Χριστόφορος Κάσδαγλης στο thepressproject.gr
Κάθισα χθες βράδυ και παρακολούθησα για χάρη σας την «Ανατροπή» του
Γιάννη Πρετεντέρη, όπου παρουσιάστηκε η τελευταία δημοσκόπηση της GPO.
Ειλικρινά θαύμασα τη μαεστρία με την οποία παρουσιάζονται τα ευρήματα της έρευνας. Σε μερικές περιπτώσεις θαύμασα επίσης τον τρόπο που στήνονται μερικές ερωτήσεις, ή που δεν τίθενται άλλες.
Δεν ισχυρίζομαι ότι οι δημοσκοπήσεις είναι στημένες. Δεν ξέρω αν υπάρχουν στημένες δημοσκοπήσεις. Αυτό για το οποίο έχω πειστεί είναι ότι τα γκάλοπ τείνουν όλο και περισσότερο -για λόγους που έχουν αναλυθεί επαρκώς- να χάσουν τη χρησιμότητά τους ως εργαλείο ανάλυσης. Πέρα άλλωστε από τους καθαρά τεχνικούς λόγους, οι εταιρείες δημοσκοπήσεων αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του πολιτικού και του μιντιακού συστήματος και ταλανίζονται από την ίδια κρίση αξιοπιστίας μ’ αυτά.
Αλλά το θέμα μου σήμερα δεν είναι τόσο οι δημοσκοπήσεις, όσο ο τρόπος που μεθοδεύονται και, κυρίως, ο τρόπος που παρουσιάζονται.
Ο Γιάννης Πρετεντέρης, έχοντας πάρει φόρα από το δελτίο Ειδήσεων του Mega, υπήρξε άκρως εμμονικός στον τρόπο παρουσίασης των ευρημάτων. Πριν απ’ αυτό, όμως, ας μου επιτραπεί ένα αμιγώς δημοσιογραφικό σχόλιο.
Στο πάνελ χθες βράδυ φιγουράριζε πρώτος πρώτος ο Μάκης Βορίδης. Ο Μάκης Βορίδης ήταν χθες όλη μέρα -τουλάχιστον στα social media- το τιμώμενο πρόσωπο, the talk of the day όπως θα ’λεγε και ο κοσμοπολίτης Πρετεντέρης αν ήταν διατεθειμένος να αγγίξει το θέμα. Ο λόγος ήταν ότι εμφανίστηκε στο δικαστήριο ως συνήγορος των εταιρειών Energa και Hellas Power, η οποία φέσωσε το ελληνικό δημόσιο με αρκετά εκατομμύρια από τα χαράτσια που εισέπραξε από τους πελάτες της και δεν τα απέδωσε στο Δημόσιο. Εντάξει, ο διευθυντής ειδήσεων του Mega δεν θεώρησε το θέμα αρκετά σημαντικό για να το παίξει στο δελτίο – δικαίωμά του. Αλλά ο δημοσιογράφος Πρετεντέρης, στη δική του εκπομπή, δεν είχε τη δημοσιογραφική περιέργεια να κάνει μια σχετική ερώτηση στον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του κυβερνώντος κόμματος; Δεν τον ενδιαφέρει η θεαματικότητα της εκπομπής του; Δεν θέλει να αυξήσει τα νούμερά του; Δεν θέλει να εμπεδώσει την επαγγελματική του φήμη; Εδώ που τα λέμε, για να μην αδικούμε κανέναν, κάτι ανάλογο ισχύει και για τους καλεσμένους της εκπομπής. Ως εκπρόσωποι της κοινωνίας ή ως πολιτικοί αντίπαλοι του Βορίδη, θα είχαν κάθε λόγο να κάνουν μια αναφορά στο θέμα. Τους διέφυγε. Ή το απέφυγαν.
Επέδειξε λοιπόν χθες βράδυ ο Γιάννης Πρετεντέρης ιδιαίτερη εμμονή στον τρόπο παρουσίασης των αποτελεσμάτων της έρευνας. Κατά την άποψή του, στην αξιολόγηση των απαντήσεων και στη σύγκριση των ποσοστών με την προηγούμενη μέτρηση, πριν από ένα μήνα, θα έπρεπε να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι βρισκόμαστε πλέον δύο εβδομάδες πριν από τις εκλογές, οπότε θα ήταν αναμενόμενο να οξυνθεί η ένταση της κριτικής των πολιτών απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, που ωστόσο φαίνεται ότι τελικά παρέμεινε σταθερή.
Ας το ξαναδούμε λίγο αυτό, υπό το φως των συγκεκριμένων απαντήσεων: Το 51,4% των πολιτών εκτιμά ότι η ζωή των πολιτών θα χειροτερέψει τα επόμενα χρόνια. Το ποσοστό αυτό παρέμεινε περίπου αμετάβλητο σε σχέση με την προηγούμενη μέτρηση. Περίεργο εύρημα, αν σκεφτεί κανείς ότι στο μεταξύ: 1. Επιβεβαιώθηκε από την Eurostat ότι η χώρα έχει πρωτογενές πλεόνασμα. 2. H χώρα βγήκε επιτέλους στις αγορές. 3. Οι αγορές με τη θετική αντίδρασή τους επιβράβευσαν το ελληνικό success story. 4. Ξεκίνησε η διανομή του κοινωνικού μερίσματος. 5. Η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι δεν θα υπάρξουν άλλα μνημόνια. 5. Αποκαλύφθηκε, μέσω του προεκλογικού σποτ της νέας Δημοκρατίας, ότι ακόμα και ο πρόεδρος Ομπάμα πιστεύει ότι θα δούμε φως στην άκρη του τούνελ. (Εντάξει, στο μεταξύ αποδείχτηκε ότι δεν είπε κάτι τέτοιο ο πρόεδρος Ομπάμα, αλλά το Mega, όπως επίσης και τα άλλα κανάλια, αυτό δεν το έπαιξε, οπότε ο κόσμος υποτίθεται ότι δεν το ξέρει)
Μετά από όλες αυτές τις επιτυχίες, παραμένει η απορία: τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε; Γιατί ο κόσμος επιμένει ότι θα χειροτερέψει η ζωή των πολιτών; Γιατί πιστεύει ότι «θα χειροτερέψει η οικονομία τα επόμενα χρόνια (49,8%); Γιατί «κρίνει αρνητικά τις προσπάθειες της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της κρίσης» (63,1%); Από πού κι ως πού θεωρεί ότι «η οικονομική πολιτική δεν αποδίδει καρπούς» (66,3%); Γιατί αποφαίνεται ότι «η χώρα δεν βγαίνει από την κρίση» (67,5%);
Αυτά τα ερωτήματα δεν πέρασαν καν από το μυαλό του κ. Πρετεντέρη ή, κι αν πέρασαν, φαίνεται ότι τα απώθησε.
Κι ακόμα, πώς γίνεται περίπου το 70% των πολιτών να προβλέπει ότι θα επιβληθούν νέα μέτρα, όταν ο πρωθυπουργός εμφατικά διαβεβαιώνει περί του αντιθέτου; (Tο νούμερο αυτό το καταγράφω κατά προσέγγιση, γιατί οι άνθρωποι της Ανατροπής θεώρησαν σωστό να μη συμπεριλάβουν τη σχετική απάντηση στις αναφορές τους στο twitter. Σύμπτωση.)
Άλλο πάλι κακό προέκυψε με τη δέσμη των ερωτήσεων που είχαν σχέση με τον δημοψηφισματικό χαρακτήρα των εκλογών. Το 60,4%, λέει, «διαφωνούν με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για μετατροπή των εκλογών σε δημοψήφισμα». Ποια πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ; Μόλις προχθές ο ίδιος ο Πρετεντέρης έλεγε στο δελτίο Ειδήσεων ότι ο Βενιζέλος έριξε το γάντι και ο ΣΥΡΙΖΑ το σήκωσε. Ο Σαμαράς διακηρύσσει ότι στις εκλογές διακυβεύεται η πολιτική σταθερότητα. Το ΠΑΣΟΚ προϊδεάζει την κοινή γνώμη ότι επίκειται κυβερνητική κατάρρευση. Αληθεύει μεν ότι η πρόταση ήταν πράγματι του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η ερώτηση τίθεται με προσχηματικό τρόπο δεδομένου ότι ο δημοψηφισματικός χαρακτήρας των εκλογών είναι πλέον κοινός τόπος.
Ασαφής, ασαφέστατη, και άκρως προβληματική είναι η επόμενη ερώτηση: «Να πάμε σε εκλογές αν βγει πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ;». Πέραν του ότι εν προκειμένω υπάρχει προϊδεασμός του ερωτώμενου υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ (!) σε σχέση με την παράσταση νίκης (αλήθεια, η ερώτηση περί παράστασης νίκης κάπου παράπεσε και δεν την συμπεριέλαβε ο κ. Πρετεντέρης στην εκπομπή του;;;), η ερώτηση δεν αντέχει σε οποιαδήποτε κριτική. Πόσο, δηλαδή, να είναι η διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ από το δεύτερο κόμμα, 1%, 3%, 5%; Κι αν δηλαδή, υποθετικά, η διαφορά είναι 10 μονάδες, και πάλι θα έπρεπε η κυβέρνηση να παραμείνει στη θέση της; Ε, αυτό ούτε ο κ. Πρετεντέρης δεν το υποστηρίζει!
Άλλο πρόβλημα πάλι, με την επόμενη ερώτηση: «Να αποχωρήσει το ΠΑΣΟΚ από την κυβέρνηση αν η Ελιά αποδοκιμαστεί στις εκλογές;». Πόσο, δηλαδή, θα είναι η αποδοκιμασία της Ελιάς; Σε τι ποσοστό να την αφήσουμε; Εδώ, λοιπόν, το 51,2% αποφαίνεται πως όχι, δεν πρέπει να αποχωρήσει το ΠΑΣΟΚ αν αποδοκιμαστεί η Ελιά. Και επειδή η απάντηση είναι παράλογη, καλό είναι να αναζητήσουμε την ευθύνη στην… ερώτηση.
Και πάμε τώρα στο καλύτερο. «Είναι έτοιμος ο ΣΥΡΙΖΑ να κυβερνήσει;». Όχι, απαντάει το 71,7%. Το σχόλιό μου εν προκειμένω είναι ότι θα έπρεπε η ίδια ακριβώς ερώτηση να τεθεί τόσο για τη Νέα Δημοκρατία όσο και για το ΠΑΣΟΚ-Ελιά-Δημοκρατική Παράταξη. Παράδειγμα: «Είναι έτοιμη η Νέα Δημοκρατία να κυβερνήσει;». Μη βιαστείτε να απαντήσετε! Και προπαντός μην πείτε με σιγουριά πως ναι, είναι. Από πουθενά δεν προκύπτει ότι η Νέα Δημοκρατία είναι έτοιμη να κυβερνήσει. Από πουθενά δεν προκύπτει ότι ήταν έτοιμη το 2012, εξ ου και οι άθλιες κυβερνητικές επιδόσεις της (όπως άλλωστε προκύπτει και από τις προηγούμενες απαντήσεις). Θα μου πείτε ότι, παρόλα αυτά, η Νέα Δημοκρατία κυβερνάει. Σωστό.
Ο απόλυτος σουρεαλισμός επελαύνει με την επόμενη ερώτηση. Για ποιο λόγο ψηφίζουν οι πολίτες: «Για να συμβάλουν στην πολιτική σταθερότητα» (51,8%) ή «για την ανατροπή της κυβέρνησης» (38,7%); Περίεργο, εγώ νόμιζα ότι οι πολίτες ψηφίζουν επίσης για να εκλέξουν ευρωβουλευτές, περιφερειάρχες και δημάρχους. Δεν θα ’πρεπε να υπάρχει τουλάχιστον κι αυτή η επιλογή;
Ανατροπή, σου λέει μετά…
Ειλικρινά θαύμασα τη μαεστρία με την οποία παρουσιάζονται τα ευρήματα της έρευνας. Σε μερικές περιπτώσεις θαύμασα επίσης τον τρόπο που στήνονται μερικές ερωτήσεις, ή που δεν τίθενται άλλες.
Δεν ισχυρίζομαι ότι οι δημοσκοπήσεις είναι στημένες. Δεν ξέρω αν υπάρχουν στημένες δημοσκοπήσεις. Αυτό για το οποίο έχω πειστεί είναι ότι τα γκάλοπ τείνουν όλο και περισσότερο -για λόγους που έχουν αναλυθεί επαρκώς- να χάσουν τη χρησιμότητά τους ως εργαλείο ανάλυσης. Πέρα άλλωστε από τους καθαρά τεχνικούς λόγους, οι εταιρείες δημοσκοπήσεων αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του πολιτικού και του μιντιακού συστήματος και ταλανίζονται από την ίδια κρίση αξιοπιστίας μ’ αυτά.
Αλλά το θέμα μου σήμερα δεν είναι τόσο οι δημοσκοπήσεις, όσο ο τρόπος που μεθοδεύονται και, κυρίως, ο τρόπος που παρουσιάζονται.
Ο Γιάννης Πρετεντέρης, έχοντας πάρει φόρα από το δελτίο Ειδήσεων του Mega, υπήρξε άκρως εμμονικός στον τρόπο παρουσίασης των ευρημάτων. Πριν απ’ αυτό, όμως, ας μου επιτραπεί ένα αμιγώς δημοσιογραφικό σχόλιο.
Στο πάνελ χθες βράδυ φιγουράριζε πρώτος πρώτος ο Μάκης Βορίδης. Ο Μάκης Βορίδης ήταν χθες όλη μέρα -τουλάχιστον στα social media- το τιμώμενο πρόσωπο, the talk of the day όπως θα ’λεγε και ο κοσμοπολίτης Πρετεντέρης αν ήταν διατεθειμένος να αγγίξει το θέμα. Ο λόγος ήταν ότι εμφανίστηκε στο δικαστήριο ως συνήγορος των εταιρειών Energa και Hellas Power, η οποία φέσωσε το ελληνικό δημόσιο με αρκετά εκατομμύρια από τα χαράτσια που εισέπραξε από τους πελάτες της και δεν τα απέδωσε στο Δημόσιο. Εντάξει, ο διευθυντής ειδήσεων του Mega δεν θεώρησε το θέμα αρκετά σημαντικό για να το παίξει στο δελτίο – δικαίωμά του. Αλλά ο δημοσιογράφος Πρετεντέρης, στη δική του εκπομπή, δεν είχε τη δημοσιογραφική περιέργεια να κάνει μια σχετική ερώτηση στον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του κυβερνώντος κόμματος; Δεν τον ενδιαφέρει η θεαματικότητα της εκπομπής του; Δεν θέλει να αυξήσει τα νούμερά του; Δεν θέλει να εμπεδώσει την επαγγελματική του φήμη; Εδώ που τα λέμε, για να μην αδικούμε κανέναν, κάτι ανάλογο ισχύει και για τους καλεσμένους της εκπομπής. Ως εκπρόσωποι της κοινωνίας ή ως πολιτικοί αντίπαλοι του Βορίδη, θα είχαν κάθε λόγο να κάνουν μια αναφορά στο θέμα. Τους διέφυγε. Ή το απέφυγαν.
Επέδειξε λοιπόν χθες βράδυ ο Γιάννης Πρετεντέρης ιδιαίτερη εμμονή στον τρόπο παρουσίασης των αποτελεσμάτων της έρευνας. Κατά την άποψή του, στην αξιολόγηση των απαντήσεων και στη σύγκριση των ποσοστών με την προηγούμενη μέτρηση, πριν από ένα μήνα, θα έπρεπε να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι βρισκόμαστε πλέον δύο εβδομάδες πριν από τις εκλογές, οπότε θα ήταν αναμενόμενο να οξυνθεί η ένταση της κριτικής των πολιτών απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, που ωστόσο φαίνεται ότι τελικά παρέμεινε σταθερή.
Ας το ξαναδούμε λίγο αυτό, υπό το φως των συγκεκριμένων απαντήσεων: Το 51,4% των πολιτών εκτιμά ότι η ζωή των πολιτών θα χειροτερέψει τα επόμενα χρόνια. Το ποσοστό αυτό παρέμεινε περίπου αμετάβλητο σε σχέση με την προηγούμενη μέτρηση. Περίεργο εύρημα, αν σκεφτεί κανείς ότι στο μεταξύ: 1. Επιβεβαιώθηκε από την Eurostat ότι η χώρα έχει πρωτογενές πλεόνασμα. 2. H χώρα βγήκε επιτέλους στις αγορές. 3. Οι αγορές με τη θετική αντίδρασή τους επιβράβευσαν το ελληνικό success story. 4. Ξεκίνησε η διανομή του κοινωνικού μερίσματος. 5. Η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι δεν θα υπάρξουν άλλα μνημόνια. 5. Αποκαλύφθηκε, μέσω του προεκλογικού σποτ της νέας Δημοκρατίας, ότι ακόμα και ο πρόεδρος Ομπάμα πιστεύει ότι θα δούμε φως στην άκρη του τούνελ. (Εντάξει, στο μεταξύ αποδείχτηκε ότι δεν είπε κάτι τέτοιο ο πρόεδρος Ομπάμα, αλλά το Mega, όπως επίσης και τα άλλα κανάλια, αυτό δεν το έπαιξε, οπότε ο κόσμος υποτίθεται ότι δεν το ξέρει)
Μετά από όλες αυτές τις επιτυχίες, παραμένει η απορία: τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε; Γιατί ο κόσμος επιμένει ότι θα χειροτερέψει η ζωή των πολιτών; Γιατί πιστεύει ότι «θα χειροτερέψει η οικονομία τα επόμενα χρόνια (49,8%); Γιατί «κρίνει αρνητικά τις προσπάθειες της κυβέρνησης για την αντιμετώπιση της κρίσης» (63,1%); Από πού κι ως πού θεωρεί ότι «η οικονομική πολιτική δεν αποδίδει καρπούς» (66,3%); Γιατί αποφαίνεται ότι «η χώρα δεν βγαίνει από την κρίση» (67,5%);
Αυτά τα ερωτήματα δεν πέρασαν καν από το μυαλό του κ. Πρετεντέρη ή, κι αν πέρασαν, φαίνεται ότι τα απώθησε.
Κι ακόμα, πώς γίνεται περίπου το 70% των πολιτών να προβλέπει ότι θα επιβληθούν νέα μέτρα, όταν ο πρωθυπουργός εμφατικά διαβεβαιώνει περί του αντιθέτου; (Tο νούμερο αυτό το καταγράφω κατά προσέγγιση, γιατί οι άνθρωποι της Ανατροπής θεώρησαν σωστό να μη συμπεριλάβουν τη σχετική απάντηση στις αναφορές τους στο twitter. Σύμπτωση.)
Άλλο πάλι κακό προέκυψε με τη δέσμη των ερωτήσεων που είχαν σχέση με τον δημοψηφισματικό χαρακτήρα των εκλογών. Το 60,4%, λέει, «διαφωνούν με την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για μετατροπή των εκλογών σε δημοψήφισμα». Ποια πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ; Μόλις προχθές ο ίδιος ο Πρετεντέρης έλεγε στο δελτίο Ειδήσεων ότι ο Βενιζέλος έριξε το γάντι και ο ΣΥΡΙΖΑ το σήκωσε. Ο Σαμαράς διακηρύσσει ότι στις εκλογές διακυβεύεται η πολιτική σταθερότητα. Το ΠΑΣΟΚ προϊδεάζει την κοινή γνώμη ότι επίκειται κυβερνητική κατάρρευση. Αληθεύει μεν ότι η πρόταση ήταν πράγματι του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η ερώτηση τίθεται με προσχηματικό τρόπο δεδομένου ότι ο δημοψηφισματικός χαρακτήρας των εκλογών είναι πλέον κοινός τόπος.
Ασαφής, ασαφέστατη, και άκρως προβληματική είναι η επόμενη ερώτηση: «Να πάμε σε εκλογές αν βγει πρώτος ο ΣΥΡΙΖΑ;». Πέραν του ότι εν προκειμένω υπάρχει προϊδεασμός του ερωτώμενου υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ (!) σε σχέση με την παράσταση νίκης (αλήθεια, η ερώτηση περί παράστασης νίκης κάπου παράπεσε και δεν την συμπεριέλαβε ο κ. Πρετεντέρης στην εκπομπή του;;;), η ερώτηση δεν αντέχει σε οποιαδήποτε κριτική. Πόσο, δηλαδή, να είναι η διαφορά του ΣΥΡΙΖΑ από το δεύτερο κόμμα, 1%, 3%, 5%; Κι αν δηλαδή, υποθετικά, η διαφορά είναι 10 μονάδες, και πάλι θα έπρεπε η κυβέρνηση να παραμείνει στη θέση της; Ε, αυτό ούτε ο κ. Πρετεντέρης δεν το υποστηρίζει!
Άλλο πρόβλημα πάλι, με την επόμενη ερώτηση: «Να αποχωρήσει το ΠΑΣΟΚ από την κυβέρνηση αν η Ελιά αποδοκιμαστεί στις εκλογές;». Πόσο, δηλαδή, θα είναι η αποδοκιμασία της Ελιάς; Σε τι ποσοστό να την αφήσουμε; Εδώ, λοιπόν, το 51,2% αποφαίνεται πως όχι, δεν πρέπει να αποχωρήσει το ΠΑΣΟΚ αν αποδοκιμαστεί η Ελιά. Και επειδή η απάντηση είναι παράλογη, καλό είναι να αναζητήσουμε την ευθύνη στην… ερώτηση.
Και πάμε τώρα στο καλύτερο. «Είναι έτοιμος ο ΣΥΡΙΖΑ να κυβερνήσει;». Όχι, απαντάει το 71,7%. Το σχόλιό μου εν προκειμένω είναι ότι θα έπρεπε η ίδια ακριβώς ερώτηση να τεθεί τόσο για τη Νέα Δημοκρατία όσο και για το ΠΑΣΟΚ-Ελιά-Δημοκρατική Παράταξη. Παράδειγμα: «Είναι έτοιμη η Νέα Δημοκρατία να κυβερνήσει;». Μη βιαστείτε να απαντήσετε! Και προπαντός μην πείτε με σιγουριά πως ναι, είναι. Από πουθενά δεν προκύπτει ότι η Νέα Δημοκρατία είναι έτοιμη να κυβερνήσει. Από πουθενά δεν προκύπτει ότι ήταν έτοιμη το 2012, εξ ου και οι άθλιες κυβερνητικές επιδόσεις της (όπως άλλωστε προκύπτει και από τις προηγούμενες απαντήσεις). Θα μου πείτε ότι, παρόλα αυτά, η Νέα Δημοκρατία κυβερνάει. Σωστό.
Ο απόλυτος σουρεαλισμός επελαύνει με την επόμενη ερώτηση. Για ποιο λόγο ψηφίζουν οι πολίτες: «Για να συμβάλουν στην πολιτική σταθερότητα» (51,8%) ή «για την ανατροπή της κυβέρνησης» (38,7%); Περίεργο, εγώ νόμιζα ότι οι πολίτες ψηφίζουν επίσης για να εκλέξουν ευρωβουλευτές, περιφερειάρχες και δημάρχους. Δεν θα ’πρεπε να υπάρχει τουλάχιστον κι αυτή η επιλογή;
Ανατροπή, σου λέει μετά…