ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Τρίτη 9 Ιουνίου 2015

Στοιχεία του σύγχρονου (χρηματοπιστωτικού) ολοκληρωτισμού

Μανιφέστο του «Δημοκρατικού» Ολοκληρωτισμού

 

Κυκλοφορούσε καιρό στο διαδίκτυο· τώρα, μεταφρασμένο για πρώτη φορά στα ελληνικά (και σχολιασμένο) από τον Γιάννη Δ. Ιωαννίδη, δημοσιεύεται στοΠανοπτικόν 19. Πρόκειται για το περίφημο κείμενο του στελέχους τού ΟΟΣΑ Christian Morrisson, γραμμένο το 1996, με τίτλο «Οι δυνατότητες πολιτικής πραγματοποίησης των διαρθρωτικών αναπροσαρμογών». «Μαθήματα κυριαρχίας από τους επιγόνους του Μακιαβέλι», υποτιτλίζει δηκτικά ο μεταφραστής.

 

Είναι μια σειρά οδηγίες προς κυβερνήσεις, αποκαλυπτικές μέσα στον κυνισμό τους, για το πώς να επιβάλλουν τις «διαρθρωτικές αλλαγές» που απαιτούσε το Σύμφωνο της Ουάσινγκτον – στις «αναπτυσσόμενες χώρες», τότε· σήμερα, σε ολόκληρο τον κόσμο. Πράγμα που μαρτυρεί εύγλωττα, πέραν των άλλων, ότι η «κρίση» του 2008 είναι η κορύφωση μιας κανονικής διαδικασίας η οποία αναπτύσσεται απρόσκοπτα και βάσει κεντρικού σχεδίου από τη δεκαετία του 1980, από την περιφέρεια προς τα κέντρα του πλανήτη. Η διαδικασία για την οποία πρόκειται είναι «απλώς» η αλλαγή μοντέλου τού καπιταλισμού (με έξοδα, εννοείται, των λαών του κόσμου) που εκδιπλώνεται σταθερά στις τελευταίες δεκαετίες του εικοστού αιώνα.

 

«Οι έρευνές μας έδειξαν ξεκάθαρα πόσο σημαντική είναι η σχέση ανάμεσα στην οικονομία και την πολιτική προκειμένου να πραγματοποιηθεί ένα πρόγραμμα διαρθρωτικών αναπροσαρμογών», λέει ο συγγραφέας (σελ. 39). Εδώ ο όρος «πολιτική» χρησιμοποιείται καταφανώς ως ευφημισμός της διακυβέρνησης: μιαςτεχνικής διαχείρισης των μαζών, νοούμενων ως αδρανούς και εύπλαστης ύλης, εκ μέρους μιας συνασπισμένης διοικούσας τάξης, στην οποία περιλαμβάνονται αυτονόητα οι απανταχού εθνικές κυβερνήσεις. Είναι επίσης δηλωτικό του πόσο σοβαρά εννοούν τη (νέο)φιλελεύθερη αρχή της «αυτονομίας του οικονομικού» οι ίδιοι εκείνοι που την διακηρύσσουν. Είπε κανείς ότι δεν υπάρχει παγκόσμιο σχέδιο διακυβέρνησης και σχεδιοποιημένη οικονομία;

 

Οι οδηγίες είναι πολλές και κατά τόπους αρκετά τεχνικές. Ιδού ωστόσο ένα νευραλγικό σημείο:

 

Μια κυβέρνηση δεν μπορεί να εφαρμόσει το πρόγραμμα σταθερότητας ενάντια στη θέληση ολόκληρης της κοινής γνώμης. Ένα πρόγραμμα που θα έπληττε εξίσου όλες τις κοινωνικές ομάδες αποδείχτηκε πολύ πιο δύσκολο να εφαρμοστεί από ένα πρόγραμμα που κάνει διακρίσεις σε βάρος κάποιων κοινωνικών ομάδων ευνοώντας ορισμένες άλλες. Πρέπει λοιπόν η κυβέρνηση να φροντίσει ώστε να πάρει με το μέρος της ένα μέρος του κόσμου, στην ανάγκη φορτώνοντας δυσανάλογα και με πολύ βαριά μέτρα ορισμένες κοινωνικές ομάδες (σελ. 38).

 

Με άλλα λόγια, το αποικιοκρατικό διαίρει και βασίλευε. Τα όπλα των κυριάρχων είναι λίγα και δοκιμασμένα – αλλά η εξακολουθητική αποτελεσματικότητά τους βασίζεται στην αδυναμία των κυριαρχημένων να διδαχθούν ιστορικά.

 

Και τώρα ένα πολύ ενδιαφέρον σημείο, που μοιάζει να εξαγγέλλει την «απροσδόκητη» ελληνική εμπειρία, 15 χρόνια πριν ανακύψει:

 

Αν η κυβέρνηση, φοβούμενη την αντιπολίτευση, περιμένει να ξεσπάσει δημοσιοοικονομική κρίση για ν’ αρχίσει να παίρνει μέτρα, τότε θα έχει πολύ μικρότερα περιθώρια ελιγμών σε περίπτωση πολιτικής κρίσης. Κάτι που μπορεί να κάνει, είναι να καλέσει σε βοήθεια το ΔΝΤ και να επωφεληθεί από αυτό και σε πολιτικό επίπεδο, γιατί θα μπορεί να απαντάει σε όσους αντιδρούν ότι τα μέτρα προβλέπονται από τη συμφωνία που επέβαλε το ΔΝΤ και είναι υποχρεωμένη να τα πάρει θέλοντας και μη (σελ. 40).

 

Όποιος κοιτούσε τί συνέβαινε έξω από τον Ευρώπη (και τις ΗΠΑ) εδώ και τριάντα χρόνια θα έπρεπε να είναι αρκετά προετοιμασμένος. Η ευμάρεια όμως ως γνωστόν, ιδίως όταν προέρχεται από το αίμα αόρατων άλλων, αποβλακώνει.

 

Αρκεί όμως ως εδώ. Τα συμπεράσματα που βγαίνουν αβίαστα είναι πολλά και οδυνηρά, κάποια από τα οποία ήδη υπαινίχθηκα. Πέρα από την –δεδομένη και αυτονόητη για μας– κτηνωδία των κυρίαρχων ελίτ, εκείνο που φωτογραφίζεται μέσ’ από το παραπάνω κείμενο είναι, θεωρώ, μία αντικειμενική ιστορική συνθήκη, απέναντι στην οποία συνεχίζουν να εθελοτυφλούν οι μεσαίες τάξεις που απαρτίζουν τον κορμό των σύγχρονων δυτικών κοινωνιών (μη εξαιρουμένου μεγάλου κομματιού της κοινοβουλευτικής αριστεράς), νανουριζόμενες ακόμα με φιλελεύθερα και σοσιαλδημοκρατικά όνειρα. Χαρακτηριστικά της είναι: πρώτον, η εξάλειψη οιουδήποτε ίχνους δημοκρατίαςυπό τη διττή έννοια της εκπροσώπησης σε κρατικό πολιτειακό επίπεδο (τη συμβατική δηλαδή έννοια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας) όσο και της συλλογικής διαβούλευσης περί τα κοινά (την ουσιώδη έννοια της ριζικής δημοκρατίας), γνώρισμα που ιδιάζει ακριβώς στα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Δεύτερον, η μετάλλαξη των διεθνών οργανισμών που δημιουργήθηκαν μετά τη Συνθήκη του Μάαστριχτ με διακηρυγμένο σκοπό την παγκόσμια ειρήνη και συνεργασία, σε εργαλεία ωμής καθυπόταξης των λαών στις βουλήσεις και τα συμφέροντα μιας παγκόσμιας, σχετικά ολιγάριθμης αλλά άκρως ενοποιημένης ολιγαρχίας. Τρίτον, η αλλαγή λειτουργίας του παγκόσμιου καπιταλισμού, από τα τέλη περίπου της δεκαετίας του 1970, στο πλαίσιο της οποίας οι καταστροφικές κρίσεις που ισοδυναμούν με θυσία αναρίθμητων ζωών δεν αποτελούν τυχαία δυσάρεστη παρενέργεια αλλά επιθυμητό και προβλεπόμενο συστατικό.

 

Και γεννάται μοιραία το ερώτημα: ποιο είναι αυτό το νέο μοντέλο καπιταλισμού και τί έρχεται να αντικαταστήσει; Ο όρος «νεοφιλελευθερισμός», που χρησιμοποιήθηκε από πολλούς για να περιγράψει τις νέες οικονομικές στρατηγικές τής εν λόγω περιόδου, είναι ανεπαρκής ως περιγραφή και παραπλανητικός ως ερμηνεία. Ο όρος «κεφαλαιοκρατική παγκοσμιοποίηση» είναι διπλωματικά αόριστος και δεν αποκαλύπτει την ιδιάζουσα δομή του παγκόσμιου συστήματος που, σε μορφολογικό επίπεδο, μοιάζει να έχει πραγματώσει ιδεοτυπικά το κύριο γνώρισμα ολοκληρωτισμού: την ολοσχερή, αρραγή συγχώνευση πολιτικής χειραγώγησης και οικονομικής εκμετάλλευσης. 

 

 

Χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός: Ένα νέο μοντέλο κυριαρχίας

 

ποιο είναι το νέο μοντέλο του καπιταλισμού και τί έρχεται να αντικαταστήσει;

 

Εμφανώς, το «νέο» αυτό μοντέλο δημιουργήθηκε στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’70 και συνδέθηκε ονομαστικά με τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές των κυβερνήσεων Μπους και Θάτσερ, που υιοθετήθηκαν παγκοσμίως μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80. Γεννήθηκε μέσ’ από μία οικονομική κρίση, την οποία τότε περιέγραφαν ως «πετρελαϊκή κρίση» (αλλά ήταν κάτι συνολικότερο), και το ίδιο δημιούργησε δύο τουλάχιστον αυξανόμενου μεγέθους παγκόσμιες κρίσεις, μία στα τέλη ακριβώς της δεκαετίας του’80 και μία το 2008 (στης οποίας τους κλονισμούς ζούμε ακόμα). Τα ορατά του χαρακτηριστικά ήταν

 

(Α) η κατεδάφιση του λεγόμενου «κράτους προνοίας» και η μετατροπή των «δικαιωμάτων» σε κόστος (και, σε δεύτερο χρόνο, σε χρέος) με την ιδιωτικοποίηση όλων των παροχών κοινής ωφελείας·

 

(Β) η δημιουργία «δομικής ανεργίας» με την αυτοματοποίηση της παραγωγής, που παράγει έκτοτε ένα γεωμετρικώς αυξανόμενο ανθρώπινο «περίσσευμα» και, για τον ίδιο ακριβώς λόγο, μιαν αυξανόμενη δυσκολία στην υλοποίηση του κέρδους·

 

(Γ) η καταβύθιση του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου σε μιαν άβυσσο χρέους χάρη, πρώτον, στην αλλαγή πολιτικής των επιτοκίων της Αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας (και όλων των ισχυρών πιστωτικών ιδρυμάτων εν συνεχεία), και δεύτερον, στην ένταξή του σε ένα ασύμμετρο διεθνές εμπόριο που συσσωρεύει αλλού πλεονάσματα και αλλού ελλείμματα – συνταγή η οποία μετά την κρίση του 2008 εφαρμόζεται σαν θανατηφόρο εμβόλιο σε ολοένα διευρυνόμενες ζώνες του «ανεπτυγμένου» κόσμου·

 

(Δ) η δημιουργία ενός ενοποιούμενου (αν όχι ακόμη πραγματικά ενοποιημένου) παγκόσμιου μπλοκ εξουσίας, στα πλαίσια του οποίου διευθυντικό/εκτελεστικό ρόλο αναλαμβάνει ένας ηγεμονικός συνασπισμός ισχυρών κρατών (ο λεγόμενος Ατλαντικός άξονας) και νομοθετικό ρόλο μια συστάδα παγκόσμιων οργανισμών (ΔΝΤ, ΠΤ, ΠΟΕ, κ.ά.). Στο ίδιο πλαίσιο εξελίσσεται μια βαθμιαία όσμωση αφενός της κρατικής εξουσίας με τις μεγάλες επιχειρήσεις (1) (πολυεθνικές εταιρείες και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς), αφετέρου των παραδοσιακών αρμοδιοτήτων της αστυνομίας και του στρατού (με ανάλογες, εννοείται, αναπροσαρμογές του διεθνούς νομικού πλαισίου)·

 

(Ε) μια «φυγή προς εμπρός» του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου σε απεγνωσμένη προσπάθεια να υλοποιήσει με χρηματοπιστωτικούς χειρισμούς τα όλο και δυσκολότερα υλοποιήσιμα στην παραδοσιακή οικονομία κέρδη. Και αυτό έχει με τη σειρά του δύο συνέπειες: πρώτον, μια μεθοδευμένη εξώθηση σε δανεισμό και υπερχρέωση, σε κρατικό όσο και ατομικό επίπεδο, που οδηγεί ομάδες και άτομα σε κατάσταση ομηρείας με περαιτέρω συνέπεια έναν αδιανόητο βαθμό εντατικοποίησης της εργασίας (ενόσω η πληθυσμιακή της βάση μειώνεται) κι έναν γραφειοκρατικό έλεγχο της ζωής των ανθρώπων που μετατρέπουν κυριολεκτικά την κοινωνία σε αόρατο στρατόπεδο συγκεντρώσεως· και δεύτερον, μιαν αντεστραμμένη αναπαράσταση, σε θεωρητικό επίπεδο, των σχέσεων μεταξύ υλικής παραγωγής και «οικονομίας».

 

Ολοφάνερα, το μοντέλο αυτό δεν αρκεί να περιγραφεί ως «νεοφιλελευθερισμός», αν τουλάχιστον με τον όρο αντιλαμβανόμαστε τις θεωρίες του Milton Friedman και της Σχολή του Σικάγο, που ήταν η θεωρητική αντίδραση στα κεϋνσιανά μοντέλα τα οποία υιοθετήθηκαν ως οικονομική «ορθοδοξία» κατά το προηγούμενο στάδιο του καπιταλισμού· διότι αν, στη θεωρία τουλάχιστον, τα χαρακτηριστικά (Α) και (Γ) συμφωνούν προς το νεοφιλελεύθερο μοντέλο, το χαρακτηριστικό (Δ) είναι φαινομενικώς ασύμβατο και τα χαρακτηριστικά (Β) και (Ε) αντιπροσωπεύουν διαστάσεις καινούργιες. (2)Θα πρέπει άρα να καταλήξουμε πως η νεοφιλελεύθερη θεωρία ήταν μόνο ένα ιδεολογικό όπλο, που χρησιμοποιήθηκε κυρίως στις οικονομικές σχολές (και από οικονομικούς συμβούλους της κρατικής πολιτικής, βεβαίως) προκειμένου ν’ απαξιώσει τις προηγούμενες υιοθετημένες στρατηγικές και να ανοίξει δρόμο για την εδραίωση του νέου μοντέλου, χωρίς να το εξηγεί ή έστω απλώς να το περιγράφει με επάρκεια.

 

Το χαρακτηριστικό (Δ) μοιάζει να περιγράφεται καλύτερα από αυτό που κάποιοι ονόμασαν «παγκοσμιοποίηση» ή και «αυτοκρατορία», οι κατασκευές τους όμως απέτυχαν να συνδέσουν ικανοποιητικά την πολιτική κυριαρχία με τις ιδιάζουσες οικονομικές λειτουργίες που τη διαμεσολαβούν (τον ρόλο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος ως μηχανισμού θεσμικής βίας και τον στραγγαλισμό των ελευθεριών, του αυτοκαθορισμού και της ικανότητας για δημιουργική δράση που μπορούν οι πολύπλοκες λειτουργίες του να επιφέρουν, σε ατομικό όσο και συλλογικό επίπεδο) – σύνδεση που τεκμηριώνει, δεν χρειάζεται να το πω, την ανησυχητική συνέχεια του παρόντος παγκόσμιου συστήματος με τις ολοκληρωτικές μορφές κρατικού (3) (ή «γραφειοκρατικού») καπιταλισμού της τρίτης δεκαετίας του εικοστού αιώνα.

 

Αυτό το τελευταίο μοντέλο ολοκληρωτικής κυριαρχίας, στους βρόχους τού οποίου βρισκόμαστε πιασμένοι, πρέπει να ονομαστεί, ελλείψει ευστοχότερου όρου, χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός. Το όνομα δεν είναι καινούργιο βέβαια, ούτε οι περισσότερες λειτουργίες του μας είναι άγνωστες· δεν έχει ωστόσο αρθρωθεί και μελετηθεί ακόμα στην ολική του δομή, ως ιδεατός τύπος, κατά τρόπο που να μας επιτρέπει να επεξεργαστούμε, εν συνεχεία, ρεαλιστικές προοπτικές αχρήστευσής του. Είναι η τελευταία ιστορική μεταμόρφωση της κυριαρχίας, η τελευταία μετάλλαξη του καπιταλισμού ύστερ’ από την προηγηθείσα κρατικογραφειοκρατική εκδοχή του – και μένει ακόμη να σταθμίσουμε ποιες από τις λειτουργίες εκείνης διατηρούνται στη νέα μορφή, τι είναι ειδικώς νέο και σε ποιες ιστορικές περιστάσεις οφείλεται (οι οποίες ενδέχεται να εγκυμονούν, ταυτόχρονα, τον ίδιο τον θάνατό του).

 

Στοιχεία για τον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό

 

Αν δοκίμασα προηγουμένως να κατασκευάσω ένα μοντέλο αυτού του ιστορικά πρόσφατου συστήματος κυριαρχίας, δεν έχω την ψευδαίσθηση ότι έδωσα κάτι παραπάνω από μερικά αδρά περιγράμματα ενός έργου που είναι ακόμα να γίνει. Και για τον λόγο αυτό χρειάζεται κάποια χαρακτηριστικά που σκιαγράφησα σ’ ένα μάλλον υψηλό επίπεδο αφαίρεσης να σμιλευτούν με πολύ πιο συγκεκριμένους όρους σε διάφορα πεδία της εμπειρικής πραγματικότητας.

 

Ο Friedrich Pollock, τον οποίον ανέφερα ήδη, φιλοτέχνησε στο άρθρο του «Κρατικός καπιταλισμός» (1942) το περιεκτικότερο κατά την εκτίμησή μου μοντέλο της ιστορικής φάσης του καπιταλισμού που προηγήθηκε, το οποίο διαμορφώθηκε στη δεκαετία του 1930 σαν ένας καπιταλισμός «εκτάκτου ανάγκης» για ν’ αντιμετωπίσει αφενός τη σαρωτική οικονομική κρίση του 1929, που υπήρξε δομική για τον καπιταλισμό της μονοπωλιακής συσσώρευσης, αφετέρου τη διογκούμενη απειλή των επαναστατικών εργατικών κινημάτων στην Ευρώπη. Οι «ολοκληρωτισμοί» είτε του ναζιστικού είτε του σταλινικού τύπου υπήρξαν ακραίες εκφράσεις του, όμως το ίδιο μοντέλο υιοθετήθηκε από τις δυτικές «δημοκρατίες», αρχής γενομένης από τις ΗΠΑ, που έμπαιναν τότε στην πολεμική προσπάθεια (και στάθηκε γι’ αυτές ο αποφασιστικός παράγων εξόδου από την κρίση). Αυτή τη μετριασμένη εκδοχή του, που άλλωστε υιοθετήθηκε απ’ όλες τις δυτικές χώρες μετά τον πόλεμο, ο Pollock ονόμασε «δημοκρατικό κρατικό καπιταλισμό»· και τελειώνοντας τον άρθρο του έγραφε: «Μπορεί ο δημοκρατικός κρατικός καπιταλισμός να είναι κάτι περισσότερο από μια μεταβατική φάση, που οδηγεί είτε στην ολοκληρωτική καταπίεση είτε στην κατάργησή της μαζί με τα υπολείμματα του καπιταλιστικού συστήματος;»(4)

 

Δηλαδή: μπορεί το γραφειοκρατικό μεταπολεμικό κράτος, των κυβερνητικά ρυθμιζόμενων οικονομιών, της ανακύκλωσης των πλεονασμάτων εντός τού δυτικού συμμαχικού μπλοκ και των ελεγχόμενων αναδιανεμητικών μηχανισμών στις κοινωνίες του πρώτου κόσμου, να γίνει μοχλός μιας σοσιαλιστικής μετάβασης ή θα οδηγήσει απεναντίας σε νέες μορφές ολοκληρωτισμού, με απρόβλεπτη μορφή; Οι ενσωματωμένες αριστερές ηγεσίες των κατ’ όνομα κομμουνιστικών κομμάτων συνέχισαν να πιστεύουν στην πρώτη δυνατότητα μέχρις ότου οι ιστορικές εξελίξεις πήραν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους (δυνατότητα που, εκείνη ακριβώς τη στιγμή της μέγιστης τύφλωσης, στη δεκαετία του 1970, βάφτιζαν «ευρωκομμουνισμό»)· η νέα μορφή «ολοκληρωτικής καταπίεσης» που μόλις γεννιόταν είχε όντως απρόβλεπτη μορφή και, φαινομενικά τουλάχιστον, αντέστρεφε ορισμένα δομικά χαρακτηριστικά του κρατικού καπιταλισμού. Γεννιόταν το μοντέλο τουχρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, η νέα μεταμόρφωση της ολοκληρωτικής κυριαρχίας.

 

Οι οικονομικές θεωρίες της Σχολής του Σικάγο το ετοίμαζαν ήδη επί δύο δεκαετίες· ελάχιστοι όμως πρόσεξαν ότι, πριν υιοθετηθεί επίσημα από τις ηγέτιδες χώρες του Ατλαντικού άξονα, και μεσούντος του καπιταλισμού της «ευημερίας» στη Δύση, εφαρμοζόταν ήδη σαν μηχανισμός στραγγαλισμού των μόλις αποαποικιοποιημένων χωρών του τρίτου κόσμου: εκείνο που κάποιοι ονόμασαν νεοαποικισμός ήταν ακριβώς η αντικατάσταση της στρατιωτικής επιβολής με χρηματοοικονομικά μέσα καθυπόταξης, δηλαδή, με στρατηγικούς χειρισμούς των μηχανισμών του χρέους σε ήδη κατεστραμμένες από τη χρόνια αποικιακή αφαίμαξη οικονομίες. Η μεταφορά της ίδιας αυτής στρατηγικής σε όλο το εύρος του λεγόμενου πρώτου κόσμου σηματοδότησε την εδραίωση του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού.

 

Οι λόγοι αυτής της επιλογής ήταν πολλοί και διασταυρούμενοι. Ήταν οπωσδήποτε μια τακτική αντεπίθεση των ΗΠΑ τη στιγμή που η οικονομία τους από πλεονασματική άρχισε να γίνεται ελλειμματική (για λόγους που μπορούν να αναλυθούν δια μακρών),(2) ήταν επίσης μια διέξοδος του μεγάλου εταιρικού κεφαλαίου που ένιωσε πάλι να απειλείται από τις επιθετικές εργατικές διεκδικήσεις με τα νέα επαναστατικά κύματα της δεκαετίας του ’60, προπαντός όμως ήταν –υποστηρίζω– συνέπεια της δομικής αλλαγής που επέφερε στο καθεστώς της παραγωγής η γενικευμένη εισαγωγή το αυτοματισμού. Αχρηστεύοντας μεγάλον όγκο εργασιακής απασχόλησης (άρα και δυνατότητα απόσπασης υπεραξίας, διότι οι μηχανές δεν δημιουργούν υπεραξία) οδήγησε μεσοπρόθεσμα σε πτωτική τάση τού ποσοστού κέρδους του κεφαλαίου, επιδεινούμενη από την αντίστοιχη αδυναμία υλοποίησης της αξίας αφού ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού αδυνατούσε πλέον να συμμετάσχει στην απαιτούμενη κλίμακα κατανάλωσης για την ανακύκλωση της παραγωγής. Άρα, σε πρώτο βήμα, κρίση υπερπαραγωγής και υπερσυσσώρευσης (που εκδηλώθηκε πλήρως στα τέλη της δεκαετίας του ’80)· σε δεύτερο βήμα, «φυγή προς εμπρός» του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου σε μιαν απεγνωσμένη προσπάθεια υψηλής κερδοφορίας. Το αποτέλεσμα ήταν όλες οι λειτουργίες της κοινωνίας να μεταφράζονται αυτομάτως σε διογκούμενο «χρέος» για τα κράτη και, προπαντός, για τους εργαζόμενους (και σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό υποαπασχολούμενους ή και άνεργους) πληθυσμούς τους.

 

Είναι αυτό το μοντέλο μια μορφή ολοκληρωτισμού; Απολύτως, αν θεωρήσουμε δομικό γνώρισμα του ολοκληρωτισμού την αυξανόμενη συσσωμάτωση πολιτικής και οικονομίας: δηλαδή, κράτους και στρατιωτικοβιομηχανικού πλέγματος ή εταιρικού-διατραπεζικού πλέγματος και κυβερνητικής εξουσίας. Απλώς, εν συγκρίσει με το αμέσως προηγούμενο μοντέλο του καπιταλισμού, εδώ η συσσσωμάτωση γίνεται κατ’ αντίστροφη φορά: το εταιρικό-διατραπεζικό πλέγμα, δηλαδή οι διαχειριστές του παγκόσμιου κεφαλαίου, από κοινού με μη κυβερνητικούς μηχανισμούς-εκτελεστικά όργανα των ως άνω ελίτ (ΔΝΤ, ΟΟΣΑ, ΠΟΕ, Παγκόσμια Τράπεζα, κοκ) είναι αυτοί που ελέγχουν ασφυκτικά τις κυβερνήσεις και νομοθετούν, μέσω των τελευταίων, προς ίδιον συμφέρον. Εκείνο που έχει σημασία να καταλάβουμε είναι ότι αυτό εξαλείφει κάθε έννοια δημοκρατίας ή και πολιτικής με την κλασική έννοια του όρου. Έχει αντικατασταθεί από τεχνικές μονόδρομης διακυβέρνησης – και ακραίο δείγμα της «νεοφιλελεύθερης» διακυβέρνησης, με διατήρηση των κενών κοινοβουλευτικών τύπων και δίχως την ανάγκη στρατιωτικών νόμων, είναι ο μηχανισμός του χρέους. Σε αντίθεση με μορφές κυριαρχίας του παρελθόντος που υπέβαλαν εξωτερικά τα άτομα σε πειθαρχικές τεχνικές –το εργοστάσιο, ο στρατός, η φυλακή, το νοσοκομείο, το σχολείο– το χρέος υποβάλλει εσωτερικά το άτομο μεταβάλλοντάς το σε υποκείμενο της ίδιας του της υποταγής, που καλείται να συναινέσει «υπεύθυνα» στην παραίτηση από κάθε αυτενέργεια έναντι των δανειστών του. Αυτή είναι η μέγγενη στην οποία βρίσκονται παγιδευμένα τα άτομα έναντι των γραφειοκρατικών-φοροεισπρακτικών μηχανισμών του σύγχρονου κράτους, και τα ίδια τα κράτη (παράδειγμα, η Ελλάδα στην Ευρωζώνη) έναντι περιφερειακών νομισματικών ενώσεων που είναι επιμέρους σχηματισμοί της παγκόσμιας εξουσίας του εταιρικού-χρηματοπιστωτικού πλέγματος.

 

Ταξικές σχέσεις στον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό

 

Ένας στερεότυπος του αγοραίου αντιμαρξισμού των ημερών μας μιλάει για αστοχία της ταξικής ανάλυσης από τη στιγμή που το βιομηχανικό προλεταριάτο, στη μορφή που το γνωρίζαμε, δεν υφίσταται πλέον ή έχει «μικροαστικοποιηθεί». Στην πραγματικότητα, το ζήτημα αυτό έχει τεθεί εδώ και μισό αιώνα ήδη από θεωρητικούς των αντικαπιταλιστικών κινημάτων, συνδεδεμένο με νέες προσπάθειες χαρτογράφησης των ταξικών διαιρέσεων μέσα στους συνασπισμούς εξουσίας του μεταπολέμου. Ένα κοινό σφάλμα, εν πάση περιπτώσει, τόσο μιας απολιθωμένης «αριστεράς» –που έχασε και τα προσχηματικά της ερείσματα στην πραγματικότητα μετά την τελευταία μεταμόρφωση του καπιταλισμού– όσο και των (μετα)μοντέρνων επικριτών της είναι η ταύτιση της μαρξικής έννοιας του προλεταριάτου με τη βιομηχανική εργατική τάξη (ακόμη και αν στην εποχή του Μαρξ η τελευταία ήταν η ορατή ενσάρκωση της έννοιας). Μολονότι κοινοτοπία, έχει σημασία να ξαναλέγεται ότι «κεφαλαιοκρατική τάξη» και «προλεταριάτο» αντιπροσωπεύουν δομικές θέσειςστο κεφαλαιοκρατικό σύστημα παραγωγής που μπορούν να στοιχειοθετηθούν σε πολλές ιστορικές του μεταμορφώσεις.

 

Το μοντέλο του κρατικογραφειοκρατικού καπιταλισμού έδειξε ότι η «κεφαλαιοκρατική τάξη» δεν ταυτίζεται υποχρεωτικά με τον νομικό ιδιοκτήτητωνμέσων παραγωγής (του κεφαλαίου στην ευρύτερη έννοιά του), όπως στην κλασική εποχή τού φιλελευθερισμού, αλλά συμπίπτει μάλλον με τις ομάδες που τα ελέγχουν και τα διαχειρίζονται: γραφειοκρατικές ελίτ στην πρώην Ανατολική Ευρώπη, ανώτατα εκτελεστικά στελέχη, μάνατζερς και policymakersστη Δύση, για παράδειγμα, οι οποίοι συνδέουν τη λειτουργία τους με την απεριόριστη αναπαραγωγή και επέκταση του κεφαλαίου και, μέσω αυτής ακριβώς, καρπούνται ένα κολοσσιαίο μέρος τού κοινωνικού υπερπροϊόντος. Σήμερα, οι υψηλότεροι τέτοιοι διαχειριστές είναι σε μεγάλο βαθμό και ιδιοκτήτες κεφαλαίων, βέβαια· όπου όμως έλεγχος και «ιδιοκτησία» του κεφαλαίου διαχωρίζονται –όπως στην περίπτωση των χιλιάδων μικρο-ομολογιούχων στη μετοχική εταιρεία ή των καταθετών στο τραπεζικό ίδρυμα–, η πραγματική εξουσία ανήκει τους διαχειριστές.

 

Η έννοια «προλεταριάτο», αντίστοιχα, σηματοδοτεί το τεράστιο σώμα εκείνων οι οποίοι, στερούμενοι από οιαδήποτε κυριότητα στα μέσα παραγωγής, βρίσκονται παγιδευμένοι στη σχέση μισθωτής εργασίας. Και αυτό έχει δύο αλληλοσυνδεόμενες συνέπειες, μία «ποσοτική» και μία –ακόμη σοβαρότερη–ποιοτική: από τη μία πλευρά, τη διαρκή απόσπαση ενός μέρους τού προϊόντος τους υπό τη μορφή κεφαλαιοκρατικού κέρδους (υπεραξία)· και από την άλλη, την ενδημική αποξένωση από την ίδια τους τη δραστηριότητα, από των έλεγχο των σωματικών τους δυνάμεων και της φαντασίας, από την ατομική τους αυτοπραγμάτωση στο ίδιο το προϊόν της δράσης τους – πηγή μιας ανυπολόγιστης παθογένειας με αναρίθμητες κλινικές όσο και κοινωνικές όψεις.

 

***

 

Οι σχέσεις αυτές διατηρούνται, και οξύνονται μάλιστα, στον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό παρά τη δραματική μείωση του όγκου και την αλλαγή χαρακτήρα της εργασίας. Η γενίκευση του αυτοματισμού, μαζί με τη διάλυση του βιομηχανικού προλεταριάτου στις μορφές που το ξέραμε, συνεπέφερε κατ’ αρχήν μια επαναστατική δυνατότητα: την απελευθέρωση από την εργασία, που ήταν για πρώτη φορά εφικτή σε μεγάλη κλίμακα χάρη στις νέες τεχνολογίες. Η πραγμάτωσή της ωστόσο προϋπέθετε ότι η παραγωγή θα προσανατολιζόταν στις ανθρώπινες ανάγκες και όχι στο κεφαλαιοκρατικό κέρδος· που σημαίνει ότι η εργασία παύει να είναι εμπόρευμα και ο ελεύθερος χρόνος κατανέμεται ισόποσα στο πληθυσμό. Είναι ακριβώς η δυνατότητα που εμποδίστηκε λυσσαλέα από τα συνασπισμένες κεφαλαιοκρατικές ελίτ, οι οποίες εκβίασαν τη συνεχόμενη δουλεία του πληθυσμού στην κατανάλωση μέσ’ από τις καινοφανείς στρατηγικές τού δανεισμού και του χρέους. Το τεράστιο απόθεμα χρόνου που γέννησαν οι νέες παραγωγικές δυνάμεις (ο αυτοματισμός) εμφανίζεται έτσι μόνο υπό την αρνητική του μορφή, ως μαζική ανεργία και υπερχρέωση. Αυτό μπορεί να ειπωθεί και αλλιώς: μόλις προέκυψε ελεύθερος χρόνος, αντί να μοιραστεί ελεύθερα σε όλους, έγινε εμπόρευμα από το οποίο κάποιοι προσπαθούν να κερδίσουν – διότι χρηματοπιστωτική αξιοποίηση του κεφαλαίου σημαίνει, ακριβώς, κεφαλαιοποίηση του χρόνου (πράγμα που σημαίνει επίσης: στον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό, τα εμπορεύματα εργασία και φυσικοί πόροι υπάγονται στο τελευταίο και μέσω αυτού «αξιοποιούνται»).

 

Υπάρχει μια παραδοσιακή διάκριση ανάμεσα σε εμπορικό, βιομηχανικό και χρηματοοικονομικό κεφάλαιο. Το εμπορικό κεφάλαιο προηγήθηκε κατά πολύ του καπιταλισμού, και μπορεί να βασίζεται σε ποικίλους τρόπους παραγωγής· μόνο αφότου η εργασία έγινε εμπόρευμα στη συνθήκη της «ελεύθερης» αγοράς μπορούμε νόμιμα να μιλάμε για καπιταλισμό – και αυτό συνέπεσε με την ανάπτυξη του βιομηχανικού κεφαλαίου. Το χρηματοοικονομικό κεφάλαιο συνυπήρχε από νωρίς με το εμπορικό (δύο ή τρεις αιώνες πριν από την έναρξη του καπιταλισμού στην Ευρώπη) και ήταν ο παράγων που επέτρεψε την αναγκαία συσσώρευση για την ανάπτυξη του τελευταίου· έκτοτε λειτουργεί σε διαρκή ανατροφοδότηση με το βιομηχανικό κεφάλαιο, μέχρις ότου, στις τελευταίες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, καλείται αυτό να αναλάβει δραστικά την αξιοποίηση του λιμνάζοντος βιομηχανικού κεφαλαίου. Σήμερα το χρηματοοικονομικό κεφάλαιο είναι κατά μια έννοια όλο το κεφάλαιο, οι άλλες μορφές εμπεριέχονται σε αυτό και λειτουργούν μέσω αυτού. Είναι ο αμφιλεγόμενος «σωτήρας» του καπιταλισμού, με την κυριολεκτική έννοια του όρου. Κυρίαρχη «κεφαλαιοκρατική τάξη» μπορούμε να ονομάζουμε νόμιμα τους διαχειριστές των ροών του, και υποτελή τάξη (θέσει «προλεταριάτο») τη συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού που είτε υπόκειται στους κτηνώδεις καταναγκασμούς της μισθωτής εργασίας είτε συνιστά το τεράστιο αποθεματικό ανέργων που χρησιμοποιείται ως μέσο περαιτέρω συμπίεσης –εκτατικής και εντατικής– της τελευταίας.

 

***

 

Το επίκαιρο ζήτημα της Ελλάδας στην Ευρωζώνη εικονίζει παραδειγματικά τις νέες σχέσεις κυριαρχίας. Τί θέλει η ελίτ των διαχειριστών αυτού τού υπερεθνικού κεφαλαιοκρατικού συνασπισμού (που μια κολλώδης διπλωματική γλώσσα αποκαλεί «εταίρους») από μια χώρα της περιφέρειας όπως η Ελλάδα; Μόνο αφελείς μπορούν να πιστέψουν ότι από τη θέση τους ως δανειστών ζητούν απλώς «να πληρώσουμε το χρέος μας»· ξέρουν όσο κι εμείς ότι το χρέος αυτό ούτε μπορεί ούτε πρόκειται να πληρωθεί ποτέ, και αν υποθετικά ήμασταν σε θέση να το αποπληρώσουμε στο σύνολό του, θα έκαναν τα πάντα για να το εμποδίσουν. Στόχος τους είναι με το μαστίγιο του χρέους να εξουδετερώνουν προκαταβολικά οιαδήποτε «σοσιαλιστική παρέκκλιση» τύχει να αναφανεί σε οποιαδήποτε γωνιά της επικράτειας που ελέγχουν: δηλαδή, να κρατούν σε καταστολή την εργασία και να υπάγουν σε αγοραία «αξιοποίηση» όλους τους διαθέσιμους υλικούς και κοινωνικούς πόρους – ώστε να εξασφαλίζουν τη διαρκώς κλονιζόμενη κερδοφορία τού τραπεζικού και εταιρικού κεφαλαίου (όπως ακριβώς, στα πλαίσια του αμέσως προηγουμένου μοντέλου καπιταλισμού, δάνειζαν αφειδώς για να εξασφαλίζουν αγορές στα προϊόντα του…). Ενόψει αυτού, το να προσάγουμε την διόγκωση του εθνικού χρέους και τη συνακόλουθη «ανθρωπιστική καταστροφή» ως επιχείρημα για την αποτυχία τού μνημονίου σημαίνει ότι μιλάμε άλλη γλώσσα: για τους δικούς τους σκοπούς, αυτά ακριβώς είναι οι αδιάσειστες αποδείξεις της επιτυχίας του.

 

Ο χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός ως οργανωμένο έγκλημα

 

Μία συνέπεια της δομής των παραγωγικών σχέσεων στον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό, όπως την παρουσίασα προηγούμενα, είναι η παράλληλη ύπαρξη λιμναζόντων κεφαλαίων, από τη μία πλευρά, και τεράστιου όγκου αχρησιμοποίητης εργασίας (που πρακτικά μεταφράζεται σε ανεργία), από την άλλη. Γιατί τα δύο αυτά δεν μπορούν να συναντηθούν για την παραγωγή αληθινού πλούτου, και μάλιστα με ελάχιστο χρόνο εργασίας, για τις κοινωνίες; Όσο παράλογο κι αν ακούγεται, επειδή, από την άποψη της κερδοφορίας του κεφαλαίου, δεν συμφέρει πλέον. Καμία παραγωγική επένδυση «δεν συμφέρει» επειδή το μειούμενο ποσοστό κέρδους από την εκμετάλλευση της εργασίας (μειούμενο για τους λόγους που εξήγησα στα προηγούμενα άρθρα, κι εφόσον η εργασία αυτή δεν είναι ευτελισμένη σε βαθμό που, μέχρι προσφάτως τουλάχιστον, ήταν αδιανόητος σε «ανεπτυγμένες» χώρες) κρίνεται ως ανεπαρκές για τις υπέρογκες αξιώσεις κερδοφορίας των διαχειριστών του κεφαλαίου· οπότε η στρατηγική που επιλέγεται είναι η χρηματοπιστωτική αξιοποίηση.

 

Αν η χρηματοπιστωτική αξιοποίηση ισοδυναμεί, όπως είπα, με «κεφαλαιοποίηση του χρόνου», μένει να δούμε πώς μεταφράζεται αυτό στην πράξη. Ο χρόνος δεν έχει υλική υπόσταση· είναι μια υποστασιοποιημένη αφαίρεση που ανάγεται σε μια μήτρα υπολογισμών. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι προσομοιώνεται μιαδυνητική παραγωγή και δυνητική απόδοση, ως εάν είχαν λάβει χώρα, και προεισπράττεται ένα δυνητικό κέρδος. Είναι σαν να λέμε ότι η ανταλλακτική αξία αυτοαναπαράγεται εκθετικά χωρίς να εμπλέκεται καμία αξία χρήσης. Αυτό ακριβώς εννοούμε όταν λέμε «φούσκα» (κυριολεκτικά, για τη σφαίρα της κοινωνικής ζωής ό,τι για τη βιολογική ζωή ο καρκίνος). Επειδή όμως η προείσπραξη είναι πράξη που πρέπει να μεταφραστεί σε πραγματικούς υλικούς πόρους, προκύπτει μόνο από την αρνητική αναπαράσταση της υλικής παραγωγής, υπό τη μορφή διευρυνόμενου χρέους των παραγωγών: χρωστούν αυτά τα οποία δεν έχουν παραγάγει, σε αυτούς οι οποίοι δεν έχουν επιτρέψει, ως κάτοχοι των πραγματικών μέσων παραγωγής, την παραγωγική αξιοποίηση της εργατικής τους δύναμης. Είναι το κυριολεκτικά σχιζοφρενικό «διπλό αδιέξοδο» στο οποίο οι κεφαλαιοκρατικές ελίτ έχουν εγκλωβίσει τις ανθρώπινες συλλογικότητες στις ημέρες μας.

 

***

 

Από την άποψη των ζωτικών συμφερόντων της ανθρωπότητας μιλάμε χωρίς αμφιβολία για ειδεχθές έγκλημα. Επειδή όμως το νομικό εποικοδόμημα του κεφαλαιοκρατικού κόσμου εξακολουθεί να βασίζει στην αντεστραμμένη αναπαράσταση των κοινωνικών σχέσεων ως σχέσεων ιδιοκτησίας, αντιστρέφονται επίσης τα κριτήρια του εγκλήματος: από τη σκοπιά των κεφαλαιοκρατικών τάξεων και του νομικού τους οπλοστασίου, έγκλημα είναι το ίδιο το (με τους παραπάνω χειρισμούς παραγόμενο) χρέος, και ο οφειλέτης απογυμνώνεται σταδιακά από όλα τα αστικά του δικαιώματα υποβιβαζόμενος σε παρία ή οικονομικό σκλάβο. Το δίκαιο αυτό δεν έχει βεβαίως άλλη νομιμοποίηση από τους μηχανισμούς ωμής βίας που κινητοποιούνται για την επιβολή του – και αυτό εξηγεί την παροξυσμική αυταρχικοποίηση του παγκόσμιου νομοθετικού πλαισίου και των κατασταλτικών του μηχανισμών τις τελευταίες δεκαετίες.

 

Αυτό το στοιχείο ωμής βίας μού φαίνεται ότι είναι το πιο παραγνωρισμένο συστατικό τού χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού. Ένα μεγάλο μέρος των εικονικά παραγόμενων «κερδών», βέβαια, ως πλασματικό εξαρχής καταλήγει να εξαερώνεται στην πράξη (εξ ου και οι αλυσιδωτές χρεωκοπίες γιγάντιων χρηματοπιστωτικών οργανισμών)· το υπόλοιπο όμως που όντως υλοποιείται, αν το παρακολουθήσουμε ως την άλλη του άκρη, παράγεται από τη σύνθλιψη μυριάδων υπάρξεων στον πλανήτη, ανθρώπινων και μη ανθρώπινων, υπό όρους που σε τίποτα δεν διαφέρουν από αυτό που καλούμε «οργανωμένο έγκλημα»: δουλική εργασία, μαστροπεία, εμπόριο όπλων και ναρκωτικών, ληστρικούς εκβιασμούς και μεθοδευμένες οικοκτονίες. Αν φράσεις όπως «η ιδιοκτησία είναι κλοπή» και «νόμος είναι η θεσμοποιημένη βία» ηχούσαν στο παρελθόν ως προειδοποιητικές υπερβολές, στον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό έχουν πραγματωθεί με την πιο κυριολεκτική σημασία. Διότι αν κάποτε ο καπιταλισμός μπορούσε να αποσπά νομιμοποίηση με το επιχείρημα ότι αναπτύσσει τις παραγωγικές δυνάμεις της ανθρωπότητας, ή ότι εξασφαλίζει συνθήκες υλικής ευημερίας για ολοένα διευρυνόμενα στρώματα του πληθυσμού (πράγματα που ήταν εν μέρει αλήθεια), σήμερα δεν μπορεί πια να το επικαλεστεί: ο καπιταλισμός μόνον ως παραγωγή καταστροφής μπορεί να διαιωνίζει την ύπαρξή του.(6)

 

Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι, ενόψει όλων αυτών, ο καπιταλισμός μοιάζει να καταποντίζεται μέσα στις ίδιες του τις αντιφάσεις· και είναι από πολλές απόψεις σωστό.Το ότι όμως ο καταποντισμός του είναι σε θέση να συμπαρασύρει ολόκληρο τον πλανήτη στην άβυσσο, κι εν πάση περιπτώσει το ότι, όσο διαρκεί, το κόστος σε ανθρώπινη οδύνη και αίμα είναι ανυπολόγιστο, φέρνει και πάλι στο προσκήνιο με δραματική οξύτητα το παλιό επαναστατικό ερώτημα: ποια ανθρώπινη συλλογικότητα είναι εκείνη που, μη αρκούμενη στην αυτόματη δικαιοσύνη οιωνδήποτε «νόμων της ιστορίας», θα θέσει με τη δράση της τέλος στη δολοφονική επιβίωση τού καπιταλισμού; Ποιες μορφές βίας πρέπει και μπορεί να μεταχειριστεί προκειμένου να εξουδετερώσει τις πανίσχυρες και αδίστακτες κεφαλαιοκρατικές ελίτ που κυβερνούν με ασύλληπτους μηχανισμούς ισχύος την οικουμένη; Και, πάνω απ’ όλα, πώς μπορεί να αποτρέψει το καθ’ υποτροπήν δράμα όλων των νεωτερικών επαναστάσεων – τη νεκρανάσταση του βαμπίρ ακόμη και όταν θα του έχει μπήξει την ξύλινη σφήνα στην καρδιά; Όποιος νομίζει ότι αυτά είναι ερωτήματα του παρελθόντος, ξεπερασμένα πια σήμερα, κινδυνεύει να γίνει ο ίδιος ένα θλιβερό απολίθωμα του παρελθόντος.

 

Φώτης Τερζάκης

 

 

 

*το κείμενο αποτελεί συρραφή, χωρίς περικοπές, τεσσάρων πρόσφατων άρθρων του. Ο τίτλος είναι δικός μας. 

 

——————————————————

Σημειώσεις

 

1. Το στοιχείο αυτό χαρακτήριζε ήδη το προηγούμενο μοντέλο του καπιταλισμού, αλλά κατ’ αντίστροφη φορά: εκεί ο κρατικός μηχανισμός αναλάβανε την οργάνωση και διεύθυνση της παραγωγής και της οικονομίας, εδώ οι επιχειρήσεις ελέγχουν και κατευθύνουν την κρατική πολιτική.

 

2. Ακριβέστερα, το (Ε) εμπεριέχεται μερικώς στη θεωρία κατά το ότι το νεοφιλελεύθερο μοντέλο αναβαθμίζει τον ρόλο του χρήματος και των νομισματικών χειρισμών έναντι των (κρατικά ελεγχόμενων) δημοσιονομικών εργαλείων, ωστόσο οι διαστάσεις και οι συνέπειές τους ήταν απρόβλεπτες.

 

3. Κρατικός καπιταλισμός είναι ο όρος που χρησιμοποίησε ο Friedrich Pollock του Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών της Φραγκφούρτης για να περιγράψει τη νέα και απρόβλεπτη μεταμόρφωση του καπιταλισμού στα κρίσιμα χρόνια του μεσοπολέμου, μοντέλο στο οποίο συνέκλιναν το ναζιστικό γερμανικό κράτος, το σοβιετικό γραφειοκρατικό καθεστώς και το αμερικανικό New Deal (που στην «δημοκρατική» εκδοχή του έγινε το πρότυπο αναμόρφωσης όλων των μεταπολεμικών δυτικών κρατών).

 

(4) Friedrich Pollock, «Κρατικός καπιταλισμός», μετ. Γ.Ν. Μερτίκας, περ. Λεβιάθαν, 5 (1989), σελ. 94.

 

(5) Πράγμα που κάνει ο Γιάνης Βαρουφάκης στο βιβλίο του Ο παγκόσμιος Μινώταυρος. Οι πραγματικές αιτίες της κρίσης (Α.Α. Λιβάνη: Αθήνα 2011) όπου υποστηρίζει αυτή ακριβώς την ερμηνεία. Για μια κριτική της μονομέρειάς της, βλ. το κείμενό μου «Μερικές εφαρμοσμένες παρατηρήσεις για τον συσχετισμό οικονομικού-πολιτικού» στο Φώτης Τερζάκης, Ο αναρχισμός στον κομμουνισμό. Εμμένοντας στην επαναστατική ανάγκη (Πανοπτικόν: Θεσσαλονίκη 2014), σελ. 188-201).

 

(6) Αυτό άλλωστε είναι εμφανές και στη γεωστρατηγική των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων σήμερα (εν πρώτοις του Ατλαντικού άξονα και των δορυφόρων του, που εξακολουθεί να δεσπόζει πολιτικοστρατιωτικά, και είναι μάλιστα αναγκαίος παράγων για την οικουμενική επιβολή του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού). Ενώ άλλοτε η δράση τους χαρακτηριζόταν από τη θετική επιδίωξη μονοπωλιακής πρόσβασης σε πλουτοπαραγωγικούς πόρους και αγορές, σήμερα γίνεται όλο και περισσότερο αρνητική: στρατηγική της είναι πρωτίστως η αποτροπή ανάδυσης άλλων υπερδυνάμεων, ισχυρών ή έστω αξιόμαχων ανταγωνιστών σε οιαδήποτεκλίμακα, που στην πράξη σημαίνει μεθοδευμένη καταστροφή έστω και χωρίς άλλον διαφαινόμενοστόχο.Γιατί; Εύστοχη βρίσκω την εξήγηση της Έφης Κωτσάκη, σε πρόσφατο άρθρο της στον Δρόμο της Αριστεράς με τίτλο «Από το οικονομικό στο γεωπολιτικό χάος» (Σάββατο, 14-2-2015), απ’ όπου και παραθέτω: «Υποκείμενο λόγο αυτής της δραστικής μεταβολής παραδείγματος θεωρώ την οιονεί παγκόσμια μονοπώληση ισχύος και πλούτου εκ μέρους της δυτικής ελίτ (1%), συνδυασμένη με την αδυναμία της –αλλά και έλλειψη διάθεσης λόγω εξάντλησης σπανιζόντων πόρων, περιβαλλοντικής υποβάθμισης, κλπ.– να ανταγωνιστεί στο παραγωγικό επίπεδο σειρά σχετικά ανεξάρτητων και αναδυόμενων κέντρων συσσώρευσης και ισχύος (Κίνα, Ρωσία, λοιπές BRICS, κλπ.). Στην προσπάθειά της να διακόψει αυτή την ανταγωνιστική άνοδο, επιχειρεί με μαζική επιβολή πολιτικών “διαίρει και βασίλευε” και με εξαπάτηση, στηρίζοντας-κατασκευάζοντας-εξαπολύοντας-εξαπλώνοντας διάφορες «διαβολικές» δυνάμεις (ισλαμική και νεοφασιστική τρομοκρατία ιδίως), να προκαλέσει-ενισχύσει εμπρόθετα χαοτικές καταστάσεις, που εμμέσως στηρίζουν την ηγεμονία της και εμποδίζουν την ανάδυση των αντιπάλων της». 

 

πηγή:

 

http://stratigos-anemos.blogspot.gr/2015/06/blog-post.html#more

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2015

Ποιος στα αλήθεια γεννάει το φασισμό;



Του Χρήστου Αβραμίδη από το περιοδικό «Αναιρέσεις» , τεύχος 19
Η σκύλα που γέννησε τον φασισμό , βρίσκεται πάλι σε οργασμό, φέρεται να είπε κάποτε ο Μπρεχτ.

Αλλά αλήθεια ποιος γκάστρωσε πάλι την σκύλα και ποιος είναι ο πατέρας και η μάνα του φιδιού; Αυτά και άλλα πολλά είναι τα ερωτήματα που απασχολούν όλο και περισσότερο τα mainstream ΜΜΕ και οι απαντήσεις τείνουν να διαπλέκονται με έναν μεταμοντέρνο τρόπο που θυμίζουν περισσότερο κουτσομπολιό παρά πολιτικό διάλογο και ανάλυση. Ο Σταύρος Θεοδωράκης μας είπε ότι φταίνε οι ακραίες ενέργειες, ο Θεόδωρος Πάγκαλος, μίλησε για τους αγανακτισμένους και όλοι μαζί δεν ξέχασαν να υπονοήσουν ή να αναφέρουν ότι πίσω από όλα κρύβεται η αριστερά και οι αγώνες της.

Μαθήματα ευρωπαϊκής Ιστορίας

Η ιστορία διδάσκει, και δυστυχώς ή ευτυχώς, αποδείχτηκε ότι είναι ο καπιταλισμός που γέννησε και εξέθρεψε, τροφοδοτήθηκε και αναστήθηκε από τον φασισμό κάποτε. Επίσης
“ Η ιστορία γράφεται με αγώνες εργατών” όπως λέει ένα σύνθημα, μερικές φορές, όμως αυτοί οι αγώνες είναι αρκετά ισχυροί για να ενοχλήσουν την «φιλελεύθερη» «δημοκρατία» και το κατεστημένο, όχι όμως και τόσο ισχυροί, για να την καταργήσουν και να την αντικαταστήσουν με μία σοσιαλιστική δημοκρατία. Εκεί, η ιστορία γράφεται με “αγώνες” φασιστών που από κοινού με τους κεφαλαιοκράτες αναλαμβάνουν να αφανίσουν το εργατικό κίνημα και να εντάξουν την ταξική πάλη μέσα στο έθνος.

Στα δύο φασιστικά κινήματα που κατάφεραν να πάρουν την εξουσία έχουμε κάποια κοινά, που τηρουμένων των αναλογιών τα βλέπουμε και σήμερα. Ο φασισμός ουσιαστικά έρχεται να φωλιάζει εκεί που αμφισβητείται η υπάρχουσα τάξη πραγμάτων αλλά την ίδια στιγμή, δεν διαφαίνεται ως ρεαλιστική μια άλλη προοπτική. Έτσι, τόσο στην Ιταλία όσο και την Γερμανία έχουμε ένα διάστημα εντός του οποίου οι εγγενής αντιθέσεις του καπιταλισμού αλλά κυρίως οι εργατικές κινητοποιήσεις, αμφισβητούν την κοινωνική τάξη πραγμάτων. Κάτι τέτοιο μεταφέρεται και στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό, όπου σε Ιταλία και Γερμανία έχουμε μια σειρά από βραχύβιες κυβερνήσεις που δεν μπορούν να πάρουν τα απαραίτητα, “ριζοσπαστικά” μέτρα, ενάντια στον λαό και κατά συνέπεια υποχωρούν και καταρρέουν.

Αυτό έχει σαν συνέπεια, οι ελίτ και τα κόμματά τους, να προετοιμάζουν μια κατάσταση ισχυρού αυταρχικού κράτους για να μπορέσουν να περάσουν αυτήν την κρίση χωρίς να ανατραπεί η εξουσία και τα προνόμιά τους. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι πριν από την ισχυροποίηση των φασιστών στην Ιταλία, η κυριότερη εργοδοτική ένωση ανέφερε
‘Η τρέχουσα οικονομική κατάσταση μπορεί να αντιμετωπισθεί μόνο με μια εντατικοποίηση της παραγωγής, μαζί με μια μείωση της μη αναγκαίας κατανάλωσης και για αυτό το σκοπό η κυβέρνηση πρέπει να έχει μια καθαρή , ακριβή στιβαρή στρατηγική που να εγγυάται την πειθαρχία σε όλη τη χώρα και την ασφάλεια, τόσο για την ανάπτυξη ελεύθερων ατομικών πρωτοβουλιών όσο και για τη διατήρηση των κανόνων του νόμου”(Μπέχαν 2012 51)

Έτσι λοιπόν, σταδιακά προλειαίνεται το έδαφος για την ισχυροποίηση των φασιστών που ωφελούνται από την λαϊκή αγανάκτηση αλλά και την στήριξή τους από μέρους των ισχυρών τάξεων.

Αυτές οι τάξεις, στα πρώτα χρόνια προσφέρουν μία μικρή βοήθεια. Στην συνέχεια όμως, όταν πλησιάζει ο κίνδυνος της επαναστατικής ανατροπής, παρέχουν όλο και περισσότερους πόρους και διευκολύνσεις προς τους φασίστες. Τόσο στην Ιταλία όσο και στην Γερμανία, ενώ το πολιτικό αδιέξοδο συντηρείται, όλο και εντείνονται οι σχέσεις των φασιστών με τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Άλλωστε στην Γερμανία, ο Γκέρινγκ σε μία συνάντηση με τους βιομηχάνους, αναφέρει το 1933 ότι η βιομηχανία πρέπει να ενισχύσει το ναζιστικό κόμμα, διότι αν κερδίσει, αυτές οι εκλογές μπορεί να είναι οι τελευταίες για τα επόμενα δέκα ή εκατό χρόνια. Τις επόμενες τρεις εβδομάδες, ο τραπεζίτης Σαχτ, θα συγκεντρώσει ενισχύσεις για το ναζιστικό κόμμα από 17 διαφορετικές επιχειρήσεις!! (Αστερίου 2012. 112)

Κατά συνέπεια, μπορούμε ιστορικά, να βγάλουμε το συμπέρασμα, ότι ο φασισμός δεν αποτελούσε την πρώτη επιλογή για τους περισσότερους επιχειρηματίες, ήταν όμως η καλύτερη επιλογή σε σχέση με τα πιθανά ενδεχόμενα στις συνθήκες του 1922 και του 1933 αντίστοιχα που θα οδηγούσαν ή στον σοσιαλισμό ή σε ένα δυσλειτουργικό σύστημα αγοράς. Έτσι, έδωσαν την συναίνεσή και υποστήριξή τους στην δημιουργία ενός φασιστικού κράτους και έκαναν τους αναγκαίους συμβιβασμούς. Επομένως, οι επιλογές που κάνουν οι οικονομικές και κατά συνέπεια πολιτικές ελίτ δεν είναι πάντα οι πρώτες στον κατάλογο των προτιμήσεών τους. Προχωρούν έχοντας πάντα να επιλέξουν ανάμεσα σε ένα φάσμα επιλογών. Σε κάθε διασταύρωση αυτού του δρόμου πάντως, επιλέγουν την αντισοσιαλιστική λύση. (Πάξτον 2006. 166)
Η αναγέννηση του φαινομένου στην Ελλάδα της κρίσης

Στην Ελλάδα, φαίνεται ότι συνυπάρχουν και αλληλοτροφοδοτούνται πολλοί ,διαφορετικοί όροι ευνοϊκοί προς το φασιστικό φαινόμενο. Επιπλέον, σήμερα πραγματοποιείται η πλήρης κατάργηση της λαϊκής κυριαρχίας όπως αυτή προβλέπεται από το σύνταγμα , και η εκχώρησή της στις ελίτ της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Βασσάλος 2012. 31-33) Ρόλο ατμομηχανής σε αυτή την διαδικασία, παίζει, η ύπαρξη του Μνημονίου και οι απαιτήσεις των δανειστών για μείωση του πραγματικού κοινωνικού μισθού, κάτι που τις περισσότερες φορές προβλεπόταν ήδη από τις συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καλωσορίζεται από τα κόμματα εξουσίας. Επίσης, σήμερα , επικρατεί η κατάσταση όπου ο άνθρωπος εντός της αστικής κοινωνίας και του υποδουλωτικού καταμερισμού εργασίας, μετατρέπεται σε μία αδύναμη προσωπικότητα (Παυλίδης 2012. 106-108 ), με μηδενικούς ηθικούς πολιτιστικούς και κοινωνικούς δεσμούς (Πάξτον 2006. 290) και φυσικά με αδύναμη συλλογική μνήμη (Γούναρη και Γρόλλιος 2010, 88 και Standing 2012) . Έτσι, η Χρυσή Αυγή προτείνει την αυτοδιάλυση, δηλαδή την πλήρη στράτευση του Εγώ μέσα σε ένα κίνημα “αναγέννησης” και “ενοποίησης” εντός της φαντασιακής κοινότητας του έθνους. Επιπλέον, μέσα σε όλο αυτό το εκρηκτικό κλίμα, μείωσης της βιοτικού επιπέδου της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού, ο αποδιοπομπαίος τράγος βρίσκεται από πολύ κόσμο, στο πρόσωπο των μεταναστών. Είναι εμφανές ότι, η πολιτική ατζέντα των τελευταίων κυβερνήσεων που ιεραρχεί ως σημαντικό το ζήτημα των μεταναστών και της παρεμπόδισης πρόσβασης στην Ελλάδα με κατασταλτικά μέσα, αντικειμενικά προωθεί την λογική της Χρυσής Αυγής.

Πέραν τούτων σημαντικό ρόλο παίζουν οι λανθάνουσες εδαφικές και ταξικές συγκρούσεις υπό προϋποθέσεις, μπορούν να γίνουν βούτυρο στο ψωμί των φασιστών. Βέβαια, όπως αναφέρει ο Κωστόπουλος, οι φασίστες, πάντοτε λένε αυτά που αναπαράγει η κυρίαρχη ιδεολογία και η κοινή λογική και τα προεκτείνουν στα άκρα (Κωστόπουλος 2012) .Ως εκ τούτου, όταν η κυρίαρχη ιδεολογία επέλεξε να ανοίξει το ζήτημα της ονομασίας της Μακεδονίας με όρους “τετραχιλιετούς ελληνικού πολιτισμού” , ήταν προφανές ποιος μπορούσε εν τέλει, να εκφράσει με συνέπεια την κυρίαρχη ιδεολογία. Το κυριότερο σημείο όμως στο οποίο θα έπρεπε να σταθούμε, είναι το ότι η χώρα μας παρουσιάζει μία έντονη κρίση που δεν μπορεί να επιλυθεί μέσω της εφαρμογής παραδοσιακών λύσεων. Αυτό είναι και κάτι που στην πρώτη διασταύρωση των λύσεων, μίας σοσιαλιστικής εξουσίας από την μία και μίας φασιστικής από την άλλη είναι πολύ πιθανό να στρέψει τις ελίτ προς την δεύτερη επιλογή κάτι που είναι βασικό για το άνοιγμα του δρόμου προς τον φασισμό, όπως άλλωστε συνέβη ιστορικά σε Γερμανία και Ιταλία. Υπό αυτή τη οπτική, την οπτική δηλαδή, της απόγνωσης της αστικής τάξης και του πολιτικού της προσωπικού είναι πολύ χαρακτηριστική η δήλωση του Βενιζέλου, ο οποίος αναφέρει ότι για να σωθούμε, “Ο Θεός της Ελλάδας θα πρέπει να βάλει το χέρι του” (Βενιζέλος 2012).
Κατάσταση έκτατης ανάγκης (ή αλλιώς συνολική καταστρατήγηση των δημοκρατικών ελευθεριών )
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουμε οδηγηθεί σε μία κατάσταση όπου όπως και τότε παρατηρείται μία πολύ σημαντική κρίση του υπαρκτού φιλελευθερισμού , και των φιλελεύθερων δημοκρατιών. Στο παρελθόν, ήταν οι πόλεμοι και οι επαναστάσεις που απορύθμισαν την αγορά και το κοινοβούλιο -βασικές φιλελεύθερες λύσεις- με αποτέλεσμα ο φασισμός να προτείνει νέες λύσεις στις προκλήσεις που ανέκυπταν από τις κοινωνικές εντάσεις. Σήμερα, βέβαια, δεν έχουμε πόλεμο μεγάλης κλίμακας ή κοινωνικές επαναστάσεις, αλλά τα φιλελεύθερα πολιτεύματα βρίσκονται πάλι σε σημείο καμπής λόγω της κοινωνικής αναστάτωσης. Αυτή η κατάσταση οξύνεται ακόμα περισσότερο, σε χώρες όπως η Ελλάδα όπου η καπιταλιστική δομική κρίση συνδυάζεται με κρίση χρέους. Χαρακτηριστική είναι και η δήλωση του think tank της αστικής τάξης, Χέρφριντ Μύνκλερ, που αναφέρει:

«Ωθώντας προς περισσότερο εκδημοκρατισμό, είναι σαν να παίζεις ένα παράτολμο παιχνίδι το οποίο μπορεί να οδηγήσει στη διάλυση της Ευρώπης. Αυτοί που βλέπουν τον εκδημοκρατισμό σαν μια λογική αντίδραση στην κρίση δεν έχουν πολυκαταλάβει το ρίσκο. Η δημοκρατία χρειάζεται συνθήκες οι οποίες αυτή τη στιγμή δεν υφίστανται στην Ευρώπη. «(Μύνκλερ 2012)

Να που μερικές δηλώσεις “φιλελεύθερων δημοκρατών ” έχουν σατανική ομοιότητα με τις δηλώσεις τις Χρυσής Αυγής: “Η ασθένεια της Ευρώπης είναι ακριβώς αυτή που προβάλλεται ως θεραπεία και ονομάζεται δημοκρατία.” (Ζιάκα 2012. 370)
Επομένως για να επιβιώσει το καπιταλιστικό σύστημα έχουμε σήμερα παγκοσμίως αλλά και στην Ελλάδα, την προώθηση και εδραίωσης μιας κατάστασης διαρκούς “εξαίρεσης”, αλλά και την προώθηση του ιδεολογήματος της κυβέρνησης των ικανών και των άξιων. Σε ότι αφορά την κατάσταση εξαίρεσης, αυτή αναφέρεται σε μία έννοια της γερμανικής νομικής παράδοσης που αφορά την προσωρινή αναστολή του συντάγματος και του κράτους δικαίου, παρόμοια με την έννοια της κατάστασης πολιορκίας στη γαλλική παράδοση. Η συγκεκριμένη παράδοση συνταγματικής σκέψης υποστηρίζει ότι σε περιόδους σοβαρής κρίσης και κινδύνου, όπως για παράδειγμα εν καιρώ πολέμου, το σύνταγμα πρέπει να αναστέλλεται προσωρινά και να δίνονται έκτακτες εξουσίες σε ένα ισχυρό εκτελεστικό σώμα, ή ακόμα και σε έναν δικτάτορα, προκειμένου να προστατευτεί η πολιτειακή τάξη. Από ότι βλέπουμε στην Ελλάδα αλλά και παγκοσμίως αυτή η κατάσταση τείνει να γίνει μόνιμη και γενική, να γίνει δηλαδή ο κανόνας. (Χαρντ και Νέγκρι. 2011 25-26)

Εκτιμούμε ότι σαφής υλοποίηση των παραπάνω αντιλήψεων ήταν, ο διορισμός του Παπαδήμου δηλαδή ενός μη εκλεγμένου “άξιου” τραπεζίτη ως πρωθυπουργού της χώρας, καθώς και η σύσταση του σημερινού υπουργικού συμβουλίου που αποτελείται κατά βάση από μη εκλεγμένους “ικανούς” τεχνοκράτες. Βεβαίως σε αυτό το σημείο θα πρέπει να πούμε ότι η αντίληψη για κυβέρνηση των ικανών και η απαισιοδοξία απέναντι στις δυνάμεις τις δημοκρατίας, ήταν πάντοτε αντιλήψεις που εξέφραζε το φασιστικό κίνημα. Έτσι, ήδη από το 1840 ένας ανακηρυσσόμενος από τους ναζί ως πολιτικός τους πρόδρομος, ο Καρλάιλ, προτείνει στην Αγγλία ως θεραπεία της κοινωνίας την διοίκηση από μία ελίτ αποτελούμενη από ανιδιοτελείς αρχηγούς της βιομηχανίας και άλλους φυσικούς ήρωες (Πάξτον 2006. 55). Άλλωστε, τα φασιστικά κινήματα ιστορικά υπογράμμιζαν πόσο ασήμαντοι είναι οι νόμοι της εκλογικής και κοινοβουλευτικής δημοκρατίας καθώς στην πράξη υπονομεύονταν αναπόφευκτα από την εξουσία των ελίτ και από τα “παράλογα “κατάλοιπα των λαϊκών αισθημάτων και των μαζών. Πάντως, το ότι οι φασίστες ενισχύονται από την αστική τάξη μόνο όταν για αυτήν δεν υπάρχει άλλη πολιτική λύση, φαίνεται να καταρρίπτεται από την ελληνική ιστορία, όπου στον μεσοπόλεμο οι αστοί, ενίσχυαν τα φασιστικά μορφώματα χωρίς να υπάρχει την συγκεκριμένη στιγμή υπαρκτός επαναστατικός κίνδυνος, απλά προληπτικά, ενόψει και των πιθανών συνεπειών της μεγάλης οικονομικής κρίσης του 1929 (Μαρκέτος 2006 21). Αυτό βεβαίως συμβαίνει, διότι τα φασιστικά κινήματα δεν χρειάζεται να φτάσουν στο σημείο συγκυβερνήσουν με τα αστικά πολιτικά κόμματα ( όπως συνέβη αρχικά σε Ιταλία και Γερμανία) ούτε (όπως συνέβη στην συνέχεια) να κάνουν πραξικοπήματα, για να φανούν χρήσιμα στην αστική τάξη,να ζημιώσουν το εργατικό κίνημα και να συνεισφέρουν στην καπιταλιστική σταθερότητα.

Αντί επιλόγου, θα παραθέσουμε απόσπασμα από την ομιλία ενός ανθρώπου που αγωνίστηκε ενεργά (με τανκς και αεροπλάνα) σε εκείνη την εξέγερση του Δεκέμβρη του 1944 για να διαφυλάξει την “φιλελεύθερη δημοκρατία” στην χώρα μας. Έτσι για να ξέρουμε με ποιους είχαμε και έχουμε να κάνουμε…

«Το κίνημά σας πρόσφερε υπηρεσία σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ο μεγάλος φόβος που 
διακατείχε τον δημοκρατικό ηγέτη ή ηγέτη της εργατικής τάξης ήταν η πιθανότητα να υπονομευτεί ή να υπερθεματιστεί από κάποιον πιο ακραίο από αυτόν. Φαίνεται ότι μια συνεχής μετακίνηση προς τα αριστερά, ένα είδος αναπόφευκτης διολίσθησης την άβυσσο ήταν το χαρακτηριστικό όλων των επαναστάσεων. Η Ιταλία έδειξε ότι υπάρχει ένας τρόπος να παλέψεις τις ανατρεπτικές δυνάμεις, ένας τρόπος που μπορεί να κινητοποιήσει την πλειοψηφία του κόσμου, η οποία κατάλληλα καθοδηγούμενη, μπορεί να εκτιμήσει και να θελήσει να υπερασπίσει την τιμή και τη σταθερότητα των πολιτισμένων κοινωνιών. Η Ιταλία παρείχε το απαραίτητο αντίδοτο στο ρώσικο δηλητήριο. Από δω και στο εξής, κανένα μεγάλο έθνος δεν θα μείνει χωρίς το έσχατο μέσο προστασίας απέναντι στην ανάπτυξη καρκινωμάτων… Αν ήμουν Ιταλός θα ήμουν με όλη την καρδιά μαζί σας, από την αρχή μέχρι το τέλος, στη θριαμβευτική σας μάχη ενάντια στις βάρβαρες ορέξεις και τα πάθη του Λενινισμού.»

Ουίνστων Τσώρτσιλ: ομιλία στην φασιστική Ρώμη το 1927
(Μπέχαν 2012. 164)

Βιβλιογραφία
Αστερίου, Ελένη 2012. “Φασισμός ,μεγάλο κεφάλαιο και εργατική τάξη”. Μαρξιστική Σκέψη. 5: 97-129
Βασσάλος, Γιώργος. 2012. “Πάνω απ’του κάστρου των Βρυξελλών τη σκοπία, οι Πολυεθνικές κοιτούν”. Τετράδια Ανυπότακτης Θεωρίας. 1:24- 37
Γούναρη, Παναγιώτα και Γρόλλιος, Γιώργος. 2010. Κριτική Παιδαγωγική, μία συλλογή κειμένων. Αθήνα: Gutenberg
Ζιάκα, Χριστίνα. 2012. “Χρυσή Αυγή, ο φασισμός από την ανυπαρξία στο προσκήνιο σε συνθήκες κρίσης”. Μαρξιστική Σκέψη. 5:367-381
Μαρκέτος, Σπύρος. 2006. Πως φίλησα τον Μουσολίνι! Τα πρώτα βήματα του ελληνικού φασισμού.
Αθήνα: Βιβλιόραμα
Μπέχαν, Τομ. 2012. Arditi del Popolo Η ιστορία της πρώτης αντιφασιστικής οργάνωσης. Αθήνα : Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο
Πάξτον, Ρόμπερτ. 2006. Η ανατομία του φασισμού. Αθήνα: Κέδρος
Παυλίδης, Περικλής. 2012. Η γνώση στη διαλεκτική της κοινωνικής εξέλιξης. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο
Χαρντ, Μάικλ και Νέγκρι, Αντόνιο. 2011. Το Πλήθος , πόλεμος και δημοκρατία στην εποχή της Αυτοκρατορίας. Αθήνα: Αλεξάνδρεια
Guy, Standing. 2012. Precariat: From Denizens to Citizens?. Northeastern Political Science Association. Ανακτήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2012
Ηλεκτρονικές πηγές
Βενιζέλος, Ευάγγελος 2012. Δηλώσεις. Ανακτήθηκε τις 30 Σεπτεμβρίου 2012. (http://www.agioritikovima.gr/2011-07-14-22-28-56/6407-euaggelos-benizelos-o-theos-tis-ellantas-na-mas-boithiei)
Κωστόπουλος, Τάσος 2011. “Πως φίλησα τον Μουσολίνι”- Παρουσίαση. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2012. (http://www.youtube.com/watch?v=zhTcKYXXyHg)
Μύνκλερ, Χέρφριντ. Από την ανικανότητα των ηγετών στην ανικανότητα της Δημοκρατίας. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2012. (http://ksipnistere.blogspot.gr/2011/07/blog-post)


Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

Το ύπουλο σχέδιο των δανειστών

Βρόμικα παιχνίδια κατά της Ελλάδας - Πώς οι θεσμοί «χτυπούν» τον τουρισμό και απαξιώνουν την ιδιωτική περιουσία των Ελλήνων

Οι αυξήσεις – σοκ στον ΦΠΑ, η επιμονή της διατήρησης του ΕΝΦΙΑ και η εντολή «πουλήστε τα πάντα» συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, στα σκληρά μέτρα που ζητούν οι δανειστές να επιβληθούν στην Ελλάδα, στο πλαίσιο ενός ύπουλου σχεδίου, που, όπως φαίνεται, στόχο έχει να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για παράταση της ύφεσης και υποβάθμισης της εγχώριας παραγωγικής βάσης.

Πίσω από το προτεινόμενο σχέδιο των Βρυξελλών προς την Ελλάδα κρύβεται ένα βρόμικο παιχνίδι των δανειστών, μέσα από το οποίο επιχειρούν να «χτυπήσουν» τουρισμό, φαρμακοβιομηχανία και μεταποιητικές επιχειρήσεις με τις αυξήσεις σοκ που προτείνουν στον ΦΠΑ, αλλά και να απαξιώσουν την ιδιωτική περιουσία των Ελλήνων πολιτών.

Στο δεκασέλιδο κείμενο προτάσεων που παραδόθηκε στον πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα από τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, για λογαριασμό των τριών «θεσμών» περιλαμβάνονται μέτρα απαξίωσης της οικονομίας και απορρύθμισης της κοινωνίας.

Το γεγονός μάλιστα ότι από το συγκεκριμένο κείμενο απουσιάζει κάθε αναπτυξιακή πρόταση, υποδηλώνει ότι οι δανειστές δεν επιδιώκουν μεταρρυθμίσεις που θα κινούνται στη λογική της καταπολέμησης της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα. Τυχαίο;

Χαρακτηριστικό της «θηλιάς» που επιχειρούν να δέσουν γύρω από το λαιμό των πολιτών είναι η απαίτηση για διατήρηση του ΕΝΦΙΑ. Πρόκειται για ένα μέτρο εξαθλίωσης και απαξίωσης της ιδιωτικής περιουσίας των πολιτών.

Την ίδια στιγμή, οι «θεσμοί» ζητούν «ξεπούλημα» των κρατικών «φιλετών». Συγκεκριμένα, ζητούν να προχωρήσει ως έχει ολόκληρο το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων και να καθοριστεί χρονοδιάγραμμα πώλησης-παραχώρησης για όλα τα περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στο ΤΑΙΠΕΔ στις 31 Δεκεμβρίου του 2014.

Μάλιστα, γίνεται ειδική αναφορά στους διαγωνισμούς του ΟΛΠ, του ΟΛΘ, της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, της Εγνατίας Οδού, του Ελληνικού των περιφερειακών αεροδρομίων με απαίτηση να προχωρήσουν χωρίς σοβαρές αλλαγές.

Παράλληλα, επιμένουν στη διατήρηση της κατάργησης των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Παράλληλα, ζητούν νέα μέτρα ύψους 4,8 δισ. ευρώ σε ενάμιση χρόνο, εκ των οποίων τα 3 δισ. ευρώ θα προέλθουν από τους φόρους και τα 1,8 δισ. ευρώ από το ασφαλιστικό σύστημα.

Ποιο είναι λοιπόν το σχέδιο των δανειστών, το οποίο αποτέλεσε και μέρος του ρεπορτάζ της κυριακάτικης εφημερίδας Real News; Μία Ελλάδα υποχείριο της Ευρώπης «τσακισμένη» από τα μέτρα λιτότητας και πάνω από όλα… ξεπουλημένη!

Καναλάρχες για τηλεοπτικές άδειες: Θα ρίξουμε μαύρο στις οθόνες

ΟΙ… ΕΡΓΟΛΑΒΟΙ ΤΗΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΠΡΟΧΩΡΟΥΝ ΣΤΟΝ ΑΠΟΛΥΤΟ ΕΚΒΙΑΣΜΟ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ

Σε πλήρη σύγχυση και πανικό βρίσκονται οι γνωστοί… εργολάβοι της ενημέρωσης μετά την εκπεφρασμένη πρόθεση της κυβέρνησης να αλλάξει πλήρως το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο. Eτοιμάζουν βρώμικο... ανταρτοπόλεμο στην κυβέρνηση.

Σύμφωνα με πληροφορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας στον κυριακάτικο Τύπο, οι καναλάρχες ετοιμάζονται για έναν ακόμη ύστατο εκβιασμό κατά της κυβέρνησης.
Σύμφωνα με το σχέδιό τους είναι διατεθειμένοι να ρίξουν «μαύρο» στις οθόνες των καναλιών που ελέγχουν προκειμένου να δημιουργήσουν συνθήκες αστάθειας και πολιτικής εμπλοκής, όπως έγινε όταν η κυβέρνηση της ΝΔ έριξε «μαύρο» στην ΕΡΤ.

Ετοιμάζονται λοιπόν μαζικά να μπλοκάρουν το διαγωνισμό που δρομολογεί η κυβέρνηση για τις άδειες τηλεοπτικού περιεχομένου με παρασκηνιακές μεθοδεύσεις που θυμίζουν Μεσαίωνα.
Παράλληλα, αναμένεται να προχωρήσουν σε νομικού τύπου κινήσεις ισχυριζόμενοι ότι η διαδικασία είναι παράτυπη.

Διατείνονται μάλιστα ότι θα προσφύγουν στα Ευρωπαϊκά δικαστήρια ζητώντας την προστασία των επιχειρηματικών τους συμφερόντων.

Αυτό που επιδιώκουν με τις απειλές τους είναι να έχουν ευνοϊκή και προνομιακή μεταχείριση μέσω μοριοδότησης στις νέες άδειες.

Φτάνουν μάλιστα στο σημείο να εκβιάζουν λέγοντας σε δημόσιες συζητήσεις πως αν η κυβέρνηση δεν λάβει υπόψη της τα αιτήματά τους θα ρίξουν «μαύρο» στις οθόνες και θα μείνουν χωρίς δουλειά εκατοντάδες δημοσιογράφοι και τεχνικοί.

«Ας αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ το πολιτικό κόστος των εργαζομένων που θα οδηγηθούν στην ανεργία» είναι το επιχείρημα των ανθρώπων που επί 20 και πλέον χρόνια εμπορεύονται παράνομα και παράτυπα το αγαθό της ενημέρωσης χωρίς να πληρώνουν στο κράτος ούτε ευρώ.

Ο τυχοδιωκτισμός τους ξεπερνά κάθε όριο, αφού πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που εδώ και 20 χρόνια είχαν μετατρέψει τα κανάλια και τα μέσα ενημέρωσης σε «ρουσφετομάγαζα» προσλαμβάνοντας σωρηδόν συγγενείς και κουμπαροξάδερφα πολιτικών με δυσθεώρητους μισθούς και τώρα ξαφνικά αποφάσισαν να δουν τα μέσα ενημέρωσης ως «σοβαρές επιχειρήσεις».

Όλα τα προηγούμενα χρόνια που «χτύπαγαν» τα δημόσια έργα με απευθείας αναθέσεις, «βολεύοντας» γιους και κόρες υπουργών στα κανάλια τους δεν είχαν καμία κοινωνική ευαισθησία για τους εκατοντάδες δημοσιογράφους και τεχνικούς που δεν μπορούσαν να βρουν εργασία γιατί δεν είχαν… μπάρμπα από την Κορώνη.

Την περίοδο των… παχιών αγελάδων που λειτουργούσαν τα κανάλια με 800 και 900 εργαζόμενους δεν είχαν κανένα πρόβλημα, διότι τότε δεν ήταν κανάλια, αλλά «πλυντήρια».

Τώρα διαμαρτύρονται ότι δεν αντέχουν το λειτουργικό κόστος αν και έχουν κάνει πάνω από 50% απολύσεις και οριζόντιες μειώσεις μισθών (την «πλήρωσαν» ως επί το πλείστον οι χαμηλόμισθοι) που ξεπερνούν το 40%.

Τώρα ξαφνικά, οι καναλάρχες-εργολάβοι , έγιναν υπερ-ευαίσθητοι για τους εργαζόμενους που θα βρεθούν στην ανεργία.

Η υποκρισία στο απόγειό της!!!

Δυστυχώς γι’ αυτούς τους έχουν πάρει χαμπάρι μέχρι και οι εργαζόμενοί τους… οι οποίοι απολύονται μαζικά με αποζημιώσεις πείνας τα τελευταία χρόνια με το πρόσχημα της οικονομικής κρίσης…

Οι «έχοντες», βέβαια, «μπάρμπα από την Κορώνη» παραμένουν ακλόνητοι στις θέσεις τους υπηρετώντας μετά μανίας το σύστημα εξουσίας που τους ανέδειξε σε αυτές τις θέσεις – κλειδιά.

Μόνο που τα ψέματα τελείωσαν. Είτε το θέλουν είτε όχι η Ελλάδα θα γυρίσει σελίδα και θα βρει τη χαμένη της αξιοπρέπεια και κάθε κατεργάρης θα πάει στον πάγκο του.

Σάββατο 6 Ιουνίου 2015

Γιατί επέλεξαν τώρα οι ευρωκράτες την σκληρή αντεπίθεση κατά της Ελλάδας

του system failure


Δεν θα έπρεπε κανείς να περιμένει κάτι καλύτερο από τους ευρωκράτες και το διευθυντήριο του Βερολίνου στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο. Καθώς πλησιάζει η λήξη της 4μηνης εκεχειρίας και η Ελλάδα στραγγαλίζεται συστηματικά στο οικονομικό πεδίο, ο "φιλέλληνας" Γιούνγκερ επέλεξε την κατάλληλη στιγμή για ένα ακόμα ύπουλο χτύπημα κάτω από την μέση.


Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει. Αξίζει να θυμηθούμε την συμπεριφορά των ευρωκρατών στο γιούρογκρουπ-παρωδία της 16ης Φεβρουαρίου (http://bit.ly/1CEQftJ), όταν και πάλι προσπάθησαν να αποδομήσουν με κάθε τρόπο την εικόνα των αξιωματούχων της φρέσκιας Αριστερής κυβέρνησης. Καθώς φτάνουμε στο κρισιμότερο σημείο της σύγκρουσης, αυτή τη φορά επιχείρησαν να αποδομήσουν τον ίδιο τον Έλληνα πρωθυπουργό.


Ποιοι είναι πραγματικά οι λόγοι πίσω από το νέο φιάσκο κατά την πρόσφατη συνάντηση Τσίπρα-Γιούνκερ;


Ο πρώτος λόγος είναι ότι ήθελαν να δώσουν ένα καλό μάθημα στον Τσίπρα, να "του κόψουν τη φόρα" για το "θράσος" του να πει τα πράγματα με το όνομά τους, μέσα από το τελευταίο του άρθρο στην Le Monde (http://bit.ly/1cu38OD). Θα πρέπει πράγματι να ήταν ένα σοκ γι'αυτούς, καθώς είχαν συνηθίσει για δεκαετίες να χαριεντίζονται και να ανταλλάσσουν φιλοφρονήσεις με προηγούμενους Έλληνες πρωθυπουργούς. Ίσως θεώρησαν λοιπόν, ότι έπρεπε να βάλουν τον Τσίπρα στη θέση του.


Ο δεύτερος λόγος, είναι και ο πλέον κλασικός στον πόλεμο των διαπραγματεύσεων. Ζήτησαν ξαφνικά τα πιο σκληρά μέτρα, με στόχο να πάρουν αυτό που θέλουν τελικά, εμφανιζόμενοι ότι κάνουν υποχωρήσεις. Είναι η κλασική τακτική του "ζήτα παραπάνω για να πάρεις αυτό που θες".


Ο τρίτος και κυριότερος ίσως λόγος, ήταν να αποδομήσουν ολοκληρωτικά την εικόνα της κυβέρνησης, επιχειρώντας να μειώσουν την αποδοχή της από τον Ελληνικό λαό. Άρα, αυτό που είπαν κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ότι αυτά που ζήτησαν μπορεί να είναι και χειρότερα από το email Χαρδούβελη, ενδεχομένως να μην είναι καθόλου υπερβολικό. Βεβαίως δεν υπάρχει κανένας δημοσιονομικός στόχος, ούτε ισοδύναμα. Ο στόχος ήταν καθαρά η αποδόμηση της κυβέρνησης, ελπίζοντας ότι θα αναθερμάνουν το σενάριο 2 (http://bit.ly/1zl3P2f), δηλαδή την απομάκρυνση της Αριστερής πλατφόρμας και τη συμμετοχή του μνημονιακού νεοφιλελεύθερου μπλοκ σε μια κυβέρνηση "εθνικής σωτηρίας", αν είναι δυνατόν και πάλι με έναν τεχνοκράτη τύπου Παπαδήμου (π.χ. Στουρνάρας).


Τα συστημικά μίντια έπαιξαν και πάλι το γνωστό έργο. Φρόντισαν να ξορκίσουν την πιθανότητα εκλογών, μιλώντας και πάλι για πλήγμα στην οικονομία εν μέσω τουριστικής περιόδου και τα γνωστά, ενώ δεν είναι τυχαίο ότι ο Σαμαράς μίλησε για "ανοησία", όσον αφορά την πιθανότητα εκλογών και προσφέρθηκε για "εθνική συνεννόηση". Είναι λοιπόν ξεκάθαρη η προσπάθεια που γίνεται να μπουν στο παιχνίδι και πάλι οι νεοφιλελεύθερες μνημονιακές δυνάμεις, ώστε με την πρόφαση της "εθνικής σωτηρίας", να κατευθύνουν τα πράγματα προς την ολοκλήρωση του νεοφιλελεύθερου πειράματος που είχε διακοπεί με τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου.


Τα μίντια φρόντισαν προηγουμένως να χτίσουν το προφίλ του Γιούνκερ, ως του "φίλου της Ελλάδας". Έτσι, μετά το πρόσφατο φιάσκο στην συνάντησή του με τον Τσίπρα, θέλουν να περάσουν την εικόνα ότι η Ελληνική κυβέρνηση είναι πλήρως απομονωμένη, αφού ακόμα και οι "φιλέλληνες" δεν δείχνουν κατανόηση για τις Ελληνικές θέσεις.


Βεβαίως, δεν υπάρχει κανένας φίλος της Ελλάδας σε αυτές τις μαριονέτες των Βρυξελλών και του Βερολίνου. Φίλοι τους είναι οι τραπεζίτες και τα λόμπι. Άλλωστε, είναι φρέσκια η ιστορία του γνωστού μεγάλου σκανδάλου Luxleaks (www.koutipandoras.gr) με πρωταγωνιστή τον Γιούνκερ, ενώ ο ίδιος είχε δηλώσει ανοιχτά ότι οι ομάδες συμφερόντων στην ΕΕ είναι κάτι το αναπόφευκτο! (http://bit.ly/1BquI5U)


Παρόλα αυτά, το μεγάλο όπλο βρίσκεται ακόμα στα χέρια της κυβέρνησης Τσίπρα, αρκεί να το χρησιμοποιήσει σωστά. Οι ευρωκράτες παίζουν με τη φωτιά και η Ελληνική κυβέρνηση έχει την ευκαιρία να τους κάψει. Ήρθε η ώρα να μιλήσει ανοιχτά και καθαρά στον λαό και να πάει σε εκλογές επιδιώκοντας ευρεία πλειοψηφία (http://bit.ly/1FuDDou). Αν το καταφέρει, οι εκπρόσωποι των πλουτοκρατών θα βρεθούν σε ακόμα δυσκολότερη θέση και η Ελλάδα θα έχει κερδίσει μια καθοριστική μάχη.

Νεοφιλελεύθερος λαϊκισμός

Τι κρίμα για τα κανάλια...τώρα που έχασαν την αξιοπιστία τους


Άντα Ψαρρά στην Εφημερίδα των Συντακτών


Νεοφιλελεύθερος λαϊκισμός ή όταν τα ΜΜΕ ανακαλύπτουν το δικαίωμα στην απεργία και τις επιπτώσεις της ανθρωπιστικής κρίσης την περίοδο των μνημονίων.

Τι ήταν να ανακοινώσει ο Β. Αλεβιζόπουλος την απεργία της ΟΣΥΠΑ; Αμέσως έγινε ανάρπαστος. Κανάλια και ραδιόφωνα συναγωνίστηκαν ποιος θα τον πρωτοβγάλει να μιλήσει για την επικινδυνότητα των πτήσεων, τον ελλιπή φωτισμό την έλλειψη ανταλλακτικών και τα χρέη του δημοσίου προς τις εταιρείες.

Όλα φυσικά στο όνομα του «να μην ταλαιπωρηθούν οι πολίτες το τριήμερο». Με το σεις και με το σας στους πρώτους απεργούς οι άλλοτε «ανακριτές» (σχολιαστές των ΜΜΕ) των ταλαιπωρημένων συνδικάτων γιατρών, δασκάλων, καθηγητών, ναυτικών και λοιπών απεργούντων κατά καιρούς λόγω εξαθλίωσης υπό τη συνεχή μάλιστα δαμόκλειο σπάθη της κήρυξης της κάθε απεργίας ως παράνομης και καταχρηστικής.

Σήμερα όμως όλοι ανακάλυψαν το ιερό δικαίωμα στην απεργία (!) ξεχνώντας βέβαια πώς και πότε γιγαντώθηκαν τα χρέη και οι ελλείψεις και στη συγκεκριμένη υπηρεσία, όπως και τον κοντινό ορίζοντα της αναγκαστικής εκχώρησης των αεροδρομίων στα ιδιωτικά επιχειρηματικά συμφέροντα λόγω αυτής της οικονομικής δυσπραγίας του δημοσίου.

Χθες ανακαλύφτηκε επίσης και η επιστροφή (;) των αστέγων στο κέντρο της Αθήνας με αναλυτικά ρεπορτάζ ενώ έντρομη λίγες ημέρες πριν η Ολγα Τρέμη ανακάλυπτε ότι τα νοσοκομεία δεν έχουν ...γάζες. Την εποχή βέβαια που μεσουρανούσε ο Λοβέρδος και ο Γεωργιάδης στο υπουργείο Υγείας και ο Κ. Μητσοτάκης στις απολύσεις, όλα αυτά ήταν αόρατα μπροστά στα «συντεχνιακά» και πάντα επιλήψιμα «συμφέροντα» των απελπισμένων νοσηλευτών και γιατρών που απεργούσαν.

Η κατάρρευση του κοινωνικού κράτους επιτέλους ανακαλύφτηκε, πέντε χρόνια μετά από το ξέσπασμα της κρίσης χρέους, και από τα ιδιωτικά ΜΜΕ. Το επόμενο βήμα είναι να «ζουμάρουν» σε όποια ενδεχόμενη απεργία και να την αναδείξουν στα δελτία ειδήσεων όχι για το πόσο παράνομη είναι αλλά για το δίκαιο των αιτημάτων των απεργών.

Αυτό κι αν θα ήταν μια πραγματική επανάσταση στην ειδησεογραφία!

anemosantistasis

Πέσε, Τσίπρα, να σε φάμε

 Του Θανάση Καρτερού
Είναι κάπως παράδοξο, αλλά μια από τις πιο στεγνές δηλώσεις της εβδομάδας προέρχεται από το Ποτάμι: Ο κ. Τσίπρας πρέπει ν' αποφασίσει με ποιους θα πάει και ποιους θ' αφήσει. Δεν γίνονται και τα δύο, δεν γίνεται και Λαφαζάνης και Ευρώπη, δεν γίνεται και Καμμένος και Ευρώπη. Δεν γίνεται και Μπαλτάς και Ευρώπη. Αυτά είπε ο Σταύρος Θεοδωράκης. Αυτοπροσώπως. Θυμίζοντας τον καλό του τηλεοπτικό εαυτό, όταν με γενναιότητα επιδίωκε την κάθαρση της Χρυσής Αυγής. Τώρα επιδιώκει την κάθαρση ΣΥΡΙΖΑ και κυβέρνησης.

Κάθαρση από ποιους; Μα από τα ούτως ειπείν βλαβερά για την Ευρώπη στοιχεία. Διότι ο Σταύρος δηλώνει σε κάθε ευκαιρία, ή και χωρίς ευκαιρία, ότι είναι με την Ευρώπη. Ψυχή τε και σώματι. Και αναγνωρίζει συνεπώς στον εαυτό του το δικαίωμα να είναι ευρωκριτής. Και ευρωασφαλίτης κατά κάποιο τρόπο. Θυμίζοντας στην περίπτωση αυτή τις εποχές που αν είχες συγγενή, ή φίλο κάποιο βλαβερό στοιχείο, σε περιλάβαινε η Ασφάλεια. Και σου ζητούσε να αποκηρύξεις δημοσίως τον βλαβερό, για να αποδείξεις ότι ανήκεις στη Δύση.

Βέβαια, όπως τότε τα δυτικά, έτσι και τώρα τα ευρωπαϊκά διλήμματα είναι εισαγόμενα. Η ιδέα της κάθαρσης του ΣΥΡΙΖΑ είναι, ως γνωστόν, παραγωγής των πιο σκληρών από τους δανειστές. Υιοθετείται από έγκυρα think tanks όπως αυτό της Ντόιτσε Μπανκ. Διακινείται από έγκυρα έντυπα όπως οι "Financial Times". Και αποκτά υπεραξία κύρους με τη χρήση της από έγκυρους ανθρώπους όπως ο Γιούνκερ. Ο οποίος πριν λίγες μέρες μάς ενημέρωσε για τις διαφορές ανάμεσα στον Τσίπρα και στο κόμμα του.

Ο Σταύρος εντούτοις έχει προσδώσει στο εμπόρευμα κάτι το ελληνικό. Δεν είναι και για ISO, αλλά το προωθεί φιλότιμα. Κι αν εδώ πολλοί το ειρωνεύονται, σε κάποιους ευρωπαϊκούς κύκλους χαίρει εκτιμήσεως. Συνεπώς χαίρει εκτιμήσεως και ο επίμονος πωλητής, έστω κι αν δεν πουλάει ούτε κάλτσα. Ενώ παράπλευρη ωφέλεια είναι ότι προσφέρει λίγο γέλιο στο σκοτισμένο Μαξίμου. Και στα επίσης σκοτισμένα βλαβερά στοιχεία που ονομαστικά καρφώνει στον πάσαλο της ευρωπαϊκής ατίμωσης.

Η συνέπεια στην κάθαρση του είδους συνεπάγεται βέβαια και υπεύθυνη στάση απέναντι στους δανειστές. Και επιβεβαιώνεται από αυτή. Τσιμουδιά ο Σταύρος για τους εκβιασμούς, την πιστωτική ασφυξία, τις προκλητικές δηλώσεις, τις ταπεινωτικές απαιτήσεις. Κανένα δίλημμα του είδους Σόιμπλε ή Ευρώπη. Προφανώς εκεί δεν απαιτείται καμιά κάθαρση, καμιά απαλλαγή από βλαβερά στοιχεία, κανένας σεβασμός απέναντι στην Ελλάδα. Ενώ αν τα σπάσει ο Τσίπρας με τους βλαβερούς, θα μπούμε σε καλύτερους καιρούς.

Πέσε-Τσίπρα-να-σε-φάμε δηλαδή η υπόθεση. Ή ο Θεοδωράκης φούρναρης. Μπορεί όμως κανείς να απαγορεύσει στον πεινασμένο να ονειρεύεται καρβέλια;
ΑΥΓΗ

Λαμόγια με ιδανικά -του Περικλή Κοροβέση

Κυβερνήσεις της Αριστεράς είχαμε πολλές στην Ε.Ε. Ολες εξελέγησαν με εντυπωσιακά προγράμματα και προεκλογικές εξαγγελίες που υπόσχονταν πολλά.

Καταπολέμηση της φτώχειας και της ανεργίας, κοινωνικό κράτος, Παιδεία, Υγεία, εγγυημένα για όλους.

Οσο ακόμα υπήρχε η ΕΣΣΔ, έγιναν γενναίες μεταρρυθμίσεις προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων. Το βιοτικό επίπεδο ανεβαίνει.

Ο πολίτης δίνει τη θέση του στον καταναλωτή, που εγκλωβίζεται στην ευμάρειά του. Η κατανάλωση γίνεται ο κόσμος του και αδιαφορεί για τα κοινά.

Παράλληλα, τα μεγάλα συνδικάτα, που πρόσκεινται στον ίδιο πολιτικό χώρο, είναι ο φυσικός σύμμαχος της κυβέρνησης και αφομοιώνουν τους κοινωνικούς κραδασμούς και τους τροχιοδρομούν σε ανώδυνη κατεύθυνση.

Σε διαμαρτυρίες-λιτανείες. Δηλαδή, έχουμε ένα κεϊνσιανικό μοντέλο που υποστηρίζει τον καπιταλισμό, υποχρεώνοντάς τον να κάνει κάποιες παραχωρήσεις ως αντίτιμο για τη διαιώνισή του.

Και το κράτος έδειξε μια φοβερή ευελιξία αποδεχόμενο διαφορετικές κυβερνήσεις που να εκπροσωπούν όλη την γκάμα του πολιτικού κόσμου. Από τους φασίστες μέχρι τους σοσιαλιστές.

Γιατί δεν έχουμε μία κυβέρνηση της Αριστεράς, όπως συνήθως λέγεται, αλλά μια κρατική Αριστερά, που υπηρετεί τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης και του κεφαλαίου, που για να διατηρηθεί και να αναπαραχθεί πρέπει να πληρώσει κάποιο κόστος.

Αλλά πάνε αυτά, τελείωσαν. Με την αδήλωτη επανάσταση του αρπαχτικού καπιταλισμού, με τις θεωρίες του νεοφιλελευθερισμού ό,τι κέρδισαν οι λαοί μετά τη Γαλλική Επανάσταση και τους αγώνες δύο περίπου αιώνων πρέπει να παρθεί πίσω.

Θεωρούνται αρχαϊκές μορφές που εμποδίζουν τη λειτουργία της Ελεύθερης Αγοράς, δηλαδή την ασυδοσία του καπιταλισμού.

Και εδώ οι ανθρώπινες ζωές δεν έχουν καμιά σημασία.

Παράδειγμα, η Μεσόγειος. Χιλιάδες ζωές χάνονται σε αναζήτηση εργασίας.

Είναι μια τεράστια ουρά ανθρώπων σε χιλιάδες χιλιόμετρα, από κατεστραμμένες χώρες, στον ευρωπαϊκό «ΟΑΕΔ», και αντί για δουλειά βρίσκουν τον πνιγμό τους, συχνά με τις οικογένειές τους.

Είναι αυτό Ευρωπαϊκός Πολιτισμός;

Είναι το Δουβλίνο ΙΙ μια ανθρωπιστική σύμβαση που καταδικάζει τις χώρες του Νότου να γίνουν αποθήκες ανθρώπων για να προστατευτεί ο πλούσιος Βορράς;

Κι εμείς γιατί την υπογράψαμε;

Δεν ξέραμε πως ένα ευρωπαϊκό πρόβλημα θα γίνει ελληνικό και όλη αυτή η συσσώρευση μεταναστών θα δημιουργούσε ρατσισμό και ξενοφοβία που θα εκμεταλλευόταν η Ακρα Δεξιά;

Οι σοσιαλδημοκράτες προσαρμόστηκαν ταχύτατα στις επιταγές του νεοφιλελευθερισμού, που τους έκανε μια χαψιά.

Σ’ αυτό που διέφεραν από τους συντηρητικούς, ήταν στη ρητορική.  Εταζαν τα πάντα, άσχετα αν έπρατταν τα αντίθετα.

Π.χ. η Σουηδική Σοσιαλδημοκρατία είχε βασικό προγραμματικό στόχο την κατάργηση της μοναρχίας.

Για πολλούς θεωρείται διακοσμητικός θεσμός και δεν παίζει κανέναν ουσιαστικό ρόλο.

Αλλά η αλήθεια είναι πως το παλάτι αποτελεί ένα πολιτικό κέντρο ειδικού βάρους, που συγκεντρώνει όλη τη βιομηχανική και τραπεζιτική ελίτ της χώρας και είναι ένα μόνιμο αντίβαρο στην εκλεγμένη κυβέρνηση, που με τη σειρά πρέπει να κάνει υποχωρήσεις προς το άλλο κέντρο εξουσίας.

Σήμερα αυτός ο στόχος έχει ξεχαστεί. Λες και δεν ειπώθηκε ποτέ.

Η κρατική Αριστερά, όπως και τα άλλα κόμματα εξουσίας, είναι ιδιαίτερα ελκυστικά για τους επαγγελματίες πολιτικούς.

Κοινώς τα λαμόγια, που καραδοκούν για μια θέση εξουσίας.

Οι αρχαίοι Ελληνες είχαν δύο λέξεις που χαρακτήριζαν αυτήν την κατάσταση, που δεν τις διαθέτει η νεοελληνική: μαλακόλαξ, που σημαίνει ελεεινός, γλείφτης, και σπουδαρχίδης, που σημαίνει θεσιθήρας.

Είναι μια κατηγορία ανθρώπων που όταν διαμορφωθεί κάποιο κέντρο εξουσίας γύρω από κάποιον αρχηγό, θέλουν να ανέβουν στην ιεραρχία, όχι ανάλογα με τα προσόντα τους, αλλά σύμφωνα με τις ικανότητές τους: να ελίσσονται, να κολακεύουν, να μη δίνουν ποτέ το στίγμα τους, αποφεύγοντας να πάρουν θέση και προτιμώντας να παραμένουν σιωπηλοί μέχρι να εκφραστεί ο αρχηγός.

Την κατάλληλη στιγμή αρπάζουν τον θώκο που επιθυμούν, και θρονιάζονται για τα καλά σαν αυθεντίες και στελέχη, επιδιώκοντας τη μέγιστη δυνατή δημοσιότητα. Και μετά, ίσως γίνουν κι εκείνοι αρχηγοί.

Εχει ο ΣΥΡΙΖΑ τέτοιες προσωπικότητες; Πολλά εικάζω, αλλά δεν είμαι σε θέση να κάνω μια ακτινογραφία της κυβέρνησης και να βγάλω ασφαλή συμπεράσματα. Αλλά αυτό θα φανεί στην πορεία.

Στις δύσκολες ψηφοφορίες στη Βουλή για κρίσιμα θέματα (αν γίνουν βέβαια και δεν περάσουν με προεδρικά διατάγματα). Και αν κάνουμε την υπόθεση πως οι «εταίροι» θα μας συνθλίψουν, τότε αυτό θα το ονομάσουμε έντιμο συμβιβασμό;

Η εξουσία, πάντως, έχει μια αυτάρκεια και λειτουργεί για τον εαυτό της. Κάτι σαν πρέζα με χειροπιαστά οφέλη.

Και η Ιστορία της Σοσιαλδημοκρατίας μάς διδάσκει πως η αριστερή της πτέρυγα κατά κανόνα προσαρμόζεται.

Τα οφέλη είναι για όλους, άσχετα αν κάποιοι βγαίνουν λιγότερο ωφελημένοι.

Και όπως λέει και ο λαός μας: «Ας με λένε δημαρχίνα και ας ψοφάω από την πείνα».

Παράθυρο στην τηλεόραση, πάντως, έχει. Κάτι είναι κι αυτό.

efsyn.gr

Τρίτη 2 Ιουνίου 2015

#skai_xeftiles...Ο Μπάμπης παρακαλάει να κρατήσει το ΔΝΤ τις θέσεις του για τα εργασιακά, απέναντι στην κυβέρνηση

Η ξεφτίλα στον ΣΚΑΙ, δεν έχει όρια.......Αν κάποιο βραβείο, μπορεί να διεκδικήσει ο συγκεκριμένος τηλεοπτικός σταθμός είναι αυτό του δοσιλογισμού!
Στο σημερινό δελτίο, ενώ μετά από μήνες είπα να δω την εισαγωγή του δελτίου ειδήσεων στον ΣΚΑΙ,  η αραβωνιάρα του Μητσοτα-μπαγογιαννέικου, Σία Κοσσιώνη, δίνει τον λόγο για σχολιασμό, πάνω στις τελευταίες εξελίξεις περί της διαπραγμάτευσης, στον γνωστό Μπάμπη....Μπάμπη Παπαδημητρίου!
Στην τοποθέτηση που κάνει ο Μπάμπης, περιγράφει ότι το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις προκαλείται από τα εργασιακά, και συμπληρώνει:
"Παρακαλάω να κρατήσει γερά το ΔΝΤ τις θέσεις του, και να μην υποχωρήσει στις ελληνικές θέσεις. Αν γίνει τέτοια υποχώρηση, θα είναι μία καταστροφή"!
Καλά διαβάζετε....Όχι απλά εκπρόσωπος του ΔΝΤ ο Μπάμπης Παπαδημητρίου, αλλά και "σκληρό καρύδι" που δεν θέλει με τίποτα την δικαίωση των ελληνικών θέσεων!
#skai_xeftiles....Και σήμερα!

Σιν: Μην υποτιμάτε τον Βαρουφάκη

Ο Hans-Werner Sinn είναι καθηγητής Οικονομικών και Δημόσιων Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, και πρόεδρος του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών, που είναι γνωμοδοτικό όργανο του γερμανικού υπουργείου οικονομίας. Αν εμείς κατηγορούμε την Μέρκελ και τον Σόιμπλε ότι παίζουν στις διαπραγματεύσεις τους ρόλους του καλού και του κακού μπάτσου αντιστοίχως, ο κ. καθηγητής διατείνεται ότι το ίδιο κάνουν και οι Τσίπρας, Βαρουφάκης. Στη θεωρία των παιγνίων γνωρίζουμε, λέει, ότι ένα σχέδιο Α δεν είναι ποτέ αρκετό. Κάποιος πρέπει επίσης να αναπτύξει και να υποβάλει ένα αξιόπιστο σχέδιο Β - την σιωπηρή απειλή που οδηγεί προς τα εμπρός τις διαπραγματεύσεις- και αυτός είναι Γιάνης Βαρουφάκης. Ο υπουργός Οικονομικών το γνωρίζει αυτό πολύ καλά και εργάζεται για το Σχέδιο Β (μια πιθανή έξοδο από την ευρωζώνη), ενώ ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας υπηρετεί το Σχέδιο Α (παράταση για τη συμφωνία του δανείου στην Ελλάδα, και την επαναδιαπραγμάτευση των όρων του bailout). Κατά μία έννοια, λέει ο Σιν, παίζουν το κλασικό παιχνίδι του «καλός μπάτσος/κακός μπάτσος» - και, μέχρι στιγμής, το κάνουν με μεγάλη αποτελεσματικότητα.
Το σχέδιο B περιλαμβάνει δύο βασικά στοιχεία. Κατ 'αρχάς, έχουμε μία κλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ της χώρας και των πιστωτών της και οι πολίτες στην Ελλάδα πιστεύουν ότι δραπετεύουν από μία μεγάλη αδικία, εμπιστευόμενοι την κυβέρνησή τους κατά τη δύσκολη περίοδο που θα ακολουθήσει την έξοδο από την ευρωζώνη.
Δεύτερον, η ελληνική κυβέρνηση είναι η κινητήρια δύναμη για το σχέδιο Β με μία πιθανή εισαγωγή ελέγχου στην κίνηση κεφαλαίων, αλλά κάτι τέτοιο θα αποδυνάμωνε τη διαπραγματευτική θέση της.
[…]
Πολλοί άνθρωποι στην Ευρώπη φαίνεται να πιστεύουν ότι ο Βαρουφάκης, ένας έμπειρος στο θεωρητικό παιχνίδι, αλλά ένας πολιτικά νεοφώτιστος, δεν ξέρει πώς να παίξει τα χαρτιά που κρατάει. Αυτοί που το πιστεύουν αυτό θα πρέπει να το ξανασκεφτούν, λέει ο σύμβουλος του Σόιμπλε, πριν η Ελλάδα απομακρυνθεί…