ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Πέμπτη 27 Νοεμβρίου 2014

Χιπστερισμός και Φασισμός (μέρος 1ο)


xip
Ο χιπστερισμός είναι συγκαλυμμένος φασισμός. Πολύ ακραία φράση. Απέχει πολύ από την αλήθεια; Για να δούμε…

Εισαγωγικά να ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε με τον όρο χιπστερισμός. Χρησιμοποιείται εδώ για να εκφράσει κάτι πολύ παραπάνω από μια αισθητική επιλογή. Χρησιμοποιείται για να μπορέσουμε στο παρόν κείμενο, να περιγράψουμε σε μια λέξη εκείνους τους ανθρώπους οι οποίοι αισθητικά επιλέγουν αυτό που όλοι ξέρουμε ως “χιπστερ”, πολιτικά δηλώνουν συνειδητοποιημένοι απολιτίκ, κοινωνικά εκφράζουν την αποθέωση της ελευθερίας της αγοράς, ηθικά εκφράζουν την σαπίλα του ατομισμού. Διαβάζουν athensvoice, soul και lifo, συχνάζουν σε hubs ή στο ρομάντζο, ηδονίζονται με εμψυχωτικές ομιλίες σε κάποιο tedx, απασχολούνται σε ένα καινούριο startup πολύ γαμάτο, διασκεδάζουν σε κάποιο μπαρ από πλατεία καρύτση και κάτω, ψηφίζουν Ποτάμι ή Τζήμερο και ενίοτε πλέκουν πουλόβερ για δέντρα ή στάσεις λεωφορείου.

Η εμφάνισή τους; Συνήθως γλειμένο μαλλί χωρίστρα και μουστάκι για τους άνδρες (οποιαδήποτε ομοιότητα με τον Χίτλερ είναι συμπτωματική), πολύχρωμα ρούχα και απαραιτήτως γυαλιά (έχουν δεν έχουν μυωπία). Για τις γυναίκες ο,τιδήποτε πολύχρωμο με λίγο έντονα πειραγμενα κόκκινα ή πορτοκαλί μαλλιά είναι εντάξει.

Αφού τους περιγράψαμε πάμε να δούμε τι τους κάνει όμοιους με τους ναζί

Η επιβίωση του ισχυρού

Όπως και στην εθνικιστική αφήγηση, έτσι και στην χιπστερική, εμφανίζεται μια ομοιότητα: με κάποιο τρόπο ο ισχυρός επιβιώνει και κερδίζει. Στην πρώτη περίπτωση επικρατεί το ισχυρό έθνος έναντι των ανίσχυρων. Στην δεύτερη επικρατεί το καλύτερο startup έναντι των χειρότερων.

Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει η έννοια της βίας. Στον φασισμό η βία έχει την φυσική της μορφή. Στον χιπστερισμό που ευαγγελίζεται μια ολικη αναδόμηση της κοινωνίας με επίκεντρο τον νεαρό, καινοτόμο επιχειρηματία, η βία παίρνει την μορφή του ταξικού πολέμου, της επικράτησης του κτηνώδους ατομικισμού, της επιβίωσης του ενός εις βάρος του άλλου. Αυτή η αντίληψή τους είναι προϊον της αποθέωσης της ιδέας της αξιοκρατίας.

Αξιοκρατία

Η έννοια αξιοκρατία έχει τις ρίζες της στη γαλλική συντήρηση του 19ου αιώνα. Ο άξιος πρέπει να επικρατεί. Και τι γίνεται με τον ανάξιο; Με τον μη επαρκή; Με τον, όχι και τόσο ικανό ή έξυπνο; Η απάντηση που σου δίνουν οι θιασώτες της αξιοκρατίας είναι “Δεν με νοιάζει. Ας μην ήταν ανίκανος (ουγκ)”. Στην καλύτερη περίπτωση θα υποστηρίξουν ότι όλοι πρέπει να έχουν μια ευκαιρία (αχ τι καλοί ανθρωπιστές), αλλά οι μη άξιοι ας μην ονειρεύονται μεγαλεία. Αυτά είναι προνόμια για τους άξιους. Ένα θέμα είναι ότι οι υπερασπιστές της αξιοκρατίας θεωρούν τους εαυτούς τους άξιους από μόνοι τους…

Ο κόσμος των χίπστερ πρέπει να αποτελείται μόνο από άξιους. Για τους μη άξιους τρέφουν μια σιχασιά και αποφεύγουν ακόμα και την οπτική επαφή μαζί τους. Αν μπορούσαν θα τους εξαφάνιζαν.
Κάπως αντίστοιχη δεν ήταν και η αντίληψη των Ναζί για την Άρια Φυλή; Άριος και Άξιος έχουν μόνο ένα γράμμα διαφορά άλλωστε.

Διπροσωπία

Όπως και οι φασίστες, έτσι και οι χίπστερ είναι διπρόσωποι. Από τη μια ονειρεύονται μια απέραντα ελεύθερη αγορά, εξαπολύουν μύδρους κατά του ανάλγητου κράτους που με τη γραφειοκρατία του στερεί από τα σταρτάπς τους την εκτόξευση, αλλά από την άλλη τρέχουν να πάρουν όποια κρατική χρηματοδότηση κυκλοφορεί ελεύθερη. Μιλούν με θριαμβευτικά λόγια για την εθελοντική τους προσφορά κάπου αλλά το κάνουν τόσο πολύ που φαίνεται ξεκάθαρα πως ό,τι κάνουν το κάνουν για να το προβάλλουν.

Απολίτικ-Ακομματίκ

Πάμε στο ζουμί. Οι χίπστερ είναι λίγο σαν τους No Politica οπαδούς του Ολυμπιακού. Αυτό που τους χαρακτηρίζει είναι ότι έχουν συνείδηση και επιχειρήματα για αυτή τους τη στάση. Δεν είναι δηλαδή ο κλασικός νέος/α που όλοι κάποτε γνωρίσαμε και απλά δεν ασχολείται με την πολιτική. Είναι αυτός που θα σου πει ότι δεν ασχολείται με την πολιτική γιατί δεν υπάρχει κάτι που τον εκφράζει και γιατί στο μυαλό του όλη η πολιτική είναι ένα πράγμα σαν μακαρονοτέρας, άσχημο και κακό. Ο χίπστερ πιστεύει πως ο κόσμος δεν μπορεί να αλλάξει με επαναστάσεις ή άλλες πολιτικές διαδικασίες, αλλά θα μπορούσε να αλλάξει αν όλοι φυτεύαμε μια νερατζιά έξω από την Τεχνόπολη. Εκφράζουν ένα απίστευτο μίσος για οτιδήποτε μαζικό, ακριβώς όπως οι φασίστες, και μπροστά στις αφηγήσεις της νεωτερικότητας για την ανάδυση του ανθρώπου στην πολιτική σου απαντάνε με μια καφενειακού τύπου ερώτηση: “ναι και πως αλλάζει εμένα την μέρα μου αυτό που μου λες;”.

Στην πραγματικότητα οι χίπστερ είναι ακομματίκ. Είναι δηλαδή θιασώτες της άποψης που λέει ότι ακόμα κι αν ασχοληθείς με την πολιτική πρέπει να το κάνεις μακριά από κόμματα. Να το κάνεις μέσα από δίκτυα, τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, να το κάνεις με την πάρτη σου και μόνο. “Τα κόμματα είναι άχρηστες ομάδες ανεπάγγελτων λαμόγιων που μας κάνουν κακό. Άσε που αισθητικά είναι τόσο ντεμοντέ που μπορούμε μόνο να γελάσουμε μαζί τους. Ωστόσο μπορούμε να αξιοποιήσουμε πολιτικά σύμβολα ως αισθητικά αντικείμενα, με την προϋπόθεση ότι θα τους αποστεώσουμε όποιο πολιτικό περιεχόμενο έχουν”. (δες εδώ την καλύτερη ανάλυση για το φαινόμενο που έχει γίνει).

Ως προς αυτό δεν λένε τίποτα διαφορετικό από την Χρυσή Αυγή. Και εκείνη ονειρεύεται ένα κόσμο χωρίς κόμματα. Το ίδιο και ο Σταύρος Θεοδωράκης. Κοίτα κάτι συμπτώσεις…Η αγάπη των χίπστερ για ορισμένους πολιτικούς και τούμπαλιν υπάρχει μόνο γιατί αυτοί καταφέρονται κατά των κομμάτων (παρότι οι ίδιοι είναι μέλη ή αρχηγοί κομμάτων) ή γιατί έχουν περάσει από τόσα πολλά κόμματα που έχουν υπερβεί στην πράξη την έννοια του ανήκειν σε ένα κόμμα (ναι Ψαριανέ είσαι κι εσύ σε αυτούς).
Η στάση τους αυτή δεν προκύπτει από κάποιο λογικό συνειρμό ούτε από καμιά σοβαρή πολιτική ανάλυση, αλλά από μια ιδεολογική άρνηση όλων των ιδεολογιών που δεν ταυτίζονται με την δική τους, την οποία ωστόσο δεν αναγνωρίζουν ως ιδεολογία. Ή ο Φουκογιάμα έγραψε το Τέλος της Ιστορίας παίρνοντας τους ως παράδειγμα ή αυτό είναι το μόνο πολιτικό βιβλίο που έχουν διαβάσει.

Τι κόσμο φαντάζονται;

Αυτό το ερώτημα είναι δύσκολο να απαντηθεί. Από τη μια οι φασίστες φαντάζονται έναν κόσμο στρατιωτικής πειθαρχίας και επιβολής της ανωτερότητας της φυλής, από την άλλη οι χίπστερ εκφράζουν έναν άκρατο ατομικισμό μέσω της υποτιθέμενης ελευθερίας της έκφρασης, της προσωπικής επιλογής μιας δήθεν προκλητικής εμφάνισης, της ελευθερίας της αγοράς η οποία καταλήγει στην ολοκληρωτική επικράτηση του άξιου. Εκ πρώτης όψεως δείχνει λίγο άστοχη η σύγκριση μεταξύ ναζί και χίπστερ εδώ. Ας τα δούμε όμως λίγο πιο προσεκτικά τα πράγματα.
Στοιχείο της ναζιστικής κοινωνίας είναι η ομοιομορφία. Στρατιωτικές περιβολές, ξυρισμένο κεφάλι, ίδια τατού, τα πάντα ίδια. Το μόνο που διαφέρει στους χίπστερ είναι ότι δεν φορούν στολή, αλλά πολύχρωμα ρούχα, τα οποία είναι λίγο πολύ ίδια. Άλλωστε η παγίδα της ατομικότητας είναι, για να ακολουθήσουμε τον Χορκχάιμερ και τον Αντόρνο, ότι ενώ προβάλλεται ο εαυτός ως μοναδικός για κάθε άνθρωπο, στην πραγματικότητα αυτό συμβαίνει για να γίνει με μαθηματική ακρίβεια ίδιος. (Βλ. Διαλεκτική του Διαφωτισμού). Η ομοιομορφία δεν είναι ίδιον μόνο των ναζί, είναι και αυτών που μέσω της μαζικής κουλτούρας μιμούνται πρότυπα συμπεριφοράς και τυποποιούνται, πιστεύοντας ταυτόχρονα ότι κάνουν κάτι μοναδικό και διαφορετικό.

Στο μαύρο των στρατοπέδων συγκέντρωσης του Χίτλερ, οι χίπστερ θα αντιπρότειναν πιθανόν κάτι λιγότερο επώδυνο. Γιατί να κάψεις τους άστεγους; Μπορείς να τους ντύσεις με φωτάκια για τις γιορτές, να τους βάλεις γιρλάντες και να τους παραχώσεις μακριά από το κέντρο της πόλης, να μη μας χαλάει την αισθητική πρωί πρωί. Γιατί να κάψεις στην πυρά όσους δεν είναι άξιοι; Μπορείς να τους προτείνεις να δουλεύουν τζάμπα κάπου, αφού δεν αξίζουν μισθό ας είναι τουλάχιστον χρήσιμοι κάπου. Γιατί να δείρεις τον μετανάστη; Μπορείς να φτιάξεις ένα πολύ κουλ σταρτάπ ή μια εκπληκτική ΜΚΟ για να χρηματοδοτηθείς και να ασχοληθείς μαζί του γιατί δήθεν ενδιαφέρεσαι, κι ας μην θέλεις να κάτσεις δίπλα του στο μετρό γιατί βρωμάει.
Έτσι, η ωμή φυσική βία του φασισμου, στον χιπστερισμό γίνεται βία της δήθεν ανωτερότητας. Ο Χίπστερ, και αυτή είναι μια βασική διαφορά με τον ναζί, δεν θα χτυπήσει γιατί αυτό δεν είναι του επιπέδου του. Το γεγονός όμως ότι αισθάνεται πως βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο είναι από μόνο του βία.

Αγορά αγάπη μου

Οι χίπστερ ονειρεύονται μια όσο το δυνατόν πιο ανοιχτή αγορά. Στα λόγια. Στην πραγματικότητα, όπως όλοι οι καπιταλιστές, επιθυμούν μια αγορά τόσο ανοιχτή όσο κερδίζουν και τόσο κλειστή όσο να εξασφαλίζεται ότι μόνο αυτοί θα κερδίζουν. Πιστεύουν ότι ο κόσμος κινείται από το μυαλό των πρωτοπόρων (τουλάχιστον έτσι άκουσαν σε ένα tedx) και πως ο πλούτος παράγεται από τα startups. Η ιδέα ΤΟΥΣ, είναι η μόνη καλή και απορούν γιατί ακόμα δεν έχουν καταλάβει καλύτερη θέση στον παγκόσμιο καπιταλισμό. Δεν είναι και λίγο πράγμα να έχεις σχεδιάσει ένα application το οποίο θα σου λέει αν το καρπούζι είναι φρέσκο και ακόμα να μην έχεις μπει στο Forbes. Α, ξέχασα, φταίει που είναι καταδικασμένοι να ζουν στο τελευταίο κράτος της σοβιετίας, είπε ένας χίπστερ με μπλουζάκι cccp. Η Αγορα πρέπει να ελέγχει και να κινεί τα πάντα και όποιος είναι μάγκας ας επιβιώσει. Η καινοτομία πρέπει να επιβραβευθεί. Όποιος είναι καινοτόμος θα επικρατήσει.

Αυτό μοιάζει λίγο με την υποστήριξη των ελλήνων καπιταλιστών από τους φασίστες. Πανηγυρίζουν για τα επιτεύγματα των εφοπλιστών “μας”, άσχετα αν αυτά επιτυγχάνονται με ξένη σημαία. Ο Έλληνας επιχειρηματίας είναι φίλος και ενίοτε χρηματοδότης.

Μοιάζουν και σε ένα ακόμα στοιχείο: στην έννοια της εργασίας. Για τους χίπστερ, η εργασία, όχι η δική τους η γαμάτη καινοτομία, η απλή του λαουτζίκου, είναι μπανάλ. Χέσε τους εργάτες. Ο κόσμος δουλεύει και με εθελοντές. Μπροστά στις απαιτούμενες ανάγκες της καθημερινότητας προβάλλουν τον εθελοντισμό ως λύση και για τις επιχειρήσεις αλλά και για τους άνεργους. Ακριβώς όπως οι φασίστες προβάλλουν την φτηνή (έως τζάμπα) εργασία των ελλήνων στήνοντας οαεδ μόνο για έλληνες.

Ναζί/Χίπστερ και φασισμός

Πάμε στην κατακλείδα σιγά σιγά. Είναι οι χίπστερ φασίστες; Αν τους ρωτήσεις θα σου απαντήσουν “όχι¨, θα προσβληθούν που τους έκανες αυτό το ερώτημα και θα ταχθούν υπέρ κάποιας αόριστης δημοκρατίας, από αυτές τις χωρίς κόμματα, χωρίς μισθό, χωρίς δικαιώματα κτλ. Όμως και έναν ναζί να ρωτήσεις αν είναι φασίστας θα σου απαντήσει αρνητικά. Στην καλύτερη αν έχει μάθει το ποιήμα καλά θα σου πει “αν είναι φασισμός να αγαπάς την πατρίδα σου τότε ναι, είμαι φασίστας”. Η διαφορά βέβαια έγκειται στο εξής: ο ναζι είναι φασίστας και το ξέρει, απλώς το αποκρύπτει ενώ ο χίπστερ είναι φασίστας και δεν το ξέρει, γιατί απλώς δεν έχει την συνείδηση να το καταλάβει. Για τον χίπστερ που πολιτική είναι λουλουδάκια, συννεφούλες και πλέξιμο πουλόβερ στα κολωνάκια των πεζοδρομίων, είναι απολύτως αδύνατο να γίνει αντιληπτό τι είναι φασισμός και πως αυτός εκφράζοντας μια δήθεν αυτονομία και ελευθερία έκφρασης, μια κτηνωδώς ατομικιστική αντίληψη της ζωής, μια υποστήριξη της ολοκληρωτικής επιβολής της αγοράς πάνω στους ανθρώπους, είναι φασίστας ακόμα και χωρίς να το καταλάβει.

(Θα ακολουθήσει και δεύτερο μέρος σύντομα, με εκτενές αφιέρωμα στις δράσεις των χίπστερ)
 http://2310net.wordpress.com

Nonews-NEWS: Το εξαιρετικό επίπεδο του Πέτρου...

Nonews-NEWS: Το εξαιρετικό επίπεδο του Πέτρου...: Εάν για κάτι θα πρέπει να ευχαριστούμε το ΔΝΤ για τα δώρα που μας έφερε στα χρόνια της παρουσίας του, αυτό θα είναι για τους διανοούμενο...

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

Ο λόγος που η Ελλάδα απείχε από την απόφαση του ΟΗΕ ενάντια στον εγκωμιασμό του Χίτλερ

Πριν λίγες ημέρες, με πρωτοβουλία της Ρωσικής Ομοσπονδίας, διεξήχθη ψήφισμα στον ΟΗΕ κατά των εκδηλώσεων εγκωμιασμού του Νεοναζισμού και των Χιτλερικών συμβόλων και πράξεων. Σε σύνολο 163 χωρών, οι 115 ψήφισαν υπέρ, 55 απείχαν και 3 ψήφισαν κατά. Η χώρα μας θεώρησε πως δεν πρέπει να ψηφίσει και ο λόγος είναι απλός.

Ο επίσημος τίτλος του ψηφίσματος ήταν «Ο αγώνας ενάντια στην εξύμνηση του ναζισμού, νεοναζισμού και άλλων πρακτικών που συμβάλλουν στις σύγχρονες μορφές ρατσισμού, των φυλετικών διακρίσεων, της ξενοφοβίας και της συναφούς μισαλλοδοξίας».

Το ψήφισμα περιελάμβανε 48 σημεία, τα οποία τα κράτη που έχουν υπογράψει δεσμεύονται να λάβουν μέτρα και να θέσουν εκτός νόμου νεοναζιστικές τάσεις.

Όσα κράτη υπέγραψαν, μεταξύ άλλων καταδικάζουν την άρνηση του Ολοκαυτώματος, την άρνηση των εγκλημάτων της Ναζιστικής Γερμανίας, την εξύμνηση του ναζιστικού κινήματος και την έκφραση της ναζιστικής ιδεολογίας σε οποιαδήποτε μορφή. Επίσης, την εξύμνηση των πρώην μελών των Waffen-SS, την ανέγερση ναζιστικών μνημείων, αλλά και τις διαδηλώσεις προς τιμήν τους.

Εκτός από την Ελλάδα αλλά και την Κύπρο που απείχαν της ψηφοφορίας, δεν ψήφισαν ακόμη οι Αυστρία, Βέλγιο, Δανία, Φινλανδία, Γαλλία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Νορβηγία, Πορτογαλία, Ισπανία, Σουηδία και φυσικά η Γερμανία. Για την ακρίβεια, να και το σχετικό έγγραφο:
un
Με λίγα λόγια, οι βασικοί εταίροι μας στην Ευρωπαϊκή οικογένεια. Προς τιμήν της, μόνη ευρωπαϊκή χώρα που τίμησε την Ιστορία της ήταν η Σερβία.

Σε μία άλλη (προ διμήνου) ψηφοφορία που αφορούσε τη χώρα μας, αυτή για τη δημιουργία νομικού πλαισίου για την αναδιάρθρωση του κρατικού χρέους, η χώρα μας πάλι απείχε.
Τότε η ελληνική κυβέρνηση «προσάρμοσε τη θέση της με εκείνη της πλειοψηφίας των ευρωπαίων εταίρων», σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών Βενιζέλο. Τότε, ο λόγος ήταν πως το ελληνικό χρέος έχει κανονιστεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση και δεν είχαμε κανέναν λόγο να στηρίξουμε μία τέτοια πρόταση, που μάλιστα είχε γίνει από την Αργεντινή.

Η Ελλάδα κατά τον Βενιζέλο δεν αντιμετωπίζει ίδια προβλήματα με την Αργεντινή απέναντι στους πιστωτές.

Σήμερα που πρόταση έγινε από τους Ρώσους, μάλλον η αιτία είναι πως η Ρωσία δεν αντιμετωπίζει τον ίδιο νεοναζισμό με της Ελλάδας.

Η Ελλάδα αντιμετωπίζει έναν νεοναζισμό που υποστηρίζεται από κάθε λογής επιχειρηματικά συμφέροντα, από εφοπλιστικά μέχρι τραπεζικά, καθώς και από τα δύο κόμματα της κυβέρνησης. Η Ρωσία από την άλλη βλέπει στην Ουκρανία να υποστηρίζονται νεοναζιστικές δυνάμεις που υποστηρίζονται από την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Ακόμα κι αν υπήρχε πιθανότητα, μία κυβέρνηση Σαμαρά γεμάτη υμνητές του φασισμού και του αντικομουνισμού, να δεχθεί και να υποστηρίξει ένα τέτοιο ψήφισμα. Ποιος από αυτούς θα τολμούσε ποτέ να ψηφίσει κόντρα στα γούστα αυτών που τον κρατάνε από το χέρι;
rebeliskos

Τρίτη 25 Νοεμβρίου 2014

Nonews-NEWS: Σκουπίδια και νόμοι...

Nonews-NEWS: Σκουπίδια και νόμοι...: «Καταλαβαίνω γιατί όσοι βλέπουν να είναι ακόμα στην κυβέρνηση άνθρωποι όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος -που όλοι ξέρουμε πως θα έπρεπε να έχει...

ΚΥΜΑ ΑΠΟ-ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Πηγή: http://iskra.gr/
ΣΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΑΜΒΟΥΡΓΟΥ ΕΠΙΣΤΕΡΕΦΟΥΝ ΤΑ ΔΙΚΤΥΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Της ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΠΑΝΤΖΟΥ*
Χρειάστηκαν πολλών ετών κινητοποιήσεις, αλλά στέφθηκαν με επιτυχία. Ο Δήμος του Αμβούργου, η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Γερμανίας, συμφώνησε κατ΄αρχάς με τη σουηδική πολυεθνική Vattenfall και τη Γερμανική Ε.Οn να επαναγοράσει τα δίκτυα ηλεκτρισμού που διαχειρίζονταν έναντι 400 εκατ. ευρώ, αποκτώντας έτσι το 100% των μετοχών της εταιρείας (από το 25,1% που κατείχε). Την ίδια τύχη αναμένεται να έχει και το αέριο το 2015, ενώ τα δίκτυα θέρμανσης προβλέπεται να περάσουν στα χέρια του Δημοσίου το 2019.
Η επανακοινωνικοποίηση των υπηρεσιών ενέργειας δεν θα ήταν εφικτή αν μια πρωτοβουλία πολιτών δεν είχε επιβάλει τη διενέργεια δημοψηφίσματος. Από το 2010, η Unser Hamburg, Unser Netz (“Το Αμβούργο μας, το δίκτυό μας”), μια συμμαχία 50 οργανώσεων πολιτών (από την Ευαγγελική Εκκλησία και δίκτυα κατά της φτώχειας ως την περιβαλλοντική ομάδα Robin Wood και την Attac), με τη στήριξη του Die Linke (Αριστερά) και της Συμμαχίας 90/Πράσινοι, συσπείρωσε τους κατοίκους της πόλης στη μάχη για την επιστροφή της ενέργειας στα χέρια των τοπικών αρχών. Διαμαρτυρόμενοι ανάμεσα στα άλλα και για την αύξηση από το 1998 κατά 68% της τιμής του ιδιωτικοποιημένου ηλεκτρισμού, στο δημοψήφισμα το 50,9 % των πολιτών τάχθηκε υπέρ της πρωτοβουλίας, υπενθυμίζοντας στους αιρετούς αξιωματούχους ότι δεν μπορούν να κυβερνούν αγνοώντας τη βούληση των ψηφοφόρων.
Το δεσμευτικό αποτέλεσμα της λαϊκής ετυμηγορίας ήταν σαφές: «Κυβέρνηση και Κοινοβούλιο οφείλουν να λάβουν αμέσως όλα τα απαραίτητα μέτρα για να επανέλθουν πλήρως στον δημόσιο τομέα τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης και φυσικού αερίου του Αμβούργου. Δεσμευτικός στόχος είναι μια κοινωνία δίκαιη, φιλική προς το περιβάλλον και δημοκρατικά ελεγχόμενη παροχή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές».
Για τους πολίτες του Αμβούργου η επανακοινωνικοποίηση των δομών ενέργειας αποτελεί προϋπόθεση για την αξιοποίηση ενός δημόσιου αγαθού με άξονα όχι την κερδοσκοπία, αλλά το κοινωνικό όφελος. Δεν είναι απλά η μόνη συνθήκη που μπορεί να εγγυηθεί την ομαλή και ταχεία μετάβαση μιας από τις πιο πράσινες πόλεις της Γερμανίας από τον άνθρακα και την πυρηνική ενέργεια στις ανανεώσιμες πηγές. Είναι επιπλέον ουσιώδες βήμα για την ανάπτυξη της τοπικής κοινωνίας.
Καθώς οι διαχειριστές της ενέργειας ήταν πολυεθνικές, τα κέρδη έφευγαν εκτός Γερμανίας. Στόχος τους τώρα είναι με τον δημοκρατικό έλεγχο οι πολίτες να εξασφαλίσουν την κοινωνικο-οικονομική ανάπτυξη του τόπου τους επανεπενδύοντας σε δημόσιες υποδομές προς όφελος όλων.
Το Αμβούργο, πρώτη πόλη στη Γερμανία σε δημοψηφίσματα έπειτα από λαϊκές πρωτοβουλίες, σύμφωνα με την ένωση «Άμεση Δημοκρατία», είναι η πιο πρόσφατη όχι όμως και η μοναδική πόλη που επανακοινωνικοποιεί αγαθά κοινής ωφέλειας. Από το 2007 σχεδόν 200 δήμοι έχουν επαναποκτήσει τον έλεγχο των δικτύων ηλεκτρισμού από ιδιωτικές επιχειρήσεις, και όπως έλεγε στον Guardian ο Κρίστιαν Μάας, πρώην υπουργός Περιβάλλοντος και Πολεοδομικού Σχεδιασμού του Αμβούργου: «Στη Γερμανία, δεν περνά σχεδόν μήνας που μια πόλη να μην επανακτά τις υποδομές της ενέργειας».
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΤΑΣΗ
Το φαινόμενο δεν είναι μόνο γερμανικό αλλά οικουμενικό. Την τελευταία 10ετία εκατοντάδες πόλεις του πλανήτη έχουν προχωρήσει σε από-ιδιωτικοποιήσεις βασικών υπηρεσιών ανακτώντας το δημόσιο και κοινοτικό έλεγχο καίριων τομέων, ιδίως της ενέργειας και του νερού, σύμφωνα με το διεθνές ινστιτούτο του Άμστερνταμ. ‘’Πολλοί δήμοι έχουν απογοητευτεί από την ιδιωτικοποίηση, κυρίως ως προς τα κόστη και την ποιότητα των υπηρεσιών. Η επανακοινωνικοποίησή τους αναδύεται ως απτή απάντηση, ως ένας νέος τρόπος να αναδομηθούν οι κοινωνικές υπηρεσίες σε πιο δημοκρατικές βάσεις’’.
Παρ’ ότι δεν υπάρχει ακριβής αριθμός ειδήμονες σαν τον Ντέιβιντ ΜακΝτόναλντ, καθηγητή του Πανεπιστημίου Κουίνς του Καναδά και εκ των συνιδρυτών του διεθνούς Προγράμματος Δημοτικών Υπηρεσιών, κάνουν λόγο για παγκόσμια τάση που έρχεται σε ρήξη με τις πολιτικές της δεκαετίας του ’90, όταν μαζικά επικράτησαν οι ιδιωτικοποιήσεις καίριων δημοσίων υπηρεσιών και πόρων υπό το βάρος της κυριαρχούσας νεοφιλελεύθερης Συναίνεσης της Ουάσιγκτον: ενός πακέτου δέκα μέτρων σταθεροποίησης-ιδιωτικοποίησης-απελευθέρωσης και απορρύθμισης που επεξεργάστηκε η Αμερικανική κυβέρνηση το 1989 με τις ευλογίες ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας. Η συνταγήαυτοπροπαγανδίστηκε με συνθήματα όπως ''πιο λιτοδίαιτο κράτος’’, ‘’η αγορά μπορεί να ρυθμίσει τα πάντα’’, ''ο ιδιωτικός τομέας μπορεί καλύτερα και φτηνότερα’’
Αλλά τα πλεονεκτήματα που υποσχόταν-μείωση τιμών, αποδοτικότητα, ανταγωνισμός που ωφελεί τον καταναλωτή μέσα από την ‘’ελευθερία επιλογής’’, έσοδα για τα δημοκρατικά ταμεία αποδείχθηκαν φενάκη. Αντίθετα, οι τοπικές αρχές μακροπρόθεσμα έχασαν σημαντικά έσοδα, οι τιμές αυξήθηκαν, η ποιότητα υποβαθμίστηκε, πολλές χιλιάδες θέσεις εργασίας χάθηκαν, επιδεινώθηκαν οι εργασιακές συνθήκες, ελάχιστη δε μέριμνα υπήρξε για τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Σοβαρότερο ακόμη, οι αρχές στερήθηκαν τη δυνατότητα άσκησης κοινωνικής πολιτικής για ευάλωτες ομάδες και περιορίστηκαν οι ευκαιρίες για δημοκρατική συμμετοχική λήψη αποφάσεων σε θέματα που αφορούν τις βασικές καθημερινές ανάγκες των πολιτών.
Ενδεικτικά των κοινωνικο-οικονομικών οφελών της επανακοινωνικοποίησης είναι τα αποτελέσματα της επιστροφής της διαχείρισης του νερού στο Δήμο Παρισιού. Κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας της η δημοτική επιχείρηση Eau de Paris ανακοίνωσε εξοικονόμηση 35 εκατ. ευρώ σε σχέση με προηγούμενα κόστη των συμβολαίων με τις Veolia και Suez και μείωση της τιμής του πόσιμου νερού κατά 8%. Επιπλέον δημιουργήθηκε το Παρατηρητήριο Νερού, ένα όργανο στο οποίο μετέχουν οι καταναλωτές και ασκεί έλεγχο, μεριμνά για τη διαφάνεια και αναλαμβάνει πρωτοβουλίες κοινωνικής και περιβαλλοντικής ευθύνης.
Δημοσιεύθηκε στην ''Εφημερίδα των Συντακτών'' την Τρίτη 18 Νοεμβρίου 2014.

Ν. Μπογιόπουλος: Το σακίδιο του Σταύρου και η… φιλοσοφία του «Ποταμιού»

«Οι φοιτητές ευτυχώς τότε (σσ: εξέγερση Πολυτεχνείου) δεν είχαν κομματικές οργανώσεις· αν υπήρχαν κομματικές οργανώσεις το '73, θα είχαν αποτρέψει το Πολυτεχνείο»… Αυτά κατάλαβε από το Πολυτεχνείο το «Ποτάμι». Αυτά αναρτήθηκαν στην επίσημη ιστοσελίδα του κόμματος για την εξέγερση του ’73.
    Προφανώς στο μυαλό του κ.Θεοδωράκη η «ΚΝΕ» ή ο «Ρήγας» δεν ήταν νεολαιίστικες κομματικές οργανώσεις που έδρασαν στο πλαίσιο του αντιδικτατορικού αγώνα. Επίσης η «αντι-ΕΦΕΕ», ή το ΠΑΜ και το ΚΚΕ, ή το ΠΑΚ απ’ οπου «γεννήθηκε» το ΠΑΣΟΚ, απλώς… δεν υπήρξαν.
    Λέτε να μην τα ξέρει αυτά ο κ.Θεοδωράκης; Απίθανο. Λέτε πάλι να πιστεύει και να εισηγείται μια κατάργηση των κομμάτων αντίστοιχη εκείνης που υπήρξε επί χούντας; Τραβηγμένο να το ισχυριστεί κάποιος. Τότε τι θέλει να πει με τον (πάντα) «ελλειπτικό» του λόγο ο ποιητής (Θεοδωράκης); 
    Τι να σας πούμε κι εμείς; Όσο κι αν έχει εκπαιδευτεί κανείς να αποκωδικοποιεί τις βλακείες, όσο να’ ναι οι «νερουλές» βλακείες χρειάζονται εφόδια τα οποία η στήλη δεν διαθέτει.   
    Εκείνο πάντως που έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία από τις τοποθετήσεις που έκανε το «Ποτάμι» για το Πολυτεχνείο – διότι δηλώνει και το βάθος της σκέψης των ιδρυτών του – είναι η επόμενη δήλωση, η οποία δεν έτυχε της προβολής που της άξιζε. Είπε ο κ.Θεοδωράκης:  
    «Το Πολυτεχνείο, λοιπόν – είπε ο Σταύρος - έγινε και καλώς έγινε από ένα αυτόνομο δυναμικό κίνημα, το οποίο είπε "έξω οι Αμερικάνοι, έξω η χούντα, έξω το ΝΑΤΟ", και τότε πραγματικά ήταν το σωστό σύνθημα. Σήμερα, το να λέει κάποιος στη χώρα μας "έξω οι Αμερικάνοι", θα γελάνε. Δεν το λέει και κανείς. Γιατί δεν υπάρχει κάποιο ζήτημα επικυριαρχίας των Αμερικανών στην ελληνική πολιτική σκηνή».
    Στο σημείο αυτό η στήλη θα είχε να κάνει πολλά και διάφορα σχόλια. Θα περιοριστούμε, όμως, μόνο στο εξής: Το επόμενο σακίδιο που θα φορέσει ο κ.Θεοδωράκης, προτείνουμε να είναι αυτό:  
    Παρεμπιπτόντως: Στο προ μηνός χάπενινγκ που διοργάνωσε το «Ποτάμι» με πρωταγωνιστές τον κ.Θεοδωράκη και τον φιλόσοφο κ.Στέλιο Ράμφο, ακούσαμε τον δεύτερο να λέει με στόμφο ότι «το ’74 όταν έφυγε η χούντα άφησε μηδέν δημόσιο χρέος. Απολύτως μηδέν!»
    Δεδομένο 1ο:  
  • Το 1966 το δημόσιο χρέος στην Ελλάδα ήταν 32 δισ. δραχμές.
  • Το 1973 το δημόσιο χρέος ήταν 87 δισ. δραχμές.
  • Το 1974 το δημόσιο χρέος ήταν 114 δισ. δραχμές
    Με άλλα λόγια: Η χούντα όχι μόνο δεν άφησε «μηδέν» δημόσιο χρέος, αλλά αύξησε το χρέος κατά 172% (μέχρι το 1973) και κατά 356% (μέχρι το 1974), δηλαδή σχεδόν το τετραπλασίασε!
    Δεδομένο 2ο:
    Τα «κατορθώματα» των συνταγματαρχών, ειδικά όσον αφορά το χρέος, ήταν τέτοια που ακόμα και καταμεσής της χούντας ήταν αδύνατον να κρυφτούν. Η εφημερίδα «Βήμα» (20/10/1973), έγραφε:
«Το εξωτερικό χρέος της Ελλάδας όπως είχε διαµορφωθεί µε τις ρυθµίσεις των προπολεµικών χρεών ανερχόταν από το 1821 µέχρι και το 1966 σε 1.110 εκατ. δολάρια περίπου. Μέσα σε έξι χρόνια το χρέος αυτό ξεπέρασε τα 2.700 εκατ. δολάρια, χωρίς να υπολογίζονται οι καταθέσεις σε συνάλλαγµα από το εξωτερικό.Ήρκεσαν, δηλαδή, έξι χρόνια για να γίνει το εξωτερικό χρέος της χώρας 1,5 φορά µεγαλύτερο απ’ όσο είχε φθάσει σε διάστηµα 145 χρόνων»!
    Αυτό ήταν το «μηδέν» χρέος που άφησε η χούντα: Μέσα σε έξι χρόνια η χούντα δημιούργησε ένα χρέος που ήταν «1,5 φορά µεγαλύτερο απ’ όσο είχε φθάσει σε διάστηµα 145 χρόνων»!

    Ως εκ τούτου επιστρέφουμε στον φιλόσοφο κ.Ράμφο και στα χάπενινγκ του «Ποταμιού» με δυο παρατηρήσεις:
    Παρατήρηση 1η: «Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ’ εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας», που θα πει: «Αγαπάμε το ωραίο με απλότητα και φιλοσοφούμε χωρίς μαλθακότητα» (ρητορική φράση του Περικλή που εκφώνησε στον Επιτάφιο λόγο του στον Κεραμεικό, όπως αναφέρει ο Θουκυδίδης).
    Παρατήρηση 2η: Το έργο του Μαρξ «Η αθλιότητα της φιλοσοφίας» γράφτηκε στο πλαίσιο της «συνομιλίας» του με τον Προυντόν και όχι, φυσικά, με τον κ.Ράμφο…
aristeridiexodos

Κόκκινος Τύπος: Ανακοίνωση της Ο.Κ.Δ.Ε. για τη Γενική Απεργία στις...

Κόκκινος Τύπος: Ανακοίνωση της Ο.Κ.Δ.Ε. για τη Γενική Απεργία στις...: ΟΛΟΙ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΑΠΕΡΓΙΑ  Πέμπτη 27 Νοέμβρη, Αθήνα:  10:30 στο Μουσείο Θεσσαλονίκη: 10:30 στο Εργατικό Κέντρο Να διώξο...

Ο ΙΟΣ: Ο άλλος Νοέμβρης - Τρεις ταινίες το 1970 προετοίμασαν τη φοιτητική εξέγερση του 1973

Η τελική σκηνή στο «Φράουλες και αίμα»
Πολλές φορές έχει επιχειρηθεί να συγκριθεί η φοιτητική εξέγερση που κορυφώθηκε τον Νοέμβρη του 1973 στο Πολυτεχνείο με την παγκόσμια νεολαιίστικη έκρηξη του 1968-69. Είναι γεγονός ότι τα μηνύματα του «Μάη» είχαν περάσει –με κάποια καθυστέρηση- και στην ελληνική νεολαία, παρά τα φράγματα της ελεγχόμενης πληροφόρησης που είχε εγκαθιδρύσει το στρατιωτικό καθεστώς και παρά το γεγονός ότι κάθε συλλογική δραστηριότητα ήταν απολύτως απαγορευμένη. Και ήταν ένας άλλος Νοέμβρης, αυτός του 1970, που συνέβαλε όσο τίποτα άλλο στη μετάδοση αυτών των μηνυμάτων.
Συνέπεσε τότε να προβληθούν στην Αθήνα οι τρεις εμβληματικές ταινίες του αμερικανικού κινήματος της νεολαιίστικης αμφισβήτησης, το «Γούντστοκ», το «Ξένοιαστος καβαλάρης» και το «Φράουλες και αίμα».
Ο τρόπος που υποδέχτηκε αυτές τις τρεις ταινίες η ελληνική νεολαία έδειξε ότι, πέρα από κάθε αμφιβολία, υπήρχε ήδη έτοιμο το πνεύμα της «διαφορετικότητας», το ίδιο που μετασχηματίστηκε σε μαζική αντίσταση στους φοιτητικούς χώρους δύο χρόνια αργότερα. Η ιστορική στιγμή ήταν σημαντική, γιατί η σχεδόν ταυτόχρονη προβολή των ταινιών αυτών όχι μόνο σημάδεψε τους νέους της εποχής, αλλά υποχρέωσε τη χούντα να ενισχύσει την αντινεολαιίστικη εκστρατεία της, με αποτέλεσμα βέβαια να προκαλέσει εκείνο που φοβόταν: τη μαζική αντίδραση.
Αυτός ο Νοέμβρης του 1970 ήταν ο δεύτερος «σταθμός» μιας νέας γενιάς που είχε την ατυχία να συμπέσουν τα εφηβικά της χρόνια με ένα ακραία καταπιεστικό καθεστώς. Ο πρώτος «σταθμός» ήταν το μαζικό αυθόρμητο γιουχάισμα του δικτάτορα Παπαδόπουλου από δεκάδες χιλιάδες μαθητές κατά τη δεύτερη επέτειο του πραξικοπήματος.
Ηταν 23 Απριλίου 1969 και η χούντα είχε οργανώσει σειρά εκδηλώσεων για να προβάλει το «εθνοσωτήριο» έργο της. Θέλησε να απευθυνθεί και στους μαθητές. Συγκέντρωσε λοιπόν με το ζόρι όλα τα σχολεία της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας στο Παναθηναϊκό Στάδιο, προκειμένου να τους μιλήσει ο Παπαδόπουλος. Και εκεί αυθόρμητα οι μαθητές βρήκαν τον τρόπο να μπλοκάρουν τον δικτάτορα.
Μόλις άρχισε το λόγο του, οι 70.000 μαθητές δεν έπαυαν να τον επευφημούν, σε σημείο που ο πανίσχυρος συνταγματάρχης έχασε την ψυχραιμία του και υποχρεώθηκε να τους καλέσει να πειθαρχήσουν. Ακόμα και στους «χτενισμένους» τόμους τού «Πιστεύω», στην επίσημη δηλαδή έκδοση των λόγων του δικτάτορα, έχει διασωθεί το κλίμα της στιγμής. Καταγράφεται ο Παπαδόπουλος να ξεκινά ως εξής την ομιλία του: «Επιτρέψατέ μου εξαρχής να σας καλέσω εις πειθαρχίαν, ίνα έχω την ευκαιρίαν, απευθυνόμενος προς σας, να σας είπω ό,τι μου επιβάλλει, εκ της θέσεως που μου δίδετε, το χρέος μου απέναντί σας»…
Η τριλογία της αμφισβήτησης
Οι νέοι λοιπόν, που τον Απρίλιο του 1969 ως μαθητές κατάλαβαν ότι είχαν τη δύναμη να γιουχάρουν και να γελοιοποιήσουν τον δικτάτορα, ήταν οι ίδιοι που ξεσηκώθηκαν ως φοιτητές το 1973, αλλά και οι ίδιοι που έδειξαν τη δύναμή τους εκείνον τον Νοέμβρη του 1970, αγκαλιάζοντας με ενθουσιασμό την προβολή των τριών ταινιών. Οι τρεις αυτές ταινίες άρχισαν να προβάλλονται με διαφορά μίας βδομάδας η μία από την άλλη.
Προηγήθηκε η προβολή της ταινίας «Φράουλες και αίμα», που ξεκίνησε τη Δευτέρα 16.11.1970. Ηταν η πιο άμεσα «πολιτική» ταινία, εφόσον αναφέρεται στην κατάληψη μιας πανεπιστημιακής σχολής στις ΗΠΑ και το δυνατό της σημείο είναι το φινάλε με την εισβολή των ειδικών δυνάμεων της αστυνομίας με δακρυγόνα, βία και συλλήψεις απέναντι σε μια ειρηνική φοιτητική συγκέντρωση που τραγουδά ρυθμικά το περίφημο «All we are saying is give peace a chance» του Τζον Λένον.
«Φράουλες και αίμα»: πρεμιέρα στην Αθήνα στις 16.11.2014 | 
Πολλοί από τους θεατές της αθηναϊκής προβολής επρόκειτο να ζήσουν παρόμοιες σκηνές στην κατάληψη της Νομικής, του Πολυτεχνείου, αλλά και των σχολών της Πάτρας και της Θεσσαλονίκης τρία χρόνια αργότερα. Ακόμα και η επίσημη εφημερίδα της χούντας, ο «Ελεύθερος Κόσμος», υποδέχτηκε με πολύ καλά λόγια την ταινία, επισήμανε τη βράβευσή της στο Φεστιβάλ των Κανών και αναφέρθηκε σε ένα «χαρακτηριστικό δείγμα του νέου αμερικανικού κινηματογράφου, ο οποίος εγκαταλείποντας τις χολιγουντιανές συνταγές έρχεται σε βίαιη επαφή με την πραγματικότητα» (17.11.1970).
ράουλες και αίμα»: πρεμιέρα στην Αθήνα στις 16.11.2014«Φράουλες και αίμα»: πρεμιέρα στην Αθήνα στις 16.11.2014 | 
«Η ταινία στην Αμερική χάλασε κόσμο» γράφει την ίδια μέρα στη «Βραδυνή» ο Νέστορας Μάτσας. Και προσθέτει καθησυχαστικά, αλλά και ελαφρώς προφητικά: «Δεν πιστεύομε ότι και στο κοινό μας θα έχει την ίδια απήχηση γιατί πολλές καταστάσεις, όσο κι αν φιλοδοξούν να έχουν καθολικότερο χαρακτήρα, είναι τυπικά αμερικανικές. Ευτυχώς ή δυστυχώς αρκετά από τα στοιχεία που λεπτομερώς παρουσιάζει η "Δήλωση της φράουλας" δεν έχουν ακόμη εισβάλει στα πανεπιστημιακά μας Ιδρύματα».
«Ξένοιαστος Καβαλλάρης»: πρεμιέρα στην Αθήνα στις 23.11.1970«Ξένοιαστος Καβαλλάρης»: πρεμιέρα στην Αθήνα στις 23.11.1970 | 
Η δεύτερη ταινία, ο «Ξένοιαστος καβαλάρης», ξεκίνησε να προβάλλεται τη Δευτέρα 23.11.1970, αλλά μόνο σε μία αίθουσα. Η αλήθεια είναι ότι θεωρήθηκε δικαίως πιο «δύσκολη» και λιγότερο «χολιγουντιανή», αλλά οι κριτικοί του κινηματογράφου την υποδέχτηκαν με πολύ θερμά λόγια. Κάποιοι βέβαια φρόντισαν να διαχωρίσουν την ελληνική νεολαία από όσα περιγράφει η ταινία.
Παραθέτουμε και πάλι τον Μάτσα: «Ο κόσμος που παρουσιάζει χωρίς περίσκεψιν και αιδώ η ταινία είναι ανατριχιαστικός. Φθάνει κανείς να δη το κοινόβιο των χίππιδωνπου επισκέπτονται στην Οδύσσειά τους ανά την Αμερική οι ήρωες της ταινίας για να εξηγήσει απόλυτα τις αιτίες που οδήγησαν τον Μάνσον και τα μέλη της ευπειθούς κι άπλυτης οικογένειάς του στις αποτρόπαιες πράξεις και τα εγκλήματά τους. Δεν πιστεύομε ότι η επέλαση του "Ξένοιαστου Καβαλάρη" θα είναι το ίδιο θυελλώδης και στη χώρα μας, όπως στο Νέο κόσμο. Ανθρωποι και καταστάσεις είναι εντελώς έξω από τη νοοτροπία του κοινού μας που μάλλον θα κουρασθεί από τις ατέλειωτες περιπλανήσεις με τις μοτοσικλέτες και το φόρτο των τραγουδιών» (24.11.1970).
Αυτό που αγνοούσε ή δεν μπορούσε να κατανοήσει ο κριτικός κινηματογράφου είναι ότι το δυνατό σημείο της ταινίας ήταν ακριβώς η μουσική της. Ακόμα δυσκολότερο για τους μεγαλύτερους ήταν να κατανοήσουν ότι το εξεγερσιακό μήνυμα της ροκ μουσικής περνούσε την ίδια περίοδο στη νεολαία από τις πιο αναπάντεχες πηγές. Με τον Νίκο Μαστοράκη και τον Γιώργο Καρατζαφέρη να πρωταγωνιστούν σε εκπομπές ροκ μουσικής και τα άτυπα ρεκόρ ακροαματικότητας να κερδίζει ο «Αμερικάνος», ο ραδιοσταθμός δηλαδή της αμερικανικής βάσης στο Ελληνικό, ο οποίος πρώτος μετέδιδε τα καινούργια τραγούδια μόλις κυκλοφορούσαν στις ΗΠΑ.
Στο μεταξύ η προβολή τού «Φράουλες και αίμα» συνεχιζόταν σε δύο περιφερειακές αίθουσες (Καλλιθέα, Πειραιά), και δύο της Θεσσαλονίκης, ενώ ανακοινωνόταν η επιστροφή της σε κεντρική αθηναϊκή αίθουσα την επόμενη βδομάδα (30.11.1970).
«Γούντστοκ»: πρεμιέρα στην Αθήνα στις 29.11.2014«Γούντστοκ»: πρεμιέρα στην Αθήνα στις 29.11.2014 | 
Η άτυπη τριλογία επρόκειτο να ολοκληρωθεί με το «Γούντστοκ», το οποίο άρχισε να διαφημίζεται από την Τετάρτη 25.11: «Επιτέλους και στην Αθήνα η ταινία φαινόμενο του 20ού αιώνος, Γούντστοκ, τρεις ημέρες ειρήνης, μουσικής και αγάπης!» Απαρατήρητη πέρασε η είδηση ότι την ίδια μέρα σταμάτησε άδοξα η προβολή τού «Φράουλες και αίμα». Οι αρχές την απαγόρεψαν, μόλις διαπίστωσαν, με καθυστέρηση εννέα ημερών, ότι το μήνυμά της είναι εξόχως «ανατρεπτικό».
Τελικά για λόγους διαφημιστικής προβολής της ταινίας, η εταιρεία διανομής τού «Γούντστοκ» ανακοίνωσε ότι η ταινία θα προβληθεί την Κυριακή 29.11 σε έναν κινηματογράφο με ελεύθερη είσοδο και παρουσία του σκηνοθέτη της Μάικλ Γουόντλεϊ. Ο σκηνοθέτης έδωσε μάλιστα συνέντευξη Τύπου την Παρασκευή 27.11 και τόνισε τον πολιτικό χαρακτήρα της παρέμβασής του: «Το πολιτικό ντοκιμαντέρέχει σήμερα πολύ μεγαλύτερη αξία από οποιοδήποτε άλλο κινηματογραφικό είδος. Η Αμερική περνάει μια τεράστια κρίση. Τα πολιτικά ντοκιμαντέρ, λοιπόν, που αποδίδουν την αλήθεια ίσως ξυπνήσουν κάποτε αυτούς που κοιμούνται ή παριστάνουν πως κοιμούνται».
Ο Γουόντλεϊ μίλησε και για τις περιπέτειες που είχε η ταινία του με τη λογοκρισία: «Στο Μαϊάμι ο δήμαρχος έκοψε ορισμένες σκηνές γιατί, όπως είπε, φοβόταν μήπως γίνουν κακά παραδείγματα για τους νέους της περιοχής. Στη Νότια Αφρική κόπηκαν σκηνές μίας ώρας! Δεν έμεινε τίποτα απ’ αυτά που θίγουν το κατεστημένο. Μια σκηνή που ο τραγουδιστής φωνάζει "Ελευθερία" κόπηκε, θαρρείς και η λέξη τρομάζει κι αυτή». Τελικά ο σκηνοθέτης δεν δίστασε να πει ότι «το κακό ξεκινάει από τον ίδιο τον πρόεδρο Νίξον» και να ταχθεί υπέρ του Μπομπ Κένεντι. Και κατέληξε: «Σήμερα η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών έχει αποξενωθεί από τους φοιτητές. Και οι φοιτητές είναι μια τρομακτική δύναμη. Δεν μιλάω για τους χίππυς που θέλουν να βρίσκονται εκτός κοινωνίας. Μιλώ για τους νέους που ζητούν την αλλαγή». Δεν έλειψε μάλιστα και η σπόντα για τις σχέσεις των ΗΠΑ με το δικτατορικό καθεστώς: «Αυτά τα ζέοντα προβλήματα γίνονται αιτία να ψυχραίνονται οι σχέσεις μας με τους άλλους λαούς της γης» («Τα Νέα», 28.11.1970).
Η προβολή του «Γούντστοκ» την Κυριακή κατέληξε σε πραγματική διαδήλωση χιλιάδων νέων που προσπαθούσαν μάταια να εισέλθουν στην αίθουσα. «Η ουρά έξω από το "Παλλάς" είχε αρχίσει να σχηματίζεται στις 6 το πρωί εκείνης της Κυριακής» θυμάται ο ιστορικός Λεωνίδας Καλλιβρετάκης: «Οι πόρτες άνοιξαν στις 8, και η προβολή άρχισε στις 10.30. Προτού γεμίσει ο κινηματογράφος, η Αστυνομία διέταξε να κλείσουν οι πόρτες. Αποτέλεσμα: 3.000 μαινόμενοι νεαροί έσπασαν τα ρολά τού "Παλλάς", και επί τρεις ώρες περίπου η περιοχή από τη Βουκουρεστίου ώς τηνΠλατεία Συντάγματος είχε μετατραπεί σε πεδίο μάχης, ενώ αρκετοί μαθητές συνελήφθησαν. Η τάξη μου τη Δευτέρα το πρωί είχε στους κόλπους της μια σπασμένη μύτη και δύο ξυρισμένους γουλί στο αστυνομικό τμήμα».
Η αμηχανία του καθεστώτος
Το αναπάντεχο ξέσπασμα της νεολαίας έφερε τη χούντα μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα. Η πρώτη σκέψη ήταν να ανακληθεί η άδεια προβολής τού «Γούντστοκ», αλλά κάτι τέτοιο θα έδειχνε τη γύμνια του καθεστώτος και θα το εξομοίωνε με τη Νότια Αφρική που όλοι είχαν μάθει ότι λογόκρινε την ταινία. Κατ’ αρχάς οι αρχές προσπάθησαν να αφαιρέσουν κάθε πολιτικό χαρακτήρα από το ντοκιμαντέρ.
Ο σκηνοθέτης δεν ξαναεμφανίστηκε δημόσια, παρά το γεγονός ότι η εταιρεία διανομής είχε αναγγείλει ότι θα φροντίσει να περάσει από όλες τις αίθουσες που πρόβαλλαν την ταινία. Μάλιστα δόθηκε στον Τύπο και μια εμφανώς υπαγορευμένη ανασκευή των δηλώσεών του, στην οποία αναφερόταν ότι ο σκηνοθέτης λυπάται που «παρερμηνεύτηκαν» ορισμένες δηλώσεις του: «Είμαι ένας καλλιτέχνης και θέλω να εκφράσω τις ανησυχίες της εποχής μου χωρίς καμιά προκατάληψη. Εκτός από την τέχνη μου δεν ενδιαφέρομαι για τίποτα άλλο». Προφανώς δεν ήταν ο Γουόντλεϊ συντάκτης αυτής της ανακοίνωσης.
Ο Τύπος άρχισε να αναφέρεται ανοιχτά στην προοπτική να διακοπεί η προβολή. Και μάλιστα η διακοπή αυτή εξαρτιόταν από την επιτυχία της ταινίας. Οι αρχές δήλωναν ότι άδεια δόθηκε μόνο για μία μέρα και ότι αυτή θα ανανεωνόταν μόνο εφόσον πειστούν ότι «δεν δημιουργείται κίνδυνος διασαλεύσεως της τάξεως».
Αλλά η κοσμοσυρροή συνεχιζόταν τη Δευτέρα: «Οι προοπτικές είναι μάλλον απαισιόδοξες, αν κρίνει κανείς από τον ενθουσιασμό που προκάλεσε και χθες η ταινία. Κατάμεστοι οι κινηματογράφοι [έξι αίθουσες], ατέλειωτες ουρές στα ταμεία, χειροκροτήματα ύστερα από κάθε τραγούδι, γενικά μια εκδήλωση ζωντάνιας παρά την επιβλητική παρουσία –τόσο στις εισόδους όσο και στο εσωτερικό των αιθουσών- των εντεταλμένων οργάνων της τάξεως και τις από μεγαφώνου συστάσεις καταπαύσεως των πάσης φύσεως εκδηλώσεων, υπό την απειλή της διακοπής προβολής. Σε ορισμένες αίθουσες, μάλιστα, ταξιθέται ή άλλοι αρμόδιοι [sic], διέσχιζαν τους διαδρόμους και με κλεφτοφάναρα εφώτιζαν τις σειρές των καθισμάτων προς ανακάλυψη χειροκροτούντων. Τέλος, στον κινηματογράφο "Αελλώ" αρμόδια, προφανώς, όργανα, με πολιτική περιβολή, εζήτησαν από αναμένοντες στην ουρά, προ του ταμείου, και θορυβούντες νεαρούς να τους ακολουθήσουν στο Τμήμα, μάλλον προς εξακρίβωση της ταυτότητός τους» («Τα Νέα», 1.12.1970).
Η ελεγχόμενη αρθρογραφία έθετε το ζήτημα ότι το καθεστώς γελοιοποιείται:
«Από μακρού χρόνου, και προ της Επαναστάσεως, λειτουργούν αι λεγόμεναι επιτροπαί κρίσεως ταινιών, που καλούνται και βάσει ωρισμένων κριτηρίων αποφαίνονται αν επιτρέπεται ή όχι η προβολή των ταινιών, η δε απόφασίς των κυρούται υπό του αρμοδίου υπουργείου. Αφ’ ης επομένως στιγμής ληφθή μία αποφάσις, πρέπει αύτη και να τηρήται. Διότι δεν είναι ορθόν την μίαν ημέραν να επιτρέπεται η προβολή μιας ταινίας και την άλλην να απαγορεύεται. Αυτό δεν είναι καλόν ούτε διά την κυβέρνησιν. Ας τακτοποιηθή συνεπώς το ζήτημα τούτο άπαξ διά παντός» («Βραδυνή», 2.12.1970).
Τελικά η ανοχή της χούντας δεν άντεξε ούτε μία βδομάδα. Το βράδυ της Παρασκευής αποφασίστηκε να μη συνεχιστεί η προβολή: «Τι θα γίνει με το "Γούντστοκ".Χθεσινοβραδινές πληροφορίες μας αναφέρουν ότι η προβολή της περιβόητης ταινίας που έχει καταρρίψει τα εισπρακτικά ρεκόρ και έχει προκαλέσει συναγερμόστις τάξεις της κάπως πιο μοντέρνας νεολαίας, δεν θα συνεχισθεί στους αθηναϊκούς κινηματογράφους. Αργά χθες το βράδυ οι αρμόδιοι κεντρικών κινηματογράφων που είχαν προαναγγείλει ότι θα συνεχίσουν για δεύτερη εβδομάδα την προβολή της πολύκροτης ταινίας, μας πληροφόρησαν ότι ματαιώνουν τα σχέδιά τους κι ότι από σήμερα θα προβάλλουν άλλα έργα» («Βραδυνή», 5.12.1970).
Ωστόσο ο τελικός απολογισμός της απήχηση της τριλογίας είναι εντυπωσιακός. Παρά το γεγονός ότι οι αρχές της χούντας φρόντισαν να διακόψουν πρόωρα την ελληνική σταδιοδρομία των τριών αμερικανικών ταινιών, το «Φράουλες και αίμα»πρόλαβε να κόψει 33.001 εισιτήρια, το «Ξένοιαστος καβαλάρης» 87.525 και το«Γούντστοκ» 90.353 (Χρυσάνθη Σωτηροπούλου, «Ελληνική Κινηματογραφία, 1965-1975», Αθήνα 1989).
Το αντίδοτο της χούντας
Η αμηχανία της χούντας απέναντι σ’ αυτά τα επαναστατικά μηνύματα που εισάγονταν από τις ΗΠΑ ήταν ολοφάνερη. Για μια συνωμοτική ομάδα στρατιωτικών, οι οποίοι είχαν στηρίξει την ισχύ τους στις ιδιαίτερες σχέσεις με την υπερατλαντική προστάτιδα δύναμη, ήταν λίγο δύσκολο να αντιληφθούν αυτόν τον αναπάντεχο «εκ Δύσεως κίνδυνο». Ειρωνεία της τύχης: η αρχική ανεκτικότητα της χούντας απέναντι στα μουσικά και εν συνεχεία κινηματογραφικά αυτά μηνύματα που εκπέμπονταν από τις ΗΠΑ και τη Δυτική Ευρώπη συνδυάστηκε με την καχυποψία της παραδοσιακής Αριστεράς απέναντι σ’ αυτού του είδους τη νεολαιίστικη αμφισβήτηση.
Και τι είχε να αντιπροτείνει η χούντα; Εκτός από την αυστηρή καταστολή με πρωταγωνιστή τον Ιωάννη Λαδά, στην οποία αναφερόμαστε παρακάτω, επιχειρήθηκε να γελοιοποιηθεί το νεολαιίστικο κίνημα μέσω μιας καρικατούρας του «χιπισμού». Επιστρατεύτηκε το αμφίβολο χιούμορ του κορυφαίου επιφυλλιδογράφου της εποχής, του Δημήτρη Ψαθά: «Τόση φασαρία έγινε τις προάλλες –επρόκειτο να παιχτή κάποια χίππικη ταινία- είσοδος δωρεάν για λόγους ρεκλάμας. Πολύ φυσικό ήταν, λοιπόν, να επωφεληθούν από το "τζάμπα" κάμποσα πλήθη νεαρών και να εφορμήσουν ακάθεκτα για την κατάληψη των θέσεων, για να οικονομήσουν το εικοσάρι οι μονοί, και τα ζευγαράκια το σαραντάρι. Ανησύχησε, όμως, η Αστυνομία από το πλήθος που έμεινε έξω απ’ τον κινηματογράφο, επειδή η σάλα δεν χωρούσε τόσους τζαμπατζήδες, που έμειναν εκτός νυμφώνος –στο πεζοδρόμιο- και φώναζαν. Τι φώναζαν; Τρίχες! Ολη κι όλη η ιστορία ήταν να μπουν μέσα, να δουν τους χίππηδες, ν’ ακούσουν τα χίππικα τραγούδια, και τόσο φοβήθηκε η Αστυνομία μήπως τυχόν και οι δικοί μας νέοι παρασυρθούν κατά την προβολή στις εξαλλοσύνες, τις υστερίες, τις αλλοφροσύνες και τια μανιακές κρίσεις των ξένων νεολαιών –ιδίως της Αμερικής- ώστε σκέφθηκε για μια στιγμή ν’ απαγορέψη την ταινία. Ευτυχώς, όμως, τελικά επεκράτησε σκέψη ωριμώτερη, η ταινία δεν απαγορεύτηκε κι ο κόσμος πάει και την βλέπει ελεύθερα».
Βέβαια, όπως είδαμε, τελικά η ταινία απαγορεύτηκε, παρά την αισιόδοξη πρόβλεψη του Ψαθά. Ακόμα πιο έξω έπεσε η εκτίμησή του ότι «το μέγιστο πλήθος της δικής μας νεολαίας δεν παρασύρεται σε τέτοιες αηδίες, κι έχοντας –αγόρια και κορίτσια- ν’ αντιμετωπίσουν άλλα σοβαρά προβλήματα της νεανικής τους ζωής, παρακολουθούν, όπως ο ίδιος διαπίστωσα, με απλή περιέργεια, αν όχι με απορία και πλήξη, τα αποκρουστικά καμώματα των χίππηδων» («Τα Νέα», 2.12.1970).
Στην ίδια κατεύθυνση ήταν η (υπερ)προβολή της ταινίας «Η θεία μου η χίπισσα» του απολογητή της χούντας Αλέκου Σακελλάριου. Παρά το γεγονός ότι μοιράστηκε σε 21 αίθουσες και ξεκίνησε να προβάλλεται την ίδια μέρα με το «Ξένοιαστος καβαλάρης» δεν κατόρθωσε να γελοιοποιήσει το νεολαιίστικο κίνημα. Και ο ίδιος ο Σακελλάριος το επιχείρησε με την επιφυλλιδογραφία του, αλλά στο τέλος υποχρεώθηκε να απολογείται για τη δική του κινηματογραφική καρικατούρα («Ελεύθερος Κόσμος», 1 και 2.12.1970).
Η δεύτερη μάχη της χούντας με τη νεολαία είχε χαθεί. Σε τρία χρόνια θα γινόταν η τελική αναμέτρηση.
Ναζί εναντίον «χίπηδων»
Από την ηγετική ομάδα της χούντας ανέλαβε ο πιο ακατάλληλος άνθρωπος να αντιμετωπίσει τη νεολαία εκείνη τη μεταβατική περίοδο που σημαδεύτηκε από την τριλογία των ταινιών του 1970.
Ηταν ο Ιωάννης Λαδάς, ο σκληρός συνταγματάρχης που έμοιαζε με Νοτιοαμερικανό δικτάτορα και υπήρξε μέντορας του εθνικοσοσιαλιστή Κώστα Πλεύρη. Ο Κώστας Κατσάπης καταγράφει στο πολύτιμο βιβλίο του τις προσπάθεια του Λαδά να καταστείλει το νεολαιίστικο κίνημα αμφισβήτησης ήδη από το 1968, επειδή ήταν πεισμένος ότι ο πραγματικός κίνδυνος για το καθεστώς δεν προερχόταν από την «κομμουνιστική επιβουλή», αλλά από τον «αναρχισμό της νεολαίας».
Με αιφνιδιαστικούς ελέγχους σε κλαμπ, με τη σύλληψη δεκάδων ομοφυλόφιλων, με την κήρυξη πολέμου στους «χίπηδες» και το υποχρεωτικό κούρεμα των«μαλλιάδων», ο Λαδάς θεωρούσε ότι υπερασπίζεται το έθνος από την έξωθεν απειλή. Σε ομιλία του προς φοιτητές τον Δεκέμβριο του 1968 περηφανευόταν ότι κατέστειλε τους «άπλυτους μακρυμάλληδες χίππυς». Και διεκδικούσε την προσωπική του επέμβαση: «Εγώ επ’ αυτού του θέματος, επειδή εγώ ησχολήθην εμπράκτως, επιτρέψατέ μου να σας είπω, ότι όταν τους συνελάμβανα και τους εκούρευα, δεν το έκανα διά να τους κόψω τα μαλλιά, αλλά διά να τους κόψω τη νοοτροπία που ήταν καταστρεπτική και γι’ αυτούς και για την πατρίδα» (Ιωάννου Λαδά, «Λόγοι», Αθήναι 1970, σ. 18).
Μετά το σοκ που υπέστη η χούντα από την υποδοχή της τριλογίας των αμερικανικών ταινιών τον Νοέμβρη του 1970, ο Λαδάς υποχρεώθηκε να εντείνει τις προσπάθειές του. Τον Φεβρουάριο του 1971 διαβάζουμε στα ψιλά του «Ελεύθερου Κόσμου» ότι η αστυνομία «εξαπέλυσε εξόρμηση εναντίον των μακρυμάλληδων νεαρών». Μόνο στο Περιστέρι προσήγαγαν «67 νεαρούς που το μήκος των μαλλιών των έκριναν ότι ήταν υπέρ το δέον μακρύ». Τέσσερις κουρείς είχαν επιστρατευτεί στο τοπικό τμήμα και κούρεψαν τους 40 από τους προσαχθέντες. Η προπαγάνδα της χούντας πρόσθεσε ότι «αθρόα υπήρξαν την επομένην τα τηλεφωνήματα γονέων εις το αστυνομικόν τμήμα, διά των οποίων εξεφράζοντο συγχαρητήρια διά την ενέργειαν των αστυνομικών» (11.2.1971).
Με αφέλεια ο Λαδάς αναφερόταν έμμεσα στην τριλογία των ταινιών τον Απρίλιο του 1971, απευθυνόμενος στη νεολαία της Λάρισας: «Τα ελληνικά νιάτα δεν προβληματίζονται με τας αηδίας των μακριών μαλλιών. Ηλθεν ο εκφυλισμένος χιππισμός, ο διαβρωτικός μηδενισμός και όλα όσα σάπια μπορεί να φαντασθεί κανείς. Οι Ελληνες κινδυνεύουν από ελάχιστα υποκείμενα, τα οποία διά του Τύπου, του κινηματογράφου και του θεάτρου και με άλλους τρόπους μεταφέρουν εις την κοινωνίαν μας την σήψιν άλλων κοινωνιών, εις τον λαόν μας, την διαφθοράν άλλων λαών και εις τα ήθη μας την ρυπαρότητα άλλων ηθών» (Ιωάννης Λαδάς, «Λόγοι», βιβλίον δεύτερον, Αθήναι 1972, σ. 46-7).
Χωρίς να το καταλαβαίνει, ο σκληρός της χούντας είχε βοηθήσει τη νεολαία της εποχής να βρει τον δρόμο της.
Διαβάστε:
►Κώστας Κατσάπης, «Το “πρόβλημα νεολαία”. Μοντέρνοι νέοι, παράδοση και αμφισβήτηση στη μεταπολεμική Ελλάδα, 1964-1974» (Απρόβλεπτες Εκδόσεις, 2013)
Εξαιρετικά τεκμηριωμένη περιδιάβαση στη νεολαία της αμφισβήτησης και ανίχνευση των όρων της πολιτικοποίησής της στα χρόνια της χούντας. Ειδική αναφορά στην υποδοχή της τριλογίας των ταινιών που μας απασχολούν, καθώς και στις αντιδράσεις του δικτατορικού καθεστώτος.
►Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, «Προβλήματα ιστορικοποίησης του Rock φαινομένου. Εμπειρίες και στοχασμοί» (περ. «Τα Ιστορικά», τχ. 20, Ιούνιος 1994)
Δείτε:
►«Φράουλες και αίμα» (The strawberry statement, του Στιούαρτ Χάγκμαν, 1970).
Η κατάληψη του Πανεπιστημίου Κολούμπια το 1968 και η εκκένωσή του από τα αμερικανικά ΜΑΤ. Βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του 19χρονου καταληψία Τζέιμς Κούνεν.
►«Ξένοιαστος καβαλάρης», (Easy rider, του Ντένις Χόπερ, 1969)
Μία από τις σημαντικότερες ταινίες δρόμου και ταυτόχρονα η επιτομή του κινήματος ατομικής αμφισβήτησης στις ΗΠΑ τη δεκαετία του ’60. Η πραγματική Αμερική με τα μάτια της νεολαίας της εποχής.
►«Γούντστοκ», (Woodstock, του Μάικλ Γουόντλεϊ, 1970)
Η επική κινηματογράφηση του ιστορικού μουσικού φεστιβάλ, που σημάδεψε μια γενιά σε όλο τον κόσμο.
 Πηγή: http://www.efsyn.gr