Του
Στέλιου Ελληνιάδη - "Δρόμος της Αριστεράς"
Δεν είναι έκπληξη στους παροικούντες. Είναι χρόνια τώρα που ορισμένοι
κοντοχωριανοί διανοούμενοι ένιωθαν στριμωγμένοι ανάμεσα στην Αριστερά
και τη Δεξιά.
Η πρώτη δεν τους εξέφραζε γιατί ήταν πολύ «λαϊκιά» και η δεύτερη τους βρώμαγε γιατί δεν ήταν αρκετά αριστοκρατική.
Αλλά δεν τους πίεζε και κανένας για να πάρουν θέση. Η ζωή εξελισσόταν
χωρίς ή με μέτρια αντιπαράθεση, και στην αναβροχιά ο καθένας βολευόταν
όπως μπορούσε καλύτερα. Έτσι έπλεαν αμέριμνοι και ανεξιχνίαστοι μέσα σε
μια αριστεροδεξιά σούπα που σερβιριζόταν με όλα.
Ο
Σαββόπουλος, άλλου ταλέντου, άλλου επιπέδου, άλλης προσφοράς,
είχε από χρόνια εκδηλώσει δημόσια την παλινδρόμηση του μέχρι να
κατασταλάξει με ποιον θα πάει τελικά (;). Αλλά οι μετριότητες φυλάγονταν
πίσω από μια έντεχνη ουδετερότητα. Και απολάμβαναν την ιδιαίτερη
μεταχείριση που τους επιφύλασσαν οι εκδότες πάσης φύσεως, όχι τόσο σε
χρήμα, όσο σε προβολή δυσανάλογα μεγάλη με το ταλέντο ή το «ταλέντο»
τους και κοινωνική καταξίωση που κάθε μικροαστός καλλιτέχνης ή
διανοούμενος επιζητεί περισσότερο κι από τον αέρα που αναπνέει. Προβολή
και καταξίωση που η καθημαγμένη Αριστερά δεν μπορούσε με επάρκεια να
καλύψει.
Η Δεξιά εντελώς αδιάφορη περί τα πολιτιστικά, δεν αισθανόταν ούτε κρύο
ούτε ζέστη, αλλά την εξυπηρετούσε θαυμάσια η αριστεροδεξιά σούπα από την
οποία έπαιρνε όσο ήθελε και έτρεφε ανώδυνα τους μορφωμένους ψηφοφόρους
της συντηρώντας με ξένα κόλλυβα το ευρωπαϊκό της προφιτερόλ με κρέμα από
«προοδευτικούς» διανοούμενους στην επιφάνεια και μπαγιάτικο παραγέμισμα
από κάτω.
Καμία δεξιά τηλεόραση και καμία δεξιά εφημερίδα δεν θα μπορούσε να έχει
στοιχειώδη πολιτισμική και πολιτική ευπρέπεια χωρίς τους εκ της
Αριστεράς προερχόμενους γραφιάδες, συγγραφείς και δημοσιογράφους.
Ανένταχτοι, αριστεροί και δεξιοί διανοούμενοι (με ή χωρίς εισαγωγικά),
μαζί με ουκ ολίγα στελέχη των αριστερών ΜΜΕ, πρόσφεραν πολύτιμες
υπηρεσίες στους εκδότες-καναλάρχες εργολάβους. Όλα αυτά, όμορφα κι
ανώδυνα μέχρι το ξέσπασμα της κρίσης.
Η κρίση διατάραξε την ομαλή ενσωμάτωση και λειτουργία του συστήματος. Η
βιτρίνα ράγισε, οι σωλήνες έσπασαν, τα καλύμματα αποτραβήχτηκαν, οι
μάσκες έπεσαν. Η αριστεροδεξιά σούπα κρύωνε στο πιάτο και δεν τρωγόταν.
Οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι που ένιωθαν άνετοι κι ωραίοι σε όλο
το φάσμα της κοινωνικής και πολιτικής παλέτας, αναγκάστηκαν να πάρουν
θέση. Η περίοδος ειρήνης, έστω άνισης, ανάμεσα στους πάνω και τους κάτω,
έχει τελειώσει και το μέσα-έξω δεν φοριέται πια απαρατήρητα.
Ορισμένοι που ξεβολεύτηκαν, στριμώχτηκαν. Μερικοί σήκωσαν την παντιέρα
και ανέλαβαν εργολαβικά να υπερασπιστούν την τάξη που δεν ανταποκρίνεται
μεν στις προδιαγραφές τους, αλλά είναι εξουσία. Είναι εντυπωσιακός ο
ζήλος και ο φανατισμός με τον οποίο, άμεσα και έμμεσα, μερικοί γραφιάδες
υπερασπίζονται την καθεστηκυία τάξη. Άλλοι μέσα από τα εργολαβικά ΜΜΕ
και τις παραφυάδες τους και άλλοι μέσα από τη
ΔΗΜΑΡ, η οποία
είναι η έσχατη μαζική απόπειρα να διατηρήσουν την πρότερη κατάσταση κρατώντας κάποια προσχήματα.
Ψηφίζω Αριστερά για να σώσω τη Δεξιά. Τακτοποιημένο πανεπιστημιακοί,
καθιερωμένοι δημοσιογράφοι, επαγγελματικά κομματικά στελέχη,
μεγαλοδικηγόροι, συγγραφείς προοδευτικοί λάιφ στάιλ και υπολείμματα της
ελληνικής μίζερης εκδοχής του ευρωκομμουνισμού κατέφυγαν στην κιβωτό του
Κουβέλη που θα του έβγαζε στεγνούς και ανέγγιχτους από την
κρίση. Αλλά έλα που η κρίση τελειωμό δεν έχει! Και το σκάφος γρήγορα
άρχισε να μπάζει νερά...
Μετά το ναυάγιο της κιβωτού του Φώτη, άρχισαν τα διάφορα ζωντανά να
ψάχνουν για στεριά, αλλά που να τη βρουν; Όλα γύρω τους είναι κινούμενη
άμμος. Το προοδευτικό τους προφίλ έχει εντωμεταξύ μαραθεί. Και ο ΣΥΡΙΖΑ
δυναμώνει απειλητικά χωρίς να τους έχει ανάγκη. Μερικοί ταλαντεύτηκαν
και μερικοί πρόλαβαν να πιαστούν, από μια Αριστερά που κι αυτή ψάχνεται.
Άλλοι, όμως, αισθάνονται πιο καλά με τη Δεξιά. Γιατί, χρόνια ολόκληρα,
στη Δεξιά δούλευαν και τη Δεξιά εξωράιζαν με την παρουσία τους και τα
γραφτά τους.
Θα είχε ενδιαφέρον να κάνει κανείς μια χαρτογράφηση των
αριστερών/προοδευτικών γραφιάδων που δεν είχαν κανένα πρόβλημα να
προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στον Λαμπράκη και τον Ψυχάρη, στον
Κοσκωτά, τον Αλαφούζο και τον Μπόμπολα, επί δεκαετίες, χωρίς ίχνος
κριτικής στα έργα και τις ημέρες των εργοδοτών τους, ενώ τώρα πνέουν
μένεα κατά της Αριστεράς και, με κάθε ευκαιρία, καθυβρίζουν τα θύματα
της εξουσίας.
Θα είχε ενδιαφέρον να χαρτογραφήσει τους συγγραφείς που είχαν μόνιμο
βήμα στις εφημερίδες των συγκροτηματαρχών και δι' αυτού εξασφάλιζαν
σταθερή και προνομιούχα προβολή για τα βιβλία και για την πάρτη τους από
όλα τα ΜΜΕ κάνοντας πως δεν βλέπουν το βούρκο που τους «φιλοξενούσε».
Μέσα σε δεκαετίες έγιναν οι ενσωματώσεις. Μέσα σε δεκαετίες έγινε η
μετάλλαξη. Γιατί πώς να ερμηνεύσει κανείς κοινωνικά και πολιτικά την
απέχθειά τους για το «λαουτζίκο», που τώρα λέγεται «τεμπέλης»,
«φοροφυγάς», «κουκουλοφόρος» και, εσχάτως, «τζαμπατζής»;
Την αντίθεση τους στην Αριστερά που υπερασπίζεται τις συντεχνίες που
ευημερούν σε βάρος των άλλων, τους εργαζόμενους που με τις απεργίες τους
διαταράσσουν την ομαλή ζωή, τους νέους που τα βρήκαν όλα έτοιμα και δεν
θέλουν να δουλέψουν με 300 ευρώ ανασφάλιστοι προκειμένου να ανακάμψει η
οικονομία;
Προσωπικά, επειδή δεν χαρίζομαι ούτε στον κοινωνικά αμέτοχο πολίτη ούτε
στην Αριστερά που δυσκολεύεται να δει καθαρά τις αδυναμίες της στον
καθρέφτη αναλαμβάνοντας εμπράκτως την ευθύνη να τις διορθώσει, έχω το
δικαίωμα να πω και να ρωτήσω: Εντάξει, υπάρχει πολύ γόνιμο έδαφος για να
κάνετε κριτική στην κοινωνία που χειραγωγήθηκε και εκμαυλίστηκε από την
εξουσία και στην Αριστερά που δεν είναι στο ύψος των καλύτερων
αριστερών υποδειγμάτων της ιστορίας, αλλά πώς μπορείτε να εντάσσεστε
στην άλλη πλευρά;
Ξέρω πολλούς ανθρώπους που απέχουν γιατί δεν τους ικανοποιούν οι
επιλογές της Αριστεράς, σε πρόσωπα και πρακτικές. Αλλά ανάμεσα σ' αυτούς
και σε σας υπάρχει ένα χάσμα. Εσείς απορρίπτεται μετά βδελυγμίας την
Αριστερά που είμαστε εμείς, που μας ξέρετε, και σωπαίνετε εκκωφαντικά
για τα εγκλήματα που γίνονται en plein air από το κυβερνητικό σύμφυρμα
υπό τας διαταγάς των ξένων τοκογλύφων και κυβερνήσεων.
Εσείς βγάζετε
φλύκταινες με τον Γλέζο ή τον Τσίπρα, αλλά δεν σας χαλάει καθόλου ο
Σαμαράς, ο Βενιζέλος, ο Άδωνης, ο Βορίδης, ο Κρανιδιώτης, ο Σταυρίδης
και ο Στουρνάρας. Αποδοκιμάζετε και
εξαντλείτε όλη την αυστηρότητα σας σε ένα νεαρό «τζαμπατζή», αλλά
πηγαίνετε πάσο με τους υπερτιμολογητές εργολάβους των δημόσιων έργων,
τους απαλλαγμένους από κάθε φόρο εφοπλιστές, τους μιζαδόρους των οπλικών
συστημάτων και τους λαθρέμπορους πετρελαίου που διαμοιράζουν τα ιμάτια
της χώρας. Φτηνοί στ' αλεύρι κι ακριβοί στα πίτουρα...
Αγαπητέ διανοούμενε, εάν ένας υγιώς σκεπτόμενος άνθρωπος παθαίνει
αλλεργία με τον Τσίπρα, μ' αυτούς θα έπρεπε να παθαίνει σύφιλη!
Ούτε είδαν ούτε άκουσαν!
Στεναχωρήθηκα πολύ τη μέρα που η φίλη μου
Λένα Διβάνη αισθάνθηκε την ανάγκη να γράψει με ανεξήγητη βιασύνη το απαράδεκτο σχόλιο της για τον «τζαμπατζή».
Τρομακτικά
πράγματα (απολύσεις, αυτοκτονίες, βασανιστήρια, κατεδαφίσεις οικισμών
κ.λπ.) που συνέβαιναν ταυτόχρονα και ρήμαζαν τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων,
στην ΕΡΤ, στα νοσοκομεία, στα σχολεία, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και
στους καταυλισμούς των τσιγγάνων, δεν την αναστάτωναν το ίδιο έντονα
ώστε να βγει στην άκρη του δρόμου και να γράψει ένα καυστικό τουίτ
εναντίον του Καψή ή του Δένδια.
Την εκνεύρισαν πολύ τα σχόλια των άλλων στο τουίτερ εναντίον του ελεγκτή
που προσπαθούσε με υπέρμετρο ζήλο να εξασφαλίσει το 1,20 ευρώ που δεν
είχε καταβάλει εκείνη τη μέρα ο Θανάσης στο δημόσιο ταμείο, αλλά
δεν
άξιζε ούτε ένα αιχμηρό τουίτ η απαλλαγή των ιδιοκτητών ΠΑΕ από τα χρέη
εκατομμυρίων ευρώ που φορτώθηκαν κι αυτά στις πλάτες του λαού ή το
θράσος του Σταυρίδη που διεκπεραίωνε διαπλεκόμενος το ξεπούλημα της
δημόσιας περιουσίας;
Πώς διαμορφώνεται, αναρωτήθηκα, αυτή η ιεράρχηση στο μυαλό ενός
καλλιεργημένου και εύστροφου διανοούμενου; Και λυπήθηκα που ένας άλλος
παλιός μου γνώριμος, ο
Κώστας Ρεσβάνης, μετά από διακόσια χρόνια στο συγκρότημα Λαμπράκη, υπό τον
πατέρα Καψή (
ο γιος του υπουργός), τον
πατέρα Καραπαναγιώτη (η
κόρη του υπουργός) και τον
πατέρα Ψυχάρη (
ο γιος του βουλευτής),
γράφει σαν συνταξιούχος που ξυπνάει κάθε πρωί νοσταλγώντας το γραφείο
του και νιώθοντας το χρέος του απέναντι στον αέναο εργοδότη του.
Θυμάμαι τον Ρεσβάνη σαν ένα ευγενή και καλλιεργημένο άνθρωπο, αλλά πολύ
σεβαστικό με την εξουσία. Τον είχα ξεχάσει, μέχρι που διάβασα προχτές
ένα κείμενο του, με χαρακτήρα αυστηρής νότας προς τον Παναγιώτη
Λαφαζάνη, με αφορμή την καταδίκη από τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ της
επιδρομής που πραγματοποίησε η αστυνομία στο Πολυτεχνείο για να
δημιουργήσει κλίμα ανομίας και τρόμου.
Χωρίς πρόκληση, χωρίς τυπικές διαδικασίες και χωρίς ευρήματα, εκτός από τα σπρέι χρώματος που τα εμφάνισαν για σπρέι πιπεριού.
Αναρωτιέται, λοιπόν, κανείς, γιατί ένας παλαίμαχος δημοσιογράφος, και δη
των πολιτιστικών, ωθείται να γράψει ένα τέτοιο κείμενο που
καλύπτει την αστυνομική αυθαιρεσία με φρασεολογία μάλιστα ακροδεξιού υπουργού. «Έσπασε ένα ακόμα μολυσματικό απόστημα, η αστυνομία», έγραψε ο Ρεσβάνης.
Δηλαδή,
40 χρόνια στο ΔΟΛ, ο Ρεσβάνης ούτε είδε ούτε άκουσε κάτι μεμπτό για τις
πολυσχιδείς δραστηριότητες του συγκροτήματος, ούτε προφανώς έχει να πει
κάτι αυστηρό, έστω εκ των υστέρων, για το χρέος των 245 εκατ. ευρώ που
έχει το Μέγαρο Μουσικής από τη διαχείριση Λαμπράκη για το δεύτερο κτίριο
που κατέφαγε μέρος του Πάρκου Ελευθερίας και φορτώνεται τώρα στον
ελληνικό λαό. Ούτε είδε ούτε άκουσε. Έχει όμως το σθένος, να
εγκαλέσει τον Λαφαζάνη για μια δήλωση του, λέγοντας του, «Άκου,
Παναγιώτη Λαφαζάνη...».
Ούτε ο Μανδραβέλης δεν θα το έκανε τόσο χοντροκομμένα.
Δημόσιοι υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου
Υπάρχει η λανθασμένη εντύπωση ότι δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία αποκτούν
μόνο όσοι εργάζονται στο κράτος. Κι όμως, έχω γνωρίσει υπαλλήλους σε
ιδιωτικές εταιρίες που η δημοσιοϋπαλληλική τους μυρουδιά σπάζει μύτη.
Όταν, μέσα σου, κάθε σπίθα αντίστασης σε ένα σάπιο σύστημα, στο οποίο
αναγκαστικά εργάζεσαι, για τα προς το ζην, έχει προ πολλού σβήσει και
μέσα σου βασιλεύει ένα καμένο τοπίο, σε τι διαφέρεις από έναν δημόσιο
υπάλληλο που έχει αποδεχτεί τη μοίρα του και έχει πλήρως προσαρμοστεί
στη γραφειοκρατία του συστήματος;
Εάν ο συμβιβασμός έχει γίνει η δεύτερη σου φύση, εάν ποτέ δεν έχεις
πάρει το μέρος των αδυνάτων όταν αυτό συγκρούεται με τα συμφέροντα των
εργοδοτών σου, εάν δεν έχεις ποτέ αντιπαρατεθεί με τα αφεντικά σου σε
μια ολόκληρη καριέρα, ξέροντας ότι είναι βουτηγμένα στη διαπλοκή και τη
διαφθορά, τι διαφορά έχει να είσαι υπάλληλος 35 χρόνια στη Γενική
Γραμματεία Τύπου από το να είσαι 35 χρόνια υπάλληλος στο συγκρότημα
Λαμπράκη;
Στα ίδια ασφυκτικά όρια έχεις εργαστεί, και ίσως στη Γραμματεία να είναι
πιο χαλαρά τα πράγματα γιατί όταν αλλάζουν οι κυβερνήσεις, οι υπουργοί
και οι γραμματείς, αλλάζει και η γραμμή, γίνεται ένα ανακάτεμα, ενώ στο
συγκρότημα Λαμπράκη ή στο σ
υγκρότημα Μπόμπολα,
η γραμμή είναι ίδια και αμετακίνητη, δια παντός. Τι να λέμε τώρα; Λες
και δεν ξέρουμε πως προσαρμόστηκαν γενιές και γενιές δημοσιογράφων στα
καλούπια των συγκροτημάτων. Κι όταν προσαρμοστείς, μέσα στα χρόνια,
νομίζεις ότι ασκείς και ελεύθερη δημοσιογραφία. Αυτή είναι η πλάκα.
Και από αριστερός στη δεκαετία του '60, καταλήγεις υπερασπιστής των αστυνομικών επιδρομών στα πανεπιστήμια, σήμερα!
Δεν πιστεύω ότι όλοι οι άνθρωποι που εμφανίζουν διαταραχή στην ισορροπία
των αξιολογικών τους κριτηρίων είναι διεφθαρμένοι. Αλλά διαισθάνομαι
ότι για τους παραπάνω και αρκετούς άλλους λόγους, πολλοί διανοούμενοι
έχουν υποστεί μέσα στα χρόνια σοβαρές φθορές, μεγαλύτερες ή μικρότερες.
Άλλοι διαφθάρηκαν και άλλοι φθάρηκαν. Και φοβάμαι ότι είναι πολύ δύσκολο
να το συνειδητοποιήσουν.
Υ.Γ Απελπίζομαι με τη «γλώσσα» ορισμένων «αγανακτισμένων», που
εκφράζονται σαν Χρυσαυγίτες όταν διαφωνούν με κάποιον ή ενοχλούνται από
τις απόψεις του. Εάν πρόκειται να αντικαταστήσουμε τη μία χυδαιότητα με
μία άλλη, αλίμονο μας!
Διανοούμενοι της παρακμής
Μπορεί να είναι οδυνηρή, αλλά ζούμε μια πρωτόγνωρη εποχή, την εποχή της
παρακμής του κοινωνικού μοντέλου που άνθισε μεταπολεμικά. Και έχει
ενδιαφέρον η στάση μερικών διανοουμένων στην εποχή της παρακμής.
Η ευκολία με την οποία τάχθηκαν ανεπιφύλακτα υπέρ της εξουσίας, υπέρ των
προσώπων και των μηχανισμών που διακυβέρνησαν τη χώρα επί δεκαετίες και
μεθόδευσαν τη χρεοκοπία της. Στο παρελθόν, υπήρχαν διανοούμενοι που
ήταν οργανικό μέρος της εξουσίας στην εποχή της ακμής της.
Από τον καιρό της αποικιοκρατίας, για να μην πάμε πιο πίσω, υπήρχαν
διανοούμενοι που δικαιολογούσαν και ωραιοποιούσαν τις κατακτήσεις και ό,
τι αυτές συνεπάγονταν, γενοκτονίες, υποδουλώσεις, λεηλασίες και
δικτατορίες. Γιατί οι κατακτήσεις έφερναν πλούτο και αίγλη στις
μητροπόλεις. Και οι διανοούμενοι που επωφελούνταν ποικιλοτρόπως από την
προσκόλληση τους στην εξουσία, αναλάμβαναν να εξωραΐσουν την εξουσία και
να συγκαλύψουν τις βαρβαρότητες της. Ένας από τους τρόπους ήταν, αντί
να εξυμνούν τη διεφθαρμένη εξουσία, να ενοχοποιούν τα θύματα της.
Η δουλεία, ο αφανισμός των Ινδιάνων, το κάψιμο στην πυρά των
διαφωνούντων και των επιστημόνων, η αρπαγή του φυσικού πλούτου των
αυτοχθόνων και η επιβολή ύπατων αρμοστών σε όλους τους λαούς της γης,
θεωρήθηκαν πράξεις δικαιοσύνης, εκπολιτισμού και προόδου. Καλλιτέχνες
και γραφιάδες εξύμνησαν την αποικιοκρατία και θεολόγοι την ευλόγησαν.
Αλλά σήμερα δεν ζούμε στην Αναγέννηση, μαυρίλα από τη μια και φως από
την άλλη. Ζούμε στην παρακμή του δυτικού μοντέλου κι αυτό το
παρηκμασμένο μόρφωμα υπερασπίζονται οι καθεστωτικοί διανοούμενοι.
Στηρίζουν πρόσωπα και καθεστώτα που είναι τελείως σάπια, που κανιβαλίζουν, που φέρνουν μόνο φτώχεια και δυστυχία στην κοινωνία.
Που δεν έχουν καμία αίγλη, που η διαφθορά τους είναι κραυγαλέα και δεν
εξισορροπείται από καμία ένδοξη κατάκτηση, από καμία ανάπτυξη, από καμία
έστω λαμπερή ψευτοκουλτούρα. Καθεστώτα παρακμής, οικονομικής και
πολιτισμικής, πρόσωπα λιγδιασμένα από πάνω μέχρι κάτω.
Τι καλό, άραγε, βρίσκουν οι δικοί μας διανοούμενοι στους πολιτικούς που λυμαίνονται τη χώρα;
Υπάλληλοι
διεθνών τοκογλύφων, γλείφτες των ξένων, τσιράκια των εργολάβων, γιοι
και κόρες κομματαρχών, αγράμματοι, εθνικιστές και τραμπούκοι ακροδεξιοί,
συνθέτουν την κάστα εξουσίας. Είναι οι ίδιοι που κυβέρνησαν
τη χώρα τα τελευταία 40 χρόνια χωρίς κανένας να τους εμποδίσει. Είναι οι
καταστροφείς της Ελλάδας. Και η βρώμα από τη σήψη τους είναι ανυπόφορη.
Ανυπόφορη σκατίλα. Φαίνεται, όμως, ότι ο
Τάκης Θεοδωρόπουλος, η
Σώτη Τριαντάφυλλου, ο
Γιάννης Σμαραγδής, ο
Χρήστος Χωμενίδης και οι όμοιοι τους,
δεν έχουν πια ούτε όσφρηση.
Τι τεράστια διαφορά από τους διανοούμενους και τους καλ-λιτέχνες του πρόσφατου παρελθόντος;
Ρίτσος,
Τσιτσάνης, Καλδάρας, Χατζιδάκις, Έλλη Παπαδημητρίου, Θεοδωράκης,
Αναγνωστάκης, Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, Τσαρούχης, Διδώ Σωτηρίου,
Λειβαδίτης, Ξαρχάκος, Μαρκόπουλος, Λεοντής, Ζαμπέτας, Ελευθερίου,
Λοΐζος, Αγγελόπουλος και τόσοι άλλοι σπουδαίοι δημιουργοί που
αντλούσαν νερό από τις πηγές του πολιτισμού ενός λαού με ελαττώματα,
προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες, αλλά και μεγάλους αγώνες και θυσίες.
Και ο Χατζιδάκις με τους ρεμπέτες και ο Τσαρούχης με τους ναύτες του,
από την ίδια πηγή με τον Τσιτσάνη και τον Βίρβο άντλησαν την έμπνευση
τους.
Ούτε ο Καραμανλής και ο Παπανδρέου, ούτε ο Λαμπράκης και η
Βλάχου, ούτε ο Ωνάσης και ο Νιάρχος ήταν οι τροφοδότες της δημιουργίας
τους. Ασε που κι
αυτοί δεν συγκρίνονται με τους Βενιζέλους, τους Σαμαράδες και όλα τα αρπαχτικά της εποχής μας.
Ο λαός είναι η γη, το χώμα, το νερό, η φωτιά και ο αιθέρας, το ποτάμι
και η λάσπη, η θάλασσα και ο ήλιος, ο χτίστης και ο εμπρηστής, η πηγή
της έμπνευσης και της δημιουργίας, ο χορηγός της πρώτης ύλης... ο δικός
μας λαός, ο κάθε λαός.
Οι νεότεροι προσπάθησαν από αλλού να αντλήσουν υλικό, να πατήσουν αλλού,
με μέτρια έως κακά αποτελέσματα. Ρηχές γραφές, ρηχά τραγούδια, ρηχές
ιδέες, ρηχά επιχειρήματα, ρηχοί στόχοι. Φυσικό, αφού επέλεξαν να
συνταχθούν με το χειρότερο κομμάτι της κοινωνίας και ξοδεύονται να
αναδείξουν τα ελαττώματα των πολιτών, που αγωνίζονται στη βιοπάλη και
στον πολιτικό στίβο, για να τους κακολογήσουν. Κανένας λαός δεν είναι
τέλειος. Ούτε η Αριστερά είναι ιδανική. Προσφέρεται για κριτική, ακόμα
και για αποδοκιμασία. Αλλά μέσα στο λαό και μέσα στην Αριστερά ζυμώνεται
η έγνοια, ο πόνος και η ελπίδα για κάτι καλύτερο για όλους.
ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ