ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Τρίτη 3 Μαΐου 2016

TTIP: Το (αντι)κοινωνικό συμβόλαιο της μετα-νεωτερικότητας


Διαδηλωτές κατά της TTIP Διαδηλωτές κατά της συμφωνίας TTIP | AP Photo/Markus Schreiber


Η διαρροή εγγράφων της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP) από την Greenpeace έφερε στην επιφάνεια τις τεχνοκρατικές, «από τα πάνω» ασκήσεις ισορροπίας μεταξύ των παραδοσιακών κρίκων της ενδο-ιμπεριαλιστικής αλυσίδας (Η.Π.Α. και Ε.Ε.).

Μέσω της TTIP συντάσσεται πίσω από κλειστές πόρτες το (αντι)κοινωνικό συμβόλαιο της μετα-νεωτερικότητας μεταξύ των κυρίαρχων παικτών του καπιταλιστικού οικοδομήματος, συντίθεται ένα εκρηκτικό (για τους λαούς της οικουμένης) μίγμα των εγγενών αδυναμιών του αγγλοσαξονικού και του ηπειρωτικοευρωπαϊκού κόσμου, καθώς το κοινωνικό έλλειμμα των Η.Π.Α. εναρμονίζεται με το δημοκρατικό έλλειμμα της Ε.Ε.

Από άποψη περιεχομένου, η Συμφωνία επικαιροποιεί τη Συναίνεση της Ουάσινγκτον, βίβλο της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας. Η φιλελευθεροποίηση του εμπορίου συνδέεται άρρηκτα αφενός με την απορρύθμιση της αγοράς εργασίας κι αφετέρου με την κατάργηση των περιβαλλοντικών ελέγχων.

Για να διατηρήσουν οι καπιταλιστικές οικονομίες της Δύσης την ισχύ τους, βάσει της TTIP, υποχρεούνται σαν αναγκαία θυσία να απεμπολήσουν κοινωνικά δικαιώματα δεκαετιών, παίζοντας το παιχνίδι με τους όρους του αναπτυσσόμενου κόσμου (πρακτικές εργασιακού και περιβαλλοντικού dumping). Οι εργαζόμενοι-σκλάβοι του 21ου αιώνα και οι κλιματικοί πρόσφυγες θεωρούνται απλώς παράπλευρες απώλειες μιας ταξικά μεροληπτικής μεγέθυνσης για ολίγους κι εκλεκτούς.

Το παταγωδώς διαψευσμένο (μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers) trickle down effect (διάχυση της ευημερίας προς τα κάτω) αναδεικνύεται σε αυτοσκοπό της νέας Συμφωνίας χωρίς συναίνεση. Η αυτορρύθμιση της «αλάθητης» αγοράς και η επέκταση των πολυεθνικών, ακόμα και σε πεδία μέχρι σήμερα παράνομα και ηθικώς απορριπτέα (όπως τα μεταλλαγμένα τρόφιμα), τεκμαίρονται αμάχητα ως όροι ατομικής εξέλιξης και κοινωνικής προόδου.

Πίσω από τη γοητευτική μάσκα του διασυνοριακού εμπορίου που ενώνει ανθρώπους διαφορετικού φύλου, φυλής, θρησκείας, χρώματος κ.τ.λ., κρύβεται το σκληρό πρόσωπο της εκμετάλλευσης πλουτοπαραγωγικών πηγών, εργατικής δύναμης και του κρατικού μονοπωλίου της νόμιμης βίας.

Η TTIP επιφυλάσσει για τα έθνη-κράτη ή τις υπερεθνικές συσσωματώσεις κρατών έναν διαφορετικό ρόλο σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Αντιμετωπίζει τη νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική εξουσία ως εγγυητή (κατ’ ουσίαν υπηρέτη) της νέας Χάρτας των θεμελιωδών δικαιωμάτων μιας χούφτας επενδυτών.

Ακριβώς στον καινούριο ρόλο που καλούνται να διαδραματίσουν τα κράτη εστιάζεται η πιο επικίνδυνη, κατά την ταπεινή μου γνώμη, συνέπεια της διατλαντικής αυτής Συμφωνίας. Πλέον οι νομιμοποιημένες κυβερνήσεις δεν λειτουργούν ως ταξικά ουδέτεροι διαμεσολαβητές στις διαπραγματεύσεις μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, διασφαλίζοντας την ύπαρξη ενός minimum κοινωνικού κράτους πρόνοιας (σοσιαλδημοκρατικό μοντέλο κατά τη χρυσή τριακονταετία του καπιταλισμού, 1945-1975).

Ούτε καν νομοθετούν και αποφασίζουν με γνώμονα τα συμφέροντα των κεφαλαιοκρατών (ταξική μεροληψία του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος από τη Θάτσερ και πέρα). Πλέον εκχωρούν συνειδητά κυριαρχικές τους αρμοδιότητες σε εταιρικά λόμπι. Από το κράτος-διαχειριστή περάσαμε στο κράτος-νυκτοφύλακα και τώρα πλησιάζουμε ολοταχώς στο κράτος-εταιρία.

Στο (φιλελεύθερο) κοινωνικό συμβόλαιο της νεωτερικότητας, ο ύψιστος σκοπός της σύστασης κράτους ήταν η διασφάλιση της προσωπικής και συλλογικής αυτονομίας (ως ασφάλεια στον Hobbes, ως ελευθερία και ιδιοκτησία στον Locke, ως κοινωνική αλληλεγγύη και αυτοκυβέρνηση στον Rousseau).

Το μέσο για την κατάκτηση του στόχου ήταν η συναίνεση των ατόμων-πολιτικών υποκειμένων κατά την αρχική φάση σύνταξης του πρωταρχικού συμβολαίου οργάνωσης της πολιτικής κοινότητας, ανεξάρτητα από την αντίληψη για την ανθρώπινη φύση που είχε ο εκάστοτε πρωτεργάτης της συμβολαιοκρατικής παράδοσης (homo homini lupus o Hobbes, tabula rasa o Locke, καλοκάγαθος άγριος ο Rousseau).

Αντίθετα, στο δυστοπικό (νεοφιλελεύθερο) συμβόλαιο της μετα-νεωτερικότητας, η σύσταση κράτους ερμηνεύεται ως αθέμιτο εμπόδιο στη διάχυση της υλικής ευημερίας με όχημα τις εταιρίες. Τα κράτη υπάρχουν πλέον μόνο για να διασφαλίζουν την ιδιοκτησία στην πιο συσταλτική της εκδοχή (επιχειρηματική ελευθερία και ανταγωνισμός).

Νεωτερικά αιτήματα, όπως η βιοτική αυτοτέλεια ή η αξιοπρεπής διαβίωση, προκειμένου κάθε μέλος της πολιτικής κοινότητας να μπορεί να συμμετέχει ανεμπόδιστα και αυτοδύναμα στην παραγωγή, κτήση και κάρπωση των υλικών και διανοητικών πόρων, θεωρούνται στην καλύτερη μεγαλόστομες ονειροπόλες διακηρύξεις.

Στο χειρότερο δε σενάριο, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ανεπιθύμητα εμπόδια-λείψανα ενός «σοσιαλιστικού ολοκληρωτισμού», τα οποία δηλητηριάζουν με οκνηρία και αντιπαραγωγικότητα το εγωιστικό όραμα του «μέσου, χρηστού, συνετού και φιλήσυχου» ατόμου της μεταμοντέρνας κοινωνίας των πολιτών.

Το μέσο για την επίτευξη ενός άκρως ιδιοτελούς στόχου (επιχειρηματική ελευθερία απαλλαγμένη από κάθε λογής κρατικούς ή κοινωνικούς φραγμούς) δεν βρίσκεται πλέον στη συναίνεση, αλλά σε εν κρυπτώ ελιγμούς, τεχνικές διευθετήσεις, τελευταίες πινελιές σε ένα κάδρο που έχει ήδη στηθεί.

Η διαρροή απόρρητων εγγράφων (wikileaks, Panama Papers, TTIP-leaks) είναι ένα μικρό, αλλά αναγκαίο βήμα για να αντικρύσουμε κατάματα τη δυστοπική πραγματικότητα που ξετυλίγεται για τις παρούσες και μέλλουσες γενιές. Ωστόσο, από μόνη της μια διαρροή στοιχείων δεν είναι ικανή να αφυπνίσει συνειδήσεις, να πείσει τις κοινωνίες να ξαναπάρουν τις τύχες στα χέρια τους, να μπογιατίσουν το διαπλανητικό κάδρο με τα χρώματα και τα σχήματα που επιθυμούν οι ίδιες.

Ένας συνδυασμός γνώσης και οράματος, δημοκρατικής και κοινωνικής ευαισθησίας μπορούν να προσφέρουν μια ριζοσπαστική διέξοδο απέναντι στο There Is No Alternative της TTIP (στην τυφλή αποδοχή ότι οι πολλοί είμαστε αδύναμοι απέναντι στους ολίγους πλούσιους) , αλλά και στην (πολύ πιο εφιαλτική) εθνικιστική αναδίπλωση (στην επικάλυψη της οικονομικής-τεχνοκρατικής ολιγαρχίας με απάνθρωπα πορίσματα περί φυλετικής υπεροχής κάποιων κοινωνιών έναντι άλλων).

Συμπερασματικά, ο μόνος δρόμος για να παραμείνουν τα κοινωνικά δικαιώματα (στην εργασία, την υγεία, το περιβάλλον κ.τ.λ.) αυταξίες σε ένα όλο και πιο ατομικιστικό πλέγμα αξιών, είναι να ανακτήσουμε τη δημόσια σφαίρα (λήψη αποφάσεων και παραγωγή αγαθών), να μην επιτρέψουμε σε κανέναν ανομιμοποίητο, εξωθεσμικό παράγοντα να καταλάβει μια για πάντα τα κλειδιά του μέλλοντός μας, τη δημοκρατική διαβούλευση. Κοινώς, να αποκτήσουμε ξανά το δικαίωμα και την ευθύνη για τις πλάνες μας.

* Δικηγόρος, ΜΔΕ Ιστορίας, Φιλοσοφίας & Κοινωνιολογίας του Δικαίου (ΑΠΘ)
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Ο εφιάλτης ξυπνά στην Πορτογαλία

Πριν από δύο χρόνια κατάφερε κάτι που για την Ελλάδα φαντάζει ακόμη άπιαστο όνειρο:
Η Πορτογαλία ξέφυγε από τον εφιάλτη του μνημονίου, ολοκληρώνοντας τον Μάιο του 2014 το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, έχοντας ανακτήσει την εμπιστοσύνη των αγορών και έχοντας αφήσει οριστικά πίσω της την κρίση χρέους.
Ή μήπως όχι;

Η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα θα κρίνει όχι μόνο το μέλλον της Λισαβόνας, αλλά και ολόκληρης της Ευρωζώνης. Και η τύχη της χώρας κρίνεται, για μία ακόμη φορά, από τους οίκους αξιολόγησης. Ο οίκος DBRS θα αποφασίσει αύριο εάν η Πορτογαλία αξίζει να παραμείνει στην κατηγορία υψηλής επενδυτικής διαβάθμισης (investment-grade) ή πρέπει να μεταφερθεί στην κατηγορία των «σκουπιδιών», εκεί όπου την κατατάσσουν οι υπόλοιποι οίκοι.
Εάν ο DBRS δώσει τη χαριστική βολή, υποβαθμίζοντας την Πορτογαλία, τότε αυτομάτως καθιστά τα πορτογαλικά ομόλογα μη επιλέξιμα για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Χάρη στην ΕΚΤ και στις αγορές κρατικού χρέους, το κόστος δανεισμού για τη Λισαβόνα έχει υποχωρήσει κοντά στο 3%, ενώ για την Ελλάδα -που βρίσκεται στο τρίτο μνημόνιο και αγωνίζεται να κλείσει την πρώτη αξιολόγηση- το αντίστοιχο κόστος πλησιάζει το 9%.
Το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται αυτή τη στιγμή η Ευρώπη είναι να προστεθεί μια νέα εστία κρίσης, τη στιγμή που βρίσκεται ήδη αντιμέτωπη με πολλαπλά και επικίνδυνα «μέτωπα»: Το προσφυγικό έχει ήδη διχάσει τις χώρες-μέλη, οι Βρετανοί τον Ιούνιο αποφασίζουν εάν θέλουν να παραμείνουν εντός ή εκτός της ευρωπαϊκής οικογένειας, ενώ η «οδύσσεια» της Ελλάδας συνεχίζεται επί έκτη διαδοχική χρονιά.
 Ο DBRS μπορεί, τελικά, να μην υποβαθμίσει την Πορτογαλία, αν και υπάρχουν βάσιμες ανησυχίες εξαιτίας του υψηλού χρέους και της υποτονικής ανάπτυξης. Εάν, τελικά, διαψεύσει τις προσδοκίες, προσθέτει ακόμη μία πρόκληση στον ήδη δύσκολο δρόμο που έχει μπροστά της η δοκιμαζόμενη Ευρώπη.

Νεοταξικές αφηγήσεις



painting
«Φυλάξου.
Από την πείνα μου φυλάξου
κι απ’ την οργή μου».
Μαχμούντ Νταρουίς, «Ταυτότητα»

Στην μυθολογία σύμπασας της μεταμοντέρνας συστημικής αριστεράς, οι μετανάστες κατείχαν πάντοτε περίοπτη θέση στα αφηγήματα όχι περί κοινωνικής απελευθέρωσης, αλλά περί ενός «προοδευτικού» μετασχηματισμού των συλλογικών ταυτοτήτων που διαμορφώνουν την υποκειμενικότητα μας μέσα στο σύστημα της οικονομίας της αγοράς. Όχι τυχαία, ο μέχρι πρότινος ακούραστος υπερασπιστής των «δικαιωμάτων του λαού» και νυν περήφανής πρωθυπουργός του υποτελούς ελλαδικού προτεκτοράτου, είχε επιλέξει σαν συνοδό του για μια δεξίωση στο προεδρικό μέγαρο, μια νεαρή μετανάστρια δεύτερης γενιάς, σε μια αξιοθρήνητη προσπάθεια επίδειξης ενός ανέξοδου κι εκ του ασφαλούς πολιτικού ριζοσπαστισμού. Αλλά ακόμη και το σοσιαλφασιστικό ΠΑΣΟΚ, την εποχή των αλήστου μνήμης «αντιεξουσιαστών στην εξουσία», είχε καταθέσει σχέδιο νόμου για την απόδοση πολιτικών δικαιωμάτων σε μεμονωμένους οικονομικούς μετανάστες που πληρούσαν κάποιες προδιαγραφές. Διαβλέποντας τον επικείμενο θρυμματισμό της εκλογικής βάσης τους εξαιτίας των πολιτικών λιτότητας που συνεπάγονται τα μνημόνια, οι ψηφοθήρες του Γιωργάκη επεξεργάστηκαν ένα προκαταρκτικό σχέδιο επέκτασης των δικτύων της κομματικής πελατείας τους, έξω από τα όρια που επέβαλε η παραδοσιακή σύνθεση του εκλογικού σώματος στον ελλαδικό χώρο. Δεν ήταν τότε λίγοι οι αναρχικοί που είχαν δει με καλό μάτι αυτή την πρωτοβουλία «από-τα-πάνω» της πολιτικής ελίτ. Για εκείνους, η συμπερίληψη ενός τμήματος του μεταναστευτικού πληθυσμού στις λίστες των ψηφοφόρων, ήταν ικανή να υπονομεύσει τις εθνοφυλετικές αντιλήψεις που ενυπάρχουν στον πυρήνα του φαντασιακού κάθε ετερόνομης κοινωνικής ολότητας. Από την άλλη, ίσως θα μπορούσε να επιφέρει χειροπιαστές βελτιώσεις στις συνθήκες ζωής του πολυεθνικού προλεταριάτου. Όπως και στα ζητήματα που αφορούν το δικαίωμα στον αυτοκαθορισμό των σεξουαλικών μειονοτήτων, ένα μέρος του «χώρου» δεν δίστασε να υιοθετήσει στην πράξη τον νεοταξικό ιδεολογικό λόγο γύρω από τα πολιτικά ή κοινωνικά δικαιώματα, χωρίς απαραίτητα να συνειδητοποιεί ότι ουσιαστικά συνέπραττε στην ενσωμάτωση της μίας ή της άλλης κοινωνικής ομάδας στις θεσμισμένες ιεραρχίες της ετερόνομης κοινωνίας. Στον βαθμό που η απόδοση πολιτικών δικαιωμάτων στους μετανάστες δεν επιβλήθηκε εξαιτίας της δύναμης που εκείνοι είχαν συγκεντρώσει, αλλά, αντίθετα, ισοδυναμούσε με τέχνασμα των ελίτ για την αφομοίωση μιας αδύναμης κοινωνικής ομάδας από μειονεκτική θέση στις δομές συγκέντρωσης δύναμης του συστήματος, η σχέση των μεταναστευτικών κοινοτήτων με τα κέντρα εξουσίας δεν μπορούσε παρά να πάρει τα χαρακτηριστικά μιας σχέσης απόλυτης υποταγής κι εξάρτησης που ελάχιστα μπορούσε να ωφελήσει τους μετανάστες συνολικά σαν συλλογικό υποκείμενο. Πόσο μάλλον να τους οδηγήσει πιο κοντά στο αντισυστημικό ελευθεριακό κίνημα.

Αυτά συνέβησαν την περίοδο της επίπλαστης καπιταλιστικής ευμάρειας, όταν το σύστημα της οικονομίας της αγοράς μπορούσε να υπολογίζει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης που οφείλονταν στην κατανάλωση με δανεικά στην οποία επιδίδονταν μαζικά τα ετεροκαθοριζόμενα κοινωνικά στρώματα, αλλά και την άγρια εκμετάλλευση της μαύρης εργασίας του έκνομου μεταναστευτικού προλεταριάτου. Τώρα που οι μεταναστευτικές ροές προσλαμβάνουν τις ιστορικές διαστάσεις μιας μετακίνησης πληθυσμών, ανάλογης προς τις μαζικές μεταναστεύσεις των βάρβαρων φυλών της ύστερης αρχαιότητας που άλλαξαν την πολιτική κι εθνογραφική ιδιοσυστασία της Ευρώπης, τα υπερεθνικά κέντρα εξουσίας του διεθνοποιημένου καπιταλισμού αντιδρούν αμυντικά και οχυρώνονται απέναντι στην πλημμυρίδα των εκτοπισμένων που οι ίδιοι δημιούργησαν. Αργά αλλά σταθερά, γινόμαστε μάρτυρες της μετατροπής του μεταναστευτικού σε φλέγον ζήτημα εσωτερικής πολιτικής. Δηλαδή, σε ζήτημα που άπτεται της κατανομής των διαθέσιμων κοινωνικών πόρων. Φυσικό επακόλουθο είναι ότι στις μυλόπετρες της Κοινωνικής Πάλης, μέρος της οποίας γίνονται τώρα οι μετανάστες διαμέσου της μαζικής φυσικής παρουσίας τους στις χώρες του καπιταλιστικού Κέντρου, πολλές εσωτερικές ιδεολογικές ψευδαισθήσεις θα συντριβούν και πολλές επίπλαστες ιδεολογικές ταυτότητες θα πεταχτούν στα σκουπίδια, μην μπορώντας να συμβαδίσουν με τον ρόλο που επιτελούν οι φορείς τους στην κοινωνική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί. Η βολεμένη συστημική αριστερά που μίλαγε για το «πλήθος» και υπερθεμάτιζε αναφορικά με τις απελευθερωτικές προοπτικές που κυοφορεί η ανεξέλεγκτη μετατόπιση των λαών πέρα από κράτη και σύνορα, συνειδητοποιεί τώρα ότι ο χειραφετικός ορίζοντας που χάραξε είναι βουτηγμένος στο αίμα και στα δεινά του ίδιου του απελευθερωτικού υποκειμένου της, των εκατοντάδων χιλιάδων απόκληρων που εξαναγκάζονται να επιχειρήσουν την επικίνδυνη μετάβαση στον καπιταλιστικό «παράδεισο» των χωρών της ΕΕ. Βαρύ τίμημα πράγματι προκειμένου να βιώσει κάποιος την ηδονή της ιδεολογικής ονείρωξης του.

Από την άλλη, μιας και τα μεταναστευτικά ρεύματα δημιουργούν εξορισμού μια κατάσταση όπου τα κονδύλια για την περίθαλψη τους θα προέλθουν υποχρεωτικά από τις ήδη πετσοκομμένες δημόσιες δαπάνες, κάποιες από τις κοινωνικές ομάδες των μη-προνομιούχων που εξαιτίας της θέσης που κατέχουν στην κοινωνική ιεραρχία, επαφίονται στην κρατική πρόνοια (ή έστω σε ότι έχει μείνει από αυτήν) για να διασφαλίσουν τις βασικές ανάγκες τους, αντιμετωπίζουν με προβληματισμό κι επιφυλακτικότητα την άφιξη των προσφύγων. Σε συνθήκες τερατώδους ανισοκατανομής της οικονομικής δύναμης και του διαθέσιμου κοινωνικού πλούτου, η ανεξέλεγκτη μετανάστευση φοβόμαστε ότι ενδέχεται να προκαλέσει συγκρούσεις και ανταγωνισμούς με τα υποτελή λαϊκά στρώματα. Από την σκοπιά της αξιακής δέσμευσης, είναι σίγουρα παραδειγματική η άμεση δράση που ανέλαβαν από κοινού Σλοβένοι και Κροάτες αναρχικοί για να ανοίξουν τρύπες στον συρμάτινο φράχτη που χωρίζει τα σύνορα των δύο κρατών, ούτως ώστε να διευκολύνουν τη διέλευση των μεταναστών που βρίσκονταν καθηλωμένοι ανάμεσα στις δύο χώρες.[i] Μολαταύτα, κι έχοντας επίγνωση ότι η ανάληψη άμεσης δράσης οφείλει πάντοτε να είναι προσανατολισμένη στην παραγωγή άμεσων πρακτικών αποτελεσμάτων, η δράση των συντρόφων είχε μάλλον συμβολικό χαρακτήρα. Κατά την ταπεινή μας γνώμη, μια συνεπής αναρχική στάση στο ζήτημα των προσφύγων δεν μπορεί να εξαντλείται στην μονοδιάστατη προπαγάνδιση της αναγκαιότητας για ανοικτά σύνορα. Θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τη δημιουργία αυτοοργανωμένων υποδομών αλληλεγγύης ικανών να συγκροτήσουν την υλική βάση για τη δημιουργία κλίματος αλληλοβοήθειας και αμοιβαίας κατανόησης ανάμεσα στους νεοφερμένους και τους εγχώριους προλετάριους. Όπως επίσης και μια αδιαπραγμάτευτη πολιτική δέσμευση του ευρύτερου αναρχικού «χώρου» στις αρχές του αντιμιλιταρισμού και της έμπρακτης εναντίωσης στην στρατιωτική επέκταση του διεθνοποιημένου συστήματος της οικονομίας της αγοράς στις χώρες της περιφέρειας, με τους καταστροφικούς πολέμους και τη διασπορά του χάους που αυτή συνεπάγεται.

Ειδικά το τελευταίο σημείο, προϋποθέτει τον οριστικό αποχωρισμό ανάμεσα στις βασικές έννοιες της σύγχρονης αναρχικής θεωρίας και στις νεοταξικές ιδεολογικές αφηγήσεις περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έχουμε προσπαθήσει να δείξουμε και παλαιότερα, το πόσο στενά συνυφασμένη είναι μια αποδοχή του πολιτικού φιλελευθερισμού σαν μια εν δυνάμει χειραφετική ιδεολογία που δημιουργεί μια σφαίρα προστασίας ενάντια στην απολυταρχία, με μια λογική έμμεσης υποστήριξης προς τις στρατιωτικές επεμβάσεις της υπερεθνικής ελίτ ανά την υφήλιο, επειδή τάχα οι επεμβάσεις αυτές στρέφονται ενάντια σε δεσποτικά ή σκοταδιστικά θεοκρατικά καθεστώτα. Το ζητούμενο εδώ είναι να κατανοήσουμε πως τα δικαιώματα απλώς θεσμοποιούν μιαν άλλου τύπου εξουσιαστική σχέση και δεν «απελευθερώνουν» κατά οποιονδήποτε τρόπο, ούτε δημιουργούν το αναγκαίο υπόβαθρο για την μετάβαση σε πιο ριζικές μορφές ατομικού και συλλογικού αυτοκαθορισμού. Τα δικαιώματα δεν συνιστούν κάποιο τελειοποιημένο πολιτικό καθεστώς που αντιστοιχεί στα «φυσικά» γνωρίσματα και την «φυσική» κατάσταση του ατόμου. Αντίθετα, αποτελούν δομικά εξαρτήματα με τα οποία παίρνει σάρκα και οστά η κυριαρχία της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας». Με άλλα λόγια, τα δικαιώματα δεν έχουν την πηγή τους σε κάποια αναλλοίωτη και υπεριστορική υπόσταση του ατόμου, αλλά κατά βάση εκπορεύονται και απορρέουν από την πολιτειακή συγκρότηση της ετερόνομης κοινωνικής ολότητας. Και μπορεί κάποτε να λειτούργησαν σαν εργαλεία για την χειραφέτηση της τάξης των μπουρζουάδων από την ηγεμονία της αριστοκρατίας και του κλήρου, αλλά στις μέρες μας έχουν μετατραπεί σε υποστυλώματα μιας άλλου τύπου ταξικής κυριαρχίας, εξίσου βάναυσης με την προηγούμενη. Δεν αναφερόμαστε εδώ απλά στον τυπικό χαρακτήρα αυτών των δικαιωμάτων, αλλά και στην θετική διάσταση τους, που καθιστά τα μεμονωμένα άτομα συμμέτοχα στην φαντασιακή θέσμιση και την αναπαραγωγή των πολιτισμικών και υλικών συνθηκών της ετερόνομης κοινωνίας. Για να το πούμε διαφορετικά, δεν επικεντρώνουμε την κριτική μας μόνο στην «χιμαιρική» διάσταση αυτών των δικαιωμάτων, αλλά στο γεγονός ότι παρέχουν ιδεολογική νομιμοποίηση σε μια εξουσία από την οποία υποτίθεται ότι μας προστατεύουν. Ως αναρχικοί όμως, δεν αποζητάμε την ειρηνική συνύπαρξη μας με την εξουσία, αλλά την ολοκληρωτική καταστροφή της και την δημιουργία των κοινωνικών συνθηκών για την ατομική και συλλογική αυτονομία μας με μια πολύ πιο ευρεία και καθολική έννοια.

Από την άλλη, στο εσωτερικό των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών (ΑΚΧ), η δημόσια συζήτηση περί σεβασμού των δικαιωμάτων των διαφόρων κοινωνικών ομάδων απηχεί κατά κύριο λόγο τον αγώνα τους για να αποκτήσουν πρόσβαση στις θεσμοποιημένες πηγές της εξουσίας. Με άλλα λόγια, όταν οι καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες διεξάγουν έναν αγώνα με όρους κατοχύρωσης θεσμικών «ελευθεριών» δεν διεκδικούν την απελευθέρωση, αλλά την «ενδυνάμωση» τους, δηλαδή την ικανότητα τους να επιβάλλουν την συλλογική βούληση τους και να κυριαρχήσουν πάνω στις υπόλοιπες ομάδες που απαρτίζουν την ετερόνομη κοινωνική ολότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι ο αγγλοσαξονικός όρος που χρησιμοποιείται εκτενώς ως προς με το αποτέλεσμα που έχει η κατοχύρωση θεσμικών ελευθεριών αναφορικά με το στάτους μιας πρώην καταπιεσμένης κοινωνικής ομάδας, δεν είναι το «emancipation», δηλαδή, απελευθέρωση, που παραπέμπει στην σχέση της κοινωνικής ομάδας με την κατεστημένη εξουσία, αλλά το «empowerment», που κατά λέξη σημαίνει ενίσχυση / ενδυνάμωση και παραπέμπει στη σχέση με τις άλλες κοινωνικές ομάδες, στο πλαίσιο του κοινωνικού ανταγωνισμού που αποτελεί δομικό στοιχείο της ετερόνομης κοινωνίας. Παρομοίως, όταν η λογική του σεβασμού των δικαιωμάτων προεκτείνεται στις κοινωνίες του παγκόσμιου Νότου, συνήθως καταλήγει να δικαιολογεί τις αιματοβαμμένες πολεμικές εκστρατείες για την επιβολή σε οικουμενική κλίμακα του νεοφιλελεύθερου κοινωνικού παραδείγματος ως μια αντικειμενική αναγκαιότητα που μόνο επωφελείς συνέπειες μπορεί να έχει για τους υποτελείς πληθυσμούς της περιφέρειας. Ο Β. Μπένγιαμιν έχει δείξει τον τρόπο με τον οποίο τα βασικά πολιτικά δικαιώματα, όπως αυτό της απεργίας, προέκυψαν σαν νομική έκφραση μιας αμφισημίας που ενυπάρχει στην βάση της ταξικής σύνθεσης της καπιταλιστικής κοινωνίας. Ή, επιπλέον, σαν έννομη αναγνώριση του ειδεχθούς γεγονότος της εκμετάλλευσης και της νομιμότητας της αντίστασης του προλεταριάτου σε αυτή. Γράφει χαρακτηριστικά, «Κατ’ αρχάς τέτοια είναι η περίπτωση της ταξικής πάλης, με τη μορφή του κατοχυρωμένου δικαιώματος απεργίας των εργαζομένων. Η οργανωμένη εργατική τάξη είναι σήμερα, πλην του κράτους, το μοναδικό υποκείμενο δικαίου που έχει το δικαίωμα άσκησης βίας. Προβάλλεται βέβαια η ένσταση κατά της θεώρησης αυτής, ότι η παράλειψη πράξης, το μη πράττειν, κάτι που είναι σε τελική ανάλυση η απεργία, δεν θα μπορούσε σε καμιά περίπτωση να ονομαστεί βία. Μια τέτοια συλλογιστική διευκολύνει την κρατική εξουσία, όταν ήταν αναπόφευκτο πλέον, για να παραχωρήσει το δικαίωμα της απεργίας. Όμως αυτό δεν ισχύει άνευ όρων, γιατί δεν είναι απόλυτο. Αληθεύει ωστόσο ότι η παράλειψη πράξης, ή υπηρεσίας, όταν ισοδυναμεί απλώς με μια “διακοπή των σχέσεων”, μπορεί να είναι εντελώς μη βίαιο, καθαρό μέσο. Και όπως δεν παραχωρείται σύμφωνα με τη θεώρηση του κράτους (ή του δικαίου), μαζί με το δικαίωμα παεργίας των εργαζομένων, κανένα δικαίωμα άσκησης βίας, αλλά δικαίωμα αποφυγής της βίας που θα ασκούσε ο εργοδότης έμμεσα, έτσι μπορεί απεργίες τέτοιου τύπου να συμβίανουν κάπου κάπου και να σημαίνουν απλώς την “απομάκρυνση” ή την “αποξένωση” από τον εργοδότη». [ii]  Παρόλα αυτά, τα δικαιώματα των εργαζόμενων δεν είναι παρά η προβολή της παρελθούσης δύναμης στο πεδίο της ταξικής πάλης, εννοούμενης με την παραδοσιακή έννοια του ορθόδοξου μαρξισμού.[iii]Δεν θα πρέπει άλλωστε να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι όποτε το Κράτος βρέθηκε αντιμέτωπο με το πολύ πραγματικό ενδεχόμενο της υποκατάστασης της ισχύος του από μια αναδυόμενη κοινωνική αντιεξουσία, έσπευσε όχι να καταστείλει, αλλά να προσεταιριστεί αυτούς τους δυνητικά ανατρεπτικούς αγώνες και να τους ενσωματώσει μέσα από τους θεσμικούς μηχανισμούς διαμεσολάβησης που έχει καθιερώσει.

Εξορισμού, τα εργασιακά δικαιώματα εγγράφονται στο πεδίο της πρωταρχικής αντίθεσης της Κοινωνικής Πάλης, της αντίφασης ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία. Η αντίφαση αυτή διατηρεί την κεντρική σημασία της ακόμα και μέσα σε ένα θεωρητικό ερμηνευτικό πλαίσιο όπως το δικό μας, όπου όλα τα στοιχεία του ετερόνομου συστήματος κοινωνικής οργάνωσης (πολιτικό, οικονομικό, πολιτισμικό) νοούνται ως αλληλοεξαρτώμενες, αλλά αυτόνομες, σφαίρες δημιουργίας και κοινωνικής δραστηριότητας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η οικονομική αντίθεση αφορά πρωτίστως την δυνατότητα φυσικής αναπαραγωγής της προλεταριακής υποτάξης μέσα στο θεσμικό πλαίσιο τους συστήματος της οικονομίας της αγοράς, από την οποία απορρέουν όλες οι δευτερεύουσες ελευθερίες και δικαιώματα. Από την άλλη μεριά, η ανισοκατανομή του πλούτου και της οικονομικής δύναμης είναι η αναγκαία συνθήκη για την διατήρηση και αναπαραγωγή του συστήματος των ταξικών διαχωρισμών εν γένει. Δηλαδή, είναι ο πρωταρχικός όρος της υποδούλωσης των καταπιεσμένων κοινωνικών ομάδων, αφού μέσα από την συρρίκνωση της οικονομικής δύναμης τους, συντελείται ο καθολικός ετεροκαθορισμός τους από τις κυρίαρχες ελίτ του συστήματος, τόσο σε ατομικό, όσο και σε συλλογικό / ταξικό επίπεδο. Με άλλα λόγια, είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς μια υποτελή κοινωνική μονάδα, για παράδειγμα, η υποτάξη των μαύρων στις ΗΠΑ, που θα συγκεντρώνει στα χέρια της υπολογίσιμο κοινωνικό πλούτο ή δύναμη. Αντίθετα, η ρατσιστική καταπίεση συγκροτείται σαν κοινωνική πρακτική και προσλαμβάνει υλικές διαστάσεις μέσα από θεσμοποιημένες δομές άνισης κατανομής του πλούτου και της δύναμης, που, από την μία, αναπαράγουν την υποτελή θέση ενός κοινωνικού στρώματος στη συστημική ιεραρχία και, από την άλλη, λειτουργούν ως ιδεολογικό άλλοθι και a posteriori τεκμηρίωση μιας έμφυτης κατωτερότητας των καταπιεσμένων που εκφράζεται με πολιτισμικούς όρους. Προς επίρρωση του παραπάνω ισχυρισμού, δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε τις στερεοτυπικές αντιλήψεις περί «τεμπέληδων νέγρων» που εξαιτίας της εκφυλισμένης νοοτροπίας τους, αδυνατούν να ενσωματωθούν επιτυχώς στην αμερικάνικη καταναλωτική κοινωνία και κουλτούρα, παρά το γεγονός ότι οι φυλετικές διακρίσεις έχουν καταργηθεί επίσημα από την δεκαετία του 1960.[iv] Ή την όψιμη δικαιολόγηση της επιβολής των μνημονιακών μέτρων λιτότητας από την υπερεθνική ελίτ εναντίον των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, μέσω της επίκλησης παρόμοιων στερεοτύπων για τους λαούς της Μεσογείου που κατά κανόνα εμφανίζονται να είναι διεφθαρμένοι, φυγόπονοι και ότι αρέσκονται να καταναλώνουν περισσότερα από όσα παράγουν. Τέλος, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στον ηθικό αποτροπιασμό που κατέλαβε την γαλλική «κοινή γνώμη», μπροστά στο θέαμα των εξεγερμένων των γαλλικών προαστίων, οι οποίοι φάνηκε να επιδεικνύουν παντελή έλλειψη ενός κατά φαντασία κοινωνικού ενστίκτου, πυρπολώντας τα σχολεία και τα κέντρα νεότητας που υπήρχαν στις γειτονιές τους.[v] Για τους Γάλλους νεομπουρζουάδες, οι επιθέσεις αυτές ενάντια στις ίδιες τις κοινότητες τους, φανέρωσαν το «τυφλό μίσος» που διακατείχε τους Άραβες προλετάριους, καθώς και την απουσία από την ψυχοσύνθεση της τάξης τους, των πιο ζωτικών ατομικών και κοινωνικών αρετών που καθιστούν εφικτή την συμβίωση στις «πολιτισμένες» κοινωνίες των ΑΚΧ του Κέντρου. Αδυνατούσαν οι βολεμένοι αυτοί προνομιούχοι να αντιληφθούν ότι για τους εξεγερμένους νεολαίους από το Μαγκρέμπ, οι υποβαθμισμένες κοινότητες που έχει χτίσει γι’ αυτούς η Πέμπτη Δημοκρατία, δεν αποτελούν το καταφύγιο ή το σπίτι τους, αλλά την φυλακή από την οποία επιθυμούν διακαώς να απελευθερωθούν. Και αυτό θέλουν να το επιτύχουν, όχι με όρους ατομικής διαφυγής, κόντρα στο ιδανικό του ατομικισμού που διακρίνει το αξιακό σύστημα του νεοφιλελεύθερου κοινωνικού παραδείγματος. Τέτοιες προοπτικές ατομικής σωτηρίας είναι άλλωστε ανύπαρκτες όταν προέρχεσαι από τα γκέτο των γαλλικών μητροπόλεων. Η διαφυγή τους θα είναι μαζική, διαμορφωμένη με όρους ταξικούς, ή δεν θα είναι καθόλου.

Από αυτή την άποψη, αποκτά ξεχωριστό ενδιαφέρον να δούμε τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι παραδοσιακές ρατσιστικές / οριενταλιστικές έννοιες που υπάρχουν αυτούσιες στο ηγεμονικό ετερόνομο φαντασιακό, θα επιστρατευτούν εκ νέου από τις θεσμισμένες εξουσίες προκειμένου να συνθέσουν τον κυρίαρχο λόγο για την αντιμετώπιση και την κυβερνητική διαχείριση των διάχυτων μεταναστευτικών ρευμάτων. Ήδη τα συστημικά ΜΜΕ βρίθουν από αναφορές για υποχθόνιους «μαχητές του εχθρού» (ISIS) που διασχίζουν τα ευρωπαϊκά σύνορα καλά κρυμμένοι μέσα στις ορδές των απελπισμένων που κατακλύζουν την ευρωπαϊκή ήπειρο. Μιλούν ακόμα για τις σεξουαλικές επιθέσεις και την απρεπή συμπεριφορά εναντίον των γυναικών «μας», στις οποίες επιδίδονται συμμορίες νεαρών μεταναστών που προέρχονται από τις κοινωνίες του μουσουλμανικού κόσμου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της μεθοδικά καλλιεργούμενης πολιτισμικής υστερίας είναι τα μαζικά κρούσματα σεξουαλικής παρενόχλησης γυναικών που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια του δημόσιου εορτασμού της φετινής πρωτοχρονιάς στην Κολωνία και τα οποία οι γερμανικές αρχές δεν έχασαν ευκαιρία να τα αποδώσουν συλλήβδην στους άρτι αφιχθέντες μετανάστες από την Ανατολή.  Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι συντελούνται στο επίπεδο του επίσημου λόγου της κυριαρχίας οι αναγκαίες εκείνες διεργασίες που χρειάζονται προκειμένου να συγκροτηθεί το ιδεολογικό υπόστρωμα για τη θεσμοποίηση του νέου αντισημιτισμού σαν συστατικού στοιχείου του ταξικού συσχετισμού δυνάμεων, όπως αυτός διαμορφώνεται στο πλαίσιο της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης του συστήματος. Για να το πούμε διαφορετικά, ο εξουσιαστικός ιδεολογικός λόγος του νέου αντισημιτισμού καλείται από τις ελίτ ούτως ώστε να παράξει κάποιες από τις φαντασιακές σημασίες με τις οποίες οι τάξεις που ανήκουν στην ετερόνομη κοινωνική ολότητα θα αυτοπροσδιορίζονται και θα ερμηνεύουν τις σχέσεις που επικρατούν ανάμεσα τους. Ο κίνδυνος που ελλοχεύει στην συμβολική κάθοδο των μεταμφιεσμένων μαχητών του Ισλαμικού Κράτους στις χώρες της Ευρώπης, ή η αποκρουστική συμπεριφορά των Αράβων μεταναστών προς τις γυναίκες που δείχνει μια αδυναμία από την πλευρά τους να συμπεριφερθούν σύμφωνα με τις συμβάσεις και τους κανόνες των ανεπτυγμένων καπιταλιστικών κοινωνιών, συντελούν στην ανάδυση του φαντασιακού ενός εσωτερικού εχθρού, ενός σώματος ολότελα ξένου και δυνητικά επικίνδυνου που οφείλουμε να καταστείλουμε και, τελικά, να εξαλείψουμε οριστικά. Ή αλλιώς, παράγεται σταδιακά εκείνη η εκτός δικαίου περιοχή, σε αντίστιξη με την οποία η περιοχή του αστικού δικαίου με τα υποκείμενα της που λειτουργούν σαν φορείς θεσμοποιημένων δικαιωμάτων αναγνωρίζει το αντίθετο της, εκείνο που δεν μπορεί να ενσωματώσει και που σύμφωνα με αυτό ετεροπροσδιορίζεται.

Τούτη η μεταφύτευση των οριενταλιστικών αντιλήψεων στην καρδιά του ηγεμονικού φαντασιακού, δεν είναι παρά η φυσική εξέλιξη και το λογικό επακόλουθο της μαζικής μετακίνησης των καταπιεσμένων από τις ρημαγμένες περιοχές της περιφέρειας του διεθνούς συστήματος, στις ΑΚΧ του παγκόσμιου Βορρά. Στο πρόσωπο των ρακένδυτων προσφύγων αποκρυσταλλώνεται η σύζευξη δύο κατηγοριών αποκλεισμού, των φτωχών και των «ξένων». Και πρέπει να πούμε ότι η εν λόγω διεργασία δεν μοιάζει σε τίποτα με την ιστορική διαδικασία στην οποία έκανε αναφορά ο Ε. Τραβέρσο, για να περιγράψει την άνοδο και διαμόρφωση των εννοιών του κλασσικού αντισημιτισμού, που κορυφώθηκε σαν πολιτισμικό ρεύμα και πολιτική ιδεολογία στην ρατσιστική κοσμοθεωρία του χιτλερικού εθνικοσοσιαλισμού.[vi] Στην περίπτωση του ναζιστικού αντισημιτισμού, δεν έχουμε να κάνουμε τόσο με ένα θεώρημα της κυριαρχίας που στρέφεται ενάντια στα αδύναμα στρώματα της καπιταλιστικής κοινωνίας, αλλά για ένα εξουσιαστικό ιδεολόγημα που χρησίμεψε σαν όπλο στα χέρια μιας μερίδας της πολιτικής και οικονομικής ελίτ της Γερμανίας, για να εκδιώξουν, να προγράψουν και να θυματοποιήσουν μιαν άλλη μερίδα της γερμανικής ελίτ του μεσοπολέμου και να την εξοντώσουν πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά και, τελικά, ακόμη και βιολογικά. Από την άλλη, ο νέος αντισημιτισμός στρέφεται ευθέως ενάντια στους φτωχούς που ξερνάει κατά εκατομμύρια η διεθνοποίηση του συστήματος της οικονομίας της αγοράς. Μια βόλτα στις ακριβότερες συνοικίες και τα εμπορικά κέντρα των καπιταλιστικών μητροπόλεων, θα ήταν αρκετή για να πείσει και τον πιο δύσπιστο ότι το μένος της υπερεθνικής ελίτ δεν έχει σαν στόχο τους πλούσιους μουσουλμάνους που είναι παντελώς ελεύθεροι να σκορπούν αφειδώς τα πετροδολάρια τους για να τονώσουν την ζήτηση στις ασθμαίνουσες οικονομίες του Κέντρου. Αντίθετα, το εξιλαστήριο θύμα του ρατσιστικού μίσους που εκπορεύεται από τα κέντρα της υπερεθνικής εξουσίας είναι οι φτωχοί μουσουλμάνοι και μόνο εκείνοι. Η ξαφνική εμφάνιση τους κατά εκατοντάδες χιλιάδες στα κέντρα των μητροπόλεων του καπιταλισμού σίγουρα θα έχει σαν αποτέλεσμα την τόνωση ενός ταξικού ρατσισμού που θα επενεργήσει αμφίδρομα και στους ήδη υπάρχοντες πλεονάζοντες πληθυσμούς των ανεπτυγμένων οικονομιών της αγοράς. Με άλλα λόγια, ο ταξικός ρατσισμός που θα νομιμοποιήσει τον θεσμικό αποκλεισμό ενάντια στους προσφυγικούς πληθυσμούς, δεν θα επηρεάσει μόνο το καθεστώς των προσφύγων, αλλά και αυτό των γηγενών προλεταριακών στρωμάτων που, ούτως ή άλλως, μοιράζονται κοινά στοιχεία με τους μετανάστες, ως προς την μεταχείριση που επιφυλάσσουν σε αυτούς οι ελίτ του συστήματος. Ο μόνιμος χαρακτήρας και το θεσμικό περιεχόμενο που θα λάβει αυτή η τάση για μια «φυσικοποίηση» ή βιολογικοποίηση της κοινωνικής ανισότητας κι αν αυτή η τάση θα εξελιχτεί σε ένα νέο ταξικό απαρτχάιντ θα φανεί στο μέλλον και δεν γίνεται να προβλεφτεί με μαθηματική ακρίβεια. Και αυτό γιατί πολλά θα εξαρτηθούν από την αντίδραση των ετεροκαθοριζόμενων στρωμάτων και την συλλογική αντίσταση που θα είναι σε θέση να προβάλλουν οι καταπιεσμένοι και οι εκμεταλλευόμενοι σε αυτό το σχέδιο σαλαμοποίησης που δρομολογείται από την υπερεθνική ελίτ σε οικουμενική κλίμακα.

[i] J. Baker, Croatian & Slovenian activists met to cut border fence,https://revolution-news.com/croatian-slovenian-activists-met-to-cut-border-fence/.

[ii] W. Benjamin, Για μια κριτική της βίας (Ελευθεριακή Κουλτούρα), σελ. 9.

[iii] «Μιλώντας αυστηρά, για να μπορούμε να μιλάμε για την ύπαρξη ταξικής πάλης, τρείς όροι πρέπει να εκπληρώνονται. Πρώτον, να υπάρχει ένα αναγνωρίσιμο μοτίβο συλλογικής ή γενικευμένη διαμαρτυρίας. Δεύτερον, οι στόχοι και οι μορφές της διαμαρτυρίας είναι τέτοιες που ο αγώνας μπορεί να αναχθεί στην ταξική συνθήκη (δηλαδή, μια δεδομένη σχέση προς τα μέσα παραγωγής) αυτών που συμμετέχουν στη διαμαρτυρία. Τρίτο, ο αγώνας απορρέει από, ή δημιουργεί μια αντίθεση, ανάμεσα σε ομάδες που σχετίζονται διαφορετικά με τα παραγωγικά μέσα». Στο G. Arrighi, T.K. Hopkins & I. Wallerstein, Anti-Systemic Movements (Verso), σελ. 63-64.

[iv] https://en.wikipedia.org/wiki/Stereotypes_of_African_Americans.

[v] Α. Πανταζόπουλος, Η Γαλλία φλέγεται; (Πόλις).

[vi] E. Traverso, Οι Ρίζες της Ναζιστικής Βίας (Εκδόσεις του 21ου).

https://antisystemic.wordpress.com/

Δευτέρα 2 Μαΐου 2016

Aλέκος Παναγούλης, 40 χρόνια μετά.

F6A6E872DA5CBDB4ACB5919C90374C45.jpg 
Ξημερώματα Σαββάτου Πρωτομαγιάς του 1976 και το αυτοκίνητο του βουλευτή Αλέξανδρου Παναγούλη τρέχει με μεγάλη ταχύτητα στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης κατευθυνόμενο προς τη Γλυφάδα, ενώ δίπλα του ένα ή δύο αυτοκίνητα μοιάζουν σαν να κάνουν κόντρα μαζί του.


Κάποια δευτερόλεπτα αργότερα ακούγεται ένας μεγάλος κρότος και ένα σύννεφο καπνού και σκόνης απλώνεται στη δεξιά πλευρά του δρόμου. Οι πρώτοι περαστικοί που πλησιάζουν στο ατύχημα για να βοηθήσουν βρίσκουν τον Αλέκο Παναγούλη ετοιμοθάνατο στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Έφυγε μέσα στα χέρια τους βγάζοντας μόνο τρία «αχ».

Από την επόμενη ημέρα η φράση «πολιτική δολοφονία» είναι σε όλα τα στόματα και όλα, το πρώτο διάστημα, συνέτειναν σε αυτό. Από τη μία, ο κατά πολλούς «μοναδικός αντιστασιακός» που είχε ή φίλους ή εχθρούς, αλλά σίγουρα δεν άφηνε κανέναν αδιάφορο, και από την άλλη, το έντονα πολιτικοποιημένο κλίμα της εποχής, μαζί με τη μισή «αποχουντοποίηση» και τα «σταγονίδια».

Η δημοσίευση των αρχείων της ΕΣΑ που ο ίδιος είχε αποκαλύψει και η γρήγορη απαγόρευσή τους δημιουργούν ένα κλίμα σύγκρουσης μεταξύ του Παναγούλη και του τότε υπουργού Εθνικής ʼμυνας Ευάγγελου Αβέρωφ. Ο Παναγούλης μάλιστα είχε ζητήσει συνάντηση με τον Καραμανλή για να τον ενημερώσει για το θέμα των αρχείων, μια και καταλάβαινε ότι αυτά τα χαρτιά που είχε στα χέρια του θα του δημιουργούσαν πολλά προβλήματα.
Αλλά και ο εισαγγελέας της υπόθεσης Δημήτρης Τσεβάς μιλούσε στην αρχή για εγκληματική ενέργεια:
«Ερευνάται η υπόθεσις προς πάσα κατεύθυνσιν και αφήνει μεγάλα λογικά περιθώρια στην πιθανότητα της εγκληματικής ενέργειας. Είναι περίεργο τροχαίο ατύχημα. Τόσο περίεργο, ώστε να μην μπορεί κανείς να υποστηρίξει λογικώς ότι είναι ατύχημα». Όλοι ψάχνουν τα άγνωστα «Πεζώ» «Φορντ» «ʼλφα Ρομέο» ή «Τζάγκουαρ» που τον έβγαλαν από την πορεία του, ενώ κάποιοι μιλάνε για σφαίρα με αναισθητικό που τον ακινητοποίησε.

Τη σύγχυση επιτείνει η εμφάνιση του Μιχάλη Στέφα στις 3 Μαΐου, ο οποίος ισχυρίζεται πως προκάλεσε χωρίς δόλο το ατύχημα με ένα ξαφνικό φρενάρισμά του, το οποίο λόγω μεγάλης ταχύτητας ο Παναγούλης δεν μπόρεσε να αποφύγει. Η παρουσία του αυτόκλητου Στέφα, που παρουσιάζεται από τις φιλοκυβερνητικές εφημερίδες σαν μέλος του «Ρήγα Φεραίου», αλλά και η δυσκολία να τεκμηριώσει τα λεγόμενά του στην αναπαράσταση που γίνεται, πείθει μόνο αυτούς που είναι έτοιμοι να πειστούν και πεισμώνει αυτούς που δεν θέλουν να δεχτούν τη θεωρία του ατυχήματος.
Τα ερωτήματα πολλά:
Γιατί ο Παναγούλης, ενώ βρισκόταν ήδη στο Παλαιό Φάληρο και μπορούσε να κατευθυνθεί στο σπίτι του στη Γλυφάδα από την παραλιακή, θέλησε να κάνει έναν τεράστιο κύκλο πηγαίνοντας από τη Λεωφόρο Συγγρού και μετά από τη Βουλιαγμένης; Τα αμάξια που τον οδήγησαν στην πορεία θανάτου ήταν δύο ή τρία και αληθεύει ότι υπήρχε λογομαχία μεταξύ των οδηγών; Όλοι έχουν από ένα δικό τους ερώτημα, ένα δικό τους σενάριο.

Η κηδεία γίνεται στις 5 Μαΐου και μεταβάλλεται σε πάνδημο δημοκρατικό συλλαλητήριο με συνθήματα κατά του Αβέρωφ, ενώ ακούγεται συνέχεια μια κραυγή που θα κοσμούσε τους τοίχους της πόλης για πολλά χρόνια: ZEI. Σε αυτή την παλλαϊκή διακομματική συγκέντρωση – κηδεία δεν παρίστανται ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τσάτσος, ο πρωθυπουργός Καραμανλής, ενώ οι ένοπλες δυνάμεις δεν στέλνουν επίσημο εκπρόσωπο.

Όλοι οι άλλοι όμως είναι εκεί. Όλα τα κόμματα, αλλά κυρίως εκατοντάδες χιλιάδες λαού, που ίσως προσπαθούν να παραφράσουν έναν στίχο του Παναγούλη: «Δεν σε κατάλαβα λαέ (Θεέ). Για πες μου πάλι! Να σε ευχαριστήσω ζητάς ή να σε συγχωρέσω;». Κορυφαία στο πλήθος, η μορφή της ηρωικής μητέρας τού «Ανίκητου» Αθηνά, που έχει ζητήσει να μη σταυρώσουν τα χέρια του παιδιού της μέσα στο γυάλινο φέρετρο, γιατί αυτά τα χέρια ήταν πολλά χρόνια ενωμένα με τις χειροπέδες…

Λίγο διάστημα μετά, ένας παρακρατικός με το όνομα Γεώργιος Λεονάρδος είχε μιλήσει για κάποια οργάνωση «Αράχνη» που δολοφόνησε τον Παναγούλη, αλλά στη δίκη που έγινε κατέπεσαν όλοι οι ισχυρισμοί του και καταδικάστηκε για συκοφαντική δυσφήμηση. Υπήρξε δικαστική καταδίκη για τον θάνατο του Παναγούλη, μόνο που αυτή δεν ήταν για δολοφονία, αλλά για αυτοκινητικό δυστύχημα. Ο Στέφας καταδικάστηκε σε φυλάκιση 11 μηνών και η ποινή εξαγοράστηκε προς 150 δρχ. την ημέρα. Η οικογένεια Παναγούλη δεν ήταν εκεί για να ακούσει την ποινή και μίλησε για παρωδία.
Ο ρόλος των ΜΜΕ
Για τα μέσα ενημέρωσης της εποχής, ο θάνατος του Παναγούλη ήταν η σημαντικότερη είδηση μετά την επάνοδο της δημοκρατίας. Τις πρώτες ημέρες που δεν υπήρχαν εφημερίδες λόγω της αργίας της Πρωτομαγιάς και της Κυριακής, η αποκλειστική πηγή πληροφόρησης ήταν τα κρατικά μέσα, που, όπως ήταν φυσικό, αντιμετώπισαν με τρόμο την πανελλήνια βεβαιότητα της δολοφονίας και ακολούθησαν πλήρως την κυβερνητική γραμμή που από την πρώτη στιγμή μιλούσε για ατύχημα.

Για να δώσει βαρύτητα στην κυβερνητική άποψη, η τηλεόραση ανέφερε ότι «(…) στην εξέταση αίματος που του έγινε αμέσως μετά το ατύχημα ανευρέθησαν 57,5 χιλιοστά του γραμμαρίου οινόπνευμα κατά μίλι λίτρου του αίματος…». Για τον πολύ κόσμο που δεν είχε άλλη ενημέρωση και για τους περισσότερους που δεν ήξεραν ότι αυτό το ποσοστό ήταν μέσα στα φυσιολογικά όρια οινοπνεύματος, τους έμενε η βεβαιότητα πως ήταν ένα ατύχημα που προκλήθηκε από την υπερβολική ταχύτητα του Παναγούλη που είχε πιει.

Το κλίμα άλλαξε άρδην από τη Δευτέρα 3 Μαΐου που κυκλοφόρησαν οι εφημερίδες και παρουσιάστηκαν όλες οι απόψεις, που στην ουσία ήταν οι εξής δύο: δολοφονία ή ατύχημα. «Τα Νέα»: «Τον σκότωσαν για να μην κάνει αποκαλύψεις. Χτυπήθηκε από σφαίρα δηλητηρίου;». Βραδυνή: «ʼπλετο φως στον θάνατο του Παναγούλη. Όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν σε κλασικό τροχαίο ατύχημα». Είναι αξιοπερίεργο, αλλά η μόνη εφημερίδα που δεν είχε κύριο θέμα τον θάνατο του Παναγούλη ήταν ο «Ριζοσπάστης».

Αντίστοιχη δημοσιότητα δόθηκε και στα έντυπα του εξωτερικού, μόνο που εκεί η βεβαιότητα για δολοφονία ήταν φανερή: «Ντέιλι Εξπρές»: «Δολοφόνοι κλείνουν το στόμα του Έλληνα μάρτυρα των βασανιστηρίων». «Τάιμ»: «Οι Έλληνες γνωρίζουν πολλά για ήρωες και μύθους, ώστε να μην πιστεύουν σε ατυχήματα».

Ακόμα και 15 ημέρες μετά τον θάνατό του, ο σάλος όχι μόνο δεν είχε κοπάσει αλλά τα σενάρια, οι υποθέσεις και οι αμφιβολίες περί σκευωρίας και συγκάλυψης συνεχίζονταν αμείωτα, σε σημείο που ο τότε υφυπουργός Προεδρίας Παναγιώτης Λαμπρίας έστειλε επιστολή στην Ένωση Ιδιοκτητών και την ΕΣΗΕΑ με την οποία ζητούσε να «(…) παύσει η διαστρέβλωση των γεγονότων γύρω από τον θάνατο του Αλέκου Παναγούλη», ενώ έκανε λόγο για τεχνητή πρόκληση ανησυχιών που θα μπορούσε να προκαλέσει κινδύνους και για την ίδια τη δημοκρατία.

Ποιος να το περίμενε πως ο αγωνιστής της δημοκρατίας θα ήταν υπαίτιος με τον θάνατό του στο να κινδυνεύσει η… δημοκρατία. Η επιστολή αυτή ξεσήκωσε νέο κύμα αντίδρασης από τα κόμματα της αντιπολίτευσης προς την κυβέρνηση, τα οποία μίλησαν για απόπειρα φίμωσης του Τύπου και προληπτική λογοκρισία.

Αντιπροσωπευτική του κλίματος της εποχής είναι η επιστολή που είχε στείλει στον Καραμανλή ο δημοσιογράφος Β. Βασιλείου: «Με στενοχωρεί πολύ που, εκτός από έναν ασφαλιστή αυτοκινήτων, δεν συνάντησα κανέναν άλλον που να αποκλείει την εκδοχή της δολοφονίας στον θάνατο του Παναγούλη. Νομίζω ότι θα ήταν καλό να μας προβληματίσει ότι σε τέτοιες στιγμές μόνο ένας δημοσιογράφος βρίσκεται για να υποστηρίξει επωνύμως τις θέσεις μιας Κυβερνήσεως στηριζόμενης στο 54,5%».
Αυτοκινητικό δυστύχημα…
Την ίδια Πρωτομαγιά και σχεδόν την ίδια ώρα με τον χαμό του Αλέξανδρου Παναγούλη, ένας άλλος θάνατος συντάρασσε την Aριστερά. Ο 16χρονος Σιδέρης Ισιδωρόπουλος έπεσε νεκρός όταν, προσπαθώντας να αποφύγει τους αστυνομικούς που τον κυνηγούσαν, παρασύρθηκε από αυτοκίνητο στην οδό Πειραιώς. Το «έγκλημα» του ανήλικου κυνηγημένου από την αστυνομία ήταν ότι κολλούσε αφίσες της οργάνωσης «Μαχητής» που καλούσαν τον κόσμο να διαδηλώσει για την εργατική Πρωτομαγιά.

Ο θάνατος του νεαρού αγωνιστή ήταν αφορμή για επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας μεταξύ της αστυνομίας και δυνάμεων της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς.

Σε αυτόν τον άδικο θάνατο συναντήθηκαν η περηφάνια και η αξιοπρέπεια της Αθηνάς Παναγούλη (που μέσα στη θλίψη του άδικου χαμού του παιδιού της βρήκε το κουράγιο να στείλει στεφάνι και λίγα λόγια στην κηδεία του άλλου παλικαριού) με την περηφάνια και αξιοπρέπεια των γονιών του Ισιδωρόπουλου, που, παρ’ ότι έχασαν το μονάκριβο παιδί τους, δήλωναν στις εφημερίδες: «Έπεσε για την εργατική τάξη και αυτή τον τιμάει. Χτυπούσε τον φασισμό και αυτόν πρέπει να χτυπήσουμε και εμείς. Οι νέοι πρέπει να ακολουθήσουν τον δρόμο του».

Στις επετείους του θανάτου του Αλέκου Παναγούλη συνηθίζεται να ακούγεται το σύνθημα «Ζει», προφανώς διότι πολλοί θυμούνται την εφηβεία τους. Δυστυχώς, τριάντα χρόνια μετά, στη σημερινή απολιτική εποχή, όπου η ιδιώτευση, το προσωπικό μικροσυμφέρον και τα κάθε λογής σκουπίδια γεμίζουν τις καθημερινές ασχολίες μας, θα λέγαμε ότι ο Παναγούλης δεν ζει στις καρδιές μας ενθυμούμενοι κάποιον στίχο του Γιάννη Ρίτσου: «Κατεβάσανε τις σημαίες, μπήκαν στα σπίτια τους, μετράνε τα λεφτά τους».

«Ψυχή φυλακισμένη στο κορμί
Κορμί φυλακισμένο στη ζωή
Ζωή φυλακισμένη μες στο Χρόνο
Πνεύμα π’ απ’ όποια φυλακή κι αν βγει
σε φυλακή πάλι θα πέσει
Κι είναι μονάχα το κορμί
π’ αγάπησε τη φυλακή του
Πώς να μην έρθει ο θάνατος λοιπόν;»

 lefterianews.wordpress.com

Σάββατο 30 Απριλίου 2016

ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΝΑΣΤΑΙΝΑΝ ΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ ΤΟΥΣ

Μ.ΤΙΒΕΡΙΟΣ

Ο Απρίλης είναι ο μήνας στη διάρκεια του οποίου έχουμε την πιο μεγάλη γιορτή των ορθοδόξων Χριστιανών, που είναι τα Πάθη και η Ανάσταση του Κυρίου. Ιδιαίτερα για τους Ελληνες η γιορτή αυτή αποκτά πρόσθετη σημασία, αφού αρκετές φορές η Ανάσταση του Θεανθρώπου συσχετίστηκε με την ανάσταση της ίδιας της φυλής, ενώ συγχρόνως τους θύμιζε και πανάρχαια θρησκευτικά και λατρευτικά δρώμενα που η αρχή τους χάνεται στο βάθος των αιώνων, σε χρόνους πολύ πριν από τον ερχομό του Σωτήρα.

Σε πολλές θρησκείες του αρχαίου κόσμου και στην αρχαία Ελλάδα απαντώνται παραδόσεις σύμφωνα με τις οποίες θεοί γνώρισαν τον θάνατο και στη συνέχεια την ανάσταση, όπως π.χ. ο φοινικικός Αδωνις ή ο ελληνικός Διόνυσος. Επειδή μάλιστα συχνά οι τεθνεώτες και αναστάντες αυτοί θεοί συμβαίνει να είναι θεοί της γονιμότητας, πολλοί έχουν υποστηρίξει ότι η ιδέα αυτή του θανάτου και της ανάστασης εκ νεκρών είναι παρμένη από την ετήσια εναλλαγή των εποχών, όπου το νέκρωμα της φύσης κατά τη διάρκεια του παγερού χειμώνα το διαδέχεται το ξαναζωντάνεμά της κατά τη διάρκεια της ζωοδότρας άνοιξης.

Επομένως με τα πάθη αυτά των θεών συμβολίζονται οι λειτουργίες της ίδιας της φύσης και, όπως είναι γνωστό, η πίστη συχνά εκφράζεται με συμβολισμούς. Γύρω από τον ετήσιο αυτό αγώνα
ανάμεσα στην ακαρπία και την ευφορία της γης υφάνθηκε και ο ιστός αρκετών αρχαίων μυστηριακών τελετών, γι' αυτό ακριβώς και η συνήθης εποχή διεξαγωγής τους ήταν το τέλος του καλοκαιριού ή η αρχή του φθινοπώρου, με τα πρώτα πρωτοβρόχια.
 Τα μυστήρια, που γνώρισαν ιδιαίτερη άνθηση κατά τους χρόνους της ύστερης αρχαιότητας, υπόσχονταν στους μυημένους σ' αυτά μόνιμη σωτηρία και μια ευτυχισμένη μετά θάνατον ζωή. Ετσι, σε δημόσιες αλλά κυρίως σε απόκρυφες τελετουργίες, οι πιστοί σκηνοθετούσαν τις διάφορες φάσεις αυτού του αγώνα, αναπαριστώντας τις ποικίλες περιπέτειες του πάσχοντος θεού τους.


Ο θάνατος και η ανάσταση

Οπως παρατηρεί ο Πλάτων, καθώς ο άνθρωπος πλησιάζει προς τον θάνατο αρχίζει να σκέπτεται για πράγματα που πριν δεν τον απασχολούσαν καθόλου, ενώ συγχρόνως αρχίζει να δίνει πίστη και σε δοξασίες υπερφυσικές. Ετσι και στην αρχαιότητα, πολλοί πίστευαν ότι με τις μυήσεις αυτές θα βοηθηθούν να κερδίσουν την πολυπόθητη αθανασία και ακόμη θα αποκτήσουν τη δυνατότητα και μετά θάνατον «να διασκεδάζουν και να χορεύουν» σε καταπράσινους λειμώνες στον καθαρό αέρα. Ορισμένοι θρησκειολόγοι έχουν υποστηρίξει ότι η κεντρική ιδέα όλων αυτών των μυστηριακών θρησκειών ήταν ο θάνατος και η ανάσταση και έχουν συνδέσει τους σχετικούς μυστηριακούς μύθους με τα πάθη κάποιου θεού.

Ετσι έχουμε τον θάνατο του Διονύσου, του Αττεως, του Οσίριδος. Στα μυστήρια που σχετίζονται με τους θεούς αυτούς συναντούμε ακολουθίες πένθους που στη συνέχεια τις διαδέχονται τελετουργίες χαράς και αγαλλίασης. Το αβάστακτο πένθος της Ισιδος για τον φόνο του αγαπημένου της αδελφού και συντρόφου, του Οσίριδος, που τον είχε κατακρεουργήσει ο θεός της σκιάς Σετ (ή Σεθ), σταματά όταν βρίσκει και συναρμολογεί όλα τα διαμελισμένα κομμάτια του, δίνοντάς του ξανά τη ζωή. Το ίδιο συμβαίνει και με τους πιστούς της. Μιμούμενοι τη θεά τους, αναζητούν τον Οσιρι, κτυπώντας με αλαλαγμούς τα στήθη τους. Μόλις ξαναντικρίζουν τον θεό, τότε τον θρήνο τον διαδέχεται ανείπωτη χαρά.

Ο Πλούταρχος προτρέπει τα βάσανα της Ισιδας, όπως αναπαριστάνονται στις σχετικές τελετές, να γίνονται μαθήματα ευσέβειας και παρηγοριάς για όλους τους θνητούς που τους βρίσκουν τέτοια κακά.

Ο Ιούλιος Φίρμικος Ματερνός, πολιτικός και συγγραφέας του 4ου αι. μ.Χ., που αλλαξοπίστησε και έγινε Χριστιανός, μας παραδίδει ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες σχετικές με παγανιστικές μυστηριακές τελετές. Ετσι ανάμεσα σε άλλα μας περιγράφει και μια σκηνή κατά την οποία μπροστά σε ένα ομοίωμα κάποιου θεού, που κείτονταν νεκρός πάνω σε ένα φορείο, εξελίσσονταν σκηνές οδυρμού και θρήνου.

Η «επίκλησις» του Διονύσου

Ο Διόνυσος, χωρίς αμφιβολία, ήταν κι αυτός ένας θεός της βλάστησης και σαν τέτοιος ήταν ένας πάσχων θεός, που πέθαινε και ανασταινόταν κάθε χρόνο. Ωστόσο τα επεισόδια που σχετίζονται με τον θάνατό του, ο οποίος προκαλούσε τον μαρασμό της φύσης, μπορούμε να πούμε ότι δεν αποτελούσαν σημαντικό μέρος της όλης διήγησης. Εκτός από αναφορές στον βίαιο θάνατό του και τον διαμελισμό του υπήρχαν και παραδόσεις που έκαναν λόγο και για μια ομαλή κατάβασή του στον Αδη, προκειμένου να φέρει στον πάνω κόσμο, στον κόσμο των ζωντανών, τη μάνα του τη Σεμέλη.

Η κάθοδός του αυτή έγινε από την Αλκυονία λίμνη στη Λέρνα της Αργολίδας, για την οποία υπήρχε παράδοση ότι ήταν απύθμενη. Ετσι κανένας στην αρχαιότητα, ούτε και ο ίδιος ο αυτοκράτορας Νέρων, δεν είχε μπορέσει να μετρήσει το βάθος της. Στους Δελφούς, μέσα στο άδυτο του ναού του Απόλλωνος, «παρά το χρηστήριον», έδειχναν τον τάφο του θεού.

Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, που έζησε προς τα τέλη του 1ου αι. π.Χ., μιλά για θρήνους κατά τη διάρκεια «των διονυσιακών παθών». Αλλά για τις τελετουργίες τις σχετικές με τον θάνατό του, όπως άλλωστε και γι' αυτές που σχετίζονται με την ανάστασή του, ξέρουμε λιγοστά πράγματα. Κύρια αιτία ήταν η ευσέβεια των αρχαίων συγγραφέων που δεν ήθελαν να κοινοποιήσουν τίποτε «περί ων ου θέμις τοις αμυήτοις ιστορείν».

Ενα χαρακτηριστικό στοιχείο των τελετουργιών που συνδέονται με την ανάσταση του θεού ήταν και το κάλεσμά του, η «επίκλησις», από τους πιστούς του, που τον καλούσαν, ακόμη και με μικρές σάλπιγγες, να ανέβει και να παρουσιαστεί σ' αυτούς.

Στον κόσμο των Ιώνων η «επιφάνεια» του θεού γινόταν κατά τη διάρκεια των Ανθεστηρίων. Ενα σημαντικό δρώμενο της γιορτής αυτής, που είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι γιορταζόταν και αυτή κατά τη διάρκεια της άνοιξης, ήταν ο ερχομός του θεού πάνω σ' ένα τροχοφόρο πλοίο.

Το ότι ο Διόνυσος ερχόταν με ένα πλεούμενο πιθανόν να οφειλόταν στο ότι ο θεός είχε κατεβεί στον Κάτω Κόσμο μέσα από μια λίμνη, την Αλκυονία. Αλλά και ο Αριστοφάνης στους «Βατράχους» του βάζει τον Διόνυσο να κατεβαίνει στον Κάτω Κόσμο από μια περιοχή της Αθήνας, που την έλεγαν Λίμναι, και της οποίας το όνομα σαφώς υποδηλώνει και πάλι κάποια λίμνη ή έστω ένα βαλτότοπο.

Με τη θριαμβευτική επανεμφάνιση του θεού οι πιστοί του ξεσπούσαν σε ουρανομήκεις φωνές και χαρούμενα τραγούδια και ξεφάντωναν με χορούς και πανηγύρια. Και εκτός από πάσχοντες θεούς στην αρχαία μυθολογία υπάρχουν και ήρωες που είχαν κατορθώσει να νικήσουν τον θάνατο, όπως ο Ηρακλής, ο Ορφέας, ο Καπανέας κ.ά.

Μετά από τα παραπάνω μπορούμε να υποθέσουμε ότι το μέγα θαύμα της Ανάστασης του Χριστού, το σημαντικότερο ασφαλώς γεγονός της επίγειας ζωής Του, κατά το οποίο έχουμε τη νίκη της ζωής και την ήττα του θανάτου, έγινε πιο εύκολα κατανοητό από τους Ελληνες· και από τους υπόλοιπους ελληνίζοντες της όψιμης αρχαιότητας, που αποτελούσαν το πιο σημαντικό και συνάμα το πιο ζωντανό κομμάτι του τότε γνωστού και πολιτισμένου κόσμου. Γιατί ανάλογα συμβάντα διηγούνταν και για τους θεούς και ήρωες που είχαν στεριώσει και είχαν κυριαρχήσει στα μέρη τους πολύ πριν κάνει την εμφάνισή Του ο Ναζωραίος.

Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
www.tovima.gr

Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Νταχάου τελική λύση – Οι Γερμανοί γνώριζαν τα πάντα!

123881g-article-2299219-18eb85ab000005dc-492_964x515.jpg
Τέτοια μέρα το 1945 Αμερικανοί στρατιώτες έμπαιναν στο κολαστήριο του Νταχάου.
Τα όσα αντίκρυζαν ήταν πέρα από κάθε ανθρώπινη λογική, ακόμη κι απ΄ αυτή τη λογική του παραλόγου που επιβάλλει ο πόλεμος, όσο σκληρός κι αν είναι πάντα.
Το έγκλημα της τελικής λύσης που είχε σχεδιάσει και εκτελέσει το ναζιστικό καθεστώς, ήταν γνωστό στους πάντες σ΄ όλη τη Γερμανία. Και στους πολίτες της που είχαν φέρει στην εξουσία τον Χίτλερ.


 Ο Ιάκωβος Καμπανέλλης που έζησε ο ίδιος τη θηριωδία των ναζί και των στρατοπέδων εξόντωσης είχε απαντήσει στην ερώτηση αν οι Γερμανοί γνώριζαν:
«Γνώριζαν οι πάντες. Να τι μου είπε ένας γερμανός πολιτικός κρατούμενος, ο Βίλχελμ Γιόχαν Σνάϊντερ, που είχε περάσει τουλάχιστον τρία χρόνια στο στρατόπεδο και που πριν είχε ζήσει τρία χρόνια στην Αθήνα με την ιδιότητα του γενικού αντιπροσώπου μίας γερμανικής βιομηχανίας ηλεκτροεργαλείων:
«Όλοι τα ξέρανε… Ολόκληρη η Γερμανία απ’ άκρου εις άκρον και θα σου το αποδείξω αμέσως… Κοίταξε καλά αυτό το χάρτη της Γερμανίας πριν την πάρει ο διάβολος! Βλέπεις όλους αυτούς τους κύκλους; Έχω μαρκάρει τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως! Ο κάθε κύκλος καλύπτει έκταση ακτίνας πενήντα χιλιομέτρων.
Τι αποδεικνύεται; Πως η μισή Γερμανία είναι μέσα στους κύκλους. Άρα, οι μισοί Γερμανοί ξέρανε οπωσδήποτε για τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και τα στρατόπεδα εξοντώσεως! Ύστερα απ’ αυτό, αγαπητέ μου, μου είναι δύσκολο να πιστέψω πως ο μισός γερμανικός λαός ήξερε κι ο άλλος μισός δεν είχε ιδέα».
Το 2001 ο ερευνητής Robert Gellately παρουσίασε στο βιλίο του Backing Hitler αδιάψευστα στοιχεία για τις πληροφορίες που ήταν διαθέσιμες εκείνη την εποχή στην γερμανική κοινή γνώμη.
 onalert.gr

Ξεπερνά τα όρια του απάνθρωπου η ακροδεξιά νομοθεσία της Αυστρίας κατά των προσφύγων


31bbf99d00000578-3475652-crowds_the_idomeni_camp_was_originally_extended_to_shelter_1_200-a-42_1457046893882_0 

Η Αυστρία αναμένεται να περάσει από το κοινοβούλιο κάποιους από τους πιο αυστηρούς νόμους στην Ευρώπη κατά των μεταναστών, λίγες ημέρες μετά τη νίκη στο πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του ακροδεξιού υποψηφίου, γράφει ο Guardian.

 Οι βουλευτές ενέκριναν την Τετάρτη ένα νέο νόμο, ο οποίος θα επιτρέπει στην αστυνομία να απορρίπτει στα σύνορα αιτήματα ασύλου και να αποτρέπει για τρία χρόνια την επανένωση των οικογενειών προσφύγων που έχουν τεθεί υπό καθεστώς ασύλου.

Ο νόμος πρέπει να περάσει και από δεύτερο κοινοβουλευτικό σώμα, αλλά μέχρι τότε ισχύει και ο υπουργός Εσωτερικών της χώρας αναμένεται να τον θέσει σε εφαρμογή μέχριτις αρχές του Ιουνίου.

Σύμφωνα με τη νέα νομοθεσία η κυβέρνηση θα μπορεί να κηρύξει τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης σε περιπτώσεις αυξημένης ροής παράτυπων μεταναστών. Από τη στιγμή που ο μηχανισμός τίθεται σε λειτουργία οι «παράτυποι» μετανάστες στα σύνορα της χώρας θα επιστρέφονται αυτόματα στις χώρες από τις οποίες έφθασαν στην Αυστρία, θεωρώντας ότι οι γειτονικές χώρες είναι ασφαλείς για τους πρόσφυγες. Αυτή η νομοθεσία συνάδει με τα αντιφατικά μέτρα που έλαβε η Ουγγαρία τον περασμένο Σεπτέμβριο.

«Οι άνθρωποι που καταθέτουν αίτηση για άσυλο στα σύνορα με την Ιταλία, την Ουγγαρία και τη Σλοβενία δεν θα έχουν άδεια να μπουν σε αυστριακό έδαφος» είπε εκπρόσωπος του υπουργείου Εσωτερικών της χώρας στον Guardian. «Εάν τα καταφέρουν να μπουν στη χώρα θα μεταφέρονται σε κέντρα κράτησης και οι αρχές θα ξεκινούν τη διαδικασία να στέλνονται πίσω στις χώρες από τις οποίες μπήκαν στην Αυστρία.

Επιπλέον, όσοι έχουν τεθεί υπό το καθεστώς ασύλου δεν θα μπορούν να επανενωθούν με τις οικογένειές τους για τρία χρόνια, μία εξέλιξη που οι ανθρωπιστικές οργανώσεις έχουν χαρακτηρίσει ως απάνθρωπη.

Η Αυστρία είναι η τελευταία Ευρωπαϊκή χώρα που έχει ανατρέψει τους νόμους για το άσυλο ως απάντηση στην προσφυγική κρίση. Δανία, Ουγγαρία, Σουηδία και τελευταία η Ελλάδα έχουν κάνει πιο δύσκολη την πρόσβαση των προσφύγων στα εδάφη τους, γράφει ο Guardian.
«Αυτά τα μέτρα διαμορφώνουν ένα νομικό τοίχος στους αιτούντες ασύλου, τόσο αξιοκαταφρόνητο  όσο και οι φράχτες, είπε η διευθύντρια του Παρατηρητηρίου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, για την Ευρώπη και την κεντρική Ασία. «Η Αυστρία θα πρέπει να συνεργάζεται με τις ευρωπαϊκές χώρες για να είναι βέβαιο ότι οι άνθρωποι που χρειάζονται προστασία θα την έχουν και δεν θα λαμβάνουν μονομερείς αποφάσεις να μεταφέρονται οι πρόσφυγες σαν να είναι καυτές πατάτες».

Ο υπουργός Εσωτερικών της Αυστρίας είπε ότι ο νόμος θα εφαρμοστεί ακόμη κι αν οι προσφυγικές ροές είναι οι χαμηλότερες των τελευταίων μηνών.

Από τον περασμένο Σεπτέμβριο, περισσότεροι από 80.000 αιτούντες ασύλου έχουν φθάσει στην Αυστρία, από την Ελλάδα και σχεδόν 50.000 έχουν καταθέσει αίτημα ασύλου στην χώρα. Αλλά από το κλείσιμο των συνόρων των Σκοπίων τον Μάρτιο είναι πολύ δύσκολο να φύγουν οι πρόσφυγες από την Ελλάδα. Ο καθημερινός αριθμός προσφύγων που μπαίνουν στην Αυστρία έχει πέσει κάτω από τους 150, πολύ μικρός αριθμός σε σύγκριση με τους χιλιάδες που έμπαιναν καθημερινά το περασμένο φθινόπωρο.

Ο αριθμός των προσφύγων που φθάνουν στη χώρα και από την Ιταλία είναι σχετικά μικρός, είπε ο υπουργός, παρά όπως τόνισε, την έναρξη της περιόδου αυξημένων ροών από τη Λιβύη προς την Ιταλία. Αλλά οι πολιτικοί φοβούνται αύξηση των ροών προσφύγων από τη Συρία, καθώς δεν μπορούν πλέον να περάσουν στην Ευρώπη από την Ελλάδα.

«θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για αύξηση των ροών από την Ιταλία, είπε ο εκπρόσωπος του υπουργείου και αυτό εξαρτάται από τις κινήσεις που θα κάνει η Ιταλική κυβέρνηση.

Η νέα νομοθεσία έχει δεχθεί κριτική από την ιταλική κυβέρνηση που ανησυχεί για εγκλωβισμό προσφύγων στην Ιταλία αλλά και από ανθρωπιστικές οργανώσεις που αντιμετωπίζουν το νόμο ως παράνομο και απάνθρωπο. Κάποιοι αναφέρουν ότι πρόκειται για προδοσία της Αυστριακής ιστορίας παροχής ασύλου, χώρα η οποία φιλοξένησε χιλιάδες Ούγγρους το 1956 μετά την αναταραχή στη Βουδαπέστη.

Ο επικεφαλής της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ στην Αυστρία, Christoph Pinter, είπε ότι η Αυστρία τα τελευταία 60 χρόνια έχει χτίσει ένα σταθερό σύστημα ασύλου και ακόμη και σε περιόδους κρίσης διατηρούσε την παράδοση στην προστασία των προσφύγων, η υιοθέτηση αυτής της νομοθεσίας θα σημάνει την αποκήρυξη των καθιερωμένων πρακτικών με σημαντικές επιπτώσεις στην προστασία των προσφύγων.

Οι περιορισμοί στην επανένωση των οικογενειών είναι άδικοι, είπε εκπρόσωπος της Αρμοστείας. Ο διαχωρισμός από τις οικογένειες δεν έχει αποτέλεσμα μόνο το προσωπικό πλήγμα αλλά δυσκολεύει και τις προσπάθειες για ενσωμάτωση στην κοινωνία, πρόσθεσε, τονίζοντας ότι οι μελέτες του ΟΗΕ έχει δείξει ότι όταν οι οικογένεια παραμένει εκτός χώρας οι πρόσφυγες δυσκολεύονται να μάθουν τη γλώσσα, να βρουν δουλειά και να στηριχθούν στις δυνάμεις τους.

Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, έχει αντιδράσει έντονα στο ενδεχόμενο η Αυστρία να κλείσει τα σύνορα με την Ιταλία στις Άλπεις. «Η πιθανότητα να κλείσει το πέρασμα Brenner, παραβιάζει κατάφωρα τη λογική και είναι ενάντια στο κοινό μας μέλλον» δήλωσε ο Ρέντσι.

Πηγή: Guardian
topontiki.gr

ΠΩΣ Η ΔΥΤΙΚΗ ΑΦΗΓΗΣΗ ΔΟΛΟΦΟΝΗΣΕ ΤΟΝ ΣΥΡΙΑΚΟ ΛΑΟ



«Είπατε ψέματα για το Ιράκ. Είπατε ψέματα για το Αφγανιστάν. Είπατε ψέματα για τη Λιβύη. Λέτε ψέματα για τη Συρία και το Ιράν.»

Αναδημοσιεύουμε ένα άρθρο της Ιρανής γεωπολιτικής αναλύτριας Sharmine Narwani σε μετάφραση της Νικολέττας Κίτσου. Ανεξάρτητα από επιμέρους διαφωνίες (όπως πχ το σημείο στο οποίο αναφέρει πως ο σημερινός κόσμος είναι πολυπολικός), το άρθρο είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό σε ό,τι αφορά την αφήγηση που χρησιμοποίησε η Δυτική Αυτοκρατορία για να πλαισιώσει τις προσπάθειές της να επιβάλει αλλαγή καθεστώτος στη Συρία, στα πλαίσια της επικαιροποίησης της ηγεμονίας της στην πλούσια σε πετρέλαιο περιοχή της Μέσης Ανατολής και παγκόσμια. Η αντιμετώπιση του πολέμου της πληροφορίας που εξαπολύει η Αυτοκρατορία ενάντια στους εχθρούς της είναι και αυτή ταξική πάλη, και καλά θα κάνουν να το πάρουν χαμπάρι αυτό οι διάφοροι αριστεροί που χάφτουν αμάσητο ό,τι τους πλασάρουν τα ΜΜΕ του ιμπεριαλιστικού τους μπλοκ, πανηγυρίζοντας για «επαναστάσεις» και καταγγέλλοντας «δικτάτορες που σφάζουν το λαό τους» μαζί με το BBC και το CNN. Μετά τη Λιβύη, τη Συρία και την Ουκρανία, η αφέλεια δε μπορεί να αποτελεί πια δικαιολογία.

Στις 23 Μαρτίου 2011, στην αρχή αυτού που σήμερα αποκαλούμε «συριακό πόλεμο», δύο νέοι άντρες – ο Σάερ Γιαχία Μερχέτζ και ο Χαμπήλ Άνις Νταγιούμπ- δέχτηκαν πυρά και σκοτώθηκαν στην πόλη Ντάραα της νότιας Συρίας.

Ο Μερχέτζ και ο Νταγιούμπ δεν ήταν ούτε άμαχοι, ούτε αντίθετοι με την κυβέρνηση του Προέδρου της Συρίας Μπασάρ Αλ-Άσαντ. Ήταν δύο στρατιώτες που υπηρετούσαν στις τάξεις του Αραβικού Συριακού Στρατού.

Δολοφονημένοι από ένοπλους αγνώστους, ο Μερχέτζ και ο Νταγιούμπ ήταν οι πρώτοι από τους ογδόντα οκτώ στρατιώτες που σκοτώθηκαν σε όλη τη Συρία κατά τον πρώτο μήνα της σύρραξης – σε Ντάραα, Λαττάκεια, Ντούμα, Μπάνιας, Χομς, Μουανταμίγιατ, Ιντλίμπ, Χαράστα, Σουγουέιντα, Ταλκάλαχ και στα προάστια της Δαμασκού.

Σύμφωνα με την Ανεξάρτητη Διεθνή Επιτροπή Έρευνας του ΟΗΕ για τη Συρία, ο συνολικός αριθμός των νεκρών από την πλευρά των κυβερνητικών δυνάμεων της χώρας ήταν 2.569 μέχρι τον Μάρτιο του 2012, δηλαδή κατά το πρώτο έτος των συγκρούσεων. Εκείνη την περίοδο, ο συνολικός αριθμός απωλειών που έδινε ο ΟΗΕ για όλα τα θύματα της πολιτικής βίας στη Συρία ήταν 5.000 νεκροί.

Αυτοί οι αριθμοί αποκαλύπτουν μια εντελώς διαφορετική εικόνα των γεγονότων στη Συρία. Σίγουρα δεν πρόκειται για τη σύρραξη για την οποία διαβάζαμε στα πρωτοσέλιδα – αν μη τι άλλο, η “ισορροπία” στους θανάτους μεταξύ των δύο πλευρών υποδεικνύει τουλάχιστον ότι η κυβέρνηση ακολούθησε την αρχή της αναλογικότητας στη χρήση ισχύος για την αντιμετώπιση της βίας.

Όμως οι θάνατοι του Μερτζέχ και του Νταγιούμπ αγνοήθηκαν. Κανένα από τα Δυτικά μέσα ενημέρωσης δεν αφηγήθηκε την ιστορία τους – ή των άλλων νεκρών στρατιωτών. Οι θάνατοι αυτοί απλώς δεν ευθυγραμμίζονταν με τη δυτική “αφήγηση” των αραβικών εξεγέρσεων και ούτε βέβαια εναρμονίζονταν με τους πολιτικούς στόχους των δυτικών κυβερνήσεων.

Για τους φορείς χάραξης πολιτικής στις ΗΠΑ, η «Αραβική Άνοιξη» πρόσφερε μια μοναδική ευκαιρία να ανατραπούν οι κυβερνήσεις των εχθρικών κρατών στη Μέση Ανατολή. Η Συρία, το πιο σημαντικό αραβικό κράτος στον υπό την ηγεσία του Ιράν “Άξονα της Αντίστασης”,ήταν ο υπ’ αριθμόν 1 στόχος.

Για να επιτευχθεί αλλαγή καθεστώτος στη Συρία, το μοτίβο της «Αραβικής Άνοιξης» έπρεπε να εφαρμοστεί καιροσκοπικά – και επομένως χρειαζόταν να πεθάνουν Σύριοι.

Ο “δικτάτορας” έπρεπε απλώς να “σκοτώνει το λαό του” – και όλα τα υπόλοιπα θα ακολουθούσαν.
Πώς οι λέξεις σκοτώνουν

Τέσσερις βασικές αφηγήσεις επαναλαμβάνονταν συνεχώς από κάθε καθεστωτικό μέσο στηΔύση από τον Μάρτιο του 2011 και κερδίζοντας έδαφος κατά τους προσεχείς μήνες.
– «Ο δικτάτορας σκοτώνει το λαό του».
– «Οι διαμαρτυρίες είναι ειρηνικές».
– «Η αντιπολίτευση είναι άοπλη».
– «Είναι μια λαϊκή επανάσταση».

Οι φιλοδυτικές κυβερνήσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο είχαν μόλις εκδιωχθεί μέσα από μία ραγδαία αλληλουχία γεγονότων τους προηγούμενους δύο μήνες και έτσι το “πλαίσιο” της αλλαγής καθεστώτος από τα κάτω κατά το μοτίβο της «Αραβικής Άνοιξης» υπήρχε στη συλλογική ψυχή των λαών της περιοχής. Αυτές οι τέσσερις προσεκτικά στημένες “αφηγήσεις” που είχαν αποκτήσει νόημα στην Τυνησία και την Αίγυπτο ήταν πλέον έτοιμες να απονομιμοποιήσουν και να υπονομεύσουν οποιαδήποτε κυβέρνηση εναντίον της οποίας θα χρησιμοποιούνταν.

Αλλά για να υπάρξει πλήρης και δυναμική εφαρμογή τους στη Συρία, οι Σύριοι έπρεπε να κατέβουν στους δρόμους μαζικά και άμαχοι έπρεπε να χάσουν τη ζωή τους στα χέρια των βάναυσων δυνάμεων ασφαλείας. Η συνέχεια θα μπορούσε να παρουσιαστεί ως μια “επανάσταση” μέσω του τεράστιου δικτύου των ξένων και περιφερειακών μέσων ενημέρωσης που είχαν ταχθεί σε έναν διάλογο περί «Αραβικής Άνοιξης».

Διαδηλώσεις, ωστόσο, δεν ξέσπασαν στη Συρία με τον ίδιο τρόπο όπως στην Τυνησία και την Αίγυπτο. Σε αυτούς τους πρώτους μήνες, είδαμε συγκεντρώσεις που περιορίζονταν σε μερικές εκατοντάδες άτομα – μερικές φορές σε χιλιάδες – να εκφράζουν διαφορετικούς βαθμούς πολιτικής δυσαρέσκειας. Οι περισσότερες από αυτές τις συγκεντρώσεις πραγματοποιούνταν μετά την προσευχή της Παρασκευής κατά την οποία σε τεμένη υπό την επιρροή του ουαχαβιτισμού γίνονταν εκκλήσεις για συμμετοχή σε διαμαρτυρίες ή μετά από κατά τόπους δολοφονίες που κινητοποιούσαν εξαγριωμένα πλήθη να παραβρεθούν στις δημόσιες κηδείες.

Μέλος εξέχουσας οικογένειας της Ντάραα μου εξήγησε ότι υπήρχε αρκετή σύγχυση σχετικά με το ποιος σκότωνε πολίτες στην περιοχή – η κυβέρνηση ή κάποια «αφανής πλευρά». Πρόσθεσε ότι εκείνη την περίοδο οι πολίτες της Ντάραα ήταν διχασμένοι: «Κάποιοι πίστευαν ότι οι κυβερνητικές δυνάμεις ανοίγουν πυρ εναντίον όλο και περισσοτέρων για να τους σταματήσουν και να τους προειδοποιήσουν να διακόψουν τις διαδηλώσεις και τις συγκεντρώσεις. Η άλλη άποψη ήταν ότι αθέατες πολιτοφυλακές ήθελαν να συνεχιστεί αυτό διότι αν δεν γίνονται κηδείες δεν θα είχε κανένα λόγο ο κόσμος να διαδηλώνει».

Με το πλεονέκτημα της χρονικής απόστασης, ας δούμε αυτές τις αφηγήσεις για τη Συρία μετά από πέντε χρόνια συγκρούσεων:

Γνωρίζουμε πλέον ότι αρκετές χιλιάδες μέλη των συριακών δυνάμεων ασφαλείας σκοτώθηκαν κατά το πρώτο έτος, αρχής γενομένης από τις 23 Μαρτίου του 2011. Γνωρίζουμε συνεπώς ότι η αντιπολίτευση ήταν ένοπλη από την αρχή της σύγκρουσης. Έχουμε οπτικές αποδείξεις για ενόπλους που εισήλθαν στη Συρία από τα σύνορα του Λιβάνου τον Απρίλιο και τον Μάιο του 2011. Γνωρίζουμε από μαρτυρίες ουδέτερων παρατηρητών ότι ένοπλοι στόχευαν αμάχους σε τρομοκρατικές ενέργειες και ότι οι “διαμαρτυρίες” δεν ήταν όλες “ειρηνικές”.

Η αποστολή του Αραβικού Συνδέσμου, που διεξήγαγε πολύμηνη έρευνα εντός της Συρίας από τα τέλη του 2011, αναφέρει:

«Στη Χομς, στο Ιντλίμπ και στη Χάμα η αποστολή των παρατηρητών υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας σε βίαιες ενέργειες εναντίον κυβερνητικών δυνάμεων και αμάχων που κατέληξαν σε πολυάριθμους θανάτους και τραυματισμούς. Παραδείγματα τέτοιων βιαιοτήτων περιλαμβάνουν τον βομβαρδισμό ενός λεωφορείου με πολίτες όπου σκοτώθηκαν οκτώ άτομα και τραυματίστηκαν πολλά άλλα μεταξύ των οποίων γυναίκες και παιδιά, και ο βομβαρδισμός ενός τρένου που μετέφερε πετρέλαιο ντίζελ. Σε ένα άλλο περιστατικό στη Χομς ένα λεωφορείο της αστυνομίας ανατινάχτηκε με αποτέλεσμα το θάνατο δύο αστυνομικών. Ένας αγωγός καυσίμων και κάποιες μικρές γέφυρες χτυπήθηκαν επίσης».

Ο Ολλανδός ιερέας Fransvander Lugt, επί μακρόν κάτοικος Συρίας που σκοτώθηκε στη Χομς τον Απρίλιο του 2014, είχε σημειώσει τον Ιανουάριο του 2012:

«Από την αρχή τα κινήματα διαμαρτυρίας δεν ήταν αποκλειστικά ειρηνικά. Από την αρχή είδα ένοπλους διαδηλωτές να κινούνται παράλληλα με τους υπόλοιπους συγκεντρωμένους και να πυροβολούν πρώτοι τους αστυνομικούς. Πολύ συχνά η βία των δυνάμεων ασφαλείας ήταν η αντίδραση στη βία των ένοπλων ανταρτών».

Λίγους μήνες νωρίτερα, τον Σεπτέμβριο του 2011, είχε παρατηρήσει:

«Από την αρχή είχαμε το πρόβλημα των ενόπλων ομάδων που αποτελούσαν επίσης μέρος της αντιπολίτευσης… Η αντιπολίτευση στο δρόμο είναι πολύ ισχυρότερη από κάθε άλλη μορφή εναντίωσης. Και αυτή η αντιπολίτευση είναι οπλισμένη και συχνά κτηνώδης και βίαιη, μόνο και μόνο για να ρίξει το φταίξιμο στην κυβέρνηση».

Εκτός αυτών, γνωρίζουμε πλέον πως ό,τι κι αν συνέβη στη Συρία, σίγουρα δεν ήταν “λαϊκή επανάσταση”. Ο συριακός στρατός παρέμεινε ακέραιος, ακόμη και μετά τις πολυάριθμες αναφορές στον τύπο περί μαζικών λιποταξιών. Εκατοντάδες χιλιάδες Σύριοι συνέχισαν να διαδηλώνουν εκφράζοντας τη στήριξή τους στον Πρόεδρο της χώρας, αν και αυτές οι διαδηλώσεις αποσιωπήθηκαν.

Οι κρατικοί θεσμοί και η κυβέρνηση και η επιχειρηματική ελίτ έχουν σε μεγάλο βαθμό παρεμείναν πιστοί στον Άσαντ. Οι μειονοτικές ομάδες -Αλαουίτες, Χριστιανοί, Κούρδοι, Δρούζοι, Σιίτες και το κόμμα Μπάαθ που είναι πλειοψηφικά σουνιτικό – δεν στράφηκαν ενάντια στην κυβέρνηση και δεν συμμετείχαν στην αντιπολίτευση. Οι μεγάλες αστικές περιοχές και τα πληθυσμιακά κέντρα παραμένουν υπό την προστασία και τον έλεγχο του κράτους, με λίγες εξαιρέσεις.

Άλλωστε, μια γνήσια επανάσταση δεν μπορεί να έχει κέντρα επιχειρήσεων στην Ιορδανία και στην Τουρκία. Ούτε μπορεί μια λαϊκή επανάσταση να χρηματοδοτείται, να εξοπλίζεται και να ενισχύεται από το Κατάρ, τη Σαουδική Αραβία, τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία.
Διασπορά «αφηγήσεων» για γεωπολιτικό όφελος

Το εγχειρίδιο Ανορθόδοξου Πολέμου των Ειδικών Δυνάμεων του στρατού των ΗΠΑ του 2010 αναφέρει:

«Ο σκοπός των προσπαθειών Ανορθόδοξου Πολέμου των ΗΠΑ είναι να εκμεταλλεύονται τα πολιτικά, στρατιωτικά, οικονομικά και ψυχολογικά τρωτά σημεία μιας εχθρικής ηγεσίας μέσω της ανάπτυξης και διατήρησης δυνάμεων αντίστασης για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων των ΗΠΑ… Για το προσεχές μέλλον, οι δυνάμεις των ΗΠΑ θα εμπλακούν κυρίως σε επιχειρήσεις ασύμμετρου πολέμου».

Ένα απόρρητο τηλεγράφημα του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ του 2006 αποκαλύπτει ότι η κυβέρνηση Άσαντ ήταν, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, πιο ισχυρή τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και σε περιφερειακό επίπεδο και προτείνει τρόπους για να αποδυναμωθεί: «Τα ακόλουθα παρέχουν μία σύνοψη των δυνητικών τρωτών σημείων και τα πιθανά μέσα για την εκμετάλλευσή τους…» Στη συνέχεια δίνεται ένα κατάλογος “τρωτών σημείων” – πολιτικών, οικονομικών, εθνικών, θρησκευτικών, στρατιωτικών, ψυχολογικών – και συνιστώνται “δράσεις” για το πώς μπορεί κανείς να τα “εκμεταλλευτεί”.

Αυτό είναι σημαντικό. Το δόγμα ανορθόδοξου πολέμου των ΗΠΑ προϋποθέτει ότι οι πληθυσμοί των
εχθρικών κρατών συνήθως περιλαμβάνουν ενεργές μειονότητες που αντίστοιχα εναντιώνονται ή υποστηρίζουν την κυβέρνησή τους, αλλά για να πετύχει ένα “κίνημα αντίστασης” πρέπει να κυριαρχήσει στις αντιλήψεις του μεγαλύτερου τμήματος που είναι οι “ανένταχτοι μέσοι πολίτες” προκειμένου να στραφούν εναντίον των ηγετών τους.Συμπληρώνει το εγχειρίδιο (και δανείζομαι γενναιόδωρα από ένα δικό μου προηγούμενο άρθρο):

Για να στραφεί ο “ανένταχτος μέσος πολίτης” στην υποστήριξη της εξέγερσης, το εγχειρίδιο συνιστά «τη δημιουργία ατμόσφαιρας ευρύτερης δυσαρέσκειας μέσα από προπαγάνδα και πολιτικές και ψυχολογικές προσπάθειες να δυσφημιστεί η κυβέρνηση».

Όσο η διένεξη κλιμακώνεται, τόσο «εντατικοποιείται και η προπαγάνδα με την ψυχολογική προετοιμασία του πληθυσμού για εξέγερση».

Κατ’ αρχάς, πρέπει να υπάρξει τοπική και εθνική “αναστάτωση” – με την οργάνωση μποϊκοτάζ, με απεργίες και με άλλες κινήσεις που φανερώνουν δημόσια δυσαρέσκεια. Στη συνέχεια ακολουθεί «η διείσδυση ξένων υποκινητών και συμβούλων και ξένης προπαγάνδας, υλικής ενίσχυσης, χρημάτων, όπλων και εξοπλισμού».

Το επόμενο επίπεδο των διεργασιών θα πρέπει να είναι η ίδρυση «εθνικού μετώπου οργανώσεων [δηλαδή το Εθνικό Συμβούλιο Συρίας] και απελευθερωτικών κινημάτων [δηλαδή ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός]» που θα οδηγήσουν μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού στην αποδοχή «αυξημένης πολιτικής βίας και δολιοφθοράς» και θα ενθαρρύνουν την καθοδήγηση «ατόμων ή ομάδων που θα διαπράξουν δολιοφθορές σε αστικά κέντρα».

Έγραψα για ξενοκίνητες τακτικές ασύμμετρου πολέμου που εφαρμόστηκαν στη Συρία το πρώτο έτος της κρίσης – όταν οικυρίαρχες αφηγήσεις στα μέσα ενημέρωσης μιλούσαν ακόμη για το “δικτάτορα που σκοτώνει το λαό του”, τις “ειρηνικές διαμαρτυρίες”, την “ως επί το πλείστον άοπλη αντιπολίτευση”, την “γνήσια λαϊκή επανάσταση” και τους χιλιάδες “πολίτες” που γίνονταν στόχος αποκλειστικά των δυνάμεων ασφαλείας του κράτους.

Όλες αυτές οι αφηγήσεις ήταν επινοημένες; Οι εικόνες που είδαμε ήταν όλες στημένες; Ή αρκούσε απλώς να κατασκευαστούν ορισμένα μόνο πράγματα – επειδή η “αντίληψη” της μεγάλης πλειοψηφίας που είναι ο μέσος πολίτης, ήδη διαμορφωμένη, θα μπορούσε να δημιουργήσει τη δική της φυσική ορμή προς την αλλαγή καθεστώτος;

Και τι κάνουμε εμείς, σε αυτήν εδώ την περιοχή,μετά από αυτές τις τρομακτικές νέες πληροφορίες σχετικά με το πώς διεξάγονται οι πόλεμοι εναντίον μας – χρησιμοποιώντας τους πληθυσμούς μας ως στρατιώτες στο πεδίο της μάχης για την εξυπηρέτηση ξένων συμφερόντων;

Δημιουργώντας το δικό μας “παιχνίδι ”

Δύο είναι οι παίχτες σε αυτό το παιχνίδι αφηγήσεων.

Το πρώτο που μάθαμε είναι ότι οι ιδέες και οι στόχοι μπορούν να κατασκευαστούν, να προσαρμοστούν, να εξωραϊστούν και να εφαρμοστούν με μεγάλη αποτελεσματικότητα.

Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι πρέπει να καθιερώσουμε περισσότερα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης και δίκτυα διανομής πληροφοριών για τη διάδοση των δικών μας απόψεων σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης.

Οι Δυτικές κυβερνήσεις μπορούν να βασιστούν σε ένα γελοιωδέστατα συκοφαντικό στρατό δυτικών και περιφερειακών δημοσιογράφων που μας εκτοξεύουν την προπαγάνδα τους μέρα και νύχτα. Δεν χρειάζεται να είμαστε ισοδύναμοι με αυτούς σε αριθμούς ή μέσα: μπορούμε απλώς να αναπτύξουμε στρατηγικές για να αποτρέψουμε τις εκστρατείες παραπληροφόρησης στις οποίες επιδίδονται. Δυτικοί δημοσιογράφοι που επανειλημμένα δημοσιεύουν ψευδείς, ανακριβείς και επιβλαβείς πληροφορίες θέτοντας σε κίνδυνο ανθρώπινες ζωές πρέπει να αποκλείονται από την περιοχή.

Αυτοί δεν είναι δημοσιογράφοι – προτιμώ να τους αποκαλώ μαχητές των ΜΜΕ – και δεν τους αξίζουν οι ελευθερίες που παρέχονται στους πραγματικούς επαγγελματίες του τομέα της ενημέρωσης. Αν αυτοί οι δυτικοί δημοσιογράφοι είχαν, κατά το πρώτο έτος της συριακής σύγκρουσης, αμφισβητήσει τα δεδομένα οποιασδήποτε εκ των τεσσάρων αφηγήσεων που αναφέρθηκαν, θα είχαν σκοτωθεί ως σήμερα περισσότεροι από 250.000 Σύριοι; Θα καταστρεφόταν η Συρία και θα είχαν μείνει άστεγοι 12 εκατομμύρια Σύριοι; Θα υπήρχε καν το ISIS;

Ελευθερία του λόγου; Όχι ευχαριστώ – όχι, αν πρέπει να πεθάνουμε για τους στόχους της εθνικής ασφάλειας κάποιου άλλου.

Η Συρία άλλαξε τον κόσμο. Έφερε τους Ρώσους και τους Κινέζους (BRICS) στο επίκεντρο και μετέτρεψε την παγκόσμια τάξη από μονοπολική σε πολυπολική μέσα σε μια νύχτα. Και δημιούργησε έναν κοινό σκοπό για μια ομάδα σημαντικών κρατών της περιοχής που αποτελούν πλέον τη ραχοκοκαλιά ενός αναδυόμενου «Τόξου Ασφαλείας» από την Εγγύς Ανατολή ως τον Περσικό Κόλπο.

Τώρα έχουμε τεράστιες δυνατότητες να μετασχηματίσουμε τον κόσμο και τη Μέση Ανατολή σύμφωνα με το δικό μας όραμα. Νέα σύνορα; Θα τα χαράξουμε από μέσα. Οι τρομοκράτες; Εμείς οι ίδιοι θα τους νικήσουμε. Οι ΜΚΟ; Θα δημιουργήσουμε τις δικές μας, με τους δικούς μας ανθρώπους και τα δικά μας σχέδια. Οι αγωγοί πετρελαίου; Εμείς θα αποφασίσουμε τη διαδρομή τους.

Αλλά ας αρχίσουμε να οικοδομούμε αυτές τις νέες αφηγήσεις πριν έρθουν οι “Άλλοι”να καλύψουν το κενό.

Και προσοχή! Το χειρότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να σπαταλήσουμε το χρόνο μας απορρίπτοντας τις ξένες αφηγήσεις. Αυτό ακριβώς θα μας κάνει να είμαστε οι “απορριπτικοί” στο παιχνίδι τους. Και αυτό δίνει ζωή στο παιχνίδι τους. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να δημιουργήσουμε το δικό μας παιχνίδι – ένα πλούσιο λεξιλόγιο τοπικών αφηγήσεων – που καθορίζει τον εαυτό μας, την ιστορία μας και τις προσδοκίες μας, με βάση τη δική μας πολιτική, οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα. Ας αφήσουμε τους “Άλλους” να απορρίψουν τη δική μας εκδοχή, ας αφήσουμε αυτούς να γίνουν οι “απορριπτικοί” στο δικό μας παιχνίδι… και ας του δώσουν ζωή.
πηγή:
https://avantgarde2009.wordpress.com

Τετάρτη 27 Απριλίου 2016

26 Aπριλίου 1937: Η καταστροφή της Γκουέρνικα






Σαν σήμερα, στις 26 Απρίλη 1937, όταν μαινόταν στην Ισπανία ο Εμφύλιος Πόλεμος, η γερμανική πολεμική αεροπορία ισοπεδώνει, ύστερα από ένα βομβαρδισμό τριών ολόκληρων ωρών την Γκουέρνικα, μια μικρή πόλη στη χώρα των Βάσκων, σκοτώνοντας χίλιους ανυπεράσπιστους άμαχους.

Η βάρβαρη καταστροφή της Γκουέρνικα, ιερής πόλης των Βάσκων, προκάλεσε την αγανάκτηση των προοδευτικών ανθρώπων όλου του κόσμου. Δεν ήταν μόνο η επέμβαση της Γερμανίας στο πλευρό του Φράνκο κατά των δημοκρατικών, ήταν και ένα σήμα κινδύνου για την ανθρωπότητα από τη φονική ναζιστική πολεμική μηχανή, που απειλούσε πλέον ολόκληρη την Ευρώπη.

Η σαραντάχρονη δικτατορία του Φράνκο εμπόδισε την ιστορική έρευνα σχετικά με τη σφαγή της Γκουέρνικα. Η επίσημη εκδοχή της φρανκικής προπαγάνδας ήταν ότι η πόλη πυρπολήθηκε από τους «ερυθρούς στασιαστές», για τους δικούς τους προπαγανδιστικούς σκοπούς. Φυσικά κανείς δεν μπορούσε να δεχτεί κάτι τέτοιο. Ενα ερώτημα που απασχολούσε τους ιστορικούς ήταν αν ο βομβαρδισμός έγινε με τη συναίνεση των εθνικιστών ή αν οι Γερμανοί έδρασαν ανεξάρτητα, κάνοντας μια γενική δοκιμή των μεθόδων αεροπορικής καταστροφής που επρόκειτο να παίξουν τόσο σημαντικό ρόλο στον επερχόμενο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι Γερμανοί μεταπολεμικοί πολιτικοί πάντως συνέκλιναν στην άποψη ότι για τη σφαγή ευθύνονται από κοινού οι ναζί και ο Φράνκο.

Ο βομβαρδισμός της Γκουέρνικα δεν ήταν η μόνη «συνδρομή» της ναζιστικής Γερμανίας στον Φράνκο. Ο ίδιος ο Χίτλερ υπολόγιζε ότι η «βοήθεια» έφτασε τα 400 εκατομμύρια μάρκα, ποσό αστρονομικό για τα δεδομένα εκείνης της εποχής. Δεν έγινε γνωστός ο αριθμός των Γερμανών που πολέμησαν από τις φασιστικές γραμμές, αλλά το γεγονός ότι από το φρανκικό καθεστώς παρασημοφορήθηκαν 29.113 Γερμανοί αξιωματικοί και στρατιώτες δείχνει το μέγεθος της ανάμειξης.

«Κραυγές παιδιών, κραυγές γυναικών, κραυγές πουλιών», σημείωνε στο ημερολόγιό του ο μεγάλος Ισπανός ζωγράφος Πάμπλο Πικάσο, λίγο πριν καταγράψει στον ομώνυμο πίνακά του την καταστροφή της Γκουέρνικα, κληροδοτώντας στην αιωνιότητα τη μεγαλύτερη αγριότητα του πολέμου.

imerodromos.gr



Πολύνεκρη αεροπορική επίθεση κατά της βασκικής πόλης Γκουέρνικα από γερμανούς και ιταλούς εθελοντές αεροπόρους, που συνεργάζονταν με τους εθνικιστές του στρατηγού Φράνκο κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφύλιου Πολέμου (1936-1939). Έλαβε χώρα το απόγευμα της 26ης Απριλίου 1937 κι έμεινε στην ιστορία κυρίως χάρις στον πίνακα του μεγάλου ισπανού ζωγράφου Πάμπλο Πικάσο, που αποτύπωσε μοναδικά τη φρίκη του πολέμου.

Την άνοιξη του 1937 οι εθνικιστές του Φράνκο, έχοντας υπό τον έλεγχό τους το μεγαλύτερο μέρος της Ισπανίας, θέλησαν να διασφαλίσουν την κυριαρχία τους και στο βορά, με την κατάληψη του Μπιλμπάο, της μεγαλύτερης πόλης των ανυπότακτων Βάσκων, που συνεργάζονταν με τη δημοκρατική κυβέρνηση της Μαδρίτης. Το μεγαλύτερο εμπόδιο ήταν η Γκουέρνικα (Γκερνίκα η σωστή της προφορά στα ισπανικά), που βρισκόταν σε στρατηγικό σημείο στο δρόμο για το Μπιλμπάο. Η Γκουέρνικα, στην οποία ζούσαν 5.000 άνθρωποι, αλλά και χιλιάδες Δημοκρατικοί πρόσφυγες. ήταν σημαντική πόλη για τους Βάσκους, γιατί κάτω από μια βελανιδιά στο κέντρο της πόλης συνήθιζε να συνεδριάζει η Βουλή τους.

Η εντολή για τον βομβαρδισμό της Γκουέρνικα δόθηκε από τους φρανκιστές στον αντισμήναρχο Βόλφραμ Φράιχερ φον Ριχτχόφεν, που ήταν επικεφαλής των γερμανών εθελοντών, οι οποίοι είχαν συγκροτήσει τη «Λεγεώνα Κόνδωρ». Τυπικά, η ναζιστική Γερμανία ήταν ουδέτερη στον Ισπανικό Εμφύλιο. Συμμετείχε, όμως, ουσιαστικά στις επιχειρήσεις με μια ομάδα εθελοντών, που ήταν όλοι τους έμπειροι αεροπόροι της Λουτβάφε και πιλοτάριζαν τελευταίου τύπου αεροπλάνα. Όπως παραδέχθηκε αργότερα ο αρχιναζιστής Χέρμαν Γκέρινγκ στη Δίκη της Νυρεμβέργης, οι νεαροί πιλότοι είχαν σταλεί με διαταγή του Ράιχ για να εμποδίσουν την εξάπλωση του Κομμουνισμού, αλλά και να δοκιμαστούν σε συνθήκες μάχης.

Στην επιχείρηση που σχεδίασε ο Ριχτχόφεν θα έπαιρναν μέρος 20 γερμανικά μαχητικά και 3 ιταλικά, τα οποία αποτελούσαν τμήμα του ιταλικού εθελοντικού σώματος, που είχε στείλει ο Μουσολίνι για την υποστήριξη του ομοϊδεάτη του Φράνκο. Τα αεροπλάνα θα επιχειρούσαν πέντε κύματα επιθέσεων, πρώτα στα περίχωρα και στη συνέχεια μέσα στη Γκουέρνικα, με βόμβες των 250 και 50 κιλών και εμπρηστικές του ενός κιλού.





Η Γκουέρνικα φλέγεται μετά την επιδρομή των βομβαρδιστικών του Χίτλερ και του Μουσολίνι


Η Επιχείρηση Επίπληξη (Operation Rugen), όπως ήταν η κωδική της ονομασία, πραγματοποιήθηκε από τις 4:30 το απόγευμα έως τις 7 το βράδυ της 26ης Απριλίου 1937.

Ήταν κυριολεκτικά ένας περίπατος για τους πιλότους, καθώς η πόλη ήταν ανοχύρωτη. Οι βομβαρδισμοί ήταν καταιγιστικοί και ανηλεείς, με αποτέλεσμα η πόλη σχεδόν να ισοπεδωθεί και από τις μεγάλες πυρκαϊές που ακολούθησαν. Τα θύματα από τους βομβαρδισμούς ανήλθαν σε 1654 νεκρούς και 889 τραυματίες, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσαν οι αρχές. Πρόσφατες έρευνες μειώνουν τον αριθμό των νεκρών, το πολύ στους 300.

Αυτό δεν μειώνει σε τίποτα τη φρίκη της επίθεσης, που ήταν ένα κλασσικό έγκλημα πολέμου, ένα τυφλό χτύπημα και μια πράξη τρομοκρατίας, αφού η επίθεση δεν εκδηλώθηκε κατά στρατιωτικού στόχου. Σύμφωνα με εικασίες που αναπτύχθηκαν αργότερα, οι Γερμανοί θα πρέπει να υπερέβησαν τις οδηγίες των Ισπανών και να εκδήλωσαν την επίθεση με περισσή ένταση, ως αντίποινα για το λιντσάρισμα από Δημοκρατικούς, ενός γερμανού πιλότου, το αεροπλάνο του οποίου είχε πέσει κοντά στο Μπιλμπάο, λίγες ημέρες νωρίτερα.

Οι εθνικιστές, χωρίς να αρνηθούν τον βομβαρδισμό της Γκουέρνικα, έριξαν τις ευθύνες για τις μεγάλες πυρκαϊές και τις εκτεταμένες καταστροφές στους υποχωρούντες Δημοκρατικούς και στις τακτικές της «καμμένης γης» που εφάρμοζαν. Δημοσιογραφικές μαρτυρίες από πρώτο χέρι τούς δικαιώνουν εν μέρει.

Όπως και σε ανάλογες περιπτώσεις την Ελλάδα, η Δημοκρατική Γερμανία ζήτησε συγγνώμη για τις ωμότητες που διέπραξαν οι ναζιστές στην Ισπανία. Στην 60η επέτειο του βομβαρδισμού της Γκουέρνικα το 1997, ο γερμανός πρόεδρος Ρόμαν Χέρτζοχ, με επιστολή τους προς του επιζώντες, τους «έτεινε χείρα φιλίας και συμφιλίωσης, εξ ονόματος του γερμανικού λαού». Το 1998 η γερμανική Βουλή με απόφασή της αφαίρεσε όλα τα ονόματα των μελών της Λεγεώνας Κόνδωρ, που είχαν δοθεί σε γερμανικά στρατόπεδα.


Η Γκουέρνικα του Πικάσο



Την εποχή του βομβαρδισμού της Γκουέρνικα, ο μεγάλος ισπανός ζωγράφος Πάμπλο Πικάσο ετοίμαζε ένα πίνακα, παραγγελία της Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Μαδρίτης, που θα κοσμούσε το Ισπανικό Περίπτερο στη Διεθνή Έκθεση των Παρισίων. Μόλις πληροφορήθηκε τη μεγάλη σφαγή, ονόμασε τον πίνακα Γκουέρνικα, θέλοντας να εκφράσει την απέχθειά του προς τους στρατιωτικούς «που βύθισαν την Ισπανία στον ωκεανό του πόνου και του θανάτου».

Το έργο του Πικάσο είναι μία τεράστια ελαιογραφία (3,49 x 7,77 μ.), που περιγράφει την απανθρωπιά, τη βιαιότητα και την απόγνωση του πολέμου. Δείχνει ένα σκηνικό θανάτου, με διαμελισμένα ζώα και ανθρώπους, γυναίκες να κλαίνε, κρατώντας νεκρά μωρά και κατεστραμμένα κτίρια. Αρχικά, ο Πικάσο πειραματίστηκε με χρώμα, αλλά τελικά κατέληξε στο άσπρο, το μαύρο και το γκρι, καθώς θεώρησε ότι έτσι δίνει μεγαλύτερη ένταση στο θέμα.

Ο πίνακας εκτέθηκε τον Ιούλιο του 1937 στη Διεθνή Έκθεση των Παρισίων και συγκέντρωσε το γενικό ενδιαφέρον. Στη συνέχεια, περιόδευσε σε μεγάλες πρωτεύουσες του κόσμου, προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα για την προάσπιση της Δημοκρατίας στην Ισπανία. Μετά την επικράτηση του Φράνκο, το 1939, η Γκουέρνικα βρήκε προσωρινό καταφύγιο στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (ΜΟΜΑ).

Το 1968 ο Φράνκο εξέφρασε την επιθυμία να εκτεθεί ο πίνακας στην Ισπανία. Ο Πικάσο αρνήθηκε και εξουσιοδότησε το ΜΟΜΑ να επιστρέψει τον πίνακα στην Ισπανία, μόλις αποκατασταθεί η Δημοκρατία. Αυτό έγινε το 1975, όταν πέθανε ο Φράνκο κι ενώ ο Πικάσο είχε φύγει από τη ζωή, δύο χρόνια νωρίτερα. Το 1981 η «Γκουέρνικα» επέστρεψε στα πάτρια εδάφη και αποτέλεσε ένα από τα σπουδαιότερα εκθέματα του Μουσείου «Πράδο» της Μαδρίτης. Από το 1992 κοσμεί το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Βασίλισσα Σοφία της Μαδρίτης.

sansimera.gr