη στη διάρκεια του πολέμου και η συνακόλουθη καλλιέργεια μιας συλλογικής μνήμης που λειτουργεί, αν όχι ευθέως ανταγωνιστικά, τουλάχιστον εξισορροπιστικά προς την αυτοκριτική για το ναζιστικό παρελθόν.
Ως εμβληματικότερη σχετική αναφορά επιστρατεύονται οι συμμαχικοί βομβαρδισμοί του 1943-45 και κυρίως η πυρπόληση της Δρέσδης (13 Φεβρουαρίου1945), η επέτειος της οποίας έχει αναχθεί σε πανεθνική εκδήλωση της γερμανικής ακροδεξιάς.
Η επίσκεψή μας εκεί ήταν αρκετά διδακτική για την απόσταση που χωρίζει τη βαθιά γερμανική ενδοχώρα από τη φιλελεύθερη και κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα.
Ο πρώτος που αναγνωρίζει αυτή την πραγματικότητα είναι, παραδόξεως, ένας επαγγελματίας στρατιωτικός: ο συνταγματάρχης Ματίας Ρογκ, διευθυντής του τοπικού Μουσείου Στρατιωτικής Ιστορίας.
Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε τόνισε επανειλημμένα την ανάγκη κατάρριψης των «δημοφιλών μύθων» που, με αφετηρία τη χιτλερική προπαγάνδα της εποχής, εξακολουθούν να επιβιώνουν γύρω από την καταστροφή της πόλης – από τον αριθμό των θυμάτων (22.700-25.000 κι όχι 100.000, όπως αναφέρεται συχνά) και τη στρατιωτική σημασία του βομβαρδισμού («από τον σιδηροδρομικό σταθμό περνούσαν καθημερινά 20.000 στρατιώτες για το Ανατολικό Μέτωπο»), μέχρι τον σκληρό πυρήνα της εθνικής θυματολογίας: «Επισημαίνουμε πως η Δρέσδη δεν ήταν μόνο θύμα αλλά και θύτης. Ηταν μια φαιά πόλη, έδρα πολεμικής βιομηχανίας για την οποία δούλευαν 20 στρατόπεδα συγκέντρωσης».
Στην πανοραμική έκθεση του Αυστριακού καλλιτέχνη Γιάντεγκαρ Ασίσι για τον βομβαρδισμό, που φιλοξενείται στα περίχωρα, ο αισθητικός εντυπωσιασμός επιχειρείται ως εκ τούτου να εξισορροπηθεί διανοητικά με λεπτομερείς πληροφοριακούς πίνακες για το ναζιστικό παρελόν της Δρέσδης και τις προηγούμενες καταστροφές άλλων ευρωπαϊκών πόλεων από τη γερμανική αεροπορία (Γκερνίκα, Κόβεντρι).
Πρόθεση των δημιουργών ήταν να ερμηνεύσουν το μακελειό σαν αναπόδραστη συνέπεια του ολοκληρωτικού πολέμου που ξεκίνησε με πρωτοβουλία του Γ΄ Ράιχ.
Η υποκειμενική ερμηνεία της όλης εμπειρίας από το ντόπιο κοινό που αγκάλιασε το έκθεμα, κυρίως ηλικιωμένους που συρρέουν με τα εγγόνια τους, παραμένει ωστόσο συζητήσιμη.
Δεν λείπουν και ακραίες μορφές αυτοθυματοποίησης, διά της ψυχολογικής οδού.
«Ο πατέρας μου ήταν αξιωματικός. Ποτέ δεν μπόρεσα ν’ ανακαλύψω τι έκανε. Υπήρξε πάντα σιωπηλός, πράγμα πολύ ύποπτο», εξομολογείται χαρακτηριστικά η ψυχίατρος Χέλγκα Σπράνγκερ, ιδρυτής της ΜΚΟ «Παιδιά του Πολέμου», για να καταλήξει ωστόσο στο συμπέρασμα όπως «είναι πολύ πιο εύκολο να είσαι το παιδί ενός θύματος παρά το παιδί ενός θύτη».
Στη φωτογραφική παρουσίαση της εισήγησης τής, εικόνες κρατουμένων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κι εργαλείων βασανισμού της Γκεστάπο επισκιάζονται από τους σωρούς των πτωμάτων που προκάλεσαν οι συμμαχικές βόμβες.

Τα όρια της ενοχής

Εκτός από τη σχετικοποίηση, αξιοσημείωτη ειναι επίσης η πολλαπλή επιλεκτικότητα της γερμανικής αυτοκριτικής για το παρελθόν.
Αν το Ολοκαύτωμα και τα έργα του «κομματικού» στρατού των SS καταδικάζονται ανεπιφύλακτα απ’ όλες τις εκδοχές του συνταγματικού τόξου, δεν συμβαίνει το ίδιο με τη δράση της Βέρμαχτ, του «κανονικού» δηλαδή εθνικού στρατού που διεξήγαγε τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μια βαθιά ριζωμένη μιλιταριστική παράδοση και οι επιταγές του Ψυχρού Πολέμου (η δημιουργία της Μπούντεσβερ το 1955 κι η στελέχωσή της με παλιούς αξιωματικούς της Βέρμαχτ) περιόρισαν εδώ σημαντικά την όποια μεταπολεμική κάθαρση, κατασκευάζοντας την ψευδή εικόνα ενός άσπιλου «επαγγελματικού» στρατού που άφησε στους κατακτημένους τις καλύτερες δυνατές αναμνήσεις.
Η δομική αμφισβήτηση αυτής της κατασκευής έγινε μόλις το 1995, με την έκθεση «Πόλεμος εξόντωσης. Τα εγκλήματα της Βέρμαχτ, 1941-1944» που επιμελήθηκε το Ινστιτούτο Κοινωνικής Έρευνας του Αμβούργου (βλ. «Ιός», 26.10.1997).
Έκθεση που προκάλεσε δημόσιο σκάνδαλο, κατηγορήθηκε από επιφανείς δημοσιογράφους σαν προπαγανδιστικό πόνημα «πρώην κομμουνιστών κι επιγόνων του 1968», η δε περιοδεία της στην ενδοχώρα αντιμετώπισε συχνά διαδηλώσεις βετεράνων, ακροδεξιών και λοιπών εθνικοφρόνων.
Παρ' όλα αυτά, το ταμπού έσπασε, για όσους τουλάχιστον ήταν διατεθειμένοι ν’ αντικρίσουν την κατάρρευση ενός ακόμη εθνικού μύθου.
Εξίσου προβληματική αποδεικνύεται η γεωγραφική επιλεκτικότητα της όποιας συλλογικής ενοχής. 
Αν η εξοντωτική φύση του πολέμου στην πρώην Σοβιετική Ενωση γίνεται πλέον διακριτικά παραδεκτή, δεν συμβαίνει το ίδιο με τις αντίστοιχες επιδόσεις των κατοχικών στρατευμάτων λίγο νοτιότερα.
Η έκθεση του Γερμανικού Ιστορικού Μουσείου για τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, που επισκεφθήκαμε, καλύπτει μεν 12 διαφορετικές ευρωπαϊκές χώρες, της ΕΣΣΔ συμπεριλαμβανομένης, αποφεύγει όμως προσεκτικά οποιαδήποτε αναφορά στα Βαλκάνια˙ απαντώντας σε σχετικό ερώτημά μας, η επιμελήτρια της έκθεσης Μάγια Πέερς αρνήθηκε φυσικά πως αυτή η παράλειψη ήταν συνειδητή πολιτική επιλογή, επισήμανε όμως ότι η απουσία ειδικά της Ελλάδας προκάλεσε αρνητικά σχόλια στα γερμανικά ΜΜΕ.
Στο ίδιο μήκος κύματος, η «Δρέσδη 1945» του Ασίσι «ξεχνά» το βομβαρδισμένο Βελιγράδι και τους 3.000-4.000 κατοίκους του που βρήκαν τον θάνατο μέσα στο πρώτο τριήμερο της γερμανικής εισβολής (6-8.4.1941).
Η άνιση αυτή μεταχείριση των θυμάτων του ναζισμού και του γερμανικού μιλιταρισμού συνειδητοποιείται πάντως σταδιακά – εν μέρει χάρη σε εξωτερικές πιέσεις, όπως η τωρινή καμπάνια της ελληνικής κυβέρνησης για τις πολεμικές επανορθώσεις.
Το επισήμανε, με τον πιο πανηγυρικό τρόπο, ο ιστορικός Αουγκουστ Βίνκλερ κατά την επίσημη ομιλία που εκφώνησε στο Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο για την επέτειο της 8ης Μαΐου:
«Τοπωνύμια όπως Οραντούρ [στη Γαλλία] και Λίντιτσε [στην Τσεχία] είναι πιο γνωστά στη Γερμανία από το Κραγκούγιεβατς στη Σερβία, το Δίστομο στην Ελλάδα και το Μαρτζαμπότο στην Ιταλία. Αλλά και αυτά τα ονόματα –και είναι μόνο λίγα μεταξύ πολλών άλλων– αντιπροσωπεύουν σφαγές, οι οποίες έχουν συνέπειες ακόμη και σήμερα. Δεν υπάρχει καμιά ηθική δικαιολογία προκειμένου να μην κρατάμε ζωντανή την ανάμνηση παρόμοιων εγκλημάτων στη Γερμανία και να λησμονούμε τις ηθικές υποχρεώσεις που προκύπτουν από αυτά».
Παρακολουθώντας την τελετή από το θεωρείο, διαπιστώσαμε πως η αυτή τολμηρή παραδοχή χειροκροτήθηκε θερμά από μικρή μόνο μερίδα των βουλευτών.
Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε κι οι περισσότεροι υπουργοί επέδειξαν αντίθετα εμφανή δυσφορία, σε αντίθεση με τον ανοιχτό ενθουσιασμό τους για τις αντιρωσικές αναφορές του ομιλητή στις πρόσφατες εξελίξεις της Ουκρανίας.
Ακόμη πιο αποκαλυπτική για τα όρια αυτού του αναστοχασμού αποδεικνύεται η αρνητική αντιμετώπιση του αιτήματος για συμβολική –έστω– αναγνώριση της μαζικής εξόντωσης των ιθαγενών της Ναμίμπια από τις γερμανικές αποικιακές αρχές το 1904-1909.
Κάθε φορά που ο συνταξιδιώτης μας Ελβις Μουραρανγκάντα, δημοσιογράφος της εφημερίδας «Namibian Sun», έθετε το ζήτημα, οι επίσημοι συνομιλητές μας απαντούσαν μ’ ένα ευγενικό αλλά κατηγορηματικό «όχι».
Ακόμη και για το στοιχειώδες αίτημα της ανέγερσης ενός μικρού μνημείου που να θυμίζει τους 60.000-80.000 Χερέρο και Νάμα (τα 3/4 του τότε πληθυσμού) που χάθηκαν στα πρώτα στρατόπεδα συγκέντρωσης του εικοστού αιώνα˙ μοναδική εξαίρεση –κι εδώ– ο διευθυντής του Πολεμικού Μουσείου, που «δεν απέκλεισε» το ενδεχόμενο να περιληφθεί κι αυτό το έγκλημα σε κάποια μελλοντική έκθεση.
Αν μη τι άλλο, οι φυλετικές ιεραρχήσεις που εισήγαγε η ευρωπαϊκή αποικιοκρατία (και που ο ναζισμός προέκτεινε μέχρι την τελική, αποτρόπαιη συνέπειά τους) εξακολουθούν έστω και υπόρρητα να επιβιώνουν στον σκληρό πυρήνα της γηραιάς ηπείρου...

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Παιδεία και κοινωνικό περιβάλλον, του Ν. Πουλαντζά (Ομιλία του πριν 40 χρόνια!) (*)

Το κείμενο πού ακολουθεί είναι, ή εισήγηση του κοινωνιολόγου Νίκου Πουλαντζά  στη «Συνδιάσκεψη για την Παιδεία», που  οργανώθηκε από  τους συλλόγους Διπλωματούχων Μηχανικών τον Μάιο του 1975 στο  Ε.Μ.Π.
Αρχίζοντας την ομιλία αυτή μέσα σένα ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα και γνωρίζοντας πόσο όσοι βρίσκονται σ’ αυτό έχουν την τάση να υπερτιμούν τον κοινωνικό ρόλο του, θα σημειώσω δύο πράγματα:
α) Ότι οι βασικές κοινωνικές αλλαγές γενικά δεν εξαρτώνται βασικά από την Παιδεία, αλλά παίζονται άλλου.
β) Ότι οι αλλαγές στην ίδια την Παιδεία εξαρτώνται βασικά από αλλαγές σε άλλους, βασικότερους κοινωνικούς τομείς.

1. Ρόλος της Παιδείας (δημοτικό, γυμνάσιο, πανεπιστήμιο) σε σχέση με τις κοινωνικές τάξεις
Αυτό είναι το πρωταρχικό πρόβλημα. Το σχολικό σύστημα είναι ένας μηχανισμός αναπαραγωγής των ταξικών διαφορών, κυρίως όντας ένας  μηχανισμός πού κατανέμει τούς συγκεκριμένους ανθρώπους ανάμεσα στις διάφορες κοινωνικές τάζεις.

Τί όμως εννοούμε, με αυτό; Για να έχουμε μια παραστατική εικόνα, θα πω ότι οι παραγωγικές σχέσεις, σε μια κοινωνία, γενικά, προσδιορίζουν ορισμένες θέσεις, τις  οποίες καταλαμβάνουν διάφορα άτομα. Στο καπιταλιστικό σύστημα οι δύο βασικές θέσεις είναι το κεφάλαιο και ή μισθωτή εργασία. Αυτές πληρώνονται από ορισμένα άτομα και δίνουν την αστική τάξη και την εργατική τάξη. Αλλά βέβαια, κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την μικροαστική τάξη, με τις αγροτικές τάξεις κ.λ.π.

Το πρόβλημα στο καπιταλιστικό σύστημα είναι το ακόλουθο: Ποιά άτομα θα γίνουν αστοί, μικροαστοί, εργάτες κ.λ.π. Γιατί εδώ δεν έχουμε τα προηγούμενα κοινωνικά συστήματα, όπου κάθε ένας άνηκε από γεννησιμιού του τυπικά σε μια τάξη, όπως δούλος ή ελεύθερος π.χ. ή όπως στη φεουδαρχική τάξη.

Τυπικά, ένα άτομο δεν γεννιέται αστός, εργάτης, μικροαστός ή χωριάτης, αλλά  γίνεται.   Πού πάει να πει ότι ένας μικροαστός, μπορεί να γίνει αστός και αντίθετα κ.λ.π. Χρειάζεται ένας μηχανισμός ιδιαίτερος πού να κατανέμει  τα άτομα στις θέσεις. Οι δύο βασικοί τέτοιοι μηχανισμοί είναι ή οικογένεια και το σχολικό σύστημα.

Ας δούμε τον περιορισμένο ρόλο του σχολικού συστήματος στις κοινωνικές αλλαγές. Πρώτα, δεν είναι τυχαίο ότι το σχολικό σύστημα κατανέμει ή κάνει, στη μεγάλη πλειοψηφία τούς εργάτες από παιδιά εργατών, τούς αστούς από παιδιά αστών κ.λ.π.

Αλλά ακόμα και αν πάρουμε την παράλογη υπόθεση ενός «απόλυτου εκδημοκρατισμού» του σχολικού συστήματος σε μια καπιταλιστική κοινωνία, ενός συστήματος πού θα έκανε δυνατή την απόλυτη κινητικότητα των ατόμων ανάμεσα στις θέσεις των κοινωνικών τάξεων.

Ας υποθέσουμε δηλαδή, ότι μέσα από ένα απόλυτα εκδημοκρατισμένο σχολείο, απ’ τη μια γενιά στην άλλη, όλα τα παιδιά αστικών οικογενειών γινόντουσαν εργάτες και τη θέση των αστών, τού κεφαλαίου, την καταλάμβαναν παιδιά εργατών. Τίποτα το βασικό δεν θα είχε αλλάξει στον καπιταλισμό, μόνο τα πρόσωπα. Το θέμα λοιπόν είναι πώς θα καταργηθεί ή εκμετάλλευση .

Το σχολικό σύστημα έχει περιορισμένο ρόλο σαν κατανεμητικό σύστημα. Στο πλάι του σημαντικό ρόλο παίζει και ή οικογένεια.
Μέσα στο σχολικό σύστημα, είναι περιορισμένος, απ’ αυτή την άποψη, ο ρόλος ειδικά της ανώτατης εκπαίδευσης. Ο βασικός ρόλος ανήκει στην κατώτερη εκπαίδευση κι έπειτα στην μέση. Εκεί παίζονται όλα και αποφασίζονται τα περισσότερα πράγματα. Το γεγονός αυτό έχει αρχίσει να γίνεται αποδεκτό, όμως έτσι εξηγείται άπλα με τον παράγοντα ηλικία. Χρειάζεται πιο βαθειά ανάλυση.

Πράγματι ποιά είναι ή εικόνα πού μας εμφανίζουν, απ’ αυτήν την άποψη, για το σχολικό σύστημα:
Μας παρουσιάζουν ένα σύστημα με βαθμίδες, όπου κάθε βαθμίδα είναι ενοποιημένη: Ανώτερη – Μέση – Κατώτερη.
Μας λένε πώς κάθε βαθμίδα είναι ενοποιημένη κι’ ότι μέσα σ’ αυτή, μέσα στο σχολείο, οι δυνατότητες είναι ίσες για όλους. Για το πέρασμα από τη μία βαθμίδα στην άλλη, γίνεται επιλογή με τούς διαγωνισμούς και τις εξετάσεις, οπότε: «οι καλύτεροι περνούν και νικούν».

Ή προοδευτική κριτική εντοπίζει την αίτια του γεγονότος της επιλογής στο ότι οι δυνατότητες, λόγω του κοινωνικού περιβάλλοντος των διαφόρων παιδιών, είναι άνισες. Δηλαδή αίτιες είναι οι εξωσχολικοί παράγοντες.

Θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε την άποψη ότι ή επιλογή αυτή γίνεται μέσα στο ίδιο το σχολικό σύστημα (παράλληλα βέβαια από την οικογένεια). 0ι εισιτήριες εξετάσεις στο πανεπιστήμιο δίνονται βασικά και σε πλειοψηφία, πολύ νωρίτερα, ήδη απ’ το δημοτικό. Δεν υπάρχουν οριζόντιες διακριτές και ενοποιημένες βαθμίδες, παρά κάθετα κυκλώματα.

Ένα για τούς εργάτες και για ορισμένους μικροαστούς (υπάλληλοι) και ένα για τούς αστούς και τα ελεύθερα επαγγέλματα (ανώτερη μικροαστική τάξη). Τα δύο αυτά κυκλώματα διασχίζουν εξ’ υπαρχής όλη την Παιδεία. Σ’ αυτά τα κυκλώματα ορισμένα σχολεία (δημοτικά και γυμνάσιο) είναι στο ένα κύκλωμα, άλλα στο άλλο.

Στατιστικά μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών πού μπαίνουν σε ορισμένα δημοτικά και γυμνάσια έχουν ήδη στην τσέπη τους το εισιτήριο για το Πανεπιστήμιο. Άλλα, πού μπαίνουν σε διαφορετικά, το αντίθετο. Βέβαια είναι τελείως φυσικά τα περάσματα από το ένα κύκλωμα στο άλλο.

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι αυτοί πού πηγαίνουν στο Α σχολείο του Α κυκλώματος είναι οι πλούσιοι, οι αστοί. Αυτό όμως δε συμβαίνει πάντα. Παράδειγμα, το Πειραματικό, όπου πηγαίνουν παιδιά αστών, όχι όμως μόνο. Το ίδιο και το Βαρβάκειο. Τα παιδιά όμως πού πάνε εκεί, όντως διαχωρίζονται ήδη, για το μέλλον, ταξικά από άλλα.

Ανάφερα το ρόλο του σχολικού συστήματος και εδικά της ανώτατης Παιδείας σαν περιορισμένο σχετικά μ’ άλλα. Όμως παίζει ωστόσο ένα   σημαντικό   ρόλο. Δεν καθορίζονται όλα απ’ την οικογένεια και την προέλευση.

2. Παιδεία και κοινωνικό περιβάλλον
Θα αναφερθώ στη σχέση της παιδείας με την οικονομία, σημειώνοντας ότι όταν λέω οικονομία δεν την αντιδιαστέλλω προς τις κοινωνικές σχέσεις. Οι κοινωνικές σχέσεις ενυπάρχουν στην οικονομία.
α) Υπάρχει στενή σχέση, όμως όχι άμεση παρά έμμεση. Περνάει μέσα από την αναπαραγωγή των κοινωνικών τάξεων και των κοινωνικών διαφορών.
β)  Υπάρχει ή αντίληψη σε προοδευτικούς ανθρώπους και συχνά και σοσιαλιστές, για την περίφημη αναδιάρθρωση της Παιδείας, ώστε να προσαρμοστεί στην οικονομία:   Ο   εκσυγχρονισμός της Παιδείας.

Είναι ο σύγχρονος τεχνοκρατισμός. Τον βρίσκουμε στους προοδευτικούς, όμως υπάρχουν και σοσιαλιστές πού συμμερίζονται αυτή την άποψη. Πρόκειται για ένα μαρξιστικό οικονομισμό. Υποστηρίζουν πώς θα μπορούσε να υπάρχει μια οικονομική διαδικασία ταξικά ουδέτερη, καθ’ εαυτή. Το ξεδίπλωμα και ή πρόοδος των περίφημων παραγωγικών δυνάμεων θα έφερνε καθ’ εαυτή το σοσιαλισμό ή θα εμπεριείχε εν δυνάμει σοσιαλιστικά σπέρματα. Θα ήταν προοδευτική καθ’ εαυτή. Το να προσαρμοστεί λοιπόν η Παιδεία στις παραγωγικές δυνάμεις, στην οικονομία, θα ήταν ταυτόχρονα προοδευτικό εκσυγχρονιστικό και σοσιαλιστικό μέτρο.

Όμως δεν υπάρχει οικονομία καθ’ εαυτή. Υπάρχει καπιταλιστική οικονομία, σοσιαλιστική οικονομία και οικονομία μετάβασης στο σοσιαλισμό. Δεν υπάρχουν παραγωγικές δυνάμεις καθ’ εαυτές, παρά κάτω από δοσμένες παραγωγικές σχέσεις. Έτσι έχουμε καπιταλιστικές παραγωγικές δυνάμεις, σοσιαλιστικές παραγωγικές δυνάμεις.

Ζούμε σε μια καπιταλιστική κοινωνία. Το κύριο θέμα: τί επιστημονικό δυναμικό έχει ακριβώς ανάγκη ή οικονομία και ή κοινωνία μας; Δίνουμε δύο παραδείγματα.

Χρειάζονται περισσότεροι γιατροί. Σωστά, αλλά από την άποψη των λαϊκών τάξεων. Ή καπιταλιστική σημερινή οικονομία, έστω και εκσυγχρονισμένη στην Ελλάδα, χρειάζεται περισσότερους γιατρούς;

Η καπιταλιστική οικονομία έχει ανάγκη από ιατρική σαν απλή αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, όπου χρειάζεται. Στην Ελλάδα, εκεί πού χρειάζεται είναι υπεραρκετή, από την άποψη βέβαια των καπιταλιστικών συμφερόντων.

Περισσότεροι πολιτικοί μηχανικοί: τούς χρειάζεται ή οικονομία:  Εδώ βλέπουμε την εξάρτηση από τις   πολιτικές     επιλογές   της εξουσίας.  Εξαρτάται από το αν πρέπει να χτίζουν σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό.

Εδώ παρεμπιπτόντως σημειώνω για τον περίφημο προγραμματισμό: Δεν υπάρχει ένας ουδέτερος προγραμματισμός για έναν ουδέτερο «εκσυγχρονισμό» της κοινωνίας. Βέβαια με ορισμένη έννοια, μπορεί να είναι προοδευτικός. Αυτό εξαρτάται από τη φύση της πολιτικής εξουσίας από τούς στόχους της.

Όμως οι κίνδυνοι από την έννοια του εκσυγχρονισμού είναι ακόμα περισσότεροι. Τί σημαίνει   σήμερα προσαρμογή της ανώτατης παιδείας στην οικονομία; Σήμερα περνάμε μια δομική κρίση του καπιταλισμού κι’ όχι άπλα συγκυριακή. Μια από τις επιπτώσεις ή τα χαρακτηριστικά της, είναι ή ανεργία στον τομέα του επιστημονικού δυναμικού, της διανοητικής εργασίας.

Αυτό είναι καινούργιο φαινόμενο πού εμφανιζόταν μέχρι τώρα στην κυρίως εργατική δύναμη, τη χειρωνακτική. Στη διανοητική εργασία εμφανιζόταν μόνο συγκυριακά. Τώρα έχουμε δομική ανεργία στη διανοητική εργασία, πράγμα πού σημαίνει εφεδρική στρατιά άνεργων στη διανόηση (τεχνικοί, φυσικοί κλπ).

Τα αίτια αυτού του φαινομένου είναι: 1) Η αυτοματοποίηση και 2) Ο σχετικός εκδημοκρατισμός της ανώτατης Παιδείας πού επιβλήθηκε στην αστική τάξη. Τούτο συνοδεύεται συχνά από την έλλειψη εργατικής δύναμης στη χειρωνακτική εργασία.

Άρα τί σημαίνει προσαρμογή της ανώτατης Παιδείας στη σημερινή οικονομία; Είναι απλούστατο και το βλέπουμε στις προσπάθειες των κυβερνήσεων των καπιταλιστικών χωρών (Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, Σουηδία κ.λ.π.). Τί σημαίνει απ’ αυτή την άποψη εκσυγχρονισμός της Παιδείας; Σημαίνει αναμφισβήτητα δρακόντειο περιορισμό του αριθμού των φοιτητών, αύξηση της επιλογής, αύξηση σημαντική των εμποδίων για την εισαγωγή στην Ανώτατη Παιδεία. Όλα αυτά αποδείχνουν πώς πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με τις έννοιες του εκσυγχρονισμού και της προσαρμογής

Αλλά ας πάμε και παραπέρα. Είδαμε τον κίνδυνο πού ενέχει ή προσαρμογή. Αλλά, επί τέλους, όλοι δεν είναι σοσιαλιστές. Ίσως πολλοί να θεωρούν αυτή την προσαρμογή, τον οικονομικό αυτό εκσυγχρονισμό, ευκταίο. Μπαίνει εδώ ένα άλλο πρόβλημα: Είναι δυνατή ή απόλυτη προσαρμογή του σχολικού συστήματος στην καπιταλιστική οικονομία; Όχι ευκταία, αλλά δυνατή, επιτεύξιμη;

Θα έλεγα όχι, ή μάλλον είναι δυνατή σ’ ένα πολύ περιορισμένο βαθμό. Παρεμπιπτόντως το σχολικό σύστημα είναι γενικά ο κρατικός μηχανισμός πού από τότε πού υπήρξε, βρίσκεται σε συνεχή αναμόρφωση.

Ό πρώτος λόγος είναι πώς στο καπιταλιστικό σύστημα υπάρχει μια δομική διάσταση αναγκαία ανάμεσα στο σχολικό σύστημα και στην οικονομία, πού δεν μπορεί να καλυφθεί πέρα από ένα οριακό σημείο, από καμιά προσαρμογή. Γιατί συμβαίνει αυτό;
α)  Ή  αναρχία   τής  οικονομίας πού χαρακτηρίζει  τον  καπιταλισμό: Συγκεκριμένα, εδώ η αναρχία της αγοράς εργασίας, δηλαδή της εργατικής δύναμης πού μορφοποιεί το σχολικό σύστημα και της εργατικής δύναμης πού ζητάει ή οικονομία. Δηλαδή ή εργατική δύναμη, ή διανοητική πού έχει ανάγκη ή οικονομία, αλλάζει πέρα από ένα σημείο κατά τρόπο απρόβλεπτο και συγκυριακό. Για παράδειγμα στις θετικές επιστήμες: Για μια στιγμή αναζητούνται πολλοί επιστήμονες. Ο αυτοματισμός οδηγεί σε ξαφνική ανεργία. Αυτό συμβαίνει περισσότερο σε μια εξαρτημένη οικονομία σαν τη δική μας, πού την πορεία της καθορίζουν τα συμφέροντα των πολυεθνικών.

Βέβαια στο σημερινό στάδιο του μονοπωλιακού καπιταλισμού, πού συχνά τον ονομάζουν κρατικο-μονοπωλιακό καπιταλισμό, υπάρχει μια ορισμένη πρόβλεψη, ό προγραμματισμός. Αλλά, αντίθετα από την τεχνοκρατική αντίληψη του προγραμματισμού, από τον Κέϋνς στον Γκαλμπραίηθ, ότι τάχα αίρει την αναρχία της οικονομίας, την αναπαράγει μακρόχρονα. Παράδειγμα ή σημερινή κρίση.

β) Η δομική διάσταση. ανάμεσα στο καπιταλιστικό σχολικό σύστημα και την παραγωγή.
Αναφέρεται στην καπιταλιστική διάσταση, στον καπιταλιστικό διαχωρισμό, ανάμεσα στην πνευματική (διανοητική) εργασία και στην τεχνική πραγματική εργασία μέσα στη διαδικασία παραγωγής. Το σχολικό σύστημα, το πανεπιστήμιο, αναπαραγάγει κυρίως την διανοητική εργασία, διαχωρίζοντας την συνεχώς από την τεχνική εργασία και την χειρωνακτική. Κι’ αυτό όχι μόνο στις κοινωνικές επιστήμες, αλλά και στις φυσικές ή θετικές επιστήμες.

Για παράδειγμα, πόσοι από τούς μηχανικούς, πόσοι από τούς φυσικούς, και χημικούς, τούς γιατρούς, για να μη μιλήσουμε για τούς νομικούς κλπ., δεν αισθάνθηκαν ότι στα πανεπιστήμια και πολυτεχνεία αποχτούν θεωρητικές γνώσεις πού δεν τούς προετοιμάζουν καλά στην πραγματική τους εργασία; Και ότι τελικά έμαθαν την πραγματική πρακτική τους εργασία, πάνω στην άσκηση, έξω από τα πανεπιστήμια κ.λ.π.;

Το ίδιο θα έχουν αισθανθεί και οι φοιτητές των τεχνικών σχολών. Αυτό όμως αποτελεί, σε μεγάλο βαθμό, ένα δομικό χαρακτηριστικό του καπιταλιστικού σχολικού συστήματος και όχι ένα φαινόμενο συγκυριακό, πού θα μπορούσε να αρθεί με ένα οποιονδήποτε εκσυγχρονισμό της καπιταλιστικής Παιδείας.

γ) Είπαμε ότι το σχολικό σύστημα αποτελεί μέρος του κρατικού μηχανισμού. Όπως και όλος ο κρατικός μηχανισμός, δεν αποτελεί ένα απλό εργαλείο ή μηχανή στα χέρια της αστικής τάξης, πού να τον χειρίζεται ελεύθερα, όπως θέλει, σύμφωνα με μια παλιά μηχανιστική μαρξιστική αντίληψη περί κράτους.

Ό καπιταλιστικός κρατικός μηχανισμός, βέβαια, εκφράζει αντικειμενικά τα μακροχρόνια συμφέροντα της αστικής τάξης. Αλλά έχει μια ιδιαίτερη σχετική αυτονομία πάντα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το σχολικό σύστημα, πού αποτελεί έναν ιδεολογικό κρατικό μηχανισμό και πού έχει μια ακόμα μεγαλύτερη αυτονομία από τον καταπιεστικό μηχανισμό (στρατός, αστυνομία, δικαιοσύνη, διοίκηση, κλπ.).

Ένας από τούς κυρίους λόγους είναι το ότι το κράτος εκφράζει ένα συσχετισμό δυνάμεων και ταξικής πάλης και αντανακλά την αντίθεση των καταπιεζομένων κοινωνικών τάξεων στην αστική εξουσία. Αυτό ισχύει  ιδιαίτερα  για το σχολικό σύστημα. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;

Ας ξαναγυρίσουμε στον κατανεμητικό ρόλο του σχολικού συστήματος. Αυτός ο ρόλος είναι πολύ περιορισμένος για την αστική τάξη και την εργατική τάξη: τα παιδιά τους γίνονται μέσα απ’ το σχολικό σύστημα, σε μεγάλη πλειοψηφία, αστοί ή εργάτες. Διαφορετικά είναι τα πράγματα με την μικροαστική τάξη. Είναι ή τάξη πού παρουσιάζει τη σχετικά μεγαλύτερη (αν και καθ’ εαυτή περιορισμένη) κινητικότητα, ανιούσα και κατιούσα.

Δηλαδή το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών μικροαστικών οικογενειών (εμποροϋπάλληλοι, υπάλληλοι γραφείων, τραπεζών, του δημοσίου, σε ελεύθερα επαγγέλματα κλπ.), μέσω  του σχολείου γίνονται αστοί ή εργάτες. Ιδιαίτερη σημασία έχει ή ανιούσα κινητικότητα. Δημιουργεί ψευδαισθήσεις στους μικροαστούς ότι μέσω του σχολικού συστήματος οι «καλύτεροι» και οι «πιο άξιοι» (και ποιοί γονείς δεν πιστεύουν ότι τα παιδιά τους είναι τα πιο άξια) θα καταφέρουν να ανέλθουν κοινωνικά, να γίνουν αστοί και σεβαστοί πολίτες. Στατιστικά βέβαια αυτό αποδείχνεται λαθεμένο.

Στην Ελλάδα παρουσιάζεται ένα τελείως ιδιαίτερο φαινόμενο και με την αγροτιά. Για ιστορικούς λόγους πολύπλοκους μιας εξαρτημένης κοινωνίας, παρατηρούμε μια ανιούσα κινητικότητα και ψηλή πρόσβαση στην ανώτατη παιδεία παιδιών από κατώτερες τάξεις, σε σχέση με τα άλλα ευρωπαϊκά καπιταλιστικά κράτη.

Είναι πολύ «δημοκρατική» απ’ αυτή την άποψη. Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι ή αστική τάξη, για να άρχει, έχει ανάγκη από συμμαχίες ορισμένων καταπιεζόμενων κοινωνικών τάξεων, ή τουλάχιστον από μια ορισμένη ανοχή τους. Αυτό εξασφαλίζεται από το σχολείο για την μικροαστική τάξη και την αγροτιά.

Η μικροαστική τάξη, ή αγροτιά και ή εργατική τάξη στην Ελλάδα είναι ριζικά αντίθετες σε προσπάθειες της αστικής τάξης να προσαρμόσει το σχολικό σύστημα στις «ανάγκες της οικονομίας» και στις ανάγκες της.

Πού σημαίνει να ανακόψει με μια δρακόντεια επιλογή, αυτή την πρόσβαση, και να διακόψει τον πανεπιστημιακό πληθωρισμό. Το προσπάθησε συνειδητά και με συνέπεια ο Ελευθέριος Βενιζέλος ο ίδιος και δεν τα κατάφερε. Εξ άλλου αυτή ή πρόσβαση γίνεται χωρίς κρατική ενίσχυση (υποτροφίες), παρά απ’ το υστέρημα των οικογενειών, πράγμα πρωτοφανές για ευρωπαϊκά δεδομένα.

Ο κύριος λόγος της αδυναμίας της αστικής τάξης είναι ότι δεν μπορεί να πάρει μέτρα ριζικά πού θα ξεσήκωναν κυριολεκτικά τούς μικροαστούς και την αγροτιά ενάντια της.
Πρέπει πάντα βέβαια να παίρνουμε υπόψη ότι το κύριο στοιχείο πού καθορίζει αυτή τη στάση είναι οι φοιτητικοί αγώνες.  Εδώ  βλέπουμε ένα ακόμα λόγο για τη δομική αδυναμία ολικής και απόλυτης προσαρμογής του σχολικού συστήματος και της ανώτατης παιδείας στην καπιταλιστική οικονομία, δηλαδή του περίφημου «εκσυγχρονισμού» του.

3. Ο  κοινωνικός ρόλος του σχολικού συστήματος
Μετά απ’ όσα είπαμε, ας δούμε τον κοινωνικό ρόλο του σχολικού συστήματος.  Ο βασικός του ρόλος είναι:
α. Σαν κατανοητικός μηχανισμός να διαιωνίζει, να εξασφαλίζει και να αναπαράγει τη διαίρεση των τάξεων, δηλαδή την άρχουσα τάξη και τις καταπιεζόμενες τάξεις. Τα παιδιά των αστών – εργατών και σε μικρότερο βαθμό των μικροαστών και αγροτών, καταλήγουν στην τάξη των γονιών τους ή τα παιδιά των αγροτών γίνονται εργάτες, ανήκουν όμως πάλι στις καταπιεζόμενες τάξεις.

β. Να διασφαλίζει την ταξική καταπίεση, όχι μόνο σαν κατανεμητικός μηχανισμός, αλλά και με τη διαμόρφωση, τη διαίρεση και την επιβολή της αστικής ιδεολογίας. Μια τάξη, ή αστική, δεν προσδιορίζεται μόνο οικονομικά, σαν εκμεταλλευτής των εργαζόμενων και με την κυριότητα των μέσων παραγωγής. Είναι αναγκαία ή ύπαρξη της άρχουσας ιδεολογίας, γιατί απλούστατα δεν μπορεί να άρχει μόνο με τη βία. Εδώ είναι γνωστά τα θέματα: το περιεχόμενο της παιδείας, ή ιδεολογία, ή πνευματική αστυνομοκρατία. Κι’ αυτό δεν γίνεται μόνο στις κοινωνικές επιστήμες, παρά και στις τεχνικές. Δεν είναι  ουδέτερες αυτές. Σήμερα ο τεχνοκρατισμός είναι ή άρχουσα ιδεολογία της αστικής τάξης.

γ. Με την εσωτερική του δομή, ιεραρχική, αντιδημοκρατική, γραφειοκρατική, αυταρχική, να φτιάχνει όσο μπορεί όχι πολίτες υπευθύνους και ελεύθερους, αλλά πολίτες της υποτέλειας. Πού να μαθαίνουν πειθήνια υπακοή στις «αρχές».

δ. Διαιωνίζει και αναπαράγει τη διαίρεση μεταξύ διανοητικής (πνευματικής) εργασίας και χειρωνακτικής εργασίας, πού είναι μια από τις βάσεις της ιδεολογικοπολιτικής καταπίεσης της εργατικής τάξης.

Όσο ανεβαίνουμε στο σχολικό σύστημα τόσο ισχύει αυτό περισσότερο, κι’ όχι μόνο επειδή τα παιδιά των εργατών – αγροτών αποκλείονται. Το σχολικό σύστημα στηρίζεται  (όσο ανεβαίνουμε) σε μια μορφοποίηση πού περιφρονεί συστηματικά, τη χειρωνακτική εργασία, πού εκτιμά και δοξολογεί αποκλειστικά και μόνο τη «διανοουμενίστικη μόρφωση» και τις περίφημες «γνώσεις» πού φτιάχνει ανθρώπους πού περιφρονούν το «άξεστο εργατικό δυναμικό», τούς «αγράμματους», με την έννοια ότι δεν πέρασαν από όλες τις βαθμίδες της Παιδείας.

Αυτή είναι μια απ’ τις βάσεις για να διαχωρίσει και να διασπάσει η αστική τάξη τούς μικροαστούς από τούς εργάτες και τούς αγρότες. Μια από τις πτυχές αυτής της προσπάθειας ήταν ή αντιπαράθεση της δημοτικής και της καθαρεύουσας.

Αλλά το πρόβλημα δεν σταματάει εκεί. Δεν υπάρχει μόνο αυτή ή διάκριση διανοητικής-χειρωνακτικής εργασίας. Η διαίρεση αυτή αναπαράγεται, με τρόπο ειδικό, μέσα σε κάθε σκέλος της, και ιδιαίτερα μέσα στη διανοητική εργασία.

Μερικές διανοητικές εργασίες και διαδικασίες θεωρούνται σαν οι «χειρωνακτικές εργασίες», της διανόησης, με την κοινωνικοϊδεολογική έννοια του όρου. Για παράδειγμα μέσα στο ίδιο το πανεπιστημιακό σύστημα ή διάκριση ανάμεσα στα Πανεπιστήμια και στην Πάντειο, την ΑΣΟΕΕ κ.λ.π. το Πολυτεχνείο και τα διάφορα μικρά Πολυτεχνεία.

Είναι ή λογική της συνεχούς διαίρεσης, του διαίρει και βασίλευε για την αστική τάξη.
ε. Τέλος, σ’ αυτό το έτος της γυναίκας, πρέπει να σημειώσουμε ότι το σχολικό σύστημα γενικά,  όσο ανεβαίνει, τόσο περισσότερο διαιωνίζει και αναπαραγάγει τη φυλετική διάκριση, σ’ όλες τις μορφές, άνδρα-γυναίκας, υπέρ του άντρα. Το μονοπώλιο της γνώσης, του λόγου, της γραφής είναι υπέρ του άνδρα. Στο διδακτικό προσωπικό οι γυναίκες, πού είναι άξιες, το πολύ-πολύ να γίνουν δασκάλες. Είναι χαρακτηριστικός ό αριθμός των πανεπιστημιακών καθηγητών.

Στο φοιτητικό χώρο έχουμε ανάλογα φαινόμενα, κι’ αυτό λόγω της ίδιας της δομής των Πανεπιστημίων. Ή κατάσταση δεν μπορεί να αλλάξει, χωρίς αλλαγές της δομής των Πανεπιστημίων, δομής βαθειά αντιδημοκρατικής. Και ή αντιδημοκρατική δομή ενισχύει αναπόφευκτα τούς ισχυρότερους άνδρες. Η εκμετάλλευση της γυναίκας από τον άνδρα έχει τις βάσεις της στην ταξική διαίρεση, αλλά την  ξεπερνά κατά πολύ.

Νομίζω, ότι πέρα από τον ρόλο του σχολικού συστήματος ή ανώτατη εκπαίδευση διαιωνίζει τις κοινωνικές τάξεις, τις διαμορφώσεις, με συνεχώς ανανεούμενες μορφές.

Αυτά είχα να πω, τελείως περιληπτικά. Θα τελειώσω, λέγοντας ότι ή μάχη για τον εκδημοκρατισμό των Πανεπιστημίων, έχει τεράστια σημασία μέσα σ’ αυτόν τον ειδικό χώρο, ανάλογα με άλλα θέματα πού έχει το σχολικό σύστημα και στα Πανεπιστήμια.

Φαντάζομαι, λοιπόν, έναν εκδημοκρατισμό με στρατηγική «περάσματος» σε μια ανεξάρτητη κοινωνία και όχι απλώς εκσυγχρονισμό στο σχολικό σύστημα και ειδικότερα στα Πανεπιστήμια.

«Δεν βόσκει κανείς ατιμώρητος στα λιβάδια της αστικής τάξης, δεν σπουδάζει ατιμώρητος στα πανεπιστήμιά της, δεν διαβάζει ατιμώρητος τα βιβλία της, δεν χρησιμοποιεί ατιμώρητος τις επιστήμες της… σχεδόν ανεπαίσθητα, καταπίνει το’ δηλητήριο της, παραλύει…»
Κάριν Στρούκ. Ταξική Αγάπη

(*)  Ό Νίκος Πουλαντζάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1936 και τερμάτισε τη  ζωή του στο Παρίσι τον  Οκτώβριο του 1979. Είχε σπουδάσει Νομική, Φιλοσοφία και Κοινωνιολογία στα Πανεπιστήμια της Αθήνας, Μονάχου και Παρισιού και είχε διδάξει σαν Καθηγητής στα Πανεπιστήμια Παρισιού, Βενσέν, Φραγκφούρτης και στην Πάντειο.Η θεωριτική του συμβολή στα θέματα του κράτους, θεωρείται σημαντική. 
mavrhlista

Και ο Νεοφιλελευθερισμός θέλει τον... Μπαλτά του - Του Α.Μυλόπουλου





Του Καθηγητή Γιάννη Α. Μυλόπουλου, τ. Πρύτανη ΑΠΘ στο TVXS


Τους βρίσκεις παντού. Στον ιερό, όσο και πατριωτικό αγώνα υπέρ των μνημονίων, τα οποία εκθειάζουν γιατί έβαλαν, λέει, τους κακομαθημένους και τεμπέληδες Έλληνες, επιτέλους, στη θέση τους. Δεν έχουν την ίδια αντίληψη βέβαια για τους ολιγάρχες του πλούτου, τους οποίους διακριτικά προστατεύουν και αφήνουν στο απυρόβλητο της λιτότητας.

Γι αυτό άλλωστε, οι εμφορούμενοι από νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες και κατά τα άλλα πατριώτες Σαμαράς, Βενιζέλος και Γιώργος Παπανδρέου, στον τιτάνιο αγώνα τους να σώσουν την πατρίδα από τα δημοσιονομικά ελλείμματα και τα χρέη, συγκεντρώνοντας χρήματα από τους πολλούς και τους μη έχοντες, δεν συμπεριέλαβαν στον αναγκαστικό... έρανο ούτε τους εθνικούς εργολάβους, ούτε και τους λοιπούς μεγαλόσχημους μεσάζοντες και καναλάρχες, οι οποίοι κερδίζουν στις πλάτες των εκατομμυρίων απλών ελλήνων που σηκώνουν το βάρος της λιτότητας. Ένας μάλιστα από αυτούς, «ακούμπησε» κοντά 2 εκ Ευρώ (!) μόλις προσήχθη αρμοδίως από την κυβέρνηση Τσίπρα, αφήνοντας αναπάντητο το ερώτημα: Μα επάνω του τα είχε;

Η Ελβετική Τράπεζα Credit Swiss δίνει αδιάψευστα στοιχεία για τη συγκέντρωση πλούτου στην Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης και της λιτότητας. Σύμφωνα με την έκθεση που δημοσίευσε για την κατανομή του πλούτου το 2014, αναφέρει για τη χώρα μας ότι το 48% του εθνικού πλούτου που κατείχαν προ κρίσης οι λεγόμενοι ολιγάρχες, που αριθμούν το 1% του ελληνικού πληθυσμού, αυξήθηκε και έγινε 56% του πλούτου της χώρας το 2014. Ενώ, δηλαδή, όλοι εμείς οι... κοινοί θνητοί πληρώναμε τα τελευταία χρόνια με αίμα το κόστος της λιτότητας και των μνημονίων, κάποιοι, πιο ίσοι προφανώς από εμάς, όχι μόνο δεν πλήρωσαν αυτό που τους αναλογούσε, αλλά κέρδισαν κι από πάνω ένα ποσό που αντιστοιχεί στο 8% του εθνικού πλούτου. Κι όλα αυτά υπό την προστατήρια σκέπη των μνημονιακών κυβερνήσεων του ΓΑΠ, του Σαμαρά και του Βενιζέλου, οι οποίοι ανέλαβαν να σώσουν την... πατρίδα από τα δεινά που οι ίδιοι ή οι προκάτοχοι και ομοϊδεάτες τους στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ προκάλεσαν.

Τους βρίσκεις ακόμη να αλωνίζουν στα κανάλια, είτε ως δημοσιογράφους, είτε και ως πολιτικούς και να κινδυνολογούν προβλέποντας τη χρεοκοπία της Ελλάδας δις εβδομαδιαίως. Ευτυχώς που η ισχύς της αυτοεκπλήρωσης της προφητείας δεν έχει ακόμη αποδειχθεί. Μόλις χτες πάντως, ανακοίνωναν πάλι νέες ημερομηνίες σύγκρουσης με τα βράχια, δίκην τιμωρίας για την... ύβριν της κυβέρνησης Τσίπρα να έχει το θράσος να διαπραγματεύεται επί τετράμηνο υπέρ των δικαίων των φτωχών ελλήνων, αντί να παραδοθεί άνευ όρων στις ορέξεις των ισχυρών λόμπυ της Ευρώπης.

Τους βρίσκεις ακόμη να πρωτοστατούν στις ιδιωτικοποιήσεις των δημόσιων οργανισμών, άλλους από ιδεοληψία για την κυριαρχία της αγοράς και άλλους από ιδιοτέλεια, μια και τα συμφέροντα που εκπροσωπούν στην Ευρώπη και διεθνώς θα είναι αυτοί που θα ωφεληθούν από το ξεπούλημα της Ελλάδας.

Εκεί που περισσότερο όμως τους βρίσκεις όλους μαζί και μάλιστα περισσότερο συσπειρωμένους σε σχέση με ο,τιδήποτε άλλο, δεξιούς, δήθεν σοσιαλιστές και τάχα κεντροαριστερούς νεοφιλελεύθερους, είναι στην υποστήριξη του νόμου Διαμαντοπούλου. Νεοδημοκράτες, Πασόκοι, (όσοι απομείναν), Ποταμίσιοι και πρώην ΔΗΜΑΡίτες, ρίχνουν όξος και χολή εναντίον του υπουργού Παιδείας Μπαλτά, ο οποίος τόλμησε να ακουμπήσει το Άγιο Δισκοπότηρο του νεοφιλελευθερισμού.

Θέλεις γιατί η Παιδεία, ούτως ή άλλως, αποτελεί τη ναυαρχίδα των ιδεολογικών συγκρούσεων; Θέλεις γιατί η αντιμετώπιση των πανεπιστημίων ως εάν να ήταν επιχειρήσεις, με Διοικητικά Συμβούλια και διορισμένες ηγεσίες, βρίσκεται στον πυρήνα της νεοφιλελεύθερης σκέψης; Θέλεις γιατί ο νόμος Διαμαντοπούλου ένωσε τους μέχρι πρότινος αιώνιους αντιπάλους, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, υποστηριζόμενος από 250 ψήφους στη Βουλή και γι αυτό τον τιμούν όπως οι Μουσουλμάνοι τη Μέκκα; Θέλεις γιατί τα συμφέροντα που εκπροσωπούν έχουν βάλει τα ελληνικά πανεπιστήμια στο μάτι; Θέλεις γιατί πιστεύουν ότι ελέγχοντας τα πανεπιστήμια ελέγχεις το μέλλον;

Για κάποιους από αυτούς ή και για όλους μαζί τους λόγους, η νεοφιλελεύθερη συμμαχία έχει συγκεντρώσει το σύνολο του επικοινωνιακού, επιχειρησιακού και πολιτικού οπλοστασίου της εναντίον του Μπαλτά και όσων υποστηρίζουν την κατάργηση του νόμου Διαμαντοπούλου, πιστεύοντας ότι η επιστροφή της δημοκρατίας στην ανώτατη εκπαίδευση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αναβάθμισή της.

Τρίτη 26 Μαΐου 2015

Οι εργολάβοι «απασφάλισαν» - Χτυπάνε τον Τσίπρα μέσω τρίτων

ΜΕ ΣΥΝΕΧΕΙΣ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ, ΤΟΥ ΛΑΦΑΖΑΝΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΒΑΡΟΥΦΑΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΝ ΝΑ… ΚΟΝΤΥΝΟΥΝ ΤΟΝ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟ

Η μανία με την οποία τα μέσα ενημέρωσης των εργολάβων και των μεγαλοεκδοτών «χτυπούν» την κυβέρνηση και τον ίδιο τον πρωθυπουργό δεν έχει προηγούμενο. Με όχημα τις επιθέσεις εναντίον της Ζωής Κωνσταντοπούλου, του Γιάνη Βαρουφάκη και του Παναγιώτη Λαφαζάνη προσπαθούν να «κοντύνουν» τον Αλέξη Τσίπρα.
Με μεθοδευμένα ρεπορτάζ παρουσιάζουν συνεχείς ρήξεις του Αλέξη Τσίπρα με τον Παναγιώτη Λαφαζάνη και την αριστερή πλατφόρμα προδικάζοντας την αποχώρηση δεκάδων βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ με το που έρθει η συμφωνία με τους δανειστές στη Βουλή.
Εμφανίζουν την Ζωή Κωνσταντοπούλου ως μόνιμο εμπόδιο στις επιλογές του Αλέξη Τσίπρα και ως νούμερο δύο που «πριονίζει» την καρέκλα του πρωθυπουργού.
Για τον λόγο αυτό τα κανάλια των εργολάβων αφιέρωσαν εκτενή ρεπορτάζ στα δελτία των οκτώ για τη συζήτηση στην επιτροπή θεσμών της Βουλής και το διορισμό του Ταγματάρχη στην ΕΡΤ.
Παρά το γεγονός ότι η Ζ.Κωνσταντοπούλου προχώρησε σε συγκλονιστικές αποκαλύψεις, τα συστημικά μέσα ενημέρωσης έμειναν στους διαλόγους που είχε η Πρόεδρος της Βουλής με τον Ταγματάρχη, τον Μητρόπουλο και τον Τσακνή.
Δεν «συγκινήθηκε» κανείς όταν η κυρία Κωνσταντοπούλου αποκάλυψε ότι η Βουλή πληρώνει κάθε χρόνο τις οπτικές ίνες για να δίνουν τσάμπα εικόνα τα ιδιωτικά κανάλια.
Ναι, καλά διαβάσατε. Στην αποκάλυψη ότι το Κανάλι της Βουλής πληρώνει τις οπτικές ίνες που χρησιμοποιούν τα ιδιωτικά κανάλια για να εκπέμπουν από τη Βουλή προχώρησε η Ζωή Κωνσταντοπούλου κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας με αντικείμενο την γνωμοδότηση για το νέο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΡΤ.
 
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Φάκελος Καναλάρχες: Το κόλπο με τη DIGEA και η παράνομη εκπομπή

«Με φρίκη διαπίστωσα ότι το Κανάλι της Βουλής πληρώνει 60.000 ευρώ κάθε χρόνο για τις οπτικές ίνες που χρησιμοποιούν οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί», είπε χαρακτηριστικά η Πρόεδρος της Βουλής απευθυνόμενη προς τον βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Ιωάννη Τραγάκη.
Η κα Κωνσταντοπούλου μάλιστα, αναφέρθηκε και στη χρησιμοποίηση του αρχειακού υλικού της ΕΡΤ από το Κανάλι της Βουλής με το λογότυπο της ΔΤ.
«Με φρίκη διαπίστωσα ότι χρησιμοποιείται αρχειακό υλικό της ΕΡΤ όπου αναγράφεται ''αρχείο ΔΤ'' και το λέω επειδή δεν υπάρχει ''αρχείο ΔΤ"», είπε χαρακτηριστικά.
Για τα παραπάνω όμως, κανένα... μεγάλο κανάλι δεν είπε το παραμικρό.
Σιγή ιχθύος.
Με την ίδια, απίστευτη μανία φορτώνουν με λάσπη οποιαδήποτε ενέργεια του Γιάνη Βαρουφάκη περιμένοντας από τον πρωθυπουργό να... υπακούσει στις εντολές τους και να τον απομακρύνει.
Την ίδια ώρα «προμοτάρουν» στα πρωτοσέλιδά τους άρθρα του Κώστα Σημίτη για την ανάγκη συσπείρωσης των μνημονιακών δυνάμεων. Άρθρα, που θα 'λεγε κανείς ότι είναι γραμμένα απευθείας από την Καγκελαρία ή έστω από «γερμανοτραφή» συγγραφέα.
Το οικονομικο-εκδοτικό κατεστημένο έχει πάρει τις αποφάσεις του και παίζει τα ρέστα του, διότι γνωρίζει πολύ καλά τι θα γίνει όταν η χώρα αλλάξει σελίδα.
Φαντάζει ενδεχομένως απίστευτο, όμως η «ελίτ εξουσίας» που τόσα χρόνια ανεβοκατέβαζε κυβερνήσεις δεν θέλει ούτε έντιμο συμβιβασμό, ούτε επωφελή συμφωνία.
Θέλει στείρα ρήξη και αλλαγή κυβερνητικού σχήματος. Να μπορέσει να βάλει τους... δικούς της ανθρώπους στην κυβέρνηση, όπως γινόταν τα προηγούμενα χρόνια.
Μόνο που ο Τσίπρας δεν έχει «γραμμάτια». Εξελέγη με την ψήφο του ελληνικού λαού και όχι από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων τους που τον λοιδορούσαν κατά την προεκλογική περίοδο.
Δυστυχώς γι ' αυτούς δεν μπορούν να τον βάλουν στο... Καστελλόριζο και με το κείμενο έτοιμο να τον αναγκάσουν να κάνει δηλώσεις... και τούτο τους «πέφτει» κομματάκι βαρύ.

Π. Γκρούγκμαν:«Mετά το Grexit, το πραγματικό ρίσκο για το ευρώ δεν θα είναι η αποτυχία, αλλά η επιτυχία της Ελλάδας».




Από το ΚΟΚΚΙΝΟ


Ο νομπελίστας οικονομολόγος αναλύει στους New York Times, τις συνέπειες για την ευρωζώνη ενός πιθανού Grexit, με το άρθρο του «Το Grexit και η επόμενη μέρα».
Στο άρθρο επισημαίνει ότι «Η Ελλάδα δεν μπορεί να τρέξει ένα μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα, γιατί δεν μπορείτε να την ξεζουμίσετε άλλο», ενώ αναφέρεται στην κατάρρευση του success story της Ισπανίας, και στην ανατροπή που διαφαίνεται από τις αυτοδιοικητικές εκλογές.

Και καταλήγει, απευθυνόμενος στους θεσμούς: «Θέλετε πράγματι να ακολουθήσετε αυτό το μονοπάτι;»
.
Ολόκληρο το άρθρο του Πολ Κρούγκμαν στους New York Times: Πηγή : ΝΥΤ: http://krugman.blogs.nytimes.com/2015/05/25/grexit-and-the-morning-after/?_r=1 -

«Μόλις σημειώθηκε ένας ακόμη εκλογικός σεισμός στην Ευρωζώνη: Οι υποψήφιοι που υποστηρίχθηκαν από το Podemos κέρδισαν τις τοπικές εκλογές σε Μαδρίτη και Βαρκελώνη και ελπίζω ότι οι IFKAT - οι θεσμοί, πρώην γνωστοί ως τρόικα (όπως ο ίδιος τους αποκαλεί) - θα δώσουν τη δέουσα προσοχή.

Η ουσία της κατάστασης της Ελλάδας είναι ότι οι πραγματικές παράμετροι μιας βραχυπρόθεσμης συμφωνίας είναι και σαφείς και αναπόφευκτες: Η Ελλάδα δεν μπορεί να τρέξει ένα πρωτογενές έλλειμμα του προϋπολογισμού, γιατί κανένας δεν θα της δανείσει ξανά χρήματα και δεν θα τρέξει ένα μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα (και βασικά δεν μπορεί), γιατί δεν μπορείτε να την ξεζουμίσετε κι άλλο (ο Κρούγκμαν αναφέρεται πάντα προς τους θεσμούς). Ετσι, κάποιος θα έλεγε ότι μια συμφωνία για την Ελλάδα για μικρό πρωτογενές πλεόνασμα κατά τα επόμενα χρόνια είναι εύκολο να επιτευχθεί. Αυτό είναι που θα συμβεί, οπότε γιατί να μην γίνει επίσημα;

Αλλά τώρα, το ΔΝΤ παίζει τον "κακό μπάτσο" δηλώνοντας ότι δεν μπορεί να απελευθερώσει κεφάλαια έως ότου ο ΣΥΡΙΖΑ καταπατήσει τις κόκκινες γραμμές του για συντάξεις και μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας. Το τελευταίο είναι αμφίβολο από οικονομικής πλευράς. Η ίδια η έρευνα του ΔΝΤ δεν μπορεί να στηρίξει τον ενθουσιασμό για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, κυρίως στην αγορά εργασίας.
Τα παραπάνω πιθανότατα εμφανίζουν ένα πραγματικό πρόβλημα. Η Ελλάδα πιθανότατα δεν μπορεί να δώσει ότι υποσχέθηκε στους συνταξιούχους της, αλλά γιατί αυτό θα έπρεπε να είναι ζήτημα για το γενικότερο ερώτημα περί πρωτογενών πλεονασμάτων;

Αυτό που συμβουλεύω τους πάντες να κάνουν είναι να αναρωτηθούν τι θα συμβεί εάν η Ελλάδα εξωθηθεί πραγματικά εκτός ευρώ (Ναι Grexit, άσχημη λέξη, αλλά αυτή μας έχει μείνει).

Θα είναι σίγουρα άσχημη η κατάσταση στην Ελλάδα, τουλάχιστον στην αρχή. Αυτή τη στιγμή οι χώρες που είναι στον πυρήνα του ευρώ πιστεύουν ότι η υπόλοιπη Ευρωζώνη μπορεί να το αντέξει, κάτι που ίσως και να είναι και αλήθεια. Θα πρέπει να θυμόμαστε, ωστόσο, ότι το υποτιθέμενο δίχτυ προστασίας από τη στήριξη της ΕΚΤ δεν έχει δοκιμαστεί στην πραγματικότητα. Εάν οι αγορές χάσουν την πίστη και τον χρόνο για την ΕΚΤ οι αγορές ομολόγων για Ισπανία και Ιταλία θα αυξηθούν. Τι θα συμβεί στ' αλήθεια;

Το μεγαλύτερο ερώτημα, ωστόσο, είναι τι θα συμβεί ένα ή δύο χρόνια μετά το Grexit, όταν το πραγματικό ρίσκο για το ευρώ δεν θα είναι η αποτυχία, αλλά η επιτυχία της Ελλάδας. Ας υποθέσουμε ότι μια εξαιρετικά υποτιμημένη δραχμή φέρνει μια... θάλασσα “μπυρόβιων” Βρετανών στο Ιόνιο και η Ελλάδα αρχίσει να ανακάμπτει. Αυτό θα ενθαρρύνει εκείνους που αντιτίθενται στη λιτότητα και την εσωτερική υποτίμηση σε άλλες χώρες.

Σκεφτείτε το. Μόλις πριν μερικές ημέρες οι “Πολύ Σοβαροί Ευρωπαίοι” χαιρέτιζαν την Ισπανία σαν ένα σπουδαίο success story, μια δικαίωση για ολόκληρο το πρόγραμμα. Τελικά ο ισπανικός λαός δεν συμφωνεί. Και εάν οι δυνάμεις ενάντια στο κατεστημένο έχουν καταφέρει να φέρουν ανάκαμψη στην Ελλάδα σε κάποιο βαθμό, η δυσπιστία απέναντι στο κατεστημένο θα επιταχυνθεί.

Πιστεύω ότι ένα από τα συμπεράσματα είναι ότι η Γερμανία θα προσπαθήσει να σαμποτάρει την Ελλάδα μετά το Grexit. Αλλά ελπίζω ότι αυτό θα πρέπει να θεωρείται απαράδεκτο.
Λοιπόν σκεφτείτε το, IFKATs : Θέλετε πράγματι να ακολουθήσετε αυτό το μονοπάτι;».

«Ντόρα...controls» στις τράπεζες!


Οταν το... φιλοευρωπαϊκό μέτωπο καταλαμβάνεται από έξαρση πατριωτικού καθήκοντος, προαναγγέλλει χρεοκοπία. Και όταν ξεχειλίζει από αγνές προθέσεις διάσωσης της χώρας αναλαμβάνει  έως...
και χρέη κεντρικού τραπεζίτη για να ανακοινώσει... λουκέτο στις τράπεζες και επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων.


Οπερ, μετά τον συνήθη ύποπτο Αδωνι Γεωργιάδη και την - έχουσα προβλέψει τουλάχιστον 20 φορές την χρεοκοπία κι άλλες τόσες διαψευστεί - Μιράντα Ξαφά, ήρθε η ώρα και της Ντόρας Μπακογιάννη. Η οποία, σε προφανή έκρηξη πατριωτικού καθήκοντος, έδωσε και ημερομηνίες κατά τις οποίες θα επιβληθούν, λέει, έλεγχοι κεφαλαίων στις ελληνικές τράπεζες. Προέβλεψε, για την ακρίβεια ότι τα capital controls θα έρθουν μαζί με το... τριήμερο του Αγίου Πνεύματος, οπότε ίσως επιβληθεί και στην Ελλάδα «μοντέλο Κύπρου».

«Αν δεν έχουμε συμφωνία μέχρι την Παρασκευή, φοβάμαι ότι το Σαββατοκύριακο που είναι και τριήμερο, θα υπάρξει έλεγχος κεφαλαίων στις τράπεζες, όπως συνέβη και στην Κύπρο», δήλωσε πρωί - πρωί η κυρία Μπακογιάννη στον ΣΚΑΙ.

Και για να μην αφήσει και καμία αμφιβολία για τις άδολες, αμιγώς πατριωτικές της προθέσεις, κάλεσε κατόπιν τούτου τον Αλέξη Τσίπρα να φέρει τη συμφωνία στη Βουλή για «να την ψηφίσουμε όλοι οι άλλοι» και να πάει τη χώρα σε εκλογές με υπηρεσιακή κυβέρνηση.

Η δήλωση Μπακογιάννη θα μπορούσε και να είναι ευσεβείς πόθοι εάν δεν ήταν απλώς επικίνδυνη και, θεσμικά, απολύτως ελεγχόμενη. Διότι εκλεγμένος εκπρόσωπος του ελληνικού κοινοβουλίου που προαναγγέλλει ελέγχους κεφαλαίων στις τράπεζες μπορεί και να προτρέπει σε bank run. Και μπορεί επίσης να αγγίζει τα όρια εκτροπής από τον θεσμικό του ρόλο.

«Όποιος κάνει τέτοιου είδους δηλώσεις  πρέπει να αναλαμβάνει και τις ευθύνες του», είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, προσθέτοντας ότι τα σενάρια για επιβολή capital controls στις τράπεζες είναι «ανυπόστατα και κακόβουλα. Δεν υπάρχει καμία τέτοια πιθανότητα».

Ατυχώς, δεν πρόκειται απλώς για θέμα πολιτικών ευθυνών. Πρόκειται για εσκεμμένη καταστροφολογία και καθαρή εθνική υπονόμευση...

 tvxs.gr 

Δευτέρα 25 Μαΐου 2015

Ελληνικός Δαβίδ εναντίον Γερμανικού Γολιάθ

Πηγή: Γιώργος Δελαστίκ – “Επίκαιρα”

Κορυφώνεται σταδιακά η αναμέτρηση της μικρής Ελλάδας του Τσίπρα με τον κολοσσό της Γερμανίας του Σόιμπλε και της Μέρκελ. Τον Ιούνιο θα κριθούν τα πάντα. Στα τέλη του επόμενου μήνα θα ολοκληρωθεί ο οικονομικός σχεδιασμός του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, με στόχο την υπογραφή νέου Μνημονίου από τον Έλληνα πρωθυπουργό. Θα έχει ολοκληρωθεί ο οικονομικός στραγγαλισμός της Ελλάδας που προωθεί η Γερμανία τόσο από πλευράς έλλειψης χρημάτων όσο και από πλευράς ρευστότητας, με τη συνενοχή της ΕΚΤ, η οποία, φυσικά, δρα ως όργανο της καγκελαρίας του Βερολίνου.

Ο Αλέξης Τσίπρας θα υποχρεωθεί να πάρει αποφάσεις που θα σφραγίσουν την τύχη των Ελλήνων και δευτερευόντως την προσωπική πολιτική του καριέρα. Μέχρι στιγμής τουλάχιστον οι Γερμανοί δεν δείχνουν διατεθειμένοι να του παραχωρήσουν περιθώρια αναβολής των αποφάσεων για αργότερα. Εδώ που τα λέμε, αν η ελληνική κυβέρνηση κατορθώσει με οποιονδήποτε τρόπο να βγάλει το καλοκαίρι χωρίς να υποταγεί στους γερμανικούς όρους, η θέση της Γερμανίας αποδυναμώνεται ουσιαστικά.

Παράλληλα, το ενδιαφέρον μετατοπίζεται αλλού. Οι εκλογές στην Πορτογαλία τον Οκτώβριο και στην Ισπανία τον Νοέμβριο, με την αναμενόμενη κατάρρευση των δύο δεξιών, γερμανόδουλων κυβερνήσεων, ιδίως αν ο Τσίπρας δεν έχει υποκύψει στους Γερμανούς, είναι πιθανό να προκαλέσουν σοβαρές ανακατατάξεις στο ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό.


Η Σύνοδος Κορυφής

Ο Σεπτέμβριος όμως απέχει... αιώνες ολόκληρους από πολιτική σκοπιά. Μέχρι τότε μεσολαβεί πρώτα πρώτα ο Ιούνιος, με την Ελλάδα να πρέπει να πληρώσει και πάλι στο ΔΝΤ πάνω από 1,5 δις ευρώ σε τέσσερις δόσεις. Στις 5 Ιουνίου, 305 εκατομμύρια. Μία εβδομάδα αργότερα, στις 12 Ιουνίου, πρέπει να δώσει στο Ταμείο 343 εκατομμύρια. Σε τέσσερις μέρες, στις 16 Ιουνίου, η Ελλάδα πρέπει να σκάσει πάνω από μισό δις ευρώ στο ΔΝΤ - 572 εκατομμύρια για την ακρίβεια. Σαν να μην έφτανε αυτό, Τρίτη πληρώνει το μισό δις και την Παρασκευή πρέπει να δώσει κι άλλα 343 εκατομμύρια - δηλαδή 915 εκατ. ευρώ, κάτι λιγότερο από 1 δις ευρώ στο ΔΝΤ μέσα σε μία εβδομάδα!

Περιττό να τονιστεί ότι αυτό το 1,5 δις ευρώ δεν υπάρχει ούτε κατά διάνοια αλλά ούτε και μπορεί να βρεθεί. Αν όμως η χώρα κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης επειδή δεν μπόρεσε να πληρώσει το ΔΝΤ, ρίχνει η κυβέρνηση Τσίπρα την πολιτική ευθύνη της χρεοκοπίας στις ΗΠΑ, που ελέγχουν το Ταμείο, προς μεγάλη ευτυχία της Γερμανίας, η οποία είναι η χώρα που στραγγαλίζει οικονομικά την Ελλάδα!

Κυβερνητικές αυταπάτες

Υπάρχει ένα θεμελιακό, αφετηριακό σημείο. Η κυβέρνηση Τσίπρα συμπεριφέρεται σαν να πιστεύει ότι οι Γερμανοί θέλουν να επιβάλουν στην Ελλάδα ένα πρόγραμμα με σκληρούς αντιλαϊκούς όρους, με τους οποίους η Αθήνα διαφωνεί, έχοντας όμως στόχο το πώς θα διασφαλίσουν ότι οι Ευρωπαίοι θα πάρουν οπωσδήποτε πίσω όλα τα λεφτά που έχουν δανείσει στις εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις. Δεν δείχνει η κυβέρνηση Τσίπρα να έχει αντιληφθεί πόσο μεγάλη σημασία έχει για τη Γερμανία να την ανατρέψει και να απαλλαγεί από αυτή για πάντα, αφού όμως πρώτα έχει κατεξευτελίσει και διασύρει τον πρωθυπουργό. Η ανατροπή του, δηλαδή, να συντελεστεί εν μέσω λαϊκής χλεύης, ώστε να μην οδηγήσει στην ηρωοποίησή του, να μην γίνει, δηλαδή, ο Αλέξης Τσίπρας ο νέος «Αλιέντε» - και, μάλιστα, Έλληνας, νέος και Ευρωπαίος!

Οι Γερμανοί πρέπει να εξαλείψουν την αριστερή αντίθεση προς την ηγεμονία του Δ' Ράιχ, τρομοκρατώντας τους Ευρωπαίους στη βάση του παραδείγματος «να πώς γελοιοποιείται ατιμωτικά όποιος επιχειρεί να αντιταχθεί στη γραμμή του Βερολίνου». Γι’ αυτό και η γερμανική μεθόδευση είναι πρώτα να υπογράψει ο Τσίπρας μια συμφωνία υποτέλειας και υποταγής άνευ όρων στις απαιτήσεις του Βερολίνου κι αφού αυτό διαφημιστεί σε όλη την Ευρωζώνη και την ΕΕ, στη συνέχεια οι Γερμανοί να προχωρήσουν και στη μεθόδευση της ανατροπής του.

Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση δείχνουν να διακατέχονται από αυταπάτες ότι μπορούν να έρθουν σε συμβιβασμό με τους Γερμανούς - και, μάλιστα, «έντιμο». Αυτό είναι αδύνατον, κατά τη γνώμη μας. Ακόμη κι αν προς στιγμήν φανεί ότι επιτυγχάνεται ένας ανεκτός συμβιβασμός, η κυβέρνηση θα διαπιστώσει το λάθος της με επώδυνο τρόπο λίγο μετά - μόνο που τότε θα είναι πια πολύ αργά γι' αυτή...

Γιατί το ΔΝΤ λέει και αλήθειες

Έχει γεννηθεί μια απορία: Γιατί από καιρό σε καιρό το ΔΝΤ λέει την κορυφαία αλήθεια, ότι, δηλαδή, το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο και πρέπει οπωσδήποτε να «κουρευτεί»; Η απάντηση είναι απλή. Πρώτον, επειδή το ΔΝΤ λέει πως το καταστατικό του απαγορεύει ρητά κάθε «κούρεμα» χρέους, πράγμα που σημαίνει ότι όλες οι δόσεις προς το ΔΝΤ θα καταβάλλονται κανονικά και επομένως όλο το κόστος του «κουρέματος» του ελληνικού δημόσιου χρέους θα το καταβάλουν οι Ευρωπαίοι και οι ιδιώτες, όχι το ΔΝΤ! Δεύτερον, επειδή το ΔΝΤ έχει δανείσει στην Ελλάδα σχεδόν το ένα... δέκατο (!) από τα λεφτά που της έχουν δανείσει οι Ευρωπαίοι. Αυτά εξηγούν γιατί το ΔΝΤ μπορεί να λέει και θεμελιώδεις αλήθειες για το ελληνικό χρέος, αφού το ίδιο δεν θίγεται καθόλου από τις αλήθειες αυτές.

Ταυτόχρονα, αυτό προκαλεί μια περιέργεια γύρω από τη δομή του ελληνικού δημόσιου χρέους, την οποία αξίζει πραγματικά τον κόπο να δούμε καλύτερα ώστε να καταλάβουμε τη στάση των επιμέρους δανειστών. Εννοείται ότι το ακριβές μέγεθος του ελληνικού δημόσιου χρέους αυξομειώνεται κάθε μέρα, καθώς πληρώνονται υποχρεώσεις ή προστίθενται τόκοι.

Πόσα χρωστάμε και σε ποιον

Το συνολικό ελληνικό δημόσιο χρέος ανέρχεται σε 324,5 δις ευρώ. Ποιος έχει δανείσει τα λεφτά αυτά στις ελληνικές κυβερνήσεις; Τα 142 δις ευρώ (ποσοστό 44%) τα έχουν δανείσει οι δύο ευρωπαϊκοί μηχανισμοί στήριξης που δημιουργήθηκαν μετά την εκδήλωση της κρίσης, ο EFSF και ο παλαιότερος ESM. Τα 53 δις ευρώ (ποσοστό 16%) προέρχονται από τα διακρατικά δάνεια προς την Ελλάδα των χωρών της Ευρωζώνης. Η ΕΚΤ έχει στα χέρια της, αγοράζοντας από τη δευτερογενή αγορά, 18 δις ευρώ (ποσοστό 6%). Υπενθυμίζουμε ότι η ΕΚΤ είναι η μοναδική κεντρική τράπεζα στον κόσμο -δεν υπάρχει άλλη- που το καταστατικό της απαγορεύει να αγοράζει απευθείας κρατικά ομόλογα από τα κράτη της ΕΕ! Μόνο από ιδιωτικές τράπεζες αγοράζει - αυτή είναι η δευτερογενής αγορά.

Προσθέτοντας τα ποσά των 142 και 53 και 18 δις ευρώ και τα αντίστοιχα ποσοστά (44% + 16% + 6%) συνειδητοποιούμε ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και τα κράτη της Ευρωζώνης έχουν δανείσει στην Ελλάδα 213 από τα 324 , δις του δημόσιου χρέους της ή ποσοστό 66%. Φυσικά, τα δάνεισαν για να σώσουν τις γερμανικές, γαλλικές και λοιπές ιδιωτικές ευρωπαϊκές τράπεζες που είχαν δανείσει την Ελλάδα, αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός ότι το 66% του ελληνικού δημόσιου χρέους, το οποίο έχει τώρα «κρατικοποιηθεί», βρίσκεται στα χέρια των Ευρωπαίων.

Απέναντι σε αυτά τα 213 δις ευρώ που χρωστάει η Ελλάδα στα κράτη της Ευρωζώνης και στους θεσμούς της ΕΕ, πόσα χρωστάει στο ΔΝΤ; Μόνο... 23,5 δις ευρώ. Εννέα φορές λιγότερα λεφτά! Αυτό εξηγεί επίσης γιατί οι Ευρωπαίοι λένε κάποιες φορές να αγοράσουν το ποσοστό του ΔΝΤ και να το διώξουν από την Ευρώπη.

Όσο για το υπόλοιπο του ελληνικού δημόσιου χρέους, αυτό αποτελείται από 48,5 δις ευρώ ελληνικά κρατικά ομόλογα που δεν βρίσκονται στα χέρια της ΕΚΤ, από δάνεια εκτός των κρατών της Ευρωζώνης, δάνεια πάσης φύσεως ύψους 25 δις ευρώ, και περίπου 15 δις ευρώ σε έντοκα γραμμάτια σύντομης διάρκειας μηνών, που όλα τους βρίσκονται σε ελληνικές τράπεζες.

Δύο ενοχλητικοί (ασήμαντοι) δικηγόροι μας λέει ο Μέγας Πρετεντέρης

Άρης Χατζηστεφάνου για την Εφημερίδα των Συντακτών 
Για τους μεγαλόσχημους Έλληνες δημοσιογράφους είναι δύο ασήμαντοι δικηγόροι. Για τα Ηνωμένα Έθνη είναι δύο από τους σημαντικότερους εν ζωή επιστήμονες στον χώρο του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους Έλληνες πολιτικούς των μνημονίων ήταν απλώς μια ενοχλητική φωνή που θα μπορούσε να ενισχύσει τη χώρα απέναντι στους δανειστές της
Το πρώτο καθήκον κάθε κράτους είναι απέναντι στους πολίτες του.
Σεφάς Λουμίνα
Eίχαν περάσει ελάχιστες ώρες από τη στιγμή που ο Σεφάς Λουμίνα έφτασε στο ξενοδοχείο του στο κέντρο της Αθήνας. Τα Ηνωμένα Εθνη τού είχαν αναθέσει ως ειδική αποστολή να εξετάσει τις επιπτώσεις των μνημονίων στην κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Άφησε τις βαλίτσες του στο δωμάτιο και κατέβηκε να συναντήσει την ομάδα εμπειρογνωμόνων και μεταφραστών που είχε έρθει να τον υποδεχτεί. Ήταν η στιγμή που άκουσε περίεργους θορύβους από το λόμπι του ξενοδοχείου. Περαστικοί αλλά και αστυνομικοί μαζεύονταν έξω από την πόρτα για να δουν τι είχε συμβεί. Όπως του εξήγησαν οι υπάλληλοι του ξενοδοχείου, κάποιος είχε νοικιάσει ένα δωμάτιο στον έκτο όροφο, άνοιξε το παράθυρο και πήδηξε στο κενό. Στο σημείωμα που άφησε εξηγούσε ότι δεν άντεχε άλλο την κατάσταση στην οποία τον οδήγησε η οικονομική κρίση.
«Και αυτές ήταν μόνο οι πρώτες μου ώρες στην Ελλάδα» μου εξήγησε ο Σεφάς Λουμίνα, πριν αρχίσει να παραθέτει αμέτρητα περιστατικά εξαθλίωσης και απόγνωσης που κατέγραψε τις λίγες ημέρες που βρισκόταν στην Αθήνα. Η έκθεση την οποία παρουσίασε στα Ηνωμένα Εθνη ήταν πραγματικός κόλαφος όχι μόνο για τις μνημονιακές κυβερνήσεις, αλλά και για το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Ευρωπαϊκή Ενωση. Μεταξύ άλλων η έκθεση σύστηνε στους δανειστές (άρα και στην Ε.Ε.) να διακόψουν κάθε πρόγραμμα «βοήθειας», εάν αυτή παρέχεται υπό όρους ταπεινωτικών πολιτικών που υπονομεύουν την ανάπτυξη και τα ανθρώπινα δικαιώματα, και να συμπεριλάβουν τη μείωση της ανεργίας και της φτώχειας ως μετρήσιμους στόχους στο πρόγραμμα προσαρμογής.
Χωρίς ίσως να το συνειδητοποιεί και ο ίδιος, μετατρεπόταν σε persona non grata για την Ε.Ε. και την κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου. Απέναντί του δεν είχε απλώς συγκεκριμένα πρόσωπα που προσπαθούσαν να αποσιωπήσουν την έρευνά του για να προωθήσουν τις μνημονιακές πολιτικές, αλλά θεσμούς που αδιαφορούσαν για την καταστρατήγηση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. «Η Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της», μου εξηγεί ο διακεκριμένος καθηγητής, «ήταν εξαιρετικά εχθρική στην αποστολή του ΟΗΕ για το εξωτερικό δημόσιο χρέος και τα ανθρώπινα δικαιώματα και στρεφόταν εναντίον κάθε σχετικού ψηφίσματος». Και όταν ο ίδιος ρωτούσε γιατί συνέβαινε αυτό η απάντηση ήταν πως «το να εξετάζεις τα ανθρώπινα δικαιώματα σε σχέση με το χρέος αποτελεί σπατάλη χρημάτων».
Ο Σεφάς Λουμίνα δηλώνει εξαρχής ότι «μια χώρα οφείλει να αποπληρώνει τα χρέη της». Σπεύδει όμως να συμπληρώσει ότι κανείς δεν μπορεί να απαιτεί την αποπληρωμή εάν αυτή στερεί από το κράτος την ικανότητα να εξυπηρετήσει πρωταρχικές υποχρεώσεις του απέναντι στον πληθυσμό του». Παρά την εχθρική στάση της Ε.Ε. πίστεψε προς στιγμήν ότι η έκθεσή του θα προσέφερε ένα πανίσχυρο όπλο στην τότε ελληνική κυβέρνηση για να διαχειριστεί ή και να διαγράψει τα χρέη της. Αυτό που δεν μπορούσε να διανοηθεί είναι ότι το πολιτικό κατεστημένο της Ελλάδας θα στρεφόταν εναντίον του γιατί τόλμησε να υπερασπιστεί την Ελλάδα σε βάρος των πιστωτών. «Δεν μπορούσα να φανταστώ τέτοια αντίδραση» μου εξηγεί. «Πίστευα πως κάθε κυβέρνηση θα αγκάλιαζε μια έκθεση η οποία την βοηθούσε να ενισχύσει τη θέση των πολιτών της».
Η ελληνική κυβέρνηση όμως, η οποία καταδίκαζε κάθε σχετικό ψήφισμα στο πλαίσιο της Ε.Ε., δεν ήταν ο μοναδικός του αντίπαλος. Οταν ο Σεφάς Λουμίνα επέστρεψε στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 2015, ως μέλος πλέον της Επιτροπής Αλήθειας Δημόσιου Χρέους, έπεσε και αυτός θύμα της προσπάθειας αποδόμησης που ενορχήστρωναν τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης. Το παρακάτω απόσπασμα από τη στήλη του Γιάννη Πρετεντέρη στα «Νέα» συνοψίζει τη στάση αρκετών δημοσιογράφων που διαλαλούσαν την άγνοιά τους ως προσόν: «Ευτυχώς η “Αυγή” αποκάλυψε μερικές από τις “σημαντικές προσωπικότητες” της Επιτροπής - δεν θα αναφέρω τα ονόματα, είναι παντελώς άγνωστα. Μετέχουν λοιπόν (σύμφωνα με την εφημερίδα) ένας δικηγόρος “με ειδικότητα τα ανθρώπινα δικαιώματα”, ένας “πρώην(!) ειδικός για το δικαίωμα στην τροφή”(!)…».
Δεν υπήρχε αμφιβολία πως ο «δικηγόρος» ήταν ο ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας του ΟΗΕ, Σεφάς Λουμίνα. Αναζητώντας όμως και τον «πρώην ειδικό για το δικαίωμα στην τροφή» συνειδητοποιήσαμε ότι πρόκειται για τον ειδικό εισηγητή των Ηνωμένων Εθνών, Ολιβιέ ντε Σούτερ, ο οποίος μετέχει επίσης στην Επιτροπή Αλήθειας Δημόσιου Χρέους. Ηδη από την πρώτη στιγμή που καθίσαμε μαζί του για μια συνέντευξη καταλάβαμε γιατί είχε περάσει στη μαύρη λίστα των «τιτάνων» της ελληνικής δημοσιογραφίας. «Οι δανειακές συμβάσεις», μου εξηγεί ο παγκοσμίου φήμης καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, «μπορεί να είναι άκυρες εάν αποδειχτεί ότι η μια πλευρά έπεσε θύμα εξαναγκασμού – εάν δηλαδή δεν δόθηκε στην Ελλάδα καμία άλλη επιλογή από το να τις αποδεχτεί».
Ολιβιέ ντε Σούτερ, πρώην ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για το δικαίωμα στην τροφή | 
Αν και εξετάζουν διαφορετικές χρονικές στιγμές των δανειακών συμβάσεων (τη σύναψη και τις επιπτώσεις από την εφαρμογή τους) οι δυο καθηγητές και πρώην εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ φαίνεται να καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα: Οι δανειακές συμβάσεις θα μπορούσαν να κηρυχθούν άκυρες είτε γιατί υπογράφηκαν υπό καθεστώς εξαναγκασμού είτε γιατί η εφαρμογή τους θα οδηγούσε αποδεδειγμένα σε παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ποιος θέλει όμως να ακούσει δύο καθηγητές του ΟΗΕ που «απέτυχαν» τόσο οικτρά στην καριέρα τους, ώστε δεν κέρδισαν την αποδοχή των ελληνικών μέσων ενημέρωσης;

Σάββατο 23 Μαΐου 2015

Σε αυτήν τη χώρα ασκείται η χειρότερη δημοσιογραφία στον πλανήτη από τους αθλιότερους δημοσιογράφους τού κόσμου...

Ακουγα στη χθεσινή προαναγγελία των δελτίων ειδήσεων των οκτώ για τη "νέα πρόκληση" της Ζωής Κωνσταντοπούλου κι αναρωτιόμουν τί...κακό να είχε κάνει πάλι. Αραγε να είχε επιστρέψει στην Αιδηψό για να γρονθοκοπήσει τον βενζινά που δεν της είχε φουσκώσει το λάστιχο; Να είχε αλυσοδέσει στο γραφείο του τον Αδ. Γεωργιάδη για να μην εμφανιστεί μια ολόκληρη ημέρα στην τηλεόραση; Να είχε δώσει το λόγο σε αντιεξουσιαστές σε συνεδρίαση της Ολομέλειας; Τίποτα από όλα αυτά δεν συνέβη. Απλώς η πρόεδρος της Βουλής είχε το "θράσος" να ζητήσει ευγενικά από έναν μπάτσο να επιτρέψει σε ειρηνικούς διαδηλωτές να προσεγγίσουν το κτίριο του Κοινοβουλίου...

Φυσικά αυτό για τα παπαγαλάκια ήταν ολέθριο δημοκρατικό ατόπημα. Πώς τόλμησε η Ζωή να επιτρέψει την απρόσκοπτη άσκηση ενός συνταγματικού δικαιώματος; Οι προκάτοχοί της ήταν ανόητοι ή φαύλοι που τοποθετούσαν κλούβες ανάμεσα στην πολιτική εξουσία και στο λαό; Τσιμπιόμουν και ματατσιμπιόμουν για να βεβαιωθώ ότι δεν με γελούσαν τα αφτιά μου κι ότι οι μπογδάνοι και οι πρετεντέρηδες μιλούσαν στα σοβαρά όταν επιτίθεντο στην πρόεδρο της Βουλής για το ότι βγήκε στο πεζοδρόμιο για να συνομιλήσει με τους διαδηλωτές. Κι όταν άρχισα να πονάω από το πολύ τσίμπημα κατάληξα στο συμπέρασμα που φοβόμουν να γράψω μέχρι σήμερα, αλλά πλέον πια δεν μου επιτρέπεται να μην το κάνω, όσο υπερβολικό κι αν διαβάζεται: σε αυτήν τη χώρα ασκείται η χειρότερη δημοσιογραφία στον πλανήτη από τους αθλιότερους δημοσιογράφους τού κόσμου...

Σε κράτη όπως η Βόρειος Κορέα οι δημοσιογράφοι διαθέτουν καλές δικαιολογίες για να μην κάνουν τη δουλειά τους όπως πρέπει. Οταν η οποιαδήποτε κριτική στο καθεστώς τιμωρείται με θάνατο μοιάζει λογική η αυτολογοκρισία, ακόμα και η ψευδολογία. Ποιό είναι, ωστόσο, το ακαταμάχητο επιχείρημα σημαντικής μερίδας των ελλήνων δημοσιογράφων, οι οποίοι το μόνο που δεν κάνουν είναι να ενημερώνουν με όσο γίνεται μεγαλύτερη αντικειμενικότητα τον ελληνικό λαό; Ο Γ. Μπόμπολας ή οι σαμαροβενιζέλοι θα εκτελέσουν τον Αρ. Πορτοσάλτε ή τον "πάθος για το χρήμα σε κάνει Π. Τσίμα" αν, έστω για μια παρθενική φορά και για "μια εμπειρία ακόμα", εκστομίσουν κάτι άσχημο σε βάρος τους; Οχι βεβαίως, αλλά λακέδες δημοσιογράφοι αυτής της κατηγορίας έχουν μετατρέψει το γλείψιμο των αφεντικών τους και τη λάσπη για τους αντιπάλους τους σε τρόπο ζωής...

Δεν χρειάζεται καν να τους πάρει τηλέφωνο ο Στ. Ψυχάρης ή ο Β. Βαρδινογιάννης για να κολακεύσουν τον Στ. Θεοδωράκη ή για να χυδαιολογήσουν εναντίον τού Αλέξη Τσίπρα και του Γιάνη Βαρουφάκη. Είναι γι' αυτούς τους σφουγγοκωλάριους, που συχνά πυκνά βραβεύονται αναμεταξύ τους σε εκδηλώσεις αυτοεπιβεβαίωσης της υποκρισίας τους, μια αυτόματη διεργασία, δεύτερη φύση η συγγραφή κειμένων που θα είναι της αποδοχής τής ελίτ. Σκοτώθηκαν, παραδείγματος χάρη, δύο εργαζόμενοι σε δυστύχημα στα Ελληνικά Πετρέλαια, αλλά αυτήν την είδηση δεν την ακούσαμε ποτέ από το χιλιοτραβηγμένο με μπότοξ στόμα τής Ολ. Τρέμη, σε αντίθεση με το δεκάλεπτο αφιέρωμα στη συνομιλία τής Ζωής με τον μπάτσο...

Προφανώς και η κυβέρνηση της Αριστεράς αυτό το τετράμηνο που βρίσκεται στην εξουσία έχει κάνει λάθη, ορισμένα από τα οποία βαριά, όπως ο νόμος για την παιδεία. Κι επίσης προφανώς είναι υποχρέωση του Τύπου να τα επισημαίνει και να τα καυτηριάζει. Αυτό που συμβαίνει, ωστόσο, με το πάρτι προπαγάνδας από τον Ιανουάριο δεν έχει προηγούμενο. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα: πριν από μερικές εβδομάδες ο αγαπημένος δήμαρχος του συστήματος, ο Γ. Μπουτάρης, είχε αναφέρει δημοσίως πως αν έβλεπε τον Π. Καμμένο ("αυτόν τον χοντρό" είχε πει για την ακρίβεια ο, κατά τα άλλα, πολέμιος της μισαλλοδοξίας) δεν θα έκοβε το σκοινί για να τον γλιτώσει. Φανταστείτε να είχε κάνει μια παρόμοια δήλωση για τον Αντ. Σαχλαμαρά ή για τον Β. Βενιζέλο όχι η περιφερειάρχης Αττικής Ρένα Δούρου, αλλά κάποιο χαμηλόβαθμο στέλεχος της Κομμουνιστικής Τάσης του ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα ακόμα γι' αυτό θα μιλούσαν οι μεγαλοδημοσιογράφοι, κινδυνολογώντας για τους εξτρεμιστές τής Κουμουνδούρου...

Ασκώ τη δημοσιογραφία αρκετά χρόνια πλέον και βρίσκομαι σε αυτόν τον πλανήτη σχεδόν 37 έτη ώστε να μπορώ να διακρίνω πότε κάποιος προχωρά σε εποικοδομητική κριτική για τη βελτίωση των κακώς κειμένων και πότε εκτελεί συμβόλαια ή, στην καλύτερη περίπτωση, εκθέτει τον κομπλεξισμό του σε κοινή θέα. Η δημοσιογραφική πιάτσα, άλλωστε, είναι πολύ μικρή για να μπορούν ορισμένοι να κρύβουν την επαγγελματική γύμνια τους πίσω από τα μοδάτα κοστούμια και τα σικ ταγέρ τους...

Δεν γράφω τα παραπάνω γιατί είμαι αθώος του αίματος της αλήθειας που έχει χυθεί προκειμένου η ενημέρωση να φτάνει στο πόπολο διυλισμένη κατά τη βούληση του καθεστώτος. Οπως θα τραγουδούσε κι ο Στέλιος Καζαντζίδης, "οι μισοί καλοί σε μοναστηριού κελί και οι άλλοι στο τρελάδικο από κακό κι απ' άδικο" και, πάντως, δεν θα τους βρείτε σε δημοσιογραφικά γραφεία. Εξακολουθώ, ωστόσο, να παριστάνω το δημοσιογράφο γιατί αυτό το επάγγελμα είναι το μοναδικό που ήθελα να ασκώ από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου και το οποίο βαθιά επιθυμία μου είναι να υπηρετώ μέχρι κυριολεκτικώς την τελευταία ημέρα τής ζωής μου. Και θα συνεχίσω γιατί η πείρα με έχει διδάξει πως για τις εκατό ημέρες που κάνεις πράγματα για τα οποία δεν είσαι απολύτως σύμφωνος έρχεται μία για την οποία αισθάνεσαι υπερήφανος. Και γι' αυτήν τη μία ημέρα αξίζει να υπομένεις τις προηγούμενες εκατό, όπως και για ορισμένους συναδέλφους που δεν κάνουν αυτήν τη βρομοδουλειά για τα φράγκα ή τη δόξα αλλά γιατί μέσα στο δονκιχωτισμό τους δεν έχουν πάψει να πιστεύουν ότι πρόκειται για λειτούργημα...

Δεν θα δείτε να τους απονέμονται βραβεία, να τους τιμούν σε κοσμικές εκδηλώσεις ή να μιλούν για τη ζωή τους σε λαϊφστιλίστικα έντυπα από τη σεζλόνγκ τής πισίνας τους πίνοντας μοχίτο. Το πιθανότερο είναι να τους βρείτε σε κάποια δικαστική αίθουσα να απολογούνται γιατί χαρακτήρισαν απατεώνες τους απατεώνες κι όχι εθνικούς ευεργέτες. Κι από αυτό το βήμα απευθύνω κάλεσμα σε αυτούς τους αφανείς εργάτες τού ρεπορτάζ να μην τα παρατήσουν, όσο μάταιος κι αν μοιάζει ο αγώνας τους. Τα πλούτη και η φήμη είναι ικανά να σου εξασφαλίζουν τη ντόλτσε βίτα, όχι όμως και τη σωτηρία τής ψυχής, η οποία αποτελεί απαραίτητο συστατικό τής εσωτερικής γαλήνης. Ο καθένας και οι επιλογές του...  
tripioevro

Δάνεια καναλιών με ενέχυρο τον Χόχο

Πηγή: Του Γιώργου Ανανδρανιστάκη - "Αυγή"

Προαισθάνομαι ότι τις επόμενες ημέρες ο Γιάννης Πρετεντέρης θα βγει στο δελτίο με μούσι και σταυρωτά φυσεκλίκια, ο Μπάμπης Παπαδημητρίου ζωσμένος με εκρηκτικά και η Όλγα Τρέμη με τσεμπέρι στο κεφάλι και αναμμένο πυρσό στο δεξί της χέρι, ως σύγχρονη Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα. Μπουμπουλίνα ή Μπομπολίνα, ποιο είναι, άραγε, το σωστό;
Δεν τα προαισθάνομαι απλώς, είμαι απολύτως βέβαιος ότι θα συμβούν, διότι όπως μαθαίνω «ο εισαγγελέας Γαληνός Μπρής έχει στα χέρια του όλα τα στοιχεία που είχαν ζητηθεί από τις τράπεζες και από την Τράπεζα της Ελλάδας για δάνεια που χορηγήθηκαν στις εταιρείες ΜΜΕ, θυγατρικές τους αλλά και τα φυσικά πρόσωπα που διευθύνουν ή εκπροσωπούν τις εταιρείες αυτές. Τα στοιχεία που έχουν δοθεί στον εισαγγελέα αφορούν σε δάνεια άνω των 500 χιλιάδων ευρώ, στους όρους με τους οποίους χορηγήθηκαν και στις εγγυήσεις που δόθηκαν για αυτά».

Επιτέλους. Καιρός ήταν να ανοίξει το θέμα των δανείων των ΜΜΕ, ώστε να μάθουμε πως και γιατί οι χρεωκοπημένες τράπεζες που σώθηκαν από την κρατική ανακεφαλαιοποίηση έδιναν αφειδώς δάνεια σε επιχειρήσεις επίσης χρεωκοπημένες, ζημιογόνες και υπερδανεισμένες. Εκατόν πενήντα εκατομμύρια ευρώ δόθηκαν στους μιντιακούς ομίλους στα χρόνια των μνημονίων, τότε που οι κάνουλες ήταν κλειστές ακόμη και για βιώσιμες και κερδοφόρες επιχειρήσεις. Δόθηκαν 150 εκατομμύρια σε επιχειρήσεις που χρωστούν 800 εκατομμύρια στις τράπεζες και άλλα 300 σε ασφαλιστικά ταμεία και προμηθευτές, σε επιχειρήσεις που από το 2008 μέχρι το 2014 παρουσίασαν ζημίες που αγγίζουν τα 700 εκατομμύρια ευρώ.

Πώς έγινε τούτο το θαύμα, το οποίο ομοιάζει με τον πολλαπλασιασμό των άρτων και των ιχθύων από τον Ιησού; Οι καναλάρχες και οι εκδότες πρέπει να ζητούν πρώτοι-πρώτοι την έρευνα των δανείων τους, για να αποδειχτεί ότι δεν υπάρχει καμία σκιά, ότι τα πήραν βάζοντας ενέχυρα τα σπίτια τους, τα εξοχικά τους, τα αμπελοχώραφά τους, τα Μέγαρά τους. Αλλιώς θα λέει ο καθένας το μακρύ του και το κοντό του, θα λέει ότι συνέβη με τα μεγάλα κανάλια αυτό που συνέβη στο ΑΛΤΕΡ, το οποίο έπαιρνε δάνεια βάζοντας ενέχυρο τα βίντεο κλιπ με τα «Ζουζούνια». Θα λένε οι κακές γλώσσες ότι και οι άλλοι έπαιρναν τα δάνεια βάζοντας ενέχυρο την Κατερίνα Γιουλάκη από το «Ρετιρέ» και την Σελήνη από την «Λάμψη». Τι να απέγινε, άραγε, ο Χόχος;

Πρέπει να μάθουμε οπωσδήποτε την αλήθεια για τα δάνεια των ΜΜΕ. Τα ΜΜΕ δεν είναι σκέτες επιχειρήσεις, είναι πρωτίστως μηχανισμοί χειραγώγησης, προπαγάνδας, διαμόρφωσης συνειδήσεων. Για να το πω χοντρά, πρέπει να μάθουμε αν οι μιντιάρχες πήραν παρατύπως 150 εκατομμύρια στα χρόνια του Μνημονίου, δίνοντας ως αντάλλαγμα τη μαζική πλύση εγκεφάλων υπέρ του Μνημονίου. Γιατί οι τραπεζίτες έδωσαν αυτά τα λεφτά; Με ποιών εντολές τα έδωσαν; Με εντολές των μνημονιακών κυβερνήσεων ή μήπως με εντολές παραγόντων που βρίσκονταν υψηλότερα και από τις κυβερνήσεις;

Η συνέχεια επί της οθόνης.

Nonews-NEWS: Ζωή σε λόγου μας!...

Nonews-NEWS: Ζωή σε λόγου μας!...:  Ντροπή, ντροπή, και πάλι ντροπή για τον ελληνικό λαό,      ..που μιά χούφτα...