ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2013

ΞΕΡΑΔΙΑ


Δεν ξέρει ο Παπακωνσταντίνου πού έδωσε τη λίστα, ποιος έσβησε ονόματα, γιατί δε χρησιμοποιήθηκε όπως έπρεπε. Ξεράδια! Να τον χώσουν στον Κορυδαλλό μέχρι να θυμηθεί. Όχι με τους σταρ κρατούμενους. Με τους βαρυποινίτες. Να μη βγει μέχρι να θυμηθεί. Ε, το πρώτο βράδυ που θα πάει να πάρει το μπάνιο του, θα κουνηθεί το μυαλό του και θα τα θυμηθεί όλα.
Δεν ξέρει ο Βενιζέλος τι παιζόταν με τη λίστα, δεν ξέρει γιατί την έκρυβε τόσο καιρό, δεν ξέρει ποιος έσβησε τα ονόματα. Ξεράδια! Στην πείνα. Στέρηση τροφής μέχρι να θυμηθεί. Δυο μέρες μόνο με άπαχο γιαούρτι και θα μιλήσουν τ’ άντερά του. Τα πάντα θα θυμηθούν. Ποιες πολιτικές ευθύνες και παπαριές; Ποια κάδρα και πιθανές ενοχές; Δε μπορεί να κυκλοφορούν ελεύθεροι και να εκνευρίζουν τον κόσμο.
Αλλά ποιον κόσμο; Αυτόν που κάθισε να δει την εκπομπή της Στεφανίδου και να απολαύσει το σίχαμα της Ξάνθης να ξαναβιάζει, να ξαναξεκοιλιάζει και να ξανακαίει την άτυχη κοπέλα; Αυτός ο κόσμος είναι στον κόσμο του. Όλοι όσοι είδαν αυτή την εκπομπή κι ύστερα δήλωσαν «ενοχλημένοι» είναι για λοβοτομή. Σ’ αυτά τα πράγματα δεν υπάρχουν συζητήσεις. Όταν τ’ αντέχεις ως τηλεθεατής, έχεις τελειώσει σαν άνθρωπος. Δε με νοιάζει αν ο τηλεθεατής ξέρει ή όχι ότι εκμεταλλεύονται τα πιο βρώμικα ένστικτά του. Ξεράδια! Αυτός ταΐζει με ποσοστά τη νοσηρότητα.
Και δεν είναι μόνο η Στεφανίδου και το κοινό της. Είναι όλο το σύστημα. Αυτό το σίχαμα είναι στη φυλακή. Πώς έγινε κι έδωσε τηλεφωνική συνέντευξη σε τηλεοπτικό σταθμό; Ποιος θα τελειώσει όλους τους δεσμοφύλακες και τον διευθυντή της φυλακής που άφησαν το σίχαμα να εγκληματήσει δεύτερη φορά; Δεν ξέρει ο Ρουπακιώτης τι γίνεται στο υπουργείο του και στις φυλακές του; Ξεράδια! Να σηκωθεί να φύγει η μίρλα αυτή.
Διευθυντές τμημάτων δίωξης ναρκωτικών πουλούσαν ναρκωτικά, έκλεβαν ναρκωτικά, ελευθέρωναν εμπόρους ναρκωτικών, προστάτευαν τη μεταφορά των ναρκωτικών από τα σύνορα ως την Αθήνα και γενικώς μια Κολομβία στο χειρότερο. Τι θα πει «μεμονωμένα περιστατικά»; Πρώτη φορά τα μεμονωμένα περιστατικά είναι περισσότερα από τον κανόνα. Ποιοι γιατροί και πολεοδομίες και δήμοι έχουν διαφθορά; Αυτοί οι αστυνομικοί είχαν κάνει δικό τους κράτος με υπουργικό συμβούλιο βαρόνους των ναρκωτικών.
Ποια «μεμονωμένα περιστατικά»; Θα μας τρελάνουν; Οι αστυνομικοί στην κυριολεξία γαμάνε και δέρνουν μέσα στα τμήματα για να ψυχαγωγηθούν, πουλάνε προστασία σε πόρνες, είναι μπλεγμένοι σε εμπόριο ναρκωτικών και παραμένει ο άλλος υπουργός να τους προσφέρει πολιτική προστασία. Δεν ξέρει ότι πρέπει να ελέγξει τα πόθεν έσχες όλων των αστυνομικών; Ξεράδια! Ξέρει, αλλά φοβάται. Διότι είναι όμηρος των αστυνομικών.
Διότι αυτοί τον πάνε και τον φέρνουν μέχρι και στη χέστρα του σπιτιού του. Αν τον αφήσουν 5 λεπτά χωρίς προστασία θα χτυπάνε σαν καστανιέτες τα δόντια του από το φόβο. Κι από πάνω μάς λένε ότι είναι κρίμα κι άδικο να τους μειώσουν κι άλλο τους μισθούς. Σιγά ρε Δένδια! Δεν ξέρεις ότι τον μισθό τον έχουν μόνο για τα τσιγάρα τους; Ε αν δεν το ξέρεις, ξεράδια!
Κι έχεις τον παπάρα τον χωριατλεμέ βουλευτή της ΝΔ που παίρνει αμπάριζα τα ραδιόφωνα και τις εφημερίδες της εκλογικής του περιφέρειας για να ανακοινώσει ότι σε συνεργασία με τον μητροπολίτη θα δίνει την αποζημίωσή του από τη συμμετοχή του στις επιτροπές, «προς βοήθεια των αδυνάτων, διότι ξέρω τις δυσκολίες που περνούν». Ξεράδια ξέρει! Τις δυσκολίες τους τις ξέρει, το ότι αυτός ο ίδιος με τα γαμωμνημόνια τις προκάλεσε δεν το ξέρει;
Σαν να είναι κάποιος κυνηγός, πυροβολεί πουλιά κι όσα δεν σκοτώνει, αλλά μόνο τα πληγώνει τα παίρνει σπίτι για να τα φροντίσει να γίνουν καλά. Δε μπορεί να σκοτώνει πληγωμένα πουλιά. Ο φιλόπτηνος! Τον λες και μαλάκα. Κι ο Μητροπολίτης θα βοηθήσει στο θεάρεστο έργο του βουλευτή, ο οποίος πρώτα καταδίκασε με την ψήφο του τους πολίτες σε εξαθλίωση κι ύστερα ανακοινώνει με ντελάληδες ότι θα τους μοιράσει από ένα παξιμάδι.
Αυτή είναι η κοινωνία σε τέσσερις από τις χιλιάδες πράξεις της. Δε φτάνει ένα «γαμώ την κοινωνία σας». Ναι, ξέρω, δεν υπάρχει ένας πραγματικός ηγέτης να καθοδηγήσει τον «λαό». Ξεράδια! Να δει Στεφανίδου ο «λαός», να στηρίξει Βενιζέλο και ΠΑΣΟΚ, να ξαναψηφίσει τον βουλευτή της ΝΔ που τόσο ξεδιάντροπα τον ξεφτιλίζει, να στηρίξει τους αστυνομικούς «που κυνηγάνε τους αλήτες τους αναρχικούς» από τους οποίους κινδυνεύει η νομιμότητα, η ομαλότητα και η τάξη όπως την περιγράψαμε πιο πάνω. Ε, αυτός ο «λαός» δεν ξέρει τι του γίνεται. Ξεράδια, λοιπόν.

ΦΟΡΟΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ !!

Είναι θαυματουργή αυτή η οικονομική πολιτική που ζούμε. Έχει έναν μαγικό τρόπο να γεννά φόρους. Η αύξηση στην τιμή του πετρελαίου θέρμανσης οδήγησε τον κόσμο να αναζητήσει άλλους τρόπους για να ζεσταθεί. Οι δύο κυριότεροι είχαν να κάνουν με το ηλεκτρικό ρεύμα και τα ξύλα.
Το θέμα του ηλεκτρικού ρεύματος ήταν εύκολο να λυθεί...
. Θα αυξηθεί η τιμή του. Το θέμα των ξύλων είναι κάπως πιο πολύπλοκο. Δε μπορείς ξαφνικά ν’ ανεβάσεις την τιμή τους. Θα φανεί ακόμη πιο καθαρά ότι σκοπός σου είναι να εξαθλιώσεις τους πολίτες. Οπότε τι κάνεις;
Αρχικά το παίζεις οικολόγος και περιβαλλοντικά ευαίσθητος. Τουτέστιν, βάζεις πλαφόν στα πόσα ξύλα θα κοπούν. Συγκεκριμένα το υπουργείο Περιβάλλοντος, ζητά να μπει πλαφόν στις ποσότητες καυσόξυλων που θα επιτρέπεται να κόβουν οι πολίτες από τα δάση, προκειμένου να προστατευθούν τα δάση.
Επίσης, το υπουργείο ζητά να περιοριστούν οι δικαιούχοι υλοτομίας στους μόνιμους κατοίκους ορεινών οικισμών.
Την ίδια στιγμή, βέβαια, το ευαίσθητο για τα δάση υπουργείο Περιβάλλοντος αδιαφορεί εντελώς για ένα ολόκληρο πολύτιμο δάσος στις Σκουριές Χαλκιδικής που δόθηκε ως δώρο για να το καταστρέψουν οι σύγχρονοι χρυσοθήρες. Εντελώς υποκριτική η ευαισθησία, λοιπόν, αλλά ποιος νοιάζεται πια; Δεν είναι και η μόνη.
Επειδή, όμως, δεν έχουν όλοι οι Έλληνες τη δυνατότητα να βγαίνουν στα δάση και να κόβουν ξύλα, αλλά οι περισσότεροι έχουν τη φαεινή ιδέα να τα αγοράζουν, η κυβέρνηση θα φροντίσει να αυξηθεί η τιμή του τόνου βάζοντας έναν διόλου ευκαταφρόνητο φόρο στην τιμή τους. Είναι κοινό μυστικό πλέον, ότι αυτό θα γίνει. Μάλιστα, και αυτός ο φόρος θα έχει μανδύα περιβαλλοντικής ευαισθησίας. Θα είναι φόρος ρύπανσης και αιθαλομίχλης.
Δεν είναι τυχαία τα ρεπορτάζ που έχουν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους σχετικά με το πόσο επιβαρύνεται η ατμόσφαιρα από την καύση των ξύλων, ούτε οι διάφορες φωτογραφίες «αιθαλομίχλης» από πόλεις της περιφέρειας που κάνουν την εμφάνισή τους, ενώ ουσιαστικά πρόκειται για κανονική ομίχλη, όπως λένε οι κάτοικοι των πόλεων αυτών που γνωρίζουν τις καιρικές συνθήκες του τόπου τους.
Τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ επιμένουν, όμως. Όοοοχιιιιι!!! Πρόκειται για φαινόμενο που προέρχεται από την υπερβολική καύση ξύλων. Αυτό τους είπαν να λένε, αυτό λένε. Δεν είναι τυχαία άλλωστε τα δημοσιεύματα με τη νεκρανάσταση μιας είδησης από το Λονδίνο της δεκαετίας του ‘50, σύμφωνα με την οποία «20.000 λονδρέζοι πέθαναν λόγω της αιθαλομίχλης που δημιουργήθηκε από την καύση ξύλων σε τζάκια και ξυλόσομπες».
Το έδαφος πρέπει να στρωθεί επικοινωνιακά ώστε ο φόρος στην τιμή των ξύλων να έρθει όμορφα και ωραία. Τώρα, βέβαια, μην αρχίσετε να αναρωτιέστε με ποιο τρόπο θα μειωθεί η αιθαλομίχλη αν το κράτος πάρει περισσότερους φόρους. Α, μα είναι πολύ απλό. Με τον ίδιο τρόπο που μειώθηκε το νέφος της Αθήνας όταν ο Μάνος επί κυβέρνησης Μητσοτάκη έβαλε 50 δραχμές φόρο στο λίτρο της βενζίνης που υποτίθεται ότι θα πήγαιναν σε μέτρα καταπολέμησης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
Η λογική είναι απλή. Φόροι υπάρχουν, δικαιολογίες βρίσκονται, κορόιδα να πληρώνουν υπάρχουν, αντίδραση δεν υπάρχει, άρα χώνε φόρους επί φόρων, δεν υπάρχει πρόβλημα. Κι αν κάποτε συνηθίσουμε στο κρύο και δεν έχουμε ανάγκη από ξύλα, ένας φόρος ψύξης – απόψυξης θα ετοιμαστεί στα γρήγορα με κάποια πράξη νομοθετικού περιεχομένου.

Ευρωντουμάνια

Σε σκηνικό καμένης γης παραπέμπει η ατμόσφαιρα μικρών και μεγάλων πόλεων της χώρας. Τζάκια και ξυλόσομπες έχουν μετατρέψει τον αέρα της χειμωνιάτικης Ελλάδας, σε ψησταριά της Βάρης - Κορωπίου. Με τους λέβητες θέρμανσης να μένουν αδειανοί μέχρι την τελευταία τους σταγόνα. Πάνω από 800 εκατομμύρια ευρώ έσοδα είχαν υπολογίσει οι οικονομικοί επιτελείς της χώρας από την αύξησης της φορολόγησης του πετρελαίου θέρμανσης, πριν ακόμη προφτάσει να τεθεί σε ισχύ ο αντίστοιχος νόμος. Ένας νόμος που επιβλήθηκε με την ίδια ακριβώς μέθοδο που χαράχτηκε, μέχρι σήμερα, κάθε είδους οικονομική πολιτική σε αυτή τη χώρα. Υπό την απειλή μη εκταμίευσης της δόσης.

Καμία εντύπωση δεν προκαλεί, βέβαια, αυτό το οικονομικό φιάσκο. Φτάνει να θυμηθούμε ότι από τους τρεις τελευταίους υπουργούς οικονομικών της χώρας, ο ένας ήταν έμμισθος υπάλληλος των τραπεζών, ο άλλος αποτυχημένος επικεφαλής κρατικού οργανισμού που υπολόγισε πως από το 2012 θα μπούμε σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και ο τρίτος πολιτικός μαφιόζος.

Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που οι παράνομοι και αντισυνταγματικοί έκτακτοι φόροι διακοπής ρεύματος βαφτίστηκαν “ασφάλιστρα κινδύνου” ή “εθνική υπόθεση” και η αρπαγή ταμειακών αποθεματικών από ασφαλιστικούς φορείς, πανεπιστήμια, νοσοκομεία και ιδιώτες ονομάστηκε “οικονομική ελάφρυνση έντεκα χιλιάδων ευρώ ανά Έλληνα”, έτσι και η διπλασιασμένη τιμή του πετρελαίου θέρμανσης απέκτησε την ιδιότητα ενός “αναγκαίου κακού”.
Οικονομικοί αναλυτές, άνθρωποι της αγοράς και πρατηριούχοι εκτιμούν πως η πτώση των πωλήσεών τους έχει φτάσει το 80%. Το λαθρεμπόριο πετρελαίου, ειδικά του φτηνού ναυτιλιακού που πωλείται ως θέρμανσης, ανθίζει· και οι λιγοστοί που αγοράζουν ακόμη πετρέλαιο τιτλοφορούνται μεγιστάνες.
Σχολεία σε περιοχές όπως η Φλώρινα ή οι Σέρρες παραμένουν κλειστά εξαιτίας του ψύχους, των δραματικών ελλείψεων και της άθλιας οικονομικής κατάστασης των δήμων. Αν κοιτάξει, βέβαια, κάποιος τον εκλογικό χάρτη του Ιουνίου, θα διαπιστώσει ότι οι περισσότερες από αυτές τις περιοχές είναι μπλε.
Υποθέτω πως οι άνθρωποι που παγώνουν εκεί πέρα, μαζί με όλους τους υπόλοιπους, αισθάνονται μια παραπάνω θαλπωρή που τους κρατά ζεστούς τις κρύες νύχτες του χειμώνα: Τη διατήρηση της χώρας στο ευρώ, τη σωτηρία της οικονομίας και τα άθλια διαφημιστικά του Τηλεμάρκετινγκ με δώρο ένα υπέρδιπλο πάπλωμα.
via Οικοδόμος

Εκ-ποίηση ψυχών

Πόνος, δυστυχία, θάνατος. Μία 90χρονη γυναίκα στην Άρτα καίγεται ζωντανή απ’ το μαγκάλι της. Φυσάει στις στοές, όπου βρίσκουν καταφύγιο οι ανέστιες ψυχές. Κι όμως «…με τα δάκρυά σου/θα φτιάξω φτερά» αναφωνεί ο ποιητής και ο φίλος από τις όχθες του Σηκουάνα μας δίνει κουράγιο, επιμένοντας πως «Η ποίηση θα σώσει τον κόσμο»! Παραβλέπει, όμως, ότι σήμερα εκλείπουν οι ποιητές που ξεσήκωναν τα κύτταρα και ανέτρεπαν τα καθεστώτα, καταγγέλλοντας «κάθε κενότητα (που) αναπαύεται ανώδυνα σε κατακτημένες αποσκευές». Τώρα, Τίποτα. Ούτε πάθη ούτε
αδυσώπητα λεπίδια του πόθου ούτε αγάπες αλήτισσες. Τίποτα. Δεν υπάρχει ποίηση πια, μόνο η εκ-ποίηση από το ΤΑΙΠΕΔ της περιουσίας και της ταυτότητάς μας. Αλλά εκεί που περιμένεις πως το «τίποτα» θα ισοπεδώσει ανθρώπους και ψυχές, αίφνης «από’ να τίποτα γίνεται ο παράδεισος», στήνεται η γιορτή της αναγέννησης του ανθρώπου και ο φίλος αληθεύει. Γιατί οι άνθρωποι ξαναζούν «απ’ τη στιγμή που βρίσκουνε μια θέση στη ζωή των άλλων» και η δυστυχία γίνεται ελαφρύτερη όταν μοιράζεται. Δύο ποτήρια μπρούσκο και το τραγούδι παροξύνει το χάος, ανακατεύει τη λάσπη του βυθού και μέσω των επαναδομημένων συναισθημάτων ανασυνθέτει τον κόσμο. Η ποίηση, έτσι, γίνεται βίωμα, επιβίωση και τρόπος ζωής. Όμως στη νεοπλατωνική εποχή μας οι ποιητές εξορίζονται από τους πειθαρχικούς μηχανισμούς των στρατιωτικοποιημένων νεοφιλελεύθερων κοινωνιών της αέναης κρίσης και της διαρκούς έκτακτης ανάγκης! Αντί για την ποίηση, κυριαρχεί η «εκποίηση», η θηλιά που αποκαλείται «ανάσα» και τα ψέματα που είναι κρυμμένα στις γενικεύσεις, στις συνδηλώσεις των λέξεων, εκεί όπου η καταλήστευση των ανθρώπινων ζωών παρουσιάζεται σαν σωτηρία. Παντού ψέματα αναμεμιγμένα με τρομοκρατικό φόβο, το φόβο της χρεοκοπίας, την ανασφάλεια και τη διαλυτική λειτουργία του κοινωνικού αυτοματισμού. Πιο απάνθρωπος, εντέλει, κι από τον μισό μισθό, τη μισή σύνταξη, τη μισή αποζημίωση και τη μισή ζωή είναι ο εμπαιγμός των άνεργων νέων, των γυναικών και των γερόντων! Γιατί δεν είναι μόνο τα χρήματα που αφαιρούνται. Πάνω απ’ όλα αφαιρούν την αξιοπρέπεια, την ανθρώπινη υπόσταση καθώς η ανέχεια αποανθρωποποιεί. Κι όμως, από μια σπίθα, από ένα ίχνος-μνήμης, από ένα τίποτα ξαναφτιάχνεται ο παράδεισος, όπου οι ψυχές ξανασυναντιώνται δημιουργώντας μία ισχυρή εκρηκτική ύλη. Αυτός ο εκρηκτικός μηχανισμός εξουδετερώνεται μέσω της τεχνητής, της ακίνδυνης δικτύωσης(της επιφανειακής ομαδοποίησης) σε σεξουαλικές, εθνοτικές, ποδοσφαιρικές, μουσικές, ενδυματολογικές και άλλες «φυλές». Αυτή η πολιτική και κοινωνική πολυδιάσπαση επιδιώκει την εξουδετέρωση της ισχύος της ποιητικής, οραματικής συνάντησης των «κάτω», της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Γι’ αυτό ακόμα και η μορφή της πατριωτικής οικειοποίησης του καταναλωτισμού, όπως στο «αμερικανικό όνειρο», έχει καταστεί μια τεράστια, εθνική κατάθλιψη. Απαιτείται, συνεπώς, η διαμόρφωση μιας νέας αξιακής πρότασης, μιας νέας διευρυμένης οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής οικολογίας που θα λαμβάνει υπόψη της τόσο το χρόνο και τα όρια της φύσης όσο και τη βελτιστοποίηση της ποιότητας των συνθηκών ζωής του ανθρώπου, δηλαδή, μία ποιοτική και όχι ποσοτική ανάπτυξη, μία ανάπτυξη που θα προοιωνίζεται τον «παράδεισο» όλων και όχι μόνο των λίγων!

ΓΙΩΡΓΟΣ Χ.ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ

Για 6 μήνες δουλειά θα’χεις πληρώσει ακριβά

Στα χρόνια της ναζιστικής χιτλερικής κατοχής, οι Γερμανοί κατακτητές και οι ντόπιοι τσανακογλύφτες τους αφού είχαν λεηλατήσει τις τροφές που παρήγαγε ο ελληνικός λαός, διασκέδαζαν πετώντας τα αποφάγια των τραπεζιών τους σε πεινασμένους περαστικούς. Μάλιστα, το αγαπημένο τους σπορ ήταν να βάζουν τους λιμοκτονούντες περαστικούς –ακόμα και τα μικρά παιδιά- να διαγωνίζονται για το ποιος θα καταφέρει να αποκτήσει ένα μισοφαγωμένο κόκκαλο ή 
μια δαγκωμένη φέτα ψωμί. 

Σήμερα, στα χρόνια της ναζιστικής μνημονιακής κατοχής, και πάλι οι Γερμανοί (LIDL) επαναφέρουν το έθιμο του διαγωνισμού μεταξύ των εξαθλιωμένων παίζοντας για άλλη μια φορά με την αξιοπρέπεια των κατακτημένων.
Από κοντά και οι πάντα πρόθυμοι συνεργάτες των «αφεντικών», αυτή τη φορά με τα πρόσωπα ακάλυπτα, διαλαλόντας κιόλας τα έργα τους. Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.

Όπως μας πληροφορεί το ειδησεογραφικό portal trikalanews.gr, η σχολική κοινότητα του Γενικού Λυκείου
Πύλης Τρικάλων διοργάνωσε ετήσια χοροεσπερίδα με σκοπό να συγκεντρωθούν χρήματα για την καλοκαιρινή εκδρομή των τελειοφοίτων. «Τίποτα το περίεργο» θα πείτε. Το «περίεργο» βρίσκεται στην πρόσκληση που κυκλοφόρησε η οποία πληροφορούσε τους επίδοξους επισκέπτες ότι «η τιμή της κάρτας είναι μόνο 12 ευρώ. Στην τιμή περιλαμβάνεται πλούσιο φαγητό και άφθονο ποτό. Επίσης θα διεξαχθεί λαχειοφόρος αγορά με πολλά δώρα. Το μεγάλο δώρο είναι μια 6μηνη σύμβαση εργασίας στην εταιρία LIDL (αποθήκες Μεγαλοχωρίου). Σας περιμένουμε».

Μην πιστέψετε πως αυτό το σκέφτηκαν και το οργάνωσαν οι έφηβοι που, στο κάτω-κάτω, θα μπορούσαν να επικαλεστούν τη νεανική απειρία τους. Γιατί στη χοροεσπερίδα, που τελικά πραγματοποιήθηκε, έδωσαν το παρόν όλοι οι «εχέφρονες» ενήλικοι: ο δήμαρχος Πύλης, ο Λυκειάρχης του σχολείου και πολλοί φίλοι και συγγενείς των μαθητών. Κάποιοι χαιρέτησαν κιόλας ενώ ο δήμαρχος έσπευσε να ανακοινώσει πως θα καλύψει τα έξοδα των 3 από τις 5 μέρες της εκδρομής. Για τα έξοδα των άλλων δυο ημερών πουλήθηκαν λαχνοί και, τελικά, κληρώθηκε το «μεγάλο δώρο». Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του trikalanews.gr, η μεγάλη τυχερή της κλήρωσης ήταν η σύζυγος του καθηγητή Μαθηματικών η οποία, όμως, μεταβίβασε αυτό το «κελεπούρι» σε πρόσωπο που έχει μεγαλύτερη ανάγκη για δουλειά. Το ρεπορτάζ δεν αναφέρει αν στις «φιλανθρωπικές» εκδηλώσεις παρευρέθηκε αντιπροσωπεία της κομαντατούρ του LIDL αλλά σίγουρα θα το διασκέδασαν όπως οι πρόγονοι τους πριν από περίπου 70 χρόνια.

Ήδη μπορούμε να φανταστούμε τον αντίλογο: «Σεις που υπερασπίζεστε το δικαίωμα στην εργασία αντιδράτε επειδή, με την εξάμηνη σύμβαση, θα ανακουφιστεί προσωρινά μια οικογένεια;»  Μα ακριβώς γι αυτό αντιδρούμε. Πρώτον γιατί το δικαίωμα στη δουλειά, την αμοιβή και την αξιοπρέπεια που αυτές επιφέρουν είναι αναφαίρετο και πρέπει να κατοχυρώνεται για όλους. Δεν είναι λαχνός που κληρώνουν ιδιωτικές επιχειρήσεις για λίγους «τυχερούς». Πολλοί θα θυμούνται πριν από χρόνια τα δυστυχισμένα πρόσωπα των μεταναστών –κυρίως από την Αλβανία- που διαγκωνίζονταν στους δρόμους  για το ποιος θα προλάβει να ανέβει στο φορτηγό του εργολάβου που έψαχνε «τσάμπα» εργατική δύναμη να εκμεταλλευτεί.  Το ξύλο που έδιναν ο ένας στον άλλο προκειμένου να είναι αυτοί κι όχι οι διπλανοί τους κείνοι που θα είχαν το βράδυ στην τσέπη τα 15-20 ευρώ. Δεύτερο: Γιατί μια σύμβαση γαλέρας σημαίνει ξεζούμισμα εργαζόμενου για όσο χρόνο θέλει η πολυεθνική και μετά πέταγμα του και πάλι στην κόλαση της ανεργίας. Στην ουσία, ο μόνος κερδισμένος είναι η πολυεθνική που καλύπτει εξάμηνη εργασία με το ελάχιστο κόστος και «καθαρίζει» χωρίς παρενέργειες. Αν χρειαστεί και πάλι χέρια, όλο και κάποια λαχειοφόρος αγορά θα υπάρξει. Κι αν δεν υπάρξει, θα διοργανωθεί από την ίδια τη «φιλεργατική» εταιρία. Και, μιλάμε για μια πολυεθνική πρώτη σε καταπάτηση των εργασιακών δικαιωμάτων, απολύσεις προσωπικού, καταστρατήγηση ωραρίων λειτουργίας καταστημάτων, μια εταιρία που όλα τα πολιτικά κόμματα στη χώρα της την απεχθάνονται.

Όμως, πέρα από τις εργασιακές προεκτάσεις του, το αποκρουστικό και χυδαίο αυτό φαινόμενο έχει κι άλλη μια διάσταση, κοινωνική. Στα χρόνια της γερμανικής κατοχής, όσοι συνεργαζόταν με τις κατοχικές δυνάμεις αν και άνθρωποι χαμηλού οικονομικού, πολιτιστικού και μορφωτικού επιπέδου, ήξεραν πως η πράξη τους είναι μιαρή και έκρυβαν τα πρόσωπα τους πίσω από κουκούλες. Σήμερα, οι αντίστοιχοι συνεργάτες-σπόνσορες των LIDL ανήκουν στην Τ.Α. και στη σχολική κοινότητα: είναι δήμαρχοι, εκπαιδευτικοί, μέλη συλλόγων γονέων και κηδεμόνων. Σημεία των καιρών; Καθόλου. Οι τοπικές κοινωνίες προσαρμόζονται γρήγορα στη μνημονιακή λογική του ραγιαδισμού και της εξατομίκευσης. Αντί να φωτίζουν τις αιτίες της κακομοιριάς και να διδάσκουν την αντίσταση, προβάλλουν την εξατομικευμένη αντιμετώπιση της μιζέριας μαθαίνοντας τους αυριανούς πολίτες στο ρητό «κοίτα την πάρτη σου κι άσε τους άλλους».  Μάλιστα, οι συγκεκριμένοι εκπαιδευτικοί θα νοιώθουν περήφανοι για τα κατορθώματα τους τόσο που θα περιλαμβάνουν στα βιογραφικά σημειώματα τους ότι εφάρμοσαν στην πράξη τις διδαχές για «κοινωνική ανταποδοτικότητα του αγαθού της γνώσης». Είναι αυτή ακριβώς η «λογική Διαμαντοπούλου» που ισχυρίζεται πως το σχολείο δεν πρέπει να είναι «αυτιστικό» (!) αλλά «να συνδέεται με την τοπική κοινωνία», η «λογική» που οραματίζεται την εκπαίδευση «που θα μπορεί να αντεπεξέρχεται στις απαιτητικές συνθήκες του διεθνούς ανταγωνιστικού περιβάλλοντος και θα παρέχει ίσες δυνατότητες και ίσες ευκαιρίες σε όλους» (τι «δικαιότερο» από μια κλήρωση σε λαχειοφόρο αγορά;) όπως έχει πολλές φορές αναπτυχθεί από τον εισηγητή του «νέου σχολείου» Μ. Παντούλα.

Εμείς, ξεπερνώντας την αηδία για την κατάντια κάποιων «δασκάλων» και τοπικών αρχόντων,  θα επαναλάβουμε προς κάθε άνεργο και σκληρά δοκιμαζόμενο πολίτη αυτής της χώρας πως η λύση των προβλημάτων του δεν (μπορεί να) είναι η μοιρολατρική αποδοχή της ελεημοσύνης των εκμεταλλευτών. Η λύση είναι η εναντίωση απέναντι σ’ αυτούς και τις πολιτικές τους που γεννούν τη φτώχεια και την ανεργία για να έρχονται μετά οι θύτες και να ασκούν «φιλανθρωπία» στα θύματα τους. Είναι η συμπόρευση τους με το ποτάμι των καταπιεσμένων στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός παλλαϊκού αγωνιστικού μετώπου που θα επιβάλλει την έξοδο από την κρίση και θα διεκδικήσει την εξουσία. Τη λαϊκή εξουσία. Εκεί θα συναντηθούμε όλοι. Σ’ ένα παλλαϊκό Εργατικό Αγώνα.



(*) Ο τίτλος είναι παράφραση του πασίγνωστου τραγουδιού «Για ένα κομμάτι ψωμί»  των Χάρη και Πάνου Κατσιμίχα:

Για ένα κομμάτι ψωμί,
δε φτάνει μόνο η δουλειά.
Για ένα κομμάτι ψωμί,
πρέπει να δώσεις πολλά.
 
Δεν φτάνει μόνο το μυαλό σου,
δε φτάνει μόνο το κορμί σου.
Το πιο σπουδαίο είν' η ψυχή σου, δικέ μου.
Έχει τους νόμους τους αυτή η ιστορία,
δεν φτάνει μόνο η δουλειά.
 
Θα σου κρεμάσουνε μια μπάλα
και θα τραβιέσαι μ' αυτήν μέρα - νύχτα.
Έχεις κανάλι πολύ να τραβήξεις,
μέχρι να πάψεις να λες: "μα τι τρέχει;"
Έχει τους νόμους της αυτή η ιστορία,
δεν φτάνει μόνο η δουλειά.
 
Για ένα κομμάτι ψωμί,
δεν φτάνει μόνο η δουλειά.
Για ένα κομμάτι ψωμί,
θα πιεις φαρμάκια πολλά.
 
Θα σε πετάνε από δω κι από κει
θα λαχανιάζει η ψυχή σου.
Θα φτύσεις αίμα απ' το στόμα, δικέ μου.
Έχει τους νόμους της αυτή η ιστορία,
δεν φτάνει μόνο η δουλειά.
 
Για ένα κομμάτι ψωμί,
θα 'χεις ξεχάσει πολλά.
Για ένα κομμάτι ψωμί,
θα 'χεις πληρώσει ακριβά.
 
Και κάποια μέρα θα σε λύσουν,
μα θα φοβάσαι να φύγεις, θα τρέμεις.
Θα σε κλωτσάνε και θα σ' αρέσει, δικέ μου.
Σαν το σκυλί τους θα σ' έχουν, δικέ μου,
μα δε θα έχεις ψυχή να το νοιώσεις,
θα είναι για σένα αργά.
                                                                     ergatikosagwnas.gr

Η αριστερά της κυβέρνησης και η κυβέρνηση της αριστεράς

  Παναγιώτης Μαυροειδής   
‘’Εργασία στο εξωτερικό αναζητούν σχεδόν οι μισοί από τους Έλληνες σε παραγωγική ηλικία’’. Αυτή ήταν μία από τις βασικές πρωτοσέλιδες ειδήσεις των ημερών, οδεύοντας προς τη Χριστουγεννιάτικη ξεκούραση. Ίσως είναι αρκετή για να καταδείξει την έκταση και το βάθος τουκοινωνικού εξανδραποδισμού που έχει επιβάλει η τρόικα στην Ελλάδα....

Το τρίχρονο των μεγάλων λαϊκών κινητοποιήσεων ενάντια  στις κυβερνήσεις που επέβαλαν τα αντεργατικά μέτρα, φαίνεται να κλείνει, εισάγοντάς μας σε μια νέα φάση. Η πεποίθηση ότι με ένα μαζικό ντου θα καταρρεύσει ο αντίπαλος, όσο και αν τροφοδότησε τη μαχητικότητα των στιγμών, αντικαθίσταται σήμερα από την επίγνωση ενός αποφασισμένου και ισχυρού αντιπάλου απέναντι στο λαό, που κάνει αδίστακτα χρήση του μονοπωλίου της βίας.  Η σκιαγράφηση του αντίπαλου στα όρια των ανίκανων, διεφθαρμένων, αδιάβαστων και γονυπετών πολιτικών,  δίνει τη θέση της στην πραγματικότητα ενός συνεκτικού οικονομικού και πολιτικού πλέγματος εξουσίας, διαρθρωμένου στην παραγωγή, στο κράτος, αλλά και με το μεγάλο στήριγμα της ΕΕ. Η ευκολία της ‘’κατάργησης των μνημονίων’’ ως επαρκούς και αποφασιστικής προϋπόθεσης για να ανατραπεί η επίθεση, εξασθενεί μπροστά στα διαδοχικά ερωτήματα που ανακύπτουν και συνδέονται με την προοπτική εξόδου από την ευρωζώνη και ακόμη περισσότερο με τους κινδύνους σύγκρουσης με την διεθνή καπιταλιστική αγορά. Πρόκειται για την ανάπτυξη μιας  ‘’πικρής’’ σοφίας μέσα στον κόσμο ως αποτέλεσμα  του τριετούς κύκλου αγώνων, που συμπυκνώνεται στο σημερινό κάθισμα και την πολιτική αμηχανία.
Έχουμε μια  ‘’ισορροπία των αδυνάτων’’. Οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι φτωχοί, οργίζονται, αποδοκιμάζουν, αλλά δεν μπορούν να ανατρέψουν. Η μνημονιακή χούντα επιβάλει την πολιτική της (όχι χωρίς αντιστάσεις), αλλά αδυνατεί να συγκροτήσει θετικό πολιτικό όραμα, ή να πείσει οικοδομώντας νέες κοινωνικές συμμαχίες.
Αυτές είναι οι συνθήκες, το κενό, μέσα στο οποίο βρίσκει έδαφος ο φασισμός. Είναι η φωνή, η δράση, το ‘’χέρι’’ των ‘’πάνω’’ μέσα στους ‘’κάτω’’, που επιχειρούν να μεταστρέψουν συντηρητικά τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό, με πρακτικές και φιλοσοφία εμφυλίου πολέμου όχι ενάντια στην αστική τάξη, αλλά μέσα στην εργατική τάξη.
Φαίνεται παράξενο, αλλά δεν είναι. Παρά τη μεγάλη πολιτική νομιμοποίηση για μια βαθύτερη ριζοσπαστικοποίηση και δράση που έδωσε το εκλογικό αποτέλεσμα των δύο τελευταίων με την ψήφο στα αριστερά κόμματα, η αριστερή κοινωνική και πολιτική δυναμική παρουσιάζει εμφανή κόπωση και χάνει σε μαχητικότητα και αυτοπεποίθηση. Ήταν αλήθεια μοιραίο αυτό; Πως διαμορφώθηκε αυτή η τάση και πως μπορεί να αντιστραφεί;
Η προσμονή  μιας κυβερνητικής αλλαγής
Σε πολλούς εργαζόμενους φαίνεται να έχει απομείνει ένα και μοναδικό αποκούμπι, μέσα σε αυτή την παραζάλη και την αναποτελεσματικότητα: Κυβερνητική αλλαγή. Να φύγει με εκλογές αυτή η κυβέρνηση και να έρθει στα πράγματα μια αντι-μνημονιακή κυβέρνηση της αριστεράς και βλέπουμε. Δε θα σχολιάσουμε εδώ για το τι είδους αριστερή κυβέρνηση μπορεί να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ  με τη ΔΗΜΑΡ ή τον Καμένο και στη βάση ποιού προγράμματος. Θα υποθέσουμε τις καλύτερες δυνατές συνθέσεις και προθέσεις.
Με αυταπάτες ή χωρίς, πολλοί εργαζόμενοι φαίνεται να θεωρούν δύσκολη έως ανέφικτη μια ανατροπή της κυρίαρχης πολιτικής με τον παλλαϊκό ξεσηκωμό. Προσμένουν μια αλλαγή από τα πάνω ή έστω ένα φρένο..
Η υλικότητα και ο συγκεκριμένος ρόλος του κράτους ως συμπύκνωση της κυριαρχίας του αστικού κόσμου, αντικαθίσταται από την περιορισμένη πραγματικότητα της εκλεγμένης κυβέρνησης.
Η πραγματικότητα της ατομικής ιδιοκτησίας και ιδιοποίησης της εργασίας των πολλών, μαζί και του ‘’αναφαίρετου’’ διευθυντικού δικαιώματος στην πρόσληψη και την απόλυση, αλλά και στο κλείσιμο της επιχείρησης, δίνει τη θέση της στη χρηστή διαχείριση των …υπολοίπων κοινωνικών θεμάτων.
Ποια κυβέρνηση αλήθεια θα πει στο Μάνεση να ανοίξει και πάλι το εργοστάσιο, με επανα-πρόσληψη όλων των εργαζομένων; Γνωρίζετε καμία που έστω να το διακηρύσσει;  Πως άραγε θα αντιστεκόταν στο ‘’νόμιμο’’ λοκ άουτ των επιχειρήσεων, αν είχε σκοπό να επιβάλλει κάποια φιλεργατικά μέτρα;
Ποιος εργοδότης και για ποιο λόγο θα αποφάσιζε να κάνει προσλήψεις με τις παλιές συλλογικές συμβάσεις, προσπερνώντας τα ‘’κεκτημένα’’ των μνημονίων;
Γνωρίζουμε αλήθεια επιχειρηματίες, έλληνες ή ξένους, που θα έκαναν επενδύσεις ικανές να απορροφήσουν 1,5 εκατομμύριο ανέργους, με αξιοπρεπείς όρους εργασίας; Για ποιο λόγο θα το έκαναν αυτό σε συνθήκες πτώσης του ποσοστού κέρδους και ύπαρξης πάντα φτηνότερου εργατικού δυναμικού;
Ποια κυβέρνηση θα αύξαινε τις συντάξεις ή το επίδομα ανεργίας και με τι χρήματα αν δεν έχει αρνηθεί να πληρώσει το χρέος; Και  θα της αρκούσαν αλήθεια οι βουλευτές για να σηκώσει μια αντιπαράθεση με τη διεθνή κεφαλαιοκρατία;
Ποια κυβέρνηση θα αποφάσιζε την επαν-εθνικοποίηση του ΟΤΕ ή της Ολυμπιακής αγνοώντας την ΕΕ και αρνούμενη αποζημιώσεις στους ιδιοκτήτες;
Ποιο θα ήταν άραγε το μέσο εξαναγκασμού που θα χρησιμοποιούσε μια αριστερή κυβέρνηση, για να αντιμετωπίσει ας πούμε ένα φασιστικό πογκρόμ; Την ελληνική αστυνομία μήπως;  Και τι θα μπορούσε να αντιπαραθέσει σε μια κίνηση του στρατού;
Κάτι πρέπει να μας διδάσκει η αποδοχή του μνημονίου από την αριστερή κυβέρνηση της Κύπρου: Τα περιθώρια ‘’φιλολαϊκής’’ διαχείρισης του καπιταλισμού, σε συνθήκες τέτοιας κρίσης είναι ανύπαρκτα. Δεν βρισκόμαστε στη χρυσή 25ετία 1945-1970. Ούτε πρόκειται να γυρίσουμε στην προ 2009 περίοδο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Χωρίς μια βασική μεταβολή στο ζήτημα της ιδιοκτησίας που σημαίνει επίταξη του παραγωγικού ιστού της χώρας, με παράλληλη άρνηση των δεσμεύσεων που επιβάλλει η ΕΕ, οι δανειστές και η λεγόμενη αγορά της απελευθέρωσης των πάντων, δεν μπορεί να υπάρξει ούτε καλύτερη ζωή, ούτε στοιχειώδης βελτίωση και ανάσχεση της επίθεσης.
Το μόνο που μπορεί να υποσχεθεί μια κυβέρνηση αριστερής διαχείρισης μέσα σε αυτή την κατάσταση, εντός της αγοράς και της ΕΕ, θα ήταν μια περιορισμένη παρέμβαση στο πεδίο της διανομής. Με εντελώς οριακά και αμφίβολα αποτελέσματα. Να επιβραδύνει (μόνο προσωρινά)  για παράδειγμα το ρυθμό μείωσης του  κατώτατου μισθού, πάντα όμως σε ένα πλαίσιο δραματικής πτώσης του μέσου μισθού. Να μετριάσει την γενική τάση μείωσης της φορολογίας του μεγάλου κεφαλαίου σε κάποιο βαθμό. Κανένα από αυτά τα μέτρα, αν μιλήσουμε με νούμερα δεν μπορεί να επηρεάσει με ουσιαστικό τρόπο τις γενικές συνθήκες ζωής και αναπαραγωγής των εργαζομένων και των ανέργων.
Ολόκληρος ο καπιταλιστικός κόσμος και ειδικά στην Ευρώπη, είναι γεμάτος με τέτοιες εναλλακτικές διαχειρίσεις, που το μόνο που επιτυγχάνουν είναι μια θραμβευτικότερη επιστροφή ακόμη πιο συντηρητικών λύσεων. Μια ματιά στην Ιαπωνία και τις πρόσφατες εκλογές είναι χρήσιμη, με τους συντηρητικούς να επιστρέφουν με τα 2/3 των εδρών με το πιο εθνικιστικό και αντεργατικό πρόγραμμα όλων των εποχών.
Καταγγέλλοντας τις αυταπάτες του κόσμου…
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να σταθεί η κομμουνιστική αριστερά απέναντι σε αυτή την τάση κυβερνητικής ανάθεσης μέσα στον κόσμο.
Τμήματά της επισημαίνουν με απογοήτευση τις ‘’αυταπάτες’’ του κόσμου. Δεν διστάζουν συχνά να καταγγέλλουν  την ‘’άγνοια’’ από μέρους των εργαζομένων του πυρήνα της πραγματικής εξουσίας, που δε βρίσκεται στην βουλή και στους υπουργούς, αλλά στην κεφαλαιοκρατική κυριαρχία στην οικονομία και στο κράτος της.
Με περισσή ευκολία, ιδιαίτερα στη ρητορική του ΚΚΕ, αντιδιαστέλλονται αυτάρεσκα όλα αυτά, με την επάρκεια της ‘’πρωτοπορίας’’, που δυστυχώς όμως ‘’δεν εισακούγεται’’.
Είναι μια επιλογή απολύτως αδιέξοδη. Αντικαθιστά τα καθήκοντα της αριστεράς στο μετασχηματισμό της κοινωνικής διαμαρτυρίας σε υποκείμενο ανατροπής, με τον διδακτισμό της κομματικής αλήθειας. Όμως, το κοινωνικό σώμα είναι συγκεκριμένο και είναι αυτό που έχουμε μπροστά στα μάτια μας. Οι τάσεις μέσα σε αυτό αντανακλούν την αστική κυριαρχία και την ιδεολογική ηγεμονία της. Αλλά και την διαχρονική ιδεολογική ανεπάρκεια της αριστεράς να αναπτύξει τις αντίρροπες τάσεις.
Ο ρόλος της αριστεράς δεν είναι να μυστικοποιεί τη μεγάλη ρήξη στο μέλλον, αλλά να την προετοιμάζει με τον κοινωνικό και πολιτικό αγώνα. Στερείται νοήματος να ζητά  η αριστερά αναγνώριση του πρωτοπόρου της ρόλου. Το ζητούμενο είναι να τον καταχτήσει μέσα στο μετασχηματισμό του κόσμου σε δρών πολιτικό υποκείμενο ανατροπής.
…ή μετατρέποντας την αδυναμία σε αρετή;
Υπάρχει όμως και το συμμετρικό, αντι-διαμετρικό, αλλά όχι αντίθετο σημείο της παραπάνω μεταφυσικής προσέγγισης. Είναι η καθαγίαση της στάσης του κόσμου ως ‘’σοφής’’. Ο κόσμος λοιπόν, σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση, βρισκόμενος ακόμη και ‘’πιο μπροστά από την αριστερά’’, καταλαβαίνει ότι το ζητούμενο δεν είναι ένα ανατρεπτικό κίνημα αυτή τη στιγμή, αλλά μια πολιτική κυβερνητική επιλογή. Από το σημείο αυτό και μετά, το κουβάρι ξετυλίγεται συνεχώς αντίστροφα.
Οι αγώνες βαφτίζονται υποτιμητικά ‘’κινηματισμός’’.
Η προγραμματική αριστερή πολιτική, ονομάζεται ‘’επαναστατική φλυαρία και λογοκοπία’’.
Η εκτίμηση της κοινωνικής και πολιτικής φύσης των πολιτικών δυνάμεων, βαπτίζεται  ‘’σχολαστικισμός’’.
Η ανάδειξη των ταξικών και κοινωνικών εκπροσωπήσεων από τις πολιτικές δυνάμεις, ρίχνεται στην πυρά ως  ‘’μηχανιστικός αναγωγισμός’’
Η προβολή της ανάγκης της επαναστατικής τομής ενάντια στην οικονομική ολιγαρχία και το κράτος της, βαφτίζεται φαντασιοκοπία και ‘’έφοδος στα χειμερινά ανάκτορα’’.
Η σκόπιμη ταύτιση κάθε απόπειρας για αριστερή κριτική και ταξική θεώρηση, με παιδαριώδεις υπερ-αριστερές φλυαρίες, είναι αρκετά προσφιλής ιδιαίτερα στο φιλοευρωπαϊκό και συντηρητικό τμήμα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Περισσότερο όμως εντυπωσιάζει η κομπλεξική καταφυγή σε αυτή την επιχειρηματολογία δυνάμεων ή ‘’προσωπικοτήτων’’ της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς που έχουν συνδέσει την πορεία τους άμεσα ή έμμεσα με την πολιτική στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ. Ίσως είναι η μάχη με τις δικές τους αμφιβολίες.
Ανιχνεύοντας μια αριστερή επαναστατική πολιτική
Δεν είναι  ασυνήθιστο οι παραπάνω προβληματικές να αλληλο-αξιοποιούνται, αναζητώντας η κάθε μία, όχι θετική δικαίωση με τεκμηρίωση των ισχυρισμών της, αλλά εστιάζοντας αρνητικά σε καταφανώς αδύνατα σημεία της άλλης.
Έτσι,  πολύ βολικά, κάθε κριτική στο ΚΚΕ για την ανυπαρξία από μεριάς του μιας αριστερής αντικαπιταλιστικής πολιτικής που θα μετασχηματίζει τη διάχυτη δυσαρέσκεια σε συνειδητό αντικαπιταλιστικό αγώνα με σοσιαλιστική προοπτική, αντιμετωπίζεται με ταύτιση με την ‘’διαχειριστική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ εντός του συστήματος και της ΕΕ’’. Έτσι, πυροβολώντας για παράδειγμα το σύντομο ανέκδοτο για κατάργηση μνημονίων εντός ευρωζώνης που υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΚΕξεφεύγει  από την κριτική που το αφορά καίρια, δηλαδή την μή πρόταξη από μεριάς του ως άμεσου στόχου πάλης και πολιτικοποίησης του κινήματος την έξοδο από την ευρωζώνη και την ΕΕ.
Με τον ίδιο τρόπο, κάθε επισήμανση για την επικίνδυνη αυταπάτη της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ ότι είναι δυνατόν να παρθούν φιλολαϊκά μέτρα μέσα στο πλαίσιο ενός καπιταλισμού σε  κρίση και χωρίς αντικαπιταλιστική τομή, αντιμετωπίζεται με την λοιδορία περί της ‘’γνωστής πολιτικής θεωρητικολογίας του ΚΚΕ, που δεν έχει άμεση πολιτική πρόταση.’’. Στο όνομα της κριτικής της ''χιλιαστικής αντίληψης περί κατάληψης της εξουσίας εξ εφόδου'' που καταλογίζεται στο ΚΚΕ, επιχειρείται η δικαίωση της λογικής των διαδοχικών ρήξεων μέσα στον καπιταλισμό  χωρίς ρήξη και επανάσταση ανατροπής του.
Χρειάζεται προσπάθεια, όχι μόνο για να ανιχνεύσει κανείς τα όρια μιας ανατρεπτικής λογικής εντός αυτών των συμπληγάδων, αλλά και για να αποφύγουμε τις εύκολες απαντήσεις εστιάζοντας απλά στα πιο  ανεπαρκή σημεία της κοινοβουλευτικής αριστεράς.
Θεμέλιο λίθο μιας αριστερής πολιτικής, τόσο με κριτήριο την προετοιμασία και συνειδητοποίηση για την αναγκαία αντικαπιταλιστική επαναστατική τομή, όσο και για την λαϊκή επιβίωση και την άμεση ανατροπή της πολιτικής των μνημονίων και της ΕΕ, αποτελεί κατά τη γνώμη μας, η συγκρότηση ενός μαχητικού και απειλητικού πολιτικά, κοινωνικού και πολιτικού κινήματος, με πυρήνα το εργατικό κίνημα.
Συγκρότηση όχι εγκεφαλική, αλλά  μέσα στην μαχητική δράση στη βάση ενός μεσο-μακροπρόθεσμου προγράμματος βασικών πολιτικών και κοινωνικών τομών, που να σηματοδοτούν κλονισμό της κυριαρχίας του κεφαλαίου και των υπερεθνικών δεσμών του και ανατροπή του κοινωνικού συσχετισμού υπέρ του κόσμου της εργασίας στην Ελλάδα. Χωρίς αυτό, δεν υπάρχουν όροι και δυνατότητες να αξιοποιηθεί η πολιτική κρίση και οι ρωγμές στη διάταξη του αστικού πολιτικού συστήματος.
Αναθεματίζοντας τον ‘’κινηματισμό’’ με τις πλάτες της αστικής πολιτικής
Η ευκολία με την οποία αυτή η προσέγγιση βαφτίζεται ‘’κινηματισμός’’, προδίδει μια ορισμένη αντίληψη για το εργατικό και λαϊκό κίνημα. Σύμφωνα με αυτήν, στην δικαιοδοσία του τελευταίου ανήκουν μόνο επιμέρους συνδικαλιστικοί αγώνες για ‘’συγκεκριμένα αιτήματα’’ οικονομικής  βελτίωσης, με την απαραίτητη και φαντασιακή ‘’ενότητα’’ των πάντων γύρω από αυτά.
Ένα τέτοιο κίνημα βεβαίως θα ήταν πολύ λίγο για την αναγκαία πολιτική τομή ανατροπής σήμερα. Η αδυναμία αυτή, σύμφωνα με αυτή τη συλλογιστική,  καλύπτεται από τον ρόλο των κομμάτων που θέτουν ζήτημα κυβερνητικής εξουσίας και αλλαγής πολιτικής μέσω αυτής.
Δε νομίζουμε ότι είναι ιδιαίτερα πρωτότυπη αυτή η άποψη. Αλλά δεν έχει αποδείξει και την ορθότητα της.
Κυβερνήσεις διαχείρισης που ονομάστηκαν αριστερές ή σοσιαλιστικές δημιουργήθηκαν πολλές στην Ευρώπη τις τελευταίες δεκαετίες.
Από τη Γαλλία του Ζοσπέν με συμμετοχή του Γαλλικού ΚΚ. έως την γειτονική Ιταλία, με συμμετοχή της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης και δια μέσου αυτής αμέτρητων ρευμάτων και κινήσεων που διακήρυσσαν τον αντικαπιταλιστικό και επαναστατικό τους χαρακτήρα.
Το επιχείρημα ήταν πάντα το ίδιο: Η απομόνωση της δεξιάς, του ‘’μεγαλύτερου κακού’’ και η δημιουργία αφετηρίας για βαθύτερες αλλαγές.
Ο απολογισμός σε βάθος χρόνου ήταν για τη Γαλλία η σταδιακή ενσωμάτωση ενός όλο και πιο δεξιού ΚΚ στην αριστερά του Σοσιαλιστικού Κόμματος και βέβαια η εκτίναξη της φασιστικής δεξιάς. Στην Ιταλία, είχαμε σχεδόν την εξαφάνιση της κομμουνιστικής αριστεράς και την ηγεμονία ακραίων διαχειριστικών λογικών και φυσικά το φαινόμενο Μπερλουσκόνι.
Θυμάται να μας πει κανείς τις κοινωνικές καταχτήσεις που έμειναν από αυτή την περίοδο ή έστω μπορεί να μας υπενθυμίσει άλλου είδους κέρδη στο επίπεδο οργάνωσης του εργατικού κινήματος και ανόδου του ρόλου του σε αυτές τις χώρες;
Θα ανατρέψουμε τον σάπιο κόσμο ή θα τον κυβερνήσουμε;
Υπάρχει λοιπόν μια μαγική ιδιότητα του αστικού κράτους ώστε μόλις το αγγίζει η ‘’πεντάμορφη’’ μετατρέπεται σε ‘’τέρας’’; Δεν πρόκειται βεβαίως για αυτό, αν και δεν έλειψαν οι σαλιάρηδες και στην αριστερά.
Για μια αριστερά που επιδιώκει την κοινωνική αλλαγή και που  θέτει επομένως ζήτημα πολιτικής εξουσίας,  δεν ήταν και δεν είναι πρόβλημα ο στόχος για μια αριστερή αντικαπιταλιστική κυβέρνηση ή εργατική κυβέρνηση. Το ερώτημα είναι αν η αριστερά έχει σκοπό να κυβερνήσει το αστικό κράτος (ειδικά στα καπιταλιστικά ιμπεριαλιστικά κέντρα)  ή σκοπεύει να συμβάλλει ώστε το εργατικό κίνημα να το καταστρέψει. Προς όφελος μιας αντικαπιταλιστικής σοσιαλιστικής πορείας με κέντρο τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, που άλλωστε είναι και η πολυάριθμη κοινωνική τάξη σε αυτές τις χώρες.
Στην πρώτη περίπτωση, για αυτό μιλάμε πρακτικά στις χώρες που αναφέραμε, η  αριστερά  συγκροτείται αποκλειστικά σχεδόν για να κυβερνήσει και όχι να αλλάξει αυτό τον σάπιο κόσμο ή πιο σωστά επιδιώκει να τον βελτιώσει οριακά. Είναι η ‘’αριστερά της κυβέρνησης’’. Και είναι λογικό τα οφέλη σε πολιτικό και αξιακό επίπεδο από μια κυβερνητική θητεία αυτής της αριστεράς, αν υπάρχουν, να είναι πάντα πολύ μικρότερα από την απαξίωση της, ειδικά μέσα στα εργατικά στρώματα.
Αν δεν πλησιάζουμε λοιπόν τώρα την εξουσία, μιας και αυτή καίει, απλά ‘’προετοιμάζουμε δυνάμεις’’ για την πραγματική κατάληψή της με επαναστατικό τρόπο; Και εν τω μεταξύ θα λέμε στους κάθε λογής διαχειριστές με ευγένεια να λάβουν τη θέση τους στο τιμόνι της άσκησης των αντεργατικών πολιτικών και της διαφθοράς; Μήπως με αυτό τον τρόπο αρνούμαστε αναγκαίες και επείγουσες φιλεργατικές μεταρρυθμίσεις, στο όνομα του σοσιαλισμού και της επανάστασης;
Όσοι  καταλαβαίνουν την πολιτική με όρους ταξικής πάλης, δε θα έπρεπε να βρίσκουν κόκκο αλήθειας σε αυτή την προσέγγιση.
Ποια κυβέρνηση της αριστεράς αλήθεια έδωσε το 8ωρο στην Ελλάδα; Δεν ήταν καμία αριστερή κυβέρνηση. Ωστόσο, η εισηγητική έκθεση της βενιζελικής κυβέρνησης (πριν το Μεταξά και ας λέει ότι θέλει η Μαύρη Νύχτα) για την θέσπιση του οκτάωρου, αναφέρεται στην ‘’ανάγκη αντιμετώπισης της εργατικής επανάστασης στην Ελλάδα’’.
Ολόκληρο το πλέγμα κοινωνικών καταχτήσεων στην καπιταλιστική Ευρώπη, επιβλήθηκε παντού, ανεξάρτητα από τη μορφή πολιτικής διαχείρισης, μετά την νίκη του Οκτώβρη αλλά και τις επαναστάσεις σε Γερμανία, Ουγγαρία, Ιταλία, οι οποίες ναι μεν ηττήθηκαν, απείλησαν όμως.
Αλλά και οι δημοκρατικές ελευθερίες στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης, που δόθηκαν επί αυταρχικής Καραμανλικής διακυβέρνησης ήταν αποτέλεσμα του ερωτήματος επαναστατικής ανατροπής που έθεσε η εξέγερση του Πολυτεχνείου. Και ακόμη δεν έχουν ξεμπερδέψει…
Όλη η ιστορία στην Ευρώπη και στην Ελλάδα, μας πείθει πως όχι μόνο οι επαναστάσεις συστημικού μετασχηματισμού, αλλά και οι μεγάλες πολιτικές καμπές εντός των συστημάτων, προϋποθέτουν την ανατροπή των κυρίαρχων τάξεων με λαϊκές εξεγέρσεις και επαναστάσεις.Οι εκπρόσωποι του συστήματος, επαίρονται για αυτό με την αντίστροφη έννοια, σημειώνοντας ότι αυτοί κυβερνούν δημοκρατικά μέσα από εκλογές, ενώ η αριστερά πάντα επεδίωκε ανατροπές μέσω μειοψηφικής πολιτικής δράσης ή/και πραξικοπήματος. Κλασσική είναι η συζήτηση για το κλείσιμο του Γαλλικού Μάη με τον εκλογικό θρίαμβο του Ντεγκόλ, με την συστημική αριστερά να συμφωνεί σιωπηρά και να καταδικάζει τον ‘’επαναστατικό τυχοδιωκτισμό’’. Αμφότεροι ξεχνούν να σημειώσουν ότι η δήθεν ‘’ελεύθερη εκλογική επιλογή’’ σφραγίζεται, κατά κανόνα, τόσο από την  οικονομική βία στην παραγωγή, όσο και από την ιδεολογική ηγεμονία, που επιτυγχάνει η αστική τάξη, έχοντας τα νήματα και τους μηχανισμούς της πραγματικής πολιτικής εξουσίας.
Να λοιπόν ποια είναι τα ζητούμενα για την αριστερά: Ο οργανωμένος λαός σε ποικίλες κοινωνικές και πολιτικές μορφές. Η ηγεμονία, τουλάχιστον σε ένα βασικό πρωτοπόρο τμήμα της εργατικής τάξης και άλλων εκμεταλλευόμενων τάξεων, ενός προγράμματος αντικαπιταλιστικού χαρακτήρα, που να συνδέει την άμεση βελτίωση της θέσης με την ανατροπή του κεφαλαίου. Το χρόνο, τη μορφή και την ταχύτητα, μόνο ο συσχετισμός δυνάμεων και η συνειδητότητα του εργατικού κινήματος, μπορούν να καθορίσουν.
Χωρίς αυτά, απλά ‘’λογαριάζουμε χωρίς τον ξενοδόχο’’ ή ακόμη χειρότερα  σχεδιάζουν κάποιοι στο όνομα του λαού, αλλά χωρίς το λαό.
Να σκεφτούμε έξω από το συνηθισμένο τρόπο
Είναι λοιπόν όλα προδιαγεγραμμένα με σιδερένιο τρόπο; Και να ήταν, θα παλεύουμε να αλλάξουμε αυτές τις ‘’προδιαγραφές’’. Είμαστε υποχρεωμένοι να αντιλαμβανόμαστε την ιστορία και το ρόλο της αριστεράς με δυναμικό και όχι στατικό και στερεότυπο τρόπο. Αλλά δεν είναι. Η πρωτοτυπία είναι συνώνυμη της αυθεντικής λαϊκής δράσης.
Ας μείνουμε λίγο στην ανεπανάληπτη και πρωτότυπη εμπειρία της ελληνικής ΕΑΜικής  επανάστασης. Το ΚΚΕ και η ΕΑΜική αριστερά γενικότερα,  είχαν πετύχει μέσα από σκληρή, ψυχωμένη και μυαλωμένη δουλειά την οργάνωση του λαού σε πρωτοφανέρωτη έκταση σε επίπεδο Ευρώπης. Είχαν ένα τεράστιο δίχτυ κοινωνικών οργανώσεων, το Εργατικό ΕΑΜ μέσα σε όλα τα εργοστάσια και τις δημόσιες επιχειρήσεις, ακόμη και στις επιταγμένες από τον καταχτητή πολεμικές παραγωγικές μονάδες, τον ΕΛΑΣ ως ένα πραγματικό λαϊκό στρατό των πόλεων και της υπαίθρου. Ριζωμένοι δυνατά στις συνοικίες των πόλεων, αλλά και ικανοί για συνεχόμενες απεργίες και διαδηλώσεις στους δρόμους που έδιναν λαϊκή αυτοπεποίθηση. Με παρέμβαση ακόμη και μέσα στην αστυνομία.  Είχαν όλες τις καλές προϋποθέσεις για να επιλύσουν το ζήτημα της εξουσίας και μαζί με αυτό το ζήτημα της κυβέρνησης. Υπήρξε το μεγαλείο της κυβέρνησης του βουνού,  της ΠΕΕΑ, αλλά και η τραγωδία της συμμετοχής στην κυβέρνηση σφαγής τους μαζί με την αστική τάξη και τον ιμπεριαλισμό. .Ας μείνουμε όμως στηδυνατότητα που υπήρξε να απαντηθεί το ζήτημα της διακυβέρνησης με τους όρους των εργαζόμενων λαϊκών τάξεων στην Ελλάδα, σε δρόμο κοινωνικής και εθνικής απελευθέρωσης.
Σήμερα, μπορεί να περπατηθούν παρόμοιοι δρόμοι;
Μέσα στο τριετές ξέσπασμα κοινωνικών αγώνων, η αριστερά στην Ελλάδα,  είχε την ευκαιρία για ένα αποφασιστικό βήμα στην οργάνωση του κόσμου σε κατεύθυνση εξέγερσης και ανατροπής. Και τον Οκτώβρη του 2011 και τον Φλεβάρη του 2012, οι δυνάμεις του συστήματος, όχι μόνο στην Ελλάδα, λούστηκαν στον κρύο ιδρώτα, με την προοπτική μιας γενικευμένης εξέγερσης. Ούτε το ΚΚΕ, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ  δούλεψαν με αυτή την πολιτική  στρατηγική. Έλειψαν οι αναγκαίες εκείνες πολιτικές κινήσεις και κατεύθυνση δουλειάς, που θα μετέφεραν το κέντρο στο πεδίο του λαϊκού παράγοντα, με την οικοδόμηση μορφών ανταγωνιστικής πολιτικής και κοινωνικής εξουσίας, που θα έθεταν το θέμα της ανατροπής του πολιτικού συστήματος.  
Μπορούσε να γίνει με πρωτότυπο τρόπο, αυτό που γίνεται σε όλες τις σημαντικές πολιτικές μεταβολές: Μία προσωρινή  ντε φάκτο λαϊκή κυβέρνηση των αγώνων και της ανατροπής. Ενδεχομένως βραχύβια, μιας και η χρόνια πολιτική καθυστέρηση στην οργάνωση της εργατικής τάξης και στην συγκρότηση εργατικής κομμουνιστικής αριστεράς και κομμάτων, δεν ξεπερνιούνται σε μια πολιτική στιγμή. Θα ήταν όμως ένα τεράστιο βήμα  μπροστά. Πιθανά να ακολουθούσαν πάμπολλες αστικές ή μισο-αστικές ή μισο-αριστερές κυβερνήσεις της βδομάδας ή λίγων μηνών. Ενδεχόμενο ακόμη θα ήταν και μια γενική εκλογική επικράτηση της αριστεράς σε συνθήκες υπεροπλίας των κοινωνικών και πολιτικών μορφών αντι-εξουσίας των μαχόμενων λαϊκών δυνάμεων, που θα ακύρωναν το μονοπώλιο της αστικής βίας, θα απέτρεπαν τη χρήση του και θα αχρήστευαν τα αστικά ΜΜΕ.
Η συμβολή αυτής της ανώτερης οργάνωσης του μαχόμενου κόσμου δε θα ήταν μόνο στην επιβολή μιας άλλης διακυβέρνησης, αλλά κυρίως στην οικοδόμηση των όρων της εφαρμογής ενός αντικαπιταλιστικού προγράμματος στη συνέχεια, που μοιραία θα σήμαινε απότομη όξυνση και γενίκευση της ταξικής πολιτικής αναμέτρησης.
Δε γράφονται αυτά για να περιγραφούν ‘’χαμένες ευκαιρίες’’. Είναι προβληματική αυτή η λογική μέσα στην αριστερά.  Ούτε μόνο για να γίνει η πρόβλεψη πως είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο να δημιουργηθούν ανάλογες συνθήκες στο άμεσο μέλλον, που κάθε άλλο παρά πρέπει να αποκλειστεί. Είναι κυρίως  μια προσπάθεια να σκεφτούμε έξω από το συνηθισμένο τρόπο, που θέλει την αριστερά να εστιάζει την πολιτική λύση, στο ζήτημα της κυβέρνησης και των εκλογών.
Ακριβώς λόγω αυτής της εστίασης, ακριβώς λόγω της υποβάθμισης του αντικαπιταλιστικού προγράμματος και της αντικαπιταλιστικής επανάστασης για την συντριβή της αστικής εξουσίας, ακριβώς εξ αιτίας της έλλειψης προσανατολισμού για ένα εργατικό κίνημα που θα προσεγγίζει πολιτικούς στόχους ανατροπής και μορφές δυαδικής ανταγωνιστικής αντι-εξουσίας, το βήμα μιας αριστερής κυβέρνησης, θα αδυνατεί να είναι ένα βήμα προς τα μπρος, αλλά κατά βάση θα αφήνει ανάποδο χνάρι.
Αν κυβέρνηση της αριστεράς σημαίνει εφαρμογή μιας αριστερής πολιτικής, στο πλαίσιο ενός δρόμου, (αλλά και στόχου) ενάντια και έξω από τον καπιταλισμό, που πρέπει από σήμερα να στοχεύσουμε, είμαστε υποχρεωμένοι  να αντισταθούμε στα κλισέ των ηττοπαθών στρατηγικών και να τολμήσουμε μια νέα προσέγγιση.
 *τεύχος 24 περιοδικού baboushka.               αριστερό blog     

Η αβάσταχτη ελαφρότητα της ελληνικής κρίσης και η αιτία της...

του Δημήτρη Γιαννακόπουλου

Τώρα που επανεισάγεται η αφήγηση «λεφτά υπάρχουν» από τους αντιπάλους αυτών που την εισήγαγαν αρχικώς για να κερδίσουν γενικές εκλογές στην Ελλάδα στο πλαίσιο του εσωτερικού ανταγωνισμού του δικομματισμού (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ), ήρθε η ώρα να πω δυο κουβέντες για την ανάγκη που δομεί αυτή την αφήγηση με την μορφή της παραμυθίας. Να διευκρινίσω, δηλαδή, πώς αποκλειστικά με την αφήγηση αυτή μπορούν να κερδηθούν, παρά φύση, εκλογές στην σημερινή Ελλάδα και να δείξω με πολιτικοοικονομικούς όρους πώς προκαλείται τεχνητά (επικοινωνιακά) ανακούφιση σε μια προλεταριοποιούμενη κοινωνία ή πώς αναπτύσσεται ο απατηλά παρηγορητικός λόγος της πολιτικής ελίτ και της διαπλοκής που την στηρίζει. 

Το εγχείρημα αυτό μέσα σε λίγες αράδες θα ήταν ίσως μικρής σημασίας, μπορεί και περιττό καθώς το ζήτημα έχει προσεγγισθεί μερικώς από εμένα τον ίδιο προσφάτως, εάν δεν έθιγε την ουσία (την αιτία) που δομεί αυτήν την αβάσταχτη ελαφρότητα στην προσέγγιση της ελληνικής κρίσης με όρους ευρωζώνης: με όρους δηλαδή που ορίζουν την κρίση στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα της πόλωσης της συσσώρευσης του κεφαλαίου στην Ευρωπεριοχή.

Κοιτάξτε, στη Ελλάδα το καθεστώς ηγεμονίας και οι συντηρητικοί πολιτικοί (κεντροδεξιοί και κεντροαριστεροί) με ιδιαίτερη επιμέλεια απέφυγαν να υιοθετήσουν αφηγήσεις που θα εστίαζαν στο πώς παράγεται και αναδιανέμεται το χρήμα στην χώρα, και αυτό είναι κατανοητό καθώς έτσι θα αποκαλυπτόταν ο παρασιτικός και βαθειά αντικοινωνικός χαρακτήρας της ελληνικής οικονομίας διαχρονικά στο δυτικό σύστημα και σήμερα στο πλαίσιο της ευρωζώνης και της παγκοσμιοποίησης. Στη Ελλάδα λεφτά παράγονται με έναν ιδεολογικο-οικονομικό τρόπο που αποκρύπτει ή διασκεδάζει την διαδικασία της κυκλικής κίνησης και κυκλοφορίας του κεφαλαίου, συσκοτίζοντας μονίμως την σχέση: διάρθρωση και μοντέλο παραγωγής, αγορά μέσων παραγωγής, αγορά εργασίας και ποιοτική και ποσοτική διάσταση των επενδύσεων πρόσθετου κεφαλαίου. Με άλλα λόγια, οι συντηρητικοί αποφεύγουν σαν τον διάβολο το λιβάνι να προσεγγίσουν την μετατροπή του χρήματος σε κεφάλαιο στον τόπο μας, διότι έτσι θα έδειχναν την πραγματική τους πολιτική φύση ως εκτελεστικά όργανα εκείνων που ρυθμίζουν την διαδικασία συσσώρευσης και κυκλοφορίας του κεφαλαίου στην Ευρωζώνη - που δεν είναι αποκλειστικά η γερμανική ελίτ, αλλά η σχέση αυτής με το χρηματοπιστωτικό λόμπυ – ενώ η οργανωμένη αριστερά εγκλωβίζεται δυστυχώς στη γενική μορφή της μετουσίωσης του χρήματος σε κεφάλαιο, στον ιμπεριαλισμό που αυξάνει τα κέρδη με πολωτική τάση, αδυνατώντας να σκύψει στις μικροπολιτικές και στους θεσμούς που νομιμοποιούν και συσκοτίζουν αυτή την διαδικασία, παράγοντας κρίσεις και κοινωνική καταστροφή σαν την Ελληνική. Μάλιστα θα ισχυριζόμουν πως ένα τουλάχιστον μέρος της αριστεράς μοιάζει να αδιαφορεί για τον ιδιαίτερο ιδεολογικό μηχανισμό που υπηρετεί την πόλωση στην ανάπτυξη στην Ευρωζώνη εις βάρος της Ελλάδας (και όχι ασφαλώς μόνον αυτής), καθώς επιμένει να μιλά γενικά για ιμπεριαλισμό ή να επικεντρώνει την κριτική του στη σχέση καπιταλιστικής μητρόπολης-κεφαλαιοκρατικής περιφέρειας.

Και όμως τα ιδιαίτερα ιδεολογικά και θεσμικά χαρακτηριστικά της «πόλωσης» στην οποία αναφέρομαι, είναι αυτά που προσδιορίζουν τον ταξικό χαρακτήρα της κρίσης στην σημερινή Ελλάδα, την μορφή παραγωγής κέρδους, την σχέση εργασίας-τεχνολογίας-κεφαλαίου και την μορφή της κοινωνικής αντίδρασης (αγώνα): προφανής αδυναμία του κινήματος των εργαζομένων να αμυνθεί στη νέα μορφή καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ευρωζώνη που ορίζει ένα Νεοηγεμονικό Πρότυπο, στη βάση του αντιπληθωρισμού και πολιτικών λιτότητας που αποσκοπούν σε μια εντονότερη πόλωση της συσσώρευσης υπέρ των ισχυρών κεντροευρωπαϊκών δυνάμεων. Με αυτή την έννοια θα μπορούσα ακόμη κι εγώ που απεχθάνομαι εθνικιστικούς όρους, όπως «εθνική προδοσία», να μιλήσω για «εθνικούς προδότες» που αναπτύσσουν την αφήγηση «λεφτά υπάρχουν», «λεφτά φέραμε και ξανα-υπάρχουν» για να αποκρύψουν την πραγματική διάσταση της σημερινής ευρωπαϊκής «πόλωσης» που φτωχοποιεί και ταπεινώνει τον ελληνικό λαό περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, καθώς η ελληνική οικονομία στηρίχθηκε περισσότερο από άλλες της περιφέρειας στο φούσκωμα της λεγόμενης «πρόσθετης υπεραξίας»: στην πλαστή αξιακή υπερμεγέθυνση επιχειρήσεων - και των κρατικών ομολόγων - οι οποίες μέσω της διαπλεκόμενης και πελατειακής λειτουργίας του κράτους και της εξίσου διαπλεκόμενης και κομματοκρατικής των τραπεζών εμφάνιζαν απολύτως παραπλανητικά παραγωγικότητα της εργασίας μεγαλύτερη από το μέσο επίπεδο παραγωγικότητας του κλάδου τους σε παγκόσμιο επίπεδο, προσεγγίζοντας ή υπερβαίνοντας σε κάποιες περιπτώσεις τον μέσο όρο στην Ευρωζώνη. Και αυτό διευκολυνόμενες από το άφθονο ισχυρό ευρώ που διασφάλιζε η δανειοδοτική ικανότητα του κράτους και η απολύτως καιροσκοπική λειτουργία των θεσμών της Ευρωζώνης και ιδιαίτερα αυτή της ΕΚΤ.

Τώρα που η φούσκα της ισχυρής ελληνικής Ευρω-οικονομίας έσκασε, στο βαθμό που η χώρα παραμένει στην Ευρωζώνη, εισάγεται μέσω των κατάπτυστων Μνημονίων και της αναμφισβήτητα εξευτελιστικής και αντιπαραγωγικής, αναθεωρημένης Δανειακής Σύμβασης με τους επίσημους δανειστές της χώρας μας, ένα νέο καθεστώς ρύθμισης της συσσώρευσης που θα συνεχίσει να υπηρετεί ορθολογικά τούτη τη φορά την πόλωση του κεφαλαίου στην Ευρωζώνη υπέρ της κεντροευρωπαϊκής ελίτ και των δορυφόρων της στην περιφέρεια ή στο Ευρωπροτεκτοράτο Ελλάς. Αυτό το πρόγραμμα που εφαρμόζει στην Ελλάδα η Συγκυβέρνηση με πρωθυπουργό τον κ. Σαμαρά, θεσπίζει ένα νέο σύστημα αυτοματοποιημένων κοινωνικών πρακτικών φτωχοποίησης και πραξικοπηματικών κυβερνητικών αποφάσεων, με τις οποίες εξασφαλίζεται η προοπτική ιδιοποίησης και επανεπένδυσης της υπεραξίας, που σήμερα μπαίνουν οι βάσεις ώστε αυτή να κεφαλαιοποιείται με κανόνα τον εξευτελισμό της εργασίας και γνώμονα την διαμόρφωση ενός φορολογικού συστήματος και ενός κοινωνικού μοντέλου που θα απαντά σε ένα νέο καθεστώς εντατικής συσσώρευσης που θα καλύψει μέρος της φούσκας των ελληνικών ομολόγων κάθε μορφής, που «εξαερώθηκαν». Γίνεται, δηλαδή, βίαιη διόρθωση με κοινωνικό «σοκ και δέος» στην μορφή εσωτερικής συσσώρευσης και γενικότερα στο μηχανισμό κεφαλαιοποίησης, μέσω του ατομικού προγράμματος για την Ελλάδα, ώστε να ικανοποιηθούν τα νέα δεδομένα που αφορούν στην πόλωση της συσσώρευσης σε επίπεδο ευρωζώνης.

Η διαδικασία αυτή απαιτεί ασφαλώς Διεθνή Επιτροπεία και μεταβολή της χώρας σε υποτελή πολιτεία για όσο διάστημα απαιτηθεί για να αποκρυσταλλωθεί αυτή η νέα ορθολογική ρύθμιση των δημοσιονομικών και της αγοράς στην Ελλάδα, ώστε αυτά να προσαρμοστούν στο μοντέλο πόλωσης της συσσώρευσης στην Ευρωζώνη. Γεγονός που με οικονομικούς όρους μεταβάλει πράγματι την ΕΕ και ιδιαίτερα την ευρωζώνη σε πόλο της παγκοσμιοποίησης υπό την ηγεσία της Γερμανίας και την ηγεμονία που προκύπτει από την συνεργασία και προστριβή μεταξύ κεντροευρωπαϊκής ελίτ και χρηματιστών/τραπεζιτών. Αυτό όμως, το οποίο σημαίνει καταστροφή για την ελληνική κοινωνία και εξασθένηση μέχρις εξευτελισμού του ελληνικού κράτους στις διεθνείς πολιτικές, δεν θα μπορούσε να θεμελιωθεί δίχως την παραγωγή ιδεολογίας και κουλτούρας, που θα το στήριζε και νομιμοποιούσε στο εσωτερικό ως κατάσταση ανάγκης και ως σωτηρία του έθνους και του λαού.

Η ιδεολογία αποκρυσταλλώνεται στην αφήγηση «λεφτά υπάρχουν/ λεφτά φέραμε» και όχι «λεφτά παράγονται στην Ελλάδα, να δούμε πώς» ή από το «τα λεφτά τα φάγαμε, πληρώστε τώρα λαϊκά και μεσαία στρώματα τον λογαριασμό με γενικευμένη εσωτερική υποτίμηση δίχως πάτο για να καλύψετε το έλλειμμα που εμφανίζεται κατά την διαδικασία πόλωσης της συσσώρευσης, έτσι ώστε να μην διαταραχθεί ο μηχανισμός παραγωγής πλεονάσματος στην Γερμανία και να μην κλονιστεί η δομή του τραπεζικού συστήματος και ο μηχανισμός παραγωγής υπεραξίας που διαμορφώνεται αποκλειστικά από την χρηματιστηριακή κυκλοφορία του χρήματος και τον διατραπεζικό δανεισμό». Παράλληλα η σχετική κουλτούρα στην Ελλάδα συνεχίζει να αναπαριστά σχέσεις ελεημοσύνης, κομματικής πατρωνίας και σωτηρίας από τους συμμάχους μας. Πρόκειται για την κουλτούρα εξάρτησης, απόλυτα συνδεδεμένη με την διάσταση του σύγχρονου ελληνικού κράτους, την αντίληψη των κοινωνικών σχέσεων, και της θυματοποιητικής αφηγήσεως περί ελληνικού λαού. Η κουλτούρα αυτή, με έντονα μοιρολατρικά και φονταμενταλιστικά χαρακτηριστικά, συνδέεται αρμονικά με το ιδεολόγημα «λεφτά υπάρχουν/διασφαλίσαμε», χαρακτηρίζοντας την δραματικά συντηρητική μορφή της ελληνικής κοινωνίας, με οπισθοδρομικά μάλιστα στοιχεία και έντονη τάση για ικανοποίηση που προκύπτει αποκλειστικά από την οικονομική παραμυθία. Στο πλαίσιο αυτό όχι μόνον διασκεδάζονται οι πραγματικές οικονομικές και πολιτικές σχέσεις στην χώρα μας, αλλά και το ίδιο το φαινόμενο της εργασίας. Ακούω: «τώρα που πτωχεύσαμε να σηκώσουμε τα μανίκια και να πλακωθούμε όλοι στην δουλειά, αφήνοντας στην πάντα την μιζέρια, τα πώς και τα γιατί». Και αυτά ακούω συνήθως από εκείνους που δεν έχουν ιδέα τι σημαίνει και τι είναι δημιουργική εργασία. Μιλάνε για εργασία είτε αυτοί που την κατανοούν με όρους βιοπορισμού, είτε απλώς ως υπεραξία, είτε ως απασχόληση στο πλαίσιο ενός καταναλωτικού μοντέλου.

Οι λίγοι εκείνοι που μακριά από τις τετριμμένες δεξιές ή αριστερές αφηγήσεις περί εργασίας εστιάζουν στην βιοοικονομική της διάσταση, παραμένουν μάλλον αμήχανοι. Δεν ξέρουν πια τι να πουν, παρατηρώντας την υποκουλτούρα να βασιλεύει ορίζοντας τις συνθήκες αξιοποίησης του κεφαλαίου με όρους εξευτελισμού της εργασίας ή την υπέρβαση της κρίσης, βλαστημώντας το κεφάλαιο. Κοιτάξτε, η θεωρία κατέδειξε και η εμπειρία απέδειξε πως υπάρχει μορφή παραγωγικότητας που αυξάνει, ανεβάζοντας αντί μειώνοντας τους πραγματικούς μισθούς και το επίπεδο απασχόλησης παρά την (σχετική) μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης. Υπάρχει τρόπος ευημερίας, δηλαδή, στον καπιταλισμό μέσω της μείωσης του κόστους αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης, δίχως να φτωχαίνει ο εργαζόμενος - και μάλιστα με περιορισμένη ανεργία - δια της αυξήσεως της παραγωγικότητας με χρήση υψηλής τεχνολογίας παραγωγής και οργάνωσης και έλεγχο των χρηματοπιστωτικών ροών, που όμως προϋποθέτουν πόλωση στην συσσώρευση κεφαλαίου με τον τρόπο που επιδιώκεται και σε μεγάλο βαθμό επιτυγχάνεται από την κεντροευρωπαϊκή βιομηχανική ελίτ, στο πλαίσιο της μεταμοντέρνας μας ΕΕ. Το κακό για τους Έλληνες είναι πώς δεν καταλαβαίνουμε αυτή την διάσταση της ανάπτυξης, διότι αναμασούμε οικονομιστικές σαχλαμάρες και δοξασίες της αγοράς ή περί επανάστασης, δίχως να καταλαβαίνουμε την λειτουργία της πολιτικής οικονομίας της Ευρωζώνης, που δίχως άλλο μας υπονομεύει ως κοινωνία και δημόσια οντότητα. Αν δεν τα καταλάβεις αυτά πώς να διαπραγματευτείς στο πλαίσιο της ΕΕ και των αναδιαρθρώσεων του δημόσιου χρέους - αν υποθέσουμε πως έχεις τέτοια πρόθεση;

Από την μεριά μου προσπάθησα να φωτίσω ακριβώς αυτή την διάσταση της πολυσύνθετης κρίσης στην Ελλάδα, η οποία δεν πρέπει να εγκλωβίζεται σε στείρους εθνικισμούς ή επαναστατικές ρητορείες. Η Ελλάδα είχε και φόντα να διαπραγματευτεί πολιτικά και ικανότητα να διατηρήσει το κύρος και τη δύναμή της, επ’ ωφελεία της ευρύτερης κοινωνίας, ακολουθώντας ένα πρόγραμμα αναδιοργάνωσης, εκδημοκρατισμού και εκβιομηχάνισης με ορθολογικοποίηση των δημοσιονομικών και αποκομματικοποίηση της διοίκησης, που όμως δεν θα ήταν προσαρμοσμένο στην Ευρωπόλωση της συσσώρευσης. Ένα τέτοιο πρόγραμμα υποστήριξα μέσω της διαδικτυακής μου παρέμβασης, που σίγουρα είχε αδυναμίες στον ριζοσπαστικό χαρακτήρα του, καθώς δεν προϋπέθετε, για λόγους στρατηγικής, την έξοδό μας από την ευρωζώνη. Ένα τέτοιοι πρόγραμμα, ωστόσο, ήταν απολύτως ξένο με το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα της Ελλάδας και την οντολογική του υπόσταση στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Το πολιτικό σύστημα της Ελλάδας γνωρίζει ένα και μοναδικό πράγμα: πώς να πολιτεύεται με το «λεφτά υπάρχουν» και να αναπαράγεται μέσω της διαπλοκής και της κομματικής πατρωνίας, υπηρετώντας ντόπιους και ξένους νταβάδες, ενώ ρητορεύει πατριωτικά. Όχι απλώς γνωρίζει να εξαπάτα πολιτικά τον λαό, αλλά να τον χειραγωγεί μέσω της απόλυτης ιδεολογικο-οικονομικής παραπλάνησης. Έτσι όμως η κυρίαρχη προπαγάνδα στρεβλώνει την γνώση στην χώρα και υπονομεύει την αυτογνωσία των ούτως ή άλλως διχασμένων κοινωνικών υποκειμένων. Το τελευταίο συμβάλει στην διόγκωση του ατομισμού και στην μεταφυσική, απολιτική, φαντασιακή σύνθεση του έθνους μας ως απολιτικής κοινότητας.

Δίχως επίγνωση της πολιτικής οικονομίας που ορίζει την πολιτική διάσταση του εθνικού κράτους, φίλοι, έθνος με την σημερινή πολιτική έννοια δεν υφίσταται. Πρόκειται για μια εικονική οντότητα που αποκτά υπόσταση αποκλειστικά μέσω του ιδεολογήματος «λεφτά υπάρχουν στην τσέπη των Ελλήνων Χριστιανών». Αυτό σημαίνει το «πάση θυσία στο Ευρώ»: πολιτική κοινότητα δομημένη στο «πάση θυσία στο Ευρώ». Το εθνικό κράτος του ευλογημένου Ευρώ, αν προτιμάτε! Μόνον που αυτό το «εθνικό κράτος» υπό αναστολή κυριαρχίας σήμερα, δεν εξυπηρετεί την κοινωνία και την πολιτεία που το ορίζουν, αλλά μια μεταμοντέρνα οντότητα στις παρυφές της οποίας εμφανίζεται να ζητιανεύει λεφτά και συμπάθεια, ώστε λεφτά να υπόσχεται, έστω και για παρηγοριά … για το μέλλον!

Εύχομαι, για τα Χριστούγεννα και την Νέα Χρονιά, ο Έλληνας της εργασίας να μάθει να σέβεται την εργασία του – που είναι εν τέλει ο εαυτός του - και μέσω αυτής τον εαυτό του: έτσι θα μάθει εμπειρικά τι σημαίνει πολιτική οικονομία και θα απομακρυνθεί από τα ιδεολογήματα και την κουλτούρα που τον καθιστούν πιόνι στην Ευρωπόλωση της σύγχρονης μορφής συσσώρευσης μετά την διεθνή κεφαλαιοκρατική κρίση που εξελίσσεται σταδιακά σε ολόκληρη την υφήλιο. Το ίδιο εύχομαι και στον άνεργο καθώς και αυτός υποκείμενο της εργασίας είναι, που θα πρέπει να ταυτίζεται με αυτήν, αν πάψει να ορίζει τον εαυτό του ως εν δυνάμει απασχολούμενο, απασχολήσιμο, ή δουλικό και οιονεί αφεντικό των άλλων ή του εαυτού του. Μετά από αυτό πολλά δυσνόητα θα γίνουν αυτονόητα σε ότι αφορά στην συλλογική πολιτική δράση για την επόμενη περίοδο.



Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.