ΑΚΟΝΙΣΤΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ, ΝΑ ΣΦΑΞΟΥΜΕ ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε


Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013

Χιψτεροναζισμός !!!

Πως και γιατί η άρχουσα τάξη κατασκευάζει πολιτισμό που εξυπηρετεί το απολυταρχικές τις προτεραιότητες. 

Ο εκφασισμός μιας οποιασδήποτε κοινωνίας ακολουθεί…


πολλά στάδια, τακτικές και στρατηγικές.

Οι προσεγγίσεις της εκστρατείας εφαρμογής του μοχθηρού αυτού σχεδίου είναι πολυποίκιλες και προσαρμοσμένες στο κατάλληλο ύφος και την ενδεικνυόμενη μεθοδολογία που αναλογεί στην κάθε κοινωνική τάξη και τις αντίστοιχες νοοτροπίες που θέλει να στρατολογήσει υπέρ της πάσης θυσίας επιβίωσης της η εκάστοτε ετοιμόρροπη άρχουσα τάξη.

Του Π. Χατζηστεφάνου

Καθώς η πλουτοκρατία βλέπει την κυριαρχία της να κλυδωνίζεται, αναγκαστικά καταφεύγει στην κάθε μορφής βία, είτε αυτή είναι η μεθοδευμένη εξαθλίωση των πολιτών προκειμένου να μην μπορούν να προβάλλουν καμία αντίσταση λόγω ηθικής και υλικής εξουθένωσης, είτε η βαρβαρική επίκληση της ωμής ασυδοσίας παραστρατιωτικών οργανώσεων τύπου ΜΑΤ, των οποίων ο μοναδικός λόγος ύπαρξης είναι να φρουρούν τους εντεταλμένους διαχειριστές της μάζας που κατ’ ευφημισμό αυτοαποκαλούνται πολιτικοί.

Λαμβάνοντας λοιπόν υπ’ όψη τις προσλαμβάνουσες του κάθε target group που είναι στο στόχαστρο της διχαστικής και αποκτηνωμένης ψευδο-ιδεολογίας του φασισμού, δηλαδή έχοντας μελετήσει προσεκτικά (αν όχι κατασκευάσει ενδελεχώς) το μορφωτικό επίπεδο, τις νοοτροπίες, την σημειολογία του φαντασιακού και το προβλέψιμο των αντανακλαστικών της κάθε τάξης, η εξουσία κατασκευάζει πολλές, ειδικές και διαφορετικές προπαγανδιστικές δεξαμενές ο σκοπός των οποίων είναι η υποδοχή και η ζύμωση της λαϊκής αντίδρασης στις φαύλες πολιτικές της.

Αυτές οι δεξαμενές – χυδαίες και λαϊκίστικες για τις πιο στερημένες πνευματικά μερίδες του πληθυσμού, προοδευτικά πιο εκλεπτυσμένες όσο ανεβαίνει ο πήχης των κριτηρίων του κοινού – με την σειρά τους παράγουν μηνύματα που μοιάζουν, ανάλογα με την ταξική προέλευση τους, με αυθεντική λαϊκή έκφραση ή εξευγενισμένα πολιτισμικά προϊόντα, ενώ δεν είναι τίποτε άλλο από υπαγορευμένες συμπεριφορές, προδιαγεγραμμένοι ρόλοι και υποσυνείδητες υποβολές που ενεργοποιούνται υπό την πίεση της επίσης ψευδεπίγραφης κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, αφού η κρίση δεν είναι τίποτε άλλο από μια ληστρική επιδρομή της άρχουσας τάξης εναντίον της μεσαίας και εργατικής, μια αναζωπύρωση του διαχρονικού ταξικού πολέμου, μασκαρεμένη σε ανεξήγητη θεομηνία σταλμένη από την Παγκοσμιοποιημένη Οικονομία, αυτή την υπερβατική οντότητα που έχουμε υπνωτιστεί να τρέμουμε.

Όλοι είμαστε μάρτυρες του ζοφερού ανόδου του Ναζισμού στην Ελλάδα: σκόπιμα και συνειδητά, και για αρκετό καιρό πριν από την επίσημη χρονολογία έναρξης της κατασκευασμένης ψευδο-κρίσης, οι ασθενέστερες μορφωτικά και οικονομικά τάξεις της Ελληνικής κοινωνίας βομβαρδίζονταν με κάθε μορφής εθνικιστική προπαγάνδα και αποβλακωτική σαχλαμάρα. Από τους παραληρηματικούς τηλε-αλαλαγμούς φασιστών όπως ο Γεωργιάδης, ο οποίος ατιμώρητα διαφήμιζε την Ναζιστική προπαγάνδα του καταδικασμένου ως αρνητή Ολοκαυτώματος και διαβόητου ακροδεξιού Κωνσταντίνου Πλεύρη, μέχρι τις μυστικιστικές ανοησίες του Λιακόπουλου, από τις αποχαυνωτικές σειρήνες του μωροφιλόδοξου Κωστοπούλειου lifestyle μέχρι τις προγονόπληκτες γραφικότητες των χουντικής αισθητικής Ολυμπιακών εορτασμών, η μάζα του Ελληνικού λαού είχε ήδη εκτεθεί ανεπανόρθωτα σε μια εκστρατεία διαρκείας ώστε να είναι επαρκώς εθισμένη στην συνθετική λήθη του εθνικιστικού παροράματος όταν εμφανίστηκε στο προσκήνιο η Χρυσή Αυγή, που παρά το σαγηνευτικό της όνομα, εκπροσωπεί την πιο σκοτεινή πλευρά της επικίνδυνης αυτής μέθης.

Στην Ελλάδα, σήμερα, ο εκφασισμός της κοινωνίας, αντίθετα με το μήνυμα που προσπαθούν να περάσουν τα κυριαρχικά Μέσα Μαζικής Λοβοτομής, όχι μόνο δεν έχει περιοριστεί σε κάποια κελιά στον Κορυδαλλό, αλλά επεκτείνεται, αναπτύσσοντας την εκστρατεία του πέρα από τις απελπισμένες φτωχογειτονιές και το λούμπεν προλεταριάτο των εγκληματικών συμμοριών.

Αυτές, ούτως ή άλλως, έχουν εδώ και καιρό καθηλωθεί στο αδιέξοδο της συγκινησιακής οργής και των απόλυτα ελεγχόμενων αφηγήσεων – είναι εξαιρετικά εύκολο πλέον για την εξουσία να κατευθύνει όπου την συμφέρει το τραυματισμένο συλλογικό Εγώ του εξαθλιωμένου Έλληνα μικροαστού και το εκρηκτικό θυμικό του λειτουργικά αναλφάβητου προλετάριου.

Η βάση της κοινωνικής πυραμίδας έχει πλέον προγραμματιστεί να συμπεριφέρεται ως ένα αδικημένο θύμα, δηλαδή εκδικητικά και με τυφλή βία, ενώ η ψυχική της ισορροπία έχει κλονιστεί, αφού ταυτόχρονα με την ισοπέδωση της βιοτικού επιπέδου και των προοπτικών της, δέχεται και το αντιφατικό μήνυμα της κληρονομικής ανωτερότητας, δηλαδή υποδαυλίζεται ο θυμός από την διαρκή καλλιέργεια της προγονοπληξίας. Σχηματικά, η παρανοϊκή προπαγάνδα που υφίσταται η μάζα στην Ελλάδα συνοψίζεται στην εξής υποβολή – «πως κατάντησες έτσι, εσύ, κοτζάμ απόγονος του Μεγαλέξανδρου, του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα; Είναι δυνατόν να στερείσαι το καινούριο σου iPhoneκαι τις διακοπές σου στην Μύκονο επειδή πρέπει να ταΐζουμε μετανάστες και να ανεχόμαστε αναρχοάπλυτους που αρνούνται να συνεργαστούν για την σωτηρία του Έθνους?»

Όμως, δεν αρκούν τα παραμύθια λαϊκής κατανάλωσης για την επικράτηση του φασισμού, που δεν είναι τίποτε άλλο από στρατιωτικοποιούμενος διχασμός της κοινωνίας ώστε ο αλληλοσπαραγμός ή ο αυτισμός των διαφορετικών ομάδων να αφήνει ανενόχλητη την βασιλεία της άρχουσας τάξης. Τετελεσμένου του γεγονότος της επιστράτευσης της λαϊκής βάσης και του εγκληματικού υποκόσμου στον φασισμό και την εθνικιστική παραίσθηση, απομένει η διαχείριση της κρίσιμης εκείνης κοινωνικής τάξης που είναι μεν μορφωτικά ανώτερη, αλλά οικονομικά παραμένει εξαρτώμενη από την άρχουσα – δηλαδή, η μεσαία τάξη, η οποία, όπως και οι κατώτερες, είναι χοντρικά διαχωρισμένη σε σκεπτόμενη και ηδονοθηρική.

Για την συγκεκριμένη αυτή πληθυσμιακή ομάδα δεν είναι τόσο πρωτεύουσας σημασίας η διά της βίας επιβολή πειθαρχίας, αφού είναι εξαιρετικά σπάνιο να καταφύγει σε ένοπλο αγώνα ένας μεσοαστός. Όχι – χρειάζονται διαφορετικές, πιο σοφές και λεπτοδουλεμένες μηχανεύσεις για την αποτελεσματική ενθυλάκωση της κοινωνικής δυναμικής και την επικερδή εκμετάλλευση του φόβου που αισθάνονται οι στρατιές των πτυχιούχων, δημοσίων υπαλλήλων, ελεύθερων επαγγελματιών, επιστημόνων, εκπαιδευτικών, και νεολαίων που είναι τρομοκρατημένοι καθώς βλέπουν αφ’ ενός τα δικαιώματα και τα προνόμια τους να εξανεμίζονται, πέφτοντας και αυτά βορά στην «εθνοσωτήρια ανάγκη αντιμετώπισης της κρίσης», αφ’ εταίρου έχουν ήδη παρακολουθήσει, αν δεν έχουν διευκολύνει, εκούσια ή ακούσια, την εξολόθρευση και την κατάντια της εργατικής τάξης.

Έτσι, σε απόλυτη αντιστοιχία του εθνικιστικού παροξυσμού και της συμπληρωματικής lifestyle πλύσης εγκεφάλου που απευθύνονται στον λαϊκή βάση, αναπτύσσονται δυο παράλληλες και κυρίαρχες αφηγήσεις που αποσκοπούν στην συνειδησιακή διαφθορά των μεσοαστών, κάθε μια από αυτές εξίσου επιστημονικά προσχεδιασμένες.

Εκείνοι οι μεσοαστοί που έχουν ανεπτυγμένη την πολιτική και κοινωνική συνείδηση τροφοδοτούνται με ψευδαισθήσεις συμμετοχής στην εξουσία και στις εξελίξεις, κυρίως με την παροχή κύρους μέσω θέσεων και τίτλων – βλέπε την ως διά μαγείας μεταμόρφωση ενός τυχάρπαστου αριβίστα σε Υπουργό Υγείας ή ενός τσεκουροφόρου Ναζιστή σε βασικό εκπρόσωπο κυβερνητικών θέσεων. Όμως, οι καρέκλες είναι περιορισμένες, ακόμα και εκείνες που τρίζουν επικίνδυνα λόγω του κίβδηλου και αυθαίρετου κύρους τους. Ταυτόχρονα, παραμένει ακηδεμόνευτη μια μεγάλη μερίδα της μεσοαστικής τάξης που δεν αρέσκεται στα πολιτικά, κοινώς προτιμά να κινείται εντός των ορίων της ασφαλέστερης ιδιωτείας.

Για αυτή την κοινωνική ομάδα, τους απολιτίκ μεσοαστούς, εφαρμόζεται μια δεύτερη προπαγανδιστική στρατηγική, της οποίας το διαβρωτικό σκεπτομορφικό δεν είναι τίποτε άλλο από μια εξευγενισμένη εκδοχή της lifestyle παρηγορίας που φουσκώνει με παραισθήσεις και εθίζει τα μυαλά των λαϊκών στρωμάτων στην ξελιγωμένη επιφανειακότητα. Αντί για μεσημεριανάδικες κατινιές και φωτό παπαράτσι από τις διακοπές ημίγυμνων επωνύμων, αντί για προκλητικές δηλώσεις ανερμάτιστων μπουζουκόβιων, αντί για φανατισμένες οργανώσεις οπαδών ποδοσφαιρικών ομάδων, προτείνονται φεστιβάλ τέχνης, εθελοντική εργασία με κοινωφελές άλλοθι, επιμορφωτικά ιδρύματα με σαφή αλλά κεκαλυμμένο εξουσιαστικό ιδεολογικό υπόβαθρο, και πάσης φύσης ομαδικές δραστηριότητες που τιθασεύουν σε ένα εύκολα κατευθυνόμενο πλαίσιο την ενέργεια και τις πράξεις όλων εκείνων που «θέλουν να αλλάξει κάτι», αρκεί φυσικά να μην έχει αντίρρηση στην όποια αλλαγή το σύστημα.

Όλο και περισσότερο λοιπόν, κυρίως στην Αθήνα, αλλά και σε άλλα Ελληνικά αστικά κέντρα, εκεί δηλαδή που υπάρχει υπερσυγκέντρωση μεσοαστικής τάξης, παρατηρεί κανείς «συλλογικές προσπάθειες», «κολεκτίβες» και «πολιτισμικές πρωτοβουλίες» των οποίων ο κοινός παρονομαστής είναι η παντελής έλλειψη οποιασδήποτε σχέσης με την κοινωνικο-πολιτική πραγματικότητα της χώρας. Για να μην παρεξηγηθώ, ας ξεκαθαρίσω ότι δεν αναφέρομαι σε ειλικρινείς και τίμιες προσπάθειες κοινωνικής αλληλεγγύης όπως τα Κοινωνικά Ιατρεία ή τα κοινωνικά μαγειρεία, αλλά σε δραστηριότητες που αντί να προσφέρουν έμπρακτη βοήθεια σε όσους έχουν ανάγκη, αλλά για ομαδικές προσπάθειες αποπροσανατολισμού που ενδύονται το προσωπείο του πολιτισμού ή της κοινωφελούς δράσης.

Ενδυόμενες το μειλίχιο προσωπείο του πολιτισμένου καλοθελητή, και υποστηριζόμενες από την άρχουσα τάξη αφού εξυπηρετούν την ανάγκη για αντιπερισπασμό που να γίνεται αποδεκτός από εκείνους των οποίων το επίπεδο και η αισθητική δεν θα μπορούσαν ποτέ να ταυτιστούν με τον Μιχαλολιάκο, τον Σφακιανάκη, ή την Μενεγάκη, οι δεξαμενές απορρόφησης και ελέγχου της μεσοαστικής δυσαρέσκειας προσφέρουν μηχανισμούς που όχι μόνο δημιουργούν αναχώματα στην αντίδραση, αλλά και παράγουν εικονική κανονικότητα προκειμένου να υπνωτίζεται το κοινό με την ψευδαίσθηση της πολιτιστικής ή κοινωφελούς δραστηριότητας.

Έτσι, βλέπουμε κρατικοδίαιτες Μπιενάλε και φεστιβάλ τέχνης που δεν είναι παρά Δούρειοι Ίπποι για την νομιμοποίηση της καθεστωτικής προπαγάνδας και την προώθηση ιδιωτικών συμφερόντων. Έτσι, συστήνονται «επιτροπές κατοίκων», σε συνεργασία με «καλοπροαίρετους επενδυτές» προκειμένου να διώκονται κοινωνικά ευαίσθητες μειονότητες, με άλλοθι τον «εξωραϊσμό», την «ανάπλαση», την «αναβάθμιση». Έτσι, χρηματοδοτούνται με βρόμικο κρατικό χρήμα, Μέσα Μαζικής Λοβοτομής, ειδικά στοχευμένα σε νεανικό κοινό, που αποπλανούν τους αναγνώστες τους με κάθε είδους αποπροσανατολιστική σαχλαμάρα, επιτυγχάνοντας την αποσιώπηση της τραγικής πραγματικότητας και την περαιτέρω παγίωση της εξαιρετικά συμφέρουσας για την εξουσία απολίτικης απάθειας. Έτσι, μαντρώνονται σε παραστάσεις, σε διαλέξεις, σε προβολές, σε πάρτι όλοι εκείνοι που προτιμούν να αυταπατώνται πως ζουν σε μια σύγχρονη, ευνομούμενη Ευρωπαϊκή πρωτεύουσα και όχι σε ένα διαλυμένο κράτος που φλερτάρει εδώ και πολύ καιρό με το πιο επικίνδυνο χάος.

Η βασική υπερασπιστική γραμμή εκείνων που συμμετέχουν ή οργανώνουν αυτές τις δράσεις είναι η στρεψόδικη και παραψυχολογική επίκληση στην θετική σκέψη – μια εξαιρετικά μοχθηρή διαστροφή της υποκειμενικότητας που θέλει, για παράδειγμα, να παρουσιάζει τις πολύχρωμα μπογιατισμένες σκάλες ως μια σημαντική παρέμβαση εναντίον της αθλιότητας του αστικού κέντρου, λες και το ζητούμενο των άνεργων, των άστεγων, των απελπισμένων είναι αν το σκαλοπάτι που πατάνε είναι χρώματος λαχανί. Συνεκδοχικά, βαφτίζονται ως εκδηλώσεις θετικής ενέργειας και αισιοδοξίας και όλες οι συναφείς απολίτικες εκφράσεις της μεσοαστικής τάξης – υπερτονίζεται η αξία της κάθε περίπτωσης ενώ αποκρύπτονται ταυτόχρονα τα ιδιοτελή κίνητρα των ηγετών τέτοιων δράσεων και η παραπλανητική τους σκοπιμότητα. «Μα τι εξαιρετικός dj/καλλιτέχνης/παράσταση!» αναφωνεί μια φιλότεχνος πλην κοινωνικά αναίσθητη μεσοαστή πηδώντας πάνω από έναν άστεγο καθώς φεύγει από μια νύχτα πολιτισμού. «Μα πόσο σημαντική η πρωτοβουλία μας να διεκδικήσουμε ποδηλατόδρομο στο Γκάζι» απαντάει ένας ομοϊδεάτης της, που δεν ενοχλείται καθόλου από την ιδέα ότι βολτάρει δίπλα από στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Επειδή το φαινόμενο της μεσοαστικής συνέργειας με το τυραννικό καθεστώς είναι εξίσου επικίνδυνο με την πλύση εγκεφάλου της εργατικής τάξης από την ακροδεξιά προπαγάνδα, θα πρέπει να εφευρεθεί μια λέξη που να συνοψίζει, να στοχοποιεί και να στηλιτεύει την δεύτερη φάση της επέκτασης του φασισμού στην Ελλάδα – εκείνη τη φάση που επικεντρώνεται όχι τόσο στην διάδοση και την επιβολή της ιδεολογίας του εμφυλιακού μίσους, αλλά που δημιουργεί τους κατάλληλους παραπλανητικούς μηχανισμούς ώστε να εξουδετερώνεται η πιθανότητα συνειδησιακής αφύπνισης και οργανωμένης αντίστασης των μεσοαστών. Προτείνω τον όρο «χιψτεροναζισμό» ή «χιψτεροναζιστή», εκ του Αγγλικού «hipster», μια λέξη που χαρακτηρίζει εκείνον που αφιερώνει την ζωή του στην εκζήτηση και την καλλιέργεια του μοντέρνου, ενήμερου προφίλ του, ενώ αδιαφορεί για τα κοινά. Το δεύτερο συνθετικό του όρου, δυστυχώς, σας είναι γνωστό ως καθημερινή πραγματικότητα εδώ και καιρό.

Του Γιώργου Ανανδρανιστάκη: Για να δούμε ΜΕΓΚΑ, θα πληρώνουμε διόδια

Από την 1/1/2014 η παραγωγικότητα του ΜΕΓΚΑ θα αυξηθεί κατά 60%. 60% περισσότερο πάθος για το Μνημόνιο, 60% περισσότερη υπακοή στην ακροδεξιά δράκα του Σαμαρά, 60% περισσότερη διάσωση του Βενιζέλου από τη στενή, 60% περισσότερο μένος για την αντιπολίτευση, 60% περισσότερα μονταρισμένα βίντεο, 60% περισσότερο σάλιο για τους τραπεζίτες και τους σχολάρχες, 60% περισσότερη χολή, ψέμα, συκοφαντία για τους απεργούς, 60% περισσότερη περιφρόνηση για τους κατεστραμμένους, 60% περισσότερη φιλανθρωπία τηςΜαριάνας Βαρδινογιάννη, 60% περισσότερες εισηγήσεις για ενοχή από την εισαγγελέα Τρέμη, 60% περισσότερες καταδίκες από τον στρατοδίκη Πρετεντέρη, 60% περισσότερο αριστερό ξέπλυμα από τον Τσίμα, 60% περισσότερη ακατανοησία της πραγματικότητας από τον Καψή, αν και ο Καψής μάλλον έχει πιάσει ταβάνι.
Από 1/1/2014 θα αυξηθούν κατά 60% οι τιμές των διοδίων, άρα και τα έσοδα του αφεντικού, άρα και η αποδοτικότητα των υπαλλήλων του αφεντικού, ο καπιταλισμός έχει, βλέπετε, τη δική του δικαιοσύνη. Τα μίντια των εργολάβων πάνε χέρι-χέρι με τους εργολάβους. Χωρίς τα μίντια, οι εργολάβοι δεν θα είχαν πετύχει ποτέ τις σκανδαλώδεις συμβάσεις που τους επιτρέπουν να παίρνουν 400 εκατ. ευρώ αποζημίωση επειδή καθυστερούν τα έργα και να αυξάνουν τα διόδια κατά 60% επειδή, λόγω της κρίσης, έχουν μειωθεί οι διελεύσεις των αυτοκινήτων.
Ζούμε σε μια χώρα που λειτουργεί με ρήτρα διάσωσης μεγαλοεργολάβων, η οποία είναι ρήτρα διάσωσης και των συστημικών μίντια. Χωρίς τον διασωσμένο Μπόμπολα το ΜΕΓΚΑ δεν θα υπήρχε, διότι το πάλαι ποτέ μεγάλο κανάλι έχει γίνει μικρούτσικο, έχει χρέη 190 εκατ. ευρώ και 20 εκατ. ευρώ ζημιές ανά οικονομικό έτος. Κατάσταση δραματική, που δεν σώζεται ούτε με τα κρατικά εκατομμύρια του Μπόμπολα, γι’ αυτό, όπως γνωστοποίησε η ιδιοκτήτρια του ΜΕΓΚΑ «Τηλέτυπος Α.Ε.» στην επιστολή με την οποία ανακοινώνει την αποχώρησή της από το Χρηματιστήριο, «η διοίκηση επιμένει στη μείωση κόστους λειτουργίας και κόστους παραγωγής ιδίου προγράμματος και επαυξάνει τις προσπάθειες».
Ξέρετε τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι το πρόγραμμα του ΜΕΓΚΑ, το οποίο κινείται ήδη μεταξύ Φατμαγκιούλ και wonder bra, θα γίνει ακόμη φτηνότερο, θα πήξουμε στους αμανέδες και στα ανορθωτικά σουτιέν. Σημαίνει επίσης ότι το μεγάλο κανάλι που έγινε μικρούτσικο θα κάνει κι άλλες απολύσεις, σαν αυτές που κάνει συστηματικά εδώ και τρία χρόνια. Απολύσεις τεχνικών, διοικητικών, χαμηλόμισθων δημοσιογράφων, όσες ανθρωποθυσίες απαιτούνται για να διασωθούν ο Πρετεντέρης, η Τρέμη, ο Τσίμας, ο Καψής.
Να διασωθούν και να αυξήσουν την αποδοτικότητά τους κατά 60%: 60% περισσότερες εισηγήσεις από την εισαγγελέα Τρέμη, 60% περισσότερες καταδίκες από τον στρατοδίκη Πρετεντέρη, 60% περισσότερο αριστερό ξέπλυμα από τον Τσίμα, 60% περισσότερη ακατανοησία της πραγματικότητας από τον Καψή, αν και ο Καψής μάλλον έχει πιάσει ταβάνι.

το άρθρο δημοσιεύτηκε στο avgi.gr
Το είδα στο Κουτί της Πανδώρας

ΣΚΑΣΜΟΣ…(πεθαίνουμε βουβά από το διοξείδιο της αρλουμπολογίας !!!)


Από αυτό το διαμέρισμα των 30τ.μ που βγήκε η σορός της μικρής Σάρας, βγήκε για άλλη μια φορά και η σορός της Ελλάδας. Αντάμα στο ίδιο φέρετρο θα στριμωχθεί η μία σορός δίπλα στην άλλη. Να πορευτούμε σε μία ησυχία διότι ο θόρυβος από τις πολλές κουβέντες και τα λόγια, λόγια, λόγια, λόγια, που ακούγονται από…




τηλεοράσεις και ραδιόφωνα πολυλογάδων σωτήρων είναι πιο θανατηφόρα από τις αναθυμιάσεις ενός μαγκαλιού. Η Σάρα πέθανε από την ανάγκη της θέρμανσης και η Ελλάδα πεθαίνει από την ανάγκη της πολιτικής σάρας και μάρας να περπατήσει πάνω από τα πτώματά μας για την δικής της αθανασία. 

by…lazarou yiannis

Πεθαίνουμε βουβά από το διοξείδιο της αρλουμπολογίας. Μάς κοιμίζει σιγά-σιγά και στο τέλος μάς βρίσκει ο θάνατος στην ύπνωση. Δεν χωράμε πουθενά στο ημερήσιο πρόγραμμα επανάστασης κανενός σωτήρα. Βλέπεις ο αρχηγός αφού ξεκινήσει τις επαναστατικές ομιλίες στο ελληνοαμερικάνικο επιμελητήριο, μετά θα συγκαλέσει την κομματική ομάδα να μιλήσουν και μετά θα ξαμοληθούν όλοι μαζί στα κανάλια για να ξαναμιλήσουν. Ανάμεσα στις αρλούμπες θα χρησιμοποιήσουν και τον θάνατο της Σάρας ως αντιπολιτευτικό όπλο, θα θυμηθούν και τους ακόμα 67 που για λίγη ζέστη δεν είδαν την επόμενη ημέρα. Λόγια, λόγια, λόγια μα κανείς να ανοίξει το παράθυρο να μπει αέρας. 
Στοιβαγμένοι όλοι στο διαμέρισμα Ελλάδα με το ΠΩΛΕΙΤΑΙ να χάσκει στην πόρτα της εισόδου, πεθαίνουμε αργά και ήσυχα. Δεν μάς σκοτώνουν μόνο οι αναθυμιάσεις αλλά και η μπόχα των επιτροπών. Επιτροπές Σοφών ο ένας, επιτροπές Ανάπτυξης ο άλλος, Επιτροπές Εξέγερσης ο δίπλα, Επιτροπές Καθαρότητας Φυλής ο παραδίπλα και πάει λέγοντας. Λόγια, λόγια, λόγια…. 
Έχει στηθεί ένα τεράστιο μαγκάλι που 9 εκατομμύρια Ελλήνων σπρώχνονται για να ζεσταθεί η ελπίδα τους. Ένα μαγκάλι που τα κάρβουνα μπαίνουν φτυαριές από τις κομματικές μπάντες και ένας- ένας από εμάς, αντί να νιώσουμε ελπίδα στο κόκαλό μας, καταλαβαίνουμε -άλλος αργά κι άλλος γρήγορα- ότι από εδώ μέσα θα μάς βγάλουν τέσσερις. Τιμή είναι αυτό. Την Σάρα την έβγαλαν μόνο δύο. Ήταν ελαφρύ φορτίο. Τόσο ελαφρύ όσο η συνείδηση αυτών που μιλάνε και δεν πράττουν βρομίζοντας με χρηματοξείδιο τα τελευταία κυβικά ελεύθερου αέρα που μάς έχουν απομείνει. 
Ασφυκτιούμε και αυτοί συνεχίζουν να αγορεύουν λες και χάνεται άλλος λαός ενός άλλου πλανήτη. Από άνθρωποι έχουμε γίνει κινούμενα σχέδια στα σενάρια του κάθε σωτήρα. Το σενάριο κλείνει με το σύνθημα όλων των σωτήρων να πεθάνουμε από ασφυξία. Κανένας τους δεν έχει κανέναν ηθικό φραγμό. Το αποδεικνύουν τα λόγια, λόγια, λόγια….. 
 Από τα 30τμ του διαμερίσματος που βγήκε η σορός της Σάρας, βγήκε και η σορός εκατομμυρίων ψυχών που νομίζουν ότι επειδή ακόμα αναπνέουν ζουν. Αλλά δεν ζουν και δεν θα ζουν μέχρι την στιγμή που, ή θα σταματήσουν να ακούν χρηματοξείδιους λόγους ή θα κόψουν με ψαλίδι σύριζα τις γλώσσες αυτών που τους ξεστομίζουν.-

Η διαχειριστική λογική του νεοφιλελευθερισμού. Του Δ. Χλωπτσιούδη

Ο νεοφιλελευθερισμός φαίνεται να επικράτησε την τελευταία εικοσαετία στην Ευρώπη όχι μόνο στο οικονομικό επίπεδο, αλλά όπως ήταν φυσιολογικό και στο ιδεολογικό, με τρόπο ώστε να καταστεί στη συνείδηση των ανθρώπων ως το μοναδικό ορθό και αποτελεσματικό σύστημα διαχείρισης της οικονομίας και των κοινών.
H διαχειριστική αυτή λογική που διαπνέει τις ρυθμίσεις και τις πολιτικές αποφάσεις των τελευταίων ετών είναι η ουσία του νεοφιλελευθερισμού. Η πρόταση για καλύτερη διαχείριση δε γίνεται υπό το σκεπτικό βελτίωσης των κρατικών θεσμών ή της αντιμετώπισης προβλημάτων των πολιτών, αλλά υπό την πίεση των αγορών για τη διάλυση των κρατικών δομών και την μετέπειτα ιδωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών (όχι βέβαια των πανάκριβων υποδομών και της συντήρησής τους).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τρόπος με τον οποίο σήμερα επιβάλλονται οι φόροι. Αντί να ξεκινά η κυβέρνηση από τις δυνατότητες των πολιτών και βάσει τούτων να φορολογεί τον πλούτο και τα εισοδήματα, πρώτα εξετάζει πόσα χρήματα χρειάζεται και μετά αφού υπολογίσει ένα ποσοστό που αδυνατεί ή αποφεύγει να πληρώσει, τελικά επιβάλλει οικονομικά μέτρα σε ένα μικρό ποσοστό φορολογουμένων, επιβαρύνοντάς τους όλο και περισσότερο (χωρίς φυσικά να ξεχνάμε τους δεκάδες έμμεσους φόρους που καταβάλουν όλοι οι πολίτες).
Αντί να δει τις ανάγκες, αντί να υπολογίσει το κόστος των αναγκών και να αναζητήσει τρόπους είσπραξης φόρων, η κυβέρνηση επιλέγει να φορολογεί μόνο όσους ακόμα αντέχουν τη φορολόγηση με τελικό αποτέλεσμα τη διάλυση της μεσαίας τάξης, καθώς οι ελίτ έχουν μεγάλο περιθώριο αντοχής στη φορολόγηση.
Ίδιον, λοιπόν, της διαχειριστικής τούτης λογικής είναι οι αριθμοί και όχι οι ανάγκες των πολιτών. Μέτρα επιβάλλονται μόνο υπό λογιστική προοπτική, αλλά αδιάφορη εντελώς από εκείνη των ανθρώπων. Άλλωστε, ο νεοφιλελευθερισμός δεν αντιλαμβάνεται την έννοια της κρατικής επένδυσης, αφού το κράτος υπάρχει μόνο για να διατηρεί την τάξη και την ταξική ειρήνη. Υπό ανάλογο σκεπτικό μειώνονται οι πόροι προς την Υγεία, που φτάνει στο χαμηλότατο επίπεδο των άλλων βαλκανικών χωρών, η Παιδεία, που ασφυκτιά από την υποχρηματοδότηση, η κοινωνική πρόνοια που αιμορραγεί.
Αντίθετα, μία αριστερή οπτική πρώτα εξετάζει τις ανάγκες της κοινωνίας και μετά προχωρά σε εξεύρεση πόρων για μέτρα ικανοποίησης των αναγκών αυτών. Η μεγάλη διαφορά, στην ουσία, είναι ο στόχος: ο Άνθρωπος και οι ανάγκες του ή λογιστική διαχείριση; Για την Αριστερά όμως αυτό το δίλημμα έχει απαντηθεί προ πολλού. Σε μία τέτοια ανάγκη, οι μειώσεις των δαπανών είναι αναγκαίες. Αλλά ως δαπάνες οφείλουμε να θυμόμαστε ότι δεν μπορούμε να λογίζουμε το κόστος -κοινωνικό στη βάση του, λόγω ανταποδοτικότητας και άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων– των προνοιακών δομών, όπως θέλει να βλέπει η νεοδεξιά αντίληψη.
Δαπάνες είναι όσα χαρίζονται σε ιδιώτες με υπερβολικά μικρό τίμημα και χωρίς επενδύσεις (βλ. ΟΠΑΠ, ΔΕΗ, ΟΣΕ κλπ), είναι η υπερκοστολόγηση έργων και δράσεων. Δαπάνη είναι η καταστροφή του περιβάλλοντος, η υποβάθμιση της Ποιότητας Ζωής και της υγείας των πολιτών προς όφελος επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (γιατί τελικά το κόστος νοσηλείας και επιδομάτων θα το επωμιστούν όλοι οι φορολογούμενοι κι όχι ο επιχειρηματίας) κοκ
Μία επιθετική ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών και η εξίσου επιθετική διαχείριση των προβλημάτων, είναι η ουσία της διαφοράς στην πολιτική αντίληψη που βιώνουμε σήμερα. Η διαχειριστική λογική του Στουρνάρα παράλληλα με την επιθυμία για περιορισμό της οικονομικής/παραγωγικής δραστηριότητας του κράτους είναι εκείνα που συνδέουν άρρηκτα τη ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ και φλερτάρουν με τμήματα της ΔΗΜΑΡ και των φιλελεύθερων κομμάτων Εξάλλου, ο νεοφιλελεύθερος “ορθολογισμός” έχει μια πολύ ευρύτερη εμβέλεια και μπόρεσε να τεθεί σε εφαρμογή από κυβερνήσεις που ισχυρίζονται ότι είναι αριστερές (Dardot).
Μα βέβαια, ξεχνάμε ότι τελικά αυτός ο ορθολογισμός δε γίνεται για αύξηση των κερδών του κράτους από τις παροχές τους προς ιδιώτες ή την είσπραξη φόρων που του οφείλονται, αλλά πατώντας στη διαπλοκή και την αδιαφάνεια στην άμεση υποστήριξη των ελίτ μέσα από το μοίρασμα έργων. Γιατί τελικά η νεοφιλελεύθερη διαχειριστική πολιτική, με την αίγλη της μαθηματικής λογικής και της αντικειμενικότητας των αριθμών, υπονομεύει τον Άνθρωπο και τον καθιστά εργαλείο της Λογιστικής, παραβλέποντας ότι οι αριθμοί είναι το εργαλείο. Υπομονεύει το μέλλον επιβάλλοντας σισύφεια μαρτύρια -χωρίς προοπτική- στο λογιστικό πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής.

Πώς η οικονομική ανάπτυξη στράφηκε κατά της ζωής

Της Vandana Shiva, (Ινδή ακτιβίστρια κατά της παγκοσμιοποίησης)
via Guardian, μετάφραση PPoL.gr
Η απεριόριστη ανάπτυξη είναι μια φαντασίωση των οικονομολόγων, των επιχειρηματιών και των πολιτικών. Θεωρείται συνώνυμο της προόδου. Το «ακαθάριστο εγχώριο προϊόν» (ΑΕΠ) που δήθεν μετράει τον πλούτο των εθνών, αναγορεύτηκε στο ισχυρότερο δεδομένο και την κυρίαρχη έννοια της εποχής μας. Αλλά η οικονομική μεγέθυνση κρύβει τη φτώχεια που προκαλεί λόγω της καταστροφής του περιβάλλοντος, που με τη σειρά της στερεί από τις κοινότητες τα μέσα να καλύπτουν μόνες τις ανάγκες τους.

Η έννοια της ανάπτυξης δημιουργήθηκε ως ένας τρόπος να κινητοποιηθούν πόροι και άνθρωποι κατά τη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου. Το ΑΕΠ βασίζεται σε ένα τεχνητό και πλασματικό κριτήριο, σύμφωνα με το οποίο αν καταναλώνεις ό,τι παράγεις, δεν παράγεις τίποτα. Στην πραγματικότητα η «ανάπτυξη» μετράει τη μετατροπή της φύσης σε λεφτά και των φυσικών πόρων σε εμπορεύματα.
Υπό την έννοια αυτοί, οι θαυμαστοί φυσικοί κύκλοι της ανανέωσης του νερού και των τροφών θεωρούνται κατεξοχήν αντιπαραγωγικοί! Οι αγρότες του πλανήτη, που παρέχουν το 72% της τροφής μας, δεν παράγουν· αλλά κι οι γυναίκες που καλλιεργούν τη γη ή ασχολούνται με τα οικιακά, δεν παράγουν ανάπτυξη. Ένα θαλερό δάσος δε συνεισφέρει στη μεγέθυνση της οικονομίας, παρά μόνο αν υλοτομηθεί και τα δέντρα του πωληθούν ως ξυλεία. Μια υγιής κοινωνία υστερεί από άποψη ανάπτυξης σε σύγκριση με μια κοινωνία που έχει πληγεί από μια επιδημία, που αναπτύσσεται π.χ. μέσω των αυξανόμενων πωλήσεων φαρμάκων κ.λπ.
Όταν το νερό θεωρείται κοινόχρηστος πόρος, προστατεύεται και μοιράζεται δωρεάν σε όλους. Αλλά τότε δε συνεισφέρει στη μεγέθυνση της οικονομίας. Αν όμως η «κόκα κόλα» αναγείρει ένα εργοστάσιο, αρχίζει να καταβροχθίζει τους υδατικούς πόρους και να γεμίζει με χρωματιστό νερό πλαστικά μπουκάλια, δημιουργεί ανάπτυξη. Αλλά αυτή η ανάπτυξη θεμελιώνεται ση πρόκληση φτώχειας στη φύση και τις ιθαγενείς κοινότητες. Η άντληση υδάτων πέραν των δυνατοτήτων ανανέωσής τους και επαναδημιουργίας των υδατικών αποθεμάτων προκαλεί λειψυδρία· οι γυναίκες αναγκάζονται να διανύουν μεγαλύτερες αποστάσεις για να βρουν πόσιμο νερό. Στο χωριό Πλατσιμάντα της Κεράλα, όταν η διαδρομή προς το πόσιμο νερό έφτασε τα 10km, μια ντόπια γυναίκα, η Μαγιλάμα (Mayilamma) όρθωσε το ανάστημά της για να πει: «φτάνει πια! Δεν μπορούμε να περπατάμε άλλο. Το εργοστάσιο της “κόκα κόλα” πρέπει να κλείσει!». Το κίνημα που πυροδότησαν οι γυναίκες εντέλει πέτυχε πράγματι να κλείσει το εργοστάσιο.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει με ένα άλλο δώρο της εξέλιξης: τους σπόρους. Οι αγρότες επέλεγαν, καλλιεργούσαν και διαφοροποιούσαν τους σπόρους, που είναι η βάση της παραγωγής τροφίμων. Ένας σπόρος αναπαράγεται, πολλαπλασιάζεται και εξασφαλίζει τους σπόρους της επόμενης χρονιάς και την τροφή της. Κι όμως, οι επιλεγμένοι από τους αγρότες σπόρους δε θεωρείται πως συνεισφέρουν στην ανάπτυξη. Δημιουργούν και ανανεώνουν τη ζωή, αλλά δεν οδηγούν σε κερδοφορία. Η ανάπτυξη αρχίζει από τη στιγμή που οι σπόροι μεταλλάσσονται, κατοχυρώνονται και «κλειδώνουν» γενετικά, εξαναγκάζοντας τους αγρότες να τους αγοράζουν κάθε χρόνο κι ακριβότερα.
Η φύση πτωχαίνει, η βιοποικιλότητα διαβρώνεται κι ένας ανοικτός, ελεύθερος πόρος αποκτά ιδιοκτήτη και μετατρέπεται σε κατοχυρωμένο εμπόρευμα. Η ετήσια αγορά σπόρων είναι συνταγή για βέβαιη χρεοκοπία των φτωχών Ινδών αγροτών. Κι από τον καιρό που δημιουργήθηκαν μονοπώλια σπόρων, οι χρεοκοπίες αγροτών πράγματι επεκτάθηκαν. Στην Ινδία από το 1995, έχουν αυτοκτονήσει πάνω από 270,000 υπερχρεωμένοι αγρότες.
Η φτώχεια επίσης επεκτείνεται όταν ιδιωτικοποιούνται δημόσιες υπηρεσίες. Η ιδιωτικοποίηση του νερού, του ηλεκτρισμού, της υγείας, της εκπαίδευσης, δημιουργεί ανάπτυξη. Αλλά δημιουργούν επίσης και φτώχεια, εξαναγκάζοντας τους ανθρώπους να δαπανούν μεγάλα ποσά, σε πράγματα που ήταν διαθέσιμα σε λογικές τιμές ως κοινά αγαθά. Όταν εμπορευματοποιηθεί και χρηματιστεί κάθε πλευρά της ανθρώπινης ζωής, αυτή θα γίνει ακριβότερη -και οι άνθρωποι φτωχότεροι.
Οι λέξεις οικονομία και οικολογία έχουν παρόμοια ετυμολογία: παράγονται από τη ελληνική λέξη «οίκος», που θα πει νοικοκυριό. Για όσο καιρό η οικονομία επικεντρωνόταν στο νοικοκυριό, αναγνώριζε και σεβόταν το γεγονός πως εξαρτιόταν από τους φυσικούς πόρους και το σεβασμό των ορίων της οικολογικής τους ανανέωσης. Ασχολιόταν με το πώς να ικανοποιήσει τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες μέσα στα δεδομένα αυτά όρια. Εκείνα τα οικονομικά -που επικεντρώνονταν στην οικιακή οικονομία- ήταν επίσης γυναικοκρατούμενα. Αλλά σήμερα η οικονομία έχει αποσυνδεθεί από τους οικολογικούς περιορισμούς και από τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες. Κι ενώ η καταστροφή του περιβάλλοντος δικαιολογούνταν στο όνομα της ανάπτυξης, η φτώχεια και η ανέχεια επεκτείνονταν. Η οικονομική μας πορεία δεν ήταν μόνο μη βιώσιμη· ήταν και άδικη.
Το κυρίαρχο μοντέλο της οικονομικής ανάπτυξης τελικά στράφηκε κατά της ίδιας της ζωής. Όταν η οικονομία μετριέται με αποκλειστικό κριτήριο τις κεφαλαιακές ροές, τότε οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Επιπλέον, ενώ οι εύποροι είναι πλούσιοι από χρηματικής άποψης, είναι πολύ φτωχοί από την άποψη της ανθρωπιάς.
Οι απαιτήσεις του κυρίαρχου μοντέλου της οικονομίας μάς οδηγούν απευθείας σε πολεμικές συρράξεις: για την διεκδίκηση πετρελαίου, νερού, τροφίμων… Η μη βιώσιμη ανάπτυξη εμπεριέχει τρεις μορφές βίας:
Ÿ Τη βία κατά της Γης, που εκδηλώνεται ως οικολογική κρίση.
Ÿ Τη βία κατά των ανθρώπων, που εκδηλώνεται ως φτώχεια, υπεξαίρεση και εκδίωξη.
Ÿ Τη βία ως πόλεμο και σύγκρουση, καθώς προκειμένου να ικανοποιήσουν τις ακόρεστες ορέξεις, τους, οι ισχυροί ιδιοποιούνται τους πόρους στους οποίους βασίζεται η ύπαρξη των κοινωνιών και των κρατών μας.
Η αύξηση των χρηματικών ροών μέσω της καθιέρωσης του ΑΕΠ οδήγησε στην αποσύνδεση της οικονομίας από τις πραγματικές αξίες. Αλλά εκείνοι που έχουν σωρεύσει χρηματικούς πόρους είναι εις θέση να διεκδικούν τους βασικούς πόρους των ανθρώπων: τη γη και το νερό τους, τα δάση και τους σπόρους τους. Η δίψα τους είναι τέτοια που τους οδηγεί να κυνηγήσουν και την τελευταία σταγόνα ποσίμου ύδατος και την τελευταία σπιθαμή εδάφους. Αλλά αυτό το κυνήγι δεν πρόκειται να σηματοδοτήσει το τέλος της φτώχειας. Θα οδηγήσει στο τέλος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δικαιοσύνης.
Οι νομπελίστες οικονομολόγοι Τζόζεφ Στίγκλιτς (Joseph Stiglitz) και Αμάρτια Σεν (Amartya Sen) παραδέχτηκαν πως ο δείκτης του ΑΕΠ  δεν εκφράζει όλες τις πλευρές της ανθρώπινης κατάστασης και υπογράμμισαν την ανάγκη να κατασκευαστούν νέα εργαλεία έκφρασης της ευημερίας των εθνών. Αυτός είναι ο λόγος που για να εκτιμούν την πορεία τους, κράτη σαν το Μπουτάν αντικατέστησαν τον δείκτη του ΑΕΠ με την «ακαθάριστη εγχώρια ευτυχία». Για να αναζωογονήσουμε την πραγματική ευημερία, χρειαζόμαστε δείκτες πέραν του ΑΕΠ και οικονομίες που να λειτουργούν διαφορετικά από τμήματα ενός παγκόσμιου σούπερ-μάρκετ. Χρειάζεται να θυμηθούμε πως μόνο η ζωή μπορεί να εξαγοράσει τη ζωή.
eagainst.com

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013

Ο Σαμαράς κοιτούσε τον Στουρνάρα, που κοιτούσε την Γιαδικιάρογλου !!!


Όταν τα νούμερα δεν βγαίνουν, δεν μπορείς να τα κάνεις να βγαίνουν. Ακόμη και η δημιουργική λογιστική Στουρνάρα που εμφανίζει “πλεόνασμα”, παραπέμπει πια στην απλή διαπίστωση πως «μας ξεζουμίζουν και μας φορολογούν για να γεμίσουν το ταμείο». Ούτε…


ανάπτυξη υπάρχει πουθενά, ούτε υποφέραμε για να αποδώσει η θυσία, ούτε πραγματική οικονομία λειτουργεί. Μόνο οι τύποι της τρόικας πηγαινοέρχονται και σβήνουν νούμερα σε χαρτιά για να έχουν να λένε πως έκοψαν όπως έπρεπε να κόψουν, μόνο η Τράπεζα Πειραιώς παρουσιάζει κέρδη 3,2 δισ. ευρώ και μόνο ο Ψυχάρης ετοιμάζεται να πάρει νέο δάνειο 20 εκατομμύρια -ως επιβράβευση φαντάζομαι της παραγωγικότητάς του για την κυβέρνηση.

Tου Κώστα Βαξεβάνη

Ούτε τα νούμερα λοιπόν βγαίνουν, ούτε η πολιτική που τα επικαλείται, ούτε αυτή που τα δημιούργησε. Όσο ζορίζει το πράγμα, ο Σαμαράς κοιτάει τον Βενιζέλο, που κοιτάει τον Στουρνάρα, που κοιτάει την Γιαδικιάρογλου. Κανένας δεν ξέρει τίποτα για το έγκλημα τώρα που υπάρχει η πιθανότητα να αρχίσει το ξύλο για το οποίο δεν φαίνεται να πείθονται πως βγήκε απ τον Παράδεισο. Ο πρώτος που φαίνεται πως θα την πληρώσει είναι ο Στουρνάρας, ο οποίος θα φορτωθεί ενδεχομένως κάποια στιγμή το βάρος των κακών χειρισμών, γιατί, όπως συνηθίζεται σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν φταίνε οι πολιτικές τους αλλά οι χειρισμοί.

Το εντυπωσιακό είναι πως ΝΔ και ΠΑΣΟΚ διαρρέουν πως δεν θα δεχθούν “πιέσεις και εκβιασμούς από την Τρόικα”. Το πρώτο είναι πως πρέπει να ξεκαθαρίσουν αν η τρόικα είναι ο σωτήρας ή ένας μηχανισμός που τους πιέζει και τους εκβιάζει, ένας εκβιαστής δηλαδή. Δεν μπορεί τη μία να τη δέχονται ως μηχανισμό σωτηρίας πάνω από κάθε έννοια ανεξάρτητης λειτουργίας της χώρας και την άλλη να είναι ο νταβατζής της πολιτικής. Το δεύτερο, που δεν χρειάζεται να ξεκαθαρίσουν αλλά φαίνεται, είναι πως η Μέρκελ δεν θέλει να δείξει καμία κατανόηση.

Αυτοί οι οποίοι εμφάνιζαν το “ελληνικό πρόβλημα” ως το πρόβλημα της Ευρώπης και ως αιτία της κρίσης την διαφθορά του ταβερνιάρη (ποτέ ωστόσο της ΝΔ ή του ΠΑΣΟΚ), βρίσκονται σήμερα αντιμέτωποι με την σκληρή πραγματικότητα. Η Μέρκελ δεν τους έλυσε το πρόβλημα, αντιθέτως, βρίσκεται απέναντι στο πραγματικό πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που είναι η επιβίωσή της και ο τρόπος λειτουργίας της. Δεν έφταιγε ο μανάβης στην Κάτω Ραχούλα, αλλά η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση που λειτουργεί χωρίς ενιαία πολιτική, εφαρμόζοντας πολιτικές που κάνουν το Βορρά πιο πλούσιο και το Νότο πιο φτωχό. Το πρόβλημα της κρίσης είναι συστημικό και οι “σωτήρες” δεν ήταν τίποτα άλλο από πολιτικοί απατεώνες που προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν την πολιτική τους επιβίωση με αντάλλαγμα το ξεπούλημα των πάντων. Τόσο απλά.

Όσο λοιπόν ο ένας κοιτάει τον άλλο και αναζητούν όλοι μαζί τη Γιαδικιάρογλου που πρέπει να φταίει, θα αποκτούν θράσος και θα γίνονται όλο και πιο επιθετικοί. Η πραγματικότητα θα αντιστρέφεται και στα κανάλια (μαζί με τα κανάλια) θα περιγράφουν πιθανούς φόβους για το μέλλον, τους οποίους θα αντιπολιτεύονται προκαταβολικά, αποφεύγοντας βέβαια να θυμίζουν πως οι ίδιοι κυβερνούν. Στην χειρότερη των περιπτώσεων θα λένε πως “σώζουν”. Ε, κάπου εκεί μάλλον θα πεταχτεί ο συμπαθής Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, για να αρχίσει τα χαστούκια.

Μ.Μ.ΕΚΠΟΡΝΕΥΣΗΣ !!!

Το να μένουν σταθερά τα πρόσωπα των τριών εξουσιών αμετάβλητα ή με μικρές διαφοροποιήσεις ήταν αναμενόμενο. Την δουλειά που επιλέχθηκαν να κάνουν την διεκπεραίωσαν και με το παραπάνω και θα την διεκπεραιώνουν διότι αυτός είναι ο σκοπός της ύπαρξής τους. Αυτό που προκαλεί όμως είναι όταν τα πρόσωπα που εκπροσωπούν την τέταρτη εξουσία -αυτή της δημοσιογραφίας- δεν έχουν αλλάξει στο παραμικρό. Δέκα, είκοσι, τριάντα χρόνια οι αθώες περιστερές της…


“ανεξάρτητης” δημοσιογραφίας είναι στις θέσεις τους και όχι μόνο δεν σταλθήκαν σπίτι τους, αλλά τα τελευταία 5 χρόνια λαμβάνουν και εύσημα από το αναγνωστικό και τηλεοπτικό κοινό για τις θέσεις που παίρνουν στα κρίσιμα ζήτημα που αφορούν το λαό.

by…Στον τοίχο 

Πριν, όλοι αυτοί ήταν χωρισμένοι με τις κομματικές τους ταμπέλες και έδιναν αιματηρό αγώνα να ανεβάσουν τα ποσοστά του κάθε κόμματος παίρνοντας και τα ανάλογα ποσά, θέσεις και συμβόλαια στα ΜΜΕ τρώγοντας παράλληλα μέσω του κρατικού κορβανά. Ακριβώς τα ίδια πρόσωπα σήμερα έχουν πάρει την εντολή από την εξουσία να χωριστούν σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς, σε φιλοευρωπαϊστές και μη, φτιάχνοντας αδιάντροπα στρατόπεδα λαϊκών θαυμαστών. 
Η κοινή γνώμη θαυμάζει σήμερα αυτόν που είναι εναντίον ή υπέρ του μνημονίου ενώ χθες ο ίδιος δημοσιογράφος ήταν υπέρ ή εναντίον του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ κ.λπ. Η κοινή γνώμη αποδεικνύει με την στάση της ότι πραγματικά είναι κοινότατη διότι οι πραγματικές κοινές τουλάχιστον πληρώνονται από τους πελάτες. Να εκσπερματίζει ο καθένας μέσω οθόνης, άρθρου και οποιουδήποτε δημοσίου λόγου πάνω σε μία κοινή γνώμη χωρίς αυτή να έχει τίποτε να εισπράξει, την καταντά τουλάχιστον βιτσιόζα. 

Οι πρώτοι που έβγαλαν την ουρά τους έξω όταν ζητήθηκαν ευθύνες για την καταστροφή της χώρας ήταν οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι. Βέβαια, αν το σύστημα ήθελε να τους στήσει στον τοίχο ως συνυπεύθυνους θα το είχε κάνει, άρα το σύστημα δεν είχε κανέναν λόγο να αλλάξει τα μαντρόσκυλα της κοινής γνώμης διότι γνωρίζει ότι η κοινή γνώμη εκτός από κοινή είναι και τυφλή. Μπροστά στα μάτια της βλέπει αυτόν που κάλυπτε σκάνδαλα, που έκρυβε την αλήθεια, που έπαιρνε χρήμα βρώμικο κάτω από το τραπέζι και πάνω από αυτό, που κάλυπτε κλέφτες και εγκληματίες της πολιτικής ζωής, που χαριεντίζονταν μαζί του ξεδιάντροπα και αντί να τον πιάσει από το λαιμό, του ανεβάζει ακροαματικότητες αυξάνοντάς του τα συμβόλαια κονόμας χρίζοντάς τον “μεγαλοδημοσιογράφο” και “μεγάλο επαναστάτη”. 

Δικαιούνται να ομιλούν όλοι αυτοί οι διαμορφωτές της κοινής γνώμης με τον φερετζέ των εκπροσώπων της ελευθερίας του λόγου σήμερα; Φυσικά όχι. Από την στιγμή που έχεις τα οικονομικά και συνταγματικά προνόμια να υπερασπίζεσαι την αλήθεια αλλά εσύ επιλέγεις να σπαταλάς και τα δύο συνομιλώντας με πολιτικούς που ξεπούλησαν την ελευθερία και τα συνταγματικά δικαιώματα ενός λαού δεν είσαι απλά ίδιος με αυτούς αλλά χειρότερος. Διότι δεν είσαι ο ελεύθερος λαϊκός θεματοφύλακας του λαού αλλά ο πληρωμένος διαχειριστής μιας κατασκευασμένης Αλήθειας. 

Όση ευθύνη έχουν οι δημοσιογράφοι άλλη τόση ευθύνη έχει και η κοινή γνώμη. Χωρίς την υποστήριξη της κοινής γνώμης τα μαντρόσκυλα δεν θα μπορούσαν να αλιχτάνε. Και αν τα μαντρόσκυλα χάσουν την φωνή που προστατεύει τα αφεντικά τους τότε η κοινή γνώμη από πρόβατο σε μαντρί θα είχε την ευκαιρία να βγάλει τον δίκαιο λύκο που κρύβει μέσα της. Ο καθένας μας πρέπει να καταλάβει ότι στο οποιοδήποτε πολιτικό σύστημα οι απαιτήσεις του δεν είναι γνώμη που την διαχειρίζεται ο δημοσιογραφίσκος ονομάζοντάς την κοινή, αλλά η εντολή που δίνει στο σύστημα μέσω του δημοσιογράφου να εκτελεστεί από την εξουσία. Δημοσιογράφος δεν είναι ο αγγελιοφόρος της εξουσίας, είναι ο διαβιβαστής των εντολών του λαού προς την εξουσία και ο ελεγκτής της τήρησης αυτών. 

Πριν λοιπόν ανεβάσετε τις ακροαματικότητες ή θαυμάσετε ένα άρθρο των διαμορφωτών της κοινής γνώμης σκεφτείτε ότι εκείνη την στιγμή ο φράκτης στο μαντρί που σας κρατά μέσα ακίνδυνους για το σύστημα γίνεται ακόμα πιο ανθεκτικός.-

Οι πολιτικά τελειωμένοι, η ελληνική κοινωνία και η Ευρώπη…

“ Ο χρόνος πια είναι αμείλικτος και δεν περισσεύει. Αν δεν γίνει κατανοητό τότε θα υπάρξουν και άλλες «εκπλήξεις» από τα ακραία νεοφιλελεύθερα σταγονίδια, αλλά και τα «παιδιά» τους που δεν είναι άλλα από την Ακροδεξιά… ”

Είναι πλέον ξεκάθαρο, με…


αποδείξεις πια, (η κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα είναι η πιο τρανή) ότι οι κυβερνήσεις των τελευταίων αρκετών ετών, δεν υπηρέτησαν τα λαϊκά και εθνικά συμφέροντα. Κάθε φορά δε που κάποιο κυβερνητικό στέλεχος ανοίγει το στόμα του, τις περισσότερες φορές, άσχετο με το γνωστικό αντικείμενο του εκάστοτε θέματος συζήτησης και μιλά με τον τεχνοκρατικό τρόπο αντίληψης της λογικής του «μέσου όρου», λέει συνειδητά ψέματα, παραπλανεί τον ελληνικό λαό και υπηρετεί μονάχα ιδιοτελή και ιδιωτικά συμφέροντα.

Του Κώστα Καπνίση

Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα της σήψης και της παρακμής είναι η ανάθεση και παράδοση των πολιτικών «σκήπρων», δηλαδή των πολιτικών ευθυνών, σε τεχνοκράτες – κρατικοδίαιτους σύμβουλους. Είπε τις προάλλες, ξεδιάντροπα μάλιστα, ο διορισμένος από τον πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Στουρνάρας, ότι «Δεν υπάρχει υπερφορολόγηση στην Ελλάδα». Τόλμησε να ξεστομίσει τέτοια προσβολή, τέτοια ύβρη απέναντι στην συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας, η οποία έχει γονατίσει κυριολεκτικά και βρίσκεται πλέον, σύμφωνα με αλλεπάλληλες εκθέσεις των διεθνών οργανισμών, στα όρια της εξαθλίωσης, της ανθρωπιστικής καταστροφής και της διάλυσης του κοινωνικού ιστού με δείγματα μάλιστα εμφυλιοπολεμικών τάσεων.

Η ωμή αλήθεια βέβαια, σύμφωνα πάντα με τις συνθήκες εικονικής πραγματικότητας, στην οποία ζουν οι κρατικοδίαιτοι, δηλαδή οι πληρωμένοι με δημόσιο χρήμα των φορολογουμένων, είναι ότι τα στοιχεία (τους) μιλούν πάντα με μέσους όρους. Η βούλησή τους, και αυτό το δείχνουν ξεκάθαρα, είναι η πλήρης διάλυση του Κοινωνικού Κράτους και η παράδοση των δημοσίων αγαθών σε ιδιώτες «επενδυτές», οι οποίοι αρκετές φορές είναι υπόδικοι και αναζητούνται με διεθνή εντάλματα σύλληψης. Οι αριθμοί στους οποίους «πατούν» οι τεχνοκράτες είναι «πειραγμένοι». Για την ακρίβεια χρησιμοποιούν ένα πολύ μικρό κομμάτι αλήθειας και το παρουσιάζουν ως το «όλον».

Ουσιαστικά πρόκειται για μύθευμα. Είναι γνωστό άλλωστε ότι οι μύθοι πάντοτε έχουν ψήγματα αλήθειας. Ένα παράδειγμα, το οποίο «βγάζει μάτι», είναι τα ψέματα για να κατορθώσει η εκάστοτε κυβέρνηση να συκοφαντήσει έναν δημόσιο οργανισμό είναι η μισθοδοσία του προσωπικού που υπηρετεί σε αυτόν. Για παράδειγμα μπαίνει στο ίδιο τσουβάλι ο μισθός του συμβούλου ή του διευθυντή, ο οποίος είναι στα 5.000 ευρώ μηνιαίως, μαζί με τον μισθό ενός απλού εργαζομένου (και μάλιστα παραγωγικού, αυτού δηλαδή που βγάζει την δουλειά), στα 1.000 ευρώ. Τι κάνει ο τεχνοκράτης; Λέει με συνειδητή διάθεση διαστρέβλωσης της αλήθειας ότι το άθροισμα των δύο μισθών είναι στα 6.000 ευρώ, το διαιρεί δια δύο και καταλήγει στο γελοίο συμπέρασμα ότι ο μέσος όρος μισθολογικής δαπάνης ανά εργαζόμενο στον τάδε οργανισμό είναι 3.000 ευρώ. Παράλογο; Όχι βέβαια. Η παρουσίαση και το άκουσμα της «είδησης», οδηγεί στο φαινόμενο του κοινωνικού αυτοματισμού. Ακούει δηλαδή ο άνεργος, ο ανενημέρωτος, ο παραπληροφορημένος, ότι αυτά συμβαίνουν στον τάδε οργανισμό και «επαναστατεί» ή ακόμα χειρότερα βυθίζεται στην πλήρη κατάθλιψη και στην αδιαφορία.

Σε αυτό το μήκος κύματος, έρχεται να «καλύψει» το κενό, ένα ανεπαρκές πολιτικό προσωπικό της εκάστοτε κυβερνητικής πλειοψηφίας και όχι μόνο, το οποίο έχει εκλεγεί από ένα απογοητευμένο, αδιάφορο και αρκούντως παραπληροφορημένο εκλογικό σώμα. Τα αποτελέσματα τραγικά για το σύνολο και όχι για το μέρος της ελληνικής κοινωνίας, καθώς με αυτόν τον τρόπο διαιωνίζεται η ευημερία ενός μέρους έναντι του όλου και μάλιστα με την νομιμοποίηση του συντριπτικού ποσοστού της ελληνικής κοινωνίας. Παράλογο και αυτό; Και πάλι όχι, καθώς η τακτική του «διαίρει και βασίλευε» είναι γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων και βασίζεται στην επικράτηση της ανθρώπινης αδυναμίας για πρόσκαιρη και απόλυτα ευκαιριακή αποκομιδή κερδών. Έστω και ψιχίων. Η εκάστοτε αντιλαϊκή κυβέρνηση ή τυραννική εξουσία, έχοντας γνώση αυτού του δεδομένου, εκμεταλλεύεται ιδανικά την κατάσταση και συνεχίζει να «νομοθετεί», απροκάλυπτα πια, προς όφελος των ολίγων και σε βάρος των πολλών. Στην ερώτηση «Γιατί δεν αντιδρά κανείς» ή πιο σωστά «Γιατί δεν αντιδρά κανείς οργανωμένα, ειρηνικά και αποτελεσματικά», η απάντηση είναι ήδη δεδομένη και έχει αναλυθεί αρκετές φορές από τις πολιτικές και κοινωνικές επιστήμες. Μα η κοινωνία, έχει ήδη διαιρεθεί, ενώ οι ολίγοι είναι πάντοτε δυνατοί και ενωμένοι.

Αναμφίβολα, η ταξικότητα είναι κάτι υπαρκτό και ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια όλων στην Ευρώπη των τελευταίων 20 ετών. Το γιατί οι ευρωπαϊκοί λαοί στηρίζουν με την ψήφο τους εδώ και τόσα χρόνια αυτή την νοσηρή κατάσταση είναι το κρίσιμο ερώτημα από την απάντηση του οποίου θα κριθούν τα πάντα. Κυρίως το αν θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν οι ενώσεις, οι ευρωπαϊκοί λαοί μαζί ή χωριστά, αν θα ζουν οι κοινωνίες ως άνθρωποι ή ως σύγχρονοι δούλοι. Σε αυτό το ερώτημα έχει γίνει πια ξεκάθαρο ότι δεν μπορούν να απαντήσουν τα νεοφιλελεύθερα σταγονίδια, τα οποία έχουν αλώσει την Ευρώπη, αλλά και τον πλανήτη ολόκληρο την τελευταία εικοσαετία. Είναι πια προφανές, ακόμα και για όσους εθελοτυφλούν, ότι οι ευρωπαϊκοί λαοί οφείλουν να στείλουν στα σκουπίδια της Ιστορίας, αυτά τα απομεινάρια και μαζί τους και όσους τους υπηρετούν προς ίδιον όφελος.

Οι δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις από όλους τους πολιτικούς χώρους, οφείλουν να απαντήσουν ουσιαστικά και χωρίς περιστροφές και αγκυλώσεις, να κάνουν τις επιλογές τους, να δώσουν το ερέθισμα στους λαούς της Ευρώπης να αντισταθούν. Η αρχή μπορεί και πρέπει να γίνει από την Ελλάδα. Οι συνθήκες και η συγκυρία άλλωστε το ευνοούν. Είναι καθαρά συμβολικό και ταυτόχρονα ουσιαστικό. Ο χρόνος πια είναι αμείλικτος και δεν περισσεύει. Αν δεν γίνει κατανοητό τότε θα υπάρξουν και άλλες «εκπλήξεις» από τα ακραία νεοφιλελεύθερα σταγονίδια, αλλά και τα «παιδιά» τους που δεν είναι άλλα από την Ακροδεξιά…

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2013

«Εμείς οι υπόλοιποι ψηφίσαμε να μας πάρουν τα σπίτια οι κομμουνιστές»


Ένα επίκαιρο ευφυολόγημα κάνει το γύρο των social media, με αφορμή το λεγόμενο «αγκάθι» στις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με την τρόικα για τους πλειστηριασμούς ακινήτων.
'' Oταν θα ξεκινήσουν οι πλειστηριασμοί των σπιτιών να αρχίσουν απ’ αυτούς που ψήφισαν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ. Εμείς οι υπόλοιποι ψηφίσαμε να μας πάρουν τα σπίτια οι κομμουνιστές''.

Από την Κοινωνική Ληστεία στην Εξουσιαστική Κατασκευή της Εγκληματικότητας



«Μεντόζα: είμαι ληστής, ζω κλέβοντας τους πλούσιους
Τάνερ: είμαι ευγενής, ζω κλέβοντας τους φτωχούς»
Μπερνάρ Σω

 

Η κοινωνική ληστεία ως πρωτόλεια μορφή κοινωνικής εξέγερσης είναι αδιάσπαστο τμήμα της παράδοσης ανταρσίας του λαϊκού πολιτισμού πλάι σε άλλες όμοιες ή ανόμοιες εκφάνσεις της αυθόρμητης κοινωνικής διαμαρτυρίας (λουδισμός, καρναβάλι, καραγκιόζης, επαναστατικές αιρέσεις κλπ). Η εξιδανικευμένη μορφή του κοινωνικού ληστή είναι ο εξεγερμένος χωρικός που συγκρούεται με την κεντρική εξουσία και τους πλούσιους, τους πολιτικούς, τους τοκογλύφους και τους ξένους κατακτητές, βοηθώντας τους φτωχούς και τους αδικημένους: «Πρόκειται για εκτός νόμου χωρικούς που θεωρούνται κακούργοι για τον άρχοντα και το κράτος, όμως παραμένουν μέσα στην αγροτική κοινωνία και ο κόσμος τούς θεωρεί ήρωες, προστάτες, εκδικητές, αγωνιστές της δικαιοσύνης, ίσως ακόμα και απελευθερωτές και οπωσδήποτε ανθρώπους που αξίζουν θαυμασμό, βοήθεια και συμπαράσταση» (Χομπσμπάουμ).

Η κοινωνική ληστεία δεν είναι ένα εξω-κοινωνικό ή αντι-κοινωνικό φαινόμενο («παρακοινωνιακή ληστεία»), δε δημιουργεί μια παράλληλη, παράνομη αντι-κοινωνία στον αντίποδα της «επίσημης», αλλά μοιράζεται τον ίδιο αξιακό κώδικα της παραδοσιακής, πατριαρχικής, αγροτο-ποιμενικής κοινότητας των προκαπιταλιστικών σχηματισμών: «η ληστεία, λοιπόν, ως μορφή δράσης και συμπεριφοράς, δε δείχνει να αντιτίθεται στο αξιακό και ιδεολογικό σύμπαν της τοπικής κοινωνίας. Αντίθετα, συμφωνεί με αυτό και ως προς τις τελικές πρακτικές επιλογές της. [...] Η ληστεία ως πρακτική και η συνακόλουθή της χρήση βίας δε θεωρούνται απ’ την τοπική αγροτική κοινωνία μορφές δράσης που αντίκεινται στα δικαιακά της πρότυπα, αλλά μάλλον νομιμοποιούνται στην ευρύτερη προοπτική σύγκρουσης με την κρατική, απρόσωπη νομιμότητα» (Δερμεντζόπουλος).

Το φαινόμενο της κοινωνικής ληστείας χαρακτηρίζεται από μια εντυπωσιακή οικουμενικότητα: στην Ινδία συναντάμε τους Δακοΐτες και στη Βραζιλία τους Καγκασέιρος, στη Ρωσία τον Ραζίν και τον Πουγκατσέφ και στην Ουρουγουάη τον Αρτίγας, στην Ιταλία τους Μπαντίτι και στην Ιβηρική τους Μπαντολέρος, στο Μεξικό το Βίγια και στην Ελλάδα τον Καραϊσκάκη και τους ελασίτες Καραλιβαναίους. Στην Κίνα οι απαγωγές πλουσίων ήταν γεγονότα με ευρύτατη κοινωνική αποδοχή (ή ανοχή) και οι εύποροι πολίτες πάντα αποταμίευαν λεφτά για το ενδεχόμενο της παράδοσης λύτρων. Στις ΗΠΑ, οι ληστείες τραπεζών απέκτησαν τεράστια λαϊκή δημοφιλία, ως αποτέλεσμα της όξυνσης της δυσαρέσκειας εναντίον του διεφθαρμένου τραπεζικού συστήματος. Μετά το κραχ του 1929, ο ληστής τραπεζών Ντίλιγκερ, δολοφονημένος απ’ το FBI, θάφτηκε ως λαϊκός ήρωας, σε μια κηδεία που άτυπα αποτέλεσε διαδήλωση εναντίον του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Στο Βυζάντιο συναντάμε τους Απελάτες, που ληστεύουν τσιφλικάδες, αντιμετωπίζοντας το αστυνομικό σώμα των Ακριτών, και στην Οθωμανοκρατία συναντάμε τους έλληνες κλέφτες, τους αλβανούς κατσάκ, τους βούλγαρους χαϊδούκους και τους τούρκους ζεϊμπέκηδες.

Στην Ελλάδα, μετά την απόκτηση της εθνικής της ανεξαρτησίας, το κλέφτικο αντάρτικο αλλάζει μορφή: μετά τη διάλυση των κλέφτικων στρατιωτικών τμημάτων απ’ το βασιλιά Όθωνα, οι παλαίμαχοι της επανάστασης διαδηλώνουν έξω απ’ τα ανάκτορα. Εκεί συναντάν τη σκληρή καταστολή και απαντούν με το δικό τους «παραδοσιακό» τρόπο. Έτσι, εγκαινιάζεται η περίοδος που έμεινε γνωστή ως «ληστοκρατία», ξεκινώντας ως αντι-οθωνική εξέγερση: «Χιλιάδες έπαιρναν τα βουνά και η ληστεία πήρε το χαρακτήρα της ανοργάνωτης λαϊκής αντίστασης εναντίον των αστο-κοτζαμπάσηδων» (Νίκος Μπελογιάννης). [1]

Η ληστοκρατία υπήρξε τόσο γενικευμένο φαινόμενο για έναν περίπου αιώνα, ώστε: «μελετώντας το φαινόμενο έχει κανείς την αίσθηση ότι το σύνολο του ελληνικού λαού προσχωρεί στην παρανομία» (Δαμιανάκος).

Όλοι αυτοί οι αγώνες της παραδοσιακής κοινότητας εναντίον της συγκεντρωτικής εξουσίας, που ενσαρκώνονται στο πρόσωπο του κοινωνικού ληστή, όχι μονάχα δε σταματούν με τη μετάβαση απ’ τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, αλλά συνεχίζονται επικαιροποιώντας τη μορφή και το περιεχόμενο τους, προσαρμοζόμενες διαρκώς στις νέες συνθήκες: «ενάντια στο νέο καθεστώς της νόμιμης εκμετάλλευσης της εργασίας αναπτύχθηκαν οι εργατικές ανομίες στα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα: απ’ τις πιο βίαιες, όπως η καταστροφή των μηχανών, ή τις πιο διαρκείς, όπως η σύσταση συνεταιρισμών, ως τις πιο καθημερινές, όπως οι συχνές απουσίες, η αποχή από την εργασία, η αλητεία, οι κλοπές των πρώτων υλών, οι απάτες σχετικά με την ποσότητα και την ποιότητα της τελειωμένης εργασίας. Μια ολόκληρη σειρά από παράνομες πράξεις εντάσσονταν σε αγώνες όπου ο καθένας ξέρει ότι θα αντιμετωπίσει το νόμο και ταυτόχρονα την κοινωνική τάξη που τον έχει επιβάλλει» (Φουκώ).

Οι νέες απαγορεύσεις της αναδυόμενης κεφαλαιοκρατικής εξουσίας γεννούν και νέες έκνομες συμπεριφορές των κατώτερων κοινωνικών τάξεων: διαρρήξεις περιφράξεων, λουδισμός, εμπρησμοί, ταραχές, σαμποτάζ. Αυτές οι νέες μορφές λαϊκής παραβατικότητας συναρθρώνονται με τους κοινωνικούς αγώνες και εισχωρούν στη «γενική πολιτική σφαίρα», αποκτώντας ένα δυνητικά επαναστατικό περιεχόμενο (όπως ακριβώς συμβαίνει και με την κοινωνική ληστεία). Παρά τον παραδοσιακο-κεντρικό τους χαρακτήρα, οι μορφές αυτές της πληβειακής ανταρσίας εμπεριέχουν σε σπερματική μορφή τη δυνατότητα του επαναστατικού αυτοξεπεράσματος: η ίδια η πραγματικότητα τις ωθεί πέρα απ’ τον απλοϊκό εκρομαντισμό και τη νοσταλγική διάθεση. Δεν μπορούν να αγνοούν τις εξελίξεις σε έναν κόσμο που αλλάζει με δαιμονικούς ρυθμούς.

Και μια απ’ αυτές τις εξελίξεις υπήρξε και η κατασκευή της εγκληματικότητας απ’ το ταξικό κολαστικό/ τιμωρητικό σύμπλεγμα, ώστε να χειραγωγηθεί η λαϊκή παραβατικότητα…

ΙΙ

«Μπορούμε να πούμε πως η εγκληματικότητα, δομημένη πάνω σ’ ένα ποινικό σύστημα με κέντρο τη φυλακή, αντιπροσωπεύει μιαν εκτροπή της ανομίας, πρόσφορη για τα αθέμιτα κυκλώματα του κέρδους και της εξουσίας της κυρίαρχης τάξης [...] Το αρχιπέλαγος των φυλακών εξασφαλίζει στα βάθη του κοινωνικού σώματος, τη διαμόρφωση της εγκληματικότητας, με αφετηρία μερικές μικροπαρανομίες, την επικάλυψη αυτών των παρανομιών απ’ την εγκληματικότητα και την εγκατάσταση μιας σαφώς καθορισμένης εγκληματικότητας»

Μισέλ Φουκώ: «Επιτήρηση και Τιμωρία»

Πριν η σωφρονιστική μεταρρύθμιση φέρει τη φυλακή στο επίκεντρο της κολαστικής διαδικασίας, η τιμωρία των παραβατών του νόμου δεν ήταν και πολύ ευχάριστη: εξορία, βασανισμός, δημόσια έκθεση και μαστίγωση, διαμελισμός, παλούκωμα, θανάτωση με συνοδεία βασανισμού (τροχός, αγχόνη, πυρά), συμβολικές τιμωρίες (τρύπημα της γλώσσας για τους βλάστημους, κόψιμο του χεριού για τους φονιάδες), κλπ. Ιδού ένα μικρό δείγμα βασανιστηρίων που παραθέτει ο Έκο: «[...] ο βρασμός, η σταύρωση, τα αγκάθια, όπου το θύμα πρώτα κρεμιόταν και μετά αφηνόταν να πέσει με τους γλουτούς πάνω σε μια βάση με μυτερά σιδερένια καρφιά, το πυρ, με ψήσιμο των πελμάτων, η σχάρα, η ταφή, η πυρά, ο τροχός, το γδάρσιμο, το σούβλισμα, το πριόνι, θηριώδης παρωδία της παράστασης ενός ταχυδαχτυλουργού, με τον κατάδικο μέσα σε ένα κιβώτιο και δυο δήμιους με μια τεράστια οδοντωτή λεπίδα, μόνο που σ’ αυτήν την περίπτωση το θύμα πράγματι κοβόταν σε δυο κομμάτια [...]».

Όσο κι αν σήμερα μας φαίνεται περίεργο, η κεντρικοποίηση της φυλακής μέσα απ’ τη σωφρονιστική μεταρρύθμιση αποτελεί μια «προοδευτική» κατάκτηση της ανθρωπότητας. Και όπως όλες οι προοδευτικές καταστήσεις, έτσι κι αυτή, λειτουργεί πιο «ύπουλα» σε σχέση με την άμεση βαρβαρότητα του σωματικού κολασμού και του βάναυσου βασανιστηρίου.

Σύμφωνα με την τρέχουσα αντίληψη του συρμού, το σωφρονιστικό σύστημα είναι μια σκέτη αποτυχία, οι φυλακές απλώς λειτουργούν ως «σχολείο» αναβάθμισης του εγκλήματος και ο ευκαιριακός παραβάτης μετατρέπεται σ’ έναν εξειδικευμένο και συστηματικό εγκληματία. Αυτό, όμως, που δεν κατανοεί αυτή η αντίληψη είναι ότι ακριβώς αυτή η φαινομενική αποτυχία είναι και η μεγαλύτερη επιτυχία του εξουσιαστικού κολαστικού / τιμωρητικού συμπλέγματος, το οποίο – όπως μας δείχνει και η σπουδαία ανάλυση του Φουκώ – δεν αποσκοπεί στην καταπολέμηση του εγκλήματος, αλλά στη ρύθμιση του: το καναλιζάρει, το χρησιμοποιεί με την ένταξη της παράβασης σε μια γενική τακτική καθυπόταξης και κοινωνικής πειθάρχησης. Η κατασκευή ενός συγκεκριμένου τύπου ενδοταξικής βίας (ενός ιδιότυπου εμφυλίου μεταξύ καταπιεσμένων), αλλά και το λεγόμενο «οργανωμένο έγκλημα» (η αστική τάξη του εγκλήματος, ο παράνομος καπιταλισμός με τη μαύρη συσσώρευση κεφαλαίου και τη σκληρή ιεραρχία)[2], είναι οι μεγαλύτερες επιτυχίες του «σωφρονισμού»: «Τη διαπίστωση πως η φυλακή είναι ανίκανη να περιορίσει τα εγκλήματα, θα έπρεπε ίσως να την αντικαταστήσουμε με την υπόθεση πως η φυλακή κατόρθωσε να κατασκευάσει την εγκληματικότητα, εξειδικευμένο τύπο, μορφή πολιτικά ή οικονομικά λιγότερο επικίνδυνη – στα όρια όπου μπορεί να χρησιμοποιηθεί – από την παρανομία· να κατασκευάσει εγκληματίες, περιβάλλον φαινομενικά περιθωριακό, αλλά ελεγχόμενο από το κέντρο· να κατασκευάσει τον εγκληματία ως υποκείμενο παθολογημένο. Η επιτυχία της φυλακής στους αγώνες γύρω απ’ το νόμο και τις παρανομίες, εξειδίκευση της εγκληματικότητας» (Φουκώ).

Κάπως έτσι, η εξειδικευμένη πειθαρχική εγκληματικότητα αντικαθιστά τη σχετικά ανεξέλεγκτη και δυνητικά (ή πραγματικά) επαναστατική κοινωνική ληστεία και την προλεταριακή παραβατικότητα: «η εγκατάσταση μιας εγκληματικότητας που αποτελεί ένα είδος κλειστού κυκλώματος ανομίας, παρουσιάζει πράγματι πολλά πλεονεκτήματα. Και πρώτα-πρώτα είναι δυνατόν να ελέγχεται [...]: τα άμορφα κινούμενα πλήθη που ασχολούνται ευκαιριακά με ανομίες πάντα επιδεκτικές διάδοσης ή ακόμα και τις απροσδιόριστες εκείνες ομάδες αλητών που επιστρατεύουν στο πέρασμα τους και ανάλογα με τις περιστάσεις άνεργους, επαίτες, αναρχικούς και που πολλές φορές διογκώνονται [...] σχηματίζοντας επίφοβες δυνάμεις λεηλασίας και εξέγερσης, αντικαθιστά τώρα μια ομάδα σχετικά περιορισμένη και κλειστή από άτομα στα οποία ασκείται μια σταθερή επιτήρηση. Επιπλέον, είναι δυνατόν η συσπειρωμένη στα πλαίσια της αυτή εγκληματικότητα να διοχετευθεί προς τις μορφές εκείνης της ανομίας που είναι λιγότερο επικίνδυνες: απωθημένοι από τον καταπιεστικό έλεγχο στα έσχατα όρια της κοινωνίας, αναγκασμένοι να ζουν μέσα σε επισφαλείς συνθήκες δίχως κανένα σύνδεσμο με τον πληθυσμό που θα μπορούσε ενδεχομένως να τους υποστηρίξει (όπως γινόταν άλλωστε με τους λαθρέμπορους και με ορισμένες ομάδες ληστών), οι εγκληματίες περιορίζονται μοιραία σε μιαν εντοπισμένη εγκληματικότητα, με ελάχιστη δύναμη έλξης, πολιτικά ακίνδυνη και χωρίς οικονομικές συνέπειες» (Φουκώ).

Μέσα απ’ την κεντρικοποίηση του ρόλου της φυλακής μετά τη σωφρονιστική μεταρρύθμιση, δημιουργούνται τέσσερις αλληλεπιδρώντες πόλοι: η αστυνομική καταστολή και επιτήρηση, η δικαστική εξουσία, τα σωφρονιστικά ιδρύματα και η εγκληματικότητα. Μέσα σ’ αυτό το αυτο-ενισχυόμενο σπιράλ, η αστυνομία παραδίδει τον ευκαιριακό παραβάτη του νόμου στους δικαστές, οι τελευταίοι τιμωρούν τον παραβάτη παραδίδοντας τον στις φυλακές, όπου τον αποθηκεύουν για ένα χρονικό διάστημα, ώσπου να τον ξαναπαραδώσουν στην κοινωνία ως στιγματισμένο και εντοπισμένο εγκληματία, για να ξαναρχίσει ο ίδιος φαύλος κύκλος. Σ’ αυτό το σύμπλεγμα, λοιπόν, διώκτης και διωκόμενος, τιμωρός και τιμωρούμενος, επιτηρητής και επιτηρούμενος, παρά την επιφανειακή αντιπαλότητα τους, στην πραγματικότητα συναποτελούν τους δυο αντίθετους πόλους της ίδιας μπαταρίας που τροφοδοτεί με ρεύμα την πολύπλοκη διαδικασία κοινωνικής πειθάρχησης. Η κατασκευασμένη εγκληματικότητα μέσα στην οποία εισχωρεί ο ευκαιριακός παραβάτης (συχνά και μέσω της τοξικοεξάρτησης – μιας ακόμα εξουσιαστικής διαδικασίας πειθάρχησης των κολασμένων) γίνεται όργανο εκτροπής και χειρισμού της ανομίας: «η εγκληματικότητα, αντικείμενο, ανάμεσα σε άλλα, της αστυνομικής επιτήρησης, είναι ένα απ’ τα προνομιούχα όργανα της».

Με τον τρόπο αυτό αναδύεται μια «εξω-νόμιμη» εξουσιαστική λειτουργία που όχι μονάχα οριοθετεί την προλεταριακή και λαϊκή παραβατικότητα μέσα σε ακίνδυνα για την εξουσία πλαίσια, αλλά επιπλέον αντλεί απ’ αυτήν και μια παράνομη αστυνομία, έναν εφεδρικό στρατό εξουσίας εξαθλιωμένων λουμπενικών στοιχείων. Η εξουσία στρατολογεί απ’ αυτήν τη δεξαμενή ρουφιάνους, συνεργαζόμενους, πληροφοριοδότες και καταδότες, αλλά και τραμπούκους [3] ή απεργοσπάστες. Το πιο μεγάλο της, όμως, κατόρθωμα είναι η διοχέτευση της παραβατικότητας των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων σε ακίνδυνα για την εξουσία μονοπάτια, μέσα απ’ τη σεχταροποίηση του εγκλήματος: οι χιλιάδες προλετάριοι που τροφοδοτούν τα σωφρονιστικά σφαγεία στρέφουν κατά κανόνα την παραβατικότητα τους εναντίον της ίδιας τους της τάξης ή εναντίον της κατώτερης μικροαστικής τάξης (μικρομαγαζάτορες κλπ).

ΙΙΙ

Η κατασκευή της σύγχρονης ελεγχόμενης εγκληματικότητας δε σημαίνει απαραίτητα και πλήρη εξαφάνιση της πληβειακής και προλεταριακής παραβατικότητας με καθαρά ή καλυμμένα ταξικά χαρακτηριστικά. Υπάρχει ακόμα και η παραβατικότητα με υβριδικά χαρακτηριστικά: οι δυο μορφές παραβατικότητας (κοινωνική και αντικοινωνική) συνυπάρχουν πολλές φορές στα ίδια υποκείμενα, μέσα στην αντιφατικότητα τους.

Σήμερα, το παραβατικό προλεταριάτο είναι εγκλωβισμένο στην ελεγχόμενη εγκληματικότητα, με τον ίδιο τρόπο που το εργατικό προλεταριάτο είναι εγκλωβισμένο στη μισθωτή εργασία. Όπως ο εργάτης μέσω της εργασιακής δραστηριότητας παράγει πλούτο για τα αφεντικά, έτσι και ο παράνομος μέσω της εγκληματικής δραστηριότητας παράγει τη διαδικασία κοινωνικής πειθάρχησης για την εξουσία. Όπως ο εργάτης πρέπει να στραφεί στην άρνηση εργασίας, έτσι και ο παράνομος πρέπει να στραφεί στην άρνηση του εγκλήματος. Πρέπει αμφότεροι, δηλαδή, να στραφούν στον αντιεξουσιαστικό κομμουνισμό, αν θέλουν να πραγματώσουν την προσωπικότητα τους, καταστρέφοντας το κράτος, την ιδιωτική ιδιοκτησία, τη μισθωτή εργασία και την εγκληματικότητα.

Όπως η αλλοτριωμένη και αλλοτριωτική εργασία παράγει ένα υποκείμενο αγώνα, έτσι και η εξίσου αλλοτριωμένη και αλλοτριωτική παρανομία, σε συνδυασμό με τις εσωτερικές αντιφάσεις του σωφρονιστικού συστήματος (άθλιες συνθήκες κράτησης, βαριές ποινές, ψυχοφθόρος εγκλεισμός κλπ), παράγουν ένα άλλο υποκείμενο αγώνα. Και με τα λόγια του Φουκώ: «Μέσα στην κεντρική και ομοκεντρωμένη αυτήν ανθρωπότητα, αποτέλεσμα και όργανο περίπλοκων σχέσεων εξουσίας, τα καθυποταγμένα από πολλαπλά συστήματα «κάθειρξης» σώματα και δυνάμεις, αντικείμενα λόγων που και αυτοί είναι στοιχεία αυτής της στρατηγικής, αντιλαλεί καθαρά το μπουμπουνητό της μάχης».

Σημειώσεις

[1] Ο Μπελογιάννης εδώ αναφέρεται στην εξέγερση του 1834 εναντίον του Όθωνα, που αποτέλεσε και την αφετηρία της ληστοκρατίας στην Ελλάδα. Ο πόλεμος μεταξύ ληστών και συγκεντρωτικού κράτους γνώριζε πολλές ανακωχές, αφού οι ληστές συνήθως συμμετείχαν στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα: έτσι στη Θεσσαλία άνοιξαν οι φυλακές, ώστε να συμμετέχουν και οι ληστές στην εξέγερση του 1854, και στη Μακεδονία δίπλα στους αξιωματικούς του ελληνικού στρατού, πολέμησαν ισχυρές συμμορίες ληστών.

[2] Ένα από τα μεγαλύτερα ολισθήματα ενός αναρχίζωντος υπερ-ατομικισμού είναι το έντονο φλερτ μ’ αυτό το παράνομο Κεφάλαιο και τους θιασώτες της μαύρης συσσώρευσης, πάνω στη σαθρή βάση ενός επιφανειακού αντιμπατσικού – αντισωφρονιστικού λόγου και μιας περί «ελευθερίας» απεραντολογίας για όλες τις χρήσεις. Είναι σαφές πως η έλλειψη οποιασδήποτε, έστω και στοιχειώδους, ταξικής ανάλυσης οδηγεί σε τέτοιου είδους στρεβλώσεις. Ωστόσο, οι στρεβλώσεις αυτές δεν είναι προνόμιο μονάχα του υπερ-ατομικισμού: ο άκρατος υποκειμενισμός της μαρξιστολενινιστικής οργάνωσης «Αντάρτικο Κόμμα», που οδήγησε την ένοπλη αυτή σέχτα απ’ την αγκαλιά της ιταλικής μαφίας στη θεαματική αυτοανάφλεξη, έχει να μας προσφέρει πολλά ιστορικά διδάγματα…

[3] Ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα στρατολόγησης τραμπούκων απ’ τον υπόκοσμο, είναι η δολοφονία του αριστερού βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη απ’ το καραμανλικό παρακράτος της Ε.Ρ.Ε.

Πολύκαρπος Γεωργιάδης
Φυλακές Κέρκυρας
Μάης 2012

Το παραπάνω κείμενο Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα Δρόμου Άπατρις – Τεύχος 19

Πηγή:

http://halastor.blogspot.gr/search?updated-max=2013-11-09T00:38:00%2B02:00&max-results=5

Στο βυθό παρασύρει την οικονομία ο προϋπολογισμός

Δεκαστικ Γ.
Εφιαλτικό είναι το δόγμα που εφαρμόζει η κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου απέναντι σε πάνω από πέντε εκατομμύρια Έλληνες: όσο πιο πολύ μειώνονται τα εισοδήματα τους, τόσο περισσότερους και μεγαλύτερους φόρους θα πληρώνουν! Όσο πιο πολύ φτωχαίνει ο πληθυσμός της χώρας μας εξαιτίας της κυβερνητικής πολιτικής, τόσο πιο πολύ θα τον «γδέρνουν» φορολογικά οι ηγέτες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ!

Η πολιτική αυτή αποτυπώνεται και στον προϋπολογισμό του 2014 που κατέθεσε η κυβέρνηση. Το ΑΕΠ της χώρας μειώθηκε κατά τουλάχιστον 4% στη διάρκεια του 2013. Αυτό σημαίνει ότι οι Έλληνες έγιναν ακόμη φτωχότεροι, πράγμα που εκδηλώνεται με μια σειρά άλλους οικονομικούς δείκτες. Η απασχόληση μειώθηκε ακόμη 3,5%, με αποτέλεσμα η ανεργία να εκτιναχθεί στο 27%. Η ιδιωτική κατανάλωση συρρικνώθηκε κι αυτή κατά 6,7% στη διάρκεια της χρονιάς που τελειώνει, πράγμα που σημαίνει ότι οι καταθέσεις των Ελλήνων με τις αποταμιεύσεις τους από προηγούμενα χρόνια δεν αρκούν πλέον για να συγκρατήσουν το επίπεδο ζωής τους, το οποίο καταβαραθρώνεται.



Λιγότερο εισόδημα, περισσότεροι φόροι!

Φτωχότεροι έγιναν οι Έλληνες το 2013. Μικρότερο το εισόδημα τους, αλλά η κυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου αποφάσισε ότι θα πληρώσουν... περισσότερους φόρους! Με λιγότερο εισόδημα, ακόμη και ο φόρος εισοδήματος θα είναι μεγαλύτερος!

Δεν πρόκειται για σχήμα λόγου ή για δημοσιογραφική υπερβολή με στόχο τον εντυπωσιασμό. Οι αριθμοί του προϋπολογισμού είναι αμείλικτοι. Από 11,6 δις ευρώ που ήταν ο φόρος εισοδήματος όλων των Ελλήνων το 2013, θα γίνει 12,9 δις ευρώ το 2014 - δηλαδή 1,3 δις ή 11,5% μεγαλύτερος φόρος για ένα εισόδημα που μειώθηκε! Ανελέητο φορολογικό «γδάρσιμο» του πληθυσμού.

Υπάρχουν και χειρότερα. Ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος είχαν πει ότι το χαράτσι στα ακίνητα ήταν «προσωρινό» και «έκτακτο» και ότι θα το καταργούσαν οσονούπω, όπου να 'ναι. Τι ακριβώς εννοούσαν το καταλάβαμε μόλις αντικατέστησαν το χαράτσι με τον ενιαίο φόρο ακινήτων: από 2,8 δις ευρώ που ήταν το 2013 το χαράτσι, ο φόρος ακινήτων το 2014 θα εκτιναχθεί στα... 3,9 δις - δηλαδή 1,1 δις ευρώ επιπλέον ή... 41,4% υψηλότερος φόρος!


Οι δεξιοί παίρνουν σπίτια!

Έναν αιώνα τώρα η κυρίαρχη προπαγάνδα προσπαθούσε να πείσει τον κοσμάκη πως αν έρθουν οι κομουνιστές στην εξουσία θα του πάρουν το σπίτι. Αποδείχθηκε όμως ότι τα σπίτια του κόσμου του τα αρπάζουν οι δεξιοί του Σαμαρά και οι πασόκοι του Βενιζέλου! Ιλαροτραγωδία...

Χειρότερη υγεία, χειρότερη παιδεία, χειρότερες συντάξεις, χειρότερη νοσοκομειακή περίθαλψη, χειρότερες κοινωνικές παροχές εξασφαλίζει ο προϋπολογισμός του 2014! Αδίστακτα ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος σπρώχνουν προς το βυθό το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων, συμφωνώντας ασμένως με τις εντολές των Γερμανών και των άλλων Ευρωπαίων επικυρίαρχων της πατρίδας μας.
Από 12,2 δις ευρώ που ήταν φέτος οι δαπάνες για την κοινωνική ασφάλιση, θα πέσουν στα 10,8 δις του χρόνου - μείωση δηλαδή κατά 11,5%.
Από 5,4 δις ευρώ που ήταν οι δαπάνες για την υγεία το 2013, θα καταβαραθρωθούν στα 4,3 δις το 2014, θα μειωθούν δηλαδή κατά 20,4%.

Στον Καιάδα θα ρίξουν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και τον ΕΟΠΥΥ με τους σχεδόν δέκα εκατομμύρια ασφαλισμένους. Τα έσοδα του καταρρέουν - από 7,44 δις ευρώ που ήταν φέτος θα πέσουν στα 5,25 δις του χρόνου. Δραματική μείωση κατά 29,4% - κι έχεις και την κυβέρνηση από πάνω να... μειώνει (!) την επιχορήγηση προς τον ΕΟΠΥΥ κάτω από αυτές τις συνθήκες από το 1,1 δις φέτος σε λιγότερο από 0,8 δις του χρόνου.

Όλα «στο κόκκινο»!

Συνολικά, η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας συνεχίζει να πηγαίνει απ' το κακό στο χειρότερο σε όλους τους τομείς. Αν συνεχιστεί αυτή η καταστροφική πολιτική, δεν υπάρχει σωτηρία. Θα καταρρεύσουν τα πάντα! Η πολιτική του Μνημονίου με τις απολύσεις, τις δραματικές μειώσεις μισθών και την κτηνώδη υπερφορολόγηση του πληθυσμού έχει εγκλωβίσει τη χώρα σε ένα σίριαλ θανάτου που την οδηγεί όλο και πιο χαμηλά και από το οποίο αδυνατεί να ξεφύγει. Είναι εκπληκτικά τα στοιχεία του καταποντισμού της ελληνικής οικονομίας μέσα στα τέσσερα μνημονιακά χρόνια, σε όποιον τομέα κι αν εξετάσει κανείς.

Στις 31 Δεκεμβρίου 2008, τελευταία χρονιά πριν από την κρίση, τα επιχειρηματικά, για παράδειγμα, δάνεια ήταν μη εξυπηρετούμενα (είχαν, δηλαδή, καθυστέρηση των δόσεων αποπληρωμής τους πάνω από τρεις μήνες) στο πραγματικά ασήμαντο ποσοστό του 4,3% του συνολικού ποσού. Ακόμη και στο τέλος του 2009, χρονιά κρίσης αλλά προ Μνημονίου, το ποσοστό αυτό είχε ανεβεί στο 6,7%, ποσοστό εύκολα χειρίσιμο.

Με το που μπήκαμε όμως στο επαίσχυντο μνημονιακό καθεστώς, το ποσοστό αυτό απογειώθηκε. Στις 31 Μαρτίου 2013, βάσει των τελευταίων επίσημων στοιχείων της Τράπεζας της Ελλάδος, το ποσοστό είχε εκτοξευτεί στο... 27,5%! Σχεδόν εξαπλάσιο του προκρισιακού ποσοστού!
Όπως έγραφε, μάλιστα, η Καθημερινή την περασμένη εβδομάδα, τραπεζικοί παράγοντες εκτιμούσαν ότι στο τέλος Σεπτεμβρίου το ποσοστό των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων ανήλθε στο 31 % του συνόλου, επταπλάσιο, δηλαδή, του προ κρίσης ποσοστού!
Δεν είναι εξόφθαλμο ότι αιτία αυτής της πρωτοφανούς επιδείνωσης είναι το Μνημόνιο;

Χρεοκοπημένες τράπεζες

Ανάλογη εκτίναξη παρουσίασαν και τα μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια των ιδιωτών.
Τα «κόκκινα» στεγαστικά από 5,3% του συνόλου που ήταν στο τέλος του 2008 εκτινάχθηκαν στο 22,9% το Μάρτιο του 2013, υπερτετραπλασιάστηκαν, δηλαδή, σε τέσσερα χρόνια.
Ακόμη χειρότερη είναι η κατάσταση με τα καταναλωτικά δάνεια, που «κοκκίνισαν» σε εγκληματικό βαθμό: από το 8,2% του 2008 βρίσκονταν πλέον στη... στρατόσφαιρα του 42,4% το Μάρτιο του 2013 και εκτιμάται από τραπεζίτες ότι το Σεπτέμβριο είχαν ανέλθει στο 46% του συνόλου!

Αν λάβει κανείς υπόψη του ότι τα «κόκκινα» επιχειρηματικά δάνεια στις 31 Μαρτίου 2013 ανέρχονταν σε 34 δις ευρώ, τα «κόκκινα» στεγαστικά σε 16,8 δις και τα «κόκκινα» καταναλωτικά σε 12,3 δις -δηλαδή 63,1 δις αθροιστικά επί συνόλου δανείων που έχουν χορηγήσει οι τράπεζες ύψους 225,8 δις-, συνειδητοποιεί το μέγεθος του προβλήματος και καταλαβαίνει ότι αποκλείεται οι τράπεζες να χρηματοδοτήσουν την πραγματική οικονομία!

Τραπεζικοί παράγοντες εκτιμούν, μάλιστα, ότι στις 30 Σεπτεμβρίου 2013 το ύψος των «κόκκινων» δανείων κινούνταν συνολικά γύρω στα 70 δις ευρώ. Αυτό το ποσό όμως είναι... υπερδιπλάσιο (!) των κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών. Με τι λεφτά, λοιπόν, θα δώσουν δάνεια στις επιχειρήσεις και στον κόσμο;

Καταθέσεις, γιοκ!

Με τα λεφτά των καταθέσεων, είναι λογική απάντηση. Λογική, αλλά... εντελώς αντίθετη με την πραγματικότητα της κρίσηςί

Στις 31 Δεκεμβρίου 2009 οι ελληνικές τράπεζες είχαν καταθέσεις ύψους 237 δις ευρώ. Στα τρία και κάτι όμως χρόνια του μνημονιακού καθεστώτος και της αντίστοιχης ολέθριας πολιτικής, καταθέσεις 75 δις ευρώ περίπου έκαναν φτερά από τις τράπεζες και απέμειναν μόνο 162 δις! Οι πλούσιοι τα πήραν και τα έβγαλαν στο εξωτερικό, οι φτωχοί για να αντιμετωπίσουν πιεστικές ανάγκες που δεν κάλυπταν πλέον τα εισοδήματα τους, κάποιοι άλλοι πήραν τα λεφτά τους για να μην τους τα αρπάξουν με «κούρεμα» καταθέσεων ο Σαμαράς κι ο Βενιζέλος.

Ναι, αλλά από τη στιγμή που οι τράπεζες έχουν δώσει δάνεια 225 δις και έχουν καταθέσεις μόνο 160 δις και δικά τους κεφάλαια μόλις 30 δις, είναι προφανές ότι για τα επόμενα χρόνια η στρατηγική τους θα είναι να μειώνουν διαρκώς το χάσμα μεταξύ δανείων και καταθέσεων. Θα δίνουν, δηλαδή, όλο και λιγότερα δάνεια! Πόσω μάλλον που αυξάνονται συνέχεια τα «κόκκινα» δάνεια, αυξάνοντας τις ζημιές των τραπεζών σε σχέση με τα έσοδα που προσδοκούσαν.

Ζοφερό παρόν και κατάμαυρο μέλλον, αν δεν αλλάξει η πολιτική υποτέλειας στο Μνημόνιο!