ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

Συνέντευξη Νόαμ Τσόμσκι: Ο Νέος Αθεϊσμός και η λατρεία του κράτους

Συνέντευξη στον Χρόνη Πολυχρονίου και στη Λιλι Σέιτζ - Μετάφραση: Σοφία Μανδηλαρά


Η θρησκεία και η πολιτική συχνά βαδίζουν χέρι-χέρι κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Σε αυτή την πιο πρόσφατη συνέντευξη του, ο πρωτοπόρος διανοητής και πατέρας της σύγχρονης γλωσσολογίας Νόαμ Τσόμσκι μοιράζεται τις απόψεις του σχετικά με τη θρησκεία και την σχέση της με την πολιτική.

Ο Τσόμσκι παρουσιάζει επίσης την προοπτική του σχετικά με το κίνημα του «Νέου Αθεϊσμού» και αξιολογεί τον ισχυρισμό ότι η γνώση και η πραγματικότητα είναι απλά κοινωνικά κατασκευασμένα έργα.

Κατά τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, η θρησκεία έχει προσφέρει ανακούφιση από τον πόνο και την οδύνη σε φτωχούς και καταπιεσμένους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, το οποίο είναι ίσως αυτό που εννοούσε ο Μαρξ όταν είπε ότι «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού». Αλλά, ταυτόχρονα, απερίγραπτες φρικαλεότητες έχουν διαπραχθεί στο όνομα του Θεού, και οι θρησκευτικοί θεσμοί συχνά λειτουργούν ως θεματοφύλακες της παράδοσης. Ποια είναι η άποψη σας σχετικά με το ρόλο της θρησκείας στις ανθρώπινες υποθέσεις;

Νόαμ Τσόμσκι: Η γενική εικόνα είναι αρκετά άσχημη και πολύ οικεία για να τη διηγηθώ. Αλλά αξίζει να θυμηθούμε ότι υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό που συνέβη στη Λατινική Αμερική μετά το Βατικανό ΙΙ το 1962, με πρωτοβουλία του Πάπα Ιωάννη XXIII, όταν λήφθηκαν σημαντικά βήματα προς την αποκατάσταση του ριζοσπαστικού ειρηνιστικού μηνύματος των Ευαγγελίων, που είχε σε μεγάλο βαθμό εγκαταλειφθεί όταν ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, στον τέταρτο αιώνα, υιοθέτησε τον Χριστιανισμό ως επίσημο δόγμα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας - μετατρέποντας την εκκλησία των κατατρεγμένων στην εκκλησία των διωκτών, όπως περιγράφει αυτό το μετασχηματισμό ο ιστορικός του Χριστιανισμού Hans Küng. Το μήνυμα του Βατικανού ΙΙ αφομοιώθηκε στη Λατινική Αμερική από τους επισκόπους, τους ιερείς, τους πιστούς οι οποίοι αφιερώθηκαν στην βοήθεια των φτωχών και των πικρά καταπιεσμένων ανθρώπων για να οργανωθούν, για να αποκτήσουν και να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους – αυτό κατέληξε να ονομάζεται «θεολογία της απελευθέρωσης».

Υπήρχαν, βέβαια, προηγούμενες ρίζες και ομόλογοι σε πολλά προτεσταντικά δόγματα, συμπεριλαμβανομένων των ευαγγελιστών Χριστιανών. Αυτές οι ομάδες σχημάτισαν τον βασικό κορμό μιας αξιοσημείωτης εξέλιξης στις Ηνωμένες Πολιτείες στη δεκαετία του 1980, όταν για πρώτη φορά από όσο γνωρίζω, πάρα πολλοί άνθρωποι, όχι μόνο διαμαρτυρήθηκαν για τα φοβερά εγκλήματα που διέπραττε η κυβέρνησή τους αλλά και ένωσαν τις δυνάμεις τους και βοήθησαν τα θύματα των επιθέσεων ώστε να επιβιώσουν.

Οι ΗΠΑ ξεκίνησαν σχεδόν έναν πόλεμο εναντίον της Εκκλησίας, πιο δραματικά στην Κεντρική Αμερική στη δεκαετία του 1980. Η δεκαετία αυτή πλαισιώνεται από δύο κρίσιμα γεγονότα στο Ελ Σαλβαδόρ: τη δολοφονία το 1980 του Αρχιεπισκόπου Oscar Romero, της «φωνή όσων δεν έχουν φωνή» και τη δολοφονία έξι κορυφαίων διανοούμενων της Λατινικής Αμερικής, Ιησουιτών ιερέων, το 1989. Ο Romero δολοφονήθηκε λίγες ημέρες αφότου έστειλε μια εύγλωττη επιστολή στον Πρόεδρο Κάρτερ παρακαλώντας τον να μην στείλει ενισχύσεις στην δολοφονική στρατιωτική χούντα, που θα τις χρησιμοποιούσε «για να καταστρέψει τις οργανώσεις των ανθρώπων που αγωνίζονται για την προάσπιση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους», όπως ήταν τα ακριβή λόγια του Romero. Έτσι έπρατταν οι δυνάμεις ασφαλείας στα κράτη της περιοχής που κυριαρχούνταν από τις ΗΠΑ, αφήνοντας πίσω πολλούς θρησκευτικούς μάρτυρες μαζί με δεκάδες χιλιάδες από τα συνήθη θύματα: φτωχούς αγρότες, ακτιβιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και άλλους που αγωνίζονταν «για την προάσπιση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους».

Ο στρατός των ΗΠΑ υπερηφανεύεται που βοήθησε στην καταστροφή της πιο επικίνδυνης αίρεσης που υιοθέτησε «την προνομιακή εκδοχή για τους φτωχούς», το μήνυμα των Ευαγγελίων. Η Σχολή της Αμερικής (μετονομάστηκε σε «Ινστιτούτο του Δυτικού Ημισφαιρίου για τη Συνεργασία και Ασφάλεια»), διάσημη για την εκπαίδευση των δολοφόνων της Λατινικής Αμερικής, ανακοινώνει με υπερηφάνεια ότι η θεολογία της απελευθέρωσης «ηττήθηκε με τη βοήθεια του αμερικανικού στρατού».

Πιστεύετε στον πνευματικό παράγοντα πίσω από τη θρησκεία ή βρίσκεται κάτι χρήσιμο σε αυτό;

Για εμένα, προσωπικά, όχι. Νομίζω η παράλογη πίστη είναι ένα επικίνδυνο φαινόμενο και προσπαθώ να το αποφεύγω. Από την άλλη πλευρά, αναγνωρίζω ότι είναι ένα σημαντικό μέρος της ζωής άλλων, με ανάμεικτα αποτελέσματα.

Ποια είναι η άποψη σας για την άνοδο του «Νέου Αθεϊσμού», που φαίνεται να έχει προκύψει περίπου ως ανταπόκριση στις τρομοκρατικές επιθέσεις της 9/11. Ποια είναι τα κοινά στα οποία στοχεύει αυτό το κίνημα και μήπως έχει μια διακριτή πολιτική ατζέντα γύρω από την οποία οι προοδευτικές και αριστερές δυνάμεις πρέπει να συσπειρωθούν;

Συχνά δεν είναι πολύ σαφές ποιο είναι το κοινό-στόχος και οι πολιτικές ατζέντες χωρίς αμφιβολία ποικίλλουν. Είναι ωραίο να πραγματοποιούνται εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες με σκοπό την ενθάρρυνση των ανθρώπων να αμφισβητήσουν αβάσιμες και παράλογες πεποιθήσεις, οι οποίες μπορεί συχνά να είναι αρκετά επικίνδυνες. Και ίσως, μερικές φορές οι προσπάθειες αυτές έχουν θετικά αποτελέσματα. Αλλά γεννιούνται ερωτήματα.

Πάρτε, για παράδειγμα, τον Τζορτζ Μπους, ο οποίος επικαλέστηκε τις φονταμενταλιστικές χριστιανικές πεποιθήσεις του, για να δικαιολογήσει την εισβολή του στο Ιράκ, το χειρότερο έγκλημα του αιώνα. Είναι ο ίδιος μέρος του κοινού στο οποίο απευθύνεται ή του τμήματος των ευαγγελιστών χριστιανών; Ή οι εξέχοντες ραβίνοι του Ισραήλ που καλούν στην ακολουθία της κρίσης του Αμαλήκ ενάντια σε όλους τους Παλαιστίνιους (ολική καταστροφή, μέχρι και για τα ζώα τους); Ή οι ριζοσπάστες ισλαμιστές φονταμενταλιστές στη Σαουδική Αραβία που έχουν υπάρξει οι πολύτιμοι σύμμαχοι της Ουάσινγκτον στη Μέση Ανατολή επί 75 χρόνια, ενώ εφαρμόζουν τον βίαιο προσηλυτισμό (Wahhabization) του σουνιτικού Ισλάμ, τον οποίο ο ανταποκριτής στη Μέση Ανατολή Patrick Cockburn περιγράφει ως μία από τις μεγάλες τραγωδίες της σύγχρονης εποχής; Αν ομάδες όπως αυτές είναι τα ακροατήρια στα οποία απευθύνεται ο Νέος Αθεϊσμός, η προσπάθεια δεν είναι πολύ ελπιδοφόρα, για να πούμε το λιγότερο. Είναι οι άνθρωποι χωρίς ιδιαίτερες θρησκευτικές πεποιθήσεις που παρακολουθούν θρησκευτικές τελετές τακτικά και γιορτάζουν τις γιορτές, έτσι ώστε να γίνονται μέρος μιας κοινότητας αμοιβαίας υποστήριξης και αλληλεγγύης, και μαζί με άλλους απολαμβάνουν μια παράδοση και ενισχύουν τις αξίες που βοηθούν να ξεπεραστεί η απομόνωση ενός εξατομικευμένου κόσμου από τον οποίο απουσιάζουν κοινωνικοί δεσμοί; Είναι η μητέρα που θρηνεί και η οποία παρηγορείται με τη σκέψη ότι θα ξαναδεί το παιδί της που πεθαίνει ξανά στον παράδεισο; Κανείς δε θα παρέδιδε επίσημες διαλέξεις σχετικά με την επιστημολογία σε αυτή τη γυναίκα. Μπορεί πράγματι να υπάρχει κάποιο ακροατήριο, αλλά η σύσταση του και τα όρια του εγείρουν ερωτήσεις.

Επιπλέον, για να είμαστε σοβαροί, ο «Νέος Αθεϊσμός» θα πρέπει να στοχεύει τις παθογενείς κοσμικές θρησκείες της κρατικής λατρείας, συχνά συγκεκαλυμμένες στη ρητορική της μοναδικότητας και της ευγενούς πρόθεσης, την  πηγή εγκλημάτων τόσο συχνών και απέραντων που η εξιστόρηση τους σχεδόν δεν είναι απαραίτητη.

Χωρίς να υπεισέλθω σε ανάλυση, διατηρώ επιφυλάξεις. Αν και, πάλι, οι προσπάθειες για να ξεπεραστούν ψευδείς και συχνά επικίνδυνες πεποιθήσεις είναι πάντα χρήσιμες.

Κάποιος θα μπορούσε να επιχειρηματολογήσει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι στην πραγματικότητα μια βαθιά φονταμενταλιστική χώρα όταν πρόκειται για το ζήτημα της θρησκείας. Υπάρχει ελπίδα για πραγματική προοδευτική αλλαγή σε αυτήν την χώρα, όταν ο συντριπτικός όγκος του πληθυσμού φαίνεται να βρίσκεται στο έλεος του θρησκευτικού ζήλου;

Οι ΗΠΑ έχουν υπάρξει μια βαθιά φονταμενταλιστική χώρα από την απαρχή τους, με επανειλημμένες Μεγάλες Αφυπνίσεις και ξεσπάσματα θρησκευτικού ζήλου. Ξεχωρίζει σήμερα μεταξύ των βιομηχανικών κοινωνιών στη δύναμη της θρησκείας. Παρ 'όλα αυτά, επίσης, από την απαρχή τους, έχει συντελεστεί μια σημαντική προοδευτική αλλαγή, και δεν ήταν κατ' ανάγκη σε σύγκρουση με τις θρησκευτικές δεσμεύσεις.

Κάποιος σκέφτεται, για παράδειγμα, την Dorothy Day και το εργατικό κίνημα των Καθολικών. Ή τον ισχυρό ρόλο της θρησκείας στις Αφρο-αμερικανικές κοινότητες στο μεγάλο κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα - και ως προσωπική θέση, ήταν βαθιά συγκινητικό να είναι δυνατό να λάβεις μέρος στις συνεδριάσεις των διαδηλωτών στις εκκλησίες του Νότου μετά από μια μέρα βάναυσων ξυλοδαρμών και αγριότητας, όπου οι συμμετέχοντες ενίσχυαν τους δεσμούς αλληλεγγύης, τραγουδώντας ύμνους, συγκεντρώνοντας τη δύναμη να συνεχίσουν την επόμενη μέρα. Αυτό, φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν είναι ο κανόνας, και συνήθως ο αντίκτυπος της φονταμενταλιστικής θρησκευτικής δέσμευσης για την κοινωνική πολιτική είναι επιβλαβής, αν όχι ολέθριος.

Ως συνήθως, δεν υπάρχουν απλές, παρά μόνο οι παλιές γνωστές απαντήσεις: συμπάσχουσα ανησυχία, προσπάθειες για να αναδειχθεί ό, τι είναι εποικοδομητικό και αξίζει τον κόπο και να ξεπεραστούν επιβλαβείς τάσεις, προσπάθεια να συνεχίσουν να αναπτύσσονται οι δυνάμεις του κοσμικού ανθρωπισμού και οι εκτεταμένες και ριζικές δεσμεύσεις που χρειάζονται επειγόντως για να απαντήσουν στα πιεστικά και επείγοντα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε όλοι.

Πάρα πολλοί πολιτικοί λόγοι στις Ηνωμένες Πολιτείες τελειώνουν με τη φράση «ο Θεός να σας ευλογεί, ο Θεός να ευλογεί την Αμερική». Γλωσσικές εκφράσεις σαν αυτή επηρεάζουν την πολιτική, την κουλτούρα και την κοινωνική πραγματικότητα;

Υποθέτω ότι η αιτιώδης σχέση βρίσκεται ουσιαστικά στην αντίθετη κατεύθυνση, αν και μπορεί επίσης να υπάρξει ανατροφοδότηση. Ένας τυμπανισμός της προπαγάνδας για το πώς «εμείς είμαστε καλοί» και «αυτοί είναι διαβολικοί», με συνεχείς ασκήσεις αυτοθαυμασμού και την κακοποίηση των άλλων, δύσκολα μπορεί να αποτύχει να έχει αντίκτυπο στην αντίληψη του κόσμου.

Τα παραδείγματα αφθονούν, αλλά απλώς για να απεικονίσουν ένα κοινό μοτίβο, πάρτε ένα τρέχον παράδειγμα από την ζενίθ της πνευματικής καλλιέργειας: το άρθρο της Samantha Power από τις 18 Αυγούστου στην έκδοση August 18 article in the New York Review of Books. Χωρίς κανένα σχετικό προσόν ή σχόλιο, η συγγραφέας παρουσιάζει τις σοφές σκέψεις του Henry Kissinger για το «τραγικό ελάττωμα της Αμερικής»: δηλαδή, «πιστεύοντας ότι οι αρχές μας είναι οικουμενικές αρχές, και επιδιώκοντας την επέκταση των δικαιωμάτων του ανθρώπου πέρα ​​από τα σύνορα του έθνους μας ... “Κανένα έθνος … δεν έχει επιβάλει στο ίδιο τις ηθικές απαιτήσεις που επιβάλει η Αμερική. Και καμία χώρα δεν έχει βασανιστεί τόσο η ίδια πάνω στο χάσμα ανάμεσα στις ηθικές της αξίας, που είναι εξ ορισμού απόλυτες, και την εγγενή ατέλεια των συγκεκριμένων καταστάσεων στις οποίες πρέπει να εφαρμοστούν”».

Για οποιονδήποτε με την ελάχιστη εξοικείωση με την σύγχρονη ιστορία, τέτοιοι ανόητοι συλλογισμοί είναι απλά ένας λόγος αμηχανίας – ή για να είμαι πιο ακριβής, φρίκης. Και αυτό δεν ήταν ένα ραδιοφωνικό πρόγραμμα, αλλά μια κορυφαία δημοσιογράφος της φιλελεύθερης-αριστερής διανόησης. Οι άνθρωποι που βομβαρδίζονται με πατριωτικές ανοησίες από όλες τις γωνιές είναι πιθανό να έχουν μια εικόνα για τον εαυτό τους και τον κόσμο που να συνιστά σοβαρή απειλή για την ανθρωπότητα. Δεν αποτελεί έκπληξη, υπό αυτό το φως, τόσο της ιστορικής καταγραφής όσο και των κατασκευασμένων πεποιθήσεων του εαυτού από τους ιδεολόγους, ότι οι ΗΠΑ κατατάσσονται στις διεθνείς δημοσκοπήσεις ως η μεγαλύτερη απειλή για την παγκόσμια ειρήνη, κανείς άλλος δεν είναι καν κοντά. Ούτε αποτελεί έκπληξη ότι ο πληθυσμός προστατεύεται από τέτοια ακατάλληλα δεδομένα από τον «ελεύθερο τύπο».

Η ρητορική χρησιμοποιείται ευρέως στις πολιτικές εκστρατείες και συχνά γίνεται κατάχρηση της μέσα στο πολιτικό πλαίσιο. Έχετε κάποια θεωρία της πολιτικής ρητορικής;

Δεν έχω καμία θεωρία περί ρητορικής, αλλά προσπαθώ να θυμάμαι την αρχή ότι κάποιος δεν πρέπει να προσπαθεί να πείσει· αντί αυτού, να προλειαίνει το έδαφος όσο καλύτερα μπορεί ώστε οι άλλοι με τις δικές τους διανοητικές ικανότητες να καθορίζουν μόνοι τους τι σκέφτονται ότι συμβαίνει και τι είναι σωστό και λάθος. Επίσης προσπαθώ, ειδικά στην πολιτική συγγραφή, να κάνω εξαιρετικά ξεκάθαρο εκ των προτέρων ακριβώς ποια είναι η θέση μου ώστε οι αναγνώστες να κρίνουν αναλόγως. Η ιδέα της ουδέτερης αντικειμενικότητας είναι στην καλύτερη περίπτωση παραπλανητική και συχνά δόλια. Δεν μπορούμε παρά να πλησιάζουμε τα σύνθετα και αμφιλεγόμενα ζητήματα -ειδικά αυτά που έχουν σημασία για τον άνθρωπο – με καθορισμένη άποψη, με έναν πέλεκυ έτοιμο να θερίσει αν θέλετε, και αυτός ο πέλεκυς πρέπει να είναι εμφανής εκ των προτέρων ώστε αυτοί στους οποίους απευθυνόμαστε να γνωρίζουν από πού προερχόμαστε στις επιλογές μας και την ερμηνεία μας των γεγονότων της ιστορίας. Ομοίως, κάθε καλός δάσκαλος γνωρίζει ότι η μεταβίβαση των πληροφοριών έχει πολύ μικρότερη σημασία από ότι να βοηθήσει τους μαθητές να αποκτήσουν την ικανότητα να ερευνούν και να δημιουργούν μόνοι τους.

Έχει γίνει δημοφιλές με το πέρασμα των χρόνων, να σκεφτόμαστε τη γνώση σαν κάτι που είναι κοινωνικά κατασκευασμένο, και οι υποστηρικτές της ιδέας ότι η γνώση είναι απλά το αποτέλεσμα ενός consensus πάνω σε οποιοδήποτε θέμα που απαιτεί έρευνα και ανάλυση λένε ότι το ίδιο ισχύει ακόμα και για την πραγματικότητα. Συμφωνείτε με αυτή την σχετικιστική άποψη της γνώσης και της πραγματικότητας;

Νομίζω ότι είναι ως επί το πλείστον μια παρεκτροπή, αν και υπάρχει ένα στοιχείο αλήθειας κρυμμένο μέσα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επιδίωξη της γνώσης καθοδηγείται από προηγούμενες αντιλήψεις, και χωρίς αμφιβολία είναι συχνά, όχι πάντα, αλλά συνήθως, μια δραστηριότητα της κοινότητας. Αυτό είναι ουσιαστικά αληθές για την οργανωμένη γνώση, ας πούμε την έρευνα στις φυσικές επιστήμες. Για παράδειγμα, ένας μεταπτυχιακός φοιτητής θα έρθει και θα με ενημερώσει ότι έκανα λάθος για κάτι που είπα χθες σε μια διάλεξη γι αυτό και αυτό το λόγο, και θα το συζητήσουμε και θα συμφωνήσουμε ή θα διαφωνήσουμε, και ίσως θα γεννηθεί ένα άλλο σύνολο προβλημάτων. Λοιπόν, αυτή είναι μια φυσιολογική έρευνα, και οποιαδήποτε αποτελέσματα είναι κάποια μορφή γνώσης ή κατανόησης, το οποίο είναι, εν μέρει, κοινωνικά καθορισμένο από τη φύση αυτών των αλληλεπιδράσεων.

Υπάρχουν πολλά τα οποία δεν κατανοούμε, όπως πώς η επιστημονική γνώση αφομοιώνεται και αναπτύσσεται. Αν κοιτάξουμε σε μεγαλύτερο βάθος στους τομείς που αντιλαμβανόμαστε κάτι, ανακαλύπτουμε ότι η ανάπτυξη των γνωστικών συστημάτων, περιλαμβανομένων των συστημάτων της γνώσης και της κατανόησης, κατευθύνονται ουσιαστικά από τη βιολογική φύση μας. Στην περίπτωση της γνώσης της γλώσσας, έχουμε σαφείς αποδείξεις και ουσιαστικά αποτελέσματα για αυτό. Μέρος του προσωπικού μου ενδιαφέροντος για την μελέτη της γλώσσας είναι ότι πρόκειται για έναν τομέα στον οποίο αυτές οι ερωτήσεις μπορούν να μελετηθούν αρκετά καθαρά, πολύ περισσότερο από ότι σε άλλους τομείς. Επίσης, είναι ένας τομέας που είναι εγγενής στην ανθρώπινη φύση και τις ανθρώπινες λειτουργίες, όχι μια οριακή περίπτωση. Εδώ, νομίζω, έχουμε μια ισχυρή απόδειξη της ευθείας επίπτωσης της βιολογικής φύσης στην φόρμα του συστήματος της γνώσης που προκύπτει.

Σε άλλους τομείς, όπως, για παράδειγμα, η εσωτερική κατασκευή του ηθικού κώδικα μας, απλά γνωρίζουμε λιγότερα, αν και υπάρχει μια αρκετά ενδιαφέρουσα και αποκαλυπτική τρέχουσα έρευνα πάνω σε αυτό το θέμα. Νομίζω ότι η ποιοτική φύση του αντιμετωπιζόμενου προβλήματος υποδηλώνει σαφώς ένα πολύ παρόμοιο συμπέρασμα: μια άκρως καθοριστική επίδραση της βιολογικής φύσης. Όταν εξετάζει κάποιος την επιστημονική έρευνα, και πάλι, είναι γνωστά τόσο λίγα για το πώς αυτή προχωρά - πώς έγιναν οι ανακαλύψεις που έγιναν - που μειωνόμαστε σε θεωρίες και την εξέταση ιστορικών παραδειγμάτων. Αλλά νομίζω ότι η ποιοτική φύση της διαδικασίας για την απόκτηση επιστημονικών γνώσεων δείχνει και πάλι μια ιδιαίτερα καθοδηγητική επίδραση της βιολογικής φύσης. Ο συλλογισμός πίσω από αυτό είναι βασικά του Πλάτωνα, το οποίο νομίζω ότι ουσιαστικά είναι έγκυρο. Γι αυτό μερικές φορές ονομάζεται «πρόβλημα του Πλάτωνα». Το σκεπτικό των πλατωνικών διαλόγων είναι ότι ο πλούτος και η ειδικότητα και τα κοινά στοιχεία της γνώσης που έχουμε επιτύχει είναι πολύ πέρα ​​από οτιδήποτε μπορεί να εξηγηθεί από τη διαθέσιμη εμπειρία, η οποία περιλαμβάνει διαπροσωπικές αλληλεπιδράσεις. Και, εκτός από τις πράξεις του Θεού, αυτό αφήνει μόνο την πιθανότητα ότι η γνώση να προσδιορίζεται εσωτερικά με ουσιαστικούς τρόπους, τελικά, από βιολογική κληρονομιά.

Αυτή είναι η ίδια λογική που χρησιμοποιείται συνήθως από τους φυσικούς επιστήμονες που μελετούν οργανικά συστήματα. Έτσι, για παράδειγμα, όταν μελετάμε τη σωματική ανάπτυξη - μεταφορικά μιλώντας «κάτω από το λαιμό», δηλαδή τα πάντα εκτός από το μυαλό - παίρνουμε αυτό το σκεπτικό ως δεδομένο … Ας πούμε ότι ισχυρίζομαι ότι η διαδικασία της εφηβείας είναι ένα θέμα κοινωνικής αλληλεπίδρασης και οι άνθρωποι περνούν εφηβεία επειδή βλέπουν άλλους να το κάνουν, ότι είναι ένα ζήτημα πίεσης από την ομάδα στην οποία ανήκουν. Λοιπόν, θα γελούσατε. Γιατί; Δεν υπάρχει τίποτα στο περιβάλλον που θα μπορούσε να κατευθύνει αυτές τις πολύ συγκεκριμένες αλλαγές στον οργανισμό. Κατά συνέπεια, όλοι μας θεωρούμε δεδομένο ότι είναι βιολογικά καθορισμένες, ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν είναι με κάποιο τρόπο προγραμματισμένα να υποβληθούν στην εφηβεία σε ένα ορισμένο στάδιο της ανάπτυξης. Είναι οι κοινωνικοί παράγοντες άσχετοι με την εφηβεία; Όχι, καθόλου. Η κοινωνική αλληλεπίδραση θα συνδέεται σίγουρα με τη διαδικασία της εφηβείας. Υπό ορισμένες συνθήκες κοινωνικής απομόνωσης, μπορεί ακόμα και να μην συμβεί. Η ίδια λογική ισχύει όταν η έρευνα προχωρά στα θέματα «πάνω από το λαιμό».

Επιστρέφοντας στο θέμα του συνδέσμου μεταξύ θρησκείας και πολιτικής, έχει ειπωθεί από αρκετούς σχολιαστές ότι η σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης είναι ένας θρησκευτικός και όχι εδαφικός πόλεμος. Έχει εγκυρότητα αυτός ο ισχυρισμός;

Το σιωνιστικό κίνημα ήταν αρχικά κοσμικό, αν και τα θρησκευτικά στοιχεία κερδίζουν σταδιακά ένα σημαντικά μεγαλύτερο ρόλο, ιδιαίτερα μετά τον πόλεμο του 1967 και την έναρξη της κατοχής, η οποία είχε σημαντικές επιπτώσεις στην ισραηλινή κοινωνία και πολιτισμό. Αυτό είναι ιδιαίτερα αληθές στο στρατό, ένα ζήτημα που έχει βαθιά απασχολήσει τους στρατιωτικούς αναλυτές από τη δεκαετία του 1980 (οι προειδοποιήσεις Yoram Peri εκείνη την εποχή ήταν οξυδερκείς) και όλο και περισσότερο σήμερα. Τα παλαιστινιακά κινήματα ήταν επίσης σε μεγάλο βαθμό κοσμικά, αν και ο θρησκευτικός εξτρεμισμός αυξάνεται επίσης - σε όλο τον μουσουλμανικό κόσμο, στην πραγματικότητα, καθώς οι κοσμικές πρωτοβουλίες οπισθοχωρούν βίαια και τα θύματα ζητούν κάτι άλλο για να πιαστούν. Και πάλι, θα ήταν παραπλανητικό νομίζω να θεωρείται η σύγκρουση Ισραήλ-Παλαιστίνης ως ένας θρησκευτικός πόλεμος. Ό,τι κι αν πιστεύει κάποιος γι αυτόν, ο Σιωνισμός είναι ένα εποικιοκρατικό-αποικιοκρατικό κίνημα, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται.

Ποια είναι η άποψη σας για τον γαλλικό νόμο για την εκκοσμίκευση για τα εμφανή θρησκευτικά σύμβολα; Ένα βήμα προς τα μπρος ή προς τα πίσω και την πρόοδο και την οικουμενικότητα;

Δεν νομίζω ότι θα πρέπει να υπάρχουν νόμοι οι οποίοι εξαναγκάζουν τις γυναίκες να αφαιρέσουν τα πέπλα τους ή τα προτιμώμενα ρούχα τους κατά την κολύμβηση. Οι κοσμικές αξίες πρέπει, νομίζω, να τιμώνται· μεταξύ αυτών, ο σεβασμός στην ατομική επιλογή, εφόσον δεν βλάπτει τους άλλους. Οι κοσμικές αξίες που πρέπει να τηρούνται υπονομεύονται όταν η κρατική εξουσία εισβάλλει σε πεδία που θα έπρεπε να είναι θέματα προσωπικής επιλογής. Αν οι Εβραίοι Χασίντικ επιλέγουν να ντύνονται με μαύρους μανδύες, λευκά πουκάμισα και μαύρα καπέλα, με τα μαλλιά σε ορθόδοξο χτένισμα και με θρησκευτική περιβολή, αυτό δεν είναι δουλειά του κράτους. Είναι το ίδιο όταν μια Μουσουλμάνα γυναίκα αποφασίζει να φορέσει ένα μαντίλι ή να κολυμπήσει με «μπουρκίνι».

Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στα Αγγλικά στο Truth-Out

Πηγή: thepressproject.gr

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016

Νέα στοιχεία: η τραπεζική μαφία ελέγχει πλήρως τη ροή χρήματος χάρη στη δικτατορία της ΕΚΤ


Το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δημιούργησε μια πλημμύρα ρευστότητας, υποτίθεται για να δημιουργήσει ανάπτυξη και να τονώσει την πραγματική οικονομία. Ωστόσο, φαίνεται ότι με κάποιο τρόπο η ρευστότητα "εξαφανίστηκε".

Όπως αναφέρει η ιστοσελίδα gefira.org, μετά από σχεδόν δύο χρόνια ποσοτικής χαλάρωσης, η αύξηση του ΑΕΠ της ευρωζώνης άρχισε να επιβραδύνεται αντί να επιταχύνεται. Σύμφωνα με στοιχεία της ίδιας της ΕΚΤ, για την αύξηση του ΑΕΠ κατά 1 ευρώ απαιτείται να τυπωθούν 18,5 ευρώ μέσω ποσοτικής χαλάρωσης, που σημαίνει ότι 80 δισ. ευρώ σπαταλώνται σε μηνιαία βάση! Η ιστοσελίδα εύλογα αναρωτιέται που πηγαίνουν όλα αυτά τα λεφτά της ποσοτικής χαλάρωσης, καθώς είναι φανερό ότι δεν πηγαίνουν στην πραγματική οικονομία.

Το φρεσκοτυπωμένο χρήμα φυσικά δεν εξαφανίζεται, ούτε πρόκειται για κανένα μυστήριο. Η ποσοτική χαλάρωση κατευθύνεται προς το Ευρωπαϊκό τραπεζικό καρτέλ των μεγαλύτερων τραπεζών, οι οποίες ουσιαστικά ελέγχουν την ΕΚΤ, τις πολιτικές μαριονέτες και άρα, τη ροή του νέου χρήματος.

Η ενίσχυση της ανάπτυξης μέσω ποσοτικής χαλάρωσης αποτελεί επομένως μια καθαρή κοροϊδία και οι αριθμοί το αποδεικνύουν, καθώς η αναλογία 1 ευρώ αύξησης του ΑΕΠ για κάθε 18,5 ευρώ νέου χρήματος που τυπώνεται μέσω ποσοτικής χαλάρωσης είναι εξωφρενικά μικρή. Και αυτό μπορεί να εξηγηθεί μόνο από το γεγονός ότι η τραπεζική μαφία ανακυκλώνει το φρέσκο (και ουσιαστικά δωρεάν) χρήμα για τον εαυτό της, ανοίγοντας την κάνουλα της ρευστότητας πατά περίπτωση και κατά βούληση, ελέγχοντας έτσι πλήρως την κατεύθυνση του νέου χρήματος.

Παρόλο που η Ελλάδα έχει αποκλειστεί από την ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, οι συστημικές τράπεζες λαμβάνουν ρευστότητα από τον μηχανισμό αποκαλούμενο ως Emergency Liquidity Assistance (ELA). Είναι ο μηχανισμός που χρησιμοποιήθηκε από τον Ντράγκι το καλοκαίρι του 2015 για να εκβιάσει την Ελληνική κυβέρνηση, όταν ο Τσίπρας αποφάσισε να προχωρήσει σε δημοψήφισμα για τις καταστροφικές πολιτικές λιτότητας. Με την απειλή τερματισμού του ELA, που θα οδηγούσε σε ξαφνικό θάνατο την Ελληνική οικονομία και χωρίς εναλλακτική λύση, ο Τσίπρας αναγκάστηκε τελικά να υπογράψει ένα τρίτο καταστροφικό μνημόνιο.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες έξι χρόνων συστηματικής καταστροφής της Ελληνικής οικονομίας, οι συστημικές τράπεζες έκλεισαν ουσιαστικά τη στρόφιγγα της ρευστότητας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Και όμως, παρόλη την καταστροφή, συνεχίζουν να τροφοδοτούν διαπλεκόμενους ολιγάρχες και αντίστοιχες μεγάλες επιχειρήσεις. Συνεχίζουν να τροφοδοτούν διαπλεκόμενα μίντια που πληρώνονται για τη γνωστή προπαγάνδα που επιχειρεί να καθαγιάσει τους τραπεζίτες, αλλά και για να διαφημιστούν. Η επιλεκτική ροή χρήματος από το εγχώριο τραπεζικό καρτέλ μέσω της δικτατορίας της ΕΚΤ είναι ξεκάθαρη. Στόχος, η εξαφάνιση του μικρομεσαίου κλάδου, για να διαλυθεί και το τελευταίο εμπόδιο απέναντι στο μονοπώλιο των πολυεθνικών που κάνουν πλιάτσικο με αφορμή το ξεπούλημα του δημοσίου.

Προφανώς, το "Ελληνικό μοντέλο" εφαρμόζεται ήδη σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, με βασικό εργαλείο την κοροϊδία της ποσοτικής χαλάρωσης. Ο μικρομεσαίος κλάδος πρέπει να εξολοθρευτεί. Εντωμεταξύ, ο δικτάτορας Ντράγκι επιβεβαίωσε ότι θέλει να ενισχύσει το Ευρωπαϊκό τραπεζικό καρτέλ, καθώς δήλωσε πρόσφατα ότι ο τραπεζικός τομέας είναι πολύ μεγάλος και αυτό οδηγεί σε περιορισμένα κέρδη.

Νέα στοιχεία λοιπόν που δείχνουν ότι ο φανταστικός διάλογος είναι αρκετά ακριβής: “... αν είχαμε μεγαλύτερη ροή χρημάτων στην αγορά, τότε θα έχαναν αρκετή από την αξία τους και θα είχαμε απώλειες κερδών, επειδή εμείς είμαστε αυτοί που τα τυπώνουμε! Γι'αυτό έχουμε εφεύρει τον πληθωρισμό, για να εκφοβίζουμε τις κυβερνήσεις και να κατευθύνουμε το χρήμα πίσω σ'εμάς μέσω των λεγόμενων Πολιτικών Ποσοτικής Χαλάρωσης.

Γονίδια, αξίες και αγροτικές εξεγέρσεις


Φρανκενστάιν ή Ο Σύγχρονος Προμηθέας, Θίοντορ Φον Χολστ, 1831
Του Άνσελμ Γιάππε
[Πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Krisis τεύχος 24, 2001]

  
Mια µέρα θα αναρωτιόµαστε για ποιο λόγο η ριζοσπαστική κριτική της κοινωνίας των αρχών του εικοστού πρώτου αιώνα ασχολήθηκε περισσότερο µε τον Xάιντερ και µε τον πόλεµο στα Βαλκάνια απ όσο µε τη Novartis ή τη Nestlé, ή γενικά µε τις βιοτεχνολογίες.35 Φαίνεται πως όλοι συµφωνούν ότι οι βιοτεχνολογίες θα σηµαδέψουν την εποχή που έρχεται. Τόσο οι υποστηρικτές τους, όσο και οι αντίπαλοί τους παραδέχονται το εξής: O παλιός ορισµός τού τι είναι γενικά ανθρώπινη ζωή έχει αλλάξει ανεπιστρεπτί µέσα από τις ραγδαίες εξελίξεις των τελευταίων δέκα περίπου χρόνων, που διάνοιξαν τεράστιες δυνατότητες για παρέµβαση στις βάσεις της οργανικής ζωής, δηλαδή για χειραγώγηση του DNA, τεχνητή γονιµοποίηση, παιδιά του σωλήνα, µεταµοσχεύσεις οργάνων, κλωνοποίηση, γενετικές θεραπείες και τα τοιαύτα.36
Ούτε και η βιβλιογραφία επί του θέµατος είναι ιδιαίτερα εκτεταµένη,37 ενώ τις περισσότερες φορές είτε χάνεται σε µια άβυσσο επιστηµονικών λεπτοµερειών και εξειδικεύσεων είτε βλέπει το κακό µόνο στη “λανθασµένη χρήση” (και λέει, ας πούµε, ναι στις θεραπευτικές εφαρµογές, όχι στην ανθρώπινη κλωνοποίηση). Γενικά, η κριτική περιορίζεται συνήθως στην επίκληση θολών ηθικών αρχών, αρχών που τελικά είτε ευαγγελίζονται την οπισθοδρόµηση είτε προσπαθούν να αποτρέψουν τα χειρότερα. Ωστόσο, στα κείµενα αυτά εντοπίζονται πολλές από τις διαπιστωµένες ή πιθανολογούµενες αρνητικές συνέπειες των βιοτεχνολογιών:
 

η απρόβλεπτη µεταφορά γονιδίων σε άλλα έµβια όντα (έτσι ώστε π.χ. ορισµένοι ιοί να καθίστανται ανθεκτικοί στα αντιβιοτικά ή τα ζιζάνια στις εισροές, δηλ. στα ζιζανιοκτόνα και τα εντοµοκτόνα),
 

η γένεση νέων ασθενειών από ιούς (κατά τη µεταφορά, για παράδειγµα, µοσχευµάτων από χοίρους σε ανθρώπους), οι οποίοι δεν µπορούν να αντιµετωπιστούν,
 

η δηµιουργία ιδιαιτέρως επικίνδυνων και εύκολα προσβάσιµων βιολογικών όπλων, µε ενδεχοµένως εξαιρετικά ενδιαφέρουσες ιδιότητες, όπως, για παράδειγµα, τη δυνατότητα να πλήττουν µόνο τα µέλη συγκεκριµένων ανθρώπινων οµάδων (ας πούµε µε συγκεκριµένο χρώµα δέρµατος),
 

η περαιτέρω διάρρηξη της ιδιωτικής σφαίρας µέσω της καθιέρωσης γενετικών εξετάσεων από τις ασφαλιστικές εταιρείες, τους εργοδότες, ή τα δικαστήρια, εξετάσεων οι οποίες θα µπορούσαν να οδηγήσουν σε διακρίσεις ή, µε τον καιρό, σε µια τάξη “γενετικά προσδιορισµένων ανέργων”, σε “γονιδιακές κάστες”, σε βιοπειρατεία εις βάρος του Tρίτου Kόσµου, όπου βρίσκεται ένα µεγάλο µέρος του βιοτεχνολογικού υλικού,
 

η εξασφάλιση ευρεσιτεχνίας εµβίων όντων, ή ακόµη και µελών του ανθρώπινου σώµατος,
 

η αλλοίωση της γενετικής κληρονοµιάς,
 

ο περαιτέρω κλονισµός των φυσικών ισορροπιών,
 

η πλήρης εξάρτηση των αγροτών του Tρίτου Kόσµου από τις βιο-πολυεθνικές και η επιτάχυνση της καταστροφής των υπαρξιακών τους συνθηκών,
 

η εξάπλωση ενός γκροτέσκου γενετικού αναγωγισµού στην επιστηµονική κοινότητα, ο οποίος αρνείται κάθε κοινωνική παράµετρο και προωθεί έναν ευγονικό κοινωνικό δαρβινισµό και γενικότερα
 

η αδυνατότητα να εκτιµηθούν οι µακροπρόθεσµες συνέπειες τόσο µακρόπνοων επεµβάσεων στο γενετικό υλικό.
 

Aς θεωρήσουµε λοιπόν ότι τα παραπάνω είναι γνωστά. Aυτό όµως δεν σηµαίνει ότι έχει αναγνωριστεί και η σηµασία τους. Όλοι σχεδόν οι κριτικοί της βιοτεχνολογίας αµφισβητούν µόνον το πώς της βιοτεχνολογίας, παραπονιούνται ότι µόνον οι πλούσιοι θα µπορούν να απολαύσουν τα υποτιθέµενα πλεονεκτήµατά της και διακηρύττουν ότι και οι χώρες απ’ όπου προέρχονται οι περισσότερες πρώτες ύλες της βιοτεχνολογικής βιοµηχανίας θα έπρεπε να έχουν πρόσβαση στα λάφυρα. Kάνουν υπολογισµούς κερδών και απωλειών, θέλουν δηλαδή να ξέρουν αν η δηµοκρατική εµπορευµατική κοινωνία και οι πολίτες της στο τέλος θα χάσουν ή θα κερδίσουν από τη συναλλαγή. Bέβαια, και τότε ακόµη, συνήθως οδηγούνται στο συµπέρασµα ότι και στο καθαρά οικονοµικό επίπεδο, µόνο καναδυό µεγάλοι όµιλοι εταιρειών θα ωφεληθούν από τις βιοτεχνολογίες, ενώ οι υπόλοιποι δεν θα κερδίσουν τίποτα. Eνίοτε θίγονται και ζητήµατα ευρύτερα, όπως για παράδειγµα το τι σηµαίνει για την αυτοσυνείδηση του ατόµου, ή και για την έννοια του ανθρώπινου γενικά, το να έχει µεγαλώσει κανείς στο εργαστήριο και όχι στην κοιλιά της µητέρας του. Aκριβώς όπως και η τρέχουσα κριτική στον καπιταλισµό, έτσι και η κριτική στις βιοτεχνολογίες περιορίζεται πάντοτε σε µεµονωµένες όψεις του προβλήµατος. Σκυθρωποί, οι ειδικοί της βιο-ηθικής σπάνε το κεφάλι τους αν ένα κατεψυγµένο έµβρυο κατέχει ή µήπως όχι ανθρώπινη αξία. H τηλεοπτικά διαφωτισµένη “κοινή γνώµη” ανησυχεί για πιθανούς κινδύνους που επιφυλάσσει η βιοτεχνολογία στους ευπρεπείς καταναλωτές και για την έλλειψη δηµοκρατικής διαφάνειας. Tα σεβαστά αυτά αιτήµατα ίσως να καταφέρουν να θέσουν όρια σε κάποιες από τις χειρότερες επιπτώσεις των βιοτεχνολογιών, έτσι ώστε να µην µπορεί φέρ’ ειπείν ο καθένας να εισαγάγει στον κόσµο πρωτοφανείς ιούς µόνο και µόνο για να κάνει φιγούρα στην επόµενη σύσκεψη των υψηλόβαθµων στελεχών της εταιρείας του. Eίναι άλλωστε πάγιο χαρακτηριστικό της δηµοκρατικής εµπορευµατικής κοινωνίας το ότι πλασάρει µεταρρυθµίσεις ούτως ή άλλως αναγκαίες ως γενναιόδωρες παραχωρήσεις σε αντιπολιτευτικά (προσοχή: όχι αντισυστηµικά) κοινωνικά κινήµατα. Όπως, όµως, είναι αδύνατον να απαλλαγούµε από την κερδοσκοπία στη χρηµατοοικονοµική αγορά, για να επιστρέψουµε στη “γνήσια” εργασία, στο “αληθινό” χρήµα και στην “κανονική” οικονοµία, έτσι δεν µπορούµε ούτε να διαχωρίσουµε τις βιοτεχνολογίες από την ανάπτυξη που έχουν επιφέρει και να τις αποµακρύνουµε σαν να ήταν απλώς µια απόφυση, τερατώδης έστω, στο σώµα της τεχνολογίας, για να συνεχίσουµε τη ζωή µας µε την ίδια επιστήµη, την ίδια τεχνολογία, την ίδια αγροτική οικονοµία, την ίδια ιατρική. Όπως η εργασία στον καπιταλισµό δεν είναι δυνατή παρά µόνον ως αχαλίνωτη παγκόσµια οικονοµική αγορά, έτσι και οι τεχνολογίες αποτελούν ένα στάδιο ανάπτυξης (το τελικό;) της µοντέρνας επιστήµης, τεχνολογίας, αγροτικής οικονοµίας και ιατρικής. Όποιος έχει πει το ναι στην “ουσία”, π.χ. στη µοντέρνα αγροτική οικονοµία και στην επιστήµη που αποτελεί εφαρµογή της οικονοµίας αυτής, στην πραγµατικότητα είναι σε θέση να συζητήσει µόνο για τις ετικέτες των προϊόντων που περιέχουν γενετικά τροποποιηµένους οργανισµούς.
 

Tις βιοτεχνολογίες µπορούµε να τις “ρυθµίσουµε”, όσο µπορούµε να “ρυθµίσουµε” τις κεφαλαιαγορές (και υπάρχουν άνθρωποι της ATTAC που κυνηγούν ταυτόχρονα και τις δύο χίµαιρες…). Όπως ακριβώς το διεθνές εποικοδόµηµα της κερδοσκοπίας είναι αποτέλεσµα της βασικής λογικής της κοινωνικοποίησης µέσω της εµπορευµατικής αξίας, έτσι και η βιοτεχνολογία αντιστοιχεί στις θεµελιώδεις τάσεις µιας επιστήµης που προέκυψε από την κοινωνία της αξίας. Aπό τις πολλές όψεις του ζητήµατος θα επικεντρωθούµε σε τρεις: στον µηδενισµό της ποιότητας, στην απαλλοτρίωση των ζωτικών αποθεµάτων του πλανήτη και στη διαµόρφωση των υποκειµένων της δηµοκρατικής/ατοµικιστικής αγοράς. Ή αλλιώς, όπως λέει και ηEncyclopédie des Nuisances: Tο ερώτηµα δεν είναι αν το κατεψυγµένο έµβρυο έχει “ανθρώπινη αξία”, αλλά το πώς η κοινωνία έφτασε στο σηµείο να το παράγει.
 

H διαµόρφωση της κοινωνίας της αξίας και η µοντέρνα επιστήµη, από τότε που ξέσπασαν κατά το 16ο και 17ο αιώνα, προχωρούν παράλληλα. Στη βιοτεχνολογία επιτέλους συναντιούνται. Όπως στο σηµερινό επίπεδο της ανάπτυξης του µυθικού κεφαλαίου η λογική της αξίας επιτέλους αυτοπραγµατώνεται και φτάνει µάλλον στο τελευταίο της στάδιο, έτσι και η µοντέρνα επιστήµη στη βιοτεχνολογία τελικά «συµπίπτει µε την εννοιακή της σύλληψη». H άρνηση της ποιότητας που ενυπάρχει σε κάθε πράγµα σηµάδεψε τόσο την επιστήµη, όσο και την κοινωνικοποίηση µέσω της αξίας. Mε άλλα λόγια, η αναγωγή της ποιοτικής πολυπλοκότητας και ποικιλότητας σε απλή ποσότητα µιας οµοιόµορφης ουσίας ανέδειξε αφενός την αξία της εργασίας και αφετέρου τον µαθηµατικό χωροχρόνο. Όπως έλεγε ο Γαλιλαίος, το βιβλίο της φύσης γράφεται µε κύκλους, τρίγωνα και τετράγωνα. Όπως σήµερα όλα αναπαρίστανται ως ποσοτική αξία (και η κοινωνικοποίηση µέσω της αξίας παρόλ’ αυτά αποτυγχάνει σε όλα όσα δεν µπορούν να συµπιεστούν και να µετατραπούν σε αξία, στη “σκοτεινή” τους πλευρά), έτσι και η βιοτεχνολογία, αυτή η πεµπτουσία της φυσικής επιστήµης, πραγµατεύεται όλα τα έµβια όντα ως σκέτο DNA, που αποσυναρµολογείται και επανασυγκολλάται κατά βούληση. H βιοποικιλότητα των εµβίων όντων, που µέχρι πριν λίγα χρόνια αποτελούσε αξεπέραστο όριο ακόµη και της σκέψης (αφού θεωρούσαµε ότι τα είδη δεν διασταυρώνονται µεταξύ τους), έχει δώσει τη θέση της στην ιδέα ενός χειραγωγήσιµου συνεχούς, στο οποίο γονίδια ενός είδους µπορούν να µεταφερθούν σε άλλο είδος και µάλιστα σε είδος άλλου βασιλείου (φυτών, ζώων, βακτηρίων, ιών). Σύµφωνα µε τους τεχνικούς της βιοτεχνολογίας, «όλα τα έµβια όντα ανάγονται σε κάποια βασική βιολογική ύλη, που µπορεί να αφαιρεθεί, να χειραγωγηθεί, να ανασυνδυαστεί (να διασταυρωθεί) και να προγραµµατιστεί µε µια σειρά εργαστηριακών τεχνικών» (Rifkin 70).
 

Όπως υπογραµµίζουν τα Remarques, είναι αδιανόητο να µιλούµε για “καλή” και για “κακή” χρήση της βιοτεχνολογίας, αφού πρόκειται για την «ίδια σαρωτική δύναµη του κατακερµατισµού, για τον έναν και τον αυτό µηδενισµό, που απλώνεται σ’ όλες τις µορφές ζωής -φυτά, ζώα, ανθρώπους-, τις αντιµετωπίζει σαν οµοιογενές γενετικό υλικό» και συλλαµβάνει τα πάντα βάσει µοντέλων της πληροφορικής (Rem. 85). H συνεχής απλούστευση, η reductio ad unum, που διαφοροποιεί την εµπορευµατική κοινωνία από όλες τις άλλες, θριαµβεύει όχι µόνο στη βιοτεχνολογία, αλλά και στην πληροφορική, χωρίς την οποία οι βιοτεχνολόγοι δεν θα τα έβγαζαν πέρα. Η πληροφορική µάλιστα έχει βαφτίσει κι ένα νέο βιοεξελικτικό µοντέλο (Rifkin, κεφάλαια έξι και επτά). Στη µητέρα-επιστήµη της πληροφορικής, στην κυβερνητική, όλα ανάγονται σε “πληροφορία”. Oι κανόνες της εφαρµόζονται εξίσου σε κάθε έκφανση της ύπαρξης, τόσο στη συµπεριφορά των ποντικιών, όσο και στην όσµωση των κυττάρων, τόσο στην οργάνωση του χώρου εργασίας, όσο και σ’ έναν διαστρικό γαλαξία: όλα µπορούν να συλληφθούν ως ένα είδος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Tα έµβια όντα δεν αποτελούν πλέον αµετάβλητες µοναδικότητες µε την έννοια του είδους, της συνοµοταξίας κ.ο.κ., παρά µόνον «έναν τρόπο οργάνωσης των πληροφοριών», γι’ αυτό και µπορούν να ρυθµιστούν κατά βούληση (Rifkin 338). Στην ιδεολογική του µορφή, ο γενετικός αυτός αναγωγισµός έχει δεχτεί τα πυρά κάποιων “κριτικών” επιστηµόνων. Aκόµη κι αυτοί, όµως, δεν συνειδητοποιούν ότι ο αναγωγισµός συνδέεται άµεσα µε τη σύγχρονη λογική της αξίας, πόσο µάλλον ότι συνδέεται µε τις ίδιες τις βάσεις της σύγχρονης επιστήµης και µε την ανικανότητά της να διακρίνει τη διαφορά µεταξύ ενός ζωντανού οργανισµού και µιας µηχανικής συναρµογής µεµονωµένων κοµµατιών. Όπως όµως η διαµόρφωση της κοινωνίας µέσω της αξίας αυτοκαταστρέφεται, αφού προσκρούει σε ό,τι δεν µπορεί να συλληφθεί µέσω της αξίας, έτσι και στην περίπτωση της σύγχρονης επιστήµης αποτυγχάνει κάθε προσπάθεια να φορέσουµε τυπολογικό ζουρλοµανδύα στο πραγµατικό. Όπως επισηµαίνουν τα Remarques, αυτό που επιστρέφει σε µας µε τη µορφή διάφορων φυσικών καταστροφών είναι η ολότητα της φύσης, την οποία η έρευνα επιµένει συστηµατικά να αγνοεί. H βιοτεχνολογία θέλει να αντικαταστήσει µε τα τεχνητά της προϊόντα ό,τι θεωρεί περιττό στη φύση – όπως π.χ. το 90% του DNΑ, που οι µικροβιολόγοι αποκαλούν “πλεονάζον DNΑ”, επειδή δεν βλέπουν να έχει κάποια συγκεκριµένη λειτουργία (Rem. 30-31).
 

Oι βιοτεχνολογίες αποτελούν τεράστια πρόοδο στο πλαίσιο της, συνεχούς από το τέλος του µεσαίωνα και δώθε, ιδιοποίησης και ιδιωτικοποίησης όλων των πόρων που είναι αναγκαίοι για την ανθρώπινη ζωή και στο πλαίσιο της καταστροφής όλων των αυτοδιαχειριζόµενων, ατοµικά ή συλλογικά, συνθηκών ύπαρξης.38 H έννοια της ατοµικής ιδιοκτησίας φτάνει στο ιλιγγιώδες και παραληρηµατικό απόγειό της µε την εξάπλωση της πατέντας για έµβια όντα και για όργανα ή λειτουργίες του ανθρώπινου σώµατος. Έχουµε φτάσει στο σηµείο ασθενείς να έχουν χάσει δικαστήρια στα οποία κατήγγειλαν την επιστηµονική και εµπορική εκµετάλλευση κυττάρων που τους αφαιρέθηκαν εν αγνοία τους κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους στο νοσοκοµείο (Rifkin 108). Στο τέλος, ο ίδιος ο άνθρωπος θα εξαρτάται για τις στοιχειωδέστερες λειτουργίες του από την επιστήµη και τη βιοµηχανία που την προµηθεύει. Oύτε καν την αναπαραγωγή του δεν θα µπορεί πλέον να εγγυηθεί µόνος του, οι καρποί της οποίας ήταν κάποτε το µοναδικό περιουσιακό στοιχείο των “προλεταρίων”. Tο ζήτηµα δεν είναι αν οι πρακτικές όπως τα παιδιά του σωλήνα, η τεχνητή γονιµοποίηση, ο δανεισµός της µήτρας, οι επεµβάσεις στο γενετικό υλικό των γονέων ή οι “διορθώσεις” στα γονίδια του εµβρύου θα επεκταθούν ή αν, αντίθετα, θα παραµείνουν προνόµιο µιας ελάχιστης εύπορης µειονότητας. Άπαξ και υφίσταται η δυνατότητα για όλες αυτές τις πρακτικές, ήδη προκύπτει µια νέα αντίληψη, ένας νέος ορισµός της ανθρώπινης ζωής – είτε η ζωή µεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο είτε προσφέρεται από την επιστήµη. Kι όταν η ιατρική θα είναι σε θέση να διορθώνει γενετικά προσδιορισµένες ασθένειες πριν τη γέννηση ή τη σύλληψη, ή ακόµη και να διεκπεραιώνει τις κυήσεις σε ελεγχόµενο περιβάλλον -σ’ ένα θρεπτικό διάλυµα εφοδιασµένο µε σωλήνες παροχής- αντί για τη «σκοτεινή και επικίνδυνη περιοχή της µήτρας» (όπως λέει ένας αµερικανός καθηγητής βιοηθικής, που παραθέτει ο Rifkin 64), τότε µπορούµε εύκολα να φανταστούµε ότι κάποια στιγµή η άρνηση µιας τέτοιας εγκυµοσύνης θα θεωρείται ηθικά µεµπτή, ίσως µάλιστα και ποινικά κολάσιµη. H ζωή στο βιολογικό επίπεδο θα είναι αδιανόητη χωρίς όλες τις καπιταλιστικές “προσθετικές” τεχνικές. Oι ιδέες για την κοινωνική ανατροπή θα πέφτουν στο κενό, αφού η διαµόρφωση της κοινωνίας µέσω της αξίας δεν καταστρέφει µόνο κάθε κοινωνική εναλλακτική λύση, αλλά και κάθε φυσική πρόταση που την αµφισβητεί. Λέγεται πως µετά από µια πληµµύρα στο εργαστήριο του Παβλόφ, τα σκυλιά που επέζησαν ξέχασαν µεµιάς όλη τους την παβλοφική εκπαίδευση. Aυτό θα µπορούσε κάλλιστα να συµβεί και στα εµπορευµατοποιηµένα υποκείµενα. 

Όταν όµως οι αλλαγές θεµελιώνονται στα γονίδια, δεν υπάρχει επιστροφή. Mπορεί, βέβαια, η καλλιέργεια υπερανθρώπων να παραµείνει όνειρο απραγµατοποίητο, παρά τη σχετική φασαρία των µµε, ή να περιοριστεί στη ρύθµιση “ξανθοί και γαλανοµάτηδες”. Aυτό όµως που δεν είναι απραγµατοποίητο, κάθε άλλο µάλιστα, είναι η επ’ άπειρον αυξανόµενη εξάρτηση της κοινωνίας από ψευτοφυσικούς και αυτονοµηµένους µηχανισµούς και από µια φύση εµπορευµατοποιηµένη, στην οποία ο σολοµός δεν θα κάνει αυγά και οι βελανιδιές θα σείονται στον αέρα σαν τη φτέρη, επειδή έτσι συµφέρει την αγορά. M’ αυτόν τον τρόπο εξαφανίζεται και κάθε µέτρο σύγκρισης που θα µας επέτρεπε να αναγνωρίσουµε την εµπορευµατική κοινωνία και τις λεηλασίες της ως αυτό που είναι. Mια σηµαντική αµερικανική µελέτη (Our Stolen Future) για τις συνέπειες των χηµικών προϊόντων στο ορµονικό σύστηµα τονίζει ότι δεν υπάρχει πλέον κανένας αµόλυντος άνθρωπος στον πλανήτη που θα µας επέτρεπε να κατανοήσουµε πώς ήταν η κανονική λειτουργία του ορµονικού συστήµατος πριν την εξάπλωση των βλαβερών χηµικών (Rem. 34).
 

H σύνδεση των βιοτεχνολογιών µε την ελεύθερη αγορά και τον ακραίο φιλελευθερισµό είναι προφανής. Σύµφωνα µε τη διακηρυγµένη αντίληψη των υποστηρικτών τους, οι βιοτεχνολογίες αποτελούν προσπάθεια να δοθεί µια νέα ώθηση συσσώρευσης στην αγορά. Oι θιασώτες τους ελπίζουν ότι οι βιοτεχνολογίες θα µετατρέψουν την ατελείωτη µάζα των γονιδίων σε µια εξίσου ατελείωτη µάζα εµπορευµατικής αξίας και υπολογίζουν τα κέρδη τους. Στην πραγµατικότητα, βέβαια, και σ’ αυτόν τον τοµέα οι πραγµατικές επενδύσεις είναι ελάχιστες, ακόµη λιγότερες δε είναι και οι αντίστοιχες νέες θέσεις εργασίας, αφού οι διαδικασίες, άπαξ και επινοήθηκαν, δεν µπορούν να παραγάγουν νέα αξία. Γι’ αυτό και είναι τόσο βίαιη η κερδοσκοπία και ασταθείς οι απολαβές στη βιοµηχανία των βιοτεχνολογιών, γι’ αυτό και τα κεφάλαιά της είναι συγκεντρωµένα σε τόσο λίγα χέρια: δέκα εταιρείες κυριαρχούν σε ολόκληρη σχεδόν την αγορά (Rifkin 122). Σε αυτόν τον τοµέα, ή µάλλον ιδιαίτερα σε αυτόν τον τοµέα, η ολοκληρωτική αγορά αποδεικνύεται χειρότερη από το ολοκληρωτικό κράτος, και πάντως σίγουρα αποτελεσµατικότερη. H γενετική ποτέ δεν θα έφτανε στα ύψη που έφτασε χωρίς τα ιδιωτικά συµφέροντα που καλύπτουν την έρευνα. Όπως η ατοµική ενέργεια ανήκε στο κράτος, έτσι και οι βιοτεχνολογίες ανήκουν στην ελεύθερη αγορά. Aντίθετα µε τις διεργασίες της ατοµικής ενέργειας, οι διεργασίες των βιοτεχνολογιών, αφού εφευρεθούν, µπορούν πολύ εύκολα να επαναληφθούν, εξού και το φανατικό κυνήγι της πατέντας. Oι δυνάµει κίνδυνοι των βιοτεχνολογιών από κάποιες απόψεις είναι µεγαλύτεροι από τους κινδύνους της ατοµικής ενέργειας. H ατοµική ενέργεια ελεγχόταν από έναν µικρό αριθµό κρατών τα οποία έριξαν µια φορά µερικές ατοµικές βόµβες, αλλά τουλάχιστον δεν το ξαναέκαναν. Oι βιοτεχνολόγοι, αντίθετα, µπορούν να παραβληθούν µόνο µε µια σπείρα παρανοϊκών εγκληµατιών πέρα από κάθε έλεγχο, και το βιοτεχνολογικό εργαστήριο, χωρίς πολύ εξοπλισµό και µε λίγο κατασκοπευµένο know-how, µπορεί να στηθεί παντού, αόρατο και µε συνέπειες που θα φανούν πολύ αργότερα.
 

H αγορά και οι επιστήµονες που πληρώνονται απ’ αυτήν υλοποιούν κάτι που το ολοκληρωτικό κράτος µπορούσε µόνο να υποσχεθεί. H ευγονική ανήκε πάντοτε στο πρόγραµµα του ολοκληρωτικού κράτους, από τηνΠολιτεία του Πλάτωνα και την Πόλη του Hλίου του Kαµπανέλα, µέχρι τον εθνικοσοσιαλισµό και το Θαυµαστό Kαινούριο Kόσµο του Xάξλεϋ. H ιδεολογία, ωστόσο, δεν έφερνε µαζί της και άµεση υλοποίηση κι όταν το έκανε, η ευγονική εφαρµοζόταν αρνητικά (βλέπε στείρωση ή θανάτωση των ανεπιθύµητων στον εθνικοσοσιαλισµό, αλλά και στη λαµπρή συνέχειά του, στα χρόνια των φορντικών δηµοκρατιών στις HΠA, τη Σουηδία και αλλού), ποτέ όµως θετικά, αν εξαιρέσουµε τα γελοία πειράµατα των εθνικοσοσιαλιστικών γενετικών σωφρονιστηρίων (βέβαια, κοιτώντας γύρω στους γερµανικούς δρόµους, είναι ν’ αναρωτιέται κανείς µερικές φορές για τα αποτελέσµατά τους…). H βελτίωση του ανθρώπινου υλικού, την οποία ο Λεβιάθαν ήθελε να επιβάλει στους ανυπάκουους υπηκόους του, χωρίς να το πολυτολµάει κιόλας, τώρα προωθείται εκκωφαντικά στο όνοµα της ελευθερίας των πολιτών του δηµοκρατικότερου κόσµου που υπήρξε ποτέ. Aλαλάζει λοιπόν το περιοδικό Economist: «H νέα ευγονική προσφέρει στο άτοµο µεγαλύτερη ελευθερία να κάνει ό,τι θέλει µε τον εαυτό του και τους απογόνους του» (Rifkin 232), ενώ ένας από τους κύριους απολογητές των γενετικών τεχνολογιών γράφει χαρακτηριστικά: «Σε µια κοινωνία όπου υπέρτατη αξία είναι η ανθρώπινη ελευθερία, είναι δύσκολο να βρεθεί µια βάση που να νοµιµοποιεί τους περιορισµούς στη χρήση της αναπαραγωγικής γενετικής» (Rifkin 272).39 Άλλοι εκπρόσωποι του αναπαραγωγικού φιλελευθερισµού διατείνονται ότι το κράτος, όπως δεν επεµβαίνει στη σεξουαλική αναπαραγωγή, οφείλει να µην αναµειχθεί ούτε σε αυτήν την υπόθεση, αφού τάχα πρέπει να έχει κανείς το δικαίωµα να µην διασταυρώνει το DNA του µε ξένα DNA και να επιλέγει την κλωνοποίηση (La Repubblica, 19 Aπριλίου 2000).
 

Δεν χρειάζεται πολύς κόπος για να πεισθούν οι πεφωτισµένοι σηµερινοί πολίτες για τις ευλογίες της βιοελευθερίας. H αφοσίωσή τους στην όµορφη µηχανή φτάνει µέχρι την ευχή η “αυτοεξηµέρωση” να στοιχειοθετείται και βιολογικά, ώστε να προσαρµόζεται κανείς µέχρι τα γονίδια στην αγορά εργασίας και ψυχαγωγίας και στην εµπορευµατική αντίληψη της οµορφιάς και της απόλαυσης. Σε ένα γκάλοπ, 11% των ερωτηθέντων ζευγαριών αµερικανών που έκαναν τεστ γονιµότητας απάντησαν ότι θα απαλλάσσονταν από το έµβρυό τους µε έκτρωση, αν διαπιστωνόταν ότι έχει κλίση προς την παχυσαρκία (Rifkin 227). Πριν µερικά χρόνια στις HΠA ο εµπλουτισµός της διατροφής των µικρόσωµων, αλλά κατά τα άλλα κανονικών, παιδιών, µε αυξητικές ορµόνες δικαιολογήθηκε ως εξής: το ανάστηµα κάτω του µετρίου πρέπει, λέει, να ορίζεται ως ασθένεια, αφού δεν το δέχεται η κοινωνία (Rifkin 230). O Montaigne αναρωτιόταν πώς άντεξε µια γνωστή του να αφαιρέσει τάχα το επιφανειακό στρώµα της επιδερµίδας της, για να αποκτήσει δέρµα πιο ροδαλό. Σήµερα οι ναρκώσεις έχουν καταργήσει τον πόνο που συνδεόταν µε τέτοιες επεµβάσεις και παρόµοιες πρακτικές δεν µας κάνουν πια εντύπωση. Ένα µεγάλο µέρος των πελατών διψά τόσο για γενετικές θεραπείες, τεχνητές γονιµοποιήσεις, µεταµοσχεύσεις οργάνων και “ντιζάινερ’ απογόνους,40 που οι νοµοθέτες, αφού κι οι ίδιοι διατίθενται θετικά απέναντι στη βιοµηχανία των γονιδίων, δυσκολεύονται να χαλιναγωγήσουν την κατάσταση. H βιοτεχνολογική βιοµηχανία επικαλείται τα δικαιώµατα ενός κοινού που κραυγάζει από ενθουσιασµό για τα τελευταία βιογενετικά πορίσµατα, τα λόµπυ του µάλιστα ασκούν πίεση στα κοινοβούλια στήνοντας απέξω διαδηλώσεις διαµαρτυρίας ατόµων µε ειδικές ανάγκες στα καροτσάκια τους. Tην άνοιξη του 2000 στη Pώµη, ένας γνωστός γυναικολόγος και διάφοροι ειδικοί στην τεχνητή γονιµοποίηση έθεσαν υποψηφιότητα στις τοπικές εκλογές µε ad hoc ψηφοδέλτιο το οποίο ονόµασαν χαρακτηριστικά «Φιλελεύθερη Δράση». Tο πρόγραµµα του εκλογικού αυτού συνδυασµού περιλάµβανε την “απελευθέρωση” της αγοράς των γονιµοποιήσεων και την υπόσχεση παιδιών του σωλήνα για όλους· η επιτυχία του ήταν αξιόλογη, κυρίως στα προεκλογικά γκάλοπ. Eδώ δεν υπάρχουν θύτες και θύµατα. Οι µακρινοί απόγονοι των ναυτών του απαθανατισµένου από τον Aϊζενστάιν θωρηκτού Ποτέµκιν, οι οποίοι έθεσαν σε κίνδυνο τη ζωή τους, για να διαµαρτυρηθούν για το σκωληκοφαγωµένο κρέας, σήµερα κάνουν ουρές στα Mc Donald’ s, για να πληρώσουν για το ίδιο κρέας. H νέα ευγονική δεν ασκείται από µανιακούς ρατσιστές, αλλά από φιλήσυχους γονείς που νοιάζονται για την υγεία των παιδιών τους. Tα Remarques τονίζουν ότι δεν είναι συνεπές να ασκεί κανείς κριτική στην κλωνοποίηση, όταν καταφάσκει σε όλες τις άλλες εξελίξεις, βάσει των οποίων δεν αρθρώνεται ούτε για δείγµα πλέον κάποιο επιχείρηµα εναντίον της κλωνοποίησης. Eκείνοι που έχουν χάσει την αίσθηση της αυταξίας τους κάπου µεταξύ κινητού, ηρεµιστικών και υπολογιστή δεν πρόκειται να ενοχληθούν από µια ντοµάτα µε γονίδια ψαριού (Rem. 16). Όποιος δεν διαµαρτύρεται εναντίον της σηµερινής ζωής, όποιος δεν θέλει να της αντιπαραθέσει τη σύλληψη µιας ζωής διαφορετικής, δεν έχει τίποτε να αντιπαραθέσει στη µηχανική των γονιδίων. Tα αποτελέσµατά της δεν µπορούν πια να είναι και τόσο πολύ χειρότερα απ ό,τι ήδη βιώνουµε και βλέπουµε µε τα µάτια µας (Rem. 87).
 

Aυτό είναι ένα από τα κύρια παράδοξα της εµπορευµατικής κοινωνίας: Όλα όσα γίνονται εις βάρος του αποκοινωνικοποιηµένου ανθρώπου και που σε µεγάλο βαθµό δεν υπήρχαν µέχρι πρότινος (φτώχεια, οικονοµικές κρίσεις, συµφορές εξαιτίας της τεχνολογίας, κυκλοφοριακή συµφόρηση εξαιτίας των αυτοκινήτων, µόλυνση του περιβάλλοντος κ.ο.κ.) γίνονται αποδεκτά ως να ήταν αναπόφευκτα και αµετάβλητα, ενώ όσα θα µπορούσε ίσως να αποκαλέσει κανείς “φυσικά”, όσα µια άλλη εποχή ονόµαζε “θέληµα Θεού” πρέπει να αλλάξουν πάση θυσία και µε οποιοδήποτε κόστος, αφού πρέπει να επέµβουµε µέχρι και στην ατοµική και τη γονιδιακή δοµή του κόσµου. Bέβαια, αυτό σηµαίνει ότι, ενώ πολλά από τα λεγόµενα “φυσικά” προβλήµατα (η αύξηση των περιπτώσεων στειρότητας, η ανεξέλεγκτη εξάπλωση πολλών ασθενειών κ.ο.κ.) οφείλονται στο βιοµηχανικό πολιτισµό, χρειάζεται µια επιπλέον δόση βιοµηχανικού πολιτισµού για να αντιµετωπιστούν αυτά τα προβλήµατα. Mα δεν είναι το περιβάλλον που πρέπει να αλλάξει, είναι ο άνθρωπος. Aν ένα ζευγάρι θέλει να ξαναβρεί τη γονιµότητά του, καλό θα ήταν να ψάξει ένα περιβάλλον, όπου θα αναπνέει λιγότερο βενζόλιο. Φαίνεται όµως πως είναι πολύ πιο εύκολο για το εµπορευµατοποιηµένο υποκείµενο να κάνει µια διάσπαση χρωµοσώµατος, από το να αλλάξει τη δουλειά ή τον τόπο κατοικίας του και από το να µετακινείται πού και πού µε τα πόδια. Aυτό µοιάζει πολύ µε την περίπτωση του πατέρα που πηγαίνει βόλτα το παιδί του κι όταν αυτό πέφτει στη λίµνη, αυτός σκέφτεται πώς θα γίνει να το βγάλει από τη λίµνη χωρίς να πέσει ο ίδιος µέσα. Mετά από σκέψη φωνάζει στο παιδί: «Πρόσεχε µην σε τραβήξει κάτω το ρεύµα! Tρέχω να φράξω την παροχή του νερού!» Στην πράξη, παρ’ όλες τις φαντασιοπληξίες παντοδυναµίας ορισµένων βιοτεχνολόγων και των διακηρύξεών τους περί “δευτέρας δηµιουργίας”, παρά τον ενθουσιασµό ενός κοινού που τους λατρεύει περισσότερο απ’ όσο οι πιστοί του µεσαίωνα τους αγίους, οι πρακτικοί τους στόχοι είναι εξαιρετικά τετριµµένοι. Oι πραγµατικές χρήσεις της “δευτέρας δηµιουργίας” είναι του επιπέδου της καλλιέργειας µιας πατάτας που όταν µαγειρεύεται θα απορροφά λιγότερο λίπος και θα γλιτώνει τον αµερικανό από την ανάγκη να αλλάξει τις “διατροφικές” του συνήθειες για να αδυνατίσει (Verde Ambiente Società2/2000). To ίδιο κοντόθωρος είναι και ο χρονικός ορίζοντας τούτης της «εξέλιξης που πήρε ο άνθρωπος στα χέρια του» – δεν µπορεί να δει παραπέρα από τον επόµενο ισολογισµό, ούτε καν σε καθαρά οικονοµικό επίπεδο. H βιοτεχνολογική βιοµηχανία δεν φαίνεται να νοιάζεται που ουσιαστικά σκάβει τον ίδιο της το λάκκο, αφού η συρρίκνωση της γενετικής κληρονοµιάς, την οποία η ίδια διακηρύττει, µεσοπρόθεσµα περιορίζει τη δυνατότητα να εξευρεθούν νέες πηγές γενετικού υλικού για εµπορική εκµετάλλευση (κυρίως από τη φαρµακευτική βιοµηχανία). Kι εδώ τα νανοδευτερόλεπτα της αγοράς αντικαθιστούν τις χάλκινες πλάκες της θνητής θεότητας του Kράτους.
 

Eνίοτε τα υποκείµενα της αγοράς αγανακτούν. Aισθάνονται ότι οι πολυεθνικές θέλουν να αισχροκερδήσουν εις βάρος τους και οι κριτικότερα διακείµενοι από αυτούς είναι απρόθυµοι να δεχτούν το νόηµα ενός κλωνοποιηµένου πιθήκου ή µιας τετράγωνης πατάτας. Kανένας όµως δεν θέλει να θίξει τα υποτιθέµενα “πλεονεκτήµατα” των βιοτεχνολογιών στον ιατρικό τοµέα, στις γενετικές θεραπείες, τις τεχνικές γονιµοποίησης και τις µεταµοσχεύσεις οργάνων. Όσο και αν αποδέχονται το να µην έχουν κανένα άλλο δικαίωµα, ούτε καν δικαίωµα σε λίγο νερό και λίγο αέρα, σε καµιά περίπτωση δεν επιτρέπουν να τους αφαιρεθεί το δικαίωµα στο παιδί. Eίναι ακόµη σχετικά εύκολο να διαµαρτυρηθεί κανείς εναντίον της χειραγώγησης των γονιδίων, θέλει όµως θάρρος για να διαµαρτυρηθεί ενάντια στην τεχνητή γονιµοποίηση και στις µεταµοσχεύσεις οργάνων – είναι περίπου σαν να αµφισβητείς την ύπαρξη µαγισσών το 17ο αιώνα· άνθρωποι σαν τον Pίφκιν το αποφεύγουν επιµελώς. H ενότητα των βιοτεχνολογιών παραβλέπεται συστηµατικά: Oι ίδιοι άνθρωποι που είναι εναντίον της γενετικής τεχνολογίας, συχνά τάσσονται υπέρ της τεχνητής γονιµοποίησης στο όνοµα της ελευθερίας του χρήστη. H αριστερά, µέσα στο παραλήρηµά της, θεωρεί τη βιοτεχνολογία µέχρι και κοινωνική πρόοδο, ενώ η καθολική και η συντηρητική δεξιά διαµαρτύρονται µόνο για λεπτοµέρειες, όπως είναι η πρόσβαση τέτοιων τεχνικών σε ανύπαντρα ζευγάρια, σε µονογονεϊκές οικογένειες και σε οµοφυλόφιλους. Aκόµη και ο πάπας, ο οποίος τάσσεται πλήρως και ανεπιφύλακτα εναντίον της αντισύλληψης και της έκτρωσης, εισέρχεται σε εκλεπτυσµένες διακρίσεις όταν πρόκειται για γενετικές θεραπείες και µεταµοσχεύσεις (Il Manifesto, 30-8-2000). Eδώ µιλούµε πια για πραγµατική συναίνεση: Όλοι όσοι παίρνουν το λόγο στα µµε, δεξιά κι αριστερά, διαφοροποιούνται µόνον ως προς το βαθµό στον οποίο αποδέχονται τις βιοτεχνολογίες. δεν υπάρχει όµως “σωστή” και “λάθος” χρήση των βιοτεχνολογιών, όπως δεν υπάρχει “σωστή” και “λάθος” διάσπαση του ατόµου και επιπλέον, ούτε είναι λύση να εµπιστευτούµε τις βιοτεχνολογίες στο κράτος και να βλέπουµε το κακό µόνο στην έρευνα και τις πατέντες των ιδιωτικών επιχειρήσεων.
 

Eίναι χαρακτηριστικό ότι ο αστικός ουµανισµός, ο οποίος πάντοτε µιλά για την “αυταξία του ανθρώπου”, για την “αυτοτέλεια” και την “ακεραιότητά” του, ξαφνικά διακηρύττει ότι είναι ανήθικο ένα άτοµο που δεν θέλει να κατανοήσει τον εαυτό του ως συναρµογή υποκατάστατων µελών για άλλους και προτιµά να πάρει τα όργανά του µαζί του στον τάφο. Aλλά και σε αυτήν την περίπτωση δεν αρκεί να επισηµαίνουµε τις αρνητικές επιπτώσεις, όπως είναι η κυριολεκτική σφαγή ανθρώπων στη Bραζιλία ή την Iνδία, των οποίων το σώµα είναι το µοναδικό αντικείµενο αξίας που κατέχουν. Πρόκειται για µια αντίληψη που είναι εντελώς ασύµβατη µε τη σύλληψη του ατόµου ως ποιοτικά προσδιορισµένης µοναδικότητας. H αντίληψη ότι ο νεκρός δεν είναι παρά απλή ύλη, η οποία οφείλει να προσφέρει τον εαυτό της για την περαιτέρω λειτουργία της όµορφης µηχανής, είναι στενά συνδεδεµένη µε την αντίληψη του ζωντανού ανθρώπου ως απλού εξαρτήµατος αυτής της µηχανής. O Mπένθαµ δεν δώρισε µαταίως το σώµα του στην επιστήµη. H (απο)κοινωνικοποίηση µέσω της αξίας έχει οδηγήσει το σκοταδισµό σε τέτοιες ακρότητες, ώστε οι παλιές απαγορεύσεις και παραινέσεις της θρησκείας να φαντάζουν µπροστά της ορθολογικότατες κρίσεις. H αλλοτινή απαγόρευση της αυτοψίας µοιάζει πιο ανθρώπινη από τη σηµερινή επιστηµονική παραίνεση να διαρρηγνύεις τα δέκα δισεκατοµµύρια γονίδια του ανθρώπινου σώµατος και µετά να τα πατεντάρεις. Στην εξάπλωση των γενετικών εξετάσεων πριν το γάµο µε στόχο τη γέννηση υγιών παιδιών, θα µπορούσε κανείς να αντιπαραθέσει τον Tολστόι της Σονάτας της Πεντάρας, όπου έλεγε πως µόνο η µοίρα αποφασίζει αν τα παιδιά θα αρρωστήσουν ή όχι.41
 

Oρισµένοι βιοπροφήτες υπόσχονται και την αθανασία, είτε µέσω της κλωνοποίησης είτε µέσω της διαιώνισης των “πληροφοριών” από τις οποίες αποτελείται, όπως λένε, ο άνθρωπος. Eύκολα µπορούµε να φανταστούµε πόσο κολακεύει τα εµπορευµατοποιηµένα υποκείµενα µια τέτοια αντίληψη, όταν κάθε µέρα ο υπολογιστής τους τούς κάνει επίδειξη της µηδαµινότητάς τους. Mέσα σε λίγα χρόνια θα θεωρούν τους εαυτούς τους ανεπαρκείς ως προς την τρίτη γενιά υπολογιστή ή κινητού, αφού και τα παιδιά τους θα τους αντιµετωπίζουν ως ξεπερασµένους. 

Στην αρχαία Aίγυπτο η αθανασία της ψυχής περιοριζόταν αρχικά στον Φαραώ και κατόπιν (µετά από δηµοκρατικές σφαγές) συµπεριλάµβανε όλο και ευρύτερους κύκλους. O χριστιανισµός υποσχόταν σε όλους, µικρούς και µεγάλους, την αθανασία στα ουράνια. Σήµερα η επιστήµη επαγγέλλεται την αθανασία εδώ, στον κόσµο – αντί πληρωµής βεβαίως. Tι ωραία προοπτική να συνεχίσουν να υπάρχουν στην αιωνιότητα ειδικά οι άνθρωποι του σηµερινού σταδίου ανάπτυξης, µε πρώτους κατά πάσα πιθανότητα τους µοριακούς βιολόγους και τους συµβούλους παραγωγής της Monsanto! Όταν το δέκατο ένατο αιώνα ρώτησαν τον συγγραφέα Eρνέστ Pενάν αν πίστευε στην αιωνιότητα, εκείνος αποκρίθηκε: «δεν βλέπω το λόγο να είναι αθάνατος ο µανάβης µου». Oι φορολογούµενοι, οι ψηφοφόροι και οι τηλεθεατές του εικοστού πρώτου αιώνα φαίνεται αντίθετα πως είναι άξιοι να παράσχουν το πρότυπο για ολόκληρη τη µελλοντική εξέλιξη, ώστε να τους µοιάζουν όλοι οι µελλοντικοί άνθρωποι εις τους αιώνας των αιώνων! Tότε πράγµατι, τα χίλια χρόνια θα περνούσαν σαν να µην πέρασε µια µέρα, αλλά από την πλήξη.
 

Φυσικά κι εδώ, όπως και σε πολλές αντίστοιχες περιπτώσεις, η γενετική τεχνολογία δεν πρόκειται να κρατήσει τις υποσχέσεις της και οι πιστοί της θα δοκιµάσουν εκπλήξεις. Όταν, για παράδειγµα, κάποιοι κριτικοί ανησυχούν που οι πλούσιοι θα µπορούν να κληροδοτούν στα παιδιά τους γενετικά βελτιωµένα γονίδια, δεν ασκούν απλώς ένα είδος κριτικής που δεν θίγει την ουσία των καπιταλιστικών νεωτερισµών και θίγει µόνον το πρόβληµα της άδικης διανοµής τους (αφού οι βιοαπολογητές µπορούν ψύχραιµα -και µε το δίκιο τους- να τους υπενθυµίσουν ότι τα παιδιά των πλουσίων πάντοτε είχαν περισσότερα προνόµια από τα παιδιά των φτωχών). Tο χειρότερο είναι ότι οι κριτικοί αυτοί πιστεύουν την προπαγάνδα που λέει ότι η ευφυΐα ή η δηµιουργικότητα ή η “γυναικεία διαίσθηση” οφείλονται σε γενετική προδιάθεση και µπορούν να χειραγωγηθούν. Για πρώτη φορά στην ιστορία, πάντως, οι πλούσιοι θα κάνουν τα παιδιά τους πειραµατόζωα στην υπηρεσία της όµορφης µηχανής. Aπό την εποχή της φοινικικής λατρείας του Mπάαλ έχουν να πληρώσουν τόσο βαρύ τίµηµα.
 

Tο αγαπηµένο θέµα των µµε, η κλωνοποίηση ανθρώπων είναι µάλλον ένα σκιάχτρο, που αποπροσανατολίζει από κάτι που σε µεγάλο βαθµό ήδη συντελείται: η εφαρµογή γενετικών παρεµβάσεων στη γεωργία (Rem. 15). Στην πράξη, δεν υπάρχει τοµέας όπου οι βιοτεχνολογίες να εξαπλώνονται τόσο ραγδαία και όπου οι κίνδυνοι που εγκυµονούν να είναι τόσο µεγάλοι, όσο στην αγροτική παραγωγή (Rifkin 140). Παρόλ’ αυτά, το πρόβληµα ανάγεται σε πρόβληµα περιβαλλοντικό ή προστασίας του καταναλωτή. Όχι ότι µια τέτοια οπτική γωνία δεν θα µπορούσε να έχει τεράστια σηµασία. Πολλά γενετικά τροποποιηµένα φυτά έχουν τη συµπαθή ιδιότητα να γίνονται “ανθεκτικότερα” στα ζιζανιοκτόνα και τα φυτοφάρµακα που πουλάει η ίδια εταιρεία, η οποία δηµιουργεί αυτά τα φυτά και τα ρίχνει στην αγορά – ανθεκτικότερα σηµαίνει ότι µπορούν και απορροφούν περισσότερη ποσότητα των εισροών αυτών, για το καλό του χρήστη στην άλλη άκρη της διατροφικής αλυσίδας. Eµείς οι άνθρωποι ωστόσο, αντίθετα µε ορισµένα ζιζάνια, δεν πρόκειται να γίνουµε ανθεκτικότεροι στις πενταπλάσιες ποσότητες ζιζανιοκτόνων µέσα σε µερικά χρόνια (Le Monde diplomatique, Aύγουστος 1999). H βιοτεχνολογία επιµένει όµως να καταστρέψει τη δραστηριότητα που για χιλιάδες χρόνια υπήρξε η βάση του ανθρώπινου πολιτισµού και της ανθρώπινης ζωής, όπως την ξέρουµε και όπως έχουµε συνδέσει όλα τα σχέδια και τις ελπίδες µας µαζί της. Oι βιοτεχνολογίες µας επιτρέπουν να καλλιεργούµε γονίδια µέσα σε θρεπτικά διαλύµατα και προωθούν µια γεωργία «χωρίς σπόρο, χωρίς φυτά, χωρίς έδαφος, χωρίς σπορά, χωρίς θερισµό και χωρίς γεωργούς» (Rifkin 48). Για να δώσουµε ορισµένα παραδείγµατα, προωθούν την καλλιέργεια γαλοπούλας χωρίς ένστικτο εκκόλαψης – επειδή η γαλοπούλα παράγει υψηλότερο αριθµό αυγών όταν δεν χρειάζεται να τα κλωσάει (Rifkin 49). Προωθούν την καλλιέργεια σολοµού, που έχει χάσει το ένστικτο απόθεσης των αυγών του, έτσι ώστε να µην αφήνει την ανοιχτή θάλασσα (Rifkin 53), αλλά και την καλλιέργεια ξύλου που έχει χάσει την ακαµψία του (Rifkin 130). Eίναι αυτονόητο ότι τα πειραµατικά σχεδιασµένα όντα µεταδίδουν τα χαρακτηριστικά τους στους “φυσικούς” τους ειδολογικούς συντρόφους, µέχρις αφανισµού τους. Γι’ αυτό και υπάρχουν ντοµάτες τετράγωνες για να στοιβάζονται καλύτερα, µε γονίδια ψαριού για να αντέχουν στο κρύο, γουρούνια που δεν µπορούν να περπατήσουν από το βάρος και καλαµπόκι που αντέχει απεριόριστες ποσότητες φυτοφαρµάκων.
 

Pωτούν τώρα τα Remarques: πώς ήταν αυτή η περίφηµη γεωργία πριν την επινόηση των γενετικά τροποποιηµένων οργανισµών; Aν θέλουµε να πιστέψουµε ορισµένους εχθρούς της βιοτεχνολογίας, µπορούµε να φανταστούµε ότι στο γαλλικό έδαφος όλα ήταν εντάξει πριν εισαχθεί το γενετικά τροποποιηµένο καλαµπόκι. Aλλά στο όνοµα ποιανού πράγµατος µπορεί κανείς να αντιταχθεί στη βιοµηχανική παρέµβαση στη φύση της φύσης, αν δεν έχει αντεπιχειρήµατα για την παραδοσιακή αγροτική βιοµηχανία, η οποία κατά σύστηµα και εξ ορισµού µεταχειρίζεται τα φυτά και τα ζώα ως µηχανές (Rem. 49); H βιοµηχανοποιηµένη γεωργία, µε όλη τη βαναυσότητα που συσσώρευσε µέσα σε λίγες δεκαετίες, δεν αποτελεί συνέχεια του προηγούµενου “εξανθρωπισµού της φύσης”, αλλά απόλυτη άρνηση της φύσης. Oι συνθήκες ζωής του σύγχρονου κατσικιού µοιάζουν πολύ µ’ αυτές του σύγχρονου ανθρώπου, ο οποίος κάνει τις συναθροίσεις του «πάνω σε πλάκες από τσιµέντο, ρυθµίζεται από υπολογιστές, τρέφεται χρησιµοθηρικά και ελέγχεται ιατρικά» (Rem. 54). O καπιταλισµός ξεκίνησε µε την αναδόµηση της γεωργίας και σήµερα η οικειοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πόρων έχει φτάσει σ’ ένα σηµείο πρωτοφανές, αφού όλες οι πτυχές της αναπαραγωγής και της συντήρησης γίνονται µονοπώλιο ορισµένων βιοµηχανικών οµίλων, οι οποίοι αποκόπτουν οριστικά την ανθρωπότητα από κάθε πρόσβαση στα θεµελιώδη στοιχεία της φύσης, για να της πουλήσουν ύστερα υποκατάστατα (Rem. 70). Έτσι θα εξαρτιόµαστε σιγά-σιγά ακόµη και για την επιβίωσή µας από τη µεγάλη µηχανή, όπως στην περίπτωση των σπόρων που οι γεωργοί πρέπει να αγοράζουν κάθε χρόνο, αφού µέσα σε λιγότερο από έναν αιώνα η πρακτική του να παράγεις σπόρους µόνος σου έχει σχεδόν εξαφανιστεί (Rifkin 186). Σε σχέση µε ένα απ’ αυτά τα προϊόντα ο Pιζέλ έγραψε: «H τεχνολογία terminator (ελληνιστί: εξολοθρευτής) της στείρωσης των φυτών αποτελεί το µεγαλύτερο θρίαµβο της πολιτικής οικονοµίας: ουσιαστικά σηµαίνει ότι παρασκευάζεις έναν στείρο ζωντανό οργανισµό (…) Ό,τι έχει αποµείνει από το νόηµα της ύπαρξής µας, η δυνατότητα και µόνο της τεχνολογίας αυτής, µε τη χειραγώγηση του ανταγωνισµού και µε τις υποσχέσεις της εφαρµογής της στον άνθρωπο, θέλει να το αποικίσει και να µας αναγκάσει να επιβιώσουµε στη δική της κοινωνία» (Riesel 11-12).42
 

Nα λοιπόν το αποτέλεσµα πεντακοσίων χρόνων βιοµηχανικής εµπορευµατικής κοινωνίας: η καθηµερινή τροφή έχει ξαναγίνει θεµελιώδες κοινωνικό ζήτηµα. Όπως παλιότερα, έτσι και σήµερα, κάποιοι πρέπει να γεµίζουν απλώς το στοµάχι τους -χθες µε χυλό, σήµερα µε τα σκουπίδια του σουπερµάρκετ- και οι πλούσιοι µπορούν να τρώνε φαγητό. Aλλά και το γεύµα των πλουσίων σήµερα δεν είναι σαν το αλλοτινό τους (δεν κυκλοφορεί πια τέτοιο κυνήγι), είναι απλά και µόνον η τροφή ενός σχετικά εύπορου γεωργού πριν από εκατό χρόνια. H εµπορευµατική κοινωνία δεν είναι σε θέση να κρατήσει ούτε τις ελάχιστες από τις υποσχέσεις της, όπως το να υπάρχει τουλάχιστον τροφή για όλους χωρίς να καταφεύγει στα λάδια µηχανής µέσα στις ζωοτροφές, στα φυτικά έλαια στο κακάο, στις διοξίνες στα κοτόπουλα και στον κανιβαλισµό των αγελάδων και χωρίς µία E.E., η οποία, µόλις ανακαλύπτονται βλαβερά συστατικά στις τροφές, αυξάνει τους δασµούς – βλέπε το διπλασιασµό του φόρου στο καρκινογόνο PCB στο κρέας ως αντίδραση στο σκάνδαλο των διοξινούχων κοτόπουλων (La Repubblica 19-8-1999).43 Kαι φυσικά αυτά συνοδεύονται από την απαγόρευση ενός µεγάλου µέρους των παραδοσιακών µεθόδων, όπως για παράδειγµα της παραδοσιακής µεθόδου παρασκευής τυριού ή του ψησίµατος της πίτσας στα κάρβουνα, τάχα για λόγους υγείας.44 H συνεχής ωστόσο καταστροφή κάθε ποιοτικού κριτηρίου στα τρόφιµα στην E.E. (βλ. απελευθέρωση µεταξύ άλλων της αγοράς του ψωµιού, των ζυµαρικών, του µελιού, της σοκολάτας και την άρση της αναγραφής της προέλευσης του προϊόντος) στο όνοµα του ελεύθερου ανταγωνισµού δεν έχει σηµασία µόνον οικονοµική: σε όποιον δέχεται να καταναλώνει ό,τι του σερβίρουν χωρίς να ρωτά περί τίνος πρόκειται, ουσιαστικά περνάει, στο βαθύτερο επίπεδο της ύπαρξής του, ένα µήνυµα σκλαβιάς και µηδαµινότητας έναντι της όµορφης µηχανής.45

Όποιος πήγαινε σε δηµόσιο σχολείο τη δεκαετία του 80 στην Aγγλία και έτρωγε στην καντίνα του σχολείου το φθηνότερο κρέας (το αγελαδινό µε την ασθένεια Creutzfeld-Jakob) είχε πολλές πιθανότητες να αρρωστήσει και να πεθάνει στο άνθος της ηλικίας του (Corriere della Sera, 17-7-2000). Σε κάθε περίπτωση πάντως είχε την τύχη να τρέφεται κατά την παιδική του ηλικία µ’ ένα παρασκεύασµα από αλεσµένα κόκαλα. Ποιος δεν θα σκεφτόταν την περιγραφή του Mαρξ των χοιρινών προϊόντων µε τα οποία τάιζαν το αγγλικό προλεταριάτο στις χειρότερες στιγµές του;46 Προσεκτικές στατιστικές µιλούν για 150.000 περίπου νεκρούς τα επόµενα χρόνια µόνο στην Aγγλία. H βιοµηχανική γεωργική κοινωνία έφτασε στο σηµείο να παίρνει πίσω την πρώτη και βασικότερη υπόσχεση κάθε πολιτισµού, που είναι η εξασφάλιση της επιβίωσης τουλάχιστον σε καιρό ειρήνης. Δεκάδες εκατοµµύρια άνθρωποι πηγαίνουν ακατάπαυστα για ιατρικές εξετάσεις και ανακαλύπτουν παθήσεις για τις οποίες δεν υπάρχει θεραπεία, όπως ακριβώς συνέβαινε µε τις επιδηµίες πανούκλας το Mεσαίωνα. Για οποιαδήποτε λογική πέρα από την εµπορευµατική η συµφορά αυτή ήταν απόλυτα προβλέψιµη. H παρασκευή τροφής για τα βοοειδή µε πτώµατα βοοειδών δεν αποτελεί µόνον εγκληµατική νόθευση και εµπλουτισµό της τροφής µε ξένα σώµατα, πράγµα που γινόταν παντού όπου υπήρχε κέρδος. Tο να µετατρέψεις έναν χορτοφάγο σε κρεοφάγο και µάλιστα κανίβαλο είναι συνέπεια του παρανοϊκού κόσµου της αξίας, όπου το αφηρηµένο είναι συγκεκριµένο και το συγκεκριµένο αφηρηµένο και όπου όλα µετατρέπονται στο αντίθετό τους. Δεν χρειάζονται λεπτοµερείς µελέτες για να προβλέψουµε ότι µια τέτοια παρέµβαση -και µάλιστα τόσο ελαφρά τη καρδία- δεν µπορεί να µην έχει συνέπειες. Aρκεί η πρώτη λέξη της ευρωπαϊκής φιλοσοφίας, η ρήση του Aναξίµανδρου.47
 

H σφαγή συνεχίζεται. Eναντίον της τεράστιας επίθεσης των γενετικών βιοµηχανιών έχει αναπτυχθεί ένα παγκόσµιο κίνηµα διαµαρτυρίας, πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι το αντιπυρηνικό κίνηµα και µάλιστα την ώρα που δεν υπάρχει σχεδόν κανένα κίνηµα ενάντια στην τροµοκρατία των αυτοκινήτων.48 O νεοφιλελευθερισµός και οι βιοτεχνολογίες είναι τα δύο µεγάλα ζητήµατα στο στόχαστρο του νέου κινήµατος που ήρθε στο προσκήνιο µε την εξέγερση στο Σιάτλ, ένα κίνηµα που όχι απλώς αποτελεί το µεγαλύτερο αντικαπιταλιστικό κίνηµα, αλλά συνειδητοποίησε και τη σύνδεση µεταξύ των φαινοµένων αυτών. H κύρια αδυναµία του κινήµατος είναι οπωσδήποτε οι ψευδαισθήσεις του περί “ενεργών πολιτών”, “δηµοκρατικού διαλόγου”, “µεταρρύθµισης της παγκόσµιας τράπεζας”, η επίκληση του νοµοθέτη και οι δυνατότητες εθνοκρατικής ρύθµισης. Oι ψευδαισθήσεις περί δηµοκρατίας φαίνεται πως θα καταρρεύσουν πολύ σύντοµα µε τέτοια προθυµία που δείχνουν οι κυβερνήσεις και οι διεθνείς οργανώσεις να υποκύψουν στις πιέσεις της γενετικής βιοµηχανίας. H ευρωπαϊκή Kοµισιόν, παρά τις αντιρρήσεις µεµονωµένων κρατών, σκοπεύει να άρει το κατά τη γνώµη της απόλυτα “παράνοµο”, ψηφισθέν το 1998, µορατόριουµ στα νέα γενετικά τροποποιηµένα προϊόντα (Le Monde, 18-7-2000). Aφού είχαν ήδη φυτευτεί 2000 εκτάρια παράνοµα εισαγόµενου γενετικά τροποποιηµένου καλαµποκιού στη Γαλλία, η γαλλική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι προετίθετο να επιτρέψει την καταστροφή των αντίστοιχων φυτειών, για να ανακαλέσει τελικά την απόφασή της (Le Monde, 18-7-2000). H ίδια τακτική του δοκιµαστικού σωλήνα και του τετελεσµένου γεγονότος κρυβόταν πίσω από την “παράφρονα”, όπως αποκλήθηκε, εξασφάλιση παράνοµης πατέντας για τη χειραγώγηση της ανθρώπινης γονιµότητας από το Γραφείο Eυρεσιτεχνιών του Mονάχου.
 

Kαι οι εναποµείναντες γεωργοί έχουν αρχίσει να αντιδρούν. H Conféderation paysanne (Aγροτική Συνοµοσπονδία), η δεύτερη σήµερα αγροτική συνδικαλιστική οργάνωση της Γαλλίας, δεν έχει όµοιά της στην Eυρώπη. Yπερασπίζεται τους µικρογεωργούς έναντι του “προντουκτιβισµού”, του επικαθορισµού δηλαδή των πάντων από την παραγωγικότητα, µάχεται εναντίον της εκµηδένισης της αγροτικής τάξης, την οποία προωθούν εδώ και πενήντα χρόνια η κυβέρνηση και η Eυρωπαϊκή Ένωση, µε τη βοήθεια των επίσηµων πολυεθνικών γεωργικών εταιρειών, δια του περιορισµού της γεωργίας σ’ έναν µικρό αριθµό εκτεταµένων, βιοµηχανοποιηµένων και ειδικευµένων χωραφιών. Eδώ δεν διεκδικούν µόνον οι χρήστες, αλλά και οι ίδιοι οι αγρότες µια αγροτική παραγωγή υγιεινή και ποιοτική, µε σεβασµό προς το περιβάλλον και αλληλεγγύη προς το Nότο του πλανήτη. Η συνοµοσπονδία αµφισβήτησε από την αρχή ολόκληρη την κοινωνική εκείνη αντίληψη που οδήγησε στην καταστροφή της παραδοσιακής γεωργίας. Mια ριζοσπαστική πτέρυγα (στους κόλπους της οποίας δρούσαν οι Pενέ Pιζέλ και Zοσέ Mποβέ) άρχισε από το 1998 να καταστρέφει χωράφια µε γενετικά τροποποιηµένα φυτά και να χρησιµοποιεί τις επακόλουθες δίκες ως ευκαιρίες διάδοσης της κριτικής τους, ενώ εντωµεταξύ οι υπόλοιποι ηγέτες του κινήµατος µπαινόβγαιναν στα υπουργεία. H έκρηξη της δηµοσιότητας επετεύχθη το 1999 µε το σπάσιµο ενός καταστήµατος McDonald’ s στο Mιλό της νότιας Γαλλίας και τη σύλληψη του Mποβέ, ο οποίος αναδείχτηκε µάρτυρας και κατόπιν πούλησε µε εξαιρετική προθυµία το µαρτυρικό του προφίλ στα µµε. 

Έγινε για λίγο οδιασηµότερος άνθρωπος της Γαλλίας, γεγονός που εν µέρει αποδεικνύει πόσο σηµαντικά κοινωνικά ζητήµατα θίγει η συνοµοσπονδία. H αποδυνάµωση του περιεχοµένου του αγώνα και η αναζήτηση όσο γίνεται ευρύτερης συναίνεσης, που εξέφρασε ο Mποβέ επικεντρώνοντας την προσοχή του ολοένα και περισσότερο στο ζήτηµα των “σκουπιδοτροφών”, δεν βρήκε σύµφωνους όλους τους παλιούς του συντρόφους. Oρισµένοι απ’ αυτούς, όπως ο Pενέ Pιζέλ, πρώην καταστασιακός που έγινε βοσκός και ένας από τους αρχικαταστροφείς των χωραφιών µε το γενετικά τροποποιηµένο καλαµπόκι, συνεχίζουν να αγωνίζονται ενάντια στο βιοµηχανικό καπιταλισµό και όχι µόνον ενάντια στην “παγκοσµιοποίησ稔 και τον ακραίο φιλελευθερισµό. O Pιζέλ, όπως λέει στην µπροσούρα από την οποία παραθέτουµε, στα πρόσωπα των “πολιτών-περιβαλλοντιστών-καταναλωτών” µε τα συνθήµατά τους περί διαφάνειας, ελέγχου, ασφάλειας και συµµετοχής των πολιτών, στα οποία περιορίστηκε και ο ίδιος ο Mποβέ, βλέπει ιδιαίτερα εκλεπτυσµένους υπερασπιστές του κυρίαρχου συστήµατος. Δεν θέλουν να ξεπεράσουν την οικονοµία, θέλουν µια οικονοµία µε ανθρώπινο πρόσωπο (Riesel 20), γι’ αυτό και «υπενθυµίζουν στο κράτος τις υποχρεώσεις του και είναι επιρρεπείς σε κάθε κρατιστική και κεϋνσιανική νοσταλγία». Kι όµως, επισηµαίνει ο Pιζέλ, δεν υπάρχει “καθαρή” γεωργία και διατροφή σε µια κοινωνία που δεν αλλάζει. Tα προβλήµατα της γεωργίας µπορούν να λυθούν µόνο µε το τέλος της διαδικασίας επιβολής του “τεχνητού” – και γι αυτό χρειάζεται κάτι πολύ διαφορετικό από τον «έλεγχο των πολιτών» (Riesel 18). «Eίναι αναγκαία η κριτική στην κοινωνική λειτουργία της έρευνας, ακόµη και της δηµόσιας, όπως επίσης και η επιστροφή στη λουδιτική παράδοση του σαµποτάζ, στην πραγµατική δράση, όχι στη δράση την εικονική και τη διαµεσολαβηµένη από τα µµε» (Riesel 52).49
 

Θα ήταν ωστόσο λάθος να θεωρήσουµε προϊόν των µµε χωρίς πραγµατική βάση την αιφνιδιότητα µε την οποία οι δράσεις και οι προτάσεις της συνοµοσπονδίας έγιναν κυρίαρχα θέµατα της γαλλικής δηµόσιας ζωής -εξαιτίας της οποίας ο πρόεδρος Σιράκ και ο πρωθυπουργός Zοσπέν δεξιώθηκαν τον δηλωµένο αναρχικό και παραβάτη του νόµου Mποβέ-, καθώς και το κίνηµα που ακολούθησε (πενήντα χιλιάδες άτοµα στη δίκη του Mιλό τον Iούλιο του 2000). H δηµοσιότητα µε την οποία εδώ και χρόνια τα µµε των περισσότερων ευρωπαϊκών κρατών επενδύουν τα µειονεκτήµατα των βιοτεχνολογιών είναι σίγουρα ύποπτη. Πρέπει όµως να διακρίνει κανείς και µια προσπάθεια των µµε να διατηρήσουν την αξιοπιστία τους, ώστε να συνεισφέρουν στον έλεγχο και τη συγκράτηση µιας ευρέως διαδεδοµένης αγανάκτησης που προέκυψε από µόνη της. Όταν όλο και συχνότερα οι απολογητές των γενετικών επεµβάσεων αναφωνούν πικραµένοι ότι η κριτική εναντίον τους “στην πραγµατικότητα” στοχεύει απευθείας στην ίδια την έρευνα και στην επιστήµη γενικότερα, δυστυχώς υπερβάλλουν. Mπορεί όµως κανείς εύκολα να διαπιστώσει προσωπικά µια βαθιά δυσφορία, για τη συνεχή αναδόµηση της καθηµερινότητας µέσα από το κυνήγι των τεχνολογιών, να εξαπλώνεται σε όλο το φάσµα των πολιτικών απόψεων και των κοινωνικών στρατοπέδων. Όσο ασχηµάτιστη και ασυνεπής και να ‘ναι τούτη η δυσφορία, πρόκειται για έναν από τους πιο άβολους παράγοντες για την περαιτέρω ανάπτυξη της βιοµηχανικής εµπορευµατικής κοινωνίας. Aποφασιστική σηµασία έχει η µετάβαση από τη γνώση µεµονωµένων κινδύνων (όλοι γνωρίζουν πλέον ότι ο αµίαντος είναι επικίνδυνος) στη γενικευµένη καχυποψία προς τη µήτρα που γεννά όλα αυτά τα τέρατα. Kαι δικαίως. Mια επιστήµη σαν τη βιοτεχνολογία µπορεί κανείς να την αρνηθεί εκ των προτέρων, χωρίς να πρέπει κοπιωδώς να αποδείξει γιατί η νεαρότατη εφαρµογή της θα έχει καταστροφικές συνέπειες. Aρκεί να παρακολουθήσει κανείς την πλήρη ανευθυνότητα µε την οποία δουλεύουν οι γενετικοί επιστήµονες, την απόλυτη ανεξαρτησία τους από τις προσδοκίες κέρδους των παραγγελιοδοτών τους και τον αποκλεισµό των συναδέλφων εκείνων που εξέφρασαν τις ελάχιστες αµφιβολίες, για να δικαιολογήσει ότι δεν θέλει να γνωρίζει τίποτε απολύτως και δεν θέλει να υπηρετεί για χρόνια τις βιοτεχνολογίες ως πειραµατόζωο, εν αναµονή των επόµενων καταστροφών. H παραδοσιακή διάκριση µεταξύ εργαστηρίου, όπου µπορεί κανείς ακίνδυνα να κάνει τα πειράµατά του, και του έξω κόσµου έχει εξαφανιστεί: από τη διάσπαση του πυρήνα του ατόµου και µετά, κάθε νέα επινόηση εφαρµόζεται κατευθείαν σε φυσικές συνθήκες µε ανεπίστρεπτες συνέπειες (Rem. 31). Συχνά, οι κριτικοί των βιοτεχνολογιών απαιτούν τη διενέργεια πειραµάτων στους γενετικά τροποποιηµένους οργανισµούς, είναι όµως αδύνατον να γίνουν, γιατί θα έπρεπε για πολλά χρόνια να φυτεύει κανείς τεράστιες εκτάσεις µε φυτά µε ΓTO για να δει τις επιπτώσεις τους και τότε δεν θα πρόκειται πλέον για απλό πείραµα. Δεν έχει βέβαια νόηµα να κάνουµε κρούσεις υπέρ των θετικών συνεπειών της σηµερινής τεχνολογίας: Κανένα από τα προβλήµατα που πλήττουν σήµερα τον κόσµο και τους κατοίκους του δεν λύνεται τεχνολογικά. Τα προβλήµατα είναι κοινωνικά. Τα µοναδικά ζητήµατα που µπορεί κανείς να επιλύσει δια της σύγχρονης τεχνολογίας είναι τα εξής ιδιαιτέρως ενδιαφέροντα: πώς να δέχεται κανείς εντολές από τηλεφώνου χωρίς να διακόπτονται οι κλήσεις, πώς να µεταφέρει πληροφορίες σχεδόν µε την ταχύτητα του αλλοτινού ταχυδροµείου και πώς επιτέλους να απαλλαγούµε από το µισητό είδος του βιβλίου.
 

Η αντίσταση ενάντια στην τεχνολογική τροµοκρατία αφενός (και σε άλλα µέτωπα, όπως για παράδειγµα δείχνει η επιστροφή του ενδιαφέροντος στη βλαβερότητα των ηλεκτροµαγνητικών κυµάτων που εκπέµπουν τα κινητά, οι κεραίες, οι συνδέσεις υψηλής τάσης κ.ο.κ.) και αφετέρου ενάντια στην κοινωνία της εργασίας στην ακραία της µορφή, τη νεοφιλελεύθερη, είναι ακόµη, όπως είπαµε, δέσµια πολλών ψευδαισθήσεων. Είναι µάλλον προφανές ότι µεταξύ των φορέων της αντίστασης αυτής η κριτική της αξίας εξαπλώνεται. Πώς όµως βλέπουν οι ίδιοι άνθρωποι την κριτική της αξίας απαλλαγµένη από το φετιχισµό των παραγωγικών δυνάµεων; Όταν παλαιότερα µιλούσε για ξεπέρασµα της κοινωνίας της εργασίας, η κριτική της αξίας επικαλείτο για πολύν καιρό τις δυνατότητες της µικροηλεκτρονικής επανάστασης, µε άλλα λόγια τις ελπίδες της πληροφορικής και της κυβερνητικής. Έτσι όµως παρέµεινε περιορισµένη στους παλαιούς της ορίζοντες και τις παλιές της απορίες. Δεν θα µπορούσε το επέκεινα µιας εµπορευµατικής κοινωνίας να µοιάζει περισσότερο µε µια αγροτική κοινωνία και λιγότερο µε µια κοινωνία ηλεκτρονικών υπολογιστών; Τι θέλει η κριτική της αξίας; Θέλει να ευλογήσει, όπως κάνει ο Παγκόσµιος Οργανισµός Εµπορίου, την αποµάκρυνση από τη γη τους εκατοµµυρίων αγροτών που υπάρχουν ακόµη στο Νότο του πλανήτη, θέλει την εκβιαστική τους ένταξη στην εποχή των ηλεκτρονικών υπολογιστών; Η κριτική της συγκεκριµένης εργασίας είναι ορθή όταν αποτελεί κριτική της αφηρηµένης εργασίας. Ποιος θα εναντιωνόταν στην αυτοδιαχειριζόµενη δραστηριότητα; Το όραµα του Μαρξ και του Ένγκελς µιας κοινωνίας όπου το πρωί πας για κυνήγι, το µεσηµέρι ψαρεύεις, το απόγευµα βόσκεις τα ζώα και το βράδυ, µετά το δείπνο, ασκείς φιλοσοφική κριτική (ΜΕW 3/33) δεν είναι κάπως καλύτερο από το να κάθεσαι µπροστά σε µια κονσόλα και να σου τα κάνουν όλα οι µηχανές;
 

O Mαρξ είχε δώσει τον εξής ορισµό της αυτοκαθορισµένης δραστηριότητας: «H πραγµατικά ελεύθερη εργασία, όπως παραδείγµατος χάριν η µουσική σύνθεση, χρειάζεται ταυτόχρονα τον πιο καταραµένο ζήλο και την πιο έντονη συγκέντρωση δυνάµεων» (MEW 42/512). Mια φορά να έχει δουλέψει κανείς στο χωράφι, γνωρίζει πόσο ταιριάζει αυτή η περιγραφή στη γεωργική εργασία. Aπαιτεί κούραση και συγκέντρωση δυνάµεων, σου δίνει χαρά όταν τελειώνει, και παρόλ’ αυτά δεν σε κάνει περήφανο µόνον το αποτέλεσµά της, αφού δεν θα θελες να ξεφυτρώνει από το έδαφος µόνο µε το πάτηµα ενός κουµπιού, θα αισθανόσουν προδοµένος. Tο ίδιο ισχύει και για τη χειρωνακτική εργασία. H συγκεντροποίηση, οι µεγάλες διαστάσεις, η εξειδίκευση και η µηχανοποίηση της γεωργίας είναι ασύµβατες µε µια παραγωγή προσανατολισµένη στη χρήση και την ευχάριστη απασχόληση. H γενετική τεχνολογία απλώς επιταχύνει την πτώχυνση της γενετικής κληρονοµιάς, για την οποία ευθύνεται ολόκληρη η σύγχρονη αγροτική οικονοµία.50 H βιοµηχανοποίηση και η µηχανοποίηση της γεωργίας δεν είναι βέβαια επινοήσεις του νεοφιλελευθερισµού και της παγκοσµιοποίησης. Oι εκτεταµένες µονοκαλλιέργειες ή η συντήρηση πολύ µεγάλων κοπαδιών σε πολύ µικρό χώρο οδηγούν οπωσδήποτε σε ασθένειες και συνεπώς στην ανάγκη για τεράστιες ποσότητες φαρµάκων και αντιδότων, που φτάνουν µέχρι τη βιοτεχνολογία. Σήµερα, ένας χοιροτρόφος δίνει για αντιβιοτικά κατά µέσο όρο πάνω από 300 µάρκα (περίπου 150 ευρώ) ανά γουρούνι (Le Monde diplomatique, Aύγουστος 1999). Η γεωργία έχει νόηµα µόνο σε έκταση µικρή και µε δαπάνη δραστηριότητας σχετικά µεγάλη. Στην περίπτωση αυτή, η αντίληψη ότι οι µηχανές µπορούν να δουλέψουν αντί για µας είναι παράλογη, µοιάζει µε το θρεπτικό διάλυµα που περιγράψαµε παραπάνω. Mια κοινωνία πέρα από την κοινωνία της εργασίας θα µείωνε βέβαια τη συνολική ποσότητα εργασίας, αφού ένα µεγάλο µέρος της σηµερινής παραγωγής είναι απολύτως περιττό. Aρκετές δραστηριότητες µπορούν βέβαια να εξορθολογιστούν και να αυτοµατοποιηθούν. Όχι όµως η γεωργία. Kι αυτό δεν είναι κακό. Kαµία άλλη δραστηριότητα δεν οδηγεί σε τέτοιο σεβασµό προς τη φύση, δεν µας προτρέπει στην αλληλεγγύη και τη συλλογική δουλειά, δεν είναι τόσο προσβάσιµη σε όλους, ώστε να µην δηµιουργεί ιεραρχία ικανοτήτων. Mπορούµε να φανταστούµε µια µελλοντική κατάσταση όπου ο καθένας που τολµά θα µπορεί να περνά την ώρα του δουλεύοντας τη γη, χωρίς ατοµική ιδιοκτησία του εδάφους ή άλλων µέσων παραγωγής (επ’ αυτού είχε κάποιες καλές ιδέες ο Φουριέ). H δηµιουργία ενός µεγάλου πληθυσµού µικροαγροτών µε δοµές τοπικής αυτοδιαχείρισης θα ήταν µια άµεση πρακτική λύση για τις υποταγµένες χώρες του Nότου (σίγουρα πάντως πιο πρακτική από την ιδέα οι φτωχοί του Σάο Πάολο ή του Nαϊρόµπι να επιδιώξουν ένα εισόδηµα στον τοµέα των υπηρεσιών!). Mια τέτοια λύση θα προσέφερε, στο πλαίσιο της υπάρχουσας παγκόσµιας εµπορευµατικής οικονοµίας, τον έλεγχο και την αυτοδιαχείριση των σηµαντικότερων πόρων. Tέτοιες πρωτοβουλίες υπάρχουν. H µεγαλύτερη, η οργάνωση των ακτηµόνων Movimento sem Terra στη Bραζιλία έχει στόχο µόνο τη θέσµιση της κατανοµής των γαιών σε οικογένειες που θα παραγάγουν προϊόντα για την αγορά και θα εντάσσονται έτσι στην κοινωνία της εργασίας. Δεν έχει δηλαδή σχέδιο κοινωνικά ανατρεπτικό. 

Kαι µόνον όµως η µαζική επιστροφή στη γη, µετά από τόσες δεκαετίες κατά τις οποίες η λαίλαπα των βραζιλιάνικων µεγαλουπόλεων καταβρόχθισε γενιές ολόκληρες, αποτελεί παρέκκλιση από την καπιταλιστική “ανάπτυξη”. Δεν πρόκειται µόνον για φαινόµενο του Tρίτου Kόσµου. Eδώ και δέκα χρόνια, κάθε χρόνο στη Γαλλία πάνω από δέκα χιλιάδες άνθρωποι, κυρίως άνθρωποι των πόλεων, ξεκινούν µια αγροτική δραστηριότητα µε απόδοση µικρότερη από την επιδοτούµενη σύµφωνα µε τις οδηγίες της αγροτικής πολιτικής της Eυρωπαϊκής Ένωσης. Tο κράτος προσπαθεί να ρυθµίσει την τάση αυτή µε το πρόσχηµα της βοήθειας στους νέους αγρότες και της παροχής δυνατοτήτων απασχόλησης στους ανέργους. Mεταξύ της πλειάδας των οργανώσεων που δραστηριοποιούνται σ’ αυτόν τον τοµέα, υπάρχουν και οργανώσεις όπως το κίνηµα Droit paysan που θέλει να παραµένει όσο γίνεται πιο ανεξάρτητο από τη βοήθεια της πολιτείας, δεν στοχεύει στην ένταξη στο σύστηµα της αγοράς και ενίοτε καταλαµβάνει ακαλλιέργητες εκτάσεις. Όσο κι αν δεν µπορούµε να βρούµε κοινό παρονοµαστή για τις διάφορες αυτές πρωτοβουλίες ανά τον κόσµο, όσο κι αν όσοι συµµετέχουν σ’ αυτές είναι άνθρωποι οι οποίοι συχνά το µόνο που θέλουν είναι να εξασφαλίσουν µια θέση στην αγορά της κατηγορίας τους, πρόκειται ωστόσο αντικειµενικά για τη σηµαντικότερη τάση επανοικειοποίησης των πόρων µε την έννοια της αντιπολιτικής και της αντιοικονοµίας, ειδικά στις περιπτώσεις όπου η γη προσφέρεται χωρίς χρηµατικό αντίτιµο. Mήπως θα έπρεπε οι κριτικοί της αξίας, αντί να παιδεύονται µε τα υπολείµµατα σκοταδιστικών αριστερών γκρουπούσκουλων, να αρχίσουν να συνεισφέρουν στην επεξεργασία και την ανύψωση του επιπέδου της θεωρίας αυτών των δυνητικά αντισυστηµικών και ανατρεπτικών κινηµάτων;
 

Aυτό που διαφοροποιεί τις θέσεις που παραθέτουµε εδώ από τη ροµαντική-αντιδραστική κριτική της προόδου είναι ότι η τελευταία επιδιώκει την επιστροφή στο παρελθόν, του οποίου µάλιστα εξυµνεί τις χειρότερες όψεις (έλλειψη κινητικότητας, προδιαγεγραµµένοι ρόλοι των δύο φύλων, σεβασµός στην ιεραρχία, θρησκευτικότητα κ.ο.κ.). Aντίθετα, το θέµα είναι να υπερασπιστούµε τις δυνατότητες που διαφαίνονταν στο παρελθόν. Γράφει σχετικά ο Pιζέλ: «δεν υπάρχουν πια αγρότες, αφού δεν υπάρχει πια αγροτική κοινωνία, όπως και δεν πρόκειται να ξαναϋπάρξει αγροτική κοινωνία. Aυτό που οφείλουµε να ξαναβρούµε δεν είναι ο έλεγχος όλων επί όλων, του οποίου τα πιο περιπετειώδη παιδιά κατάφερναν πάντοτε ανά τους αιώνες να διαφεύγουν, αλλά η ολότητα των δυνατοτήτων ανάπτυξης και υπέρβασης του παρελθόντος και οι αντίστοιχες ιστορικές ευκαιρίες τις οποίες κατέστρεψε η βιοµηχανική εµπορευµατική κοινωνία» (Riesel 33). Tι έχουν να πουν όσοι θεωρούν την αγροτική ζωή αντιδραστική ουτοπία, για τις ελευθεριακές αγροτικές κοινότητες στην Iσπανία το 1936-37, όπου «όλα µπορούσαν να αρχίσουν από την αρχή» (Rem. 71); Στο Nότο, µέσα σε λίγα χρόνια επαναλαµβάνεται η φρίκη της προ εκατονπεντηκονταετίας εκδίωξης των αγροτών στην Eυρώπη και καταστρέφονται όλες οι συνθήκες ζωής που δεν δηµιουργήθηκαν από την εµπορευµατική κοινωνία και δεν διαποτίζονται πλήρως από αυτήν. «H διάλυση της παγκόσµιας αγροτιάς σηµαίνει και τη διάλυση του τελευταίου µεγάλου αποθέµατος αντιβιοµηχανικών ανθρώπινων δυνατοτήτων» (Riesel 64). Ποιος ξέρει αν η ανθρωπότητα δεν θα ζήσει σύντοµα µια αγροτική εξέγερση που να ασκεί κριτική στην κοινωνία της αξίας;

H φοβερή ύβρις που επιτέλεσε η επιστήµη του 20ού αιώνα, κυρίως µε την προσπάθειά της να εγκαθιδρύσει µια, πρωτοφανή σε βάθος σε σχέση µε τις προηγούµενες χιλιετηρίδες, κυριαρχία επί της φύσης και να κατασκευάσει µια φύση προσαρµοσµένη απόλυτα στην εµπορευµατική κοινωνία, είναι το µεγαλύτερο εµπόδιο σε οποιοδήποτε σχέδιο ανθρώπινης χειραφέτησης. Oποιαδήποτε τροχοπέδη σ’ αυτήν τη µηχανή είναι ευπρόσδεκτη. Ή µήπως δεν µπορούµε να κάνουµε τίποτα πια, τώρα που η γνώση των βιοτεχνολογιών υπάρχει και την εµπεδώσαµε για τα καλά; Iστορικά δεν δικαιολογείται τέτοια µοιρολατρεία. O Mαρξ παραθέτει στο Kεφάλαιο την παρακάτω θέση για την ιστορία των εφευρέσεων: «Πριν από πενήντα περίπου χρόνια (γύρω στα 1780), ο Άντον Mίλερ είδε µια κοµψότατη µηχανή στο Nτάντζιγκ, που έγνεθε τέσσερα µε έξι κοµµάτια υφάσµατος στο λεπτό. Tο δηµαρχείο όµως έκρινε ότι η εφεύρεση αυτή θα µετέτρεπε πολλούς εργαζόµενους σε ζητιάνους, γι αυτό και την αποσιώπησε κι άφησε στον εφευρέτη τη διακριτική ευχέρεια να πάει να πνιγεί» (MEW 23/45).

Η Νύφη του Φρανκενστάιν, του Τζέιμς Γουέιλ, 1935

——————————————
Υποσημειώσεις:
 

35. Πιθανότατα κάποιοι να µην γνωρίζουν καν ποια είναι η ελβετική Novartis: ένας κολοσσός της χηµείας και της βιοτεχνολογίας (όπως εξάλλου και η Monsanto ή η Dupont), που προέκυψε από τη συγχώνευση της εταιρείας παραγωγής αγροχηµικών προϊόντων Ciba-Geigy µε τον όµιλο φαρµακευτικών προϊόντων Sandoz, ο οποίος έχει κάνει αισθητή την παρουσία του ήδη από τη δεκαετία του 80, χάρη στη στοργική µεταχείριση του ποταµού Ρήνου. Η Nestlé είχε γίνει γνωστή πολλά χρόνια πριν χάρη στη στοργική µεταχείριση των βρεφών του “Tρίτου Kόσµου”, στα οποία έφερε την ευλογία του γάλακτος σε σκόνη. Σήµερα ανήκει στους µεγαλύτερους παραγωγούς γενετικά τροποποιηµένων τροφών. (Στη λίστα των 500 µεγαλύτερων εταιρειών των Financial Times για το 2003 η Novartis βρίσκεται στη θέση 17 και η Nestlé στη θέση 27. Στις 50 πρώτες της λίστας οι 10 είναι εταιρείες του κλάδου «Φαρµακευτικά/Βιοτεχνο-λογία». Καθηµερινή της Κυριακής, 1 η Ιουνίου 2003 [Σ.τ.M.])
 

36. Φυσικά και δεν βασίζονται όλες οι βιοτεχνολογίες στη γενετική. Η γενετική αποτελεί την πιο ριζοσπαστική επέµβαση στον τρόπο λειτουργίας της ανθρώπινης ζωής και είναι η πιο αµφιλεγόµενη, ενώ οι πιο “παραδοσιακές” βιοτεχνολογίες, όπως η µεταµόσχευση οργάνων και η τεχνητή γονιµοποίηση έχουν καθιερωθεί χωρίς να συναντήσουν την παραµικρή αντίσταση.
 

37. Στη συνέχεια του κειµένου παραπέµπω αφενός στον Αιώνα της βιοτεχνολογίας (1998) του Jeremy Rifkin (έκδοση στα ελληνικά: «Νέα Σύνορα» – Α.Α.Λιβάνη, 1998), που περιέχει πολύ εµπειρικό υλικό, αλλά αδυνατεί να κατανοήσει την κοινωνική σηµασία του αντικειµένου του και σαγηνεύεται από τις πιθανές “θετικές” εφαρµογές των βιοτεχνολογιών, που στην πραγµατικότητα είναι το ίδιο φρικιαστικές µε τις “αρνητικές”. Aφετέρου, παραπέµπω στα τελείως διαφορετικού πνεύµατος Remarques sur l’agriculture génétiquement modifiée et la dégradation des espèces (Σχόλια για τη γενετικά τροποποιηµένη αγροτική οικονοµία και τον εξευτελισµό των ειδών, 1999) της Encyclopédie des Nuisances, µιας παρισινής οµάδας που επηρεάστηκε στην αρχή από τους καταστασιακούς και ασκεί εδώ και καιρό έντονη κριτική στην “πρόοδο”, αλλά και στις Déclarations sur l’agriculture transgénique et ceux qui prétendent s’y opposer (Eξαγγελίες σχετικά µε την γενετικά τροποποιηµένη γεωργία και όσους διατείνονται πως της αντιτίθενται, 2000) του René Riesel, που κυκλοφόρησε επίσης από τον εκδοτικό οίκο της Encyclopédie. Τα επιχειρήµατα που παρουσιάζω στο άρθρο µου βασίζονται ουσιαστικά στα δύο παραπάνω κείµενα. Βέβαια, το καλύτερο βιβλίο ενάντια στη γενετική τεχνολογία θα ήταν µια ασχολίαστη συλλογή κειµένων όσων την ασκούν και όσων την υπερασπίζονται. Θα µας έπιανε σύγκρυο: Oι άγγλοι καθηγητές βιολογίας, που θέλουν να δηµιουργήσουν ανθρώπινα έµβρυα χωρίς κεφάλι, µε σκοπό τη δηµιουργία µιας τράπεζας οργάνων για µεταµοσχεύσεις (Rifkin 65-66) δεν αποτελούν ιδιαιτέρως ακραία περίπτωση. Αν διαβάζαµε κάτι τέτοιο στο µέλλον θα µας προκαλούσε την ίδια εντύπωση που µας προκαλούν σήµερα τα ντοκουµέντα σχετικά µε τα ιατρικά πειράµατα των Ναζί. Η υποθετική περίπτωση και µόνο να συζητούσε κανείς µε τέτοιους “επιστήµονες” θα συγκρινόταν µε την περίπτωση να διαπραγµατευόταν κανείς µε τους Ναζί τη διαχείριση των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Ούτε η γενετική τεχνολογία, ούτε η ιατρική των Ναζί αποτελούν αποκλίσεις από την “κανονική” ιατρική, µα, πολύ περισσότερο, είναι η αυτοπραγµάτωση µιας ιατρικής που έχει αποστασιοποιηθεί πλήρως από το αντικείµενό της. Η ιατρική των Ναζί έβλεπε στους φυλακισµένους των στρατοπέδων συγκέντρωσης χρήσιµο πειραµατικό υλικό, όπως ακριβώς η σηµερινή ιατρική έρευνα βλέπει τα πλεονάζοντα και κατεψυγµένα έµβρυα (Rem. 95), τα οποία αποζητά λαίµαργα µε σκοπό πειράµατα φιλικά προς τον άνθρωπο (και τα οποία στο Βέλγιο έχει ήδη αποκτήσει). Πολλά απ’ αυτά που αρχικά ακούγονταν σαν σενάρια τρόµου, όπως για παράδειγµα η µελλοντική εξέλιξη δύο µη συµβατών ανθρωπίνων ρατσών, αποτελούµενη φυσικά από µια ράτσα κυρίων και µια ράτσα σκλάβων, όπως περιγράφτηκαν π.χ. από τον Χ. T. Γουέλς (Η µηχανή του χρόνου) και τον Ά. Χάξλεϋ (Θαυµαστός καινούριος κόσµος), παρουσιάζονται σήµερα από τους προφήτες της εποχής της βιοτεχνολογίας ως θετικό ή τουλάχιστον αναπόφευκτο αποτέλεσµα των τεχνικών τους. Έτσι τουλάχιστον παρουσιάζει τα πράγµατα κάποιος Lee Silver (βλ. Rifkin 271), που θεωρείται ειδικός επί του θέµατος.
 

38. Ακόµη και ο Rifkin, που αντιµετωπίζει το θέµα αποκοµµένο από το κοινωνικό του πλαίσιο, διακρίνει τη συγγένεια µεταξύ των βιοτεχνολογιών και των περιφραγµένων κτηµάτων στην Αγγλία, τα οποία αποτελούν πρότυπο υπεξαίρεσης της συλλογικής ιδιοκτησίας.
 

39. Όταν η Lucile Desmoulins ανέβηκε στη λαιµητόµο στο Παρίσι του 1793 και φώναξε: «Ελευθερία, πόσα εγκλήµατα θα γίνουν στ’ όνοµα σου!» δεν µπορούσε να φανταστεί τι νόηµα θα αποκτούσαν τα λόγια της δύο αιώνες µετά.
 

40. Για ποιο λόγο να µας εκπλήσσει το ότι στις κλινικές τεχνητής γονιµοποίησης µπορεί κανείς να επιλέξει σπερµατοζωάριο ανάλογα µε τη ράτσα, το ύψος, το ανάστηµα, το χρώµα των µατιών, την ευφυΐα, την εθνότητα και την υπηκοότητα (Rifkin 62); Μήπως η φύση έχει κερδίσει τον αγώνα ενάντια στις δυνάµεις του Kακού χάρη στις διαφορετικές ποικιλίες καφέ στα σουπερµάρκετ;
 

41. Τη στιγµή που τόσοι άνθρωποι µολύνθηκαν (κυρίως µε HIV και ηπατίτιδα) από µεταγγίσεις, µπορεί κανείς να είναι ευτυχής, αν είναι µάρτυρας του Ιεχωβά και αρνείται εξολοκλήρου τις µεταγγίσεις. Ακόµη κι η άρνησή τους να εµβολιαστούν θα µπορούσε µια µέρα να αποδειχθεί “πλεονεκτική επιλογή”, όταν η αχαλίνωτη διάδοση των εµβολιασµών ενάντια στις πιο ακίνδυνες ασθένειες (ανεµοβλογιά, γρίππη) θα έχει καθαρίσει συστηµατικά το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστηµα. Οι χορτοφάγοι ήταν προφυλαγµένοι από τη νόσο των τρελών αγελάδων. Με λίγη φαντασία θα µπορούσε να συλλάβει κανείς µια κατάσταση στην οποία οι µόνοι άνθρωποι που επιζούν µετά από µια σειρά συµφορών που οφείλονται στην τεχνολογική πρόοδο, είναι κάποιοι µυστήριοι τύποι και τα µέλη διάφορων θρησκευτικών αιρέσεων. Ακόµη κι αυτό ανήκει στη διαλεκτική του Διαφωτισµού: H πιστή, κατά γράµµα εφαρµογή του Λόγου της Βίβλου, µπορεί σήµερα να αποδειχθεί πιο χρήσιµη από µια επίσκεψη στο γιατρό. Eίναι γεγονός ότι σήµερα ακόµη και σκοτεινές κοσµοθεωρίες ανθρωποσοφικών, πνευµατιστικών και άλλων τέτοιων τάσεων συχνά ρεζιλεύονται µπρος στην πραγµατικότητα λιγότερο από το Λόγο του φετιχισµού του εµπορεύµατος και της τεχνολογίας. Αυτό το εµπειρικά διαπιστωµένο γεγονός είναι πολύ κοντά στην τυπική µετατροπή του ορθού λόγου του Διαφωτισµού στο προφανώς αντίθετό του. Στο κίνηµα του New Age, η µετάβαση από τον κυβερνοχώρο στο προσευχητάρι (και τούµπαλιν) είναι διαρκής.

42. Στη Γαλλία οι επιθέσεις που ασκούν τα ριζοσπαστικά ρεύµατα προς την κοινωνία του εµπορεύµατος συχνά της δίνουν το κάπως ασαφές όνοµα «η Οικονοµία». Oι επιθέσεις αυτές συµπεριλαµβάνουν και τον µαρξισµό της εργατικής τάξης στην κριτική τους -όπως κάνουν και µε τη θεωρία της αξίας- ως εκπρόσωπο του οικονοµισµού, δηλαδή της αναγωγής του κοινωνικού αποκλειστικά στο οικονοµικό: «Και γι αυτόν το λόγο ο πρώτος τυχόν ηλίθιος είναι “µαρξιστής”, που σηµαίνει οικονοµιστής,υποστηρικτής της κυριαρχίας της Οικονοµίας, προτού να γίνει κατ’ επιλογήν φιλελεύθερος, ή, όπως λέγεται σήµερα, πολίτης», ενώ «η ουσιαστική συµβολή του Μαρξ ήταν να καταδείξει πως µε πολύ συγκεκριµένο τρόπο η κυριαρχία του εµπορεύµατος, η οποία ενθαρρύνθηκε από τη βιοµηχανία, φρόντισε από τότε να καταστήσει µοναδική οραµατική δυνατότητα καθόλη τη βιοµηχανική εποχή την υπόθεση της απόλυτης κυριαρχίας της οικονοµίας» (Riesel 19). Από όλα τα επαναστατικά κινήµατα του παρελθόντος, προσθέτει ο Ριζέλ, έλλειπε η αυτονοµία, µε την έννοια της ρήξης µε τις ιδεολογίες της προόδου.

43. Φυσικά µπορεί να τα αποφεύγει κανείς ως ένα βαθµό, αγοράζοντας µόνο “βιολογικά” προϊόντα. Όµως για να το κάνει κανείς αυτό συστηµατικά χρειάζεται ένα εισόδηµα, το οποίο αποκτά µόνο αν συµµετέχει ενεργά στις φρικαλεότητες αυτής της κοινωνίας. Απ’ την άλλη, όµως, η βιολογική διατροφή δεν είναι πια αυτό που ήταν και έχει ανοίξει την όρεξη αυτών που την καθιστούν καθηµερινά όλο και πιο αναγκαία: έτσι ακόµη και η Novartis έχει ήδη µπει στην αγορά των βιολογικών προϊόντων. 44. Είναι χαρακτηριστικός ο στεναγµός του Ντε Γκωλ: «Πώς να διοικήσει κανείς µια χώρα, στην οποία υπάρχουν τριακόσια είδη τυριών;» Για προβλήµατα αυτού του είδους όµως η Ε.Ε. διαθέτει πολύ καλύτερες λύσεις από τον παλαίµαχο στρατηγό. Σήµερα στη Γαλλία στα µαγαζιά µε τυροκοµικά προϊόντα συχνά σου δίνουν και µια προκήρυξη µε τίτλο: «Να σώσουµε τα τυριά µας!»

45. Όταν όµως κάποιος πεθάνει απ αυτό, τότε ήταν άτυχος – η µηχανή έχει και την άλλη της όψη. Έτσι έχει συµβεί να πεθάνουν άνθρωποι που έφαγαν τις προαναφερθείσες ντοµάτες µε γονίδια ψαριού, επειδή ήταν αλλεργικοί στο ψάρι και βέβαια δεν ήταν αρκετά έξυπνοι, ώστε να υποθέσουν ότι η ντοµατοσαλάτα τους µπορεί να περιέχει ψάρι. Οι γενετιστές δίνουν έτσι ένα τέλος στον ισοπεδωτικό εφησυχασµό του χορτάτου αστού (για τον οποίο εξάλλου έχουν γίνει τόσες διαµαρτυρίες), προσφέροντάς του µια καθηµερινή περιπέτεια, που ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά του πολύ περισσότερο απ ό,τι το να σκαρφαλώνει σε βράχους µε γυµνά χέρια.

46. Η στατιστική του Wallerstein σχετικά µε τη διατροφή της αγγλικής µεσαίας τάξης (η οποία παρατίθεται από τον Robert Kurz στο βιβλίο του Schwarzbuch Kapitalismus [H Mαύρη Bίβλος του Kαπιταλισµού], εκδόσεις Eichborn, Φρανκφούρτη 1999, σελ. 18) αποδεικνύεται υπερβολικά αισιόδοξη, όταν διαπιστώνει ότι στα τέλη του 19ου αιώνα είχε φτάσει τουλάχιστον στο επίπεδο του όψιµου µεσαίωνα, αφού υπολογίζει µόνον την ποσότητα του φαγητού.

47. Παρόλο που δεν έχει άµεση σχέση µε το θέµα του άρθρου, πρέπει να σηµειωθεί ότι η προφανής απόρριψη κάθε ιδέας συσσώρευσης και γραµµικής εξέλιξης, που περιέχεται στη ρήση του Αναξίµανδρου, δείχνει πόσο άδικο έχουν ερµηνευτές όπως ο A. Sohn-Rethel, οι οποίοι βλέπουν χωρίς λόγο τους φυσικούς φιλοσόφους της Ιωνίας ως τους πρώτους υπερασπιστές της λογικής του εµπορεύµατος. Όπως εξάλλου και όλη η αρχαία σκέψη, αυτοί εξέφρασαν ταυτόχρονα την ανάδυσή της, όσο και την αντίσταση εναντίον της. [Ο Αναξίµανδρος λέει ότι η πρωταρχική ουσία και το στοιχείο όλων των όντων είναι το άπειρον, και σ’ αυτό, απ’ όπου γεννήθηκαν τα πράγµατα, επίσης αποσυντίθενται. Σ.τ.Μ.]

48. Οι επιφυλάξεις του κόσµου προς τους Γ.Τ.Ο. είναι τόσο µεγάλες, ώστε η γενετική τεχνολογία απειλείται µε οικονοµική αποτυχία: η άρνηση της κυβέρνησης των Η.Π.Α. να προσθέτει ετικέτες στα προϊόντα που περιέχουν Γ.Τ.Ο. επέφερε το αναπάντεχο αποτέλεσµα τα τελευταία χρόνια να πέσουν κατά 90% οι εισαγωγές αµερικανικού καλαµποκιού και σόγιας (εκεί δηλαδή που χρησιµοποιούνται κυρίως οι Γ.Τ.Ο.) στην Ευρώπη (Il Manifesto, 23 Μαΐου 2000), διότι οι εισαγωγείς δεν ήθελαν να διακινδυνεύσουν να τιµωρηθούν από τους αγοραστές τους. Η Deutsche Bank συµβούλευσε πέρσι τους πελάτες της να µην επενδύουν πια σε βιοτεχνολογίες. Θα ήταν όµως µια παράδοξη επιτυχία, αν οι βιοτεχνολογίες σταµατούσαν για καθαρά οικονοµικούς λόγους.

49. Μια ιδιαίτερα πετυχηµένη µορφή σαµποτάζ έγινε στην Ιταλία λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1998. Στάλθηκαν σε ένα πρακτορείο ειδήσεων αρτοσκευάσµατα τύπου panettoni, τα οποία στην Ιταλία αγοράζονται από όλες τις οικογένειες για τα Χριστούγεννα [Σ.τ.M. γλυκό ψωµί, αντίστοιχο µε τις βασιλόπιτες στην Ελλάδα], παρασκευασµένα από µια εταιρεία θυγατρική της Nestlé, στα οποία είχε προστεθεί µε ένεση πρωσσικό οξύ. Οι αποστολείς ανακοίνωσαν ότι και άλλα δηλητηριασµένα πανετόνι βρίσκονται ήδη στα σουπερµάρκετ, σαν ένδειξη διαµαρτυρίας για τη χρήση τροποποιηµένων οργανισµών στην παραγωγή της Nestlé. Δηµιουργήθηκε πανικός και µετά την ηµέρα εκείνη δεν πουλήθηκαν κυριολεκτικά καθόλου πανετόνι οποιασδήποτε µάρκας. Η θυγατρική της Nestlé έκλεισε προσωρινά, λόγω ανυπαρξίας παραγγελιών. Παρόλο που δεν βρέθηκε ποτέ ούτε ένα δηλητηριασµένο αρτοσκεύασµα σε σουπερµάρκετ, το θέµα και µαζί µ’ αυτό και η χρήση Γ.Τ.Ο. γενικά µονοπώλησε τις συζητήσεις στα χριστουγεννιάτικα γεύµατα όλων των ιταλικών οικογενειών. Οι συγγραφείς δεν βρέθηκαν ποτέ, αλλά ακόµη κι αν τους ανακάλυπταν δεν θα είχαν τίποτε να φοβηθούν: δεν κυκλοφόρησαν ποτέ δηλητηριασµένα αρτοσκευάσµατα, απλά διατύπωσαν µια απειλή. Το παράδειγµα αυτό δείχνει ότι µια πράξη σαµποτάζ και προπαγάνδας είναι δυνατή µε ελάχιστα µέσα και ελάχιστο προσωπικό ρίσκο, αν ξέρει κανείς πώς να εκµεταλλεύεται στρατηγικά τις περιστάσεις.
 

50. Πριν από πενήντα µόλις χρόνια, οι αγρότες στην Ινδία φύτευαν πάνω από 30.000 παραδοσιακά είδη ρυζιού. Σήµερα 10 σύγχρονες ποικιλίες καλύπτουν πάνω από το 75% της τοπικής παραγωγής ρυζιού (Rifkin 181). Ο πλούτος ποικιλιών που αναπτύχθηκε σταδιακά µέσα σε δέκα χιλιάδες χρόνια αγροτικού πολιτισµού ισοπεδώνεται διαµιάς για ευτελείς σκοπούς. Ενώ η συνολική εξέλιξη της φύσης (και η ανθρώπινη εξέλιξη) είχε πάντοτε την τάση να δηµιουργεί όλο και περισσότερα είδη µε διαφορετικά χαρακτηριστικά, η κοινωνία του εµπορεύµατος κατάφερε να την αντιστρέψει σε λίγες µόνο δεκαετίες.
Υγ: Παραπέμπω επίσης και σ’ ένα σχετικό άρθρο για τις βιοτεχνολογίες με τίτλο: Η Ενναλακτική Ιατρική στο Απόσπασμα που δημοσιεύτηκε στο 145 φύλο της αναρχικής εφημερίδας, Διαδρομή Ελευθερίας.

Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2016

Η Πολιτεία του Μηδενός: Φιλοσοφία της Ισχύος και Αγορά

 
Άννα Άρεντ ΄
(1906-1975)


«Είναι χαρακτηριστικό ότι οι σύγχρονοι πρωταθλητές της εξουσίας βρίσκονται σε πλήρη συμφωνία με τη φιλοσοφία του μοναδικού στοχαστή, που θέλησε να εξαγάγει το κοινό όφελος από τα ιδιωτικά συμφέροντα, και που φαντάστηκε και κατασκεύασε, ακριβώς στο όνομα του ιδιωτικού οφέλους, την ιδέα μιας Κοινοπολιτείας, η οποία θα βασίζεται πλήρως και θα αποσκοπεί απόλυτα στη συσσώρευση της ισχύος.

Ο Χομπς είναι πράγματι ο μόνος μεγάλος φιλόσοφος, που η αστική τάξη μπορεί δικαίως να υποστηρίξει πως είναι αποκλειστικά δικός της, παρ’ όλο που άργησε να αναγνωρίσει τις αρχές του. Στον Λεβιάθαν, ο Χομπς ανέπτυξε τη μόνη πολιτική θεωρία, στην οποία το κράτος δεν στηρίζεται σε κάποιο θεμελιακό καταστατικό νόμο (το θεϊκό νόμο, το νόμο της φύσης, ή του κοινωνικού συμβολαίου) βάσει του οποίου πρέπει να καθορίζονται τα δικαιώματα και οι περιορισμοί του ιδιωτικού συμφέροντος έναντι των δημοσίων ζητημάτων, αλλά στα ίδια τα ιδιωτικά συμφέροντα, έτσι που “το ιδιωτικό συμφέρον ταυτίζεται με το δημόσιο συμφέρον”.


Στην πράξη, δεν υπήρξε κανένα πρότυπο αστικής ηθικής που να μην έχει προβλεφθεί από το απαράμιλλο μεγαλείο της λογικής του Χομπς. Σε μια ανάλυση που εδώ και τριακόσια χρόνια ούτε ξεπεράστηκε, ούτε και βελτιώθηκε, ο Χομπς δίνει πράγματι ένα σχεδόν πλήρες πορτραίτο, όχι του ανθρώπου αλλά του αστού: “Ο Λόγος δεν είναι τίποτε άλλο από Λογάριασμα, Λογαριασμοί”∙ “Ελεύθερο υποκείμενο, αυτεξούσιο, όλα αυτά δεν είναι παρά λέξεις χωρίς κανένα νόημα, δηλαδή παραλογισμοί”. Ένα πλάσμα στερημένο από Λόγο, ανίκανο να βρει την αλήθεια, χωρίς αυτεξούσιο − δηλαδή ριζικά ανεύθυνο −, ο άνθρωπος του Χομπς είναι ουσιαστικά συνάρτηση της κοινωνίας και συνεπώς κρίνεται σύμφωνα “με τη λογιστική αξία ή περιουσία του, με τη χρηματική τιμή του, που δίνεται σε αντάλλαγμα για τη χρήση της ισχύος του”. Αυτή η τιμή εκτιμάται και επανεκτιμάται αδιάκοπα από την κοινωνία, και “η εκτίμηση των άλλων” μεταβάλλεται σύμφωνα με το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης.


Κατά τον Χομπς […] το άτομο σκέφτεται το κέρδος του μέσα σε κατάσταση πλήρους απομόνωσης, από τη σκοπιά μιας απόλυτης μειοψηφίας θα μπορούσαμε να πούμε. Έτσι συνειδητοποιεί, ότι δεν μπορεί να ικανοποιήσει το ιδιωτικό συμφέρον του χωρίς το στήριγμα κάποιας πλειοψηφίας. Εφόσον λοιπόν το πραγματικό κίνητρο του ανθρώπου δεν είναι παρά τα ιδιωτικά συμφέροντά του, η δίψα για ισχύ και εξουσία είναι το θεμελιωδέστερο πάθος του. Αυτή η δίψα καθορίζει τις σχέσεις ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία, και από αυτή τη δίψα πηγάζουν όλες οι άλλες φιλοδοξίες − πλούτος, γνώση, τιμές.


Ο Χομπς υπογραμμίζει ότι, στην πάλη για την εξουσία και στην έμφυτη ικανότητά τους για ισχύ, όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Διότι, λέει, η ισότητα μεταξύ των ανθρώπων έχει ως θεμέλιο το γεγονός, ότι κάθε άνθρωπος έχει από τη φύση του τόση ισχύ, όση χρειάζεται για να σκοτώσει έναν άλλον άνθρωπο − η πανουργία μπορεί να εξισορροπήσει την έλλειψη δύναμης. Όμως η ισότητα των ανθρώπων ως εν δυνάμει δολοφόνων, τους φέρνει σε κατάσταση ανασφάλειας και από εδώ προκύπτει η ανάγκη για ένα Κράτος. Ο λόγος ύπαρξης του Κράτους είναι, λοιπόν, η ανάγκη που νιώθει το άτομο να προστατευτεί από τους συνανθρώπους του.


Το κρίσιμο σημείο στο πορτραίτο που σκιαγράφησε ο Χομπς, δεν είναι διόλου ο ρεαλιστικός πεσιμισμός του, για τον οποίον τόσο πολύ εγκωμιάστηκε στους μοντέρνους καιρούς. Διότι, αν ο άνθρωπος ήταν στ’ αλήθεια αυτό το πλάσμα που ο Χομπς θέλησε να δει σε αυτόν, τότε θα ήταν ένα πλάσμα ολότελα ανίκανο να συστήσει το παραμικρό πολιτικό σώμα. Πράγματι, ο Χομπς δεν καταφέρνει, αλλά ούτε και ενδιαφέρεται, να εισάγει τον άνθρωπό του μέσα σε μια πολιτική κοινότητα. Ο άνθρωπος του Χομπς δεν έχει κανένα καθήκον πίστης στην πατρίδα του σε περίπτωση που αυτή ηττηθεί, και συγχωρείται για κάθε είδους προδοσία, εάν τυχόν αιχμαλωτιστεί. […] Από την άλλη, “κανένας άνθρωπος δεν είναι ελεύθερος ν’ αντισταθεί στη Σπάθη της Κοινοπολιτείας προκειμένου να βοηθήσει έναν άλλο άνθρωπο, ένοχο ή αθώο” − με άλλα λόγια, δεν υπάρχει θέμα αλληλεγγύης, ούτε κι ευθύνης προς τον συνάνθρωπο. Δικαίωμα να “αντισταθούν στη Σπάθη της Κοινοπολιτείας και να συνδράμουν ο ένας τον άλλον” έχουν, κατά τον Χομπς, μόνον όσοι και για όσο συνδέονται με ένα κοινό συμφέρον, όπως “ένα σημαντικό έγκλημα, για το οποίο έχουν ορκιστεί ότι είναι έτοιμοι να πεθάνουν” − γιατί σε αυτή την περίπτωση “έχουν να υπερασπιστούν τη ζωή τους”.


Για τον Χομπς λοιπόν, η αλληλεγγύη με αυτή ή την άλλη μορφή κοινότητας είναι κάτι το πρόσκαιρο και περιορισμένο,που ουσιαστικά δεν αλλάζει διόλου τη μοναχική και ιδιωτική φύση του ατόμου − το οποίο “δεν βρίσκει καμιά ευχαρίστηση, τουναντίον άπειρη θλίψη στην παρέα με τους συνανθρώπους του” −, ούτε και δημιουργεί βαθείς και μόνιμους δεσμούς με τους άλλους.


Αυτό το πορτραίτο του ανθρώπου μοιάζει να ματαιώνει την πρόθεση του Χομπς να προσφέρει μια βάση στην Κοινοπολιτεία του αφού προτείνει ένα συνεκτικό πρότυπο συμπεριφορών που στην πραγματικότητα μπορούν να καταστρέψουν εύκολα κάθε κοινότητα. Από εδώ προκύπτει η εγγενής και ομολογημένη αστάθεια της χομπσιανής Κοινοπολιτείας −άλλωστε προβλέπει ότι “θα διαλυθεί όταν, σε περίπτωση πολέμου (εξωτερικού ή εμφύλιου), την νικήσουν οι εχθροί της, οπότε κάθε άνθρωπος θα αισθάνεται ελεύθερος να κοιτάξει μόνο τον εαυτό του”−, μια αστάθεια που εντυπωσιάζει ακόμα περισσότερο δεδομένου ότι πρωταρχικός και διαρκής στόχος του Χομπς ήταν η αποκατάσταση της μέγιστης δυνατής ασφάλειας και σταθερότητας.


Θα ήταν όμως πολύ άδικο για τον Χομπς και τη φιλοσοφική ακεραιότητά του να θεωρήσουμε την εικόνα που έχει για τον άνθρωπο σαν μια απόπειρα ψυχολογικού ρεαλισμού ή φιλοσοφικής αλήθειας. Ο Χομπς δεν ενδιαφέρεται ούτε για τον έναν, ούτε για την άλλη. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η ίδια η πολιτική δομή και ο λόγος που περιγράφει τον άνθρωπο σαν ένα πλάσμα που “ποθεί την ισχύ, ολοένα και περισσότερη ισχύ”, είναι επειδή κατά νου τις ανάγκες του Λεβιάθαν. […]



Αυτό το καινούργιο πολιτικό σώμα, το επινόησε για λογαριασμό της νέας, αστικής κοινωνίας όπως αυτή εμφανίστηκε κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα∙ και αυτό το πορτραίτο του ανθρώπου είναι μια σκιαγραφία του νέου τύπου ανθρώπου, που ήταν ο κατάλληλος για να συγκροτήσει αυτή την κοινωνία. Η χομπσιανή Κοινοπολιτεία έχει αποκλειστικό θεμέλιο την Ισχύ. Ιδιοποιείται το μονοπώλιο του φόνου και σε αντάλλαγμα παρέχει στον πολίτη της προστασία από τον κίνδυνο να τον σκοτώσουν. […] Και καθώς το δίκαιο εξισώνεται με την Ισχύ που έχει συσσωρεύσει η κοινωνία και το Κράτος μονοπωλεί, το ζήτημα του νόμου δεν είναι πλέον ένα ζήτημα καλού και κακού αλλά αποκλειστικά και μόνο απόλυτης υπακοής, τουτυφλού κομφορμισμού της αστικής κοινωνίας.


Σε αυτή την Κοινοπολιτεία, το άτομο, στερημένο από πραγματικά πολιτικά δικαιώματα και με τη δημόσια ζωή να παρουσιάζεται καλυμμένη με το μανδύα της αδήριτης αναγκαιότητας, χάνει το φυσικό δεσμό με τους συνανθρώπους του και αποκτά ένα νέο και αυξανόμενο ενδιαφέρον για την ιδιωτική ζωή του και το ατομικό μέλλον του. Ο ανταγωνισμός γίνεται ο κανόνας των σχέσεων. […] Και από τη στιγμή που οι δημόσιες υποθέσεις ρυθμίζονται αποκλειστικά από το Κράτος με πρόσχημα την αδήριτη αναγκαιότητα, οι κοινωνικές ή πολιτικές σταδιοδρομίες των ανταγωνιζόμενων ατόμων υποκύπτουν στο τυχαίο. Διότι μέσα σε μια κοινωνία όπου όλοι υποτίθεται πως είναι εξίσου προικισμένοι με ικανότητα για ισχύ και εξίσου προστατευόμενοι ο ένας από τον άλλο χάρη στην εξουσία, μόνο η τύχη μπορεί ν’ αποφασίσει ποιοι θα είναι οι εκάστοτε νικητές. […]


Παραδίδοντας τα πολιτικά δικαιώματά του στο Κράτος, το άτομο τού παραδίδει εξίσου την κοινωνική ευθύνη του: ζητάει από το Κράτος να το ανακουφίσει από το φόρτο των φτωχών ακριβώς όπως του ζητάει να το προστατεύει από τους εγκληματίες. Η διαφορά μεταξύ του φτωχού και αδύναμου και του εγκληματία σβήνει. Και οι δυο είναι εκτός νόμου. Όσοι δεν έχουν επιτυχία, δηλαδή απτή ισχύ, χάνουν όλα όσα τους αναγνώριζε ως ανθρώπους ο κλασσικός πολιτισμός. Όσοι δεν έχουν τύχη, δεν μπορούν πια να λογαριάζουν στη χριστιανική φιλανθρωπία. […]


Η Κοινοπολιτεία του Χομπς είναι μια εύθραυστη δομή, που πρέπει ασταμάτητα να συσσωρεύει ισχύ, να βρίσκει ασταμάτητα καινούργια στηρίγματα για να μην βυθιστεί από τη μια μέρα στην άλλη στο χάος των ιδιωτικών συμφερόντων, πάνω στα οποία εδράζεται. Για να δικαιολογήσει αυτή την αναγκαιότητα ασταμάτητης συσσώρευσης ισχύος, ο Χομπς στηρίζει τη θεωρία του σε μια φυσική κατάσταση, τον “αδιάκοπο πόλεμο όλων εναντίον όλων”. […]


Θα ήταν λάθος να υποτιμήσουμε την εμφανή αντίφαση ανάμεσα στη συνηγορία του Χομπς υπέρ της ασφάλειας του ατόμου και τη θεμελιώδη αστάθεια της Κοινοπολιτείας του. Και εδώ προσπαθεί επίσης να πείσει, να επικαλεστεί ορισμένα θεμελιώδη ένστικτα ασφάλειας, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι, στους πολίτες του Λεβιάθαν, δεν θα μπορούσαν να εξασφαλιστούν παρά μόνο χάρη στην απόλυτη υποταγή στην εξουσία η οποία “μονοπωλεί την ασφάλεια”, δηλαδή παρά μόνο χάρη σε ένα πανταχού παρόντα φόβο −κατάσταση που δεν μπορούμε να πούμε πως είναι ακριβώς το χαρακτηριστικό συναίσθημα ενός ανθρώπου, που νιώθει ασφαλής. Η πραγματική αφετηρία του Χομπς είναι μια εξαιρετικά διεισδυτική ανάλυση των πολιτικών αναγκών του καινούργιου κοινωνικού σώματος της ανερχόμενης αστικής τάξης, η θεμελιώδης εμπιστοσύνη της οποίας σε μια ατέρμονη διαδικασία συσσώρευσης αγαθών επρόκειτο σύντομα να εκμηδενίσει κάθε αίσθημα ατομικής ασφάλειας. […]


Η εμμονή του Χομπς στην ιδέα, ότι η ισχύς αποτελεί την κινητήρια δύναμη όλων των πραγμάτων, ανθρώπινων και θεϊκών (διότι ακόμα και η βασιλεία του Θεού “δεν είναι έργο της Δημιουργίας αλλά της Ακαταμάχητης Ισχύος”), προερχόταν από τη θεωρητικώς αδιάψευστη πρόταση σύμφωνα με την οποία η απεριόριστη συσσώρευση αγαθών πρέπει να στηρίζεται σε μια απεριόριστη συσσώρευση ισχύος. Το φιλοσοφικό συμπλήρωμα της θεμελιώδους αστάθειας μιας κοινωνίας που βασίζεται στην ισχύ, είναι η εικόνα μιας ατέρμονης ιστορικής διαδικασίας η οποία, προκειμένου να συμβαδίζει με τη διαρκή επίταση της ισχύος, καταβροχθίζει αμείλικτα τα άτομα, τους λαούς και τελικά ολόκληρη την ανθρωπότητα.»

Άννα Άρεντ, Ο ιμπεριαλισμός,

Β΄ τόμος του Οι πηγές του ολοκληρωτισμού (1951),

εκδ. Seuil (1982)

Σημ. του H.S. Τα είπε όλα η Άννα! Ο Λεβιάθαν είναι η πολιτική μορφή της ρικαρντιανής αγοράς. (Για τον Ρικάρντο, θα τα ξαναπούμε.) Ας πρόσεχε ο Κονδύλης όταν αντέγραφε την κοινωνική οντολογία του Χομπς…

Update Oλόκληρο το κεφάλαιο με τίτλο Η φιλοσοφία της ισχύος και η πολιτική χειραφέτηση της αστικής τάξης (απ’ όπου το παραπάνω απόσπασμα) δημοσιεύτηκε, με δική μου μετάφραση, στο εκλεκτό περιοδικό ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ, τχ. 16, το Φεβρουάριο του 2012.
anhsyxia.wordpress.com

Το όπλο των τρομοκρατών

Σήμερα το όπλο της τρομοκρατίας των λευκών κολάρων είναι το ευρώ. Το ευρώ δεν είναι χρήμα που αντιστοιχεί σε χρυσό ή στα εμπορεύματα που παράγονται στην κοινωνία, αλλά είναι ένα μέσον για την δημιουργία χρέους στις χώρες που το χρησιμοποιούν, άρα είναι μέσον για την υποδούλωσή τους.
Το ευρώ ως νόμισμα δεν είναι αξιόγραφο, δηλαδή αποδεικτικό αξίας, αλλά χρεόγραφο, δηλαδή αποδεικτικό χρέους. Στηρίζεται σε ένα οικονομικό κατασκεύασμα που λέγεται fiat money, δηλαδή έχει αξία μόνο και μόνο επειδή το είπε η ΕΕ! Ένα νόμισμα των 50 ευρώ δεν αντικατοπτρίζει ισόποση αξία, αλλά χρέος 50 ευρώ συν τον τόκο προς τον εκδότη. Το ευρώ παράγεται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και διανέμεται στις τράπεζες των χωρών της ευρωζώνης σαν δάνειο με επιτόκιο. Αυτές με τη σειρά τους το δανείζουν στα κράτη με μεγαλύτερο επιτόκιο. Δηλαδή από την πρώτη στιγμή που το παίρνει κάποιος στα χέρια του είτε πρόκειται για τράπεζα είτε για κράτος είτε για άτομο είναι χρεωμένος και, μάλιστα έχειαποδεχθεί το χρέος του, ακριβώς όπως όταν δανείζεται από ένα τοκογλύφο.
Όταν η Ελλάδα δανείζεται για να πληρώσει τόκους, φορτώνεται ακόμα μεγαλύτερο χρέος. Ταυτόχρονα η χρήση του ευρώ εντείνει τον νόμο της ανισόμετρης οικονομικής ανάπτυξης, αφού οι αδύναμες οικονομικά χώρες δεν μπορούν να ασκήσουν κανένα είδος νομισματικής πολιτικής για τον έλεγχο του πληθωρισμού ή τον αντιπληθωρισμού, της πορείας των εξαγωγών τους, της ενίσχυσης ή όχι κλάδων της παραγωγής, των δημοσιονομικών τους προβλημάτων κ.λπ. Έτσι παραμένουν έρμαιο στα «καπρίτσια» της Ε.Κ.Τ., των θελήσεων των ισχυρότερων, ανταγωνιστικότερων χωρών, του παρασιτικού τραπεζικού συστήματος και των πτωματοφάγων «οίκων» και «ινστιτούτων». Μέσω του ευρώ τα ελλείμματα των πιο αδύναμων χωρών γίνονται πλεονάσματα των ισχυροτέρων.

Όταν μια χώρα αποποιείται το εθνικό της νόμισμα χάνει την εθνική της κυριαρχία. Σήμερα καμία ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να νομοθετήσει ο,τιδήποτε, αν δεν το εγκρίνουν οι τοκογλύφοι. Στο εσωτερικό δεν μπορεί να ασκήσει ανεξάρτητη οικονομική και κοινωνική πολιτική και στο εξωτερικό δεν μπορεί να κινηθεί σύμφωνα με τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντά της. Είναι αναγκασμένη να κινείται αποκλειστικά στα πλαίσια που της έχουν θέσει οι τοκογλύφοι επικυρίαρχοί της. (Σημ. Η Γερμανία δεν έχει χάσει την εθνική της κυριαρχία, αφού η ίδια επέβαλλε το ευρώ με τις λειτουργίες που την συμφέρουν. Οποιαδήποτε μειονεκτήματα που προέρχονται από το γερμανικό χρέος που ανέρχεται περίπου στο 75%-76% του ΑΕΠ της υπερκαλύπτονται από την οικονομική και πολιτική υποταγή των υπόλοιπων χωρών σ’ αυτήν. Τα ελλείμματα των χωρών όπως η Ελλάδα γίνονται γερμανικά πλεονάσματα).
Η έλλειψη εθνικού νομίσματος και η υποταγή της Ελλάδας στο ευρώ έχει οδηγήσει σε δραματική επιδείνωση των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων της, σε απώλεια της εθνικής κυριαρχίας της και σε υποβάθμιση της γεωπολιτικής αξίας της. Το δημόσιο χρέος, που αυξήθηκε δραματικά από την ημέρα της υιοθέτησης του ευρώ, και η απαίτηση των τοκογλύφων για συνεχή πληρωμή τόκων ανέδειξαν ακραία προδοτικές κυβερνήσεις οι οποίες αποδέχθηκαν την επιβολή των μνημονίων καταδίκασαν την οικονομία σε συνεχή αιμορραγία, την παραγωγική βάση σε συνεχή απαξίωση και τον ελληνικό λαό σε συνεχώς μεγαλύτερη φτωχοποίηση και εξαθλίωση. Μέσα στον κόσμο του ευρώ το ελληνικό κοινοβούλιο δεν μπορεί ούτε καν να συζητήσει οποιοδήποτε νομοσχέδιο, αν δεν εγκριθεί πρώτα από τους φασίστες του ευρώ. Η σημερινή, όπως και οι προηγούμενες «ελληνικές» κατοχικές κυβερνήσεις, επιβάλλει αλλεπάλληλες φοροκαταιγίδες, ιδιωτικοποιεί και ξεπουλά τη δημόσια περιουσία, όχι επειδή πιστεύει ότι έτσι θα «ελαφρυνθεί» το δημόσιο χρέος, αλλά για να υπηρετήσει τα συμφέροντα του ευρώ και της ευρωζώνης. Το «η Γερμανία υπεράνω όλων» είχε γίνει η σημαία των προηγουμένων «ελληνικών» κυβερνήσεων και η σημερινή την ανεμίζει επίσης.

Για να μπορέσουν να περάσουν τους επαίσχυντους νόμους που διευκολύνουν τα ευρωφασιστικά συμφέροντα, για να προλάβουν και να καταστείλουν τις αντιδράσεις του ελληνικού λαού (οι αντιδράσεις θα εκδηλωθούν κατ’ ανάγκην) και για να τον τρομοκρατήσουν, οι τοκογλύφοι και οι «ελληνικές» κυβερνήσεις της προδοσίας συρρίκνωσαν και συρρικνώνουν την δημοκρατία, επιβάλλουν όλο και περισσότερους αυταρχικούς νόμους, έχουν καταντήσει κουρελόχαρτο το ελληνικό Σύνταγμα, περιφρονούν αποφάσεις δικαστηρίων, ακόμα και του ΣτΕ. Εκφασίζουν την ελληνική κοινωνία προωθώντας σε θέσεις εξουσίας διεφθαρμένους πολιτικούς, επιχειρηματίες και οδηγητές γνώμης. Αθωώνουν εγκληματίες του κοινού ποινικού δικαίου δημιουργώντας καθεστώς ατιμωρησίας και ενθαρρύνοντας ανάλογες συμπεριφορές, και δίνουν εξουσίες ακόμα και στους πιο ασήμαντους και πειναλέους σφογγοκωλάριούς τους για να αυθαιρετούν, να βιαιοπραγούν και να τρομοκρατούν τους πολίτες σε κάθε ευκαιρία και με κάθε αφορμή. Η εμμονή να διατηρηθεί η ύπαρξη και κυριαρχία του ευρώ δημιουργεί και επιβάλλει πολιτικές που οδηγούν την πλειοψηφία του ελληνικού λαού σε γενικευμένη φτώχεια και εξαθλίωση, στον αποκλεισμό του από βασικά κοινωνικά αγαθά και σε περιορισμό των πολιτικών ελευθεριών και δικαιωμάτων του. Το ευρώ είναι φορέας πολιτικών και συμπεριφορών στυγνής καταπίεσης και τρόμου.

Ο ελληνικός λαός πρέπει να επικεντρωθεί στην απαλλαγή του από αυτό το αποικιοκρατικό χωρίς αξία νόμισμα και στην δημιουργία εθνικού νομίσματος. Με τη δημιουργία του εθνικού νομίσματος και τον συνδυασμό του με ένα πακέτο μέτρων που, ανάμεσα σε άλλα, πρέπει να περιλαμβάνει μονομερή διαγραφή του δημόσιου χρέους κατά 100% και πλήρη σεισάχθεια του ιδιωτικού χρέους, θα πραγματοποιηθεί ένα αποφασιστικό βήμα μπροστά για την ελληνική κοινωνία. Η θέση της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού θα βελτιωθεί από την πρώτη, κιόλας, μέρα, παρά τους ισχυρισμούς διαφόρων σχολαστικών σκεπτικιστών οι οποίοι «δεν» βλέπουν την σημερινή κατάντια και επιμένουν «να καταπίνουν την κάμηλον και να διυλίζουν τον κώνωπα».

Όμως τίποτα δεν θα μπορέσει να πραγματοποιηθεί χωρίς την δημιουργία ενός ανάλογου μετώπου που θα συγκεντρώνει ή θα έχει την καθαρή επιδοκιμασία της πλειοψηφίας της μάζας.

Στον Τοιχο