ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Παρασκευή 25 Απριλίου 2014

Ο Στράσσερ, ο Γκέμπελς και ο… «υπαρκτός εθνικοσοσιαλισμός»


“Σε τελική ανάλυση, θα ήταν καλύτερα για εμάς να τελειοποιήσουμε την πρόταση μας με βάση τον μπολσεβικισμό, παρά να υποφέρουμε την δουλεία του καπιταλισμού”.

Γιόζεφ Γκέμπελς

υπαρκτός-εθνικοσοσιαλισμόςΕίναι ευρέως γνωστό ότι ο φαρμακοποιός στο επάγγελμα Γκρέγκορ Στράσσερ ανέλαβε κατ’ ουσίαν την αρχηγεία του Εργατικού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος (NSADAP) της Γερμανίας, άμα την καταδίκη και ολιγόμηνη φυλάκιση του Αδόλφου Χίτλερ το 1924. Προσέλαβε μάλιστα και έναν φιλόδοξο και ιδιαίτερα δραστήριο για τα είκοσι του χρόνια νέο, τον παντελώς άγνωστο έως τότε Γιόζεφ Γκέμπελς, ο οποίος επιτέλεσε αμισθί και χρέη συμβούλου.

Ο Στράσσερ ήθελε να συγκροτηθεί το μάλλον ανυπόληπτο έως τότε ναζιστικό κόμμα, με άξονα μια ρητορική που θα είλκε ιδίως τους εργάτες. Είχε, λοιπόν, κατά νου να παρουσιάσει ένα πολιτικό πρόγραμμα ιδιαίτερα θελκτικό για το λεγόμενο προλεταριάτο. Σε αυτό ο Γκαίμπελς δεν είχε φυσικά αντίρρηση. Απεναντίας μάλιστα, τον προέτρεψε στο προχώρημα μιας τέτοιας πρακτικής, ως σημαίνον εργαλείο για την περαιτέρω διείσδυση των ναζιστικών ιδεών στα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα. Έτσι και αλλιώς, οι διαφωνίες των δυο ανδρών στον δεδομένο χρόνο υπήρξαν από μηδαμινές έως ανύπαρκτες.

Η κατάληξη βέβαια του Στράσσερ είναι γνωστή∙ συνελήφθη τη Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών και φυλακίστηκε. Εκτελέστηκε δε απ’ την Γκεστάπο του Βερολίνου στις 30 Ιουνίου του 1934 ύστερα από προσωπική διαταγή του Χίτλερ, καθώς ο «Βοημός δεκανέας» –όπως αρεσκόταν να τον αποκαλεί υποτιμητικά ο Χίντεμπουργκ– είχε βεβαίως άλλα κατά νου. Γνώριζε πως δίχως την συνεπικουρία του μεγάλου κεφαλαίου, θα έβλεπε τις αίθουσες τις καγκελαρίας μόνον με το κυάλι. Όσο για τις «μάζες», γι’ αυτές «προφήτεψε» πως άγονται και φέρονται ευκόλως, όταν οι εξουσιαστές ελέγχουν τόσο τα θεάματα, όσο και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Κατά τ’ άλλα το μόνο που του ζητούσαν ήταν κάτι λίγο περισσότερο απ’ ένα ξεροκόμματο στα γρανάζια των γερμανικών βιομηχανιών. Έτσι θα ήταν όλοι ευχαριστημένοι∙ κεφάλαιο και εργάτες. Δυστυχώς, ο μακελάρης δεν είχε άδικο. Όποιος ενδιαφέρεται μόνον για ύλη και θεάματα, δίχως να καλύπτει ουσιώδεις πνευματικές ανάγκες θα λογαριάζεται πάντα ως «μάζα» απ’ τους εξουσιαστές. Οι συμφωνίες του με τους βιομηχανικούς κολοσσούς, τα τραστ του άνθρακα και χάλυβα, τους μεγαλοεκδότες, καθώς και το έντονο φλερτ του με όλες τις γερμανικές τράπεζες, αλλά και μ’ ασφαλιστικές εταιρείες όμως η Alliance, δεν άφηναν περιθώριο για «προλεταριακές πρωτοπορίες» και «εργαλειακή χρήση του μπολσεβικισμού» που οραματιζόταν ο Στράσσερ. Και ενώ ο τέως αρχηγός των S.A εκτελέστηκε από «δικούς και φίλους» –μια πρακτική που επίσης μοιράζονται οι ναζί με τους κομμουνιστές–, ο πάλαι ποτέ γραμματέας και συμβουλάτοράς του συνέχισε απρόσκοπτα την άνοδο του στην ιεραρχία του κόμματος. Ποιος θα αμφισβητούσε άλλωστε την πολιτική ιδιοφυΐα του Γκαίμπελς; Δεξιοί και αριστεροί πολιτικοί, αντί να τον μέμφονται, θα ήταν πιο έντιμο να του ανάβουν κανένα καντήλι. «Δανείστηκαν» πολλά, τόσο απ’ τις απόψεις του, όσο και απ’ τις πρακτικές του.

Αυτό που είχε κατά νου ο Στράσσερ και ο Γκαίμπελς ήταν ένας εθνικοσοσιαλισμός «από τα κάτω» (για να δανειστούμε και εμείς την γνωστή κινηματική φράση της αριστεράς που «καθαγιάζει» τα πάντα και παντού). Ωστόσο, τέτοιας μορφής εθνικοσοσιαλισμός ουδέποτε εφαρμόστηκε. Δεν έχουμε φυσικά την παραμικρή αυταπάτη πως και τούτος, ως ένα ακόμη πρόσωπο της εξουσίας και της πολιτικής, θα εξευτέλιζε και θα καταπίεζε ανθρώπους και φύση. Διερωτόμαστε όμως∙ είναι μήπως αποκλειστικό προνόμιο μόνον των κομμουνιστών να ομιλούν για «υπαρκτό σοσιαλισμό», εγγράφοντας έτσι όλα τα αίσχη που έχουν πράξει οι ομοϊδεάτες τους στα μελανά κατάστιχα «κακών» ή «πλανεμένων» ηγετών; Αν το παραπάνω σχήμα ευσταθεί, γιατί να μην είναι εξ ίσου θεμιτό να το επικαλούνται και οι ναζί; Να ομιλούν δηλαδή και αυτοί για «υπαρκτό ναζισμό», ο οποίος φέρει αποκλειστικά την ευθύνη για τις αμέτρητες θηριωδίες;

Φυσικά, τόσο η ερυθρά πολιτική συμμορία, όσο και η μελανή, αμφότερες «υπαρκτές» και «ιδεατές», απέχουν τόσο απ’ την ελευθερία, όσο τα νυχτερινά του Liszt απ’ τα λαϊκοπόπ σκυλάδικα. Έτσι και αλλιώς, η Αναρχία βρίσκεται μακριά τόσο απ’ τις συμμορίες, όσο και απ’ την πολιτική, αν και δεν θα ήταν ψέμα να πούμε πως σε μεγάλο βαθμό οι δύο αυτές κοινωνικές πληγές συμπλέκονται ή και ταυτίζονται.

σύντροφοι για την Αναρχική απελευθερωτική δράση

Σχετικά βιβλία:

 WilliamL. ShirerΗ άνοδος και η πτώση του Γ΄ Ράιχ

πηγή:

http://anarchypress.wordpress.com/2014/04/24/%CE%BF-%CF%83%CF%84%CF%81%CE%AC%CF%83%CF%83%CE%B5%CF%81-%CE%BF-%CE%B3%CE%BA%CE%AD%CE%BC%CF%80%CE%B5%CE%BB%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%BF-%CF%85%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%BA%CF%84%CF%8C/#more-19031

Η ΑΝΟΔΟΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ

10155315_10202680160276959_282839974_nΗ γενικευμένη απάθεια της ελληνικής κοινωνίας μπροστά στις εφεδρείες της άρχουσας τάξης στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία και τις παραφυάδες της δεν είναι σημερινό, μεμονωμένο περιστατικό. Στην χώρα των νοικοκυραίων, υπάρχει ιστορικό συναίνεσης και ένοχης υπομονής.

Πάντα υπήρχαν πρόθυμοι, είτε στην γερμανική κατοχή, όπου ξεπετάχτηκαν οι μαυραγορίτες και οι ρουφιάνοι, είτε στην χούντα οι καταδότες και οι συνεργάτες  της αστυνομίας, είτε ακόμα και επί τουρκοκρατίας. Το χειρότερο είναι πως όλοι αυτοί, με κάποιον τρόπο ή πλούτισαν και προσπαθούν στο σήμερα να διατηρήσουν τα προνόμιά τους ή έθαψαν τόσο βαθιά τους σπόρους τους που φύτρωσαν οι απόγονοι των ιδεών και της νοοτροπίας τους.

Αλλά και φτάνοντας στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, ακόμα διαπιστώνεται μια αδικαιολόγητη ανοχή του λαού, απέναντι σε διεφθαρμένα κόμματα και αντιπροσώπους των κεφαλαιοκρατών, που μάλιστα νομοθετούν ανερυθρίαστα υπέρ των ισχυρών. Μάλιστα τους ψηφίζει όλους αυτούς και σε περιπτώσεις τους υποστηρίζει οπαδικά. Ακόμα και η διάχυτη εμφυλιακή ατμόσφαιρα που διχάζει χρόνια αυτόν τον λαό, είναι απόρροια και της δικής του μαλθακότητας να απαιτήσει δικαιοσύνη.

Στην σύγχρονη Ελλάδα, αυτοί που ουσιαστικά συντηρούν το κάθε καθεστώς, είναι οι λεγόμενοι “μετριοπαθείς”. Αυτοί κάνουν πλάτες στους πραγματικούς εξτρεμιστές, σ’ αυτούς που αποφασίζουν να αυτοβαπτιστούν ως “Μεσσίες” και να διαφεντεύουν τις μάζες. Οι μετριοπαθείς, ψύχραιμοι και δήθεν ορθολογιστές, είναι οι κοινωνοί της απάθειας, αυτοί που τους ανέχονται και θέλουν να καταστείλουν και οποιεσδήποτε αντιδράσεις.

Είναι χαρακτηριστική η υπομονή μεγάλης μερίδας του πληθυσμού απέναντι σε αυταρχικές, ρατσιστικές και αντικοινωνικές συμπεριφορές, που ανήκουν σε όλο το φάσμα του φασισμού. Είναι θέμα νοημοσύνης; Αντίληψης; Ψυχολογίας; Όλα αυτά μαζί; Ή μήπως αυτή η πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί, κοινωνικά και πολιτικά, τους κάνει να αισθάνονται οικεία και άνετα; Όπως τα γουρούνια με την λάσπη. Το θέμα είναι καθαρά ηθικό και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπίζεται. Ο μέσος ελληναράς, ενδιαφέρεται για την δουλειά ΤΟΥ, το σπίτι ΤΟΥ και το πορτοφόλι ΤΟΥ. Όλα τα υπόλοιπα αν δεν του αποφέρουν κάποιο κέρδος, δεν βρίσκονται στην σφαίρα ενδιαφερόντων του. Ακριβώς γι’ αυτό και η δημόσια σφαίρα αφήνεται βορά στα νύχια των επαγγελματιών πολιτικών, των σταυροφόρων των free press και του κάθε “Ποταμιού”. 

Η επικρατούσα συνθήκη προβλέπει ένα πιάτο φαΐ και ιδιωτική tv, άντε και κάνα βυζί. Για τους πιο “προνομιούχους”, σκυλάδικο και Μύκονος. Όσο αυτά διασφαλίζονται, όροι όπως τα δικαιώματα (ανθρώπινα και εργασιακά), η παιδεία, η υγεία, τα δημόσια αγαθά, η ισότητα κοκ, θα ακούγονται “κομμουνιστικά” ή πιο γραφικά κι από την Σαντορίνη. Αυτό δεν ισχύει μόνο σε ενεστώτα χρόνο, σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, αλλά στην Ελλάδα ίσχυε πάντα. Η επιβίωση του καθενός χωριστά, ήταν είναι και θα είναι πάνω απ’ όλα. Ακόμα κι αν το κράτος δεν παρέχει τίποτα ή μόνο τα απολύτως στοιχειώδη, οι αντιδράσεις έχουν καμφθεί, καθώς ο πολίτης υποβιβάστηκε διαχρονικά και τεχνηέντως σε παθητικό δέκτη-καταναλωτή. 

Τι μπορεί να αποτρέψει την άνοδο κάθε αντικοινωνικού στοιχείου; Αναμφίβολα -αφού στις μαζικές επιφοιτήσεις δεν πιστεύω- μια καταστροφή μεγάλης κλίμακας στον ελληνικό χώρο. Μια τραγωδία κολοσσιαίων διαστάσεων, που ούτε οι “μετριοπαθείς” δεν θα μπορούσαν να καλύψουν ή να ανεχθούν. Για αφύπνιση ούτε που το συζητάω. Υπάρχει η ανάγκη μιας νέας παραγωγής κουλτούρας, συμβόλων και οραμάτων. Ακριβώς γιατί όλα τα αντίστοιχα παλιά έχουν μεταμφιεστεί με μοντέρνες φορεσιές, κάποιες εκ των οποίων γνώριμες και αποδεκτές από το νεοελληνικό life style.

Μάλιστα, περνούν στην διαχείριση όλου του θυμού που προκύπτει από τις καταφανείς αδικίες και τον διοχετεύουν στον ρατσισμό και την μισαλλοδοξία. Αυτό το πανηγύρι που συνδέεται με πολλές διανοητικές και ψυχικές παθολογίες, το ονομάζουν “πατριωτισμό” (δηλαδή εθνικισμό), χειραγωγώντας την συλλογική συνείδηση. Η κατασκευή αποδιοπομπαίων τράγων αποπροσανατολίζει και διαιωνίζει τα στερεότυπα τα οποία εξευγενίζονται ή κανιβαλίζονται, ανάλογα με το σενάριο που εξυπηρετεί τον απώτερο σκοπό, δηλαδή την διάσωση της κυρίαρχης κορπορατικής ελίτ στην Ελλάδα. Της σύμπραξης πολιτικού προσωπικού, επιχειρηματιών και καναλαρχών.

Η εκπαίδευση των μεσοαστών και των μικροαστών βεβαίως, για έτη πολλά από τα ΜΜΕ, αποσκοπούσε και αποσκοπεί στην υιοθέτηση πειθήνιας συμπεριφοράς, στην κατάποση όλων των ψεμάτων και στην διατήρηση της πλάνης, πως οι ελίτ και οι “από κάτω”, έχουν τα ίδια συμφέροντα. Είναι ένας τύπος σωφρονισμού, σκοπός του οποίου είναι η διατήρηση της “κοινωνικής γαλήνης” που συχνά επικαλούνται και σήμερα οι κυβερνώντες.

Kατά κάποιον τρόπο πρόκειται για ψυχολογικό εκβιασμό, αφού συνδέουν την δική τους ηγεμονία και μακροημέρευση με την επιβίωση (άντε και την καλοπέραση) της μάζας. Γι’ αυτό ακριβώς έχουν ξεφυτρώσει πάρα πολλοί που προσπαθούν να στρογγυλέψουν τις εξόφθαλμες αδικίες και φρίκες, ενώ παράλληλα μας καλούν να δούμε “αισιόδοξα” το μέλλον και ν’ αφήσουμε στην άκρη το σκυθρωπό πρόσωπο της κριτικής σκέψης. Η κριτική σκέψη και η ανάλυση της πραγματικότητας περνάνε σε δεύτερη μοίρα, λοιδορούνται και διαπομπεύονται. Ας πούμε ότι για να μιλάς για το τι συμβαίνει αυτή την στιγμή στην Ελλάδα, το να βλέπεις και να ακούς, αλλά να μην σιωπάς, είναι συνώνυμο του ότι κάνεις κακό στον τουρισμό (sic).

1957993_217737658423365_733022087_nΑκόμα και σε παρέες, οι συζητήσεις περί πολιτικών θεωρούνται tres passe, βαρετές, δυσάρεστες. Η αποθέωση του ιδιωτικού βίου ως μόνο ενδιαφέρον, είναι ένα μεθυστικό άρωμα απάθειας και απόδειξη όξινης αλλοτρίωσης. Μια συνειδησιακή ύβρις και βλάσφημη αποχαύνωση. Και το παράδοξο είναι πως όσοι λένε ότι δεν ασχολούνται με την πολιτική θεωρούν εαυτούς (αλλά θεωρούνται και από τους ομοίους τους) ως “έξυπνοι” που “δεν βάζουν σκοτούρες στο μυαλουδάκι τους”. Δηλαδή ο ηλίθιος που αφήνει ακόμα και διεφθαρμένους να εξουσιάζουν, είναι ο “νορμάλ” στην μνημονιακή Ελλάδα. Κι εκεί που είχαμε την καρκινογένεση, πλέον το απολιτίκ και εγωκεντρικό μιμίδιο κάνει μετάσταση σε όλο το σώμα της κοινωνίας και ονομάζεται πλέον φασισμός.

Ποτέ μα ποτέ, αυτοί που ενδιαφέρονταν μόνο για το τομάρι τους δεν είχαν καλό τέλος. Στην χώρα μας αποτελούν πλειοψηφία, οπότε μόνο μια μαζική καταστροφή μπορεί να οδηγήσει σε αφύπνιση. Και σ’ αυτό μην βάλετε στο νου σας σεισμούς και καταποντισμούς. Η απάθεια γεννά τέρατα και η ανοχή τα θρέφει.

Κι όπως έλεγε η Γώγου, ποτέ δεν σημαδεύουν στα πόδια, ο στόχος είναι στο κεφάλι.

 πηγή:http://unfucker.wordpress.com/2014/04/24/%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CF%83-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CF%89%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%89%CE%BD/#like-34396

Γιάννης Βαρουφάκης: Προεκλογική σκηνοθεσία το πλεόνασμα και η έξοδος στις αγορές

Συνέντευξη στον Παύλο Κλαυδιανό 


Μύθος η σκληρή διαπραγμάτευση – Νεκροζώντανες οι τράπεζες
Ο Γ. Βαρουφάκης κρίνει τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς εν όψει εκλογών και ειδικότερα την εξαγγελία πλεονάσματος, καθώς και την πρόβλεψη για έξοδο στις αγορές, χωρίς να διστάσει να πει πικρές αλήθειες για τους διθυραμβικούς τόνους, που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση και για τη θρυλούμενη ευρωστία του τραπεζικού συστήματος.


Η τελευταία συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας εμφανίζεται σαν πρώτο βήμα εξόδου από την κρίση και το μνημόνιο. Είναι, λοιπόν, έτσι ή για άλλη μια φορά καλείται η καθημαγμένη κοινωνία να πιστέψει ότι υπάρχει φως;

Η ίδια η κυβέρνηση παραδέχεται ότι το ελληνικό χρέος, το οποίο σύμφωνα με το Μνημόνιο ΙΙ θα αποπληρώνουμε μέχρι και το 2030, παραμένει μη βιώσιμο. Μ’ άλλα λόγια, σύμφωνα με την ίδια την τρόικα έχουμε «μνημονιώδεις» υποχρεώσεις ως το 2030, που η ίδια η κυβέρνηση, το ΔΝΤ, η ΕΚΤ, η Επιτροπή, ο κ. Σόιμπλε παραδέχονται πως είναι αδύνατο να τηρηθούν.

Το μνημόνιο είχε δύο σκέλη. Πρώτον, τη διαδικασία παροχής των δόσεων στην Ελλάδα. Αυτή λήγει τον Μάιο με την τελευταία δόση. Από εκεί και πέρα, όμως, ξεκινάει το πιο αυστηρό και σκληρό μέρος των μνημονιακών συμβάσεων, που αφορούν τις δικές μας αποπληρωμές των μνημονιακών δανείων που θα συνεχισθούν, σύμφωνα με το πρόγραμμα, ως το 2030, οπότε θα μιλάμε για έξοδο από το μνημόνιο.

Όταν έχουμε αυτή την υποχρέωση, είναι, τουλάχιστον, ανέκδοτο να αναφερόμαστε τώρα σε έξοδο από το Μνημόνιο. Προφανώς, η κυβέρνηση μετά από δύο χρόνια σχετικής νηνεμίας στο κοινωνικό μέτωπο και αντιμετωπίζοντας τώρα μια εκλογική διαδικασία στην οποία φοβάται ότι θα τιμωρηθεί, προσπαθεί με νύχια και με δόντια να δημιουργήσει συνθήκες ανοχής, όχι βέβαια επιβράβευσης, στο εκλογικό σώμα και διάσπασής του μέσα από την παγιωμένη στρατηγική: πρώτον, «τρομοκρατούμε τον κόσμο», δεύτερον, «του σπάμε το ηθικό», τρίτον, του «υποσχόμαστε αυτά που θέλει να ακούσει, κι ας μην τα πιστεύει».

Η «Wall Street Journal» έγραφε, βοηθώντας, ότι η κυβέρνηση κινήθηκε σ’ αυτή τη διαπραγμάτευση στο δικό της «σκοπό», σε σχέση με την τρόικα, στηριζόμενη στις βελτιωμένες προοπτικές της οικονομίας. Να το σχολιάσουμε;


Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση είχε τη δυνατότητα να συγκρουστεί αρνούμενη αυτά που προσπάθησε να της επιβάλει η τρόικα, λέγοντας ότι δεν θα πάρει τις επόμενες δόσεις αν πρώτα δεν γινόταν συνολική αναδιαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης. Δεν το έκανε όμως. Έκανε ακριβώς αυτό που της είπε η τρόικα. Η όλη ιστορία ότι δήθεν έκανε διαπραγμάτευση για το γάλα, ομαδικές απολύσεις κ.τ.λ. είναι ένα φθηνό θεατρικό έργο. Η τρόικα γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν υπήρξε πρωτογενές πλεόνασμα, λόγω των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου. Απλώς επέτρεψε στην κυβέρνηση να πάρει 500 εκ. να τα μοιράσει προεκλογικά, όπως κάνουν παραδοσιακά οι ελληνικές κυβερνήσεις, μόνο και μόνο για να επιβραβεύσει την ενδοτικότητά της.

Μύθος η σκληρή διαπραγμάτευση

Επίκειται, λοιπόν, μετά τις εκλογές σκληρή συζήτηση;

Συζήτηση μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας σκληρή δεν υπήρξε ποτέ ούτε θα υπάρξει.

Εννοείται, σκληρή για τα θέματα που θα θέσει και θα απαιτηθούν.
Προφανώς. Η συμφωνία του κ. Σαμαρά με την κ. Μέρκελ μετά την εκλογή του Ιουνίου 2012 ήταν ότι, καταρχάς, η Ελλάδα δεν θα εκπαραθυρωθεί από την Ευρωζώνη, εφόσον ο κ. Σαμαράς και ο κ. Στουρνάρας «ξεχάσουν» τη συμμαχία με το ΔΝΤ για απομείωση του ελληνικού χρέους και εφαρμόσουν ό,τι τους απαιτηθεί, με την υπόσχεση ότι μετά τις γερμανικές εκλογές θα ανακουφισθεί η κατάσταση με το ελληνικό χρέος.

Η κ. Μέρκελ δεν τήρησε τις υποσχέσεις εκείνες – υποσχέσεις που μας έλεγε ο κ. Σαμαράς ότι είχε. Τώρα, δεν μπορούσε να μην του δώσει κάτι, όταν ο κ. Σαμαράς και ο κ. Στουρνάρας έχουν υποκλιθεί πλήρως στις απαιτήσεις του Βερολίνου και γενικότερα της τρόικας, κι έχουν απορρίψει την πρόταση του ΔΝΤ για μια από κοινού κρούση στο Βερολίνο και τη Φραγκφούρτη για μείωση του ελληνικού χρέους.

Τώρα, που βρίσκονται αντιμέτωποι με τις εκλογές, το δωράκι που τους έκαναν είναι τα 500 εκ. Μερικά ψίχουλα, μ’ άλλα λόγια, με στόχο να δουν το καλοκαίρι τι θα κάνουν με ένα χρέος, το οποίο οι ίδιοι γνωρίζουν ότι δεν είναι βιώσιμο. Πολύ φοβάμαι ότι δεν θα ξέρουν τι να κάνουν, όπως δεν ήξεραν πριν ένα, δύο, τρία, τέσσερα χρόνια.

Πριν πάμε στο χρέος, να ρωτήσω σε ποια βάση, από τεχνοκρατική άποψη, γίνονται οι υπολογισμοί για το πλεόνασμα και επομένως η συζήτηση μεταξύ τρόικας και υπουργείου Οικονομικών.

Νομίζω ότι δεν έχει γίνει, στ’ αλήθεια, συζήτηση περί πρωτογενούς πλεονάσματος. Η τρόικα ξέρει ότι δεν υπάρχει. Υπάρχουν δύο διαστάσεις του θέματος. Πρώτον, η κυβέρνηση μιλάει για πλεόνασμα σε ταμειακή βάση. Η τρόικα δεν την αποδέχεται, μιλάει στη βάση των δεδουλευμένων, όπως και η Eurostat, η οποία θα αποφανθεί το καλοκαίρι, πλέον, για το πλεόνασμα του 2013. Αυτή τη στιγμή το πλεόνασμα που αναφέρουν δεν είναι αποδεκτό από Eurostat και τρόικα. Η τρόικα, όμως, κάνει τα στραβά μάτια.

Ποια είναι η λογιστική κατάσταση στην πραγματικότητα ως προς το πρωτογενές πλεόναμσα σε δεδουλευμένη βάση; Για να απαντήσουμε, πρέπει να λάβουμε δύο σημαντικές μεταβλητές υπ’ όψη μας: Πρώτον, τις ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις του δημοσίου. Δεύτερον , την απόφαση του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΕΤΧΣ), η οποία θα παρθεί Ιούλιο – Αύγουστο του 2014, όσον αφορά το κόστος της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών για το 2013.

Αυτό το κόστος θα υπολογισθεί στη βάση εκτίμησης για την τιμή των μετοχών των τραπεζών στο χρηματιστήριο σε σχέση με το 2013. Άρα, ως τότε, δεν θα έχουμε κανένα σταθερό σημείο για τον υπολογισμό του πλεονάσματος του 2013.

Νεκροζώντανες οι τράπεζες

Επίκειται το νομοσχέδιο για τις τράπεζες και η κυβέρνηση δείχνει μέγιστη πολιτική ανησυχία, απέφυγε να απαντήσει και σε ερώτηση του Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή. Τι σκέπτονται, άραγε, γι’ αυτό τον κόμπο;

Η στρατηγική τόσο της ελληνικής κυβέρνησης όσο και της ΕΕ για τις ελληνικές τράπεζες είναι η στρατηγική του κουκουλώματος της βαθειάς πτώχευσης των τραπεζών. Απλά, δεν θα παραδεχθούν ότι, παρά τα 40 με 46 δισ που θα έχουν λάβει οι τράπεζες από το δημόσιο, θα παραμένουν «νεκροζώντανες», δηλαδή ανίκανες να δανείζουν ακόμα και στις επικερδείς επιχειρήσεις.

Τέσσερις είναι οι λόγοι για αυτό: Πρώτον, το PSI άφησε τις τράπεζες πολύ πιο λαβωμένες απ’ ό,τι παραδέχθηκε η Blackrock και η τρόικα.

Δεύτερον, λόγω της λεγόμενης «επαναγοράς» χρέους στα τέλη του 2012 – η οποία, να θυμηθούμε, έγινε γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν δέχθηκε την πρόταση Λαγκάρντ για απομείωση του χρέους – που ουσιαστικά ήταν ένα δεύτερο PSI βλαπτικό για τις τράπεζες.

Τρίτον, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα οποία είναι πολύ μεγαλύτερα από αυτά που αναφέρουν – υπολογίζω μια νέα τρύπα 50 – 60 εκ. ευρώ.

Τέταρτον, λόγω της συνεχιζόμενης διαπλοκής κομμάτων εξουσίας, ΜΜΕ και τραπεζιτών, με τους τραπεζίτες να καταφέρνουν, ελέω των κομμάτων εξουσίας, να παραμείνουν στο τιμόνι των πτωχευμένων τραπεζών ώστε να συνεχίσουν να εξυπηρετούν τα κόμματα εξουσίας και τα συστημικά ΜΜΕ.

Με άλλα λόγια, δηλαδή, δεδομένης της αποφασιστικότητας με την οποία ο κ. Σόιμπλε απορρίπτει την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών από το ESM (έχει λήξει αυτή η ιστορία, ιδίως με τη δήθεν ενοποίηση των τραπεζών που αποφάσισαν και για την οποία χαίρονται και εορτάζουν αυτή την εποχή), οι τράπεζες δεν θα μπορέσουν να βρουν τα κεφάλαια που χρειάζονται για να καλύψουν αυτές τις μαύρες τρύπες.

Το Δημόσιο δεν έχει τη δυνατότητα να δανεισθεί κι άλλα 50 – 60 δισ. να τους δώσει – ευτυχώς δεν θα το κάνει. Κι αυτό τι σημαίνει; Ότι οι τράπεζες θα παραμείνουν νεκροζώντανες. Και η μόνη στρατηγική της τρόικας και της κυβέρνσης είναι αυτό να μη φανεί. Μ’ άλλα λόγια, θα υπάρξει μια ανίερη συμμαχία μεταξύ Αθήνας, Βερολίνου και Φραγκφούρτης να βρουν έναν τρόπο δήθεν ότι θα έχουν καλύψει τις μαύρες τρύπες των τραπεζών.

Η ΕΚΤ είναι και θα παραμείνει προβληματισμένη μ’ αυτό, διότι η λεγόμενη τραπεζική ενοποίηση πετάει σ’ αυτή το μπαλάκι του ελέγχου της εποπτείας των ελληνικών τραπεζών. Αυτό, έχει πολύ μεγάλη σημασία: η ΕΚΤ έφτιαξε ένα νέο τμήμα, ένα νέο παράρτημα, που στόχο έχει την εποπτεία των τραπεζών. Αυτοί οι άνθρωποι θα έλθουν, και είναι καλοί επαγγελματίες, θα κοιτάξουν τα βιβλία των τραπεζών, θα δουν ότι είναι πτωχευμένες, αλλά μετά θα υπάρξει τεράστιο πολιτικό κόστος και μεγάλες πιέσεις επάνω τους για να μην το ανακοινώσουν.

Διότι αν το ανακοινώσουν, μετά δεν υπάρχει διαδικασία επανακεφαλαιοποίησης, δεν υπάρχουν τα χρήματα. Θα προσποιούνται, λοιπόν, ότι δεν υπάρχει πρόβλημα, οι τραπεζίτες θα γνωρίζουν ότι η ΕΚΤ που είναι η μοναδική εποπτική αρχή πλέον τις θεωρεί πτωχευμένες, αλλά διστάζει να το πει. Και ξέρετε τι θα σημαίνει, τελικά, αυτό; Ένα πράγμα: δεν θα υπάρξει καθόλου τραπεζική πίστη στον ιδιωτικό τομέα, γιατί οι τραπεζίτες το γνωρίζουν ότι οι τράπεζες είναι πτωχευμένες, ότι η ΕΚΤ καραδοκεί να τους πάρει τις τράπεζες κι έτσι ό,τι χρήμα θα μπει μέσα στα ταμεία των τραπεζών θα το κρατάνε.

Υπάρχουν άφθονα κεφάλαια, λένε, που από τις αναδυόμενες αγορές, έρχονται στην Ευρώπη, στην περιφέρειά της. Ήδη δύο τράπεζες προχώρησαν σε αυξήσεις κεφαλαίου. Τι κεφάλαια είναι αυτά;

Είναι αλήθεια ότι υπάρχει ροή κεφαλαίων προς την Ευρωζώνη από κερδοσκοπικά κεφάλαια τα οποία είχαν παραχθεί μέσα από τη λεγόμενη ποσοτική χαλάρωση των μεγάλων κεντρικών τραπεζών –Βρετανίας, ΗΠΑ, Ιαπωνίας– οι οποίες κόβουν χρήμα και συνεχίζουν να το κάνουν. Αυτά τα χρήματα είχαν εισρεύσει σε χώρες όπως η Βραζιλία, η Ινδονησία, η Μαλαισία, η Τουρκία και τώρα, λόγω μείωσης αναπτυξιακών ρυθμών και μεγάλων προβλημάτων που αντιμετωπίζουν μετά από την ανακοίνωση της Fed ότι μειώνεται ο ρυθμός πιστωτικής χαλάρωσης (καθώς και κινήσεις της κινεζικής κυβέρνησης για να μειωθεί η εχώρια τραπεζική πίστη), κάποια χρήματα, σε κατάσταση πανικού, έφυγαν από τις αγορές αυτές και ήλθαν στην Ευρωζώνη.

Πρέπει, όμως, να σου πω ότι αυτό δεν αρκεί για να σωθούν οι τράπεζές μας, διότι αυτά τα χρήματα δεν καταλήγουν ως κεφαλαιακά αποθέματα στις ελληνικές τράπεζες. Είναι κερδοσκοπικά και έρχονται με στόχο να μη μείνουν, να χρησιμοποιήσουν το απαράδεκτο θεσμικό καθεστώς Παπαδήμου-Βενιζέλου –μετά το PSI, με τα Warrants– που τους δίνει δυνατότητα για ένα πολύ γρήγορο κέρδος, το οποίο μετά θα το εξαργυρώσουν και θα το βάλουν στα πόδια με την εμφάνιση των πρώτων, νέων σύννεφων.

Όταν βλέπεις να μπαίνουν σε μια χώρα τέτοια κεφάλαια, και σε ένα τραπεζικό σύστημα διαλυμμένο, αυτό πρέπει να σε θορυβεί, όχι να σε ικανοποιεί. Υπάρχει πολύ μεγάλη διαφορά αν μπαίνουν κεφάλαια με τα οποία αγοράζουν υπάρχουσες ή νέες μετοχές για κερδοσκοπικό παιχνίδι, από το να τοποθετούνται με σκοπό τη μακροχρόνια παραμονή τους. Οι τραπεζίτες μας αυτή τη στιγμή καίγονται να δείξουν ότι υπάρχει αύξηση της τιμής των τραπεζικών μετοχών και μια επιτυχημένη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου και, για αυτό, έρχονται σε αμαρτωλές συμμαχίες μ’ αυτά τα κεφάλαια, με τρόπους που τους βοηθούν να προσποιούνται ότι υπάρχει πραγματική ζήτηση για μακροχρόνιες τοποθετήσεις κεφαλαίων στις ελληνικές τράπεζες.

Προσποιούνται έξοδο στις αγορές


Η κυβέρνηση, ωστόσο, τροφοδοτεί δημοσιεύματα, σύμφωνα με τα οποία μετά τη συμφωνία ο στρατηγικός στόχος της είναι η έξοδος στις αγορές, η αποφυγή λήψης νέου δανείου από την ευρωζώνη, η μη λήψη νέων μέτρων, εν τέλει, και η απαλλαγή από το μνημόνιο…

Η συγκεκριμένη κυβέρνηση θα κάνει ακριβώς ό, τι της πει ο κ. Σόιμπλε. Είναι καθαρό αυτό. Το ελληνικό Δημόσιο είναι πτωχευμένο, κακά τα ψέματα. Έχει ένα χρέος μη βιώσιμο. Μόνο το 2014 απαιτούνται αποπληρωμές 31 δισ. και το 2015, 22 δισ. Δεν θα μπορούν να γίνουν αυτές οι αποπληρωμές. Χρειαζόμαστε πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 4% του ΑΕΠ για τις αποπληρωμές, αλλά αυτό είναι στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας και κανένας δεν περιμένει ότι θα γίνει. Πού και πώς, λοιπόν, θα βρεθούν αυτά τα χρήματα, για να προσποιηθούν ότι αυτές οι αποπληρωμές μπορεί να γίνουν; Γιατί περί αυτού πρόκειται. Όπως γίνεται, εξάλλου, τέσσερα χρόνια τώρα: προσποιούμαστε! Δανειζόμαστε με νέα δανεικά, για να αποπληρώνουμε τα παλιά, με πυραμιδικό τρόπο.

Υπάρχουν δύο εναλλακτικές. Η μια είναι νέος επίσημος δανεισμός, ένα τρίτο μνημόνιο με ένα σημαντικό ποσό. Αυτό όμως είναι πολιτικά δύσκολο, διότι ούτε η γερμανική κυβέρνηση το αντέχει, ούτε η ελληνική. Η μοναδική εναλλακτική είναι, όπως εγώ την ονομάζω, να μας βγάλουν πτωχευμένους στις αγορές. Θα ερωτήσεις: μα οι αγορές ηλίθιες είναι να δανείσουν πτωχευμένους; Η απάντηση είναι πάρα πολύ απλή: είναι το πρόγραμμα ΟΜΤ, της ΕΚΤ.

Ες αεί όμως; Κανένας δεν μπορεί να περπατάει επί πολύ στην επιφάνεια των υδάτων.

Ες αεί. Ες αεί, βέβαια δεν υπάρχει τίποτε, κάποια στιγμή θα σπάσει η φούσκα, αλλά μην ξεχνάμε ότι οι πολιτικοί μας έχουν έναν ορίζοντα διετίας το πολύ. Το τι θα γίνει το 2016, πόσο μάλιστα το 2024, δεν τους απασχολεί. Κοίταξε. Αυτή τη στιγμή τα σπρεντς έχουν πέσει. Ισχύει ακόμη η ανακοίνωση του κ. Ντράγκι ότι θα κάνει ό, τι χρειάζεται, αν τα επιτόκια ανέβουν περισσότερο από ένα σημείο. Αυτή τη στιγμή η Ιταλία δεν μπορεί να αναχρηματοδοτήσει το χρέος της, όμως τα επιτόκια δανεισμού της είναι πάρα πολύ χαμηλά. Γιατί οι ντίλερ της αγοράς ομολόγων έχουν λάβει στα σοβαρά αυτή την προειδοποίηση, ότι αν ανεβάσουν τα επιτόκια πάνω από 3%, 4%, 5%, θα τους κάψει. Ότι το στοίχημά τους θα αποτύχει, διότι ο Ντράγκι, τυπώνοντας χρήμα και αγοράζοντας όσα ιταλικά ομόλογα χρειάζεται, θα ρίξει τα επιτόκια.

Η επέκταση αυτής της πολιτικής εκφοβισμού των αγορών από την ΕΚΤ και στην περίπτωση της Ελλάδας είναι ο μόνος τρόπος για να βγει η Ελλάδα στις αγορές με ένα επιτόκιο 4% – 5%. Κάτι που θα είναι μεν καταστροφικό για το δημόσιο ελληνικό χρέος, αλλά θα δώσει την ευκαιρία σε Αθήνα και Βερολίνο να πανηγυρίσουν την έξοδο στις αγορές. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι η επέκταση της ΟΜΤ της ΕΚΤ και στην Ελλάδα θα γίνει όχι επίσημα, αλλά ανεπίσημα. Δεν θα χρειαστεί καμία επίσημη ανακοίνωση από την ΕΚΤ. Το μόνο που χρειάζεται, είναι ο κ. Ντράγκι να δώσει σήμα στις αγορές ομολόγων ότι στην ΟΜΤ συμπεριλαμβάνει και την Ελλάδα. Οπότε, ουσιαστικά, θα συναφθεί ένα τρίτο μνημόνιο, που θα διαφέρει από τα δύο προηγούμενα στο ότι ο δανεισμός θα γίνει από τις αγορές υπό τη σιωπηλή κηδεμονία της ΕΚΤ.

Πηγή : εποχή

‘Ο,τι αρπάξει η νύφη στην καβάλα!!

Ή:  Δε σε ξέρω δε με ξέρεις, υποφέρω κι υποφέρεις..”,

     ..ή: ”τώρα σ’ ήβρα, τώρα στάσου!”.

     Διότι αφού πιστοί κι αμετανόητοι στις…


προεκλογικές παραδόσεις, οι υποψήφιοι και τα κόμματα κυρίως τηςσυγκυβέρνησης(συνεργατών δωσιλόγων και σία), επιδίδονται στο σπορ του ταξίματος, τωνυποσχέσεων, τουρουσφετιού,
     ..καιρός κι ο λαός να τους πληρώσει με το ίδιο νόμισμα!

     Εξηγούμαστε: Αφού όλοι αυτοί, την επόμενη μέρα των εκλογών θα ξαναγίνουν άφαντοι, παθαίνοντας ολική αμνησία που θα κρατήσει τουλάχιστον μέχρι τις επόμενες εκλογές,
     ..κι επειδή έτσι κι αλλιώς οι καιροί είναι δύσκολοι και πονηροί,
     ..καλό θα είναι οι ψηφοφόροι να απαιτούν να λάβουν το ρουσφέτι τους πριν την ημέρα των εκλογών,
     ..όπου προσερχόμενοι χαρούμενοι επειδή θα έχει ικανοποιηθεί το αίτημά τους,
     ..θα ”μαυρίσουν” μεγαλοπρεπέστατα όλους αυτούς τους γελοίους που διαχρονικάαντιμετωπίζουν τους πολίτες σαν σκυλιά που πετώντας τους ένα ξεροκόμματο, αυτοί (οι πολίτες) θα πρέπει να τρέχουν ξοπίσω τους κουνώντας την ουρά!

     Να αποσπάσουμε προκαταβολικά ό,τι μπορούμε απ’ τους εξουσιολιγούρηδες, και τα κόμματα της καταστροφής, και μετά να τους καταψηφίσουμε δυναμικά και τελεσίδικα!
     Χωρίς ηθικές αναστολές, χωρίς τύψεις συνείδησης, χωρίς οίκτο!

     Ακριβώς επειδή έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους(;) ανήθικουςασυνείδητους,αδίστακτους, που μόνον μιά τέτοια αντιμετώπιση από μέρους μας μπορεί να διαπεράσει τηνχοντρή τους πέτσα, και να νοιώσουν όπως νοιώθουμε κι εμείς όλα αυτά τα χρόνια.

     Ας τους χρησιμοποιήσουμε λοιπόν, ας τους εκμεταλλευτούμε κι ας τους γελοιοποιήσουμεόσο μπορούμε, χωρίς κανέναν προβληματισμό, χωρίς κανέναν συναισθηματισμό!
     Τώρα είναι η χρυσή ευκαιρία!..

     Υ.Γ.   Και γι αυτούς που πονηρά θα αντιτείνουν ότι θα γίνουμε κι εμείς σαν τα μούτρα αυτονών, τους καθησυχάζουμε λέγοντάς  ότι ο λαός έχει και μέτρο, και συλλογική ηθική που τον προστατεύει απ’ το να φτάσει στην έσχατη ηθική κατάντια αυτών των υπανθρώπων!.

.mandatoforos

Άμεση Δημοκρατία και τοπική αυτοδιοίκηση. Του Γιώργου Λιερού

Ο Γιώργος Λιερός* αρθρογραφεί στο enallaktikos.gr
Λαϊκές συνελεύσεις και επιτροπές συνοικίας
[Μέσω των] μικρών Δημοκρατιών… κάθε άνθρωπος μέσα στην Πολιτεία [θα μπορούσε να γίνει] ενεργό μέλος της κοινής κυβέρνησης και να πραγματεύεται προσωπικά ένα μεγάλο μέρος των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών του …συμμέτοχος στη διαχείριση των υποθέσεων και όχι απλώς στις εκλογές μια μέρα το χρόνο, αλλά κάθε μέρα…
…να διαιρεθεί [η κυβέρνηση] ανάμεσα στους πολλούς, να κατανεμηθούν στον καθένα εκείνα ακριβώς τα καθήκοντα για τα οποία είναι ικανός»
Τόμας Τζέφερσον1

Ο Δήμος από διοικητική περιφέρεια πρέπει να γίνει ξανά η συνέλεση των πολιτών του. Η άμεση δημοκρατία είναι τοπική αυτοδιοίκηση.

Η αυτοδιοίκηση σήμερα δεν υφίσταται. Οι δήμοι αποτελούν τους τοπικούς βραχίονες της κεντρικής διοίκησης και η τοπική συμμετοχή περιορίζεται στις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στα τοπικά πελατειακά δίκτυα και την πολιτική εξουσία.

Η αυτοδιοίκηση, η ανάληψη της ευθύνης της διοίκησης από τους ίδιους τους δημότες, δεν μπορεί να εκχωρηθεί από την εξουσία ή να αποφασιστεί από μια φωτισμένη δημοτική πλειοψηφία, αλλά μόνο να κατακτηθεί μέσα από μακροχρόνιες προσπάθειες ˙ μπορεί να οικοδομηθεί βήμα- βήμα. Η εξουσία θα περνάει στα χέρια των πολιτών άλλοτε σταδιακά και άλλοτε με άλματα στο μέτρο που αυξάνονται οι ευκαιρίες τους να είναι δημοκράτες και να δρουν ως πολίτες. Η «Αντίσταση με τους πολίτες του Χαλανδρίου» έρχεται να προτείνει τρόπους για να αυξηθούν αυτές οι ευκαιρίες.

Μια πλήρως ανεπτυγμένη άμεση δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς ένα νέο Σύνταγμα, χωρίς την αλλαγή του κοινωνικού συστήματος. Και όμως, πριν από 10-15 χρόνια, οι λαϊκές συνελεύσεις ήταν μια πραγματικότητα σχεδόν σε όλες τις γειτονιές του Χαλανδρίου, ενώ στο κέντρο της πόλης λειτούργησε μια μαζική συνέλευση το Δεκέμβριο του 2008 και το καλοκαίρι του 2011 με το κίνημα των αγανακτισμένων. Για πολλά χρόνια μαζικές παρεμβάσεις των κατοίκων «προ της ημερησίας» στο δημοτικό συμβούλιο του έδιναν εκ των πραγμάτων ένα χαρακτήρα συνέλευσης. Αυτή η πραγματικότητα μπορεί να θεσμοθετηθεί και να οργανωθεί καλύτερα.

Προτείνουμε τη συγκρότηση λαϊκής συνέλευσης σε κάθε πολεοδομική ενότητα (το νέο πολεοδομικό σχέδιο προβλέπει συνολικά επτά ενότητες) και την εκλογή από αυτήν άμεσα ανακλητής συνοικιακής επιτροπής.  Οι λαϊκές συνελεύσεις, οι συνοικιακές επιτροπές και η συνέλευση των συνοικιακών επιτροπών από τη μια και η εκλεγμένη δημοτική αρχή από την άλλη μπορούν να αποτελέσουν δύο συμπληρωματικές / ανταγωνιστικές και αμοιβαία εξισορροπούμενες δομές  εξουσίας. Με αυτόν τον τρόπο σε ένα πρώτο στάδιο:

Η διοίκηση του Δήμου λειτουργεί σύμφωνα με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία ενώ ο έλεγχός της γίνεται μέσα από διαδικασίες άμεσης δημοκρατίας.

Οι λαϊκές συνελεύσεις και οι συνοικιακές επιτροπές αναλαμβάνουν άμεσα ένα μέρος των αρμοδιοτήτων του Δήμου όσον αφορά α) την σύνταξη του προϋπολογισμού β) την κατάρτιση του τεχνικού προγράμματος γ) την κοινωνική αλληλεγγύη.

Η προοπτική είναι όλο και περισσότερες από τις αρμοδιότητες του Δήμου να περνάνε στις συνελεύσεις και τις συνοικιακές επιτροπές

Πιο αναλυτικά:

Το δεύτερο δεκαπενθήμερο κάθε Σεπτέμβρη γίνεται κύκλος λαϊκών συνελεύσεων σε κάθε μια από τις οποίες ο δήμαρχος ενημερώνει για τα έργα που έχουν εκτελεστεί στην πολεοδομική ενότητα, για αυτά που βρίσκονται στη διαδικασία πραγματοποίησης ή που δεν έχουν ξεκινήσει ακόμα. Ο δήμαρχος επίσης παρουσιάζει το προσχέδιο του τεχνικού προγράμματος και του προϋπολογισμού της επόμενης χρονιάς. Οι κάτοικοι καταθέτουν τις απόψεις τους και αιτιολογούν το είδος των έργων που πρέπει να πραγματοποιηθούν κατά προτεραιότητα στην πολεοδομική ενότητα. Τέλος, εκλέγουν τη συνοικιακή επιτροπή που αναλαμβάνει να επεξεργαστεί τις προτάσεις που έχουν κατατεθεί (μπορούν να δημιουργηθούν επίσης ομάδες εργασίας κ.τ.λ.)

Τις επόμενες τέσσερις εβδομάδες η συνοικιακή επιτροπή πραγματοποιεί μια σειρά από συγκεντρώσεις στις γειτονιές για να μαζέψει τα αιτήματα. Επεξεργάζεται προτάσεις και συντάσσει έναν κατάλογο έργων με βάση το ελάχιστο ποσοστό του προϋπολογισμού που αναλογεί στην πολεοδομική ενότητα. Ακολουθεί νέος κύκλος συνελεύσεων όπου εγκρίνονται οι τελικές προτάσεις κάθε πολεοδομικής ενότητας πάνω στο τεχνικό πρόγραμμα, το προϋπολογισμό κ.ά.

Η κάθε συνοικιακή επιτροπή υποστηρίζει τις προτάσεις που έχει εγκρίνει η λαϊκή συνέλευση σε ανοιχτό δημοτικό συμβούλιο (με την παρουσία των κατοίκων). Το δημοτικό συμβούλιο είναι υποχρεωμένο να επικυρώσει τον κατάλογο έργων που αντιστοιχούν στο ποσοστό του προϋπολογισμού που αναλογεί στη πολιεοδομική ενότητα.

Τέλος, κάθε τρεις μήνες συνέρχεται η συνέλευση δημοκρατικού ελέγχου η οποία απαρτίζεται από τις συνοικιακές επιτροπές, το σωματείο εργαζομένων του Δήμου, εκπροσώπους των κοινωνικών φορέων της πόλης κ.τ.λ. και ενημερώνεται από τις δημοτικές αρχές για την πορεία εκτέλεσης του τεχνικού προγράμματος και του προϋπολογισμού

Με ευθύνη της κάθε συνοικιακής επιτροπής συγκροτείται σε κάθε πολεοδομική ενότητα επιτροπή αλληλεγγύης στην οποία καλούνται να συμμετάσχουν μεταξύ άλλων οι διευθυντές των σχολείων και οι προϊστάμενοι ιερείς των ενοριακών ναών.

Οι λαϊκές συνελεύσεις διεξάγονται στους σχολικούς χώρους (ή στα εντευκτήρια των εκκλησιών εάν προσφερθούν).  Η διοίκηση του Δήμου υποχρεούται να παρέχει στις συνελεύσεις και τις επιτροπές γραμματειακή υποστήριξη. Συνοπτικά πρακτικά των συνεδριάσεων αναρτώνται στο διαδίκτυο.

Δεν μπροεί δημοτικός σύμβουλος ή υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος στις τελευταίες δημοτικές εκλογές να είναι μέλος των συνοικιακών επιτροπών.

Οι δημότες του Χαλανδρίου μπορεί να προσβάλουν μια απόφαση του δημοτικού συμβουλίου και να ζητήσουν να συζητηθεί το θέμα στις λαϊκές συνελεύσεις. Για ένα θέμα που αφορά γενικότερα το Χαλάνδρι, το αίτημα χρειάζεται να συνοδεύεται από 3.000 υπογραφές για να συγκληθούν όλες οι συνελεύσεις. Για ένα αυστηρά τοπκό θέμα, 500 υπογραφές είναι αρκετές για τη σύγκληση της συνέλευσης που αφορά το θέμα. Το δημοτικό συμβούλιο είναι υποχρεωμένο να κάνει δεκτή την απόφαση των συνελεύσεων.

Αν σε κάθε συνέλευση συμμετέχουν 200 κάτοικοι κατά μέσο όρο (συνολικά 200Χ7=1.400) ο θεσμός μπορεί να κριθεί επιτυχής. Η προηγούμενη πείρα έχει δείξει ότι αυτός ο αριθμός είναι επαρκής για να διαχυθεί η γνώση για το εκάστοτε διακύβευμα σε ολόκληρη την πόλη. Αυτό είναι άλλωστε και το ποσοστό συμμετοχής κατά την σύνταξη του συμμετοχικού προϋπολογισμού στο Πόρτο Αλέγκρε της Βραζιλίας2. Συνελεύσεις με πάνω από 200-300 ανθρώπους δεν είναι λειτουργικές. Μεγαλύτερη συμμετοχή θα μπορούσε να οδηγήσει στην σκέψη για 17 συνελεύσεις, όσες και οι πολεοδομικές ενότητες του παλαιού πολεοδομικού σχεδίου. Πρόκειται όμως για ένα υπεραισιόδοξο σενάριο γιατί 17Χ200=3.400 άτομα σημαίνει ποσοστά συμμετοχής κοντά σε εκείνα της Αρχαίας Αθήνας3!

Μέσα από τις διαδικασίες της άμεσης δημοκρατίας σχηματίζεται ένα σώμα πολιτών,  το οποίο ποτέ ως τώρα δεν μπόρεσε να είναι πλειοψηφικό. Μόνο όμως  μέσω ενός τέτοιου σώματος οι γνώμες αφού συζητηθούν μπορούν να εξαγνιστούν σε δημόσιες απόψεις. Όπως διαπιστώνει η Χάννα Άρεντ, εάν χαθεί αυτό το σώμα, αν το «όλη η εξουσία ανήκει στο λαό» ισχύει μόνο για την ημέρα των εκλογών, η κυβέρνηση εκφυλίζεται σε διοίκηση και η δημόσια σφαίρα εξαφανίζεται. Πρέπει να προσφερθεί από την Πολιτεία σε κάθε άνθρωπο η δυνατότητα να είναι «μέλος σε κάποιο από τα συμβούλιά της μικρό ή μεγάλο»4 και κάθε φορά η αίθουσα πρέπει να έχει τις «σωστές διαστάσεις» ώστε και πραγματική συζήτηση να μπορεί να γίνει και «όλοι να χωράνε»5.

Ο Τζέφερσον πίστευε ότι η εξαφάνιση των χώρων, όπου οι άνθρωποι θα μπορούσαν ανεμπόδιστα να ασκήσουν τις «ενάρετες» (τις πολιτικές) κλίσεις τους, αποτελούσε τη μεγαλύτερη απειλή για τη νεοσύστατη αμερικανική δημοκρατία. Ζητούσε επανειλημμένα και επιτακτικά «να χωριστούν οι κομητείες σε συνοικίες» σε «στοιχειώδεις Δημοκρατίες» των 100 ανθρώπων η κάθε μία. Στην σκέψη του υπήρχε όχι μόνο η ανάμνηση της αρχαίας δημοκρατίας, αλλά επίσης προαναγγελλόταν μια νέα μορφή δημοκρατίας: εκείνη των Συμβουλίων.

6-4-2014


Παραπομπές:
Σημ.1  Από τις επιστολές του Τζέφερσον στον Cartwright και τον Tyler αναφέρονται στη Hannah Arendt «Για την επανάσταση», ελλ. Εκδ. Αλεξάνδρεια 2006, σ. 343,344
Σημ.2  Το Πόρτο Αλέγκρε έχει πληθυσμό 1,3 εκατομ. κατοίκους και στις λαϊκές συνελεύσεις συμμετέχουν σύμφωνα με τη M.Harnecker 15-16.000 άνθρωποι. Ο πληθυσμός του Χαλανδρίου εκτιμάται σε 85.000 ανθρώπους (Β2 τελική αναθεώρηση του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου).
Σημ.3.  Η συμμετοχή στην Εκκλησία του Δήμου στην Αρχαία Αθήνα εκτιμάται ότι ήταν γύρω στο 10% των πολιτών
Σημ.4  Τόμας Τζέφερσον, από τις επιστολές που προαναφέρθηκαν στη σημ.1
Σημ.5  Με τη φράση «η αίθουσα δεν τους χωράει όλους» ο Τζων Σέλτον περιέγραψε τον κύριο λόγο για τη γέννηση του Κοινοβουλίου.


*Ο Γιώργος Λιερός είναι υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με τον συνδυασμό: "Αντίσταση με τους πολίτες του Χαλανδρίου". Γεννήθηκε το 1961 στη Ρόδο. Σπούδασε στην Κτηνιατρική Σχολή του ΑΠΘ και ασκεί το επάγγελμα του κτηνιάτρου. Άρχισε να ασχολείται με τα κοινά από τα μαθητικά του χρόνια και έκτοτε παραμένει κινηματικά ενεργός, συμμετέχοντας σε δράσεις, κινήσεις και πρωτοβουλίες.

Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2012)     Ξαναπιάνοντας το νήμα, Οι Εκδόσεις των Συναδέλφων
(2012)     Υπαρκτός καινούργιος κόσμος, Οι Εκδόσεις των Συναδέλφων
(2011)     Σκέψεις για την άμεση δημοκρατία, Οι Εκδόσεις των Συναδέλφων

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2013)     Η άμεση δημοκρατία στον 21ο αιώνα, Νησίδες

Πέμπτη 24 Απριλίου 2014

Βάπτισαν πλεόνασμα το ανακοινωθέν έλλειμμα...

Με μια ανακοίνωση που στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ, πανηγυρίζει η κυβέρνηση. Η πολυαναμενόμενη ανακοίνωση της Eurostat για το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος στην πραγματικότητα δεν...
εκδόθηκε ποτέ, καθώς στη χθεσινή ανακοίνωσή της η Eurostat δεν κάνει καμία αναφορά για πρωτογενές πλεόνασμα το 2013 στην Ελλάδα.

Αντίθετα η Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή, επιβεβαιώνοντας τα στοιχεία που είχε στείλει η ΕΛΣΤΑΤ στις 14 Απριλίου, ανακοίνωσε ότι το 2013 το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώθηκε στα 23,109 δισ. ευρώ, το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης ήταν 318,703 δισ. ευρώ και το ΑΕΠ ήταν 182,054 δισ. ευρώ, από 193,3 δισ. ευρώ πέρυσι και 222,151 δισ. ευρώ το 2010.

Επειδή όμως όταν η πραγματικότητα δεν τη συμφέρει, τότε η κυβέρνηση τη χαλκεύει, σε απόλυτη συνεννόηση με την τρόικα προχώρησε στις λογιστικές αλχημείες που έχουν συμφωνήσει Ελλάδα και εταίροι-δανειστές, ώστε να παρουσιάσει ότι το 2013 η Eurostat βρήκε στην Ελλάδα πρωτογενές πλεόνασμα 3,4 δισ. ευρώ.

Μείον 15,8 δισ. ευρώ

Εστω και αν η Eurostat δεν αναφέρει πουθενά στην ανακοίνωσή της για πρωτογενές πλεόνασμα, στο υπουργείο Οικονομικών μαζί με τους δανειστές αποφάσισαν ότι αυτό προκύπτει από τα 15,8 δισ. του πρωτογενούς ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης που ανακοίνωσε η Eurostat, σε σχέση με τα 19,272 δισ. ευρώ από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, που δεν υπολογίζονται. Σημειώνεται ότι για να προκύψουν από τα 23,109 δισ. τα 15,8 δισ. αφαιρούνται τα ποσά που ούτως ή άλλως δεν υπολογίζει ποτέ η Eurostat και τα οποία αφορούν σε μεταβιβάσεις κεφαλαίων μέσω του ΤΧΣ και σε δαπάνες για τόκους.

Η δημιουργική λογιστική κυβέρνησης και τρόικας υπολογίζει ότι αν και η Eurostat αποδέχεται δημοσιονομικό έλλειμμα γενικής κυβέρνησης 23,109 δισ. ευρώ για το 2013 περιλαμβανομένης της επίπτωσης των τραπεζών, η οποία σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ το 2013 ήταν 19,272 δισ. ευρώ, χωρίς την επίπτωση αυτή, το δημοσιονομικό έλλειμμα διαμορφώνεται σε 3,837 δισ. ευρώ. Αν από αυτά τα 3,87 δισ. ευρώ αφαιρεθούν οι δαπάνες για τόκους, η κυβέρνηση βγάζει πλεόνασμα περί τα 3,4 δισ. ευρώ και όπως υπολογίζεται στο Μνημόνιο 1,5 δισ. ευρώ.

Ωστόσο, πριν αλέκτορα φωνήσαι, το κυβερνητικό success story άρχισε να καταρρέει, καθώς οι πανηγυρικές ανακοινώσεις από τα κυβερνητικά στελέχη ότι το πλεόνασμα θα φτάσει τα 3 δισ. ευρώ «κουρεύτηκαν» πριν από λίγες ημέρες από την ίδια την ΕΛΣΤΑΤ, η οποία τελικά το υπολογίζει στα 1,4 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα μαζί με το πλεόνασμα να «κουρευτούν» και οι κυβερνητικές εξαγγελίες.

Τις λογιστικές αλχημείες όμως που έχει κάνει η κυβέρνηση μαζί με την τρόικα, ώστε να επιτύχουν το πολυπόθητο πλεόνασμα, δεν τις αποδέχτηκε στο σύνολό τους ακόμα και η ίδια η ΕΛΣΤΑΤ, η οποία ενημέρωσε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ότι το μέρισμα των 480 εκατ. ευρώ από την Τράπεζα της Ελλάδος που εγκρίθηκε από τη γενική συνέλευση των μετόχων της στα τέλη Φεβρουαρίου θα εγγραφεί στα έσοδα του 2014 και όχι στα έσοδα του 2013 όπως είχε αρχικά υπολογιστεί.

Παράλληλα, έσοδα 400 εκατ. ευρώ από το claw back του ΕΟΠΥΥ αντί για το 2013 ενεγράφησαν στα έτη 2011-2012, ενώ ταυτόχρονα η ΕΛΣΤΑΤ διαπίστωσε μαύρη τρύπα 100 εκατ. ευρώ σε θυγατρικές δημοτικές επιχειρήσεις, την οποία βεβαίως μέτρησε στο ισοζύγιο.

Εκπτώσεις σε παροχές

Αποτέλεσμα του «κουρέματος» του πρωτογενούς πλεονάσματος είναι η κυβέρνηση να αρχίσει να κάνει εκπτώσεις στις παροχές που έταξε από το πλεόνασμα. Ηδη η εξαγγελία του ίδιου του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά ότι 1 δισ. ευρώ από το πρωτογενές πλεόνασμα θα χρησιμοποιηθεί για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες διαψεύστηκε καθώς, όπως ανέφεραν πηγές του υπουργείου Οικονομικών, τελικά θα καταλήξουν μόνο 450 εκατ. ευρώ περίπου, διότι το επιπλέον πρωτογενές πλεόνασμα είναι μικρότερο από το αρχικά αναμενόμενο, ενώ το υπόλοιπο ποσό (όπως προκύπτει από τις μνημονιακές υποχρεώσεις που έχει αναλάβει η χώρα) θα πάει στην αποπληρωμή του χρέους.

Η ίδια πηγή του υπουργείου Οικονομικών αναφορικά με το κοινωνικό μέρισμα είπε ότι παραμένει στα 525 εκατ. ευρώ, όπως εξήγγειλε ο πρωθυπουργός.


Με μία σύντομη δήλωση μετά την ανακοίνωση της Eurostat ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς θέλησε να κεφαλαιοποιήσει πολιτικά την -κατά την κυβέρνηση και κατόπιν συμφωνίας με την τρόικα- επιβεβαίωση του πρωτογενούς πλεονάσματος, θέτοντας τώρα ως προτεραιότητα τη συζήτηση για τη βιωσιμότητα του χρέους και του αναπτυξιακού σχεδίου στο Eurogroup της 5ης Μαΐου.

«Η σημερινή επίσημη ανακοίνωση του πλεονάσματος πιστοποιεί τη μεγάλη στροφή που πετυχαίνει η ελληνική οικονομία, χάρη στις θυσίες όλων των Ελλήνων. Απομακρυνόμαστε σιγά σιγά από την κρίση και θεμελιώνουμε το μέλλον της Νέας Ελλάδας», είπε ειδικότερα ο πρωθυπουργός, ο οποίος είχε χθες συνάντηση με τον υπουργό Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα.

Το επόμενο μεγάλο πολιτικό «χαρτί» του Μαξίμου είναι το αναπτυξιακό σχέδιο, το οποίο θα παρουσιαστεί από τον ίδιο τον κ. Σαμαρά λίγο πριν ή αμέσως μετά το Eurogroup της 5ης Μαΐου. Το αναπτυξιακό σχέδιο θα αφορά καταρχήν τον προγραμματισμό δράσεων για την επόμενη διετία, μέχρι δηλαδή την ολοκλήρωση της τετραετίας την οποία το Μαξίμου επιμένει πως θα εξαντλήσει, αλλά θα προδιαγράφει πολιτικές με ορίζοντα δεκαετίας.

Μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες θα λάβει την οριστική του μορφή, με συγκεκριμένες δράσεις, ενώ πρέπει να αποσαφηνιστεί και ο τρόπος χρηματοδότησης και θα συζητηθεί στο Eurogroup, από το οποίο η κυβέρνηση περιμένει την έναρξη των διαπραγματεύσεων για το χρέος.

Δεν έχει αποφασιστεί ακόμη εάν θα συμμετάσχει και ο ίδιος ο κ. Σαμαράς στο κρίσιμο αυτό προεκλογικό Eurogroup, εφόσον αναμένεται μια πολιτική δήλωση προαναγγελίας της επίλυσης του ζητήματος, αλλά και λόγω του αναπτυξιακού σχεδίου.

Στο πρωθυπουργικό επιτελείο επικρατούσε ικανοποίηση για τις δηλώσεις του εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Σάιμον Ο' Κόνορ, καθώς όπως επισήμαιναν συνεργάτες του κ. Σαμαρά δεν απέφυγε να απαντήσει για τη βιωσιμότητα του χρέους παραπέμποντας στο Eurogroup, αλλά τοποθετήθηκε πάνω στο ζήτημα.

Επομένως το Μαξίμου ουσιαστικά θεωρεί πως με την ανακοίνωση της Eurostat χθες τέθηκε πλέον στο τραπέζι το θέμα του χρέους, στο οποίο θα δοθεί λύση μέχρι το τέλος του χρόνου. Ο τρόπος με τον οποίο θα διευθετηθεί είναι πάντως ανοικτός και η Αθήνα λαμβάνει υπόψη τις διαφορετικές προσεγγίσεις που έχουν τουλάχιστον μέχρι σήμερα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και η Κομισιόν...
enet.gr

Με έλλειμα 12.7% και χρέος 175.1% τελευταίοι στην ΕΕ

Του Γ. ΔΕΛΑΣΤΙΚ*
Στην τελευταία και χειρότερη θέση όχι μόνο της Ευρωζώνης αλλά και της ΕΕ των 28 κρατών-μελών βρίσκεται η Ελλάδα αναφορικά με το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος της, βάσει των στοιχείων που ανακοίνωσε χθες η Γιούροστατ, η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία, για το 2013. Το ελληνικό δημόσιο χρέος αυξήθηκε τόσο σε απόλυτο μέγεθος, καθώς από τα 304 δισεκατομμύρια του 2012 εκτινάχθηκε στα 319 δισ. ευρώ (ακριβέστερα από 303,936 δισ. σε 318,703), όσο και πολύ περισσότερο σε ποσοστό επί του ΑΕΠ. Από 157,2% του ΑΕΠ που ήταν το 2012 απογειώθηκε στο 175,1% του ΑΕΠ το 2013! Η τόσο μεγάλη αύξηση οφείλεται στο γεγονός ότι κατά το 2013 το ΑΕΠ της χώρας μειώθηκε κατά ακόμη 11 δισεκατομμύρια ευρώ, πέφτοντας από τα 193 δισεκατομμύρια ευρώ στα 182 δισεκατομμύρια - για όσους θέλουν να έχουν τους απολύτως ακριβείς αριθμούς της Γιούροστατ, το ελληνικό ΑΕΠ έπεσε από τα 193,347 δισ. ευρώ στα 182,054 δισεκατομμύρια. Τέτοιο εξωφρενικό ποσοστό χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ δεν έχει απολύτως καμία άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Για να γίνουμε σαφέστεροι, μετά το 175,1% του ΑΕΠ που είναι η ελληνική επίδοση, το δεύτερο χειρότερο ποσοστό είναι αυτό της Ιταλίας (132,6% του ΑΕΠ) - δηλαδή πάνω από... σαράντα (!) εκατοστιαίες μονάδες μικρότερο! Το 2012 το ελληνικό ποσοστό ήταν και πάλι το χειρότερο της Ευρώπης - 157,2% του ΑΕΠ. Δεύτερο χειρότερο ήταν και πάλι το ιταλικό (127% του ΑΕΠ), το οποίο όμως απείχε τουλάχιστον «μόνο» τριάντα εκατοστιαίες μονάδες. Το 2013 δηλαδή η κατάσταση χειροτέρεψε σαφώς!
Καθόλου καλά δεν είναι τα πράγματα και με το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας μας, παρά τους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης Σαμαρά - Βενιζέλου για το διαβόητο «πρωτογενές πλεόνασμα». Το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας λοιπόν που ανακοίνωσε η Γιούροστατ είναι... 12,7% του ΑΕΠ! Πρόκειται για το δεύτερο χειρότερο έλλειμμα τα τελευταία είκοσι χρόνια, με μοναδική εξαίρεση το αμφιλεγόμενο λόγω πληθώρας στατιστικών λαθροχειριών 15,6% του ΑΕΠ του 2009. Το έλλειμμα του 2013 είναι μάλιστα το δεύτερο χειρότερο εδώ και μισόν αιώνα, αν εξαιρέσουμε τα ελλείμματα των κυβερνήσεων Τζαννετάκη, Ζολώτα και του... «νοικοκύρη» Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, από το 1989 ως το 1993! Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το 2013, από τις 28 χώρες-μέλη της ΕΕ μόνο η πρώην γιουγκοσλαβική δημοκρατία της Σλοβενίας είχε έλλειμμα μεγαλύτερο εκείνου της Ελλάδας -συγκεκριμένα 14,7% του ΑΕΠ. Το έλλειμμα 12,7% του ΑΕΠ που παρουσίασε πέρυσι η Ελλάδα είναι πάνω από πέντε (!) εκατοστιαίες μονάδες υψηλότερο από το τρίτο και το τέταρτο χειρότερο έλλειμμα της ΕΕ των «28» - δηλαδή της Ιρλανδίας (7,2% του ΑΕΠ) και της Ισπανίας (7,1%).
Μαύρα χάλια δηλαδή και από πλευράς δημοσιονομικού ελλείμματος, έστω και αν στο έλλειμμα η Ελλάδα βρίσκεται στην 27η χειρότερη θέση στην ΕΕ των «28» και όχι στην 28η, όπως στο δημόσιο χρέος. Γράψαμε όμως ότι η Ελλάδα στα δύο αυτά θέματα βρίσκεται στην τελευταία θέση της ΕΕ γιατί η Σλοβενία είναι πολύ καλύτερα από τη χώρα μας από πλευράς δημοσίου χρέους, καθώς αυτό ανέρχεται στο 71,7% του ΑΕΠ της. Είναι δηλαδή λιγότερο από το μισό του ποσοστού του δημοσίου χρέους της Ελλάδας - και ως γνωστόν ενώ το έλλειμμα βελτιώνεται πολύ ευκολότερα ως ποσοστό του ΑΕΠ, ακόμη και μέσα σε έναν χρόνο, το δημόσιο χρέος είναι απείρως δυσκολότερο να μειωθεί. Το πρωτογενές πλεόνασμα, με το οποίο μόνο η ελληνική κυβέρνηση από τις 28 της ΕΕ ασχολείται, έχει φυσικά τη δική του σημασία. Είναι όμως ένα δευτερεύον οικονομικό μέγεθος, σε τέτοιο βαθμό που η Γιούροστατουδέποτε αναφέρεται σε αυτό στον πίνακα που εκδίδει κάθε χρόνο για το δημόσιο χρέος και το έλλειμμα των 28 κρατών της ΕΕ.
Αναφέρεται, πολύ λογικά, στο συνολικό έλλειμμα της καθεμιάς από τις 28 κυβερνήσεις. Φανταστείτε μια οικογένεια η οποία έχει π.χ. μηνιαίο εισόδημα χιλίων ευρώ και μηνιαία δόση στεγαστικού δανείου επτακοσίων ευρώ. Είναι εξόφθαλμο ότι η οικογένεια αυτή ψωμολυσσάει, καθώς είναι αδύνατον να επιβιώσει με τα τριακόσια ευρώ που περισσεύουν. Φανταστείτε, λοιπόν, τον άντρα αυτής της οικογένειας να λέει στη σύζυγό του: «Πάντως, γυναίκα, αν εξαιρέσεις τη δόση του δανείου, με τα χίλια ευρώ περνάμε... μπέικα και έχουμε και πλεόνασμα πρωτογενές!». Γυναίκα και παιδιά θα τον έδερναν! Αφού αν δεν πληρώσουν το δάνειο, θα τους πάρουν το σπίτι και θα βρεθούν στον δρόμο, ενώ αν πληρώσουν το δάνειο δεν έχουν να φάνε, είναι δυνατόν να έχει σημασία για το πώς ζουν το «πρωτογενές πλεόνασμα» στο οποίο αναφέρεται ο πατέρας τους;
*Δημοσιεύθηκε στο "ΕΘΝΟΣ" την Πέμπτη 24 Απριλίου 2014

Η Πολιτική Οικονομία του Θράσους

του Στ. ΚΟΥΒΕΛΑΚΗ
Η εικόνα αισιοδοξίας και αυτοπεποίθεσης που επιδεικνύουν η κυβέρνηση και τα συστημικά ΜΜΕ εν όψει ευρωεκλογών θα προκαλούσε απλά θυμηδία αν δεν αποτελούσε θρασύτατη προσπάθεια συγκάλυψης της πρωτοφανούς στην ιστορία της χώρας οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης. Τα «πρωτογενή πλεονάσματα» και η «έξοδος στις αγορές» είναι τα εθνικά επιτεύγματα που ασταμάτητα καλούμαστε να πανυγυρίσουμε, αναγνωρίζοντας σ’αυτά τα ευεργετικάαποτελέσματα των Μνημονίων. «Επιτυχία» λοιπόν τα «πλεονάσματα» που είναι μικρότερα των οφειλών του Δημοσίου στους ιδιώτες και που, ακόμη κι αν δεν ήταν, πραγματοποιήθηκαν με τη συντριβή της δημόσιας δαπάνης και της εγχώριας ζήτησης. «Επιτυχία» και η έκδοση ομολόγων συμβολικού ύψους με ένα καθόλου συμβολικό, και μάλιστα απολύτως ληστρικό, επιτόκιο και με δρακόντειο για τον οφειλέτη καθεστώς αγγλικού δικαίου. «Επιτυχία» μέγιστη φυσικά και το ύψος του δημόσιου χρέους, που ανέρχεται τώρα στο 180% του ΑΕΠ ενώ ήταν στο 120% όταν η Ελλάδα μπήκε στο Μνημόνιο γιατί δεν μπορούσε να το αναχρηματοδοτήσει στις αγορές.
Για να καταλάβουμε τη σημασία αυτών των «επιτυχιών» θα συστήναμε σε οποιονδήποτε ενδίδει στην επιχειρούμενη πλύση εγκεφάλου να ανατρέξει όχι σε κάποια αριστερή ή αντιμνημονιακή πηγή πληροφόρησης αλλά στην αρχική σελίδα του ιστότοπου της ΕΛΣΤΑΤ, της επίσημης στατιστικής αρχής της χώρας. Ο μόνος δείκτης με θετικό πρόσημο είναι αυτός της ανεργίας, στο 27,5%. Ο δείκτης της βιομηχανίας εμφανίζεται μεν θετικός σε σχέση με αυτόν του Φλεβάρη 2013 αλλά αυτό οφείλεται στον εποχιακό του χαρακτήρα. Με βάση 100 το 2005, ο δείκτης αυτός κυμάνθηκε στο 69,6 τον προηγούμενο Φλεβάρη, ήταν στο 68,5 πριν από ένα χρόνο αλλά εν τω μεταξύ είχε αγγίξει το 80 τον περασμένο Ιούλη. Στην πραγματικότητα, πέρα από τις εποχιακές διακυμάνσεις, η βιομηχανική παραγωγή έχει καταρρεύσει, όπως και όλη η υπόλοιπη οικονομία. Αναφέρουμε ενδεικτικά τους υπόλοιπους δείκτες, πάντα σε σύγκριση με την προ έτους κατάσταση: -2,3% στο ΑΕΠ για το τελευταίο τρίμηνο του 2013, -4,3% στο λιανικό εμπόριο, -40% στην οικοδομική δραστηριότητα. Υποχωρούν, και μάλιστα ταχύτατα, ακόμη και οι εξαγωγές, στις οποίες κάποιοι είχαν εναποθέσει τις ελπίδες ανάκάμψης, κατά 0,2% συνολικά σε αξία το 2013, ενώ το Δεκέμβριο η πτώση ήταν της τάξης του 14%.
Στην ουσία η όλη εικόνα συνοψίζεται σε δύο μεγέθη, την ανεργία και την συνολική υποχώρηση του ΑΕΠ από την αρχή της κρίσης. Και τα δύο, κατά ένα μακάβριο τρόπο, υπερβαίνουν το 25%.Πρόκειται, ας το τονίσουμε για μια ακόμη φορά, για μεγέθη εντελώς πρωτοφανή για οποιαδήποτε δυτική χώρα από την δεκαετία του 1930, αλλά ακόμη και τότε μόνο δυό χώρες είχαν γνωρίσει παρόμοια καθίζηση, οι ΗΠΑ και η Γερμανία. Οποιαδήποτε συζήτηση για επερχόμενη «ανάπτυξη» δια μέσου της συνέχισης αυτών των πολιτικών αποτελεί πρόκληση για την κοινή νοημοσύνη.
Υπό το βάρος μιας τέτοιας καταστροφής, και χωρίς καν να μιλήσουμε για την κοινωνική και ανθρώπινη τραγωδία που αποκρύπτουν αυτοί οι δείκτες, οποιοσδήποτε στοιχειωδώς αξιοπρεπής αστός πολιτικός θα κρατούσε τουλάχιστον ένα χαμηλό προφίλ. Και όμως, επικαλούμενοι εικονικές «επιτυχίες», οι κυβερνώντες και τα εγχώρια και διεθνή στηρίγματά τους, έχουν αποχαλινωθεί και εκπέμπουν έναν όλο και επιθετικότεροι δημόσιο λόγο. Βεβαίως έχουν κάθε λόγο να χαίρονται στο βαθμό που η εξαθλίωση της κοινωνίας αποτελεί επιλογή τους, αναγκαίο τίμημα για τη διαιώνιση της κυριαρχίας τους. Και όμως αυτή η ανομολόγητη «επιτυχία» δεν αποτελεί τη μόνη εξήγηση της φαινομενικά παράλογης αυτοπεποίθεσης των κρατούντων. Μεγαλύτερο ρόλο παίζει η εικόνα μιας βαρειά λαβωμένης κοινωνίας, που δεν φαίνεται να είναι πλέον σε θέση να αντιδράσει όπως την πρώτη διετία της κρίσης. Σε ένα τέτοιο κλίμα κερδίζει έδαφος το γνωστό δόγμα ότι, αν και άδικα και οδυνηρά, τα Μνημόνια συνιστούν μονόδρομο.
Το κυριότερο όμως είναι ίσως αλλού. Η κυβέρνηση και γενικότερα το μνημονιακό στρατόπεδο ξέρουν ότι δεν έχουν άλλη επιλογή από τη διαρκή επίθεση. Εχουν πλήρη επίγνωση της σκληρότητας της σύγκρουσης και της σημασίας που έχει σε τέτοιες συνθήκες η επίδειξη πυγμής, ακόμη, ή μάλλον κυρίως όταν λείπουν οι «αντικειμενικές» επιτυχίες, αυτές που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν πραγματικές συναινέσεις και να καταστήσουν λιγότερο αναγκαία την προσφυγή στο επικοινωνιακό παραπέτασμα καπνού. Με άλλα λόγια, η θρασύτητά τους συνιστά απολύτως ορθολογική πολιτική, και υποδηλώνει ότι σε καμμία περίπτωση δεν είναι διατεθειμένοι να παίξουν «έντιμο παιχνίδι». Οι αντιπάλοί τους οφείλουν να το καταλάβουν και να βγάλουν τα απαραίτητα συμπεράσματα. Να πείσουν την κοινωνική πλειοψηφία ότι διαθέτουν όχι μόνο προτάσεις και επιχειρήματα αλλά την αντίστοιχη τουλάχιστον αποφασιστικότητα, τη διάθεση να συγκρουστούν και, εν τέλει, την ικανότητα να αντιμετωπίσουν με νικηφόρους όρους έναν τέτοιο αντίπαλο, εντός και εκτός συνόρων. Ισως εκεί να βρίσκεται και το κλειδί που θα κρίνει στο πολιτικό επίπεδο την αμφίρροπη ως τώρα αναμέτρηση από την οποία εξαρτάται το μέλλον της χώρας και, σε καθοριστικό βαθμό, του συσχετισμού δύναμης στην υπόλοιπη Ευρώπη.
*Δημοσιεύθηκε στην "ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ" την Πέμπτη 24 Απριλίου 2014

Andre Gorz: Η έξοδος από τον καπιταλισμό έχει ήδη ξεκινήσει

«Το ζήτημα της εξόδου από τον καπιταλισμό δεν ήταν ποτέ πιο επίκαιρο. Τίθεται με τους όρους και τον επείγοντα χαρακτήρα μιας ριζικής καινοτομίας. Από την ίδια του την ανάπτυξη, ο καπιταλισμός άγγιξε ένα όριο τόσο εσωτερικό όσο και εξωτερικό το οποίο είναι ανίκανος να ξεπεράσει και το οποίο τον κάνει ένα σύστημα που επιβιώνει με τεχνάσματα απέναντι στην κρίση των θεμελιωδών του στοιχείων: της εργασίας, της αξίας, του κεφαλαίου.
Η κρίση του συστήματος εκδηλώνεται τόσο σε μακρο-οικονομικό όσο και σε μικρο-οικονομικό επίπεδο. Βασίζεται κυρίως σε μια τεχνοεπιστημονική αναστάτωση που επιφέρει μια ρήξη στην ανάπτυξη του καπιταλισμού και καταστρέφει με τον αντίκτυπό της τα θεμέλια της δύναμης και της ικανότητάς του να αναπαράγεται. Θα προσπαθήσω να αναλύσω αυτή την κρίση πρώτα από μακρο-οικονομική σκοπιά και κατόπιν μέσα από τα αποτελέσματά της για τη λειτουργία και τη διαχείριση των επιχειρήσεων.
Η εισαγωγή της πληροφορικής και η αυτοματοποίηση της παραγωγής επέτρεψαν την παραγωγή αυξανόμενων ποσοτήτων εμπορευμάτων με μειωνόμενες ποσότητες εργασίας. Το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος περιορίζεται διαρκώς και η τιμή των προϊόντων τείνει προς τα κάτω. Κι όμως, όσο η ποσότητα εργασίας για μια δεδομένη παραγωγή μειώνεται τόσο η αξία που παράγεται ανά εργαζόμενο –η παραγωγικότητά του- πρέπει να αυξάνεται ούτως ώστε ο όγκος του εισπράξιμου κέρδους να μη μειώνεται.
Έχουμε συνεπώς αυτό το φαινομενικό παράδοξο: όσο περισσότερο αυξάνεται η παραγωγικότητα, τόσο περισσότερο πρέπει να αυξάνεται επιπλέον για να αποφευχθεί η μείωση του όγκου του κέρδους.
Η κούρσα της παραγωγικότητας τείνει έτσι να επιταχύνει τους ρυθμούς της, οι πραγματικοί εργαζόμενοι να μειώνονται, η πίεση στο προσωπικό να γίνεται πιο έντονη, το επίπεδο και ο όγκος των μισθών να περιορίζονται. Το σύστημα εξελίσσεται προς ένα εσωτερικό όριο όπου η παραγωγή και η επένδυση στην παραγωγή παύουν να είναι αρκετά αποδοτικές.
Οι αριθμοί πιστοποιούν πως έχουμε φτάσει σ’ αυτό το όριο. Η παραγωγική συσσώρευση του παραγωγικού κεφαλαίου δε σταματά να υποχωρεί. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι 500 επιχειρήσεις του δείκτη Standard and Poor’s διαθέτουν 631 δισεκατομμύρια ρευστών αποθεμάτων· το ήμισυ των κερδών των αμερικανικών επιχειρήσεων προέρχεται από ενέργειες στις κεφαλαιαγορές.
Στη Γαλλία, η παραγωγική επένδυση των επιχειρήσεων του δείκτη CAC 40 δεν αυξάνεται ακόμα κι όταν τα κέρδη τους εκτινάσσονται. Ένα αυξανόμενο μέρος των συσσωρευμένων κεφαλαίων – που η παραγωγή δε μπορεί να αξιοποιήσει στο σύνολό τους – διατηρεί τη μορφή του χρηματιστικού κεφαλαίου. Εγκαθιδρύεται έτσι μια χρηματοοικονομική βιομηχανία που τελειοποιεί συνεχώς την τέχνη της δημιουργίας χρήματος μέσα από την αποκλειστική αγοραπωλησία διαφόρων μορφών χρήματος.
Το ίδιο το χρήμα είναι το μοναδικό εμπόρευμα που η χρηματοοικονομική βιομηχανία παράγει με ολοένα και περισσότερο παρακινδυνευμένες και ολοένα και λιγότερο ελεγχόμενες ενέργειες στις χρηματιστικές αγορές. Ο όγκος του κεφαλαίου που απορροφά και διαχειρίζεται η χρηματοοικονομική βιομηχανία υπερβαίνει κατά πολύ τον όγκο του κεφαλαίου που αξιοποιεί η πραγματική οικονομία (το σύνολο των χρηματοοικονομικών ενεργητικών φτάνει τα 160.000 δισεκατομμύρια, δηλαδή τρεις ή τέσσερις φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ).
Η «αξία» αυτού του κεφαλαίου είναι καθαρά εικονική: βασίζεται κατά μεγάλο μέρος στο δανεισμό και στην «καλή θέληση», δηλαδή στις προσδοκίες: το χρηματιστήριο κεφαλαιοποιεί τη μελλοντική μεγέθυνση, τα μελλοντικά κέρδη των επιχειρήσεων, τη μελλοντική άνοδο των τιμών των ακινήτων, τα κέρδη που μπορούν να προκύψουν από αναδιαρθρώσεις, συγχωνεύσεις, συγκεντρώσεις κ.λπ.
Οι τιμές του χρηματιστηρίου διογκώνονται από τα κεφάλαια και τις μελλοντικές τους υπερ-αξίες και τα νοικοκυριά παρακινούνται από τις τράπεζες να αγοράσουν (μεταξύ άλλων) μετοχές και μερίσματα επενδυτικών εταιρειών ακινήτων, να επιταχύνουν έτσι την άνοδο των τιμών, να δανειστούν από την τράπεζά τους όλο και μεγαλύτερα ποσά ώστε να αυξήσουν το εικονικό χρηματιστηριακό τους κεφάλαιο.
Η κεφαλαιοποίηση των προσδοκιών κέρδους και μεγέθυνσης συντηρεί το μεγεθυνόμενο δανεισμό, εκτρέφει μια οικονομία της οποίας η ρευστότητα οφείλεται στην τραπεζική ανακύκλωση εικονικών υπερ-αξιών και επιτρέπει στις Ηνωμένες Πολιτείες μια «οικονομική ανάπτυξη» που, καθώς βασίζεται στον εσωτερικό και εξωτερικό δανεισμό, απέχει πολύ από το να είναι ο κύριος κινητήριος μοχλός της παγκόσμιας ανάπτυξης (περιλαμβανόμενης και της κινεζικής ανάπτυξης).
Η πραγματική οικονομία γίνεται ένα παράρτημα των κερδοσκοπικών φουσκών που συντηρούνται από τη χρηματοοικονομική βιομηχανία. Μέχρι που, αναπόφευκτα, οι φούσκες θα σκάσουν, θα παρασύρουν τις τράπεζες σε αλυσιδωτές χρεοκοπίες απειλώντας το παγκόσμιο πιστωτικό σύστημα με κατάρρευση και την πραγματική οικονομία με μια σοβαρή και παρατεταμένη ύφεση (η ιαπωνική ύφεση κρατάει ήδη δεκαπέντε χρόνια).
Παρότι κατηγορούμε την κερδοσκοπία, τους φορολογικούς παραδείσους, την αδιαφάνεια και την έλλειψη ελέγχου της χρηματοοικονομικής βιομηχανίας (και συγκεκριμένα των hedge funds), η απειλή της ύφεσης, και μάλιστα η κατάρρευση που επικρεμάται πάνω από την παγκόσμια οικονομία, δεν οφείλεται στην έλλειψη ελέγχου· οφείλεται στην ανικανότητα του καπιταλισμού να αυτοαναπαραχθεί. Διαιωνίζεται και λειτουργεί μόνο πάνω σε εικονικές και ολοένα και πιο επισφαλείς βάσεις. Η υποτιθέμενη αναδιανομή των εικονικών υπερ-αξιών των φουσκών μέσω της φορολογίας απλά θα επέσπευδε αυτό που η χρηματοοικονομική βιομηχανία προσπαθεί να αποφύγει: την υποτίμηση του τεράστιου όγκου των χρηματοοικονομικών ενεργητικών και τη χρεοκοπία του τραπεζικού συστήματος.
Η «οικολογική αναδιάρθρωση» δε μπορεί παρά να επιβαρύνει την κρίση του συστήματος. Είναι αδύνατον να αποφύγουμε μια κλιματική καταστροφή χωρίς να εγκαταλείψουμε οριστικά τις οικονομικές μεθόδους και την οικονομική λογική που μας καθοδηγούν εδώ και 150 χρόνια. Αν παρατείνουμε την τωρινή τάση, το παγκόσμιο ΑΕΠ θα τριπλασιαστεί ή θα τετραπλασιαστεί μέχρι το 2050. Κι όμως, σύμφωνα με την έκθεση του Συμβουλίου για το Κλίμα του ΟΗΕ, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα πρέπει να μειωθούν κατά 85% μέχρι τότε για να περιορίσουμε την κλιματική υπερθέρμανση κατά 2°C μάξιμουμ. Αν δεν το καταφέρουμε, οι συνέπειες θα είναι μη αναστρέψιμες και μη ελεγχόμενες.
Η αποανάπτυξη είναι συνεπώς μονόδρομος για την επιβίωσή μας. Αλλά προϋποθέτει μιαν άλλη οικονομία, έναν άλλο τρόπο ζωής, έναν άλλο πολιτισμό, άλλες κοινωνικές σχέσεις. Και όσο αυτές απουσιάζουν, η κατάρρευση δε θα μπορούσε να αποφευχθεί παρά χάρη σε περιορισμούς, σε παροχές αγαθών με δελτίο, σε αυταρχική κατανομή των πόρων -χαρακτηριστικά όλα τους μιας οικονομίας πολέμου. Η έξοδος από τον καπιταλισμό θα λάβει συνεπώς χώρα με τον ένα τρόπο ή με τον άλλο, πολιτισμένα ή βάρβαρα. Το ερώτημα αφορά μόνο στη μορφή που αυτή η έξοδος θα πάρει και στο ρυθμό με τον οποίο θα εξελιχθεί.
Η βάρβαρη μορφή μας είναι ήδη οικεία. Επικρατεί σε πολλές περιοχές της Αφρικής, που δυναστεύονται από τους πολέμαρχους, από τη λεηλασία των ερειπίων της νεωτερικότητας, από τις σφαγές και το τράφικινγκ, στο φόντο της πείνας. Τα τρία μέρη της ταινίας Μαντ Μαξ ήταν αφηγήσεις επιστημονικής φαντασίας. Η μορφή της εξόδου από τον καπιταλισμό, αντίθετα, δεν είναι κάτι που οραματιζόμαστε σπάνια. Η αναφορά στην κλιματική καταστροφή που μας απειλεί μας οδηγεί γενικά στο να οραματιστούμε μια «αλλαγή της νοοτροπίας», αλλά η φύση αυτής της αλλαγής, οι συνθήκες της δυνατότητάς της, τα εμπόδια που πρέπει να υπερβαθούν, μοιάζουν να προκαλούν τη φαντασία.
Το να οραματιστούμε μιαν άλλη οικονομία, άλλες κοινωνικές σχέσεις, άλλους τρόπους και μέσα παραγωγής θεωρείται «μη ρεαλιστικό», λες και η κοινωνία του εμπορεύματος, της μισθωτής εργασίας και του χρήματος είναι αξεπέραστη. Στην πραγματικότητα, πληθώρα συγκλινόντων δεικτών υποδεικνύουν πως το ξεπέρασμα ξεκίνησε ήδη και πως οι πιθανότητες μιας πολιτισμένης εξόδου από τον καπιταλισμό εξαρτώνται κυρίως από τη δική μας ικανότητα να διακρίνουμε τις τάσεις και τις πρακτικές που αναγγέλλουν αυτή τη δυνατότητα.
Ο καπιταλισμός οφείλει την επέκταση και την κυριαρχία του στη δύναμη που απέκτησε μέσα σε έναν αιώνα, ταυτόχρονα πάνω στην παραγωγή και στην κατανάλωση. Αποκόπτοντας πρώτα τους εργάτες από τα μέσα της εργασίας τους και από τα προϊόντα τους, εξασφάλισε σταδιακά το μονοπώλιο των μέσων παραγωγής και τη δυνατότητα να ενσωματώνει την εργασία. Πιο συγκεκριμένα, διαιρώντας και εκμηχανίζοντας την εργασία μέσα στις μεγάλες εγκαταστάσεις, μετέτρεψε τους εργαζόμενους σε εξαρτήματα των μεγαμηχανών του κεφαλαίου. Κάθε ιδιοποίηση των μέσων παραγωγής από τους παραγωγούς έγινε έτσι αδύνατη.
Περιορίζοντας την εξουσία τους πάνω στη φύση και τον προορισμό των προϊόντων, εξασφάλισε στο κεφάλαιο σχεδόν το μονοπώλιο της προσφοράς και συνεπώς τη δύναμη να ευνοεί σε όλους τους τομείς την πιο αποδοτική παραγωγή και κατανάλωση, καθώς και τη δύναμη να κατασκευάζει τις ορέξεις και τις επιθυμίες των καταναλωτών, τον τρόπο με τον οποίο θα ικανοποιούσαν τις ανάγκες τους. Σε αυτή ακριβώς τη δύναμη η επανάσταση της πληροφορικής άρχισε να ανοίγει ρωγμές.
Αρχικά, η χρησιμοποίηση της πληροφορικής στόχευε στη μείωση του κόστους παραγωγής. Για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο αυτή η μείωση του κόστους να επιφέρει μιαν αντίστοιχη πτώση της τιμής του εμπορεύματος, έπρεπε να αναιρεθούν με κάποιο τρόπο και κατά το δυνατόν οι νόμοι της αγοράς. Αυτή η αναίρεση συνίσταται στην απονομή ασύγκριτων ιδιοτήτων στα εμπορεύματα· χάρη στις ιδιότητες αυτές, τα εμπορεύματα φαίνονται χωρίς ισοδύναμο και παύουν έτσι να εμφανίζονται ως απλά εμπορεύματα.
Η εμπορική αξία (η τιμή) των προϊόντων έπρεπε άρα να εξαρτηθεί περισσότερο από τις άυλες, μη μετρήσιμες ιδιότητές τους, παρά από την ουσιαστική χρησιμότητά τους (αξία χρήσης). Αυτές οι άυλες ιδιότητες -το στυλ, η πρωτοτυπία, το πρεστίζ της μάρκας, η σπανιότητα ή η «αποκλειστικότητα» – έπρεπε να παρέχουν στα προϊόντα μιαν υπόσταση συγκρίσιμη με αυτή των έργων τέχνης: αυτά έχουν μια αυθυπόστατη αξία, δεν υπάρχει κανένα μέτρο που να μας επιτρέπει να εγκαθιδρύσουμε ανάμεσά τους μια σχέση ισοδυναμίας ή «δίκαιης τιμής». Άρα δεν πρόκειται για πραγματικά εμπορεύματα.
Η τιμή τους εξαρτάται από τη σπανιότητά τους, από τη φήμη του δημιουργού, από την επιθυμία του πιθανού αγοραστή. Οι άυλες, μη συγκρίσιμες ιδιότητες παρέχουν στην παραγωγό εταιρεία το ισοδύναμο ενός μονοπωλίου και τη δυνατότητα να εξασφαλίσει μια πρόσοδο λόγω πρωτοτυπίας, σπανιότητας ή αποκλειστικότητας.
Αυτή η πρόσοδος κρύβει, αναπληρώνει και συχνά υπεραναπληρώνει τον περιορισμό της οικονομικής αξίας που επιφέρει η πτώση του κόστους παραγωγής για τα προϊόντα ως εμπορεύματα με ανταλλάξιμο μεταξύ τους χαρακτήρα σύμφωνα με τη σχέση ισοδυναμίας τους. Άρα, από οικονομικής άποψης, η καινοτομία δε δημιουργεί αξία: αποτελεί το μέσο για να δημιουργήσουμε από τη σπανιότητα μια πηγή προσόδου και να εξασφαλίσουμε μια επαυξημένη τιμή σε σχέση με τα ανταγωνιζόμενα προϊόντα. Το μέρος της προσόδου στην τιμή ενός εμπορεύματος μπορεί να είναι δέκα, είκοσι ή πενήντα φορές μεγαλύτερο από το κόστος παραγωγής του και αυτό δεν ισχύει μονάχα στα είδη πολυτελείας. Ισχύει επίσης και για τα είδη καθημερινής χρήσης όπως τα αθλητικά παπούτσια, τα μπλουζάκια, τα κινητά, οι δίσκοι, τα τζην κ.λπ.
Κι όμως, η πρόσοδος δεν είναι της ίδιας φύσης με το κέρδος: δεν αντιστοιχεί στη δημιουργία μιας επιπρόσθετης αξίας, μιας υπεραξίας. Ανακατανέμει το συνολικό όγκο της αξίας στο κέρδος των αποδοτικών επιχειρήσεων και εις βάρος των άλλων· δεν αυξάνει τον όγκο αυτόν. Καθώς η αύξηση της προσόδου γίνεται ο σκοπός που καθορίζει την πολιτική των επιχειρήσεων –πιο σημαντικός από το κέρδος που προσκρούει στο εσωτερικό όριο που αποδείχθηκε πιο υψηλό- ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις επιχειρήσεις αφορά πρώτα απ’ όλα στην ικανότητα και στην ταχύτητα των καινοτομιών. Απ’ αυτήν εξαρτάται πρώτα απ’ όλα το μέγεθος της προσόδου. Έτσι, προσπαθούν να ξεπεράσουν τον εαυτό τους στο λανσάρισμα καινούργιων προϊόντων, μοντέλων ή στυλ, με την πρωτοτυπία του ντιζάιν, με την επινοητικότητα των διαφημιστικών τους εκστρατειών, με την «προσωποποίηση» των προϊόντων.
Η επιτάχυνση της αχρήστευσης, η οποία πάει μαζί με τον περιορισμό της αντοχής και της δυνατότητας επισκευής των προϊόντων, γίνεται το αποφασιστικό μέσο για την αύξηση του όγκου των πωλήσεων. Υποχρεώνει τις εταιρείες να επινοούν διαρκώς νέες ανάγκες και επιθυμίες, να παρέχουν στα εμπορεύματα αξία συμβολική, κοινωνική, ερωτική, να διαδίδουν μια «κουλτούρα της κατανάλωσης» που ποντάρει στη εξατομίκευση, στη θεωρία του μοναδικού, στην αντιζηλία, στο φθόνο, εν συντομία σε αυτό που ονόμασα αλλού «αντικοινωνική κοινωνικοποίηση».
Σ’ αυτό το σύστημα, όλα αντιτίθενται στην αυτονομία των ατόμων· στην ικανότητά τους να αναστοχάζονται μαζί για τους κοινούς τους σκοπούς και τις κοινές τους ανάγκες· στην ικανότητά τους να συνεννοούνται για τον καλύτερο τρόπο μείωσης της σπατάλης, να εξοικονομούν πόρους, να αναπτύσσουν μαζί, ως παραγωγοί και καταναλωτές, μια κοινή αντίληψη περί του επαρκούς –αυτό που ο Ζακ Ντελόρ ονόμαζε «ολιγαρκή αφθονία».
Προφανώς, η ρήξη με την τάση «να παράγουμε περισσότερο και να καταναλώνουμε περισσότερο» και ο αυτόνομος επανακαθορισμός ενός μοντέλου ζωής που θα στοχεύει στο να κάνουμε περισσότερα και καλύτερα με λιγότερα μέσα, σημαίνει τη ρήξη με τον πολιτισμό όπου δεν παράγουμε τίποτα απ’ αυτά που καταναλώνουμε και δεν καταναλώνουμε τίποτα απ’ αυτά που παράγουμε· όπου παραγωγοί και καταναλωτές είναι διαχωρισμένοι και όπου ο καθένας αντιτίθεται στον εαυτό του υιοθετώντας πότε τη μία και πότε την άλλη του ιδιότητα, ξεχνώντας πως στην ουσία είμαστε όλοι και παραγωγοί και καταναλωτές· όπου όλες οι ανάγκες και όλες οι επιθυμίες υποτάσσονται στην ανάγκη να κερδίζουμε χρήμα και στην επιθυμία να κερδίζουμε περισσότερο· όπου η δυνατότητα αυτο-παραγωγής για αυτο-κατανάλωση μοιάζει αδίκως απρόσιτη και γελοιωδώς ξεπερασμένη.
Ωστόσο, η «δικτατορία πάνω στις ανάγκες» χάνει τη δύναμή της. Η επιρροή που ασκούν οι εταιρείες πάνω στους καταναλωτές γίνεται πιο εύθραυστη παρά την εκτίναξη των δαπανών του μάρκετινγκ και της διαφήμισης. Η τάση για αυτοπαραγωγή ξανακερδίζει έδαφος λόγω του αυξανόμενου βάρους που έχουν τα άυλα περιεχόμενα στη φύση των εμπορευμάτων. Το μονοπώλιο της προσφοράς ξεφεύγει λίγο λίγο απ’ το κεφάλαιο.
Καθώς οι γνώσεις, οι ιδέες, οι έννοιες που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή και στη δημιουργία των εμπορευμάτων καθοριζόταν σύμφωνα με τις μηχανές και σύμφωνα με τα είδη στα οποία ενσωματωνόταν για μια συγκεκριμένη χρήση, το κεφάλαιο δεν ήταν δύσκολο να ιδιωτικοποιήσει και να μονοπωλήσει τα άυλα περιεχόμενα. Η ιδιωτική ιδιοκτησία των γνώσεων και των ιδεών ήταν δυνατή επειδή αυτές ήταν αδιαχώριστες από τα αντικείμενα που τις ενσάρκωναν. Ήταν ένα συστατικό του παγίου κεφαλαίου.
Όλα όμως αλλάζουν όταν τα άυλα περιεχόμενα δεν είναι πια αδιαχώριστα από τα προϊόντα που τα περιέχουν ούτε από τα πρόσωπα που τα κατέχουν· όταν φτάνουν σε μία ύπαρξη ανεξάρτητη από κάθε ιδιαίτερη χρήση και όταν μπορούν, μεταφρασμένα σε λογισμικό, να αναπαραχθούν σε απεριόριστες ποσότητες με ελάχιστο κόστος. Έτσι, μπορούν να γίνουν ένα άφθονο υλικό το οποίο χάρη στην απεριόριστη διαθεσιμότητά του, χάνει κάθε ανταλλακτική αξία και εμφανίζεται στο δημόσιο χώρο ως δωρεάν κοινό αγαθό –εκτός κι αν μπορέσουμε να το εμποδίσουμε απαγορεύοντας την πρόσβαση και την απεριόριστη χρήση σε εκείνους στους οποίους προσφέρεται.
Το πρόβλημα που θίγει η «οικονομία της γνώσης» προέρχεται από το γεγονός πως η άυλη διάσταση από την οποία εξαρτάται η αποδοτικότητα των εμπορευμάτων δεν είναι, στην εποχή της πληροφορικής, της ίδιας φύσης με τις προηγούμενες: δεν πρόκειται για ιδιωτική ιδιοκτησία ούτε για ιδιοκτησία των επιχειρήσεων ή των συνεργατών τους· είναι από τη φύση της μη ιδιωτικοποιήσιμη και άρα δε μπορεί να γίνει πραγματικό εμπόρευμα. Μπορεί μονάχα να μεταμφιεστεί σε ιδιωτική ιδιοκτησία και εμπόρευμα διατηρώντας την αποκλειστική της χρήση με νομικά ή τεχνικά τεχνάσματα (μυστικούς κωδικούς πρόσβασης).
Αυτή η μεταμφίεση όμως δεν αλλάζει σε τίποτα την πραγματικότητα ενός κοινού αγαθού που έχει απλά μεταμφιεστεί: παραμένει ένα μη-εμπόρευμα που δεν πωλείται και που η ελεύθερη πρόσβαση και χρήση του απαγορεύονται αφού παραμένουν πάντοτε δυνατές, αφού παραμονεύουν τα «παράνομα αντίγραφα», οι «απομιμήσεις», οι απαγορευμένες χρήσεις. Ο ίδιος ο υποτιθέμενος ιδιοκτήτης δε μπορεί να το πουλήσει δηλαδή να μεταβιβάσει την ιδιωτική ιδιοκτησία σε κάποιον άλλο, όπως θα έκανε με ένα πραγματικό εμπόρευμα· Μπορεί μονάχα να πουλήσει το δικαίωμα στην πρόσβαση και στη χρήση «με άδεια».
Η οικονομία της γνώσης βασίζεται έτσι σε ένα είδος πλούτου που τείνει προς το κοινό αγαθό και τα διπλώματα και τα κοπιράιτ που υποτίθεται πως το ιδιωτικοποιούν δεν αλλάζουν τίποτα· η σφαίρα του δωρεάν επεκτείνεται ασταμάτητα. Η πληροφορική και το ίντερνετ υποσκάπτουν τα θεμέλια του βασιλείου του εμπορεύματος. Ό,τι μπορεί να μεταφραστεί σε ψηφιακή και αναπαραγώγιμη, επικοινωνίσιμη γλώσσα χωρίς έξοδα, τείνει αναπότρεπτα να γίνει κοινό αγαθό και μάλιστα ένα κοινό αγαθό οικουμενικό εφόσον μπορούν όλοι να αποκτήσουν πρόσβαση σ’ αυτό και να το χρησιμοποιήσουν.
Οποιοσδήποτε μπορεί να αναπαράγει με τον υπολογιστή του άυλα περιεχόμενα όπως το ντιζάιν, τα σχέδια κατασκευής ή συναρμολόγησης, οι χημικοί τύποι και οι εξισώσεις· να επινοήσει τα δικά του στυλ και μορφές· να εκτυπώσει κείμενα, να αντιγράψει δίσκους, να αναπαραγάγει πίνακες. Περισσότερα από 200 εκατομμύρια αρχεία είναι πραγματικά προσβάσιμα ως «κοινές δημιουργίες».
Στη Βραζιλία, όπου η δισκογραφική βιομηχανία διαθέτει στην αγορά 15 νέα CD κάθε χρόνο, οι νέοι στις φαβέλες αντιγράφουν 80 την εβδομάδα και τα πουλάνε στο δρόμο. Τα τρία τέταρτα των υπολογιστών που κατασκευάστηκαν το 2004 είχαν αυτοπαραχθεί στις φαβέλες με τη χρησιμοποίηση υλικών που βρισκόταν στα αζήτητα. Η κυβέρνηση υποστηρίζει τους συνεταιρισμούς και τις άτυπες ομαδώσεις αυτοπαραγωγής με σκοπό τον αυτο-εφοδιασμό.
Ο Κλαούντιο Πράντο που διευθύνει το τμήμα ψηφιακού πολιτισμού στο Υπουργείο Πολιτισμού της Βραζιλίας έλεγε πρόσφατα: «η δουλειά είναι ένα είδος υπό εξαφάνιση… Υπολογίζουμε να ξεπεράσουμε τη σκατοπερίοδο του 20ου αιώνα για να πάμε απευθείας από το 19ο στον 21ο αιώνα». Η αυτοπαραγωγή των υπολογιστών για παράδειγμα υποστηρίχθηκε επίσημα: πρόκειται για την ενθάρρυνση της «ιδιοποίησης των τεχνολογιών από τους χρήστες με σκοπό τον κοινωνικό μετασχηματισμό».
Το επόμενο στάδιο θα είναι λογικά η αυτοπαραγωγή των μέσων παραγωγής. Θα επανέλθω σ’ αυτό. Εκείνο που μας ενδιαφέρει επί του παρόντος, είναι πως η κύρια παραγωγική δύναμη και η κύρια πηγή προσόδων γίνεται σταδιακά δημόσια ιδιοκτησία και τείνει προς το δωρεάν· πως η ιδιωτική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και άρα και το μονοπώλιο της προσφοράς γίνονται σταδιακά αδύνατα· πως έτσι η επιρροή του κεφαλαίου στην κατανάλωση χαλαρώνει και πως η κατανάλωση μπορεί να χειραφετηθεί από την προσφορά εμπορευμάτων.
Πρόκειται για μια ρήξη που υποσκάπτει τα θεμέλια του καπιταλισμού. Ο αγώνας ανάμεσα στα «ιδιόκτητα λογισμικά» και τα «ελεύθερα λογισμικά» (ελεύθερα, «free» σημαίνει επίσης στα αγγλικά «δωρεάν») ήταν το εναρκτήριο λάκτισμα της κεντρικής διαμάχης της εποχής. Επεκτείνεται και προεκτείνεται στον αγώνα ενάντια στην εμπορευματοποίηση των πρωταρχικών μορφών πλούτου –η γη, οι σπόροι, το γονιδίωμα, τα πολιτιστικά αγαθά, οι γνώσεις και οι κοινές δεξιότητες που συγκροτούν την καθημερινή κουλτούρα και οι οποίες είναι πρότερες της ύπαρξης της κοινωνίας. Από την τροπή που θα πάρει αυτός ο αγώνας εξαρτάται η πολιτισμένη ή η βάρβαρη μορφή που θα λάβει η έξοδος από τον καπιταλισμό.
Αυτή έξοδος προϋποθέτει απαραίτητα πως θα χειραφετηθούμε από την επιρροή που ασκεί το κεφάλαιο πάνω στην κατανάλωση και από το μονοπώλιο των μέσων παραγωγής. Σημαίνει την αποκαταστημένη ενότητα του υποκειμένου της παραγωγής και του υποκειμένου της κατανάλωσης και άρα την αυτονομία που θ’ ανακαλύψουμε μέσω του καθορισμού των αναγκών μας και του τρόπου ικανοποίησής τους.
Το αξεπέραστο εμπόδιο που είχε στήσει ο καπιταλισμός σ’ αυτήν την πορεία ήταν η ίδια η φύση των μέσων παραγωγής που χρησιμοποιούσε: εγκαθίδρυαν μια μεγαμηχανή στην οποία όλοι ήμασταν υπηρέτες και η οποία μας υπαγόρευε τους στόχους που έπρεπε να ακολουθήσουμε και το βίο που έπρεπε να διάγουμε. Αυτή η περίοδος φτάνει στο τέλος της. Τα μέσα της αυτοπαραγωγής υψηλής τεχνολογίας κάνουν τη βιομηχανική μεγαμηχανή θεωρητικά απαρχαιωμένη.
Ο Κλαούντιο Πράντο επικαλείται την «ιδιοποίηση των τεχνολογιών» καθώς το κοινό κλειδί για όλες, η πληροφορική, είναι ιδιοποιήσιμη απ’ όλους. Γιατί, όπως ζητούσε ο Ιβάν Ίλλιτς, «ο καθένας μπορεί να τη χρησιμοποιήσει χωρίς δυσκολία όσο συχνά ή όσο σπάνια θέλει… χωρίς η χρήση στην πραγματικότητα να καταπατά την ελευθερία του άλλου να κάνει το ίδιο»· γιατί αυτή η χρήση (πρόκειται για τον ορισμό των συμβιωτικών μέσων από τον Ίλλιτς) «παροτρύνει την προσωπική ολοκλήρωση» και αυξάνει την αυτονομία όλων. Ο ορισμός που δίνει ο Πέκα Χιμάνεν στην «Ηθική του Χάκερ» είναι πολύ κοντινός: ένας τρόπος ζωής που προτάσσει τις χαρές της φιλίας, του έρωτα, της ελεύθερης συνεργασίας και της προσωπικής δημιουργικότητας».
Τα υψηλής τεχνολογίας μέσα, ήδη υπάρχοντα ή εν αναπτύξει, γενικά συγκρίσιμα με τα περιφερειακά του υπολογιστή, μας προσανατολίζουν προς ένα μέλλον όπου πρακτικά καθετί απαραίτητο και επιθυμητό θα μπορεί να παράγεται σε συνεργατικά ή κοινοτικά εργαστήρια· όπου οι δραστηριότητες της παραγωγής θα μπορούν να συνδυάζονται με τη μάθηση και τη διδασκαλία, με τον πειραματισμό και την έρευνα, με τη δημιουργία νέων γεύσεων, αρωμάτων και υλικών, με την επινόηση νέων μορφών και τεχνικών γεωργίας, κατασκευής, ιατρικής κ.λπ.
Τα κοινοτικά εργαστήρια αυτοπαραγωγής θα είναι διασυνδεδεμένα σε παγκόσμια κλίμακα για να μπορούν να ανταλλάζουν ή να κοινοποιούν τις εμπειρίες, τις επινοήσεις, τις ιδέες και τις ανακαλύψεις τους. Η εργασία θα παραγάγει κουλτούρα και η αυτοπαραγωγή θα αποτελεί ένα μέσο προσωπικής ανάπτυξης.
Δύο συγκυρίες συνηγορούν υπέρ ενός τέτοιου τύπου ανάπτυξης. Η πρώτη είναι πως υπάρχουν πολλές ικανότητες, ταλέντα και δημιουργικότητα που η καπιταλιστική οικονομία δε μπορεί να χρησιμοποιήσει. Αυτό το πλεόνασμα ανθρώπινων πόρων δε μπορεί να γίνει παραγωγικό παρά μέσα σε μια οικονομία όπου η παραγωγή πλούτου δεν υποτάσσεται σε κριτήρια αποδοτικότητας. Η δεύτερη είναι πως «η δουλειά είναι ένα είδος υπό εξαφάνιση».
Δε λέω πως αυτές οι ριζικές μεταμορφώσεις θα πραγματοποιηθούν. Λέω μονάχα πως για πρώτη φορά, μπορούμε να επιθυμούμε να πραγματοποιηθούν. Τα μέσα υπάρχουν όπως και οι άνθρωποι που δουλεύουν μεθοδικά. Είναι πιθανό να αναδημιουργήσουν πρώτοι οι Νοτιοαμερικάνοι ή οι Βορειοαφρικάνοι, στα φτωχά προάστια των ευρωπαϊκών πόλεων, τα εργαστήρια αυτοπαραγωγής των φαβελών ή των πόλεων απ’ όπου κατάγονται.»
__
Πηγή: enallaktikos.gr

Η καπιταλιστική κρίση και το αδιέξοδο της κοινωνίας

by Αμετανόητος

Απόγνωση

του Θεόδωρου Σταυρόπουλου

σημ.Αμετανόητου: Το άρθρο είναι από το 1996 !!! Κάποιοι τα γράφανε και προειδοποιούσαν από τότε…Ποιοί άκουγαν ;

1ον. Η ανθρωπότητα διέρχεται την κρίση παρακμής τον καπιταλιστικού συστήματος.Βασικό σύμπτωμα της καπιταλιστικής παρακμής είναι η υπερσυσσώρευση του πλούτου και η υπερσυγκεντροποίηση του κεφαλαίου στα χέρια μιας απειροελάχιστης ολιγαρχίας.

Έχουν δημοσιευθεί ήδη τα ακόλουθα στοιχεία:

«358 κροίσοι από διάφορες χώρες έχουν εισοδήματα ανώτερα από τα εισοδήματα μιας σειράς κρατών στα οποία κατοικεί το 45% του πληθυσμού της γης, δηλ. 2,7 έως 3 δισεκατομμύρια άνθρωποι.

Το ευπορότερο 1% του πληθυσμού των ΗΠΑ απολαμβάνει το 40% του πλούτου.

Το ευπορότερο 20% νέμεται το 80% του πλούτου των ΗΠΑ. Στη Βρετανία και την Αυστραλία το 20% του πληθυσμού έχει εισόδημα δεκαπλάσιο από το εισόδημα του 20% των φτωχότερων.

Οι χώρες του τρίτου κόσμου γίνονται φτωχότερες σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία του 1980, ενώ φτωχαίνουν σχετικά εύπορες χώρες, όπως ο Καναδάς, η Ισλανδία, η Φινλανδία, η Σουηδία κ.ά.».1

Τα εκατομμύρια των εργαζομένων και των ανέργων φτωχαίνουν διαρκώς, ενώ μεγάλα τμήματα των πληθυσμών στις πέντε ηπείρους ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας.

Αντίθετα η υπερσυσώρρευση του πλούτου στα χέρια της πιο κτηνώδους και αδίσταχτης ολιγαρχίας, της καπιταλιστικής ολιγαρχίας, λαμβάνει διαστάσεις Λεβιάθαν.

Εκ των στοιχείων του ΟΟΣΑ, αρκετά ύποπτου για την μη δημοσίευση – δηλαδή για την απόκρυψη – πολλών δεδομένων, σταχυολογούμε τα ακόλουθα:

Οι πεντακόσιες μεγαλύτερες εταιρίες σημείωσαν αύξηση κερδών κατά 15% ενώ ο αριθμός των εργαζομένων τους αυξήθηκε στο μηδαμινό επίπεδο του 1,8%. Παράλληλα αρκετές καπιταλιστικές εταιρίες προχώρησαν σε μαζικές απολύσεις. Από τις εταιρίες αυτές, που οι τρεις πρώτες είναι Ιαπωνικές, οι 153 είναι Αμερικάνικες, οι 142 Ιαπωνικές και ακολουθούν Γαλλικές, Γερμανικές, Βρετανικές κ.ά.2.

2ον. Παράλληλο φαινόμενο της εποχής μας είναι εκείνο της υπερσυσσώρευσης των χρηματικών κεφαλαίων στα χέρια μιας απειροελάχιστης διεθνούς χρηματιστικής ολιγαρχίας του πλούτου.

Εδώ δεν πρόκειται για την ενδογενή τάση της συγκεντροποίησης του σταθερού κεφαλαίου (μηχανήματα – μέσα παραγωγής γενικότερα) μαζί με τα αναγκαία για τις επενδύσεις χρηματικά κεφάλαια, αλλά για τη διαμόρφωση μιας νέας ολιγαρχικής ομάδας μέσα στη διεθνή καπιταλιστική τάξη, εκείνης των δισεκατομμυριούχων δολαριούχων, που ο σχηματισμός τους πραγματοποιείται εκτός και υπεράνω πάσης παραγωγής. Τα άτομα αυτά διεθνώς ανήρχοντο σε 147 προ δεκαετίας, αυξήθηκαν σε 274 προ πενταετίας και σήμερα ανέρχονται σε 447. Αυτό σημαίνει συγκέντρωση αυξανομένου όγκου δισεκατομμυρίων δολαρίων σε ελάχιστα χέρια και αφαίρεση τους από το εισόδημα εκατοντάδων εκατομμυρίων εργαζομένων.

Τα ακόλουθα στοιχεία είναι ενδεικτικά και δημοσιεύτηκαν στο Βήμα της 25ης Αυγούστου 1996.

Ο Ονίλιαμ Χέυρι Γκέϊτς (ΗΠΑ) είναι κάτοχος περιουσίας 18 δις. δολαρίων ήτοι μεγαλυτέρου ποσού από το ΑΕΠ της Συρίας.

Ο Ουόρεν Μπάφετ (ΗΠΑ): περιουσία 14,5 δις. δολαρίων, που ξεπερνά το ΑΕΠ του Ισημερινού (14,4 δις. δολάρια).

Ο Πάουλ Ζάχερ (Ελβετία): περιουσία 13,5 δις. δολαρίων που ισοδυναμεί με το ΑΕΠ της Γουατεμάλας.

Ο Αλ Σάον Κι (Χουγκ Κουγκ): περιουσία 12,7 δις. δολάρια, ισοδύναμο με το ΑΕΠ του ΒιετΝαμ.

Ο ΑίΚαΣίυγκ (Χουγκ Κουγκ): περιουσία 10,6 δις. δολάρια.

Εν συνεχεία το Βήμα της 25 Αυγούστου 1996 δημοσιεύει τα στοιχεία για 53 περαιτέρω περιπτώσεις δισεκατομμυριούχων του δολαρίου. Επί των στοιχείων αυτών και πλείστων άλλων στηρίζεται η θεωρητική μου θεμελίωση ότι ο σημερινός διεθνής καπιταλισμός παράλληλα με το παραγωγικό του σκέλος, παραγωγής εμπορευμάτων (μέσων παραγωγής και κατανάλωσης) έχει αναπτύξει ως κακοήθη όγκο το παρασιτικό του σκέλος, δια του οποίου τεράστια ποσότητα της παραγόμενης υπεραξίας την σπαταλά στην κερδοσκοπία των χάρτινων τίτλων, αλλά και στις υπερπολυτελείς καταναλωτικές δραστηριότητες της παρασιτικής τάξης των μεγιστάνων της ολιγαρχίας.

Αυτή η τελευταία έχει εντελώς αποχωρισθεί από κάθε απασχόληση. Ασχολείται μόνο με τον καταναλωτικό της παρασιτισμό και με τη βιολογική της αποσύνθεση.

Αυτός ο αποχωρισμός των ιδιοκτητών μεγιστάνων, (ιδιοκτητών από νομική άποψη), από τη διεύθυνση της καπιταλιστικής παραγωγής και η ανάληψις των διευθυντικών και διαχειριστικών απασχολήσεων από τους διευθυντές οργανωτές (managers) δεν αλλάζει το βασικό καπιταλιστικό χαρακτήρα της σημερινής βιομηχανικής ταξικής κοινωνίας και καθόλου δεν την μεταβάλλει σε κοινωνία μισθωτών – «διευθυντών» (managers), όπως ισχυρίζονται ορισμένες σχολές της κοινωνιολογίας.

3ον. Οι μεγάλες αποφάσεις επί της διεθνούς οικονομικής πολιτικής λαμβάνονται από μεγάλους οργανισμούς κλασικού καπιταλιστικού χαρακτήρα όπως η Διεθνής Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που βρίσκονται σε συνεργασία και συντονίζουν την οικονομική αλλά και την πολιτική δραστηριότητα των οικονομικών και πολιτικών συγκροτημάτων διεθνούς εμβέλειας, όπως λ.χ. το τραπεζοβιομηχανικό συγκρότημα παραγωγής και εμπορίας όπλων, κ.ά.

Αντίστοιχη, αλλά συνοριακώς οριοθετημένη είναι και η πρωτοβουλία λήψης των ανωτάτων αποφάσεων των αντιστοίχων οργάνων των εθνικών καπιταλιστικών κρατών.

Οι κάστες των γραφειοκρατών και των τεχνοκρατών αποτελούν εκτελεστικά όργανα εφαρμογής των ανωτάτης τάξεως αποφάσεων των οργάνων της διεθνούς καπιταλιστικής ολιγαρχίας.

  1. Υπερεθνικά όργανα ιμπεριαλιστικού ολοκληρωτισμού

Όταν μιλάμε για υπερσυγκεντροποιηση του κεφαλαίου δεν εννοούμε μόνο την ενδογενή τάση του προς τη συσσώρευση και συγκεντροποίηση στα χέρια της καπιταλιστικής ολιγαρχίας μέσω του ανταγωνισμού των επιχειρήσεων, στον οποίον (ανταγωνισμό) επιβιώνουν οι εφοδιασμένοι με επάρκεια παγίων κεφαλαίων ή χρηματικών «αποθεμάτων» προς επένδυση, προκειμένου να αναπτύξουν το σταθερό κεφάλαιο, δηλ. τα νέα μέσα παραγωγής του μηχανικού αυτοματισμού. Το φαινόμενο αυτό είναι ήδη γνωστό από την πρώτη ιστορική εμφάνιση του καπιταλισμού, και έχει ήδη εκτεθεί με ενάργεια και επιστημονική πληρότητα.3 ·4

Στη σημερινή μετα«κομμουνιστική» φάση ο διεθνής καπιταλισμός επιχειρεί να προγραμματίσει εκ των άνω τη συσσώρευση και την υπερσυγκεντροποιηση του κεφαλαίου, όχι στην παραδοσιακή κλίμακα του ανταγωνισμού των καπιταλιστών στο λεγόμενο «στίβο» (!!!) της διεθνούς αγοράς κεφαλαίων και εργασίας, αλλά σε υπερεθνική κλίμακα, ερήμην της πολιτικής βούλησης των καπιταλιστικών κυβερνήσεων, και με παραμερισμό των οποιωνδήποτε ειδικών προγραμματισμών καπιταλιστικής «ανάπτυξης», είτε εθνικών είτε περιφερειακών.

Για την ολοκλήρωση των στόχων της υπερεθνικής ιμπεριαλιστικής συγκεντροποίησης του κεφαλαίου υπάρχουν και λειτουργούν όργανα και κέντρα λήψης αποφάσεων διεθνούς οικονομικής πολιτικής. Πρόκειται περί των οργανισμών της Διεθνούς Τράπεζας (ΔΤ) και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).

Θεμελιώδη αξιώματα για την κυκλοφορία των χρηματικών κεφαλαίων εις τη διεθνή αγορά των κεφαλαίων είναι σήμερα τα ακόλουθα: ι Ιόν ταχεία απόσβεση του κεφαλαίου, 2ον ελαχιστοποίηση των εξόδων κυκλοφορίας, 3ον μεγιστοποίηση του κέρδους, 4ον κατάργηση του κοινωνικού κράτους.

Και στον τομέα των παραγωγικών επενδύσεων, ακόμη και των πλέον εκμεταλλευτικών, είναι αδύνατη η συνύπαρξη των στοιχείων αυτών του παρασιτισμού και της χωρίς όρια εκμετάλλευσης της εργασιακής δύναμης.

Για το λόγο αυτό οι πλούσιοι κάτοχοι χρηματικών κεφαλαίων, κατά ένα σοβαρό ποσοστό δεν προβαίνουν σε παραγωγικές επενδύσεις αλλά επιδίδονται εις την κερδοσκοπία δια των παιγνίων στα χρηματιστήρια και εις επενδύσεις σε παρασιτικές υπηρεσίες, όπως είναι τα καζίνα.

Ενδεικτικά αναφέρουμε τον ισχυρό ανταγωνισμό των κρατών της Ευρωπαϊκής Μεσογείου (Ελλάδος, Ιταλίας, Ισπανίας) για την προσέλκυση και την εγκατάσταση καζίνων εις το έδαφος τους. Η κυβέρνηση Σημίτη αναδείχτηκε η αποτελεσματικότερη στον τομέα αυτό, της επιβολής της εξωπαραγωγικής, παρασιτικής κερδοσκοπίας.

  1. Αποβιομηχάνιση – ανεργία Η αποβιομηχάνιση της Ευρώπης και η βιομηχανική στασιμότητα των ΗΠΑ, Καναδά και Ωκεανίας σε συνδυασμό με την εκβιομηχάνιση των χωρών της Ν. Α. Ασίας είναι το αποτέλεσμα μιας στρατηγικής υπονόμευσης των δικαιωμάτων και του εισοδήματος των εργαζομένων. Αξονες της στρατηγικής αυτής του κεφαλαίου είναι:

Ιόν Κατάργηση των δημοσίων επιδοτήσεων και του ελέγχου των τιμών.

2ον Μείωση των δημοσιονομικών δαπανών, κυρίως εκείνων που αφορούν την κοινωνική πολιτική και την παιδεία.

3ον Δραστική μείωση του αριθμού και των αμοιβών των υπαλλήλων.

4ον Πτώση των δημοσιονομικών προεισπράξεων από τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις και τα υψηλά εισοδήματα.

5ον Ιδιωτικοποίηση του δημόσιου τομέα.

6ον Αποδιάρθρωση των όρων εργασίας.5

Οι σημερινοί καπιταλιστές αφέντες του πλανήτη έχουν ήδη επιβάλλει την πιο πάνω πολιτική στην Ευρώπη σε συνδυασμό με το δηλητήριο της αποβιομηχάνισης και της ανεργίας.6

Η επίθεση είναι χωρίς προηγούμενο και για πρώτη φορά συντονισμένη. Όλες οι εξουσίες, η πολιτική, η διοικητική, η εργοδοσία, οι «διανοούμενοι» (τύπου Levie, Charbonet κ.ά.) και τα λεγόμενα «μέσα ενημέρωσης» (διάβαζε: μέσα αποπληροφόρησης και συσκότισης), έχουν κινητοποιηθεί για να επιχειρήσουν να επιβάλλουν, χωρίς κοινωνική εξέγερση, μια «νέα μαζική δόση» καπιταλιστικής αναλγησίας και σκληρότητας, συνδυασμένη με βαρύτατες «θυσίες» των εργαζομένων.7

Εξ’ άλλου οι προτεραιότητες της «Επιτροπής των Βρυξελλών» συνίστανται, α) στη βίαιη και απότομη ιδιωτικοποίηση των επιχειρήσεων του δημόσιου τομέα (τηλεπικοινωνίες, ηλεκτρική ενέργεια, σιδηροδρομικές και αεροπορικές συγκοινωνίες, ακόμη και τις ταχυδρομικές υπηρεσίες), β) και παράλληλα, εν ονόματι της συνθήκης του Μάαστριχτ, στην προώθηση της εφαρμογής στην πράξη του «ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος» από 1.1.1999. Αυτό βεβαίως θα σημάνει τη πιο πέρα μεγιστοποίηση των καπιταλιστικών υπερκερδών υπέρ της προνομιούχου χρηματιστικής μειοψηφίας και ταυτόχρονα την οικονομική καταβαράρθρωση των εργαζομένων, μέσα από τις πολιτικές λιτότητας και συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους («μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων») και υψηλών επιτοκίων, που απαιτεί για τις περισσότερες χώρες η «νομισματική σύγκλιση».

Όμως η πολιτική της αποβιομηχάνισης, του στυγνού εξωπαραγωγικού μονεταρισμού και του απόλυτου οικονομικού φιλελευθερισμού στην αγορά κεφαλαίων και εργασιακής δύναμης έχει ήδη οδηγήσει στη διόγκωση της ανεργίας.

Τα δημοσιευθέντα μέχρι τώρα στοιχεία ανεβάζουν τους απόλυτα ανέργους στο επίπεδο των δέκα οχτώ εκατομμυρίων (18.000.000) προσώπων8 στην Ευρώπη.

Εδώ όμως πρέπει να διευκρινισθεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανέργων στην Ευρώπη είναι επί κεφαλής οικογενειών. Συνεπώς ο αριθμός των 18.000.000 πρέπει τουλάχιστον να τριπλασιασθεί προκειμένου να υπολογισθεί ο αληθινός αριθμός των προσώπων που βρίσκονται σε στέρηση και ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, λόγω της ανεργίας των 18.000.000 ανέργων. Έτσι ο αριθμός των απολύτως στερουμένων των απαραίτητων προς το ζειν ανέρχεται κατά ορθόν υπολογισμό στο επίπεδο των 60.000.000 προσώπων, στη Δυτική Ευρώπη.

Ο αριθμός είναι τρομακτικός και όμως είναι αληθινός.

Όμως η τραγωδία της ανεργίας και της απόλυτης στέρησης παρουσιάζει ακόμη περισσότερο κακοήθη διόγκωση. Πραγματικά: «ούτε το ενδιάμεσο θέρος των ολυμπιακών αγώνων ούτε η θερινή ραστώνη δεν διασκέδασαν την αγωνία των πολιτών. Περιίπταται στον αέρα, στη Γαλλία, σαν ένα άρωμα εξέγερσης… η έκρηξη απειλεί.. ..Η ρίζα της οργής είναι η ανεργία. Ο αριθμός των απολύσεων ξεπερνά κατά μέσον όρο τις 35.000 μηνιαίως. Μία κοινωνική αιμορραγία που αγγίζει σκανδαλώδη ποσοστά κυρίως στην πλεκτοβιομηχανία, εις τα άγροτο – διατροφικά είδη, εις τα ηλεκτρικά είδη οικιακής χρήσης, εις το αυτοκίνητο, εις την οικοδομή. Στον τελευταίο αυτό τομέα εξαφανίστηκαν μέσα σ’ ένα χρόνο 24.000 θέσεις εργασίας, ενώ στον τομέα παραγωγής ενδυμάτων κατεστράφησαν 15.000 θέσεις εργασίας μέσα σ’ ένα εξάμηνο. .. Η Γαλλία έχει ήδη χάσει περισσότερες από 1.800.000 βιομηχανικές θέσεις εργασίας και το ποσοστό ανεργίας ξεπερνά το 12,3%, που συνιστά μοναδική ιστορική επίδοση».9

Επιπρόσθετα οι τράπεζες ετοιμάζουν κατάργηση 40.000 θέσεων εργασίας και παρόμοια σφαγή επέρχεται και στον τομέα των ασφαλιστικών εταιρειών. Εξ’ άλλου στις εξοπλιστικές βιομηχανίες ετοιμάζεται σφαγή απολύσεων και κατάργηση 50.00075.000 θέσεων, δηλ. το 24% του εργασιακού δυναμικού. Εξ’ αυτών οι 15.000 θέσεις αφορούν τα στελέχη της εξοπλιστικής βιομηχανίας, τεχνολογικά και διοικητικά. Η κατάσταση αυτή οδηγεί στον οικονομικό θάνατο των εργαζομένων. Σε μερικά λιμάνια της Μάγχης, στο Χερβούργο, στην Brest ο αναβρασμός έχει φτάσει στην πληρότητα του. Όσον αφορά το δημόσιο τομέα στη Γαλλία, ήδη ο τέως πρωθυπουργός Edouard Balladur ενθάρρυνε την κυβέρνηση Juppe να προχωρήσει στην κατάργηση 20.000 θέσεων κατ’ έτος.10

Η κοινωνική κατάσταση κυμαίνεται μεταξύ του πεσιμισμού, της κοινωνικής αγανάκτησης και της εξέγερσης. Ο Ignacio Ramonet περιγράφει ως εξής την κατάσταση: «Όλο και περισσότερο οι πολίτες πείθονται ότι η δημόσια διαχείριση από τους Jacques Chirac και Alain Juppe είναι αναποτελεσματική και επιβλαβής. Εις τους δυσαρεστημένους της εξέγερσης του Δεκέμβρη 1995″ προστίθενται έκτοτε μαζικά οι μεσαίες τάξεις, χτυπημένες από το διαρκές μαστίγωμα της αύξησης των φόρων, που βλέπουν τα παιδιά τους να χτυπιούνται με τη σειρά τους από την ανεργία, ενώ διαπιστώνουν ότι οι συντάξεις τους εξανεμίζονται. Η απότομη πτώχευση τους – μέγιστο κοινωνιολογικό φαινόμενο αυτής της δεκαετίας – τις κατατάσσει μεταξύ των θυμάτων της κοινωνικής ρήξης… Ο πεσιμισμός αυξάνει: 80% των Γάλλων δεν πιστεύει πλέον σε μία οικονομική καλυτέρευση. Η αύξηση της παραγωγής δεν θα ξεπεράσει το μηδαμινό ποσοστό του 1,3%. Το διαθέσιμο εισόδημα θα ελαττωθεί για πρώτη φορά στην τελευταία πεντηκονταετία. Εξ’ άλλου ο αριθμός των επιχειρήσεων που χρεοκοπούν ανέρχεται στο πρώτο εξάμηνο του 1996 στο επίπεδο των 34.000, που σημαίνει 11% υψηλότερο από την προηγουμένη χρονιά ενώ έχει την τάση να αυξάνεται».12

Στην υπόλοιπη Ευρώπη η κατάσταση γίνεται εξίσου καταθλιπτική. Στο Βέλγιο, στη Γερμανία, στη Βρετανία, στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 18.000.000 ανέργων και των 60.000.000 απόλυτα φτωχών, οι μαζικές απολύσεις συνεχίζονται.

Ενδεικτικά αξίζει να αναφέρουμε: Η Deutsche Telekom καταργεί 70.000 θέσεις εργασίας, η Volkswagen καταργεί 30.000 θέσεις, η Daimner Benz καταργεί 15.000 θέσεις, η National Westminster 15.000, η Gloxo 7.000 θέσεις, η Telefonica d’ Italia 7.000 θέσεις, η Iberia 5.200, η Olivetti 5.000 κ.λπ.

Παντού η ανεργία και η υποαπασχόληση εκτείνεται, οι μισθοί μπλοκάρονται και οι κοινωνικοί προϋπολογισμοί μειώνονται δραστικά στο όνομα του ιεροάγιου «εκσυγχρονισμού».

  1. Η επαναστατική προοπτική Το σύστημα της καπιταλιστικής βαρβαρότητας οδηγεί την ανθρωπότητα σε αδιέξοδη καταστροφή. Έσχατη εκδήλωση παραλογισμού είναι οι πολλαπλές εγκληματικές δράσεις βλάβης ή και καταστροφής του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος.

Η ανθρωπότητα υπό την καπιταλιστικήν ηγεμονία προσφέρει την εικόνα ενός υποκειμένου αντιφατικού και παράλογου, διακατεχόμενου από τη μανία της αυτοκαταστροφής. Και όμως οι μόνοι υπεύθυνοι για το σημερινό αδιέξοδο βαρβαρότητας· και καταστροφής είναι η διεθνής καπιταλιστική ολιγαρχία, οι επί μέρους «εθνικές» ολιγαρχίες, και οι κυβερνήσεις μαζί με τους συγκροτούντες την ηγετική γραφειοκρατική στελέχωση των κρατικών υπηρεσιών, των δημοσίων οργανισμών και των μεγάλων οικονομικών συγκροτημάτων ιδιωτικών και δημοσίων.

Αυτή η κοινωνική καταστροφή των εργαζομένων είναι δυνατό να μείνει χωρίς άμεση και δραστική αντεπίθεση; Η διεθνής καπιταλιστική ηγεσία και οι κυβερνήσεις της υπολογίζουν ότι μπορούν εις το διηνεκές να ελέγχουν τις εξεγέρσεις και να τις απορροφούν ή εν ανάγκη να τις καταστέλλουν με την κρατική και την παρακρατική βία.

Διαθέτουν προς τούτο, (πέραν του γιγαντιαίου αστυνομικού στρατιωτικού δικαστικού μηχανισμού καταστολής και των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους), ισχυρά ιδρύματα κατάρτισης στελεχών στις πολιτικές θεωρίες και στη στρατηγική. Πρόκειται για αυτόνομους κρατικούς οργανισμούς παραγωγής διπλωματικών, διοικητικών και στρατιωτικών στελεχών, που είναι εντελώς ανεξάρτητοι από τα Πανεπιστήμια, και από το σύστημα Εθνικής Παιδείας, που τελούν υπό τη διοικητική εποπτεία των υπουργείων Εσωτερικών, Εξωτερικών και Άμυνας. Για παράδειγμα, στη Γαλλία λειτουργούν τα ιδρύματα: Centre d’ etudes diplomatiques et strategiques (Κέντρο διπλωματικών και στρατηγικών μελετών), η παραδοσιακή Ecole militaire, αντίστοιχη προς τη δική μας Σχολή Ευελπίδων, η Ecole Nationale d’Administration, E.N.A., κ.ά.

Παράλληλα, η καπιταλιστική εξουσία ελέγχει απόλυτα τα γραφειοκρατικά συνδικάτα, μέσα στα οποία είναι σήμερα εγκλωβισμένη η εργατική τάξη και οι μισθωτοί σκλάβοι του κεφαλαίου, που παραμένουν ακόμα οργανωτικά και ιδεολογικά αιχμάλωτοι του καπιταλιστικού συστήματος.

Τέλος στην υπηρεσία του καπιταλιστικού συστήματος λειτουργούν και τα παραδοσιακά κόμματα της αριστεράς (σοσιαλδημοκρατικά και «κομμουνιστικά»).

Η συνέχιση της καπιταλιστικής κυριαρχίας δεν είναι, εντούτοις, δυνατόν να διαιωνιστεί, χωρίς να βαθύνει ακόμη περισσότερο την παρακμή της ανθρωπότητας. Μόνη διέξοδος από την αποσύνθεση του καπιταλιστικού συστήματος και το αδιέξοδο των ανθρωπίνων κοινωνιών, είναι η άμεση πραγματοποίηση και ο θρίαμβος της σοσιαλιστικής επανάστασης στην πιο προχωρημένη περιοχή του πλανήτη, δηλαδή στα βιομηχανικά κράτη.

Συνεπώς η προετοιμασία για τη νικηφόρα πορεία που θα οδηγήσει στην έκρηξη της επανάστασης συνιστά το επείγον και άμεσο καθήκον της παρούσας περιόδου. Το καθήκον αυτό πρέπει να λυθεί ταχύτατα εδώ και τώρα. θεμελιώδης έλλειψη της σημερινής ιστορικής στιγμής είναι, εντούτοις, η απουσία του επαναστατικού υποκειμένου, του επαναστατικού κόμματος νέας μορφής και νέου περιεχομένου, για τη νικηφόρα πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Το καθήκον προώθησης της σοσιαλιστικής επανάστασης συμπυκνώνεται, επομένως, στην επείγουσα πολιτική και οργανωτική εργασία για το σχηματισμό του επαναστατικού κόμματος, νέας μορφής και νέου περιεχομένου ως προς το πρόγραμμα, τη στρατηγική και την τακτική.

Στην παρούσα προεισαγωγική εργασία επιθυμώ να θέσω ορισμένες θεμελιώδεις συνιστώσες αρνητικού χαρακτήρα, που αφήνουν ελεύθερη την πορεία της πολιτικής θεωρίας για τον προσδιορισμό του θετικού περιεχομένου του επαναστατικού κόμματος.

Πρώτον. Το επαναστατικό κόμμα δεν πρέπει να έχει ιεραρχική εξουσιαστική δόμηση αλλά οριζόντια δημοκρατική.

Δεύτερον: Η εκάστοτε «ηγεσία» δεν πρέπει να συντίθεται από μόνιμους επαγγελματίες «ηγέτες», αλλά από εναλλασσόμενα πρόσωπα αγωνιστές της βάσης, έτσι ώστε όλοι οι οργανωμένοι αγωνιστές να αποκτούν εμπειρίες και ικανότητες επί όλων των λειτουργιών του επαναστατικού αγώνα, από τις καθαρά τεχνικό υλικές μέχρι τις πιο συνθετικές πολιτικοφιλοσοφικές, κοινωνιολογικές και πολιτιστικές.

Τρίτον: θα υπάρχει συγκρότηση σχολών επί όλων των επιστημών και της πρακτικής εξάσκησης που σχετίζονται με τον αντικαπιταλιστικό απελευθερωτικό αγώνα.

Τέταρτον. Όλοι οι αγωνιστές θα θητεύουν στο σύνολο της επαναστατικής ουμανιστικής παιδείας, θεωρητικής και πρακτικής. Έτσι καταργείται η κατασκευή ειδικών αναντικατάστατων «επαγγελματιών» επαναστατών που αποτελούν το έμβρυο του απεχθούς γραφειοκρατικού εξουσιαστικού εκφυλισμού του επαναστατικού κόμματος.

Πέμπτον: Το επαναστατικό κόμμα θα έχει επεξεργασθεί το άμεσο επαναστατικό πρόγραμμα για τη σοσιαλιστική επανάσταση για τα βιομηχανικά αστικά κράτη και το μεταβατικό πρόγραμμα για τα μη επαρκώς εκβιομηχανισμένα κράτη. Η Ελλάδα εντάσσεται εις τα ανεπτυγμένα κεφαλαιοκρατικά κράτη, βιομηχανικά και εφοπλιστικά.

Έκτον: Για τα βιομηχανικά κράτη το ιστορικό καθήκον συνίσταται στην άμεση πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επανάστασης. Τα θεμέλια της θα είναι:

  • Κοινωνικοποίηση των μεγάλων μέσων παραγωγής, μεταφοράς και πίστης.

  • Άμεση Δημοκρατία των παραγωγών πολιτών.

  • Άμεση εφαρμογή του συστήματος της πολυεπιστημονικής ανθρωπιστικής παιδείας.

Έτσι μπαίνει το ζήτημα με επιτακτική αναγκαιότητα.


  1. Νέα Προοπτική, 20 Ιουλίου 1996, φύλλο 152, σς. 1 θ 7.

2.Ο.π.

  1. David Ricardo: Des principes del’ economie politique et del’ impot Paris, Flamarion, 1971, σς. 253263,311329.

  • K. Marx: “Le Capital”, livre premier, septieme section, σς. 10651406, Editions Gallimard, Bibliotheque de la Pleiade, T. I. Paris, 1965.

  • Le Monde Diplomatique, Ιούλιος 1996, σ. 9.

  • «Les nouveux maitres du monde» εις Maniere De Voir, αριθ. 28, τριμηνιαία έκδοση της Monde diplomatique, και Monde diplomatique, Ιούλιος 1996, σ. 9.

  • Στο ίδιο.

  • Monde diplomatique, Ιούλιος 1996, σ. 9.

  • Ignatio Ramonet: «Septemble rouge», (O Κόκκινος Σεπτέμβρης), Monde diplomatique, Αύγουστος 1996, σελ. 1, κύριο άρθρο.

  • Le Figaro Magazine, 1η Ιούνη 1996 και Monde Diplomatique, όπ. π.

  • Πρόκειται για τη δυναμική 15ήμερη απεργία με καταλήψεις των τόπων εργασίας των γαλλικών σιδηροδρόμων στο Ιο 15ήμερο του Δεκέμβρη 1995, η οποία έχει δώσει το πρωτοποριακό παράδειγμα των δυναμικών ταξικών αγώνων που ξεσπάνε στη βιομηχανική Ευρώπη εναντίον της εξουσίας του κεφαλαίου και του κράτους 12. Le Figaro Magazine, 1η Ιούνη 1996.

Πηγή: Περιοδικό Θέσεις,τεύχος 57, περίοδος: Οκτώβριος – Δεκέμβριος 1996

http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&task=view&id=560&Itemid=29

πηγή:

http://bluebig.wordpress.com/2014/04/23/%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CE%B1%CE%BB%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%BA%CF%81%CE%AF%CF%83%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CE%BF-%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CE%AD%CE%BE%CE%BF%CE%B4%CE%BF/