ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

Κόκκινος Τύπος: Στην κυβέρνηση με ΠΑΣΟΚ, ΝΔ; Ποτέ!!

Κόκκινος Τύπος: Στην κυβέρνηση με ΠΑΣΟΚ, ΝΔ; Ποτέ!!: Οι ακλόνητες θέσεις του ΥΠΕΥΘΥΝΟΥ Φώτη..
[600265_247639475346585_1307692587_n%255B1%255D%255B7%255D.jpg]

Δεν υπογράψαμε την εξαθλίωσή μας

http://youpayyourcrisis.blogspot.gr

Του Σταύρου Χριστακόπουλου
Κυβέρνηση, προφανώς, θα έχουμε το ταχύτερο. Και η ανάληψη του έργου της θα είναι επίσης άμεση. Ωστόσο δεν θα βρει δρόμο στρωμένο με ροδοπέταλα – πόσω μάλλον που οι διαθέσεις των «έξω» δεν μοιάζουν πολύ ευνοϊκές. Κάποια «δωράκια» μάλλον θα δοθούν, ώστε να στηριχθεί ημόνη κυβερνητική εκδοχή με την οποία οι δανειστές και η τρόικα μπορούν να «συνεννοηθούν» προς όφελος της «σταθερότητας». Όχι όμως χωρίς επώδυνα ανταλλάγματα.
Ένα πρώτο βήμα φαίνεται να είναι το «ξεπάγωμα» της καθυστερούμενης δόσης του 1 δισ. ευρώ που παρακρατήθηκε από την δόση των 5,2 δισ. ευρώ του EFSF τον Ιούνιο.
Πέραν αυτού – το έχουμε σημειώσει και προεκλογικά – κάποιες αποφάσεις είναι ήδη ειλημμένες σε επίπεδο ευρωζώνης και συνδέονται με έναν βασικό όρο: «επιμήκυνση».
Αυτή η επιμήκυνση θα συνδέεται με τη μετάθεση της προθεσμίας επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων κατά δύο περίπου χρόνια, ίσως και τρία, αν και αυτή η εξέλιξη δεν σημαίνει κατ' ανάγκην χαλάρωση των «μνημονιακών» όρων σε επίπεδο φορολογικών και άλλων εισπρακτικών μέτρων. Οι στόχοι παραμένουν οιίδιοι.

Αντιθέτως η επιμήκυνση σχετίζεται με τις νέες αποτυχίες της Ελλάδας να πιάσει τους δημοσιονομικούς στόχους, με την κάκιστη πορεία ελλείμματος και χρέους, άρα με τις αυξημένες απαιτήσεις συλλογής εσόδων από μια οικονομία ήδη εξαντλημένη. Κι αυτό όλοι καταλαβαίνουμε τι σημαίνει.
Δεν είναι τυχαία η χθεσινή δήλωση της Άνγκελα Μέρκελ ότι δεν μπορεί να δεχτεί οποιαδήποτε χαλάρωση των όρων του ελληνικού προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Η δήλωση αυτή μεταθέτει ουσιαστικά την όποια διαπραγμάτευση σε επίπεδο τρόικας επιχειρώντας να απαλείψει τη δυνατότητα μιαςπολιτικής επαναδιαπραγμάτευσης.
Ήδη δηλαδή η Γερμανία προδιαθέτει για τη σκληρή στάση της σε κάθε βήμα της ελληνικής κυβέρνησης, παρότι χώρες του γερμανικού άξονα (Αυστρία, Φινλανδία) αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο της επιμήκυνσης του «μνημονίου» με την παράλληλη υιοθέτηση κάποιων «βελτιώσεων».
Επιπλέον η Μέρκελ αποκλείει δανεισμό πέραν των 130 δισ. του δεύτερου πακέτου, παρότι είναι καταγεγραμμένο ότι αυτή η συζήτηση έχει ήδη αρχίσει στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, ενώ η «ανεπάρκεια» του τελευταίου δανειακού προγράμματος έχει ήδη διαπιστωθεί αμέσως μετά το τραγικό για τον εσωτερικό πλούτο PSI και τη σύναψη της δανειακής σύμβασης.
Από την άλλη πλευρά είναι απολύτως βέβαιο ότι προβάδισμα σε τυχόν συμπληρωματικά μέτρα «ενίσχυσης» της ελληνικής οικονομίας θα έχουν η στήριξη των τραπεζών και το «ξεπάγωμα» κάποιων καθυστερούμενων κεφαλαίων από διαρθρωτικά ταμεία, τα οποία όμως δεν αποτελούν άξια λόγου τονωτική «ένεση» για την οικονομία.
Το θέμα βεβαίως είναι ότι τόσο ο Σαμαράς όσο και ο Βενιζέλος (αλλά και ο Κουβέλης, του οποίου η συμμετοχή στο κυβερνητικό σχήμα δεν είχε ξεκαθαρίσει χθες αργά το βράδυ) πολιτεύθηκαν προεκλογικά με μια ατζέντα «αναδιαπραγμάτευσης» παραμέτρων του «μνημονίου», με πολλές, ομολογουμένως, ασάφειες, αλλά και κοινό παρονομαστή την «παραμονή στο ευρώ».
Έτσι το τοπίο που διαγράφεται θα είναι εξαιρετικά δύσβατο για τη νέα κυβέρνηση, η οποία θα πρέπει συνεχώς να ισορροπεί μεταξύ της τήρησης των πολύ σκληρών «μνημονιακών» δεσμεύσεων, των προεκλογικών εξαγγελιών (καμιά πολιτική δύναμη δεν αντέχει ένα νέο γύρο διάψευσης υποσχέσεων), μιαςοικονομίας που σε όλα τα επίπεδα πνέει τα λοίσθια και μιας κοινωνίας η οποία:
● Από τη μια υπερψήφισε τις δυνάμεις του νέου κυβερνητικού μπλοκ επί τη βάσει του φόβου («Ο φόβος νίκησε την ελπίδα» σημείωσε έως και ο Economist). Ενός φόβου ο οποίος, όπως κατ' επανάληψη σημειώσαμε, μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε ανεξέλεγκτη οργή.
● Από την άλλη έχει προ πολλού ξεπεράσει τα όρια αντοχής της και ήδη μεγάλα τμήματά της έχουν αγγίξει και τα όρια της επιβίωσης.
● Επιπλέον έχει εν πολλοίς δείξει τις διαθέσεις της αναδεικνύοντας όχι μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ σε πρωτεύουσα εναλλακτική θεσμική λύση ως προς τη διακυβέρνηση, αλλά και τους φρικαλέους ναζιστές σε ρόλοανεξέλεγκτου πολιτικού «πίτμπουλ».
Αν η νέα κυβέρνηση δεν λάβει σοβαρά υπ' όψιν την εύθραυστη κοινωνική συνοχή (ή αν, απλώς, αποτύχει), δεν είναι απίθανο να ανατραπεί η σαφής προτίμηση της κοινωνίας στην – με πολιτικούς και θεσμικούς όρους – αποκαθήλωση του παλαιού συστήματος εξουσίας.
Στην περίπτωση αυτή ίσως δούμε να γίνεται κοινωνικό ρεύμα η σχετικά περιορισμένη σήμερα – αλλά άκρως επικίνδυνη – εκτροπή προς την τυφλή φασιστική αυτοδικία οργανωμένων ή και σκόρπιων νεοναζί, των οποίων η δράση προσλαμβάνει ραγδαία τα χαρακτηριστικά μιας εγκληματικής συμμορίας...
Παραμένουμε όσο είμαστε «φθηνοί»
Σε αυτό το σκηνικό των αμφιβολιών για την επιθυμία, τη δυνατότητα και την ικανότητα της νέας κυβέρνησης να διεκδικήσει στα σοβαρά τη «χαλάρωση» κάποιων «μνημονιακών» όρων, αλλά και μια ασφαλή έξοδο από τη μέγκενη λιτότητας και ύφεσης, υπάρχει πάντα η... πραγματικότητα, την οποία δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει.
Το πιο επίκαιρο στοιχείο αυτής της πραγματικότητας είναι ότι ούτε η νίκη της Ν.Δ. στις προχθεσινές εκλογές έδωσε ανάσα στις άλλες κλυδωνιζόμενες χώρες και την ευρωζώνη, η οποία συνεχίζει να βιώνει με όλο και εντονότερο τρόπο την αμφισβήτηση της ικανότητάς της να βγει από την κρίση. Ούτε βεβαίως χαλάρωσε, έστω κατ' ελάχιστον, η πίεση προς τη Γερμανία για μια «βιώσιμη» διέξοδο.
Επί της ουσίας το ελληνικό μέγεθος είναι πολύ μικρό για να συμβάλει σε κάποιου είδους εκτόνωση, παρότι η χώρα μας συνεχίζει να αποτελεί συστημικό κίνδυνο για το ευρώ.
Ως εκ τούτου η ανάγκη της Γερμανίας και των λοιπών δανειστών και επιτηρητών να διατηρήσουν υπό πλήρηέλεγχο την Ελλάδα παραμένει, σε κάθε περίπτωση, επιτακτική. Χωρίς μάλιστα να είναι βέβαιο ότι κάποιου είδους λύση στο δράμα της ευρωζώνης θα περιλαμβάνει και την Ελλάδα και, γενικώς, το σύνολο των χωρών που απαρτίζουν το ευρώ.
Θα πρέπει δε να υπενθυμίσουμε μια μόνιμη, τον τελευταίο καιρό, επισήμανσή μας: Η διατήρηση της θέσης της Ελλάδας στο ευρώ είναι κυρίως ζήτημα «ισοζυγίου» μεταξύ κόστους και οφέλους στα διάφορα ενδεχόμενα.
Όσο δηλαδή η παραμονή μας στο ευρώ κοστίζει λιγότερο από την έξοδό μας, αυτή θα συνεχίζεται «πάση θυσία». Αν το «ισοζύγιο» ανατραπεί, θα εκλείψουν και οι λόγοι «διάσωσης». Χωρίς καθόλου να αποκλείονται τα διάφορα ενδιάμεσα σενάρια (διπλό νόμισμα κ.λπ.). Κι αυτό ισχύει ανεξαρτήτως των προθέσεων της εκάστοτε ελληνικής κυβέρνησης – άρα και της σημερινής. Συνεπώς η ψήφος για «παραμονή στο ευρώ»... ουδόλως τη διασφαλίζει.
Υπ' αυτήν την έννοια θα επιμείνουμε ότι, ανεξαρτήτως της άποψης των επιμέρους πολιτικών δυνάμεων για την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, πρέπει να υπάρξει η εκπόνηση σεναρίων για να αντιμετωπιστεί με τους καλύτερους δυνατούς όρους το ενδεχόμενο της εξόδου.
Θα τους ξεβράσει
Από την πλευρά της η Γερμανία έχει δείξει, σε μεγάλο βαθμό, τις προθέσεις της: για να εγγυηθεί το ευρωπαϊκό χρέος, όπως συστηματικά της ζητείται, θέτει ως – αυτονόητη για την ίδια – προϋπόθεση τον πλήρη οικονομικό και πολιτικό έλεγχο της ευρωζώνης.
Με δεδομένες τις αντιστάσεις άλλων ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, αλλά και την έξαρση του «ευρωσκεπτικισμού», δηλαδή την αμφισβήτηση της «πάση θυσία» παραμονής στο ευρώ, που σημειώνεται σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, αναγκάζοντας τον διεθνή Τύπο να διερευνά ποια χώρα τελικά θα εγκαταλείψει πρώτη την ευρωζώνη (μη εξαιρουμένης της ίδιας της... Γερμανίας!), η παρτίδα γίνεται αρκετά περίπλοκη.
Σε αυτό το δυσμενέστατο περιβάλλον όμως η ελληνική κοινωνία, όπως και άλλες ευρωπαϊκές, όλο καιδυσκολότερα θα αντέχει τη λύση του δράματος της ευρωζώνης.
Επομένως η αποστολή της κυβέρνησης να ισορροπήσει πάνω στο τεντωμένο σχοινί των διεθνών δεσμεύσεων, της διάλυσης της οικονομίας και της προϊούσας εξαθλίωσης του ελληνικού λαού είναι σχεδόναδύνατον να επιτύχει αν δεν υπάρξει το συντομότερο μια μεγάλη στροφή.
Καμιά κοινωνία δεν μπορεί να υπογράψει την καταδίκη της σε θάνατο – ακόμη και υπό την απειλή του «χειρότερου κακού» – όσο και αν πιεστεί ή εκβιαστεί. Αργά ή γρήγορα θα πολεμήσει, ακόμη και με τον πιο απονενοημένο τρόπο, ό,τι και αν της λένε οι «εχέφρονες» της υποταγής στον συντεταγμένο παραλογισμό. Πάμπλουτη η Ιστορία σε παραδείγματα.
Επομένως η επερχόμενη συγκυβέρνηση θα πρέπει να γνωρίζει – και μάλλον... το γνωρίζει – ότι, κάθε φορά που θα φτάνει στα νοικοκυριά όλης της χώρας ένας νέος φουσκωμένος λογαριασμός, σε κάθε χιλιάδα νέων άνεργων ή άστεγων, σε κάθε πτώχευση επιχείρησης, σε κάθε νέα αυτοκτονία για οικονομικούς λόγους, η εκρηκτική ύλη στα θεμέλια του κυβερνητικού σχήματος θα συσσωρεύεται και ανά πάσα στιγμή θα μπορεί να εκραγεί με απρόβλεπτες συνέπειες.
Το νέο κυβερνητικό σχήμα θα καθίσει πάνω σε ένα βαρέλι με μπαρούτι, χωρίς να μπορεί να προβλέψει καν πότε θα εκραγεί.
Ήδη από την αρχή της θητείας της θα υποχρεωθεί να ταχυδρομήσει πολύ μεγάλους καθυστερούμενουςλογαριασμούς, πολλοί από τους οποίους θα είναι πρακτικά αδύνατον να πληρωθούν.
Στην πραγματικότητα είναι απλώς θέμα χρόνου να αρχίσουν τα «όργανα». Και τότε θα επιβιώσουν πολιτικά μόνο όσοι είναι έτοιμοι γι' αυτό. Τους υπόλοιπους θα τους ξεβράσει το κύμα – αυτή η τελευταία επισήμανση, προφανώς, δεν εξαιρεί κανέναν...

Όταν δεν αλλάζουμε τα άσχημα πράγματα, ας μη μας αλλάξουν κατά την εικόνα τους... [1]

Παναγιώτης Μαυροειδής
http://aristeroblog.gr

[2]Μερικές δεύτερες σκέψεις για το εκλογικό αποτέλεσμα
Όταν στις 6 Μάη ο ΣΥΡΙΖΑ ερχόταν δεύτερος, η αριστερά έπαιρνε συνολικά 27% και η  ΑΝΤΑΡΣΥΑ έπαιρνε το διόλου ευκαταφρόνητο 1,2% και 75.000 ψήφους, λίγοι  επέμεναν να επισημαίνουν την δυναμική εμφάνιση της φασιστικής Χρυσής Αυγής. ‘’Ο κόσμος δεν ξέρει τι λένε …αν ήξερε δεν θα τους ψήφιζε …κατά βάση ψηφίζονται για διαμαρτυρία’’, ήταν οι συνήθεις απαντήσεις προς τους δύστροπους ανησυχούντες που δυσκολεύονταν να χαρούν.
Είναι αυτό το χρόνιο άγχος  εκείνης της αριστεράς, που έχοντας ενσωματώσει το σύνδρομο της ήττας, θέλει  να βλέπει παντού νίκες. Είναι εκείνο  το κόμπλεξ μήπως βρεθεί με τους ‘’χαμένους’’, λες και το συναίσθημα της ήττας και της ανημπόριας  δεν είναι ο ‘’μαύρος αδερφός’’ τόσων και τόσων φτωχών, ανυπεράσπιστων  και ανέργων.
Είναι  η εθελοτυφλία της μικροαστικής   αριστεράς να βλέπει  το μαγαζί της και όχι τη συνολική διάταξη των πολιτικών συσχετισμών.
Είναι, ακόμη χειρότερα,  η βαριά παράδοση της κρατικοποίησης της αριστεράς ειδικά μετά την μεταπολίτευση. Ο  εθισμός των αριστερών της κυρίαρχης αριστεράς, παρά τα αντιθέτως δηλούμενα, να μετράνε τα πάντα με βάση τα κοινοβουλευτικά ποσοστά και την αναγνώριση της μέσης κοινής γνώμης και να αδιαφορούν για τον ιδεολογικό αξιακό συσχετισμό που κυοφορείται κάθε φορά.
Ας  προσπαθήσουμε να δούμε λίγο τα αποτελέσματα των εκλογών της 17ης Ιουνίου, χωρίς αυτούς τους διορθωτικούς φακούς.
Ποια είναι η συνολική μετακίνηση του κόσμου, σε ένα σχηματικό άξονα αριστερά-δεξιά;
Μπλοκ δυνάμεων
Σύνθεση
Αποτελέσματα Μαΐου
Αποτελέσματα Ιουνίου
Διαφορά
Δεξιά
ΝΔ, Καμμένος, Χρυσή Αυγή, ΛΑΟΣ, Φιλελεύθεροι
45,84%
47,26%
+1,42%
Κεντρο-αριστερά
ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Οικολόγοι
22,22%
19,42%
-2,8%
Αριστερά
ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, ΑΝΑΤΑΡΣΥΑ, εξωκοινοβουλευτική αριστερά
26,7%
31,84%
+5,14%
Άλλοι
Διάφοροι σχηματισμοί
 5,24%
1,48%
-3,76%
 
Όπως είχαμε επισημάνει και μετά τις εκλογές της 6ης Μάη, το δεξιό μπλοκ είναι πολύ ισχυρό, με τεράστια διαφορά από το μπλοκ της αριστεράς.
Τώρα μάλιστα καταγράφει ποσοστά κοντά στην απόλυτη πλειοψηφία, σε στιγμές που εγκατέλειψε αντιμνημονιακές υποκρισίες και νεοφιλελεύθερες ευγένειες και βγήκε φουλ αντεργατικά και αντικομουνιστικά.
Ας πάμε τώρα να δούμε εσωτερικά το στρατόπεδο της δεξιάς διότι έχει και αυτό τη σημασία του.
Η ΝΔ, που είναι η βασική του συνιστώσα, βγήκε σε αυτές τις εκλογές με ατζέντα Χρυσής Αυγής σε όλα τα ζητήματα.
Το 18% των ψηφοφόρων της δεξιάς οικογένειας ψηφίζει φασίστες της Χρυσής Αυγής και ακροδεξιούς του ΛΑΟΣ και έχει αυτό ξεχωριστή σημασία όταν καταγράφεται μετά τη δημόσιο τηλεοπτικό σώου τραμπουκισμού του Κασιδιάρη.
Οι εκλογικές, όσο και αξιακές και ιδεολογικές εφεδρείες του δεξιού αστικού μπλοκ, είναι πολύ μεγάλες. Και μάλιστα, με συντηρητικότερο κέντρο βάρους από αυτό του κλάδου της ΝΔ που στέκεται απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.
Τα πράγματα θα ήταν χειρότερα αν προσθέταμε σε αυτά τα ποσοστά τα αντίστοιχα του ΠΑΣΟΚ, καθώς έχει μετατραπεί σε ένα τυπικό δεξιό, καθεστωτικό αστικό, κόμμα, απόλυτα υποτελές στο κεφάλαιο και την ΕΕ. Ξεχωρίσαμε ωστόσο αυτό το ρεύμα και το τοποθετήσαμε μαζί με ΔΗΜΑΡ και Οικολόγους, με τους οποίους έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά.  Η έννοια του ‘’κεντρο-αριστερού μπλοκ’’ είναι απολύτως τυπική και δε σχετίζεται με δική μας εκτίμηση, αλλά με τον αυτοπροσδιορισμό που αυτές οι δυνάμεις κάνουν. Δεν είναι άξιο προσοχής ότι το ΠΑΣΟΚ, έχοντας δηλώσει καθαρά πριν τις εκλογές ότι θα στηρίξει Σαμαρά για πρωθυπουργό, να συγκρατεί εν τέλει τις δυνάμεις του; Ακόμη περισσότερο, έχει μεγάλη σημασία, για όποιον θέλει να κατανοήσει τι σημαίνει συστημική αριστερά, το γεγονός ότι η ΔΗΜΑΡ έχοντας δηλώσει πως θα είναι οπωσδήποτε μέρος της λύσης, δηλαδή ότι θα μπει στην κυβέρνηση όποιου βγει πρώτος, όχι μόνο δεν καταβαραθρώνεται, αλλά ενισχύεται στην τελευταία αναμέτρηση.
Τελευταίος σταθμός μας το στρατόπεδο της αριστεράς.
Οπωσδήποτε αποτελεί σημαντικό στοιχείο ότι ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού, αναζήτησε και αναζητεί διέξοδο στην σημερινή κοινωνική καταστροφή προς τα αριστερά. Είναι μια παράλληλη και σχετικά αντίστροφη τάση με αυτή της  πόλωσης προς τη δεξιά και την ακροδεξιά. Ας δούμε όμως και μερικές πικρές αλήθειες.
Δεν είναι ούτε η μοναδική ούτε δυστυχώς η κύρια τάση των διεργασιών, αν δούμε το συνολικό ‘’πιάτο’’ των πολιτικών μετατοπίσεων.
Συνοδεύεται από μια δραματική μεταβολή σε βάρος των αντικαπιταλιστικών και αντι-ΕΕ δυνάμεων, που θα έχει συνέπειες στη δυνατότητα άμεσης εργατικής αντίστασης αλλά και  πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαράθεσης  στην επιθετικότητα του αστικού μπλοκ. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ορκίζεται στην υπεράσπιση του ευρώ την ώρα που ούτε η Μέρκελ δεν είναι σίγουρη για το μέλλον του, τα πράγματα δεν είναι καλά. Το  ίδιο και όταν αποπέμπεται και αυτή ακόμη η θέση για αποχώρηση από το ΝΑΤΟ του πολέμου ή δίνονται συγχαρητήρια για τη στάση της αστυνομίας τον Δεκέμβρη του 2008… Αυτά ίσως είναι αρκετά για να γίνει φανερό, πως και αυτή η συνάθροιση ετερογενών δυνάμεων ως ‘’αριστερά’’, έχει τεράστια προβλήματα και σε μεγάλο βαθμό αποπροσανατολίζει.
Η περίοδος που  έχουμε μπροστά μας θα είναι εξαιρετικά κρίσιμη για τα εργαζόμενα στρώματα στην χώρα μας.
Από τη μια η συζήτηση πρέπει να είναι βαθειά και αυτοκριτική. Από την άλλη κανείς δεν μας δίνει χρόνο και δεν επιτρέπει αναχώρηση.
Το ΚΚΕ χάρισε χρόνο και έδωσε χώρο τόσο στο αστικό μπλοκ όσο και στη ρεφορμιστική φιλο-ΕΕ αριστερά, επιλέγοντας να δηλώσει αδιάφορο και ανέτοιμο για το ώριμο  βήμα ανατροπής της κυρίαρχης πολιτικής. Το πλήρωσε πολύ ακριβά. Το θέμα είναι ότι υπάρχει κίνδυνος να το πληρώσει ακόμη πιο βαριά η ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΑ και τόσοι άλλοι εργασιακοί χώροι που στενάζουν από την επίθεση του κεφαλαίου και έχουν βγάλει το κεφάλι τους μπροστά.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έδωσε ένα σημαντικό αγώνα, πάνω και από το μπόι της. Με συνείδηση της δυσκολίας και σχετική επίγνωση του αρνητικού εκλογικού αποτελέσματος. Σε συνθήκες που κυριαρχούσε το ερώτημα της διακυβέρνησης, υποχώρησης του ΚΚΕ και πλήρους υπόκλισης του ΣΥΡΙΖΑ στην ατζέντα της ΝΔ για το κρίσιμο θέμα της ΕΕ αλλά και με την αποστροφή στις ‘’μονομερείς’’ ενέργειες. Έδωσε μάχη για το αναγκαίο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και αριστερή πολιτική, για το ζητούμενο ενός πολιτικοποιημένου εργατικού και λαϊκού κινήματος που θα μπορεί να ανακόψει και να ανατρέψει την επίθεση του κεφαλαίου, να επιβάλει ένα άλλο δρόμο.
Το κυριότερο πρόβλημα δεν είναι  το χαμηλό εκλογικό ποσοστό, που αποτελεί φυσικά σημαντικό πλήγμα. Είναι τα φυσιογνωμικά προβλήματα που βγήκαν έντονα στην επιφάνεια. Την ώρα που η Χρυσή Αυγή, στερεώνεται γύρω από φριχτά αξιακά και ιδεολογικά προτάγματα, σημαντικά τμήματα της  αντικαπιταλιστικής αριστεράς μοιάζουν  να εξαρτώνται τόσο ασφυκτικά από το ερώτημα της κυβερνητικής διαχείρισης της κρίσης. Να ορίζονται από την τακτική και τον τακτικισμό, σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, όπου απαιτούνται στρατηγικές απαντήσεις στην άμεση πολιτική παρέμβαση.  Να δυσκολεύονται  να θέσουν   ιδεολογικό στίγμα την ώρα που το αστικό στρατόπεδο αναπτύσσει τον αντικομουνισμό και την επίθεση στον κόσμο της εργασίας και τις προοπτικές του. Να διστάζουν  ακόμη και να διατυπώσουν κριτική στην ‘’κυβερνώσα αριστερά’’, στις φιλο-ΕΕ αυταπάτες, στη λογική της ταξικής συνεργασίας,  στο όνομα της ‘’αξιοποίησης των αντιφάσεων’’.  Αυτά και άλλα σαφώς  αναδείχτηκαν  ως τάσεις ταλάντευσης πριν τις εκλογές και θα επανέλθουν ως πίεση υποταγής στον πιο δεξιό ΣΥΡΙΖΑ όλων των εποχών. Η αυτολογοκρισία των εντός ΣΥΡΙΖΑ πρώην εξωκοινοβουλευτικών δυνάμεων, δίνει ένα μέτρο της πολιτικής λοβοτομής που αποτελεί το λογικό τέρμα αυτής της αντίληψης.
Σε δύσκολες στιγμές, όταν δεν μπορείς να αλλάξεις τα πράγματα, είναι κρίσιμο  κατ’ αρχήν να μη σε αλλάξουν αυτά κατά την εικόνα τους. Δηλαδή να μην κάνεις την αδυναμία αρετή. Αλλά αυτό είναι μόνο η αναγκαία άμυνα. Το καθοριστικό είναι να αλλάξουμε ριζικά και επαναστατικά, στην κατεύθυνση της ικανότητας να μετασχηματίσουμε  την πραγματικότητα και όχι να την αγνοήσουμε.

Σύντομη Περιγραφή: 

Παναγιώτης Μαυροειδής
[2]Το κυριότερο πρόβλημα δεν είναι  το χαμηλό εκλογικό ποσοστό της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που αποτελεί φυσικά σημαντικό πλήγμα. Είναι τα φυσιογνωμικά προβλήματα που βγήκαν έντονα στην επιφάνεια. Την ώρα που η Χρυσή Αυγή, στερεώνεται γύρω από φριχτά αξιακά και ιδεολογικά προτάγματα, σημαντικά τμήματα της  αντικαπιταλιστικής αριστεράς μοιάζουν  να εξαρτώνται τόσο ασφυκτικά από το ερώτημα της κυβερνητικής διαχείρισης της κρίσης.

Πέμπτη 14 Ιουνίου 2012

Lenin Reloaded: Was ist Χρυσή Αυγή;

Lenin Reloaded: Was ist Χρυσή Αυγή;: * Η Χρυσή Αυγή είναι η οργάνωση των ανοργάνωτων , όσων δεν είχαν πρόσβαση στους πελατειακούς μηχανισμούς των αστικών κομμάτων ή εξοβελίστηκα...

Τετάρτη 13 Ιουνίου 2012

ΗΛΙΘΙΟΙ ΣΥΝΕΝΟΧΟΙ

http://kartesios.com

Ο Αλέξης Τσίπρας πολλές φορές κατηγορήθηκε για τη «μαγκιά» που βγάζει. Αυτό το άνετο υφάκι που λέει «χέσε μας». Νόμιζα μέχρι σήμερα πως αυτό που ενοχλούσε τους εκπροσώπους των μεγάλων ΜΜΕ και λοιπών ελίτ, σε αυτό το υφάκι «χέσε μας» ήταν η «έλλειψη σεβασμού» του Τσίπρα στους κανόνες συμπεριφοράς που είχαν επιβάλει οι χοντροκώληδες των μεγάλων σαλονιών.
Να, όμως, που εσχάτως μας προέκυψε ένας λαμπερός «μάγκας», ένας άνθρωπος των μεγάλων σαλονιών, των ΜΜΕ, του κεφαλαίου, των ρυθμιστών, που είπε τη δική του «μαγκιά» κι όλοι σιώπησαν. Τουλάχιστον φανερά, διότι κρυφά, σίγουρα χειροκρότησαν και πανηγύρισαν τον «μάγκα» τους. Βρήκαν τον δικό τους Ηλία Κασιδιάρη, στο πρόσωπο του Βίκτωρα Ρέστη.
Ο Βίκτωρας Ρέστης είναι εφοπλιστής, αλλά και πολλά άλλα. Ο Ρέστης είναι μέτοχος στον ΔΟΛ, είναι συνιδιοκτήτης της εφημερίδας «Πρώτο Θέμα», πρώην μέτοχος στην ΙΜΑΚΟ του άλλου μάγκα, Πέτρου Κωστόπουλου, ιδιοκτήτης του «Porto Hydra», ιδιοκτήτης της ναυτιλιακής εταιρίας «Enterprise Shipping & Traiding», υπό τον έλεγχο της οποίας βρίσκονται 98 πλοία ξηρού φορτίου και δεξαμενόπλοια.
Ποια είναι η μαγκιά του Ρέστη για την οποία τα εφοπλιστικά και τραπεζικά σαλόνια άνοιξαν σαμπάνιες; Σχετικά με την πιθανότητα να φορολογηθούν οι εφοπλιστές από μία μελλοντική κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο Ρέστης απαντώντας στο αμερικανικό πρακτορείο Bloomberg δήλωσε: «Δεν μπορείς να λες στους πλοιοκτήτες που έχουν ένα βαθμό φορολογικής ασυλίας σε όλο τον κόσμο “θα σε φορολογήσω”. Ναι, σίγουρα… Βρες με πρώτα».
Η ακριβής δήλωσή του στα αγγλικά, όπως την αναδημοσιεύει το news247.gr είναι “You cannot squeeze and tackle a person that is in international shipping trade and finance and say, ‘I will tax you,’” said Restis, who controls a fleet of more than 200 vessels. “The answer is ‘sure, tax me. Find me.
Να θυμηθούμε σε αυτό το σημείο ότι οι 762 Έλληνες εφοπλιστές δεν καταβάλλουν φόρο για τα κέρδη που φέρνουν στην Ελλάδα, εκμεταλλευόμενοι νόμο που ενσωματώθηκε στο Σύνταγμα το 1967. Ότι από το 1967 έως και σήμερα, περνάνε συμπληρωμένες σε κάθε κρατικό προϋπολογισμό 56 διατάξεις με τις φορολογικές απαλλαγές των εφοπλιστών. Ότι οι Έλληνες εφοπλιστές έβγαλαν περισσότερα από 175 δισ. δολάρια, αφορολόγητα μέσα σε 10 χρόνια.
Αυτοί οι… πατριώτες που «σηκώνουν την ελληνική σημαία σε όλους τους ωκεανούς», δήλωσαν όλοι μαζί, ο καθένας ξεχωριστά, αλλά και μέσω του Βίκτωρα Ρέστη ότι αν φορολογηθούν θα φύγουν. Έφτυσαν στα μούτρα ενός λαού που εξαθλιώνεται καθημερινά ότι «όποιος θέλει να τους φορολογήσει, πρέπει πρώτα να τους βρει».
Οι Έλληνες εφοπλιστές με τις σημαίες ευκαιρίας, με τις offshore, με τις μηδενικές εισφορές στο ΝΑΤ, δήλωσαν ότι στ’ αρχίδια μας αν πεθαίνει η Ελλάδα. Είναι μια χώρα ευκαιρίας για εμάς κι εύκολα μπορούμε να βρούμε άλλη.
Αυτοί οι άνθρωποι, λοιπόν, είναι μέτοχοι στα μεγαλύτερα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης της Ελλάδας που διαμορφώνουν άποψη στον τηλεοπτικό λαό τους. Είναι οι άνθρωποι που χρηματοδοτούν κόμματα. Είναι οι άνθρωποι που εκβιάζουν και κερδίζουν. Είναι αυτοί που με κάνουν να ντρέπομαι για την Ελλάδα και να σιχαίνομαι όσους συναλλάσσονται μαζί τους σε πολιτικό επίπεδο, την ώρα που αφήνουν τους συνταξιούχους να πεθαίνουν χωρίς φάρμακα.
Αυτός είναι ο λαϊκισμός τους, αυτή και η προδοσία τους. Αυτή είναι η πολιτική τους. Ας τους ψηφίσει όποιος θέλει, αλλά αν ξαναπεί κουβέντα για φοροδιαφυγή να φτύσει τα μούτρα του στον πρώτο καθρέφτη που θα βρει. Γιατί τη φοροδιαφυγή τη νομιμοποίησε εδώ και χρόνια με την ψήφο του και είναι συνένοχος. Και μάλιστα ηλίθιος συνένοχος, καθ’ ότι χρόνια στην απ’ έξω και πεινασμένος, ακόμη δεν κατάλαβε ότι τον χρησιμοποιούν σα μούτσο απλήρωτο.

Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Η εικόνα της ημέρας…


582593_207646706012225_100003006904277_333658_944661435_n[1]

417675_345294912176882_139721596067549_1067650_1084914589_n[1] 

417675_345294912176882_139721596067549_1067650_1084914589_n[1] konserbokoyti.blogspot.gr

ΦΑΡΣΟΚΩΜΩΔΙΑ ΤΗΣ ΕΕ ΜΕ ΙΣΠΑΝΙΑ

 

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΔΕΛΑΣΤΙΚ*
Το γλεντούσε η συντηρητική γερμανική εφημερίδα «Φράνκφουρτερ Αλγκεμάινε» στο κυριακάτικο φύλλο της. «Ο επόμενος, παρακαλώ: Ισπανία» έγραφε στον κεντρικό πρωτοσέλιδο τίτλο της. «Η Ισπανία υποκύπτει εμφανώς στην πίεση των κρατών της Ευρωζώνης να ζητήσει δάνεια βοήθειας από τον μηχανισμό αντιμετώπισης κρίσεων για τις κλονιζόμενες τράπεζές της» υπογράμμιζε από την αρχή του ρεπορτάζ της για τη χορήγηση δανείων ύψους έως 100 δισεκατομμυρίων ευρώ προς τις ισπανικές τράπεζες από τους πόρους του ευρωπαϊκού ταμείου ΕFSF.
Βερολίνο και Βρυξέλλες υποχρέωσαν τη δεξιά ισπανική κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι να προσφύγει στο μηχανισμό στήριξης, παρά τη σφοδρή αρχική αντίσταση των Ισπανών.
Η Μαδρίτη με τη σειρά της πίεσε τους Γερμανούς και τους άλλους Ευρωπαίους εταίρους της να μην υπαγάγουν επισήμως την Ισπανία σε εξευτελιστικό καθεστώς Μνημονίου, με στόχο να διασώσει τα προσχήματα η κυβέρνηση Ραχόι και να μην απειληθεί με κατάρρευση, καθώς μόλις προ εξαμήνου κέρδισε τις εκλογές.
Οι Ισπανοί αποδέχτηκαν τον έλεγχο του ΔΝΤ, παρ' όλο που αυτό δεν έδωσε ούτε ένα ευρώ! Όσο για τον έλεγχο εκ μέρους της ΕΕ, αυτός θα είναι συνεχής, αλλά θα γίνεται στα «μουλωχτά» και όχι με την ταπεινωτική μορφή των επισκέψεων της τρόικας.
Η κυβέρνηση Ραχόι εφαρμόζει ήδη πρόγραμμα σκληρής λιτότητας, το oποίο έχει συμφωνήσει με τους Γερμανούς, αλλά τυπικά ο έλεγχος της οικονομικής πολιτικής ανήκει στην ισπανική κυβέρνηση και αυτό συνιστά αδιαφιλονίκητη διαφορά και μάλιστα ουσιώδη από τα μνημονιακά καθεστώτα που έχουν επιβληθεί στην Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία.
Στην πρώτη τουλάχιστον φάση, είναι πολύ διαφορετικό τα 100 δισεκατομμύρια ευρώ να δίνονται απευθείας στις ισπανικές τράπεζες και να μην δίνονται στο κράτος και έτσι να επιβαρύνουν το δημόσιο χρέος της Ισπανίας και να απαιτεί από τους Ευρωπαίους να κόβονται οι μισθοί και οι συντάξεις των Ισπανών για να αποπληρωθεί δήθεν το δημόσιο χρέος.
Ούτως ή άλλως έχουμε την επιβολή στην Ισπανία ενός «Μνημονίου λάιτ» όπως ήδη αποκλήθηκε. Η αιτία αυτής της καινοτομίας δεν οφείλεται βεβαίως στο ότι έπιασε τους Γερμανούς ο πόνος για τους Ισπανούς. Για να υπερασπίσουν τα συμφέροντα τους και μόνο υποχώρησαν οι Γερμανοί και οι άλλοι Ευρωπαίοι. Τα συμφέροντα των τραπεζών τους, για να είμαστε ακριβέστεροι.
Αν άφηναν το Ισπανικό τραπεζικό σύστημα να καταρρεύσει, αυτομάτως θα κατέρρεε φυσικά και η ισπανική οικονομία αφού καμιά οικονομία δεν λειτουργεί – ιδίως σήμερα – χωρίς πιστώσεις. Δεν συγκινήθηκαν στο Βερολίνο από την ανθρωπιστική κρίση που απειλούσε 46 εκατομμύρια Ισπανούς.
Σε περίπτωση κατάρρευσης της ισπανικής οικονομίας όμως θα ήταν φυσικά αδύνατον να εισπράξουν οι γερμανικές και οι άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες τα χρήματα που έχουν δανείσει είτε στο ισπανικό Δημόσιο είτε σε Ισπανούς επιχειρηματίες και ιδιώτες. Και τα λεφτά αυτά είναι πολλά. Πάρα πολλά!
Οι Ισπανοί, Δημόσιο και ιδιώτες, χρωστούν στις γερμανικές τράπεζες 146 δισ. ευρώ, στις γαλλικές 115 δισεκατομμύρια, στις βρετανικές 86, στις ολλανδέζικες 68, στις ιταλικές 27 δις. και πάει λέγοντας. Ακόμη και στις ...πορτογαλικές(!) τράπεζες χρωστούν οι Ισπανοί 21,6 δισεκατομμύρια.
Συνολικά δηλαδή οι Ισπανοί χρωστούν σε ευρωπαϊκές τράπεζες πάνω από μισό... τρισεκατομμύριο(!) ευρώ – 515,4 δισεκατομμύρια χρωστούσαν για την ακρίβεια τον Δεκέμβριο του 2011. Άλλα 180 δισεκατομμύρια ευρώ ακόμη χρωστούν οι Ισπανοί σε μη ευρωπαϊκές τράπεζες: 104 δισ. ευρώ σε τουρκικές και 46,4 σε αμερικάνικες τράπεζες, μαζί με 21,7 δις. σε γιαπωνέζικες και 6,5 δις. σε τράπεζες από τον υπόλοιπο κόσμο. Γενικό σύνολο 694,1 δισεκατομμύρια ευρώ!
Όπως είναι ευνόητο, το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα που ήδη παραπαίει θα τιναζόταν κυριολεκτικά στον αέρα, αν δεχόταν ισπανικό «φέσι» μισού τρισεκατομμυρίου ευρώ! Αυτή είναι η απλούστατη απάντηση στο ερώτημα γιατί η Γερμανία δέχτηκε να επιβάλει στην Ισπανία διαφορετικό Μνημόνιο.
ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ
ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΝΑ ΖΩΘΕΙ Η ΚΥΠΡΟΣ!
Αναπάντεχη δυνατότητα να αποφύγει η Κύπρος την επιβολή ολέθριου καθεστώτος Μνημονίου, παρέχει στην κυβέρνηση του Δημήτρη Χριστόφια ο τρόπος διάσωσης του ισπανικού τραπεζικού συστήματος. Πρέπει να προσπαθήσει να αξιοποιήσει το ισπανικό προηγούμενο. Όπως εξηγήσαμε χθες, η Κυπριακή Δημοκρατία απειλείται με Μνημόνιο εξαιτίας των ζημιών ύψους 3 δισ. ευρώ που προκάλεσε στις κυπριακές τράπεζες το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων. Αν λοιπόν η Λευκωσία δεν βρει από τους Κινέζους το 1,8 δις. ευρώ που της λείπει για την ανακεφαλαιοποίηση των κυπριακών τραπεζών, πρέπει να διεκδικήσει να δοθεί το αστείο αυτό ποσό από την Ευρωζώνη απευθείας στις κυπριακές τράπεζες, χωρίς επιβολή Μνημονίου, όπως έγινε και με την Ισπανία.
*Δημοσιεύτηκε στη ΕΘΝΟΣ την Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Η οικονομική κρίση ως «κρίση του υποκειμένου»: Ψυχοκοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις

Η οικονομική κρίση ως «κρίση του υποκειμένου»: Ψυχοκοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις

Όταν θα ξυπνήσετε θα είναι αργά...

http://swell-swell.blogspot.gr


Απευθύνομαι στους δικαστές. Που παρακολουθούν ατάραχοι, κάτι σαν τον Πάκη, αυτά που συμβαίνουν τις τελευταίες βδομάδες με τους επίδοξους δολοφόνους της Χρυσής Αυγής. Αμέσως μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου και την είσοδο της Χ.Α. στη Βουλή, άρχισε ένα πογκρόμ κατά των μεταναστών, με επιθέσεις στο δρόμο, σε πάρκα και πλατείες, αλλά και εισβολές σε σπίτια. Τα ξημερώματα μπήκαν 20 Χρυσαυγίτες σε σπίτι που έμεναν 5 Αιγύπτιοι ψαράδες στο Κερατσίνι. Οι 4 κατάφεραν να ξεφύγουν. Ο πέμπτος, που κοιμόταν στην ταράτσα της μονοκατοικίας, δεν άκουσε τους Χρυσαυγίτες και μετά την "περιποίηση" που του πρόσφεραν, νοσηλεύεται σε σοβαρή κατάσταση στο Τζάνειο.

Το περιστατικό αυτό έρχεται να προστεθεί στα δεκάδες παρόμοια περιστατικά του τελευταίου μήνα. Και η δικαιοσύνη την έχει δει "Πάκης" και παρακολουθεί χωρίς να αντιδρά τα τεκταινόμενα. Δύο τινά μπορούν να συμβαίνουν. Ή η δικαισύνη θεωρεί ότι κάποια στιγμή οι Χρυσαυγίτες θα εκτονωθούν και θα σταματήσουν αυτά τα φαινόμενα, ή αφήνει τους Χρυσαυγίτες να κάνουν αυτό που θέλουν αλλά δεν μπορούν να κάνουν τα δύο πρώην μεγάλα κόμματα. Να "καθαρίσουν" τον τόπο από τους μετανάστες. Για τη ΝΔ, αυτό το θεωρώ πολύ πιθανό αφού έχει εντάξει στο κόμμα, θιασώτες έργω και λόγω, της πολιτικής της Χ.Α, όπως ο Γεωργιάδης και ο Βορίδης. Για τον τελευταίο, μάλιστα, κυκλοφορεί η πληροφορία ότι ήταν δάσκαλος του "άντρακλα" Κασιδιάρη. 
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ψυχολόγος, για να καταλάβει το ποιόν και το ηθικό "μεγαλείο" των ανθρώπων που συνόδευσαν χθες τον Κασιδιάρη στην Εισαγγελία. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς προφήτης, για να προβλέψει ότι αυτή η κατάσταση σύντομα θα βρει την απάντησή της με το ίδιο "νόμισμα"... Αλλά τότε θα είναι ήδη πολύ αργά για τη δικαιοσύνη και την έννομη τάξη...

Δευτέρα 11 Ιουνίου 2012

Κον-Μπεντίτ.Ο οικολόγος του ΝΑΤΟ, των πυρηνικών και της Ε.Ε

ΠΗΓΗ: http://contramee.wordpress.com

“Ταμείο κατά της Αγριότητας” για τους φτωχούς Έλληνες ιθαγενείς προτείνει ο Κον-Μπεντίτ
Πηγή: mediaoasis
Ψίχουλα φιλανθρωπίας προτείνει ο Κον-Μπεντίτ για τους Έλληνες: 50 ευρώ το μήνα για κάθε παιδί που η οικογένειά του ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, δηλαδή ενάμισι ευρώ την ημέρα, δηλαδή ένα τζίζμπουργκερ (απ’τα McDonalds γιατί στα Goody’s κάνει δύο ευρώ) και μισό ποτήρι γάλα (γιατί ένα γεμάτο ποτήρι θα ήταν εξτρεμισμός).
Όχι μόνο αντιδραστική αλλά παιδαριώδης αποκαλύπτεται η πολιτική σκέψη του ηγέτη των Ευρωπαίων Πρασίνων στη συνέντευξη που παραχώρησε στο “Βήμα” αυτή την Κυριακή. Ο ίδιος χαρακτηρίζει τη θέση του “τρίτο δρόμο… ανάμεσα σε αυτούς που υποστηρίζουν τυφλά το μνημόνιο και εκείνους που το απορρίπτουν τελείως” και αυτό το δρόμο συνιστά να ακολουθήσουν οι Έλληνες Πράσινοι ώστε να απαλυνθεί “το κοινωνικό σοκ” που προκάλεσε το μνημόνιο. Έτσι, ζητά να ιδρυθεί, με χρηματοδότηση από την ΕΕ, ένα “ταμείο κατά των αγριοτήτων” για τους πάμπτωχους.
Ο άλλοτε “Κόκκινος Ντάνι” δεν διστάζει να παίξει το χαρτί της τρομοκράτησης του ελληνικού λαού: αν ο ΣΥΡΙΖΑ προχωρήσει σε μονομερή καταγγελία του μνημονίου, λέει, ότι θα προκύψει χάος και “μια δυνατή διέξοδος από αυτό θα ήταν η επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας”.
“Στα μάτια των ηγετών του ΣΥΡΙΖΑ δεν είμαι καν αριστερός”, συνεχίζει ο Κον-Μπεντίτ και εξηγεί ότι οι σχέσεις του με την ελληνική Αριστερά ήταν από καιρό τεταμένες: “Εγώ ήμουν κατά του Μιλόσεβιτς και της Σερβίας, οι Έλληνες αριστεροί υπέρ. Τότε τουλάχιστον ήταν πολύ εθνικιστές”. Άλλη μια βλακώδης υπεραπλούστευση του Ντάνι, που ταυτίζει την αντίθεση στη φονική πολεμική επιδρομή του ΝΑΤΟ με τον… εθνικισμό και τη στήριξη στον Μιλόσεβιτς. Φυσικά και δεν είναι αριστερός ο Μπεντίτ. Ούτε φυσικά οικολόγος είναι. Θέλει πολύ θράσος να μιλάς για οικολογία στην Ελλάδα όταν είσαι ο ιδεολογικός υπεύθυνος του βομβαρδισμού της Σερβίας με απεμπλουτισμένο ουράνιο.

Κυριακή 10 Ιουνίου 2012

Η (ασπρόμαυρη) Αθήνα του μέλλοντος μας;

http://www.theinsider.gr


fadek1
Εκπληκτικές φωτογραφίες από την Αθήνα δημοσιεύει το αμερικανικό περιοδικό Foreign Policy. Οι ασπρόμαυρες φωτογραφίες του Τίμοθι Φάντεκ με τίτλο "Κάτι βρωμάει στην Αθήνα- Εικόνες μιας αποτυχημένης οικονομίας" παρουσιάζουν μια Αθήνα παρακμιακή, μια Αθήνα που καταρρέει υπό το βάρος της φτώχειας και της εγκληματικότητας. 
Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Θοδωρής Γεωργακόπουλος που "ανακάλυψε" τις φωτογραφίες στο site του αμερικανικού περιοδικού σχολιάσε: Δεν έχουμε φτάσει ακόμα σε σημείο οι εικόνες αυτές του φωτογράφου Τίμοθι Φάντεκ να περιγράφουν αντικειμενικά και πλήρως ολόκληρη την κοινωνία μας, ή έστω και το κέντρο της Αθήνας από μόνο του. Αλλά προς τα εκεί οδεύουμε, και πλέον γίνεται σαφές ότι έχουμε ξεπεράσει και τα τελευταία σημεία επιστροφής, έχουμε σπαταλήσει και τις τελευταίες ευκαιρίες σωτηρίας, και δεν έχουμε καμία ελπίδα πια. Φοβάμαι πως δυστυχώς η χώρα αυτή τελείωσε. Πολύ σύντομα, ολόκληρη θα είναι περίπου έτσι..
fadek2
fadek3
fadek4


fadek5
fadek6
fadek7
fadek8
fadek9

Προοπτικές και κίνδυνοι για μια αριστερή κυβέρνηση-Κώστας Λαπαβίτσας

ΠΗΓΗ : http://contramee.wordpress.com

Προοπτικές και κίνδυνοι για μια αριστερή κυβέρνηση-Κώστας Λαπαβίτσας

Εφημ.ΑΥΓΗ
 Είναι απολύτως απαραίτητο να μην ενδώσει μια αριστερή κυβέρνηση στις πιέσεις, αν πραγματικά νοιάζεται την Ελλάδα και τον λαό της. Διότι η υποχώρηση θα σημάνει καταστροφή – πολιτική, κοινωνική και οικονομική. Για να το πετύχει όμως αυτό θα χρειαστεί γενική και αποφασιστική λαϊκή κινητοποίηση
Η εκλογική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η πιο αισιόδοξη πολιτική εξέλιξη από την αρχή της γιγαντιαίας κρίσης της Ευρωζώνης. Το δίλημμα των εκλογών της 17ης Ιουνίου είναι ξεκάθαρο. Αν σχηματιστεί αριστερή κυβέρνηση που θα εφαρμόσει το ριζοσπαστικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει η δυνατότητα αφενός να βγει η Ελλάδα από την κρίση και αφετέρου να δρομολογηθεί νέα πορεία για την υπόλοιπη Ευρώπη. Αν σχηματίσει κυβέρνηση ο μετριότατος κ. Σαμαράς, η χώρα θα συνεχίσει ακάθεκτη προς την κατάρρευση, που όλα δείχνουν πως δεν θα αργήσει.

 Τις τελευταίες μέρες έγινε ξεκάθαρο ακόμη και για τους πιο δύσπιστους ότι η κρίση είναι πανευρωπαϊκή και όχι απλώς ελληνική. Δεν ευθύνεται ο ελληνικός δημόσιος τομέας ούτε η ελληνική διαφθορά και οι πελατειακές σχέσεις για την τεράστια αναταραχή. Το πρόβλημα έχει να κάνει, πρώτον, με την παγκόσμια κρίση που ξεκίνησε το 2007 στις ΗΠΑ και, δεύτερον, με τους μηχανισμούς του ευρώ που διαμεσολάβησαν και επέτειναν την κρίση στην Ευρώπη. Μετά από δύο χρόνια συνεχούς άρνησης και θεωρητικών ακροβασιών -από τα δεξιά, αλλά δυστυχώς και από τα αριστερά- η σκληρή πραγματικότητα σταδιακά γίνεται αποδεκτή από όλους. Ο λόγος είναι απλός. Τη στιγμή αυτή η Ισπανία χρειάζεται ίσως 250-300 δισ. ευρώ τα οποία δεν θα μπορέσει να βρει στις ανοιχτές αγορές και άρα μάλλον θα μπει στο πρόγραμμα “διάσωσης”.
Θα ακολουθήσει βίαιη γενίκευση της κρίσης του ευρώ που θα φέρει νέα δεδομένα στην Ευρώπη. Δύο παράγοντες έχουν καταλυτική σημασία. Ο πρώτος είναι τα συμφέροντα του χρηματοπιστωτικού τομέα και κυρίως των τραπεζών. Στην ουσία το τραπεζικό σύστημα της Ισπανίας είναι χρεωκοπημένο, αλλά και της Γερμανίας είναι κάθε άλλο παρά υγιές.
Οι δυνατότητες για τους κυβερνώντες δεν είναι πολύ μεγάλες. Η παροχή ρευστότητας από την ΕΚΤ, την οποία πολλοί θεωρούν ως ένα είδος μαγικού ραβδιού, δεν μπορεί βέβαια να λύσει το πρόβλημα της φερεγγυότητας των ευρωπαϊκών τραπεζών. Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να επιτρέψει την τεχνητή αναπνοή, όπως ήδη γίνεται με τις ελληνικές τράπεζες. Οι τράπεζες χρειάζονται νέα κεφάλαια για να διορθώσουν τους ισολογισμούς τους και αυτά μπορούν να προέλθουν μόνο από το κράτος, δηλαδή από τη φορολογία.
Εδώ όμως εμφανίζεται αμέσως ο δεύτερος παράγοντας, δηλαδή η έλλειψη πανευρωπαϊκού κράτους. Ποια χώρα θα δεχτεί να χρηματοδοτήσει με τα λεφτά των φορολογουμένων της τις τράπεζες μιας άλλης, χωρίς σκληρό αντάλλαγμα; Και ποια χώρα θα δεχτεί αδιαμαρτύρητα την άφιξη κάποιου ξένου γραφειοκράτη, ο οποίος θα κομίζει εντολές για το κλείσιμο τραπεζών;
Όποιος νομίζει ότι μπορεί να φτιαχτεί ένας τέτοιος μηχανισμός στα γρήγορα, ώστε να δημιουργηθούν γεγονότα επί του εδάφους τα οποία θα ωθήσουν την Ευρώπη προς την ενοποίηση, απλώς δείχνει πόσο άσκεφτος ή πανικόβλητος είναι. Αυτός ο τυχοδιωκτισμός έστησε και το τερατούργημα της νομισματικής ένωσης που έχει φέρει την Ευρώπη στα πρόθυρα της καταστροφής. Διότι η βασική αιτία της έλλειψης ενιαίου ευρωπαϊκού κράτους είναι η έλλειψη ενιαίου ευρωπαϊκού έθνους.
Οι λαοί της Ευρώπης δεν θέλουν τη δημιουργία ενιαίου έθνους, ή ενιαίου “δήμου”, ενώ βεβαίως επιθυμούν τη συνεργασία ή και τη συναδέλφωση. Ούτε και μπορούν τα έθνη να δημιουργηθούν στα κρυφά ή στους δαιδαλώδεις διαδρόμους των Βρυξελλών. Αν το επόμενο διάστημα ληφθούν βεβιασμένες αποφάσεις που θα προδικάζουν την ταχεία εμφάνιση δημοσιονομικής ένωσης, η Ευρώπη θα μπει σε εξαιρετικά επικίνδυνη πορεία που κάλλιστα μπορεί να περιλαμβάνει πολιτική, διπλωματική, ακόμη και στρατιωτική ένταση. Ο λόγος είναι, φυσικά, ότι ο τελικός λογαριασμός θα καταλήξει στη Γερμανία, είτε λόγω διάσωσης των τραπεζών είτε λόγω αθέτησης πληρωμών από πλευράς των χωρών της περιφέρειας.
Δεδομένων αυτών των συνθηκών, η Γερμανία, που είναι η πραγματική πηγή ισχύος στην ΟΝΕ, βρίσκεται ενώπιον μέγιστου προβλήματος. Η οικονομία της παρουσιάζει μέτρια εγχώρια απόδοση, αλλά μεγάλη εξαγωγική επιτυχία, κυρίως προς τις χώρες της Ασίας, τα τελευταία τρία χρόνια. Το τραπεζικό της σύστημα παραμένει εξαιρετικά επισφαλές. Η έκθεση της χώρας στο χρέος της περιφέρειας της ΟΝΕ είναι ήδη τεράστια, αν συνυπολογίσουμε τον δανεισμό της Μπούντεσμπανκ προς τις άλλες κρατικές τράπεζες. Όσο κι αν ξαφνιάζει πολλούς στην Ελλάδα, υπάρχει κίνδυνος κατάρρευσης της γερμανικής φερεγγυότητας, αν συνεχιστεί η μεγέθυνση της έκθεσης σε προβληματικό χρέος άλλων.
Συνεπώς καμία λύση της κρίσης που θα περιλαμβάνει νέες δαπάνες ή γενναιόδωρο δανεισμό σε πανευρωπαϊκή βάση δεν πρόκειται να γίνει εύκολα αποδεκτή από γερμανικής πλευράς. Η γερμανική άρχουσα τάξη αντιλαμβάνεται πολύ καλά το πιθανό κόστος για την ίδια. Το πιθανότερο είναι, λοιπόν, ότι θα συνεχίσει να επιμένει στην πολιτική της λιτότητας που μετακυλίει το κόστος στους άλλους.
Με την πολιτική αυτή διακινδυνεύει φυσικά την κατάρρευση της ΟΝΕ ή την έξοδο μιας ή περισσοτέρων χωρών. Το πιθανότερο όμως είναι ότι η γερμανική άρχουσα τάξη θα το ρισκάρει και, αν όντως προκύψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θα επιχειρήσει να ελαχιστοποιήσει το κόστος για την ίδια στις νέες συνθήκες. Δεν είναι ασυνήθιστο για μια άρχουσα τάξη να αντιδρά με τέτοιο τρόπο. Στο κάτω-κάτω αυτό έκανε και η ελληνική, όταν το 2010 αρνήθηκε διαρρήδην να δεχτεί την προοπτική της εξόδου, προτίμησε να ρισκάρει εντός της ΟΝΕ κι έφερε τη χώρα στο χείλος του γκρεμού.
Με αυτά τα δεδομένα, μιά αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα, που θα προχωρήσει, ως οφείλει, στην κοινοβουλευτική ακύρωση των Μνημονίων και στη σταδιακή διαγραφή του χρέους, θα αποτελέσει τρομακτική πρόκληση για τη γερμανική πλευρά. Το τελεσίγραφο που θα κηρύσσει αδυσώπητο πόλεμο θα φτάσει αμέσως, πιθανώς την άλλη μέρα. Άρα τι μέλλει γενέσθαι;
Είναι απολύτως απαραίτητο να μην ενδώσει μια αριστερή κυβέρνηση στις πιέσεις, αν πραγματικά νοιάζεται την Ελλάδα και τον λαό της. Διότι η υποχώρηση θα σημάνει καταστροφή – πολιτική, κοινωνική και οικονομική. Για να το πετύχει όμως αυτό θα χρειαστεί γενική και αποφασιστική λαϊκή κινητοποίηση. Χωρίς αυτήν δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν οι πιέσεις. Θα χρειαστεί επίσης εναλλακτικό σχέδιο, το οποίο θα πρέπει να περιλαμβάνει την έξοδο από το ευρώ, που μπορεί να επιβληθεί εκ των πραγμάτων. Η έξοδος δεν εμπίπτει βέβαια στην τρέχουσα στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά θα πρόκειται για το άκρον άωτον της ανευθυνότητας να μην υπάρξει πρόβλεψη για λειτουργικό εναλλακτικό σχέδιο. Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να προετοιμάζεται η ίδια, όπως και να προετοιμάζει τον ελληνικό λαό. Μπροστά μας έχουμε βαρομετρικό χαμηλό.
Το θετικό είναι ότι υπάρχει η γνώση, η εμπειρία και η θέληση διεθνώς, αλλά και στη χώρα μας, ώστε να αντιμετωπιστεί και αυτό το ενδεχόμενο. Ό,τι και να λέει η τρομοκρατία των ΜΜΕ, όσα προχειρογραμμένα σκαριφήματα περί κόλασης της δραχμής και να δημοσιεύσουν οι οικονομολόγοι της Εθνικής Τράπεζας, η πραγματικότητα είναι ότι η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει την καταιγίδα, αρκεί να υπάρξει κοινωνική συσπείρωση και αποτελεσματική αριστερή ηγεσία.
Δεν πρόκειται ο ελληνικός λαός να μείνει ξεκρέμαστος, όσο κι αν ωρύονται αυτοί που μας έφεραν εδώ. Οι εκλογές της 17ης μπορούν να μας γλιτώσουν από την καταστροφή και να ανοίξουν καινούργιο δρόμο για τα λαϊκά στρώματα.

Με το μελλον το δικο μας ΔΕΝ ΠΑΙΖΟΥΜΕ!!!

"Με το μελλον των παιδιων τους δεν παιζουνε"...ΟΥΤΕ ΕΜΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ !!!

Σάββατο 9 Ιουνίου 2012

Étienne Balibar: Europe is a dead political project/ H Ευρώπη είναι ένα νεκρό πολιτικό σχέδιο

 http://www.guardian.co.uk

This is the beginning of the end for the EU unless it can find the capacity to start again on radically new bases

Within a single month, we have witnessed Prime Minister George Papandreou of Greece announcing his country's possible default, an expansive European rescue loan offered to him on the condition of devastating budget cuts, soon followed by the "downgraded rating" of the Portuguese and Spanish debts, a threat on the value and the very existence of the euro, the creation (under strong US pressure) of a European security fund worth €750bn, the Central European Bank's decision (against its rules) to redeem sovereign debts, and the announcement of budget austerity measures in several member states.
Clearly, this is only the beginning of the crisis. The euro is the weak link in the chain, and so is Europe itself. There can be little doubt that catastrophic consequences are coming.
In response, the Greek protests have been fully justified. First, we have been witnessing a denunciation of the whole Greek people. Second, once again the government has betrayed its electoral promises, without any form of democratic debate. Lastly, Europe did not display any real solidarity towards one of its member states, but imposed on it the coercive rules of the IMF, which protect not the nations, but the banks.
The Greeks were the first victims, but they will hardly be the last, of a politics of "rescuing the European currency" – measures which all citizens ought to be allowed to debate, because all of them will be affected by the outcome. However, to the extent that it exists, the discussion is deeply biased, because essential determinations are hidden or dismissed.
In its current form, under the influence of the dominant social forces, the European construction may have produced some degree of institutional harmonisation, and generalised some fundamental rights, which is not negligible, but, contrary to the stated goals, it has not produced a convergent evolution of national economies, a zone of shared prosperity. Some countries are dominant, others are dominated. The peoples of Europe may not have antagonistic interests, but the nations increasingly do.
Second, any Keynesian strategy to generate public "trust" in the economy rests on three interdependent pillars: a stable currency, a rational system of taxes, but also a social policy, aiming at full employment. This third aspect is systematically ignored in most current commentaries.
Furthermore, all this debate concerning the euro monetary system and the future of Europe will remain entirely abstract unless it is articulated to the real trends of globalisation, which the financial crisis will powerfully accelerate, unless they are politically addressed by the peoples which they affect and their leaders.
We are witnessing a transition from one form of international competition to another: no longer (mainly) a competition among productive capitals, but a competition among national territories, which use tax exemptions and pressure on the wages of labour to attract more floating capital than their neighbours.
Now, clearly, whether Europe works as an effective system of solidarity among its members to protect them from "systemic risks", or simply sets a juridical framework to promote a greater degree of competition among them, will determine the future of Europe politically, socially, and culturally.
But there is a second tendency: a transformation of the international division of labour, which radically destabilises the distribution of employment in the world. This is a new global structure where north and south, east and west are now exchanging their places. Europe, or most of it, will experience a brutal increase of inequalities: a collapsing of the middle classes, a shrinking of skilled jobs, a displacement of "volatile" productive industries, a regression of welfare and social rights, and a destruction of cultural industries and general public services. This will precipitate a return to the ethnic conflicts which the European construction wanted to overcome forever.
We cannot, accordingly, but ask the question: is this the beginning of the end for the EU, a construction that started 50 years ago on the basis of an age-old utopia, but now proves unable to fulfil its promises? The answer, unfortunately, is yes: sooner or later, this will be inevitable, and possibly not without some violent turmoil. Unless it finds the capacity to start again on radically new bases, Europe is a dead political project.
But the breaking of the EU would inevitably abandon its peoples to the hazards of globalisation to an even greater degree. Conversely, a new foundation of Europe does not guarantee any success, but at least it gives her a chance of gaining some geopolitical leverage. With one condition, however: that all the challenges involved in the idea of an original form of post-national federation are seriously and courageously met. These involve setting up a common public authority, which is neither a state nor a simple "governance" of politicians and experts; securing genuine equality among the nations, thus fighting against reactionary nationalisms; and above all reviving democracy in the European space, thus resisting the current processes of "de-democratisation" or "statism without a State", produced by neoliberalism.
Something obvious should have been long acknowledged: there will be no progress towards federalism in Europe (the one that is now advocated by some, and rightly so) if democracy itself does not progress beyond the existing forms, allowing an increased influence for the people(s) in the supranational institutions. Does this mean that, in order to reverse the course of recent history, to shake the lethargy of a decaying political construction, we need something like a European populism, a simultaneous movement or a peaceful insurrection of popular masses who will be voicing their anger as victims of the crisis against its authors and beneficiaries, and calling for a control "from below" over the secret bargainings and deals made by markets, banks, and states? Yes indeed. I agree that it can lead to other catastrophes. But the risk is greater if nationalism prevails in whichever form.
In this part of the world, such forces were traditionally called "the left". But the European left is also now bankrupt. In the broader political space, stretching across borders, that is now relevant, it has lost every capacity to express social struggles or launch emancipatory movements. It has surrendered to the dogmas and rationales of neoliberalism. Consequently it has been ideologically disintegrated. Deprived of any strong popular support, those parties which represent it nominally are now powerless spectators of the crisis, for which they offer no specific or collective response.
We may well wonder, in these conditions, what is going to happen when the crisis enters its next phases? There will be protest movements, almost certainly, but they will find themselves isolated, and possibly they will become deviated towards violence, or recuperated by racism and xenophobia (which are already surging all around us). But the question also concerns intellectuals: what should and could be a democratically elaborated political action against the crisis at the European level? It is the task of progressive intellectuals, whether they see themselves as reformists or revolutionaries, to discuss this subject and take risks. If they fail to do it, they will have no excuse.
• This is an edited version of an article which will be published in full in the June issue of the online journal Theory and Event (Johns Hopkins University Press)

You Pay Your Crisis: Δύσκολοι καιροί για εκδότες (αξέχαστες επιτυχίες 2011)

You Pay Your Crisis: Δύσκολοι καιροί για εκδότες (αξέχαστες επιτυχίες 2011)

Έχω μνήμη, δεν είμαι χρυσόψαρο!


Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

Αντιμέτωποι με την κρίση: ο Γκράμσι και η πολιτική της ηγεμονίας σήμερα

  http://aristeroextreme.blogspot.gr
του Peter Thomas / Μετάφραση Παναγιώτης Σωτήρης   

Σε μια εποχή κρίσης, στο μεσοδιάστημα όπου ένας παλιός κόσμος πεθαίνει και ένας νέος κόσμος παλεύει να γεννηθεί, χρειαζόμαστε το θεωρητικό στοχασμό που θα μπορέσει να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την κοινωνική και πολιτική συγκυρία. Χρειαζόμαστε τη θεωρία για να μπορέσουμε αποσαφηνίσουμε τα συγκεκριμένα πολιτικά καθήκοντα που είναι μπροστά μας σήμερα και να διαμορφώσουμε ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο επαναστατικού μετασχηματισμού. Αυτό που θέλω να προτείνω απόψε, είναι ότι η έννοια της ηγεμονίας στον Γκράμσι αποτελεί μια πολύτιμη θεωρητική πηγή μέσα στην επαναστατική μαρξιστική παράδοση που μπορεί να μας βοηθήσει τόσο να αποσαφηνίσουμε τη φύση της τρέχουσας κρίσης όσο και να την αντιμετωπίσουμε πολιτικά. Είναι μια κρίση που διαπερνά πολλές χώρες και εκφράζεται με πολλές διαφορετικές εθνικές μορφές, όμως κατά βάθος είναι μια κρίση όχι απλώς κυβερνήσεων ή ιδεολογιών, αλλά του ίδιου του διεθνούς καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και της αρχής γύρω από την οποία είναι οργανωμένος: είναι η ιστορική κρίση της εκμετάλλευσης της εργατικής δύναμης από το κεφάλαιο, ή των εργατικών τάξεων, ως του θεμελίου των σύγχρονων κοινωνιών.
Θα υποστηρίξω απόψε ότι η ηγεμονία για τον Γκράμσι περιλαμβάνει τέσσερα στοιχεία που είναι συνδέονται αλληλένδετα και διαλεκτικά. Πρώτον, την ηγεμονία ως κοινωνική και πολιτική ηγεσία. Δεύτερον, την ηγεμονία ως πολιτικό σχέδιο. Τρίτον, την πραγμάτωση της ηγεμονίας σε συγκεκριμένους θεσμούς και μορφές οργάνωσης. Τέταρτον, τελικά και αποφασιστικά, την κοινωνική και πολιτική ηγεμονία του εργατικού κινήματος.
Πρώτον, ο Γκράμσι κληρονόμησε την έννοια της ηγεμονίας ως κοινωνικής και πολιτικής ηγεσίας απευθείας από τις συζητήσεις της Ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας και ιδίως τις παρεμβάσεις του ίδιου του Λένιν. Σε εκείνο το πλαίσιο η ηγεμονία σήμαινε την ικανότητα της εργατικής τάξης να παρέχει ηγεσία σε όλες τις άλλες κοινωνικές τάξεις στη Ρωσία. Ως ηγέτης του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ο Γκράμσι εργάστηκε για να μεταφράσει αυτή την οπτική στη δική του πολιτική του πραγματικότητα, ως μια πολιτική ηγεσία των εργατικών τάξεων που αποσκοπούσε στο να επιλύσει τα θεμελιώδη κοινωνικοοικονομικά και πολιτικά προβλήματα που αντιμετώπιζε ο ιταλικός λαός. Ύστερα από τη φυλάκισή του από το φασιστικό καθεστώς, στα Τετράδια της Φυλακής ο Γκράμσι προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τη ρωσική έννοια της ηγεμονίας ως ένα αναλυτικό εργαλείο για να μπορέσει να καταλάβει τους τρόπους που οι Ιταλικές και Ευρωπαϊκές άρχουσες τάξεις εγκαθίδρυσαν ιστορικά την πολιτική τους εξουσία. Ταυτόχρονα, προσπάθησε να στοχαστεί τα μαθήματα που θα μπορούσαν να αντληθούν από αυτή την ιστορία για τις αριστερές δυνάμεις που επεδίωκαν να κατοχυρώσουν τη δική τους ηγεμονία. Το καθοριστικό για τον Γκράμσι ήταν να κατανοήσει την πολιτική όχι ως πρακτική διαχείρισης ή διακυβέρνησης, αλλά ως πρακτική ηγεσίας. Διέκρινε τουλάχιστον δύο είδη ηγεσίας. Στην περίπτωση της αστικής πολιτικής, έχουμε το είδος της ηγεσίας που διατηρεί μια απόσταση ανάμεσα στους ηγέτες και αυτούς που τους ακολουθούν. Στην περίπτωση της προλεταριακής πολιτικής έχουμε το είδος της ηγεσίας που επιδιώκει να βοηθήσει τις μάζες να εκφράσουν, εμβαθύνουν και δυναμώσουν την αυτόβουλη στράτευσή τους στον κοινωνικό και πολιτικό μετασχηματισμό τους. Το κρίσιμο είναι ότι αυτό το είδος ηγεσίας για το Γκράμσι σήμαινε επίσης ότι οι ηγέτες μαθαίνουν από τις ίδιες τις μάζες, σε μια διαρκή διαδικασία, στην οποία οι ίδιοι εκπαιδευτές εκπαιδεύονται, για να χρησιμοποιήσουμε τη γεμάτη νόημα φράση από τις Θέσεις για το Φόιερμπαχ του Μαρξ. Σήμερα, η ηγεμονία ως πολιτική ηγεσία σημαίνει την ανάγκη να ακούσουμε, να μάθουμε και να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις του πραγματικού ιστορικού κινήματος των μαζών.
Είναι στο πλαίσιο αυτής της σύλληψης της διακριτής φύσης της προλεταριακής ηγεμονίας που ο Γκράμσι εξελίσσει το δεύτερο αποφασιστικό στοιχείο της θεωρίας του: την ηγεμονία ως ηγεμονικό σχέδιο. Για τον Γκράμσι, ένα αυθεντικό ηγεμονικό σχέδιο δεν είναι απλώς ένα σχέδιο για την επιρροή ή την προπαγάνδα. Αντίθετα, περιλαμβάνει τη διαρκή κινητοποίηση και οργάνωση, στο πιο μεγάλο εύρος μετώπων, από το ρητά πολιτικό, στο κοινωνικό, στους καθημερινούς τρόπους που σκεφτόμαστε και βλέπουμε. Το θεμελιώδες ερώτημα που έθεσε ο Γκράμσι ήταν πώς μπορούσε ένα ηγεμονικό σχέδιο να διαμορφωθεί μέσα από τον τεράστιο πλούτο όλων των διαφορετικών ομάδων συμφερόντων – συχνά ακόμη και αντιτιθέμενων ομάδων συμφερόντων – που συγκροτούσαν αυτό που αναφέρει ως «οι υποτελείς κοινωνικές ομάδες», ή τις λαϊκές τάξεις με την πιο ευρεία έννοια, δηλαδή όλες τις ομάδες ή τάξεις τις οποίες καταπιέζει και εκμεταλλεύεται η τρέχουσα οργάνωση της κοινωνίας. Καθώς εξελίσσει αυτή τη γραμμή έρευνας ο Γκράμσι ολοένα και περισσότερο υπογραμμίζει ότι η ηγεμονία ως σχέδιο περιλαμβάνει κάτι που θυμίζει τις πιο αυστηρές μορφές της σύγχρονης επιστημονικής πειραματικής πρακτικής. Η ηγεμονία, έτσι, αντιπροσωπεύει ένα ερευνητικό σχέδιο για τη δημιουργία μιας νέας προλεταριακής γνώσης. Οι δρώντες πολιτικοί φορείς που επιδιώκουν να οικοδομήσουν μια ηγεμονική πρακτική πρέπει συνεχώς να κάνουν προτάσεις, να τις δοκιμάζουν στην πράξη, να τις διορθώνουν και τις αναθεωρούν και να δοκιμάζουν ξανά τις τροποποιημένες θέσεις τους σε χειροπιαστούς πολιτικούς αγώνες. Αυτή η διαδικασία οδηγεί σε μια συνεχή διαλεκτική ανταλλαγή και αλληλεπίδραση ανάμεσα στην πολιτική συγκυρία και τις προσπάθειες να τη μετασχηματίσουν και, που είναι ακόμη πιο κρίσιμο, ανάμεσα στους ηγέτες ενός πολιτικού κινήματος και αυτούς που συμμετέχουν σε αυτό. Ένα τέτοιο επεκτεινόμενο πολιτικό σχέδιο συμπυκνώνεται για τον Γκράμσι στη σύλληψή του για ένα νέο είδος πολιτικού κόμματος: το «σύγχρονο Ηγεμόνα», ως μια ενεργητική αναμέτρηση με τον κόσμο, με σκοπό τον μετασχηματισμό του και, ως ένα παιδαγωγικό εργαστήρι για την ανάπτυξη νέων μορφών μιας δημοκρατικής και χειραφετητικής πολιτικής πρακτικής. Ο «σύγχρονος Ηγεμόνας» για τον Γκράμσι είναι η μορφή της πολιτικής ενός διαρκούς Ενιαίου Μετώπου των λαϊκών τάξεων, στο οποίο η ενότητα επιτυγχάνεται ενεργητικά μέσα στον αγώνα, ακόμη – και ιδίως – σε παραγωγικές συγκρούσεις. Σήμερα, η ηγεμονία ως ένα πολιτικό σχέδιο σημαίνει να εργαστούμε προς το Ενιαίο Μέτωπο αυτών που το κίνημα Occupy εμπνευσμένα ονόμασε το 99%, αναγνωρίζοντας ότι η μόνη ιστορικά παραγωγική μορφή πολιτικής είναι μια μαζική πολιτική ικανή να στρατεύσει και να οδηγήσει στην πολιτική δράση πλατιά στρώματα των λαϊκών τάξεων.
Όμως, ο Γκράμσι προχώρησε παραπέρα και υποστήριξε ότι δεν είναι αρκετό να σκεφτόμαστε την ηγεσία γενικά ούτε να σκεφτόμαστε το πολιτικό σχέδιο με αφηρημένους όρους. Αντίθετα, είναι να αναγκαίο να φτιάξουμε τους συγκεκριμένους θεσμούς ενός ηγεμονικού σχεδίου. Αυτό είναι το τρίτο κεντρικό στοιχείο της έννοιας της ηγεμονίας. Για τον Γκράμσι αυθεντική πολιτική ηγεσία σημαίνει την ανάληψη της ευθύνης να σφυρηλατήσουμε θεσμούς που είναι ικανοί να συμπυκνώνουν και να εκφράζουν ένα πολιτικό σχέδιο σε όλα τα επίπεδα της καθημερινής ζωής και σε μαζική βάση. Αυτή η οπτική συμπεριλάμβανε την παραπέρα ανάπτυξη της έννοιας της ηγεμονίας που ο Γκράμσι είχε κληρονομήσει από τις συζητήσεις στη Ρωσία και τη μετάφρασή της στη δική του νέα έννοια του «ηγεμονικού μηχανισμού». Με αυτή τη στρατηγικά αποφασιστική έννοια, ο Γκράμσι αναφέρεται σε μια σειρά από δομημένους θεσμούς και οργανωτικές μορφές που μπορούν να επιτρέψουν σε μια κοινωνική τάξη που έχει εμπιστοσύνη στο εφικτό των αιτημάτων και των αξιών της να προσφέρει ευκαιρίες για δημοκρατική συμμετοχή στο σχέδιό της σε όλο το εύρος της κοινωνίας. Αυτό πρέπει να περιλαμβάνει όχι απλώς εμφανώς πολιτικές μορφές όπως είναι π.χ. ένα εκλογικό πρόγραμμα, αλλά ακόμη και την άρθρωση αυτών των αιτημάτων με το πλήρες φάσμα της κοινωνικής ζωής, από την καθημερινή ταξική πάλη στην παραγωγή, μέχρι τις πολιτιστικές πρακτικές που μας κρατάνε και δίνουν νόημα στη ζωή, στις μικρές ανώνυμες πράξης φιλοξενίας προς τον ξένο που συνιστούν την πιο ευγενική παράδοση του διεθνούς εργατικού κινήματος. Μέσα από τις ιστορικές μελέτες του ο Γκράμσι είχε παρατηρήσει τους σύνθετους τρόπους με τους οποίους η αστική τάξη αναδύθηκε από την υποτελή συνθήκη της στη φεουδαρχία, για να γίνει μια κοινωνική ομάδα ικανή να προσφέρει ηγεσία στην κοινωνία ως σύνολο, δημιουργώντας τις νέες μορφές μέσω των οποίων έγινε ικανή να κερδίσει στο δικό της σκοπό και αίτημα πολλές άλλες κοινωνικές ομάδες που ήταν αποκλεισμένες από προηγούμενες μορφές κατανομής της εξουσίας. Ο Γκράμσι είδε αυτή την ιστορική διαμόρφωση ενός αστικού ηγεμονικού μηχανισμού σε πρωτοβουλίες όπως ήταν οι εφημερίδες, οι εκδοτικοί οίκοι, οι εκπαιδευτικοί θεσμοί, τα κοινωνικά σωματεία, οι αθλητικές ομάδες και τα πολιτιστικά δίκτυα, κοντολογίς τη μεγάλη ποικιλία των δραστηριοτήτων που δομούν και οργανώνουν τις σύγχρονες κοινωνίες στην συνθετότητά τους «ως μια οργάνωση – από τα πάνω – ενώσεων – από τα κάτω». Το ερώτημα που έθεσε ο Γκράμσι ήταν πώς μπορούμε συγκεκριμένα να στοχαστούμε τη διαμόρφωση ενός εναλλακτικού δικτύου προλεταριακών ηγεμονικών μηχανισμών, που δεν θα είναι αφιερωμένοι στην υποστήριξη της τρέχουσας οργάνωσης της κοινωνίας με τις ανισότητές της, αλλά αντίθετα θα άνοιγαν το δρόμο προς την κατάργηση των εκμεταλλευτικών και καταπιεστικών κοινωνικών σχέσεων. Με άλλα λόγια, τα λόγια των δικών μας καιρών, πώς μπορεί ένας άλλος κόσμος να είναι όχι μόνο δυνατός αλλά και εφικτός; Ποιοι είναι οι θεσμοί που απαιτούνται όχι μόνο για να αντισταθούμε τώρα στην κυρίαρχη τάξη πραγμάτων ελπίζοντας να την επαναστατικοποιήσουμε αύριο, αλλά και για πραγματώσουμε μια θεμελιώδη αναδιοργάνωση των κοινωνιών μας, σε μια διαδικασία διαρκούς επανάστασης που πρέπει να αρχίσει ήδη από σήμερα; Σήμερα η διαμόρφωση ενός ηγεμονικού μηχανισμού σημαίνει να οικοδομήσουμε μια τέτοια ισχυρή σύνθεση του πολιτικού, του κοινωνικού, του πολιτιστικού και του οικονομικού, έτσι που κάθε στοιχείο της πολιτικής μας πρακτικής να ενισχύει και τα υποστηρίζει τα υπόλοιπα.
Καθώς ο Γκράμσι αναπτύσσει αυτή την ανάλυση των θεσμικών μορφών προηγούμενων και πιθανών μελλοντικών μορφών ηγεμονίας, η έννοια της ηγεμονίας του εργατικού κινήματος – το τέταρτο θεμελιώδες στοιχείο της ολοκληρωμένης έννοιας της ηγεμονίας – παρέμεινε η θεμελιώδης προοπτική του. Όντως, καθώς οι έρευνές του προχωρούν, επιχειρηματολογεί όλο και πιο επιτακτικά υπέρ της ηγεμονίας του εργατικού κινήματος. Με άλλα λόγια, για τον Γκράμσι δεν ήταν αρκετό να οικοδομήσουμε ένα σχέδιο ηγεμονικής ηγεσίας που να αποτυπώνεται στους συγκεκριμένους θεσμούς ενός ηγεμονικού μηχανισμού. Έπρεπε ακόμη αυτό να είναι ριζωμένο μέσα στον κόσμο της εργασίας. Γιατί το έκανε αυτό; Σε όλες τις έρευνές του ο Γκράμσι συνέχεια σημειώνει ότι ο νεωτερικός κόσμος, με όλες τις νέες μορφές ελευθερίας και ανελευθερίας, διακρίνεται θεμελιωδώς από όλους τους άλλους προηγούμενους κοινωνικούς σχηματισμούς επειδή είναι μια οργάνωση για την παραγωγή, συσσώρευση και επέκταση τεραστίων ποσοτήτων κοινωνικού πλούτου και νέων μορφών κοινωνικού πλούτου. Το πιο κρίσιμο είναι ότι ο Γκράμσι υπογραμμίζει τον αποφασιστικό ρόλο που η εργασία παίζει σε αυτή την οργάνωση. Δεν είναι απλώς ένα στοιχείο ή ένα συστατικό μέρος, ούτε απλώς η δραστηριότητα μιας τάξης ή μιας μερίδας τάξης (της υποτιθέμενα «παραδοσιακής» βιομηχανικής εργατικής τάξης του φορντισμού). Αντίθετα, η εργασία για τον Γκράμσι, όπως και για τον Μαρξ, είναι μια κοινωνική σχέση που καθορίζει – και επικαθορίζεται από – όλες τις άλλες κοινωνικές σχέσεις στις κοινωνίες μας. Επομένως, η εργασία, φαντάζει στον Γκράμσι ως ένα από τα κεντρικά κομβικά σημεία στα οποία συμπυκνώνονται και εκφράζονται οι δομές και οι αντιφάσεις της σύγχρονης κοινωνίας. Η σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία, από τις καθημερινές δραστηριότητες που αποτελούν το «περιεχόμενό» της, στις κοινωνικές και πολιτικές σχέσεις επιβολής που επιδιώκουν να λειτουργήσουν ως η «μορφή» τους, είναι αφιερωμένη στη συσσώρευση κεφαλαίου μέσω της ιδιωτικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής από μία τάξη, δηλαδή την πετυχημένη διεκδίκηση από την αστική τάξη του νομικού δικαιώματος να προσπορίζεται την υπεραξία που παράγεται μέσα στην χαρακτηριστική «άνιση ισότητα» της σχέσης ανάμεσα σε μισθωτή εργασία και κεφάλαιο. Οποιοδήποτε κίνημα θέλει να μετασχηματίσει αυτή την κοινωνία πρέπει να αναμετρηθεί με αυτή την θεμελιώδη οργανωτική αρχή. Κατά πρώτον – και όχι σε τελική ανάλυση – πρέπει να αμφισβητήσει την κυριαρχία μιας μειοψηφικής τάξης, στη βάση των συμφερόντων όλων των άλλων τάξεων στην κοινωνία, με το να αντιμετωπίσει άμεσα και με αποφασιστικότητα, αυτό που στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο αναφέρεται ως το «ζήτημα της ιδιοκτησίας». Σήμερα, η ηγεμονία του κινήματος της εργατικής τάξης σημαίνει όχι μόνο τον αντινεοφιλελευθερισμό και τις πολιτικές της αντίθεσης στη λιτότητα, ούτε ακόμη μόνο μια πολιτική εθνικοποιήσεων σε ρήξη με την αγορά. Αυτό που θεμελιωδώς σημαίνει είναι να δώσουμε έμφαση στο ζήτημα της ιδιοκτησίας, να επιμείνουμε ότι μόνο μέσα από την αναδιοργάνωση του κόσμου της παραγωγής, στη βάση του ελέγχου και της ιδιοκτησίας από τους εργάτες, θα μπορέσουμε να προσφέρουμε εφικτές και διαρκείς λύσεις στις εγγενείς κρισιακές τάσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Πώς μπορούν αυτές οι οπτικές – η ηγεμονία ως ηγεσία, η ηγεμονία ως σχέδιο, η ηγεμονία ως συγκεκριμένοι θεσμοί και η ηγεμονία του εργατικού κινήματος – να επιτρέψουν να αναμετρηθούμε με την τρέχουσα κρίση; Όπως έχουν δείξει τα διεθνή γεγονότα των τελευταίων χρόνων, οι κοινωνίες μας παραμένουν θεμελιωδώς στηριγμένες στη συσσώρευση του κεφαλαίου και κατά συνέπεια στην εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης. Οι ρίζες της τρέχουσας κρίσης δεν είναι μόνο οι αποτυχίες του νεοφιλελευθερισμού και των διεφθαρμένων εθνικών και διεθνών θεσμών του, αλλά μια περισσότερο θεμελιώδης αντίφαση της διαίρεσης του σύγχρονου κόσμου σε μια κοινωνική και οικονομική επικράτεια από τη μια και μια πολιτική επικράτεια από την άλλη, μια ανισορροπία στις μορφές της ισότητας, ή μια ισότητα που τείνει να είναι «άνιση». Αυτοί που έχουν ιδιοκτησία, προσπορίζονται πλούτο και αποφασίζουν. Αυτοί που εργάζονται παραμένουν αποκλεισμένοι από τις διαδικασίες απόφασης και διαβούλευσης για τις κοινές χρήσεις του πλούτου που η δική τους εργασία παρήγαγε. Η έμφαση του Γκράμσι σε ένα συγκεκριμένο ηγεμονικό σχέδιο και μηχανισμό του εργατικού κινήματος μας δίνει έναν τρόπο να απαντήσουμε όχι μόνο στα άμεσα γεγονότα της τρέχουσας κρίσης, αλλά και ακόμη στην πιο θεμελιώδη κρίση που είναι η ίδια η δομούσα αρχή των κοινωνιών μας, μια αρχή που εξακολουθεί να παράγει κρίσεις, επειδή ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είναι ο ίδιος μια κοινωνικοπολιτική μορφή σε κρίση.
Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα δεν είναι απλώς πειστικά εκλογικά προγράμματα, όσο σημαντικά και εάν είναι για να κινητοποιηθούν οι μάζες στην πολιτική δράση, αλλά ένα ηγεμονικό σχέδιο του εργατικού κινήματος που να απαντά στα θεμελιώδη αίτια αυτής της κρίσης. Αυτό σημαίνει να αναπτύξουμε ένα σχέδιο για ένα εναλλακτικό σύστημα οργάνωσης της παραγωγής και αναπαραγωγής: την ενεργό κατάργηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής μέσα από κατάληψη και κατάσχεση των κεντρικών παραγωγικών μονάδων από εργατικά συμβούλια και συνεταιρισμούς και στη συνέχεια την υπεράσπισή τους. Σημαίνει ένα σχέδιο για την παροχή κοινωνικών υπηρεσιών προς το συμφέρον της μεγάλης πλειοψηφίας της κοινωνίας: την εθνικοποίηση υπό εργατικό έλεγχο των κέντρων παραγωγής και διανομής του κοινωνικού πλούτου στις κοινωνίες μας, συμπεριλαμβανομένου του τραπεζικού συστήματος. Σημαίνει να δείξουμε πώς τέτοιες προτάσεις μπορούν με έναν απτό τρόπο να απαντήσουν και να επιλύσουν στα θεμελιώδη προβλήματα που αντιμετωπίζει η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας: την ανάδειξη της αλληλεγγύης στη θεμελιώδη οργανωτική αρχή μιας νέας κοινωνίας. Με άλλα λόγια, σημαίνει ένα σχέδιο που υλοποιείται «από τα κάτω», από την οπτική αλλά και με τη συμμετοχή όλων όσοι σήμερα αποκλείονται από την τρέχουσα κατανομή της εξουσίας, την ενεργητική συμμετοχή του 99%, δηλαδή της σύγχρονης εργατικής τάξης στην πιο πλατιά έννοια.
 Η βαθύτερη δομική κρίση των κοινωνιών μας δεν θα επιλυθεί από κινήματα απλής αντίστασης ή διαμαρτυρίας, όσο αποφασιστικά και εάν είναι για τη μακροπρόθεσμη επαναστατική διαδικασία. Τέτοια κινήματα είναι απλώς η αναγκαία βάση για να ξεκινήσουμε να πηγαίνουμε παραπέρα, προς την διαμόρφωση μιας άλλης μορφής κοινωνικής οργάνωσης. Η δύναμη της μεγάλης «διαλεκτικής αλυσίδας» της ηγεμονικής πολιτικής κατά τον Γκράμσι – από την ηγεσία στο σχέδιο στους θεσμούς στην εργατική τάξη και πίσω πάλι, με κάθε στοιχείο να ενισχύει τα υπόλοιπα – είναι το γεγονός ότι μας προσφέρει όχι μόνο έναν τρόπο να αντιδράσουμε στην τρέχουσα κρίση, αλλά και μας βοηθά να επικεντρώσουμε στις βαθύτερες προοπτικές που είναι αναγκαίες για αντιμετωπίσουμε τα αίτιά της. Το να αναπτύξουμε ένα ηγεμονικό σχέδιο και μηχανισμό του εργατικού κινήματος, ως μια νέα μορφή προλεταριακής ηγεσίας μέσα στην κοινωνία, είναι σήμερα το θεμελιώδες πολιτικό καθήκον για την προετοιμασία του επαναστατικού μετασχηματισμού – και η θεμελιώδης μορφή μέσα στην οποία μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση όχι μόνο του νεοφιλελευθερισμού αλλά και τη βαθύτερη καθημερινή κρίση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Ο Peter Thomas είναι ένας από τους πιο σημαντικούς στοχαστές στη νέα γενιά μαρξιστών στον αγγλοσαξονικό χώρο. Μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού Historical Materialism, έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με το έργο του Γκράμσι. Στο βιβλίο του The Gramscian Moment. Philosophy, Hegemony and Marxism (Brill 2009 / Haymarket 2011), προσφέρει μια καινοτόμα ανάγνωση του Γκράμσι. Αυτή απέχει από την παραδοσιακή ανάγνωση του Γκράμσι ως ενός στοχαστή του εποικοδομήματος. Αντίθετα, για τον Thomas το έργο του Γκράμσι και η αναμέτρηση του με την έννοια της ηγεμονίας είναι μια προσπάθεια για μια καινοτόμα θεώρηση του κράτους και της πολιτικής, τόσο στην αστική εκδοχή όσο και στην προλεταριακή. Επιπλέον, για τον Thomas έννοιες του Γκράμσι όπως φιλοσοφία της πράξης, απόλυτος ιστορικισμός, απόλυτη εμμένεια, απόλυτος ανθρωπισμός, δεν αποτελούν ούτε απλές μεταφράσεις όρων του κλασικού μαρξισμού, ούτε μορφές ιδεαλισμού, αλλά πλευρές μιας νέας πρακτικής της φιλοσοφίας, ενός πραγματικού ιστορικού υλισμού. Το κείμενό αυτό είναι η μετάφραση της εισήγησής του στην εκδήλωση με θέμα Αριστερά, Ηγεμονία, Κρίση, στην οποία συμμετείχε μαζί με τους Leo Panitch, Παναγιώτη Σωτήρη, Αλέξανδρο Χρύση και Κώστα Γούση, την Κυριακή 3 Ιούνη 2012 στο πλαίσιο του Φεστιβάλ «Αναιρέσεις2012», που διοργάνωσε η Νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση και το Νέο Αριστερό Ρεύμα, στη Γεωπονική.