Η νέα κυβέρνηση φαίνεται ότι έπεσε νωρίς-νωρίς με τα μούτρα
στην δουλειά προκειμένου να υλοποιήσει τις συμφωνίες και τα μέτρα που
περιλαμβάνει το νέο -τρίτο στη σειρά- μνημόνιο. Εν όψει, λοιπόν, των
καταιγίδων που έρχονται, ας ρίξουμε μια συνοπτική ματιά στα αποτελέσματα
από την εφαρμογή των δυο πρώτων μνημονίων, έχοντας κατά νου ότι το νέο
μνημόνιο δεν ακυρώνει τα προηγούμενα αλλά τα συμπληρώνει.
Το τι έγινε στον τόπο μας ως τώρα από τα μέτρα των μνημονίων φαίνεται στον πίνακα που ακολουθεί:
Παρατηρήσεις:
(α) Τα μέτρα λιτότητας που λήφθηκαν είναι πρωτοφανή. Μέσα σε
μια πενταετία, τα φορολογικά έσοδα αυξήθηκαν κατά 29,4 δισ. και οι
παροχές τού κράτους προς τους πολίτες του μειώθηκαν κατά 29,2 δισ. ευρώ.
Δηλαδή, οι κάτοικοι αυτής της χώρας έχασαν 58,6 δισ. σε πέντε χρόνια.
(β) Το μέγεθος της αφαίμαξης φαίνεται από την έκφραση αυτών
των ποσών ως ποσοστά επί του ΑΕΠ. Στα δυο πρώτα χρόνια εφαρμογής των
μνημονίων, οι έλληνες έχασαν 8,9 + 7,2 = 16,1% του πλούτου που παρήγαγαν
ενώ σε ολόκληρη την πενταετία έχασαν συνολικά σχεδόν το ένα τέταρτο
αυτού του πλούτου.
(γ) Σ’ αυτά τα μέτρα οφείλεται η καταβύθιση του ΑΕΠ κατά 52
δισ. ευρώ, από τα 231 δισ. του 2009 στα 179 δισ. του 2014. Η κατάσταση
θα ήταν πολύ χειρότερη αν το 2014 η κυβέρνηση Σαμαρά δεν χαλάρωνε το
πρόγραμμα λιτότητας, σε μια προσπάθεια να πείσει τον λαό ότι οι «θυσίες»
του πιάνουν τόπο, προφανώς λόγω της συντριπτικής ήττας που υπέστη στις
ευρωεκλογές αλλά και εν όψει των διαφαινόμενων πρόωρων εκλογών.
Παρατηρήστε ότι το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 52 δισ. αλλά η επίδραση των μέτρων
ήταν 61,6 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι χωρίς τα μέτρα δεν θα είχαμε
ύφεση αλλά αύξηση του ΑΕΠ κατά 9,6 δισ. ή 4,16% σε πέντε χρόνια. Φυσικά,
η αύξηση θα ήταν πολύ υψηλότερη χωρίς τα μέτρα αλλά, ακόμη κι έτσι, δεν
είναι καθόλου άσχημα με τέτοια παγκόσμια συγκυρία.
Ο αναγνώστης μάλλον θα θυμάται την έντονη συζήτηση που είχε
γίνει πριν λίγα χρόνια για τον περίφημο πολλαπλασιαστή. Να υπενθυμίσω
εδώ ότι, σ’ αυτή την περίπτωση, πολλαπλασιαστής καλείται ο συντελεστής
που δείχνει την επίδραση κάθε μέτρου στο ΑΕΠ. Αν, δηλαδή, περικόψουμε
κατά ένα δισ. τις δαπάνες και το ΑΕΠ μειωθεί επίσης κατά ένα δισ., ο
πολλαπλασιαστής ισούται με την μονάδα.
Όπως αποκάλυψε ο επί κεφαλής οικονομολόγος τού ΔΝΤ Ολιβιέ
Μπλανσάρ, στο πρώτο μνημόνιο χρησιμοποιήθηκε ένας εντελώς εσφαλμένος
πολλαπλασιαστής, σύμφωνα με τον οποίο η εξέλιξη του ΑΕΠ θα ήταν -4% το
2010 και -2,6% το 2011 ενώ μετά θα ερχόταν η ανάπτυξη με 1,1% το 2013
και 2,2% το 2013. Δηλαδή, το πρώτο μνημόνιο συντάχθηκε με προοπτική το
ΑΕΠ να βρίσκεται στο -3,3% το 2013 (ύφεση μεν, διαχειρίσιμη δε) αλλά μας
προέκυψε -28%.
Τελικά, πόσος ήταν αυτός ο περιβόητος πολλαπλασιαστής;
Σύμφωνα με τον πίνακα, μέσα σε μια πενταετία πήραμε μέτρα 58,6 δισ. και
το ΑΕΠ μας μειώθηκε κατά 61,6 δισ., άρα ο πολλαπλασιαστής διαμορφώθηκε
στο 1,06. Δηλαδή, για κάθε 1.000 ευρώ μέτρα, το ΑΕΠ μειωνόταν κατά 1.060
ευρώ. Με ποιον συντελεστή είχε κάνει τους υπολογισμούς του το ΔΝΤ;
Σύμφωνα με όσα λέει ο Μπλάνσαρ, με… 0,13! Με βάση αυτόν τον λανθασμένο
πολλπλασιαστή, η τρόικα έκανε κάθε χρόνο τις προβλέψεις της, η σχέση των
οποίων με την πραγματικότητα φαίνεται καθαρά στο παρακάτω διάγραμμα:
Και όμως, ο Σώυμπλε δεν δίστασε να πει ότι «άσχετα με το αν
ήταν σωστός ή λαθεμένος και κατά πόσο ο πολλαπλασιαστής, οι συμφωνίες
πρέπει να τηρηθούν»!
Το ξέρω πως τα τελευταία κείμενά μου είναι μάλλον κουραστικά
αλλά πιστεύω ότι είναι χρήσιμα, με την έννοια ότι δεν βλάφτει να
προσλαμβάνουμε και μερικά πράγματα για τα οποία δεν είναι πολύ πιθανό να
γίνει αναλυτικός λόγος στα ΜΜΕ. Θα ολοκληρώσουμε, αναζητώντας
απαντήσεις σε δυο ερωτήματα: (α) αφού το ΔΝΤ παραδέχτηκε το λάθος κι
αφού στην πράξη αποδείχτηκε πως ο δρόμος των μνημονίων είναι αδιέξοδος
και καταστροφικός, γιατί οι δανειστές επιμένουν τόσο στην τήρηση των
συμφωνιών; (β) έστω κι έτσι, μήπως υπήρξε κάποια θετική εξέλιξη στο
πρόβλημα του χρέους και των ελλειμμάτων και τι προβλέπεται ότι θα συμβεί
στο μέλλον;
Είναι γνωστό πως η Ιστορία δεν γράφεται με υποθέσεις. Όμως, η
οικονομική ανάλυση επιβάλλει την εξέταση υποθέσεων, λόγω της ασφάλειας
(έστω και σχετικής) που προσφέρουν οι διάφοροι δείκτες. Υπ’ αυτό το
πρίσμα, το παρακάτω γράφημα παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον:
Εκείνο που «βγάζει μάτι» είναι το γεγονός ότι το ΑΕΠ της
Ελλάδας θα παρουσίαζε εξέλιξη παρόμοια με τον μέσο όρο τού ΑΕΠ της
Ευρωζώνης, αν δεν είχαν εφαρμοστεί τα μέτρα λιτότητας των μνημονίων.
Συνεπώς, το δημόσιο χρέος θα παρέμενε σε επίπεδα λίγο πάνω από το 120%
του ΑΕΠ (και χωρίς το περιβόητο «κούρεμα», που οδήγησε στην κατακρήμνιση
τα ασφαλιστικά ταμεία και στην απόγνωση χιλιάδες μικροεπενδυτές), αντί
του 180% όπου βρίσκεται σήμερα. Κυρίως, όμως, δεν θα υπήρχε αυτή η
εκρηκτική αύξηση της ανεργίας, η οποία έχει γίνει ασήκωτο βαρίδι στα
πόδια της οικονομίας.
Γιατί, λοιπόν, επιλέχθηκε για την Ελλάδα ο αδιέξοδος δρόμος
που ακολουθούμε εδώ και πέντε χρόνια; Προκειμένου να δώσουμε απάντηση σ’
αυτό το ερώτημα, ας αρχίσουμε με δυο παρατηρήσεις:
(α) Σύμφωνα με την κεϋνσιανή ανάλυση, σε περιόδους ύφεσης δεν
πρέπει ούτε να επιβάλλονται μέτρα λιτότητας ούτε να μειώνονται οι
δημόσιες δαπάνες. Αντίθετα, σύμφωνα με την νεοφιλελεύθερη θεωρία, οι
περίοδοι ύφεσης είναι οι πλέον κατάλληλες για να επιβληθούν δομικές
μεταρρυθμίσεις και μέτρα απελευθέρωσης των αγορών. Μάλιστα δε, όπως
παρουσιάσαμε αναλυτικά στην «Ανατομία του νεοφιλελευθερισμού», ο
Φρήντμαν και τα παιδιά του από το Σικάγο επιμένουν ότι, για να είναι
αποτελεσματικά αυτά τα μέτρα, πρέπει να επιβάλλονται όλα μαζί και σε όσο
το δυνατόν συντομώτερο χρονικό διάστημα.
(β) Στο διάγραμμα που
ακολουθεί φαίνεται η επίδραση που έχει το οικονομικό περιβάλλον στους
πολλαπλασιαστές (Upper: οικονομία σε άνοδο – Lower: οικονομία σε ύφεση).
Είναι σαφές ότι σε περιόδους ύφεσης αυξάνονται δραματικά οι επιπτώσεις
που έχουν στο ΑΕΠ οποιεσδήποτε μειώσεις δημοσιονομικών μεγεθών (δαπάνες,
επενδύσεις κλπ), ενώ οι αυξομειώσεις στην φορολογία δεν επιδρούν επί
του ΑΕΠ.:
Με δεδομένο, λοιπόν, ότι η «θεωρία των πολλαπλασιαστών» δεν
είναι κάτι καινούργιο και άγνωστο στην οικονομική επιστήμη(*), μπορούμε
με απόλυτη ασφάλεια να συμπεράνουμε ότι το «λάθος» της τρόικας με τον
πολλαπλασιαστή (στο οποίο αναφερθήκαμε χτες) δεν ήταν καθόλου λάθος αλλά
εσκεμμένη ενέργεια. Δηλαδή, τα οικονομικά κεφάλια γνώριζαν τις
καταστροφικές συνέπειες των επιλογών τους αλλά χρησιμοποίησαν επίτηδες
λανθασμένο πολλαπλασιαστή ώστε, δείχνοντας αμελητέες μεταβολές στο ΑΕΠ,
να επιταχύνουν την λήψη μέτρων και την προώθηση μεταρρυθμίσεων.
Θα ρωτήσει κάποιος: «Καλά όλα αυτά αλλά τί συμφέρον είχαν οι
δανειστές από την καταστροφή τής ελληνικής οικονομίας; Δεν θα ήσαν
περισσότερο εξασφαλισμένα τα δανεικά τους αν μας επέτρεπαν να
αναπτυχθούμε κανονικά αντί να μας πνίγουν;». Εύλογο ερώτημα και με
εύκολη απάντηση. Επειδή δεν μπορούμε να καταλογίσουμε ασχετοσύνη στο
ΔΝΤ, την ΕΚΤ και την Ε.Ε. αλλά ούτε και στους δικούς μας άρχοντες,
πρέπει να δεχτούμε ότι υπήρχε -και εξακολουθεί να υπάρχει- στο μυαλό
τους κάτι πιο σημαντικό από την διασφάλιση των χρημάτων των πιστωτών
μας. Τι μπορεί να είναι αυτό;
(α) Η ταχύτατη προώθηση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου στην
Ευρώπη. Όπως έχουμε υποστηρίξει στο παρελθόν από τούτη την γωνιά, η
Ελλάδα έγινε η πόρτα από την οποία πέρασαν στις υπόλοιπες χώρες της
Ευρώπης οι νεοφιλελεύθερες πρακτικές, όπως μείωση της αξίας της
εργασίας, «ευέλικτες» μορφές εργασίας (μειωμένη απασχόληση – mini jobs,
συμβόλαια μηδενικών ωρών – zero hour contracts κλπ), κατάλυση εργατικών
δικαιωμάτων (απελευθέρωση απολύσεων, κατάργηση συμβάσεων κλπ), διάλυση
του κοινωνικού κράτους (δημόσια και δωρεάν παιδεία, υγεία κλπ),
ιδιωτικοποίηση όλων των τομέων που παραδοσιακά έλεγχε το κράτος
(κοινωνική ασφάλιση, συγκοινωνίες, ενέργεια κλπ) και, γενικά, όλα όσα
ευαγγελίζεται ο Φρήντμαν στο «Καπιταλισμός και ελευθερία» του.
(β) Η λεηλασία τής -δημόσιας κατά βάση αλλά και ιδιωτικής-
περιουσίας, με τον εξευτελισμό τής αξίας της. Με το κεφάλαιο να έχει
«μπουκώσει», η ανάγκη για νέες υψηλής κερδοφορίας δουλειές είναι μεγάλη.
Αν υπολογίσουμε την κατάρρευση των τιμών των περιουσιών (ακίνητα,
μετοχές κλπ), τις χρεοκοπίες μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, τις
επιπτώσεις από την αύξηση της ανεργίας και την υπέρογκη μείωση του ΑΕΠ, η
πενταετία των μνημονίων έχει κοστίσει στην χώρα ίσως πάνω από ένα
τρισεκατομμύριο ευρώ. Αυτό το κενό που δημιουργήθηκε, βρίσκεται τώρα
στην διάθεση του διεθνούς κεφαλαίου προς αναπλήρωση. Σ’ αυτό το κενό θα
στηθούν οι περίφημες «επενδύσεις», τις οποίες αναζητά η αστική εξουσία.
Σ’ αυτό το κενό και στις πλάτες του λαού.
Συμπέρασμα με απλά λόγια: Τα μνημόνια στοιχειοθετούν έγκλημα
κατά συναυτουργία, με δράστες την εγχώρια και ξένη οικονομική εξουσία
και θύμα τον λαό, γίνονται δε για να διευκολύνουν την έξοδο του
κεφαλαίου από την κρίση του, προσφέροντάς του νέες διεξόδους κερδοφορίας
με την μετατόπιση δημόσιου και ιδιωτικού πλούτου προς την πλευρά του
και με την κατακόρυφη μείωση του κόστους εργασίας. Όσο για το χρέος και
τα ελλείμματά μας… ποιός νοιάζεται γι’ αυτά; Άλλωστε, αν δεν υπήρχαν
χρέη και ελλείμματα, πώς θα εκβιάζονταν οι λαοί;
——————————–
(*) Όσοι σπουδάζουν ή έχουν σπουδάσει οικονομικά, θα βρουν εξαιρετικά
ενδιαφέρουσα την σχετική μονογραφία των Lawrence Christiano, Martin
Eichenbaum και Sergio Rebelo «When is the government spending multiplier large?» (Northwestern University, Αύγουστος 2009).