ΤΑΚΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Είναι πια σχεδόν
προδιαγεγραμμένο το ουσιαστικό αποτέλεσμα των νέων εκλογών στις 18 Ιούνη,
ανεξάρτητα από το εάν θα νικήσει η «μνημονιακή» συμμαχία με κορμό την ΝΔ και
ΠΑΣΟΚ, ή η «αντιμνημονιακή» συμμαχία με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Και στις δυο
περιπτώσεις θα έχουμε μια βαριά ήττα του λαϊκού κινήματος που κατά τη γνώμη
μου θα οδηγήσει στο τέλος της παραδοσιακής Αριστεράς, όπως άλλωστε έχει ήδη
ακριβώς γίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Έτσι, στην
πρώτη περίπτωση, η νίκη της μνημονιακής παράταξης, που φαίνεται και η
πιθανότερη, εφόσον η εκστρατεία των ξένων και ντόπιων ελίτ να παγιδεύσει την
αντίδραση των λαϊκών στρωμάτων φαίνεται ότι στέφεται από επιτυχία, θα
σημάνει την τελική εκ των υστέρων νομιμοποίηση του συστημικού εγκλήματος που
διαπράχθηκε με τα Μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις. Αυτό θα έχει
αποτέλεσμα τη μόνιμη
φτωχοποίηση της πλειοψηφίας του λαού και την κατάργηση κάθε εθνικής και
οικονομικής κυριαρχίας, καθώς και το ξεπούλημα του κοινωνικού πλούτου της
χώρας. Θα σημαίνει όμως ακόμη ότι, παρά τις μεγαλόστομες «ταξικές» αναλύσεις
για δήθεν μετατόπιση στις
προηγούμενες εκλογές εργατικών και λαϊκών στρωμάτων προς την Αριστερά, στην
πραγματικότητα αυτό που φαίνεται συνέβη ήταν μια πρόσκαιρη μετατόπιση
ψηφοφόρων από τα κόμματα εξουσίας (του ΠΑΣΟΚ κυρίως) που αποτελούνται από
νοικοκυραίους οι οποίοι ήθελαν μεν να «τιμωρήσουν» το ΠΑΣΟΚ για την απώλεια
σημαντικού τμήματος της ευημερίας τους αλλά όχι να υποστούν και οποιαδήποτε
σημαντική θυσία για μια πραγματική αλλαγή. Επομένως, μόλις οι ελίτ τους
τρομοκρατήσαν αρκούντως επανέρχονται στη «στρούγκα» τους. Έτσι μπορεί να
εξηγηθεί και η γελοιότητα η Ελλάδα να έχει υψηλότερο ποσοστό πίστης στο Ευρώ
από άλλες χώρες ακόμη και στα μητροπολιτικά κέντρα, των οποίων οι λαοί
σίγουρα έχουν ωφεληθεί από το Ευρώ και την ΕΕ
πολύ περισσότερο σε σχέση με τον Ελληνικό λαό ο οποίος μόνο κάποια
πρόσκαιρα ωφελήματα είχε!
Στην
περίπτωση αυτή, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, πιθανώς και με τη βοήθεια κάποιου από τα «Ευρωπαϊστικά»
συστημικά δεκανίκια (ΔΗΜΑΡ, Οικολόγοι-Πράσινοι, κ.λπ.), κατά πάσα πιθανότητα
θα έχουν τη δυνατότητα να σχηματίσουν αυτοδύναμη κυβέρνηση να συνεχίσουν το
«έργο» τους, με τη δέσμευση ότι θα υιοθετήσουν σημαντικές «τροποποιήσεις»
των αποικιοκρατικών όρων που επέβαλλαν τα Μνημόνια, οι δανειακές συνθήκες
και οι εφαρμοστικοί νόμοι, καθώς
και μια «ανάπτυξη» που θα στηρίζεται βασικά στις ιδιωτικές επενδύσεις
και επομένως στην ακόμη μεγαλύτερη «ελαστικοποίηση» της εργασίας, και ίσως
και σε κάποια έργα υποδομής. Φυσικά, όλες οι θεσμικές ρυθμίσεις που
εισάχθηκαν τα τελευταία δύο
χρόνια και ενσωματώνουν πλήρως τη χώρα στην νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση
(και όχι απλά τα «νεοφιλελεύθερα δόγματα» στα οποία ανάγουν κάποιοι
«Μαρξιστές» την δομική αλλαγή του συστήματος που αποτελεί η παγκοσμιοποίηση
αυτή), θα μείνουν ανέγγιχτες, αφού άλλωστε επιβάλλονται από τη συνθήκη
Μάαστριχτ και τις συνθήκες που την ακολούθησαν σαν αποτέλεσμα της ένταξής
μας στην ΕΕ. Δηλαδή, τα μνημόνια, με την ευκαιρία της κρίσης, απλά εισήγαγαν
τα μέτρα αυτά και στην Ελλάδα.
Όμως ακόμη
και αν δεχθούμε τη δεύτερη περίπτωση και νικήσει στις εκλογές η
αντιμνημονιακή παράταξη, η ήττα θα είναι το ίδιο σημαντική, αν όχι και
βαρύτερη, γιατί ο αποπροσανατολισμός της ρεφορμιστικής αριστεράς για την ΕΕ
και το Ευρώ θα έχει παρασύρει και σημαντικά λαϊκά τμήματα που στις
προηγούμενες εκλογές, παρά την ιδεολογική τρομοκρατία των ελίτ, αποφάσισαν
να στραφούν συνειδητά στην Αριστερά, και όχι απλά να ρίξουν ψήφο
διαμαρτυρίας και αγανάκτησης, όπως στην πρώτη περίπτωση, —και παρέμειναν
στην Αριστερά. Η ευθύνη για την βαριά αυτή ήττα θα ανήκει κατ’ αρχήν στη
λαϊκιστική ρεφορμιστική Αριστερά που εκπροσωπεί ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στην
Αριστερά γενικότερα. Έτσι τη
στιγμή που οι ντόπιες και ξένες ελίτ θρασύτατα τρομοκρατούν τον λαό
απειλώντας ...να μας πάρουν το
Ευρώ, (δηλαδή το κατ’ εξοχήν όργανο υποδούλωσης του Ελληνικού λαού όχι μόνο
στις ντόπιες ελίτ, όπως συνέβαινε με τη δραχμή, αλλά και στις ξένες!), ο
ΣΥΡΙΖΑ, αντί να χρησιμοποιήσει την τρομοκρατία αυτή σαν μοναδική ευκαιρία
για να συνειδητοποιήσει ο Ελληνικός λαός το τι πραγματικά σημαίνει η ένταξή
μας στην ΕΕ, ιδιαίτερα σε σχέση με την καταστροφή της παραγωγικής δομής μας
που είναι η απώτερη αιτία της σημερινής κρίσης, και να διαμορφώσει ένα
πρόγραμμα άμεσης εξόδου από την ΕΕ και θεμελίωσης των βάσεων μιας
αυτοδύναμης οικονομίας, έκανε ακριβώς το αντίθετο. Δηλαδή, αυτό ακριβώς που
επιθυμούσαν οι ξένες ελίτ, παρά τους θεατρινισμούς τους: μια απόπειρα
εξαπάτησης του Ελληνικού λαού ότι θα καταγγείλει, αν εκλεγεί, το Μνημόνιο
και τις δανειακές συμβάσεις και θα ακυρώσει τους εφαρμοστικούς Νόμους, ενώ
όπως αποκαλύπτεται τώρα, ο στόχος του δεν είναι καν αυτός (που βέβαια είναι
τόσο ανέφικτος όσο και ανεπιθύμητος μέσα στην ΕΕ, στην οποία ορκίζεται
πίστη!) αλλά απλά η επαναδιαπραγμάτευση κάποιων όρων του Μνημονίου. Δηλαδή,
η σύναψη ενός νέου «προοδευτικού» Μνημονίου, το οποίο δεν θα περιέχει καν
πολλά από αυτά που υπόσχεται σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ, εφόσον
θα μπορούν εύκολα οι συνδιαπραγματευτές του να του δείξουν γιατί αντίκεινται
προς τις θεμελιακές συμβάσεις της ΕΕ και Ευρωζώνης που δεσμεύουν όλα τα μέλη
(και επομένως και την Ελλάδα του ΣΥΡΙΖΑ!), τις οποίες όμως φαίνεται κανένας
από τους «ειδικούς» οικονομολόγους του ΣΥΡΙΖΑ δεν
μπήκε στον κόπο να διαβάσει! Και αυτό γιατί παρόλο
που το επικαιροποιημένο πρόγραμμα που ανακοίνωσε ο ΣΥΡΙΖΑ περιέχει και
πολλές «διαρθρωτικές» αλλαγές σοσιαλφιλελεύθερου χαρακτήρα για τις οποίες
δεν θα είχαν σοβαρές αντιρρήσεις οι εταίροι μας, αφού και αυτοί πρότειναν
παρόμοιες, έχει συγχρόνως και κάποιες άλλες που διαπνέονται από την
‘κρατικιστική’ λογική της περιόδου της σοσιαλδημοκρατίας και όχι από την
λογική της ανταγωνιστικότητας που εκφράζουν οι Κοινοτικές συνθήκες μετά την
συνθήκη Μάαστριχτ, όταν ολοκληρώθηκε η προσχώρηση της ΕΕ στη νεοφιλελεύθερη
παγκοσμιοποίηση.
Έτσι, τυχόν σχηματισμός
κυβέρνησης με βάση την αντιμνημονιακή παράταξη θα έχει να αντιμετωπίσει το
έξης άμεσο δίλημμα:
- είτε να δεχτεί το
«προοδευτικό» Μνημόνιο που θα ικανοποιούσε τις απαιτήσεις των εταίρων
που απορρέουν από τις Κοινοτικές συνθήκες για να αποφευχθεί η ρήξη με
την ΕΕ, οπότε όμως θα ήταν θέμα χρόνου να αντιληφθούν τα λαϊκά στρώματα
την εξαπάτησή τους όταν θα έβλεπαν ότι η οικονομική κατάσταση τους θα
βελτιωνόταν ελάχιστα ή καθόλου με το προοδευτικό Μνημόνιο και θα
έστρεφαν οριστικά την πλάτη στην Αριστερά, στρεφόμενα σε κάποιον Έλληνα
Μπερλουσκόνι.
- είτε θα αναγκαζόταν να
έπαιρνε μέτρα για την «εκούσια» έξοδο από την Ευρωζώνη, ‘σαν λύση
ανάγκης’ όμως, και όχι σαν προγραμματική επιλογή σε συνοδεία με άλλα
απαραίτητα μέτρα για την αποφυγή μιας κρίσης πιθανώς μεγαλύτερης από τη
σημερινή, όπως τα περιγράφω παρακάτω.
Δηλαδή τα μέτρα που θα έπαιρνε η κυβέρνηση της Αριστεράς δεν θα
απέβλεπαν στην αποδέσμευση από την διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς
και τη δημιουργία των βάσεων αυτοδύναμης οικονομίας, και η οικονομία θα
εξακολουθούσε κατά συνέπεια να κυβερνάται από την αρχή της
ανταγωνιστικότητας, έστω και αν ήταν έξω από την ΕΕ, με καταστροφικές
συνέπειες για την παραγωγική δομή της, πέρα από τις βραχυπρόθεσμες
συνέπειες εξόδου από το Ευρώ!
Παράλληλα, η ανάδειξη
αυτοδύναμης κυβέρνησης της αντιμνημονιακής (ή ρεφορμιστικής) Αριστεράς
θα διέγραφε μια σημαντική ήττα των πραγματικά αντισυστημικών δυνάμεων
της αριστεράς (αυτών που οι «αντιεξουσιαστές» μας που ...ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ δεν
κατατάσσουν στην Αριστερά!), οι οποίες με συνέπεια από τον καιρό της ένταξης
της χώρας στην ΕΕ πάλευαν εναντίον της. Και αυτό,
γιατί γνώριζαν βέβαια πολύ καλά ότι αποτελεί εγκληματικό αποπροσανατολισμό,
στην καλύτερη περίπτωση, η πάλη για μια «Ευρώπη των Λαών» ή μια Ένωση
σοσιαλιστικών δημοκρατιών, μέσα στην ΕΕ του Μάαστριχτ, που οικοδομήθηκε από
την αρχή για την εξυπηρέτηση των αναγκών των Ευρωπαϊκών ελίτ και ιδιαίτερα
του Ευρωπαϊκού κεφαλαίου στην αναδυόμενη τότε παγκοσμιοποιημένη οικονομία
της αγοράς, και όχι βέβαια για τις ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων. Αντίθετα, η
ΕΕ ισχυροποιούσε τη δύναμη της κάθε ντόπιας ελίτ με την οικονομική, πολιτική
και, σε τελική ανάλυση, ακόμη και στρατιωτική βοήθεια που θα μπορούσαν να
διαθέσουν οι άλλες ελίτ μέσα στην ΕΕ για να καταπνίξουν κάθε αντισυστημικό
κίνημα εν τη γενέσει του.
Η δημιουργία άλλωστε
ανυπέρβατων ανισοτήτων μέσα σε μια οικονομική ένωση όπως η ΕΕ μπορεί να
θεμελιωθεί όχι μόνο στη ριζοσπαστική αλλά ακόμη και στην ορθόδοξη οικονομική
θεωρία, εφόσον, σε συνθήκες ανοικτών και απελευθερωμένων αγορών, οι
οικονομικά παραγωγικότερες και αποτελεσματικότερες χώρες θα επικρατήσουν σε
σχέση με τις ασθενέστερες και οι διαφορές θα γίνουν ακόμη μεγαλύτερες, εκτός
αν υπάρχει μια αντίστροφη ισοδύναμη προσπάθεια μεταφοράς οικονομικής δύναμης
από από το κέντρο της ένωσης για την ανατροπή αυτών των τάσεων στην
περιφέρεια, που βέβαια δεν υπάρχει μέσα στην ΕΕ, ούτε στις ΗΠΑ, ή
οποιοδήποτε άλλο καπιταλιστικό κράτος. Αντίθετα ! Και είναι βέβαια γνωστό
ότι οι λαοί των χωρών που μετέχουν στην ΕΕ βρίσκονται σε πολύ διαφορετικά
επίπεδα οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης, με διαφορετικές ιστορικές
παραδόσεις λαϊκών αγώνων κατά των ελίτ. Εάν είναι επομένως μια φορά δύσκολο
να ενωθούν τα λαϊκά στρώματα, στο πλαίσιο μιας χώρας, παρά το γεγονός ότι
έχουν κοινό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης και κοινή ιστορική παράδοση αγώνων
κατά των ντόπιων ελίτ, πέρα από την κοινότητα οικονομικών (και όχι μόνο!)
συμφερόντων, προφανώς είναι πολλαπλάσια δύσκολο να ενωθούν τα λαϊκά στρώματα
πολλών χωρών με σημαντικές διαφορές στο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης,
διαφορετικές αγωνιστικές παραδόσεις κ.λπ., παρά την παρόμοια κοινότητα
συμφερόντων τους στο αφαιρετικό επίπεδο της κατηγορίας «εργασία». Ο μέσος
Γερμανός εργαζόμενος, στη πράξη, κάθε άλλο παρά ταυτίζει τα συμφέροντα του
με αυτά του Έλληνα, ή ο Βορειοαμερικανός με αυτά του Λατινοαμερικανού!
Ενώ
δηλαδή στην εποχή της διεθνοποιημένης οικονομίας της αγοράς είναι τέτοια η
αντικειμενική αλληλεξάρτηση των συμφερόντων των ελίτ στο κέντρο της
οικονομίας αυτής (χοντρικά η G7),
ώστε σήμερα είναι αδιανόητοι οι πόλεμοι μεταξύ τους, όπως οι παγκόσμιοι
πόλεμοι για το «μοίρασμα των αγορών» πριν την έλευση της Νέας Τάξης που
καθιέρωσε η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση (παρά τις «Μαρξιστικές» ανοησίες
περί του αντιθέτου που μιλούν για μελλοντικούς γαλλογερμανικούς πολέμους και
άλλα παραμύθια), η αντικειμενική αλληλεξάρτηση των λαϊκών στρωμάτων, ακόμη
και αν στο αφαιρετικό επίπεδο της «εργασίας» είναι φανερή, στο υποκειμενικό
επίπεδο, η αλληλεξάρτηση αυτή είναι σχεδόν μηδαμινή. Γι’ αυτό και οι
προσπάθειες για κοινούς αγώνες των λαών στην ΕΕ (ακόμη και των εργατικών
συνδικάτων!) για να αντιμετωπίσουν τη σημερινή γενικευμένη επίθεση των ελίτ
με στόχο να ισοπεδώσουν τις εργασιακές σχέσεις μέσα στη διεθνοποιημένη
οικονομία, με ελάχιστο κοινό παρονομαστή τις άθλιες εργασιακές σχέσεις στην
Άπω Ανατολή, την Ινδία κ.λπ., έχουν πέσει στο κενό.
Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει
ότι είναι αδύνατοι οι κοινοί αγώνες των λαών κατά των ελίτ τους. Όμως αυτοί
οι αγώνες πρέπει να ξεκινούν «από κάτω», από τον λαό της κάθε χώρας χωριστά
και όχι στο πλαίσιο μιας ένωσης όπως η ΕΕ--όπως εξαπατά για παράδειγμα ο
ΣΥΡΙΖΑ-- όπου οι ελίτ έχουν πολλά μέσα να τους
εξουδετερώσουν,. Ούτε καν μέσα από πανευρωπαϊκά οργανωμένα
σοσιαλιστικά κόμματα ή συνδικάτα, όπως προτείνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και διάφορα
Τροτσκιστικά «κόμματα», πράγμα που επίσης καταντά άλλη μια προσπάθεια «από
πάνω», με βάση τις παραπάνω διαφορές μεταξύ των λαών αλλά και με δεδομένες
τις ιεραρχικές σχέσεις, γεγονός
που επίσης οδήγησε στην ιστορική αποτυχία όλων αυτών των προσπαθειών. Δεν
είναι άλλωστε τυχαίο ότι προσκεκλημένος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ πριν λίγες μέρες, ο
«αντικαπιταλιστής» Τάρικ Αλί, ο οποίος έχει σήμερα τόση σχέση με τον
αντικαπιταλιστικό αγώνα όση περίπου και ο...Κον Μπεντίτ (είναι γνωστή π.χ. η
έμμεση στήριξη του στη ΝΑΤΟϊκή εκστρατεία ενάντια στον λαό της Λιβύης)
μίλησε για την ανάγκη να νικήσει η Αριστερά στις εκλογές (δηλ. ο ΣΥΡΙΖΑ) η
οποία, όπως είπε, θα πρέπει να προχωρήσει στην εθνικοποίηση των Τραπεζών και
στην αθέτηση πληρωμής του Χρέους --όλα αυτά μέσα στην ΕΕ και την Ευρωζώνη,
που υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, για τις οποίες ο Τ. Αλί δεν
είπε λέξη! Ούτε είναι συμπτωματικό ότι, στο ίδιο μήκος κύματος, και ο
μεταμοντέρνος «Μαρξιστής» Ζίζεκ που (φυσικά ήταν ενθουσιώδης για την
«ροζ επανάσταση» του Ιράν, η οποία ήταν πρόδρομος των σημερινών Αραβικών
«επαναστάσεων»), παρομοιάζει τον ΣΥΡΙΖΑ με τη «φωνή
της λογικής που ορθώνει το ανάστημά
της ενάντια στην τρέλα της ιδεολογίας της αγοράς», την οποία προφανώς
εκπροσωπούν κάποιοι κακοί Τραπεζίτες και πολιτικοί με τους οποίους, φυσικά,
ουδεμία σχέση έχει η ΕΕ και η Ευρωζώνη --για τις οποίες, επίσης, δεν
αρθρώνει λέξη…
Και όταν μιλώ για αγώνες
που πρέπει να ξεκινούν «από κάτω», από τον λαό της κάθε χώρας χωριστά,
εννοώ, στην ιδανική περίπτωση,
τη συγκρότηση από κάθε λαό
οργάνων για την αυτό-οργάνωσή του, σαν αναγκαία προϋπόθεση για τη δημιουργία
των βάσεων της οικονομικής και πολιτικής αυτοδυναμίας του. Δεν εννοώ δηλαδή
την παρωδία άμεσης δημοκρατίας στις πλατείες, από την Ταχρίρ μέχρι το
Σύνταγμα, και από τη Νέα Υόρκη μέχρι το Λονδίνο, εφόσον πραγματική άμεση
δημοκρατία σημαίνει θεσπισμένα (όργανα) άμεσης πολιτικής και οικονομικής
δημοκρατίας των πολιτών στον τόπο διαμονής τους και αντίστοιχα όργανα στους
τόπους δουλειάς, εκπαίδευσης κ.λπ. που θα συνομοσπονδιοποιούνται στο τοπικό,
το περιφερειακό, το εθνικό και αργότερα στο ηπειρωτικό επίπεδο.
Όμως,
δεδομένου ότι ο άμεσος στόχος ενός παρόμοιου Μετώπου θα ήταν η πραγματική
και μόνιμη έξοδος από την
κρίση, η οποία είναι αδύνατη χωρίς την δημιουργία των βάσεων για μια
αυτοδύναμη οικονομία, ενώ η αποδέσμευση από την νεοφιλελεύθερη
παγκοσμιοποίηση γενικότερα είναι μακροπρόθεσμος στόχος, το Μέτωπο αυτό θα
μπορούσε αρχικά να προκύψει, (πάντα σε μια χώρα), από δυνάμεις που
δεσμεύονται προγραμματικά για την έξοδο από ΕΕ και Ευρώ και τη δημιουργία
των βάσεων μιας αυτοδύναμης οικονομίας, είτε οι δυνάμεις αυτές αποτελούνται
από λαϊκά στρώματα που πιστεύουν σε κάποιο τύπο κρατικού σοσιαλισμού, είτε
σε μια αμεσοδημοκρατική κοινωνία σαν αυτή που περιέγραψα σύντομα, ενώ το
θέμα της μορφής συστημικής αλλαγής, θα αφεθεί να αποφασιστεί με δημοκρατικές
διαδικασίες, αφού έχει επιτευχθεί πρώτα η οικονομική αυτοδυναμία.
Η ευθύνη όμως για την μη
ανάπτυξη ενός αγώνα με βασικό αίτημα την μονομερή έξοδο από την ΕΕ σαν
βασική προϋπόθεση για τη δημιουργία
μιας αυτοδύναμης οικονομίας ανήκει μεν πρωταρχικά στην αντιμνημονιακή
αριστερά, αλλά δεν είναι άμοιρη ευθύνης και η υπόλοιπη Αριστερά,
αντισυστημική και μη, που δεν έβαλε την μονομερή έξοδο από την ΕΕ σαν βασική
προϋπόθεση διεξόδου από την κρίση (χωρίς υπεκφυγές που παραπέμπουν στη
...Δευτέρα Παρουσία, δηλαδή στην πανευρωπαϊκή αντικαπιταλιστική και
σοσιαλιστική επανάσταση, ή την γενική καπιταλιστική «ρήξη» κ.λπ.). Μέρος
αυτής της ευθύνης φέρνει ακόμη και η αντισυστημική Αριστερά (ΚΚΕ) που ενώ
έβαζε πάντα με συνέπεια το θέμα της μονομερούς εξόδου από την ΕΕ και είναι η
μόνη που αγωνίζεται και σήμερα για να βοηθήσει στη σχετική συνειδητοποίηση
των λαϊκών στρωμάτων, εντούτοις,
δεν προσπάθησε να συμβάλλει στη σύμπηξη ενός Λαϊκού Μετώπου με βάση
ένα μεταβατικό πρόγραμμα που θα μπορούσε να συνενώσει όλα τα λαϊκά στρώματα
που αποτελούν τα θύματα της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και σήμερα
μάχονται κυριολεκτικά για την επιβίωσή τους. Δηλαδή, ένα Μέτωπο, με βασικό
στόχο την έξοδο από την ΕΕ, η οποία θα έκανε άμεσα εφικτούς και τους
παρακάτω στόχους:
- την άμεση στάση
πληρωμών και την μη αναγνώριση του Χρέους, όχι γιατί
θα το πιστοποιούσε μια ...Επιτροπή Λογιστικού Ελέγχου αλλά απλά γιατί
δεν ρωτήθηκε ποτέ ο Λαός γι’ αυτό!
- την πραγματική
καταγγελία Μνημονίου και δανειακών συμβάσεων και ακύρωση των σχετικών
εφαρμοστικών νόμων, χωρίς καμιά αναδιαπραγμάτευση για τη δημιουργία ενός
«προοδευτικού» Μνημονίου μέσα στην ΕΕ
- την
επανακοινωνικοποίηση του εθνικού πλούτου που ξεπουλήθηκε ή είναι για
ξεπούλημα
- τη ΜΟΝΙΜΗ εισαγωγή
αυστηρών κοινωνικών ελέγχων στις αγορές
- την ανάθεση στην
κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου της αποκλειστικής διαχείρισης της
οικονομίας, μέχρις ότου να δημιουργηθεί μια άλλη οικονομία που θα
ελέγχεται από τον ίδιο τον Λαό, ανάλογα με τη μορφή συστημικής αλλαγής
που θα επιλέξει
- την δραστική
φορολόγηση της περιουσίας και των υψηλών εισοδημάτων, βραχυπρόθεσμα, για
τη κάλυψη των αναγκών για τις κοινωνικές επενδύσεις (όχι τις ιδιωτικές
στις οποίες βασίζεται το πρόγραμμα ΣΥΡΙΖΑ!) στην αυτοδύναμη παραγωγική
δομή, και, μακροπρόθεσμα, για τη κοινωνική κάλυψη βασικών αναγκών όπως η
Υγεία και η Εκπαίδευση.
Θα πρέπει τέλος να
σημειωθεί εδώ ότι η τρομοκρατική προπαγάνδα των ελίτ στην εκστρατεία να
παγιδεύσουν τον Λαό να εκλέξει είτε φίλο-ΕΕ κόμματα εξουσίας, αλλά και
φίλο-ΕΕ ...αξιωματική αντιπολίτευση (που θα «μάχεται» για την τιμή των
όπλων, όπως για παράδειγμα η ΓΣΕΕ!), είτε φίλο-ΕΕ «κυβέρνηση της Αριστεράς»
έχει πράγματι κάποια βάση, αλλά ακριβώς μόνο γιατί παίρνει κατά γράμμα το
αντιφατικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή, πράγματι
η επιδίωξη ακόμη και των στόχων που διακηρύσσει, μέσα στην ΕΕ, (ακόμη
και μετά την «εκούσια» έξοδο από την Ευρωζώνη στην οποία μπορεί να μας
εξανάγκαζαν οι «εταίροι» μας), θα μπορούσε να οδηγήσει σε υπερπληθωρισμό,
απώλεια καταθέσεων, αδυναμία πληρωμής μισθών και συντάξεων κ.λπ., εφόσον η
έξοδος από το Ευρώ δεν θα συνοδευόταν από σειρά συμπληρωματικών μέτρων όπως
τα παραπάνω που θα έδιναν πραγματικά τον έλεγχο της οικονομικής διαχείρισης
στον Ελληνικό Λαό.
Το ίδιο ισχύει και σε σχέση με τα «εθνικά θέματα» για
τα οποία ανησυχεί η «πατριωτική» Αριστερά και Δεξιά. Η συμμετοχή μας στην ΕΕ
και τον πολιτικοστρατιωτικό της εγκληματικό οργανισμό, το ΝΑΤΟ, απλά μας
ενέπλεξε σε εγκλήματα όπως αυτό τελευταία κατά του λαού της Λιβύης και αύριο
στα προετοιμαζόμενα εγκλήματα κατά των λαών της Συρίας και του Ιράν. Δεν μας
‘έσωσε’ όμως από την εισβολή και κατοχή της μισής Κύπρου, αλλά αντίθετα μας
εξανάγκασε να ξοδεύουμε τεράστια ποσά κάθε χρόνο για να πλουτίζουμε τις
δυτικές πολεμικές βιομηχανίες, ενώ θα αρκούσε μια επίσημη δέσμευση της ΕΕ
και του ΝΑΤΟ ότι εγγυάται τα σύνορά μας σαν σύνορα της ΕΕ που θα έκανε
περιττές τις δαπάνες αυτές![1]
Η έξοδος όμως από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ θα μας έδινε τη δυνατότητα να κάνουμε,
βραχυπρόθεσμα, νέες συμμαχίες με χώρες που αντικειμενικά δεν έχουν σήμερα τα
ίδια συμφέροντα με αυτά της υπερεθνικής ελίτ (π.χ. τη Ρωσία) για την
προστασία των συνόρων μας (που δεν κινδυνεύουν τόσο από γειτονικούς λαούς
όσο από την υπερεθνική ελίτ που τους υποκινεί) και των ανταλλαγών μας (σε
σχέση με ενέργεια κ.λπ.) και, μακροπρόθεσμα με τις συνομοσπονδίες άμεσης
πολιτικής και οικονομικής δημοκρατίας των λαών που ελπίζουμε να σχηματισθούν
στο μέλλον, μετά την πιθανή κατάρρευση της περιφερειακής Ευρωζώνης (δηλ.,
των περιφερειακών χωρών του Νότου που αδυνατούν να επιβιώσουν στον
ανταγωνισμό με αυτές του Βορρά).
Εάν λοιπόν τελικά επιτύχει το φανερό σχέδιο των
ντόπιων και ξένων ελίτ να βάλουν την ΕΕ τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην
αξιωματική αντιπολίτευση, (σε περίπτωση που η αντιμνημονιακή αριστερά
αποτύχει στον σχηματισμό κυβέρνησης), μετατρέποντας την Ελλάδα και σε τυπικό
προτεκτοράτο της υπερεθνικής ελίτ, τότε το μόνο που θα απομένει είναι να
δημιουργηθούν στο μέλλον οι δυνάμεις για ένα Μέτωπο[2]
της πραγματικής αντισυστημικής Αριστεράς, με στόχο την άμεση μονομερή έξοδο
από την ΕΕ και την οικονομική αυτοδυναμία (και κατά συνέπεια
και την εθνική) που θα θέσει και τις βάσεις για μια οικονομία
πραγματικά ελεγχόμενη από τον Λαό και όχι από τις ελίτ, ώστε να μην
εμπεδωθεί η οριστική οικονομική καταστροφή των λαϊκών στρωμάτων που θα
σημάνει η νομιμοποίηση του συστημικού εγκλήματος.
http://inclusivedemocracy.org/fotopoulos
[1]
Τ. Φωτόπουλος, Η Ελλάδα ως
Προτεκτοράτο της Υπερεθνικής Ελίτ (Γόρδιος, Νοέμβρης 2010), κεφ.
13
[2]
Δίκτυο για την Περιεκτική Δημοκρατία,
Έκκληση για ένα νεο Μέτωπο
Κοινωνικής και εθνικής απελευθέρωσης, (Φλεβάρης 2012)
http://inclusivedemocracy.org/brochures/2012.04.19__metopo_koinonikis_ethnikis_apeleytherosis.html