ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Τρίτη 26 Απριλίου 2016

Η σφαγή του Λάντλοου και η δολοφονία του Ελληνα αρχηγού των απεργών-ανθρακωρύχων Λούη Τίκα ((Ηλία Σπαντιδάκη)

Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ 
Συμπληρώνονται σήμερα 102 χρόνια από την ημέρα που η Εθνική Φρουρά της Πολιτείας του Κολοράντο των ΗΠΑ ανοίγει πυρ κατά απεργών ανθρακωρύχων στην πόλη Λάντλοου, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 16 εργάτες, ανάμεσά τους και ο Ελληνικής καταγωγής συνδικαλιστής Λούης Τίκας ((Ηλίας Σπαντιδάκης).

Η συγκεκριμένη απεργία και τα όσα επακολούθησαν αποτελούν μία από τις πιο σημαντικές και πιο αιματηρές σελίδες στην ιστορία του εργατικού κινήματος στην Αμερική,
Μετά τη σφαγή στο Λάντλοου, οι συγκρούσεις των εργατών με την εθνοφρουρά σε όλη την Πολιτεία του Κολοράντο έλαβαν τεράστιες διαστάσεις. Τα συνδικάτα κάλεσαν τους εργάτες να εξοπλιστούν με «όλα τα όπλα και τα πυρομαχικά που μπορούσαν να αποκτήσουν νόμιμα» και άρχισε πραγματικός ανταρτοπόλεμος ανάμεσα στην εθνοφρουρά και στα συνδικάτα που διήρκεσε δέκα ημέρες.

Για την σφαγή του Λάντλοου, καθώς και την ιστορία του Λούη Τίκα, αρχηγού των απεργών-ανθρακωρύχων, γράφτηκαν βιβλία, γυρίστηκαν ντοκιμαντέρ, ενώ παραμένει αναφορά στην ιστορία του παγκόσμιου εργατικού κινήματος.



Ο απόγονος του ηρωικού κρητικού αγωνιστή ανθρακωρύχου Λούη Τίκκα εξιστορεί: «Πώς ο Ροκφέλερ δολοφόνησε τον πρόγονό μου»

  της Κατερίνας Ροββά


«Αυτός μια μέρα να ξέρεις ή θα γίνει πολύ μεγάλος ή θα φάει το κεφάλι του», έλεγε ο παππούς μου για τον Λούη Τίκα.




Ο Λούης Τίκας (τρίτος από αριστερά) με το άστρο του αρχηγού των ανθρακωρύχων 
φωτογραφίζεται με εκπροσώπους του Ροκφέλερ
Τελικά συνέβησαν και τα δύο. Ο Λούης, που έμελλε να γίνει ένας θρύλος της εργατικής τάξης, ήταν αδελφός του. Ένας πάρα πολύ έξυπνος νέος που είχε γεννηθεί το 1886, με αίσθημα δικαιοσύνης, ανήσυχος, που διάβαζε ό,τι βιβλίο έπεφτε στα χέρια του και η γη της Κρήτης δεν τον χωρούσε. Όταν αποφάσισε να πάει στην Αμερική για να αναζητήσει την τύχη του, ο παππούς μου δεν τον άφηνε. Η γιαγιά μου επέμενε. «Άστον να ανοίξει τα φτερά του» του έλεγε. Και πήγε.
Ήταν 25 Μαρτίου 1906». Με τα λόγια αυτά ο κ. Γιώργος Σταυρουλάκης διηγείται στο «Έθνος» την ιστορία του προγόνου του που το 1913 πρωταγωνίστησε ως αρχηγός των Ελλήνων ανθρακωρύχων μαζί με άλλες 26 εθνικότητες στην τεράστια απεργία του Συνδικάτου Ενωμένων Ανθρακωρύχων Αμερικής στο Κολοράντο. Μια απεργία που κορυφώθηκε στις 20 Απριλίου 1914 με τη Σφαγή του Λάντλοου και την άγρια δολοφονία του Λούη Τίκα, άλλων συνδικαλιστών και γυναικόπαιδων που διεκδικούσαν ανθρώπινες συνθήκες ζωής από την πολιτειακή Εθνοφρουρά.
Ήταν η εποχή που η αμερικανική οικονομία προσπαθούσε να ξεφύγει από τον κύκλο της ύφεσης, συνθλίβοντας ακόμη περισσότερο τα στοιχειώδη δικαιώματα των εργατών: 14 ώρες δουλειάς, μεροκάματα που δεν εξασφάλιζαν τα αναγκαία για τη διαβίωση, απουσία μέτρων ασφαλείας, φτώχεια και βαθιά εκμετάλλευση.
Στην ιστορία του Τίκα και άλλων Ελλήνων που συμμετείχαν στις ένοπλες ταξικές αναμετρήσεις των ορυχείων της Αμερικής από το 1890 έως το 1930 αναφέρεται το νέο ντοκιμαντέρ του Λεωνίδα Βαρδαρού με τίτλο «Ludlow, οι Eλληνες στους πολέμους του Aνθρακα».
Η κοιλάδα του Λάντλοου μετά τη μεγάλη σφαγή των απεργών 
και των οικογενειών τους από την πολιτειακή Εθνοφρουρά

«Ο Λούης έμαθε γρήγορα την αγγλική γλώσσα και τον χρησιμοποιούσαν ως μεταφραστή, ενώ βοηθούσε τους Eλληνες να στέλνουν τα γράμματά τους στην πατρίδα. Βλέποντας ότι με αυτές τις άθλιες συνθήκες ζωής εκεί δεν υπήρχε μέλλον, ίδρυσε το πρώτο εργατικό σωματείο. Οργάνωσε πάρα πολλούς Eλληνες. Ο Ροκφέλερ, ο μεγαλύτερος εργοδότης της περιοχής, τον θεωρούσε έντιμο πρόσωπο, αναγνώριζε την επιρροή του και απαιτούσε να παρίσταται στις διαπραγματεύσεις. Η κατάσταση, όμως, ήταν αφόρητη. Με τις διαπραγματεύσεις δεν γινόταν τίποτα. Και ο Τίκας άρχισε να οργανώνει την απεργία. Γύρισε όλα τα ορυχεία, τον πίστεψαν και τον ακολούθησαν 11.000 εργάτες. Και η απεργία κηρύχθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1913. Κράτησε μέχρι τον Απρίλιο με τη μεγάλη σφαγή.
Στην Κοιλάδα του Λάντλοου τοποθετήθηκαν σκηνές όπου διέμεναν οι ανθρακωρύχοι με τις οικογένειές τους. Κάτω από αυτές έφτιαξαν ορύγματα για να προφυλάσσονται οι γυναίκες και τα παιδιά από την ιδιωτική αστυνομία του Ροκφέλερ που έμπαινε βίαια στον καταυλισμό, κατέστρεφε τα πάντα και έκλεβε τις πενιχρές οικονομίες των εργατών. Σε αυτό το καθεστώς τρομοκρατίας και παρά τον βαρύ χειμώνα που μεσολάβησε με ένα μέτρο χιόνι η απεργία δεν έσπασε, ο αγώνας κρατούσε γερά», λέει ο κ. Σταυρουλάκης.

Αγρια δολοφονία

 

«Κάποια στιγμή ο Ροκφέλερ προσπάθησε να δωροδοκήσει τον Τίκα, ζητώντας του να εγκαταλείψει την περιοχή αντί 10.000 δολαρίων. Εκείνος βγήκε και το ανακοίνωσε στους απεργούς, λέγοντάς τους ότι θα μείνει μαζί τους ως το τέλος. Από τότε κάποιοι τον αποκαλούσαν ο «Λέων της Κρήτης». Όταν είδαν ότι δεν μπορούν να διαλύσουν την απεργία αλλιώς, οι εργοδότες κάλεσαν την Εθνοφρουρά. Στις 20 Απριλίου, σούρουπο, γάζωσαν τον καταυλισμό με μυδράλια. Έριξαν κηροζίνη και έβαλαν φωτιά. Πολλοί κάηκαν ζωντανοί και όσοι βρίσκονταν στα ορύγματα πέθαναν από ασφυξία. Οι εργάτες αντιστάθηκαν μέχρι τέλους, ώσπου τους τελείωσαν τα πυρομαχικά. Την παραμονή της Σφαγής ένας συγχωριανός του Λούη Τίκα, με τον οποίο είχαν φύγει μαζί από τα Λούτρα Ρεθύμνου, του είχε πει: «Πάμε να φύγουμε τώρα, να δουλέψουμε σε άλλη Πολιτεία». Ο Τίκας του απάντησε: «Εσύ φύγε, εγώ πρέπει να μείνω να συνεχίσω αυτό που ξεκίνησα».

Επί τρεις ημέρες το πτώμα του Τίκα κείτονταν στην κοιλάδα του Λάντλοου 
χωρίς να επιτρέπεται σε κανέναν να πλησιάσει

Ο Μανώλης έφυγε και έζησε ως το 1974. Ο Λούης δολοφονήθηκε την ημέρα εκείνη. Ο υπομοίραρχος που τον σκότωσε έσπασε το κοντάκι του όπλου του πάνω στο κεφάλι του Τίκα και στη συνέχεια τον γάζωσαν πισώπλατα. Η Εθνοφρουρά έβαλε φωτιά για να εξαφανίσει τα πτώματα και απέμειναν μόνο 50, εκ των οποίων αναγνωρίστηκαν τα 17. Επί τρεις ημέρες οι σοροί του Τίκα και του γραμματέα του Συνδικάτου κείτονταν εκεί χωρίς να επιτρέπουν σε κανέναν να τις πλησιάσει».
Πίσω στην Κρήτη, ήταν η γιαγιά του κ. Σταυρουλάκη που θα παραλάμβανε το τηλεγράφημα που έφτασε από την Αμερική το 1914 στα Λούτρα Ρεθύμνου. «Δεν ήξερε πώς να το πει στον παππού μου. «Ξέρεις», του είπε, «ήρθε ένα τηλεγράφημα από την Αμερική». Κι εκείνος την κοίταξε στα μάτια και της είπε: «Το περίμενα…»».

Λ. Βαρδάρος: Πέθαιναν μέσα στους βάλτους από ελονοσία

 

«Για τις δυσκολίες των πρώτων Ελλήνων μεταναστών στις ΗΠΑ άκουσα πρώτη φορά από τη γιαγιά μου, γιατί ο παππούς μου είχε επιστρέψει από την Αμερική πριν από την κρίση του ’29», μας λέει ο σκηνοθέτης Λεωνίδας Βαρδαρός. Απογόνους των… επιζησάντων δικών μας μεταναστών στις ΗΠΑ, ο κ. Βαρδαρός γνώρισε για πρώτη φορά το 1972 στην Ικαρία, το γενέθλιο νησί του. «Μου αφηγούνταν ιστορίες για τους εργάτες που έφτιαχναν τις σιδηροδρομικές γραμμές και πέθαιναν μέσα στους βάλτους από ελονοσία», λέει. «Αργότερα βρέθηκαν στα χέρια μου αυτοβιογραφικά κείμενα μεταναστών, καθώς επίσης και λογοτεχνικά κείμενα για την άλλη Αμερική. Έτσι κατάλαβα ότι ο επίσημος κολακευτικός χαρακτηρισμός της ελληνικής μεταναστευτικής εποποιίας συγκαλύπτει απειράριθμα ατομικά δράματα».



Στα ορυχεία της Αμερικής πολλά μικρά παιδιά-θύματα ακραίας εκμετάλλευσης 
πρόσφεραν τον κόπο τους έναντι πενιχρής αμοιβής
Και γιατί μέχρι πρότινος δεν γνωρίζαμε τίποτα γι’ αυτά; «Γιατί ο όμιλος Ροκφέλερ ξόδεψε εκατομμύρια δολάρια για δεκαετίες για να τα αποσιωπήσει», τονίζει ο σκηνοθέτης. Μέχρι και οι ίδιοι οι Αμερικανοί, εξαιρουμένων των ειδικών ιστορικών ερευνητών, αγνοούσαν μέχρι τα χρόνια του μεταπολέμου -και την κυκλοφορία του εμβληματικού τραγουδιού «The Ludlow Massacre» του Γούντι Γκάθρι- πως ο δήθεν φιλάνθρωπος λάδωνε με αμύθητα ποσά τα ΜΜΕ για να αποκαταστήσουν την εικόνα του στην κοινή γνώμη.
Στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας ο Λεωνίδας Βαρδαρός αποφάσισε να ανεβάσει μια θεατρική παράσταση για τους ταξικούς αγώνες στην Αμερική. «Γνωρίστηκα με τους ανθρώπους της αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Αποστόλης Μπερδεμπές» και στη συνέχεια ξεκινήσαμε μαζί την έρευνα για την παρούσα ταινία, στη διάρκεια της οποίας γνώρισα πολύ περισσότερα γεγονότα για εκείνη την εποχή».

Γ. Σταυρουλάκης: Σε τρία χρόνια είχαν χαθεί 618 εργάτες

 

«Την εποχή εκείνη καθημερινά στα ορυχεία σκοτώνονταν άνθρωποι, σε τρία χρόνια είχαν χαθεί 618 εργάτες», εξηγεί ο κ. Σταυρουλάκης. «Το μεροκάματο ήταν πλασματικό, έπαιρναν θεωρητικά 5 δολάρια αλλά ο μέσος όρος ήταν 1,6 δολάρια. Κι αυτό επειδή πλήρωναν τα πάντα: το σπίτι που τους έδινε η εταιρεία, το νερό της εταιρείας, τον παπά της εκκλησίας. Επίσης τους έδιναν ένα τμήμα του σε σκριπ, δηλαδή εταιρικό νόμισμα με το οποίο πήγαιναν να ψωνίσουν υποχρεωτικά σε καταστήματα της εταιρείας, τα οποία είχαν τιμές ακριβότερες κατά 25% από τα άλλα καταστήματα της πόλης. Έτσι, στην ουσία όχι μόνο δεν πληρώνονταν αλλά χρεώνονταν κιόλας απέναντι στην εταιρεία, με κάποιους να μην καταφέρουν ποτέ να εξοφλήσουν τα χρέη τους… Οι εργάτες ζητούσαν μέτρα ασφαλείας, αναγνώριση του συνδικάτου και του δικαιώματος στον συνδικαλισμό, αύξηση μισθού και καταβολή κανονικού μεροκάματου για επικίνδυνη εργασία, μεγαλύτερη αμοιβή αν δούλευαν πέραν του οκταώρου -συνήθως εργάζονταν 14 ώρες-, να ζυγίζει δικός τους εργοδηγός το κάρβουνο, να καταργηθεί το εταιρικό νόμισμα και να έχουν δικαίωμα επιλογής σε ξενώνα, γιατρό και κατάστημα».


Αγέρωχος δίπλα στο πορτρέτο του «Λέοντα της Κρήτης» 
στέκεται ο απόγονός του, Γιώργος Σταυρουλάκης

Ο θρύλος του Τρινιδάδ

Σήμερα ο Λούης Τίκας είναι ένας θρύλος της πόλης του Τρινιδάδ και η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο με εκδηλώσεις και συνέδρια. Στην κοιλάδα του Λάντλοου έχει στηθεί ανδριάντας του και μνημείο για τους εργάτες που έχασαν τη ζωή τους στη μάχη. Η απεργία νίκησε και οι εργάτες κέρδισαν δικαιώματα. Η κηδεία του απέδειξε, άλλωστε, ότι επρόκειτο για ένα σύμβολο της εργατικής τάξης που δεν θα έσβηνε εύκολα από τη συλλογική μνήμη. «Αφού τον διαβάσανε στον Αγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή, μια άμαξα τον μετέφερε προς το νεκροταφείο του Σαν Ραφαέλι στο Τρινιδάδ. Τρεις Έλληνες βρίσκονταν μπροστά κρατώντας μια ελληνική σημαία, μια αμερικανική και μια σημαία του Κολοράντο. Ακολουθούσαν 500 Έλληνες και χιλιάδες ανθρακωρύχοι, με την πομπή να φτάνει σε μήκος το ένα μίλι», λέει ο κ. Σταυρουλάκης.

Η "κηδεία του αιώνα" για τον Κρητικό που έγινε σύμβολο αγώνα- Φωτογραφίες ντοκουμέντα
Οι φωτογραφίες είναι από την ηλεκτρονική σελίδα pappaspost.com και αποτελούν ντοκουμέντα. Δείχνουν την κηδεία του Κρητικού παλικαριού, του Λούη Τίκα, του Ηλία Σπαντιδάκη από το Ρέθυμνο, που δολοφονήθηκε το 1914 στο Κολοράντο των ΗΠΑ κατά τη διάρκεια μιας μεγαλειώδους εργατικής απεργίας στα ορυχεία. Η μνήμη του είναι ακόμα ζωντανή στα αμερικανικά συνδικάτα.

Οι φωτογραφίες δείχνουν μια πομπή πολλών μιλίων, εργατών της Αμερικής, οι οποίοι με τον τρόπο αυτό αποχαιρέτησαν, στις 29 Απριλίου 1914, τον άνθρωπο που έγινε σύμβολο για τους εργάτες των ΗΠΑ για πολλές δεκαετίες στη συνέχεια.


Από την Κρήτη στις ΗΠΑ
 
Το ελληνικό όνομα του Τίκα ήταν Ηλίας Σπαντιδάκης. Γεννήθηκε στην Λούτρα Ρεθύμνου το 1886 και ο πατέρας του ονομαζόταν Αναστάσιος. Το 1906 σε ηλικία 20 ετών μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Πριν φύγει έβγαλε μια φωτογραφία φορώντας την παραδοσιακή κρητική στολή και την άφησε ως ενθύμιο στους συγγενείς του. Δεν επρόκειτο να ξανανταμωθούν. Στις ΗΠΑ μετέτρεψε το όνομά του στο αγγλοσαξονικό Λούης Τίκας (Luis Tikas), με το οποίο έμελλε να γραφεί στην ιστορία των συνδικαλιστικών αγώνων.

Από το λιμάνι της Νέας Υόρκης πήγε στο Κολοράντο. Εγκαταστάθηκε στο Ντένβερ κι άρχισε να δουλεύει στα χαλυβουργία του Πουέμπλο καμιά τριανταριά μίλια μακριά, με ημερομίσθιο $1,75, για δώδεκα ώρες την ημέρα. Το 1910 ορκίστηκε Αμερικανός πολίτης και άνοιξε καφενείο στην οδό Μάρκετ του Ντένβερ, μια εργατική γειτονιά που έγινε η τοπική Greektown. Την εποχή εκείνη στο Ντένβερ ζούσαν 240 Έλληνες.

Συμπτωματικά, απέναντι απ’ το καφενείο βρίσκονταν τα γραφεία της τοπικής οργάνωσης των Βιομηχανικών Εργατών του Κόσμου (Wobblies). Ο Τίκας, είτε έγινε από την αρχή μέλος των Wobblies είτε όχι, ήταν αποφασισμένος να αφομοιωθεί στην καινούρια χώρα. Αρχικά, προσπάθησε να μπει στο αστυνομικό σώμα αλλά απερρίφθη εξαιτίας της εμπλοκής του με τους Wobblies. Υπάρχουν πληροφορίες ότι ήταν επικεφαλής ενός συνδικάτου λούστρων που το 1910 έκαναν απεργία ζητώντας αύξηση 100% (από πέντε σε δέκα σεντς!). Άλλοι λένε πως δούλευε για μια ασφαλιστική εταιρία.
Έτσι κι αλλιώς, ο Λούης Τίκας αναδείχτηκε σε ηγετική μορφή ανάμεσα στους συμπατριώτες του: μιλούσε καλύτερα αγγλικά απ’ οποιονδήποτε άλλον, και έστελνε τα εμβάσματα στην Ελλάδα για λογαριασμό των συμπατριωτών του που δεν ήξεραν πώς να φερθούν στο ταχυδρομείο και στην τράπεζα.
Ήταν τζέντλεμαν: οι φωτογραφίες της συλλογής Ντολντ, που υπάρχουν στην πολιτειακή βιβλιοθήκη του Ντένβερ, δείχνουν έναν Αμερικανό πολίτη χωρίς μουστάκι – κάτι ασυνήθιστο για την κρητική κοινότητα – που δεν θα ξεχώριζε από έναν ντόπιο.
Συνδικαλιστής - Ηγέτης
 
Ο Τίκας ήταν συνειδητός ριζοσπάστης. Οι εργάτες του Κολοράντο βρίσκονταν στο έλεος των εταιριών και των αφεντικών. Την εποχή που ο Λούης Τίκας έφτασε στο Ντένβερ, το μεγάλο αφεντικό ήταν ο Λεωνίδας Σκλήρης, από τη Σπάρτη, ένα είδος εργατοπατέρα που έλεγχε τους Έλληνες εργάτες όχι μόνο στο Κολοράντο αλλά στη Γιούτα και τη Νεβάδα. Τους εύρισκε δουλειά στα ορυχεία με συνθήκες μεσαιωνικές και αμοιβές χειρότερες από των άλλων εθνοτήτων. Οι «Έλληνες του Σκλήρη» εργάζονταν για $1,75 την ημέρα ενώ οι Γερμανοί και οι Ουαλοί έπαιρναν $2,50. Η κατάσταση στα ορυχεία ήταν όντως μεσαιωνική. Από το 1910 ως το 1913, 618 ανθρακωρύχοι είχαν χάσει τη ζωή τους σε εργατικά ατυχήματα. Τα ημερομίσθια ήταν τόσο χαμηλά ώστε πολλές οικογένειες ικανοποιούνταν με τις «αποζημιώσεις θανάτου» που έφταναν τα εφτακόσια δολάρια (χώρια το φέρετρο των είκοσι δολαρίων). Ανάμεσά τους δούλευαν 350 περίπου Έλληνες. Η δουλειά τους ήταν πολύ σκληρή, με αποτέλεσμα σε δυο χρόνια να υπάρχουν 13 θάνατοι Ελλήνων και πολλοί τραυματισμοί.
Ο Ηλίας Σπαντιδάκης σε φωτογραφία πριν φύγει από την Κρήτη και δεξιά στην Αμερική
Επίσης, ήταν κακοπληρωμένοι και γινόταν μεγάλη εκμετάλλευση από τις εταιρίες σε βάρος των εργατών. Σπίτια και καταστήματα ανήκαν στην εταιρία των ορυχείων, η οποία κοστολογούσε τη χρήση και τα ψώνια 25 % ακριβότερα από την ελεύθερη αγορά. Επιλογή άλλη δεν υπήρχε, αφού οι εργάτες ήταν υποχρεωμένοι να κατοικούν και να ψωνίζουν από την εταιρία, η οποία τους πλήρωνε σε κουπόνια ανταλλάξιμα μόνο στα ταμεία των δικών της καταστημάτων. Το 1912, ο Λούης Τίκας εγκατέλειψε το καφενείο. Το Νοέμβριο του 1912 βρισκόταν στα ορυχεία του Φρέντερικ στο Κολοράντο, που ήταν σκλαβοπάζαρα. Στις 19 Νοεμβρίου ήταν επικεφαλής των 63 Ελλήνων που κατέβηκαν σε απεργία. Τότε αναδείχτηκε η ηγετική κορφή του συνδικαλιστή Τίκα, με αποτέλεσμα να κερδίσει την εμπιστοσύνη των συμπατριωτών του, που αναζητούσαν τρόπους να απαλλαγούν από εργατοπατέρες τύπου «Σκλήρη». Στη διάρκεια αυτής της απεργίας συνέβησαν πολλά: όργιο εγκάθετων, προβοκάτσιες (μπήκε φωτιά στο κτίριο δίπλα στο πηγάδι του ορυχείου), συλλήψεις και φυλακίσεις. Ο Λούης Τίκας δεν ανεχόταν την εκμετάλλευση και την αδικία. Ήρθε σε επαφή με την «Ένωση Ανθρακωρύχων Αμερικής» (United Mine Workers of America), άρχισε να περιοδεύει στις ανθρακοφόρες περιοχές του Ντένβερ και του Πουέμπλο και να συγκεντρώνει στατιστικά στοιχεία για ατυχήματα και τραυματισμούς την περίοδο 1912-13. Επίσης, για την πολιτική των εταιριών και τη συμπεριφορά των υπευθύνων. Ενημερώνει πως αν οι συνθήκες δεν αλλάξουν θα ξεκινήσει «βιομηχανικός πόλεμος», όπως τον ονομάζει.
Ο Τίκας σύντομα αποκτά την εμπιστοσύνη των εργαζομένων και εξελίσσεται σε ηγετική μορφή. Ο "Λούης ο Έλληνας" (Louis the Greek) ή ο "Λίο ο Κρητικός" (Leo the Cretan), όπως τον αποκαλούσαν έγινε θρύλος. Όμως, οι εταιρίες που ανήκαν κυρίως στον Τζον Ροκφέλερ δεν υποχωρούν. Τουναντίον καιροφυλακτούν να τον πλήξουν.
Η αιματηρή απεργία του Λάντλοου 
 
Τελικά στις 23 Σεπτεμβρίου 1913 ξεκινά η μεγάλη απεργία στην πόλη Λάντλοου (Laddlow ή Ludlow), όπου υπήρχαν 13000 ανθρακωρύχοι. Τα κυριότερα αιτήματα των απεργών του Λάντλοου ήταν τα παρακάτω:
  • Να ψωνίζουν από όποιο κατάστημα προτιμούσαν οι ίδιοι.
  • Να πηγαίνουν σε όποιον γιατρό επιθυμούσαν και όχι στους γιατρούς της εταιρίας.
  • Να αναγνωριστεί το συνδικάτο τους.
  • Να καθιερωθεί η οκτάωρη εργασία.
  • Να εφαρμοστούν αυστηρά οι νόμοι της Πολιτείας του Κολοράντο όσον αφορά την ασφάλεια των ορυχείων, να καταργηθεί το script, όπως και το σύστημα φρουρών της εταιρείας που έκανε τους εργατικούς καταυλισμούς να μη διαφέρουν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Επικεφαλής της απεργίας ήταν ο Τζον Λόζον και ο Λούης Τίκας, που είχε μια ομάδα στήριξης από Κρητικούς, μερικοί από τους οποίους είχαν πάρει μέρος στις απεργίες του Μπίνγκαμ στη Γιούτα.
Στις αρχές της απεργίας, η εταιρεία για να την καταπνίξει προέβη σε έξωση των απεργών από τα οικήματα στα οποία τους στέγαζε και προσέλαβε απεργοσπάστες. Οι απεργοί δεν πτοήθηκαν. Έστησαν σκηνές στην περιοχή σε στρατηγικό σημείο, ώστε να εμποδίζουν τους απεργοσπάστες να μπουν στα ορυχεία. Τον Οκτώβριο, ο καταυλισμός των απεργών λειτουργούσε σαν πόλη: πεντακόσιοι άνδρες, τριακόσιες πενήντα γυναίκες, τετρακόσια πενήντα παιδιά, ελληνικός φούρνος, ελληνικό καφενείο.
Η εταιρεία ζήτησε την παρέμβαση της εθνοφρουράς και ο κυβερνήτης του Κολοράντο συμφώνησε. Οι συγκρούσεις ήταν βιαιότατες. Τότε η οικογένεια Ροκφέλερ υπέβαλε το αίτημα να ντυθούν με στολές της εθνοφρουράς δικά της, έμπιστα πρόσωπα, αποφασισμένα αν χρειαστεί να ρίξουν στο ψαχνό. Ο κυβερνήτης το αποδέχθηκε και αυτό. Αλλά οι απεργοί δεν υποχώρησαν - ακόμη και όταν οι Ροκφέλερ έστειλαν ένα θωρακισμένο αυτοκίνητο το οποίο έφερε πολυβόλο και οι εθνοφρουροί το αποκαλούσαν Death Special.
Ήταν φανερό ότι στις 20 Απριλίου 1914 η εθνοφρουρά θα εισέβαλε και θα εκκένωνε τον καταυλισμό των απεργών. Ήταν Δευτέρα του Πάσχα και οι περισσότεροι κοιμούνταν αφού την προηγούμενη γιόρταζαν το ελληνικό Πάσχα. Οι πιστολάδες της εταιρίας απαίτησαν από τον Λούη Τίκα να τους παραδώσει δύο Ιταλούς συνδικαλιστές. Ο Τίκας ζήτησε ένταλμα σύλληψης αλλά τέτοιο πράγμα δεν υπήρχε και ο Τίκας αρνήθηκε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση.
Λίγο αργότερα έπεσε η πρώτη βολή: μερικοί από τους απεργούς ήταν οπλισμένοι. Το Κολοράντο αποτελούσε μέρος της Άγριας Δύσης. Ακολούθησε μάχη χαρακωμάτων ενώ οι γυναίκες και τα παιδιά έτρεξαν να σωθούν στους γύρω λόφους. Σύμφωνα με την μαρτυρία της Μαίρη Χάρρις, γνωστής και ως Mother Jones, πάνω από σαράντα άτομα σκοτώθηκαν από σφαίρες και από ασφυξία, ενώ ένα αγοράκι δέχτηκε μια σφαίρα στο κεφάλι καθώς προσπαθούσε να σώσει το γατάκι του. Σύμφωνα με την Mother Jones οι πιστολάδες είχαν καταναλώσει πολύ ουίσκι από το κοντινό σαλούν και βρίσκονταν σε έξαλλη κατάσταση. Τα επεισόδιο, που αποτελεί μαύρη σελίδα στην ιστορία των ΗΠΑ, ονομάστηκε «σφαγή του Λάντλοου».
Ο θάνατος του Τίκα
 
Ο Τίκας με απαράμιλλο θάρρος, ζήτησε να δει τον επικεφαλής της εθνοφρουράς, λοχαγό Καρλ Λίντερφελντ (Karl Linderfeld) κρατώντας λευκή σημαία. Οι δυο τους συναντήθηκαν στο λόφο και μίλησαν για λίγο. Έπειτα οι αυτόπτες μάρτυρες είπαν ότι ο αξιωματούχος χτύπησε με πρωτοφανή αγριότητα τον Τίκα στο κεφάλι με την καραμπίνα του. Η καραμπίνα έσπασε στα δύο όπως και το κρανίο του Τίκα. Οι εθνοφρουροί βάλθηκαν να πυροβολούν το άψυχο σώμα. Ευθύς αμέσως εισέβαλαν στον καταυλισμό, ρίχνοντας αδιακρίτως εναντίον οτιδήποτε κουνιόταν. Έδιωξαν τους απεργούς, σκότωσαν 18 άτομα, 10 εκ των οποίων ήταν παιδιά από τριών μηνών ως 11 ετών, και έκαψαν τις σκηνές τους. Όταν οι απεργοί ξαναμπήκαν μερικές ημέρες αργότερα στον καταυλισμό βρήκαν το πτώμα του Τίκα. Η κηδεία του έγινε στις 27 Απριλίου και τη νεκρώσιμη πομπή ακολούθησαν χιλιάδες εργάτες.

  
 Ο απόηχος της θυσίας

Μετά τη σφαγή στο Λάντλοου, οι συγκρούσεις των εργατών με την εθνοφρουρά σε όλη την Πολιτεία του Κολοράντο έλαβαν τεράστιες διαστάσεις. Τα συνδικάτα κάλεσαν τους εργάτες να εξοπλιστούν με «όλα τα όπλα και τα πυρομαχικά που μπορούσαν να αποκτήσουν νόμιμα» και άρχισε πραγματικός ανταρτοπόλεμος ανάμεσα στην εθνοφρουρά και στα συνδικάτα που διήρκεσε δέκα ημέρες. Στο περιοδικό «The Masses» ο αρθρογράφος Μαξ Ίστμαν δημοσίευσε ένα κείμενο με τίτλο Ταξικός πόλεμος στο Κολοράντο. Το συνόδευε η εικονογράφηση του επίσης γνωστού ζωγράφου Τζον Φρεντς Σλόαν.
Οι συγκρούσεις τερματίστηκαν μόνον όταν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντρο Γουίλσον έστειλε μονάδες του ομοσπονδιακού στρατού στην περιοχή. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, σκοτώθηκαν συνολικά 69 άτομα. Στον θλιβερό απολογισμό θα πρέπει να προσθέσουμε και τα εξής: 400 απεργοί συνελήφθησαν, 332 από αυτούς παραπέμφθηκαν για φόνο και μόνο ένας, ο Τζον Λόουσον, καταδικάστηκε αλλά το Ανώτατο Δικαστήριο του Κολοράντο αργότερα τον αθώωσε. Από την εθνοφρουρά παραπέμφθηκαν 22 άτομα - ανάμεσά τους και δέκα αξιωματικοί - και σε μια παρωδία δίκης, που ως τέτοια διδάσκεται σήμερα σε διάφορες πανεπιστημιακές σχολές, αθωώθηκαν όλοι, πλην του λοχαγού Λίντερφελντ, ο οποίος δολοφόνησε τον Τίκα. Όμως, η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν απλή πειθαρχική επίπληξη.

Σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τα γεγονότα του Λάντλοου, διάφοροι μεταρρυθμιστές και σοσιαλιστές οργάνωσαν πικετοφορίες σ’ όλη τη χώρα. Ο συγγραφέας Άπτον Σίνκλαιρ (που αργότερα έγραψε το μυθιστόρημα «King Coal») στήθηκε επί μέρες έξω από τα γραφεία του Ροκφέλερ στη Νέα Υόρκη σε σιωπηλή διαδήλωση.
Στο Σικάγο πραγματοποιήθηκε μεγάλη διαδήλωση με πρωτοβουλία της εφημερίδας "Masses". Ο Σίνκλαιρ και ο προοδευτικός δικαστής του Ντένβερ, Μπ. Μπ. Λίντσεϊ, ταξίδεψαν μαζί με γυναίκες απεργών σ’ όλη την Αμερική μιλώντας σε συγκεντρώσεις για την σφαγή του Λάντλοου.
Η μνήμη του Τίκα
 
Το χρονικό της απεργίας δεν γράφτηκε ποτέ. Είχε σχεδόν ξεχαστεί, ώσπου το 1944 ο τραγουδιστής Γούντι Γκάθρι έγραψε ένα τραγούδι με τίτλο «The Ludlow Massacre». Το τραγούδι ακουγόταν συχνά στις διαδηλώσεις της δεκαετίας του ’60.
 Σήμερα το Λάντλοου είναι μια πόλη-φάντασμα. Στον χώρο της σφαγής, στην περιοχή Τρίνινταντ, έχει στηθεί μεγαλόπρεπες μνημείο από γρανίτη στη μνήμη των θυμάτων. Εκεί υπάρχει και ο τάφος του γενναίου Λούη Τίκα.
Στο Ρέθυμνο, τόπος καταγωγής του, προς τιμήν του, υπάρχει οδός Ηλία Σπαντιδάκη.
Το 2013 η δημοσιογράφος Λαμπρινή Θωμά και ο σκηνοθέτης Νίκος Βεντούρας γύρισαν το ντοκιμαντέρ Παλικάρι (Ο Λούις Τίκας και η σφαγή του Λάντλοου).

Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

Galbraith:Ανήθικο πείραμα με την Ελλάδα – Δεν τη διασώζουν, τη λεηλατούν


1 (8)

Αυτό που λαμβάνει χώρα στην Ελλάδα είναι μια λεηλασία των περιουσιακών στοιχείων της, κάτι που δεν έχει σχέση με την ανάκαμψη της οικονομία της, τονίζει ο αμερικανός οικονομολόγος
 
Ως λεηλασία της Ελλάδας και όχι διάσωσή της χαρακτηρίζει το πρόγραμμα που συμφωνήθηκε μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών ο γνωστός αμερικανός οικονομολόγος και μέχρι πρότινος σύμβουλος του πρώην υπ. Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη, James Galbraith.

 
 Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην ισπανική εφημερίδα «El Diario» και τον δημοσιογράφο Luis Martin, ο James Galbraith σημειώνει χαρακτηριστικά στην Ελλάδα δεν λαμβάνει χώρα μια «διάσωση».
 
«Δεν υπάρχει σχέδιο διάσωσης, όπως δεν υπάρχουν μεταρρυθμίσεις», αναφέρει και προσθέτει ότι «αυτό που συμβαίνει είναι μια λεηλασία των περιουσιακών στοιχείων του ελληνικού κράτους, των ελληνικών επιχειρήσεων και των ελληνικών νοικοκυριών».
Αυτό, επισημαίνει ο Galbraith, «δεν έχει καμία σχέση με την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας ή με την ευημερία του ελληνικού λαού, αλλά αντιθέτως οι πολιτικές που εφαρμόζονται είναι τελείως αδιάφορες γι’ αυτά τα ζητήματα».
 
 
Μάλιστα, αναφερόμενος στις ιδιωτικοποιήσεις επισημαίνει ότι είναι σαφές ότι οι πιστωτές δεν ενδιαφέρονται να γνωρίζουν αν το ελληνικό κράτος θα λάβει χρήματα από τις ιδιωτικοποιήσεις, ούτε πόσα θα είναι αυτά.
 
«Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι οι μετοχές να περάσουν στα χέρια γερμανικών κατασκευαστικών εταιρειών, διεθνών αλυσίδων ξενοδοχείων, διεθνών φαρμακευτικών εταιρειών (…) Αυτή είναι αναμφίβολα η ατζέντα τους», υπογραμμίζει.
 
Τα έσοδα για το ελληνικό κράτος τούς είναι αδιάφορα, τονίζει και προσθέτει ότι αν προσέξουμε τους στόχους των εσόδων από τις ιδιωτικοποιήσεις που προέβλεπαν τα προηγούμενα προγράμματα, οι στόχοι αυτοί δεν επιτεύχθηκαν ποτέ.
 
Αν προσθέσουμε σε αυτά τις πολιτικές που ακολουθήθηκαν και που δεν κατάφεραν να φέρουν χρήματα, δεν δημιούργησαν ανάπτυξη, δεν μείωσαν την ανεργία, όπως και αν λάβουμε υπόψη μας ότι αυτό συνέβαινε εδώ και πέντε χρόνια και η αποτυχία δεν άλλαξε με κανέναν τρόπο το πώς σχεδιάζουν οι πιστωτές την πολιτική τους, είναι ξεκάθαρο ότι γι’ αυτούς είναι αδιάφορο τι τελικά θα συμβεί στην Ελλάδα, τονίζει ο James Galbraith.
 
Ερωτηθείς αν η Ελλάδα θα καταλήξει να αποχωρήσει από τη ζώνη του ευρώ, ο αμερικανός οικονομολόγος σημειώνει ότι «κάποιος θα φύγει από το ευρώ κάποια στιγμή, καθώς η επιλεγείσα πολιτική είναι καταφανώς ξεκάθαρη».
 
«Ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στην εξουσία με την ελπίδα ότι θα ήταν εφικτό να διαπραγματευτεί μια ρεαλιστική οικονομική συμφωνία μέσα στο ευρώ, αυτό είναι ξεκάθαρο», αναφέρει και συμπληρώνει ότι «αυτό που βλέπουμε είναι ότι έχουν κάνει ένα ανήθικο πείραμα με την Ελλάδα, ένα πείραμα που κατέδειξε ότι είχε τεράστιο ανθρώπινο κόστος και αυτοί που το έφεραν εις πέρας αρνούνται να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες των πράξεών τους».
 
Όπως αναφέρει ο αμερικανός οικονομολόγος, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι οι θεσμοί ενεργούν υπό τη διεύθυνση ορισμένων κυβερνήσεων, υπέρ των δικών τους συμφερόντων και σε ορισμένες περιπτώσεις προκειμένου να εξυπηρετήσουν τους πολιτικούς στόχους των ατόμων που ηγούνται αυτών των θεσμών.
 
 Όσον αφορά το τελευταίο, αναφέρει ως παράδειγμα το δάνειο που έδωσε το 2010 το ΔΝΤ υπό τον Dominique Strauss Kahn στην Ελλάδα, ένα από τα μεγαλύτερα στην ιστορία του Ταμείου.
Ο λόγος που το έκανε, σημειώνει ο Galbraith, ήταν διότι ο τότε επικεφαλής του Ταμείου ήθελε να κερδίσει την εύνοια των γαλλικών τραπεζών, επειδή ήθελε να γίνει πρόεδρος της Γαλλίας.
«Αυτός ήταν ένας προσωπικός πολιτικός στόχος που βασικά «ανέτρεπε» την αποστολή του ΔΝΤ», αναφέρει.
Ερωτηθείς σχετικά με τον Γιάνη Βαρουφάκη και το γεγονός ότι ανέλαβε σύμβουλός του, ο James Galbraith σημειώνει ότι από την αρχή δεν είχαμε ψευδαισθήσεις σχετικά με τις διαπραγματεύσεις και ότι αυτό που θέλαμε, ήταν να προσπαθήσουμε να επικρατήσει μια λογική συζήτηση, κάτι που απαιτεί την παρουσίαση επιχειρημάτων με τρόπο επίμονο, κάτι που ο Γιάνης έκανε με μεγάλη δεξιοτεχνία.
 
Σημειώνει δε, ότι δεν πιστεύει ότι ο Γ. Βαρουφάκης υπολόγισε λάθος, όμως «εκτιμώ ότι αυτό που έπρεπε να καταδειχθεί ήταν αυτό που πραγματικά ήθελαν η τρόικα και οι πιστωτές», κάτι που απαιτούσε χρόνο και καλή πίστη.
 
Δυστυχώς, συμπληρώνει, δεν υπήρχε καλή πίστη από την άλλη πλευρά.
 
Αν η Ελλάδα είχε ακολουθήσει τον δρόμο της αποχώρησης από το ευρώ στις 28 Ιανουαρίου, ο κόσμος θα είχε καταδικάσει το θράσος της ελληνικής κυβέρνησης και θα την είχε κατηγορήσει ότι δεν προσπάθησε να διαπραγματευτεί, σημειώνει, για να προσθέσει ότι «ξέραμε ότι αυτό δεν αποτελούσε επιλογή, ούτε αποτελούσε πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης.
 
Ακόμη, όμως, και αν αποτελούσε επιλογή της κυβέρνησης, δεν θα ήταν βιώσιμη σε ένα ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο».

Κυριακή 24 Απριλίου 2016

"Όλη τη Νύχτα στο Πόδι" η Γαλλία με δακρυγόνα και συλλήψεις



Δακρυγόνα , τραυματίες και συλλήψεις. Αυτός είναι ο απολογισμός των χθεσινών συγκρούσεων στο Παρίσι .

Μετά από τρείς εβδομάδες διαδηλώσεων κατά των εργασιακών μέτρων που προωθεί η κυβέρνηση Ολάντ, η αστυνομία προχώρησε σε συλλήψεις τη νύχτα γύρω από την πλατεία της Δημοκρατίας ενώ διαδηλωτές του κινήματος Nuit Debout έκαναν πορεία διαμαρτυρίας προς τη λεωφόρο du Faubourg Saint-Martin.

Τουλάχιστον 12 άτομα συνελήφθησαν και όπως ανακοίνωσε ο εισαγγελέας θα ακολουθηθούν όλες οι νομικές διαδικασίες και όλοι οι συλληφθέντες στο εξής θα αντιμετωπίζουν τις συνέπειες του νόμου, όπως αναφέρει η Le Figaro.

"Μέχρι τις 2.00 τα ξημερώματα, παρά τις εκκλήσεις προς το πλήθος να διαλυθεί, οι συγκρούσεις πολλαπλασιάστηκαν και οι αστυνομικοί αναγκάστηκαν να κάνουν χρήση δακρυγόνων" τόνισε ο αρχηγός της αστυνομίας και προσέθεσε ότι υπήρξαν και κάποιοι τραυματίες στη διάρκεια των συγκρούσεων.

Το κίνημα Nuit Debout (‘Όλη Νύχτα στο Πόδι’), που σαρώνει τη Γαλλία τις τελευταίες εβδομάδες ξεκίνησε ως διαμαρτυρία κατά της αντεργατικής πολιτικής του κράτους και έχει εξελιχθεί σε ένα κίνημα αγανακτισμένων, ενώ εξαπλώνεται σε όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
 http://www.enallaktikos.gr

Σάββατο 23 Απριλίου 2016

Για τον Μαλάκα που την νοσταλγεί

21/4/2016, σίγουρα στη χώρα αυτή που λέγεται Ελλάδα θα υπάρχουν ένα μάτσο βλαμμένα που θα καυλώνουν στην ιδέα της Χούντας. Το eagainst.com πριν 2 χρόνια έγραψε ένα εξαιρετικό κείμενο για τα 40 χρόνια πτώσης της χούντας και για τον Μαλάκα που την νοσταλγεί. Εμείς απλά το αναδημοσιεύουμε

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Εν έτει 2014, διαπιστώνεται πως ο Μαλάκας παραμένει διαχρονικά πιστός στις ιστορικές του συνήθειες: την εθελοδουλεία, την αναπαραγωγή της κυρίαρχης κουλτούρας, την «εθελοντική» στράτευση του στην πλευρά των καταπιεστών. Έτσι, µόλις 40 έτη µετά την πτώση της τελευταίας εν Ελλάδι δικτατορίας, συναντούμε ακόμη νοσταλγούς της δολοφονικής φάρσας που ακούει στο όνομα «δικτατορία των συνταγματαρχών». Ακούμε συχνά για τα «παραμύθια του Πολυτεχνείου» (ακόμη κι από θεσμικούς παράγοντες του Κράτους ,όπως ο πρώην υπουργός Υγείας,  Ά.Γεωργιάδης) που µάλιστα  βρίσκουν υποστηρικτές σε ένα διευρυμένο, αν και πιθανότατα μειοψηφικό, μέρος της ελληνικής κοινωνίας. Το κλισέ «ένας Παπαδόπουλος µας χρειάζεται» είχαµε συνηθίσει να το ακούµε από γραφικούς παππούδες που νοσταλγούσαν τις µέρες που ήταν είτε ρουφιάνοι, είτε βασανιστές, είτε ευνοούµενοι µε διάφορους τρόπους (όπως θα δούµε παρακάτω) από το στρατιωτικό καθεστώς. Κανείς δεν έδινε σηµασία, είτε διότι οι ιστορικές µνήµες της οδυνηρής επταετίας ήταν πρόσφατες, είτε διότι η µετέπειτα κοινοβουλευτική δηµοκρατία άνοιξε τον κρατικό µπουφέ για µεγάλο µέρος του πληθυσµού, δηµιουργώντας το ολοδικό της πελατειακό κράτος, διεφθαρµένων υπερκαταναλωτών και χειροκροτητών ψηφοφόρων.

Με την οικονοµικοπολιτική κρίση, όµως, η ελληνική κοινωνία ξεβρακώθηκε, αποκαλύπτοντας την πνευµατική και πολιτισµική της ασχήμια. Το προαναφερθέν κλισέ έγινε για κάποιους «Χρυσή Αυγή που σας χρειάζεται», ο άλλοτε γραφικός χριστιανικός όχλος αποκτά πλάτες με την βοήθεια της ναζιστικής αυτής γκρούπας, επιχειρώντας να λιντσάρει τους ηθοποιούς του Corpus Cristi για λόγους «βλασφημίας» πριν δύο χρόνια (όπως ακριβώς συμβαίνει και σε πολλές θεοκρατικές κοινωνίες). Η συγκέντρωση/ στοίβαξη µεγάλου αριθµού µεταναστών στα αστικά κέντρα, που προστίθεται στο ήδη διογκωμένο πλεονάζον για τον καπιταλισμό εργατικό δυναμικό, η αύξηση της εγκληµατικότητας ως συνέπειας της  ανέχειας και της ανισότητας, και η  ρατσιστική προπαγάνδα  των ΜΜΕ (που τη μία παριστάνουν τους θεσμικούς αντιφασίστες και την άλλη επιχειρούν να παρουσιάσουν το«ανθρώπινο» πρόσωπο νεοναζιστών) εδώ και αρκετά χρόνια,  συνέβαλαν ώστε ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού να οδηγηθεί, είτε με πλήρη συνείδηση της επιλογής του είτε διαμαρτυρόμενο, είτε  στη νεοναζιστική συμμορία της Χρυσής Αυγής, είτε στη συντηρητική ακροδεξιά (Νέα Δημοκρατία – ΛΑ.Ο.Σ).

Έτσι, ο Μαλάκας της ιστορίας μας, κρύβεται πίσω απ΄την εθνική του σημαία, κουνώντας το δάχτυλο σ’ όλους όσους θεωρεί πως φταίνε για την κατάντια του: οι απεργοί, οι καταληψίες, οι διαδηλωτές, οι φοιτητές, οι μετανάστες, ΟΙ «αλήτες – προδότες – πολιτικοί». Αφού ανακαλυψε λοιπόν τους εχθρούς του, αναζητά και ένα…επιτυχημένο ιστορικό αντιπαράδειγμα. Έτσι, γίνεται ταυτόχρονα και νοσταλγός  της δικτατορίας  του Παπαδόπουλου, ή του Μεταξά (χωρίς, ωστόσο, κανείς να τον εμποδίζει να μεταναστεύσει σε μια χώρα που ένα τέτοιο καθεστώς έχει εδραιωθεί), αναπαράγοντας τις μπούρδες των φασιστολογίων που έχουν κατακλύσει το διαδικτυακό χώρο, χωρίς να αναζητήσει φυσικά πηγές και χωρίς να αναπτύξει έστω στο ελάχιστο την κριτική ιστορική γνώση, εξαργυρώνοντας µε χουντολαγνεία τη χρόνια αποπολιτικοποίηση του. Το κείμενο, λοιπόν, αυτό απευθύνεται κυρίως στον Μαλάκα, και έχει ως βασικό του στόχο να αποτελέσει σηµείο προβληµατισµού γι’ αυτόν, και όχι προϊόν εκ νέου αναπαραγωγής και παπαγαλισµού επιχειρηµάτων.

Ο ΜΑΖΑΝΘΡΩΠΟΣ

Τα απολυταρχικά καθεστώτα δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς την κοινωνία αυτή που θα στηρίξει τον ολοκληρωτισμό. Ο Χίτλερ, σε ομιλία του προς τα S.A είπε: «Ό,τι είσαστε, το είσαστε χάρη σ’ εμένα. Ό,τι είμαι, το είμαι χάρη σ’εσάς και μόνο». Ο ανθρωπολογικός τύπος που συμβάλει περισσότερο στην κυριαρχία και διαιώνιση των ολοκληρωτικών καθεστώτων, δεν είναι τόσο αυτός του κτήνους του βασανιστή ή του χαφιέ, αλλά ο μαζάνθρωπος, βασικό χαρακτηριστικό του οποίου είναι ο εθισμός στο lifestyle, στην εύκολη και ανέμελη ζωή, στο θέαμα και η απομόνωση ή έλλειψη φυσιολογικών κοινωνικών σχέσεων. Οι φασιστική δικτατορία του Μουσολίνι, τα στρατιωτικά καθεστώτα του Σαλαζάρ, του Πινοσέτ και του Παπαδόπουλου βάσιζαν την κυριαρχία τους όχι μόνο στις διώξεις των πολιτικών τους αντιπάλων, αλλά στην καλλιέργεια ενός ξένιαστου lifestyle, μιας συνεχόμενης και επαναλαμβανόμενης εικόνας μιας ατέλειωτου πανηγυριού, σαν να πρόκειται για το ακριβό περιτύλιγμα ενός  χαλασμένου προϊόντος, μια βιτρίνα που κρύβει τις πληγές μιας κοινωνίας  που αιμορραγεί αλλά όντας υπνωτισμένη από τα καταναλωτικά ναρκωτικά. Προκειμένου να καταλάβουμε καλύτερα, θα πρέπει να θυμηθούμε αρχικά την ταινία Roma  του Φεντερίκο Φελίνι, που απεικονίζει την ζωή των Ιταλών κάτω από το  φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Φελίνι περιγράφει με απόλυτη ακρίβεια το πρώτο βασικό στοιχείο που  συναντά κανείς στον φασισμό: η υλιστική ζωή, η πληθώρα των απολαύσεων  και οι θεατρικές επιθεωρήσεις μας δίνουν την εντύπωση ότι οι άνθρωποι κάτω από ένα τέτοιο καθεστώς ζουν ευχάριστα. Η κρατική βία και οι  διώξεις έρχονται σε δεύτερη μοίρα και συχνά δεν αγγίζουν τον όχλο ο οποίος έχει κυριολεκτικά παραλύσει (γι’ αυτό και άλλωστε είναι όχλος και  όχι πια πολίτες) μέσα σ’ ένα βαθύ κλίμα απο-πολιτικοποίησης, απάθειας ή  στείρας αναπαραγωγής κρατικής προπαγάνδας. (Η απο-πολιτικοποίηση  αποτελεί βασικό στοιχείο που οδηγεί στον ολοκληρωτισμό για την Hannah  Arendt). Τα θεάματα που τα καθεστώτα αυτά προσφέρουν είναι είτε αστείες παρωδίες δίχως πολιτικό περιεχόμενο, είτε προπαγανδιστικά show, με σκοπό να προσελκύσουν τον όχλο στο πανηγύρι του lifestyle. Οι μάζες αυτές προέρχονται από μια διάτρητη κοινωνία, στις οποίες έρχεται το εθνικιστικό συναίσθημα (ο εθνικισμός αποτελεί πάντοτε πεμπτουσία των περισσότερων στρατιωτικών καθεστώτων) να συγκολλήσει.

Η χρόνια αποπολιτικοποίηση, ο ζαμανφουτισμός, το κλείσιμο του καθενός στην ιδιωτική του σφαίρα, και η αποξένωση συνθέτουν το παζλ της κρίσης της δυτικής κοινωνίας, και της ελληνικής συμπεριλαμβανομένης. Τόση απο-πολιτικοποίηση και εθισμό στην κουλτούρα του κιτς και της ξενοιασιάς, πραγματικά θα τη ζήλευαν ακόμα και οι στρατιωτικοί δικτάτορες. Σε μια σύγχρονη Δυτική κοινωνία δεν χρειάζεται κάποιο καθεστώς να ασκήσει σωματική βία από τη στιγμή που τα ελέγχει τα Μέσα Ενημέρωσης και Ψυχαγωγίας, τα οποία έχουν πετύχει ν’ απομακρύνουν τον καθένα μας από την πολιτική σφαίρα, βομβαρδίζοντάς μας καθημερινά με εικόνες lifestyle, δημιουργώντας ψεύτικες ανάγκες, χτυπώντας την πιο κεντρική δομή του ανθρώπινου ενστίκτου, την ψυχή, όπως θα έλεγε και ο Φρόιντ, και ελέγχοντας τα συναισθήματα μέσα από προβαλλόμενες εικόνες, καλλιεργώντας το φαντασιακό της υπερκατανάλωσης. Έτσι το πολιτικό όν ο άνθρωπος μετατρέπεται σε μαζάνθρωπος, εθίζεται στον καταναλωτισμό και την απάθεια, αναζητώντας διεξόδους μέσα από τις διάφορες φετιχιστικές εικόνες και διαφημίσεις. Είχε άδικο, συνεπώς, ο Ουμπέρτο Έκο, όταν έλεγε πως σήμερα μόνο οι ηλίθιοι κάνουν πραξικοπήματα με τανκς, όταν υπάρχει τηλεόραση; Μιλάμε, συνεπώς, για την κρίση σαν να πρόκειται για ένα φαινόμενο των τελευταίων δύο-τριών ετών, αποφεύγοντας να εξετάσουμε τα μικρές φυσαλίδες της φούσκας που μόλις έσκασε. Η συστηματική διαστρέβλωση των ιστορικών γεγονότων, η δημιουργία εθνικών μύθων, οι κατά καιρούς «μεγάλες ιδέες» (οι οποίες ξεκινούν από τη«πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικιά μας θα ναι» και φτάνουν στην Ευρωζώνη και τους Ολυμπιακούς Αγώνες), η διαχρονική ανευθυνότητα και υποκειμενικότητα στη διαχείριση και μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, η καλλιέργεια του πολιτισμού του σκυλάδικου, η συνολική απαξίωση της πολιτικής και η μετάλλαξη της σ’ ένα σόου τηλεκαρναβάλων, καθώς και πολλές άλλες φυσαλίδες αιωρούνται γύρω μας, καθώς εμείς συνεχίζουμε να βυθιζόμαστε όλο και πιο βαθιά στην ιδιωτική μας ζωή, αποστρεφόμενοι την συμμετοχή, την κοινωνικοποίηση και συνεχίζοντας την διαίρεση της κοινωνίας σε εκατομμύρια μικροσκοπικά «εγώ».

Όταν, όμως, έσκασε η μεγάλη φούσκα της κατανάλωσης, ο μαζάνθρωπος αυτός, ο άγνωστος μεταξύ αγνώστων, αναζητά μια νέα φούσκα για να κουρνιάσει μέσα της, να βρει την ασφάλεια που έχει χάσει, να πατήσει στη γη που έφυγε από τα πόδια του. Πώς, λοιπόν, θα αποφύγει ο μαζάνθρωπος το αυτομαστίγωμα στον οποίο καθημερινά τον καλούν η πολιτική τάξη, oι διεθνείς κι εγχώριες οικονομικές ελίτ, τα ΜΜΕ; ΄Πως θα ξεπεράσει και την ίδια του τη φυσική του ροπή προς την ιδιοτέλεια, την αδράνεια, τον φετιχισμό και την ασημαντότητα; Πώς θα απαλύνει τον πόνο της υπευθυνότητας, της αυτοκριτικής, πώς θ’ απομακρυνθεί και πάλι απ΄ τον δύσβατο δρόμο της κοινωνικής δημιουργίας που απλώνεται ανοιχτός μπροστά του; O εθνικιστικός ναρκισσισμός, και πάλι, θα του προσφέρει χείρα βοηθείας… έτσι ώστε να τον διαχωρίσει απ΄το γείτονα του, να του προσφέρει το βάθρο της (τάχα μου) φυλετικής ανωτερότητας, να δικαιολογήσει τα λάθη του παρελθόντος ρίχνοντας τις ευθύνες σε Εβραίους, ιλλουμινάτι, ψεκασμούς αεροπλάνων, μετανάστες και αριστερούς ή αναρχικούς.

Ο μαζάνθρωπος, λοιπόν, είναι εδώ. Είναι ο γείτονας με τον οποίο δεν έχουμε ανταλλάξει καλημέρα, είναι ο συνάδελφος στη δουλειά με τον οποίο δεν έχουμε πιει ποτέ ένα καφεδάκι, είναι η φουρνάρισσα την οποία δεν ρωτήσαμε ποτέ αν είναι καλά. Είναι μέσα σε σπίτι με κλειστά παντζούρια, σε αγέλαστο τραπέζι στο καφενείο, σε οθόνη υπολογιστή που μένει ανοιχτή εικοσιτετράωρα ολόκληρα. Κι όσο δεν κοινωνικοποιείται, όσο δεν ψάχνει για ζωή, τόσο η νέα φούσκα του εθνικού παραληρήματος τον παρασύρει εντός της. Ο μαζάνθρωπος δεν είναι πάντα ο Μαλάκας της ιστορίας μας. Ο Μαλάκας όμως είναι πάντα μαζάνθρωπος.

ΠΟΥΛΑ ΜΟΥ ΛΙΓΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Ο Μαλάκας της ιστορίας μας είναι ένας άνθρωπος που δεν έχει ακόμη απογαλακτιστεί. Όπως στα πρώτα χρόνια της ζωής του, περίμενε το παραμύθι της μητέρας για να γλυκοκοιμηθεί, έτσι και στην ενήλικη ζωή του αναζητά το παραμύθι αυτό που θα τον κοιμίσει για τα καλά και θα τον ξεκουράσει στις αγκάλες, όχι του Μορφέα, αλλά του εκάστοτε εξουσιομανή. Τα απλοϊκά επιχειρήματα που θέτει ο Μαλάκας μας, κινούνται από το «τουλάχιστον τότε κοιμόμουν ήσυχα» και το «επί χούντας φτιάχτηκαν δρόμοι» έως το «δεν υπήρξαν νεκροί στο Πολυτεχνείο». Θα επιχειρήσουμε παρακάτω, όσο πιο σύντομα γίνεται, να εκθέσουμε τα χιλιοειπωμένα παραμύθια των χουντολάγνων.

Οι νεκροί του Πολυτεχνείου

Είναι τουλάχιστον προσβολή προς τις οικογένειες ανθρώπων που έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία ν’ αναφέρονται απαξιωτικά σ’ αυτούς γνωστοί τηλεμαϊντανοί βουλευτές και κάθε λογής φασιστοειδή , άνθρωποι που δεν έχουν αγωνιστεί για τίποτε απολύτως, πέρα απ’ την τσέπη τους, αποκαλώντας τους «παραμύθια». Πέραν των νεκρών, χιλιάδες αγωνιστές βασανίστηκαν, πολλοί περισσότεροι αντιμετώπισαν την καθημερινή Κρατική Τρομοκρατία, τη ρουφιανιά, τη λογοκρισία, το κυνήγι, είτε επειδή αντιστέκονταν στο αυταρχικό καθεστώς, είτε απλά έτυχε να συγγενεύουν με κάποιον αγωνιστή, είτε επειδή απλά τολμούσαν να πουν ό,τι σκέφτονταν. Χωρίς να επεκταθούμε στο ζήτημα των μεθόδων τρομοκρατίας της Χούντας, καθώς και η βιβλιογραφία είναι μεγάλη, αλλά και το ζήτημα εκτενές, παραθέτουμε τη λίστα των νεκρών αγωνιστών του Πολυτεχνείου.

Σπυρίδων Κοντομάρης (ετών 57, δικηγόρος, 16.11.1973, ώρα 20.30)
Διομήδης Κομνηνός (ετών 17, μαθητής, 16.11.1973, ώρα 21.30)
Σωκράτης Μιχαήλ (ετών 57, εμπειρογνώμων ασφαλιστικής εταιρείας , 16.11.1973, ώρα μεταξύ 22.30 & 23.00)
Βασίλειος Φάμελλος (ετών 26, ιδιωτικός υπάλληλος, 16.11.1973, ώρα 23.30)
Torill Engeland Magrette (ετών 22, 16.11.1973, φοιτήτρια, ώρα 23.30)
Γεώργιος Σαμούρης (ετών 22, 16.11.1973, φοιτητής ώρα 24.00)
Δημήτριος Κυριακόπουλος (ετών 35, οικοδόμος 16.11.1973, βραδυνή ώρα )
Σπύρος Μαρίνος (Γεωργαράς) (ετών 35, ιδιωτικός υπάλληλος, 16.11.1973, βραδυνή ώρα)
Νικόλαος Μαρκούλης (ετών 24 , εργάτης, 17.11.1973, πρωινή ώρα)
Αικατερίνη Αργυροπούλου (ετών 76, 17.11.1973, ώρα 10.00)
Στυλιανός Καραγεωργής (ετών 19, οικοδόμος, 17.11.1973, ώρα 10.15)
Μάρκος Καραμανής (ετών 23, ηλεκτρολόγος, 17.11.1973, ώρα 10.30)
Αλέξανδρος Σπαρτίδης (ετών 16, μαθητής 17.11.1973, ώρα 10.30-11.00)
Δημήτριος Παπαϊωάννου (ετών 60, διευθυντής ταμείου αλευροβιομηχάνων, 17.11.1973, ώρα 11.30)
Γεώργιος Γεριτσίδης (ετών 48, εφοριακός υπάλληλος, 17.11.1973, ώρα 11.30)
Βασιλική Μπεκιάρη (ετών 17, μαθήτρια, 17.11.1973, ώρα 12.00)
Δημήτρης Θεοδωράς (ετών 5 1/2, 17.11.1973, ώρα 13.00)
Αλέξανδρος Βασίλειος (Μπασρί) Καράκας (ετών 43, ταχυδακτυλουργός, 17.11.1973, ώρα 13.00)
Αλέξανδρος Παπαθανασίου (ετών 59, συνταξιούχος εφοριακός, 18.11.1973, ώρα 10.00)
Ανδρέας Κούμπος (ετών 63, βιοτέχνης, 18.11.1973, ώρα 11.00)
Μιχαήλ Μυρογιάννης (ετών 20, ηλεκτρολόγος, 18.11.1973, ώρα 12.00)
Κυριάκος Παντελεάκης (ετών 43, δικηγόρος, 18.11.1973, ώρα 12.00-12.30)
Ευστάθιος Κολινιάτης (ετών 47, 18.11.1973)
Ιωάννης Μικρώνης (ετών 22 φοιτητής, συμμετείχε στην κατάληψη του Πανεπιστημίου Πατρών)

Η οικονομία επί χούντας

Η ελληνική ακροδεξιά, έχοντας εξασφαλίσει την συμμετοχή του Κράτους και των ΜΜΕ στην συστηματική συσκότιση της Ιστορίας, διατείνεται πως η (αμερικανοκίνητη) χούντα των συνταγματαρχών αποτέλεσε ένα «οικονομικό θαύμα», ενώ στην πραγματικότητα κατά την περίοδο αυτή επικράτησε η συνέχεια της πορείας που είχε αρχίσει να διαγράφεται από την αρχή της δεκαετίας του 60.  Οι ίδιοι οι συνταγματάρχες προέβαλαν ως επιχείρημα για το πραξικόπημα (εκτός από τον «κομμουνιστικό κίνδυνο») το φόβο του «οικονομικού χάους». Η οικονομική πραγματικότητα όμως της εποχής περιγράφεται ως εξής: «Η πρόοδος των τελευταίων πέντε ετών, όσον αφορά την αύξηση του εθνικού εισοδήματος και την βελτίωση του επιπέδου ζωής, βασίστηκε στη νομισματική σταθεροποίηση που επιτεύχθηκε τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 50’ και ήταν συνέπεια των μηχανισμών αναπτύξεως που μπήκαν σε κίνηση και ενισχύθηκαν επιτυχώς στη δεκαετία 1957-1966. Στο τέλος του 1966 τα αποθέματα χρυσού και εξωτερικού συναλλάγματος ήταν εξαιρετικά μεγάλα. Κάτω από τέτοιες συνθήκες και με τέτοια ώθηση, η περαιτέρω πρόοδος της οικονομίας ήταν σχεδόν βέβαιη»[2]. Συνεπώς καταλαβαίνουμε ότι πραγματικά «φόβος οικονομικού χάους», δεν υπήρξε ποτέ (όπως ούτε «κομμουνιστικός κίνδυνος» απεδείχθη ποτέ πως υπήρξε).

Παρόλα αυτά η επιβολή του στρατιωτικού καθεστώτος, δημιούργησε κλίμα αβεβαιότητας προς την Ελλάδα διεθνώς. Κι έτσι υπήρξε πτώση στα έσοδα απ’ τον τουρισμό, μεταξύ 1967-1971, της τάξης των 200.000.000 δολαρίων. Συνυπολογίζοντας και τα κεφάλαια ύψους 200.000.000 δολαρίων που θα παραχωρούσε η Ε.Ο.Κ, μέσα στην τετραετία αυτή, τα οποία δεν δόθηκαν, το σύνολο φτάνει στα 400.000.000 δολάρια. Έτσι το στρατιωτικό καθεστώς προχώρησε σε «ενέργειες εκτάκτου ανάγκης» με βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα δάνεια με σκοπό την κάλυψη του ελλείμματος στο ισοζύγιο πληρωμών. Με αυτόν τον τρόπο και μέσα σε μια πενταετία (1966-1971), το εξωτερικό χρέος υπερδιπλασιάστηκε και συνολικά υπολογίζεται ότι έφτασε το ύψος των 2,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Ο παρακάτω πίνακας  αποδεικνύει ξεκάθαρα τα κοινά χαρακτηριστικά της ευρύτερης περιόδου 60-73. 
Όπως βλέπουμε, το δημοσιονομικό έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ βρισκόταν στο 1,22% το 1966, ενώ το 1974 έφτασε το 2,76% του ΑΕΠ…Το 1961- 1966 οι ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης κυμάνθηκαν από το 6,5% έως το 13,2%, και ο πληθωρισμός από 0% μέχρι 4,8% . Το 1967 -73 οι ρυθμοί ανάπτυξης «έτρεχαν» με ετήσιους ρυθμούς από 5,7% μέχρι 11,6%, ενώ πληθωρισμός με 0,3% έως το αρνητικό ρεκόρ 15,55% (το 1973).

Άλλο επιχείρημα των χουντολάγνων που υποστηρίζει την επταετή δικτατορία, είναι τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας της εποχής. Φυσικά, αποκρύπτεται το γεγονός πως α)τα επίπεδα της ανεργίας κινούνταν στα ίδια περίπου επίπεδα και πριν το πραξικόπημα και β) πως η στατιστική της ανεργίας ήταν τεχνητή, αφού οι εν δυνάμει εργαζόμενοι πολίτες μετανάστευαν μαζικά προς το εξωτερικό, όπως δείχνει και ο παρακάτω πίνακας.
¨Έτος
Χιλιάδες
¨Έτος
Χιλιάδες
1963 67,7 1967 30,8
1964 63,8 1968 56,9
1965 54,9 1969 90,3
1966 23,3 1970 83,6
Όσον αφορά τους «υψηλούς μισθούς» επί χούντας, η σκόπιμη διασπορά ψευδών πληροφοριών από φασιστολόγια μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί με μία ματιά στον παρακάτω πίνακα. Οι μόνοι μισθοί που στην αυξήθηκαν ήταν αυτοί των χρήσιμων υπαλλήλων του καθεστώτος: των στρατιωτικών…(έτσι εξηγούνται και οι «κόκκινες γραμμές» του Μιχαλολιάκου αποκλειστικά στις περικοπές στις ένοπλες δυνάμεις και τις δυνάμεις καταστολής-όπως περιγράφτηκαν στο λογύδριο του εντός του Κοινοβουλίου)
Συγκριτική αύξηση αποδοχών
                                                 1963-66                                  
1967-70
1968-71
Δημόσιοι υπάλληλοι 9 7,5
Στρατιωτικοί 10 13
Υπάλληλοι δημοσίων επιχειρήσεων-τραπεζών 8,8 4,7
Ωραία αμοιβή στη Βιομηχανία 9,3 8,8 6,3
Εβδομαδιαίες αποδοχές στη Βιομηχανία 8,8 8,6 8,6
Μηνιαίοι μισθοί στη Βιομηχανία 7,8 7,7 6,9
Μίνιμουμ μισθοί (άνδρες) 8 8,4 5,4


Μέσα διακυβέρνησης της χούντας

Αν συνοψίζαμε τα μέσα διακυβέρνησης της χούντας σε δέκα λέξεις, αυτές θα ήταν οι εξής: lifestyle, καλλιέργεια ενός κλίματος απο-πολιτικοποίησης, εθνικιστικός λαϊκισμός, υποσχέσεις, τρομοκρατία, διώξεις, μεταθέσεις, εκκαθαρίσεις, παροχές, λογοκρισία, απειλές.

Η δικτατορία της 21ης Απρίλη για να μπορέσει να μπορέσει να κυβερνήσει, απαγόρευσε τα πολιτικά κόμματα, διέλυσε τα εργατικά και επαγγελματικά σωματεία, διέλυσε κάθε οργάνωση που είχε κάποιο κοινωνικό περιεχόμενο. Στη συνέχεια απέλυσε τους υπάρχοντες δικαστικούς ώστε να τρομοκρατήσει και τους υπόλοιπους και προώθησε αυτούς που είχαν δεθεί με την δική τους πολιτική. Παρόλα αυτά η χούντα δεν μπορούσε να έχει εμπιστοσύνη στους τακτικούς δικαστές κι έτσι, εγκατέστησε στρατοδικεία σε ολόκληρη τη χώρα, που θα εφάρμοζαν πιστά τις εντολές της.

Η ίδια τακτική ακολουθείται και στους υπαλλήλους του κρατικού μηχανισμού σε κάθε κλίμακα. Απολύουν μερικούς και τρομοκρατούν τους άλλους. Στο στρατό το παιχνίδι τους είναι περισσότερο πολύπλοκο. Μετά το βασιλικό πραξικόπημα της 13/12/67 έχουν όλη την άνεση να τον εκκαθαρίσουν από τα στοιχεία που δεν θα πειθαρχήσουν σ’ αυτούς. Μα δεν αρκούνται μόνο σ’ αυτό. Πρέπει να προωθήσουν και να αποστρατεύσουν όλους τους αξιωματικούς που είχαν μεγαλύτερο βαθμό από αυτούς, γιατί διαφορετικά οι ανώτεροι αξιωματικοί ποτέ δε θα πειθαρχούσαν σε κατώτερούς τους. Η επετηρίδα έχει μεγάλη σημασία γι’ αυτούς. Αλλά δεν περιορίζονται μόνο σ’ αυτό. Αποστρατεύουν και μια σειρά καθαρά χουντικούς αξιωματικούς για να τους χρησιμοποιήσουν αμέσως σε επίκαιρα σημεία του κρατικού μηχανισμού. Οι αξιωματικοί που επιλέγονται για το σκοπό αυτό προάγονται, παίρνουν μια καλή σύνταξη και στη συνέχεια διορίζονται σε υψηλές δημόσιες  θέσεις με πολύ μεγάλο μισθό. Προωθεί γρήγορα νεότερους αξιωματικούς σε ανώτερους βαθμούς και φυσικό είναι, οι αξιωματικοί αυτοί να γίνονται πιστοί και αφοσιωμένοι στη χούντα. Και θα υποστηρίζουν τη χούντα, γιατί αν ανατραπεί και επανέλθουν οι διωγμένοι αντίθετοι της χούντας, θα πρέπει να υποβιβασθούν. 

Με παρόμοιο τρόπο λειτουργούν και με τους πολίτες της χώρας, έτσι ώστε να έχουν όση περισσότερη απήχηση και ανοχή από μέρος αυτών. Έτσι δεν λείπουν και τα ρουσφέτια προς μέρος της κοινωνίας που είναι φιλικά προσκείμενοι προς το στρατιωτικό καθεστώς, όπως χορήγηση χαριστικών δανεικών-κι αγύριστων από το Κράτος προς υποστηρικτές του καθεστώτος, χορήγηση αδειών κτλ.

Η χούντα χρησιμοποιεί το δημόσιο χρήμα για να δημιουργήσει γύρω της αφοσιωμένους ανθρώπους. Τον πρώτο καιρό μετά τη μεταπολίτευση το θέμα απασχόλησε επανειλημμένα τα ΜΜΕ, για προφανείς όμως λόγους οι σχετικές κατηγορίες ουδέποτε ερευνήθηκαν σε βάθος. Αποκαλυπτικά είναι δύο έγγραφα του τότε αρχηγού της ΚΥΠ Μιχαήλ Ρουφογάλη που αποκάλυψε ο «Ταχυδρόμος» (29/8 και 12/9/74), με το ενδοκαθεστωτικό φακέλωμα «δανείων άτινα θεωρούνται χαριστικά ή επισφαλή», καθώς και των παραγόντων που «παρενέβησαν» για τη χορήγησή τους. Το συνολικό ύψος των «χορηγηθέντων» δανείων ήταν 1.519.000.000 δρχ. και των «υπό έγκρισιν» 1.644.000.000 δρχ.Τα δισεκατομμύρια σκορπιούνται σε φίλους και γνωστούς, που υποτίθεται ότι κάνουν κάποια δημόσια έργα ή έχουν κάποια αποστολή. Μισθοδοτούν ένα πλήθος χαφιέδων που παρακολουθούν τους ανθρώπους σε κάθε τους βήμα. Όλοι όσοι θα περάσουν σαν στρατιώτες από την ΕΣΑ του Λαδά και του αρχιβασανιστή Ιωαννίδη θα μισθοδοτούνται σε συνέχεια σαν πληροφοριοδότες.Με τον τρόπο αυτό, δένει τους βασικούς κρίκους της διοίκησης με ανθρώπους αφοσιωμένους στη χούντα.

Λογοκρισία

«Έχετε υποχρέωσιν να δεχθήτε την σοβαρότητα της εγχειρήσεως και να μας βοηθήσετε», ήταν το πρώτο διάγγελμα του Παπαδόπουλου προς τους δημοσιογράφους, λίγες μέρες μετά την επιβολή της δικτατορίας.

Η πανομοιότυπη εμφάνιση των εφημερίδων που κυκλοφόρησαν από τη μεθεπόμενη του πραξικοπήματος, έδειχνε ξεκάθαρα την υποταγή τους στην άγρια λογοκρισία. Ίδια πρωτοσέλιδα, ίδιες επίσημες ανακοινώσεις και υπαγορευμένα δημοσιεύματα, ίδια σχόλια. Πέντε εφημερίδες έλειπαν από τις πρώτες κυκλοφορίες. Η «Αυγή» και η «Δημοκρατική Αλλαγή» που κάλυπταν τον αριστερό πολιτικό χώρο, των οποίων απαγορεύτηκε η κυκλοφορία, η «Ελευθερία», καθώς και οι συντηρητικές «Καθημερινή» και η «Μεσημβρινή». Από τις εφημερίδες που εκδόθηκαν, οι ακροδεξιές «Ελεύθερος Κόσμος» και «Εστία» υποστήριξαν ανοιχτά το καθεστώς (και η κυκλοφορία των οποίων δεν ξεπέρασε ποτέ τις τελευταίες θέσεις). Οι συντηρητικές και φιλοβασιλικές, «Ακρόπολις», «Απογευματινή» και «Βραδυνή» υποτάχτηκαν πλήρως στο καθεστώς λογοκρισίας. Δυσάρεστη έκπληξη προκάλεσαν στους αναγνώστες τους οι τέσσερις εφημερίδες, «Αθηναϊκή», «Βήμα», «Έθνος» και «Νέα», οι οποίες στην αρχική φάση τουλάχιστον αποδέχτηκαν τη λογοκρισία των συνταγματαρχών. Λίγες μέρες μετά, η κεντροαριστερή «Αθηναϊκή» σταμάτησε την έκδοσή της.  Η εφημερίδα «Έθνος» χτυπημένη από τα βαριά πρόστιμα και τη φυλάκιση των εκδοτών της ,λόγω της έντονης κριτικής στο καθεστώς και της δημοσίευσης συνέντευξης του οικονομολόγου Ζίγδη για το κυπριακό ζήτημα, σταμάτησε την έκδοσή της την 1.4.1970.

Τα «καθαρά χέρια» της χούντας

Μπορεί οι στρατιωτικοί δικτάτορες να μη χαιρετούσαν ναζιστικά, όπως οι σημερινοί νοσταλγοί τους στο κοινοβούλιο, όμως ούτε «καθαρά χέρια» είχαν (όπως φυσικά ούτε οι μαχαιροβγάλτες της νεοναζιστικής συμμορίας έχουν). Τα σκάνδαλα της χούντας δεν ήταν ούτε λίγα, ούτε ασήμαντα (όπως ούτε αυτά των κοινοβουλευτικών συνεχιστών τους φυσικά).

Το πρώτο πράγμα που φρόντισαν να νομοθετήσουν ήταν η αύξηση του μισθού τους.  Με τον Α.Ν. 5 του 1967, ο μισθός του πρωθυπουργού υπερδιπλασιάστηκε (από 23.600 σε 45.000 δρχ), των υπουργών και υφυπουργών αυξήθηκε από 22.400 σε 35.000 δρχ, ενώ θεσπίστηκαν -για πρώτη φορά- ημερήσια «εκτός έδρας» 1.000 και 850 δρχ αντίστοιχα («Πολιτικά Θέματα» 5/10/73). Ακολούθησαν, φυσικά, κι άλλες «τακτοποιήσεις», όπως η καταχρηστική στεγαστική αποκατάσταση «αξιωματικών διαδραματισάντων εξέχοντα ρόλον» στο πραξικόπημα με ειδική ρύθμιση του 1970 («Πολιτικά Θέματα» 8/2/75).

Ο πρώτος νόμος «περί ευθύνης» υπουργών δεν είναι προϊόν των σημερινών συγκυβερνώντων ΝΔ-Πασοκ, αλλά της δικτατορίας των συνταγματαρχών που φρόντισαν να θεσμοθετήσουν τη μελλοντική ασυλία τους.Η χουντική νομοθεσία «περί ευθύνης υπουργών» (Ν.Δ. 802 της 30/12/1970) περιείχε «μεταβατική διάταξη» (§ 48) βάσει της οποίας δίωξη υπουργού ή υφυπουργού της χούντας μπορούσε να γίνει μόνο με απόφαση των… συναδέλφων του. Επιπλέον, όλα τα «εγκλήματα διά τα οποία δεν ησκήθη ποινική δίωξις μέχρι της ημέρας συγκλήσεως» της μελλοντικής Βουλής θεωρούνταν αυτομάτως παραγεγραμμένα! Όλα αυτά θα μπορούσαν, βέβαια, να επιτευχθούν με μία ομαλή μετάβαση σε ένα ψευδοδημοκρατικό καθεστώς, σχέδιο που τίναξε στον αέρα η εξέγερση του Πολυτεχνείου και το έγκλημα που διέπραξαν στην Κύπρο.

Από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα ήταν αυτό του Τομ Πάπας και της εταιρείας Esso Pappas. Σύμφωνα με κατάθεση του δημοσιογράφου Η. Δηματρακόπουλου στο αμερικάνικο κογκρέσο, η χούντα διοχέτευσε στο ταμείο της εκστρατείας του Νίξον 549.000 δολάρια σε μετρητά για τη προεκλογική εκστρατεία του το 1968. Το ποσό αυτό προερχόταν από τα κονδύλια που η CIA διοχέτευσε στην ελληνική ΚΥΠ, για την αντικομουνιστική της εκστρατεία. Η χρηματοδότηση γινόταν με εντολή του Παπαδόπουλου, μέσω του διοικητή της ΚΥΠ Μιχάλη Ρουφογάλη (δηλαδή ξέπλυμα χρημάτων μέσω του Πάπας). Το αντάλλαγμα για τον Πάπας από τη Χούντα ήταν ευνοϊκές συμβάσεις με το ελληνικό δημόσιο (οι οποίες είχαν αμφισβητηθεί από την Ένωση Κέντρου). «Το μερίδιό του στην Ελλάδα περιλαμβάνει την πολυδιαφημισμένη προνομιακή σύμβαση για την COCA-COLA, μονοπώλιο του δικαιώματος αγοράς της ντομάτας της Δυτικής Ελλάδας, και ένα σύμπλεγμα πολλών εκατομμυρίων δολαρίων από χημικές και χαλυβουργικές εγκαταστάσεις, διυλιστήρια και στόλους πετρελαιοφόρων» (ριζοσπάστης, 29.4.2000). Από τα μεγαλύτερα επιχειρηματικά «επιτεύγματά» του ήταν η εξασφάλιση άδειας για τη δημιουργία εργοστασίου εμφιάλωσης της Κόκα-Κόλα στην Ελλάδα. Η αμερικανική πολυεθνική προσπαθούσε για μια δεκαετία να μπει στην ελληνική αγορά, χωρίς αποτέλεσμα. Επίσης, ένας προσωπάρχης του Τομ Πάπας με σκανδαλώδες παρελθόν, ο Παύλος Τοτόμης, διορίστηκε το 1967 υπουργός Δημόσιας Τάξης και κατόπιν πρόεδρος της ΕΤΒΑ.

Χαρακτηριστικός ήταν και ο νεποτισμός των δικτατόρων:
  • Ο Μακαρέζος διόρισε υπουργό Γεωργίας (κι αργότερα Βορείου Ελλάδος) τον κουνιάδο του, Αλέξανδρο Ματθαίου.
  • Ο Λαδάς έκανε τον ένα ξάδερφό του διοικητή της ΑΣΔΕΝ και τον άλλο γ.γ. Κοινωνικών Υπηρεσιών.
  • Ο γαμπρός του Παττακού Αντρέας Μεϊντάσης επιδόθηκε σε μπίζνες με το Δήμο Αθηναίων από την κατασκευή του υπόγειου γκαράζ της Κλαυθμώνος μέχρι μια τεχνική μελέτη αξιοποίησης δημοτικού ακινήτου, ύψους 1.109.000 δρχ.
  • Τα αδέρφια του αρχηγού βολεύτηκαν κι αυτά. Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος ως στρατιωτικός ακόλουθος, γ.γ. του υπ. Προεδρίας, περιφερειακός διοικητής Αττικής και «υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ». Ο Χαράλαμπος Παπαδόπουλος αναρριχήθηκε αστραπιαία στην υπαλληλική ιεραρχία για να αναλάβει γ.γ. Δημ. Τάξεως. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα βαθμοφόρου υφισταμένου του, «μένει γνωστός σαν “μπον φιλέ” γιατί, τυλιγμένος σε χειμωνιάτικο παλτό, τρέχει νύκτα μαζί με αξιωματικούς αστυνομίας πόλεων στα καμπαρέ σαν γκάγκστερς και τρώγουν φιλέτο» (Αλέξανδρος Δρεμπέλας, «Ο θρήνος του χωροφύλακα», Αθήνα 1998, σ. 118)
Η αισθητική των καραβανάδων

«Καλή τέχνη είναι αυτή που είναι καλή για την Μητέρα Πατρίδα» γράφει ο συνταγματάρχης Λαδιάς. Και όπου «Μητέρα Πατρίδα» μπορείτε ελεύθερα να συμπεράνετε το στρατιωτικό καθεστώς. Αποδεκτή μορφή τέχνης για την δικτατορία είναι αυτή που εξυμνεί το καθεστώς ή τουλάχιστον δεν το ενοχλεί.Τα αυταρχικά καθεστώτα συνήθως φροντίζουν με φτηνά υποκατάστατα κουλτούρας να κρατούν «τις μάζες σε κατάσταση ικανοποιημένης νάρκης», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Ρ. Ρούφος, δείχνοντας  ανοχή σε «ουδέτερες» εκδηλώσεις.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι η κυριολεκτικά «πτωχή τω πνεύματι» κληρονομιά που άφησε πίσω της η Χούντα, ενθαρρύνοντας κάθε είδους ανόητη δημιουργία μόνο και μόνο επειδή αυτή τύχαινε να την εγκωμιάζει ή να κρατά τον κόσμο μακριά από επικίνδυνους στοχασμούς, μας εκπλήσσει ακόμα και σήμερα. Σε κάποιες περιπτώσεις δε, έχει αφήσει ευδιάκριτα τα ίχνη της, κυρίως στον κόσμο της τηλεόρασης και στον πολεοδομικό σχεδιασμό. Ως προς την αισθητική της αρχιτεκτονικής των «ψηλών κτιρίων», που χτίστηκαν κατά κόρον την περίοδο της δικτατορίας κι έχουν ταυτιστεί με τον αυταρχικό χαρακτήρα του καθεστώτος (κοντινότερο στους φοιτητές παράδειγμα, το γυάλινο κτίριο στο Πάντειο Πανεπιστήμιο), αρκεί να υπενθυμίσουμε τη δήλωση του Παττακού, που υποστηρίζει ότι οι επόμενες γενιές θα τον ευγνωμονούν για την απόφασή του να αυξήσει κατά 40% το επιτρεπόμενο ύψος δόμησης [3]

Η δικτατορία φρόντιζε να χαρίζει δωρεάν θέαμα στο κοινό, με τις θρυλικά αντιαισθητικές  εκδηλώσεις  της στο Παναθηναϊκό Στάδιο, όπου προσπαθούσε να «εξυψώσει το πατριωτικό συναίσθημα» σε δίχως αρχή και τέλος δρώμενα, όπου συνευρίσκονταν σπαρτιάτικες φάλαγγες, βυζαντινοί αυτοκράτορες, τσολιάδες, γιγάντιοι αστραφτεροί φοίνικες-άρματα, ενώ στην άλλη άκρη του γηπέδου χόρευαν καλαματιανό και τσάμικο…με σκοπό το«ομαδικό τραγούδι να διαλύσει την ατομικότητα εντός του συνόλου και να επισφραγίσει το ψυχολογικό ενιαίο των ατόμων» . Σταθμός, όμως, στην πνευματική ζωή της χώρας και ένδειξη των «υψηλών» αισθητικών κριτηρίων που διέθετε η Χούντα αποτελεί η «ποιητική έξαρση» που παρατηρήθηκε τα πρώτα χρόνια μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα, την οποία αξιοποίησε η κυβέρνηση εκδίδοντας το 1969 τη «Λαϊκή Μούσα», συλλογή στίχων από υποστηρικτές του καθεστώτος σε όλη τη χώρα. Ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα είναι το εξής:
«Μεσ’ τον Απρίλη έφθασαν
τρεις μάγοι με τα δώρα
Ο Γιώργος Παπαδόπουλος
κι ο Παττακός στην ώρα.
Ακόλουθα στέκει πιστός
ο Νίκος Μακαρέζος
που στάθηκε στο ραντεβού
και τώρα σαν Εγγλέζος».
(Πρόδρομος Σακελάριος Μιχαηλίδης, ιερέας)

ΑΠΕΥΘΥΝΣΗ ΣΤΟ ΜΑΛΑΚΑ
«Για ένα απροσδιόριστο ακόμη χρονικό διάστημα, την Ιστορία θα κινούν οι δυνάμεις της βίας και του χρήματος, ενάντια στα συμφέροντα των λαών και στην αλήθεια των ανθρώπων» (Albert Camus)
Σ’ έναν κόσμο που βαλτώνει στην καταπίεση, την ανισότητα, την εξαθλίωση, οι κάθε λογής τσοπάνηδες βγαίνουν στο λιβάδι προσπαθώντας να μαντρώσουν όσο περισσότερους μπορούν, γύρω από τα (παρα)πολιτικά τους μαντριά. Αν, λοιπόν, αγαπητέ Μαλάκα της ιστορίας έχεις σκοπό να σταματήσεις βελάζεις, ν΄ αρχίσεις να μιλάς, κι από υπήκοος να πάρεις το ρόλο του Πολίτη, τότε καλό θα ΄ταν  να μην ψάχνεις την ασφάλεια σε εύπεπτα παραμυθάκια. Ο Παπαδόπουλος ψόφησε, οι μικροί δικτάτορες της δημοκρατίας όμως ζουν και βασιλεύουν, δημιουργώντας μεγάλες ολιγαρχίες. Καιρός να σταματήσουμε ν’ αναζητούμε δικτάτορες κι ολιγαρχίες. Καιρός να επιτεθούμε…

«Η εσχάτη ταπείνωση, θα οδηγήσει σε κάποια αντίδραση» (Κ.Παλαμάς)

Σημειώσεις:
[1] Να υπενθυμίσουμε πως όποιος θα χαρακτήριζε υπερβολική την κυβέρνηση Εθνικής Σωτηρίας που σχηματίστηκε εκτάκτως από τον τεχνοκράτη Λ.Παπαδήμο, ανατρέποντας τον Γ.Παπανδρέου, πως τα δικτατορικά πραξικοπήματα στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία είχαν διάρκεια ζωής έξι μηνών (περίπου) και κύριο χαρακτηριστικό τους δεν ήταν η καταστολή όσο ο σφετερισμός μιας νόμιμης εξουσίας. Τα καθεστώτα αυτά συνήθως επικαλούνταν κάποια έκτακτη ανάγκη που με την περάτωσή της, έκλειναν τον κύκλο τους και παρέδιναν την εξουσία πάλι στους νόμιμους θεσμούς. Οποιαδήποτε ομοιότητα με την περίπτωση Μ.Μόντι και Λ.Παπαδήμου δεν είναι τυχαία.
(2)Γιώργου Γιαννόπουλου – RichardClogg 1976 «Η Ελλάδα κάτω από στρατιωτικό ζυγό»
(3)Εμμανουήλ Τραχανάς (2009), «Οικονομετρική ανάλυση των δυναμικών χαρακτηριστικών των διδύμων ελλειμμάτων: Η περίπτωση της Ελλάδας», Μεταπτυχιακή Διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (link)
(3)Το Κιτς της Χούντας, Κλεονίκη Αλεξοπούλου
(4) Περικλής Ροδάκης, Η δικτατορία των συνταγματαρχών
(5) Σόλωνος Γρηγοριάδη, Ιστορία της δικτατορίας
(6) Χαρίτου Κορίζη, Το αυταρχικό καθεστώς 67-74
(7) Χάνα Αρέντ, Το ολοκληρωτικό σύστημα
(8) Βίλχελμ Ράιχ, Η μαζική ψυχολογία του φασισμού
(9) Ελευθεροτυπία,Ιός της Κυριακής, Εφτά χρόνια αρπαχτή