ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Σάββατο 9 Μαρτίου 2013

Το φάντασμα της γερμανικής δικτατορίας πάνω από την Ευρώπη

Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

Τον Ιούνιο του 1953, μια μαχητική απεργία των οικοδόμων του Ανατολικού Βερολίνου εξελίχθηκε σε γενικευμένη λαϊκή εξέγερση εναντίον της κυβέρνησης Ούλμπριχτ, η οποία έγινε δυνατό να κατασταλεί μόνο χάρη στην επέμβαση των σοβιετικών τεθωρακισμένων.
Σε αυτή την τραγική για τους οπαδούς του σοσιαλισμού εξέλιξη αναφέρεται το γνωστό ποίημα του Γερμανού κομουνιστή Μπέρτολτ Μπρεχτ με τίτλο «Η λύση»: ...
«Ύστερ' απ' την εξέγερση της 17 του Ιούνη,/ ο γραμματέας της Ένωσης Λογοτεχνών /  έβαλε και μοιράσανε στη Λεωφόρο Στάλιν προκηρύξεις/ που λέγανε πως ο λαός/ έχασε την εμπιστοσύνη της κυβέρνησης /  και δεν μπορεί να την ξανακερδίσει / παρά μονάχα με διπλή προσπάθεια. Δε θα 'ταν τότε/ πιο απλό, η κυβέρνηση/ να διαλύσει το λαό/ και να εκλέξει έναν άλλον...;».

Το πολιτικό κατεστημένο της σημερινής ενιαίας Γερμανίας θα έβγαινε από τα ρούχα του αν κάποιος του καταλόγιζε ομοιότητες με την ψυχροπολεμική κυβέρνηση του Ούλμπριχτ. Κι όμως, δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από το απολυταρχικό πνεύμα και τη γραφειοκρατική τύφλωση των φιλοσοβιετικών.

Τρανή απόδειξη, η ανήκουστα προσβλητική για έναν ιστορικό λαό αντίδραση των Γερμανών ηγετών, Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών, στο αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών στην Ιταλία - τη χώρα που, όπως και η Ελλάδα, αντιπροσωπεύει ένα από τα δύο λίκνα του ευρωπαϊκού πολιτισμού, της Δημοκρατίας και του Δικαίου.

«Αισθάνομαι βαθύτατο αποτροπιασμό που δύο κλόουν κέρδισαν τις εκλογές», δήλωσε θρασύτατα ο υποψήφιος των Σοσιαλδημοκρατών για τη γερμανική καγκελαρία, Πέερ Στάινμπρουκ, αναφερόμενος στον Σίλβιο Μπερλουσκόνι και τον Μπέπε Γκρίλο οι οποίοι κέρδισαν αθροιστικά το 55% του ιταλικού εκλογικού σώματος. Δεν μπορούσε να συγκρατήσει ο άνθρωπος την οργή του για το γεγονός ότι ο εκλεκτός της Γερμανίας Μάριο Μόντι, «μαυρίστηκε» στις εκλογές συγκεντρώνοντας μόλις το 10% των ψήφων στη Βουλή και το 9% στη Γερουσία, παρότι είχε την υποστήριξη των Βρυξελλών, του παγκόσμιου τοκογλυφικού κεφαλαίου και της Καθολικής Εκκλησίας.

Οι «ανώριμοι Ιταλοί»

Τι «ανώριμος» λαός είναι αυτοί οι Ιταλοί που δεν ψηφίζουν τον «Ιταλό Παπαδήμο» ο οποίος μπορεί να μην είχε εκλεγεί ούτε κοινοτικός σύμβουλος στα εβδομήντα χρόνια που κουβαλάει στην πλάτη του, άλλο διέπρεψε ως στέλεχος της Coldman Sachs της Coca-Cola, της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ και της «Τριμερούς Επιτροπής» Η ΠΑ - Δυτικής Ευρώπης - Ιαπωνίας που ίδρυσε το 1973 ο Αμερικανός μεγαλοτραπεζίτης Ντέιβιντ Ροκφέλερ... Πώς να μην εξοργιστεί ο κύριος  Στάινμπρουκ από αυτό το λαό που ψηφίζει σαν αγέλη προβάτων τους «λαϊκιστές», αντί  να προτιμήσει το κόμμα του Μόντι, νούμερο δύο του οποίου είναι ο «υπεύθυνος πολιτικός» Τζιανφράνκο Φίνι, πρώην αρχηγός  του... νεοφασιστικού κόμματος;

Στο ίδιο μήκος κύματος, ο βουλευτής του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Κλάους-Πέτερ Βιλς πρότεινε ευθέως να φύγει η Ιταλία από την Ευρωζώνη αν δεν της αρέσει η δρακόντεια λιτότητα που επιβάλλει η αρχηγός του, Άνγκελα Μέρκελ. «Εάν δεν γίνει δυνατό να πειστεί η πλειονότητα του λαού μιας χώρας να τηρηθούν οι δεσμεύσεις που μόνη της η χώρα ανέλαβε για τη λειτουργία του κοινού νομίσματος, δεν ωφελεί να ζητούμε νέες εκλογές, αλλά θα έπρεπε να αφήσουμε τη χώρα να επιστρέψει στο εθνικό της νόμισμα».

Κυνικότερος όλων, ο πολύς Βόλφγκανγκ Σόιμπλε περιέγραψε τον ιταλικό, όπως και τον ελληνικό λαό σαν μίασμα που απειλεί να μολύνει ολόκληρη την Ευρώπη. «Η Ιταλία είναι μια πολύ σοβαρή περίπτωση, μεταδοτική, μολυσματική για την Ευρώπη», δήλωσε ο «τσάρος» της γερμανικής οικονομίας, χωρίς να δίνει δεκάρα για τους προφανείς συνειρμούς που δημιουργούν οι ανατριχιαστικοί χαρακτηρισμοί του με παραπλήσιους χαρακτηρισμούς προγενέστερων Γερμανών ηγετών για άλλες «μιαρές» εθνότητες. Να πιστεύει, άραγε, ακόμη ο Αλέξης Τσίπρας ότι ο Σόιμπλε είναι ένας «ρεαλιστής» πολιτικός, ο οποίος θα αναγκαστεί να συνεργαστεί με μια αυριανή αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα; Κύριος οίδε...

Σχηματίζουν... κυβερνήσεις

Δεν θα μπορούσε να περιμένει κανείς πολύ διαφορετική συμπεριφορά από τον αχυράνθρωπο της Γερμανίας στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Χέρμαν βαν Ρομπάι. Στις πρώτες δηλώσεις του μετά το «σεισμό» των ιταλικών εκλογών ο κύριος αυτός αξίωσε να σχηματιστεί μια κυβέρνηση που θα ακολουθήσει κατά γράμμα την πολιτική της κυβέρνησης Μόντι, η οποία μόλις είχε «μαυριστεί» από το 90% των ψηφοφόρων! «Εναπόκειται στους πολιτικούς ηγέτες να διαπραγματευτούν το σχηματισμό κυβέρνησης η οποία θα συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και τη δημοσιονομική σταθεροποίηση», δήλωσε ο Ρομπάι.

Ακόμη και μια συντηρητική αμερικανική εφημερίδα, όπως η Wall Street Journal του Μέρντοχ, εξανέστη για λογαριασμό των Ευρωπαίων πολιτών. «Αυτό σημαίνει», έγραφε σε κύριο άρθρο της η εφημερίδα σχολιάζοντας τις δηλώσεις Ρομπάι και τις τοποθετήσεις του Βερολίνου, «ότι η Ιταλία, όπως και η Ελλάδα και η Ιρλανδία μπορούν να έχουν όση Δημοκρατία θέλουν, αρκεί οι νικητές των εκλογών να παίρνουν εντολές όχι από τους εκλογείς τους, αλλά από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο... Είναι σαν να τους λένε: Εμείς έχουμε αποφασίσει το δρόμο για τη σωτηρία του ευρώ από τον κίνδυνο της διάλυσης. Κάθε παρέκκλιση από αυτό το δρόμο είναι ανεύθυνη».

Και η σύνταξη της εφημερίδας συνεχίζει: «Το πιο προφανές πρόβλημα μ' αυτή τη γραμμή σκέψης είναι ότι συνιστά παρωδία Δημοκρατίας. Αν οι πολιτικές δεν είναι δυνατό να αλλάξουν, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογών, τότε οι ίδιες οι εκλογές καταντούν φάρσα. Εκφυλίζονται σε απλό επίστρωμα λαϊκής κυριαρχίας χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο».

Ουδείς μπορεί να προβλέψει ποια έκβαση θα έχει το ιταλικό πολιτικό θρίλερ που πυροδότησε το εκλογικό αποτέλεσμα. Δεν αποκλείεται ο ηγέτης της Κεντροαριστεράς, Πιερλουίτζι Μπερσάνι, ένας πολιτικός της εμπιστοσύνης του Βερολίνου, να σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας με στήριξη από τον Μόντι ή και από μερίδα βουλευτών της νεοπαγούς και άκρως αντιφατικής παράταξης του κωμικού Μπέπε Γκρίλο. Ακόμη κι αν συμβεί αυτό, ο βίος μιας παρόμοιας κυβέρνησης θα είναι περιπετειώδης και πιθανότατα σύντομος. Ολοένα και περισσότεροι συνειδητοποιούν ότι το οικονομικό πρόβλημα της Ιταλίας -υπέρογκο χρέος και χαμηλή ανταγωνιστικότητα- δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, τουλάχιστον στο βαθμό που η Γερμανία δεν αλλάζει γραμμή, κάτι που δεν φαίνεται στην ημερήσια διάταξη.

Σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Ιταλία είναι μια μεγάλη οικονομία -τρίτη στην Ευρώπη και μέλος του G-7-, η οποία κατάφερε, παρά τη νεοφιλελεύθερη επέλαση των προηγούμενων δεκαετιών και τη μεγάλη κρίση της τελευταίας πενταετίας, να διατηρήσει τον κορμό της βιομηχανικής της παραγωγής. Το σκληρό ευρώ και η δρακόντεια λιτότητα που επιβάλλει η Γερμανία απειλούν να εκθεμελιώσουν την ιταλική βιομηχανία, ενώ τα μεγέθη της Ιταλίας καθιστούν αδιανόητη τη διάσωση της από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης - δηλαδή με γερμανικά κυρίως κεφάλαια. Η πραγματικότητα αυτή προκαλεί βαθύ διχασμό στην ίδια την ιταλική ολιγαρχία, μέρος της οποίας αρχίζει να εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο εξόδου από την Ευρωζώνη.

Αυτό το τμήμα του ιταλικού καπιταλισμού εκπροσωπεί ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος, τη στιγμή που επιτίθεται στη Μέρκελ, κλείνει το μάτι στον Ομπάμα, τον Κάμερον, ακόμη και τον Πούτιν - με τον οποίο έχει πολύ καλές προσωπικές σχέσεις. Όπως και να 'χει το πράγμα, αποτελεί κόλαφο για την Άνγκελα Μέρκελ και τους συμμάχους της ότι άνω του 55% των ψηφοφόρων επέλεξε κόμματα που είτε τάσσονταν κατηγορηματικά υπέρ της εξόδου από το ευρώ (περίπτωση Γκρίλο) είτε άφηναν ανοιχτό το ενδεχόμενο αποχώρησης, εάν δεν αλλάξει πολιτική η Γερμανία (περίπτωση Μπερλουσκόνι).

Ενδεχόμενη έξοδος της Ιταλίας από το ευρώ θα σημάνει το τέλος του κοινού νομίσματος, τουλάχιστον με τη σημερινή του μορφή. Σε χρόνο μηδέν, η έξοδος της Ιταλίας θα παρασύρει Ελλάδα, Πορτογαλία και Ισπανία, ενώ και η Γαλλία θα βρεθεί σε εξαιρετικά δυσχερή θέση. Τι ειδικό βάρος θα έχει σε μια «γερμανική Ευρώπη» χωρίς τους παραδοσιακούς, μεσογειακούς συμμάχους της η χώρα που έπαιζε διαχρονικά το ρόλο της γέφυρας ανάμεσα στον ευρωπαϊκό Βορρά και τον ευρωπαϊκό Νότο;  Ίσως γι' αυτό ο σοσιαλιστής πρόεδρος της Γαλλίας, Φρανσουά Ολάντ, πήρε σαφείς αποστάσεις από το αμόκ του Βερολίνου εναντίον των Ιταλών ψηφοφόρων, ενώ στενοί συνεργάτες του τόνιζαν ότι το μήνυμα των ιταλικών εκλογών είναι ότι επείγει να αλλάξει πολιτική η Γερμανία, αν δεν θέλει να δρομολογήσει διαλυτικές διεργασίες μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.        
 «Επίκαιρα»     ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ

Παρασκευή 8 Μαρτίου 2013

ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΜΕΣΣΙΑΝΙΣΜΟΣ

Είναι τουλάχιστον παράδοξο, άνθρωποι που «διασκεδάζουν» με τη θρησκευτική πίστη των λαών, να μην κάνουν κάτι οι ίδιοι για να λυτρωθούν από τον εξευτελισμό και να ελπίζουν στα σοβαρά ότι κάποια στιγμή στο κοντινό μέλλον «κάτι θα γίνει» και θα τους σώσει.
Αυτός ο «Κατιθαγίνει» είναι ο δικός τους Μεσσίας. Η πίστη στην έλευση του «Κατιθαγίνει» είναι ισχυρότερος κι από την πίστη που επιβάλλεται σε θεοκρατικά καθεστώτα. Δίπλα στον Μαχντί των Μουσουλμάνων, στον Μαιτρέγια των Βουδιστών, στον Σαοσιάντ των οπαδών του Ζωροάστρη και
στον Κάλκι των Ινδουιστών, ήλθε να προστεθεί ακόμη ένας αναμενόμενος λυτρωτής. Ο «Κατιθαγίνει» των Ελλήνων της απραξίας.
Ο Τσίπρας αποκαθηλώνεται δίχως κάποια έξωθεν βοήθεια. Οι επιλογές του να απευθυνθεί στο κοινό των θερμοκηπίων του νεοφιλελευθερισμού –και το ακόμη πιο περίεργο – η αποδοχή του από μέρος αυτού το κοινού, κατάφερε να δυσαρεστήσει το πιο δυναμικό μέρος των πιστών οπαδών του. Ο ριζοσπαστισμός εγκαταλείφθηκε και το απολύτως εφικτό τείνει να γίνει πολιτικό ευαγγέλιο.
Τα δεδομένα πλέον λαμβάνονται σοβαρά υπόψιν ως μη αναστρέψιμα και ανατρέψιμα. Ίσως κάποια στιγμή τον ακούσουμε, μάλιστα, να επιλέγει τη ρήση του Ναγκίμπ Μαχφούζ για να διαπιστώσει ότι «Η πολιτική δεν είναι ποιητικός ιδεαλισμός. Είναι ρεαλιστική σοφία της καθημερινότητας».
Αν κάτι σώζει τον ηγέτη μιας πρώην ριζοσπαστικής αριστεράς δεν είναι ο θεός. Εκείνος σώζει τη βασίλισσα της Αγγλίας, δεν προλαβαίνει. Αυτό που διασώζει το προφίλ του Τσίπρα είναι οι επιθέσεις που δέχεται καθημερινά από τον  Κεδίκογλου, τον Βενιζέλο, τον ΔΟΛ, το MEGA, τον Κουβέλη, ακόμη κι από την Παπαρήγα. Είναι λογικό να σκεφτεί κάποιος ότι «για να τον βρίζουν όλοι, κάτι καλό έχει κάνει».
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η προσγείωση του Τσίπρα στην αξιωματική αντιπολίτευση ήταν ανώμαλη καθώς προσπαθεί αγωνιωδώς να διατηρήσει την ομαλότητα, όσο στρεβλή και καταστροφική κι αν είναι.
Όμως το πρόβλημά μου δεν είναι ο Τσίπρας. Δεν είναι ούτε ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος, ο Κουβέλης. Αυτοί, κάνουν τη δουλειά τους. Είναι κάποια από τα δεδομένα που έχουμε. Τα άλλα δεδομένα είναι οι απολύσεις, η φτώχεια, το ξεπούλημα, το πισωγύρισμα. Το κυριότερο δεδομένο, είναι η απουσία χρονικών περιθωρίων για αντίδραση. Η αντίδραση θα έπρεπε ήδη να είχε εκδηλωθεί. Όμως κανείς μας δε θέλει να την ξεκινήσει.
Δεν ξέρω αν ορίζεται ως εγκεφαλική παράλυση ή πνευματική δηλητηρίαση αυτό από το οποίο πάσχουμε, αλλά σίγουρα είναι κάτι πολύ βαρύ. Ίσως να υπάρχει κάποιος θυμός στον καθένα – ας μη μιλάμε για οργή, είναι υπερβολή – αλλά είναι τόσο … προσωπογενής που αποκλείεται να γίνει συλλογικός.  Μπορεί δηλαδή να είμαστε όλοι θυμωμένοι, αλλά ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Ο καθένας διεκδικεί το ρόλο του μεγαλύτερου θύματος. Και τον απαιτεί.
Μην έχοντας αντιληφθεί τις πραγματικές αιτίες του θυμού αυτού και μην έχοντας προσπαθήσει να εντοπίσουμε την πραγματική του πηγή, δεν έχουμε στόχο. Ελλείψει στόχου, λοιπόν, στοχοποιούμε ο ένας τον άλλον. Αυτό που θυμίζουμε σήμερα είναι ένα  λαό με περίοδο. Έχουμε νεύρα. Τσακωνόμαστε για το καθετί. Δεν ανεχόμαστε τον διπλανό μας.
Όσο αρνούμαστε να αντιληφθούμε ή να παραδεχτούμε ότι υπάρχει εχθρός κι ότι είναι κοινός, το φράγμα του θυμού θα καταρρέει και στο τέλος θα πλακωνόμαστε μεταξύ μας δι’ ασήμαντον αφορμήν. Μάλλον φοβόμαστε ότι η παραδοχή της ύπαρξης κοινού εχθρού θα μας υποχρεώσει να αντιδράσουμε ή να ξεφτιλιστούμε ως κότες. Προτιμάμε το αλληλοφάγωμα. Λιγότεροι κίνδυνοι, λιγότερες απώλειες.
Φαίνεται ότι εντός μας έχουμε ήδη προκαθορίσει το αποτέλεσμα μιας πιθανής δυναμικής ρήξης με το υπάρχον σύστημα. Έχουμε αποδεχτεί μια ήττα χωρίς μάχη. Μας επιβλήθηκε ο φόβος για τα χειρότερα, που όμως, ούτως ή άλλως, θα έρθουν. Νιώθω ότι απλώς αποφασίσαμε να χαλαρώσουμε και να τ’ απολαύσουμε. Ο «Κατιθαγίνει» να βάλει το χέρι του.                                                               

ΚΑΡΤΕΣΙΟΣ

Σπ. Μαρκέτος: Η Δραχμή είναι ο μόνος δρόμος


ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ

Του ΣΠΥΡΟΥ ΜΑΡΚΕΤΟΥ

Όσοι υποστηρίζουν σήμερα το ευρώ συνήθως αγνοούν ότι δεν είναι η πρώτη φορά που δέθηκε η Ελλάδα σε μια νομισματική ένωση. Δύο προηγούμενα τέτοια πειράματα, το πρώτο στα τέλη του 19ου αιώνα και το δεύτερο στο Μεσοπόλεμο, είχαν οικτρή κατάληξη. Το τρίτο και χειρότερο, όπως αποδεικνύεται, είναι το ευρώ.

Για να κρατήσει σταθερό το νόμισμα, όπως απαιτούσε η φιλελεύθερη ορθοδοξία της εποχής, η Αθήνα είχε προσχωρήσει από το 1868 στη Λατινική Ένωση, μια συμφωνία της Γαλλίας, της Ιταλίας, του Βελγίου και της Ελβετίας –και άλλων χωρών αργότερα– να διατηρούν νομίσματα σταθερής ισοτιμίας και συνδεδεμένα με τον χρυσό. Διευκολύνθηκε έτσι ένας κύκλος δανεισμού, που χρηματοδότησε έργα υποδομής, τα οποία, ωστόσο, ελάχιστα ωφέλησαν τους φτωχότερους.

Παρά το «Δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Τρικούπη, το 1896 η εύπορη αστική Ελλάδα ζούσε σε κλίμα ευφορίας, που κορυφώθηκε με τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Όταν, όμως, έχασε τον Πόλεμο του 1897, η χώρα υποχρεώθηκε να πληρώσει βαρύτατες πολεμικές αποζημιώσεις, που καλύφθηκαν με νέο δανεισμό. H υποταγή στις «Εγγυήτριες Δυνάμεις» έκανε τον ιστορικό Γιώργο Λεονταρίτη να τη χαρακτηρίσει «τυπικά μόνον ανεξάρτητη χώρα». Συνάμα οι ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες τής επέβαλαν το Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο (ΔΟΕ).

Ο ΔΟΕ έλεγχε πόρους και δαπάνες του κράτους και ουσιαστικά ρύθμιζε την οικονομική πολιτική. Εφαρμόζοντας έναν ακραίο αποπληθωρισμό κι εξαφανίζοντας τη ρευστότητα, όπως κάνει σήμερα η ΕΚΤ, στραγγάλιζε την παραγωγή. Διοχέτευε τα δημόσια έσοδα στους δανειστές, αδιαφορώντας για την εξαθλίωση του λαού και την οικονομική παράλυση που προκαλούσε. Για παράδειγμα, ο προϋπολογισμός του 1907 πρόβλεπε 32,5 εκατ. δραχμές για την εξυπηρέτηση του χρέους, αλλά μόνον 300.000 για αρδευτικά και αποξηραντικά έργα, μολονότι η ελονοσία ήταν συχνότερη απ' ό,τι στην Ινδία ή την Αφρική, και κάθε χρόνο σάρωναν τη χώρα οι πλημμύρες.

Η ύπαιθρος, που μαστιζόταν επίσης από την τοκογλυφία, ερήμωσε από ένα τεράστιο κύμα μετανάστευσης• ως σήμερα δεν συνήλθε. Τα χωράφια έμεναν χέρσα, οι μικροϊδιοκτήτες καταστρέφονταν, ενώ ο πλούτος συγκεντρωνόταν σε ολοένα λιγότερα χέρια. Οχτώ χρόνια πολεμικών καταστροφών έκαναν τελικά το 1919 τη δραχμή να υποτιμηθεί. Αλλά οι δανειστές συνέχισαν γενικά να εισπράττουν τα τοκοχρεολύσια στην ώρα τους.

Η χώρα αντιμετώπισε τις συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής με μια σημαντική αναδιανομή πλούτου προς τα κάτω, μέσω της αγροτικής μεταρρύθμισης. Εξακολούθησε, ωστόσο, να δανείζεται και να δαπανά περί το ένα τρίτο των τακτικών εσόδων του προϋπολογισμού για να εξυπηρετεί το χρέος. Επέστρεψε στον κανόνα χρυσού το 1928, πάλι σύμφωνα με τη φιλελεύθερη οικονομική ορθοδοξία και υπό τη φωτισμένη εποπτεία της Κοινωνίας των Εθνών και του ΔΟΕ. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στήριξε την αναπτυξιακή του πολιτική στους χαμηλούς μισθούς και τον ξένο δανεισμό, και όταν ο τελευταίος στέρεψε, μετά το Κραχ του 1929, περιέκοψε τις κοινωνικές και αναπτυξιακές δαπάνες, αλλά συνέχισε να πληρώνει κανονικά το χρέος σε χρυσό. Οι κεφαλαιούχοι και πάλι πλούτιζαν, ενώ οι απροστάτευτοι εργαζόμενοι θερίζονταν από την πείνα και αρρώστιες όπως η φυματίωση και ο τύφος.

Όταν το χρυσάφι τελείωσε, ο Βενιζέλος κήρυξε επιλεκτική στάση πληρωμών στους δανειστές, το 1932, και υποτίμησε τη δραχμή, αλλά ήταν αργά. Στο μεταξύ είχε καταστρέψει το Κόμμα των Φιλελευθέρων και τον κοινοβουλευτισμό και είχε ρίξει τη χώρα στα νύχια της άκρας Δεξιάς. Μόλις εγκαταλείφθηκε ο κανόνας χρυσού και παρ' όλες τις οιμωγές των λεγόμενων ειδικών, η οικονομία ανέκαμψε γοργά.

Τότε, όπως και σήμερα, η πρόσδεση της χώρας σ' ένα νομισματικό σύστημα που ελέγχεται από μεγάλους κεφαλαιούχους την οδήγησε στην εξαθλίωση. Η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα επείγει όχι επειδή δήθεν είμαστε εθνικιστές, αλλά για ν' ανακτήσουμε τον έλεγχο της νομισματικής πολιτικής, χωρίς τον οποίο η οικονομία μας δεν θ' ανακάμψει.

Πηγή: Επίκαιρα

Πέμπτη 7 Μαρτίου 2013

Το ελληνικό αναπτυξιακό αδιέξοδο


ΠΗΓΗ: http://costaslapavitsas.blogspot.gr/2013/03/blog-post_5.html
Κ. Λαπαβίτσας


Πειθάρχησε πλήρως η Ελλάδα στην πολιτική της τρόικα για να κρατηθεί στο ευρώ. Αυτό αποφάσισε η τρικομματική κυβέρνηση, παρά τις προεκλογικές της εξαγγελίες για ‘επαναδιαπραγματεύσεις’, ‘απαγκιστρώσεις’ και τα παρόμοια. Ικανοποιημένη δείχνει και η τρόικα, αφού εγγυήθηκε τη χρηματοδότηση για το επόμενο διάστημα, αρκεί να τηρηθούν απαρέγκλιτα οι όροι των Μνημονίων. 

Τι σημαίνει αυτό για την ανάπτυξη; 


Θα ξεκινησω με τρία απλά σημεία που περιγράφουν το αναπτυξιακό πρόβλημα της Ελλάδας.

Αποβιομηχάνιση και υπερδιόγκωση των υπηρεσιών
Μετά την είσοδό της στην ΕΕ, η Ελλάδα μπήκε σε διαδικασία αποβιομηχάνισης και σχετικής συρρίκνωσης του δευτερογενούς τομέα. Παράλληλα, η συμβολή του αγροτικού τομέα στο ΑΕΠ περιορίστηκε δραστικά. Η οικονομία κυριαρχείται πλέον από τον υπερδιογκωμένο τομέα των υπηρεσιών που έχει χαμηλή παραγωγικότητα, χαμηλή ανταγωνιστικότητα και μικρή δυνατότητα εξαγωγών. Χαρακτηρίζεται δε από μεγάλο όγκο μικρομεσαίων επιχειρήσεων και αυτοαπασχολούμενων. 

Αδύναμο και αναποτελεσματικό κράτος
Ο κρατικός μηχανισμός είναι αναποτελεσματικός και πάσχει από διαφθορά, ενώ το κράτος πρόνοιας είναι εύθραυστο και περιορισμένο. Καίριο ρόλο στην διαφθορά έπαιξαν οι εισροές από την ΕΕ, οι οποίες ενθάρρυναν την ‘αναζήτηση προσόδου’ από το μεγάλο κεφάλαιο. Η διαφθορά εξαπλώθηκε ευθέως με τη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος και εμμέσως με την αποφυγή των φόρων. Το κράτος πήρε τον χαρακτήρα διαπλεκόμενων ομάδων συμφερόντων, με άμεση πρόσδεση στα πολιτικά κόμματα. 

Προβληματική ένταξη στην παγκόσμια αγορά
Η στρεβλή διάρθρωση του ΑΕΠ, με αδύναμη παρουσία του δευτερογενούς τομέα και χαμηλή δυνατότητα εξαγωγών, συνέβαλε στη συστηματική απώλεια ανταγωνιστικότητας εντός της ΟΝΕ που οδήγησε στο τεράστιο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Ο δυσλειτουργικός δημόσιος τομέας δεν είναι η κύρια αδυναμία της ελληνικής οικονομίας, αλλά αντανακλά την υπερδιόγκωση του τομέα των υπηρεσιών και την προσοδοθηρία εντός της ΕΕ. 




Η ‘Συναίνεση της Ουάσινγκτον’ και η αναπτυξιακή πολιτική της τρόικα 

Τα Μνημόνια που έχουν υπογράψει οι ελληνικές κυβερνήσεις από το 2010 έχουν δυο πλευρές.

Η πρώτη είναι αυτή της δημοσιονομικής σταθεροποίησης, δηλαδή της αυστηρής λιτότητας, ώστε να πάψει να αυξάνεται το δημόσιο χρέος και να αρχίσει σταδιακά η αποπληρωμή του. Η σταθεροποίηση μέσω της λιτότητας προκάλεσε βαθύτατη ύφεση το 2010-13, που σωρευτικά θα πλησιάσει το 25% του ΑΕΠ και θα φέρει την ανεργία στο 30%, ενώ παράλληλα έθεσε το δημόσιο χρέος εκτός ελέγχου. Δεν θα τη συζητήσω περισσότερο όμως αυτήν την πλευρά, καθώς θέλω να εστιάσω στη δεύτερη πλευρά, αυτήν της ανάπτυξης.

Είναι χαρακτηριστικό της αναπτυξιακής πλευράς των Μνημονίων ότι δεν παρέχουν συνολικό σχέδιο για την αναγκαία αναδιάρθρωση των τομέων της ελληνικής οικονομίας. Η έλλειψη σχεδίου δεν είναι τυχαία, αλλά είναι απόρροια της αναπτυξιακής λογικής των Μνημονίων. Η λογική αυτή πηγάζει από τη λεγόμενη ‘Συναίνεση της Ουάσινγκτον’ που σφράγισε τις παρεμβάσεις του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στον αναπτυσσόμενο κόσμο από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 και βρίσκεται και στην καρδιά της ΕΕ. 

Η ΄Συναίνεση της Ουάσινγκτον’ διατείνεται ότι η ανάπτυξη θα προκύψει από την ελεύθερη και απρόσκοπτη λειτουργία των αγορών και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Το κύριο μέλημα της κυβερνητικής πολιτικής πρέπει να είναι η άρση των υποτιθέμενων προσκομμάτων και δυσλειτουργιών των αγορών, ώστε οι τιμές να διαμορφώνονται σωστά και η ιδιωτική πρωτοβουλία να δημιουργεί νέα πεδία οικονομικής δραστηριότητας, όπως αυτή κρίνει. Συνεπώς, δεν χρειάζεται συνολικό σχέδιο ανάπτυξης. Αυτό που χρειάζεται είναι να περιοριστεί το κράτος και να αφεθούν ελεύθεροι οι ‘δημιουργοί του πλούτου’.

Τα πρώτα υποτιθέμενα προσκόμματα εντοπίζονται φυσικά στην αγορά εργασίας. Συνεπώς οι κύριοι στόχοι των Μνημονίων ήταν εξαρχής: 

η συντριβή του εργατικού κόστους, 

η κατάλυση των συλλογικών συμβάσεων, 

ή άρση των κανόνων προστασίας της εργασίας 

η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας. 

Η αύξηση της ανεργίας είναι φυσικό επακόλουθο, αλλά και στόχος της πολιτικής αυτής, καθώς κάνει την αγορά εργασίας πιο ‘μαλακή’. Ποιός θα τολμήσει να απεργήσει όταν η ανεργία ξεπερνάει το 27%; Τα εργασιακά μέτρα είναι ακόμη σκληρότερα λόγω της συμμετοχής στην ΟΝΕ που αποκλείει την υποτίμηση του νομίσματος και αναγκαστικά μεγεθύνει την πίεση στην εργασία.

Πέραν των αλλαγών στην αγορά εργασίας, τα Μνημόνια περιέχουν προβλέψεις για εκτενέστατες παρεμβάσεις στο ευρύτερο θεσμικό πλαίσιο της οικονομίας. Η λογική όπως ήδη εξήγησα, είναι να αρθούν τα υποτιθέμενα προσκόμματα στη λειτουργία των αγορών, ώστε να επέλθει η ανάπτυξη. Πρόκειται για τις ‘μεταρρυθμίσεις’ που ήδη εφαρμόζονται σε σειρά πεδίων καταλυτικής σημασίας για την οικονομική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας. Ακριβώς επειδή αναφέρονται σε διαπιστωμένα προβλήματα της ελληνικής ανάπτυξης, εμφανίζονται ως συνετή και στιβαρή προσπάθεια να διορθωθούν τα κακώς κείμενα. 

Οι τεχνοκράτες της τρόικα έχουν διαπιστώσει τη διαφθορά του ελληνικού κράτους και θέλουν να την περιορίσουν. Αντιλήφθηκαν τη φοροσυλλεκτική του αδυναμία και προσπαθούν να διευρύνουν τη φορολογική βάση, ώστε να περιληφθούν στρώματα που φοροδιαφεύγουν. Παράλληλα, θέλουν να πετύχουν και την περικοπή των κρατικών δαπανών ως ποσοστό του ΑΕΠ. Ο στόχος είναι να διευκολυνθεί η σμίκρυνση του κράτους, με μείωση των δημοσίων υπαλλήλων και ιδιωτικοποιήσεις που θα μειώσουν και το δημόσιο χρέος. Ο στόχος είναι το μικρότερο πλέον κράτος να μπορεί να χρηματοδοτείται χωρίς να αυξάνει τον όγκο χρέους και κυρίως να πάψει να λειτουργεί ως πρόσκομμα στις αγορές και την ιδιωτική πρωτοβουλία. 

Παρόμοιος είναι και ο στόχος της τρόικα σχετικά με την απάλειψη των επιδοτήσεων σε διάφορα αγαθά, όπως η εξίσωση του πετρελαίου θέρμανσης με το πετρέλαιο κίνησης. Το σκληρό αυτό μέτρο υποτίθεται ότι θα άρει τα προσκόμματα στη λειτουργία της αγοράς καυσίμων και άρα θα έχει ευεργετικά αποτελέσματα στην οικονομία και την κοινωνία. Το ΔΝΤ έχει λάβει τέτοια μέτρα σε σειρά αναπτυσσομένων χωρών ανεβάζοντας, για παράδειγμα, το κόστος της μαγειρικής κηροζίνης, μέτρο που έπληξε σκληρά τα φτωχότερα στρώματα. 

Ίδια είναι και η λογική των υπόλοιπων ‘μεταρρυθμίσεων’. 



Το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων υποτίθεται ότι θα άρει τις παραμορφώσεις σε μια σειρά αγορών και άρα θα αυξήσει την αποτελεσματικότητα της οικονομίας συνολικά. 

Η βίαιη αναπροσαρμογή του χώρου της υγείας υποτίθεται ότι θα απαλείψει τις προσόδους, θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό και άρα θα επιτρέψει τη διαμόρφωση τιμών φαρμάκων και υπηρεσιών υγείας στη βάση της προσφοράς και της ζήτησης, με ευεργετικά αποτελέσματα για την οικονομία συνολικά. 

Η αναδιάρθρωση της παιδείας υποτίθεται ότι θα εξοικονομήσει πόρους, εξαλείφοντας πανεπιστημιακά και άλλα τμήματα που είναι αναποτελεσματικά.

Οι αλλαγές στο χώρο της δικαιοσύνης υποτίθεται ότι θα βελτιώσουν την αποτελεσματικότητα και θα περιορίσουν τη διαφθορά, δημιουργώντας φερέγγυο νομικό πλαίσιο εντός του οποίου θα λειτουργήσουν αποτελεσματικότερα οι αγορές.  

Στη βάση αυτών των ‘μεταρρυθμίσεων’ και ακολουθώντας τη λογική της ‘Συναίνεσης της Ουάσινγκτον’, η Ελλάδα θα περάσει σε ενάρετη ανάπτυξη στο μέλλον, την οποία το ΔΝΤ εκτιμά στο χαμηλό ποσοστό του 2.8% ετησίως μέχρι το 2020 και ακόμη χαμηλότερο μετά. 




Η ιστορική αποτυχία της ‘Συναίνεσης της Ουάσινγκτον’


Αυτή η αντίληψη για την ανάπτυξη, παρά την κυρίαρχη θέση που έχει στο ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, αλλά και την ΕΕ, είναι παντελώς ανυπόληπτη στις αναπτυσσόμενες χώρες που έχουν βιώσει τα αποτελέσματά της για τρεις δεκαετίες. Υπάρχει σχετική ομοφωνία στις αναπτυσσόμενες χώρες: να αποφεύγετε πάση θυσία τις συνταγές των διεθνών οργανισμών και μην επιτρέπετε στους τεχνοκράτες να καθορίζουν την οικονομική σας πολιτική, εάν θέλετε να έχετε ανάπτυξη. 

Η ‘Συναίνεση της Ουάσινγκτον’ δεν είναι παρά ένα ιδεολόγημα, προϊόν της νεοφιλελεύθερης στροφής των τελευταίων δεκαετιών. Η δυναμική καπιταλιστική ανάπτυξη δεν ξεκινάει από την απάλειψη των υποτιθέμενων στρεβλώσεων των αγορών. 

Απεναντίας, απαιτεί: 

ευλύγιστη κρατική παρέμβαση,

έλεγχο των αγορών και 

στήριξη των επενδύσεων. 

Η περίπτωση της Κίνας αποτελεί το εντυπωσιακότερο και πλέον πειστικό παράδειγμα. Η κινεζική ανάπτυξη αναμφίβολα πάτησε στο χαμηλό κόστος εργασίας, αλλά οι πραγματικοί μισθοί ανέβηκαν σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Η λεγόμενη ‘κινεζοποίηση’ είναι όρος κενός περιεχομένου και κακώς τον επαναλαμβάνουν οι επικριτές των Μνημονίων. 

Δεν υπάρχει ανάπτυξη που να δημιουργείται επειδή οι υψηλοί μισθοί ωθούνται συστηματικά προς τα κάτω. Το μόνο που προκύπτει έτσι είναι μόνιμη φτώχεια και οικονομική δυστοκία. Ο κινεζικός καπιταλισμός επωφελήθηκε από τους χαμηλούς μισθούς, αλλά η εντυπωσιακή του ανάπτυξη οφείλεται κυρίως στην τεράστια εγχώρια επένδυση και στη συστηματική πρόσκτηση τεχνολογίας από το εξωτερικό. 

Οι δύο αυτοί παράγοντες θα ήταν ανύπαρκτοι χωρίς την εντονότατη παρουσία του κράτους, συμπεριλαμβανομένων των μεγαλύτερων τραπεζών και παραγωγικών μονάδων. Το κράτος είναι ο μοχλός της κινεζικής καπιταλιστικής ανάπτυξης και κυρίως η παρουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος, ενός γιγαντιαίου μηχανισμού 70 εκατομμυρίων ανθρώπων που κατευθύνει την πορεία της οικονομίας. Στην Κίνα δεν υπάρχει καθαρό ιδιοκτησιακό καθεστώς στην αγροτική και αστική γη, η διαφθορά οργιάζει, η κρατική παρέμβαση είναι εκτενέστατη, η δικαιοσύνη είναι ελεγχόμενη και η ανώτατη παιδεία χαμηλού επιπέδου, αλλά παρ’ όλα αυτά η ανάπτυξη παραμένει κοντά στο 10% ετησίως για δεκαετίες.




Αναπόφευκτα ερωτήματα 


Το παράδειγμα της Κίνας δείχνει ότι η λογική της ‘Συναίνεσης της Ουάσινγκτον’ είναι άκρως απίθανο να οδηγήσει σε ταχύρρυθμη ανάπτυξη. Δεν προκύπτει δυναμική ανάπτυξη από την απορρύθμιση των αγορών, τη σμίκρυνση του δημόσιου τομέα και την άρση των υποτιθέμενων «προσκομμάτων» στη λειτουργία των αγορών. 

Για να το θέσω αλλιώς, στην Ελλάδα σήμερα:



Δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος να προσβλέπει κανείς σε δυναμική ανάκαμψη των ιδιωτικών επενδύσεων σε βάθος χρόνου, καθώς μάλιστα οι δημόσιες επενδύσεις έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα την τελευταία τριετία. 

Δεν διαφαίνονται μηχανισμοί οι οποίοι θα εξασφαλίσουν τη συστηματική βελτίωση της τεχνολογίας, δεδομένου ότι οι σχετικοί δημόσιοι θεσμοί, που έτσι κι αλλιώς δεν ήταν ισχυροί, αποδιοργανώνονται. 

Δεν μπορούμε καν να περιμένουμε απάλειψη της διαφθοράς και ‘αναζήτησης προσόδου’, όταν οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων συντρίβονται και η κομματοκρατία παραμένει ανέγγιχτη. 


Τα ερωτήματα που συνεπώς τίθενται είναι πολλά:



Πως η ‘ιδιωτική πρωτοβουλία’ θα δημιουργήσει από μόνη της αποτελεσματικότερο τομέα υπηρεσιών, με έφεση στις εξαγωγές; 

Πως θα κατορθώσουν οι ΄δημιουργοί του πλούτου’ να αναγεννήσουν τον δευτερογενή τομέα, μετά την καταρράκωση των τελευταίων χρόνων, ώστε να ανέβει το σχετικό του βάρος στην οικονομία; 

Πως θα τονωθεί ο παραγωγικός ιστός χωρίς συστηματική στήριξη από το πιστωτικό σύστημα και χωρίς προβλέψιμο και βιώσιμο πλαίσιο δημόσιας παρέμβασης; 

Πως θα επιτευχθεί ταχύρρυθμη ανάπτυξη του αγροτικού τομέα, όταν το ευρώ λειτουργεί ως εμπόδιο για τις εξαγωγές εκτός ΕΕ, βάλλεται η αγροτική πίστωση και οι κρατικοί θεσμοί που μπορούν να συνδράμουν την παραγωγή αποσυντίθενται; 

Πως θα αλλάξει η αναπτυξιακή πορεία της χώρας προς το καλύτερο, όταν το μόνο για το οποίο υπάρχει πρόβλεψη είναι να αρθούν τα υποτιθέμενα προσκόμματα στην λειτουργία των αγορών και να καταβαραθρωθούν οι μισθοί;

Η πολιτική της τρόικα οδηγεί σε αδιέξοδο και μαρασμό. Το πιθανότερο είναι ότι, όταν σταματήσει η κατακλυσμιαία συρρίκνωση που έχει προκαλέσει η σταθεροποίηση, θα έχουμε χαμηλή και ασταθή ανάπτυξη για χρόνια. 

Η αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας θα γίνει στα τυφλά, υπό την πίεση της τρόικα και των δανειστών μας. Θα συντριβεί η μισθωτή εργασία, θα αποδεκατιστούν οι μικρομεσαίοι και αυτοαπασχολούμενοι και θα ωφεληθεί το μεγάλο κεφάλαιο, χωρίς όμως να προκύψουν συνολικές δομές που θα είναι αποτελεσματικότερες στην παγκόσμια αγορά. 

Υπάρχει άλλος δρόμος ανάπτυξης; Η απάντηση είναι ναι, υπάρχει. 


Και θα επανέλθω τις επόμενες μέρες.

Ηράκλειτος: Οι καθεύδοντες της αγοράς






Ηράκλειτος

Διαλεκτική:
Λόγος του Είναι διά του Γίγνεσθαι

§1

Η παραδοσιακή μεταφυσική έχει ως κύριο χαρακτηριστικό την αναζήτηση, πίσω από την αέναη κίνηση και πολλαπλότητα των φαινομένων, μιας ακίνητης και όμοιας με τονεαυτό της ουσίας, ενός αυτο-ταυτού θεμελίου, ενός Είναι. Αναλογικά, η πολύτροπη κινητικότητα και μεταβολή του αισθητού κόσμου φαντάζει ως μια συμπτωματική, φαινόμενη εκδήλωση των συστατικών γνωρισμάτων αυτού του Είναι. Ο Ηράκλειτος, απεναντίας, επιχείρησε να πλησιάσει την αλήθεια του Είναι μέσα από τον Λόγο. Σημειώνει σχετικά:
                                   
«Αν ακούσετε όχι εμένα, αλλά τον Λόγο,
                          τότε είναι σοφό να ομολογείτε: τα πάντα είναι ένα»

Τι λέγει εδώ ο Λόγος; «Εν πάντα». Σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, ο Λόγος  συναρμόζει την ουσία του μέσα στο λέγειν, το οποίο κατονομάζει τον προορισμό (μας), έτσι όπως μας τον αποστέλλει το Είναι. Το αποστέλλον Είναι, ως τέτοιο, δεν φαίνεται, δεν εμφανίζεται, αλλά ομολογείται, δηλαδή τίθεται. Πώς τίθεται; Ως το ομιλείν που μας καλεί να ακούμε τα πράγματα που μας αφορούν. Να ακούμε σημαίνει όχι να ερευνούμε «επιστημονικά»:σχολαστικιστικά, να διαμελιζόμαστε μπροστά στα επί μέρους φαινόμενα, να χανόμαστε μέσα εδώ, αλλά να διαλογιζόμαστε πάνω στο Είναι, να συλ-λέγουμε το ουσιώδες.

§2


Είναι δυνατή μια τέτοια συλ-λογή και περι-συλ-λογή στις εποχές μας, όπου κυριαρχεί οκανιβαλισμός της μαζικής κουλτούρας; Ποτέ δεν θα μπορέσει να ακούσει κανείς τίποτα, μας λέει ο Ηράκλειτος, όσο τα αυτιά του είναι απλώς εκτεθειμένα στην ηδονή ενός ήχουκαι ο λόγος, αντίστοιχα, ένας τρόπος εκφοράς αυτής της ηδονής. Η ως άνω συλ-λογή είναι πρωτίστως δυνατή, όταν ακούει κανείς τον βαθύ Λόγο της ψυχής (απ. 45). Αλλά τούτος ο Λόγος είναι τόσο βαθύς, που δεν μας επιτρέπει να ανακαλύπτουμε τα όρια της κατά Ηράκλειτο ψυχής (απ. 15). Τότε ποιες δυνατότητες διανοίγονται;  Ή μήπως δεν υπάρχει καμιά άλλη δυνατότητα εκτός από τούτη: να πνίγονται οι άνθρωποι μέσα «στις αστήρικτες εικασίες» (απ. 47) και «να ενεργούν και να μιλάνε σαν κοιμισμένοι» (απ. 73); Οι δυνατότητες που μας διανοίγονται, εντοπίζονται από τον φιλόσοφο, πρώτα-πρώτα μέσα στον κόσμο της γλώσσας
ως τον κόσμο της τάξης, της «παλίντροπης αρμονίας» (απ. 51), δηλαδή της αρμονίας που μας παρέχουν οι αντίθετες τάσεις ή ροπές. Και πώς νομιμοποιείται μια τέτοια αρμονία των και εκ των αντιθέτων; Νομιμοποιείται από το γεγονός ότι «κάτι που έχει μέσα του αντίθετες ροπές ή τάσεις συμφωνεί με τον εαυτό του» (απ. 51).  Πού  θεμελιώνεται μια τέτοια συμφωνία και πώς νοείται στο βάθος της ουσίας της; Θεμελιώνεται στον κοινόκαθολικό Λόγο  που είναι το γίγνεσθαι του εαυτού και νοείται, συνακόλουθα, ως ο εσωτερικός λόγος ενός συστήματος έντασης και αντίθεσης, ως η εσωτερική του φωνή, αρθρωμένη σε ομιλία.

§3

Αυτή η φωνή-ομιλία είναι η κλήτευση που μας απευθύνει το Είναι, αλλά οι πολλοί δεν την ακούν, γιατί υποτάσσονται στην ιδιωτική τους γνώμη: εικοτολογούν, απολυτοποιούν την εξωτερική αντίθεση και δεν σκέπτονται την κοινότητα του Λόγου: δεν κατανοούν, δεν συλλαμβάνουν την ενοποιημένη δομή. Στο πλαίσιο της γνώμης, η οποία δεν απορρίπτεται εξ υπαρχής, γίνεται ολοφάνερη η διαμάχη, η έριδα, η διαφορά. Π.χ. οι πολιτικές διαμάχες ερείδονται στην ιδιωτική  γνώμη της μιας ή της άλλης ιδιοτελούς πολιτικής φατρίας και δεν προχωρούν στην εναρμόνιση ιδιωτικού και δημόσιου συμφέροντος. Απεναντίας προωθούν πεισματικά την επικράτηση του ατομικού, ιδιωτικού συμφέροντος πάνω στο δημόσιο, στο καθολικό. Στο επίπεδο όμως της γνώσης, ήτοι της σοφίας, [=του Λόγου] αναγνωρίζεται η ενότητα: Εν πάντα ως η αλήθεια του Είναι. Ωστόσο, οι ως άνω φατρίες, ας πούμε, κωφεύουν, γιατί δεν μπορούν να υπερβούν τη σκιαμαχία των γνωμών και γι’ αυτό, όταν επιχειρούν να συμφωνήσουν μεταξύ τους, συμφωνούν μόνο μηχανικάμηχανιστικά και συμφεροντολογικά, χωρίς ποτέ να μπορούν να μετέχουν στη βαθύτερη Λογική ιδέα του κόσμου. Αυτή η ιδέα, δηλαδή ο κοινός Λόγος, είναι συμπαντικός νόμος της κοσμικής τάξης και ανοικτός στο να κατανοείται από τους ανθρώπους. Όταν όμως αυτοί δεν βλέπουν ετούτο το γίγνεσθαι [=την ανοικτότητα προς κατανόηση], που διανοίγεται μπροστά τους, ή δεν το γνωρίζουν, τότε φαντάζονται ότι το βλέπουν· νομίζουν πως το γνωρίζουν και όλο τους το πράττειν κυοφορεί τον σκοταδισμό, με όρους του Χάιντεγκερ: τη λήθη του Είναι.

Eγκέφαλος πατατάκι...

Από τον Τάσο Θεοδωρόπουλο

Είναι άλλο πράγμα το να σε βιάζουν ασάλιωτα κι άλλο το να σε υποχρεώνουν στο δικαστήριο να παραδεχτείς πως ... επρόκειτο για συναινετική διείσδυση.
Μόνο που επειδή για το θάνατο των φοιτητών στη Λάρισα από τις αναθυμιάσεις της ψησταριάς, δεν προβλέπεται να γίνει κανένα δικαστήριο, ο τηλεμανάβης βιβλίων, σύζυγος τηλεπαρουσιάστριας συνθέτριας με ροπή στο trash και στον ελεύθερο του χρόνο, βουλευτής, Άδωνις Γεωργιάδης ανέλαβε τον ρόλο του συνηγόρου υπεράσπισης του κράτους, μέσα από το λαϊκό δικαστήριο του twitter, αποδεικνύοντας τις επικίνδυνα καρτουνίστικες επιδόσεις του σε έναν καινούργιο ρόλο. Με τα ίδια τραγελαφικά αποτελέσματα.

Με τη διαφορά πως αυτή τη φορά, τα καμώματα του Μπουμπούκου, δεν σηκώνουν καμία πλάκα. Δε σηκώνουν για την ακρίβεια, τίποτα λιγότερο από λαϊκό ξεσηκωμό, όσο παλιακή κι αν σου φαίνεται αυτή η έκφραση. Δεν τολμώ καν να σκεφτώ ποια θα ήταν η αντίδραση μου απέναντι του, αν ήμουν φίλος, γνωστός, η συγγενής των νεκρών φοιτητών στη Λάρισα. Σίγουρα θα ήταν μια αντίδραση που θα μας οδηγούσε, το λιγότερο στα δικαστήρια, για προσβολή νεκρού. Ή μήπως πρέπει να σκεφτώ ποια θα ήταν η αντίδραση μου; Γιατί είμαι, όλοι μας είμαστε, φίλοι, γνωστοί συγγενείς των παιδιών αυτών. Και των χιλιάδων ανθρώπων που πέθαναν ακούσια ή εκούσια μέσα στα χρόνια της κρίσης, θυσιασμένοι στην πρόοδο της Ελλάδας. Δηλαδή στην τσέπη των τραπεζιτών και των βιομηχάνων, στο μεγαλύτερο ουσιαστικά ολοκαύτωμα, που έχει ζήσει η χώρα, μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο.
Όταν ο Άδωνις Γεωργιάδης, δηλώνει στο tweeter πως ο θάνατος των φοιτητών δεν είναι αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής, υπονοώντας ξεκάθαρα, πως είναι αποτέλεσμα της προσωπικής τους βλακείας, (των νεκρών έτσι; Για να μην ξεχνιόμαστε), κοπρίζει ουσιαστικά πάνω στη μνήμη όλων των νεκρών αυτής της τετραετίας λοιμού. Συγκαλύπτοντας ακόμα μια δολοφονία. H πολιτική φταίει για αυτούς που αυτοκτόνησαν από την απελπισία τους; Φυσικά όχι. H ψυχική τους ανισορροπία. Η πολιτική φταίει για όσους πέθαναν από έλλειψη ιατρικής ασφάλειας, φαρμάκων και τροφίμων; Εννοείται πως όχι. Η απρονοησία τους να έχουν βάλει ένα φράγκο στην άκρη. Σε όλες τις περιπτώσεις πάντως, φαντάζομαι πως η κλασσική συνθέτρια και σύζυγός του, Ευγενία Μανωλίδου, μπορεί να βρει μιας πρώτης τάξεως αφορμή για να συνθέσει ένα ρέκβιεμ δημοσία δαπάνη. Ενώ ο ίδιος ο Άδωνις, θα βρει ένα νέο διαφημιστικό σλόγκαν για την τηλεπώληση των τόνωσης εθνικού φρονήματος πατσαβουροβιβλίων του: «Αγοράστε και διαβάστε για να ξεστραβωθείτε και να μην είστε βλάκες σαν αυτά τα χαμένα που άναψαν το μαγκάλι μέσα στο σπίτι τους και ψόφησαν από τις αναθυμιάσεις».
Αναμενόμενη η δήλωση του Άδωνι για την ψησταριά, εφ’ όσον συνάδει με τον μάλλον καβουρδισμένο του εγκέφαλο.

Σε μια χώρα της οποίας οι πολιτικοί αρχηγοί των κομμάτων της κυβέρνησης, στις πρόσφατες ομιλίες τους, ούτε μια φορά δεν αναφέρθηκαν στους νεκρούς της κρίσης. Προτιμώντας τις κορώνες για γενικές και αόριστες θυσίες του ελληνικού λαού.

Και τις προσωπικές τους, κραγμένες αντιπαραθέσεις σαν τις πουτάνες του μπουρδέλου που ξεμαλλιάζονται για το ποια θα πάρει τον καλό τον πελάτη τον φραγκάτο για να δείξουν πόσο εργατικές είναι στη μεγαλοτσατσά. Αφήνοντας εκ των πραγμάτων στο γραφικό εκτόπισμα του Άδωνι, το ρόλο του επιστάτη που στέκεται στην πόρτα κάτω από τα κόκκινα φανάρια καλωσορίζοντας τους πελάτες. Θυμοσοφώντας με προσβλητικές μαλακίες, και ξεφυλλίζοντας τα βιβλία του για να περάσει η ώρα της βάρδιάς του. Την ώρα που από τα ηχεία του μπουρδέλου, ακούγεται η κλασσική μουσική της συζύγου του, προκειμένου να δημιουργηθεί αισθησιακή ατμόσφαιρα πολιτισμού. Και να καλυφθούν τα βογκητά από τα σαδομαζό πηδήματα και τους βιασμούς στα μέσα δωμάτια.

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2013

Τα επιτεύγματα του Ούγκο Τσάβες

the pressproject

Μέχρι και την ημέρα που ο Ούγκο Τσάβες έχασε τη μάχη για τη ζωή ο φιλελεύθερος Τύπος και των δύο πλευρών του Ατλαντικού δεν έχει σταματήσει να προσπαθεί να διαλύσει τη νέα κυβέρνηση του
Η μεγάλη του νίκη (με 12 μονάδες μπροστά από τον Γκουτιέρες) δεν έχει ακόμα αναλυθεί. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ο Τσάβες κέρδισε τον αγώνα παλεύοντας τον καρκίνο και έχοντας απέναντί του όλα τα ΜΜΕ από τα πιο μικρά τοπικά μέχρι τα μεγαλύτερα διεθνή (σκεφτείτε την ανάλογη περίπτωση στου ΣΥΡΙΖΑ στις Ελληνικές εκλογές) καθώς και κάτι που σπάνια αναγνωρίζεται: έναν εκλογικό χάρτη που είναι εξαιρετικά προκατειλημμένος προς τις μεσαίες και ανώτερες τάξεις με γεωγραφικά εμπόδια και δυσκολία πρόσβασης για τα μέλη της εργατικής τάξης.

Ένας από τους κύριους παράγοντες για την δημοτικότητα της κυβέρνησης Τσάβες και την συντριπτική νίκη του στην εκλογική διαδικασία του Οκτωβρίου του 2012 είναι η μείωση της φτώχιας, που κατέστη δυνατή επειδή η κυβέρνηση πήρε πίσω τον έλεγχο της εθνικής εταιρίας πετρελαίου PDVSA και χρησιμοποίησε προς αυτή την κατεύθυνση τα τεράστια έσοδα από το εμπόριο του πετρελαίου. Όχι ωφελώντας μια μικρή τάξη μισθωτών, όπως έκαναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις, αλλά κατασκευάζοντας τις υποδομές που απαιτούνταν και χτίζοντας κοινωνικές υπηρεσίες που τόσο πολύ είχε ανάγκη η Βενεζουέλα. Κατά την διάρκεια των 10 τελευταίων ετών η κυβέρνηση έχει αυξήσει τις κοινωνικές της δαπάνες κατά 60,6%, δηλαδή κατά 772 δισεκατομμύρια δολάρια.

Η φτώχεια δεν ορίζεται αποκλειστικά από την έλλειψη εισοδήματος, όπως η υγεία δεν ορίζεται αποκλειστικά από την έλλειψη της ασθένειας. Η συσχέτιση είναι πολυ-παραγοντική, δηλαδή καθορίζεται από μια σειρά κοινωνικών διαδικασιών. Για να γίνει μια πιο αντικειμενική εκτίμηση της πραγματικής προόδου που έχει επιτευχθεί από τον Μπολιβαριανή επανάσταση στη Βενεζουέλα τα τελευταία 13 χρόνια είναι απαραίτητο να εξεταστούν τα υπάρχοντα δεδομένα σχετικά με τους καθοριστικούς κοινωνικούς παράγοντες της υγείας και της φτώχειας: η εκπαίδευση, η ανισότητα μεταξύ απασχόλησης και εισοδήματος, η υγειονομική περίθαλψη, η επισιτιστική ασφάλεια και η υποστήριξη της κοινωνίας από τις δημόσιες υπηρεσίες.

Όσον αφορά αυτούς τους κοινωνικούς καθοριστικούς παράγοντες της υγείας, η Βενεζουέλα είναι τώρα στην περιοχή η χώρα με το χαμηλότερο επίπεδο ανισότητας (που μετράται από το συντελεστή Gini) αφού έχει μειώσει την ανισότητα κατά 54% και τη φτώχεια κατά 44%. Η φτώχεια έχει μειωθεί από το 70,8% (1996) στο 21% (2010) ενώ η ακραία φτώχεια μειώθηκε από το 40% (1996) στο πολύ χαμηλό επίπεδο του 7,3% (2010). Περίπου 20 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν ωφεληθεί από τα προγράμματα κατά της φτώχειας, που ονομάζονται «Misiones» (Αποστολές). Έως τώρα, 2,1 εκατομμύρια ηλικιωμένοι έχουν λάβει σύνταξη γήρατος - δηλαδή το 66% του πληθυσμού, ενώ μόνο 387.000 είχαν συνταξιοδοτηθεί από τις προηγούμενες κυβερνήσεις.

Η εκπαίδευση είναι ένα βασικός καθοριστικός παράγοντας τόσο για την υγεία όσο και για την φτώχεια και η Μπολιβαριανή κυβέρνηση έχει δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην εκπαίδευση επενδύοντας σε αυτή περισσότερο από το 6% του ΑΕΠ. Η UNESCO έχει αναγνωρίσει ότι έχει εξαλειφθεί ο αναλφαβητισμός, επιπλέον, η Βενεζουέλα είναι το 3ο κράτος στην περιοχή όσον αφορά στις ώρες που ασχολούνται οι πολίτες με το διάβασμα. Τα δίδακτρα είναι δωρεάν στην εκπαίδευση από το παιδικό σταθμό μέχρι το πανεπιστήμιο και το 72% των παιδιών φοιτούν σε δημόσια ολοήμερα σχολεία ενώ το 85% των παιδιών που βρίσκονται στην κατάλληλη ηλικία πηγαίνουν στο σχολείο. Υπάρχουν χιλιάδες νέα ή ανακαινισμένα σχολεία, συμπεριλαμβανομένων και 10 νέων πανεπιστημίων. Η χώρα τώρα είναι δεύτερη στη Λατινική Αμερική και 5η στον κόσμο όσον αφορά τα ποσοστά των φοιτητών. Στην πραγματικότητα ένας στους τρεις πολίτες της Βενεζουέλας είναι εγγεγραμμένος σε κάποιο εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Είναι επίσης μεγάλο επίτευγμα ότι η Βενεζουέλα είναι πλέον στην 5η θέση μαζί με την Φιλανδία όσον αφορά την ευτυχία του πληθυσμού.

Πριν από την κυβέρνηση Τσάβες, το 1998, το 21% του πληθυσμού ήταν υποσιτισμένα. Η Βενεζουέλα έχει πλέον δημιουργήσει ένα δίκτυο επιδοτούμενης διανομής τροφίμων στο οποίο συμμετέχουν τα μανάβικα και σούπερ μάρκετ. Ενώ το 90% των τροφίμων το 1980 ήταν εισαγόμενο σήμερα το ποσοστό είναι μικρότερο από το 30%. Η «Αποστολή Αργό» έχει δώσει 454.238 πιστώσεις για την αγροτική ανάπτυξη. 39.000 παραγωγοί αγροτικών προϊόντων έχουν λάβει πίστωση μόνο το 2012. Πέντε εκατομμύρια πολίτες έλαβαν δωρεάν φαγητό, τέσσερα εκατομμύρια από αυτούς είναι παιδιά σε σχολεία ενώ 6.000 κουζίνες τροφίμων τροφοδοτούν άλλα 900.000 άτομα. Η αγροτική μεταρρύθμιση οι πολιτικές για την ενίσχυση της παραγωγής γεωργικών προϊόντων έχουν αυξήσει την εγχώρια προσφορά τροφίμων. Τα αποτελέσματα όλων αυτών των μέτρων είναι ότι ο υποσιτισμός σήμερα είναι στο 5%, ενώ ο υποσιτισμός των παιδιών που το 1990 ήταν στο 7,7%, σήμερα έχει πέσει στο 2,9%. Αυτό είναι ένα από τα εντυπωσιακότερα επιτεύγματα στον τομέα της υγείας που έχει καταγραφεί μέχρι σήμερα.

Μερικά από τα πιο σημαντικά διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με την υγειονομική περίθαλψη και τη δημόσια υγεία έχουν ως εξής:

* Η παιδική θνησιμότητα μειώθηκε από τους 25 θανάτους στα 1000 παιδιά το 1990 στους 13 το 2010.
* Το 96% του πληθυσμού έχει πλέον πρόσβαση σε καθαρό νερό (ένας από τους στόχους της επανάστασης).

* Το 1998 υπήρχαν 18 γιατροί ανά 10.000 κατοίκους, σήμερα υπάρχουν 58. Το σύστημα δημόσιας υγείας έχει περίπου 95.000 γιατρούς.

* Χρειάστηκαν τέσσερις δεκαετίες ώστε οι προηγούμενες κυβερνήσεις να κατασκευάσουν 5.081 κλινικές, αλλά σε μόλις 13 χρόνια η Μπολιβαριανή κυβέρνηση έχτισε 13.721 (αύξηση 169,6%).

* Η Barrio Adentro (το πρόγραμμα πρωτοβάθμιας φροντίδας με τη βοήθεια περισσότερων από 8.300 Κουβανών γιατρών) έχει σώσει περίπου 1,4 εκατομμύρια ζωές σε 7.000 κλινικές.
* Μόνο το 2011, 67.000 πολίτες της Βενεζουέλας έλαβαν δωρεάν φάρμακα υψηλού κόστους για 139 παθήσεις όπως ο καρκίνος, η ηπατίτιδα, η οστεοπόρωση, η σχιζοφρένεια, κ.α. Σήμερα λειτουργούν 34 κέντρα απεξάρτησης.

* Σε 6 χρόνια, 19.840 άστεγοι έχουν στεγαστεί μέσω ειδικού προγράμματος. Σήμερα δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου παιδιά που ζουν στους δρόμους.

* Η Βενεζουέλα έχει τώρα τις περισσότερες μονάδες εντατικής θεραπείας στη Νότια Αμερική.

* Ένα δίκτυο 127 δημόσιων φαρμακείων πωλούν φάρμακα με επιδότηση εξασφαλίζοντας για τους πολίτες έκπτωση 34-40%.

* 51.000 άτομα έχουν μεταφερθεί στην Κούβα για εξειδικευμένη θεραπεία των ματιών μέσω του προγράμματος φροντίδας «Αποστολή Milagro». Μέσω του προγράμματος αυτού έχει αποκατασταθεί η όραση σε 1,5 εκατομμύριο πολίτες της Βενεζουέλας.

Ένα παράδειγμα για το πώς η κυβέρνηση προσπάθησε να ανταποκριθεί εγκαίρως στις πραγματικές ανάγκες των πολιτών της είναι η αντιμετώπιση του προβλήματος που δημιουργήθηκε το 2011, όταν βαριές τροπικές καταιγίδες άφησαν 100.000 ανθρώπους άστεγους. Τα δημόσια κτίρια και τα ξενοδοχεία άνοιξαν τις πόρτες τους αμέσως και μέσα σε ενάμιση χρόνο η κυβέρνηση έχτισε 250.000 σπίτια.

Φυσικά η κυβέρνηση της Βενεζουέλας δεν έχει εξαλείψει τα κοινωνικά προβλήματα, αλλά οι άνθρωποι της αναγνωρίζουν ότι παρά τις όποιες αδυναμίες και τα λάθη που έχουν γίνει η κυβέρνηση είναι με το μέρος τους, προσπαθώντας να χρησιμοποιήσει τους πόρους της για να καλύψει τις ανάγκες τους. Μέρος αυτής της εξίσωσης είναι η έντονη πολιτική συμμετοχή στη Βενεζουέλα. Το σύστημα περιλαμβάνει 30.000 κοινοτικά συμβούλια, τα οποία καθορίζουν τις τοπικές κοινωνικές ανάγκες και επιτρέπουν στους κατοίκους να είναι πρωταγωνιστές των αλλαγών που απαιτούν.

Η οικονομία της Βενεζουέλας έχει χαμηλό χρέος, υψηλά αποθέματα πετρελαίου και υψηλές αποταμιεύσεις. Οι δυτικοί οικονομολόγοι που αντιτέθηκαν στο πρόγραμμα του Τσάβες επαναλαμβάνουν κατά κόρον ότι η οικονομία της Βενεζουέλας δεν είναι «βιώσιμη» και προβλέπουν το θάνατό της όταν τα έσοδα από το πετρέλαιο σταματήσουν. Η ειρωνεία είναι ότι δεν κάνουν τις ίδιες ολέθριες προβλέψεις για άλλες οικονομίες που βασίζονται στο πετρέλαιο, όπως ο Καναδάς ή η Σαουδική Αραβία. Ξεχνάνε εύκολα ότι τα εξορύξημα αποθέματα της Βενεζουέλας που ξεπερνάνε τα 500 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου είναι τα μεγαλύτερα στον κόσμο. Ωστόσο, αυτά τα τελευταία 13 χρόνια, η Μπολιβαριανή κυβέρνηση έχει δημιουργήσει μια βιομηχανική και γεωργική υποδομή που 40 χρόνια τώρα οι προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν παραβλέψει και η οικονομία της συνεχίζει να παραμένει ισχυρή ακόμη και την ώρα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.

Μια ένδειξη της αυξανόμενης διαφοροποίησης της οικονομίας είναι το γεγονός ότι το κράτος πλέον λαμβάνει από την είσπραξη των φόρων σχεδόν όσα έσοδα έχει από την πώληση του πετρελαίου, δεδομένου ότι ενίσχυσε την ικανότητά της για την είσπραξη των φόρων και την αναδιανομή του πλούτου. Μέσα σε μόλις μία δεκαετία, το κράτος εισπράττει 251.694 εκατομμύρια δολάρια από φόρους, περισσότερα δηλαδή από όσα εισπράττει από την πώληση του πετρελαίου ετησίως. Τα οικονομική ορόσημα αυτά τα τελευταία δέκα χρόνια περιλαμβάνουν επίσης τη μείωση της ανεργίας από το 11,3% στο 7,7%, τον διπλασιασμό της ποσότητας των ατόμων που λαμβάνουν παροχές κοινωνικής ασφάλισης, καθώς και τη μείωση του δημόσιου χρέους από το 20,7% στο 14,3% του ΑΕΠ, την άνθηση των συνεταιρισμών και την ενίσχυση της τοπικής ενδογενής οικονομίας. Σε γενικές γραμμές, η οικονομία της Βενεζουέλας έχει αυξηθεί κατά 47,4% μέσα σε δέκα χρόνια, δηλαδή κατά 4,3% ετησίως. Σήμερα, πολλές ευρωπαϊκές χώρες θα ζήλευαν αυτό τον ρυθμό ανάπτυξης. Οι οικονομολόγοι που μελετάνε λεπτομερώς την οικονομία της Βενεζουέλας για τα επόμενα χρόνια λένε ότι, «Οι προβλέψεις κατάρρευσης του ισοζυγίου πληρωμών ή εμφάνιση κρίσης χρέους και άλλες δυσοίωνες προβλέψεις έχουν επανειλημμένα αποδειχθεί λάθος [...] η τρέχουσα οικονομική ανάπτυξη της Βενεζουέλας είναι βιώσιμη και θα μπορούσε να συνεχιστεί με τους σημερινούς ρυθμούς ή και ακόμα υψηλότερους για πολλά χρόνια. » (Mark Weisbrot).

Σύμφωνα με το Global Finance και World Factbook της CIA, η οικονομία της Βενεζουέλας παρουσιάζει τους ακόλουθους δείκτες:. Ποσοστό ανεργίας 8% , δημόσιο χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ 45,5% (σε αντίθεση ο μέσος όρος χρέους στις χώρες της Ε.Ε. είναι 82,5% επί του ΑΕΠ), αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά κεφαλήν 13.070 δολάρια. Το 2011, η οικονομία της Βενεζουέλας αψήφησε τις περισσότερες προβλέψεις και πέτυχε ανάπτυξη 4,2%. Το πρώτο εξάμηνο του 2012ο ίδιος δείκτης βρέθηκε στο 5,6 %. Το δημόσιο χρέος της ως προς το ΑΕΠ είναι σχετικά μεγαλύτερο από αυτό των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας και μικρότερο από τις χώρες της Ευρώπης. Ο πληθωρισμός, ενδημικό πρόβλημα δεκαετιών έχει πέσει σε τετραετή χαμηλό, στο 13,7% σύμφωνα με τα στοιχεία του τελευταίου τετραμήνου του 2012. Ακόμη και η Wall Street Journal αναφέρει ότι το χρηματιστήριο της Βενεζουέλας είναι μακράν το πιο αποδοτικό στον κόσμο. Ο Γενικός δείκτης έκανε ρεκόρ όλων των εποχών τον Οκτώβριου του 2012. Τα ομόλογα της Βενεζουέλας θεωρούνται από τις καλύτερες επιδόσεις στις αναπτυσσόμενες αγορές.


H νίκη του Ούγκο Τσάβες είχε μεγάλο αντίκτυπο σε όλο τον κόσμο, αφού επέφερε ριζικές αλλαγές όχι μόνο στη χώρα του, αλλά και σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική (όπου έχουν επίσης εκλεγεί προοδευτικές κυβερνήσεις), με αποτέλεσμα την αναμόρφωση της παγκόσμιας τάξης. Η νίκη του ήταν ακόμα πιο σημαντική αν λάβει κανείς υπόψιν την τεράστια οικονομική και στρατηγική βοήθεια, που προσέφεραν οι μυστικές υπηρεσίες και οι σύμμαχοι των ΗΠΑ στα κόμματα της αντιπολίτευσης και στα μέσα ενημέρωσης. Από το 2002, η Ουάσιγκτον διοχέτευσε 100 εκατομμύρια δολάρια για τις ομάδες της αντιπολίτευσης στη Βενεζουέλα, ενώ μόνο τη χρονιά των εκλογών, διοχετεύτηκαν 40 με 50 εκατομμύρια δολάρια. Ο λαός της Βενεζουέλας αγνόησε, ωστόσο, το μπαράζ προπαγάνδας εναντίον του προέδρου από τα μέσα ενημέρωσης, που είναι κατά 95% ιδιωτικά και αντιπολιτευόμενα. Η παλίρροια της προοδευτικής αλλαγής στην περιοχή ξεκίνησε με την κατασκευή της υποδομής για μια πραγματικά ανεξάρτητη Νότια Αμερική με πολιτικές οργανώσεις οικονομικής ολοκλήρωσης, όπως η Τράπεζα του Νότου, καθώς και οι CELAC, ALBA, Petrosur, Petrocaribe, UNASUR, MERCOSUR, και Telesur. Κάπως έτσι έγινε σαφές στον υπόλοιπο κόσμο ότι υπάρχουν, παρά τις αντίθετες ενδείξεις, οικονομικά και κοινωνικά εναλλακτικές λύσεις στον 21ο αιώνα. Ακολουθώντας ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης από αυτό του παγκόσμιου καπιταλισμού, που έρχεται σε έντονη αντίθεση με την Ευρώπη, τα επίπεδα του χρέους σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική είναι χαμηλά και εξακολουθούν να μειώνονται.

Οι αλλαγές στη Βενεζουέλα είναι κάθε άλλο παρά ασαφείς. Η κυβέρνηση του προέδρου Τσάβες έχει βελτιώσει σημαντικά τις συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων της Βενεζουέλας, προωθώντας τη δυναμική πολιτική συμμετοχή τους για την επίτευξη των αλλαγών. Αυτό το νέο μοντέλο σοσιαλιστικής ανάπτυξης άσκησε συγκλονιστική επίδραση σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, συμπεριλαμβανομένης της Κολομβίας τα τελευταία χρόνια, και των προοδευτικών αριστερών κυβερνήσεων που συνιστούν την πλειοψηφία στην περιοχή. Για τις χώρες αυτές, η Βενεζουέλα αποτέλεσε τον καταλύτη για περισσότερη δημοκρατία, για εθνική κυριαρχία και οικονομική και κοινωνική πρόοδο στην περιοχή. Καμία πτυχή της νεοφιλελεύθερης ρητορικής δεν μπορεί να αμφισβητήσει αυτά τα γεγονότα. Δεκάδες δογματικοί εμπειρογνώμονες μπορούν να συνεχίσουν να αναρωτιούνται για το εάν η Μπολιβαριανή Επανάσταση είναι ή δεν είναι σοσιαλιστική, αν είναι επαναστατική ή ρεφορμιστική (το πιθανότερο είναι να είναι και τα δύο), αλλά στο τέλος της ημέρας αυτό που παραμένει και έχει σημασία είναι τα σημαντικά επιτεύγματα. Αυτό είναι που εξοργίζει τους αντιπάλους του, τόσο στο εσωτερικό της Βενεζουέλας όσο και στις νέο-αποικιοκρατικές χώρες.

Το «αντικειμενικό» The Economist δεν θα δημοσιοποιήσει αυτά τα δεδομένα, προτιμώντας να προβλέψει για άλλη μια φορά την επικείμενη κατάρρευση της οικονομίας της Βενεζουέλας, ενώ η El Pais, στην Ισπανία, θα προτιμήσει να φιλοξενήσει έναν από τους αρχιτέκτονες της Καρακάσο (της σφαγή 3000 ανθρώπων που διαμαρτύρονταν στο Καράκας για τα μέτρα λιτότητας του 1989), τον υπουργό Οικονομικών της προηγούμενης κυβέρνησης, Moises Naim, για να συνεχίσει με την αντι-Τσάβες εμμονή του. Κανένας από αυτούς όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο Δείκτης Ανθρώπινης Ανάπτυξης του ΟΗΕ τοποθετεί τη Βενεζουέλα στη 61η θέση μεταξύ 176 χωρών, και ενώ μέσα σε 10 χρόνια έχει ανέβει 7 θέσεις.

Και αυτός είναι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο η Μπολιβαριανή Επανάσταση του Τσάβες θα επιβιώσει του σοσιαλιστή ηγέτη της Βενεζουέλας.

O Ιταλικός κόλαφος

 ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία, Σάββατο 2 Μαρτίου 2013


Τον Νοέμβρη του 2011 η υπερεθνική ελίτ που διαχειρίζεται τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση καθιέρωσε και επίσημα τoν θεσμό της κοινοβουλευτικής Χούντας στην Ελλάδα και την Ιταλία. Όπως έγραφαν τότε οι Financial Times, το Ευρωπαϊκό τμήμα της ελίτ αυτής απέστειλε δύο νέους κυβερνήτες: «στη θέση του αλλοπρόσαλλου Παπανδρέου τον πρώην αντιπρόεδρο της ΕΚΤ (Παπαδήμο), και στη θέση του απείθαρχου Μπερλουσκόνι τον Μόντι, πρώην επικεφαλής της πολιτικής ανταγωνισμού στην Κομισιόν». Και οι δύο, μέλη της Τριμερούς Επιτροπής (Trilateral Commission), δηλ. της επιτροπής που είχε ιδρύσει ο Ροκφέλλερ για τη διαχείριση της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς, οι οποίοι μαζί με τον Ντράγκι  (που ακόμη διευθύνει την ΕΚΤ) ανήκουν, σε διαφόρους βαθμούς, στο Ευρωπαϊκό τμήμα της Goldman Sachs, κύριου «στελέχους» της υπερεθνικής ελίτ! Και ο μεν Παπαδήμος αντικαταστάθηκε από τους αντάξιους, ως προς την δουλικότητά τους στην υπερεθνική ελίτ,  σημερινούς μας κυβερνήτες, ο δε Μόντι ήταν η μεγάλη ελπίδα της υπερεθνικής ελίτ για να συγκρατηθεί η Ιταλία στο ίδιο χαλινάρι με την Ελλάδα.
Πριν από ένα μόλις μήνα, στο Νταβός όπου συγκεντρώνεται κάθε χρόνο άτυπα η υπερεθνική ελίτ, υποδεχόντουσαν τον Μόντι σαν τον «σωτήρα της Ευρώπης». Οι στημένες δημοσκοπήσεις της ίδιας ελίτ τον έφερναν φαβορί να σχηματίζει κυβέρνηση μαζί με τον Μπερσάνι, τον Ιταλό...Τσίπρα, και την εκφυλισμένη τέως κομμουνιστική Αριστερά που εκπροσωπείται από το Δημοκρατικό κόμμα της Ιταλίας, που δεν διανοείται μεν, ακριβώς όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, να θέσει θέμα εξόδου από την  ΕΕ, αλλά τουλάχιστον δεν εξαπατά τον Λαό ότι ακόμη και μέσα στην ΕΕ θα μπορούσε να παραβεί τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας! Οι πολιτικές αυτές  έχουν ήδη προκαλέσει σημαντική φτωχοποίηση που δεν συγκρίνεται βέβαια με την Ελληνική καταστροφή. Γι’ αυτό και οι αγορές, προεξοφλώντας τη νίκη του διδύμου της υπερεθνικής ελίτ (Μόντι/Δημοκρατικό κόμμα) ήταν ιδιαίτερα αισιόδοξες στην αρχή, μέχρι να έλθουν τα νέα για τη πανωλεθρία του Μόντι που δεν κατάφερε να συγκεντρώσει παρά μόνο το 10% των ψήφων, αλλά και την αντίστοιχη βαριά ήττα του Δημοκρατικού κόμματος που έχασε το 30% των ψήφων του σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές. Και εδώ έγκειται ο κόλαφος του Ιταλικού λαού στην υπερεθνική ελίτ. Όχι μόνο το νεοσύστατο «κίνημα» του Γκρίλλο δεν διστάζει να θέσει θέμα δημοψηφίσματος για την έξοδο από το Ευρώ (που η δυναμική του σε μια χώρα του μεγέθους της Ιταλίας, θα έθετε και θέμα εξόδου και από ΕΕ)  αλλά και το κόμμα του Μπερλουσκόνι δεν το έχει αποκλείσει, εισπράττοντας τη λυσσασμένη επίθεση της υπερεθνικής ελίτ. Έτσι πάνω από 55% του Ιταλικού λαού (και πολύ περισσότεροι αν συνυπολογίσουμε την αποχή-ρεκόρ) δεν διστάζουν να αγγίξουν την πραγματική αιτία των δεινών τους, την ένταξη στην ΕΕ, ενώ στην Ελλάδα χάρις κυρίως στην αξιωματική αντιπολίτευση που διαθέτουμε, η υπερεθνική ελίτ δεν έχει λόγο να ανησυχεί για την χώρα μας, όπως άλλωστε διαπίστωσε και «ιδίοις όμμασιν» από τις επισκέψεις του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ σε Βερολίνο και Ουάσιγκτον για να επιδώσει τα «διαπιστευτήρια» του!
Φυσικά, όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι ήδη γίνεται κάποια ριζική αλλαγή στην  Ιταλία, ιδιαίτερα αν πάρουμε υπόψη τη σύνθεση και τον χαρακτήρα των δύο λαϊκιστικών κομμάτων που ήταν οι νικητές. Απλά, μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει η δυναμική για ριζικές αλλαγές, η οποία απουσιάζει σήμερα στην Ελλάδα. Έτσι, η παράταξη Μπερλουσκόνι εκπροσωπεί μεν τα συμφέροντα της Ιταλικής ελίτ και των προνομιούχων στρωμάτων, τα οποία όμως δεν συμπίπτουν πάντα με αυτά της υπερεθνικής ελίτ γιατί η Ιταλία δεν παύει να είναι μια χώρα της Ευρωπαϊκής περιφέρειας που αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα απώλειας της ανταγωνιστικότητάς της εξαιτίας της ένταξής της στην ΕΕ/Ευρωζώνη. Αυτό σημαίνει ότι στην Ιταλία, σε αντίθεση με την Ελλάδα που δεν διαθέτει καν αξιόλογη παραγωγική δομή, ένα κόμμα σαν αυτό του Μπερλουσκόνι δεν θα δίσταζε να έλθει σε σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή ελίτ για να προστατεύσει τα συμφέροντα της Ιταλικής ελίτ. Ανάλογα ισχύουν για το «κίνημα» του Γκρίλλο που, καθεαυτό, είναι εντελώς ακίνδυνο για την υπερεθνική ελίτ, αφού δεν καταδικάζει το ίδιο το σύστημα αλλά απλά την διαφθορά του από παραδόπιστους πολιτικούς. Είναι, δηλαδή, το κόμμα των «αγανακτισμένων» το οποίο, χωρίς πολιτικό πρόταγμα, ανάλυση που να το στηρίζει, και συνακόλουθη στρατηγική, εκφράζει την οργή του Ιταλικού λαού με εντελώς ανοργάνωτο (και επομένως ελέγξιμο από τις ελίτ) τρόπο ―όπως συνέβαινε γενικά με τους «αγανακτισμένους».
Το μεγάλο ερώτημα επομένως που αφορά όλους τους Ευρωπαϊκούς λαούς είναι αν ο Ιταλικός λαός θα ξεπεράσει τις συστημικές παγίδες που εκφράζουν τα κόμματα Μπερλουσκόνι και Γκρίλλο, καθώς και τα  ψευτοδιλήμματα για τις πολιτικές λιτότητας και την «κακή» Μέρκελ, και θα προχωρήσει στη δημιουργία ενός παλλαϊκού Μετώπου με στόχο την έξοδο από την ΕΕ και την οικονομική αυτοδυναμία, ώστε να ξανακτίσει την παραγωγική δομή της χώρας. Γεγονός που, αντικειμενικά, θα μπορούσε να θέσει τις βάσεις μελλοντικής συστημικής αλλαγής.